Κυριακή 30 Ιούνη σήμερα _1ος γύρος για την εκλογή της νέας 577μελούς Εθνοσυνέλευσης και στις 7 Ιούλη ο 2ος γύρος
Πολλές οι ετοιμοπόλεμες δυνάμεις
για “μέτωπα” υπέρ του κεφαλαίου
Με την «Εθνική Συσπείρωση» (RN) της Μαρίν Λεπέν να διατηρεί μεγάλο προβάδισμα σε όλες τις δημοσκοπήσεις, το γαλλικό μεγάλο κεφάλαιο ξεκαθαρίζει ότι ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των πρόωρων βουλευτικών εκλογών, ζητούμενο είναι να προχωρήσουν άμεσα οι αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις που απαιτούν οι δικές του ταξικές ανάγκες, οι οποίες φυσικά προϋποθέτουν κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης και ένταση της εκμετάλλευσης των εργατών στην 7η ισχυρότερη χώρα του κόσμου.
Σε δημοσκόπηση που έκανε η εταιρεία «Ipsos» στα τέλη της βδομάδας, η RN στην πρόθεση ψήφου εμφανιζόταν να συγκεντρώνει 36%. Ακολουθούσε το εκλογικό σχήμα του «Νέου Λαϊκού Μετώπου» (NFP), όπου συμμετέχουν το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), το οπορτουνιστικό σχήμα της «Ανυπότακτης Γαλλίας» (LFI), το μεταλλαγμένο ΚΚ Γαλλίας (PCF) και οι Οικολόγοι (EELV), με 29%, ενώ ο κυβερνητικός συνασπισμός του «Ensemble!» («Μαζί»!) βρισκόταν μόλις στην 3η θέση με 19,5%. Ακολουθούσαν οι «Ρεπουμπλικάνοι» (LR - το τμήμα εκείνο του γκωλικού κόμματος που παραμένει αυτοτελές και δεν συμφωνεί στη συνεργασία με την RN) με 8%, η ακροδεξιά «Επανάκτηση» του Ερίκ Ζεμούρ με 1,5%, κ.λπ.
Στελέχη της MEDEF (Ένωσης των μεγαλοβιομηχάνων της χώρας), όπως ο επικεφαλής του παραρτήματος στο νότιο νομό Οτ Γκαρόν, Πιερ Ολιβιέ Ναού, ξεκαθάρισαν για το επόμενο διάστημα ότι «οι εμπλεκόμενοι φορείς και ειδικότερα η MEDEF θα ενσωματωθούν πλήρως στις μεγάλες εξελίξεις που θα ακολουθήσουν» στη χώρα, αναγνωρίζοντας ότι μέλη της Ενωσης «ενεργοποιούνται για μια "λογική" ψήφο». Ο δε επικεφαλής του παραρτήματος της Ενωσης στον νοτιοδυτικό νομό Σαράντ Μαρτίμ, Λορέν Λοπές, έσπευσε να παρατηρήσει ότι αυτό που «χρειάζεται σήμερα μια επιχείρηση» είναι «σταθερότητα, ορατότητα» και η χώρα χρειάζεται «ηγέτες που έχουν πραγματικά κατανοήσει το διεθνές πλαίσιο στο οποίο βρισκόμαστε»...
Οι άλλοι διαχειριστές
της καπιταλιστικής βαρβαρότητας
Μέσα ακριβώς στο πλαίσιο που διαμορφώνουν οι ανάγκες της μεγαλοεργοδοσίας είναι και οι προτάσεις όλων των δυνάμεων που διεκδικούν ρόλο στη διαχείριση της σημερινής κατάστασης, σε ένα διεθνές περιβάλλον (εντός αλλά και εκτός ΕΕ) όπου ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός οξύνεται ολόπλευρα. Εδώ και καιρό επιβεβαιώνεται ότι οι φερόμενες ως «εναλλακτικές» στη «μακρονική πολιτική» δυνάμεις δεν υπηρετούν παρά τα ίδια ταξικά συμφέροντα.
