12 Μαΐου 2020

Νίκος Γκάτσος: το χρυσάφι του στίχου σ΄ένα κλωναράκι δυόσμο

 


«
Βλέπω σωρούς πεφτάστερα να σας λικνίζουν τα όνειρα, μα εγώ κρατώ στα δάχτυλά μου τη μουσική για μια καλύτερη μέρα...»

Με τους στίχους του μπορεί να τραγούδησε το ανέφικτο, το άπιαστο της αθανασίας, όμως εκείνη του χάρισε κάτι περισσότερο από ένα …κλωναράκι δυόσμο.
Ο Νίκος Γκάτσος , που φέτος συμπληρώνονται 110 χρόνια από τη γέννησή του και είκοσι εννιά χρόνια από το θάνατό του – «έφυγε» από τη ζωή στις 12 Μάη 1992 – υπήρξε ένας αληθινός, λαϊκός (με την ουσιαστική έννοια του όρου) ποιητής – στιχουργός, του οποίου τα έργα σφράγισαν τον ελληνικό μουσικό – και όχι μόνο – πολιτισμό και κατέχουν εδώ και δεκαετίες μόνιμη θέση στην καρδιά του λαού μας κάνοντας –σύμφωνα με τα λόγια του την Τέχνη «μαμή της Ιστορίας».

«Τι ζητάς Αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά | δε μου δίνεις σημασία κι η καρδιά μου πώς βαστά
Σ’ αγαπήσανε στον κόσμο βασιλιάδες, ποιητές | κι ένα κλωναράκι δυόσμο δεν τούς χάρισες ποτές |
Είσαι σκληρή σαν του θανάτου τη γροθιά | μα ήρθαν καιροί που σε πιστέψανε βαθιά
Κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς | Ομορφονιά, που δεν σε κέρδισε κανείς…»
(απόσπασμα από την «Αθανασία» – στίχοι: Νίκος Γκάτσος , μουσική: Μάνος Χατζιδάκις).

Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε το 1911 στα Χάνια Φραγκόβρυσης (κάτω Ασέα) της Αρκαδίας, όπου τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο, ενώ στην Τρίπολη όπου πήγε γυμνάσιο γνώρισε τα λογοτεχνικά βιβλία, αλλά και τις μεθόδους αυτοδιδασκαλίας ξένων γλωσσών. Στη συνέχεια, φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ηδη, είχε μάθει καλά αγγλικά και γαλλικά και είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό, το δημοτικό τραγούδι, όπως και τις νεωτεριστικές τάσεις στην ευρωπαϊκή ποίηση.
Στην Αθήνα, άρχισε να έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής, πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του, μικρά σε έκταση και με κλασικό ύφος, στα περιοδικά «Νέα Εστία» (1931) και «Ρυθμός» (1933), αλλά και κριτικά του σημειώματα.

Από την «Αμοργό» στον Λόρκα και το θέατρο

Το 1943 ο Ν. Γκάτσος εξέδωσε το βιβλίο του «Αμοργός» με το ομώνυμο ποίημα, που έμελλε να σημαδέψει τη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Αυτό ήταν και το μοναδικό βιβλίο του. Το έργο, που αποτελείται από 20 μόνο σελίδες, εκφράζει τις διαθέσεις της νεότερης ποίησης και θεωρείται κορυφαίο ποιητικό έργο του ελληνικού υπερρεαλισμού. Από τότε ο ποιητής δημοσίευσε μόνον τρία ακόμη ποιήματα: το «Ελεγείο» (1946), «Ο Ιππότης και ο Θάνατος» (1947) και το «Τραγούδι του παλιού καιρού» (1963, αφιερωμένο στον Γ. Σεφέρη). Εγραψε επίσης πολλές μελέτες και σχόλια για την ποίηση.

Διαθέτοντας μεγάλη εκφραστική δεινότητα, ο Νίκος Γκάτσος ασχολήθηκε πολύ με τη μετάφραση έργων, κυρίως για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου. Πολλές μεταφράσεις του θα παραμείνουν έκτοτε κλασικές με πρώτη αυτή του «Ματωμένου Γάμου». Μετέφρασε πολλούς συγγραφείς και συγκεκριμένα, από τα ισπανικά τους Λόρκα, Λόπε ντε Βέγα, κ.ά., από τα γαλλικά τον Ζενέ, από τα αγγλικά τους Τ. Ουίλιαμς, Ο’ Νιλ, Στρίντμπεργκ κ.ά. Οχτώ χρόνια μετά τη δολοφονία του Φ. Γκ. Λόρκα από τους φασίστες το 1936, ο Νίκος Γκάτσος το 1944 μεταφράζει το ποίημα «Νυχτερινό Τραγούδι» του μεγάλου Ισπανού ποιητή, κάνοντας το ελληνικό κοινό να δει την Ισπανία με τα μάτια του Λόρκα. Οπως και μέσα από άλλες μεταφράσεις έργων του: «Το σπίτι της Μπερνάντα Αλμπα» (1945), «Ματωμένος Γάμος» (1948) κ.ά.


Κορυφαίος στιχουργός

Ανεκτίμητη υπήρξε η προσφορά του Νίκου Γκάτσου στο ελληνικό τραγούδι, στο οποίο αφιερώθηκε σαν στιχουργός σε μεγάλο βαθμό μετά την «Αμοργό». Οι στίχοι του – ζώσα ποίηση γραμμένη για τη ζωή με τους αγώνες και τις προσδοκίες της, για τον άνθρωπο και τα όνειρά του, για την ομορφιά και για τον έρωτα, ενέπνευσαν τους σημαντικότερους συνθέτες μας, όπως οι Μ. Χατζιδάκις, Μ. Θεοδωράκης, Στ. Ξαρχάκος, Δ. Μούτσης, Λ. Κηλαηδόνης, Χ. Χάλαρης κ.ά., δημιουργώντας κορυφαία έργα («Αθανασία», «Της γης το χρυσάφι», «Ρεμπέτικο», «Αρχιπέλαγος», «Πήρες το μεγάλο δρόμο», «Πορνογραφία», «Λαϊκή Αγορά», «Στο Σείριο υπάρχουνε παιδιά», «Η μικρή Ραλλού», «Μια γλώσσα μια πατρίδα», «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου», «Η νύχτα», «Αντικατοπτρισμοί» κ.ά.). Στους 350 υπολογίζονται οι στίχοι του Ν. Γκάτσου που γράφτηκαν ή βρήκαν το δρόμο για τη δισκογραφία – αφετηρία το «Χάρτινο το φεγγαράκι», που πρωτοδισκογραφήθηκε το 1958 με την Νάνα Μούσχουρη – όπως «Στο Λαύριο γίνεται χορός», «Ασπρο περιστέρι», «Μίλησέ μου», «Ο Γιάννης ο φονιάς», «Σε πότισα ροδόσταμο», «Σπίτι μου», «Θα ‘ρθει άσπρη μέρα και για μας», «Με τι καρδιά», «Ο Μαύρος ήλιος», «Το δίχτυ», «Μάνα μου η Ελλάς» κ.λπ.

Δείτε αφιέρωμα ΕΡΤ _ Νίκος Γκάτσος: Ποιητής, Στιχουργός, Μεταφραστής

 «Συνομιλητές» για μισόν αιώνα

Ιδιαίτερη σχέση και συνεργασία ανέπτυξε ο ποιητής με τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος υπήρξε ο στενότερος φίλος, μαθητής και «συνομιλητής» του για πενήντα σχεδόν χρόνια. Οταν πρωτογνωρίστηκαν, ο Χατζιδάκις ήταν δεκαεφτά χρόνων και ο Γκάτσος είκοσι οκτώ και αυτή η γνωριμία τους έμελλε να αποτελέσει σταθμό στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού. Οι δυο τους δούλεψαν μαζί πάρα πολλές φορές, ολοκληρώνοντας από κοινού κύκλους τραγουδιών μοναδικής αξίας και αισθητικής. Με πρώτο το «Ματωμένο Γάμο» (1948), από το ομώνυμο θεατρικό του Λόρκα που ο Γκάτσος μετέφρασε, όπου περιλαμβάνεται και το εμβληματικό «Χάρτινο το φεγγαράκι» που τραγούδησε η Μελίνα Μερκούρη στο «Λεωφορείον ο πόθος» στην ομώνυμη παράσταση του Θεάτρου Τέχνης το ’49. Καρποί της συνεργασίας των δύο δημιουργών, μεταξύ άλλων, είναι οι κύκλοι τραγουδιών «Ελλάς η χώρα των ονείρων» (1960), «Αμέρικα – Αμέρικα» (1963) από την ομώνυμη ταινία του Ελία Καζάν, «Μυθολογία» (1965), η περίφημη «Αθανασία» (1976), «Τα Παράλογα» (1976), έργο στο οποίο το δίδυμο συνεργάστηκε με τους Μίκη Θεοδωράκη, Μελίνα Μερκούρη, Μαρία Φαραντούρη και Διονύση Σαββόπουλο, «Σκοτεινή Μητέρα» (1986) που ο συνθέτης έγραψε ειδικά για τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη, «Αντικατοπτρισμοί» (1993), τα γνωστά «Reflections» του 1970 που οι ελληνικοί τους στίχοι γράφτηκαν το διάστημα 1989-1990 κ.ά. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μελοποίηση της «Αμοργού», που ο Χατζιδάκις ξεκίνησε να δουλεύει μόλις το 1972 ενόσω βρισκόταν στη Ν. Υόρκη, έμεινε ανολοκλήρωτη. «Δεν ξέρω να σας πω τι θα ήταν η ποίηση χωρίς την “Αμοργό”» έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις για το έργο, το οποίο το θεωρούσε ως «το πιο ολοκληρωμένο ποιητικό κείμενο στην εποχή που βγήκε». Για τον ίδιο, η «Αμοργός» υπήρξε η μουσική του «Ιθάκη», καθώς, παρά τη μακρόχρονη σχέση του με το ποίημα και τις επανειλημμένες εξαγγελίες ολοκλήρωσής του, ο Χατζιδάκις στην πράξη αφιερώθηκε αποκλειστικά στη σύνθεσή του μόνο δύο χρονικές περιόδους, το 1972 και το 1986. Μετά το θάνατό του, η βασισμένη στο ομώνυμο ποίημα – καντάτα του Μάνου Χατζιδάκι κυκλοφόρησε σε CD από το «Σείριο», σε ενορχήστρωση – αναπροσαρμογή του Νίκου Κυπουργού.

