Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα λίμνη Μαρεώτιδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα λίμνη Μαρεώτιδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

24 Αυγούστου 2021

Aλεξάνδρεια: Πριν 2.200 χρόνια το πρώτο "Strip Mall" εμπορικό κέντρο στον κόσμο

 

Τα ερείπια ενός εμπορικού κέντρου της ελληνορωμαϊκής εποχής έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη:
Ο οικισμός του 6ου πΧ. αιώνα που χτίστηκε από χριστιανούς προσκυνητές πάνω από τα ερείπια ενός ρωμαϊκού αμπελώνα στην Αίγυπτο, περιείχε καταστήματα, δημόσια μπάνια και νοσοκομείο.

Η «πόλη σε πόλη» (city within a city) βρισκόταν στη Μαρέα (νότιες όχθες της λίμνης Μαρεώτιδα), νυν χωριό Χαβουρίγια κοντά στην Αλεξάνδρεια
Οι αρχαιολόγοι εντόπισαν μαγνητικές ανωμαλίες που υποδεικνύουν μια πυκνή αστική περιοχή χωρίς αμυντικά τείχη
Οι «ενότητες» ομοιόμορφου μεγέθους, ~45Χ33 πόδια χρησιμοποιήθηκαν για δημόσια λουτρά, καταστήματα, κατοικίες, νοσοκομείο και άλλες χρήσεις

Πιστεύεται ότι χτίστηκε από χριστιανούς προσκυνητές καθ 'οδόν προς το Αμπού Μένα (σσ. Άγιος Μηνάς, πόλη χριστιανικού λατρευτικού κέντρου των Κοπτών, η οποία φιλοξενούσε σύνολο μοναστηριών, στην Αίγυπτο της ύστερης αρχαιότητας, 45km ΝΔ από την Αλεξάνδρεια).
Το συγκρότημα είναι ένα σπάνιο δείγμα πρωτότυπου πολεοδομικού σχεδιασμού στη βυζαντινή εποχή, όπου οι ρωμαϊκές και ελληνικές δομές συνήθως επαναχρησιμοποιήθηκαν - «εξαιρετικά σπάνιο» στην ύστερη αρχαιότητα, σύμφωνα με μια έκθεση στο περιοδικό Antiquity, επειδή οι κατασκευές που κατασκευάστηκαν από Έλληνες και Ρωμαίους ήταν ακόμα άμεσα διαθέσιμες.
Τα αποχωρητήρια στο συγκρότημα «τοποθετήθηκαν μακριά από σπίτια, γεγονός που αποδεικνύει ότι η πόλη αναπτύχθηκε για την εποχή της», λένε οι ειδικοί.

Ο γενικός γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων, Μουστάφα Ουαζίρι επεσήμανε ότι η σημασία της ανακάλυψης αυτής έγκειται στο γεγονός ότι παρουσιάζει τις πολλές και σημαντικές δραστηριότητες που καταγράφονται στα εξωτερικά τείχη της αιγυπτιακής πόλης κατά την ελληνορωμαϊκή εποχή, και όπου περιελάμβαναν χώρους ανάπαυσης για ταξιδιώτες και επισκέπτες στην περιοχή μέχρι και την απόκτηση των απαραίτητων αδειών εισόδου, αλλά και χώρους για την εξέταση και τον καθορισμό των φόρων στα εμπορεύματα που εισάγονταν στην πόλη.
Με άλλα λόγια, ο χώρος αυτός αποτελούσε ένα διαμετακομιστικό κέντρο, για ταξιδιώτες, επισκέπτες και εμπόρους στο οποίο υπήρχαν και χώροι όπου μπορούσαν να ξεκουραστούν οι ταξιδιώτες πριν τους δοθεί ένα είδος άδειας εισόδου και παραμονής στην πόλη της Αλεξάνδρειας. Υπήρχαν μέχρι και αρμόδιοι που εκτιμούσαν τα προς είσοδο εμπορεύματα και όριζαν τους απαιτούμενους φόρους.

Όλη η περιοχή χωριζόταν από έναν κεντρικό δρόμο κάθετο και παράλληλες οδούς, όλοι συνδεδεμένοι με δίκτυο λυμάτων.
Υπήρχαν επίσης πηγάδια, αγωγοί νερού χώροι αποθήκευσης, όπου βρέθηκαν αγγεία, αγάλματα και άλλα εκθέματα, ενώ ανακαλύφθηκαν εργαστήρια και καταστήματα για την κατασκευή και πώληση αγαλμάτων θεοτήτων, αυτοκρατόρων και προσωπικοτήτων, μεταξύ των οποίων και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με τους αρχαιολόγους να βρίσκουν καλούπια για την κατασκευή αυτών των αγαλμάτων και μια προτομή από αλάβαστρο, μερικά από τα οποία αντικείμενα χρησίμευαν για την παραγωγή φυλακτών για τους πολεμιστές.
Όλος αυτός ο χώρος λειτούργησε από τον ΙΙ (κατ' αλλους VI) αιώνα π.Χ. μέχρι τον IV αιώνα μ.Χ.