Για παράδειγμα, μπορεί η RN να δηλώνει εύκολα και ανέξοδα υπέρ της «προστασίας των μισθωτών», αλλά όταν αρθρώνει προτάσεις για αυξήσεις στους μισθούς τις συσχετίζει με την ανάγκη «να μην οδηγηθούμε σε έναν αέναο κύκλο αύξησης μισθών, αύξησης τιμών και πληθωρισμού» και να μη θιγούν οι επιχειρηματίες. Ετσι, οι αυξήσεις που προτείνει η RN (όπως έχει επισημάνει και σε συνεδριάσεις του Ευρωκοινοβουλίου) περνούν μέσα από «τη σύναψη εταιρικών συμβάσεων, που θα επιτρέψουν στους εργοδότες να απαλλάσσονται από την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών» κι αυτό μέχρι κάποιο «όριο» που δεν θίγει την ανταγωνιστικότητα της εκάστοτε εταιρείας. Την ίδια στιγμή, διαβεβαιώσεις για τις προτεραιότητες της RN και στην εξωτερική πολιτική έδωσε ο σημερινός πρόεδρος του κόμματος, Ζορντάν Μπαρντελά, που χαρακτήρισε τη Ρωσία «μια πολυδιάστατη απειλή τόσο για τη Γαλλία όσο και για την Ευρώπη», μια δύναμη που «αμφισβητεί τα γαλλικά συμφέροντα» σε «ζώνες ιστορικής επιρροής στην Αφρική», στη Μαύρη Θάλασσα ή ακόμα και στα υπερπόντια εδάφη, σπεύδοντας να προσθέσει ότι μια κυβέρνηση της RN θα είναι σε «εγρήγορση» απέναντι σε «απόπειρες παρέμβασης από τη Ρωσία, αλλά και από όλα τα κράτη και όλες τις δυνάμεις στον κόσμο». Ο ίδιος ξεκαθάρισε πως το κόμμα του είναι «υπέρ της συνέχισης της υποστήριξης υλικοτεχνικού και αμυντικού εξοπλισμού για την Ουκρανία».
Από την άλλη το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», που συγκροτήθηκε με βασική αποστολή την αναμόρφωση της σοσιαλδημοκρατίας, στις προτάσεις του για την αντιμετώπιση της ανεργίας επιμένει να προτάσσει τη «βοήθεια στις επιχειρήσεις». Για παράδειγμα, στις προτάσεις που παρουσιάστηκαν πρόσφατα το «Μέτωπο» όχι απλά δεν διαφωνεί με την ανάγκη «στήριξης» των εταιρειών (όπως όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις περιγράφουν τις φοροαπαλλαγές, τις επιδοτήσεις, τα διάφορα «κίνητρα» προς τους μεγαλοεπενδυτές για να διευρύνουν τις μπίζνες τους) αλλά προτείνει και πλαίσιο ώστε τέτοια μέτρα να ...πιάσουν τόπο με βάση ευρύτερες στρατηγικές επιδιώξεις του γαλλικού κεφαλαίου. Μεταξύ άλλων μιλά για «εξάρτηση της βοήθειας προς τις επιχειρήσεις με τη συμμόρφωση με περιβαλλοντικά και κοινωνικά κριτήρια», αλλά και «με κριτήρια κατά των διακρίσεων εντός της εταιρείας», «απαίτηση επιστροφής της ενίσχυσης» σε μια επιχείρηση «σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους όρους που έχουν τεθεί», εκφράζοντας δυσαρέσκεια επειδή «το Δημόσιο πληρώνει περισσότερα από 160 δισ. ετησίως σε εταιρείες, χωρίς όρους».
