Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές Γερμανία 2025. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές Γερμανία 2025. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

24 Φεβρουαρίου 2025

Γερμανία_εκλογές: Ξεκινούν τα παζάρια για κυβέρνηση συνεργασίας, με “πυξίδα” τα συμφέροντα του κεφαλαίου

Με το σύνολο των ψήφων καταμετρημένο και τη συνολική εικόνα να έχει πλέον ξεκαθαρίσει στις γερμανικές εκλογές, το τελικό αποτέλεσμα οδηγεί σε κυβέρνηση συνεργασίας, για την οποία τα παζάρια ξεκινούν άμεσα, με «πυξίδα» τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Η «Χριστιανική Ένωση» (CDU/CSU) εξασφαλίζει 28,5% και 208 έδρες, ενώ η Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD), με 20,8% και 152 έδρες, εξασφάλισε τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική της παρουσία μέχρι σήμερα. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD) κατέρρευσε, χάνοντας 9 μονάδες και είναι τρίτο με 16,4% και 120 έδρες, ενώ οι «Πράσινοι», που είναι τέταρτοι με 11,6% και 85 έδρες, έχασαν πάνω από 3 ποσοστιαίες μονάδες. Η σοσιαλδημοκρατική «Αριστερά» με 8,8% μπαίνει επίσης στη Βουλή με 64 βουλευτές. Αντίθετα το όριο του 5% δεν έπιασαν το κόμμα της Ζάρα Βάγκενκνεχτ (4,97%) και το FDP του Κρίστιαν Λίντνερ με 4,33%. Ο Λίντνερ επιβεβαίωσε αργά το βράδυ και επισήμως την παραίτησή του από την ηγεσία, μετά τον αποκλεισμό του κόμματός του από την ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή.

Η «πύρρειος νίκη» της Χριστιανικής Ενωσης (CDU/CSU), ο διπλασιασμός των ποσοστών της ακροδεξιάς «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD), η καταβαράθρωση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), καθώς και των κομμάτων που συγκυβέρνησαν μαζί του, Πρασίνων και Φιλελευθέρων (FDP), είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των πρόωρων βουλευτικών εκλογών της Κυριακής στη Γερμανία.
Οι εκλογές έγιναν σε συνθήκες «επίμονης» οικονομικής ύφεσης της ισχυρότερης καπιταλιστικής οικονομίας της ΕΕ και γεωπολιτικής «αναταραχής», ενώ η συμμετοχή έφτασε στο 82,5%, η μεγαλύτερη της τελευταίας 25ετίας.
Με βάση τα τελικά αποτελέσματα και εφόσον η Χριστιανική Ένωση επιμείνει στη θέση της ότι αποκλείει συγκυβέρνηση με την AfD, πιθανότερο κυβερνητικό σχήμα θεωρείται ένας ακόμη μεγάλος συνασπισμός CDU/CSU - SPD, ή ένας τρικομματικός συνασπισμός, μαζί και με τους Πράσινους.

Τα τελικά αποτελέσματα

  • Η CDU/CSU ήρθε μεν πρώτη, αλλά θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση με το μικρότερο ποσοστό της ως πρώτο κόμμα, με 28,6% (+4,4% από τις εκλογές του 2021) και 208 έδρες (+11) από τις 630 του Κοινοβουλίου.
  • Η AfD διπλασίασε ποσοστά και έδρες, με 20,8% (+10,4%) και 152 έδρες (+69). Είναι πρώτη δύναμη σε όλα τα ανατολικά κρατίδια.
  • Ξεκάθαρη είναι η καταδίκη του γερμανικού λαού απέναντι στην προηγούμενη συγκυβέρνηση των Σοσιαλδημοκρατών - Πρασίνων - Φιλελευθέρων (FDP).
  • Το SPD έλαβε το χειρότερο ποσοστό στην ιστορία του, με 16,4% (-9,3%) και 120 έδρες (-86).
  • Οι Πράσινοι έλαβαν 11,6% (-3,1%) και 85 έδρες (-33), ενώ το FDP με 4,3% (-7,1%) δεν πέρασε το όριο του 5% και μένει εκτός Κοινοβουλίου.
  • Η Αριστερά (Die Linke) ανέκαμψε τις τελευταίες βδομάδες πριν από τις εκλογές και τελικά με 8,8% (+3,9%) και 64 έδρες (+25) μπήκε στη Βουλή ενισχυμένη.
  • Εκτός Βουλής έμεινε η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) - που προέρχεται από διάσπαση της Αριστεράς - με 4,97%.

Ανοίγει ο δρόμος για «μεγάλο συνασπισμό»

Το γεγονός ότι η BSW μένει εκτός Κοινοβουλίου και η επόμενη Βουλή θα είναι πεντακομματική, ανοίγει τον δρόμο ενός «μεγάλου συνασπισμού» της CDU/CSU με το SPD, με 328 έδρες από τις 630, χωρίς να χρειάζεται τρίτος εταίρος.

  • Οι Πράσινοι προβάλλουν ήδη πρόθυμοι να μπουν στη συγκυβέρνηση, όμως ο ηγέτης των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), Μ. Ζέντερ, έχει θέσει «βέτο». «Φυσικά και είμαστε έτοιμοι» για συμμετοχή σε κυβέρνηση. «Είμαστε πάντα έτοιμοι να αναλάβουμε την ευθύνη», δήλωσε ο υποψήφιος καγκελάριος των Πρασίνων, Ρ. Χάμπεκ, ο οποίος πάντως ανακοίνωσε ότι παραιτείται και δεν θα διεκδικήσει ηγετικό ρόλο στο κόμμα.
  • Τον σχηματισμό κυβέρνησης «το αργότερο μέχρι το Πάσχα» (20/4) επιδιώκει ο επικεφαλής της CDU/CSU, Φρ. Μερτς, τονίζοντας ότι «πρέπει να γίνουμε ικανοί να δράσουμε διεθνώς». «Η Ευρώπη περιμένει τη Γερμανία», είπε.
  • Στο SPD έγινε σύσκεψη της ηγεσίας το βράδυ των εκλογών, με θέμα ποιος θα ηγηθεί στις πιθανές διαπραγματεύσεις με την CDU/CSU για σχηματισμό κυβέρνησης, αφού ο απερχόμενος καγκελάριος, Ολαφ Σολτς, φέρεται διατεθειμένος να απομακρυνθεί. Ο Σολτς έκανε λόγο για «πικρό εκλογικό αποτέλεσμα» και δήλωσε ότι όπως το 2021 είχε συνεισφορά στη νίκη, έτσι και τώρα αναλαμβάνει την ευθύνη.
  • Ο απερχόμενος υπουργός Αμυνας, Μπ. Πιστόριους, που είναι δημοφιλής στο SPD και προωθείται ως πιθανός μελλοντικός υποψήφιος καγκελάριος, άφησε ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο για τον ρόλο του στο κόμμα και δήλωσε ότι θα συμμετάσχει στην αντιπροσωπεία των Σοσιαλδημοκρατών σε περίπτωση που ο Μερτς ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το SPD.

«Προσπαθούμε πάντοτε να έχουμε μία συμμετοχή στην κυβέρνηση, διότι η θέληση του λαού, η θέληση της Γερμανίας θα πρέπει να υλοποιηθεί και μία συμμετοχή μας στην κυβέρνηση θα είναι στόχος μας. Χρειαζόμαστε μια πολιτική αλλαγή», δήλωσε η επικεφαλής της AfD, Αλις Βάιντελ, υπογραμμίζοντας ότι «πετύχαμε ένα ιστορικό αποτέλεσμα». «Στόχος μας είναι να είμαστε πρώτη δύναμη στις επόμενες εκλογές», πρόσθεσε. Στο μεταξύ, η Βάιντελ αποκάλυψε ότι δέχθηκε τηλεφώνημα από τον μεγιστάνα και συνεργάτη του Αμερικανού Προέδρου, Ιλον Μασκ, ο οποίος τη συνεχάρη για την επίδοση του κόμματός της. Επισήμανε ακόμα ότι η AfD βρίσκεται «σε επικοινωνία» με την κυβέρνηση Τραμπ.

Μερτς:
Αμφιβολίες για τη μορφή του ΝΑΤΟ
Υπέρ της ευρωπαϊκής αυτονομίας

Σε μια δήλωση που σηματοδοτεί «στροφή» για τις θέσεις της Γερμανίας και ιδιαίτερα των Χριστιανοδημοκρατών προχώρησε ο Φρ. Μερτς, μιλώντας στο δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο ARD το βράδυ μετά τις εκλογές. Αναφερόμενος στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ τον ερχόμενο Ιούνη στη Χάγη, ο Μερτς εξέφρασε αμφιβολία «αν τότε θα μιλάμε ακόμη για το ΝΑΤΟ με την τρέχουσα μορφή του ή αν θα αναγκαστούμε να δημιουργήσουμε ανεξάρτητες, ευρωπαϊκές, αμυντικές ικανότητες πολύ πιο γρήγορα».«Δεν πίστευα ποτέ ότι θα πω κάτι τέτοιο σε τηλεοπτική εκπομπή αλλά, μετά τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ την προηγούμενη εβδομάδα (...) είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται πολύ για την τύχη της Ευρώπης», είπε ο Μερτς, που είναι γνωστός ως ένθερμος «Ατλαντιστής».

Την προηγούμενη βδομάδα η κυβέρνηση Τραμπ ξεκαθάρισε ότι η Ευρώπη δεν βρίσκεται πλέον στο γεωπολιτικό επίκεντρο των ΗΠΑ, καθώς «ξεκάθαρες στρατηγικές πραγματικότητες» τις αναγκάζουν να στραφούν προς Ασία - Ειρηνικό. Επίσης, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, χωρίς συμμετοχή ή ρόλο της ΕΕ.

Ερωτηθείς για τις δηλώσεις Μερτς, ο Ολλανδός ΥΠΕΞ, Κ. Βέλντκαμπ, επισήμανε ότι «σηματοδοτούν πως βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή». Ο Μερτς έχει δηλώσει ότι προτίθεται να επαναφέρει τον ηγετικό ρόλο της Γερμανίας στην ΕΕ απέναντι στην κυβέρνηση των ΗΠΑ. Από την πρώτη του μέρα στην κυβέρνηση θα ταξιδέψει στο Παρίσι και στη Βαρσοβία, για να βελτιώσει τις σχέσεις της Γερμανίας με τους «σημαντικότερους γείτονές της».

