25 Οκτώβρη: Η νίκη της ένοπλης εξέγερσης, η διακήρυξη
για την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου
Στη 1.25 τη νύχτα της 25ης Οκτώβρη τμήμα ναυτών, κοκκινοφρουρών και στρατιωτών κατέλαβε το κεντρικό ταχυδρομείο.
Στις 2 τη νύχτα στρατιώτες του 6ου Εφεδρικού Τάγματος Μηχανικού κατέλαβαν το σταθμό Νικολάγιεφσκι, μερικές ώρες πριν στρατιώτες του συντάγματος Ισμαΐλοφσκι και ναύτες πραγματοποιούσαν παρόμοια επιχείρηση στο σταθμό της Βαλτικής.
Την ίδια στιγμή, στον ηλεκτροσταθμό της πόλης έφτασε επίτροπος εκ μέρους της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής ( (ΣΕΕ). Το διορισμό του ενέκρινε η εργοστασιακή επιτροπή του ηλεκτροσταθμού, που ανέλαβε και την περιφρούρησή του. Με πρόταση του επιτρόπου διακόπηκε ο φωτισμός των κτιρίων της κυβέρνησης.
Κατά τις 8 περίπου το πρωί ο σταθμός της Βαρσοβίας βρισκόταν, επίσης, κάτω από τον έλεγχο της ΣΕΕ.
Τη νύχτα έγινε συνεδρίαση της ΚΕ του Κόμματος των Μπολσεβίκων, όπου συζητήθηκε το ζήτημα της σύνθεσης της μελλοντικής εργατοαγροτικής κυβέρνησης, του λεγόμενου Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων.
Στις 3 τη νύχτα ο επίτροπος του συντάγματος του Κέκσγκολμ απαίτησε από τον διευθυντή του κεντρικού τηλεφωνικού σταθμού ν' αποσυνδέσει τα τηλέφωνα της Προσωρινής Κυβέρνησης και του επιτελείου της στρατιωτικής περιφέρειας. Ο διευθυντής αρνήθηκε κατηγορηματικά να εκτελέσει τη διαταγή αυτή.
Στις 7 το πρωί τμήματα του συντάγματος του Κέκσγκολμ κατέλαβαν το σταθμό και αποσύνδεσαν τα περισσότερα τηλέφωνα του επιτελείου και της κυβέρνησης.
Στις 3.30 το καταδρομικό «Αβρόρα» αγκυροβόλησε κοντά στη γέφυρα Νικολάγιεφσκι, σε μικρή απόσταση από τα Χειμερινά Ανάκτορα.
Με διαταγή της ΣΕΕ άρχισε η μεταφορά στην πρωτεύουσα τμήματος 8.000 ένοπλων ναυτών από τις πόλεις Ελσινγκφορς (Ελσίνκι), Ρέβαλ (Ταλίν) και Κρονστάνδη. Κατά τις 6 οι ναύτες κατέλαβαν τα κεντρικά γραφεία της Κρατικής Τράπεζας και τα γραφεία των κεντρικών εφημερίδων. Το πρωί της 25ης Οκτώβρη σχεδόν ολόκληρη η Πετρούπολη είχε περάσει στα χέρια των εξεγερμένων.
«Ο Λένιν διακηρύσσει την εγκαθίδρυση της μπολσεβίκικης εξουσίας κατά τη
διάρκεια του 2ου Συνεδρίου των Σοβιέτ», έργο του Βλαντιμίρ Σέροφ, 1954
Με αυτά τα δεδομένα και ενώ οι επαναστατικές δυνάμεις είχαν ήδη καταλάβει τα σπουδαιότερα στρατηγικά σημεία της πρωτεύουσας, ο Λένιν, στις 10 το πρωί, γράφει εκ μέρους της ΣΕΕ την έκκληση «Προς τους πολίτες της Ρωσίας!», με την οποία έκανε γνωστό το πέρασμα της κρατικής εξουσίας στα χέρια ενός οργάνου του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων της Πετρούπολης, στα χέρια της ΣΕΕ, που βρισκόταν επικεφαλής του προλεταριάτου και της φρουράς της Πετρούπολης.
Η Προσωρινή Κυβέρνηση, που ανακοίνωσε ότι θα βρίσκεται σε διαρκή συνεδρίαση, με διάταγμά της ανέθεσε στο μέλος της Προσωρινής Κυβέρνησης Κίσκιν «ευρύτατες αρμοδιότητες για την επαναφορά της τάξης στην πρωτεύουσα και την υπεράσπιση της Πετρούπολης από κάθε είδους αναρχικές εκδηλώσεις, απ' όπου και αν προέρχονταν αυτές, βάζοντας κάτω από τον έλεγχό του τις στρατιωτικές και πολιτικές αρχές».
Στις 10 περίπου ο Κερένσκι με το εύλογο πρόσχημα της υποδοχής από την επαρχία των στρατευμάτων «που είναι πιστά στην Προσωρινή Κυβέρνηση» έφυγε από την εξεγερμένη Πετρούπολη.
Κατά τις 12 κυκλώθηκε το ανάκτορο Μαριίνσκι, όπου στεγαζόταν το Προκοινοβούλιο. Μέσα σε μία ώρα είχε καταληφθεί.
Στις 14.35 στην αίθουσα συνεδριάσεων του Σμόλνι συνήλθε σ' έκτακτη συνεδρίαση το Σοβιέτ της Πετρούπολης, όπου διαβάστηκε η ανακοίνωση της ΣΕΕ για την ανατροπή της Προσωρινής Κυβέρνησης και τη νίκη της Επανάστασης.
Στη συνεδρίαση, για πρώτη φορά μετά από τα γεγονότα του Ιούλη, μίλησε ανοιχτά ο Λένιν.
Εκεί διακήρυξε: «Η εργατοαγροτική Επανάσταση, για την αναγκαιότητα της οποίας μιλούσαν συνεχώς οι μπολσεβίκοι, πραγματοποιήθηκε».
Στην εισήγησή του για τα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας, ο Λένιν είπε:
«Τώρα μάθαμε να δουλεύουμε ενωμένοι. Αυτό μαρτυρεί η Επανάσταση που έγινε πριν λίγο. Έχουμε τη δύναμη εκείνη της μαζικής οργάνωσης που θα νικήσει τα πάντα και θα οδηγήσει το προλεταριάτο έως την παγκόσμια επανάσταση»
Βάρδια της Κόκκινης Φρουράς ελέγχει τις άδειες εισόδου μπροστά στο Σμόλνι. Οκτώβρης του 1917
Κατά τις 6 το απόγευμα περικυκλώθηκαν και τα Χειμερινά Ανάκτορα, όπου παρέμενε η Προσωρινή Κυβέρνηση.
Το Συνέδριο των Σοβιέτ
Το βράδυ ξεκίνησε στο Σμόλνι τις εργασίες του το 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων. Κατά την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου ήταν παρόντες 649 αντιπρόσωποι, από τους οποίους 390 μπολσεβίκοι, 160 εσέροι, 72 μενσεβίκοι κ.λπ. Οι μενσεβίκοι, οι «δεξιοί εσέροι» και οι άλλοι συμβιβασμένοι, όταν πείστηκαν ότι η πλειοψηφία των συνέδρων ήταν με το μέρος των μπολσεβίκων, εγκατέλειψαν επιδεικτικά τη συνεδρίαση.
Στη διάρκεια των εργασιών του Συνεδρίου καταλήφθηκαν με έφοδο και τα Χειμερινά Ανάκτορα. Οι επαναστατημένοι στρατιώτες, ναύτες και κοκκινοφρουροί όρμησαν στο εσωτερικό των Χειμερινών Ανακτόρων. Σε μια από τις αίθουσες μια ομάδα από ευέλπιδες με τα όπλα επί σκοπόν προσπάθησε να εμποδίσει τους επιτιθέμενους, αλλά αφοπλίστηκε χωρίς δυσκολία. Στην επόμενη αίθουσα συνάντησαν μια ακόμη ομάδα που παρέδωσε τα όπλα αμαχητί.