Διαφωνεί δηλαδή όχι με το ότι ένας τεράστιος πακτωλός χρημάτων κατευθύνεται στην κερδοφορία επιχειρηματικών κολοσσών, αλλά με το ότι απουσιάζουν «κριτήρια» που θα μεγιστοποιήσουν την αποτελεσματικότητα αυτής της πολιτικής... Με το αν τέτοιες εταιρείες «πειθαρχούν» σε προτεραιότητες που ωφελούν τη θέση της χώρας απέναντι στους ανταγωνιστές της συνολικά. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι αστοί οικονομολόγοι που βγήκαν να στηρίξουν τις προτάσεις των συνιστωσών του «Μετώπου» μιλούν για προτάσεις που θα αντιπαλέψουν την «αποδυνάμωση των δημόσιων υπηρεσιών», αλλά όχι για κατάργηση της επιχειρηματικής λειτουργίας σε Υγεία - Πρόνοια και Παιδεία...
Παγίδες για τις λαϊκές ανάγκες περιέχουν κι άλλες προτάσεις που διατυπώνει το «Μέτωπο», όπως αυτή για τη «σύγκληση μεγάλης συνδιάσκεψης με τους εργαζόμενους» με θέμα τον χρόνο εργασίας. Στελέχη των συνιστωσών του, άλλωστε, εδώ και καιρό εμφανίζονται ως υποστηρικτές της θέσπισης μιας «βδομάδας εργασίας 32 ωρών», διευρύνοντας περαιτέρω τη συζήτηση που η ίδια η κυβέρνηση Μακρόν ανοίγει τα τελευταία χρόνια όχι για τη μείωση του χρόνου εργασίας με πλήρη μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα και μισθούς, αλλά ουσιαστικά για ένα είδος «διευθέτησης», με τρόπο που διευκολύνει πολλαπλά τη μεγαλοεργοδοσία: Εξασφαλίζοντάς της από μείωση ασφαλιστικών εισφορών μέχρι και λιγότερα λειτουργικά έξοδα για έναν εργασιακό χώρο.
Για την εξωτερική πολιτική, πόσο ...διαφορετικές είναι οι προτάσεις του «Μετώπου» το έδειξε ο Ραφαέλ Γκλουκσμάν, στέλεχος του PS, πανηγυρίζοντας μετά τη συνάντηση όπου οριστικοποιήθηκε η «συγκόλληση» για τις εκλογές ότι «πετύχαμε να συμφωνήσουμε σε μια πολύ καθαρή δέσμευση στήριξης της Ουκρανίας».
Οι διεργασίες
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, δεν περνούν απαρατήρητες και δηλώσεις που βεβαιώνουν ότι διεργασίες εξακολουθούν να «τρέχουν» σε όλα τα επίπεδα, καταρχάς για τον σχηματισμό κυβέρνησης στην - πολύ πιθανή, όπως φαίνεται - περίπτωση που δεν διασφαλίσει απόλυτη πλειοψηφία ένα σχήμα.
Ζητώντας ουσιαστικά ετοιμότητα για δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας, ο πρώην Πρόεδρος της χώρας και πρώην επικεφαλής του PS, σήμερα υποψήφιος βουλευτής με το «Μέτωπο», Φρανσουά Ολάντ, είπε ότι στην περίπτωση που «δεν υπάρχει πλειοψηφία» τότε «υπάρχει ο ρόλος πολιτικών προσώπων όπως εγώ να βρουν λύσεις (...) υπάρχουν διάφοροι τρόποι να το κάνουμε, θα δούμε τι είναι κατάλληλο να κάνουμε». Κατέληξε δε ότι θα χρειαστεί «να βρούμε έναν επικεφαλής της κυβέρνησης που θα μπορούσε να πάει τη χώρα μπροστά με ένα ελάχιστο πρόγραμμα».
