Μέσα στην αχλή από την αποσύνθεση της εποχής μας, από ιδέες, αξίες, οράματα, η μορφή του Νίκου Καζαντζάκη, η κοσμοθεωρία του, με αφορμή και τα 142 χρόνια από τη γέννησή του (1883), δίνουν μια ελπίδα. Ήταν ένα φαινόμενο. Δεν υπάρχει έργο στα ελληνικά γράμματα που να συγκρίνεται με αυτό του Ν. Καζαντζάκη, σε έκταση. Κάθε εποχή της ζωής του αξίζει να ερευνηθεί, να γίνει κινηματογραφική ταινία, να γράψουν βιβλία ώστε να μελετήσουν οι νέοι πως τον περασμένο αιώνα γεννήθηκαν άνθρωποι που δοξάζουν τον τόπο μας. Ήταν μεγάλος σκεπτικιστής. Με μία ελπίδα που δεν ήθελε να εξαπατήσει. Τον απασχολούσε πάντα η μοίρα του ανθρώπου. Πίστευε ότι τρία είναι τα καθήκοντά του:
“Το πρώτο είναι το καθήκον που έχει απέναντι στη νόησή του, στο μυαλό που επιβάλλει τάξη στο χάος, διατυπώνει νόμους και χτίζει γεφύρια πάνω από την άβυσσο, ορίζει τα σύνορα της λογικής που πέρα τους δεν επιτρέπεται στον άνθρωπο να περπατήσει.
Το δεύτερο καθήκον του είναι εκείνο που έχει απέναντι στην καρδιά του, που δεν παραδέχεται κανέναν περιορισμό, κανένα όριο, που λαχταράει να διεισδύσει πίσω από τα φαινόμενα και να ενωθεί με κάτι που είναι πέρα από τη νόηση και πέρα από την ύλη.
Το τρίτο καθήκον είναι το να ελευθερωθεί απόλυτα ο άνθρωπος από τον νου όσο κι από την καρδιά του, από τον παμμέγιστο πειρασμό που προσφέρουν και τα δύο με τον τρόπο τους, τον πειρασμό της ελπίδας”.Κάθε έργο του είναι ένα κατόρθωμα. Στην “Ασκητική” του λέει: “Κοιτάζω ήσυχα και καθαρά τον κόσμο”. Με την ηφαιστειακή φύση του “Ζορμπά” εξευτελίζει νόμους και αξίες. Στο “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται” και στον «Καπετάν Μιχάλη» αποκαλύπτεται μια ευαίσθητη ψυχή που παλεύει να σταθεί όρθια ανάμεσα σε εχθρικούς ανέμους. Σε ερώτηση στην Έλλη Αλεξίου, για τη σχέση της αδελφής της Γαλάτειας με τον Ν. Καζαντζάκη, απάντησε: “_Όλες τους οι στιγμές ήτανε λογοτεχνικές, τι γράφουν, τι απήχηση έχουν τα γραφόμενά τους, πώς αντιμετωπίζει το περιβάλλον τα δημιουργήματά τους, αν είναι ορθή η αντιμετώπιση αυτή”. Ο Νίκος δεν μπορούσε να είναι ευχαριστημένος διότι ήταν απαιτητικός και από τον εαυτό του και πολύ πιο απαιτητικός από τους δύο τους που ανήκαν σε άλλου είδους κόσμους. Ο Νίκος ήταν μεγάλων οριζόντων συγγραφέας και οραματιστής. Οι φιλοσοφίες, που τις είχε ξεσκονίσει, δεν τον ικανοποιούσαν διότι καταλάβαινε ότι για να δοθεί σε μια ιδέα πρέπει αυτή να είναι υψηλή. Όταν μια ιδέα είναι της ζωής παρηγορητική αυτό το θεωρεί Πτωχοπροδρομισμό. Ήταν αντίθετος με το ότι η δυστυχία δεν υπάρχει όταν τη συνηθίσουμε, την αγαπήσουμε, τη δούμε σαν συνυπάρχουσα με τον άνθρωπο.
Δεν του άρεσαν αυτά. Ήτανε συμβιβασμοί άρρωστης ψυχής. Ένας άνθρωπος που έχει ένα όνειρο, επιδιώκει το όνειρο. Ένας άνθρωπος που σκοτώνεται για τη λευτεριά δεν παλεύει για τη λευτεριά διότι θα αμειφθεί με τον άλφα ή βήτα τρόπον, αφού σκοτώνεται. Τι κέρδισε ο Μπελογιάννης με τη θυσία του, την εκτέλεσή του; Αυτές τις ιδέες αγαπούσε και ο Καζαντζάκης κι αυτές τις φιλοσοφίες, τις ολοκληρωτικά δοσμένες. Ο Καζαντζάκης - λένε – και έτσι είναι δυστυχώς, δεν ήταν ολοκληρωτικά δοσμένος για μια κοινωνική αλλαγή. Ήταν ολοκληρωτικά δοσμένος στη δημιουργία, εις την άνευ τέλους και άνευ ολοκλήρωσης.
· Βιβλιονέτ, Καζαντζάκης Νίκος.
· Διεθνής Εταιρεία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη (ΔΕΦΝΚ).
· Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, Νίκος Καζαντζάκης.
· Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, Καζαντζάκης Νίκος
· Εκδόσεις Καζαντζάκη (Νίκη Σταύρου).
· Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Νίκος Καζαντζάκης.
· Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Καζαντζάκης Νίκος (54 Παραθέματα).
· Cine.gr, Καζαντζάκης Νίκος.
· Pagina Philologiae, Καζαντζάκης.
Ο πραγματικός Καζαντζάκης
Ο αγνώριστος Καζαντζάκης του Σμαραγδή
(συνειρμικά 10-Ιαν-2021)
Με πηχυαίους τίτλους -από μέρες, αρκετά ΜΜΕ ανήγγειλαν: “Καζαντζάκης“! -Προβάλλεται στον ΑΝΤ1! – Ο σκηνοθέτης μίλησε στο δελτίο ειδήσεων του καναλιού (κλπ) _για την ιστορία: Η ταινία έχει γνωρίσει μεγάλη –εισπρακτική κυρίως, επιτυχία εντός και εκτός (κυρίως) Ελλάδας απέσπασε και βραβεία στο worldfest Φεστιβάλ στο Χιούστον το 2018 (καλύτερης ταινίας, φωτογραφίας, μουσικής και δυο υποψηφιότητες Α’ γυναικείου ρόλου και Β’ ανδρικού –ενώ ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος πήρε βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου Κριτικών Κινηματογράφου
Μάλιστα ο πρόεδρος (Νικ Νίκολσον) –“ειδικός” στα Καζατζάκεια σχολίασε “Λάτρεψα την ταινία” (έλεος!)
Χωρίς να διεκδικήσουμε ειδικότητα κριτικού (αν και πολλές φορές μας έχει καεί η γούνα, όταν πήγαμε σε παραστάσεις θεάτρου ή σινεμά, “καθ’ υπόδειξη”, διαβάζοντας κριτικές –όσο για εκείνες του κοινού, άστο καλύτερα…) αποφασίσαμε να την παρακολουθήσουμε.
(διευκρίνιση) Διατηρώντας το δικαίωμα να προτιμάμε αυτό που λέμε “στρατευμένη τέχνη”
(πρωθύστερα) Ψάχνοντας σήμερα το σχετικό link, πέσαμε σε κουρνιαχτό σχετικών “ειδήσεων” μεταξύ άλλων την … “Καζαντζάκης – ο Σμαραγδής, το σχόλιο της Ακρίτα και η “αισθητική της ξυρισμένης αμασχάλης”
Γενικά συμφωνούμε (στους
τίτλους) με την
(πιο επιεική)
κριτική: Καζαντζάκης
__ Ένα έργο μπερδεμένο,
γεμάτο φιλοσοφικές υπεραπλουστεύσεις και ρηχούς μελοδραματισμούς.