Η πόρτα που οδηγούσε στην αίθουσα όπου βρίσκονταν οι υπουργοί της Προσωρινής Κυβέρνησης ήταν ανοιχτή. Ο Β. Αντόνοφ - Οφσέενκο, ένας από τους καθοδηγητές της ένοπλης εξέγερσης στην Πετρούπολη, θυμάται: «Στο άλλο δωμάτιο βρίσκουμε μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων, που παρίσταναν την Προσωρινή Κυβέρνηση. Κάθονται γύρω από ένα τραπέζι και μοιάζουν μ' έναν τρεμουλιαστό γκριζόχρωμο λεκέ. "Στο όνομα της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής σάς συλλαμβάνω!", τους δηλώνω. Οι πρώην υπουργοί παραδίδουν τα έγγραφα και τα όπλα που τους απόμειναν».
Το φύλλο αρ. 208 της εφημερίδας «Ιζβέστια» της Κεντρικής Εκτελεστικής
Επιτροπής και του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων της
Πετρούπολης στις 27 Οκτώβρη 1917, όπου δημοσιεύτηκε το Διάταγμα για την
ειρήνη
Η Προσωρινή Κυβέρνηση δεν υπάρχει πια. Ο Κερένσκι από το Πσκοφ, όπου είχε μεταβεί, εξέδωσε νέα «διαταγή»: «Εν ονόματι της σωτηρίας της πατρίδας, όλοι οι διοικητές και επίτροποι να παραμείνουν στις θέσεις τους, όπως και εγώ διατηρώ τη θέση μου, του Ανώτατου Διοικητή, ωσότου η Προσωρινή Κυβέρνηση εκδηλώσει τη θέλησή της».
Στις 3.10 το πρωί στους αντιπροσώπους του 2ου Συνεδρίου των Σοβιέτ διαβάστηκε τηλεγράφημα του Αντόνοφ - Οφσέενκο, που έκανε γνωστό ότι τα μέλη της Προσωρινής Κυβέρνησης στάλθηκαν στο φρούριο Πετροπάβλοφσκ, ότι οι ευέλπιδες και οι αξιωματικοί αφοπλίστηκαν, ότι φρούραρχος των Χειμερινών Ανακτόρων διορίστηκε ο Γκριγκόρι Τσουντνόφσκι, επίτροπος του εφεδρικού συντάγματος Πρεομπραζένσκι. Στη συνέχεια, διαβάστηκαν στους αντιπροσώπους μια σειρά ανακοινώσεις για το πέρασμα στο πλευρό του εξεγερμένου λαού των στρατιωτικών μονάδων που είχαν σταλεί από τον Κερένσκι κατά της Πετρούπολης.
Από την πλευρά της ομάδας των μπολσεβίκων, ο Ανατόλι Λουνατσάρσκι διάβασε το γραμμένο από τον Λένιν διάγγελμα «Προς τους εργάτες, τους στρατιώτες και τους αγρότες!», με το οποίο διακηρυσσόταν το πέρασμα όλης της εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ και δινόταν η εντολή να εξασφαλιστεί πραγματική επαναστατική τάξη.
Το διάγγελμα τέλειωνε με την έκκληση για επαγρύπνηση και σταθερότητα. Θυελλώδη χειροκροτήματα διέκοπταν επανειλημμένα το διάβασμα του διαγγέλματος.
Στις 5 το πρωί, σχεδόν ομόφωνα (με 2 κατά και 12 λευκά), το Συνέδριο επικύρωσε το ντοκουμέντο αυτό, που σήμαινε ότι το 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ παρέλαβε την εξουσία από τη Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή και διακήρυξε το πέρασμα όλης της εξουσίας στη χώρα στα χέρια των Σοβιέτ των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών αντιπροσώπων.
Τα διατάγματα για την ειρήνη και τη γη
Στο φύλλο αρ. 209 δημοσιεύτηκε το Διάταγμα για τη γη
Στις 9 το βράδυ της 26ης Οκτώβρη άρχισε η δεύτερη συνεδρίαση του Συνεδρίου. Εισηγήσεις για δύο βασικά ζητήματα, για την ειρήνη και για τη γη, έκανε ο Λένιν.
Στις 11 ψηφίστηκε το διάταγμα για την ειρήνη, με το οποίο η εργατοαγροτική εξουσία εξέφραζε την αποφασιστικότητά της να υπογράψει αμέσως ειρήνη χωρίς προσαρτήσεις και επανορθώσεις. Το διάταγμα θεωρούσε τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ως το μεγαλύτερο έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα και καλούσε τους λαούς και το πιο πρωτοπόρο τμήμα τους, την εργατική τάξη, να επέμβουν στην υπόθεση της πάλης για την ειρήνη στον κόσμο.
Στις 2 τη νύχτα της 27ης Οκτώβρη ψηφίστηκε το δεύτερο ιστορικό ντοκουμέντο - το «Διάταγμα για τη γη». Στην εισήγησή του ο Λένιν ανέφερε: «Η κυβέρνηση της εργατοαγροτικής Επανάστασης πρέπει πρώτα πρώτα να λύσει το ζήτημα της γης, ζήτημα που μπορεί να καθησυχάσει και να ικανοποιήσει τις τεράστιες μάζες της αγροτικής φτωχολογιάς» (Απαντα, τόμ. 35, σελ. 23, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»). Με το διάταγμα όλη η γη των γαιοκτημόνων, η γη της τσαρικής οικογένειας και η εκκλησιαστική γη δημεύονταν χωρίς αποζημίωση. Το διάταγμα υιοθετούσε ως οδηγό για την πραγματοποίηση των αγροτικών μετασχηματισμών την «Εντολή των αγροτών για τη γη», η οποία είχε συνταχθεί από τους εσέρους το Μάη του 1917 συνοψίζοντας 242 εντολές τοπικών Σοβιέτ αγροτών αντιπροσώπων.
Στην «Εντολή» διακηρυσσόταν ως κατεύθυνση η κατάργηση του δικαιώματος ατομικής ιδιοκτησίας της γης, περιλάμβανε, όμως, και άρθρα που δε συμφωνούσαν με το αγροτικό πρόγραμμα των μπολσεβίκων. «Εδώ ακούγονται φωνές ότι το διάταγμα το ίδιο και η εντολή έχουν συνταχτεί από τους σοσιαλιστές - επαναστάτες», σημείωνε ο Λένιν. «Ας είναι και έτσι. Δεν έχει σημασία ποιος τα συνέταξε. Ως δημοκρατική, όμως, κυβέρνηση που είμαστε, δεν μπορούμε ν' αγνοήσουμε την απόφαση των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων (...) Η ζωή είναι ο καλύτερος δάσκαλος και αυτή θα δείξει ποιος έχει δίκιο (...) Η ουσία είναι ν' αποκτήσει η αγροτιά σταθερή πεποίθηση ότι στο χωριό δεν υπάρχουν πια τσιφλικάδες, ότι οι ίδιοι οι αγρότες πρέπει να λύσουν όλα τα ζητήματα, να οργανώσουν οι ίδιοι τη ζωή τους»
Η εργατο-αγροτική κυβέρνηση
Το Συνέδριο σχημάτισε εργατοαγροτική κυβέρνηση - το Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων. Οι αριστεροί εσέροι, που υποστήριζαν στο Συνέδριο τους μπολσεβίκους, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη σοβιετική κυβέρνηση και έτσι η πρώτη της σύνθεση ήταν καθαρά μπολσεβίκικη.
Πρόεδρος του Συμβουλίου των Λαϊκών Επιτρόπων έγινε ο Βλαντιμίρ Ουλιάνοφ Λένιν. Στο Συμβούλιο μπήκαν οι λαϊκοί επίτροποι: Εσωτερικών Α. Ρίκοφ, Γεωργίας Β. Μιλιούτιν, Εργασίας Α. Σλιάπνικοφ, Εμπορίου και Βιομηχανίας Β. Νογκίν, Λαϊκής Παιδείας Α. Λουνατσάρσκι, Εξωτερικών Λ. Τρότσκι, Δικαιοσύνης Ν. Γκλέμποφ - Αβίλοφ, Εθνικοτήτων Ι. Β. Στάλιν, στρατιωτική επιτροπή από τους Β. Αντόνοφ - Οφσέενκο, Ν. Κριλένκο και Π. Ντιμπένκο.
Ακολούθησε εκλογή νέας Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ.
Γύρω στις 6 το πρωί στις 27 Οκτώβρη το 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ έκλεισε τις εργασίες του.
