Ζύθος _αναλλοίωτη από την αρχαιότητα, από το ρήμα “ζέω” = “βράζω”…
Μπίρα (μπύρα) < ιταλικά Birra < γερμανικά Bier < πρωτογερμανικά *beuzą < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *bʰews- *bheus- (ίζημα, κατακάθι) _ αλκοολούχο (και μη) ποτό που παρασκευάζεται από νερό, κριθάρι (ή άλλα δημητριακά), ζύμη (μαγιά) λυκίσκο και “άλλα κόλπα”
Συναντάται σε πολλές διαφορετικές παραλλαγές και είδη. Αναφορές για την παρασκευή μπίρας ξεκινούν από την αρχαία Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία, περίπου το 4.000 π.Χ. Η βιομηχανία παραγωγής μπίρας είναι σήμερα πολύ ανεπτυγμένη περιλαμβάνοντας αρκετές και οικονομικά ισχυρές πολυεθνικές εταιρείες.
Η παρασκευή μπίρας αλλά και γενικά αλκοολούχων ποτών θεωρούνταν γυναικεία δραστηριότητα, προνόμιο και υποχρέωση από την προϊστορία καθώς η επεξεργασία τροφών και βοτάνων συνδεόταν με δύο χαρακτηριστικά γυναικείες εργασίες, τη μαγειρική και την ιατρική περίθαλψη. Η πρώτη σαφής απόδειξη σχετικά με την μπίρα, προέρχεται από τους Σουμέριους και πρόκειται για μια ανάγλυφη αναπαράσταση που χρονολογείται περί το 3000-2800 π.Χ.. Αναφορά στην μπίρα περιέχεται και στο έπος του Γκιλγκαμές καθώς και σε ποίημα Σουμέριων περίπου πριν από 4000 χρόνια, το οποίο μάλιστα θεωρείται και ως η αρχαιότερη γραπτή συνταγή για την παρασκευή μπίρας. Οι Σουμέριοι επίσης λάτρευαν τη θεά Νινκάσι που ήταν προστάτιδα της παρασκευής μπίρας και είχε γεννηθεί από το "αφρώδες νερό", δίδαξε στους ανθρώπους την παρασκευή αλκοολούχων ποτών και κάθε μέρα παρασκεύαζε ποτά. Σε πήλινες πλάκες που χρονολογούνται από το 1.800 π.Χ. βρέθηκε ο "Ύμνος στη Νινκάσι" που περιγράφει τη διαδικασία παρασκευής μπίρας με τη μορφή προσευχής έτσι ώστε να μεταδίδεται εύκολα η σχετική γνώση σε μία εποχή που οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν αναλφάβητοι. Το γεγονός ότι προστάτιδα της μπίρας ήταν μία γυναικεία θεότητα αποκαλύπει τη μακραίωνη σχέση των γυναικών με την παρασκευή του ποτού αυτού, ειδικά από τη στιγμή που είχαν μια μακραίωνη παράδοση στην απόσταξη, την αρωματοποιία και άλλες χημικές δραστηριότητες (βλ. Ταπούτι για παράδειγμα). Οι Βαβυλώνιοι, που διαδέχθηκαν τους Σουμέριους, φαίνεται πως επίσης παρασκεύαζαν μπίρα από διάφορα δημητριακά. Στον κώδικα του Χαμουραμπί, ήταν κατοχυρωμένο το δικαίωμα στην πόση μπίρας και ειδικότερα γνωρίζουμε πως ήταν ανάλογο της κοινωνικής θέσης.
Στους Αιγύπτιους ήταν γνωστά περισσότερα από τέσσερα είδη μπίρας και πολλοί υποστηρίζουν πως ήταν το βασικό ποτό τους. Και εκεί η παρασκευή μπίρας (αλλά και ψωμιού η παρασκευή και του οποίου στηρίζεται στη διαδικασία της ζύμωσης) θεωρούνταν γυναικεία ενασχόληση και τα επαγγέλματα του αρτοποιού, του ζυθοποιού αλλά και του ταβερνιάρη τα εξασκούσαν αποκλειστικά γυναίκες. Στους παλαιότερους χρόνους, η μπίρα των ανατολικών λαών παρασκευαζόταν σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που παρασκευάζεται και σήμερα, από κριθάρι και σπανιότερα από άλλα δημητριακά. Η προσθήκη λυκίσκου, σημαντική για τη βελτίωση της γεύσης, αλλά και για τη συντήρηση, χρονολογείται περίπου από το 1000 π.Χ.
