Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

10 Αυγούστου 2023

Ο κατά φαντασία "Μικρός Ήρως" και οι πραγματικοί ΗΡΩΕΣ της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης

Ο Μικρός Ήρως Γιώργος Θαλάσσης _προσοχή !! όχι Ήρωας, ήταν εβδομαδιαίο περιοδικό που συνέγραφε ο Στέλιος Ανεμοδουράς το1953 (κατά δήλωσή του, μέλος της ΟΚΝΕ…) με το ψευδώνυμο "Θάνος Αστρίτης" (σχέδια Βύρων Απτόσογλου). Ξεκίνησε τη θητεία του στον χώρο των περιοδικών εκδόσεων με το περιοδικό Μάσκα (του Απόστολο Μαγγανάρη) και συνέχισε με τις καθαρά δικές του δημιουργίες _Υπεράνθρωπο κ.ά.
Κατά τους δημιουργούς κλπ. “πρόθυμους” «Πρόκειται για τις περιπέτειες τριών ηρωικών Ελληνόπουλων (του Γιώργου Θαλάσση, της Κατερίνας και του "Σπίθα") κατά τη διάρκεια της κατοχής και του αγώνα τους απέναντι σε Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους φασίστες»


Από τη μια οι ιταλοί κι οι γερμανοί
Για να σε βρουν αναστατώνουν την Αθήνα
Κι από την άλλη του πατέρα μου η φωνή
Νομίζω πως τον κρύβεις στην κουζίνα

Εσύ να παίζεις με τον θάνατο κρυφτό
Κι αυτοί να σκίζουνε τα τεύχη τα κρυμμένα
Μη σε τρομάζει το διπλό κυνηγητό
Εσύ τους γερμανούς κι αυτοί εμένα

Που είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
Καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση
Που είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
Μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση

Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ
Είμαι παντού όπου το χρέος με προστάζει
Κι όσο θα υπάρχουνε στη γη κατακτητές
Θα τους συντρίβω και το αίμα τους θα στάζει

Πίσω απ' τον τοίχο ο ασύρματος καλεί
Είναι απ' τη μέση ανατολή απ' το αρχηγείο
Θα σου αναθέσουν μια καινούργια αποστολή
Μ' ευχές για καλή τύχη απ' το αρχηγείο

Η Κατερίνα σ' αγαπούσε σιωπηλά
Αλλά κι εσύ το ίδιο αγνά την αγαπούσες
Χωρίς το Σπίθα ίσως να 'ταν πιο καλά
Παρ' όλ' αυτά εσύ τον συγχωρούσες

Όταν ακούω να μιλάνε γι' Αφρική
Για Βερολίνο Βενετία και Παρίσι
Σκέφτομαι λέω πού να ξέραν μερικοί
Πως σε όλα αυτά τα μέρη εγώ έχω ζήσει

Πως όταν ήταν στην Ελλάδα κατοχή
Μέσα στις σφαίρες μες στο κρύο μεσ’ στην πείνα
Με τους εγγλέζους να εξοπλίζουνε τη xi
Μου έδειχνες μια ξένοιαστη Αθήνα

Που είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
Καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση
Που είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
Μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση

Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ
Είμαι παντού όπου το χρέος με προστάζει
Κι όσο θα υπάρχουνε στη γη κατακτητές
Θα τους θερίζω και το αίμα τους θα στάζει

Εσύ μπορούσες να οδηγήσεις φορτηγό
Μοτοσικλέτα οτομοτρίς κι αεροπλάνο
Κι όπου κι αν ήσουν πάντα δίπλα ήμουν κι εγώ
Μαζί σου ή να ζήσω ή να πεθάνω

Ήσουνα πάντα εκδικητής και τιμωρός
Γι αυτόν που γέμισε τον τόπο με στρατό του
Και μ' ένα χτύπημά σου έπεφτε ο φρουρός
Με μια στροφή γύρω απ' τον εαυτό του
Μπορούσες πάλι να ημερεύεις τα σκυλιά
Με κάποιο σφύριγμα που σου 'μαθε τσομπάνος

Κι έτσι που πέταγες με κόλπο τη θηλιά
Θα έπρεπε να είσαι αμερικάνος
Τι να σου πω τι να σου πω τι να σου πω
Που να μην το 'χει πει κανένας για κανέναν
Εγώ μονάχα ένα πράγμα θα σου πω
Μου φτάνει πως μεγάλωσα με σένα

Που είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
Καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση
Όπου κι αν είσαι θα 'χεις γεράσει
Μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση

"Μικρός Ήρωας" λοιπόν, ο κατά κόσμον Γ. Θαλάσσης _υπεράνθρωπος και άτρωτος, “ικανός” να κάνει όλα τα παραπάνω που με αρκετή δόση ειρωνείας _πχ. εσύ μπορούσες να οδηγήσεις φορτηγό - Μοτοσικλέτα οτομοτρίς κι αεροπλάνο _αναφέρονται από τον Λουκιανό και πολλά περισσότερα, το βδομαδιάτικο περιοδικό για νέους των 10ετιών '50_'60-'70: για ορισμένες ηλικίες - των πενηντάρηδων 60ρηδων, ακόμη και για μας, που καβατζάραμε τα 70 υπάρχει το συναισθηματικό φορτίο, ανάκατο με θυμό. Από τη μια ένα σήμα κατατεθέν για την εποχή του, μία εποχή "αθώα" αν τη συγκρίνουμε με τη σημερινή, που ξαναγράφεται η ιστορία ταυτίζοντας τον κομμουνισμό με το φασισμό _ναζισμό.
Στον "Μικρό Ήρωα" λείπουν οι πραγματικοί ΗΡΩΕΣ της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης μεταξύ αυτών (μιλώντας για το “σπίτι” μας) η Καισαριανή _το μικρό Στάλινγκραντ, με το μαρτυρικό Σκοπευτήριο και τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές, το Κάστρο του Υμηττού με τους ηρωικούς ΕΠΟΝίτες, το Χαϊδάρι όλα αυτά λείπουν εντελώς. Δε θα συναντήσουμε επίσης τις θρυλικές μορφές του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ (που τόσα κροκοδείλια δάκρυα χύνονται στις μέρες μας), ούτε του Στ. Σαράφη και τόσων άλλων ηρωικών μορφών, που έγραψαν την ανεπανάληπτη εποποιία της πραγματικής Αντίστασης _ της ΕΑΜικής με αιμοδότη της το ΚΚΕ

Το περιοδικό κυκλοφόρησε σε μία εποχή όπου η Ελλάδα μόλις λίγα χρόνια πριν είχε βγει από έναν αιματηρό και καταστρεπτικό εμφύλιο πόλεμο, όπου οι νικητές (οι αστικές δυνάμεις της χώρας που είχαν συμμαχήσει ανοιχτά με τους ταγματασφαλίτες και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις) επέβαλαν ένα καθεστώς διώξεων κατά των αλύγιστων της ταξικής πάλης και του κομμουνιστικού κινήματος. Τα όσα τραγικά έλαβαν χώρα εκείνη την εποχή των εκτάκτων στρατοδικείων και των "νέων Παρθενώνων" είναι λίγο - πολύ γνωστά και απλώς υπενθυμίζονται ώστε να προσδιοριστούν οι οικονομικοί - κοινωνικοί και πολιτικοί παράγοντες της εποχής. Και ναι μεν στον οικονομικό τομέα, με την είσοδο και του ξένου κεφαλαίου, το μετεμφυλιακό καθεστώς ένιωθε να στηρίζεται στα πόδια του _Ήταν η εποχή που άρχιζε η "χρυσή 30ετία" του ελληνικού καπιταλισμού, με τους νικητές του εμφυλίου να ξεκαθαρίζουν τους λογαριασμούς τους με το προηγούμενο ΕΑΜικό παρελθόν και με ό,τι είχε σχέση με τη θρυλική αυτή εποποιία του ελληνικού λαού κατά των γερμανικών χιτλερικών ορδών. Η αντίφαση της εποχής αυτής ήταν ότι οι συνεργάτες των κατοχικών στρατευμάτων, οι οποίοι στη διάρκεια του εμφυλίου πέρασαν με τις "εθνικόφρονες δυνάμεις", έπρεπε να δικαιολογήσουν πλέον την ιστορία της κατοχής από τη σκοπιά των "νικητών συμμάχων" και όχι από τη σκοπιά του ηττημένου γερμανοϊταλικού άξονα, τον οποίο είχαν υπηρετήσει. Αν ήθελαν όμως να ερμήνευαν σωστά την ιστορία, θα έπρεπε να εξυμνούσαν το ΕΑΜικό κίνημα και να κατηγορούσαν τον ίδιο τους τον εαυτό. Ούτε η εποχή όμως στη χώρα μας (ήττα του κινήματος), αλλά ούτε και οι διεθνείς εξελίξεις (αρχή ψυχρού πολέμου) επέτρεπαν τη σωστή καταγραφή των ιστορικών γεγονότων. Και επειδή κάτι έπρεπε να πουν για την περίοδο αυτή και να δικαιολογήσουν πρόσωπα και καταστάσεις, άρχισαν να δημιουργούν τη δική τους - φανταστική και πέρα για πέρα ψευδή - ιστορία για την περίοδο της κατοχής.