Σε διάρκεια δύο ημερών είχε εκπληρώσει ένα ιστορικά σπουδαίο έργο: Εδραίωσε τη νίκη της ένοπλης εξέγερσης, διακήρυξε την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Στις 22 Δεκέμβρη 1991 οι ηγεσίες τριών από τις μεγαλύτερες Σοβιετικές Δημοκρατίες αποφάσισαν τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Είχε προηγηθεί το καλοκαίρι του '91 η απαγόρευση του ΚΚΣΕ. Στις 25 Δεκέμβρη του '91 ο Γκορμπατσόφ ανακοίνωσε την παραίτησή του από Πρόεδρος της Σοβιετικής Ενωσης. Το βράδυ της 26 Δεκέμβρη 1991 η κόκκινη σημαία έπαψε να κυματίζει στο Κρεμλίνο.
Μια πορεία, που επίσημα ξεκίνησε το 1985 ως περεστρόικα και κορυφώθηκε το '89 ως ανατροπή του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, έληξε το 1991 με την ολοκληρωτική επικράτηση της αντεπανάστασης.
Οι «The New York Times» έγραψαν: «Έχοντας συλληφθεί μέσα σε μια ουτοπική υπόσχεση και γεννηθεί μέσα στις βίαιες εξεγέρσεις της "Μεγάλης Οχτωβριανής Επανάστασης", η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών εξέπνευσε μέσα στο τρομακτικό σκοτάδι μιας από τις τελευταίες μέρες ενός Δεκέμβρη».
Το ντόπιο «Βήμα» αφιέρωσε μια σελίδα για να πει ότι το ΚΚΕ «είναι μια πεθαμένη υπόθεση», ενώ ο τότε «Συνασπισμός», σε αναφορά του για τον Γκορμπατσόφ, σημείωνε ότι «θεωρεί χρέος του να εξάρει το ρόλο και τη συμβολή του (...) στη διάδοση καινούργιων ιδεών, που σχετίζονται με μια νέα σκέψη για την πορεία της Ευρώπης και της ανθρωπότητας». Αυτές οι καινούργιες ιδέες είναι που εξασφάλισαν πείνα και δυστυχία σε δισεκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη.
Αυτοπαρουσίαση ομάδας«¡Η.lV.S!»
Βρισκόμαστε στο διαδίκτυο πάνω από 10 χρόνια (Σεπ-2008), κλείσαμε ήδη τα πέντε σαν «ομάδα ¡Η.lV.S!»
Οι πληροφορίες μάλλον ξεκάθαρες, εισαγωγική κάρτα... Λένιν: Εμείς αρχίσαμε αυτό το έργο, ο πάγος έσπασε ο δρόμος άνοιξε... Φωτο προφίλ η κόκκινη σημαία στο Στάλινγκραντ ...
«Σπούδασε Πολιτική επιστήμη στο Universidad de La Habana (πανεπιστήμιο της Αβάνας) ...τόπος διαμονής: Αβάνα» (προφανής ο συμβολισμός)
Τόπος καταγωγής Ιρκούτσκ: η μεγαλύτερη πόλη της Σιβηρίας που κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στη «μυθολογία» των κομμουνιστών από το θεατρικό «Μια ιστορία του Ιρκούτσκ» του Αρμπούζοφ που παίχτηκε στην Αθήνα το 1962, (πρωταγωνιστές Αλεξανδράκης & Γεωργούλη, Αλέκα Παϊζη, Νότης Περγιάλης, Γιάννης Φέρτης, Κώστας Καζάκος, Κώστας Μπάκας κλπ όλοι «δικοί μας άνθρωποι»)
Για την ιστορία, η σκηνοθεσία ήταν του Λεωνίδα Τριβιζά και το εξώφυλλο του προγράμματος το είχε φιλοτεχνήσει η Βάσω Κατράκη.
Το Ιρκούτσκ ήταν ο τελικός προορισμός του θρυλικού Μιχαήλ Στρογκόφ, του ήρωα του ομώνυμου βιβλίου του Ιουλίου Βερν, αλλά ήταν και παραδοσιακός τόπος εξορίας, πριν την Οκτωβριανή επανάσταση....
Σκοπός μας είναι η προώθηση της διαλεκτικής - υλιστικής σκέψης στη βάση του Μαρξισμού - Λενινισμού του Επιστημονικού Σοσιαλισμού και του Προλεταριακού Διεθνισμού, ανταλλάσσοντας γνώσεις, υλικό, σκέψεις και απόψεις πάνω στην κοσμοθεωρία μας τη στρατηγική μας και την ιστορική αλήθεια -(που όπως είπε ο Λένιν και επανέλαβε ο Γκράμσι είναι επαναστατική - αντικειμενική)
Θεωρούμε τον Σοσιαλισμό - Κομμουνισμό αναγκαίο και επίκαιρο όσο ποτέ, έχοντας σημείο αναφοράς τις πολιτικές επεξεργασίες της ΚΕ του ΚΚΕ και τις αποφάσεις των συνεδρίων του, βάζοντας στο μικροσκόπιο και τη συσσωρευμένη πείρα στις χώρες που οικοδομήθηκε ο Σοσιαλισμός, όπου έγινε και η πρώτη έφοδος στον ουρανό.
Φυσικά -μέσα στους 5.000 εναλλασσόμενους Φου_Μπου_φίλους περιμέναμε πως, κάποιοι-ες, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό, το “¡hasta la Victoria Siempre!” - “¡Η.lV.S!” -«πάντα μέχρι τη νίκη!», την περίφημη φράση του Τσε να την μπλέξουν με κάποια ασήμαντη «Βικτωρία»😔 🙃 👀ευχόμενοί μας/της για τα υποτιθέμενα γενέθλιά της 💯 ...
Τελικά απλά επιβεβαιώνεται -το προφανές πως τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απομακρύνουν τους ανθρώπους... τους «φίλους», αλλά απ’ ό,τι φαίνεται και τους πραγματικούς ΦΙΛΟΥΣ & ΦΙΛΕΣ
και τέλος το επίμαχο > Ημερομηνία γέννησης: 7 Νοέμβρη 1917
Δηλαδή η μέρα που ξεκίνησε η Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, που άλλαξε το μέλλον της ανθρωπότητας και για όσο άντεξε αποτέλεσε το φωτεινό αστέρι των όπου γης καταπιεσμένων, τη μεγάλη τους ελπίδα...
Έχουμε μπλοκάρει σχόλια -απαντώντας ευγενικά μέσω messenger, στον καθένα/ καθεμιά ξεχωριστά (μέχρι που δεν πήγαινε άλλο...) δεκάδες καινούργια σχόλια ξεφύτρωναν κάτω από την -100% πολιτική ανάρτηση, σε συνεχή παράθυρα, Χρόνια πολλά, muchos años, wish years long, many years, souhaite des années ...de nombreuses années, auguri buon compleanno, joyeux anniversaire, с днем рождения κλπ κλπ όσο για το messenger, εκεί δεν υπάρχει αρχή και τέλος, πάνω από 1.500 «ευχετήρια» μέχρι αυτή τη στιγμή
🔻 ΥΓ-επιμύθιο (κατά Μπρεχτ)
Ακούμε: δε θέλεις πια να δουλέψεις μαζί μας.
Γονάτισες, δε μπορείς άλλο να τρέχεις.
Κουράστηκες, δε μπορείς πια να μαθαίνεις καινούργια.
Ξόφλησες: Κανείς δε μπορεί να σου ζητήσει να κάνεις πια τίποτα.
Μάθε λοιπόν: εμείς το ζητάμε.
Σαν κουραστείς κι αποκοιμηθείς κανείς δε θα σε ξυπνήσει πια να πει:
σήκω το φαΐ είναι έτοιμο.
Γιατί να υπάρχει έτοιμο φαΐ;
Σαν δεν μπορείς άλλο να τρέχεις, θα
μείνεις ξαπλωμένος.
Κανείς δε θα σε ψάξει για να πει: “έγινε επανάσταση, τα εργοστάσια σε
περιμένουν”.
Γιατί να ’χει γίνει επανάσταση; Όταν πεθάνεις θα σε θάψουν, είτε φταις
που πέθανες, είτε όχι. Λες: πολύν καιρό αγωνίστηκες. δε μπορείς
άλλο πια ν’ αγωνιστείς. Άκου λοιπόν: είτε φταις, είτε όχι σαν δεν μπορείς άλλο να παλέψεις θα
πεθάνεις.
