Μ' έκοψαν με χώρισαν στα δυο
τη μια πλευρά μου τη μια φτερούγα μου
κι είμαι μια στάλα αίμα στα χείλη σου
ένας αγέρας στα δάχτυλά σου
…
Τραγούδαγε ο Γιώργος Νταλάρας στο «Ο Μέτοικος» - ©1971
(στίχοι Γιώργος Θέμελης | μουσική Σταύρος Κουγιουμτζής)
Δεν μπορώ να ζήσω ή να
πεθάνω
μισό κορμί μισοκομμένο όνειρο
Μ'
έκοψαν και μ' άφησαν να ζω
με την πληγή μου με την αγάπη μου
κι είμαι μια πίκρα μέσα στα μάτια σου
ένας αγέρας μες τα μαλλιά σου
Δεν
μπορώ να ζήσω ή να πεθάνω
μισό κορμί μισοκομμένο όνειρο
Λίγο αργότερα –το 1973 ο Καζαντζίδης έκανε γνωστό σε επανέκδοση τη σύνθεση (1960) του Απόστολου Καλδάρα, από 78άρι άλμπουμ σε στίχους Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου (1η εκτέλεση ο «άγνωστος» Βασίλης Βλάσσης –έφυγε από τη ζωή αθόρυβα το 2018)
Ποιος θα μου δώσει δύναμη
Τον κόσμο αυτό ν΄ αλλάξω
Να φτιάξω όμορφες καρδιές
Μεγάλες και πονετικές
Τις κάρτες να πεταξω
Να σου δώσω μιά να σπάσεις
Άχ βρε κόσμε γυάλινε
Και φτιάξω μια καινούργια
Κοινωνία άλληνε
Να φτιάξω φίλο αληθινό
Τον φίλο να πονάει
Τα βάσανα καί οι καημοί
Να λείψουνε απ'την ζωή
Και όμορφη να κυλάει
Να σου δώσω μια να σπάσεις
Άχ βρε κόσμε γυάλινε
Και να φτιάξω μια καινούργια
Κοινωνία άλληνε
(…)
Τέτοιες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό διαβάζοντας την είδηση για την κατάρρευση του ιστορικού Ωδείου Αθηνών.
Ελληνικόν Ωδείον, Φειδίου 3 -ευγενές ερείπιο
Κατεβαίνοντας καθημερινά προς το γραφείο του πατέρα -10ετία
του 1960, τη Ζωοδόχου Πηγής από Ακαδημίας (κάποτε λεγόταν Γενναδίου) είχα
μπροστά μου φάτσα –κάρτα το ιστορικό στολίδι ένα από τα παλιότερα κτίρια της
Αθήνας, με πολυκαιρισμένη επιγραφή όπου διακρίνονταν οι λέξεις «Ελληνικόν
Ωδείον».
Αυτό το αφημένο στη φθορά –όπως και 10άδες άλλα κτίρια από το δήμο Αθήνας, που
έχει άφθονα χρήματα για έργα βιτρίνας με φοίνικες σε πλαστικές γλάστρες - ήταν κάποτε μελίσσι τέχνης και πολιτισμού.
Το κτίριο χτίστηκε γύρω στα 1834 για να στεγάσει την αυστριακή πρεσβεία και την κατοικία του πρέσβη Άντον Πρόκες. Περιβαλλόταν από έναν μεγάλο κήπο μεταξύ Πανεπιστημίου-Μπενάκη-Τρικούπη-Ακαδημίας. Τότε βέβαια οι δρόμοι αυτοί ήταν ανύπαρκτοι. Η Αθήνα εκείνης της εποχής ήταν μια πόλη με εκατόν πενήντα σπίτια και πολλά ερείπια.
Το σπίτι του Πρόκες, σύμφωνα με την περιγραφή του Χανς
Κρίστιαν Άντερσεν, «βρισκόταν στην άκρη της πόλης και ήταν απλό και γεμάτο
αρχοντιά». Το 1849 ο αυτοκράτορας τον ονόμασε κόμη (graf) και ο ίδιος πρόσθεσε
στο όνομά του το von Osten (από την Ανατολή).
Το 1868 και 1869 μεταφράστηκε και εκδόθηκε στην Ελλάδα σε δύο τόμους το έργο
του «Ιστορία της επαναστάσεως των Ελλήνων κατά του οθωμανικού κράτους εν έτει
1821 και της ιδρύσεως του ελληνικού βασιλείου- διπλωματικώς εξεταζομένη», που
είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά στη Γερμανία. Είναι εξαιρετικά
ενδιαφέρον και μπορείτε να διαβάσετε ή να κατεβάσετε.
