09 Ιουλίου 2023

Ξύπνα γρήγορα Αντιγόνη _Μην τους ακούς... Μην ακούς ούτε και μένα όταν θα κάνω την επόμενη “διάλεξη” — Jean Anouilh

Réveille toi vite, Antigone, sois heureuse \ La vie n'est pas ce que tu crois.
C'est une eau que les jeunes gens laissent couler sans le savoir, entre leurs doigts ouverts. Ferme tes mains, ferme tes mains, vite. Retiens-la.
Tu verras cela deviendra une petite chose dure & simple qu'on grignote, assis au soleil. Ils te diront tous le contraire parcequ'ils ont besoin de ta force et de ton élan. Ne les écoute pas... Ne m'ecoute pas quand je ferai mon prochain discours.
Ce ne sera pas vrai...!! RIEN N EST VRAI QUE CE QU ON NE DIT PAS.... Tu l'apprendras toi aussi, trop tard, la vie c'est un livre qu'on aime, c'est un enfant qui joue à vos pieds, un outil qu'on tient bien dans sa main, un banc pour se reposer le soir devant sa maison.

Tu vas me mépriser encore, mais de découvrir cela, tu verras, c'est la consolation dérisoire de vieillir, LA VIE, CE N EST PEUT ETRE TOUT DE MEME QUE LE BONHEUR... ♪♫**.¸ ♪♫**. ♪♫ * * . ¸ ♪♫ **.¸

__Ξύπνα γρήγορα Αντιγόνη, να είσαι χαρούμενη.
__Η ζωή δεν είναι αυτό που νομίζεις.

Είναι το νερό που οι νέοι αφήνουν να κυλήσει χωρίς να το ξέρουν, ανάμεσα στα ανοιχτά τους δάχτυλα.
__Κλείστε τα χέρια σας, κλείστε τα χέρια σας, γρήγορα.

Κράτα το πίσω. Θα δεις ότι θα γίνει ένα σκληρό και απλό μικρό πράγμα που θα το τσιμπήσεις, καθισμένος στον ήλιο.
Όλοι θα σου πουν το αντίθετο γιατί χρειάζονται τη δύναμη και την ορμή του.
Μην τους ακούς... Μην ακούς ούτε και μένα όταν θα κάνω την επόμενη “διάλεξη”.

Δεν θα είναι αλήθεια...!! ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΛΕΣ...
Θα το μάθεις κι εσύ αργά, η ζωή είναι ένα βιβλίο που αγαπάς, είναι ένα παιδί που παίζει στα πόδια σου, ένα εργαλείο που το κρατάει κανείς καλά στο χέρι του, ένα παγκάκι για να ξεκουραστείς το βράδυ μπροστά στο σπίτι κάποιου.
Ακόμα θα με περιφρονείς, αλλά να το ανακαλύψεις αυτό, θα δεις, είναι η γελοία παρηγοριά του γήρατος.

Η ΖΩΗ, είναι πολύπλευρη ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ όπως ακριβώς και Η ΕΥΤΥΧΙΑ....! ♪♫**.¸ ♪♫**. ♪♫ * * . ¸ ♪♫ **.¸

Η Αντιγόνη είναι ένα μονόπρακτο του Jean Anouilh που παίχτηκε για πρώτη φορά στο Théâtre de l'Atelier στο Παρίσι στις 4 Φεβρουαρίου 1944, κατά τη γερμανική Κατοχή, σε σκηνικά, σκηνικά και κοστούμια του André Barsacq. Ξαναγράφοντας το ομώνυμο έργο του Σοφοκλή, είναι μέρος της σειράς Nouvelles Pièces noires (νέα μαύρα κομμάτια),  Jézabel (με βάση το πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης _πριγκίπισσα της Τύρου και της Σιδώνας, 1932), Roméo et Jeannette (1946) και Médée -Μήδεια (1953).
Το έργο είναι _φυσικά εμπνευσμένο από τον αρχαίο μύθο της Αντιγόνης, της κόρης του Οιδίποδα, αλλά είναι γραμμένο σε αντίθεση με τους κώδικες της ελληνικής τραγωδίας:

«Η Αντιγόνη του Σοφοκλή, που διαβάστηκε και ξαναδιαβάστηκε, και που πάντα ήξερα από καρδιάς, ήταν ένα ξαφνικό σοκ για μένα στον πόλεμο, την ημέρα των μικρών κόκκινων αφισών. Το ξαναέγραψα με τον δικό μου τρόπο, με την απήχηση της τραγωδίας που βιώναμε τότε»
                         
Jean Anouilh.

Η Αντιγόνη είναι κόρη του Οιδίποδα και της Ιοκάστης (μητέρας και γυναίκας του Οιδίποδα), ηγεμόνων της Θήβας. Μετά την αυτοκτονία της Ιοκάστης και την εξορία του Οιδίποδα, τα δύο αδέρφια της Αντιγόνης, ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης, αλληλοσκοτώθηκαν για τον θρόνο της Θήβας. Ο Κρέοντας, αδερφός της Ιοκάστης, είναι - ως τέτοιος - ο νέος βασιλιάς και αποφάσισε να προσφέρει την ταφή μόνο στον Ετεοκλή και όχι στον Πολυνείκη, που χαρακτηρίζεται ως τραμπούκος και προδότης. Προειδοποιεί με διάταγμα ότι όποιος τολμήσει να θάψει το σώμα του αποστάτη θα τιμωρηθεί με θάνατο. Κανείς δεν τολμά να αψηφήσει την απαγόρευση και το πτώμα της Πολυνίκης εγκαταλείπεται στον ήλιο και στους σκουπιδιάρηδες.

Μόνο η Αντιγόνη αρνείται αυτή την κατάσταση. Παρά την απαγόρευση του θείου της Κρέοντα, πηγαίνει αρκετές φορές στο σώμα του αδελφού της και προσπαθεί να το θάψει καλύπτοντας το με χώμα. Η Ισμήνη, η αδερφή του, δεν θέλει να την συνοδεύσει γιατί φοβάται τον Κρέοντα και τον θάνατο.

Η Αντιγόνη πιάνεται στα πράσα από τους φρουρούς του βασιλιά. Ο Κρέοντας αναγκάζεται να εφαρμόσει τη θανατική ποινή. Μετά από μια μακρά συζήτηση με τον θείο της για τον σκοπό της ύπαρξης και της ζωής, καταδικάζεται να ταφεί ζωντανή. Αλλά τη στιγμή που ο τάφος πρόκειται να σφραγιστεί, ο Κρέοντας μαθαίνει ότι ο γιος του, ο Αίμονας, αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης, ζήτησε να τον κλείσει με την αγαπημένη του. Όταν ο τάφος ανοίγεται ξανά, η Αντιγόνη έχει κρεμαστεί με τη ζώνη της και ο Αίμονας, φτύνοντας στο πρόσωπο του πατέρα της, ανοίγει το στομάχι της με το σπαθί του. Απελπισμένη για την εξαφάνιση του γιου που λάτρευε, η Ευρυδίκη, η γυναίκα του Κρέοντα, της κόβει το λαιμό.

