29 Αυγούστου 2023

Η μελαγχολία του Στέλιου ήταν μελαγχολία ενός κόσμου ολόκληρου

Τόμοι θα χρειάζονταν, για να κάνεις _έστω και σύντομο, αφιέρωμα στον για 47+ χρόνια κρίκο της εξέλιξης του λαϊκού μας τραγουδιού…
Μιας φωνής -παρηγοριάς και ελπίδας, καθαρής, δυνατής, που έβγαινε από τα βάθη της ψυχής _ που κατάφερε να εκφράσει αγωνίες, φόβους, αλλά και ενός καινούργιου ξημερώματος μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων του λαού μας…
Για τους οποίους η επιβίωση δεν ήταν καθόλου αυτονόητη _
Οικονομικά πολιτικά και κοινωνικά αποκλεισμένους και κυνηγημένους, πρόσφυγες, εργάτες, αγωνιστές της καθημερινότητας…
Τον πρώτο που διεκδίκησε _με τον τρόπο του, τα % από τις πωλήσεις του, ”καθαρίζοντας” για το μέλλον των συναδέλφων του, τον πρώτο που τόλμησε να τα βάλει με ένα πανίσχυρο σύστημα εταιρειαρχών, μαγαζατόρων και νονών της νύχτας…


Ήταν ο άνθρωπος που έκανε τα διαβατήρια των Ελλήνων εργατών, όπου γης, να τραγουδούν. Η φωνή του «ευωδίαζε» βασιλικό κι ασβέστη, όπως οι αυλές των φτωχόσπιτων στις λαϊκές γειτονιές, εκεί που συντροφιά στον καθημερινό αγώνα ήταν η υπομονή και η επιμονή του λαού, ώρες- ώρες αβάσταχτες, όμως. Τότε γίνονταν τραγούδι με τη φωνή του Καζαντζίδη, φλόγα κεριού που τρεμόπαιζε σαν θυσία στους θεούς της ελπίδας...
10άδες χιλιάδες λαού στην κηδεία του

Η φωνή του, τραγούδι και μήνυμα, απαντοχή και πάλη με το χρόνο στα βράχια της Μακρόνησος.
Η φωνή του ήταν μέσα στο λαϊκό σπίτι σε εκείνη τη γωνιά που το καντήλι φώτιζε την εικόνα του Χριστού και το «κάντρο» με τα γαμήλια στέφανα του πατέρα και της μάνας.

Η φωνή του και τα τραγούδια του είχαν την γεύση του «κοκκινιστού» της μάνας την Κυριακή, ήταν τα «ψιλά» στην τσέπη ενός φαντάρου για το τζούκ μπόξ στο μαγειρειό έξω από το στρατόπεδο, ήταν η επιγραφή «Γυρίζω απ’ τη νύχτα» στο πίσω μέρος ενός φορτηγού που κατάπινε ατέλειωτα μουσκεμένα χιλιόμετρα στην Εθνική Οδό.

Με την ερμηνευτική δεινότητα να αναβλύζει κυριολεκτικά από μέσα του και την οποία καλλιέργησε με πολύ σκληρή δουλειά, ο Στέλιος Καζαντζίδης έγινε ένα από τα πρότυπα ερμηνείας στο ελληνικό τραγούδι, ενώ ταυτόχρονα ήταν η δική του ερμηνεία που ανέδειξε και τραγούδια τα οποία άλλοτε ως εισαγόμενα «ανατολίτικα» και άλλοτε ως αντίγραφα ενός στιλ, εγκλώβισαν και την μουσική και την ερμηνεία σε ένα γνωστό ύφος.


Κι όλα αυτά, άσχετα από το γεγονός ότι τα τραγούδια αυτά και ακούστηκαν πολύ και πούλησαν πολύ για ένα διάστημα, για να περάσουν στη συνέχεια στην λήθη.

Συνέβαλαν όμως στην διαμόρφωση μιας δήθεν ερμηνευτικής «φυσιογνωμίας» του καλλιτέχνη που σε πολλές περιπτώσεις επισκίασε τραγούδια-διαμάντια που έχει ερμηνεύσει ο Καζαντζίδης.

Όλα αυτά τα λέμε λαμβάνοντας υπόψη ένα πολύ μεγάλο σε όγκο έργο που περιλαμβάνει περισσότερα από 900 τραγούδια από το 1952 ως το 2001 εκ των οποίων πάνω από 300 τραγούδια είναι σε πρώτη εκτέλεση, μελοποιημένα από διαφορετικούς συνθέτες.

Συνεπώς, θα ήταν άγονη μια συζήτηση για το αν ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν ή όχι «καλός» τραγουδιστής, όπως εξίσου άγονη θα ήταν και μια απόλυτη αποθέωσή του ή ένας διαχωρισμός με όρους «οπαδών» μεταξύ αυτού και άλλων μεγάλων ερμηνευτών του λαϊκού μας τραγουδιού.
Το άγονο συνίσταται στο ότι σε ένα θέμα τόσο ζωντανό όσο το λαϊκό τραγούδι, δεν μπορείς εύκολα να βάλεις ορισμούς και κυρίως διότι συσκοτίζεται η προσέγγιση του τι πραγματικά προσέφερε η ερμηνευτική παρουσία του Στέλιου Καζαντζίδη.

Τα μεγάλα τραγούδια που ερμήνευσε ήταν ο αναγκαίος κρίκος στην εξέλιξη του λαϊκού μας τραγουδιού, για το πέρασμά του στην «έκρηξη» της δεκαετίας του 60 στην οποία συνετέλεσε ερμηνευτικά και ο ίδιος ο Καζαντζίδης.

Το σύνολο επίσης αυτών των μεγάλων τραγουδιών, είναι σφραγισμένο από το κοινωνικό περιεχόμενο του στίχου τους, αλλά αυτό δεν φτάνει διότι και άλλα τραγούδια έχουν κοινωνικό περιεχόμενο.


Το στοιχείο των τραγουδιών που φέρνουν ιδιαίτερα τα εργατικά τραγούδια που ερμήνευσε, συνίσταται στο ότι δεν «ενσωματώνονται», διατηρούν ένα, κατ αρχήν, ταξικό εργατικό πρόσημο.

Είναι τραγούδια που απευθύνθηκαν σαφώς, και ο χρόνος θα δείξει αν θα εξακολουθούν να απευθύνονται, σε σύνολο και όχι σε «παρέες» και ταυτόχρονα δεν προσφέρθηκαν, κυρίως λόγω του στίχου τους, για «γλέντι», όπου διασκεδάζουμε «όλοι -ταξικά εννοούμε- μαζί».