Όπου σύμφωνα με την ιστορία αυτή, την περίοδο 1940-1944 δεν υπήρξε ούτε ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, ούτε ΚΚΕ, αλλά ούτε και οι συνεργάτες των Γερμανών, ταγματασφαλίτες κουκουλοφόροι. Όπου έπρεπε να μνημονευτούν οι κομμουνιστές τούς φόρτωναν με ένα σωρό συκοφαντίες (έλεγαν π. χ. ότι αν οι αντάρτες δεν είχαν σκοτώσει Γερμανούς στρατιώτες, οι τελευταίοι δε θα έκαιγαν το Δίστομο). Όπου αναγκάζονταν να μιλήσουν για κίνημα του βουνού, έκαναν λόγο γενικώς και αορίστως για αντάρτες, που ούτε χρώμα είχαν, ούτε γεύση... Η προσφιλής όμως τακτική ήταν η πλήρης απαγόρευση των συζητήσεων για την περίοδο 1940-'44. Όποιος τολμούσε να αναφερθεί στην περίοδο αυτή θεωρούνταν τουλάχιστον ύποπτος. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, αυτό που επιχείρησαν να κάνουν οι μετεμφυλιακές κυβερνήσεις άγγιζε τα όρια της παραφροσύνης, καθώς οι μνήμες από τους 600 χιλ. νεκρούς της γερμανικής κατοχής και οι χιλιάδες τοποθεσίες - σύμβολα της Αντίστασης είχαν ακόμα νωπά τα σημάδια του θριάμβου και της τραγωδίας. Και όμως αυτοί τόλμησαν!

Στα γενικά αυτά πλαίσια της "άλλης ιστορίας", αυτής που δεν υπήρξε ποτέ, κινήθηκαν και οι ήρωες του Σ. Ανεμοδουρά. Η Αθήνα, όπου κυρίως έδρασαν, δεν ήταν η Αθήνα των συλλαλητηρίων κατά της επιστράτευσης και των ηρωικών ανατολικών συνοικιών. Λείπουν όμως και πολλοί άλλοι. Όπως οι κουκουλοφόροι ταγματασφαλίτες του Μπουραντά, που λίγα χρόνια μετά έγιναν τιμητές της νέας κατάστασης. Στη φανταστική Αθήνα, που περιγράφει ο Ανεμοδούρας στα βιβλία του, η αντίσταση κατά των Γερμανών έγινε από τρία νεαρά παιδιά, που όπως όμως θέλουν τα παραμύθια είχαν υπερφυσικές ιδιότητες. Οι τρεις τους μόνο, οι "καλοί", τα έβαζαν και νικούσαν χιλιάδες Γερμανούς, οι οποίοι ήταν οι "κακοί" της ιστορίας. Έτσι η ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, αποχρωματισμένη και απονευρωμένη από τις ιδεολογικές και πολιτικές αναφορές της εποχής, παρουσιάζεται σαν η πάλη του "καλού" με το "κακό" και όπως είναι φυσικό το "καλό" βγαίνει νικητής! Συμπαραστάτης στην πάλη αυτή το εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής, με το οποίο οι ήρωές μας έχουν όλη την περίοδο ανοιχτή γραμμή και από το οποίο παίρνουν κατευθύνσεις μέσω ασυρμάτου. Ο ρόλος του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού, που τόσα δεινά επέφερε στον τόπο, όχι μόνο δεν κριτικάρεται, αλλά αγιοποιείται και παρουσιάζεται σαν προστάτης της Ελληνικής Αντίστασης.

Αυτή η εικόνα βγαίνει από τα περιοδικά του "Μικρού Ηρωα", που δεν είχαν σκοπό την ψυχαγωγία των μικρών αναγνωστών, αλλά κυρίως επιδίωκαν να προωθήσουν τα κυρίαρχα ιδεολογικά μηνύματα της εποχής _όπως εξάλλου το άλλο "διάσημου" περιοδικό, του "Μικρού Καουμπόϊ", όπου τέσσερα νεαρά παιδιά, με αρχηγό μάλιστα ένα Ελληνόπουλο, πάλευαν κατά των ληστών και των παρανόμων …στην Άγρια αμερικανική Δύση. Και βέβαια δε χρειάζεται και μεγάλη θεωρητική ανάλυση για να αποδείξουμε ότι η έκδοση του κινούνταν στα πλαίσια της "ελληνοαμερικανικής φιλίας", που εδραιώθηκε πάνω στις στάχτες του εμφυλίου πολέμου, σε μια εποχή όπου ο αγγλικός ιμπεριαλισμός παρέδωσε τα σκήπτρα και εμπιστεύτηκε την προστασία της χώρας στον ανερχόμενο αμερικανικό ιέρακα.

(ενδεικτικό απόσπασμα)
Ξεχωρίζει ανάμεσα στα βράχια μερικούς ίσκιους, αλλά δεν πη¬γαίνει γραμμή προς το μέρος τους.
Απεναντίας, γλιστρώντας μέσα στο σκοτάδι, πηγαίνει και αράζει τη βαρκούλα τριάντα μέτρα πιο πέρα σε μια μικρή αμμουδιά κι από εκεί περπατώντας σαν γάτα πλησιάζει προς τους ίσκιους.
Όταν φτάνει σε απόσταση δέκα βημάτων, συσπειρώνεται ανά¬μεσα σε δυο βράχους και μένει ακίνητος με το αυτί στημένο.
—Το μήνυμα λέει κάποιος στην αγγλική γλώσσα έλεγε ότι εδώ θα συναντήσουμε δικούς μας, που θα μας πάρουν και θα μας μεταφέρουν στην Αίγυπτο! Δε βλέπω όμως κανένα!
—Ίσως να μην έρθουν!, λέει ένας άλλος. Θα τους συνέβει κάτι! Προτείνω να φύγουμε. Είναι επικίνδυνο να μείνουμε περισσότερο εδώ!

“Πετάξτε τα όπλα!”

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ετοιμάζεται να σηκωθεί και να πάει κοντά τους, όταν μια δυνατή κραυγή δίνει μια ξερή διαταγή στη γερμανική γλώσσα:
—Ακίνητοι! Είστε αιχμάλωτοι του γερμανικού στρατού! Ο πρώ¬τος, που θα δοκιμάσει να δραπετεύσει, θα πεθάνει!
Οι σύμμαχοι πράκτορες μαρμαρώνουν. Μένουν ασάλευτοι ση¬κώνοντας αργά τα χέρια τους.
—Μας πρόδωσαν! μουρμουρίζει κάποιος.
Μέσα από το σκοτάδι προβάλλουν τέσσερις ίσκοι.
Είναι τέσσερις Γερμανοί με αυτόματα στα χέρια. Ένας απ’ αυ¬τούς κρατάει ένα ηλεκτρικό φανάρι και φωτίζει τους συμμάχους πράκτορες.
—Είναι μόνο πέντε!, λέει κάπως απογοητευμένος. Ψάξε τους, Χανς!
Ένας άλλος πηγαίνει κοντά στους Βρετανούς και τους ψάχνει γοργά.
—Είναι άοπλοι!, λέει. Καλά κάναμε και δεν πήραμε περισσότε¬ρους άντρες μαζί μας, όταν ο σκοπός μας είπε ότι είδε μερικούς ύ¬ποπτους ίσκιους να προχωρούν προς την κατεύθυνση αυτή! Να τους δέσω;
—Δεν είναι ανάγκη! λέει αυτός που κρατάει το φανάρι. Θα τους «δέσουν» οι σφαίρες μας αν δοκιμάσουν να φύγουν!
Ο Γιώργος βρίσκει ότι έφτασε η ώρα της δράσης. Χωρίς να βγει από το μέρος όπου είναι κρυμμένος, φωνάζει.
— Πετάξτε χάμω τα όπλα! Δεκαπέντε άνθρωποι με αυτόματα βρίσκονται γύρω σας! Πετάξτε αμέσως τα όπλα πριν σας γαζώ¬σουμε!
Οι Γερμανοί γυρίζουν απότομα με τα όπλα τους προτεταμένα, πιέζοντας τη σκανδάλη. Η γαλήνη της νύχτας κομματιάζεται από το άγριο και βουερό τεράτισμα των αυτομάτων και οι σφαίρες πη-γαίνουν και σφυροκοπούν τα βράχια και τα δέντρα που φυτρώ¬νουν πιο πέρα.
Οι Βρετανοί πράκτορες δε χάνουν την ευκαιρία. Με μια ταυτό¬χρονη κίνηση, ρίχνονται πάνω στους Γερμανούς και μέσα σε λίγες στιγμές, οι στρατιώτες του Χίτλερ είναι πεσμένοι χάμω αναίσθητοι και αφοπλισμένοι.
Ο Γιώργος κάνει την εμφάνισή του, λέγοντας:

               —Ελευθερία!

—Θάνατος!, απαντούν οι Βρετανοί.
Και κοιτάζουν κατάπληκτοι τον μικρό ήρωα.
—    Ένα παιδί έστειλαν στο ραντεβού! μουρμουρίζει κάποιος.
—    Είμαι ο Πράκτορας - Ελλάς, απαντάει ο Γιώργος.
Οι Βρετανοί γουρλώνουν τα μάτια τους.
—Το Παιδί - Φάντασμα! λένε με δέος.
Και βάζουν τα γέλια.
—Είσαι εκείνος που έκλεψε ένα γερμανικό υποβρύχιο!
—    Ναι! λέει ο Γιώργος γελώντας κι αυτός. Το υποβρύχιο μας πε¬ριμένει για να μας μεταφέρει στην Αίγυπτο. Ακολουθείστε με!
Τους οδηγεί στη βάρκα. Με τα αυτόματα των αναίσθητων Γερ¬μανών στα χέρια οι Βρετανοί μπαίνουν μαζί με το παιδί στη λαστι¬χένια βάρκα και προχωρούν προς το υποβρύχιο. Φτάνουν εκεί, σκαρφαλώνουν στο κατάστρωμα και... άγριες κραυγές φτάνουν ως τ’ αυτιά τους από το εσωτερικό του υποβρυχίου:
—Αν δεν πετάξετε αμέσως τα όπλα σας, θα σκοτώσουμε το κοριτσάκι!
Με την καρδιά σταματημένη από φρίκη και αγωνία, ο Γιώργος πηδάει από το άνοιγμα, που οδηγεί μέσα στο υποβρύχιο.
Προσγειώνεται μέσα στο διάδρομο και αντικρίζει ένα θέαμα, που κάνει το αίμα να παγώσει μέσα στις φλέβες του.
Ένας Γερμανός κρατάει μπροστά του την
Κατερίνα και έχει υψώσει πάνω από το κεφάλι της ένα μεγάλο εργαλείο μηχανής. Εί¬ναι στραμμένος προς την πόρτα της καμπίνας του διοικητή του υ-ποβρυχίου, όπου σίγουρα βρίσκονται ο «Κεραυνός» και ο Σπίθας.
Πιο πέρα στέκονται οι υπόλοιποι Γερμανοί με τα πόδια λυμένα, οπλισμένοι όλοι τους με μεγάλα μετάλλινα εργαλεία.
Έτσι όπως στέκεται ο Γερμανός που κρατάει την Κατερίνα είναι ασφαλής. Δεν μπορούν να τον πυροβολήσουν μέσα από την καμπί¬να. γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να σκοτώσουν και το κοριτσάκι μαζί του!
Από το μέρος όμως του Παιδιού - Φάντασμα δεν υπάρχει αυτός ο κίνδυνος γιατί ο Γιώργος τους βλέπει από τα πλάγια.
Με μια ταχύτατη κίνηση, ο Πράκτορας - Ελλάς σηκώνει το αυτό¬ματό του και πιέζει τη σκανδάλη.
Πέντε σφαίρες η μια πίσω από την άλλη, χτυπούν το Γερμανό. Ένα μέρος του κεφαλιού του εξαφανίζεται και το κορμί του σωριά¬ζεται χάμω, παρασύροντας στο πέσιμό του και την Κατερίνα.
Αυτό δίνει στους Βρετανούς πράκτορες, που είχαν στο μεταξύ πηδήσει κι αυτοί δίπλα στο Γιώργο, την ευκαιρία να δράσουν.