Άλλες συνεργασίες

Από τη συνεργασία του Ν. Γκάτσου με τον Μίκη Θεοδωράκη γεννήθηκαν κύκλοι τραγουδιών, όπως τα «Εξι φεγγάρια της θάλασσας» (1965) που ο συνθέτης έκανε δώρο στην «ιέρειά» του, Μαρία Φαραντούρη, και «Αρχιπέλαγος» (1962), «Πολιτεία Β’» (1964) κ.ά. και τραγούδια όπως «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου», «Μυρτιά», «Σε πότισα ροδόσταμο», «Είχα φυτέψει μια καρδιά», «Στράτα τη στράτα», «Κοιμήσου παλικάρι», «Φέρτε μου τη θάλασσα», «Στης νύχτας το μπαλκόνι», «Φεγγάρι μου θαλασσινό» κ.ά. Καρποί της δημιουργικής συνάντησης του Σταύρου Ξαρχάκου με τον Ν. Γκάτσο είναι κύκλοι, όπως το «Ενα μεσημέρι»(1966) – περιλαμβάνονται τα τραγούδια «Ασπρη μέρα», «Η νύχτα», «Μάτια βουρκωμένα», «Στου Οθωνα τα χρόνια» – η «Συλλογή» με μοναδικό ερμηνευτή τον Νίκο Ξυλούρη (μεταξύ άλλων τα τραγούδια «Παλικάρι στα Σφακιά», «Η κόρη του πασά», «Γεια και χαρά σου Βενετιά»), τα «Κατά Μάρκον», το «Ρεμπέτικο» (1983), όπου περιλαμβάνονται τα τραγούδια που ο Νίκος Γκάτσος έγραψε για την ομώνυμη ταινία του Κώστα Φέρρη και τα οποία αποτέλεσαν ορόσημο στην έντεχνη ελληνική μουσική, καθώς πέτυχαν τη σύζευξη του λαϊκού τραγουδιού με τις ρεμπέτικες καταβολές του. Το 1975 κυκλοφορούν οι «Δροσουλίτες», καρπός της συνεργασίας του Ν. Γκάτσου με τον Χριστόδουλο Χάλαρη. Ο Ν. Γκάτσος , οδηγούμενος από τη δημοτικοφανή, γεμάτη ένταση και συναίσθημα μουσική του συνθέτη, έγραψε σε μια γλώσσα ξεχασμένη στους αιώνες: Εχοντας δανειστεί γλωσσικά, θεματολογικά και υφολογικά στοιχεία από το έπος του Διγενή και τα ακριτικά τραγούδια, από μοιρολόγια που ανάγονται στους βυζαντινούς χρόνους, το δημοτικό τραγούδι και τη λαϊκή μας παράδοση.

Χρυσές σελίδες στα μουσικά πράγματα της χώρας μας έγραψε η συνεργασία Ν. Γκάτσου – Δήμου Μούτση στη δεκαετία του ’60 με τραγούδια όπως «Βρέχει ο Θεός», «Πού να βρω ταχυδρόμο», «Απονη καρδιά», «Αύριο πάλι», ο κύκλος «Ενα χαμόγελο» (1969), «Ελευσίνα» κ.ά. Το 1979 οι δύο δημιουργοί καταθέτουν το δίσκο «Δρομολόγιο» με ερμηνευτή τον Μητσιά και με τραγούδια, όπως το «Σαν τον Τσε Γκεβάρα», «Αγιον Ορος», «Μακρινή της αγάπης ώρα», «1922» («Ανατολή – Ανατολή»), «Ποιος έχει δάκρυα να μου δώσει», «Ελλάδα – Ελλάδα» – μια καταγραφή της σύγχρονης Ελλάδας μέσα από τα μάτια του Γκάτσου – αλλά και τους «Ρήτορες»: «Πότε θα βγει να σκούξει κάποιος; Αυτός ο κόσμος είναι σάπιος»…


Χάρτινο το φεγγαράκι

Η «Αμοργός» ανέτειλε σαν ήλιος και μας ταξίδεψε στις «γειτονιές του φεγγαριού». Στο Νίκο Γκάτσο δεν άρεσαν οι φωτογραφίες, κατάφερε όμως ν' απαθανατίσει το πρόσωπό του ο φωτογράφος Σ. Σκοπελίτης, που είδαμε στην εκπομπή της ΕΤ-1, 12 Μάη 2004.
Ο Νίκος Γκάτσος ύμνησε τη φύση, τη ζωή, τον έρωτα.
«Ολύμπιο» όπως ειπώθηκε, αποκαλούσε ο Μάνος Χατζιδάκις το μεγάλο στιχουργό και ποιητή, αφού η μοναδική του ποιητική συλλογή «Αμοργός», σημάδεψε και τη μεταγενέστερη ποίηση. Οι άνθρωποι που γνώρισαν το Νίκο Γκάτσο, σκιαγράφησαν τη ζωή του, τις συνήθειές του, αλλά και το απόλυτο που κράτησε μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του.

«Εμπαινες κι έλαμπε το σπίτι», «κι έβλεπα τ' όνειρο να παίζει στο πελαγίσιο του κορμί», «ο Γιάννης ο φονιάς παιδί μιας Πατρινιάς», «σαράντα παλικάρια στην άκρη του γιαλού επαίξανε στα ζάρια τη μικρή Ραλλού», «χάρτινο το φεγγαράκι ψεύτικη ακρογιαλιά». Στίχοι γεμάτοι ποίηση, τραγούδια για τη ζωή, την ομορφιά και τον έρωτα, πλαισίωσαν το αφιέρωμα. Μια μικρή οθόνη που για ένα δίωρο έπαψε να βουλιάζει σε «ανήλιαγες σπηλιές».
Η Νάνα Μούσχουρη θυμήθηκε τη γνωριμία τους, την πρώτη συνάντηση, που ο Νίκος Γκάτσος της είπε πως δεν τραγουδά καλά το «Χάρτινο το φεγγαράκι».
Ολοι μιλούσαν για το σεμνό αλλά συγχρόνως γεμάτο περιέργεια Νίκο Γκάτσο. Το στιχουργό ποιητή τραγουδιών που βρίσκονται στην καρδιά και στα χείλη όλων μας. Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Ξαρχάκος μεγάλοι συνθέτες με «καρπό» της μουσικής τους, τους στίχους του Νίκου Γκάτσου. Σκηνές από το «Παρασκήνιο» και ο Σταύρος Ξαρχάκος να τραγουδά από την ταινία «Ρεμπέτικο», «απόψε μοιάζουμε και οι δύο σαν βραδινό λεωφορείο».
Έλαμψε η μικρή οθόνη με το «φως του αποσπερίτη», και βλέπαμε «τ' όνειρο να παίζει», με την ερμηνεία τραγουδιών σε στίχους του Νίκου Γκάτσου από τον Μανώλη Μητσιά ενώ στο πιάνο τον συνόδευε ο Τάσος Καρακατσάνης.

Δεν ξέρουμε πόσοι την είδαν: Λίγες ώρες αργότερα η ΝΕΤ παρουσίαζε σε απευθείας μετάδοση από την Κωνσταντινούπολη σε big show τους «ημιτελικούς» της Γιουροβίζιον.
Ο Σάκης βγάζει ρούχα, βάζει ρούχα, κάνει τ' ακροβατικά του και το κοινό παραληρεί
Κι όσο για τον ποιητή αναρωτιέται: «Πώς να κρατήσω το φως που βασιλεύει»...

«Ο Γιάννης ο φονιάς» δεν σκότωσε ποτέ κανέναν

Το κάθε τραγούδι μόλις γεννηθεί στη διαδρομή του γράφει κάποια ιστορία. Η ιστορία του μοιάζει σαν την ιστορία και την πορεία των ανθρώπων. Για άλλους είναι σημαντική, λαμπερή, ευλογημένη και χειροκροτημένη. Και για άλλους μικρή, χωρίς ιδιαίτερες εκφάνσεις, πολλές φορές ασήμαντη και αδιάφορη.
Συνήθως όμως πίσω από ένα τραγούδι κρύβεται μία ιστορία που μπορεί να είναι συγκινητική, συγκλονιστική, με τρομερό ενδιαφέρον και περιέργεια.
Μία τέτοια περίπτωση είναι η ιστορία για το καταπληκτικό τραγούδι του Χατζιδάκι-Γκάτσου «Ο Γιάννης ο φονιάς», που ερμηνεύει συγκλονιστικά ο Μανώλης Μητσιάς.

Ο Γκάτσος δεν μίλησε ποτέ δημόσια για το ποιος ήταν ο ήρωας του τραγουδιού αυτού. Δύο όμως είναι οι πιο πιθανές εκδοχές. Με την πρώτη να υποστηρίζει ότι σε ένα χωριό της  Aιτωλοακαρνανίας το 1950 και λίγο μετά από ένα φρικτό εμφύλιο που κατάπιε την Ελλάδα και ένα μεγάλο μέρος της ευαισθησίας και της τρυφερότητας της, ο Γιάννης, ένα παιδί 15 χρονών, σκότωσε τη μάνα του και τον εραστή της.

Η δεύτερη εκδοχή, ίσως και η πιο πιθανή, την οποία διηγείται ο συγχωρεμένος ο Γιουργομέγγουλης, επιστήθιος φίλος του Λοΐζου, επικαλείται ότι του είπε ο Γκάτσος ότι ο Γιάννης ο φονιάς δεν σκότωσε ποτέ κανέναν. Ο αδελφός του Γιάννη, πατέρας τεσσάρων παιδιών σκότωσε για λόγους τιμής έναν συγχωριανό του και ο Γιάννης, που ήταν αρραβωνιασμένος με το Φροσί, πήρε το φονικό απάνω του για να μην ορφανέψει η φαμίλια του αδερφού του και να έχουν καλύτερη φροντίδα οι γονείς του.