Οι διεθνείς αντιδράσεις

Πάντως, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ, χαιρέτισε «το συντηρητικό κόμμα στη Γερμανία» που κέρδισε τις εκλογές: «Οπως και στις ΗΠΑ, ο λαός της Γερμανίας κουράστηκε από την χωρίς καμιά κοινή λογική ατζέντα, ιδιαίτερα για την Ενέργεια και τη μετανάστευση, που επικρατεί τόσα χρόνια. Αυτή είναι μια μεγάλη μέρα (...) Ακολουθούν ακόμα πολλές νίκες!!!», ανέφερε.

  • «Ανυπομονώ να εργαστώ μαζί σας σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή για την κοινή μας άμυνα. Είναι σημαντικό η Ευρώπη να αυξήσει τις δαπάνες της για την άμυνα και η ηγεσία σας θα είναι κρίσιμη σε αυτό το ζήτημα», δήλωσε ο γγ του ΝΑΤΟ, Μ. Ρούτε.
  • Την ελπίδα ότι θα σχηματιστεί κυβέρνηση «το συντομότερο δυνατό» εξέφρασε η επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Κάγια Κάλας, «διότι έχουμε πραγματικά ανάγκη να προχωρήσουμε στη λήψη αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
  • Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, συνεχάρη τον Μερτς δηλώνοντας αποφασιστικότητα «να κάνουμε μεγάλα πράγματα μαζί».
  • Τη βούληση να συνεργαστεί με την επόμενη γερμανική κυβέρνηση για την ενίσχυση της «κοινής ασφάλειας» και για την ανάπτυξη των δύο κρατών εξέφρασε ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κιρ Στάρμερ.
  • Ο Ουκρανός Πρόεδρος, Β. Ζελένσκι, «ανυπομονεί» να συνεχίσει τη συνεργασία με τη Γερμανία «για να ενισχυθεί η Ευρώπη, που πρέπει να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της» και να «αναπτύξει τις βιομηχανίες της».
  • Τον Μερτς συνεχάρη ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Π. Μαρινάκης, είπε ότι στην κυβέρνηση έχουν «κάθε λόγο να είμαστε αισιόδοξοι μετά τη νίκη του κ. Μερτς και του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών που ανήκουν στην ευρωπαϊκή οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος».

Διαδηλώσεις σε Γερμανία και Ελβετία

Στο μεταξύ, διαδηλώσεις κατά της AfD αλλά και από νεοναζί έγιναν το Σάββατο στη Γερμανία αλλά και στην Ελβετία.

Χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν στο Αμβούργο εναντίον της ακροδεξιάς και υπέρ της «ενότητας» για τη «δημοκρατία», με την κινητοποίηση να στρέφεται εναντίον τόσο της AfD όσο και της CDU/CSU, που πέρασε αντιμεταναστευτικό ψήφισμα στη Βουλή με τις ψήφους της. Αντίστοιχες διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν και σε άλλες πόλεις, μεταξύ των οποίων το Ανόβερο και το Κίελο.

Παράλληλα, περίπου 300 νεοναζί πραγματοποίησαν πορεία στο κέντρο του Βερολίνου και συγκρούστηκαν με 1.200 διαδηλωτές που προσπάθησαν να τους εμποδίσουν. Η αστυνομία επενέβη κάνοντας χρήση σπρέι πιπεριού, ενώ συνελήφθησαν δύο άτομα.
Την ίδια ώρα, στην Ελβετία μερικές εκατοντάδες άνθρωποι διαδήλωσαν στο Αϊνζίντελν, τόπο κατοικίας της αρχηγού της AfD, Αλις Βάιντελ. Οι διαδηλωτές πραγματοποίησαν πορεία στο κέντρο του χωριού και διασταυρώθηκαν με υποστηρικτές της AfD, οι οποίοι τους γιουχάισαν, ενώ είχαν κινητοποιηθεί ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις.

2021:
Εκλογές στη Γερμανία: και τώρα τι;
μία από τα ίδια!

Πλέον ξεκινούν και τυπικά τα παζάρια για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, βασικός στόχος της οποίας θα είναι να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλιακών ομίλων σε μία περίοδο που οξύνονται ραγδαία οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και διαμορφώνονται νέα δεδομένα και ισορροπίες μετά την εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ.

Aλίς Βάιντελ:
Θα κερδίσουμε τις επόμενες εκλογές, λέει η υποψήφια της AfD

«Είμαστε το κόμμα του μέλλοντος», δήλωσε η υποψήφια της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) για την καγκελαρία Αλίς Βάιντελ, τονίζοντας την ιδιαίτερη απήχηση του κόμματός της στους νέους και εξέφρασε την πεποίθηση ότι τα επόμενα χρόνια η AfD θα ξεπεράσει σε ποσοστά την Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU). «Σκληρή αντιπολίτευση» προανήγγειλε ο συμπρόεδρος του κόμματος Τίνο Χρουπάλα.

«Στόχος μας είναι να είμαστε πρώτη δύναμη στις επόμενες εκλογές. Καταφέραμε να δημιουργήσουμε μια πολύ καλή βάση, μια στρατηγική πλατφόρμα, η οποία έχει τις καλύτερες προϋποθέσεις να ξεπεράσει το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) μέσα στα επόμενα χρόνια έως τις εκλογές. Να γίνουμε δηλαδή η ισχυρότερη δύναμη και να λάβουμε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης», δήλωσε η κυρία Βάιντελ και κατηγόρησε εκ νέου το CDU για την άρνησή του να συνεργαστεί με την AfD, μιλώντας για «στάση αποκλεισμού».

  • «Το CDU δεν θα καταφέρει να εφαρμόσει καμία από τις υποσχέσεις του σε έναν συνασπισμό με το SPD», προειδοποίησε.
  • «Οι ανατολικογερμανοί δεν θέλουν το "τείχος προστασίας". Είπαν πολύ ξεκάθαρα ότι κάτι τέτοιο δεν το θέλουν πια», δήλωσε ο συμπρόεδρος του κόμματος Τίνο Χρουπάλα, με το βλέμμα στη νίκη του κόμματός του στα ανατολικά κρατίδια και προανήγγειλε «σκληρή αντιπολίτευση».
  • «Θέλουμε η Γερμανία από παγκόσμια πρωταθλήτρια στην ηθική, να γίνει παγκόσμια πρωταθλήτρια στις εξαγωγές», είπε χαρακτηριστικά. Αναφερόμενος στην Αλίς Βάιντελ, ο κ. Χρουπάλα επαίνεσε την προεκλογική εκστρατεία της και δήλωσε «υπερήφανος» για την συμπρόεδρό του.

Οι δύο ηγέτες εξέφρασαν την επιθυμία να συνεχίσουν ως επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, «διότι η διττή ηγεσία έδειξε ότι μας φέρνει επιτυχία». Η πρώτη συνεδρίαση των 151 βουλευτών της AfD έχει προγραμματιστεί για Τρίτη 25η Φλεβάρη.

Έργα και ημέρες

Η 46χρονη Alice Elisabeth Weidel _6-Φεβ-1979 στο Gütersloh, που κατοικεί πότε Βερολίνο & Einsiedeln και πότε πετάγεται στο εξοχικό της στην Κίνα (μιλάει λένε πολύ καλά Μανδαρινικά) … επωνομαζόμεη και Lille, πολιτικός _με την “Εναλλακτική για τη Γερμανία” συγγραφέας (μη μυθοπλαστικός) σύμβουλος επιχειρήσεων (στην Allianz Global Investors _2011–2013, μετά στην Heristo, ύστερα στην Goldman Sachs _2005–2006 και αλλού)
H “Εναλλακτική για τη Γερμανία” _Alternative für Deutschland, AfD) είναι ακροδεξιό εθνικιστικό και αντιμεταναστευτικό πολιτικό κόμμα, που ιδρύθηκε το 2014, προσελκύοντας απογοητευμένους των παραδοσιακών δεξιών πολιτικών κομμάτων και κυρίως της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (συμπρόεδρος μαζί με την Άλις ο Τίνο Κρούπαλα). Η AfD, περιγράφεται ως κόμμα με ριζοσπαστική δεξιά πολιτική, υπερσυντηρητική ή και κόμμα της άκρας δεξιάς. Αν και διαθέτει πολιτικό πρόγραμμα όμοιο με τα υπόλοιπα μεγάλα εθνικιστικά κόμματα της Ευρώπης, επιπροσθέτως έχει κατηγορηθεί πολλάκις για συνεργασία με κινήματα ακροδεξιά και νεοναζί καταβολών, παρουσιάζοντας _όπως και οι όμοιοί της έντονα λαϊκιστικό χαρακτήρα. Είναι και “in” ως bisexual _ο ιστότοπος της εδώ
Είναι η πρώτη ομοφυλόφιλη γυναίκα που ηγείται κόμματος το οποίο αντιτίθεται στους γάμους ομοφύλων.

Ως φοιτήτρια, ήταν γνωστή στους φίλους της με το ψευδώνυμο "Λίλυ" ενώ περιγράφηκε από μερικούς ότι έχει μια ηγετική και ενίοτε αλαζονική προσωπικότητα. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Μπαϊρόιτ, λαμβάνοντας τους καλύτερους βαθμούς ανάμεσα στους φοιτητές του έτους της, και απέκτησε διδακτορικό στη φιλοσοφία της διεθνούς ανάπτυξης από το ίδιο πανεπιστήμιο το 2011. Αφού έλαβε το πτυχίο της, η Βάιντελ εργάστηκε για την Goldman Sachs προτού προσληφθεί στην Allianz Global Investors. Στα τέλη της δεκαετίας του 2000 εργάστηκε για έξι χρόνια στην Τράπεζα της Κίνας. Αφού εγκατέλειψε αυτή τη δουλειά, εργάστηκε για δυο χρόνια στο Heristo, μια εταιρεία που προμήθευε ζωοτροφές. Από το 2014 έχει εργαστεί ως ανεξάρτητη σύμβουλος επιχειρήσεων.

Το 2012 εντάχθηκε στο κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία, αφού _σύμφωνα με την ίδια, ένιωσε για πρώτη φορά έλξη για αυτό το κόμμα εξαιτίας της αντίθεσής του προς το νόμισμα του ευρώ. Τον Απρίλιο του 2017 εξελέγη αντιπρόεδρος. Επέκρινε τις μεταναστευτικές πολιτικές της Άνγκελα Μέρκελ δηλώνοντας ότι η χώρα θα καταστραφεί μέσω αυτής της μεταναστευτικής πολιτικής. "Ο Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι η Μέρκελ είναι τρελή και εγώ συμφωνώ απόλυτα με αυτό. Πρόκειται για μια εντελώς ανόητη μορφή πολιτικής που ακολουθείται εδώ". Έχει ζητήσει από τη γερμανική κυβέρνηση να επενδύσει σε "ειδικές οικονομικές ζώνες" στη Μέση Ανατολή προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι μορφωμένοι άνθρωποι να παραμείνουν στην πατρίδα τους και να αποφύγουν την πιθανότητα εξόδου μυαλών από τη χώρα αλλά αναφέρει επίσης ότι υποστηρίζει ένα σύστημα καναδικού τύπου "που θα αναλάμβανε τα προνόμια των ειδικευμένων απέναντι στους ανειδίκευτους μετανάστες". Η Βάιντελ υποστηρίζει την παραμονή της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο έχει ζητήσει να φύγουν τα οικονομικά αδύναμα κράτη μεταξύ αυτών η Ελλάδα, ενώ πιστεύει ότι η Γερμανία πρέπει να αποσυρθεί από το ενιαίο νόμισμα του ευρώ.