Λες: πολύν καιρό ήλπιζες,δεν μπορείς άλλο πια να ελπίσεις. Ήλπιζες τι;
Πώς ο αγώνας θαν’ εύκολος;
Δεν είν’ έτσι. Η θέση μας είναι χειρότερη απ’ όσο νόμιζες. Είναι τέτοια που: αν δεν
καταφέρουμε το αδύνατο δεν έχουμε ελπίδα. Αν δεν κάνουμε αυτό που κανείς δεν
μπορεί να μας ζητήσει θα χαθούμε.
Οι εχθροί μας περιμένουν να κουραστούμε. Όταν ο αγώνας είναι στην πιο σκληρή
καμπή του, οι αγωνιστές έχουν την πιο μεγάλη κούραση.
Οι κουρασμένοι, χάνουν τη μάχη
¡Η.lV.S! - ¡hasta la Victoria Siempre!
¡H.lV.S!-όπου οι κουβανοί συμπληρώνουν ... «¡Patria, socialismo o muerte! - ¡Socialismo o muerte! Venceremos»
& όχι άλλα χρόνια πολλά 🙃στη «Βικτωρία» -παρακαλούμε !! -μέσω messenger, ότι πραγματικό ή σε συμβολισμό δεκτό
Να σαστε όλοι-ες καλά μάχιμοι-ες στους αγώνες που έχουμε μπροστά μας
Το όνομα Andrea Camilleri, για όσους το
έχουν ακουστά είναι σχεδόν συνώνυμο με τον επιθεωρητή Salvo Montalbano
(βλ στο τέλος του σημειώματος σύντομο βιογραφικό του, πληροφορίες κλπ. καθώς
και λεπτομέρειες για την ομώνυμη ιταλική τηλεοπτική σειρά). Με την ευκαιρία του
θανάτου του (πλήρης ημερών και δραστηριότητας στα 93 του χρόνια)
δημοσιεύτηκαν κάποια σημειώματα, που επικεντρώνοντας στην πολιτική πλευρά
του συγγραφέα, μεταξύ άλλων και στο «Καμιλλέρι Κομμουνιστής»,
μάλλον τον αδικούν… Από κει και πέρα από κομμουνισμό των ιταλών κυριολεκτικά
μπουχτίσαμε, για πολλά-πολλά χρόνια, οπότε -με πολύ σεβασμό στον
πραγματικά μεγάλο Andrea Camilleri, «ευχαριστούμε αλλά δεν θα πάρουμε»! ‑κρατώντας
όλα τα υπόλοιπα του μεγάλου λογοτέχνη
Εγώ στην πραγματικότητα είμαι ένας
δολοφόνος …δεν αφήνω ίχνη πίσω μου:Απόλαυσα την ικανοποίηση αυτού που είπε ο
Philip Roth «Καταστρέψτε τα πάντα». Το τέλος του
Montalbano ήδη το έγραψα 13 χρόνια πριν γιατί δεν είναι ένα ρομάντζο
αλλά «μετα-ρομάτζο» …όταν κάποιος μιλάει με τον Montalbano είναι σα να
μιλάει με μένα -ο επιθεωρητής, θα φύγει μαζί μου, αλλά δε θα πεθάνει,
ούτε θα βγει στη σύνταξη θα μείνει σαν λογοτεχνική γραπτή μαρτυρία. Θέλετε
να μάθετε γιατί υπάρχω, αυτή τη στιγμή; Είναι γιατί 93 χρόνια μετά,
έχοντας γράψει πάνω από 100 βιβλία, δημιουργώντας συνεχώς «καταστάσεις»
‑σ’ αυτή τη σιωπή γύρω μου, μου ήρθε η λαχτάρα, όχι να καταλάβω την
αιωνιότητα, γιατί αυτό είναι πολύ δύσκολο αλλά τουλάχιστον να την ψηλαφίσω…
Andrea Camilleri, η προσωποποίηση της
αμφιβολίας:
εγώ ήμουν πάντα ένας αμφισβητίας, το έψαχνα πολύ πριν κάνω κάτι… μοιάζω στους
έξω διπλή προσωπικότητα. Για χρόνια έπινα το πρωί ένα ολόκληρο μπουκάλι
ουίσκι και μετά μέχρι το βράδυ τίποτε, έτσι όσοι με γνώριζαν το πρωί με
θεωρούσαν αλκοολικό και οι υπόλοιποι εγκρατή, σχεδόν ασκητή … το γεγονός ότι ζω
ακόμη εξακολουθώντας να καπνίζω 60 τσιγάρα την ημέρα στα 93 μου χρόνια θα πει
πως διαθέτω κάποιο ειδικό ένζυμο, δεν εξηγείται αλλιώς ‑θα έπρεπε να έχω
αποδημήσει
(εις κύριον)
Andrea Camilleri Η τελευταία συνέντευξη(14-Δεκ-2018 /
17-Ιουν 2019 στη Roberta Scorranese για το corriere.it) ‑οι υπογραμμίσεις
δικές μας
«Θα μου επιτρέψετε να κάνω κάτι;» — «Φυσικά, κύριε»!. Ο
Andrea Camilleri γέρνει λίγο από την πολυθρόνα στην οποία κάθεται, απλώνει
το χέρι του και χαϊδεύει το μάγουλο μου. Στη συνέχεια, το μέτωπο και
τελικά τα μαλλιά. Χαμογελάει και λέει: «Έχω μάθει να ακούω τους
ανθρώπους αφού δεν τους βλέπω πια. Προσπαθώ να δώσω σάρκα και οστά σε μια
φωνή, διαμορφώνοντας τις αποχρώσεις της… θα έχω ανταπόκριση άραγε; Ίσως
ναι, ίσως όχι... και μερικές φορές αισθάνομαι την επείγουσα ανάγκη να
αγγίξω τα μαλλιά ή το πρόσωπο αυτών που είναι μπροστά μου, αναζητώντας τα “σημάδια”».
Μιλάνο. Ένας ήλιος χλωμός σκονισμένος στα σύννεφα.
Ελαφρό αεράκι ένα κομψό, διακριτικό δωμάτιο ξενοδοχείου, που το διασχίζουν
επιχειρηματίες που μοιάζουν αόρατοι και γυναίκες όλες ίδιες, τακούνι και σκούρα
ταγιέρ. Όλοι ψιθυρίζουν, όλοι μοιάζουν αποφασιστικοί κάνοντας κάτι
«σημαντικό». Καθισμένος στην πολυθρόνα, ο Andrea Camilleri είναι μια όαση
ανθρώπινης ζεστασιάς. Μιλάει με μια πολύ δυνατή και χαρούμενη φωνή —
παίρνοντας την άδεια (μια από τις πολλές…) από την ηλικία των 93 του χρόνων και
από μια τύφλωση που «φοράει» με λογοτεχνική κομψότητα, ως άλλος Τειρεσίας όμως πολύ
καλλιεργημένος και ειρωνικά υπερβολικός.
Μοιάζεις
με έναν ευτυχισμένο άνθρωπο.
«Είμαι. Για πολλούς λόγους. Επειδή είχα
μια τυχερή ζωή, επειδή έζησα από μια δουλειά που μου αρέσει …μου άρεσε πάντα
τόσο πολύ. Αλλά ξέρεις ποιο είναι ένα από τα πράγματα που με έκανε πολύ
ευτυχισμένο; ”
Τι;
«Είχα την ευκαιρία να δω το προσωπάκι της
5χρονης εγγονής μου, της Matilda».
Ναι
το παιδί που αναφέρετε στην αυτοβιογραφία σας «Τώρα μίλα μου για σένα»
εκδόσεις Bompiani.
«Ναι. Ακούστε, όταν κάποιος είναι τόσο γέροντας
όσο εγώ και έχει μικρά εγγόνια ή δισέγγονα, σκέφτεται με θλίψη ότι δεν
θα μπορέσετε να ακολουθήσει το μεγάλωμά τους, τις πρώτες απογοητεύσεις και τις
πρώτες κατακτήσεις τους. Και πάνω απ ‘όλα, ποτέ δεν ξέρει πως θα τον
θυμούνται. Πιστέψτε με, βασανίζομαι από το γεγονός ότι, μετά το
θάνατό μου, κάποιος θα μπορούσε να μιλάει άσχημα για μένα. Γι ‘αυτό
εμφανίστηκα γυμνός εκεί, αποκαλύπτοντας τα πάντα, ακόμα και τα κακά του
παρελθόντος μου, ακόμα και τα λάθη».