Ο Jean Anouilh έγραψε το έργο μεταξύ Ιούλη 1941 και 1942, _όπως λέει ο ίδιος «υπό το πρίσμα των πρώτων αντιστασιακών πράξεων», από το αριστούργημα του Σοφοκλή κυρίως ως παραλλαγή, για την εξουσία και την εξέγερση ενάντια στον κατακτητή. Ένα από αυτά τα ορόσημα είναι η αποτυχημένη δολοφονία του Pierre Laval και του Marcel Déat από τον αντιστασιακό Paul Collette στις 27-Αυγ-1941 (σσ. αστό αλλά ορκισμένο εχθρό των προσκυνημένων του Vichy). Αυτή η πράξη καταδικασμένη σε αποτυχία φαίνεται ότι ήταν ένα σημαντικό στοιχείο στην ανάπτυξη των χαρακτήρων.

Όπως εξηγεί στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης, ο Anouilh, που θαύμαζε το έργο του Σοφοκλή από την εφηβεία του, κατά τη διάρκεια του πολέμου διαπίστωσε ότι τα θέματά του –το άτομο που αντιστέκεται στις δυνάμεις του κατακτητή– αποκτούν διαφορετικό φως. Σε αντίθεση με τον κλασικό συγγραφέα που απεικόνισε τον αγώνα των ανθρώπων ενάντια στους θεούς και το πεπρωμένο, ο Anouilh εξανθρωπίζει τον μάταιο αγώνα των χαρακτήρων του, με τις παρούσες δυνάμεις να είναι ό,τι πιο ανθρώπινο: υποκρισία, εγωισμός και υπερηφάνεια.

Μετά την επικύρωση της γερμανικής διοίκησης για τη λογοκρισία, το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στις 4-Φεβ-1944 στο Théâtre de l'Atelier του André Barsacq. Φίλος του συγγραφέα, ανέβασε αρκετά από τα έργα του, όπως το Le Bal des voleurs (1938), το Le Rendez-vous de Senlis (1941) και το Eurydice (1941). Ο Barsacq είναι επίσης ο δημιουργός των σκόπιμα μοντέρνων σκηνικών και κοστουμιών.
Ο βασιλιάς (Κρέοντας) εγκατέλειψε το
toga του για ένα φράκο, η Αντιγόνη και η Ισμήνη φορούν κομψά φορέματα, ασπρόμαυρα αντίστοιχα, οι φρουροί φορούν μακριά μαύρα αδιάβροχα (παρόμοια με αυτά που φορούσαν οι πολιτοφύλακες και αντίστοιχα η Γκεστάπο).

Κύριοι χαρακτήρες

·         Αντιγόνη: κόρη του Οιδίποδα, αδερφή του Ετεοκλή, της Πολυνίκης και της Ισμήνης, αυτή η νεαρή μοντέρνα κοπέλα είναι η ηρωίδα του έργου. Περιγράφεται ως «pas assez coquette όχι αρκετά κοκέτα» από τους γύρω της. Αλλά αυτό δεν την εμποδίζει να έχει μια σιδερένια θέληση (που θα την ωθήσει να αντιμετωπίσει τον θείο της Κρέοντα ενώ προσπαθεί να θάψει τον αδελφό της).

·         Κρέοντας: αδελφός της Ιοκάστης, νόμιμος βασιλιάς της Θήβας μετά τον θάνατο των δύο εχθρών πριγκήπων, ο Κρέοντας είναι ένας ηλικιωμένος, στοχαστικός και θαρραλέος κυρίαρχος. Μας περιγράφεται ως μόνος \ μοναχικός _Créon est seul, αφιερώνοντας έτσι τον εαυτό του ολοκληρωτικά στη κυριαρχία του, για την οποία αναλαμβάνει τις απαραίτητες θυσίες όπως η τιμωρία του Πολυνείκη η εκτέλεση της Αντιγόνης κλπ.

·         Ισμήνη: Η αδερφή της που αγαπά πολύ (αν τη σκοτώσεις, θα πρέπει να με σκοτώσεις μαζί της!), αλλά τελικά δεν είναι πολύ γενναία προς το τέλος της ιστορίας. Παρόλα αυτά, παραμένει ένα όμορφο, «στιλάτο» και λογικό νεαρό κορίτσι (έχω δίκιο πιο συχνά από εσένα!).

·         Αίμονας (Ναι Αντιγόνη, σε αγαπώ –με τρελαίνεις σαν γυναίκα) πίστη που θα τον οδηγήσει στην αυτοκτονία και θα τον κάνει να περιφρονήσει τον πατέρα του, τον οποίο θαύμαζε πολύ πριν (ανατροπή στα ινδάλματα).

Δευτερεύοντες χαρακτήρες

·         Η νταντά: η ηλικιωμένη κυρία που την αποκαλούσαν και Nounou (Νάνι) από τα κορίτσια που φροντίζει.

·         Ο Πρόλογος \ Χορός: από τα έργα της αρχαίας Ελλάδας, αυτή η «οντότητα» παρεμβαίνει στην αρχή του κειμένου για να μας πει το πλαίσιο του έργου και να μας συστήσει τους χαρακτήρες που εξελίσσονται σε αυτό. Από την αρχή αποκαλύπτει εκ των προτέρων το τραγικό τέλος των χαρακτήρων. Επανεμφανίζεται στη συνέχεια σε όλο το έργο για να προωθήσει την αφήγηση ή να φέρει έναν χαρακτήρα σε προβληματισμό.

·         Ευρυδίκη: η γυναίκα του Κρέοντα …περνά τις μέρες της πλέκοντας ρούχα για τους φτωχούς της Θήβας. Η τελευταία στο τέλος του έργου κόβει το λαιμό της όταν μαθαίνει τον θάνατο του γιου της.

·         Οι τρεις φρουροί: επιφορτισμένοι με τη φύλαξη του πτώματος του Πολυνείκη.

·         Η Σελίδα του Βασιλιά

·         Ο αγγελιοφόρος

1944
Η υποδοχή ήταν μάλλον ευνοϊκή, βλέποντας κάποιοι στην Αντιγόνη την αλληγορία της αναγκαίας εξέγερσης ενάντια στην αδικία. Η Simone Fraisse γράφει ότι «το πνεύμα της Αντίστασης αναγνώρισε τον εαυτό της σε αυτήν».