Κώστα Παρθένη
Τοπίο στην Αίγυπτο - κανάλι Μαχμουντία (Αλεξάνδρεια)

Η Αλεξάνδρεια ιδρύθηκε στο δυτικό άκρο του Δέλτα του Νείλου το 331 π.Χ. από τον Μέγα Αλέξανδρο και αντικατέστησε σύντομα το Μέμφις ως πρωτεύουσα της Αιγύπτου και την αυτοκρατορία των Πτολεμαίων, εστιάζοντας έτσι την Αίγυπτο πιο αποφασιστικά από ποτέ στην ανατολική Μεσόγειο.
Έγινε κέντρο του ελληνιστικού πολιτισμού καθώς η αυλή των Πτολεμαίων προσέλκυσε σημαντικούς ποιητές και μελετητές, έπαιξε επίσης πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομία και το εμπόριο, αποστράγγιζοντας την αιγυπτιακή ενδοχώρα, την Ερυθρά Θάλασσα τον Ινδικό Ωκεανό κλπ.

Η Αλεξάνδρεια πρέπει να ήταν η πιο πυκνοκατοικημένη πόλη της περιοχής (τουλάχιστον 1.000.000 κάτοικοι τον Ι πΧ. αιώνα).
Ο γεωγράφος Στράβων (φιλόσοφος και ιστορικός επίσης), επισκέφθηκε την Αίγυπτο το 25-24 π.Χ παρέα Aelius Gallus και έδωσε μια πρώτη καλή περιγραφή της πόλης.
Πολλά από τα χαρακτηριστικά της εξαφανίστηκαν την εποχή του Διοκλητιανού (284-305) ως συνέπεια κοινωνικών ανακατατάξεων με πρωτόγνωρη οικοδομικής δραστηριότητας, αλλά και καταστροφών (φυσικές και πόλεμοι ιδίως τον ΙΙΙ αιώνα) δημιουργώντας ένα είδος ασυνέχειας μεταξύ της ελληνιστικής και της πρώιμης ρωμαϊκής Αλεξάνδρειας, αφενός, και της Βυζαντινής πόλης, αφετέρου. πολλά σημαντικά χαρακτηριστικά παραμένουν, ωστόσο, σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητα.
Όπως και πριν, τα δύο θαλάσσια λιμάνια, το Μεγάλο Λιμάνι και το Λιμάνι του Eunostus (ευ-νόστος), υπήρχαν, χωρισμένα από το Επταστάδιο, το οποίο συνέδεε την ηπειρωτική χώρα και το λεγόμενο νησί του Φάρου, με τον περίφημο φάρο του ΙΙΙ αιώνα πΧ., ενώ αυτά τα λιμάνια εξασφάλισαν την ανταλλαγή αγαθών μεταξύ της Μεσογείου και της Αιγύπτου, οι λιμενικές εγκαταστάσεις στη νότια πλευρά της Αλεξάνδρειας και η βόρεια όχθη της λίμνης Μαρεώτης έφεραν την πρωτεύουσα σε επαφή, μέσω καναλιών, με τον Κανόνα του Νείλου, το Δέλτα του και με την Άνω Αίγυπτο.
Πιο πρόσφατα, οι Πολωνοί αρχαιολόγοι που σκάβουν στην Kom al-Dikka, στο κέντρο της Αλεξάνδρειας, ανακάλυψαν σημαντικά τμήματα της ρωμαϊκής και βυζαντινής πόλης: μια μικρή, πολύ πυκνή συνοικία της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου, λουτρά (πιθανώς χρονολογούνται από το XNUMXος αιώνας μΧ.), ένα δημόσιο κτίριο (ερμηνευμένο ως ωδείο), και ένα άλλο κτίριο με σειρές μαρμάρινων καθισμάτων που οι ανασκαφείς θεωρούνταν θέατρο, αλλά το οποίο ο Balty έχει αναγνωρίσει ως βουλευτήριο, αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου της Ρωμαϊκής Αλεξάνδρειας.
Το ίδιο μέρος απέδωσε δεκάδες σκίτσα και σχέδια που σχετίζονται με τον ιππόδρομμο και με άλλα μοτίβα.
Ως πρωτεύουσα της Provincia Aegyptus των Ρωμαίων ήταν η έδρα του praefectus Aegypti (εκπρόσωπος του αυτοκράτορα στην επαρχιακή διοίκηση).