Θα
μου πεις κανένα από αυτά;
«Για παράδειγμα, θα μπορούσα και θα έπρεπε να
είχα πει ένα πιο αποφασιστικό“όχι”στο φασισμό, αλλά
για να είμαι ειλικρινής, χρειαζόταν υπεράνθρωπο θάρρος, πάνω από τις
δυνάμεις μου. Το είπα το όχι, αλλά αργά, όταν το πήρα είδηση σαν
όλους τους άλλους. Κοιτάζοντας πίσω μου μοιάζω με κάποιον που την πάτησε
και μου φέρνει πολύ θυμό ‑λύσσα».
Camilleri,
είσθε ένας εξαιρετικός αφηγητής με εντυπωσιακή εξοικείωση με τη
γραφή. Θα μπορούσατε να συντάξετε ένα μυθιστόρημα σε χρόνο μηδέν, αλλά
διακρίνεστε από μια αυστηρή αδιαλλαξία προς τον εαυτό σας. Σαν
να μην είσαστε ποτέ ικανοποιημένος.
«Αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια. Κάθε φορά
που επιβάλω στο εαυτό μου το βασανιστήριο να ξαναδιαβάσω κάτι που έγραψα,
ανησυχώ, λέω στον εαυτό μου “κοίτα καραγκιόζη, ξέχασες αυτό σου ξέφυγε τ’
άλλο, δεν έδωσες σημασία σε τούτο”. Τι φρίκη το ξαναδιάβασμα… τι φρίκη
να ξαναπερνάς τη διαδρομή του “τελειωμένου”»
Και
πώς το κάνετε;
«Απλό: Μη αφήνοντας ίχνη. Μόλις τελειώσω
ένα μυθιστόρημα, πετάω τα πάντα μακριά. Σημειώσεις, σχέδια, διορθώσεις,
σημειώσεις έμπνευσης. Δεν θέλω να αφήσω τίποτα από την προσπάθεια, τίποτα που
να μην μου θυμίζει ένα λάθος, μια έλλειψη. Ξέρετε ποιο είναι ένα από τα
βασανιστήρια της ζωής μου; Όταν ένας μεταφραστής, ας πούμε στα ελληνικά, μου
ζητάει να του εξηγήσω ένα απόσπασμα. Αυτό είναι παραπάνω από κατανοητό και όλοι
όσοι γνωρίζουν τα βιβλία μου το ξέρουν. Αλλά σημαίνει ότι θα πάω να ξαναδιαβάσω
μια σελίδα μου. Παναγία μου! τι μεγάλο ζόρι!»
Γράφετε
πολλά.
«Ναι. Επειδή στα ενενήντα τρία μου πρέπει να
κάνω πράγματα, να ακούω ανθρώπους, να γελάω. Κάθε στιγμή γίνεται
πολύτιμη. Και έπειτα θέλω να γράψω στη μέση του σαματά των παιδιών, των
εγγονιών και των δισέγγονων και των μικρών φίλων των εγγονιών. Η γυναίκα μου
λέει ότι δεν είμαι συγγραφέας, αλλά ένας ανταποκριτής πολέμου, γιατί γράφω
μέσα από κραυγές και γέλιο. Αλλά πώς μπορώ να σας εξηγήσω ότι η γραφή μου
προέρχεται από το χάος της ζωής;»
Η
μοναξιά σας φοβίζει;
«Την μισώ, την αποφεύγω, την πολεμάω με πολλή
βαβούρα και με τις ιστορίες μου».
Με
ποια έννοια;
«Είμαι γέροντας, τυφλός και λίγο βαριακούω
τώρα. Αυτοί σαν κι εμένα αισθάνονται διπλά μονάχοι τους. Να σας πω τι
κάνω; Λέω ιστορίες στον εαυτό μου. Σχεδιάζω ιστορίες και μυθιστορήματα μόνο
για τον εαυτό μου, τα οποία δεν θα δημοσιεύσω ποτέ και τα καταστρέφω
όταν παύουν να μου κρατάνε παρέα. Ανακαλύπτω καταστάσεις, κομμάτια
ταινιών, παίρνω ένα χαρακτήρα και του παραμορφώνω το πεπρωμένο του, αρπάζω έν’
άλλο και διασκεδάζω να τον βλέπω να εκπλήσσετε και “να τα παίρνει” από την
ανακατωσούρα που επιβάλω, στη ζωήςτου. Τι αίσθηση δύναμης δίνει η γραφή! Να το
θυμάσαι».
Θα
μου πείτε κάποια από αυτές τις ιστορίες, που ξεκινήσατε και στη
συνέχεια πετάξατε;
«Θα σας διηγηθώ για το μυθιστόρημα που άρχισα να
γράφω και δεν έχω τελειώσει. Του έδωσα τίτλο ερημοποίηση. Όλα ξεκίνησαν
με έναν προβληματισμό για τον κόσμο γύρω μας. Είναι ολοένα και πιο ερημωμένος,
οι πάγοι λιώνουν, το κλίμα αλλάζει γιατί υπάρχουν τμήματα του πλανήτη που
διψούν. Και τότε είπα στον εαυτό μου: τι θα συνέβαινε αν αυτή η απερήμωση
συνέβαινε στην καρδιά μιας γυναίκας; Αν, ξαφνικά, τα συναισθήματά της
στεγνώσουν και οι επιθυμίες της γίνουν σαν ξηρά εδάφη;»
Μου
φαίνεται μια όμορφη ιδέα. Γιατί διακόψατε το μυθιστόρημα;
«Θα μπορούσα να απαντήσω: γιατί το σημείο
εκκίνησης δεν με πείθει. Ή θα μπορούσα να σας πω ότι είχα λίγο χρόνο.
Αλλά θα σας πω την αλήθεια: το διέκοψα γιατί ήταν πολύ δύσκολο».
Λίγα
πράγματα φαίνονται τόσο δύσκολα για έναν τόσο ευπροσάρμοστο συγγραφέα.
«Ωστόσο, η ειλικρίνεια με τον εαυτό μας
έγκειται επίσης στην κατανόησηόταν κάτι ξεπερνά το όριο. Όχι, αυτή
ήταν πολύ λυπηρή ιστορία για τον Camilleri του σήμερα, που θέλει να
διασκεδάσει, να νιώσει τη ζωή γύρω του».
Τι
σας λείπει
σήμερα;
«Τα χρώματα. Χωρίς να είμαι σε θέση
να δω την ακριβή απόχρωση της ημέρας όταν είναι βράδυ, το κοκκίνισμα στο
πρόσωπο ενός κοριτσιού, μου λείπουν εκείνα τα χρώματα που εμφανίζονται ξαφνικά
και μετατρέπονται σε ένα σφίξιμο στην καρδιά μου. Φοβούμαι μήπως χάσω
την ανάμνησή σους: πώς ήταν αυτή η βιολετί απόχρωση; Αναρωτιέμαι… Και σε
ποια σκιά οριοθετούν το σκοτεινό κόκκινο; Και τότε, μέσα μου, σε μια
από εκείνες τις στιγμές αυτο-απομυθοποίησης, εκπαιδεύω τον εαυτό μου να
θυμηθώ τα χρώματα, ίσως να συνθέσω διαφορετικές αποχρώσεις. Και ξέρετε πού τα
βρίσκω; Στα όνειρα. Έχω πολύ πολύχρωμα όνειρα, όπως ποτέ δεν είχα
τον καιρό που έβλεπα καλά».
Μπορείτε
να μου πείτε;
«Είμαι στο σταθμό του Μιλάνου, βιάζομαι ‑τρέχω
να προλάβω το τρένο στην πλατφόρμα αλλά δεν μπορώ, κάτι με εμποδίζει. Τι;
Κοιτάω τον εαυτό μου: είμαι ντυμένος σαν κλόουν, με μεγάλα παπούτσια,
πολύχρωμες πιτζάμες, δεν μπορώ να τρέξω. Κοιτάζω προς τα πάνω και προς τα δεξιά
μου βλέπω ένα σταματημένο. Αλλά είναι γεμάτο πολύχρωμους κλόουν που κοιτάζουν
τα παράθυρα και φωνάζουν “έλα μαζί μας, έλα μαζί μας”. Στη συνέχεια,
απογοητευμένος, γυρίζω προς τα αριστερά και βλέπω ένα άλλο τρένο γεμάτο
επιβάτες. Και αυτοί στα παράθυρα, αλλά γελούν, γελούν, γελούν …».
Ένα
όνειρο αλα Φελίνι.