Οι Αρχαίοι Έλληνες φαίνεται πως ήρθαν σε επαφή με την μπίρα χάρη στους Αιγύπτιους και σύμφωνα με τον Πλίνιο χρησιμοποιούσαν λυκίσκο στην παρασκευή της. Στην Αρχαία Ελλάδα ωστόσο πρέπει να τη θεωρούσαν ποτό κατώτερης ποιότητας από το κρασί. Αντίθετα, η μπίρα ήταν περισσότερο ευπρόσδεκτη στους βορειότερους λαούς, όπως ήταν οι Θράκες, οι Σκύθες, οι Αρμένιοι και οι Ίβηρες.
Οι Κέλτες και τα αρχαία γερμανικά φύλα γνώριζαν,
τεκμηριωμένα, την μπίρα από τον 1ο π.Χ. αιώνα, αν και μάλλον αγνοούσαν τον
λυκίσκο. Τον λυκίσκο αντικαθιστούσαν ως βελτιωτικά της γεύσης μείγματα διαφόρων
χορταρικών. Η χρήση του λυκίσκου αναβίωσε στη Γερμανία τον μεσαίωνα ενώ η
ζυθοποιία εξακολουθούσε να αποτελεί σχεδόν αποκλειστικά γυναικείο έργο καθώς
ήταν μια δραστηριότηταπου μπορούσε να γίνει στο σπίτι. Συγκεκριμένα, η πρώτη
αναφορά στην καλλιέργεια λυκίσκου χρονολογείται το 768 μ.Χ. στη μονή Φράιζινγκ
της Βαυαρίας. Η στενή σχέση μοναστηριών και ζυθοποιίας πρέπει να οφείλεται στο
γεγονός πως η μπίρα βοηθούσε τους μοναχούς να αντέξουν τις μακροχρόνιες
νηστείες. Η μοναχή Γερμανίδα φιλόσοφος και μύστρια Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν,
που έζησε τον 12ο αι.,
περιέγραψε τη χρήση λυκίσκου στην παρασκευή της μπίρας και εξήγησε τις
συντηρητικές και αντισηπτικές ιδιότητές του. Σήμερα θεωρείται ανεπίσημα
«προστάτιδα» της μπίρας.
Το 1516, ο Βαυαρός δούκας Γουλιέλμος Δ' εξέδωσε τον "Νόμο περί καθαρότητος" (γερμ. Reinheitsgebot), ίσως ο αρχαιότερος διατροφικός κανονισμός που ισχύει και σήμερα. Σύμφωνα με αυτόν, στη γερμανική ζυθοποιία δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται άλλη πρώτη ύλη εκτός από κριθάρι, λυκίσκο και καθαρό νερό. Στον παραπάνω νόμο δεν αναφερόταν καθόλου η μαγιά, καθώς δεν ήταν ακόμη γνωστή. Τότε περίπου άρχισαν να αποκόπτονται οι γυναίκες από τη διαδικασία παραγωγής της μπίρας καθώς η δραστηριότητα αυτή άρχισε να ρυθμίζεται όλο και περισσότερο με αποτέλεσμα να γίνεται όλο και πιο "επαγγελματική" και να μπαίνουν όλο και περισσότεροι φραγμοί στη συμμετοχή των γυναικών σε αυτή. Έτσι, σταδιακά οι γυναίκες αποκλείστηκαν εντελώς από την επαγγελματική παρασκευή μπίρας μέχρι τον 20 αι. όπου απέκτησαν ξανά πρόσβαση στον εργασιακό χώρο.
Με το πέρασμα των χρόνων, η διαδικασία της ζυθοποιίας βελτιώθηκε σημαντικά με σημαντικό σταθμό την ανακάλυψη, στα μέσα του 19ου αιώνα, της τεχνητής ψύξης. Η τεχνική αυτή επέτρεψε την παραγωγή κάθε είδους μπίρας ανεξάρτητα από την εποχή του χρόνου. Η ζυθοποιία τελειοποιήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, μετά τα πειράματα του E.C. Hansen γύρω από τους ζυμομύκητες. Τον ίδιο αιώνα ξεκίνησε και η εμπορία εμφιαλωμένης μπίρας.