Τα αυτόματά τους γαζώνουν το πλήρωμα του υποβρυχίου. Πολλοί Γερμανοί πεθαίνουν πριν αποφασίσουν να πετάξουν τα εργαλεία και να παραδοθούν!
Ο Γιώργος τρέχει κοντά στην Κατερίνα που έχει λιποθυμήσει από τον τρόμο που δοκίμασε. Τη σηκώνει στην αγκαλιά του μουρμουρίζοντας:
—Κατερίνα μου! Κοριτσάκι μου! Ευχαριστώ, Θεέ μου, που μου την έσωσες!

Λίγες μέρες αργότερα σε μια κεντρική πλατεία του Κάιρου, στρατεύματα είναι παρατεταγμένα Ελληνικά, Βρετανικά και Αμερικανικά.
Είναι παρατεταγμένα για να αποδώσουν τιμές σε δυο Ελληνόπουλα, δυο ηρωικά παιδιά, που έχουν καταπλήξει τον κόσμο με την ανδρεία τους, την τόλμη τους και τα κατορθώματά τους.
Τα δυο αυτά παιδιά είναι ο Γιώργος Θαλάσσης και ο Σπίθας ή Νίκος Κατσανίκος του Γεωργίου και της Πηνελόπης.
Στέκονται στο κέντρο της πλατείας, μπροστά στον αρχιστράτηγο των Συμμαχικών Δυνάμεων της Μέσης Ανατολής, που τους λέει:   
—Είστε δύο αξιοθαύμαστα παιδιά! Έχετε προκαλέσει στον εχθρό καταστροφές μεγαλύτερες από δέκα μηχανοκίνητες μεραρχίες ή πεντακόσια αεροπλάνα! Αν οι Σύμμαχοι είχαν χίλιους ακόμα πράκτορες σαν εσάς, θα κέρδιζαν τον πόλεμο πολύ πιο σύντομα και με λιγότερες απώλειες! Γι’ αυτό οι κυβερνήσεις της Ελλάδας, Μεγάλης Βρετανίας, Αμερικής, Γαλλίας και Ρωσίας (σσ. sic!!)  μου ανέθεσαν να σας απονείμω τα μεγαλύτερα πολεμικά παράσημα, που διαθέτουν!
Και ο αρχιστράτηγος καρφιτσώνει από πέντε παράσημα στο στήθος του Παιδιού - Φάντασμα και του Σπίθα.

Μια στρατιωτική ορχήστρα αρχίζει να παίζει ένα εμβατήριο, ενώ οι στρατιώτες παρουσιάζουν όπλα.
Τα μάτια του Γιώργου είναι υγρά από τη συγκίνηση. Πιο πέρα, η μικρή Κατερίνα κλαίει από χαρά δίπλα στον πατέρα της, που με κόπο κι αυτός συγκρατεί τη συγκίνησή του.
Ο μόνος που φαίνεται να μη δίνει καμιά σημασία στην τελετή εί¬ναι ο Σπίθας. Το καθυστερημένο στο μυαλό παιδί σκύβει προς το μέρος του Γιώργου και μουρμουρίζει:
—Δε θα τελειώσουν καμιά φορά αυτές οι παράτες και οι μουσικές; Ξελιγώθηκα της πείνας! Και μούρχονται κάτι μυρουδιές ψητού κρέατος από ένα εστιατόριο, που είναι εκεί, στο βάθος της πλατείας! Μανούλα μου! 

Κυκλοφόρησε για μία 15ετία, από το 1953 (τίτλος 1ου τεύχους "Ελεύθερος Σκλάβος") έως τέτοιες μέρες του 1968 επί χούντας (τ. 798!! "Ένας Μικρός, Μικρός, Μικρός Ήρως") για να συνεχισθεί επιχειρηματικά βλ. επίσημη ιστοσελίδα, με πλήρη εικονογράφηση. Πάνω από 30.000 σελίδες ως το 1995 _μέχρι και το "Αντί" προσέφερε στους αναγνώστες του (ανέκδοτα τεύχη του) "Μικρού "Ηρωα" -έχει διασκευασθεί και για το θέατρο (ΚΘΒΕ + 2001 _Ο «Μικρός Ήρως» σαλτάρει στον Λυκαβηττό

Σήμερα, κυκλοφορούν τόμοι ολόκληροι (εκδόσεις "Μικρός Ήρως" - πρώην "Comics & Crosswords Puplications L.P.") με επανεκδόσεις, είτε υπό μορφή κόμικς πλήρους εικονογράφησης (1968-71), είτε με εικόνες, είτε συλλεκτικών τόμων (1986) ή με μορφή μόνο κειμένου (2003 στην εφημερίδα Καθημερινή με τόμους των 8) ή με τόμους της πρωτότυπης εικονογράφησης (2013 στο Πρώτο Θέμα με τόμους των 5). Τη δεκαετία του '70, το ανάγνωσμα φιλοξενήθηκε στο περιοδικό Μπλεκ με τη μορφή κειμένου

Ο «Μικρός Ήρως» σαλτάρει στον Λυκαβηττό

Αθήνα, 1952: «Είναι νύχτα. Μια ξάστερη, γλυκιά ανοιξιάτικη νύχτα. Χιλιάδες ασημένια άστρα τρεμοπαίζουν γλυκά πάνω από την κοιμισμένη Αθήνα, σαν να προκαλούν τους κατοίκους της να βγουν έξω και να χαρούν την ομορφιά της νύχτας. Μα οι κάτοικοι της Αθήνας δεν βγαίνουν από τα σπίτια τους. Ξέρουν ότι μέσα στη γλυκιά νύχτα παραμονεύει ο θάνατος…». Ο Γιώργος Θαλάσσης, η Κατερίνα και ο Σπίθας, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, αντιστέκονται στους κατακτητές και συγκρούονται με τις δυνάμεις του σκότους, τους κακούς της ιστορίας: τη Φροϋλάιν Χ, τον Καμικάζι, τον Κίτρινο Σαμποτέρ, τον Σεϊτάν Αλαμάν…

Αθήνα, 2001: Μια άλλη νύχτα, αλλά καλοκαιρινή αυτή τη φορά, ο κόσμος θα βγει από τα σπίτια του για να ανηφορίσει προς το θέατρο του Λυκαβηττού. Φόβος για να βγεις έξω δεν υπάρχει. Ο λόγος για να βγεις; Το Παιδί-Φάντασμα επιστρέφει. Όχι στα περίπτερα αλλά στη σκηνή του θεάτρου. Ο Δημήτρης Πιατάς αποφάσισε να μεταφέρει τις περιπέτειες του Γιώργου Θαλάσση στη σκηνή. Έπλασε με την ομάδα του, την Commedia, μια θεατρική παράσταση και αποφάσισε ο ίδιος να ερμηνεύσει τον Σπίθα.

«Επιστρέφω στην παιδικότητά μου, ξαναγυρίζω πίσω. Προσπαθώ να ξαναπαίξω Στάκαμαν, Μικρό Ηρωα. Το κείμενο είναι η αφορμή για να στηθεί η παράσταση. Η πρώτη ανάγνωση, όπως σε όλα τα έργα, είναι απλή. Το έργο γράφτηκε για παιδιά. Δεν έχει πρωτοποριακά και μοντέρνα στοιχεία ούτε στοιχείο μνημοσύνου. Είναι αναφορά στον Στέλιο Ανεμοδουρά. Κράτησα όλους τους κανόνες του θεάτρου, την ενότητα χρόνου και δράσης, τις περιπέτειες των παιδιών. Θεωρώ και ελπίζω η παράσταση να είναι αιτία ώστε η νέα γενιά να αγαπήσει τον Μικρό Ήρωα».

Η δομή της παράστασης

Χώρος δράσης όπου εξελίσσεται η παράσταση είναι η μεταπολεμική Ελλάδα του ’50, όταν κάποια κορίτσια ανοίγουν το τεύχος Νο. 1 και τότε εισβάλλει το αφήγημα στην καθημερινή ζωή τους. Ο Γιώργος Θαλάσσης θα ταξιδέψει. Στον χώρο και στον χρόνο. Θα συναντήσει τον Αδόλφο Χίτλερ, τον Τσόρτσιλ. Λίγο πιο αριστερά είναι ο Μόλλας και ο Καραγκιόζης του. Θα πάει στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου όπου θα συναντήσει το καμπαρέ του Κουρτ Βάιλ. Κάπου στη γωνία θα είναι ο Μπρεχτ. Στην Αγγλία το ραντεβού θα δοθεί με το αστικό θέατρο με έμμεση αναφορά στο μιούζικαλ. Στην Ανατολή θα συναντήσει τη φυλή Καχουάρα και τον αρχηγό τους, τη Μαύρη Τίγρη. Θα ακούσουμε μπαλινέζικη μουσική και την κουδαρέικη διάλεκτο (γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι μάστορες της Ηπείρου για να μην τους καταλαβαίνουν τα αφεντικά τους). Θα δούμε σινεφίλ αναφορές: τη συνάντηση με τον Χίτλερ και τη χορογραφία του μπαλονιού από τον «Δικτάτορα» του Τσάρλι Τσάπλιν.