Η Αντιγόνη γνώρισε μεγάλη επιτυχία, ιδίως με δεδομένες τις δύσκολες συνθήκες στις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι παραστάσεις (θέατρα παγωμένα –χωρίς θέρμανση, διακοπές ρεύματος κ.λπ.). Ο Anouilh θυμάται ότι «η αίθουσα ήταν γεμάτη κάθε βράδυ, υπήρχαν πολλοί Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες. Τι σκεφτόντουσαν; Πιο διορατικός, ένας Γερμανός, ο Friedrich Sieburg, συγγραφέας του Dieu est-il Français? (είναι ο θεός Γάλλος;), ειδοποίησε, μου είπαν, το Βερολίνο, λέγοντας ότι παιζόταν ένα έργο στο Παρίσι που θα μπορούσε με τους στρατιώτες να συνωστίζονται εκεί. Ο Barsacq κλήθηκε αμέσως στο Propagandastaffel όπου τον κατηγόρησαν ότι έπαιξε έργο χωρίς να ζητήσει άδεια από τις αρχές _θέμα σοβαρό που επίσυρε φυλάκιση ... αυτός τον limbécile -innocent _αθώο ανόητο, το έργο είχε εγκριθεί νωρίτερα το 1941 - έδειξε το σφραγισμένο χειρόγραφό του, ωστόσο, του προτάθηκε να κόψει κομμάτια.

Ο κυρίαρχος τύπος εκφράζει τον ενθουσιασμό του για την επανεγγραφή ενός κλασικού όπως η Αντιγόνη. Στο L'Illustration, ο Olivier Queant θεωρεί ότι «από τον Racine, τίποτα δεν έχει γραφτεί τόσο όμορφα, τόσο μεγαλειώδες και τόσο βαθιά δεν πρόδωσε ποτέ τον Σοφοκλή τόσο καλά, σκόπιμα επιπλέον. […] Οι Giraudoux και Cocteau έχουν αναζωογονήσει, ανανεώνουν τα αιώνια θέματα.

Ο Anouilh, παρακολουθώντας πολύ στενά το αρχαίο θέατρο, το μεταμόρφωσε εντελώς του εμφύσησε άλλο πνεύμα ενώ από τεχνικής άποψης, τα σύγχρονα σκηνικά και κοστούμια, καθώς και οι ερμηνείες των ηθοποιών επαινούνται ευρέως.

Η Αντιγόνη συμμερίζεται την άποψη για τη συμβολική της σημασία, καθώς η καθεμία φαίνεται να βλέπει κάτι διαφορετικό στην ηθική της. Ενώ κάποιοι πιστεύουν ότι θα ενθάρρυνε τη συνεργασία εξανθρωπίζοντας τον χαρακτήρα του Κρέοντα, άλλοι αντιλαμβάνονται στον θάνατο της ως άρνηση του συμβιβασμού με τον εχθρό. Οι ακροδεξιές εφημερίδες, όπως η Je Suis Partout, χαιρέτησαν το έργο για το τέλος του (την συντριβή της εξέγερσης και την αποκατάσταση της τάξης): «Η Αντιγόνη, μικρή θεά της αναρχίας, με το να αντισταθεί ενάντια στον νόμο του Κρέοντα, δεν θα είναι μόνο ενάντια στον νόμο, αλλά και εξέγερση της αγνότητας ενάντια στα ψέματα των ανθρώπων, της ψυχής ενάντια στη ζωή, μια παράλογη και χωρίς έννοια εξέγερση αλλά τρομερά επικίνδυνο για το είδος, αφού στη ζωή των κοινωνιών οδηγεί σε αταξία και χάος και στη ζωή των ανθρώπων οδηγεί στην αυτοκτονία» (Alain Laubreaux, Φεβ-1944).

Άλλοι, όπως η αντιστασιακή εφημερίδα Les Lettres françaises, πιστεύουν ότι το έργο προωθεί τη συμπαιγνία με τους Γερμανούς, μέσω της απαισιοδοξίας που αναδύεται:
«Μεταξύ του Κρέοντα και της Αντιγόνης εγκαθιδρύεται μια τέλεια αρμονία, μια ταραγμένη συνενοχή. [Επειδή περιφρονεί τους άντρες], η Αντιγόνη τρέχει να αυτοκτονήσει. Επειδή τους περιφρονεί, ο Κρέοντας τους καταπιέζει και τους υποτάσσει. Ο παγωμένος τύραννος και η εξυψωμένη νεαρή κοπέλα φτιάχτηκαν ο ένας για τον άλλον… Η απελπισμένη προφορά της Αντιγόνης του Jean Anouilh κινδυνεύει να παρασύρει μερικούς σε αυτή την εποχή που ανατέλλει η αντίσταση, την ώρα της περιφρόνησης και της απελπισίας. Αλλά υπάρχει στην απόγνωση και στην άρνηση και στον συναισθηματικό και ολοκληρωτικό αναρχισμό ενός Ανούιγ και των αδελφών του σε όπλα και πνεύματα, το μικρόβιο των απείρως σοβαρών κινδύνων... “Με την απόλαυση της «απόγνωσης» και το συναίσθημα των πάντων, της ανοησίας και του παραλογισμού του κόσμου, φτάνουμε να δεχτούμε, να ευχηθούμε, να επευφημήσουμε
la première poigne _χειραψία με τον εχθρό»”

Μέσα από το πρίσμα της ελεύθερης Γαλλίας, κατακρίνουν τον Ανούιγ ότι εφησυχάζει προς τον κατακτητή, που σύμφωνα με τους επικριτές του συμβολίζεται από τον χαρακτήρα του Κρέοντα, _στρατάρχη Πετέν. Πράγματι, ο Κρέοντας δεν είναι πια ο τύραννος του Σοφοκλή, αλλά ένας πραγματιστής βασιλιάς, συντετριμμένος από το καθήκον που έχει απέναντι στο λαό του και διχασμένος από την αγάπη που τρέφει για την ανιψιά του. Για τον André Breton, η Αντιγόνη «είναι ένα άδοξο έργο, το έργο ενός Waffen-SS» (Les Lettres françaises, 1944)7.

Αρκετές προσωπικότητες των αστών έρχονται να διασώσουν τον Ανούιγ και την Αντιγόνη του. Ο Στρατηγός Koenig, αναφωνεί «είναι αξιοθαύμαστο! στο τέλος μιας παράστασης, ενώ ο Pierre Bénard στο Le Front national (εφημερίδα φιλικά προσκέιμενη στο ΚΚ Γαλλίας): «Μερικοί από τους φίλους μου είχαν καταγγείλει […] μια έμπνευση που θεωρούσαν χιτλερική. Από την πλευρά μου είχα βρει εκεί μια αντιφασιστική προφορά. Δεν μπορώ να δω στην Αντιγόνη ένα έργο αφιερωμένο στη δικτατορία»

Το έργο σε πολλές παραλλαγές ανέβηκε σε 20άδες ευρωπαϊκά θέατρα κατά τη διάρκεια του πολέμου και αργότερα

·         Η Katharine Cornell παρήγαγε και πρωταγωνίστησε σε μια παραγωγή του 1946 στο Εθνικό Θέατρο της Ουάσιγκτον, D.C. με τον Sir Cedric Hardwicke στο ρόλο του βασιλιά Κρέοντα και Bertha Belmore, Wesley Addy, Ruth Matteson, George Mathews Oliver Cliff, και Marlon Brando (αγγελιοφόρος), Michael Higgins κά. Έκτοτε έχει επανεκδοθεί πολλές φορές _το 1959, ανέβηκε στο East 74th Street Theatre στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης.