Γεννημένος στις 29 Αυγούστου 1931 στη Νέα Ιωνία από Ποντίους γονείς πρόσφυγες, ο Στέλιος Καζαντζίδης γνώρισε από πολύ τρυφερή ηλικία τι σήμαινε η λέξη ταγματασφαλίτες καθώς ήταν εκείνου που δολοφόνησαν τον οικοδόμο πατέρα του που είχε πάρει μέρος στην Αντίσταση στις γραμμές του ΕΑΜ, γνώρισε τι σήμαινε αστυνομικό τμήμα και χίτες που τσάκισαν στο ξύλο τον ίδιο τον Στέλιο σε ηλικία 12 ετών, γνώρισε από τα 13 του τι σημαίνει βιοπάλη, καθώς εκείνος ανέλαβε δουλεύοντας σε ότι δουλειά μπορεί να φανταστεί κανείς να ζήσει την μητέρα του και τον μικρό του αδελφό.

Στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας βασανίζεται άγρια, ενώ για ένα διάστημα, εξορίστηκε στην Μακρόνησο.

Στο εργοστάσιο της Λανατέξ, κατά την διάρκεια της εργασίας, όταν έπιανα κάποιο σκοπό οι εργάτες σταμάταγαν την δουλειά και με χάζευαν, είπε αργότερα ο ίδιος. Ο διευθυντής του εργοστασίου ονόματι Παρβανίδης του χάρισε μια κιθάρα.

Ξεκινώντας από ταβερνάκια και αμειβόμενος με ένα πιάτο φαγητό και ένα ποτήρι κρασί, σταδιακά αρχίζει να εξελίσσεται σε επαγγελματία τραγουδιστή. Ήταν ο στιχουργός Χαράλαμπος Βασιλειάδης -Τσάντας- που τον σύστησε στον τυφλό μαέστρο της Columbia Στέλιο Χρυσίνη, και το 1952 ο Στέλιος Καζαντζίδης ηχογράφησε το πρώτο του τραγούδι με τίτλο «Για μπάνιο πάω» του Απόστολου Καλδάρα, όμως το τραγούδι δεν πήγε καλά, διότι δεν ταίριαζε στο ύφος του.

Εκείνος που του έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία τον Σεπτέμβριο του 1952 με το τραγούδι «Βαλίτσες» ή «Δεν θέλω το κακό σου» ήταν ο Γιάννης Παπαϊωάννου.

Θα ακολουθήσει η καθιέρωση και η ερμηνεία τραγουδιών που έγιναν κλασικά στο λαϊκό ρεπερτόριο σε συνεργασία με μεγάλους στιχουργούς και συνθέτες. Ορισμένα από τα τραγούδια αυτά τα ερμήνευσε ντουέτο με σπουδαίες γυναικείες λαϊκές φωνές.

Το 1965 ο Στέλιος Καζαντζίδης, σε ηλικία 34 ετών, αποφάσισε να αποχωρήσει οριστικά από τα νυχτερινά κέντρα, καθώς αυτά είχαν αρχίσει να μεταβάλλονται σε κάτι διαφορετικό από χώρους πραγματικής λαϊκής ψυχαγωγίας.

Ο Στέλιος εμφανίζεται στο τραγούδι τρία χρόνια μετά το τέλος της κορυφαίας ταξικής μάχης του 20ου αιώνα στην Ελλάδα, της τρίχρονης εποποιίας του ΔΣΕ.
Στα χρόνια που ακολούθησαν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα πάνω στο ίδιο το κορμί τους και με το αίμα των καλύτερων παιδιών τους, έπαιρναν ένα πολύ σκληρό μάθημα: Γνώρισαν πολύ καλά τι σημαίνει ταξικός αντίπαλος και τι είναι ικανός να κάνει προκειμένου να κρατήσει την εξουσία του.

Η ήττα του ΔΣΕ, ο αμείλικτος διωγμός και η προσπάθεια εξόντωσης του ΚΚΕ, η επιχείρηση τσακίσματος του εργατικού κινήματος είχε άμεση επίπτωση στις δεκαετίες που ακολούθησαν στην ζωή συνολικά της εργατικής τάξης που στην αρχή αντιμετώπισε ακόμα και ζητήματα φυσικής εξαθλίωσης, με μεγάλα στρώματα να στερούνται τα βασικά καθημερινά αγαθά.

Ακόμα κι όταν αυτό λύθηκε με ένα τρόπο, ήταν πάντα αντιμέτωπη με την κοινωνική εξαθλίωση, αδυνατώντας -γιατί έτσι γίνεται στον καπιταλισμό για την εργατική τάξη- να καλύψει τις ανά εποχή σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες της που είναι περισσότερες από το καθημερινό ψωμί.
Για να γίνει αυτό απαιτείται μια άλλη κοινωνία με την εργατική τάξη στην εξουσία και ο πλούτος που παράγεται να είναι στα χέρια του εργαζόμενου λαού.

Στην δεκαετία του 50 αναπτύχθηκαν μεγάλοι εργατικοί αγώνες στην Ελλάδα και μάλιστα από τη νέα βάρδια της εργατικής τάξης, καθώς η αντίδραση είχε «φροντίσει» να εξοντώσει την παλιά με κάθε τρόπο, από τις εξορίες και τις φυλακές ως τις εκτελέσεις και τις δολοφονίες, όπως του εκλεγμένου ΓΓ της ΓΣΕΕ, Μήτσου Παπαρήγα.
Η εργατική τάξη βιώνει σε όλη την έκτασή τους τις συνέπειες της επικράτησης των αστών, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι και τις αποδέχεται. Προσπαθεί με κάθε τρόπο να κρατηθεί όρθια και το λαϊκό τραγούδι στην καθημερινή της ζωή, έπαιζε σπουδαίο ρόλο, στον βαθμό που του αναλογούσε, ως ενοποιητικό στοιχείο μεγάλων λαϊκών στρωμάτων.

Τα τραγούδια που ερμήνευσε ο Στέλιος Καζαντζίδης, γραμμένα τα περισσότερα από ανθρώπους που ήταν οι ίδιοι εργάτες και σε κάθε περίπτωση ανήκαν στα λαϊκά στρώματα, καταρχήν στέριωσαν στην συνείδηση της εργατικής τάξης, πως είναι κάτι διαφορετικό, στοιχείο σημαντικό, αλλά όχι αρκετό.