Οπωσδήποτε, θα μπορούσε να υποτεθεί ότι δεν ισχύει τίποτα από τα παραπάνω και απλώς είναι μία μυθοπλασία του Γκάτσου. Ο Γκάτσος στο τραγούδι «ο Γιάννης ο φονιάς» ουσιαστικά στήνει ένα συγκλονιστικό τρίλεπτο μονόπρακτο, που θα το ζήλευε ακόμη και ο Μπέκετ.
Ένα δωμάτιο με ένα τραπέζι, μερικές καρέκλες, ένας δίσκος με ένα ποτηράκι μέντα και ένα γλυκό κουταλιού.
Μερικά πρόσωπα βγαλμένα μέσα από ελληνική τραγωδία με κυρίαρχο ήχο για μουσική επένδυση την απέραντη σιωπή και ένα βουβό κλάμα. Μέσα στο δωμάτιο να αιωρούνται ερωτήματα, μυστικά, ενοχές, συμβιβασμοί, ανεκπλήρωτοι έρωτες και χαμένα όνειρα. Και όλα αυτά σε ένα ολιγοσύλλαβο και λαχανιασμένο στίχο, σε μία δραματουργική σκηνή που μόνο ο Γκάτσος θα μπορούσε να δημιουργήσει, αρματωμένος καθώς ήταν με θεατρική φόρτιση και παιδεία.

Παράξενη Πρωτομαγιά

μ’ αγκάθια πλέκουν σήμερα στεφάνια
ήρθ’ ο καιρός του έχε γεια
τι να την κάνεις πια την περηφάνια.


Στα δυο σου μάτια τα χρυσαφιά
σκοτάδι πέφτει και συννεφιά
ποιες μπόρες φέρνεις
και ποιες βροχές
σε κουρασμένες νεκρές ψυχές;

Παράξενη Πρωτομαγιά
ο ήλιος καίει το πέλαγο στη δύση
μα της καρδιάς την πυρκαγιά
πού θα βρεθεί ποτάμι να τη σβήσει.

Η αληθινή ιστορία του πρίγκιπα της ανατολής

Ο «Κεμάλ», θεωρείται και είναι ένα από τα αριστουργήματα που δημιούργησε η μουσική ιδιοφυΐα του Μάνου Χατζιδάκι και ο εμβληματικός ποιητικός λόγος του Νίκου Γκάτσου.
Ο «θεϊκός Μάνος» και ο ποιητής της μιας και μοναδικής ποιητικής συλλογής («Αμοργός», 1943), Γκάτσος, που εξέδωσε μέσα στα μαύρα χρόνια της κατοχής (και ήταν αρκετή να τον καταστήσει «μείζονα ποιητή»), συνέθεσαν αξεπέραστους θησαυρούς ως «διαχρονικοί συνεργάτες».
Δημιούργησαν μια σειρά από κύκλους τραγουδιών, που ο ορισμός τραγούδι είναι πολύ μικρός να αποδώσει το μεγαλείο τους. Όπως και η αναφορά περί «στίχων» του Γκάτσου είναι υποδεέστερη του μαγικού λόγου, του γεννημένου στην Ασέα Αρκαδίας ποιητή, δεδομένου ότι κάθε στίχος του αποτελεί υψηλή και βαθυστόχαστη ποίηση.     
Ο «Κεμάλ» (Ο Μύθος του Σεβάχ), αποτελεί μια τέτοια κορυφαία στιγμή των δύο ανεπανάληπτων και αξεπέραστων δημιουργών. Είναι ένας διαχρονικός ύμνος, που όλα τα τελευταία χρόνια φαντάζει καθημερινά επίκαιρος, όταν βλέπουμε και ακούμε για τα δράματα των ανθρώπων της Ανατολής.

Πράγματι, ο «Κεμάλ» υπήρξε προφητικός για όλα όσα θα συνέβαιναν πολλές δεκαετίες μετά τη δημιουργία του, με τα καραβάνια των προσφύγων να αναζητούν μια καλύτερη ζωή μακριά από τους τόπους που γεννήθηκαν.
Χιλιάδες ηλικιωμένοι και «νεαροί πρίγκιπες της Ανατολής, απόγονοι του Σεβάχ του θαλασσινού, που νόμισαν ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο», κρεμιούνται σαν τσαμπιά από σταφύλια σε πλοία ή συνωστίζονται σε βάρκες αθλίων δουλεμπόρων. «Αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων»…
Συγχρόνως το σπουδαίο αυτό «άσμα ασμάτων», με τη σατανική διαχρονικότητα, είναι και ένα μανιφέστο της ανθρώπινης μοίρας, ένας «καταγγελτικός» λίβελλος για τους ισχυρούς της γης, τους «χαλίφηδες» όλου του κόσμου, που παίζουν στα ζάρια τις ανθρώπινες ζωές.

Ο «Κεμάλ» περιγράφει μοναδικά την ατελέσφορη, την αδυσώπητη μοίρα πολλών ανθρώπων που θέλησαν να αλλάξουν τον κόσμο και αντίκρισαν «ικριώματα». Περιγράφει τη μοναξιά, την «αφοβιά», τη θυσία, καθώς το τέλος του «άμυαλου Σεβάχ» είναι η κρεμάλα, αφού «πέφτουν πάνω του τα στίφη σαν ακράτητα σκυλιά και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει την θηλιά».
Ταυτόχρονα, ο «Κεμάλ», είναι και ένα πολιτικό μανιφέστο. Η αναφορά στη «Μοσσούλη, στη Βασσόρα» υπαινίσσεται τους πολέμους στην πολύπαθη περιοχή, λόγω των πετρελαίων. Τους πολέμους που δεν σίγασαν ποτέ και μαίνονται με ακόμη μεγαλύτερη σφοδρότητα σήμερα, οδηγώντας σε μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών.
Δημιουργώντας πλήρη πολιτική αστάθεια, σε τόπους όπου ρέει άφθονος ο «μαύρος χρυσός». Καταστρέφοντας πολιτισμούς και ζωές. Χωρίς να είναι ορατό στο προσεχές μέλλον, τουλάχιστον, το τέλος αυτού του μαρτυρίου και αυτής της ιδιότυπης γενοκτονίας, πέριξ του «Τίγρη και του Ευφράτη».

Το σπουδαίο τραγούδι των Χατζιδάκι-Γκάτσου, όμως, παρόλο που καταλήγει με τη απαισιόδοξη φράση «καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ», αφήνει λίγο πριν και κάποια ψήγματα αισιοδοξίας επισημαίνοντας: «νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί, με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί». Άλλωστε, καμιά επανάσταση δεν είναι αναίμακτη και ποτέ το αίμα σε πίστη και ιδέες, δεν πάει ολότελα χαμένο.

Πέρα όμως από τις αλληγορίες και τις κάθε είδους άλλες προσεγγίσεις του τόσο ιδιαίτερου και ευαίσθητου αυτού τραγουδιού, υπάρχει και η αληθινή του προσέγγιση. Διότι, κάθε μεγάλο έργο στην Τέχνη έχει συχνά και βιωματικά στοιχεία. Αξίζει ως εκ τούτου να παρακολουθήσουμε συνοπτικά την πραγματική ιστορία του «Κεμάλ», όπως την αφηγήθηκε ο Μάνος Χατζιδάκις.
Ποιος ήταν, λοιπόν, «ο πρίγκιπας της Ανατολής που νόμισε ότι θα αλλάξει τον κόσμο»; Ποιος ήταν αυτός ο νέος που ενέπνευσε αρχικά τον μεγάλο Έλληνα συνθέτη να γράψει ένα από τα πιο αγαπημένα του τραγούδια, κατά την παραμονή του στην Αμερική, στα τέλη της δεκαετίας του ’60; Ποιος ήταν τελικά ο Κεμάλ που αναφέρεται στο θαυμάσιο αυτό τραγούδι;

Την απάντηση τη δίνει ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις σε αφήγησή του: «Στη Νέα Υόρκη το χειμώνα του ΄68, συνάντησα ένα νέο παιδί είκοσι χρονών που το λέγανε Κεμάλ. Μου τον γνωρίσανε. Τι μεγάλο και φορτισμένο από μνήμες όνομα για ένα τόσο όμορφο και νεαρό αγόρι, σκέφθηκα. Είχε φύγει απ’ τον τόπο του με πρόσχημα κάποιες πολιτικές του αντιθέσεις. Στην πραγματικότητα, φαντάζομαι, ήθελε να χαθεί μέσ’ στην Αμερική. Του το είπα. Χαμογέλασε. -Δέχεστε να σας ξεναγήσω; Αρνήθηκε ευγενικά. Προτιμούσε μόνος. Κι έτσι σαν γύρισα στο σπίτι μου τον έκανα τραγούδι, μουσική. Ο Γκάτσος εκ των υστέρων, γράφοντας τους στίχους στα ελληνικά, τον έκανε Άραβα πρίγκιπα να προστατεύει τους αδυνάτους. Κάτι σαν μια ταινία του Έρολ Φλιν του ΄35. Η Πελοπόννησος (σσ. καταγωγή του Γκάτσου), από τη φύση της αδυνατεί να κατανοήσει την αμαρτωλή ιδιότητα των μουσουλμάνων Τούρκων, που μοιάζουν σαν ηλεκτρισμένα σύννεφα πάνω απ’ τον Έβρο, ή σαν χαμένα και περήφανα σκυλιά. Το μόνο που αφήσαμε ανέπαφο στα ελληνικά είναι εκείνο το «Καληνύχτα Κεμάλ». Είτε πρίγκιπας άραψ είτε μωαμεθανός νεαρός της Νέας Υόρκης, του οφείλουμε μια «καληνύχτα» τέλος πάντων, για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε ήσυχα τη νύχτα. Χωρίς τύψεις, χωρίς άχρηστους πόθους κι επιθυμίες. Κατά πως πρέπει σ΄ Έλληνες, απέναντι σ΄ ένα νεαρό μωαμεθανό- όπως θα έλεγεν κι ο φίλος μας ο ποιητής ο Καβάφης.»... Μ.Χ.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Κεμάλ διά στόματος Μ.Χ. (Μάνου Χατζιδάκι). Μια ιστορία που η Μεγάλη Τέχνη -έτσι όπως μόνον αυτή ξέρει- με «πρώτη ύλη» έναν όμορφο 20χρονο μετανάστη στη Νέα Υόρκη που γνωρίζει ξαφνικά ο δημιουργός, ξεφεύγει και γίνεται ύμνος ευαισθησίας, παγκόσμιος πόνος, αδυσώπητη μοίρα.