·         5 χρόνια μετά την πρεμιέρα στο Théâtre de l'Atelier (1944), προς το τέλος της ναζιστικής κατοχής το έργο ανέβηκε από το θίασο Old Vic Theatre Company στο New Theatre, Λονδίνο (10-Φεβ-1949) σε παραγωγή Laurence Olivier, με τον ίδιο στα χορικά και Vivien Leigh ως Αντιγόνη,  Eileen Beldon Νοσοκόμα και άλλους σπουδαίους ηθοποιούς

·         Υπήρχε και μια αγγλόφωνη τηλεοπτική παραγωγή για το BBC το 1959 με πρωταγωνίστρια την Dorothy Tutin.

·         Το 1974, μια αμερικανική τηλεοπτική παραγωγή του έργου, παρουσιάστηκε στις Great Performances του PBS (με Geneviève Bujold και η Stacy Keach)

 Τα Λαϊκά Μέτωπα πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο

Ο φασισμός και ο ναζισμός αποτέλεσαν τη μορφή πολιτικής διαχείρισης που επέλεξαν η ιταλική και η γερμανική αστική τάξη αντίστοιχα, επιδιώκοντας να συντρίψουν τον εσωτερικό ταξικό εχθρό και ταυτόχρονα να προωθήσουν με πολεμικά μέσα την αναβάθμισή τους στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Είχε προηγηθεί ο Α' Παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός Πόλεμος, μετά από τον οποίο η μεν Γερμανία ως ηττημένη είχε υποστεί τις συνέπειες από την εφαρμογή της Συνθήκης των Βερσαλλιών και η Ιταλία, αν και βρισκόταν ανάμεσα στους νικητές του πολέμου, «αδικήθηκε» στη μεταπολεμική ιμπεριαλιστική μοιρασιά. Επίσης, οι δύο αστικές τάξεις αντιμετώπισαν την ορμητική άνοδο του εργατικού κινήματος με τη μορφή των καταλήψεων των εργοστασίων και των εργοστασιακών συμβουλίων στην Ιταλία και των εργατικών εξεγέρσεων στη Γερμανία.

Μετά την επικράτηση του ναζισμού, η 13η Σύνοδος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ) (1933) επεξεργάστηκε τη στρατηγική των αντιφασιστικών - λαϊκών μετώπων. Η νέα στρατηγική επικυρώθηκε από το 7ο Συνέδριο της ΚΔ (1935) και προέβλεπε τη συνεργασία με σοσιαλδημοκρατικές και άλλες αστικές δυνάμεις, ακόμα και σε κυβερνητικό επίπεδο, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Ο αστικός κρατικός μηχανισμός να είναι τόσο εξασθενημένος, ώστε να μην μπορεί να αποτρέψει τη συγκρότηση αντιφασιστικής κυβέρνησης.

β) Οι πλατιές μάζες των εργαζομένων να παλεύουν ενάντια στο φασισμό, αλλά να μην είναι ώριμες να πολεμήσουν για τη σοσιαλιστική εξουσία.

γ) Η ριζοσπαστικοποίηση στο εσωτερικό των σοσιαλδημοκρατικών και των άλλων κομμάτων του μετώπου να είναι τέτοια, ώστε να απαιτείται η άμεση τιμωρία των φασιστών και να καταδικάζονται όσοι δεν επιθυμούν συνεργασία με τους κομμουνιστές1.
Τα Κομμουνιστικά Κόμματα προώθησαν τη συγκρότηση λαϊκών αντιφασιστικών μετώπων, αλλά αυτό δεν έγινε εφικτό σε όλες τις χώρες.

Οι αστικές τάξεις των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, νικητών του προηγούμενου πολέμου, μπροστά στον επερχόμενο πόλεμο διατήρησαν τον αστικό κοινοβουλευτισμό, αφού μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη συναίνεση της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών μαζών, διαθέτοντας ένα τμήμα των ιμπεριαλιστικών τους υπερκερδών.

Οι εργάτες έπρεπε να έχουν κάτι να χάσουν για να σκοτωθούν για τα αστικά συμφέροντα!

Παράλληλα, οι Αμερικανοί και Βρετανοί καπιταλιστές αντιμετώπισαν θετικά τις φασιστικές δυνάμεις ως ομάδες κρούσης ενάντια στο ανερχόμενο κομμουνιστικό κίνημα2, αλλά διέλυσαν όσες ταυτίστηκαν άμεσα ή έμμεσα με τον φασιστικό Αξονα (όπως η χρηματοδοτούμενη από την Ιταλία Ενωση των Βρετανών Φασιστών3και η Αμερικανογερμανική Εθνική Λίγκα4). Και φυσικά, γι' αυτό δεν χρειάστηκαν και δεν ζήτησαν τη συμβολή των κομμουνιστών.

Το ίδιο έπραξαν πολλές δικτατορίες της μεσοπολεμικής Ευρώπης, που στόχευαν να ανακόψουν την ισχυροποίηση των ΚΚ και να προετοιμάσουν την αστική εξουσία για τον πόλεμο. Στις χώρες της Βαλτικής (Λιθουανία, Λετονία, Εσθονία), τα δικτατορικά καθεστώτα στράφηκαν ενάντια στους φασίστες, που αμφισβητούσαν την εξωτερική πολιτική τους. Στην Ουγγαρία το καθεστώς Γκέπες συγκρούστηκε το 1935 με το φασιστικό κόμμα των «Σταυρωτών Βελών», ενώ στη Ρουμανία η φασιστική «Σιδηρά Φρουρά» διαλύθηκε από τον βασιλιά και ο ηγέτης της Κοντρεάνου εκτελέστηκε. Στην Πολωνία, το καθεστώς Πιλσούντσκι διέλυσε τη μέχρι πρότινος σύμμαχο φασιστική «Φάλαγγα», όταν αυτή προετοίμασε φιλοναζιστικό πραξικόπημα5.

Στις παραπάνω περιπτώσεις το επίδικο ήταν οι διεθνείς συμμαχίες της αστικής τάξης και όχι η μορφή της αστικής εξουσίας.

Τελικά, η συγκρότηση αντιφασιστικών μετώπων επιτεύχθηκε μόνο στη Γαλλία και την Ισπανία, δηλαδή σε δύο χώρες όπου οι ενδοαστικές αντιθέσεις για τις διεθνείς συμμαχίες πήραν οξύτατη μορφή. Αυτό ήταν και το αναμενόμενο, βάσει των κριτηρίων που έθεσε η ΚΔ για τη συγκρότηση αντιφασιστικού μετώπου, διότι η ύπαρξη εργατικών - λαϊκών μαζών που επιθυμούσαν την πάλη με τον φασισμό, χωρίς να είναι ώριμες να απαιτήσουν την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, σήμαινε ότι αυτές παρέμεναν εγκλωβισμένες σε αστικά κόμματα, τα οποία, ακριβώς επειδή τάσσονταν ενάντια στον φασιστικό Αξονα, ήταν πρόθυμα να προσεταιριστούν τους κομμουνιστές και το εργατικό - λαϊκό κίνημα, προκειμένου να επικρατήσουν απέναντι στους ενδοαστικούς αντιπάλους τους.