Έτσι κι αλλιώς ο Σμαραγδής (εκτός ίσως από τα πρώιμα χρόνια του -Κελί Μηδέν,
1975 & το Τραγούδι της Επιστροφής, 1983) στα υπόλοιπα –συμπεριλαμβανόμενου
του «Καζαντζάκης» 2017, Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι -2012, El Greco -2007,
Καβάφης 1996 κλπ. στέκεται μάλλον στο φαίνεσθαι.
Και ευτυχώς που δεν είδαμε από την πλευρά του μέχρι τώρα, κανένα φιλμ του
είδους … “Ο Αϊζενστάιν όπως δεν τον ξέρουμε”, με τους έρωτες και τα ταξίδια,
επικεντρώνοντας –όπως ουκ ολίγοι στο “απειλήθηκε
αλλά δεν φυλακίστηκε ποτέ και δεν είδε τη ζωή του να τελειώνει στη Σιβηρία…”
Δεδομένου ότι ο Γιάννης Σμαραγδής “τραβάει” και προφανώς θα συνεχίσει να
βρίσκει κονδύλια για να σκηνοθετεί κατά το δοκούν το ξαναγράψιμο της ιστορίας
επιφανών πατριωτών του, θα μπορούσε –(πχ.) στον (αμετανόητο κομμουνιστή) Μάνο
Κατράκη να αναδείξει την “ηρωική” περίοδο που έπαιζε σέντερ μπακ στον Κεραυνό
Πολυγώνου” ακόμη και στον “Αρχάγγελο της Κρήτης” Νίκο Ξυλούρη, να ανακαλύψει
τον «αδούλωτο οπαδό του ΟΦΗ» (με έτοιμο το σενάριο, που μπορείτε αγαπητοί αναγνώστες
blogνα το βρείτε στο
διαδίκτιο)
Όπως γράφει –πολύ εύστοχα η Δωροθέα Ανδρικάκη «Κάπου ανάμεσα στα αμήχανα τοπία των κακοφτιαγμένων green
screen, στην ενοχλητική τοποθέτηση προϊόντων και την ξεκάθαρα τουριστική
απεικόνιση των έργων και των ταξιδιών του Καζαντζάκη, η ταινία αποδεικνύεται μια εντελώς
επιφανειακή προσέγγιση της κοσμοθεωρίας του σημαντικότερου Έλληνα συγγραφέα τον
οποίο παρουσιάζει σαν μια αφελέστατη καρικατούρα.
Η αφήγηση, γεμάτη
αποσπασματικά στοιχεία από τα βιβλία του (δίκην «επιστημονικής»
προσέγγισης και οπτικής) που μεταφέρονται άτεχνα στη ζωή του, είναι χαοτικά ανακριβής με
αποτέλεσμα θεατές –ειδικά οι
νεώτεροι, που δε γνωρίζουν τίποτα για τη ζωή του να αποχωρούν
(όσοι το δουν μέχρι τέλους) παντελώς πλανημένοι και όσοι ξέρουν κάποια
πράγματα, γεμάτοι σύγχυση
και αμφιβολία.
Εκτός αυτού ο Σμαραγδής, που είχε
ο ίδιος την επιμέλεια του σενάριου –όπως γενικά συνηθίζει …
μήπως και ξεφύγει κανα φάλτσο, γεμίζει το φιλμικό χρόνο με αποφθέγματα, με την
πλέον αντικινηματογραφική σεναριακή ευκολία (δίκην «αφέλειας»).
Η 2η γυναίκα του Ελένη Σαμίου (η πρώτη η Γαλάτεια Αλεξίου τη γλίτωσε,
καθώς επιδεικτικά
απουσιάζει από την ταινία ) υπάρχει μόνο για κάτι παραδουλειές
και για να του δακτυλογραφεί τα βιβλία, ενώ η ακατανόητη προσέγγιση του
Σικελιανού, σε μια προσπάθεια (μπλακ) χιούμορ ως φιγούρα γκροτέσκα -αυτάρεσκου
φαφλατά, που παραπέμπει σε Σαλβατόρ Νταλί δεν επιδέχεται κριτικής.
σσ.
Να θυμίσουμε πως το 1922, έγραψε ο Καζαντζάκης από τη Βιέννη στη Γαλάτεια μια
επιστολή που δείχνει όλη την αγάπη και τον θαυμασμό του γι’ αυτήν:
❝Δεν ξέρω πώς να σου πω, που ντρέπομαι, πως
ποτέ μου δεν σε αγάπησα τόσο βαθιά, τόσο απελπισμένα, όσο τώρα.
Μου λες πως νιώθεις πως είμαι τώρα πολύ μακριά σου. Στον κόσμο εγώ κανένα άλλο
δεν αγαπώ όσο Σένα.
Είσαι η μόνη ατομική υπόσταση, που με συγκινεί έως θανάτου. Αγαπώ ως λες, όλους
τους ανθρώπους, και ακόμα ίσα με τους ανθρώπους και για τον ίδιο λόγο, όλα τα
ζα, τα δέντρα, τ’ άστρα. Όλα τα νιώθω σα συναθλητές, σα μια πομπή ιερή, που
ξεκινά από ένα σκοτεινό σημείο και οδεύει σε ένα άλλο σκοτεινό σημείο. Και
κανένας δεν ξέρει γιατί και τι σημασία έχει όλη τούτη η ταραχή, και αν η πομπή
είναι ψίκι ή ξόδι…
Μα εγώ πάντοτε ανασηκώνουμαι από τη θάλασσα τούτη της ματαιότητας και ρίχνω μια
ματιά σιωπηλή, απελπισμένη στην αόματη πλημμύρα των οργανισμών.
Δεν ξεχωρίζω κανένα πρόσωπο. Ολα είναι πνιμένα στο κίτρινο φως της ματαιότητας.
Δεν ξεχωρίζω πατέρα και αδερφή, μήτε φίλους, μήτε τον εαυτό μου. Μόνο εσένα
ξεχωρίζω.
Και θα ‘θελα να μπορούσα όλη τούτη τη μάταιη, άθλια, ακατανόητη στιγμή να την
κάμω αθάνατη.
Το πρόσωπό Σου θα ‘θελα πάντα να βλέπω αιώνια, να μη χαθεί από τα μάτια σου όλη
η δύναμη, η ζωή, ο έρωτας του προσώπου Σου.
Είσαι το μόνο στέρεο πρόσωπο μέσα στο χάος του Θεού.
Δεν ξέρω πώς να λέω λόγια τρυφερά, δεν ξέρω πώς να σου μιλήσω, για να νιώσεις,
πόσο Σ’ αγαπώ❞.
Όταν ο μεγάλος Jules Dassin το 1957 γύρισε με τα πενιχρά μέσα της εποχής το “ο Χριστός ξανασταυρώνεται” (Celui qui doit mourir –σε δικό του σενάριο με τους Jean Servais, Carl Möhner, Grégoire Aslan κλπ.) πέρα από τη μελέτη του βιβλίου –του οποίου τη φιλοσοφία προσπάθησε, με αρκετή επιτυχία να αναπαράγει, συνεργάστηκε με τους André Obey και Ben Barzman, παλιές καραβάνες της 7ης τέχνης και γερόλυκους σε ιστορικά ζητήματα (στον αντίποδα των αμερικανών της ίδιας περιόδου, που η διαστρέβλωση των ηρώων ήταν κάτι άνευ προηγούμενου –σχεδόν επί τούτου) Στην έκδοση του Σμαραγδή, με το Βούδα συνεχώς παρόντα να πλανιέται κάθε τόσο ως φάντασμα, βλέπουμε έναν Καζαντζάκη να πέφτει στο κρεβάτι με την Ίτκα (Itka Horowitz – “Itka =marxistische Abteilung meiner Seele” = Μαρξιστικό Τμήμα της Ψυχής μου την ονόμασε) και εν μέσω ερωτικής παραφοράς, να λογομαχούν περί Λένιν και Βούδα…
Κάποιος έγραψε επί λέξει “αν οι ταινίες του Σμαραγδή ήταν πάντα κάπως άνευρες ή προβληματικές, αυτή είναι η αφόρητα κακή -εμείς θα προσθέταμε Τραγέλαφος ! __Μετά, τον Κωνσταντίνο Καβάφη και το Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, ήρθε η σειρά του Νίκου Καζαντζάκη. Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για τον σπουδαίο Κρητικό συγγραφέα να γνωρίσει την ατίμωση και τον διασυρμό στα χέρια του”
Το 1924 – ’25, αναλαμβάνει παράνομη πολιτική δράση στο Ηράκλειο, ως (πνευματικός) ηγέτης κομμουνιστικής ομάδας δυσαρεστημένων προσφύγων και παλαίμαχων της μικρασιατικής εκστρατείας, συλλαμβάνεται από την αστυνομία και κρατείται –υποβάλλοντας στην ανακριτική αρχή Ηρακλείου ένα υπόμνημα, όπου συνοψίζει τις πολιτικές του πεποιθήσεις.