Τέλος, θα επιστρέψει στην Ελλάδα του ’60 και θα ακούσουμε τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Και αυτό γιατί ο Γιώργος Θαλάσσης και η παρέα του απ’ ό,τι φαίνεται ήταν στην πορεία διαμαρτυρίας όπου δολοφονήθηκε ο Σωτήρης Πέτρουλας.

Η προβολή στο σήμερα

·         Κατερίνα: «Είναι όμορφη και καλή. Είναι μια κοπέλα που όλοι ερωτευθήκαμε, μια Κατερίνα που δεν υπήρχε, μια Κατερίνα η οποία αγαπάει αγνά και τίμια και θα κρατήσει ενδόμυχο τον έρωτά της μέχρι τέλους».

·         Σπίθας: «Το παχουλό παιδί που τρώει πολύ γιατί συνέχεια πεινάει. Είναι το πρότυπο μιας καταναλωτικής κοινωνίας που καταβροχθίζει τα πάντα. Κουβαλάει χιούμορ και την απλότητα του ανθρώπου που πρέπει να τελειώσει το φαγητό του πάση θυσία».

·         Γιώργος Θαλάσσης: «Δεν συμβιβάζεται, ξαναδίνει τον όρκο αλλά πλέον αφορά μια ιδεολογία που κουβαλάει την κλωνοποίηση, την οικολογική καταστροφή και την ανθρώπινη ύβρη. Γι’ αυτό και η Φροϋλάιν Χ θα του πει κλείνοντας την παράσταση: “Γιώργο Θαλάσση, μην αφήσεις να καταστρέψουν τον κόσμο μας”».

Ιστορικό και προσανατολισμός

Το ανάγνωσμα του "Μ.Η." ως περιεχόμενο του περιοδικού Μπλεκ.
Το περιοδικό κυκλοφορούσε υπό μορφή τριπλής έκδοσης, με δύο δηλαδή ανατυπώσεις εντός της ίδιας εβδομάδας, σε μία προσπάθεια του δημιουργού του να αμβλύνει μέσω αυτού τις οδυνηρές συνέπειες του πολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου σπαραγμού που είχαν μόλις προηγηθεί. Στόχος του Ανεμοδουρά, όπως ο ίδιος έχει αναφέρει σε συνεντεύξεις του, δεν ήταν τόσο η απόδοση υψηλών λογοτεχνικών εκφράσεων, όσο η χρήση λιτής και κατανοητής γλώσσας, αλλά και η αποφυγή διχαστικών αναφορών, προκειμένου να επιτύχει την ανάδειξη «αισθήματος πατριωτικής υπερηφάνειας και ομόνοιας», κάτι που πίστευε ότι είχε τόσο ανάγκη η "φουρνιά" των νεαρών κυρίως αναγνωστών εκείνη τη δύσκολη εποχή.

Συντελεστές της έκδοσης

Πλην του Βύρωνα Απτόσογλου, σχέδια της έκδοσης επιμελήθηκαν οι Θέμος Ανδρεόπουλος (εξώφυλλα στα τεύχη 263-278 και εσωτερική εικονογράφηση στα τεύχη 253-272), ο Δημήτρης Αντωνόπουλος στην πλήρως εικονογραφημένη εκδοχή και οι Δημήτρης Χαντζόπουλος και Βαγγέλης Χερουβείμ (τεύχη 799-800). Επίσης, σχέδια της σειράς φιλοτέχνησε και ο Κώστας Φραγκιαδάκης στην ιστορία "Η Κατερίνα Κινδυνεύει" της οποίας το σενάριο έγραψε ο Γιώργος Βλάχος. Η ιστορία δημοσιεύθηκε στο επίτομο έργο "ΗΡΩΕΣ του Στέλιου Ανεμοδουρά" που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Comics & Crosswords Publications" (2015). Οι Γ. Βλάχος και Φραγκιαδάκης δημιούργησαν πέντε ακόμη σπονδυλωτές ιστορίες του "Μικρού Ήρωα" οι οποίες περιλαμβάνονται στο βιβλίο με τίτλο "Μικρός Ήρως - Η Ακρόπολη Κινδυνεύει" που κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις "Μικρός Ήρως". Ακόμη, στις 20 Οκτωβρίου του 2019 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Μικρός Ήρως" (μέσω εφημερίδας) μία νέα περιπέτεια με τίτλο "Το Ταμπούρι της Λευτεριάς", των ίδιων συντελεστών, βασισμένη _κατά τους εκδότες «σε πραγματικό γεγονός»

Το 1976 το Ελεύθερο Θέατρο παρουσίασε στο Άλσος Παγκρατίου το σπονδυλωτό έργο «Το τραμ το τελευταίο», όπου τους ρόλους του Γιώργου Θαλάσση, της Κατερίνας και του Σπίθα ερμήνευσαν αντίστοιχα ο Ντίνος Λύρας, η Υβόννη Μαλτέζου και ο Γιώργος Σαμπάνης. Στην εκδήλωση εκείνη ακούσθηκε για πρώτη φορά η σύνθεση _που αναφέραμε εισαγωγικά (σε στίχους και μουσική δική του) του Λουκιανού Κηλαηδόνη. Από κει και έπειτα, το ανάγνωσμα του «Μικρού Ήρωα» έχει μεταφερθεί αρκετές φορές στη θεατρική σκηνή με αρχή ένα δρώμενο σε ποιητικό λόγο με τίτλο "Ο Μικρός Ήρωας, το σκετσάκι" που παρουσίασε ο Ηλίας Λάγιος σε φεστιβάλ του περιοδικού "Αντί" που δόθηκε στο "Γκάζι" παρουσία και του ίδιου του Στέλιου Ανεμοδουρά, το καλοκαίρι του 1995 σε μια παράσταση η οποία δόθηκε το 2001 στη Θεσσαλονίκη, τιμής ένεκεν με το Δημήτρη Πιατά το ρόλο του «Σπίθα», αλλά και στο Λυκαβηττό στις 17 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς (αναφερθήκαμε ήδη), τέλος από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε σκηνοθεσία του Γιάννη Ρήγα. Ο Γιώργος Νινιός ερμήνευσε το χαρακτήρα του Γιώργου Θαλάσση σε ένα δραματοποιημένο σκετς που παρουσιάσθηκε από την τηλεοπτική εκπομπή "Νυχτερινός Επισκέπτης" του δημοσιογράφου Άρη Σκιαδόπουλου.
Ένα βραχύβιο ραδιοσίριαλ από τον ραδιοφωνικό σταθμό "Αθήνα 9,84" ασχολήθηκε επίσης με τη σειρά, σε επιμέλεια του Δ. Πιατά. Σημαντικές εκδηλώσεις για το "Μικρό Ήρωα" έλαβαν χώρα σε Αγρίνιο, Ορεστιάδα και Πάτρα, αλλά και στο Χολαργό (2006), με την τελευταία να έχει διοργανώσει ο «ο Σύλλογος Φίλων του Μικρού Ήρωα» (υπό την αιγίδα των εκδόσεων «Περιοδικός Τύπος», των Γιώργου και Κατερίνας Ανεμοδουρά). Στις περισσότερες από αυτές, κεντρικός ομιλητής ήταν ο δημοσιογράφος Γιώργος Γ. Βλάχος, συγγραφέας του δίτομου «Μικρός Ήρως - Το λεξικό» που κυκλοφόρησε το 2005 από τον "Περιοδικό Τύπο". Το "Λεξικό" παρουσιάσθηκε δις, στο ίδρυμα Μπενάκη για δημοσιογράφους και σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας παρουσία 1.000 ακροατών, την ίδια χρονιά της έκδοσής του. Βιβλίο για το "Μ.Η." έχει επιμεληθεί και ο Ηλίας Λάγιος, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Κατάρτι" τον Ιούνιο του 2001. Έκθεση για το "Μ.Η." είχε οργανωθεί το 1996 στο Ψυχικό, όπως και στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, η οποία διάρκεσε 15 ημέρες (2003). Παλαιότερα είχε σχεδιασθεί μια προσαρμογή του έργου σε κινούμενα σχέδια, ενώ προτάθηκε και η παραγωγή κινηματογραφικής ταινίας, χωρίς ωστόσο κάτι από τα δυο να υλοποιηθεί.

Περίοδοι έκδοσης

Το περιοδικό από την πρώτη κυκλοφορία του έχει ανατυπωθεί και επανεκδοθεί πολλές φορές.

·         1η έκδοση (1953 - 1968, συνολικά κυκλοφόρησαν 798 τεύχη μέχρι το 1968 όπου η κυκλοφορία του περιοδικού ανεστάλη επειδή η δύο εβδομάδων διακοπή της κυκλοφορίας όλων των εντύπων που επέβαλλε το δικτατορικό καθεστώς σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες, κατέστρεψαν το περιοδικό όπως ανέφερε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του ο εκδότης και συγγραφέας του περιοδικού Στέλιος Ανεμοδουράς).