Αντίθετα, στις υπόλοιπες περιπτώσεις, όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις αποδέχτηκαν ή ανέχτηκαν την κυρίαρχη αστική επιλογή, παρά τις εκκλήσεις των ΚΚ. Για παράδειγμα, το ελληνικό σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων και οι Φιλελεύθεροι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά. Επιπλέον, οι Σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες θεωρούσαν τους κομμουνιστές μεγαλύτερο κίνδυνο από τους ναζί και οι Δανοί ομοϊδεάτες τους, μετά την κατάκτηση της χώρας, συμμετείχαν στην πρώτη δοσιλογική κυβέρνηση που έθεσε εκτός νόμου το ΚΚ Δανίας και προσυπέγραψε το Αντι-Κομιντέρν Σύμφωνο6.

Τα ιστορικά τεκμήρια αποδεικνύουν λοιπόν ότι η δράση ενός ΚΚ στο πλαίσιο ενός καπιταλιστικού καθεστώτος, ανεξάρτητα από τη μαζικότητα και την απήχησή του, δεν είναι δυνατόν να καθορίσει τη μορφή της αστικής πολιτικής εξουσίας. Αντίθετα, η αστική τάξη, όσο κατέχει την εξουσία και τα μέσα παραγωγής, είναι αυτή που θα επιλέξει την προσφορότερη για τα συμφέροντά της μορφή πολιτικής διαχείρισης.

Με αυτή την έννοια, άλλοι συκοφαντούν και άλλοι λαθεύουν όταν αποδίδουν στα ΚΚ ευθύνες για την άνοδο του φασισμού. Οχι μόνο γιατί τα «φορτώνουν» με βάρη που δεν τους αναλογούν, παραβλέποντας τις τεράστιες θυσίες των ΚΚ και της ΕΣΣΔ για την αντιμετώπιση του φασισμού, αλλά, πολύ περισσότερο, γιατί, διαχωρίζοντας τεχνητά τον φασισμό από τον καπιταλισμό, απαλλάσσουν την κάθε αστική τάξη από τις ευθύνες της για την επικράτηση των φασιστικών και δικτατορικών καθεστώτων και για τις αντιλαϊκές επιλογές τους, όπως και για τις αντίστοιχες επιλογές των λεγόμενων «δημοκρατικών» καθεστώτων.

Ωστόσο, αξίζει να δούμε και το αν η συγκρότηση των αντιφασιστικών μετώπων κατόρθωσε να αποτρέψει την επικράτηση του φασισμού.

Η περίπτωση της Γαλλίας

Μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, οι κομμουνιστές, ευνοούμενοι από την επαναστατική θύελλα που ξεσήκωσε η Οκτωβριανή Επανάσταση, κατέκτησαν την πλειοψηφία στο συνέδριο του Σοσιαλιστικού Κόμματος (1920), το μετονόμασαν σε Κομμουνιστικό και κάλεσαν σε ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και σε υπεράσπιση της ΕΣΣΔ7. Ωστόσο, δεν επικράτησαν στο συνέδριο της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας8 και προχώρησαν στην ίδρυση της Ενοποιημένης Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας9.

Σε αυτές τις συνθήκες, μια μερίδα της αστικής τάξης πρωτοστάτησε στη χρηματοδότηση φασιστικών οργανώσεων που χτυπούσαν το εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα.

Το 1922 ο ζάμπλουτος κατασκευαστής αρωμάτων Φρανσουά Κοτύ αγόρασε την εφημερίδα «Le Figaro»10, η οποία άρχισε να δημοσιεύει αντισημιτικά και αντικομμουνιστικά άρθρα11. Το 1924 ιδρύθηκε από τον πρώην δημοσιογράφο της «Γαλλικής Δράσης»12, Ζορζ Βαλουά, η μουσολινικής επιρροής «Φασκιό»13. Η οργάνωση υποχώρησε το 1927, όταν οι μεγάλοι επιχειρηματίες σταμάτησαν να τη στηρίζουν. Το 1924 ιδρύθηκε και η Πατριωτική Νεολαία, που χρηματοδοτούνταν από γαλλικά μονοπώλια και ευνοήθηκε από την κυβέρνηση Πουανκαρέ (1926-1927)14.

Η βασική φασιστική οργάνωση της δεκαετίας του 1930 ήταν οι «Φλεγόμενοι Σταυροί» που ίδρυσε ο συνταγματάρχης Ντε Λα Ροκ και μέχρι το 1931 χρηματοδοτούνταν από τον Κοτύ15, ο οποίος το 1933 ίδρυσε την παραστρατιωτική «Γαλλική Αλληλεγγύη»16. Πλέον, όλο και περισσότερο οι φασιστικές οργανώσεις δεν επικεντρώνονταν μόνο στην καταστολή του εργατικού κινήματος, αλλά επιδίωκαν έναν προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής του γαλλικού κράτους σε σύμπλευση με τον φασιστικό Αξονα.

Το σύνολο των παραπάνω οργανώσεων πρωτοστάτησε στα γεγονότα της 6ης Φλεβάρη 1934, οπότε έπειτα από μακρά περίοδο αναταραχής, φιλοφασιστικές οργανώσεις επιχείρησαν να επιτεθούν στο Κοινοβούλιο17. Η αστυνομία απάντησε με πυρά, με αποτέλεσμα 15 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες18.

Η συγκρότηση του Λαϊκού Μετώπου

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, συγκροτήθηκε το Λαϊκό Μέτωπο. Το Μάρτη του 1936 επανενώθηκε η Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας με την Ενοποιημένη Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας. Στους δύο γύρους των εκλογών (26 Απρίλη - 3 Μάη 1936), τα κόμματα του Λαϊκού Μετώπου κέρδισαν τη μεγάλη πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών, παρότι πήραν 300.000 ψήφους λιγότερες από τους αντιπάλους τους στον πρώτο γύρο. Η διανομή των εδρών καθορίστηκε από το γαλλικό εκλογικό σύστημα των δύο γύρων, αλλά και τη στάση των υποστηρικτών του Λαϊκού Μετώπου που συγκέντρωναν τις ψήφους τους στο δεύτερο γύρο19. Ωστόσο, τα εκλογικά αποτελέσματα φανέρωναν το βάθος των αντιθέσεων στην αστική τάξη.