Από το 1925 έως το 1929, ταξιδεύει στην ΕΣΣΔ, τη δεύτερη φορά με πρόσκληση της κυβέρνησης για τα δεκάχρονα της επανάστασης. Ακολουθεί και πάλι η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιαπωνία, η Κίνα. “Δεν έρχουμαι για να καταλάβω…. Έρχουμαι για να χορτάσω τις πέντε μου αίστησες. Δεν είμαι κοινωνιολόγος – δόξα σοι ο Θεός ! –μήτε φιλόσοφος, μήτε τουρίστας… Η Κίνα για μένα είναι ένα καινούργιο λιβάδι όπου θα βοσκήσουν οι πέντε μου αίστησες.”
Αυτά έλεγε ο Νίκος Καζαντζάκης στον φίλο του Λιάν-Κε στο πρώτο του ταξίδι στην Κίνα το 1935, που χρονικά συμπίπτει με την αρχή της θρυλικής “Μεγάλης Πορείας”, τις μέρες που ο παλιός κόσμος κατέρρεε και ο καινούργιος μαχόταν να πάρει τη θέση του με τους κομμουνιστές να προελαύνουν από τον Νότο και τους Ιάπωνες να κατευθύνονται προς το Πεκίνο μετά τις ανεπιτυχείς τέσσερις “Εκστρατείες Τελικής Εξόντωσης” του Τσιανγκ Κάι Σεκ εναντίον του “Κόκκινου Στρατού» και της “κυβέρνησης των σοβιέτ” του Κιανγκσί. Και οι πέντε αισθήσεις του μεγάλου ταξιδευτή γέμισαν με την πνευματική τροφή που η απέραντη χώρα της Ανατολής είχε απλόχερα να του προσφέρει. Και η τροφή αυτή μεταλλάχτηκε σε πνεύμα, και ξεχύθηκε μέσα από τη μαγική του πέννα σε χαρτί, για να μείνει αιώνια σε μας η αίσθηση της μαγείας που τον είχε κυριεύσει καθώς ζούσε την καθημερινότητα της Κινέζικης ζωής.
Μιας ζωής άρρηκτα συνδεδεμένης με τη φιλοσοφία τον πολιτισμό και τις παραδόσεις ενός μεγάλου λαού που την εποχή της πρώτης επίσκεψης του Νίκου Καζαντζάκη αναζητούσε ένα καινούργιο δρόμο σε ταραγμένες και δύσκολες εποχές.
27 χρόνια αργότερα και πάλι στην Κίνα
έγραψε: «Εδώ ο τουρίστας
έχει λίγα να δει. Ο άνθρωπος όμως πολλά», αυτοκίνητα, χιλιάδες ποδήλατα και ρικσό
χωρίς τους «ανθρώπους-άλογα». Δεν
υπήρχαν μιζέρια, αθλιότητα, αρρώστιες και διαφθορά, ούτε γυμνά παιδιά, λεπροί
άνδρες και μισόγυμνες γυναίκες στα σοκάκια. Το Πεκίνο ήταν καθαρό! Και μαζί με
τη βρόμα είχαν εξαφανιστεί η χολέρα, ο τύφος και η ευλογιά. Υπήρχαν νοσοκομεία,
σχολεία, ανοικοδόμηση, αγροτική μεταρρύθμιση, ευγένεια και χαμόγελα.
Στα ταξίδια του συνάντησε μανδαρίνους, αρχόντισσες, διανοούμενους, καλλιτέχνες
και πολιτικούς. Γνώρισε τους μεγάλους συγγραφείς Μάο Ντουν και Γκούο Μορούο,
τον γηραιό ζωγράφο Τσι Παϊσί, που είχε τιμηθεί, όπως και ο ίδιος, με το Βραβείο
Ειρήνης, τον σπουδαίο ηθοποιό της Όπερας του Πεκίνου Μέι Λανφάν και τον Χου Σι,
τον κίτρινο Ψυχάρη, όπως τον αποκαλούσε, εξαιτίας των αγώνων του για την
επικράτηση της ζωντανής γλώσσας του λαού.
Ο Καζαντζάκης είδε με ενθουσιασμό το κινεζικό εγχείρημα και εκφράστηκε με
θαυμασμό για τους αγώνες των Κινέζων κομμουνιστών για την ελευθερία τους και τα
θετικά βήματα της κυβέρνησής τους.
«Η Δύση είναι σάπια, δεν είμαι
Ευρωπαίος, το μέλλον ανήκει στην Ανατολή», πίστευε.
Η αγάπη του για τη χώρα ήταν τόση που τον έκανε να επιθυμεί να ζήσει μερικά
χρόνια στο Πεκίνο, επιθυμία που θα πραγματοποιούνταν αν δεν προλάβαινε ο
θάνατος…
Το τελευταίο βράδυ, στην Καντόνα, νιώθοντας ότι δεν θα ξανάβλεπε τη χώρα που
τόσο αγαπούσε, έγραφε θλιμμένος: «Αποχαιρέτα
την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις…»
(Ελενα Αβραμίδου Αναπληρώτρια καθηγήτρια Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο
Πεκίνου).
Ξαναγυρνώντας στην ΕΣΣΔ: Ο Καζαντζάκης εκφράζεται με ιδιαίτερη συγκίνηση από την πρώτη στιγμή που την επισκέπτεται το 1919, όντας επικεφαλής (ως γενικός διευθυντής του υπουργείου Περιθάλψεως που τον είχε διορίσει ο Ελ. Βενιζέλος) μιας ελληνικής αποστολής με σαφέστατο αντικομμουνιστικό χαρακτήρα, για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων του Καυκάσου.
Το 1920 παραιτείται από τη θέση του στο υπουργείο και από το 1925 έως το 1930 ταξιδεύει άλλες τρεις φορές στη χώρα των Σοβιέτ, είτε ως απεσταλμένος εφημερίδας, είτε με πρόσκληση της σοβιετικής κυβέρνησης, γράφοντας και δημοσιεύοντας τις εντυπώσεις του.
Στο βιβλίο του «Ταξιδεύοντας: Ρουσία», ο Καζαντζάκης καταγράφει τις εντυπώσεις και τις εμπειρίες του από αυτά τα ταξίδια και στέκεται με μεγάλο θαυμασμό απέναντι στις προσπάθειες που γίνονται στην Παιδεία.
Βέβαια δεν υιοθετεί την κομμουνιστική ιδεολογία και γι’ αυτό στο βιβλίο του διατυπώνονται κρίσεις και ερμηνείες βαθιά επηρεασμένες από την ιδεαλιστική κοσμοθεωρία του. Αυτή όμως η απόστασή του από την κομμουνιστική ιδεολογία αυξάνει τη βαρύτητα της μαρτυρίας του.