Σε Ζητήματα ΛΟΑΤ έχει δηλώσει την αντίθεσή της για τη συζήτηση περί σεξουαλικότητας πριν την εφηβεία λέγοντας ότι δεν θέλω κανέναν με ιδιαιτερότητες στο φύλο ή με μαθήματα περί σεξουαλικότητας να έρχεται κοντά στα παιδιά μου. Εξέφρασε επίσης την αντίθεσή της για τη νομιμοποίηση του γάμου ομοφύλων, δηλώνοντας ότι υποστηρίζει την προστασία της "παραδοσιακής οικογένειας" καθώς και άλλους τρόπους ζωής. Έχει δηλώσει ότι υποστηρίζει τη συγκατοίκηση για τα ομοφυλόφιλα και λεσβιακά ζευγάρια και λέει ότι και για την ίδια ισχύει κάτι τέτοιο.

"Ναζιστική παλιογυναίκα": Τον Απρίλιο του 2017 η Βάιντελ συσπειρώθηκε ενάντια στην πολιτική ορθότητα, ισχυριζόμενη ότι ανήκε στα "σκουπίδια της ιστορίας". Ως απάντηση, ο τηλεοπτικός παρουσιαστής Κρίστιαν Έρινγκ του καναλιού Extra 3 είπε "σίγουρα, ας βάλουμε ένα τέλος στην πολιτική ορθότητα. Ας γίνουμε όλοι πολιτικά λανθασμένοι: αυτή η ναζιστική παλιογυναίκα πρέπει να είναι σωστή. Ήταν αυτό αρκετά ορθό πολιτικά; Το ελπίζω". Η Βάιντελ κατέθεσε μήνυση στο κανάλι, αλλά το περιφερειακό δικαστήριο του Αμβούργου αποφάσισε εναντίον της, δηλώνοντας ότι ένα δημόσιο πρόσωπο οφείλει να αντιμετωπίζει την κριτική. Η Βάιντελ διαφώνησε με την απόφαση και υποσχέθηκε να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο της Γερμανίας.

Προσωπική ζωή: Η Βάιντελ είναι “σε σχέση” _λεσβιακή σχέση από το 2009 με τη Sarah Bossard, μια Ελβετίδα παραγωγό ταινιών με καταγωγή από Σρι Λάνκα, ζώντας και μαζί της σε μια ανά τον κόσμο κατοικίες της στο Einsiedeln της Ελβετίας. Έχουν δυο παιδιά (υιοθετημένους γιους).

Όπως αναφέρει το reuters η Alice Weidel _η γυναίκα στην κορυφή του ακροδεξιού κόμματος της Γερμανίας AfD, μπορεί να μην είναι αυτό που θα περιμένατε ως συναρχηγός του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία όντας ομοφυλόφιλη με έναν σύντροφο από τη Σρι Λάνκα και δεν είναι κάτοικος πλήρους απασχόλησης της χώρας (σσ. λες και αυτό είναι το πρόβλημα). Και η κυρία, η συναρχηγός και υποψήφια για καγκελάριος ενός κόμματος που έχει εμμονή με την αγάπη του για τη Γερμανία, δεν είναι καν κάτοικος πλήρους απασχόλησης στη χώρα. Επιπλέον, είναι Δυτικογερμανίδα στην κορυφή του AfD, το οποίο είναι, και ήταν πάντα, πολύ ισχυρότερο στην Ανατολική Γερμανία.  Σε ένα κόμμα που συχνά κατηγορείται ότι φιλοξενεί εξτρεμιστές, η κ. Weidel, λέγεται, είναι το κλειδί του AfD για να φτάσει τους Γερμανούς από τρεις κρίσιμους τομείς - τη μεσαία τάξη, τις πολιτικά αβέβαιες και τη Δύση της χώρας. Αλλά θα ήταν λάθος να τη θεωρήσουμε μέτρια. Μπορεί να εντάχθηκε στο AfD λόγω των οικονομικών του πολιτικών, αλλά έχει υποστηρίξει με ενθουσιασμό την κίνηση του κόμματος να επικεντρωθεί περισσότερο στη μετανάστευση και τον γερμανικό εθνικισμό. Οι μετανάστες, είπε κάποτε, αποτελούνταν από «μπούρκες, κορίτσια με μαντίλες, μαχαιροφόρους άνδρες με κρατικά επιδόματα και άλλους άχρηστους ανθρώπους». Ήταν μια φράση που κέρδισε την μομφή της από τους αντιπάλους του στο κέντρο και τον σεβασμό από εκείνους της δεξιάς που έβλεπαν τη μετανάστευση ως εθνική απειλή. Αποκλειστικά νέα, δεδομένα και αναλύσεις για επαγγελματίες της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Η Γερμανίδα ακροδεξιά ηγέτης κινεζόφωνη οικονομολόγος με ξένο εταίρο, οπαδός της Θάτσερ πιστεύει σε πιο χαλαρή σχέση ή και έξοδο από την ΕΕ. Η Alice Weidel, υποψήφια καγκελάριος του ακροδεξιού Alternative for Germany (AfD), είναι ένα απίθανο δημόσιο πρόσωπο για ένα ανδροκρατούμενο, αντιμεταναστευτικό κόμμα που απεικονίζει τον εαυτό του ως υπερασπιστή των παραδοσιακών οικογενειακών αξιών και των απλών ανθρώπων. Το ασυνήθιστο προφίλ της, ωστόσο, είναι ακριβώς αυτό που την κάνει πλεονέκτημα για το AfD, λένε πολιτικοί αναλυτές, προσδίδοντας μια επικάλυψη φιλελεύθερου σεβασμού, φορώντας συνήθως σκούρο κοστούμι, λευκό πουκάμισο και μαργαριτάρια, φαίνεται πιο έτοιμη και ικανή για όλα, ενώ οι επικριτές της την αποκαλούν αδίστακτη οπορτουνίστρια και «λύκο με προβιά». «Η Βάιντελ είναι κάποια που μπορεί να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κοινό … στη μεσαία αστική τάξη», δήλωσε ο Όλιβερ Λέμπκε, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Μπόχουμ. «Μοιάζει σαν την μόνη ενήλικη στο δωμάτιο ανάμεσα σε όλους αυτούς τους τρελούς και τους εξτρεμιστές».

Ως συναρχηγός του AfD, έχει δει μια έκρηξη υποστήριξης για το κόμμα τα τελευταία χρόνια, επωφελούμενος από την απογοήτευση με τον σπασμωδικό συνασπισμό του Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, η κατάρρευση του οποίου οδήγησε σε πρόωρες εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου.

Η Weidel περιγράφει την ανατροφή της ως «άκρως πολιτική», αν και οι γονείς της δεν ανήκαν σε κανένα κόμμα, αλλά ο παππούς της ήταν εξέχων Ναζί δικαστής, ανέφερε η εφημερίδα Die Welt Θυμάται ότι μπήκε σε μπελάδες στο σχολείο επειδή ήταν πολύ εριστική καθώς και ότι είχε άβολες συναντήσεις με μετανάστες από τη Μέση Ανατολή που ζούσαν σε κοινωνικές κατοικίες στην πόλη της _«Δεν απολαμβάνεις πια να πηγαίνεις στην εξωτερική πισίνα ως έφηβος όταν οι άνθρωποι σε αποκαλούν «τσούλα» ή κάτι τέτοιο», είπε στο WeltWoche. Αφού ολοκλήρωσε παράλληλα δύο πανεπιστημιακές σπουδές, στις επιχειρήσεις και τα οικονομικά, εντάχθηκε στην Goldman Sachs, βαρέθηκε και μετακόμισε στην Κίνα για να κάνει διδακτορικό στο κινεζικό συνταξιοδοτικό σύστημα ενώ εργαζόταν ως σύμβουλος επιχειρήσεων.

Ισχυρίζεται ότι η αείμνηστη Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ είναι το πρότυπό της και θέλει η Γερμανία να πιέσει για ένα δημοψήφισμα τύπου Brexit για την ένταξη στην ΕΕ, εάν δεν είναι σε θέση να μεταρρυθμίσει επαρκώς το μπλοκ για να διορθώσει το «δημοκρατικό έλλειμμά» του. Σκεπτικιστική για την κλιματική αλλαγή, θέλει να μειώσει τους φόρους, να τερματίσει τον κατώτατο μισθό, να μειώσει το κράτος και να τερματίσει τη δαπανηρή στροφή σε μια οικονομία ουδέτερη από εκπομπές άνθρακα. Ζήτησε επίσης πολύ αυστηρότερους περιορισμούς στη μετανάστευση, αγγίζοντας ένα πηγάδι δυσαρέσκειας στη Γερμανία με τις μεγάλης κλίμακας αφίξεις από τη Μέση Ανατολή τα τελευταία χρόνια. «Μπούρκες, κορίτσια με μαντίλες, μαχαιροφόροι άνδρες με κρατικά επιδόματα και άλλοι άχρηστοι άνθρωποι δεν πρόκειται να διασφαλίσουν την ευημερία μας», είπε στο κοινοβούλιο το 2018 σε μια ομιλία που αναφέρθηκε επίσης στη θεωρία συνωμοσίας «Η Μεγάλη Αντικατάσταση» δημοφιλής στους λευκούς εθνικιστές.