Μετά την αναχώρηση του Πρόκες το σπίτι αγοράστηκε από
την Ελένη Τοσίτσα ως κατοικία της, το 1887
αγοράστηκε από τον Ερρίκο Σλήμανκαι από το 1899
στέγασε το Ωδείο Λόττνερ που ίδρυσε η βαυαρή πιανίστα Λίνα Λόττνερ.
Το 1919 που ο Μανώλης Καλομοίρης
ίδρυσε το Ελληνικόν Ωδείον και το στέγασε εκεί.
Το 1934 η κόρη του Σλήμαν πούλησε το
κτίριο. Το Ελληνικόν Ωδείον συνέχισε να στεγάζεται εκεί μέχρι το 1971, όταν το κτίριο της οδού Φειδίου
εγκαταλείφθηκε κι έμεινε μονάχα η επιγραφή του να το συντροφεύει και να αργοπεθαίνει μαζί του.
Το 2006 το πήρε «υπό την προστασία του» το Υπουργείο Πολιτισμού. Από τότε πέρασαν άπρακτα 16 χρόνια, με αρκετές «μικρές» καταρρεύσεις της καταστροφικής κρατικής αδιαφορίας ενός μνημείου της ιστορίας μας, της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μας.
Ελληνικό ωδείο - Κολούμπια...
Σημειώσατε…τι;
// Γράφει ο Δημήτρης Φεργάδης*
Φίλε Νότη,
(συμπαράσταση στο «θρηνητικό» κείμενο, με τίτλο «Στα Συντρίμμια του Ωδείου -27/07/22)
Μπράβο σου! Για άλλη μια φορά γίνεσαι «ο πετεινός μέσα στον Άδη», που ζητάει ο Ελύτης.
Κατέρρευσε, λοιπόν. Το κτίριο
του Ελληνικού Ωδείου … ως η καλύβα του Μπαρμπα Θωμά. Μάλιστα.
Έτσι απλά… έτσι πρακτικά. Επισυνέβη. Ως συμβαίνει, πάντα, τα μη … προγραμματισμένα
απευκταία … τελικά προγραμματισμένα … να συμβαίνουν. Αόρατες είναι οι δυνάμεις
(;), εγκληματική είναι η αβελτηρία των «ιδιωτών» της μανδαρινοκρατίας (;).
Πιάσε το αυγό και κούρευτο.
Όμως… δεν πρέπει να ξοδευόμαστε για να καταλάβουμε. Καταλαβαίνουμε. Και το
ξέρουν… Όπως (τηρουμένων των αναλογιών) ό,τι ακριβώς επισυνέβη και με τις
εγκαταστάσεις της δισκογραφικής Columbia.
Που, όμως, αυτή – η Columbia – δεν … κατέρρευσε … όπως το Ωδείο, αλλά την κατέρρευσαν. Με βούλα. Για να μην καταρρεύσει. Σκεπτικό … καθηγητών του Πολυτεχνείου - Παναγ. Καρύδης … - μελών του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ). Πρόεδρος: Γιάννης Ζαχόπουλος. Υπουργός Πολιτισμού: Γιώργος Βουλγαράκης.
Έτσι, που φυσιολογικά πια – και σύμφωνα με τους νόμους της οικονομίας (ποιας οικονομίας;…Ε, δεν με παρατάτε!), η αγαπημένη όλων των Ελλήνων Columbia του Μάρκου, του Βασίλη, του Μίκη, του Μάνου να καταλήγει (ο χρόνος πολλά θάβει…) πια και απλά το πιο λιμπιστό τεμάχιον αξιοποιήσιμης γης (ναι…έτσι απλά και σκέτα: γης) στην περιοχή «Στάσις ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ-Μάρκου, Βασίλη». Ελπίζω η περίπτωση του Ελληνικού Ωδείου να είναι έξω από τέτοιες οραματικές σκέψεις.
Και συνεχίζω, ελπίζοντας να μην είμαι εκτός θέματος. Και οι υπο-στηρικτές, λοιπόν, και επιμένοντες για την αξιοποίηση του χώρου και τη δημιουργία ενός Ελληνικού Μουσείου Δισκογραφίας, υπό την …σκέπη του Υπουργείου Πολιτισμού, να θεωρούνται – τεχνηέντως καλλιεργούμενο αυτό – γραφικοί, ξεπερασμένοι και να αποκλείονται διακριτικά επικοινωνιακών διαύλων… δια λόγους ευνοήτους.