Θέλουμε να βγάλουμε πολεμιστές
Σε ένα ολόκληρο κεφάλαιο ο Καζαντζάκης μιλάει για τα σοβιετικά σχολεία με τίτλο «Το Ερυθρό Σκολειό» και καταγράφει (οι υπότιτλοι και οι υπογραμμίσεις δικές μας):
«Μου
αρέσει να γυρίζω στα ερυθρά σχολειά και να μιλώ με τους δασκάλους – άλλοι νέοι,
χυμένοι στο ίδιο καλούπι: σύρριζα κομμένα μαλλιά, μπλούζα με πέτσινη ζώνη,
αψηλά ποδήματα.
Δεν ξέρουν πολλές θεωρίες και
συχνά τ’ αδιάκριτα πνεματικά ρωτήματά μου τους νευριάζουν.
Δε σπούδασαν σε ανώτατες
σχολές, δεν είχαν καιρό, πολεμούσαν. Η περίσσια μάθηση για τη σημερινή αποστολή τους δεν τους
χρειάζεται, ίσως να ‘ναι κι επικίντυνη πολυτέλεια. Ο,τι τους χρειάζεται είναι ο
ενθουσιασμός, η ιερή φλόγα, να ζουν άμεσα την ιστορική στιγμή που περνούμε και
να εχτελούν το άμεσο χρέος.
Ένας δάσκαλος, βαριεστημένος από τα ρωτήματά μου, μου ‘λεγε:
– Εμείς
δε θέμε να βγάλουμε σοφούς, θέμε να βγάλουμε πολεμιστές. Τούτη η γενιά που
βλέπετε να κάθεται στα θρανία και να φωνάζει στην αυλή, έχει ορισμένη άμεση
αποστολή: να πολεμήσει. Την εξοπλίζουμε λοιπόν. Της χρειάζουνται, για να
εχτελέσει τον προορισμό της, να ‘ναι σωματικά γερή, να ξέρει να χρησιμοποιεί
τις φονικές δυνάμες, να κυβερνάει μηχανές, να προχωράει χωρίς λοξοδρομίες ή
δισταγμούς στο σκοπό της. Υπερβολικές νοητικές ανάλυσες και ψιλοκοσκινίσματα,
διανοητικά μπιχλιμπίδια, γνώσες που δεν μπορούν αμέσως να μετασχηματιστούν σε
όπλα αμυντικά ή επιθετικά, δε μας χρειάζουνται – και μη με ρωτάτε.
Σε όλα τα σκολειά που πήγα, ανάσανα τον αγέρα αυτόν της πολεμικής ετοιμασίας.
Η νέα γενεά που αναθρέφεται σήμερα στα σοβιετικά σκολειά θα παίξει, είμαι
βέβαιος, φοβερό, πολεμικότατο ρόλο στο άμεσο μέλλον.
Ο Λένιν άνοιγε και στον τομέα τούτον το
δρόμο που ακολουθάει με φανατισμό και πίστη η ρούσικη παιδεία: «Κι η παραμικρότερη ενέργεια του σκολειού και το
παραμικρότερο βήμα στην ανατροφή και στη μόρφωση πρέπει αδιαχώριστα να ‘ναι
ενωμένα με την πάλη των τάξεων».
Κι ένας άλλος αρχηγός, ο Κεμένεφ, κηρύχνει: «Ο
ερυθρός στρατός των δασκάλων πρέπει ένα και μόνο σκοπό να ‘χει: Να μετατρέψει
το σκολειό σε όπλο του Προλεταριάτου».
Στο έργο συμπυκνώνονται οι εντυπώσεις και
οι εμπειρίες του Καζαντζάκη από τη Σοβιετική Ένωση. Κεντρικό πρόσωπο είναι ένας
νέγρος, ο Τόντα-Ράμπα· το όνομά του στα εβραϊκά σημαίνει «ευχαριστώ».
Τον πλαισιώνουν επτά ακόμη χαρακτήρες, με διαφορετική καταγωγή και πολιτισμικό
υπόβαθρο: ο Σουκι, ένας Κινέζος γερο-δάσκαλος· ο Αμίτα, ένας Γιαπωνέζος γέρος
ποιητής· η Πολωνοεβραία Ραχήλ (λογοτεχνική persona της Ραχήλ Λιπστάιν, φίλης
του Καζαντζάκη από τα χρόνια του Βερολίνου)· ο Κρητικός Γερανός _“Γερανός”
είναι ένα από τα ψευδώνυμα του Καζαντζάκη· ο Αζάντ, ένας Αρμένης γέρος εργάτης·
και ο Άνθρωπος με τις μεγάλες μασέλες.
Όλα αυτά τα πρόσωπα έρχονται στην ΕΣΣΔ από διάφορους τόπους, πηγαίνουν πρώτα
στο Αστραχάν για να παρακολουθήσουν ένα Ανατολικό Συνέδριο και κατόπιν στη
Μόσχα, όπου γιορτάζεται η επέτειος της Επανάστασης με λαμπρές παρελάσεις.
Στο τέλος, ο Τόντα-Ράμπα, που έχει πάει να προσκυνήσει στο Μαυσωλείο του Λένιν,
έχει ένα όραμα πύρινης καταστροφής: μετά την κάθαρση του παλαιού κόσμου, βλέπει
τους σπόρους κάτω από τη γη να ζωντανεύουν από τη βροχή και να σχηματίζουν τη
μορφή του Λένιν.
Γράφεται στα γαλλικά το 1929 στο Γκόττεσγκαμπ, και δημοσιεύεται σε περιοδικά με
τον αρχικό τίτλο Moscou a crié =Η κραυγή της Μόσχας.
Αντί επιλόγου:
Ο κάθε Γιάννης Σμαραγδής –ανάλογα που φτάνει το μπόι του, μπορεί να κάνει μια
κακή ταινία για τον Καζαντζάκη, αλλά δεν δικαιούται τον τραγέλαφο, αυτού που
δεν είναι ο “Καζαντζάκης”.
Ο κινηματογράφος -ο ελληνικός κινηματογράφος, γιατί ο ξένος μάλλον δεν θα τα καταφέρει, χρωστάει μια σωστή ταινία στον μεγάλο στοχαστή
Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη
__Μυρτιά Ηρακλείου
τον έστιψε κι έβγαλε την καλύτερη σταγόνα που έχουμε.
Κι αν ακόμη αρνηθείς όλο του το έργο, μένει ο ίδιος ο άνθρωπος”
—Ο Αλέξης Μινωτής για τον Νίκο Καζαντζάκη Δεν υπάρχει άλλος Νεοέλληνας συγγραφέας που να έχει τόσο πολύ υβρισθεί, προπηλακισθεί, διαβληθεί, συκοφαντηθεί, για διάφορα ζητήματα, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης.
Ουδένα αυτός ο άνθρωπος έβλαψε.
Και, όμως, κατά περιόδους όλοι απάνω του επέπεσαν.
Γύρω από τον Καζαντζάκη πλέκτηκε μια τερατώδης μυθολογία, για ό,τι έκανε και για ό,τι δεν έκανε, για ό,τι έπρεπε να κάνει και δεν το έκανε και ούτω καθ' εξής.
Σαν να τον είχαν βάλει κάτω από μικροσκόπιο.
Και έβλεπαν ό,τι ήθελαν να βλέπουν και έλεγαν ό,τι ήθελαν να πουν.