Η δύναμή της βρίσκεται στην ευελιξία της, είπε ο Hans Vorlaender, πολιτικός επιστήμονας στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Δρέσδης. Λειτουργεί ως «μετριοπαθής, καλοσυνάτος αστός πολιτικός» για τα καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης, αλλά στη συνέχεια ξέρει ακριβώς πώς να προσεγγίσει την πιο εξτρεμιστική πελατεία της αλλού, ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Βάιντελ έχει αναγνωρίσει κάποιες προστριβές σχετικά με τον προσωπικό της τρόπο ζωής σε ένα συνέδριο που αντιτίθεται στους γάμους ομοφυλοφίλων και την επέκταση των νόμων που επιτρέπουν στα ομόφυλα ζευγάρια να υιοθετούν. Αλλά ως επί το πλείστον δεν εστιάζει στο θέμα της ταυτότητάς της - αρνούμενη να την αποκαλούν queer - και είναι ικανή να αντιμετωπίζει διαφορετικές πτέρυγες του κόμματος προκειμένου να διατηρήσει τη θέση της εξουσίας, ανεκτική αντί να χαλιναγωγεί τις πιο εξτρεμιστικές φατρίες, είπε ο Lembcke. Όταν ο γάμος ομοφύλων έγινε νόμος στη Γερμανία το 2017, απέρριψε το θέμα ως ασήμαντο σε σύγκριση με ζητήματα όπως η μαζική μετανάστευση. Την ίδια χρονιά η Βάιντελ είπε ότι ήταν στο AfD «όχι παρά την ομοφυλοφιλία της αλλά εξαιτίας της», καθώς ήταν το μόνο κόμμα που ασχολήθηκε με το θέμα της εχθρότητας των μουσουλμάνων μεταναστών προς τα LGBT+ άτομα, σύμφωνα με την εφημερίδα Frankfurter Allgemeine.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά _8-Νοε-2024 …

Από τις κινητοποιήσεις
ΚΚΕ – TKP
στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου
          Γερμανία: και τώρα;

Μεγάλος πόνος των αστών για την πάλαι ποτέ ατμομηχανή της Ευρώπης μετά την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού _ “όλοι μαζί μπορούμε” (αποχώρηση του κόμματος των Ελευθέρων Δημοκρατών -FDP), αφού νωρίτερα ο Όλαφ Σολτς προχώρησε στην αποπομπή του προέδρου του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, από το υπουργείο Οικονομικών, καταλογίζοντάς του “ακατανόητους εγωισμούς” και “μικρόψυχες μικροκομματικές τακτικές”.
Στο μεταξύ λίγες ώρες αργότερα, το FDP ανακοίνωσε την αποχώρηση από την κυβέρνηση και των υπολοίπων υπουργών του κόμματος: Του Φόλκερ Βίσινγκ από το υπουργείο Μεταφορών, του Μάρκο Μπούσμαν από το υπουργείο Δικαιοσύνης και της Μπετίνα Σταρκ-Βάτσινγκερ από το υπουργείο Παιδείας.

Έτσι σε τροχιά πρόωρων εκλογών εισέρχεται η Γερμανία, με μεγάλη αγωνία των αστικών ΜΜΕ μήπως και δεν γίνει πλατιά κυβέρνηση, γιατί “δεν είναι καιρός για πολώσεις”… και πλέον, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) και οι Πράσινοι θα εξακολουθήσουν να συγκυβερνούν ως κυβέρνηση μειοψηφίας, με την ανοχή πιθανότατα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU). Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που ανακοίνωσε ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, στις 15 Γενάρη θα διεξαχθεί ψηφοφορία για να λάβει ή όχι η κυβέρνηση ψήφο εμπιστοσύνης από την Bundestag (την Κάτω Βουλή). Με δεδομένο ότι το FDP δεν θα στηρίξει την κυβέρνηση, το πιθανότερο είναι οι βουλευτές να ανοίξουν τον δρόμο για εκλογές ως το τέλος Μάρτη.

Δείτε την εμπεριστατωμένη πολιτική ανάλυση του  Ριζοσπάστη _
ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Κυβερνητική κρίση λόγω της «επείγουσας κατάστασης» στην οικονομία
Εκλογές το πρώτο 15ήμερο του Γενάρη ζητούν οι Χριστιανοδημοκράτες

παιδιά που ζουν εκεί, καθώς σχεδόν 40 πεθαίνουν καθημερινά εδώ και έναν…

Ειδήσεις Καρμπόν


“ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ” _Γερμανία:
Το “Φανάρι” έσβησε τη χειρότερη στιγμή

Η βαθιά πολιτική κρίση στη Γερμανία μετά τη διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού συμπίπτει με την επανεκλογή Τραμπ _οι επισημάνσεις _bold είναι της (γεννημένης εκεί συντάκτριας _άρα “ειδικού” στο θέμα)

Ο Κρίστιαν Λίντνερ (δεξιά), τέως υπουργός Οικονομικών και αρχηγός του κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), που συμμετείχε στην κυβέρνηση συνασπισμού, φεύγει από το μέγαρο Μπέλβιου μετά την αποπομπή του από τον Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Ολαφ Σολτς. REUTERS

Καλύτερα ένα τέλος με τρόμο παρά ένας τρόμος χωρίς τέλος. Το γερμανικό αυτό ρητό ανέσυραν οι δημοσιογράφοι στη χώρα ως σχόλιο για τον αιφνίδιο θάνατο του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού του “Φαναριού”, όπως ονομάστηκε από τα χρώματα των τριών κομμάτων, Σοσιαλδημοκρατών (SPD), Πρασίνων και Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), που συνέπεσε με τον εκλογικό θρίαμβο του Ντόναλντ Τραμπ. Η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη. Τη στιγμή ακριβώς που η Ε.Ε. ανασκουμπώνεται και αναζητάει τη γεωπολιτική αυτονομία της στην προοπτική μιας εχθρικής αμερικανικής κυβέρνησης (σσ. sic!!), που θα επιβάλει δασμούς και θα προχωράει σε διπλωματική αναδίπλωση με πρώτο θύμα την Ουκρανία, η σημαντικότερη χώρα της τελεί σε βαθιά κρίση.

σσ. Το “περίφημο” ρητό ieber ein Ende mit Schrecken als ein Schrecken ohne Ende (Καλύτερα ένα τέλος με τρόμο παρά μια φρίκη χωρίς τέλος) αποδίδεται στον Πρώσο ταγματάρχη Ferdinand Baptista von Schill που επαναστάτησε ανεπιτυχώς κατά της γαλλικής κυριαρχίας στην Πρωσία (Μάης 1809). Η εξέγερση του Schill έληξε στη μάχη του Stralsund, που τον οδήγησε στον θάνατο (3 προς 1, οι πρωσικές δυνάμεις του Schill υπέκυψαν σε μια Ναπολεόντεια δύναμη που υποστηριζόταν από Ολλανδούς και Δανούς).

Η ένταση στους κόλπους της γερμανικής κυβέρνησης ξέσπασε την περασμένη εβδομάδα μετά τη διαρροή εγγράφου του τέως υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ενόψει κατάθεσης του προϋπολογισμού. Mε τίτλο «Οικονομική μετάβαση για τη Γερμανία – οικονομικές ιδέες για ανάπτυξη και διακυβερνητική δικαιοσύνη», το μανιφέστο Λίντνερ, το οποίο δεν είχε γίνει αντικείμενο διαβούλευσης με τους εταίρους του, τον καγκελάριο Ολαφ Σολτς και τον Πράσινο αντικαγκελάριο Ρόμπερτ Χάμπεκ, ζητούσε χαλάρωση περιβαλλοντικών νόμων, όπως εκείνου για τη μείωση των εκπομπών ρύπων, μειώσεις φόρων, περιορισμό των κοινωνικών επιδομάτων.

Γερμανία:
Ο αρχηγός του CDU ζητεί άμεσα διαδικασία ψήφου εμπιστοσύνης και επίσπευση των εκλογών

Πάνω από όλα, όμως, στρεφόταν κατά του γερμανικού δρόμου προς την πράσινη μετάβαση, βάλλοντας ευθέως κατά των Πρασίνων, που έχουν γίνει αγαπημένος στόχος των πιο συντηρητικών, ενίοτε και ακροδεξιών, στη Γερμανία ως εκπρόσωποι της woke κουλτούρας και των ακριβών οικολογικών ευαισθησιών, μιας γερμανικής εκδοχής της «Αριστεράς του χαβιαριού».

“Αίτηση διαζυγίου”

Η δημοσιοποίηση του εγγράφου έγινε αντιληπτή ως έμμεση «αίτηση διαζυγίου» από τους δύο άλλους εταίρους. Οι προτάσεις του ήταν ασύμβατες με τις απόψεις Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, άρα ο Λίντνερ τις άφησε να διαρρεύσουν επειδή είναι αποφασισμένος να εγκαταλείψει το σκάφος κι έχει ξεκινήσει ήδη την προεκλογική εκστρατεία του. Αυτή ήταν η βασική ερμηνεία από την πλειοψηφία του Τύπου.
Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις το FDP χαροπαλεύει στο εκλογικό όριο του 5%, μετά την κρίση όμως αύξησε την επιρροή του κατά 1%. Στις τρεις τοπικές αναμετρήσεις του 2024 τα ποσοστά του κυμάνθηκαν επίσης κάτω από 5%, απέτυχε δηλαδή να εκπροσωπηθεί στα κοινοβούλια των κρατιδίων, ενώ στη Σαξονία έπεσε ακόμη και κάτω από 1%. Tο γεγονός ότι σε επίπεδο ρητορικής ο Λίντνερ ηχεί όλο και συχνότερα σαν τον επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, κίνησε τις υποψίες των δημοσιογράφων ότι τα δύο κόμματα οδεύουν προς μια μετεκλογική συνεργασία, όποτε κι αν διεξαχθούν οι πρόωρες εκλογές. Η συνέχεια ήταν προδιαγεγραμμένη. Έπειτα από άκαρπες προσπάθειες να καμφθεί η προσκόλληση του Λίντνερ στο φρένο χρέους και να δοθεί περισσότερη δημοσιονομική ευελιξία στην κυβέρνηση, ο Σολτς τον απομάκρυνε.

Η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να παρακολουθεί τη μεγαλύτερη οικονομία της σε αναζήτηση κυβέρνησης ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος θα υλοποιεί τις εξαγγελίες του.

Μίλησε με σκαιότατα λόγια για τη θητεία Λίντνερ στο υπουργείο Οικονομικών. Τον αποκάλεσε εγωιστή, ανεύθυνο που επιδίδεται σε μικροπολιτική, με αποτέλεσμα να διαρραγεί η μεταξύ τους εμπιστοσύνη.