·         Από το 1961 το περιοδικό κυκλοφορούσε 2 φορές μέσα στην ίδια εβδομάδα (με την ένδειξη "Ανατύπωσις") και από το 1966 τρεις φορές, τις Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο.
Οπότε διαμορφώθηκαν οι εξής εκδόσεις:
2η έκδοση (1961 - 1968)
3η έκδοση (1966 - 1968)
Εν συνεχεία: Εξώφυλλο του "Εβδομαδιαίου Μικρού Ήρωα", σε σχέδιο του Βύρωνα Απτόσογλου.
4η έκδοση (1976): Εβδομαδιαίο περιοδικό (κείμενο με εικόνες) το οποίο περιείχε και άλλες εικονογραφημένες ιστορίες. Εκδόθηκαν 28 τεύχη ("Γενικαί Εκδοτικαί Επιχειρήσεις Ο.Ε.").
5η έκδοση (1985-1987) Κυκλοφόρησαν 100 τόμοι των 8 τευχών εκτός του τελευταίου που περιείχε 6 υπό μορφή κειμένου μόνο χωρίς εικόνες ("Περιοδικός Τύπος Α.Ε.").
Το 1995 το περιοδικό "Αντί" (τεύχος 577), έκανε αφιέρωμα στο Μικρό Ήρωα , δημοσιεύοντας 2 αδημοσίευτες ιστορίες και έτσι το περιοδικό έκλεισε τον κύκλο του στον αριθμό των 800 τευχών. Τις ιστορίες του τεύχους 799 συνέγραψαν οι Σωτήρης Δημητρίου, Ξενοφών Μπρουντζάκης, Αλέξης Πανσέληνος και Ηλίας Λάγιος και του τεύχους 800 ο Στέλιος Ανεμοδουράς.
6η έκδοση (2000): Σε τεύχη η έκδοση έφτασε τον αριθμό 104 τεύχη και στη συνέχεια κυκλοφόρησαν μεμονωμένα μαζί με ένα τόμο του 1985 ("Περιοδικός Τύπος Α.Ε.").
Στη συνέχεια (28η Οκτωβρίου 2003) κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος (1985) από την εφημερίδα "Η Καθημερινή" και την επόμενη χρονιά (28η Οκτωβρίου 2004) ο δεύτερος τόμος από την ίδια εφημερίδα.
 7η έκδοση (2013): Κυκλοφόρησαν 6 συλλεκτικοί τόμοι των 5 τευχών από την εφημερίδα "Πρώτο Θέμα". Η 7η έκδοση συνεχίζεται έως και σήμερα από την νέα εκδοτική εταιρία του Λεωκράτη Ανεμοδουρά "Comics & Crosswords Publications Ε.Ε. / Εκδόσεις Μικρός Ήρως". Από την προαναφερόμενη εταιρία κυκλοφόρησαν δύο τόμοι (7,8) και στη συνέχεια η έκδοση διακόπηκε λόγω οικονομικών προβλημάτων. Την 8η και 15η Ιουνίου 2014 κυκλοφόρησαν 2 ακόμα τόμοι από την εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής" ενώ η έκδοση συνεχίσθηκε από την εταιρία "Comics & Crosswords Publications Ε.Ε. / Εκδόσεις Μικρός Ήρως". Στην πορεία του εκδόθηκαν συνολικά 40 τόμοι (τεύχη 1-200), 6 Ειδικές Εκδόσεις και διάφορες ιστορίες που εκδόθηκαν σε άλλες εκδόσεις (π.χ. "Ήρωες του Στέλιου Ανεμοδουρά")
"Εικονογραφημένος Μικρός Ήρως" _ 1η έκδοση (1η Ιουλίου 1968 - 1971, "Γενικαί Εκδοτικαί Επιχειρήσεις Ο.Ε.") Εκδόθηκαν 64 15θήμερα τεύχη, με επεισόδια από την 1η έκδοση από το τεύχος 90 και μετά, σε πλήρη εικονογράφηση-μορφή κόμικς… 2η  έκδοση (2004 - 2005) Αναπαράχθηκαν 15 “συλλεκτικοί” τόμοι σε επιμέλεια Νίκου Ζώη ("Περιοδικός Τύπος Α.Ε.").
Το έκτακτο τεύχος του "Μικρού Ήρωα" (2007) με πλήρη εικονογράφηση από τον Κώστα Φραγκιαδάκη.

Κεντρικοί χαρακτήρες

  Γιώργος Θαλάσσης: ένα έφηβο παιδί, ορφανό από πατέρα και άριστος γνώστης πολεμικών τεχνών, το οποίο αποφασίζει να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας από το ζυγό των κατακτητών, κατά τη διάρκεια της τριπλής κατοχής της Ελλάδας, από Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους.
Πιστοί σύντροφοι στις προσπάθειές του στέκονται η αγαπημένη του Κατερίνα, με την οποία τον συνδέει πλατωνική ερωτική σχέση και το "αιώνια πεινασμένο παιδί", ο ευτραφής, καλοκάγαθος "Σπίθας".
 Κατερίνα (γνωστή επίσης και σαν Νίκη, το Κορίτσι-Φάντασμα ή Ελλάς η Γαλάζια Θύελλα) είναι ένθερμη πατριώτισσα, δυναμική αγωνίστρια με γνώση πολεμικών τεχνών, ευαίσθητη και μάλλον ερωτευμένη με το βασικό πρωταγωνιστή . Η πένα του σχεδιαστή εμφανίζει, αρχικά, την Κατερίνα σαν μικρό κορίτσι που έχει τα μαλλιά του πλεγμένα σε κοτσίδες, για να την μεταμορφώσει, μέσα σε λίγα τεύχη, σε μια καλοσχηματισμένη κοπέλα. Με την Κατερίνα, ο σεναριογράφος φρόντισε να δημιουργήσει έναν αμόλυντο και αγνό χαρακτήρα και περιορίσθηκε στο να αφήνει μόνο κάποια αμυδρά υπονοούμενα για τη μεγάλη συμπάθεια που αναπτύχθηκε ανάμεσα στο ζεύγος Γιώργου-Κατερίνας. Η παρουσία της, έχει υποστηριχθεί, ότι αποτελούσε ένα θετικό εμπορικό εύρημα, προκειμένου το περιοδικό να διαβάζεται και από κορίτσια. Φυσιογνωμικά, δοσμένη μέσα από την πένα του Βύρωνα Απτόσογλου που από το τεύχος 17 της είχε προσδώσει σωματότυπο θελκτικής δεσποινίδας (το ρόλο της έχει ερμηνεύσει σε θεατρική παράσταση η Κατερίνα Παπουτσάκη). Ο ίδιος ο δημιουργός της, θεωρούσε την Κατερίνα ως διάδοχο της "Αστραπής", του γυναικείου χαρακτήρα που είχε εμπνευστεί στο πρώτο του έργο, τον "Υπεράνθρωπο", το κεντρικό πρόσωπο στην ιστορία με τίτλο "Η Κατερίνα κινδυνεύει"
 Ο Σπίθας είναι έφηβος με μικρή διανοητική καθυστέρηση και απόλυτα αφοσιωμένος φίλος του Γιώργου Θαλάσση στον αγώνα τους, εναντίον των Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων και μαζί με την Κατερίνα, συνιστούν μια «ακαταμάχητη τριάδα ηρώων».

Δευτεραγωνιστές

Από τις σελίδες του περιοδικού πέρασαν κατά καιρούς αρκετοί υποστηρικτικοί χαρακτήρες, που καθέναν τους διέκρινε ένα ιδιαίτερο χάρισμα και που «όλοι θυσιάστηκαν στον αγώνα για την ελευθερία». Μεταξύ αυτών …"Κεραυνός", "Νίκος Γαλανός", "Διαβολάκος", "Αρτέμιος", "Ζουζούνι", "Τζιτζίκι", "Πιτσιρίκος", "Πειραχτήρι", "Γάτος", "Γαβριάς", "Σουσουράδα", "Μπόμπιρας", "Κύπρος", "Χαζούλης", "Σαΐτας", "Τζάγκουαρ", "Λίλιπουτ", "Μιμόζα".

Αντίπαλοι

Μεταξύ των περίπου 150 εχθρικών πρακτόρων, κατασκόπων και αντιπάλων που εμφανίσθηκαν στο ανάγνωσμα, ξεχωρίζουν οι Σεϊτάν Αλαμάν, "Φροϊλάιν Χ", "Κόρακας", "Τζαναβάρ", "Γολιάθ", "Τσιν-Τσιν", "Γιαχαμούτο Κοτούλα", "Μαριλένα", "Πράκτωρ Ντράκουλα", "Νάνος", "Ωραίος", "Γεράκι" κ.α.

🔴  Δείτε _Ριζοσπάστης:
«Ορφάνεψε» ο «Μικρός Ηρωας»
Ο «Μικρός Ηρωας»... ζωντανεύει
Ο «Μικρός Ηρως» του καιρού μας

Επίσης _Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ
Μικροί χάρτινοι ήρωες
Όταν υπήρχαν Ήρωες - Ανεμοδουράς (Νυχτερινός Επισκέπτης)


 

 

27 Ιουλίου 2023

Περί Παντελήδων μακριά από κόμματα μην βρουν μπελά “Πατρίς, Θρησκεία και Φαμελιά”…

1975, είχε πέσει ένα χρόνο πριν –όχι ανατραπεί η δικτατορία ως προϊόν συμβιβασμού μεταξύ χούντας _αστικών πολιτικών δυνάμεων και παρέμβασης ΗΠΑ και μεις με τη φλόγα της νιότης και το κόκκινο άστρο της ΕΣΣΔ στο απόγειο (έτσι το βλέπαμε τότε), μοιράζαμε το χρόνο μας μεταξύ γραφείων ΚΟΑ (στην Κάνιγγος εκείνο τον καιρό) ΚΝΕ (Γραβιάς), με ξενύχτια στις τότε μπουάτ της Πλάκας _α…αα… ΝΑΙ!  και ψάχνοντας (δευτερευόντως και χαλαρά) για καμιά δουλειά.