«Λοιπόν, μια ζωή που την ξοδεύω με το
Sciascia, την Elvira Sellerio, τον Massimo Bontempelli και πολλούς άλλους πρέπει
κάποια στιγμή να γεννήσει κάτι. Όταν καλλιεργείς τη γνώση, αυτό συνεχώς
μεγαλώνει και ποτέ δεν σ’ αφήνει μονάχο. Όποιος έχει την περιέργεια, τον ιό
της αναζήτησης, δεν υποφέρει από μοναξιά. Είμαι πεπεισμένος ότι οι
πραγματικές μεγάλες κοινωνικές διαφορές δεν είναι οικονομικές, αν και ‑για
τ’όνομα του Θεού, υπάρχουν και έχουν τη σημασία τους. Νομίζω ότι η βαθύτερη
ρήξη είναι μεταξύ εκείνων που είναι ικανοί να μην είναι “κατά μόνας” και
εκείνων που δεν μπορούν να ζουν με τους άλλους».
Μήνυμαλεπτής
απόχρωσης ανθρωπιάς, εκ μέρους σας.
«Μιλάω έτσι γιατί ήμουν τυχερός. Φρόντισα,
ποτίστηκα. Και δεν μιλάω μόνο για τα 61 χρόνια του γάμου μου. Για μένα “νερό”
είναι επίσης το αίμα μου, η γη μου, οι ρίζες μου, το ότι ανήκω σε έναν κόσμο.
Αυτό δεν το έχουν όλοι. Οι περισσότεροι το χάνουν χάνοντας την επαφή με μια
ταυτότητα η οποία, με τα χρόνια και με τις δυσκολίες, μπορεί να γίνει σπάνια.
Αλλά δεν χάνεται για πάντα. (δυνητικά) μας τρέφει, μας σώζει ».
Πώς
φτάνεις σε εξήντα ένα χρόνο γάμου;
«Με την αποδοχή του γεγονότος ότι ο γάμος
αλλάζει, από αναγκαιότητα και, σε ότι με αφορά θα ήθελα να προσθέσω, από τύχη.
Αν ενδιαφέρεστε ο ένας για τον άλλον, αν “ποτίζεστε” αμφότεροι, θα συναντήσετε
την υπέροχη στιγμή, όταν ο άλλος‑η “γίνεται ακριβός‑ή σας”. Και η αίσθηση που
έχετε είναι ότι ανήκεις σε ένα, στο ίδιο σώμα. Καταλήγει να μοιάζει ο ένας με
τον άλλο. Τι έχει να κάνει με την αγάπη, τον έρωτα; Τίποτα και όλα!. Τα πάντα!»
Ποιο
ζώο θα θέλατε να είστε;
«Ένας γάτος: αριβίστας, τυχοδιώκτης,
εγωιστικός, εγωκεντρικός, μερικές φορές ύπουλος. Θα ήθελα,
ακόμη και για μία μόνο μέρα, να φορέσω αυτά τα ρούχα και να αισθανθώ πως
είναι το κακό. Και τότε, το ξέρω ήδη, θα γελάσω και θα το τελειώσω μια
για πάντα».
Παρατηρήσατε
ότι φτάσαμε στο τέλος αυτής της συζήτησης χωρίς ποτέ να αναφέρουμε τον
Montalbano;
«Δεν υπήρχε ανάγκη. Τώρα ζει μόνος του και
δεν με χρειάζεται».
Κύριε
Camilleri, πώς θα θέλατε να σας θυμόμαστε;
«Απλά ως ένα αξιοπρεπές πρόσωπο»…
Andrea
Camilleri
Γεννήθηκε το 1925 στο Πόρτο Εμπέντοκλε, στη
νότια ακτή της Σικελίας, όπου και μεγάλωσε περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της
ζωής του. Για μικρό χρονικό διάστημα φοίτησε σε επισκοπικό κολέγιο, απ’ όπου
αποβλήθηκε γιατί πέταξε αυγά σ’ έναν εσταυρωμένο, το 1943 κατά την επιχείρηση
Husky (απόβαση αμερικάνων στη Σικελία) κρύφτηκε από προσώπου γης
«τρομοκρατημένος» και το 1944 γράφτηκε στο πανεπιστήμιο, στο τμήμα
Λογοτεχνίας, απ’ όπου δεν πήρε ποτέ πτυχίο. Περίπου τότε, έγινε μέλος του
Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και άρχισε να δημοσιεύει διηγήματα και
ποιήματα. Σπούδασε σκηνοθεσία στην Ακαδημία Δραματικής Τέχνης Silvio d’Amico,
απ’ όπου βγήκε (βοηθός σκηνοθέτη) το 1952. Πρωτοδημοσίευσε στα περιοδικά
“L’Italia socialista” και “L’Ora — (Palermo)”. Από τις πρώτες του δουλειές στο
θέατρο είναι τα «ποιήματα του Majakovskij» εργάστηκε στη συνέχεια σαν
σκηνοθέτης και σεναριογράφος και το 1957 παντρεύτηκε την Rosseta Dello, με την
οποία απέκτησαν τρία παιδιά
Το 1958 ο Καμιλλέρι έφερε στην Ιταλία το θέατρο
του παραλόγου του Μπέκετ με το έργο «Το τέλος του παιχνιδιού». Τη
δεκαετία του ’60 εργάστηκε στη RAI και συμμετείχε σε πολλές παραγωγές της
ιταλικής τηλεόρασης. Η συγγραφική του καριέρα ξεκίνησε αργά το 1978, στα 60 του
χρόνια, (με την έκδοση του μυθιστορήματος «η ροή των πραγμάτων και το 1980
εξέδωσε το «καπνός στον ορίζοντα», το πρώτο με την υπόθεση να τοποθετείται σε
μια φανταστική πόλη στη Σικελία, τη Βιγκάτα). Έχει δημοσιεύσει πολλά δοκίμια
για το θέατρο καθώς και έναν τόμο με τίτλο Τα μόνιμα θέατρα στην
Ιταλία (1898–1918). Από το 1977 ως το 1997 ήταν καθηγητής στην Accademia
“Silvio D’Amico”, κατέχοντας την έδρα σκηνοθεσίας. Στα ελληνικά
κυκλοφορούν τα βιβλία του: Η άλλη άκρη του νήματος, (εκδ. Πατάκη
2019), Το ολοδικό μου, (Ελληνικά Γράμματα 2019), Η αναφορά τού
Μάουρο, (εκδ. Πατάκη 2018), Το γκρι ταγιέρ, (Ελληνικά Γράμματα
2018), Η εξαφάνιση της Λάουρα, (Ελληνικά Γράμματα 2017), Θάνατος στα
ανοιχτά, (εκδ. Πατάκη 2017), Ο ζυθοποιός του Πρέστον, (εκδ. Πατάκη
2017), Ο χορός των παρεξηγήσεων, (εκδ. Πατάκη 2017), Η φωλιά της
οχιάς, (εκδ. Πατάκη 2016), Πυραμίδα από λάσπη, (εκδ. Πατάκη
2016), Ακτίνα φωτός, (εκδ. Πατάκη 2015), Μια φωνή τη νύχτα, (εκδ.
Πατάκη 2015), Το παιχνίδι με τους καθρέφτες (εκδ. Πατάκη
2015), 3 υποθέσεις για τον επιθεωρητή Μονταλμπάνο (εκδ. Πατάκη
2014), Το νόμισμα του Ακράγαντα (εκδ. Καστανιώτη 2014), Το
χαμόγελο της Αντζέλικα (εκδ. Πατάκη 2014), Το κυνήγι του
θησαυρού (εκδ. Πατάκη 2013), Τριάντα ημέρες με τον επιθεωρητή
Μονταλμπάνο (εκδ. Πατάκη 2013), O χορός του γλάρου (εκδ. Πατάκη
2012), Ο κλεμμένος ουρανός (εκδ. Καστανιώτη 2012), Προσωρινή
διακοπή (εκδ. Πατάκη 2012), Η ηλικία της αβεβαιότητας (εκδ.
Πατάκη 2011), Ίχνη στην άμμο (εκδ. Πατάκη 2010), Το ματωμένο
χωράφι (εκδ. Πατάκη 2010), Οι έρευνες του αστυνόμου
Κολλούρα (εκδ. Πατάκη 2009), Τα φτερά της πεταλούδας (εκδ.
Πατάκη 2009), Το χρώμα του ήλιου (εκδ. Πατάκη 2008), Η εξαφάνιση
του Πατό (εκδ. Καστανιώτη 2007), Ήλιος του Αυγούστου (εκδ.