Ως πρωτεύουσα της Πτολεμαϊκής, Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Αιγύπτου, και ως σταυροδρόμι πληθυσμών και προϊόντων, η Αλεξάνδρεια είχε γίνει πολυπληθυσμική: εκτός από μετανάστες και εμπόρους από τις περιοχές της Ελλάδας και της Εγγύς Ανατολής, μεταξύ των οποίων πολλοί Εβραίοι, υπήρχε κι ένας πυρήνας γηγενών Αιγυπτίων που είχε ως επίκεντρο το παλιό χωριό Rakoti (το ΒΔ του Δέλτα του Νείλου), που είχε γίνει μια σημαντική συνοικία της πόλης γύρω το Serapeum. Η κίνηση αυτόχθονων εξελίχτηκε σε άγριο κυνηγητό -με εντολή της ρωμαϊκής κυβέρνησης γιατί θεωρήθηκε απειλή του «ελληνιστικού χαρακτήρα» της.
Η Αλεξάνδρεια υπέστη τρομερές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, καθώς και σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, κατά τη διάρκεια των ταραχών και των πολέμων του δεύτερου και τρίτου αιώνα -το Brucheion, για παράδειγμα, είχε καταστραφεί ολοκληρωτικά κατά τη διάρκεια της εβραϊκής εξέγερσης του 115-117.
Ανέκαμψε από την εποχή του Αδριανού (117-138), τα τείχη της πόλης ξαναχτίστηκαν από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες, αλλά περιλάμβαναν μικρότερη επιφάνεια (εγκατάλειψη των ανατολικών συνοικιών) και ο πληθυσμός της περιορίστηκε στις~ 500.000.
Καθώς η Αλεξάνδρεια έπρεπε να υπηρετήσει τη Ρώμη συνεισφέροντας σε μεγάλο βαθμό στην τροφοδοσία της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας κατά τους τρεις πρώτους αιώνες της χριστιανικής εποχής, έτσι έπρεπε να υποκύψει στην Κωνσταντινούπολη όταν αυτή έγινε έδρα των αυτοκρατόρων της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας –με προϊόντα και φόρους τώρα προς τη νέα πρωτεύουσα, πάντως -ακόμη και τότε παρέμεινε πιθανώς το σημαντικότερο οικονομικό κέντρο του μεσογειακού κόσμου.
Από αυτή την άποψη, η πρωτεύουσα της Αιγύπτου εξυπηρετήθηκε καλά από άφθονο και άκρως εξειδικευμένο επαγγελματικό εργατικό δυναμικό (ύφανση λινού, επεξεργασία πάπυρου, εμφύσηση γυαλιού, κατασκευή αρωμάτων, κοσμημάτων και ποτών), ενώ οι υπηρεσίες μεταφοράς, ύψιστης σημασίας σε μια εμπορική πόλη, λειτουργούσαν μέσω ενώσεων.
Καλά εξοπλισμένο με λιμάνια τόσο στη θάλασσα όσο και στη βόρεια όχθη της λίμνης Μαρεώτη, η Αλεξάνδρεια εκμεταλλεύτηκε τις ευκαιρίες της τοποθεσίας της στο μεταίχμιο Μεσογείου και Νείλου, με το εμπόριο να εξακολουθεί να ευδοκιμεί όχι μόνο με τους γείτονες στη Δυτική και την Εγγύς Ανατολή αλλά και με τη Μέση και την Άπω Ανατολή.
Ο σημαντικός ρόλος της Αιγύπτου στη διατήρηση της Κωνσταντινούπολης και των βυζαντινών στρατών όχι μόνο αντικατοπτρίζει τη βοηθητική λειτουργία της Αλεξάνδρειας σε σχέση με τη βυζαντινή πρωτεύουσα, αλλά δείχνει επίσης πόσο ουσιαστικό ήταν για τον αυτοκράτορα και την κεντρική διοίκηση να διασφαλίσουν την υποταγή της Αιγύπτου την περίοδο δυνητικής κοινωνικής σύγκρουσης στα τέλη της Ρωμαϊκής περιόδου.
Πολλοί Αιγύπτιοι της ενδοχώρας, επειδή δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν τους φόρους τους, κατέφυγαν στην Αλεξάνδρεια, κάνοντας μάστιγα την ανεργία, παρά τις οικονομικές ευκαιρίες, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, όταν η πλοήγηση στη Μεσόγειο έπρεπε να διακοπεί και πολλοί ναυτικοί και λιμενεργάτες ήταν αδρανείς.
Υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ αυτών των φτωχότερων στρωμάτων και των πλουσιότερων και όταν αυτές οι οικονομικές και κοινωνικές εντάσεις τροφοδοτήθηκαν από θρησκευτικές συγκρούσεις, όπως συνέβη τον τέταρτο αιώνα, (όταν οι ειδωλολάτρες ήταν ακόμη πολυάριθμοι), αυτό οδήγησε σε αιματηρές εκρήξεις και στους επόμενους αιώνες της βυζαντινής κυριαρχίας, η αστική αναταραχή είναι ένα επαναλαμβανόμενο  φαινόμενο, εν μέσω άρτου και θεαμάτων (έντονο ενδιαφέρον για ελεγχόμενη μαζική διασκέδαση με τον ιππόδρομο και τις άμαξες του να απολάμβαναν ιδιαίτερη δημοτικότητα, μαζί με τις δημόσιες διασημότητες της εποχής).
Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχει σειρά από σκίτσα και σχέδια, που ανακαλύφθηκαν από πολωνούς αρχαιολόγους στην κεντρική συνοικία της Kom al-Dikkah, σε ένα κτίριο που μπορεί να ήταν το βουλευτήριο της ύστερης Ρωμαϊκής Αλεξάνδρειας