Μπουάτ πολλές τελείως αλλαγμένες από εκείνες της 10ετίας του ΄60: από την “Διαγώνιο” για τους πιο κουλτουριάρηδες και μέχρι εκείνο το μαγαζί _το Λημέρι (παρυφές Κυδαθηναίων), όπου έπαιζε και τραγουδούσε αντάρτικα ο Πάνος Τζαβέλλας και χιλιάδες νέοι, αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας κατέκλυζαν κάθε νύχτα _μέχρι πρωίας, αφού πολλές φορές έκανε μέχρι και τρεις παραστάσεις, ώστε να χωρέσουμε όλοι.

Εμείς τα λεγόμενα “αντάρτικα” τα ξέραμε και τα τραγουδάγαμε και επί χούντας, μαζί με το ύμνο της ΚΝΕ (αρχίζοντας πάντα από το “Μαύρα Κοράκια” και τον “Μπεζεντάκο”)

                  Ο λόγος περί Παντελήδων

Σήμερα 27_ Ιούλη, γιορτάζεται στις Ορθόδοξες Εκκλησίες η μνήμη του Άγιου Παντελεήμονα, κατεξοχήν προστάτης των αναπήρων γιατρός μάλιστα ανάργυρος (χωρίς πληρωμή για όσες_ους δεν …), αλλά εμείς δε θα μιλήσουμε γι αυτόν αλλά, για κάποιον “μακριά από κόμματα μην βρει μπελά _Πατρίς, Θρησκεία και Φαμελιά, έντιμο άνθρωπο, κυρ Παντελή, έντρομο, άβουλο και φασουλή, άδειο πετσί χωρίς πνοή σκουλήκι άχρηστο σ’ αυτή τη γη”…

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,
έχεις κατάστημα κάπου στη γη.
Πουλάς εμπόρευμα, βγάζεις λεφτά
πολλά λεφτά, πολλά λεφτά.

Τις Κυριακές πρωί στην εκκλησιά
σταυροκοπιέσαι στην Παναγιά.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,
έχεις και σύζυγο, κόρη, παιδί,
μοντέρνα έπιπλα, έγχρωμη TV,
τρως τροφή πνευματική.

Μακριά από κόμματα μην βρεις μπελά,
“Πατρίς, θρησκεία και φαμελιά”.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,
τι κι αν πεθαίνουνε πάνω στη γη
χιλιάδες άνθρωποι χωρίς ψωμί,
μαύροι, λευκοί ή κίτρινοι;

Ο γιος σου μοναχά να ’ναι καλά
ν’ αφήσεις τ’ όνομα και τον παρά.

 

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,
σκεύρωσες, σάπισες στο μαγαζί.
Τη νιότη ξόδεψες και την ορμή
για τη δραχμή, για το πετσί.

Δίπλα σου τ’ όνειρο, η ζωή και το φως
μα εσύ στο κουφάρι σου κλεισμένος εντός.

Ξέρεις πως δώσανε, κυρ Παντελή,
άλλοι τα νιάτα τους και τη ζωή
να γίνει τ’ όνειρο φέτα ψωμί
να φας κι εσύ, κυρ Παντελή;

Κι εσύ τι έδωσες, κυρ Παντελή;
Πες μας τι έκανες σ’ αυτή τη γη.
Πες μας τι άφησες κληρονομιά
που να εμπνέει τη νέα γενιά.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,
έντρομε, άβουλε, συ φασουλή,
βρώμισες τ’ όνειρο και την ψυχή,
άδειο πετσί χωρίς πνοή.

Έντιμοι άνθρωποι, νέα γενιά,
θάψτε τους έντιμους μες στα σπαρτά
κι αυτούς που φτιάξανε τον Παντελή
σκουλήκι άχρηστο σ’ αυτή τη γη.
_                      1975  στίχοι_Μουσική Πάνος Τζαβέλλας

Ο Π. Τζαβέλλας γεννήθηκε το 1925 στην Κοζάνη. Μαθητής Γυμνασίου, στην Κατοχή, εντάσσεται στην ΕΠΟΝ και μετά στον ΕΛΑΣ. Ξαναβγαίνει στο βουνό με το Δημοκρατικό Στρατό, όπου τραυματίζεται, συλλαμβάνεται και ακρωτηριάζεται στο δεξί του πόδι. Από εκεί αρχίζει ο δρόμος για τις φυλακές. Δικασμένος 3 φορές σε θάνατο, αρρωσταίνει βαριά το 1959 από τη νόσο του Burgen και πηγαίνει για θεραπεία στη Σοβιετική Ένωση, όπου παρέμεινε μέχρι το 1965. Εκεί σπούδασε μουσική και γνώρισε τον μεγάλο συνθέτη Ντιμίτρι Σοστακόβιτς. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1965, αλλά τρία χρόνια μετά φυλακίζεται πάλι, αυτή τη φορά από τη χούντα, για παράνομη δράση ενάντια στη χούντα.
Αποφυλακίστηκε το 1971 με «ανήκεστο βλάβη» και ξεκίνησε σαν μουσικός να παίζει στις μπουάτ της Πλάκας. Εκεί τον βρήκε η μεταπολίτευση, όπου πλέον ελεύθερα τραγουδά τα τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης _Ριζοσπάστης
Δεν κρύβει την απέχθειά του «Μικροαστοί λαοπλάνοι, γυμνοσάλιαγκες κι αδίστακτοι πολιτικάντηδες, μπόρεσαν να παρασύρουν τον «πάντα ευκολόπιστο και πάντα προδομένο» ελληνικό λαό, να ληστέψουν τα όνειρα και τις ελπίδες του, να θερίσουν το αίμα, τους αγώνες και τις θυσίες των κομμουνιστών και να τα κάνουν γκόμενες, κονόμα και υπουργιλίκια. Κι όλα έγιναν συντρίμμια. Και φτου κι απ’ την αρχή. Μέχρι να βγάλει ο ήλιος κέρατα. Κουφάλες!»
Ο Πάνος Τζαβέλλας (1925-2009) υπηρέτησε με πάθος και συνέπεια το αντάρτικο και το αγωνιστικό-πολιτικό τραγούδι. Συνθέτης και στιχουργός ο ίδιος πολλών γνωστών τραγουδιών όπως «Ξυπνήστε», «Ο Έλληνας», «Μάη μ’ Μάη μ’» (ερμηνεύει η Χαρούλα Αλεξίου) κλπ. και του κομμουνιστή προλετάριου ποιητή Φώτη Αγγουλέ («Πορεία μέσα στη νύχτα»), «κοινώνησε» την τέχνη του στις μπουάτ και στις συναυλίες, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, μα πάνω απ’ όλα στο θρυλικό στέκι του, το «Αντάρτικο Λημέρι».

Στο βιβλίο του με τίτλο «ΑΝΤΑΡΤΟ-ROCK» (εκδ. «Ελεύθερος Διάλογος») σημειώνει:
«Το 1971, αποφυλακίζομαι προσωρινά με το νόμο «περί ανηκέστου βλάβης». Γραμμή για την Πλάκα. Στήνω το Λημέρι μου. Τώρα το τραγούδι είναι αγώνας. 
Πρέπει ν’ ακουστεί το προοδευτικό τραγούδι, που ξυπνάει τις συνειδήσεις, να τονώσουμε το ηθικό του κόσμου που είναι πεσμένο και προπαντός να ξαναβρεθούμε για να ξαναχτίσουμε τις οργανώσεις, που είχαν σμπαραλιαστεί απ’ τα χτυπήματα της Ασφάλειας. Αυτή ήταν η εντολή. Το τραγούδι μας έπεσε σαν τη βροχή σε καψαλισμένη γη. Τα τραγούδια των πρωτοπόρων συνθετών και του Νέου Κύματος, δόνησαν ξανά τις καρδιές και τις συνειδήσεις των Αθηναίων. Τραγουδάω και δικά μου τραγούδια, το «κυρ-Παντελής», «Ξυπνήστε» κ.λπ. Κι ύστερα έπρεπε ν’ αναστήσουμε τον αγωνιστή ποιητή Φώτη Αγγουλέ μέσα από τις μελωδίες μας. Κάπου κάπου, πετάμε και κανένα αντάρτικο. Μας τραβούσαν στην Ασφάλεια, μας προπηλάκιζαν, μας έδερναν, προσπαθούσαν να τρομοκρατήσουν τον κόσμο. Δεν κάναμε πίσω»…

«Ο κυρ Παντελής»  είναι ίσως το πιο γνωστό τραγούδι του (μεταφράστηκε μέχρι και στην Κίνα) κι αυτό που έχει αγαπηθεί πιο πολύ. Τα μηνύματά του παραμένουν επίκαιρα ας πέρασε μισός αιώνας από τότε που γράφτηκε. Ο Πάνος Τζαβέλλας  ρίχνει τον προβολέα της τέχνης του πάνω στον μικροαστό, τον «νοικοκυραίο» που προσαρμόζεται σε κάθε πραγματικότητα, τον βολεμένο που ονειρεύεται μεγαλεία, τον «παρτάκια» που είναι πρόθυμος να ρουφιανέψει, να ξεπουλήσει, να συρθεί στο χώμα προκειμένου να μη θιχτούν τα όποια κεκτημένα του· αυτόν που κάποτε ο ποιητής Γιώργος Κακουλίδης χαρακτήρισε εύστοχα «αγαπημένο σκυλί της κυρίαρχης ιδεολογίας».

Με το Λουντέμη
Ο Πάνος Τζαβέλλας έγραψε και ερμήνευσε συγκλονιστικά τραγούδια. Στο «ΑΝΤΑΡΤΟ-ROCK» συμπυκνώνει την αγωνιστική και καλλιτεχνική πορεία του_παρακαταθήκη: «Ζούμε σ’ έναν κόσμο απάνθρωπο, όπου τα πάντα πουλιόνται κι αγοράζονται. Ακόμα και η τέχνη, και οι δημιουργοί…Φίλε, μην απελπίζεσαι. Τίποτα δεν είναι πιο ισχυρό απ’ τη θέλησή σου, όταν η καρδιά σου και το πνεύμα σου φλογίζονται από υψηλά ιδανικά και υπηρετείς υψηλούς στόχους. Κι εμείς απ’ τον τάφο ξεκινήσαμε. Κι ύστερα από προσπάθειες κι αγώνα, βγήκαμε στο φως…»

Η πτώση της Χούντας το 1974 βρίσκει τον Πάνο Τζαβέλλα στη μπουάτ Λήδρα που, ελεύθερος πια, μαζί με τη σύντροφο στη ζωή και το τραγούδι Νατάσα Παπαδοπούλου και την ορχήστρα του, συνεχίζει να τραγουδά τα τραγούδια του.