Ως κατακλείδα παρατίθεται το μεγάλο αυτό δημιούργημα με την προτροπή αντί άλλου επιλόγου, να το σιγοψιθυρίσουμε ακόμη μια φορά για να ανακαλύψουμε πάλι κάτι καινούργιο, που δεν είχαμε προσέξει επαρκώς στην πρώτη ακρόαση-ανάγνωση. Και με την ελπίδα ότι αυτός ο κόσμος θα γίνει κάποτε καλύτερος.
(Του Μιχάλη Κωνσταντή)

Μάνου Χατζιδάκι - Νίκου Γκάτσου
Ακούστε την ιστορία του Κεμάλ
ενός νεαρού πρίγκιπα, της Ανατολής
απόγονου του Σεβάχ του θαλασσινού,
που νόμισε ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο.

Αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ
και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων.

Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό
ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό
στη Μοσσούλη, τη Βασσόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά
πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
Κι ένας νέος από σόι και γενιά βασιλική
αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά εκεί.

Τον κοιτάν οι Βεδουίνοι με ματιά λυπητερή
κι όρκο στον Αλλάχ τους δίνει, πως θ’ αλλάξουν οι καιροί.

Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά
ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά
απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη, απ’ τη γη στον ουρανό
κυνηγάν τον αποστάτη να τον πιάσουν ζωντανό.

Πέφτουν πάνω του τα στίφη, σαν ακράτητα σκυλιά
και τον πάνε στο χαλίφη να του βάλει την θηλιά.
Μαύρο μέλι μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί
πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή.

Με δύο γέρικες καμήλες μ’ ένα κόκκινο φαρί
στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί.

Πάνε τώρα χέρι χέρι κι είναι γύρω συννεφιά
μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τους κρατούσε συντροφιά.

Σ’ ένα μήνα σ’ ένα χρόνο βλέπουν μπρος τους τον Αλλάχ
που από τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ:
«νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί,
με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί»

Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ.
Καληνύχτα...

Η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού σε αγγλικό στίχο περιλαμβάνεται στον δίσκο «Reflections», έπειτα από τη συνεργασία του Μάνου Χατζιδάκι με το συγκρότημα New York Rock & Roll Ensemble.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο Χατζιδάκις, αποφασίζει το 1993 να εκδώσει το δίσκο στα ελληνικά και συνεργάζεται με το Νίκο Γκάτσο, ο οποίος γράφει τους στίχους για τα τραγούδια του δίσκου. Το τραγούδι στα ελληνικά ερμηνεύει η Αλίκη Καγιαλόγλου και ο ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκις κάνει τον αφηγητή στην αρχή. Στη συνέχεια το τραγούδι ερμήνευσε πλειάδα καλλιτεχνών, όπως η Μαρία Φαραντούρη, ο Βασίλης Λέκκας, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, η Σαβίνα Γιαννάτου και άλλοι.

Με πληροφορίες κυρίως από το Ριζοσπάστη  

 

07 Μαΐου 2020

Τα Ντιέν Μπιέν Φου του ιμπεριαλισμού

Τέλη 1953: ξεκινάει η αντεπίθεση του λαϊκού απελευθερωτικού στρατού του Βιετνάμ, με επικεφαλής τον στρατηγό Γκιαπ και τον μεγάλο πολιτικό ηγέτη Χο Τσι Μιν (Hồ Chí Minh= «Εκείνος που φωτίζει»), κατά των Γάλλων αποικιοκρατών και στις 7 Μάη 1954, συνέτριψαν το γαλλικό στρατό στο Ντιεν Μπιεν Φου (Diên Biên Phu), που πλέον έχει μείνει στην ιστορία σαν συντριβή, σα να λέμε «Βατερλό».

Ήταν μια μεγάλη νίκη του βιετναμέζικου λαού κατά των Γάλλων ιμπεριαλιστών, που είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία του πρώτου βιετναμέζικου λαϊκού κράτους, αποδεικνύοντας, ταυτόχρονα, πως μπροστά στη δύναμη των λαών κανένας ιμπεριαλιστικός στρατός, όπως και ο ιμπεριαλισμός, δεν είναι ανίκητος.
Μεγάλο ιστορικό δίδαγμα και για το σήμερα και την αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών έως τη δική τους εξουσία.

Το όνομα του Στρατηγού Võ Nguyên Giáp (Βο Νγκουέν Γκιαπ) που έφυγε από τη ζωή στις 4-Οκτ-2013, σε νοσοκομείο του Ανόι και σε ηλικία 102 ετών, έχει συνδεθεί με κορυφαίες στιγμές του αγώνα του λαού του Βιετνάμ ενάντια στην αποικιοκρατία των Γάλλων και των Αμερικανών Ιμπεριαλιστών.
Υπήρξε η πλέον θρυλική στρατιωτική και πολιτική μορφή στον πρώτο πόλεμο της Ινδοκίνας και τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Συνέδεσε το όνομά του με μεγάλες στιγμές του απελευθερωτικού αγώνα όπως –εκτός του Ντιεν Μπεν Φου οι μάχες του Λανγκ Σον, η εκστρατεία Χο Τσι Μινχ κά.

Μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος από την ίδρυσή του, διετέλεσε μέλος του ΠΓ, υπουργός στην κυβέρνηση Εθνικής Απελευθέρωσης, αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, υπουργός Άμυνας. Είχε σημαίνουσα θεωρητική και πρακτική συμβολή στην ανάπτυξη του παλλαϊκού πολέμου.
Η πίστη του στον λαϊκό παράγοντα, στο κομμουνιστικό πνεύμα και ιδεώδες, στο σοσιαλισμό αποτελούν παρακαταθήκη για τους επαναστατικούς αγώνες των εργατών σε όλο τον κόσμο.


Σ' ένα από τα κείμενά του ο Γκιαπ παρουσιάζει την πολεμική μέθοδο του βιετναμέζικου λαού στην περίοδο μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο:
«Ανταρτοπόλεμος είναι η μορφή αγώνα των μαζών μιας φτωχής και κακοεξοπλισμένης χώρας ενάντια σ' έναν επιθετικό στρατό με καλύτερο υλικό και τεχνικές. Είναι ο τρόπος να διεξάγεις μιαν επανάσταση. Οι αντάρτες στηρίζονται στο ηρωικό πνεύμα για να θριαμβεύσουν πάνω στα μοντέρνα όπλα, αποφεύγοντας τον εχθρό, όταν είναι ισχυρότερος και χτυπώντας τον όταν είναι ασθενέστερος. Άλλοτε σκορπίζοντας, άλλοτε ανασχηματιζόμενοι, άλλοτε φθείροντας, άλλοτε εξοντώνοντας τον εχθρό, είναι αποφασισμένοι να πολεμάνε παντού, έτσι που, οπουδήποτε και αν πηγαίνει ο εχθρός είναι καταποντισμένος σε μια θάλασσα ένοπλου λαού που τον χτυπάει, υποσκάπτοντας το ηθικό του και εξαντλώντας τις δυνάμεις του».

Η μάχη του Ντιεν Μπιεν Φου

Ήταν τον Μάη του 1954 όταν η αποικιοκρατία στην Ινδοκίνα γνώρισε στο πρόσωπο των Γάλλων ένα συντριπτικό πλήγμα που ακούει στο όνομα Ντιεν Μπιεν Φου.
Πρωτεργάτης αυτής της νίκης ήταν ο Στρατηγός Γκιαπ.
Στις 7 Μάη εκείνης της χρονιάς δυνάμεις του Λαϊκού Στρατού του Βιετνάμ με επικεφαλής τον Γκιάπ συνέτριψαν τα Γαλλικά στρατεύματα και εξανάγκασαν τους αποικιοκράτες να υπογράψουν τον Ιούλη του 1954 στη Γενεύη κατάπαυση του πυρός, γενικότερα στην περιοχή της Ινδοκίνας.
Σταμάτησαν, έστω προσωρινά, την ανάμιξη των ΗΠΑ στην περιοχή και αποφασίστηκε η προσωρινή διαίρεση της χώρας.
Ο 17ος παράλληλος ορίστηκε ως το όριο πάνω από το οποίο το Β. Βιετνάμ ελέγχονταν από το Βιετμίνχ και κάτω το Ν. Βιετνάμ. από τους Γάλλους. Το Βιετνάμ όπως και ολόκληρη η περιοχή της Ινδοκίνας για δεκαετίες ήταν αποικία της Γαλλίας.

Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η περιοχή κατακτήθηκε από τους Ιάπωνες, αλλά εξακολουθούσε να βρίσκεται υπό γαλλική διοίκηση.
Στα 1942 ο Χο Τσι Μινχ συγκρότησε το Βιετμίνχ, ένα εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο υπό την καθοδήγηση των κομμουνιστών.
Με τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το Βιετμίνχ, μετά από μια γενική εξέγερση τον Αύγουστο του 1945, κατέλαβε την εξουσία και ο Χο Τσι Μινχ ανακήρυξε την ανεξαρτησία του Βιετνάμ. Οι Γάλλοι με τη βοήθεια των Βρετανών ανακατέλαβαν το νότιο τμήμα του Βιετνάμ και σχεδίαζαν την επίθεση προς το βορρά. Τότε ο βιετναμέζικος λαός ξεσηκώθηκε σ' όλη τη χώρα.
Το Ντιεν Μπιεν Φου ήταν ένα φρούριο των Γάλλων στο βόρειο τμήμα του Βιετνάμ, κοντά στα σύνορα με το Λάος και την Κίνα, σε θέση κλειδί, που έλεγχε τη δίοδο για το Λάος αλλά και το δέλτα του Ερυθρού ποταμού από όπου γινόταν ο κύριος ανεφοδιασμός σε όπλα και πυρομαχικά των Βιετναμέζων ανταρτών από την λαϊκή Κίνα.
Ήταν μια περιοχή 100 τετρ. χιλιομέτρων, περιτριγυρισμένη από ψηλά βουνά στην οποία βρισκόταν και ένα στρατιωτικό αεροδρόμιο το οποίο είχε κατασκευάσει την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ο ιαπωνικός στρατός κατοχής. Το γαλλικό επιτελείο σχεδίαζε να γίνει το Ντιεν Μπιεν Φου σημείο εξόρμησης του Γαλλικού στρατού εναντίον των ανταρτών.