Διότι το γιατί οι εργαζόμενοι είναι κάτι διαφορετικό από τους αστούς και κυρίως οι αιτίες αυτής της διαφοράς και πως θα επιλυθούν, αυτές οι απαντήσεις δεν θα προέλθουν από το λαϊκό τραγούδι, απαιτούν συγκεκριμένες, βαθιές επιστημονικές επεξεργασίες, αδιάσπαστα δεμένες με το πρώτιστο ζήτημα το οποίο είναι η ιδεολογική και πολιτική δράση στην εργατική τάξη για να συνειδητοποιηθεί ως τάξη για τον εαυτό της, που αυτή πρέπει να διεκδικήσει την εξουσία. Αυτή η ιδεολογική και πολιτική δράση στην εργατική τάξη γίνεται από την συνειδητή πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, από το ΚΚ.
Εξάλλου το αν η εργατική τάξη θα ενσωματωθεί στην αστική πολιτική ή θα χειραφετηθεί από αυτήν, είναι το κομβικό σημείο της διαπάλης και στο εργατικό κίνημα.

Όποιος αναζητά σε αυτά τα τραγούδια της συγκεκριμένης περιόδου «απάντηση» με όρους συνειδητού πολιτικού ταξικού κινήματος, μάλλον θα ...ατυχήσει. Ταυτόχρονα, όμως πρέπει να νιώσει σε αυτά την ψυχή ενός κόσμου που αναζητά απαντήσεις.


Η μελαγχολία του Καζαντζίδη
ήταν η μελαγχολία ενός κόσμου ολόκληρου...

Στον τεράστιο «όγκο» της φωνής του, αποτυπώνεται το μακρόσυρτο «ανατολίτικο» στοιχείο της υπομονής και της επιμονής που έπρεπε να έχουν χιλιάδες άνθρωποι για να βρουν ένα «τόπο να πατήσουν», όχι για να υποταχθούν αλλά για να αλλάξουν προς το καλύτερο την ζωή τους, λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα αναφέραμε για το περιεχόμενο αυτής της αλλαγής.

Αυτά τα δυο στοιχεία πάλευαν στο μέλος της ερμηνείας του, συναντιόνταν σε ένα τραγούδι που έπρεπε να «γιάνει πληγές» και ταυτόχρονα να δίνει ελπίδα.
Κοινωνικά, οι ερμηνείες του εξέφρασαν στο ανώτατο σημείο τους, την διαπάλη αυτών των στοιχείων, σε μια εποχή κοινωνικής αναδίπλωσης από την οποία όμως δεν έλειψαν καθόλου οι εργατικοί αγώνες.

Γι αυτό χαρακτηρίσαμε τις ερμηνείες του Στέλιου Καζαντζίδη ως απαραίτητο κρίκο, ως αναγκαίο όρο της εξέλιξης του λαϊκού μας τραγουδιού.

Μια εξέλιξη που πραγματοποιήθηκε με την μορφή της πολιτιστικής έκρηξης της δεκαετίας του 60, αντανάκλαση όχι βέβαια μηχανική, μεγάλων εργατικών αγώνων και λαϊκής ανάτασης.
Ο λαός πιστεύοντας στην δύναμή του, παλεύει να βάλει την σφραγίδα του στις εξελίξεις, πράγμα καθόλου εύκολο.
Παρόλα αυτά η υπομονή του δεν έχει άλλα όρια, νιώθει πως πρέπει να ανοίξει δρόμο μπροστά και ψηλότερα.

Οι λαϊκοί αγώνες απαιτούν ρυθμό, το τραγούδι που ενώνει και εμψυχώνει για άλματα, το τραγούδι της μάχης απαιτούσε μια άλλη ερμηνεία που γεννιόταν από την προηγούμενη πορεία του.

Καμία ερμηνεία δεν απέκλειε την άλλη, καμία δεν ήταν καλύτερη από την άλλη, ήταν στο ίδιο ύψος ποιοτικά, αλλά διαφορετικές. «Συναντήθηκαν» σε ένα αρμονικό σύνολο ενιαίο και αδιαίρετο στο κύκλο τραγουδιών «Πολιτεία» που συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης το 1961, έχοντας προηγουμένως με τον «Επιτάφιο» εισαγάγει την ποίηση στο ελληνικό λαϊκό τραγούδι.

Είχαν ωριμάσει οι συνθήκες, πάντα με όρους λαϊκού τραγουδιού, να ανοίξουν οι ορίζοντες πέρα από τον «καημό της ταβέρνας», και ταυτόχρονα να πάνε τα πράγματα πιο βαθιά.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης στην δεκαετία του 60 ερμήνευσε με αξεπέραστο τρόπο τραγούδια των Θεοδωράκη, Χατζηδάκι, Λεοντή, Μαρκόπουλου, Λοίζου, Ξαρχάκου, Κατσαρού.

Η επαφή του με τον κόσμο συνεχίστηκε μέσω της δισκογραφίας, και στην δεκαετία του 70 κυκλοφόρησαν δύο δίσκοι-σταθμοί. Ο ένας είχε τον τίτλο «Στέλιος Καζαντζίδης Νο 3» και έφερε πολλούς νέους ακροατές σε επαφή με το παλαιότερο ρεπερτόριο του.
Ο δεύτερος δίσκος είχε τον τίτλο «Η ζωή μου όλη» και στην μια του πλευρά είχε 6 τραγούδια-σταθμούς με την υπογραφή του Άκη Πάνου.

Η μεταπολίτευση του 1974 βρίσκει τον Στέλιο Καζαντζίδη να συνεργάζεται με τον Μίκη Θεοδωράκη στον εξαιρετικό δίσκο με τον τίτλο «Ανατολή», αφιερωμένο στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας. Από αυτό τον δίσκο με το τραγούδι «Βουνά σας χαιρετώ» έκλεισε τις εκπομπές του, ο ραδιοσταθμός του ΚΚΕ, «Φωνή της Αλήθειας», γεγονός που γέμιζε περηφάνια τον Στέλιο.

Τον Νοέμβριο του 1975 παρά τα προβλήματα που υπάρχουν με την δισκογραφική του εταιρεία μπαίνει στο στούντιο και ηχογραφεί το θρυλικό «Υπάρχω» το οποίο σημαίνει και το τέλος της δισκογραφικής του παρουσίας για τα επόμενα 12 χρόνια. Στο δίσκο αυτό, είναι η πρώτη φορά που λαϊκός τραγουδιστής μιλάει σε πρώτο πρόσωπο στους ακροατές του.

«Εγώ 'μαι αητός κι εσύ 'σαι τα φτερά μου» ερμηνεύει ο Στέλιος Καζαντζίδης το 1987 γεφυρώνοντας 12 χρόνια απουσίας, ενώ ακολούθησαν άλλοι 9 δίσκοι με κοινωνικό λαϊκό τραγούδι της εποχής των τελών της δεκαετίας του "80.

