Μέρες πριν (από τις 5 Ιουν 2021 το aljazeera και μαζί η Financial Times) έβγαλαν «είδηση»: η G7 (σσ. σύνοδος κορυφής που συγκεντρώνει τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης + Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Καναδάς και ΗΠΑ) μπροστά στην ιστορική συμφωνία για τη φορολόγηση πολυεθνικών, ανοίγοντας το δρόμο για μια παγκόσμια συμφωνία στη συνάντηση της G20 τον Ιούλιο (σσ. η «Ομάδα των 20», είναι ένα διεθνές καπιταλιστικό φόρουμ κυβερνήσεων τραπεζών από τις 20 «μεγάλες», που περιλαμβάνει Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Γαλλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Ιταλία, Ινδία, Ινδονησία, Καναδά, Κίνα, Μεξικό, Νότια Αφρική, Νότια Κορέα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία, και –«ενιαία» την Ευρωπαϊκή Ένωση, που εκπροσωπείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα).
Η συμφωνία χαιρετίστηκε προκαταβολικά από υπουργούς Οικονομικών σαν ακόμη
ένα σημαντικό βήμα στις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν το 2013.
Με ξεχωριστά ή από κοινού ανακοινωθέντα
ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία και Καναδάς ψάχνουν συμβιβαστικούς
τρόπους για να σταματήσουν τις εταιρείες να μεταφέρουν κέρδη σε χαμηλές
φορολογικές δικαιοδοσίες και να διασφαλίσουν ότι οι μεγαλύτερες πολυεθνικές θα πληρώνουν
τους περισσότερους φόρους εκεί όπου λειτουργούν και όχι στο «πουθενά».
Ο καθένας για τον εαυτό του κι ο θεός για όλους
Ο Rishi Sunak, της Βρετανίας (πρόεδρος φέτος της σύναξης),
καλωσόρισε την επικείμενη συμφωνία λέγοντας «με τους χρηματοοικονομικούς μας
συνεργάτες βρισκόμαστε σε μια ιστορική στιγμή για την παγκόσμια
φορολογική μεταρρύθμιση που απαιτεί από τους μεγαλύτερους πολυεθνικούς
τεχνολογικούς γίγαντες να πληρώσουν το δίκαιο μερίδιό τους εδώ, στο Ενωμένο
Βασίλειο και όχι να τους ψάχνουμε».
Η προτεραιότητα της Βρετανίας στις συνομιλίες έχει αυξήσει κατακόρυφα τα έσοδα
από εταιρείες όπως η Apple,
η Google και το Facebook.
Τον ενθουσιασμό του ακολούθησαν και άλλοι υπουργοί Οικονομικών της G7, όπως η Janet Yellen, των ΗΠΑ, δήλωσε ότι η συμφωνία ήταν «σημαντική,
άνευ προηγουμένου δέσμευση» για έναν παγκόσμιο ελάχιστο φόρο εταιρειών
τουλάχιστον 15%, γεγονός που θα αυξήσει σημαντικά τα έσοδα από φόρους
εταιρειών στις ΗΠΑ.
«Θα διασφαλίσει τη δικαιοσύνη
για τη μεσαία τάξη και τους εργαζόμενους στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο» (sic!!).
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Olaf Scholz, δήλωσε ότι η συμφωνία θα αποτελέσει «πολύ
καλό νέο για τη φορολογική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη και κακό για τους
φορολογικούς παραδείσους σε ολόκληρο τον κόσμο».
Ο Γάλλος ομόλογός του, Bruno Le Maire δήλωσε ότι οι χώρες της G7 «άδραξαν την πρόκληση αυτής της ιστορικής στιγμής» ενώ ο
πρωθυπουργός της Ιταλίας Mario Draghi τη χαρακτήρισε «ιστορικό βήμα προς μια δικαιότερη και πιο ισορροπημένη
κοινωνία για τους πολίτες μας».