Το ίδιο φανέρωνε η αστική πριμοδότηση φιλοφασιστικών οργανώσεων. Οταν το καλοκαίρι του 1936 ο Ζακ Ντοριό, πρώην κομμουνιστής και δήμαρχος του Σαιντ-Ντενί, προχώρησε στη δημιουργία του Γαλλικού Λαϊκού Κόμματος, χρηματοδοτήθηκε από παρισινές τράπεζες, βιομήχανους χάλυβα, κατασκευαστές αυτοκινήτων, εξορυκτικές και κλωστοϋφαντουργικές βιομηχανίες και επιχειρηματικούς κύκλους της Μασσαλίας και του Αλγερίου20. Ανάμεσα στους χρηματοδότες ήταν: Ο Πιέρ Πουσέ, ιδιοκτήτης του μονοπωλίου χάλυβα «Cartel d' Acier» και μετέπειτα υπουργός Εσωτερικών του Βισύ21, ο Πολ Μπαντουίν, γενικός διευθυντής της Τράπεζας της Ινδοκίνας και μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών του Βισύ22, ο τραπεζίτης Γκαμπριέλ Λε Ρου Λαντουρί23. Μόνο το 1937, το Γαλλικό Λαϊκό Κόμμα χρηματοδοτήθηκε με 10 εκατομμύρια φράγκα24 και έτσι στην ακμή του έφτασε να αριθμεί 100.000 ενεργά μέλη (τυπικά 300.000)25.

Οι «Φλεγόμενοι Σταυροί», έπειτα από την απαγόρευσή τους από την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, μετονομάστηκαν σε Γαλλικό Κοινωνικό Κόμμα και συνέχιζαν να χρηματοδοτούνται από μονοπώλια, αποτελώντας ιδιαίτερα υπολογίσιμη δύναμη την περίοδο 1938-193926.

Και φυσικά, όπως η μια μερίδα της αστικής τάξης επιχειρούσε να δεσμεύσει το εργατικό - λαϊκό κίνημα μέσα από τη στήριξη στην κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, η αντίπαλη μερίδα επιχείρησε να αξιοποιήσει τη στήριξη των κομμουνιστών, προκειμένου να φοβίσει αντιδραστικές και καθυστερημένες μάζες, κυρίως μικροϊδιοκτήτες της πόλης και του χωριού για το ενδεχόμενο επιβολής σοβιετικής εξουσίας. Κι αυτό παρόλο που ο Μορίς Τορέζ, Γενικός Γραμματέας του ΚΚΓ, δήλωνε ότι η ευρύτερη συμμαχία του Λαϊκού Μετώπου ήταν καθαρά αμυντική και επιδίωκε την υπεράσπιση της δημοκρατικής νομιμότητας, της εθνικής οικονομίας και του διεθνούς status quo27.

Αυτό απέδειξαν και τα πεπραγμένα της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου και του ΚΚΓ.

Ο παροπλισμός

Τον Μάη και τον Ιούνη του 1936, το απεργιακό κύμα συγκλόνισε τη Γαλλία. 2.000.000 εργάτες έλαβαν μέρος σε πάνω από 12.000 απεργίες, ενώ σημειώθηκαν και καταλήψεις εργοστασίων. Οι εργοδότες αποδέχτηκαν την κυβερνητική πρόταση για συνομιλίες με τους συνδικαλιστές και τα 5 βασικά αιτήματα των απεργών έγιναν δεκτά (αναγνώριση του δικαιώματος συμμετοχής σε συνδικάτο ή ίδρυσης συνδικάτου, καθιέρωση συλλογικών διαπραγματεύσεων, συμμετοχή συνδικαλιστή στη διαχείριση του εργατικού δυναμικού, 15-17% αυξήσεις και ατιμωρησία απεργιακής δράσης). Παράλληλα, η κυβέρνηση υποσχέθηκε την καθιέρωση 40ωρης εργάσιμης βδομάδας και άδεια δύο βδομάδων με αποδοχές. Ομως, οι απεργίες και οι καταλήψεις εργοστασίων συνεχίστηκαν με ευρύτερα αιτήματα (όπως οι εθνικοποιήσεις εργοστασίων στρατηγικής σημασίας, η διάλυση των φασιστικών οργανώσεων κ.λπ.) και τότε το ΚΚΓ κάλεσε τους εργάτες να σταματήσουν την απεργία, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επαναφορά της εργασιακής ειρήνης28.

Στην πράξη οι παραχωρήσεις δεν είχαν σημαντικό αντίκρισμα, αφού οι αυξήσεις αντισταθμίστηκαν από τον πληθωρισμό και η 40ωρη βδομάδα καταργήθηκε σύντομα. Απέμεινε η άδεια μετ' αποδοχών που θεωρήθηκε μέτρο με ελάχιστο κόστος και μεγάλο ψυχολογικό αποτέλεσμα, που τόνωνε τον γαλλικό τουρισμό29. Τέλος, η συμμετοχή των συνδικάτων στη διοίκηση και το δικαίωμα ίδρυσης συνδικάτων στις συγκεκριμένες συνθήκες δεν λειτουργούσαν εναντίον των καπιταλιστικών κερδών, δεδομένης της στήριξης των κομμουνιστών και των σοσιαλδημοκρατών στην κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου.

Τον Ιούνη, η κυβέρνηση διέλυσε φασιστικές οργανώσεις, όπως οι «Φλεγόμενοι Σταυροί» και η «Γαλλική Αλληλεγγύη»30. Ωστόσο, η αντιμετώπισή τους παρέμεινε στο νομικό - τυπικό επίπεδο. Από αυτήν την άποψη, είναι χαρακτηριστικό ένα επεισόδιο που σημειώθηκε τον Μάρτη του 1937, όταν το Γαλλικό Κοινωνικό Κόμμα αποφάσισε να πραγματοποιήσει συνάντηση στο εργατικό προάστιο Κλισύ του Παρισιού. Το τοπικό συμβούλιο ζήτησε από την κυβέρνηση την απαγόρευση της συνάντησης, αλλά αυτή αντέτεινε ότι δεν ήταν παράνομη. Τότε, οι τοπικές οργανώσεις του ΚΚΓ αλλά και τμήμα των σοσιαλδημοκρατών διοργάνωσαν αντισυγκέντρωση που δέχτηκε με εντολή του υπουργού Εσωτερικών άγρια αστυνομική επίθεση, με αποτέλεσμα τη δολοφονία 5 αντιφασιστών31.

Οι αστοί πολιτικοί του Λαϊκού Μετώπου δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους αστούς πολιτικούς των φιλοφασιστικών οργανώσεων, τόσο επειδή δεν είχαν συμφέρον να συγκρουστούν ολοκληρωτικά με τμήματα του γαλλικού κεφαλαίου, όσο και γιατί εκείνη την περίοδο προωθούσαν την πολιτική κατευνασμού του φασιστικού άξονα και στροφής των ιμπεριαλιστικών τους βλέψεων προς την Ανατολή και συγκεκριμένα προς την ΕΣΣΔ.