Τα βήματα του αρχηγού τους ακολούθησαν όλοι οι υπουργοί του FDP, με εξαίρεση τον υπουργό Μεταφορών, Φόλκερ Βίσινγκ, ο οποίος ανέλαβε μάλιστα και το υπουργείο Δικαιοσύνης. Υπουργός Οικονομικών στη θέση του Λίντνερ χρίστηκε ο στενός συνεργάτης του Σολτς, Γιοργκ Κούκις, ο οποίος θα μείνει στο πόστο του μόνο για λίγους μήνες. Το στοίχημα του FDP, πως «καλύτερα να μένει ένα κόμμα εκτός εξουσίας παρά να κυβερνάει άσχημα», μένει να αποδειχθεί. Μέσα στην παγωμένη ατμόσφαιρα του προεδρικού μεγάρου Μπέλβιου, ο πρόεδρος της χώρας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ απάλλαξε από τα καθήκοντά τους υπουργούς των Ελεύθερων Δημοκρατών και επιφύλαξε μια καλή κουβέντα για τον Λίντνερ, τον οποίο εξήρε για την αφοσίωσή του στο φρένο χρέους. Το γεγονός όμως ότι ο Βίσινγκ αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τη γραμμή του κόμματός του μάλλον ευνοεί τον καγκελάριο, καθώς ο υπουργός Μεταφορών επέδειξε κυβερνητικό πατριωτισμό.

Μη βιώσιμο σχέδιο

Πάντως, ούτε το σχέδιο του Σολτς είναι βιώσιμο: το να παραμένει δηλαδή στην εξουσία μια αδύναμη κυβέρνηση μειοψηφίας μέχρι τις αρχές του νέου έτους, προκειμένου να περάσει κάποιους νόμους από τη Βουλή, δύσκολα μπορεί να γίνει ανεκτό – ειδικά από την αντιπολίτευση. Ο καγκελάριος είχε χθες μια πρώτη επαφή με τον Χριστιανοδημοκράτη ηγέτη, αλλά ο Μερτς επιμένει σε δραστικές λύσεις, με άμεση προσφυγή στις κάλπες. Ισως έχει δίκιο. Με το σκεπτικό του Σολτς, οι εκλογές θα διεξάγονταν στα τέλη Μαρτίου και η νέα κυβέρνηση (πιθανότατα ένας μεγάλος συνασπισμός με το SPD να είναι ο μικρότερος σύμμαχος των Χριστιανοδημοκρατών) θα σχηματιζόταν το νωρίτερο τον Μάιο.

Γιατί καταρρέει η γερμανική κυβέρνηση

Όλοι στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες συμφωνούν ότι αυτό είναι πολύ αργά. Η γερμανική οικονομία είναι σε τέλμα. Για δεύτερη φορά στην πρόσφατη ιστορία της η Γερμανία είναι ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης.  Ο Τραμπ ορκίζεται στα τέλη Ιανουαρίου. Η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια ούτε τον χρόνο να παρακολουθεί τη μεγαλύτερη οικονομία της σε αναζήτηση κυβέρνησης έπειτα από πολύμηνη πολιτική αστάθεια, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος θα εφαρμόζει την προαναγγελθείσα πολιτική του. Όπως επισήμανε η Ζeit σε άρθρο της: “Κάθε εβδομάδα μετράει”.

Σπάνιες οι πρόωρες εκλογές στη χώρα

Η πλειονότητα των Γερμανών τάσσεται υπέρ των πρόωρων εκλογών, παρόλο που η πολιτική παράδοση στη χώρα θέλει τις κυβερνήσεις να εξαντλούν την τετραετία. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του πρώτου καναλιού της γερμανικής τηλεόρασης, το 53% εύχεται να διαλυθεί γρήγορα ο κυβερνητικός συνασπισμός, ενώ το 40% θεωρεί ότι πρέπει να συνεχίσει το έργο του μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2025, οπότε είναι προγραμματισμένες οι εκλογές. Οι πλέον ένθερμοι οπαδοί των πρόωρων εκλογών είναι οι ψηφοφόροι της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) με 88% και έπονται οι υποστηρικτές του νεοπαγούς κόμματος της Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) με 82%. Στον αντίποδα, μόνο 18% των Πρασίνων θέλουν να εκπνεύσει ο βίος της σημερινής κυβέρνησης Σολτς, ενώ δεν κατέστη δυνατόν να ανιχνευθεί η επιρροή του FDP, που προκάλεσε και την κρίση, στη δημοσκόπηση. Ο γερμανικός βασικός νόμος προβλέπει μία αυστηρή διαδικασία για τη διάλυση της Βουλής, χωρίς να της εκχωρεί δικαίωμα αυτοδιάλυσης. Πρέπει να έχει προηγηθεί η απώλεια από την κυβέρνηση της ψήφου εμπιστοσύνης του σώματος και τότε προκηρύσσονται εκλογές από τον πρόεδρο εντός 21 ημερών.

Οι πρώτες πρόωρες εκλογές στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας έλαβαν χώρα το 1972. Η κατάθεση πρότασης μομφής κατά του καγκελαρίου Βίλι Μπραντ, που θα οδηγούσε στην εξουσία τον Ράινερ Μπάρτσελ (CDU) απέτυχε μεν, αλλά η συμμαχική κυβέρνηση είχε απολέσει μία αποτελεσματική πλειοψηφία στη Βουλή. Μετά την αναμέτρηση επανεξελέγη. Το 1982 το FDP εγκατέλειψε τη σοσιαλδημοκρατική – φιλελεύθερη κυβέρνηση για να συνεργαστεί με τους Χριστιανοδημοκράτες, ανοίγοντας τον δρόμο στον Χέλμουτ Κολ στην καγκελαρία. Οι πρόωρες εκλογές δεν αποφεύχθηκαν τελικά και τον Μάρτιο της επόμενης χρονιάς εξελέγη ξανά ο κιτρινόμαυρος συνασπισμός υπό τον Κολ. Μετά την εκλογική ήττα του SPD στις τοπικές εκλογές της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας το 2005, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, Φραντς Μιντεφέρινγκ ζήτησε πρόωρες εκλογές με το επιχείρημα ότι έχει χαθεί η εμπιστοσύνη στην κοκκινοπράσινη κυβέρνηση του Βερολίνου. Ο καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ απηύθυνε την πρόταση εμπιστοσύνης στη γερμανική Βουλή, η οποία αρνήθηκε να του παράσχει κάλυψη. Ο πρόεδρος Χορστ Κέλερ προχώρησε στη διάλυση της Μπούντεσταγκ και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Τελικά, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2005 η κοκκινοπράσινη συμμαχία έχασε την πλειοψηφία.

Γερμανία:
Άκαρπη η συνάντηση Σολτς – Μερτς, συνεχίζεται το πολιτικό αδιέξοδο

Χωρίς αποτέλεσμα, σχετικά με το χρονοδιάγραμμα προς τις εκλογές, ολοκληρώθηκε η συνάντηση του Γερμaνού καγκελάριου Ολαφ Σολτς, με τον αρχηγό του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), Φρίντριχ Μερτς. Σύμφωνα με το περιοδικό Spiegel, ο Μερτς κατέστησε σαφές ότι η Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) δεν θα δεχθεί η Γερμανία να βρίσκεται σε παρατεταμένο για μήνες πολιτικό αδιέξοδο και ζήτησε από τον καγκελάριο να ζητήσει άμεσα ψήφο εμπιστοσύνης από την Bundestag προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για τις εκλογές. Ο Ολαφ Σολτς ωστόσο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, φέρεται αποφασισμένος να τηρήσει το χρονοδιάγραμμα που ανακοίνωσε το βράδυ της Τετάρτης, το οποίο περιλαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης στις 15 Ιανουαρίου και εκλογές εντός Μαρτίου.

Ο Σολτς δέχεται πιέσεις να επισπεύσει τις διαδικασίες για εκλογές στη Γερμανία

Για την ίδια συνάντηση, η εφημερίδα Bild μεταδίδει ότι ο Φρίντριχ Μερτς δήλωσε πρόθυμος να συζητήσει τα νομοσχέδια που βρίσκονται σε εκκρεμότητα στη Βουλή, υπό τον όρο ότι ο Oλαφ Σολτς θα ζητήσει ήδη «τις επόμενες ημέρες» την ψήφο εμπιστοσύνης των βουλευτών, ώστε οι εκλογές να πραγματοποιηθούν στις αρχές του νέου έτους. Οι δύο άνδρες δεν συμφώνησαν και η διάρκειας 25 λεπτών κατ’ ιδίαν συνάντησή τους έληξε χωρίς αποφάσεις.

23-Φεβ-2025

Με βάση τα εκλογικά δεδομένα, η CDU/CSU και το SPD μπορούν να συγκροτήσουν έναν «μεγάλο κυβερνητικό συνασπισμό» με 328 έδρες σε σύνολο 630. Οι διαπραγματεύσεις για τη σύσταση της νέας κυβέρνησης ξεκινούν άμεσα, με τις δηλώσεις των εμπλεκόμενων σε αυτές να απηχούν και τη βιασύνη του γερμανικού κεφαλαίου να υπάρξει το συντομότερο η κυβερνητική σταθερότητα που χρειάζεται για να διαφυλάξει τα κέρδη του.

Ήδη, ο νικητής των χθεσινών εκλογών, Φρίντριχ Μερτς, είπε πως παραμένει στην αρχική του θέση για νέα κυβέρνηση ως το Πάσχα. Μιλώντας στον «κύκλο του Βερολίνου» -τη συνάντηση των πολιτικών αρχηγών στο πλατό της δημόσιας τηλεόρασης μετά την ανακοίνωση του εκλογικού αποτελέσματος- είπε πως «πρέπει να σχηματιστεί γρήγορα κυβέρνηση, ακόμη και υπό τις δύσκολες συνθήκες του εκλογικού αποτελέσματος», ισχυρίστηκε όμως πως δεν σκοπεύει να συνεργαστεί με το ακροδεξιό AfD.

«Γρήγορες διαπραγματεύσεις» ζήτησε στην ίδια συζήτηση και ο υποψήφιος των Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ, το κόμμα του οποίου δεν αποκλείεται να κληθεί να συμμετάσχει και στην επόμενη κυβέρνηση: «Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο, διότι τα προβλήματα είναι επείγοντα. Η αμερικανική κυβέρνηση εγκαταλείπει τις ευρωπαϊκές αξίες και προδίδει την Ουκρανία. Επομένως η Ευρώπη πρέπει να βρει γρήγορα τη δική της δύναμη και αυτό απαιτεί γρήγορο σχηματισμό γερμανικής κυβέρνησης», ανέφερε.

Ο απερχόμενος καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, από την πλευρά του εξέφρασε την πεποίθηση ότι «θα βρούμε ασφαλείς δρόμους» για τα εκκρεμή θέματα και υποσχέθηκε ομαλή μεταβίβαση της εξουσίας στον Φρίντριχ Μερτς. Ξεκαθάρισε ωστόσο ότι ο ίδιος δεν θα συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις που θα διεξαχθούν για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνεργασίας.