Η γραφή της λέξης με ύψιλον είναι μεν ευρέως διαδεδομένη, δεν δικαιολογείται όμως ετυμολογικά. Οι ομόρριζες λέξεις των ευρωπαϊκών γλωσσών (ιταλικά birra, γερμανικά bier κ.λπ.) δεν έχουν κάποιο χαρακτήρα u ή y που θα δικαιολογούσε ετυμολογικά το ύψιλον, ακόμα και αν δεν ίσχυε ο κανόνας της απλούστερης γραφής για τις δάνειες λέξεις
Πρώτες ύλες
Οι βασικές πρώτες ύλες για την παραγωγή μπίρας είναι το νερό, το κριθάρι, η ζύμη (μαγιά) και ο λυκίσκος. Άλλα συστατικά είναι δυνατό να προστίθενται, όπως για παράδειγμα ζάχαρη ή άλλα δημητριακά.
Νερό
Χρησιμοποιείται πόσιμο νερό χαμηλής περιεκτικότητας σε άλατα. Διακρίνουμε το νερό που χρησιμοποιείται κατά τη διαδικασία της βυνοποίησης και το νερό που χρησιμοποιείται κατά τον βρασμό και τη ζύμωση. Μόνο το δεύτερο περιέχεται στην μπίρα που παράγεται τελικά.
Κριθάρι
Χρησιμοποιείται δίστιχο κριθάρι, συνήθως φτωχό σε πρωτεΐνες και πλούσιο σε άμυλο. Σε ορισμένα είδη μπίρας είναι σύνηθες να χρησιμοποιούνται μαζί με το κριθάρι και άλλα δημητριακά, όπως σιτάρι, βρώμη ή σίκαλη. Άλλα είδη δεν περιέχουν καθόλου κριθάρι αλλά βασίζονται αποκλειστικά σε άλλα δημητριακά.
Λυκίσκος
Ο λυκίσκος είναι ένα φυτό και ως πρώτη ύλη για την μπίρα χρησιμοποιούνται μόνο τα θηλυκά άνθη του. Σε αυτά περιέχονται ρητίνες, οι οποίες κατά τον βρασμό αποδίδουν τις αρωματικές και γευστικές ουσίες της μπίρας. Επίσης ο λυκίσκος περιέχει τανίνες και οργανικά οξέα που δρουν ως συντηρητικά.
Μαγιά
Ως μαγιά της μπίρας χρησιμοποιούνται διάφορα είδη ζυμομυκήτων. Αυτά αναλαμβάνουν τη διαδικασία της αλκοολικής ζύμωσης, τον μεταβολισμό δηλαδή των σακχάρων και την παραγωγή της αλκοόλης και του διοξειδίου του άνθρακα. Η επιλογή της ζύμης σχετίζεται κάθε φορά με το είδος της μπίρας που θα παραχθεί. Για παράδειγμα για την παραγωγή της μπίρας Ale χρησιμοποιείται ο σακχαρομύκητας Cerevisiae. Η ζύμη που προέρχεται από αυτόν είναι ανθεκτική και επιζεί στην ατμόσφαιρα. Ένας άλλος σακχαρομύκητας (Carlsbergnesis) χρησιμοποιείται μόνο στις μπίρες Lager.
Ζυθοποιία
Παρά το γεγονός πως η παραγωγή της μπίρας μπορεί να εμφανίζει διάφορες παραλλαγές στην τεχνική, η σύγχρονη ζυθοποιία περιλαμβάνει τέσσερα βασικά και απαραίτητα στάδια.
· Βυνοποίηση: Το κριθάρι διαβρέχεται για διάστημα λίγων ημερών (συνήθως 2-5 ημέρες), μουλιάζει σε ζεστό νερό και στη συνέχεια αφήνεται για λίγες ημέρες να βλαστήσει, υπό ελεγχόμενες συνθήκες. Η βύνη (αγγλ. malt) που λαμβάνεται με την εκβλάστηση υποβάλλεται σε ξήρανση και εν συνεχεία σε φρύξη (καβούρντισμα). Στο τελικό στάδιο της βυνοποίησης γίνεται κοσκίνισμα της ξηρής βύνης και απομακρύνονται άλλα ανεπιθύμητα συστατικά. Η παραγόμενη βύνη αλέθεται και αναμειγνύεται με αλεύρι και διπλάσια έως τετραπλάσια ποσότητα ζεστού νερού (αγγλ. mashing). Μέσα σ' αυτό το συνολικό μείγμα, γίνεται η εκχύλιση του αμύλου και των υπόλοιπων διαλυτών συστατικών της βύνης. Αφού συντελεστεί και η σακχαροποίηση, το αλεσμένο μείγμα μεταφέρεται αλλού, όπου με ειδικούς μηχανισμούς διήθησης και καθίζησης διαχωρίζονται τα μη διαλυτά συστατικά από το επιθυμητό ζυθογλεύκος, δηλαδή τον μούστο της μπίρας (ανάλογο με το μούστο του κρασιού).