Όμως, ο γράφων – παρ’ολίγον και… «ισόβιος πρόεδρος του Μουσείου» κατά λόγους εύχαρεις και «εις ανάμνησιν στιγμών ελκυστικών» – παρά το ότι έχει από μακρού διαγράψει από τη μνήμη του αυτό το «ιστορικό πολιτισμικό όνειρο» (I had a dream…αλλά…), εξακολουθεί να πιστεύει πως τίποτα δεν μπορεί να χαθεί, όταν και εφ’ όσον δεν ακούγεται (ακούγεται…;) η φωνή μόνον του Νότη ή του Δημήτρη ή και ενίων, λοιπών, Καππαδοκαίων. Αλλά, κύρια, εφ’όσον κι εάν όλες οι ενώσεις του μουσικού (έστω) καλλιτεχνικού δυναμικού της χώρας, όλοι οι εκπρόσωποι των σχετικών μουσικών φορέων (Ένωση Δικαιούχων ΕΔΕΜ, Αυτοδιαχείριση, Τραγουδιστών, ΟΣΔ, ΟΣΠ…) υψώσουν δυο φορές,
«Φωνήν
πυρίνην
και ουχί πηλίνην» (ρήσις Ναξίου μοναχού)
προς την «ιδιωτεύουσα» μανδαρινοκρατία.
Και όχι μόνο για τα καθ’όλα σεβαστά και αποδεκτά καθημερινά προβλήματα επαγγελματικής επιβίωσης, αλλά και για θέματα που βοηθούν στη συντήρηση της ιστορικής μνήμης. Όπως το Ελληνικό Ωδείο, όπως η ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ…
Γι’ αυτό, Νότη μου, σ’ ευχαριστώ.
Που μου έδωσες την ευκαιρία (δεν ήμουν … εκτός θέματος. Τι λες;) να αναφερθώ
για άλλη μια φορά σε ένα θέμα, για το οποίο θα έπρεπε να νοιάζεται όλο το
παλιό, μουσικό έστω, δυναμικό της χώρας (τώρα κατεστημένο).
Φιλικά,
Δημήτρης
*Συνταξιούχος, ιστορικό στέλεχος της βιομηχανίας της Δισκογραφίας σε Columbia και MINOS-EMI, συγγραφέας του βιβλίου «Με αφορμή την Columbia – βιομηχανία της δισκογραφίας στην Ελλάδα κατά τον 20ο αιώνα». Εκδόσεις ΚΨΜ.
Χθες και σήμερα –για την ιστορία…
Ο Θεμιστοκλής Μπιλής, αρχιτέκτων-μηχανικός και συνεργάτης του (γειτονικού)
Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, έχει ασχοληθεί με το Μέγαρο Prokesch von Osten στο πλαίσιο γενικότερης μελέτης της
ευρύτερης περιοχής: "Η θέση του σε κοντινή απόσταση από το
μοναδικό συγκρότημα της τριλογίας των Αθηνών και σε άμεση γειτνίαση με το
κτίριο του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, αφού το τελευταίο
ανοικοδομήθηκε στον αρχικό κήπο του, το καθιστούν ένα κεντροβαρικό σημείο
αναφοράς για την ιστορία της πόλης".
Ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει την κατάσταση του οικοδομήματος λυπηρή κι εξηγούσε
πως το γεγονός ότι ένα κτίριο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο δεν εγγυάται,
δυστυχώς, την αναγκαία συντήρηση μια που αυτό απαιτεί φροντίδα και κόστος.
Σημειώνεται ότι ο ίδιος είχε
έρθει σε επαφή με τον ΕΦΚΑ αναφέροντας πως οι αρμόδιοι "είναι πολύ
πρόθυμοι και ανοιχτοί σε οποιαδήποτε πρόταση μπορεί να υπάρξει για τη συντήρηση
και την αξιοποίηση του οικοδομήματος".
Σύμφωνα με τον κ. Μπιλή, το κτίριο είχε ήδη τμηματικά καταστραφεί από φωτιά και
από τη διαδικασία κατάσβεσης ενώ η κατάστασή του διαφέρει σε μεγάλο βαθμό κατά τμήματα. Το υπόγειο βρισκόταν σε καλή
κατάσταση, το υπερυψωμένο ισόγειο σε μέτρια ενώ ο όροφος σε κακή.
Εντούτοις, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι οι προσπάθειες δεν ευοδώθηκαν, με
αποτέλεσμα το κτίριο να πέσει.