Οι Βιετμίνχ επέλεξαν να χτυπήσουν τους Γάλλους στο σημείο που θα παρέλυε όλη τη δραστηριότητά τους και ξεκίνησαν σταδιακά να πολιορκούν την περιοχή από τα τέλη του 1953 κάνοντας διαρκή πόλεμο φθοράς μέχρι την τελική επίθεση στις 7 Μάη 1954. Στις 5 το απόγευμα κάθε αντίσταση σταμάτησε και περίπου 10.000 Γάλλοι στρατιώτες παραδόθηκαν στους Βιετμίνχ. Οι Γάλλοι άφησαν πίσω τους 1.500 νεκρούς και 4.000 τραυματίες.

Σύμβολο ενάντια στον Αμερικανικό Ιμπεριαλισμό

Στις 30 Απρίλη 1975 στη Σαϊγκόν, στις 8 το πρωί, όταν ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών Μάρτιν, δίπλωσε την αστερόεσσα την έβαλε στη βαλίτσα του και κατευθύνθηκε στην ταράτσα του κτιρίου της πρεσβείας, όπου περίμενε, για να τον πάρει ένα ελικόπτερο της εταιρείας «Air America».
Μια ώρα αργότερα, τον ίδιο δρόμο με τον πρεσβευτή, ακολούθησαν και οι τελευταίοι 125 Αμερικανοί πεζοναύτες που βρίσκονταν στην πόλη.
Από τα μεσάνυχτα της 29ης Απρίλη οι ένοπλες δυνάμεις του απελευθερωτικού μετώπου του Βιετνάμ είχαν αρχίσει τη γενική έφοδο, ενώ τις πρώτες πρωινές ώρες της 30ής Απρίλη δόθηκε το σύνθημα της εξέγερσης του λαού της πόλης.
«Έφτασε η ώρα του ξεσηκωμού και της γενικής εφόδου», έλεγε η προκήρυξη του Εθνικού Μετώπου Απελευθέρωσης Νοτίου Βιετνάμ. «Η πατρίδα εμπιστεύεται στους αγωνιστές της Σαϊγκόν ένα δύσκολο, αλλά ωραίο καθήκον. Οι συμπατριώτες μας περιμένουν τη νίκη μας. Ας φανούμε αντάξιοι αυτής της εμπιστοσύνης».

Σύντομα, το ένα μετά το άλλο, τα στρατηγικά σημεία της Σαϊγκόν πέρασαν στα χέρια των επαναστατικών δυνάμεων και τίποτα πια δεν μπορούσε να αποτρέψει την ολοκληρωτική τους νίκη, που έφτασε πριν ακόμη δύσει ο ήλιος εκείνη την ημέρα.
Αυτά τα ιστορικά γεγονότα είναι συνδεδεμένα με τη ζωή και τη δράση του Στρατηγού Γκιαπ. Το λαϊκού μαχητή που συνέβαλε στη δημιουργία ενός καινούργιου στρατού, του στρατού της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, που αποτελούνταν από σκληρούς μαχητές που κατέβαλαν απίστευτες προσπάθειες για να κατακτήσουν την επιστήμη του επαναστατικού πολέμου και ήταν ασυναγώνιστοι στους ηρωισμούς, τόσο που ακόμα ο εφιάλτης του Βιετνάμ πλανάται πάνω από τα κεφάλια των Αμερικανών Ιμπεριαλιστών.

Στις 20-Νοε-1953 ο επικεφαλής των γαλλικών αποικιακών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ινδοκίνα στρατηγός Ανρί Ναβάρ έστελνε προς την κυβέρνησή του το παρακάτω εμπιστευτικό μήνυμα: «Επειδή άνοδος μεραρχίας 316 προς ΒΑ απειλεί σοβαρώς Λαϊτσάου και σημαίνει καταστροφή συντόμως ημετέρων μακί, απεφάσισα δράση στο Ντιέν Μπιέν Φου που ήταν προβλεπόμενη βάση επιχειρήσεων της 316 και που ανακατάληψή του εξασφαλίσει επίσης κάλυψη Λουάνγκ Πραμπάνγκ, που διαφορετικά θα κινδύνευε σε λίγες βδομάδες. Επιχείρηση άρχισε σήμερα πρωί 10.30΄ με εξαπόλυση πρώτου κύματος δύο ταγμάτων αλεξιπτωτιστών. Δεύτερο κύμα αποτελείται από τάγμα ενισχυμένο από συστοιχίες κανονιών των 75 και εξαπολύθηκε 15.00΄. Αγκίστρωση στο κέντρο της πόλεως αναγγέλθηκε νωρίς το απόγευμα και έληξε προς όφελός μας. Επιχείρηση αερομεταφερόμενων δυνάμεων συνεχιστεί αύριο με πτώση τριών ακόμη ταγμάτων αλεξιπτωτιστών. Προβλέπεται δράση λαοτινών δυνάμεων για δημιουργία χερσαίας επικοινωνίας μεταξύ Λουάνγκ Πραμπάνγκ και Ντιέν Μπιέν Φου. Οταν αποκατασταθεί επικοινωνία, Ντιέν Μπιέν Φου κρατηθεί από μεικτό απόσπασμα δυνάμεων Βορείου Βιετνάμ και Λάος»1.

Η επιχείρηση, που έφερε την κωδική ονομασία ΚΑΣΤΩΡ, εξελίχθηκε χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες για τους Γάλλους. Στις 21 Νοέμβρη το Ντιέν Μπιέν Φου και η γύρω από αυτό περιοχή στο Βορειοδυτικό Βιετνάμ περνούσε ολοκληρωτικά υπό τον γαλλικό έλεγχο. Οι δυνάμεις των Βιετναμέζων μαχητών ηττήθηκαν σχετικά εύκολα. «Οι αλεξιπτωτιστές - γράφει ο Ρεϊμόν Καρτιέ2 - έπεσαν πάνω στο τάγμα 910 καθώς έκανε ασκήσεις και το διέλυσαν σκοτώνοντας 60 από τους άνδρες του. Οι ίδιοι είχαν 14 νεκρούς και ανάμεσά τους το γιατρό - λοχαγό Ρε που έκανε το πρώτο πήδημα σε μάχη. Οι ενισχύσεις έφτασαν όπως είχε προβλεφτεί. Μια μπουλντόζα που ξέφυγε κατά λάθος, έπεσε σαν πέτρα από ψηλά και βούλιαξε μέσα στο χώμα σαν μετεωρίτης. Μια άλλη κρεμασμένη από 24 αλεξίπτωτα, κατέβηκε λικνιζόμενη μεγαλοπρεπώς, σαν ελέφαντας, υπό τις επευφημίες ολόκληρης της κοιλάδας. Υπήρχε η ελπίδα ότι το έδαφος θα ήταν κατάλληλο για ''ντακότες'' πριν περάσει μία βδομάδα. Το ηθικό βρισκόταν σε υψηλό σημείο».
Λίγους μήνες αργότερα η εικόνα θα ήταν εντελώς διαφορετική. Πριν όμως πάμε εκεί, ας στρέψουμε τη ματιά μας στο παρελθόν για να γνωριστούμε με τους πρωταγωνιστές τούτης της ιστορίας.

Η γαλλική παρουσία στην Ινδοκίνα

Ολες οι βρώμικες δουλειές γίνονται πάντοτε στο όνομα ενός ιερού σκοπού. Αυτός είναι ο κανόνας της ιστορίας των ταξικών κοινωνιών κι απ' αυτόν δε θα μπορούσε να εξαιρεθεί η αποικιακή πολιτική της Γαλλίας στην Ινδοκίνα. Τα γαλλικά στρατεύματα εισέβαλαν στο Βιετνάμ στα 1858 με το πρόσχημα πως ήθελαν να προστατεύσουν τους καθολικούς ιεραποστόλους, αλλά η αντίσταση του ντόπιου πληθυσμού υπήρξε ισχυρή. Στα 1867 ολόκληρο το Νότιο Βιετνάμ έγινε γαλλική αποικία ενώ από το 1863 η γειτονική Καμπότζη είχε μετατραπεί σε γαλλικό προτεκτοράτο3.