· Βρασμός: Το ζυθογλεύκος εμπλουτίζεται με τον λυκίσκο και στη συνέχεια βράζεται για λίγες ώρες. Με τον βρασμό επιτυγχάνεται η αποστείρωση του ζυθογλεύκους καθώς και η εκχύλιση όλων των γευστικών, αρωματικών και συντηρητικών συστατικών του λυκίσκου.
· Ζύμωση: Μέσα σε ειδικά δοχεία, ο μούστος εμπλουτίζεται με τη μαγιά της μπίρας η οποία μέσω διαφόρων χημικών αντιδράσεων παράγει τελικά την αιθυλική αλκοόλη της μπίρας και το διοξείδιο του άνθρακα ("ανθρακικό"). Υπάρχουν δύο βασικά είδη ζυμομυκήτων, οι αφροζύμες και οι βυθοζύμες, τα οποία οδηγούν γενικά σε δύο διαφορετικές κατηγορίες μπίρας.
· Μεταζύμωση: Μετά τη διαδικασία της ζύμωσης, αφαιρείται το μεγαλύτερο μέρος της μαγιάς και η μπίρα μεταφέρεται σε κλειστές δεξαμενές μεταζύμωσης, όπου το ποσοστό της μαγιάς που παρέμεινε, εξακολουθεί να δρα +1
§ Το τελικό στάδιο αποτελεί η εμφιάλωση της παραγόμενης μπίρας.
Είδη
Γενικά, η μπίρα παράγεται σε πολλές διαφορετικές παραλλαγές και κάθε ζυθοποιός είναι σε θέση να παρασκευάσει μπίρα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ωστόσο διακρίνουμε δύο κύρια είδη μπίρας, ανάλογα με το είδος της ζύμης ή μαγιάς που χρησιμοποιείται και ειδικότερα τους ζυμομύκητες που επιλέγονται για την παρασκευή της.
Ale
Το είδος αυτό αναφέρεται στην μπίρα που παράγεται με χρήση του ζυμομύκητα Saccharomyces cerevisiae. Στα Ελληνικά αποκαλείται και αφροζύμωτη μπίρα ή μπίρα αφροζύμης, διότι η συγκεκριμένη μαγιά, κατά τη διάρκεια της ζύμωσης ανέρχεται στην επιφάνεια του μούστου. Αυτό το είδος μπίρας υφίσταται ζύμωση σε σχετικά υψηλές θερμοκρασίες 15-23 °C ενώ η μεταζύμωση διαρκεί συνήθως μικρό χρονικό διάστημα. Υποκατηγορία των αφροζύμωτων αποτελούν και οι σταρένιες μπίρες (Weizenbier ή Weißbier).
Lager
Οι μπίρες αυτής της κατηγορίας είναι οι ευρύτερα διαδεδομένες και καταναλώνονται περισσότερο. Παρασκευάζονται με χρήση του ζυμομύκητα Saccharomyces carlsbergensis. Η μαγιά τους, κατά τη ζύμωση, υφίσταται καθίζηση στον βυθό του μούστου για αυτό και αποκαλούνται στα ελληνικά βυθοζύμωτες ή μπίρες βυθοζύμης. Οι μπίρες Lager υφίστανται ζύμωση σε χαμηλότερες θερμοκρασίες, συνήθως 6-12 °C ενώ η διαδικασία της μεταζύμωσης διαρκεί μερικούς μήνες. Για το λόγο αυτό, η τελικά παραγόμενη μπίρα φυλάσσεται σε αποθήκες, γεγονός που οδήγησε και στον όρο lager που στα Γερμανικά σημαίνει αποθήκη. Στις βυθοζύμωτες μπίρες ανήκει και το είδος Pils, διαφέρει όμως από τις Lager ως προς την περιεκτικότητα σε λυκίσκο.