Πατάκη 2007), Πανσιόν Εύα (εκδ. Πατάκη 2007), Χάρτινο
φεγγάρι (εκδ. Πατάκη 2007), Η άλωση του Μακαλλέ (εκδ. Πατάκη
2006), Η υπομονή της αράχνης (εκδ. Πατάκη 2006), Ο ζυθοποιός του
Πρέστον (εκδ. Πατάκη 2005), Υποχρεωτική πορεία (εκδ. Πατάκη
2005), Εκδρομή στο Τίνταρι (εκδ. Πατάκη 2004), Καπνός στον
ορίζοντα (εκδ. Καστανιώτη 2004), Λουίτζι Πιραντέλο (Μεταίχμιο
2004), Τα πορτοκάλια του Μονταλμπάνο(εκδ. Πατάκη 2004), Το άρωμα της
νύχτας (εκδ. Πατάκη 2003), Η φωνή του βιολιού (εκδ. Πατάκη
2002), Αίτηση για τηλέφωνο (Ωκεανίδα 2001), Ο κλέφτης της μεσημβρίας (εκδ.
Πατάκη 2001), Η ροή των πραγμάτων (εκδ. Καστανιώτη 2000), Σκύλος
από τερακότα (εκδ. Πατάκη 2000), Την εποχή του
κυνηγιού (Ωκεανίδα 1999), Το σχήμα του νερού (εκδ. Πατάκη 1999),
καθώς και η διασκευή που έκανε στο έργο του Νικολάι Γκόγκολ, Η μύτη (εκδ.
Πατάκη 2015) — βλ & |>εδώ<|
«Απέτυχα
ως Ιταλός πολίτης»
Πριν από ένα χρόνο (με Λέγκα του Βορρά &
Ματέο Σαλβίνι στην εξουσία), ο Καμιλέρρι είχε εκφράσει την πικρία του και την
ανησυχία του για τον αυξανόμενο ρατσισμό στις τάξεις των συμπατριωτών του
(εφημερίδα Repubblica).
«Υπάρχει μια κακή συναίνεση για τις εξτρεμιστικές θέσεις του Ματέο Σαλβίνι, και
μου θυμίζουν την κατάσταση του 1937» …«δυστυχώς ο ρατσισμός κάνει και πάλι την
εμφάνιση του στην Ιταλία ενάντια στους μετανάστες».
«Συμμερίζομαι τις ανησυχίες του τελευταίου μου Μονταλμπάνο. Ποτέ δεν ήθελα να
δω τον αντίπαλό του στην κυβέρνηση», εξήγησε ο Καμιλλέρι, κατηγορώντας τον υπουργό
Εσωτερικών της Ιταλίας και ηγέτη της Λέγκας για τις θέσεις του κατά των
μεταναστών.
«Ο Λεονάρντο Σάσα ‑συνέχισε- είπε ότι την παραμονή της ανόδου του φασισμού στην
Ιταλία, ζήτησαν από έναν τυφλό αγρότη να πει πώς βλέπει το μέλλον. Και ο
αγρότης απάντησε: Αν και είμαι τυφλός, το βλέπω μαύρο. Το ίδιο θα έλεγα και εγώ
σήμερα».
Σύμφωνα με τον Καμιλερι, «ο Σαλβίνι είναι άνθρωπος της υπαίθρου, δεν γνωρίζει
τη θάλασσα. Αν την γνώριζε, θα είχε περισσότερο σεβασμό για εκείνους που
αναγκάζονται να επιβιβάζονται σε άθλια πλοιάρια προοριζόμενα να ναυαγήσουν». «Η
συγκατάθεση των Ιταλών στις πιο ακραίες θέσεις αποκαλύπτει τη χειρότερη πλευρά
μας, ξεκινώντας από τον ρατσισμό», λέει και προσθέτει: «Στα 93 μου,
ευρισκόμενος σε απόσταση αναπνοής από τον θάνατο, αφήνω μια χώρα που δεν
περίμενα. Και για το λόγο αυτό αισθάνομαι ότι απέτυχα ως Ιταλός πολίτης»
«Ispettore Montalbano»: Ο επιθεωρητής Montalbano
είναι ιταλική τηλεοπτική σειρά, παραγωγής του 1998, που ξεκίνησε να προβάλλεται
από τις 6‑Μαΐ-1999 στην τηλεόραση της Rai (παραγωγής της εταιρείας
Palomar), σαν σειρά μυθοπλασίας που αποτελείτο από έναν μικρό αριθμό αυτοτελών
επεισοδίων σε κύκλους. Βασισμένη στα μυθιστορήματα του Andrea Camilleri,
αφηγείται την ιστορία του Σάλβο Μονταλμπάνο αστυνομικού διευθυντή στη
φανταστική πόλη Βιγκάτα της Σικελίας, που το παλεύει σε κάθε επεισόδιο ενάντια
σε εγκλήματα της μαφίας, δολοφονίες ‚απαγωγές και γενικά στην παραβατικότητα
της Ραγκούζα. Ο Camilleri επέλεξε να βαφτίσει τον επιθεωρητή του Montalbano,
προς τιμήν του Ισπανού ‑Καταλανού, συγγραφέα Manuel Vázquez Montalbán, εργάτη
του λόγου και όχι μόνο: δημοσιογράφου, μυθιστοριογράφου, ποιητής,
δοκιμιογράφου, ανθολόγου, συντάκτη προλόγων, ευθυμογράφου, κριτικού, αλλά και
γαστρονόμου! Χάρη στη βαθειά του διαίσθηση και το ισχυρό ερευνητικό του
δαιμόνιο, ο αντι-ήρωας Μονταλμπάνο καταφέρνει πάντα να οσφραίνεται τη σωστή πίστα.
Αναγνωρισμένη από την τηλεοπτική κριτική (πχ. από τις εφημερίδες εθνικής
κυκλοφορίας «Corriere della Sera», «Il fatto Quotidiano» κλπ), έχουν επαινέσει
πολλές φορές τη μυθοπλασία κυρίως αλλά και τις τοποθεσίες, τις ιστορίες καθώς
και τους χαρισματικούς χαρακτήρες, πρωταγωνιστές και μη. Στο επίπεδο της
τηλεθέασης, είναι πολύ ψηλά (και το αξίζει) μεταδίδεται σε περισσότερες από 20
χώρες στον κόσμο, και το 2016, ήταν η σειρά με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση στην
ιταλική τηλεόραση και ένα από τα δέκα πιο δημοφιλή προγράμματα στην Αγγλία ‑με
ότι αυτό σημαίνει. Αν και σειρά, κάθε επεισόδιο γυρίζεται σαν μια αυτοτελής
(τηλεοπτική) ταινία που συνδέεται με τις προηγούμενες (μέχρι σήμερα έχουν
προβληθεί ~32 επεισόδια χωρισμένα σε 13 κύκλους ‑ο τελευταίος το 2019).
Υπόθεση: Ο Salvo Montalbano, δύστροπος
στο χαρακτήρα, αλλά υπεύθυνος και σοβαρός στη δουλειά του και ανοικτός-φιλικός
με ανθρώπους που ξέρει ότι μπορεί να εμπιστευτεί, διερευνάει τις πιο ποικίλες
εγκληματικές πράξεις της περιοχής του, των οποίων – χάρη στην μεγάλη
εφευρετικότητα και τη βοήθεια πολλών συνεργατών, ακόμη και έξω από το
αστυνομικό τμήμα, είναι πάντα σε θέση να ανακατασκευάσει τα ακριβή γεγονότα και
να βρει τη λύση. Μεταξύ των συναδέλφων του είναι ο αναπληρωτής του Domenico
“Mimì” Augello, ο επιθεωρητής Giuseppe Fazio, ο αδέξιος
αστυνομικός Agatino Catarella και άλλοι αστυνομικοί του τμήματος. Από
την άλλη πλευρά μεταξύ των εξωτερικών συνεργατών του είναι η Σουηδέζα φίλη του Ingrid
Sjöström που ζει στη Vigata, ο δημοσιογράφος Nicolò Zito, και πιο
σπάνια, η special μαγείρισσά του Adelina μάνα δυο παραβατικών
στοιχείων ‑συχνά και πληροφοριοδότες και μόνιμα σε κόντρα με τη Livia… γιατί
στην ιδιωτική του ζωή, ο Σάλβο έχει μια σχέση εξ αποστάσεως με την Livia
Burlando, μια σχέση μερικές φορές θυελλώδης, αλλά όπου πάντα επικρατεί στο
τέλος η αγάπη.