Προ διετίας, μάλιστα, κατόπιν συνεννοήσεως με την υπηρεσία ακινήτων ΕΦΚΑ,
κατέστη δυνατή από μέρους του η επίσκεψη του εσωτερικού χώρου του κτιρίου και η
φωτογραφική αποτύπωση της εικόνας η οποία πιστοποιεί την κακή κατάστασή
διατήρησης. «Οι μεγάλες φθορές εντοπίζονται κυρίως στην κεντρική ζώνη του
κτιρίου τόσο νότια όσο και βόρεια» σημειώνει θεωρώντας ως βασική αιτία της
καταστροφής την ελλιπέστατη συντήρηση του κτιρίου και την οριστική του
εγκατάλειψη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70.
Παρ΄όλη την εγκατάλειψη, όμως, ο
κ. Μπιλής εξηγεί ότι η υψηλή κατασκευαστική ποιότητα του κτιρίου –μεικτής
επιφάνειας 1.500 τ.μ.– στα λιθόκτιστα
τμήματα, η μορφή του με τους τοίχους να υπερτερούν των ανοιγμάτων και κυρίως η
προσεγμένη του θεμελίωση με θολοσκεπείς, κυρίως, χώρους σε σταθερό έδαφος
του χάρισαν αξιοπρόσεκτη αντοχή τόσο
στους σεισμούς όσο και στη φωτιά.
Ποια είναι, ωστόσο, τα βασικά προβλήματα της αποκατάστασης και πώς θα μπορούσε
το οίκημα να «αναγεννηθεί»; Απαντώντας στο πρώτο ερώτημα, σημειώνει ότι το
κτίριο θα πρέπει να αποκτήσει την κατασκευαστική του συνοχή, κυρίως στον όροφο,
ενώ είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της ελλιπέστατης, όπως τη
χαρακτηρίζει, λόγω των πολεοδομικών μεταβολών, σχέσης του με την ύπαιθρο και
κυρίως τον φυσικό φωτισμό.
«Το κόστος της αποκατάστασης προσεγγίζει τα 3 εκατομμύρια ευρώ»
εκτιμά ο ίδιος. Φυσικά δεν προτείνει να το αναλάβει το κράτος αλλά «πρωταρχικής
σημασίας βήμα θεωρεί την ίδρυση ενός νομικού προσώπου, μιας Επιτροπής, σκοπός
της οποίας θα είναι η αποκατάσταση και η λειτουργία του κτιρίου». Στη συνέχεια,
«θα πρέπει να αναζητηθούν πόροι τόσο για την αποκατάσταση όσο και για τη
λειτουργία του μετά τις εργασίες»...
«Θεωρώ πως μια τέτοια πρωτοβουλία θα μπορούσε να αναληφθεί είτε από κάποιο
Ίδρυμα, ή να γίνει μια σύμπραξη, ή να παίξει κάποιον ρόλο και ο Δήμος Αθηναίων.
Μέσα από αυτό το πρίσμα θεωρώ πως τα χρήματα θα μπορούσαν να βρεθούν και να
γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για τη μακροχρόνια μίσθωση από το Ελληνικό
Δημόσιο».
Πρόσφατη (αερο)φωτογραφία της υπό κατάρρευση στέγης |
Σύμφωνα με τον κ. Μπιλή, το μεγάλο μέγεθος του κτιρίου υπαγορεύει έναν πολυλειτουργικό χαρακτήρα με ευελιξία χρήσεων οι οποίες θα μπορούσαν, μάλιστα, να αποδώσουν οικονομικά έτσι ώστε μέσω των εσόδων να είναι δυνατή η μέριμνα για τη συνεχή και μόνιμη φροντίδα, όπως επιτάσσει η Χάρτα της Βενετίας. «Θα είναι ευχής έργο να μπορέσει να υλοποιηθεί μια πρότυπη αποκατάσταση και να αποδοθεί στο ταλαιπωρημένο κέντρο της πρωτεύουσας ένα πρότυπο πολιτιστικό κύτταρο, ανάλογο της λαμπρής ιστορίας του κτιρίου» καταλήγει…
Ολόγυρα στην οδό Φειδίου, η
κίνηση στους δρόμους είναι ζωηρή. Το κουφάρι του «Ελληνικού Ωδείου», μας
θυμίζει πάντα ότι το αστικό κράτος έχει πολύ χοντροκομμένα κριτήρια και σαφώς
μια πολύ περιορισμένη άποψη για την αστική ιστορία –εκτός και πρόκειται για τους
«γύρους Αθήνας».
Άλλωστε η οδός Γενναδίου δεν οδηγεί πλέον στη Γεννάδιο Σχολή στην οδό
Ακαδημίας. Στη θέση της είναι εδώ και χρόνια ένα συγκρότημα γραφείων. Κι όμως,
η Αθήνα έχει ακόμη ιστορίες να διηγηθεί αλλά ποιος να τις ακούσει; Μοιάζει
πλέον με ανέκδοτο…