— Πάτροκλος Σταύρου
Νίκος Καζαντζάκης:
“Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, είναι ένας αργάτης
που πεινάει, δουλέβει κ’ εξανίσταται”
- Το 1924 – ’25, ο Καζαντζάκης αναλαμβάνει παράνομη πολιτική δράση στο Ηράκλειο, ως πνευματικός ηγέτης μιας κομμουνιστικής ομάδας δυσαρεστημένων προσφύγων και παλαίμαχων της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Εξαιτίας της ανάμειξής του, συλλαμβάνεται από τις αστυνομικές αρχές της πόλης και κρατείται για ένα εικοσιτετράωρο. Στη συνέχεια, υποβάλλει στην Ανακριτική Αρχή Ηρακλείου ένα υπόμνημα, όπου συνοψίζει τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Το κείμενο δημοσιεύεται στη Νέα Εφημερίδα Ηρακλείου, με τίτλο “Ομολογία Πίστεως” (16.2.1925). Από το 1925 έως το 1929, ταξιδεύει στην ΕΣΣΔ, τη δεύτερη φορά με πρόσκληση της κυβέρνησης για τα δεκάχρονα της επανάστασης. Εκεί θα γνωρίσει τον Μπαρμύς, τον Ιστράτι και τον Γκόρκι. Με τον Ιστράτι θα ταξιδέψουν στη χώρα των Σοβιέτ. Ο Καζαντζάκης θα φέρει τον Ιστράτι στην Αθήνα για να τον γνωρίσει στο ελληνικό κοινό. Στις 11 Ιανουαρίου του 1928, ο Καζαντζάκης και ο Ιστράτι θα μιλήσουν σε μια μεγάλη συγκέντρωση στο θέατρο “Αλάμπρα” υπέρ της ΕΣΣΔ. Οι ομιλίες προκαλούν διαδήλωση και ο Καζαντζάκης με τον Γληνό απειλούνται με μήνυση ως διοργανωτές. Ο δε Ιστράτι απειλείται με απέλαση. Τα ταξίδια στη Ρωσία εκδόθηκαν σε δύο τόμους. Ακολουθεί και πάλι η Γαλλία, η Ισπανία (όπου κάλυψε δημοσιογραφικά τον εμφύλιο ως ανταποκριτής της “Καθημερινής”), η Ιαπωνία, η Κίνα και η Αγγλία, όπου τον βρίσκει ο πόλεμος. Την Κατοχή θα την περάσει στην Αίγινα και με την απελευθέρωση θα επιχειρήσει τη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής ομάδας.
- Αν στην Ελλάδα ο Καζαντζάκης δεν καταφέρνει να εκλεγεί ακαδημαϊκός, στο εξωτερικό η φήμη του εξαπλώνεται ραγδαία την τελευταία δεκαετία της ζωής του. Οι μεταφράσεις των έργων του σε ευρωπαϊκές και μη γλώσσες πυκνώνουν, δράματά του μεταδίδονται από ευρωπαϊκούς ραδιοφωνικούς σταθμούς ή ανεβαίνουν σε ευρωπαϊκά θέατρα, ο Ζορμπάς παίρνει το βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος στη Γαλλία (1954), ο Στάνφορντ αφιερώνει στην Οδύσσεια ένα κεφάλαιο του βιβλίου του για το θέμα του Οδυσσέα. Επίσης, ο Ζυλ Ντασσέν μεταφέρει στον κινηματογράφο το «Χριστός Ξανασταυρώνεται» και η ταινία προβάλλεται με επιτυχία στο φεστιβάλ των Κανών (1957), αλλά δε θα του δοθεί ποτέ το Νόμπελ, παρά το γεγονός ότι προτάθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών το 1946.
- Το 1953, η Εκκλησία της Ελλάδος ζητά το διωγμό του Καζαντζάκη για ορισμένα αποσπάσματα του “Καπετάν Μιχάλη” και για τον “Τελευταίο Πειρασμό”, προτού ακόμη το μυθιστόρημα εκδοθεί στην Ελλάδα. Την επόμενη χρονιά, ο Πάπας αναγράφει τον “Τελευταίο Πειρασμό” στον Κώδικα Απαγορευμένων Βιβλίων (Index). Πολλοί διανοούμενοι και φορείς υπερασπίζονται τον συγγραφέα, που τηλεγραφεί στο Βατικανό τη φράση του Τερτυλλιανού “Στο δικαστήριό σου, Κύριε, κάνω έφεση”. Τελικά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θέτει τέρμα στις φήμες και τις αιτήσεις περί αφορισμού, λέγοντας ότι το ζήτημα εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Εκκλησίας της Κρήτης.
-
“Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, όπως συχνά Σού ‘γραψα, είναι
ένας αργάτης που πεινάει, δουλέβει κ’ εξανίσταται. `Ενας αργάτης που μυρίζει
καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυμίες και δίψα εκδίκησης. Είναι
σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς με προβιές στα πόδια, με διπλό τσεκούρι
στη δερματένια ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες που
πεινούν και γκρεμίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασμένων κι αρπάζει τα
χαρέμια των ανίκανων. Είναι σκληρός ο Θεός μου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς
συμβιβασμούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι
ένα”…Στο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου "Νίκος
Καζαντζάκης" -ένας τραγικός (ανεξαρτήτως συμφωνίας ή μη με το συνολικό
περιεχόμενο) αναφέρει:
Ο Καζαντζάκης είχε μια κακή συνήθεια: δεν αλάφρωνε ποτέ τα γραφτά του, ούτε και τη ζωή του, από τα περιττά. Έτσι πέρασε τα σύνορα της παιδικότητας και της εφηβείας και μπήκε, σαν γέρος καμπουριασμένος παρ’ όλα τα νιάτα του, στη ζωή, κουβαλώντας στις πλάτες του το οικογενειακό του δράμα.
Το να υποτάξεις το υλικό "Καζαντζάκης", να του δώσεις μια συνοχή, παρ’ όλη την αέναη επανάληψή του, είναι άθλος.
Το τι πίκρες μου στοίχισε αυτός ο άνθρωπος, τι προβλήματα συνείδησης, τι αγωνίες κι αμφιταλαντεύσεις για να κρατιέμαι πάντα στον ίσιο δρόμο, να μείνω ανεπηρέαστη, αληθινή και συνεπής, δεν λέγεται. Ήρθανε στιγμές που αγαναχτούσα για ό,τι ένιωθα μόνο από διαίσθηση χωρίς να μπορώ να το αποδείξω. Και σαν ανακάλυπτα ότι θα στήριζε και θα δικαίωνε ξεκάθαρα την άποψή μου, αντί για ικανοποίηση αισθανόμουνα συντριβή.
Ένας τραγικός –να τι ήταν ο Καζαντζάκης–, "ένας ακροβάτης πάνω απ’ το χάος", όπως αυτοχαρακτηρίζεται, άσπλαχνος για την ανθρωπότητα, άσπλαχνος για τον εαυτό του, που ’χε φυλάξει όμως μπόλικη ασπλαχνιά και για τον μελετητή του. Στην πρώτη και μεγαλύτερη μούσα του τη Γαλάτεια, από τη Γερμανία, εντάσσοντας, με υπέροχο ποιητικό τρόπο, την εργατική τάξη, στον ιδιότυπο, καθαρά προσωπικό του "μεσσιανισμό" γράφει:❝Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, όπως συχνά Σού ‘γραψα, είναι ένας αργάτης που πεινάει, δουλέβει κ’ εξανίσταται. Ένας αργάτης που μυρίζει καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυμίες και δίψα εκδίκησης.
Είναι σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς με προβιές στα πόδια, με διπλό τσεκούρι στη δερματένια ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες που πεινούν και γκρεμίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασμένων κι αρπάζει τα χαρέμια των ανίκανων.
Είναι σκληρός ο Θεός μου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς συβιβασμούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι ένα❞.