Η Αλίς Βάιντελ, ηγέτης της AfD, έκανε λόγο για «το πιο δυνατό αποτέλεσμα» που έχει πετύχει ποτέ το ακροδεξιό κόμμα. Προέβλεψε ότι η επόμενη κυβέρνηση υπό τον Φρίντριχ Μερτς θα αποτύχει, ειδικά εάν σχηματίσει συνασπισμό με το SPD και τους Πράσινους. «Η AfD θα ξεπεράσει την Ένωση τα επόμενα τέσσερα χρόνια, εάν σχηματιστεί τέτοιος συνασπισμός», είπε.

Γερμανικές εκλογές:
Με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα

Αυτήν την Κυριακή, 23 Φλεβάρη 2025, διεξάγονται εκλογές στη Γερμανία για τη σύνθεση του επόμενου αστικού ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου. Εργαζόμενοι, ντόπιοι ή μετανάστες, νέοι και νέες από τα εργατικά – λαϊκά στρώματα, άλλοι άνθρωποι που αναγνωρίζουν τις θέσεις και τη δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, που νοιάζονται για την πορεία της εργατικής – λαϊκής πάλης στη Γερμανία και διεθνώς, απευθύνουν το τελευταίο διάστημα στα μέλη και στους φίλους του ΚΚΕ και της ΚΝΕ – που δρουν πρωτοπόρα και στη Γερμανία – το ερώτημα: «Τι να ψηφίσουμε στις εκλογές;».

Με το παρόν άρθρο επιδιώκουμε να συμβάλουμε στον προβληματισμό αυτών των ανθρώπων καλλιεργώντας το ταξικό κριτήριο εξέτασης των εξελίξεων. Με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα, στις 24 Φλεβάρη και στην περίοδο μετά τις εκλογές, και κυρίως στο πώς η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στη Γερμανία θα οργανώσουν πιο αποτελεσματικά την πάλη τους, ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική του κεφαλαίου, οποιασδήποτε αστικής κυβέρνησης προκύψει από τις εκλογές και της ΕΕ.

Παρά τους εκβιασμούς των αστικών κομμάτων για να λάβουν από τον λαό ψήφο στήριξης ή ανοχής στην πολιτική τους, τη λογική του «μικρότερου κακού» που όλα τους καλλιεργούν, «η ζωή δεν τελειώνει στις 23 Φλεβάρη» ούτε φυσικά η ταξική πάλη, και το ζητούμενο είναι η ανησυχία που αγκαλιάζει μεγάλα τμήματα των εργαζομένων να γίνει αγώνας πολιτικός, μαζικός, που θα στρέφεται ενάντια στις πραγματικές αιτίες και στους υπεύθυνους, που θα κατευθύνεται στην ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου. Σε αυτήν την υπόθεση, εμείς οι κομμουνιστές που ζούμε στη Γερμανία, ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή, τώρα, που κλιμακώνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, τώρα που τα σημάδια μιας νέας οικονομικής κρίσης πυκνώνουν, έχουμε χρέος και άμεσο καθήκον να πρωτοστατήσουμε στην οργάνωση της πάλης των εργαζομένων, να αποκαλύψουμε την αλήθεια, να προβάλουμε τη μόνη αναγκαία και επίκαιρη διέξοδο, τον σοσιαλισμό – κομμουνισμό.

Στις 24 Φλεβάρη
η αντιλαϊκή πολιτική και η πολεμική εμπλοκή
θα είναι εδώ!

Τα σύννεφα πάνω από την ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία της ΕΕ πυκνώνουν ολοένα και περισσότερο. Η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε στασιμότητα και ύφεση, υποχώρηση στον διεθνή ανταγωνισμό. Η βιομηχανία της πλήττεται από την απώλεια της φθηνότερης ρωσικής Ενέργειας, μονοπωλιακοί όμιλοι μεταφέρουν την παραγωγή τους σε πιο συμφέρουσες αγορές, κλείνουν εργοστάσια και γραμμές παραγωγής, επειδή δεν εξασφαλίζουν σε αυτήν τη φάση το μέγιστο δυνατό ποσοστό κέρδους τους εντός Γερμανίας. Η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε τον Δεκέμβρη του 2024 κατά 2,4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ οι προβλέψεις για ανάπτυξη το 2025 έπεσαν στο 0,3% από 1,1% που ήταν πρωτύτερα.

Ο κλάδος με την πιο σημαντική πτώση στην παραγωγή είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, όπου οι Γερμανοί κατασκευαστές έχουν απολέσει θέσεις ανταγωνιστικότητας σε σύγκριση με τα κινεζικά μονοπώλια, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την BMW, που αναφέρει μεγάλες δυσκολίες στις πωλήσεις και πτώση των κερδών της κατά 84% το τρίτο τρίμηνο του 2024. Στη «Mercedes», τα κέρδη – σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της εταιρείας – έχουν μειωθεί κατά 54%. Στη «Volkswagen» η μειούμενη σε σχέση με τις προβλέψεις της εταιρείας κερδοφορία φορτώνεται στις πλάτες των εργαζομένων της, με τις ξεπουλημένες στο κεφάλαιο συνδικαλιστικές ηγεσίες να συμφωνούν σε 30.000 λιγότερες θέσεις εργασίας τα επόμενα χρόνια στον όμιλο. Άλλοι κλάδοι αντιμετωπίζουν επίσης ισχυρές πιέσεις, ανάμεσά τους η χημική και φαρμακευτική βιομηχανία, ο κατασκευαστικός τομέας και ο τομέας της παραγωγής μηχανημάτων.

Περίπου 3 εκατομμύρια οικογενειακές επιχειρήσεις είναι στα πρόθυρα χρεοκοπίας, καθώς βρίσκονται σε οριακό σημείο λόγω οικονομικών προβλημάτων, όπως το αυξημένο κόστος δανεισμού. Συνολικά, μόνο το πρώτο 6μηνο του 2024 καταγράφηκαν περίπου 11.000 πτωχεύσεις εταιρειών. Πάνω από 160 εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατ. ευρώ κήρυξαν πτώχευση. Πρόκειται για σημαντική αύξηση στις πτωχεύσεις, κατά 40% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας.

Παράλληλα, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, οι γερμανικές εξαγωγές υποχωρούν από μήνα σε μήνα, ιδιαίτερα προς τις ΗΠΑ, τη στιγμή που παραμένουν αυτές η σημαντικότερη αγορά των γερμανικών εμπορευμάτων. Σύμφωνα με αστούς οικονομολόγους, δεν διαφαίνεται άμεση βελτίωση, καθώς «η εθνική οικονομία βρίσκεται στην αρχή μιας ισχυρής φάσης γήρανσης» και «σε αδιέξοδο» εδώ και 5 χρόνια.

Δεν «υποφέρουν» όμως όλοι οι κλάδοι. Ένας κλάδος της οικονομίας, του οποίου το ποσοστό κέρδους κινείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα το τελευταίο διάστημα είναι η πολεμική βιομηχανία. Από τα μονοπωλιακά μεγαθήρια, η «Thyssen Κrupp» διεκδικεί με τη στήριξη της κρατικής τράπεζας ανάπτυξης την κατασκευή πολεμικών υποβρυχίων. Η «Lufthansa» διεκδικεί μερίδιο στη συντήρηση πολεμικών αεροσκαφών. Η «Telekom» συνεργάζεται άμεσα με τον γερμανικό στρατό. «Ενθουσιασμένη» η «Rheinmetall» κάνει λόγο για απανωτά ρεκόρ κερδοφορίας, αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις για το περιθώριο κέρδους και κάνει λόγο για χιλιάδες προσλήψεις, με στελέχη της να δηλώνουν ότι «βιώνουμε μια ανάπτυξη που δεν έχουμε ξαναδεί ποτέ στον όμιλο».

Οι βιομήχανοι του κλάδου, έχοντας εξασφαλίσει τα 100 δισ. που με συνοπτικές διαδικασίες διέθεσε η κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών – Φιλελεύθερων – Πρασίνων για την «άμυνα της χώρας», νουθετούν όλες τις μελλοντικές γερμανικές κυβερνήσεις, ανεξάρτητα από τον συνδυασμό των κομμάτων που θα τις σχηματίζουν, για προώθηση των μακροπρόθεσμων παραγγελιών όπλων, τεχνολογικών καινοτομιών και πανεπιστημιακή έρευνα σχετιζόμενη με την πολεμική βιομηχανία. Όταν βέβαια οι πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης στη Γερμανία αναφέρονται στον στόχο να γίνει η χώρα «ικανή για πόλεμο» δεν εννοούν μόνο τους εξοπλισμούς. Εννοούν την προσαρμογή όλων των κλάδων της οικονομίας σε συνθήκες πολέμου. Με παρεμβάσεις τους, εκπρόσωποι βιομηχανικών ομίλων αναδεικνύουν την αναγκαιότητα επιπλέον κρατικών επενδύσεων σε εταιρείες προστασίας δικτύων, σε μεγάλες μονάδες παραγωγής ειδών διατροφής, ωθείται η ενεργειακή αυτονομία βιομηχανικών μονάδων με την κατασκευή ιδιωτικών γεννητριών και ανεμογεννητριών που θα είναι σε κατάσταση επιφυλακής σε περίπτωση συνολικότερης διακοπής της παροχής Ενέργειας. Παροτρύνουν σε προετοιμασία του εργατικού δυναμικού για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης με την εκπαίδευση π.χ. επιβίωσης σε περίπτωση μεγάλων «φυσικών» καταστροφών από ειδικές υπηρεσίες, όπως και για την προώθηση κρατικών προγραμμάτων εκπαίδευσης εργαζομένων σε κρίσιμους κλάδους, όπως των μεταφορών, ύδρευσης και άλλων.

Σε αυτές τις συνθήκες το κεφάλαιο εντείνει τις επιθέσεις του στο λαϊκό εισόδημα με μείωση πραγματικών μισθών και συντάξεων, με δραστικές περικοπές στο σύστημα Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας, με τρομακτικές ελλείψεις κατοικιών στις περισσότερες μεγάλες γερμανικές πόλεις. Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους: Η ανεργία αυξήθηκε τον Γενάρη του 2025 σε 6,4%, καταγράφοντας ρεκόρ δεκαετίας. Ο προϋπολογισμός για το 2025, που ήδη εκτελείται και δεν πρόκειται να αμφισβητηθεί ανεξάρτητα από το ποια κόμματα θα αναλάβουν τη διαχείριση του συστήματος μετά τις εκλογές, προβλέπει περικοπές σε συντάξεις έως και 2 δισ., 8 δισ. λιγότερα για την Υγεία, 5 δισ. λιγότερα για τα επιδόματα ανεργίας, από 11,6 σε 11 δισεκατομμύρια οι επιδοτήσεις κατοικίας και θέρμανσης, περικοπές στα κονδύλια που αφορούν την ενσωμάτωση των ΑμεΑ από 524 σε 410 εκατ. και πολλά άλλα. Όλα αυτά τα μέτρα διατρέχουν όλα τα επίπεδα της αστικής διακυβέρνησης, από το κεντρικό κράτος, τα κρατίδια, και φτάνουν στους δήμους και στις κοινότητες. Δεν υπάρχει τομέας της καθημερινής ζωής των εργαζομένων που να μην πλήττεται από την προσαρμογή όλων των κλάδων στην πολεμική εμπλοκή.