Ως τρίτη κατηγορία, μπορούμε να θεωρήσουμε τις μπίρες που παράγονται με φυσική ζύμωση, δηλαδή ζυμώνονται σε ανοιχτά δοχεία με τη βοήθεια των ζυμομυκήτων του περιβάλλοντος και χωρίς προσθήκη μαγιάς. Οι μπίρες αυτές μοιάζουν περισσότερο με το είδος Ale. Επιπλέον, υπάρχουν μπίρες στις οποίες προστίθενται και άλλα συστατικά όπως φρούτα ή χορταρικά και συνήθως χαρακτηρίζονται από πολύ γεμάτα χαρακτηριστικά.
Αγαπάτε τη
μπύρα;
Ήρθε η ώρα να χαρείτε!
7+…οφέλη
για τον οργανισμό
Μπορεί η μπίρα να μην παρέχει τα οφέλη των φρούτων και των λαχανικών, ωστόσο μπορεί να βελτιώσει πολλές πλευρές στην υγεία μας. Έτσι, όσοι καταναλώνουν ένα με δύο ποτήρια μπίρα την ημέρα όχι μόνο δεν κάνουν κακό στον οργανισμό τους αλλά αντιθέτως τον βοηθάνε σε πολλούς τομείς.
- Πρόσληψη θρεπτικών συστατικών ...
- Πηγή φυτικών ινών Η μπίρα φτιάχνεται από κριθάρι, το οποίο περιέχει μία διαλυτή ίνα, τη β-γλυκάνη. Έτσι, εκτός από πλούσια σε φυτικές ίνες, η μπίρα βοηθά και στη μείωση των επιπέδων της χοληστερόλης χάρη στη β-γλυκάνη.
- Πλούσια σε βιταμίνες του συμπλέγματος Β _Ένα ποτήρι μπίρα μπορεί να δώσει στον οργανισμό το 12,5% της απαραίτητης ημερήσιας πρόσληψης βιταμίνης Β6.
- Κάνει καλό στα νεφρά ...
- Μείωση του κινδύνου για διαβήτη ...
- Βοηθάει την καρδιά ...
- Σύμφωνα με μελέτη που έγινε στην Ιταλία, σε δείγμα πάνω από 200 χιλιάδες άτομα, όσοι έπιναν ένα ποτήρι μπίρα την ημέρα είχαν κατά 31% μειωμένες πιθανότητες να εμφανίσουν καρδιακές παθήσεις, λόγω των φυσικών αντιοξειδωτικών που περιέχει η μπίρα, τις γνωστές φαινόλες.
- Καταπολεμά την οστεοπόρωση ...
- Πιο δυνατά οστά γιατί περιέχει πυρίτιο, ένα στοιχείο που σχετίζεται με την υγεία των οστών. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι όσοι απολαμβάνουν ένα με δύο ποτήρια μπίρα την ημέρα είχαν μεγαλύτερη πυκνότητα οστών. Ωστόσο, εκείνοι που κατανάλωναν πάνω από την ποσότητα αυτή εμφάνιζαν μεγαλύτερο κίνδυνο καταγμάτων
- Μπορεί να ενισχύσει την λειτουργία του εγκεφάλου ...
- Μία μπίρα την ημέρα μειώνει την πνευματική εξασθένηση των γυναικών μεγάλης ηλικίας περίπου κατά 20%. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν οι ερευνητές!
- Καθαρίζει τα δόντια ...
- Μπορεί να μειώσει τη φλεγμονή
- Μειώνει την αρτηριακή πίεση
- Μελέτη του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ υπέδειξε ότι οι γυναίκες ηλικίας από 25 έως 40 ετών που έπιναν μπίρα είχαν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν αρτηριακή πίεση σε σύγκριση με όσες κατανάλωναν κάποιο άλλο είδος αλκοολούχου ποτού.
- Μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου
- Η μπίρα περιέχει ξανθοχουμόλη, ένα φλαβονοειδές που βρίσκεται στα άνθη λυκίσκου, άρα και στην μπίρα, το οποίο καταπολεμά και απομακρύνει ένζυμα που συμβάλλουν στην εκδήλωση καρκίνου.
- Μην ξεχνάτε βέβαια ότι το αλκοόλ συνιστάται πάντα με μέτρο για να αποφύγουμε κινδύνους για την υγεία μας.