Δείτε
Λιλή Ζωγράφου, η ασυμβίβαστη που όρθωσε το ανάστημά της σε
πρέπει και επιταγές
(ΚΟΜΕΠ)Λιλή Ζωγράφου, η ασυμβίβαστη που όρθωσε το ανάστημά της σε πρέπει και επιταγές
Ο Νίκος Καζαντζάκης βρίσκεται στη Ρωσία το 1919, ως Γενικός Διευθυντής του υπουργείου Περιθάλψεως, επικεφαλής στον επαναπατρισμό Ελλήνων από τον Καύκασο, με αρνητική προφανώς διάθεση προς το σοσιαλισμό. Το 1922 όμως γνωρίζει κατά το πέρασμά του από Αυστρία και Γερμανία τις σοσιαλιστικές ιδέες. Ο ίδιος περιγράφει σε επιστολές του προς τη Γαλάτεια Καζαντζάκη την εξαθλίωση των φτωχότερων στρωμάτων και τον επαναστατικό αναβρασμό στις δύο αυτές χώρες και την ενημερώνει: “Εδώ έρχομαι σε επαφή με όλη τη διανοούμενη Γερμανία … ένας θαυμαστός πολεμικός όμιλος ανθρώπων, κυρίως παιδαγωγών, που επιζητούν την ολική αναμόρφωση του Σχολείου, όχι να αλλαχτεί η μέθοδο, μα ν’ αλλαχτεί ο σκοπός της παιδαγωγικής. Είναι όλοι κομμουνιστές και άκροι σοσιαλιστές … Είμαι μέλος του συνδέσμου”.
Το 1925 βρίσκεται ξανά στην ΕΣΣΔ ως απεσταλμένος της εφημερίδας “Ελεύθερος Λόγος” και την ίδια χρονιά προσεγγίζει στο Ηράκλειο Κρήτης μια ομάδα κομμουνιστών, κυρίως πολεμιστών της Μικράς Ασίας και θυμάτων πολέμου. Τον Οκτώβρη του 1927, προσκαλείται από τη σοβιετική κυβέρνηση στα δεκάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης και ανταποκρίνεται. Η περιγραφή από τον ίδιο της επετειακής παρέλασης δείχνει τη συναισθηματική του προσέγγιση με το σοσιαλισμό: “Κύματα πηχτά, απανωτά, καταφθάνουν το πεζικό, το πυροβολικό, οι ναύτες της Βαλτικής και της Μαύρης Θάλασσας … Έπειτα η καταπληκτική, ατέλειωτη παρέλαση του λαού, από τις τρεις πλευρές της γιγάντιας πλατείας ξεχύνονται τρεις βαθυκίνητοι κόκκινοι ποταμοί … Σε ένα κάρο μια μεγάλη υδρόγεια σφαίρα, περισφιγμένη με αλυσίδες, κι ένα παιδί τις χτυπάει με ένα σφυρί και τις συντρίβει … Κοιτάζω γύρω μου, όλοι κλαίνε, δε βλέπω τίποτα, τα μάτια μου και μένα είχαν θαμπώσει … Πόση ώρα βάσταξε το θεϊκό μεθύσι; Πόσους αιώνες; Ετούτη στάθηκε η δεύτερη μέρα, η πιο αψηλή της ζωής μου … Ορκίστηκα να μην ανέχουμαι πια τους ανθρώπους ν’ αδικούν”. Τότε, γνωρίζει τον Ελληνορουμάνο συγγραφέα Παναΐτ Ιστράτι και μαζί σχεδιάζουν μια διεθνή εκστρατεία προβολής του σοσιαλισμού και στο πλαίσιό της, φτάνουν στην Αθήνα, μιλούν στη συγκέντρωση που προαναφέραμε η οποία εξελίσσεται σε πορεία προς την Ομόνοια υπό το άκουσμα της “Διεθνούς”, περιοδεύουν στο σανατόριο “Σωτηρία” όπου αντιπαραβάλλουν την τραγική κατάσταση των φυματικών στην Ελλάδα με το σύστημα υγείας στην ΕΣΣΔ, ενώ μόνος του ο Ιστράτι πηγαίνει στο ορυχείο του Λαυρίου και συνομιλεί με τους εργάτες. Αργότερα μιλάει στο Α΄ Συνέδριο της Εργατικής Βοήθειας της Ελλάδας. Ο Νίκος Καζαντζάκης επιστρέφει στη Σοβιετική Ένωση τον Απρίλη του 1928, διασχίζει όλη σχεδόν την ενδοχώρα της, ολοκληρώνει το ταξίδι ένα χρόνο αργότερα και φαίνεται πια αποστασιοποιημένος από το σοσιαλισμό.
Κομμουνιστής ο
Νίκος Καζαντζάκης;
Μια μέρα η εργαζόμενη τούτη
αδικούμενη μάζα θα καταλάβει την εξουσία
“Πιστεύω πως το αστικό καθεστώς είναι ανίκανο πια να ρυθμίσει τις σύγχρονες ανάγκες κι ανησυχίες του κοινωνικού συνόλου. Οικονομικώς στηρίζεται στη ληστρική ατομική οργάνωση της παραγωγής και στην άνιση κατανομή του πλούτου. Κοινωνικώς δεν υπάρχει πια καμιά ηθική που να στηρίζει τις σχέσεις των ανθρώπων. Πολιτικώς η άρχουσα τάξη διαχειρίζεται την πολιτική εξουσία προς όφελός της, εις βάρος της μεγίστης πλειοψηφίας του λαού και αποδείχνεται μάταιη κάθε αλλαγή προσώπων ή θεσμών. (...) Η αστική τάξη γκρέμισε τη φεουδαρχία, απέδωκε - σε θαυμαστή ποσότητα και ποιότητα - ό,τι μπόρεσε στη σκέψη, στην τέχνη, στην επιστήμη και στην πράξη. Τώρα διαγράφει τη μοιραία καμπύλη προς τα κάτω. Ποια τάξη θα διαδεχτεί το αστικό καθεστώς; Ακλόνητα πιστεύω η τάξη των εργαζομένων: Εργάτες, αγρότες και πνευματικοί παραγωγοί” _ “Ομολογία Πίστεως”, 16-Φεβ-1925.
Μετά την αποφυλάκισή του, σε διευκρινιστικές της “Ομολογίας Πίστεως” επιστολές του προς τη “Νέα Εφημερίδα” του Μουρέλλου, τον Φεβρουάριο του 1925, ο Καζαντζάκης γράφει: “Ολοι όσοι πονούμεν τον άνθρωπον έχομεν χρέος α) να μην ανεχώμεθα πλέον την αδικίαν και την ανηθικότητα της συγχρόνου κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής, β) να διασώσωμεν και να τονίσωμεν το δικαίωμα το οποίον έχει ο λαός να θέλη να βελτιώση την θέσιν του. Και όχι μόνον το δικαίωμα αλλά και την δύναμιν να υψώση το επίπεδον της όλης ζωής του. Σκοπός μας είναι να δημιουργήσωμεν μίαν ανωτέραν ηθικήν, να φέρωμεν δικαιοσύνην εις τον κόσμον, να δώσωμεν βαθυτέραν έννοιαν εις την αρετήν, εις την τιμήν, εις την ανθρωπότητα”.
Πρώτη επιστολή
“…
Ζούμε την κρίσιμη στιγμή όπου ένας
κόσμος σαπίζει. Δεν υπάρχει καμμία πίστις που να συνενώνει όλες τις
ατομικές προσπάθειες σε μια συνολική ανώτερη κατεύθυνση. Δεν υπάρχει πειθαρχία
σε κανένα πανανθρώπινο σκοπό - γι' αυτό επικρατούν αμείλικτος ο ατομισμός, το μίσος, ο πόλεμος,
υπερτροφούν όλες οι κατώτερες ορμές του ανθρώπου, ο άνθρωπος για τον άνθρωπο γίνεται λύκος. Όλα αυτά είναι συμπτώματα
αποσυνθέσεως. Πάντοτε έτσι
αποσυνετέθησαν οι κυρίαρχες τάξεις στις παραμονές της εξαφάνισής των. Και
πάντοτε βρέθηκαν αγαθοί ιδεολόγοι που πρότειναν φάρμακα αναγεννήσεως και
σωτηρίας. Και πάντοτε απέτυχαν, γιατί παρέβλεψαν τον μεγάλο, απαράγραπτο νόμο
που επιβάλλει σε κάθε οργανισμόν να αποδώση, σε ωρισμένη χρονική περίοδο, ό,τι
μπορεί και ύστερα να εξαφανιστεί, λίπασμα για το ερχόμενο φύτρο. Ετσι και
σήμερα πολλοί ιδεολόγοι και ηθικολόγοι προτείνουν: Η μόνη σωτηρία είναι να
γυρίσωμε στην παληά απλότητα, να ξαναζωντανέψωμε τη χριστιανική ηθική, να
σταματήσωμε την ατιμία. Ενα μονάχα λησμονούν: Πως η ζωή δεν γυρίζει πίσω και
πως η κορύφωσις της ατιμίας είναι το απαραίτητο προαπαιτούμενο της μελλούμενης
αρετής. Γιατί μονάχα η αποκορύφωση της ατιμίας γίνεται αιτία να εξοντωθεί ο
σαπημένος οργανισμός που τη γέννησε αναγκάζοντας να ξεσπάση η αγανάκτησις, η
δικαιοσύνη, η οργή του λαού που ατιμάζεται και υποφέρει.