Το ίδιο φανερώθηκε από τη συνολικότερη εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία, όταν ξέσπασε το πραξικόπημα του Φράνκο στην Ισπανία, εισηγήθηκε την πολιτική της μη επέμβασης, που έγινε αποδεκτή και από άλλα καπιταλιστικά κράτη32. Επίσης, δεν κατοχύρωσε νομικά την παραχώρηση ασύλου σε θύματα του ναζισμού, με αποτέλεσμα πολλοί Εβραίοι, κομμουνιστές και άλλοι να μείνουν εγκλωβισμένοι στη Γερμανία33. Μετά την ανάδειξη της κυβέρνησης Νταλαντιέ (Απρίλης 1938), σκλήρυναν ακόμα περισσότερο οι νόμοι εναντίον της μετανάστευσης, με αποτέλεσμα να μπλοκαριστούν Γερμανοί αντιφασίστες και καταδιωκόμενοι από την Ισπανία34. Μάλιστα, όταν ο Φράνκο επικράτησε στην Καταλονία, οι δημοκρατικοί πολίτες και μαχητές που πέρασαν τα σύνορα κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης35.

Αποκαλυπτικό είναι επίσης το γεγονός ότι η αντίδραση της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου στις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις του φασιστικού άξονα συνδυαζόταν με την καταλήστευση των αποικιών. Χαρακτηριστικά, τον Γενάρη του 1937 η κυβέρνηση απαγόρευσε τον «Βορειοαφρικανικό Αστέρα», που πρωτοστατούσε στην αναγνώριση των δικαιωμάτων των Αλγερινών στη Γαλλία. Στη συνέχεια, οι Αλγερινοί εθνικιστές, αφού διαχωρίστηκαν από τους Αλγερινούς κομμουνιστές, προχώρησαν στην ίδρυση του Κόμματος του Αλγερινού Λαού, διεκδικώντας την ανεξαρτησία της Αλγερίας. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, συνελήφθησαν οι σημαντικότεροι ηγέτες τους, ενώ ο Τορέζ (Μάρτης 1939) τάχθηκε ενάντια στην ανεξαρτησία της Αλγερίας, υποστηρίζοντας ότι οι Αλγερινοί δεν ήταν έθνος, αλλά έθνος υπό διαμόρφωση36.

Η κατάρρευση

Τον Απρίλη του 1938, η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου κατέρρευσε και την πρωθυπουργία ανέλαβε ο μέχρι τότε υπουργός Πολέμου Νταλαντιέ. Η νέα κυβέρνηση στηρίχτηκε και πάλι από το ΚΚ, στο όνομα της αποσόβησης του φασιστικού κινδύνου37. Ωστόσο, η πολιτική του κατευνασμού συνεχίστηκε με την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου (Σεπτέμβρης 1938), η οποία παραχωρούσε την Τσεχοσλοβακία στον Χίτλερ και στην οποία αντιτάχτηκε μόνο το ΚΚΓ38.

Τελικά, μετά την υπογραφή του Συμφώνου μη επίθεσης ΕΣΣΔ - Γερμανίας (23 Αυγούστου 1939), το ΚΚ, υποστηρίζοντας ότι ο επερχόμενος πόλεμος θα έχει ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα, ήρθε σε αντίθεση με το σύνολο των αστικών δυνάμεων, ενώ από το ΚΚΓ αποχώρησαν πολλοί βουλευτές, στελέχη και μέλη του39. Εναν περίπου μήνα αργότερα κηρύχτηκε παράνομο40, παρά το γεγονός ότι νωρίτερα είχε υπερψηφίσει τις πολεμικές πιστώσεις41. Ενα πογκρόμ διώξεων και απαγόρευσης των εντύπων του ακολούθησε42. Μέχρι το Μάη του 1940, 6.000 ήταν οι φυλακισμένοι κομμουνιστές, ενώ 15.000 εισβολές είχαν πραγματοποιηθεί σε σπίτια κομμουνιστών ή σε γραφεία και τυπογραφεία του ΚΚΓ. Από τους 35 βουλευτές του, οι 34 (ο Τορέζ είχε διαφύγει στο εξωτερικό) καταδικάστηκαν για τη συνεργασία τους με την ΚΔ σε 5 χρόνια φυλάκισης43.

Στις 5 Ιούνη 1940, τα γερμανικά στρατεύματα πραγματοποίησαν επίθεση από τη γραμμή Μαζινό έως τη Μάγχη. Στις 10 Ιούνη, η κυβέρνηση Ρενό εγκατέλειψε το Παρίσι, έχοντας χάσει τον έλεγχο, ενώ κέρδιζαν έδαφος οι αντίπαλες αστικές δυνάμεις, συσπειρωμένες γύρω από τον στρατάρχη Πετέν. Ουσιαστικά, ο γερμανικός στρατός μπήκε αμαχητί στο Παρίσι στις 14 Ιούνη, ενώ η γαλλική κυβέρνηση συνθηκολόγησε τυπικά στις 2244. Λίγες μέρες νωρίτερα, οι κομμουνιστές είχαν ζητήσει να απελευθερωθούν και να εξοπλιστούν για να πολεμήσουν στην άμυνα του Παρισιού, αλλά η κυβέρνηση δεν αποδέχτηκε το αίτημά τους και μετά την ήττα τους παρέδωσε στους ναζί45.