12 λόγοι που η μπύρα κάνει καλό στην υγεία
Η καθημερινή κατανάλωση μπύρας συνδέεται με ποικιλία στο μικροβίωμα του εντέρου. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, ένα ποτήρι μπύρα την ημέρα μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη για την υγεία του.
Έρευνα για την μπύρα
Πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο NOVA της Λισαβόνας, δημοσιευμένη στο Journal of Agriculture and Food Chemistry, αναδεικνύει ότι η κατανάλωση ενός ποτηριού μπύρας (330 ml) ημερησίως, αλκοολούχου ή μη, μπορεί να αυξήσει την ποικιλία του μικροβιώματος του εντέρου. Το μικροβίωμα αποτελείται από τους μικροοργανισμούς που κατοικούν στο σώμα μας και θεωρείται ζωτικής σημασίας για την υγεία μας.
Τα Οφέλη της μπύρας για το έντερο
Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε υγιείς άντρες ηλικίας 23-58 ετών, έδειξε ότι η καθημερινή κατανάλωση μπύρας με το δείπνο για τέσσερις εβδομάδες οδήγησε σε ενίσχυση των υγιών βακτηρίων που καταπολεμούν ασθένειες και λοιμώξεις. Τα οφέλη αποδίδονται στις πολυφαινόλες που περιέχονται στον λυκίσκο, το κριθάρι και τη μαγιά.
Μπύρα και Μικροβίωμα
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι βελτιώσεις στην υγεία του εντέρου ήταν παρόμοιες και για τους συμμετέχοντες που κατανάλωναν μη αλκοολούχα μπύρα. Οι ερευνητές ανέφεραν ότι οι επιδράσεις της μπύρας στη διαμόρφωση του μικροβιώματος του εντέρου είναι ανεξάρτητες από το αλκοόλ και οφείλονται στις πολυφαινόλες της μπύρας.
Άλλα Συμπεράσματα
Η έρευνα δεν έδειξε καμία αλλαγή στο βάρος, στον δείκτη μάζας σώματος και στους δείκτες αίματος για την υγεία της καρδιάς των συμμετεχόντων κατά τη διάρκεια της μελέτης. Η επικεφαλής συγγραφέας και καθηγήτρια στο NOVA, Ana Faria, τόνισε ότι ο εντερικός μικροβιόκοσμος επηρεάζεται θετικά από τη μέτρια κατανάλωση μπύρας και παίζει σημαντικό ρόλο στην παθοφυσιολογία της παχυσαρκίας, των καρδιαγγειακών παθήσεων και του διαβήτη.
Πόση μπύρα πρέπει να καταναλώνουμε;
Η μπύρα, το δημοφιλές αλκοολούχο ποτό, είναι η μοναδική πηγή πολυφαινολών λυκίσκου στην ανθρώπινη διατροφή. Τα αποτελέσματα της έρευνας υποδηλώνουν ότι η μέτρια κατανάλωση μπορεί να ωφελήσει την υγεία του εντέρου χωρίς να επηρεάζει αρνητικά άλλες παραμέτρους υγείας.
Μαύρη ή ξανθιά μπίρα;
Είστε λάτρεις της μπίρας και σκέφτεστε πια είναι προτιμότερη η μαύρη ή η ξανθιά; Και οι δύο αποτελούν πολύ καλές πηγές φυλικού οξέος και βιταμινών συμπλέγματος Β, όπως και άλλων ιχνοστοιχείων και μετάλλων. Παράλληλα, και οι δύο περιέχουν σημαντικότατα αντιοξειδωτικά στοιχεία, όπως η ρεσβερατρόλη και η τυροσόλη, τα οποία συμβάλλουν στην καλή υγεία της καρδιάς και των αγγείων.
Το χρώμα μίας μπύρας εξαρτάται κυρίως από την θερμοκρασία, στην οποία εκτίθεται η βύνη χωρίς να αλλάζει τη θρεπτική αξία. Οι μελαχρινές ή μαύρες μπίρες αποκτούν το σκούρο χρώμα τους επειδή οι παραγωγοί τους καβουρντίζουν το βυνοποιημένο κριθάρι, πριν να προχωρήσουν στη ζυθοποίηση.
Η επιλογή λοιπόν
έχει να κάνει καθαρά με τη γεύση
που επιλέγει ο καθένας