Με το βλέμμα στραμμένο σε έναν γενικευμένο πόλεμο, η Γερμανία αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρόλο στη Βαλτική Θάλασσα, σημείο αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο που πρόσφατα εγκατέστησε νέο αρχηγείο του Πολεμικού Ναυτικού στο Ροστόκ, προκειμένου να ενισχυθούν η παρουσία του και η επιχειρησιακή ικανότητα και που θα παρακολουθεί σε 24ωρη βάση τις στρατιωτικές κινήσεις και εμπορικές δραστηριότητες στην περιοχή. Αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου βρίσκονται στρατεύματα της Μπουντεσβέρ για να στηρίξουν την αναβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης της Γερμανίας στον ανταγωνισμό με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με πρόσχημα την ασφάλεια, την ειρήνη και την αποτροπή. Από τις 17 αποστολές που βρίσκονται σκορπισμένες σε τρεις ηπείρους, ενδεικτικά αναφέρουμε το Κόσοβο, τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, το Ιράκ και την Ιορδανία, τη Δυτική Σαχάρα, το Νότιο Σουδάν, τον Λίβανο, τις «ΑΣΠΙΔΕΣ» στην Ερυθρά Θάλασσα, στα ανοιχτά της Λιβύης, στον Βόρειο Ατλαντικό και στη Βόρεια Θάλασσα. Ολα τα παραπάνω – εκτός από τις οικονομικές απώλειες – τονίζουν και τους κινδύνους για τη ζωή των ίδιων των εργαζομένων, που θα είναι οι πρώτοι που θα κληθούν να χύσουν το αίμα τους, για τα καπιταλιστικά συμφέροντα σε περίπτωση πιο άμεσης εμπλοκής.

Προκύπτει λοιπόν ένα ερώτημα: Ποιο από τα παραπάνω προβλήματα των εργαζομένων θα εκλείψει στις 24 Φλεβάρη; Κανένα, γιατί θα είναι εδώ οι οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι που γεννούν αυτά και άλλα προβλήματα. Ισα ίσα που θα διογκώνονται, ακριβώς επειδή η ταξική πολιτική προς όφελος του κεφαλαίου, για να ξεπεράσει τα προβλήματά του, θα συνεχίσει να προωθείται, φορτώνοντας στον λαό και νέα βάσανα, πάνω στα ήδη υπάρχοντα. Αυτά τα φαινόμενα, άλλωστε, δεν είναι πλέον μια εξαίρεση. Είναι ο κανόνας όχι μόνο στη Γερμανία, στην Ελλάδα και σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά και σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, ανεξάρτητα από το ποια κόμματα και ποιες πολιτικές δυνάμεις, ποιοι πολιτικοί σχηματισμοί βρίσκονται κάθε φορά στις κυβερνήσεις, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχουν «καπιταλιστικοί παράδεισοι». Πόλεμοι, ένταση της εκμετάλλευσης, τσάκισμα των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων, υποβάθμιση και μη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, από τη μία πλευρά, ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, από την άλλη.

Θα μας σώσουν αυτοί που μας έφεραν ως εδώ;

Αντανάκλαση των δυσκολιών στην οικονομία και της εμπλοκής στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο αποτελούν και οι διεργασίες στο πολιτικό σύστημα της Γερμανίας, όπου εντείνονται οι ενδοαστικές αντιθέσεις για το «μείγμα» διαχείρισης της ύφεσης. Μπροστά στην «επείγουσα κατάσταση» του κεφαλαίου κατέρρευσαν οι εύθραυστοι συμβιβασμοί, που όλο και πιο δύσκολα πετύχαινε ο κυβερνητικός συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων – Φιλελευθέρων, και προκηρύχθηκαν οι εκλογές, στο φόντο και της διογκούμενης λαϊκής δυσαρέσκειας που εκφράστηκε στις ευρωεκλογές με την καταψήφιση των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού.

Οι Σοσιαλδημοκράτες του αμαρτωλού SPD συνδιαμόρφωσαν από τη θέση του πιο δυνατού κόμματος της συγκυβέρνησης, υπό τον καγκελάριο Σολτς, όλα τα παραπάνω. Τώρα, τάσσονται και πάλι υπέρ των τεράστιων εξοπλισμών και των πολεμικών προετοιμασιών, ζητώντας περαιτέρω παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία «για όσο διάστημα χρειαστεί». Στηρίζουν τη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού από το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ υιοθετώντας όλα τα προσχήματα περί «δικαιώματός του στην αυτοάμυνα», απαγορεύοντας διαδηλώσεις. Ζητάνε επίσης στενότερη παρακολούθηση του «εχθρού λαού» από την αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες και προαναγγέλλουν διώξεις εναντίον κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών τονίζοντας: «Οι εχθροί του Συντάγματος δεν έχουν θέση στη δημόσια διοίκηση». Ταυτόχρονα, επιδιώκοντας να επιτελέσουν και τις δύο λειτουργίες της σοσιαλδημοκρατίας – και την προώθηση της πολιτικής του κεφαλαίου και την ενσωμάτωση των εργαζομένων – παρουσιάζονται και πάλι ως «κόμμα των εργαζομένων» που θέλει να επικεντρωθεί περισσότερο στα «κοινωνικά ζητήματα»: Υποσχέσεις για μια «προσιτή στέγη», μια «καλή ζωή» μέσω της εργασίας, «καλή υγειονομική περίθαλψη», «σταθερές συντάξεις», λες και άλλοι κυβερνούσαν τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα, με αφορμή την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία και στην Ευρώπη, καλούν σε «δημοκρατική ψήφο ενάντια στα άκρα», όμως οι ίδιοι με την πολιτική τους είναι που λειτούργησαν ως χορηγοί του φασισμού και της ακροδεξιάς.

Οι Χριστιανοδημοκράτες του CDU/CSU, που προηγούνται στις δημοσκοπήσεις και αποτέλεσαν τα προηγούμενα χρόνια μια βολική για το σύστημα αξιωματική αντιπολίτευση αφού στήριξαν το μεγαλύτερο μέρος της κυβερνητικής αντιλαϊκής πολιτικής, κατεβαίνουν στις εκλογές ζητώντας την αυστηρή τήρηση του «φρένου χρέους», το οποίο ορίζει ότι μπορεί να είναι το πολύ στο 0,35% του ΑΕΠ τον χρόνο. Σε συνθήκες στασιμότητας και ύφεσης αυτό σημαίνει νέα σφοδρή επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων. Σκοπεύουν να μειώσουν ακόμη περισσότερο τη φορολόγηση του κεφαλαίου, με ταυτόχρονες μαζικές περικοπές στις κοινωνικές παροχές. Στο στόχαστρό τους μπαίνουν ακόμα και αυτά τα ψίχουλα του λεγόμενου «επιδόματος του πολίτη». Συμφωνούν και επαυξάνουν την πολιτική καταστολής που ακολούθησαν τα κόμματα του τρικομματικού συνασπισμού την προηγούμενη περίοδο, με την εντατικοποίηση του αυταρχισμού, με αυστηρότερο ποινικό δίκαιο, περισσότερες βιντεοκάμερες, αυτοματοποιημένη αναγνώριση προσώπου, απελάσεις μεταναστών και προσφύγων και σε εμπόλεμες ζώνες, κ.ά.

Με βάση τα παραπάνω, Σοσιαλδημοκράτες και Χριστιανοδημοκράτες δεν αποκλείεται να συγκυβερνήσουν μετά τις εκλογές σε έναν νέο «μεγάλο συνασπισμό». Αν τους χρειαστούν, να δώσουν χέρι βοήθειας είναι διαθέσιμα το κόμμα των Πρασίνων και το Φιλελεύθερο Κόμμα, FDP. Οπως έχουν κάνει και στο παρελθόν, θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο, ασκώντας κριτική σε CDU/CSU και SPD ότι τα κόμματα αυτά δεν είναι αρκετά συνεπή στην υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής του κεφαλαίου και της ΕΕ.

Το εθνικιστικό – ακροδεξιό AfD, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία», παρουσιάζεται από το αστικό σύστημα ως το αντίπαλο δέος των «δημοκρατικών» κομμάτων. Στην πραγματικότητα είναι σάρκα από τη σάρκα του ίδιου συστήματος. Το AfD αντιπροσωπεύει μια οικονομική πολιτική με μαζική επιδρομή του κεφαλαίου ενάντια στα συμφέροντα της εργατικής τάξης, υποστηρίζει τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη, ζητάει επέκταση της καταστολής, μαζικές απελάσεις και σε αυτήν την κατεύθυνση στήριξε πρόσφατα μαζί με τα κόμματα CDU/CSU στη γερμανική Βουλή (τόσο αντισυστημικό) ένα σκληρό αντιμεταναστευτικό ψήφισμα. Βγάζει τη βρώμικη δουλειά για το κεφάλαιο, δείχνοντας στην εργατική τάξη ως εχθρό τον ξένο, τον μετανάστη, χύνοντας το δηλητήριο του ρατσισμού, «βγάζοντας λάδι» έτσι τον πραγματικό υπεύθυνο, το καπιταλιστικό σύστημα και «την ελεύθερη οικονομία της αγοράς», την οποία φανατικά υποστηρίζει. Πρόσφατα η συμπρόεδρός του στη συζήτηση με τον δισεκατομμυριούχο και πουλέν του Τραμπ, τον Μασκ, ανακάλυψε ότι ο Χίτλερ ήταν δήθεν… «κομμουνιστής – σοσιαλιστής». Αν και δεν προβάλλει τελευταία τα παλιότερα συνθήματά του υπέρ της αποχώρησης της Γερμανίας από την ΕΕ και το ευρώ, επιδιώκει μέσα από την προβολή θέσεων, όπως για την άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας και «για μια ουδέτερη θέση της Ουκρανίας εκτός ΝΑΤΟ και ΕΕ», να εκμεταλλευτεί τα αισθήματα μεγάλου μέρους των εργαζομένων που επιθυμούν να τελειώσει αυτός ο πόλεμος. Στην ουσία, εκφράζει συμφέροντα συγκεκριμένων τμημάτων του κεφαλαίου, που νιώθουν ριγμένα από τον πόλεμο και στοχεύουν σε αναβάθμιση της Γερμανίας στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών επαναδιαπραγματευόμενα τη θέση της Γερμανίας στην ευρωατλαντική συμμαχία.