Αυτή την περίοδο συνεργάστηκε μεταξύ άλλων και με την στιχουργό Σώτια Τσώτου και επειδή η ίδια είχε πει πως δεν είχε υπηρετήσει το λαϊκό τραγούδι, η μαρτυρία της, το 1992, έχει σημασία: «Χρειάστηκε να διανύσω μισό αιώνα για να μπορέσω να καταλάβω τον Στέλιο Καζαντζίδη και τα τραγούδια του. Χρειάστηκε να καώ μέσα στους απλούς καθημερινούς πόνους της επιβίωσης, της λαχτάρας για εκείνους που αγαπώ, της βαθιάς ανησυχίας και πίκρας για όσα γίνονται γύρω μας για να μπορέσω να γράψω με το χέρι στην καρδιά και όχι από εμπορική σκοπιμότητα, στίχους για τον Στέλιο και τα εννιά εκατομμύρια οχτακόσιες χιλιάδες Έλληνες που του μοιάζουν, που μου μοιάζουν, που μας μοιάζουν. Για τους διακόσιους χιλιάδες που υπολείπονται, που ευημερούν και λυμαίνονται αυτή τη χώρα, αδιαφορώ όπως και εκείνος. Τίποτε άλλο».

Ο Στέλιος «έφυγε» στις 14 Σεπτέμβρη 2001.

Για όσους μεγάλωσαν με την αναπνοή του, θυμούνται πως ο ίδιος είχε πει ότι η ζωή του περικλειόταν στους στίχους του «Η ζωή μου όλη» που περιλαμβάνεται στα 6 τραγούδια του Άκη Πάνου που ερμήνευσε.

Όλη η διαπάλη που αναφέραμε αντανακλάται σε αυτά τα τραγούδια γιατί αν η μια πλευρά της ζωής του είναι το «Η ζωή μου όλη», η άλλη πλευρά δεμένη άρρηκτα με την πρώτη, είναι το τραγούδι «Τα όνειρα χτίζονται», ένα από αυτά τα 6, γιατί στο ρεφρέν του συμπεριλαμβάνει στον αγώνα μας σήμερα και τα ανεκπλήρωτα όνειρα και τις ελπίδες εκείνων για τους οποίους τραγούδησε ο Στέλιος Καζαντζίδης: «Είναι τόσο σκληρός ο αγώνας /μα τόσο γλυκός /είναι τόσο μεγάλη η ζωή όταν ζεις διαρκώς / και έτσι φθάνεις στο τέρμα χωρίς να χεις νιώσει μικρός / και παλεύεις, πεθαίνεις, περνάς μα δεν είσαι νεκρός».

Αφιερωμένη στον μεγάλο Στέλιο Καζαντζίδη, τη ζωή και το έργο του είναι η τελευταία εκπομπή της Σεμίνας Διγενή, στον «Real FM» (Απρ-2023).

Η δημοσιογράφος, διαβάζοντας ένα ολόκληρο κεφάλαιο από το βιβλίο της «Αποδελτίωση ΙΙ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», διηγείται άγνωστες ιστορίες της συναρπαστικής ζωής του Στέλιου Καζαντζίδη, αλλά και κάποια αστεία και συγκινητικά περιστατικά της πορείας του.

«Είναι 1997 και σ'ένα στούντιο ηχογράφησης στα Κάτω Πατήσια βλέπω για πρώτη φορά τον Στέλιο Καζαντζίδη από κοντά, συναντώ των μύθο του ελληνικού τραγουδιού σε ένα υπόγειο», διηγείται.

Οι διηγήσεις διανθίζονται και εναλλάσσονται με τη μοναδική φωνή και τα αξέχαστα τραγούδια του Στέλιου.

Στα 13 χρόνια οι ταγματασφαλίτες δολοφόνησαν τον οικοδόμο πατέρα του που είχε πάρει μέρος στην αντίσταση στις γραμμές του ΕΑΜ. Τότε ξεκίνησε να δουλεύει για να ζήσει τη μητέρα του και τον νεογέννητο αδελφό του, ενώ ο ίδιος εξορίστηκε για ένα διάστημα στη Μακρόνησο. Η φωνή του σημάδεψε για μισόν αιώνα την μουσική.

Δείτε και (Ριζοσπάστης)

·       Μια αδημοσίευτη αποκαλυπτική συνέντευξη του Στέλιου Καζαντζίδη

·       Για τη διαδρομή του Στέλιου Καζαντζίδη

·        «Αντίο», Στέλιο

·       Μισός αιώνας μέσα από εργατικά τραγούδια που ερμήνευσε ο Στ. Καζαντζίδης

·       Ριζωμένος στις καρδιές των ανθρώπων της βιοπάλης

·       🎶 Αφιέρωμα στο Στέλιο (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)

·       🎶 ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)

·       🎶  Στέλιος Καζαντζίδης 1931 - 2001

Επιλεγμένη Δισκογραφία

·       1955 - Στέλιος Καζαντζίδης

·       1959 - Ο Ένας

·       1960 - Ζιγκουάλα

·       1965 - Τραγουδήστε μαζί μου

·       1965 - Καταχνιά

·       1967 - Αναπολώντας

·       1968 - Καζαντζίδης - Μαρινέλλα

·       1969 - Νυχτερίδες κι αράχνες

·       1970 - Φεύγω με πίκρα στα ξένα

·       1970 - Ένα γράμμα

·       - Η στεναχώρια μου

·       1971 - Στέλιος Καζαντζίδης Νο3

·       - Στιγμές

·       - Το αγριολούλουδο

·       1972 - Ο Γυρισμός

·       - Στέλιος Καζαντζίδης Νο4

·       1973 - Γυάλινος κόσμος

·       - Το δρoμολόι της ζωής

·       1974 - Καζαντζίδης - Γκρέυ - Πάνου

·       - Η ζωή μου όλη

·       - Στην Ανατολή

·       1975 - Στέλιος Καζαντζίδης Νο5

·       - Κάτω από το πουκάμισο μου

·       - Οι αισθηματίες

·       - Τα Ρεμπέτικα

·       - Υπάρχω

·       - Ποια είσαι εσύ

·       1976 - Πολιτεία

·       - Στέλιος Καζαντζίδης Νο6

·       1977 - Σε Δημοτικά τραγούδια (ηχογράφηση του 1960)