Μετά τη συνθηκολόγηση, εγκαθιδρύθηκε στις βόρειες και κεντρικές περιοχές της Γαλλίας καθεστώς κατοχής. Στο νότιο τμήμα σχηματίστηκε φιλογερμανική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Πετέν και έδρα το Βισύ. Στις 10 Ιούλη 1940, η ίδια Βουλή που είχε αναδείξει την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου (πλην των κομμουνιστών που είχαν κηρυχτεί έκπτωτοι) υπερψήφισε τον Συνταγματικό Νόμο, που κατοχύρωνε απεριόριστες εξουσίες στον Πετέν. Κατά ψήφισαν μόλις 57 βουλευτές (από τους 544), εκ των οποίων οι 29 του Σοσιαλιστικού Κόμματος (από τους 149)46.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Γκεόργκι Ντιμιτρόφ, «Ο φασισμός», εκδ. «Πορεία», Αθήνα, 1975, σελ. 90.
2. Ο Τσόρτσιλ ανέφερε σε ομιλία του στη Ρώμη: «Αν ήμουν Ιταλός, είμαι σίγουρος ότι θα ήμουν ολόψυχα μαζί σας από την έναρξη της θριαμβευτικής σας πάλης ενάντια στις κτηνώδεις ορέξεις και πάθη του λενινισμού (...) Η Ιταλία έδειξε πως υπάρχει τρόπος καταπολέμησης των ανατρεπτικών δυνάμεων» (L Picknett - C. Prince - S. Prior, «War of the Windsors: A Century of Unconstitutional Monarchy», Mainstream Publishing, Edinburgh, 2002, p.78.)
3. Nigel Jones, «Mosley», Haus Publishing, London, 2004, pp. 130-133.
4. Patrick Weil, «The Sovereign Citizen», University of Pensylvania Press, Philadelphia, 2013, p. 93.
5. Serge Bernstein - Pierre Milza, «Ιστορία της Ευρώπης», τόμ. 3, Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», Αθήνα, 1997, σελ. 90-91.
6. Ντόναλντ Σασούν, «Εκατό χρόνια σοσιαλισμού», τόμ. Α', εκδ. «Καστανιώτης», Αθήνα, 2001, σελ. 179-180.
7. Bernand E. Brown, «French Communism» στο George Schwab, «Eurocommunism: The Ideological and Political-Theoritical Foundations», Aldwych Press, London, 1981, pp. 87-89.
8. Susan Milner, «The Dilemmas of Internationalism», Berg Publishers, Oxford 1990, pp. 231-233.
9. Ton Van der Eyden, «Public Management of the Society», Ios Press, Amsterdam 2003, p. 282.
10. Mary McAuliffe, «When Paris Sizzled», Rowman & Littlefield Editions, New York & London, 2016, p. 128.
11. Roulhac B. Toledano - Elizabeth Z. Coty, «Francois Coty. Fragfrance, Power, Money», Pelican Publishing, Gretna 2009, p. 146.
12. Η «Γαλλική Δράση» υπήρξε πολιτική κίνηση μοναρχικών και καθολικών στα τέλη του 19ου αιώνα, που εξέδωσε ομώνυμη εφημερίδα. Βασικός ιδεολογικός της εκπρόσωπος ήταν ο Σαρλ Μορά. Στη δεκαετία του 1920, η επιρροή της περιορίστηκε εξαιτίας της καταδίκης της από τον Πάπα (Peter J. Bernandi, «Maurice Blonden, Social Catholicism & Action Francaise», The Catholic University of America, Washington, 2009, p. 209), αλλά και της ανόδου φασιστικών οργανώσεων. Παρ' όλα αυτά, προσέφερε το ιδεολογικό - πολιτικό οπλοστάσιο σε όλες τις φασιστικές κινήσεις, ενώ ο Μορά συνεργάστηκε μαζί με άλλα στελέχη της με το καθεστώς του Βισύ.
13. Samuel Kalman, «The extreme right in interwar France», Ashgate Publishing, Hampshire & Burlington, 2008, pp. 4-5.
Ο Βαλουά, όπως και ο Μουσολίνι δεν έδινε φυλετικά χαρακτηριστικά στο φασισμό, ενώ υποστήριζε ότι «εθνικισμός + σοσιαλισμός = φασισμός» (David Renton, «Fascism.
Theory and Practice», Pluto Press, London & Virginia, 1999, p. 23, 28).
14. Στάνλεϊ Πέιν, «Η ιστορία του φασισμού», εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα, 2000, σελ. 412-413.
15. Samuel Kalman, «The extreme right in interwar France», Ashgate Publishing, Hampshire & Burlington, 2008, p. 7.
16. Maurice Larkin, «France since the Popular Front», Oxford University Press, Oxford & New York, 1997, p. 49.
17. Danielle Tartakowsky, «Les Manifestations de rue en France», Publications de la Sorbonne, pp. 277-284.
18. Maurice Larkin, ο.π., p. 50.
19. Ο.π., p. 51 και Ντόναλντ Σασούν, «Εκατό χρόνια σοσιαλισμού», τόμ. Α', εκδ. «Καστανιώτης», Αθήνα, 2001, σελ. 119-120.
20. Rod Kedward, «France and the French at Modern History», The Overlook Press, Woodstock & New York, 2007, pp. 210-211.
21. Martin Evans - Emmanuel Godin, «France 1815-2003», Routledge Editions, & , 2013, p. 106.
Ο Πουσέ διαχώρισε τη θέση του από το Γαλλικό Λαϊκό Κόμμα, αλλά και συγκρούστηκε με τη γαλλική κυβέρνηση έπειτα από την υπογραφή της Συνθήκης του Μονάχου, μιας και η ναζιστική επέκταση στην Τσεχοσλοβακία έπληττε την αυτοκινητοβιομηχανία «Skoda», με την οποία βρισκόταν σε στενή συνεργασία (Jean-Baptiste Duroselle, «France and the Nazi Threat: The Collapse of French Diplomacy», Enigman Books, 2004, p. 298)
22. Eric T. Jennings, «Vichy in the Tropics. Petain's Nation Revolution in Magadascar, Guadeloupe and Indochina», Stanford University Press, 2001, p. 139.
23. Rod Kedward, ο.π., p. 210.
24. Maurice Larkin, ο.π., p. 50.
25. Serge Bernstein - Pierre Milza, «Ιστορία της Ευρώπης», τόμ. 3, Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια», Αθήνα, 1997, σελ. 96.
26. Στάνλεϊ Πέιν, ο.π., σελ. 416.
Ο ηγέτης του Γαλλικού Κοινωνικού Κόμματος Ντε Λα Ρόκε συνεργάστηκε στη συνέχεια για ένα μικρό διάστημα με το καθεστώς του Βισύ, αν και στη συνέχεια προσχώρησε στην αστική αντίσταση και απελάθηκε από την Γκεστάπο.
27. Ντόναλντ Σασούν, ο.π., σελ. 120.
28. Rod Kedward, ο.π., pp. 186-188.
29. Ο.π., p. 215 και Maurice Larkin, «France since the Popular Front», Oxford University Press, Oxford & New York, 1997, pp. 55, 58.
30. Rod Kedward, ο.π., p. 188.
31. Ο.π., p. 212.
32. Ο.π., pp. 204-205
33. Ο.π., pp. 190-191.
34. Ο.π., p. 217.
35. Πασιονάρια (Ντολόρες Ιμπάρουρι), «Απομνημονεύματα», τόμ. 2ος, εκδ. «Ανθολόγιο», χ.χ., χ.τ.ε., σελ. 242-243.
36. Rod Kedward, o.π., pp. 213-214.
37. Julian Jackson, «The Fall of France (The Nazi Invasion of 1940)», Oxford University Press, Oxford & New York, 2003, pp. 115-121.
38. Rod Kedward, ο.π, p. 215.
39. Lynne Taylor, «The Parti Communist Francaise and the French Resistance in the Second World War» στο Tony Judt, «Resistance and Revolution in Mediterranean Europe», Routledge Editions, London & New York 1989, pp. 53-54.
40. Thomas J. Caub, «After the Fall. German Policy in Occupied France», Oxford University Press, Oxford & New York, 2010, p. 112.
41. Lynne Taylor, ο.π, pp. 54-55.
42. William Fortesque, «The Third Republic in France 1870-1940», Routledge Editions, London 2000, p. 232.
43. Rod Kedward, ο.π., pp. 233-234.
44. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1939-1949», τόμ. Β2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 14.
45. Ινστιτούτο Μαρξισμού - Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ, «Κομμουνιστική Διεθνής», εκδ. «Ελεύθερη Ελλάδα», χ.τ.ε., σελ. 495-496.
46. Ειδικό αφιέρωμα της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης στα 70 χρόνια από την ψηφοφορία της 10ης Ιούλη 1940


Του Κώστα ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΥ
Μέλους του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