Οι λεπτομέρειες του πρώτου μέρους της συμφωνίας, αποτελεί μια σημαντική παρέμβαση της κυβέρνησης Μπάιντεν που κατέστησε σαφές ότι «οι μεγαλύτερες παγκόσμιες εταιρείες» με περιθώρια κέρδους τουλάχιστον 10%, θα πρέπει στο μέλλον να διαθέσουν το 1/5 τουλάχιστον σε χώρες όπου πραγματοποιούν τις πωλήσεις τους και αν εφαρμοστεί αυτό «θα ανατρέψει έναν αιώνα πρακτικής, όπου τα κέρδη φορολογούνται μόνο όταν οι εταιρείες έχουν φυσική παρουσία».
Google, Amazon και Facebook, μπήκαν αμέσως στο νόημα «χαιρετίζοντας» την κίνηση.
Όπως ο ορισμός των μεγαλύτερων παγκόσμιων εταιρειών δεν έχει ακόμη «επιλυθεί»
και αυτό θα απαιτήσει μια νέα παγκόσμια συμφωνία «αργότερα».
Σε αντάλλαγμα αυτής της παραχώρησης, οι ΗΠΑ συμφώνησαν το υπόλοιπο G7 για κάθε χώρα να επιβάλει έναν ελάχιστο συντελεστή
φόρου 15%.
Αυτό θα διευκολύνει τις μεγάλες εταιρείες με κίνητρα να δηλώσουν κέρδη όχι
σε φορολογικούς παραδείσους ή σε -προνομιακές περιπτώσεις όπως η Ιρλανδία, αφού
οι πληρωμές θα είναι στο ελάχιστο επίπεδο.
Οι ΗΠΑ αναμένεται να είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος αυτού του δεύτερου
πυλώνα της συμφωνίας με παζάρια από τη Γαλλία, μεταξύ άλλων σχετικά με το εάν η
συμφωνία θα θέσει το παγκόσμιο ελάχιστο στο 15% ή «τουλάχιστον» 15% (σσ. να μη
στάξει και η ουρά του γαϊδάρου)
Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα ήταν η απαίτηση των ΗΠΑ από
Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιταλία να μειώσουν τους νέους «ψηφιακούς
φόρους» τους (digital taxes) σε αντάλλαγμα για την
απόκτηση φορολογικών δικαιωμάτων σε αυτήν τη συμφωνία.
Η υπΟικ Janet Yellen, ήθελε αυτό να είναι άμεσο, ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες
επέμειναν να καταργήσουν αυτούς τους φόρους μόλις σφραγιστεί και επικυρωθεί
οποιαδήποτε παγκόσμια συμφωνία.
Το ανακοινωθέν της G7 ανέφερε επίσης ότι οι υπουργοί Οικονομικών υποστήριξαν τη
μετάβαση προς υποχρεωτικές χρηματοοικονομικές γνωστοποιήσεις που σχετίζονται με
το κλίμα για εταιρείες, αναφέρει η Camilla
Hodgson.
Είπαν ότι υποστήριξαν την ανάπτυξη ενός σταθερού προτύπου αναφοράς βάσει του Task
Force για τα χρηματοοικονομικά που σχετίζονται με το κλίμα, ενώ η πρόεδρος
της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Christine Lagarde σημείωσε ότι το Task
Force on Climate-related Financial Disclosures -TCFD του
οποίου ηγείται ο πρώην κυβερνήτης της Τράπεζας της Αγγλίας Mark Carney, ήταν
«μια πρωτοβουλία του ιδιωτικού τομέα, με εθελοντική τήρηση»
Προέτρεψε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να καθορίσουν σαφείς κανόνες
σχετικά με το ποιες εταιρείες πρέπει να αποκαλύψουν τους κινδύνους που
σχετίζονται με το κλίμα και πώς.
Οι υπουργοί Οικονομικών της G7 δεσμεύτηκαν επίσης να αυξήσουν τις
συνεισφορές τους για τη χρηματοδότηση του κλίματος έως το 2025, αν και δεν
διευκρίνισαν πόσο.