Από τις αρχές της 9ης δεκαετίας του 19ου αιώνα, η Γαλλία ενέτεινε τις προσπάθειές της για να καθυποτάξει ολόκληρο το Βιετνάμ. Στα 1884 άρχισε πόλεμο κατά της Κίνας για να την εξαναγκάσει να παραιτηθεί από τα κυριαρχικά της δικαιώματα εκεί. Οι συγκρούσεις ήταν σφοδρές και οι ήττες του γαλλικού στρατού πολλές και αλλεπάλληλες αλλά τελικά έγινε κατορθωτό, προς το τέλος του προαναφερόμενου αιώνα, να μετατραπεί το Βιετνάμ σε γαλλικό προτεκτοράτο4. «Στα 1900 - γράφει ο Λουί Σορέλ5 - η Γαλλία κυριαρχούσε στο μεγαλύτερο μέρος της ινδοκινεζικής χερσονήσου. Οι Γάλλοι είχαν επικρατήσει στην αυτοκρατορία του Βιετνάμ (που την αποτελούσαν οι επαρχίες του Τογκίνου, του Ανάμ και της Κοχιγκίνας) και στα βασίλεια της Καμπότζης και του Λάος. Απ' όλες αυτές τις χώρες μόνο μία - το Λάος - είχε τεθεί θεληματικά κάτω από τη γαλλική προστασία. Οι υπόλοιπες είχαν υποταχθεί ύστερα από μια σειρά πολέμων που άρχισαν στα 1863». Σχολιάζοντας την αποικιακή πολιτική της Γαλλίας αυτής της περιόδου, ο Λένιν σημείωνε πως όλη η ιστορία της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας είναι η ιστορία «της πιο βρωμερής αποικιακής και χρηματιστικής ληστείας»6. Κάνοντας μια σύνοψη των στόχων των Γάλλων αποικιοκρατών, οι Βιετναμέζοι ιστορικοί σημειώνουν7: «Σκοπός των Γάλλων αποικιοκρατών ήταν να μετατρέψουν τη χώρα σε αγορά για τα εμπορεύματά τους, να αρπάξουν τις πρώτες ύλες μας, να εκμεταλλευτούν την εργατική μας δύναμη σε εξευτελιστική τιμή, να υποχρεώσουν το λαό μας να τους χρησιμεύσει σαν κρέας για τα κανόνια. Διατηρούσαν το φεουδαρχικό καθεστώς για να το κάνουν ένα εργαλείο καταπίεσης και εκμετάλλευσης του πληθυσμού, χώρισαν τη χώρα μας σε τρία ''Κι'' (περιοχές) με διαφορετικές μορφές διοίκησης και νομοθεσίας και εφάρμοσαν μια πολιτική σκοταδισμού που απέβλεπε στο να αποβλακώσει το λαό μας».


Το επιτελείο των Γάλλων αποικιοκρατών: Ο στρατηγός Κονί (αριστερά), διοικητής των δυνάμεων του Τονκίν,
συσκέπτεται με το στρατηγό Ναβάρ, αριστράτηγο των Γάλλων στην Ινδοκίνα (με το πηλίκιο) στο Ντιέν Μπιέν Φου.
Ο Ντε Καστρί (διοικητής της φρουράς που αιχμαλωτίστηκε όταν κατελήφθη η τοποθεσία) είναι ανάμεσα στους δύο

Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την αποικιακή πολιτική των Γάλλων στο Βιετνάμ δίνει και ο Stelio Marchese, ο οποίος γράφει8: «Η γαλλική αποικιακή πολιτική στην Ινδοκίνα εμπνεόταν από ταπεινές αρχές μονοπωλιακής οικονομίας σαφώς διαχωρισμένες από τα πραγματικά συμφέροντα του τόπου. Αυτός ο διαχωρισμός σήμαινε, στην πράξη, μέσω μιας αστυνομικής νομοθεσίας φανερά καταπιεστικής, την ανακοπή της από αιώνες πορείας προς το νότο που προοριζόταν πια σχεδόν αποκλειστικά για την αποικιακή εκμετάλλευση, την απαγόρευση στους Βιετναμίτες να έχουν την οποιαδήποτε νέα οικονομική δραστηριότητα και τον περιορισμό των παλιών τους απασχολήσεων και ιδιαίτερα της βιοτεχνίας και των μικροβιομηχανιών. Σήμαινε εξάλλου μια αμείλικτη αφαίμαξη των πενιχρών οικονομικών πόρων της βιετναμέζικης μάζας με εφοριακή πίεση που ασκούσαν τέσσερις κύριοι κλάδοι: ο κτηματικός φόρος, τα μονοπώλια του αλατιού, του οινοπνεύματος και του οπίου. Στους Βιετναμίτες απαγορευόταν η άνοδος σε μέσους και ανώτερους βαθμούς της διοικήσεως. Μ' αυτόν το στόχο στα σχολεία απαγορευόταν η διάδοση της γαλλικής κουλτούρας. Μόνον από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας επετράπη σε ελάχιστες σχολές να προσφέρουν συγχρόνως μια ανάμεικτη γαλλοβιετναμική εκπαίδευση».

Η γαλλική αποικιακή κυριαρχία στο Βιετνάμ διατηρήθηκε ως τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο αλλά μόλις τα χιτλερικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Γαλλία και οι Γιαπωνέζοι επιτέθηκαν στην Ινδοκίνα, οι Γάλλοι αποικιστές συνθηκολόγησαν με αποτέλεσμα η περιοχή να βρεθεί υπό το καθεστώς της γιαπωνέζικής φασιστικής κατοχής. Ομως το αποικιοκρατικό γαλλικό καθεστώς στο Βιετνάμ κατάφερε και πάλι να σταθεί στα πόδια του με τη βοήθεια των κινεζικών αντιδραστικών δυνάμεων, τη βοήθεια της Αγγλίας και φυσικά των ΗΠΑ. Πριν όμως αναφερθούμε σ' αυτό το γεγονός, ας παρακολουθήσουμε την αντίσταση του βιετναμέζικού λαού κατά των Γάλλων αποικιοκρατών σ' ορισμένους από τους βασικούς σταθμούς.



Ο αντιαποικιακός αγώνας των Βιετναμέζων

Οι Γάλλοι αποικιοκράτες από την πρώτη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στο Βιετνάμ βρήκαν ισχυρή αντίσταση από τον ντόπιο πληθυσμό. Παρά το γεγονός ότι η τάξη των τσιφλικάδων πολύ γρήγορα βρήκε το δρόμο του συμβιβασμού με τους κατακτητές, ο βιετναμέζικος λαός εξεγέρθηκε κατ' επανάληψη, πήρε τα όπλα και υπεράσπισε την πατρίδα του με κάθε μέσο. Η αντίσταση του λαού ήταν τέτοια που οι αποικιστές χρειάστηκαν περίπου 30 χρόνια (1858-1884) για να εγκαταστήσουν το μηχανισμό κυριαρχίας τους. Ενα μηχανισμό όμως που ποτέ δεν ήταν σταθερός και που πάντα κλυδωνιζόταν από τις εκδηλώσεις της λαϊκής αντίστασης.

Ο αντιστασιακός αγώνας του λαού του Βιετνάμ κατάφερε να πάρει ουσιαστικό περιεχόμενο και σαφή προσανατολισμό, όταν την πρωτοβουλία των κινήσεων την πήρε η εργατική τάξη και το κόμμα της. Οι τσιφλικάδες, όπως προαναφέραμε, είχαν συμβιβαστεί με τους αποικιστές, ενώ η αστική τάξη για λόγους ιστορικούς, που οφείλονται και στον τρόπο που οικοδομήθηκε το αποικιοκρατικό καθεστώς, ουδέποτε κατάφερε να αποκτήσει μια ισχυρή κοινωνικοπολιτική βάση.
«Σ' αυτό το καθεστώς καταπιεστικού διαχωρισμού - γράφει ο Stelio Marchese9 - ξεχώριζε η προνομιακή μεταχείριση στον οικονομικό, φορολογικό και διοικητικό τομέα λίγων Βιετναμιτών, υποδουλωμένων στο αποικιακό καθεστώς, που οι Γάλλοι τους πλήρωναν με εκχωρήσεις κτημάτων στο νότο, αγροτικές πιστώσεις, πρατήρια για την πώληση ειδών του μονοπωλίου και αστυνομική προστασία. Αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρήθηκε σε μεγάλη έκταση, ώστε να δημιουργήσει μια αληθινή αστική τάξη, φιλικά διακείμενη προς τους Γάλλους, είτε γιατί σε μια οικονομία όπως η βιετναμική της περιόδου του αποικισμού οι δυνατότητες συσσώρευσης του κεφαλαίου ήταν πραγματικά περιορισμένες, ακόμα και στον προνομιούχο τομέα της τοκογλυφίας, είτε γιατί το συνηθισμένο αντίτιμο αυτού του προνομίου ήταν η απομόνωση από το λαό στο μέσον του οποίου οι άνθρωποι αυτοί έπρεπε να ζήσουν».

Το Βιετναμέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα γεννήθηκε στις 3-Φεβ-1930 και τον Οκτώβρη του ιδίου έτους μετονομάστηκε σε ΚΚ Ινδοκίνας.
Ηγετική φυσιογνωμία από το ξεκίνημα του κόμματος υπήρξε ο Ντγκουγιέν Ε-Κουόκ, γνωστός παγκοσμίως με το όνομα Χο Τσι Μιν. Πρόκειται για έναν επαναστάτη, που, όπως ο ίδιος έλεγε, την επανάσταση δεν την είχε διδαχθεί στη Μόσχα, αλλά στο Παρίσι, δεδομένου ότι έζησε εκεί, είχε συμμετάσχει στην ίδρυση του Γαλλικού ΚΚ το Δεκέμβρη του 1920 και είχε πάρει ενεργό μέρος στους επαναστατικούς αγώνες της γαλλικής εργατικής τάξης10.
Υπήρξε μάλιστα υπεύθυνος του Γαλλικού ΚΚ για τα αποικιακά ζητήματα. Στη δεκαετία του 1920 ο Χο Τσι Μιν ταξίδεψε πολλές φορές στη Σοβιετική Ενωση, όπου συμμετείχε στην ίδρυση του Γραφείου Νοτιοανατολικής Ασίας της Κομιντέρν, στην ίδρυση της Αγροτικής Διεθνούς και σε άλλες εκδηλώσεις του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Βρέθηκε επίσης από το 1924 στην Καντόνα, ως μέλος του κλιμακίου της Κομιντέρν κι έζησε από κοντά την κινέζικη επανάσταση11.