·       - Καινούριοι κόσμοι

·       - Στέλιος Καζαντζίδης Νο7

·       - Στέλιος Καζαντζίδης Νο8

·       1978 - 14 Χρυσές Επιτυχίες Νο2

·       - Τραγουδάει Κώστα Βίρβο

·       - Μοναξιά μου

·       1980 - Τραγουδά Πυθαγόρα

·       1981 - Τα τραγούδια της Ανατολής

·       - Τραγούδια 1951-1963

·       - Τραγούδια 1961-1963

·       1982 - Τραγουδά Μπάμπη Μπακάλη

·       - 15 Μεγάλες Επιτυχίες

·       1984 - Τραγουδά Βασίλη Τσιτσάνη

·       1985 - Ανέκδοτα τραγούδια απ΄ τις 33 στροφές

·       - Μία Γυναίκα έφυγε

·       - Για πάντα 1952-1963 Νο2

·       1987 - Ο δρόμος της επιστροφής

·       - Λαϊκοί Βάρδοι

·       1987 - Καζαντζίδης-Μπιθικώτσης-Μαζί

·       1988 - Τα τραγούδια της ζωής μου 7 Cd

·       - Οι Μεγαλύτερες Επιτυχίες του No1

·       - Τώρα

·       - Ελεύθερος (Καζαντζίδης - Στανίση)

·       - Τραγούδια από 45 & 78 στροφές 2 Cd

·       1989 - Ότι δεν είπα (Καζαντζίδης - Στανίση)

·       1991 - Οι Μεγαλύτερες Επιτυχίες του 2 Cd

·       - Τα Τραγούδια Της Αμερικής (Καζαντζίδης - Μαρινέλλα)

·       - Οι Μεγαλύτερες Επιτυχίες του No2

·       1992 - Βραδιάζει

·       - Αυτή είναι η ζωή μου 2 Cd

·       1993 - Τα αηδόνια του Πόντου

·       - Οι πρώτες Αυθεντικές εκτελέσεις

·       - Ανέκδοτα τραγούδια από τις 33 στροφές No3

·       - Ένα γλέντι με το Στελάρα 1

·       - Ένα γλέντι με το Στελάρα 2

·       - Η Ελλάδα του Στέλιου και του Στράτου

·       - Συναπάντεμαν

·       - Τα τσιφτετέλια του Στέλιου και του Μανώλη

·       1994 - Τα πορτραίτα Της Μίνως ΕΜΙ 4

·       - Και που Θεός

·       - Δισκογραφία Τσιτσάνη Νο10

·       1995 - Οι Μεγάλες Επιτυχίες (Καζαντζίδης - Μαρινέλλα)

·       - Τα Βιώματα μου

·       - Στιγμές...

·       1996 - Μέσα από τις 45 στροφές

·       - Τραγούδια Από τις 45 Στροφές

·       - Αλλοτινές μου Εποχές

·       - Αφιέρωμα

·       - Εξ Ανατολών το μέλος

·       - Μεγάλες Επιτυχίες 2 Cd

·       1997 - Τραγούδια Από τις 45 Στροφές No2

·       – Πατρίδα μ αραεύω σε

·       - 12 Ερωτικές στιγμές

·       1998 - Τα Ζεϊμπέκικα του Στέλιου

·       1999 - Τραγουδώ

·       2000 - Τραγούδια Από τις 45 Στροφές No 3

·       - Ποντιακά

·       - Έρχονται χρόνια δύσκολα

·       - Η Φωνή του όλη

·       - Όταν η φωνή φτάνει το θρύλο

 


 

 

28 Αυγούστου 2023

Η λιποθυμία των λέξεων πάνω σε πέντε γραμμές _του Μάνου Χατζιδάκι

Σαν σήμερα Αύγουστο του 1984 πραγματοποιήθηκε στην Κάρπαθο ένα Συμπόσιο που οργάνωσε το Αιγαίο Κέντρο Ελληνικής Φιλοσοφίας. Ανάμεσα στους προσκεκλημένους ομιλητές ήταν και ο Μάνος Χατζιδάκις. Τα κείμενα των ομιλιών δημοσιεύθηκαν σ έναν τόμο πρακτικών που ευγενικά παραχώρησε σε κοινή χρήση ο εκ των διοργανωτών του Συμποσίου Θεοδόσης Πελεγρίνης (Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Μεταφέρουμε, αυτούσιο το κείμενο του Μάνου, διατηρώντας  _εννοείται, ατόφια τη σύνταξη και την ορθογραφία του.

Η λιποθυμία των λέξεων
_πάνω σε πέντε γραμμές

Θέλω να φλυαρήσω αλλά οικοδομημένα, σε μιαν αυθαίρετη - αν θέλετε - διαδρομή συλλογισμών και συμπερασμάτων, όπου οι λέξεις που θα μεταχειριστώ, θα μιλάν για τις λέξεις που δεν τολμώ να μεταχειριστώ και που, τέλος, δεν πρόκειται να ολοκληρώσουν ένα θέμα, ένα κείμενο, που να φωτίσει εσάς που θα μ' ακούσετε περισσότερο απ' όσους δεν μ' ακούσουν.

Τότε θα πείτε, γιατί μιλώ. Γιατί δεν έχει νόημα να σου λένε μίλησε κι εσύ να μη μιλάς - πρώτον. Δεύτερον, γιατί είναι πειρασμός ν' αποφασίσεις να μιλήσεις χωρίς να ’χεις να πεις κάτι σοφό ή διαφωτιστικό ή κάτι τέλος πάντων που να σου καίει τα σωθικά και να πρέπει με κάθε τρόπο να ειπωθεί στους άλλους. Και τέλος, γιατί μ' ενθουσιάζει η ιδέα να μιλήσω για λέξεις, που ξαπλώνουν με ηδυπάθεια για να παντρευτούν τους ήχους, ειδικά τακτοποιημένους κι αποκλειστικά συνταιριασμένους γι' αυτές.

Εδώ πρέπει ν' αποκαλύψω πως όταν οι λέξεις έρχονται σ' επαφή μ' αυτό που λέμε Μουσική, πριν απ' όλα λιποθυμούν, ξαπλώνουν, παραδίδονται και χάνουν κάθε από φυσικού τους ενέργεια, κίνηση, ζωή. Κι ύστερα αρχίζει η περιπέτεια της μελωδίας. Πρέπουσας ή απρεπούς. Κατάλληλης ή ακαταλλήλου.

Εγώ όμως θα σας μιλήσω για την πρέπουσα και κατάλληλη. Γι' αυτήν που θα ταιριάξει άρρηκτα με τις λέξεις, έτσι που δύσκολα θα τις διαβάζει κανείς μετά, χωρίς ν' αργοκυλά στον νου του το μελωδικό τους ντύσιμο. Μια και η λέξη όταν την πολιορκεί η Μουσική, λούζεται την παρθενική της χάρη και δίχως δική της ρυθμική αγωγή, μένει γυμνή έτσι καθώς ξαπλώνει στο κρεββάτι των «πέντε γραμμών», για να την κάνει δική του ο μουσικός.