Ακολουθεί –όπως και για όλη την ευρύτερη περιοχή (τόσο στην Περσία και Μέση Ανατολή όσο και στις ανατολικές επαρχίες του Βυζαντίου) η κυριαρχία των Αράβων: μετά την πτώση του ανατολικού προπύργιου της Αιγύπτου, το Pelusium (639), τα αραβικά στρατεύματα του 'Amr κυριαρχούν στο Δέλτα, η Βαβυλώνα έπεσε 6-Απρ-641 και η Αλεξάνδρεια ακολούθησε στις 12-Σεπ-642.

Δείτε (και)…

Η πόλη είχε όμως χάσει πολύ νωρίτερα την αίγλη της λόγω δραματικής μείωσης του θαλάσσιου εμπορίου (ο πληθυσμός της είχε συρρικνωθεί σε 4.000 μόνο). Η παρακμή της συνεχίστηκε με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στο Κάιρο το 969 και επιταχύνθηκε IV αιώνα όταν το κανάλι που τη συνέδεε με τον Νείλο αχρηστεύτηκε από φερτά, ενώ δέχτηκε πλήγμα από τον ισχυρό σεισμό του 1309 (καταστράφηκε κι ο εμβληματικός της Φάρος)
Το 1517 η Αίγυπτος κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς και εντάχθηκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία, περίοδο κατά την οποία το «ελληνικό δαιμόνια» ανέλαβε σημαντικά πόστα αξιώματα. Μεταξύ αυτών σημαντικότερος ήταν ο Ραγίβ Πασάς (μουσουλμάνος Έλληνας γενίτσαρος) που ανελίχθηκε στη θέση του πρωθυπουργού το 1882.
Ο Ναπολέοντας την κατέλαβε το 1798, αλλά η πόλη παρέμεινε υπό γαλλική διοίκηση μόλις μέχρι το 1801 οπότε έπεσε στα χέρια των Άγγλων ως «ανεξάρτητο προτεκτοράτο».
Κατά τον 19ο αιώνα –με τη δημιουργία του αστικού ελληνικού κράτους και τον κοσμοπολιτισμό του στα σπάργανα εμφανίζονται εκεί οι πρώτες οργανωμένες ομάδες κεφαλαιοκρατών (με συνδέσμους τύπου ΣΕΒ  και συλλόγους) κυριαρχώντας στην πολιτική οικονομική και πολιτιστική ζωή (οι πρώτες τράπεζες της Αιγύπτου δημιουργήθηκαν από Έλληνες - οικογένεια Συναδινού κλπ).
Το 1907 η επίσημη απογραφή κατέγραψε 62.973 έλληνες στην Αίγυπτο, που ως το 1940 έγιναν 250.000 (πάνω από 90% στην Αλεξάνδρεια).
Και μετά ήρθε ο (Γκαμάλ Αμπντέλ) Νάσερ (1952) που ξεκίνησε γεωργική μεταρρύθμιση και εθνικοποίηση των βιομηχανιών (με έμφαση 1957 και αργότερα).
Λογική συνέπεια  χιλιάδες έλληνες και ξένοι να εγκαταλείψουν τη χώρα (αυτό που το επίσημο κράτος μας ονόμασε «εκτοπισμό των Ελλήνων από την Αίγυπτο»).
Παρέμειναν λίγοι (4-5.000), που μπήκαν στο παιχνίδι με τα νέα δεδομένα.