Το Κόμμα της Αριστεράς, Die Linke, «ξεπλένει» τη βαρβαρότητα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης δίνοντας «αριστερό» άλλοθι σε πολιτικές στήριξης του κεφαλαίου, όπως έκανε ως κυβερνητικός εταίρος σε μια σειρά από γερμανικά κρατίδια τα προηγούμενα χρόνια. Συνέβαλε και συμβάλλει στην εφαρμογή και προώθηση αντιλαϊκών πολιτικών, όπως περικοπές θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα, το ξεπούλημα δημοτικής περιουσίας στον τομέα της ύδρευσης και της στέγης, πραγματοποίησε μαζικές απελάσεις, στήριξε τη δράση υπηρεσιών καταστολής. Αναγνωρίζει το «δικαίωμα της Ουκρανίας στην αυτοάμυνα», ψηφίζοντας να στέλνονται περισσότερα όπλα και αναμασώντας όλη την ευρωΝΑΤΟική προπαγάνδα. Όχι μόνο δεν καταγγέλλει τη γενοκτονία κατά του Παλαιστινιακού λαού αλλά συμπεριλαμβάνει στους αντισημίτες όσους το κάνουν, και έσπευσε να χαρακτηρίσει «σημάδι ελπίδας» την επικράτηση των τζιχαντιστών στη Συρία.

Το κόμμα BSW, η λεγόμενη «Συμμαχία Sahra Wagenknecht», που προέκυψε από διάσπαση του Die Linke, κατεβαίνει στις εκλογές με ρητορική για «φορολογία πλουσίων», υπέρ της αποκατάστασης των σχέσεων της Γερμανίας με τη Ρωσία, και κατά της αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα, θέλει να διευρύνει το οπλοστάσιο των κατασταλτικών μέσων του κράτους, ενώ υποστηρίζει την εφαρμογή μιας ακόμα πιο αυστηρής αντιμεταναστευτικής πολιτικής χρησιμοποιώντας και συνθήματα που ενοχοποιούν τους μετανάστες για την αύξηση της εγκληματικότητας. Δεν αμφισβητεί το εκμεταλλευτικό σύστημα, στηρίζει τη συμμετοχή της Γερμανίας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, και διατυπώνει τη θέση για μια ΕΕ ως «ειρηνευτική δύναμη». Το BSW έδωσε ήδη τις πρώτες εξετάσεις στο κεφάλαιο, συμμετέχοντας σε δύο κρατιδιακές κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν πρόσφατα σε συνεργασία με το CDU και το SPD αντίστοιχα, «ξεπλένοντας» έτσι και τα δύο αυτά αστικά κόμματα.

Στις εκλογές κατεβαίνουν και άλλοι συνδυασμοί μικρότερων κομμάτων, οι οποίοι διεκδικούν την ψήφο από εκατομμύρια εργαζομένων που νιώθουν να ασφυκτιούν, αγανακτούν από την κατάσταση που αντιμετωπίζουν και δηλώνουν ότι κανένα από τα κοινοβουλευτικά κόμματα (που είναι αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω) δεν εκφράζει τα συμφέροντά του. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, DKP, με απόφασή του, δεν θα πάρει μέρος στις εκλογές. Προκύπτει το ερώτημα: Μπορούν όσοι ευθύνονται για την κατάσταση που βιώνουν σήμερα οι εργαζόμενοι να μετατραπούν σε «σωτήρες»; Κανένα κόμμα που συμμετέχει στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές δεν υπερασπίζεται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, κανένα τους δεν θα ασκήσει λαϊκή αντιπολίτευση απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου, που θα υλοποιηθεί ανεξάρτητα από τη σύνθεση της νέας ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Γι’ αυτό, όποιο κόμμα θα βρίσκεται στην κυβέρνηση, θα ακολουθήσει αντιλαϊκή πολιτική και τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα αποτελέσουν συμπλήρωμα της νέας κυβέρνησης. Δεν θα έχει καμία σημασία αν θα μπουν «κόμματα μιας χρήσης» στο Κοινοβούλιο, που στο πρόγραμμά τους αποδέχονται όλο το πλαίσιο της αντιλαϊκής πολιτικής. Αυτό που θα έχει σημασία θα είναι οι εργαζόμενοι να μη στηρίξουν καμία από τις επιλογές αστικής διαχείρισης, να μη δώσουν τη συγκατάθεσή τους, ώστε την επόμενη μέρα να είναι πιο δυνατοί. Να απορρίψουν τους εκβιασμούς και τη λογική του «μικρότερου κακού» που ζυμώνουν όλα τα αστικά κόμματα, για να μπορούν να στέκονται στα πόδια τους την επόμενη μέρα.

                  Ελπίδα ήταν και είναι η πάλη των λαών!

Απάντηση στην επίθεση του κεφαλαίου στα κοινωνικά δικαιώματα και στους μισθούς, ενάντια στη φτώχεια και στην ακρίβεια δίνει ο λαός. Το τελευταίο διάστημα έχουν οργανωθεί στη Γερμανία, κάτω από την πίεση των εργαζομένων, μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις. Κι αυτό παρά το ασφυκτικό πλαίσιο συνδικαλιστικής δράσης και το ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες – στην πλειοψηφία τους – στηρίζουν τις επιλογές της αστικής τάξης για διασφάλιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, προβάλλοντας ως στόχο τη λεγόμενη «κοινωνική συνοχή», την ταξική συνεργασία. Το 2023 καταγράφηκε ο υψηλότερος αριθμός κλαδικών απεργιών και απεργιακών ημερών μετά από πολλά χρόνια: Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 312 απεργίες σε κλάδους όπως της βιομηχανίας μετάλλου, της αυτοκινητοβιομηχανίας, των δημόσιων μεταφορών, της Υγείας, του λιανικού εμπορίου, όπου κυριολεκτικά δεν κινήθηκε τίποτα. Από το λιμάνι του Αμβούργου ως τις αυτοκινητοβιομηχανίες της Στουτγάρδης και του Μονάχου και από τις βιομηχανίες στην κοιλάδα του Ρουρ ως τις μεταφορές στο Βερολίνο, υπήρξαν μέρες που οι εργαζόμενοι απέδειξαν ότι «Χωρίς εργάτη γρανάζι δεν γυρνά».

Το ελπιδοφόρο στοιχείο είναι ότι όλο και πιο συχνά και σε όλο και περισσότερες κινητοποιήσεις, πέρα από τις μισθολογικές διεκδικήσεις, ακούγονται και συνθήματα που καλούν σε αγώνα ενάντια στο σύστημα της φτώχειας και των πολέμων. Υπάρχουν παραδείγματα, όπου εργαζόμενοι μέσα από τα σωματεία τους γυρνάνε τις πλάτες στις δυνάμεις του κυβερνητικού – εργοδοτικού συνδικαλισμού που πρόσκεινται κατά κύριο λόγο στο SPD, και παλεύουν δίνοντας μια τιτάνια μάχη να αλλάξουν τον σημερινό αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Σε αυτές τις μάχες συμβάλλουν τα μέλη και οι φίλοι του ΚΚΕ και της ΚΝΕ στη Γερμανία. Δραστήρια στους αγώνες της εργατικής τάξης, επιδιώκοντας να μπολιάζονται οι διεκδικήσεις των εργαζομένων με αιτήματα που έχουν ως περιεχόμενο τις σύγχρονες ανάγκες μας και όχι τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων. Για να διαμορφώνονται ταξικά κριτήρια απέναντι στην πολιτική της ταξικής συνεργασίας, προβάλλοντας το σύνθημα ότι «Για να κερδίσουν οι εργαζόμενοι πρέπει να χάσει το κεφάλαιο».

Παλεύουμε για να συνειδητοποιήσουν οι εργαζόμενοι, που δυσφορούν απ’ τις αντιλαϊκές πολιτικές, ότι οι πολιτικές δυνάμεις που ζητάνε την ψήφο τους στις 23 Φλεβάρη, υπηρετούν τον ίδιο στρατηγικό δρόμο. Κανένα κόμμα, «μικρό ή μεγάλο», δεν υπερασπίζεται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, κανένα τους δεν θα ασκήσει αντιπολίτευση μαχητική, λαϊκή, ούτε θα ενισχύσει την πάλη των εργαζομένων απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου. Γι’ αυτό, στις εκλογές της 23 Φλεβάρη καταδικάζουμε τις δυνάμεις αυτές και ψηφίζουμε άκυρο. Αυτό που μετράει είναι πώς θα οργανωθεί η αντίσταση στην επίθεση του κεφαλαίου και του πολιτικού του προσωπικού, πώς η αμφισβήτηση που υπάρχει και συνεχώς αυξάνεται θα μετατραπεί σε ταξικό αγώνα για το καινούργιο, με στόχο την ανατροπή του συστήματος και της εξουσίας που γεννά την αδικία και τους πολέμους. Αυτό που μετράει είναι το πώς εκατομμύρια εργαζόμενοι που θα ψηφίσουν «με μισή καρδιά» τα αστικά κόμματα, άλλοι που θα αποφασίσουν να απόσχουν αφού κανένα κόμμα δεν τους εκφράζει, να συναντηθούμε στον αγώνα.

Έχουμε χρέος και άμεσο καθήκον να βοηθήσουμε, να πρωτοστατήσουμε στην οργάνωση της πάλης των εργαζομένων. Θα δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό στους αγώνες που έχουμε μπροστά μας για Συλλογικές Συμβάσεις και αξιοπρεπείς συνθήκες δουλειάς, ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, στις πασχαλιάτικες πορείες ειρήνης, για μια Εργατική Πρωτομαγιά κόντρα στο πνεύμα της ταξικής συνεργασίας των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Για να τιμήσουμε τα 80 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών στις 9 του Μάη 2025, αναδεικνύοντας ότι ο σοσιαλισμός είναι που συνέτριψε τον φασισμό και αυτή η πάλη αποτελεί πηγή έμπνευσης και διδαγμάτων για τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.

Τώρα είναι ώρα ευθύνης και δράσης.
Με εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη, στον εργαζόμενο λαό.
Γιατί η ελπίδα βρίσκεται στην πάλη των λαών!