Απορρίπτει τη σκόνη από την καθημερινή της χρήση και ξαναπαίρνει την αρχική της πρόθεση, τη δύναμη της καταγωγής της. Για να συζευχθεί η λέξη με τη Μουσική, οφείλει να περάσει μεσ’ απ’ την κάθαρση της ποιητικής θεραπείας. Να αποκτήσει ποιητική υπόσταση - που σημαίνει, να ξαναβρεί αυτή την προαναφερθείσα «παρθενική χάρη» και ν' αποκαλυφθεί καινούργια, απρόοπτη, έτσι καθώς θα τοποθετηθεί πλάι σε άλλες καινούργιες κι απρόοπτες αναγεννημένες λέξεις. Γιατί - ο Ζίντ λέει - δεν υπάρχει μεγαλύτερο εμπόδιο στην ευτυχία απ' την ανάμνησή της. Το ίδιο και με τη λέξη. Τίποτα πιο άχρηστο κι οδυνηρό για μια καινούργια της παρουσία απ' την ανάμνηση των χρήσεών της. Η Ποίηση ξέρει να τη θεραπεύει. Εκείνη μόνο την αποκαλύπτει και τότε μόνο η Μουσική την δέχεται για σύντροφο παντοτινό. Η λέξη, είπαμε, πριν συζευχθεί τον ειδικώς τακτοποιηθέντα ήχο, γίνεται άμορφο σχήμα, σύνολο συλλαβών και φωνηέντων. Όμως σαν φράση-στίχος, σαν μια γραμμική σειρά λέξεων, διατηρεί τον εσωτερικό ρυθμό της και οφείλει να τον διατηρήσει και η Μουσική. Κάθε αυθαίρετο ρυθμικό πλησίασμα της Μουσικής, που δεν παίρνει υπ’ όψη της την εσωτερική ρυθμική αγωγή του στίχου, κινδυνεύει να καταλήξει σε μιαν αταίριαχτη και προδομένη συνουσία. Κι έτσι παρουσιάζεται αυτή η ιδιότυπη αντίθεση λέξης και στίχου, στη μουσική τους μεταμόρφωση. Ενώ η λέξη οφείλει να ξαναρυθμιστεί απ’ τα «εξ ων συνετέθη», η φράση-στίχος διατηρεί τον εσωτερικό ρυθμό της και τοποθετείται μες στη Μουσική, με μια αντίστοιχη ή σχετική ρυθμική μορφή.

Και με τη λέξη ξαναγεννημένη και τοποθετημένη σε μια ειδική αλλά πέρα για πέρα σχετική ηχητική σειρά, αρχίζει το τραγούδι. Μπορεί όμως να υπάρχει ένα τραγούδι χωρίς λέξεις; Σε μια πρώτη σκέψη, όχι, δεν είναι δυνατόν. Όμως ο Μπρασένς λέει στο τραγούδι του «Η ομπρέλλα»:

Κάτω απ' τη σκέπη μιας μικρής ομπρέλλας
τι τρυφερό που είναι το τραγούδι της βροχής.

Αυτό το περιβόητο τραγούδι της βροχής την ώρα που τ' ακούς, βάζεις εσύ τις λέξεις - όποιες διαλέγεις, όποιες ταιριάζουν με τα αισθήματά σου εκείνης της στιγμής. Αν είσαι λυπημένος, γίνεται το τραγούδι της βροχής θλιμμένο. Αν είσαι θυμωμένος, γίνεται θυμωμένο κι αν είσαι αισιόδοξος, χαρούμενος, το ίδιο κι η βροχή. Ένα τραγούδι που διαρκεί όσο τ' ακούς, όσο το σχηματίζεις. Μετά εξαφανίζεται μες στη βροχή.
Η λέξη παύει να υπάρχει μετά τη στιγμή που πραγματοποιείται το τραγούδι. Το ίδιο κι ο ήχος ο ειδικός που ταίριαξε στις λέξεις που γεννήθηκαν με τη βροχή. Δηλαδή η ίδια η βροχή. Ποιός είναι ο ιδιοκτήτης της πνευματικής ιδιοκτησίας αυτού του αποτελέσματος; Ποιοί θα εισπράξουν ποσοστά απ' την δημόσιά του εκτέλεση την ώρα της βροχής; Και σύμφωνα με του καιρού μας το σκεπτικό, δεν υπάρχει τραγούδι αν δεν υπάρχουν δικαιούχοι. Ας λέει ο Μπρασένς: «Κάτω απ' τη σκέπη μιας μικρής ομπρέλλας, πόσο τρυφερό είναι το τραγούδι της βροχής». Αυτό το τραγούδι, γεννήθηκε απ' τη βροχή και πήγε στη βροχή.

Μα ας γυρίσουμε στη λέξη και στις συνθήκες που επιβάλλονται για να συνυπάρξει μ' ένα μελωδικό σχήμα έτσι που να σχηματισθεί ένα τραγούδι. Μιλήσαμε για την ανάγκη της ποιητικής θεραπείας της λέξης από τη σκόνη της καθημερινής χρήσης. Αλλά δεν είπαμε και για τις λέξεις που είναι από τη φύση τους οριστικά χαμένες για τον κόσμο του τραγουδιού. Κι αυτό οφείλουν να το γνωρίζουν οι δημιουργοί ή, καλλίτερα, οι αναδημιουργοί - συντελεστές του τραγουδιού.
Και ο Μπρασένς λέει σε μια συνέντευξή του: «Φεγγάρι ναι, σελήνη αστροναυτών όχι. Δεν χωράνε στο τραγούδι αυτές οι λέξεις, όπως δεν χωράνε οι λέξεις αεροπλάνο, αυτοκίνητο, στιλό. Κι αν θέλω να μιλήσω για το φως, ποτέ μου δεν θα πω τη λέξη λάμπα. Θα πω κερί, φανάρι». Και κάτι ακόμα που οφείλουν να το νοιώσουν οι νεώτεροι «συνθέτες» της αριστερής ιδιαίτερα παράταξης. Αν είναι δυνατόν ποτέ να το νοιώσουν, να το αντιληφθούνε.
Λέει ο Μπρασένς: «Η ζωή στις πολυκατοικίες, η εργατική πάλη είναι πράγματα πολύ ενδιαφέροντα. Μόνο που δεν γίνονται τραγούδι». Δεν το λέει μόνο ο Μπρασένς. Το λέει το ίδιο το τραγούδι. Γιατί ο μελωδός μοιάζει να λέει σαν τον  Έζρα Πάουντ, ή μάλλον παραφράζοντας τον Έζρα Πάουντ: «Εγώ θα πάω στο δάσος για να βρω τις λέξεις στεφανωμένες με πασχαλιές. Εγώ θα βαδίσω στο ξέφωτο για να πλησιάσω την πομπή των παρθένων-λέξεων, να τις στεφανωθώ»
(σσ. Έζρα Ουέστον Λούμις Πάουντ Αμερικανός ποιητής και δοκιμιογράφος _Μαζί με τον Τ. Σ. Έλιοτ, θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές του αγγλοαμερικανικού λογοτεχνικού ρεύματος του Μοντερνισμού. Οκτ- 1885, Hailey, Αϊντάχο \ 1η Νοε-1972, Βενετία)