Η τάξη που ατιμάζεται σήμερα και υποφέρει είναι - όπως πάντα - η άμεσος υπό την κυρίαρχη τάξη εργαζόμενη ανθρώπινη μάζα. Η τάξη τούτη πρώτα άρχισε - προ ενός αιώνος - να παραπονείται και να κλαίει, ύστερα άρχισε να επικαλείται υψηλές ηθικές αρχές φιλανθρωπίας και δικαιοσύνης - του κάκου. Τέλος έννοιωσε πως μήτε ο θρήνος, μήτε η ηθική των αστών (δηλ. η οργανωμένη ανηθικότητα) δεν θα τη σώσουν. Αρχισε να συναισθάνεται πως μοιραίως, από ιστορική ανάγκην είτε θέλουν οι αστοί είτε δεν θέλουν, είτε ελεούν είτε δεν ελεούν - μια μέρα η εργαζόμενη τούτη αδικούμενη μάζα θα καταλάβει την εξουσία. Και από τότε άρχισε να οργανώνεται και να ετοιμάζεται. Ζούμε τη μεταβατική περίοδο όπου μια τάξη σάπισε, μα διατηρεί ακόμη δυνατή την οργάνωσή της και δεν δέχεται να χαθή. Και μια άλλη τάξη - απείρως πολυπληθέστερη - έλαβε συνείδηση της δυνάμεώς της μα δεν είναι ακόμη άρτια ωργανωμένη και έτοιμη για τη διακυβέρνηση του κόσμου. Ζούμε, με μια λέξη, ένα "Μεσαίωνα". Η μοίρα της γενεάς μας και ίσως πολλών ακόμη γενεών - δεν είναι η ειρήνη, η συμφιλίωση, η άνθιση του νέου πολιτισμού, αλλά ο πόλεμος, το μίσος, οι σπασμωδικές αγωνίες, αντινομίες και σκαιότητες του πολιτισμού που γεννάται. Η νέα ηθική δεν είναι ποτέ γέννημα της φαντασίας ή της καρδίας ενός κοινωνικού αναμορφωτού και ιδεολόγου. Πηγάζει από τις βαθύτατες ψυχικές και υλικές ανάγκες ενός νέου συνόλου. Οποιος μάχεται σήμερα να πείση τους αστούς να γυρίσουν στη χριστιανική ηθική, είναι μονάχα αγαθός ονειροπόλος. Οι αστοί δεν πείθονται. Η ηθική, δηλ. το σύστημα των κανόνων που διέπουν τας σχέσεις των ανθρώπων εντός του κοινωνικού συνόλου, είναι πάντοτε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση της τάξης που κυριαρχεί και επιβάλλει τη σφραγίδα της σε όλες τις εκδηλώσεις - ηθικές, νομικές, οικονομικές, πνευματικές - της κοινωνικής ζωής”.
Δεύτερη επιστολή
“Ετσι
κοιτάζοντας το σύνολο και τοποθετώντας την εποχή μας, βλέπομε ποιο είναι το σύγχρονο
χρέος μας: Μίσος, πόλεμος χωρίς έλεος, χωρίς συμβιβασμό στην τάξη που την εποχή
τούτη έλαχε ν' αποτελεί την αντίδραση, την αδικία, την ανηθικότητα - στην τάξη
των αστών. Εκαμαν το χρέος τους, τώρα γενήκαν εμπόδια στο πνεύμα. Το μίσος
τούτο είναι το μόνο μέσο για να φτάσομε στην πλατύτατη αγάπη προς τον άνθρωπο:
Μόνο μισώντας ανένδοτα θα ρίξομε όλη τη σύγχρονη οργάνωσι του κακού.
Ποτέ δεν πρέπει να το ξεχνάμε: Μπαίνομε, μπήκαμε πια σ' ένα Μεσαίωνα - πρέπει οι ετοιμασίες μας νάναι ετοιμασίες
πολεμιστών. Γιατί ο άμεσος σκοπός μας είναι να πολεμήσωμε, να ρίξωμε τη
φοβερή τούτη οργάνωση του κακού. Αργότερα, οι άλλες γενεές θα χαρούν ειρηνικά
ό,τι εμείς με αγώνα, με δάκρυα σπέρνομε. Σήμερα, είτε το νοιώθομε είτε μη, ο
άνεμος του ολέθρου φυσά και καθαρίζει τη γης - ας πάμε μαζί του! Ανατροπή για ν' ανανεωθή ο κόσμος.
"Εκπύρωση" όπως έλεγαν οι
αρχαίοι Στωικοί, να ποιο είναι το πρώτο χρέος κάθε σκεπτόμενου σήμερα μέσα σε
τόσο ανήθικο κι απέλπιδο χάος. Έτσι, απαράλλακτα έτσι, εσκέπτοντο κι οι πρώτοι
Χριστιανοί κάτου στις κατακόμβες - γύρω από τους λίγους πιστούς ακολάσταιναν
και αδικούσαν τα πλήθη της ειδωλολατρείας. Κι οι πρώτοι πιστοί μαζωμένοι γύρα
από τις λιτές "αγάπες" της όπως οι σημερινοί "Σύντροφοι"
ένοιωθαν στην καρδιά τους το μίσος εναντίον του Κακού και τη βαθύτατη εντολή να
κηρύξουν σ' όλη της γης, ας είναι και με τη βία, την Αγάπη”.
Τρίτη επιστολή
“Να πλάσουμε έναν πιο δίκαιο και ηθικό κόσμο, όπου η υλική ευδαιμονία θα είναι το μέσον για την ψυχική και πνευματική χειραφέτηση του ανθρώπου” (Απολογία).
“Η πραγμάτωση του σοσιαλισμού, δηλαδή του κοινωνικού συστήματος που καταργεί την
εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπό με τη μετατροπή της κεφαλαιοκρατικής
ιδιοκτησίας σε κοινωνική» (Πολιτικό πρόγραμμα του Σοσιαλιστικού Μανιφέστου,
που έγραψε ο ίδιος). Στην «Ασκητική», δημοσιευμένη το 1927 στην “Αναγέννηση”
του Γληνού, γράφει: “Οι νέοι "σωτήρες" είναι η τάξη των
"χερομάχων": Σήμερα "ο θεός είναι αργάτης, αγριεμένος από τον
κάματο, από την οργή κι από την πείνα"”. “Σωτηρία θα πει να λυτρωθείς απ' όλους τους σωτήρες. Αυτή 'ναι η
ανώτατη λευτεριά, η πιο αψηλή, όπου με δυσκολία αναπνέει ο άνθρωπος. Αντέχεις;”. “Η ζωή μας είναι λίγη. Στην ορισμένη
γραμμίτσα που διαθέτουμε ζώντας, πρέπει να δουλέψουμε. Η θεωρία έχει αξία
μονάχα ως προετοιμασία, ο αγώνας ο κρίσιμος είναι η πράξη. Να δούμε ποια είναι
η εποχή μας, ποια είναι η πρωτοπορία της εποχής μας και ευτύς, αποφασισμένοι
χωρίς συμβιβασμούς να τοποθετηθούμε στα ακρότατα φυλάκια της μάχης. Αλλο χρέος,
άλλη αρετή, άλλη ευτυχία δεν πρέπει να γνωρίζουμε”.