Η ίδρυση του ΚΚ αποτέλεσε τη μεγάλη στροφή στους αντιαποικιακούς αγώνες του βιετναμέζικου λαού, οι οποίοι έγιναν πλέον οργανικό στοιχείο της προλεταριακής επανάστασης. Οι εξελίξεις μάλιστα υποχρέωσαν πολύ γρήγορα τους κομμουνιστές να αποδείξουν, ως οργανωμένη πλέον πολιτική δύναμη, αν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στην ιστορική τους αποστολή.
Η ευκαιρία δόθηκε, όταν ταυτόχρονα με την ίδρυση του κόμματος ξέσπασε ένα νέο επαναστατικό - εθνικοαπελευθερωτικό - αντιαποικιακό κύμα στη χώρα.
Ηταν Φλεβάρης του '30 όταν ξέσπασε το κύμα αυτό με την απεργία 3.000 εργατών του αγροκτήματος Φου Ριένγκ στο Κοσινσίν. Ακολούθησαν απεργία 4.000 εργατών της βαμβακοτεχνίας του Ναμ Ντιν στο Μπακ Μπο το Μάρτη και απεργία 400 εργατών του εργοστασίου σπίρτων και του πριονιστηρίου του Μπεν Θούι στο Τρουνγκ, τον Απρίλη. Από την Πρωτομαγιά του 1930 η επαναστατική πλημμυρίδα σκέπασε όλη τη χώρα με χιλιάδες εργατικές απεργίες, αγροτικές διαδηλώσεις, σχολικές απεργίες, κλείσιμο της αγοράς κ.ο.κ. «Στις ακτές των δύο επαρχιών του Κεντρικού Βιετνάμ (Νγκε - Αν και Χα - Τσιν) - γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί12 - οι ξεσηκωμένοι αγρότες με επικεφαλής τους κομμουνιστές συγκρότησαν σοβιέτ και πήραν την εξουσία στα χέρια τους. Στα χωριά συγκροτήθηκαν επιτροπές για να εφαρμόσουν την αγροτική μεταρρύθμιση».
Τέτοιας έκτασης γεγονότα συνέβησαν, αλλά στο τέλος οι Γάλλοι αποικιστές κατάφεραν να καταστείλουν την εξέγερση, χωρίς όμως να μπορέσουν να συντρίψουν το επαναστατικό κίνημα.

Νέα άνοδο το κίνημα γνώρισε στην περίοδο 1936-39, όπου στο πλαίσιο της εφαρμογής των αποφάσεων του 7ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς, προώθησε την πολιτική της συγκρότησης ενός Λαϊκού Αντιιμπεριαλιστικού Ινδοκινεζικού Μετώπου, το οποίο στη συνέχεια μετατράπηκε σε Δημοκρατικό Ινδοκινεζικό Μέτωπο.

Στις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το ΚΚ Ινδοκίνας έθεσε το ζήτημα της προετοιμασίας της ένοπλης εξέγερσης. Στην 6η (1939), στην 7η (1940) και στην 8η (1941) ολομέλεια της ΚΕ του πάρθηκε η απόφαση να θεωρηθεί σαν πρωτεύον το ζήτημα της εθνικής απελευθέρωσης. «Ηταν ανάγκη - γράφει ο Α. Σ. Βορόνιν13 - να δημιουργηθούν ένοπλες οργανώσεις των εργαζόμενων μαζών και επαναστατικός στρατός και, συνδυάζοντας σωστά τον πολιτικό αγώνα με τον ένοπλο, να προχωρήσει η προετοιμασία της γενικής ένοπλης εξέγερσης, με σκοπό την κατάληψη της εξουσίας». Η πρώτη μονάδα του λαϊκού στρατού δημιουργήθηκε στις 22/12/1944 και η εξέλιξή του από κει και πέρα υπήρξε ραγδαία. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η 8η ολομέλεια της ΚΕ του Κόμματος πήρε την ιστορική απόφαση της δημιουργίας της Ομοσπονδίας για την Ανεξαρτησία του Βιετνάμ, που έμεινε στην ιστορία με τη σύντομη ονομασία της Βιετ- Μιν. Μια ομοσπονδία στην οποία συμπεριλήφθηκαν οι Ενώσεις των διαφορετικών λαϊκών τάξεων και στρωμάτων.

Η κορύφωση του εθνικοαπελευθερωτικού - επαναστατικού αγώνα στο Βιετνάμ ήρθε τον Αύγουστο του 1945 και σ' αυτό συνέβαλε η ήττα του φασιστικού άξονα σε παγκόσμιο επίπεδο και η πάλη του βιετναμέζικου λαού σε συνδυασμό με την ήττα και συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας.
Στις 13-Αυγ το ΚΚ αποφάσισε τη γενική εξέγερση και τρεις μέρες αργότερα στο Συνέδριο των Αντιπροσώπων του Λαού, που συγκάλεσε το Βιετ Μιν, υιοθετήθηκαν οι «10 μεγάλες πολιτικές αρχές» της οργάνωσης, καταρτίστηκε η διαταγή της γενικής ένοπλης εξέγερσης και εκλέχτηκε Κεντρική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, δηλαδή προσωρινή κυβέρνηση, με πρόεδρο τον Χο Τσι Μιν.
Στις 19-Αυγ η εξέγερση στέφθηκε με επιτυχία στο Ανόι, στις 23 θριάμβευσε στο Χουέ και στις 25 στη Σαϊγκόν.
Σε διάστημα 11 ημερών η νικηφόρα εξέγερση ήταν γεγονός σε όλο το Βιετνάμ.
Στις 2-Σεπ-1945 ο Χο Τσι Μιν διάβασε τη Δήλωση Ανεξαρτησίας του Βιετνάμ, με την οποία η χώρα ονομαζόταν Λαϊκή Δημοκρατία14.


Μάχη ενάντια στους αμερικάνους πεζοναύτες -από τις 10άδες λεγόμενες "κρυμμένες" φωτογραφίες #Associated Press

Το Βιετνάμ μετά τον πόλεμο
Η παλινόρθωση της αποικιοκρατίας

Η δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Βιετνάμ δεν έφερε αμέσως και την απελευθέρωση του λαού της χώρας. Οι αποικιοκράτες - ιμπεριαλιστές δεν παραδέχτηκαν την ήττα τους, παρά μόνο όταν αυτή κατέστη ολοκληρωτική. Στην αρχή και με πρόσχημα την καταδίωξη των Ιαπώνων το Νότιο Βιετνάμ καταλήφθηκε από αγγλικά στρατεύματα και το Βόρειο Βιετνάμ από κινέζικα στρατεύματα του Τσανγκ Κάι Σεκ.
Σύντομα ήρθαν και οι Γάλλοι, που ήταν στη Σαϊγκόν και άλλες πόλεις του Νότου, αλλά δεν ήταν εύκολο γι' αυτούς να παλινορθώσουν το αποικιοκρατικό τους καθεστώς. Το Φλεβάρη του '46 συμφώνησαν με τον Τσανγκ Κάι Σεκ να αποσύρει τα στρατεύματά του από το Βόρειο Βιετνάμ. Στη συνέχεια η κυβέρνηση του... σοσιαλιστή Λέο Μπλουμ δήλωσε πως θα αναγνωρίσει τη Βιετναμέζικη Λαϊκή Δημοκρατία, με τον όρο ότι η τελευταία θα δεχόταν να γίνει μέλος της Γαλλικής Ενωσης, της Γαλλικής δηλαδή Αποικιοκρατικής Συμπολιτείας. Αρχισαν μάλιστα και διαπραγματεύσεις στο Παρίσι και το Δεκέμβρη του '46 όταν ο Χο Τσι Μιν βρισκόταν στη γαλλική πρωτεύουσα και συνομιλούσε με τον Λέο Μπλουμ τα γαλλικά στρατεύματα άρχιζαν πόλεμο για την παλινόρθωση της αποικιοκρατίας στην Ινδοκίνα, κατέλαβαν την πρωτεύουσα της χώρας, το Ανόι και άλλα στρατηγικά σημεία. Η κυβέρνηση του Χο Τσι Μιν κατέφυγε στη ζούγκλα κι από εκεί άρχισε νέο αγώνα κατά των Γάλλων αποικιστών. Αναλύοντας τη στρατηγική των Γάλλων σ' εκείνες τις συνθήκες, ο David Horowitz σημειώνει15: «Το νότιο τμήμα συγκέντρωνε το μεγαλύτερο μέρος των γαλλικών επενδύσεων και γρήγορα φάνηκε ότι οι Γάλλοι ήσαν αποφασισμένοι να διαχωρίσουν το τμήμα αυτό από το υπόλοιπο Βιετνάμ. Παράλληλα επέμεναν να διατηρήσουν τον έλεγχο του στρατού και της διπλωματίας του Βιετνάμ, καθώς και τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής και της οικονομίας του».

Βέβαια, πίσω από τη Γαλλία βρίσκονταν οι ΗΠΑ που την ενίσχυαν οικονομικά. «Στην πραγματικότητα - όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Ν. Ψυρούκης16 - οι Βορειοαμερικανοί ιμπεριαλιστές δεν ενδιαφέρονταν για τη σωτηρία της γαλλικής αποικιακής αυτοκρατορίας. Ζητούσαν να αρπάξουν τα πλούτη της. Και έβλεπαν πως η Γαλλία, με τους αποικιακούς πολέμους, σύντομα θα παρέδιδε τις αποικίες της στην κηδεμονία των ΗΠΑ».