Ο μελωδός είναι ο ιεροφάντης των Θεών, ο εκπρόσωπος των ανθρώπων, που μεριμνά ασκούμενος να εκμαιεύσει και να εκφράσει την ευαισθησία του καιρού, κι όχι να κολακεύσει τις συνήθειες καιρών μα και μαζών. Γι' αυτόν, ένα τραγούδι είναι ιερό κείμενο που περιέχει τας γραφάς, τας εντολάς μα και τα μέλλοντα. Κι ύστερα μεθυσμένος θ’ αποθάνει. Σαν τον Λι Πο, που ζητούσε ν’ αγκαλιάσει ένα φεγγάρι μέσα στο Κίτρινο Ποτάμι. Και πνίγηκε (σσ. Λι Πο ή Λι Πάι _701-762μΧ. ήταν Κινέζος ποιητής, αναγνωρισμένος ως μία ιδιοφυής και ρομαντική προσωπικότητα που εξύψωσε παραδοσιακές ποιητικές φόρμες).

Το κύρος των ήχων και των λέξεων να μη χαθεί - είναι μια άλλη προσταγή του τραγουδιού. Το κύρος των ήχων κινδυνεύει σαν πλησιάζουνε τη λέξη εγωιστικά. Όπως και η λέξη, όταν δεν παραδίδεται ελεύθερη να πάρει την καινούργια της μορφή, αλλά παραμένει άκαμπτη και δύσκολη στη σύζευξή της με τη Μουσική.

Για το κύρος των ήχων, υπάρχει μια ολόκληρη χρονική περίοδος που κάλυψε με ανυποληψία τις προσπάθειες των μελωδών, μες στις αυθαίρετες προσπάθειές τους. Όταν η Τέχνη της Μουσικής άρχισε να χωρίζεται σε σοβαρή και λαϊκή. Στις αρχές του αιώνα, που η προβληματική του μελωδού δεν ήταν το ποιητικό κείμενο αλλά ο εφευρετικός συνδυασμός καινούργιων ήχων και η φωνή έγινε ένα επί πλέον όργανο της ορχήστρας. Στην πρώτη εικοσιπενταετία του αιώνα μας. Οι δωδεκάφθογγοι. Με τα μεγάλα διαστήματα και τις φωνητικές ακροβασίες που είχαν σκοπό όχι την σύζευξη με τη λέξη αλλά την κάλυψη των ήχων με συλλαβές. Έτσι, για να μην λέει το στόμα μόνο φωνήεντα.

Για το κύρος των λέξεων πάλι, μέσα σ' ένα τμήμα ποιητικού κειμένου και για τη μουσική επιλογή τους, έχουμε ένα παράδειγμα. Ένα εξαίσιο, ξαφνικό και τολμηρό ποιητικό δείγμα απ' την Ακολουθία του Κοσμά του Αιτωλού. Ο «Οίκος», έτσι ονομάζεται το τμήμα της Ακολουθίας, αρχίζει:

Των Αποστόλων μιμητής
και Εκκλησίας στύλος
των Ιερέων καλλονή
και των Οσίων τύπος
(ως κοινωνήσας των αγώνων αυτοίς)
Ιεροµάρτυς αναδέδειξε.

Κάδε εκκλησιαστικός μουσικός, αλλά και κάδε λογικός, θα βασιζότανε στο ρήµα αναδέδειξε. Στον τελευταίο στίχο: «Ιεροµάρτυς αναδέδειξε». Αλλά εδώ έχουμε και µια πρόσθετη αίσθηση, πέρα απ' τη λογική σύνδεση κι ερμηνεία του ιερού κειμένου. Τη σύγχρονη αίσθηση των λέξεων «καλλονή» - «στύλος» - «τύπος» _ «μιμητής», όπου η φθορά τους βοηθά να µας δημιουργηθεί µια μοναδική εντύπωση έτσι καθώς είναι συζευγμένες µε τις παραδοσιακά εκκλησιαστικές λέξεις. 

Ο Μάνος της καρδιάς μας είναι πάντα εδώ

Των Αποστόλων - μιμητής. Της Εκκλησίας - στύλος. Των Ιερέων - καλλονή. Και των Οσίων - τύπος. Άραγε είταν µια έμπνευση, γέννημα τύχης και τόλμης ή µια στον και­ρό της λογική διαδικασία φραστική, που συνδυάζει µνή­µη και λεκτική λειτουργία; Πιστεύω στην τόλµη του κειμένου και στην διαχρονική ποιητικότητά του µες απ' τις ευτυχείς και εμπνευσμένες αυτές συζεύξεις. Είναι ποτέ δυνατόν ο µελωδιστής και νόµιµος βιαστής αυτού του κειμένου να τις αγνοήσει και να ρίξει το βάρος στο λογι­κό αναδέδειξε του Ιεροµάρτυρος; Αυτό το «αναδέδει­ξε» γίνεται δευτερεύον - θα ‘λεγεν ο Καβάφης. Ή µάλλον γίνεται επίλογος, για να καλύψει, να τελειώσει, τα όσα ο Ιεροµάρτυς αναδέδειξε.

Η πρέπουσα μουσική σύζευξη του κειμένου αυτού, μπορεί να γίνει πρέπουσα χωρίς να είναι και η κατάλληλος. Στον καιρό µας, κάδε εκδοχή μπορεί να υποστηριχθεί µέσω της καταλλήλου μουσικής. Και το συμπέρασμα διατυπώνεται καλλίτερα έτσι: Και η κατάλληλη μουσική, μπορεί και να µην είναι η πρέπουσα, αρκεί να θεμελιώνει την επιδιωκόμενη εκδοχή. Αυτήν που επιζητεί ο βιαστής κι ερμηνευτής-συνθέτης. Αν και για να επιδιώξεις σ' ένα κείμενο μια ιδιότυπη προσωπική ερμηνεία, χρειάζεται πρώτ’ απ' όλα να διαθέτεις μια προσωπική άποψη για το θέμα που κυριαρχεί ή διαπερνάει το ποίημα. Κι ακόμα, να διαθέτεις μιαν επίσης ιδιότυπη και προσωπική γλώσσα στη Μουσική. Με δυο λόγια χρειάζεται, να ’σαι λιγάκι ... ιδιοφυής. Διαφορετικά, είναι αλήθεια, ακόμα και την ορθόδοξη ερμηνεία αν χειριστείς, πάλι αδιάφορος θα ‘σαι κι ως προς το ποίημα κι ως προς τη Μουσική και ως προς το μελωδικό σου αποτέλεσμα. Πολλές φορές, όσον καιρό δουλεύω ένα ποιητικό κείμενο, μερόνυχτα μ' απασχολούν οι λέξεις ή μια λέξη καθοριστική για την πορεία του στίχου. Και μου ‘ρχονται στον νου τρεις στίχοι από μια ωδή του Κάλβου:

Αυτού, του Ομήρου εδίδασκες
τα δάκτυλα να τρέχουσι
με την ωδήν συμφώνως.