Ιδιαίτερα τούτες τις δύσκολες για την πατρίδα και την ανθρωπότητα ώρες: “Ν'
αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε
σωθεί, εγώ φταίω. Ν' αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα.
Μη ζητάς φίλους - να ζητάς συντρόφους. Να 'σαι ανήσυχος, αφχαρίστητος,
απροσάρμοστος πάντα. Οταν μια συνήθεια καταντήσει βολική, να τη συντρίβεις. Η
μεγαλύτερη αμαρτία είναι η ευχαρίστηση”. “Πού πάμε; Θα νικήσουμε ποτέ; Προς τι
όλη τούτη η μάχη; Σώπα! Οι πολεμιστές ποτέ δε ρωτούνε!”. Σε γράμμα του προς την
Γαλάτεια, από τη Γερμανία, γράφει: “Το νέο πρόσωπο του Θεού μου, όπως συχνά Σού
'γραψα, είναι ένας αργάτης που πεινάει, δουλέβει κ' εξανίσταται. Ενας αργάτης
που μυρίζει καπνό και κρασί, σκοτεινός, δυνατός, όλος επιθυμίες και δίψα εκδίκησης.
Είναι σαν τους παλιούς ανατολίτες αρχηγούς με προβιές στα πόδια, με διπλό
τσεκούρι στη δερματένια ζώνη, ένας Τσιγκισχάνος, που οδηγάει καινούργιες ράτσες
που πεινούν και γκρεμίζει τα παλάτια και τα κελάρια των χορτασμένων κι αρπάζει
τα χαρέμια των ανίκανων. Είναι σκληρός ο Θεός μου, όλος πάθος και θέληση, χωρίς
συβιβασμούς, ανένδοτος. Η Γης τούτη είναι το χωράφι του, ουρανός και Γης είναι
ένα”. Στο “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», ο Μιχελής, ένας από τους πραγματικούς
Χριστιανούς που μάχονταν υπέρ των φτωχών και κατατρεγμένων και κατά των
πλούσιων, των αρχόντων και του παπά που στήριζε την εξουσία τους και τα δικά
τους συμφέροντα, λέει: “Αδικος είναι, άτιμος, άσπλαχνος ο κόσμος τούτος πρέπει
να γκρεμιστεί”.
“Έχετε γεια, χωριανοί! Ξαναφώναξε ο Μιχελής. Ο Χριστός ο δικός μας είναι φτωχός, κατατρεμένος, χτυπάει τις πόρτες και κανένας δεν του ανοίγει. Ο Χριστος ο δικός σας είναι πλούσιος κοτζάμπασης, τα 'χει φτιαγμένα με τον αγά, μανταλώνει την πόρτα του και τρώει. Ο Χριστός ο δικός σας, ο χορτάτος, διαλαλεί: Δίκαιος είναι ο κόσμος τούτος, τίμιος, σπλαχνικός, μου αρέσει, αφορεσμένος να 'ναι όποιος σηκώσει το χέρι του να τον κουνήσει! Ο Χριστός ο δικός μας, ο ξυπόλυτος, κοιτάζει τα κορμιά που πεινούν, τις ψυχές που πλαντούν, φωνάζει: Ο δικός είναι, άτιμος, άσπλαχνος ο κόσμος τούτος, πρέπει να γκρεμιστεί!”. Και κάνοντας ακόμα ένα βήμα προς τον επαναστατικό χαρακτήρα του χριστιανισμού, ο Καζαντζάκης γράφει: “Παίρνετε ορμήνειες από το Μόσκοβο να γκρεμίσετε τη θρησκεία, την πατρίδα, την οικογένεια και την ιδιοκτησία, τα τέσσερα μεγάλα θεμέλια του κόσμου! Κι ο Μανωλιός - ανάθεμά τον! - είναι ο αρχηγός σας, κι ήρθε κι ο παπα-Φώτης από του διαόλου τη μάνα και κρατάει καινούριο Ευαγγέλιο τις ορμήνειες του Μόσκοβου!
· Μα τότε ο Χριστός είναι μπολσεβίκος! έκαμε ο Μιχελής.
· Όπως τον καταντήσατε, σαν τα μούτρα σας, δεν είναι αυτός ο Χριστός, είναι ο Αντίχριστος.
· Ο Μιχελής φούρκισε, πετάχτηκε απάνω.
· Οπως τον καταντήσατε εσείς οι παπάδες, οι δεσποτάδες, οι νοικοκυραίοι, ο Χριστός έγινε ένας γερο-Λαδάς τοκογλύφος, υποκριτής, παμπόνηρος, ψεύτης, δειλός, με τα σεντούκια γεμάτα τούρκικες κι εγγλέζικες λίρες... Και τα κάνει πλακάκια, ο Χριστός ο δικός σας, με όλους τους δυνατούς της γης, για να γλιτώσει το τομάρι του και το πουγγί του!
· Μας κηρύχνεις τον πόλεμο, κυρ-Μιχελή; Μούγκρισε ο παπάς και τα σάλια του πετάχτηκαν στον τοίχο.
· Δεν κηρύχνω πόλεμο, κηρύχνω δικαιοσύνη. Μα αν ριχτείτε απάνω μας, θα πολεμήσουμε. Ο αληθινός Χριστός είναι μαζί μας. Κι η κουρελού η Σαρακήνα θα φάει μια μέρα - θα το δεις - την πλούσια κυρα-Λυκόβρυση!».
Και ακόμα: “Τι πάει να πει μπολσεβίκος! ρωτάει ο Αγάς τον Μανολιό. Οι πρώτοι χριστιανοί Αγά μου, του απαντάει αυτός”.
“Τώρα όλα θα τα βάλουμε κάτω, εξακολούθησε ο παπα-Φώτης, δεν έχει δικό σου και δικό μου, δεν έχει πια φράχτες και κλειδαριές και σεντούκια. Εδώ όλοι θα δουλεύουμε κι όλοι θα τρώμε. Καθένας θα δουλεύει ό,τι μπορεί, όσο μπορεί. Άλλος ψαράς στη Βοϊδομάτα, άλλος κυνηγός, άλλος θα δουλεύει τη γης, άλλος θα βόσκει ό,τι ζωντανό μας πέψει ο Θεός. Αδέρφια είμαστε, μαθές, μια φαμίλια είμαστε, έναν πατέρα έχουμε, το Θεό. Καινούργια θεμέλια να βάλουμε στην ψυχή μας, φώναζε ο γέροντας απλώνοντας την αγκαλιά του σε όλους, καινούργια θεμέλια, δύσκολο πολύ, βοηθάτε με, αδέρφια! Δουλειά, υπομονή κι αγάπη - και πίστη στο Θεό! Πώς ήταν οι πρώτοι Χριστιανοί; Μαζεύουνταν κάτω σε κατακόμπες, βαθιά στη γης, κι έβαναν καινούργια θεμέλια στον κόσμο. Τούτες οι σπηλιές, στα σπλάχνα της γης, είναι κι εμάς οι κατακόμπες μας, έχουμε κι εμείς μαζί μας το Χριστό, είδαμε την αδικία, θα βάλουμε τάξη! Μη φοβάσαι, Πέτρο, παιδί μου, ξέχασε τα περασμένα, ξορκισμένα να 'ναι! Βοηθάτε, όλοι μαζί, καινούργιο κόσμο να φυτέψουμε!”.
Ζώμεν, ακλονήτως πιστεύω, το τέλος μιας κοινωνικής τάξεως, της αστικής
Με “κόκκινες”
αποκλειστικά
πληροφορίες _
από Ριζοσπάστη 902 & ΚΟΜΕΠ
Το Αρχείο της ΕΡΤ με αφορμή τα 140 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου Κρητικού συγγραφέα παρουσίαζει το ντοκιμαντέρ: ο Νίκος Καζαντζάκης και η εποχή του