Ο πρώτος του δίσκος είναι ζωντανή ηχογράφηση: «Τα Τραγούδια από το Αντάρτικο Λημέρι». Θα ηχογραφήσει ακόμα οχτώ δίσκους. Τα τραγούδια του θα ταξιδέψουν μέσα από συναυλίες, που δίνονται σε ανοικτά γήπεδα και πανεπιστήμια, σε όλη την Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό (Γερμανία, Σουηδία και αλλού). Θα τον παρουσιάσουν οι ξένες τηλεοράσεις, όπως η Βουλγαρική, Γερμανική, Σουηδική, αλλά και η ελληνική, ο Τύπος σε Ελλάδα και εξωτερικό θα αναφερθεί πολλές φορές στον αγωνιστή τραγουδοποιό Πάνο Τζαβέλλα και το πολύ γνωστό και αγαπημένο σε όλους μας τραγούδι, «Κυρ-Παντελής» θα φτάσει μέχρι την Κίνα, όπου θα μεταφραστεί.

Στη δεκαετία του ’80, ο Πάνος Τζαβέλλας βρίσκεται στα Εξάρχεια και στη συνέχεια σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και του Πειραιά. Έφυγε από τη ζωή στις 27 του Γενάρη 2009, μετά από σκληρή μάχη με τον καρκίνο.

Με Μίκη Θεοδωράκη και Γιώργο Θεοδωρόπουλο

ANTAPTO-ROCK
(εκδ. Ελεύθερος Διάλογος, 1992).

«Στις φυλακές έπεσα νωρίς, απ’ το 1945. Τις καταδίκες όμως σε θάνατο τις άρπαξα όταν πιάστηκα βαριά τραυματισμένος σαν αντάρτης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, τον Ιούλη του 1949.
Προχωρούσαμε κατά μήκος του Αλιάκμονα, στα νότια της Κοζάνης και δυτικά των Σερβίων. Στόχος μας το αεροδρόμιο. Η νύχτα μάς είχε τυλίξει για καλά κι όλα ήταν ήσυχα. Κι άξαφνα:

— «Αλτ! Τις ει»;
— «Εσείς τι είστε».
— «Εθνικός στρατός».
— «Κωλόπαιδα της Φρειδερίκης»!

Πυρά καταιγιστικά κι από τις δυο πλευρές. Σύγκρουση ολιγόλεπτη και άγρια. Ξαφνικά χάνομαι… Όταν συνέρχομαι νομίζω πως βγαίνω από όνειρο. Νύχτα απαλή γεμάτη ψίθυρους και μάγια. Ψηλά, αμέτρητα αστέρια, χαμηλά ο Αλιάκμονας που κελαρίζει, τα αηδόνια ξετρελαμένα, όλα γύρω να μοσχοβολούν κι από καιρό σε καιρό το απαλό αεράκι να φέρνει στ’ αυτιά μου έναν ουράνιο ήχο από μυριάδες αλογοκούδουνα. Νιώθω υπέροχα, σ’ έναν κόσμο φανταστικό. Κάνω να σηκωθώ. Τίποτα. Κάτι με γαργαλάει στο δεξί μου πόδι. Απλώνω το χέρι μου και ψάχνοντας, πέφτω στην πληγή. Τα δάχτυλά μου γεμίζουν αίμα. Κάνω το πουκάμισό μου επιδέσμους και προσπαθώ να δέσω την πληγή. Αδύνατον. Το αίμα τρέχει ποτάμι. Η θέση μου είναι δεινή. Με πιάνει αγωνία. Αρχίζω να σέρνομαι πάνω στα βράχια που κόβουν σαν ξυράφια. Λιγοθυμώ, συνέρχομαι. Πάλι αυτή η αίσθηση του ονείρου και της μαγείας. Σέρνομαι πάλι και πάλι. Λιγοθυμώ, συνέρχομαι. Ακόμα μια ύστατη προσπάθεια. Σβήνω, χάνομαι… Ώστε αυτό είναι ο θάνατος. (Αργότερα «πέθανα» άλλες τρεις φορές).

Με το χάραμα με βρήκαν από τα ίχνη του αίματος μέσα σ’ ένα θάμνο, μισόγυμνο και καταματωμένο. Όταν άνοιξα τα μάτια μου δυο ήλιοι έλαμψαν: ο ένας που ανέβαινε ψηλά από τον Όλυμπο και ο άλλος που άστραψε από την κάνη του πιστολιού του ανθυπολοχαγού —πρώην χωροφύλακα στην Κοζάνη— που ήρθε και σφηνώθηκε δίπλα στ’ αυτί μου. Πρόλαβε ο λοχαγός και του κλώτσησε το χέρι.

«Ας τον σκοτώσουν οι στρατοδίκες», ούρλιαξε, «όχι εμείς». Όπως κι έγινε.
Με μετέφεραν στην έδρα της διοίκησης, έξω από τα Σέρβια. Με απόθεσαν σε μια μεγάλη σκηνή. Απέναντί μου ο διοικητής, ο γείτονας και φίλος Γιάννης Βαγιάτης.

— «Εγώ».
— «Δεν παραδόθηκα».
— «Θα γράψω ότι παραδόθηκες».
— «Θα ελαφρύνεις τη θέση σου».
— «Δεν θέλω να ελαφρύνω τη θέση μου».
— «Μην είσαι χαζός».
— «Δεν είμαι χαζός».

Ύστερα ήρθε κοντά μου, μου έσιαξε τις γάζες στο τραύμα μου, μου ’βρεξε με νερό το πρόσωπο και βγήκε από τη σκηνή για να μην τον ιδώ που δάκρυσε. Αργότερα ο ίδιος με μετέφερε στο στρατιωτικό νοσοκομείο Κοζάνης. Είναι μεγάλη δουλειά να κρατάς την ανθρωπιά σου σ’ έναν εμφύλιο σπαραγμό, όπου ο φανατισμός, το μίσος και τ’ άγρια πάθη θεριεύουν. Ας είναι αυτή η αναφορά, ένας φόρος τιμής σ’ όλους τους «εχθρούς», τους ιδεολογικούς και πολιτικούς μας αντιπάλους, που μέσα σ’ αυτή τη λαίλαπα κράτησαν την ανθρωπιά τους ακέραιη. Η κατάρα της Ελλάδας είναι οι ξένοι, που ευθύνονται για όλους τους εθνικούς διχασμούς.

Αν είχα παραδεχθεί πως παραδόθηκα, θα είχα απολυθεί ως «αυθορμήτως παρουσιασθείς» λίγο καιρό μετά, σύμφωνα με τα μέτρα «περί ειρηνεύσεως» της κυβέρνησης Πλαστήρα. Άλλα όμως είχα στο μυαλό μου κι άλλα μου ’γραφε η μοίρα μου.

Απ’ το στρατιωτικό νοσοκομείο με μετέφεραν στη σοφίτα ενός στρατώνα. Τέλεια απομόνωση. Τώρα μπορούσα να ουρλιάζω από τους πόνους και τα βασανιστήρια. Κανείς δεν μ’ άκουγε. Βρισκόμουν στα χέρια του Α2 του Γ΄ Σώματος Στρατού και της Ασφάλειας Κοζάνης. Στα χέρια σαδιστών βασανιστών κι αδίστακτων φονιάδων, με φασιστική ιδεολογία και προπαίδεια.

Μια μέρα βλέπω ασυνήθιστη συμπεριφορά. Σκουπίζουν και σφουγγαρίζουν το πάτωμα, μου βάζουν σεντόνια, ανοίγουν τα παράθυρα και ο γιατρός μου κάνει ένεση παυσίπονη. Έχω τα χάλια μου από τα βασανιστήρια (που δεν λέγονται) κι από την πληγή που έχει κακοφορμίσει. Σε λίγο μπαίνει ένας λοχαγός. Κρατά στο δεξί του χέρι ένα μαστίγιο. Οι πρώτες του λέξεις: «Ρε Τζαβέλλα, είσαι κι ομορφόπαιδο». Είναι ο βασιλικός επίτροπος. Γύρω του σχηματίζουν ημικύκλιο ο δεσπότης Κοζάνης Κωνσταντίνος, ο δήμαρχος Κοζάνης οδοντογιατρός Τέρπου, ο βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος Γιώργος Καρότσης κι ένας ακόμα που δεν τον θυμάμαι, ο διοικητής της Ασφάλειας Κοζάνης Κακαλιάς —φόβος και τρόμος της περιοχής— ο διοικητής του Α2 του Γ’ Σώματος Στρατού και δυο ανώτατοι αξιωματικοί του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ο ένας συνταγματάρχης κι ο άλλος ταξίαρχος, ειδικώς αφιχθέντες από την Αθήνα για την περίπτωση.