Προβάλλοντας έξοχα ‑όπως και γενικά στα βιβλία του την ανθρώπινη
πλευρά, με τις λεπτές αποχρώσειςηθών, παράδοσης και καθημερινότητας
της πατρίδας του της Σικελίας, το φαγητό, οι άνθρωποι ‑μέσα από
συγκεκριμένα πρόσωπα / συνδετικούς κρίκους, το δέσιμο με τη θάλασσα ‑τον
δείχνει συχνά να κολυμπάει τον Μονταλμπάνο, προς το πουθενά αλλά κυρίαρχο
του νερού και της όλης κατάστασης, της λιτής ζωής με το χαρακτηριστικό σαραβαλάκι
αυτοκίνητο, η «αιώνια» αρραβωνιαστικιά κλπ. Κάπωςσαντηνταινία (1972) του Billy Wilder «Che cosa è successo tra mio padre e tua madre»?(γνωστή
περισσότερο ως «Avanti»!), με το κυρίως story να φαντάζει δευτερεύον,
μπροστά στην καταγραφή καταστάσεων που έχουν να κάνουν με την ‑αδιανόητη για
τον αμερικάνο, καθημερινότητα του ιταλού εκείνης της εποχής…
Ο
«κομμουνισμός» του Andrea Camilleri
(γράφει ο ίδιος…) Ο Leonardo Sciascia με μια
δόση κακίας για τους κομμουνιστές, υποστήριξε ότι ο καθολικισμός και ο
κομμουνισμός ήταν δύο «κοντινές ενορίες» συγκοινωνούντα δοχεία. Στο μεταξύ, ο
κομμουνισμός έλεγε και ενεργούσε προσπαθώντας να κάνει καλύτερη τη ζωή στη γη
καλύτερα και όχι στη μετά θάνατον ζωή. Έτσι οι δύο ενορίες δεν ήταν τόσο
ενορίες.
Εγώ ήμουν και εξακολουθώ να είμαι κομμουνιστής. Βεβαίως, το τίμημα ήταν βαρύ,
σε ανθρώπινες ζωές και σε πολλά άλλα πράγματα ‑στην πρακτική εφαρμογή του, ήταν
λάθος και μετατράπηκαν σε τραγικά λάθη ιδίως στη σημασία που δίνεται για την
ανθρώπινη ζωή. Αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι η φιλοδοξία για ισότητα, για ίσα
δικαιώματα για όλους είναι η πιο χριστιανική υπαγόρευση που έχω ακούσει ποτέ,
εγώ ένας μη καθολικός χριστιανός.
Δυστυχώς είναι μια επίγεια εφαρμογή και ως εκ τούτου προορίζεται για τεράστια
λάθη και δεν ξέρω πώς θα μπορούσαν να απαλειφτούν, όταν μάλιστα πολλές από
αυτές τις κοινωνικές αρχές, που αποτέλεσαν τη βάση του κομμουνισμού, έχουν μπει
απροειδοποίητα σε ορισμένα οράματα του υφιστάμενου κράτους πρόνοιας. Τόσα
πράγματα που δεν μπορούσαν καν να γίνουν αντιληπτά στις αρχές του εικοστού
αιώνα έχουν πλέον πραγματοποιηθεί γιατί είναι απαραίτητα στην κοινωνική πορεία
της ανθρωπότητας.
Δεν ήταν ουτοπία. Απλά καταναλώθηκε και μετατράπηκε σε ουτοπία επειδή
εφαρμόστηκε λαθεμένα.
Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την κομμουνιστική επανάσταση στην Κίνα και με
απόλυτη πείνα, καταφέρνουμε να δώσουμε σε όλους ένα μπολ με ρύζι, τι είναι αυτό
αν όχι ένα βήμα μπροστά στη ζωή;
Ο κομμουνισμός είναι απώλεια ελευθερίας, επειδή εκδηλώνεται ως δικτατορία.
Είναι δυνατόν να υποθέσουμε τον κομμουνισμό χωρίς δικτατορία; Φαίνεται ότι δεν
είναι δυνατόν. Εγώ αντίθετα πιστεύω ότι είναι (δυνατό).
Όταν, στο όχι πολύ μακρινό μέλλον, θα σημειωθούν τρομερές οικονομικές κρίσεις,
διότι τώρα είμαστε μόνο στην αρχή μικρών κρίσεων που επηρεάζουν τα
χρηματοπιστωτικά, όταν σε ένα όχι τόσο μακρινό μέλλον, θα αρχίσει να λείπει το
νερό ‑ήδη ζούμε, βιώνουμε μια τερατώδη κλιματική αλλαγή, πέφτουν τεράστια
μπλοκ, γίνονται παγόβουνα επειδή ο πολικός θόλος δεν αντέχει τότε θα
αγωνιζόμαστε για ένα ποτήρι νερό και τότε ίσως θα βρούμε μια αλληλεγγύη που η
ευημερία και ο καπιταλισμός μας έχουν κάνει να ξεχάσουμε. Έχουμε καταργήσει όχι
μόνο τις αρχές του κομμουνισμού, αλλά και εκείνες του Χριστιανισμού και ακόμη
και της κοινωνικής ζωής (πηγή) |> Abecedario di Andrea Camilleri,
Derive Approdi εκδ. 2010
Σε μια αυτοβιογραφική ιστορία που περιλαμβανόταν στον τόμο «I racconti di
Nené», ο συγγραφέας εξηγεί ότι ήταν «παιδί που μεγάλωσε στο φασιστικό καθεστώς»
και, ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα του, άκουγε μαγεμένος
…αιχμαλωτισμένος, τις ομιλίες του Μουσολίνι που μεταδίδονταν από τα μεγάφωνα.
Τότε η πολιτική προπαγάνδα δεν γινόταν στην τηλεόραση ή στα κοινωνικά μέσα
μαζικής ενημέρωσης, αλλά με την τεχνολογία εκείνου του καιρού που επέτρεψαν
στον Duce (ΣΣ |> Μουσολίνι) να παρακολουθεί κάθε γωνιά της Ιταλίας,
επαναλαμβάνοντας ξανά την μεγάλη ιδέα της Ιταλίας.
Για το σκοπό αυτό, οι διάφοροι φασιστικοί σύλλογοι που από τη βρεφική ηλικία
οδήγησαν τους νέους ανθρώπους στις γραμμές του Φασιστικού Κόμματος, σαν κύρια
ενσάρκωση της Πατρίδας στην οποία όλα ήταν — ή έπρεπε να είναι — υποταγμένα,
ακόμη και η οικογενειακή, κοινωνική και συνεταιριστική ζωή, με έναν άκρατο
μιλιταρισμό. Έτσι και ο νεαρός Camilleri έγινε μια «μπαλίτσα», γεμίζοντας ένα
μουσκέτο με μπροστά μια ξιφολόγχη.
Ήταν στα χρόνια που η Ιταλία έβλεπε στο εξωτερικό — και κυρίως στη Μεσόγειο —
ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών αποικιακών δυνάμεων, όπως η Γαλλία
και το Ηνωμένο Βασίλειο, που προσέθεταν νέα αφρικανικά κράτη στις παγκόσμιες
αυτοκρατορίες τους, σαν «θέση στον ήλιο». Έτσι, το 1935, το φασιστικό καθεστώς
— το οποίο είχε ήδη κατακτήσει τη Λιβύη, την Ερυθραία και τη Σομαλία —
αποφάσισε να ξεκινήσει μια αιματηρή στρατιωτική εκστρατεία για να κατακτήσει
την Αιθιοπία.
Ο νεαρός Camilleri, πήρε χαρτί και καλαμάρι και έγραψε στο Duce να του
επιτρέψει να συμμετάσχει στον πόλεμο στην Αβησσυνία και «να πετύχει εκεί που οι
προηγούμενες γενιές ιταλικών στρατιωτών είχαν ταπεινωθεί από τον βασιλιά
Menelik II».
Και ο Duce απάντησε: «Να γνωρίσετε στον νεαρό Andrea Camilleri (ήταν 14–15 χρονών
τότε) πως είναι πολύ νέος για να πολεμήσει, αλλά δεν θα υπάρξει έλλειψη
ευκαιριών. Υπογραφή M ‑από Mussolini ».