Αυτό το «να τρέχουσι με την ωδήν συμφώνως», είναι νομίζω και η ουσία αυτής της γαμήλιας τελετής, όπου συνβρίσκονται λέξη και μελωδία, συνθλίβοντας και οι δυο την αυταρέσκειά τους και την ανεξαρτησία τους, καθώς υπηρετούν μια καινούργια αίσθηση «ζωής» που με την επιβολή της, καταφέρνει να εξαφανίσει την καταγωγή και το ανεξάρτητο περιεχόμενο των γεννητόρων. Αυτό το «να τρέχουσι με την ωδήν συμφώνως» είναι ασφαλώς η διαδικασία. Το τραγούδι, είναι το αποτέλεσμα με την καινούργια ζωή και με το φορτισμένο περιεχόμενο και των δυο παραγόντων που το γέννησαν. Ενώ παράλληλα, επέρχεται η εξουδετέρωση των συζευχθέντων και η αδυναμία να σταθούν σαν ανεξάρτητοι και χωριστοί παράγοντες. Το μελωδικό σχήμα μόνο του, υποβάλλει τη λέξη. Και η λέξη μόνη της υποβάλλει τη μελωδία.

Ένα μεγάλο ερώτημα απομένει. Το πώς μια τέλεια σύζευξη λέξης και μουσικής γίνεται μια καινούργια τρίτη ζωή, πέρ’ απ’ τη λέξη πέρ’ απ’ τη μουσική, με την ενεργητική συμπαράσταση της ανθρώπινης φωνής.

Και είναι δυνατόν ένα αποτέλεσμα μισό, ένα αποτέλεσμα άτεχνο, εφήμερο, να υποτάξει την ανθρώπινη φωνή; Πώς θ' αντιδράσει η φωνή; Θα μεταβιβάσει, θα εκπέμψει το μήνυμα ή θα σωπάσει ή θα μπερδευτεί; Κι αν μπερδευτεί, είναι από υγεία, μπροστά στον βιασμό από μια ανεπιθύμητη άστοχη μουσική, ή από σοφία, για ν' αποκρύψει απ' τ' αυτιά των ασεβών αυτό το θεϊκόν, που η Τέχνη το κρατά εις τους αιώνες μυστικό; Και για παράδειγμα: Μια Κυρία θέλει να τραγουδήσει. Είναι όμορφη και κρατά στο χέρι της τριαντάφυλλα κομμένα από τον κήπο της. Βρίσκει συνθέτη, βρίσκει στιχουργό και της γράφουν τραγούδια όμορφα, ευγενικά και εκπαιδευτικά. Πάει να τα πει, πάει να τα τραγουδήσει. όμως τα λόγια μπερδεύονται στο στόμα της, κατρακυλάν μες στα τριαντάφυλλα, αυτά μαδάν και χύνονται, σκορπίζονται στο δάπεδο. Καταστροφή. Δεν βγήκε ούτ’ ελάχιστη φωνή από το στόμα της Κυρίας, και το αποτέλεσμα των τραγουδιών - είτανε όμορφο, ευγενικό και επί πλέον εκπαιδευτικό; - έμεινε δια παντός ένα αιώνιο μυστικό, τόσο που να ρωτάει κανείς: Υπήρξεν η Κυρία αυτή, υπήρξαν τα τραγούδια της, ή είταν αποτέλεσμα μύθου και φαντασίας, καθώς κι όλα τα λόγια, οι λέξεις, που κύλησαν στο δάπεδο και χάθηκαν οριστικά;

Έγινε τάχα ο γάμος ο τελειωτικός, ο επιτυχής των στίχων και της μουσικής - των στίχων δια της καταλλήλου μουσικής -, ή είταν μια πρόφαση το μπέρδεμα, να καλυφτεί η απειρία του μουσουργού για η ατεχνία του ποιητή; Ή πάλι, το αποτέλεσμα αυτό που δεν εφάνη, δεν ακούστηκε και που δεν θ' ακουστεί ποτέ, είταν το τμήμα εκείνο του τραγουδιού που δεν έπρεπε ν' ακουστεί; Αυτό, που θα γινόταν στους αιώνες μυστικό της Τέχνης και του δημιουργού; Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως ένα έργο Τέχνης, περιέχει πάντα και ένα τμήμα, που δεν μπορεί ποτέ ν' αποκρυπτογραφηθεί. Ποτέ να γίνει νοητό και φανερό στους ασεβείς, γιατί θα είταν ύβρις, με την αρχαία έννοια της λέξης. Κι εδώ ίσως βρίσκεται το μυστικό της διαχρονικότητας στη μεγάλη Τέχνη. Γιατί, «η βασίλισσα», όπως λέει ο Ρεμπώ, «η Μάγισσα δε θα μας ιστορήσει ποτέ αυτά που εκείνη ξέρει και εμείς δεν ξέρουμε». Μια επικοινωνία μισή, μ' ένα μισό καλά φυλαγμένο μυστικό, για τους αιώνες. Μήπως αυτό είναι η Τέχνη και η περιπέτειά της μες στο ανθρώπινο γένος; Λέξεις. Που δεν εννοούν να λιποθυμήσουν και μας κρατάνε ξάγρυπνους μέσα στο άγχος των καιρών. Βλέπετε, τα προβλήματα θέλουν άλλες διαδικασίες. Γι' αυτά, δεν υπάρχει Μουσική, ούτε μελωδικοί σχηματισμοί για να τ' αρπάξει. Όλες οι λέξεις δεν λιποθυμούν. Πολλές αντιστέκονται και μας τυραννούν. Κι αυτή η τυραννία, δεν είναι των ασεβών, αλλά των γνήσιων δημιουργών.

Αυτά για τις λέξεις και για τις ιδιότυπες «ερωτικές» συνήθειές τους .. Άλλα δεν έχω να σας πω, προς το παρόν. Ίσως ξαναμιλήσουμε, αν δεν βυθιστώ κι εγώ ζαλισμένος σε κάποιο κίτρινο ποτάμι, προσπαθώντας ν' αγκαλιάσω ένα φεγγάρι.