Τα «αναπτυγμένα» κράτη έχουν δεσμευτεί να εκταμιεύουν 100 δις $ ετησίως έως το
2025 για «να βοηθήσουν» τις αναπτυσσόμενες χώρες να αντιμετωπίσουν την
κλιματική αλλαγή, αλλά ο στόχος παραμένει ανεκπλήρωτος…
Οι υπουργοί Οικονομικών της G20 απηύθυναν επίσης έκκληση να υποστηρίξουν
τη συμφωνία-ορόσημο οι χώρες που δεν το έχουν ακόμη πράξει. Επί του παρόντος η
δήλωση έχει υπογραφεί από 131 από τα 139 μέλη της ομάδας εργασίας του
Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΑΣΑ), στον οποίο
μετέχουν προηγμένες και αναδυόμενες χώρες.
Στο κοινό ανακοινωθέν οι υπουργοί Οικονομικών κάλεσαν επίσης την ομάδα εργασίας
«να αντιμετωπίσει γρήγορα τα εναπομείναντα ζητήματα» και να παρουσιάσει «ένα λεπτομερές
σχέδιο για την εφαρμογή των δύο πυλώνων» της συμφωνίας μέχρι την επόμενη
σύνοδο της G20 τον Οκτώβριο.
Οι πολυεθνικές και το... σχοινί του Μαρξ
Πριν 15 μέρες, ομοσπονδιακό δικαστήριο των ΗΠΑ απέρριψε δύο υποθέσεις-ορόσημο κατά του Facebook, υποστηρίζοντας ότι η Επιτροπή Εμπορίου δεν απέδειξε ότι το κοινωνικό δίκτυο είχε ασκήσει «μονοπωλιακή εξουσία».
Οι κυρίαρχες τεχνολογικές –και όχι μόνο, εταιρείες απολαμβάνουν τεράστιες
επιδράσεις δικτύων, ασυναγώνιστη πληροφόρηση για τη συμπεριφορά των καταναλωτών
και απίστευτες ταμειακές ροές, που μπορούν να δαπανηθούν για την πρόσληψη των
πιο «πρόθυμων» υπαλλήλων, των πιο ισχυρών υπολογιστών και λογισμικών με
δυνατότητα –σε χρόνο dt,
εξαγορά ή κλείσιμο όποιας επιχείρησης απειλεί –έστω και δυνητικά, την
πρωτοκαθεδρία τους.
Παράλληλα Amazon, Google, Facebook, Apple Microsoft και καμιά 10αριά ακόμη,
αποτελούν πλέον πλατφόρμες, με ευκολότερο και τσάμπα λανσάρισμα και ανάπτυξη νέων
διαδικτυακών και μη επιχειρήσεων, με λογισμικά ανοιχτού κώδικα (Open Source Software) συγκεντρώνοντας «άπειρη» οικονομική εξουσία και
«ξεπλένοντας» 100 φορές τα όποια 10-15% φόρων στην «πηγή», ως οδοντόκρεμες…
Η Microsoft ανακοίνωσε τις προάλλες την κυκλοφορία ενός νέου εργαλείου τεχνητής
νοημοσύνης ονόματι GitHub Copilot, για να «βοηθήσει» τους προγραμματιστές
να γράψουν κώδικα.
Μ΄ άλλα λόγια ακόμη και ένα μωρό θα μπορεί να ανοίξει επιχείρηση με ένα κλικ αλλά
–μικρός ή μεγάλος ως «αυλή» των Google Apple & CIA (μεταφορικά και κυριολεκτικά).
Αντί λοιπόν οι αστοί να ελπίζουν σε συμφωνίες κυρίων (και κυριών) ανάμεσα στις λυκοσυμμαχίες, καλύτερα να αναλογιστούν τη γνωστή και σοφή ρήση του Μαρξ: «Όταν έλθει η ώρα να κρεμάσουν τους καπιταλιστές, θα ανταγωνιστούν ο ένας τον άλλον ποιος θα πουλήσει το σχοινί στους προλετάριους»…