Τέλος, άφθονες είναι οι δηλώσεις που βεβαιώνουν πόσο ρευστός παραμένει ο αστικός πολιτικός χάρτης, με πολλές δυνάμεις να δηλώνουν πρόθυμες να πρωτοστατήσουν σε νέες αναδιατάξεις που θα εγκλωβίζουν λαϊκά στρώματα, ακόμα και με εμφάνιση νέων κομμάτων: Ο πρώην πρωθυπουργός του Μακρόν (από τον Μάη του 2017 μέχρι τον Ιούλη 2020), Εντουάρντ Φιλίπ, που το 2021 ίδρυσε το κόμμα «Ορίζοντες» και μέχρι τώρα συνεργαζόταν με το κόμμα του Μακρόν, δήλωσε υπέρμαχος μιας «εναλλακτικής που δεν θα είναι αναπαραγωγή των όσων υπήρχαν» από το 2017. Και αφού κατηγόρησε τον Μακρόν ότι «σκότωσε την προεδρική πλειοψηφία» με την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, κατέληξε ότι χρειάζεται ένας «τρίτος δρόμος», που «θα σώσει τους Γάλλους από μια παγίδα ανάμεσα στα άκρα» και θα περιλαμβάνει δυνάμεις «από τη συντηρητική δεξιά μέχρι και τη σοσιαλδημοκρατική αριστερά».
Με μεγάλη προσέλευση συνεχίζονται οι εκλογές
Στις κάλπες προσέρχονται από σήμερα το πρωί οι Γάλλοι ψηφοφόροι για τις πρόωρες εκλογές της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης στη σκιά των διαβεβαιώσεων που έχει δώσει το γαλλικό κεφάλαιο ότι ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, ζητούμενο είναι να προχωρήσουν άμεσα οι αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις που απαιτούν οι δικές του ταξικές ανάγκες, οι οποίες φυσικά προϋποθέτουν κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης και ένταση της εκμετάλλευσης των εργατών στην 7η ισχυρότερη χώρα του κόσμου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του γαλλικού υπουργείου Εσωτερικών, στις 12 το μεσημέρι ώρα Γαλλίας, είχε ψηφίσει το 25,9% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, έναντι 18,43% που είχαν ψηφίσει την ίδια ώρα στις βουλευτικές εκλογές του 2022 και 19,25% το 2017, ενώ ταυτόχρονα οι δημοσκοπήσεις προσβλέπουν ότι περίπου το 65% των ψηφοφόρων θα προσέλθουν στις κάλπες.
Ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία θα ολοκληρωθεί στις 9 μ.μ. τοπική ώρα (10 μ.μ. ώρα Ελλάδας) ενώ αναμένεται πως κατά τα μεσάνυχτα θα υπάρχει μια ξεκάθαρη εικόνα.
Η «Εθνική Συσπείρωση» (RN) της Μαρίν Λεπέν να διατηρεί μεγάλο προβάδισμα στις τελευταίες δημοσκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν (36%), με το το εκλογικό σχήμα του «Νέου Λαϊκού Μετώπου» (NFP) να ακολουθεί (29%), στο οποίο συμμετέχουν το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), το οπορτουνιστικό σχήμα της «Ανυπότακτης Γαλλίας» (LFI), το μεταλλαγμένο ΚΚ Γαλλίας (PCF) και οι Οικολόγοι (EELV). Ο κυβερνητικός συνασπισμός του «Ensemble!» («Μαζί»!) βρισκόταν μόλις στην 3η θέση με 19,5%. Ακολουθούσαν οι «Ρεπουμπλικάνοι» (LR - το τμήμα εκείνο του γκωλικού κόμματος που παραμένει αυτοτελές και δεν συμφωνεί στη συνεργασία με την RN) με 8%, η ακροδεξιά «Επανάκτηση» του Ερίκ Ζεμούρ με 1,5%.
Ο δεύτερος γύρος θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 7 Ιούλη, όπου θα προκριθούν οι υποψήφιοι των δυο μεγαλύτερων σε εκλογική δύναμη κομμάτων της κάθε εκλογικής περιφέρειας, αλλά και οι υποψήφιοι που θα λάβουν πάνω από το 12,5% των εγγεγραμμένων ανά περιφέρεια ψηφοφόρων. Το σύνολο των εκλογικών περιφερειών στη Γαλλία είναι 577 και είναι όλες μονοεδρικές.
Στην περίπτωση που σήμερα ένας υποψήφιος λάβει πάνω από το 51% των ψηφισάντων εκλέγεται απευθείας βουλευτής και στην περιφέρεια του δεν διεξάγεται δεύτερος γύρος.
Μείνετε συντονισμένοι _νεώτερα αργότερα