 Με τη Διδώ Σωτηρίου
Μιλάει ο βασιλικός επίτροπος: «Τζαβέλλα, είσαι στα χέρια μας. Δεν μπορεί να σε γλιτώσει κανείς. Ούτε ο βασιλιάς. Απλά πράγματα: μας δίνεις τις αποθήκες που έχετε στα Χάσια για τον εφοδιασμό των δύο μεραρχιών σας του κλιμακίου της Νότιας Ελλάδας και εμείς σου χαρίζουμε τη ζωή». Γύρισε το κεφάλι του στην ομήγυρη. Όλοι συγκατένευσαν. Δεν απάντησα. Είπε μετά κι άλλα. Μίλησαν κι οι άλλοι. Βουβός εγώ, οπότε με πλησιάζει ο δεσπότης —παλιός ενωμοτάρχης— χαμογελώντας. «Έλα Μπανανή (αυτό ήταν το ψευδώνυμό μου) παιδί μου, άσ’ τους αυτούς. Πες τα σ’ εμένα να γλιτώσεις το κεφάλι σου. Είσαι τόσο νέος…». Και μου άπλωσε το χέρι του να του το φιλήσω. Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτό το χέρι. Δάχτυλα ολόλευκα, μακριά και παχουλά, νύχια περιποιημένα, άρωμα φίνο. Χέρι κοκότας πολυτελείας. Βάζω σημάδι το μικρό του δαχτυλάκι και το δαγκώνω μ’ όση δύναμη μου απέμενε. Έβγαλε μια μακρόσυρτη κραυγή. Οι άλλοι όρμησαν καταπάνω μου «Βούλγαρε, αμετανόητε κομμουνιστή, θα πεθάνεις…».

— «Ο λαός…», τόλμησα να πω.
— «Χα, χα, θα πεθάνεις για το λαό σου», κι έφυγαν ουρλιάζοντας, ίδια λυσσασμένα σκυλιά.

Ύστερα από λίγο στέλνουν ένα ασθενοφόρο και με παίρνουν. Τρεις βασανιστές πίσω μαζί μου και δυο μπροστά. Κατηφορίζουμε κατά τα Σέρβια. Σ’ εκείνα τα χωράφια έπαιζα μικρός. Τώρα ξέπνοος μπροστά στον τάφο. Ο αρχιβασανιστής λοχίας κρατάει το πιστόλι του στο χέρι και από καιρό σε καιρό, του «πέφτει» δήθεν, αλλά… πάνω στο τραύμα μου! Πόνος αφόρητος. Λιγοθυμώ. Μου ρίχνουν νερό. Συνέρχομαι. Ύστερα παίρνουμε την ανηφόρα προς Σαραντάπορο. Ο δρόμος είναι γεμάτος λακκούβες. Καθώς τραντάζομαι, τα σπασμένα κόκαλα του ποδιού μου τρίβονται μεταξύ τους. Πόνος, πόνος, πόνος. Πάλι λιγοθυμιές και νερά και πάλι το παιχνίδι του λοχία με το πιστόλι. Έχω παραισθήσεις. Βλέπω ήλιους να λαμπυρίζουν και να χάνονται. Βλέπω πορτοκαλιές να γέρνουν απ’ το βάρος των καρπών. Απλώνω το χέρι μου να κόψω ένα πορτοκάλι να δροσίσω τα χείλια μου. Επιτέλους φτάνουμε. Με κατεβάζουν με το φορείο και μ’ ακουμπάνε στο πεζοδρόμιο.

Μπροστά μου μια πλατεία. Κόσμος πολύς κόβει βόλτες βουβός και τρομαγμένος. Τα μεγάφωνα στη διαπασών, «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», «των εχθρών τα φουσάτα πέρασαν» κι άλλα τέτοια κι από πάνω συνθήματα φασιστικά. Νομίζω πως όλα είναι της φαντασίας μου. Τα βλέπω ανάμεσα σε πορτοκαλιές και ήλιους που χάνονται και ξανάρχονται. Βάζουν τον κόσμο στην ουρά σε ημικύκλιο. Μένουν έτσι κάμποση ώρα.

Τέσσερις βασανιστές με παίρνουν με το φορείο και με ξαπλώνουν λίγο μπροστά από το ημικύκλιο. Γύρω στρατά, με τις κάνες προτεταμένες, σπρώχνουν τον κόσμο προς τα μένα. Αρχίζουν να με φτύνουν. Άλλος με μίσος, άλλος με πόνο, άλλος γελώντας κι άλλος κλαίγοντας, άλλος με συμπόνια και άλλος με φόβο. Ο καθένας καταπώς ένιωθε. Ξαφνικά μια γριά ξεφωνίζει: «Ο Χριστός! Είναι ο Χριστός!» Ο κόσμος λακίζει, γίνεται χλαλοή, οι φαντάροι πυροβολούν στον αέρα. Ξαναμαζεύουν τον κόσμο και το μαρτύριο ξαναρχίζει. Κλείνω τα μάτια και υπομένω. Πόσο κράτησε αυτή η «παρέλαση»;

Χάνομαι σε δικές μου φαντασιώσεις και παραισθήσεις. Με γέμισαν μύξες και σάλια. Με μεταφέρουν πάλι στο ασθενοφόρο. Ακούω τη φωνή του διοικητή του Α2. «Και τώρα πήγαινε να πεθάνεις για το λαό». Και πήγα.

Η δίκη άρχιζε με την κλασική ερώτηση του προέδρου – στρατοδικη:
«Κατηγορούμενε, αποκηρύσσεις το ΚΚΕ και τις παραφυάδες αυτού, ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – ΕΠΟΝ;»
«ΟΧΙ» ίσον θάνατος. «ΝΑΙ» σήμαινε αθώος. Ακροατήριο, αγορεύσεις δικηγόρων, απολογία κατηγορουμένων κ.λπ., ήσαν πολυτέλειες.

Μετρούσε το ΟΧΙ ή το ΝΑΙ. Με δίκασαν δυο φορές σε  θάνατο παμψηφεί. Μετά από λίγες μέρες, με πήραν για εκτέλεση. Νύχτα ακόμα μ’ οδήγησαν στο «συνήθη τόπο των εκτελέσεων», δίπλα στους στρατώνες. Στρατά, κλαγγές όπλων, πηγαινέλα, διαταγές και οι μηχανές των αυτοκινήτων να μουγκρίζουν, με τους προβολείς στραμμένους καταπάνω μου να με τυφλώνουν. Στηρίζομαι σε μια μαγκούρα γιατί μου ’χουν κόψει ήδη το δεξί μου πόδι. Προσπαθώ να είμαι αξιοπρεπής. Το φόβο μου τον κρύβω βαθιά στα φυλλοκάρδια μου. Γι’ αυτούς ετοιμάζω ένα τραγούδι και την κραυγή μας τη στιγμή της ομοβροντίας: «Ζήτω το Κόμμα», «Ζήτω ο Λαός».

Είχε καθιερωθεί την ώρα της εκτέλεσης, οι σύντροφοι να χορεύουν τον αρχαίο συρτό τραγουδώντας «στη στεριά δεν ζει το ψάρι μήτε ανθός στην αμμουδιά και oι Έλληνες δεν ζούνε δίχως την ελευθεριά». Εγώ, όμως, μέσα μου τραγουδάω το «κάποια μάνα αναστενάζει». Αυτό αναβλύζει από την ψυχή μου.

Μυστήριο πράγμα ο άνθρωπος. Το μυαλό μου δουλεύει ρολόι. Όλη η ζωή μου περνά μπροστά μου μ’ αστραπιαία ταχύτητα. Θυμάμαι πολύ τα παιδικά μου χρόνια, τους συντρόφους μου, τη μάνα μου. Η σκέψη μου σκαλώνει σε μια αστεία ιστορία. Πρωτοχρονιά 1942. Κατοχή, πείνα, παγωνιά, σπασμένα τζάμια στα παράθυρα, το χιόνι να μπαίνει στο δωμάτιο. Ψωμί δεν υπάρχει. Έπρεπε, όμως, να κόψουμε… τη βασιλόπιτα. Έτσι, για το έθιμο. Η μάνα μου οικονόμησε λίγο αλεύρι. Έκανε τέσσερις μικρές τηγανίτες και τις τηγάνισε με… βαμβακόλαδο. Τις άπλωσε γύρω – γύρω σ’ ένα ταψί. Στην πιο μικρή έβαλε το νόμισμα. Στριφογύρισε τρεις φορές το ταψί. Και πριν προλάβει να σταματήσει, ορμάμε και τα τρία αδέρφια στη μεγαλύτερη τηγανίτα. Τράβα ο ένας, τράβα ο άλλος, στο τέλος πλακωθήκαμε. Η μάνα μου να κλαίει. Γυρίζει κατά τον ουρανό το πρόσωπό της, υψώνει τα χέρια της σε ικεσία και παρακαλεί: «Αχ, Αγιάννα μου κάνε το θαύμα σου». Τακ-τακ η πόρτα. Ήταν ο φίλος μου Μάρκος Κανδύλης —γιος βιομηχάνου— με μια καλαθάρα μ’ όλα τα καλούδια, κρεατόπιτες. μπουρεκάκια, βασιλόπιτες, κασέρια, ψωμιά. Άντε τώρα να πεις στη μάνα μου πως δεν υπάρχει Θεάς…

Η ώρα περνάει, κοντεύει να ξημερώσει. Ο βασιλικός επίτροπος αργεί. Όμως η εκτέλεση δεν μπορεί να γίνει χωρίς να διαβάσει ο ίδιος την απόφαση του στρατοδικείου. Αχνοφέγγει. Η εκτέλεση πρέπει να γίνει ακριβώς με την ανατολή του ήλιου. Αγωνία. Ακόμα λίγα λεπτά, λίγα δευτερόλεπτα ίσως, και πάντα η ελπίδα μες στην ψυχή. Πώς να πεθάνεις στα 23 σου χρόνια, όταν είσαι γεμάτος ζωή και όνειρα; Και νάτος ο ήλιος, ανεβαίνει γελαστός και περήφανος. Αυτός ο ίδιος ήλιος, που έπρεπε να είναι ο τελευταίος της ζωής μου. Η εκτέλεση αναβάλλεται. Ξανά στην απομόνωση. Τα μαλλιά μου άσπρισαν. Πέφτω στο τσαμασίρι εξουθενωμένος. Παίξαν με την αγωνία μου. Παιχνίδι σκληρό του θανάτου για να ’χεις εφιάλτες στην υπόλοιπη ζωή σου. Τρία χρόνια μετά, προσπάθησαν να με σκοτώσουν με δίκη-παρωδία στο τακτικό στρατοδικείο Χανίων. Δεν τα κατάφεραν…»

Περισσότερα στο προσωπικό του site