Ο στρατηγός de Castries, διοικητής του Diên Biên Phu

Η γαλλική αποικιοκρατία συντρίβεται στο Ντιεν Μπιεν Φου


Το Βιετνάμ ξαναβρέθηκε λοιπόν κάτω από αποικιακό ζυγό μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο και ο λαός του ξεκίνησε ένα νέο αγώνα για την απελευθέρωσή του. Στις 20 Δεκέμβρη του 1946, το ΚΚ Ινδοκίνας και ο Πρόεδρος της χώρας, Χο Τσι Μιν, απηύθυναν έκκληση προς τον βιετναμέζικο λαό ν' αρχίσει παλλαϊκή αντίσταση ενάντια στους αποικιοκράτες μέχρι την ολοκληρωτική απελευθέρωση της χώρας. Ο λαϊκός αντιαποικιακός πόλεμος αγκάλιασε ολόκληρη την Ινδοκίνα και πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις ιδιαίτερα μετά τη νίκη της κινεζικής επανάστασης, το 1949. Το 1950, το 90% του Βιετνάμ ήταν απελευθερωμένο και μόνο το 10% ήταν υπό γαλλικό έλεγχο. Επίσης, η κυβέρνηση του Χο Τσι Μιν απόκτησε διεθνές κύρος, μετά την αναγνώρισή της από την ΕΣΣΔ και τις άλλες Λαϊκές Δημοκρατίες.
Την περίοδο των μεταπολεμικών αντιαποικιακών αγώνων του Βιετνάμ, στη χώρα ξεχωρίζει μια κλασική λαϊκή στρατιωτική φυσιογνωμία, ο Βο Ννγκουγιέν Γκιαπ. Μέλος του ΚΚ από την ίδρυσή του, έγινε υπουργός στην κυβέρνηση Εθνικής Απελευθέρωσης. Με στρατιωτικά ζητήματα άρχισε να ασχολείται από το 1944 και από το Δεκέμβρη του 1946 έγινε αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας17. Σ' ένα από τα κείμενά του ο Γκιαπ παρουσιάζει ως εξής την πολεμική μέθοδο του βιετναμέζικου λαού στην περίοδο μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο: «Ανταρτοπόλεμος είναι η μορφή αγώνα των μαζών μιας φτωχής και κακοεξοπλισμένης χώρας ενάντια σ' έναν επιθετικό στρατό με καλύτερο υλικό και τεχνικές. Είναι ο τρόπος να διεξάγεις μιαν επανάσταση. Οι αντάρτες στηρίζονται στο ηρωικό πνεύμα για να θριαμβεύσουν πάνω στα μοντέρνα όπλα, αποφεύγοντας τον εχθρό, όταν είναι ισχυρότερος και χτυπώντας τον όταν είναι ασθενέστερος. Αλλοτε σκορπίζοντας, άλλοτε ανασχηματιζόμενοι, άλλοτε φθείροντας, άλλοτε εξοντώνοντας τον εχθρό, είναι αποφασισμένοι να πολεμάνε παντού, έτσι που, οπουδήποτε και αν πηγαίνει ο εχθρός είναι καταποντισμένος σε μια θάλασσα ένοπλου λαού που τον χτυπάει, υποσκάπτοντας το ηθικό του και εξαντλώντας τις δυνάμεις του»18.
Με αυτήν τη μέθοδο, ο βιετναμέζικος λαός κατάφερε να φτάσει έως την τελική σύγκρουση με τις γαλλικές αποικιοκρατικές δυνάμεις, στο Ντιεν Μπιεν Φου.

Εχουν μεγαλώσει στο ίδιο χωριό συναντιούνται στο περίφημο «Μονοπάτι Χο-Τσι-Μινχ»
- Απο τις λεγόμενες κρυμμενες φωτογραφίες # Associated Press

Οταν το Νοέμβρη του 1953 ο στρατηγός Ανρί Ναβάρ διέτασσε τις γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις να καταλάβουν το Ντιεν Μπιεν Φου, το έκανε γιατί ήθελε να προλάβει τα χειρότερα, να ελέγξει δηλαδή το ξέσπασμα της επανάστασης απ' άκρη σ' άκρη της Ινδοκίνας και ιδιαίτερα στο Λάος όπου την ίδια χρονιά είχε παρατηρηθεί επέκταση της δράσης των δυνάμεων του Γκιαπ. Κι όπως συμβαίνει με όλες τις κινήσεις απελπισίας, το κλείσιμο ενός ρήγματος δημιουργούσε πολλαπλάσια. Το Ντιεν Μπιεν Φου βρισκόταν βαθιά μέσα στην περιοχή ελέγχου του Βιετ Μιν, σφηνωμένο στην κύρια γραμμή ανεφοδιασμού των ανταρτών από την Κίνα. Ηταν μια ελκυστική στρατιωτική θέση, διέθετε αεροδρόμιο το οποίο είχαν κατασκευάσει οι Ιάπωνες, αλλά ταυτόχρονα είχε το μειονέκτημα ότι απείχε λιγότερο από 160 χλμ. από την κινεζική μεθόριο και περισσότερο από 300 χλμ. από τις βάσεις ανεφοδιασμού των Γάλλων. Ετσι, ο ανεφοδιασμός θα γινόταν από τον αέρα, αλλά με εξάντληση της ακτίνας δράσης των αεροπλάνων19. Το αποτέλεσμα ήταν αντί το Ντιεν Μπιεν Φου να γίνει ο τάφος των ανταρτών να μετατραπεί σε τάφο της γαλλικής αποικιοκρατίας.

Οι δυνάμεις του Γκιαπ ξεκίνησαν την αντεπίθεση στο Ντιεν Μπιεν Φου από τα τέλη του 1953 και μέσα από έναν διαρκή πόλεμο φθοράς, στις 7 Μάη του 1954, συνέτριψαν το γαλλικό στρατό. Οι συνεχείς ρίψεις Γάλλων αλεξιπτωτιστών απλώς πλήθαιναν τις απώλειες της γαλλικής πλευράς. Η εικόνα που δίνει στην περιγραφή του ο Ρεϊμόν Καρτιέ είναι συγκλονιστική20: «Το πυροβολικό των Βιετ σωπαίνει. Ο θόρυβος που ακούγεται ύστερα θα μείνει για πάντα στη μνήμη των ηττημένων. Είναι τα πατήματα μέσα στη λάσπη χιλιάδων πελμάτων, που πλημμυρίζουν το ερειπωμένο στρατόπεδο και συγκλίνουν προς το αμπρί του στρατηγού. Είναι 5 το απόγευμα. Κάθε αντίσταση έχει σταματήσει. Οι πιο περήφανοι στρατιώτες του γαλλικού στρατού ...παραδίδονται. Οι στρατιώτες του Λαλάντ θα βρουν το δρόμο της εξόδου αποκλεισμένο και θα παραδοθούν. Σκορπισμένοι στον πυθμένα του Ντιεν Μπιεν Φου, 60.000 αλεξίπτωτα σχηματίζουν ένα πελώριο άσπρο σάβανο».

Σαν αποτέλεσμα της νίκης του βιετναμέζικου λαού, ήρθαν οι συμφωνίες για την Ινδοκίνα, που υπογράφηκαν στις 20 Ιούλη του 1954 στη Γενεύη, που καθόρισαν ως διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές τον 17ο παράλληλο. Το Βιετνάμ χωριζόταν σε Βόρειο και Νότιο, αλλά αυτός ο διαχωρισμός, οι συμφωνίες προέβλεπαν ότι θα είναι προσωρινός κι ότι η χώρα σύντομα θα συνενωνόταν. Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάστηκε νέος αγώνας του βιετναμέζικου λαού έως το 1975, αυτή τη φορά εναντίον των ΗΠΑ, που είχαν έρθει να αντικαταστήσουν την ηττημένη Γαλλία.

1 Ρεϊμόν Καρτιέ: «Μεταπολεμική Παγκόσμιος Ιστορία», εκδόσεις «Πάπυρος», ΒΙΠΕΡ, τόμος 5ος, σελ. 104

2 στο ίδιο, σελ. 104-105

3 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος ΣΤ2, σελ. 825.

4 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 127-128.

5 Λουί Σορέλ: «Η Ινδοκίνα υπό τους Γάλλους», στο ΠΑΡΝΕΛ: «Ιστορία του 20ού αιώνα», εκδόσεις «Χρυσός Τύπος», τόμος 1ος, σελ. 316

6 Β. Ι. Λένιν: «Πόλεμος και Επανάσταση», «Απαντα», τόμος 32, εκδόσεις ΣΕ, σελ. 88

7 «Η Εποποιία του Βιετναμέζικου λαού - Σύντομη ιστορία του Κόμματος των Εργαζομένων του Βιετνάμ», εκδόσεις «Τύμφη», Αθήνα 1978, σελ. 11

8 Stelio Marchese: «Η επανάσταση του Βιετνάμ», στο πολύτομο έργο «Ιστορία των Επαναστάσεων», εκδόσεις ΑΚΜΗ, τόμος 1ος, σελ. 60

9 Stelio Marchese, στο ίδιο, σελ. 60

10 «Η Εποποιία του Βιετναμέζικου λαού - Σύντομη ιστορία του Κόμματος των Εργαζομένων του Βιετνάμ», εκδόσεις «Τύμφη», Αθήνα 1978, σελ. 13

11 Stelio Marchese, στο ίδιο, σελ. 77-78

12 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος, Θ1-Θ2, σελ. 373

13 Α. Σ. Βορόνιν: «Ο αγώνας του βιετναμικού λαού για ανεξαρτησία, ενότητα και σοσιαλισμό», Εκδόσεις ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, σελ. 8

14 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος, Ι1- Ι2, σελ. 777-778

15 David Horowitz: «Από τη Γιάλτα στο Βιετνάμ», εκδόσεις «Κάλβος», σελ. 200.

16 Νίκου Ψυρούκη: «Ιστορία της Αποικιοκρατίας», εκδόσεις «Επικαιρότητα», τόμος Στ', σελ. 383

17 Stelio Marchese, στο ίδιο, σελ. 83

18 Robert Taber: «Θεωρία και πρακτική του ανταρτοπόλεμου - Ο ''πόλεμος του ψύλλου''», εκδόσεις «Κάλβος», σελ. 72

19 Αλιστερ Χορν: «Ντιεν Μπιεν Φου», στο ΠΑΡΝΕΛ: «Ιστορία του 20ού αιώνα», εκδόσεις «Χρυσός Τύπος», τόμος 6ος σελ. 2.262.

20 Ρεϊμόν Καρτιέ, στο ίδιο, σελ. 153-154.

Σσ.
Πηγές – με πολλή προσοχή
History.com - Britannica.com, γιατί παρουσιάζονται συχνά τα γεγονότα επιλεκτικά και διαστρεβλωμένα, καλό το άρθρο της Καθημερινής  (κ. Σοφία Παπαστάμκου ιστορικός στα αρχεία της Bibliothèque de documentation internationale contemporaine, στη Nanterre της Γαλλίας) …προτιμήστε Ριζοσπάστη+902


Ο αστικός τύπος της εποχής αντί για το Βατερλό του ιμπεριαλισμού είδε
...την Geneviève de Galard τον «γλυκό άγγελο» του Ντιεν Μπιεν Φου