Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δεκαπενταύγουστος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δεκαπενταύγουστος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

16 Αυγούστου 2024

Τραβηχτή Μάνης: Η ξεχωριστή παραδοσιακή λιχουδιά με μπουζοπούλα

Μην το Googlάρεις _την πάτησες ~3.180 αποτελέσματα _μούφες σε 0,44 δευτερόλεπτα +700 promotions μαγαζιών

Το ταξίδι στη Μάνη _μεσσηνιακή (λεγόμενη επίσης Έξω ή Αποσκιερή) και λακωνική (Μέσα Μάνη ή Προσηλιακή -πολύ μεγαλύτερη _1.800χλμ2) αποτελεί μια συναρπαστική εμπειρία και το συνειδητοποιείς με το που την βλέπεις από μακριά. Τόπος άγριος, αινιγματικός, συναρπαστικός, που η ομορφιά του συνεπαίρνει. Σπονδυλική στήλη της το όρος Ταΰγετος με ψηλότερη κορυφή τον Προφήτη Ηλία (2.404 μ.).

Με αφετηρία Καρδαμύλη Νέο Οίτυλο __Τσίπα, όπως λένε την περιοχή οι ντόπιοι …Αρεόπολη ή Γύθειο, ο ταξιδιώτης έχει την ευκαιρία να περιπλανηθεί στα μανιάτικα μονοπάτια, να βρεθεί σε παραλίες, όπου ομπρέλες και ξαπλώστρες είναι ανάκατες με τους ανθρώπους που στενάζουν αλλά και 10άδες κόλπους, να γευτεί τους θησαυρούς της θάλασσας αλλά και τις ντόπιες γεύσεις. Άλλωστε, οι μνήμες για έναν τόπο κλείνουν μέσα τους και τα όσα γευτήκαμε σε αυτόν, όχι μόνον όσα αντικρίσαμε.

Λένε ότι για να δεις την ψυχή της Μάνης θέλεις τρεις ζωές: «Περαστικός βλέπεις τη Μάνη σε τρεις ημέρες, περπατητής σε τρεις μήνες και για να δεις τη ψυχή της θέλεις τρεις ζωές. Μία για τη θάλασσα, μία για τα βουνά της και μία για τους ανθρώπους της…»  Σε αυτόν τον τόπο θα φάτε μοναδικά (αλλά συνήθως όχι φτηνά €€€ – €€€€€€), όπου και να καθίσετε ψάρια από Λιμένι μέχρι Ριτσά, μακαρανόδα με κωλοχτύπα στον Κουρμά ή στις “βεράντες” του Γερολιμένα, μαγειρευτά κάθε είδους κλπ. Πιτόγυρα παντού _συνιστούμε να τα αποφύγετε

Ωστόσο, η γεύση κρύβεται στα μικρά και δεν χρειάζεται πολλά-πολλά για να απολαύσεις ένα αυθεντικό μανιάτικο έδεσμα, που δεν είναι άλλο από την “τραβηχτή” της Μάνης έχει θρέψει γενιές και γενιές (συνήθως σε δύσκολες περιόδους, όπως πολέμου και ανέχειας, με την απλή συνταγή να περνά από γενιά σε γενιά).
Σήμερα έχει γίνει in έδεσμα από “chef’s” (μέτριους ως της κακιάς ώρας) που δηλώνουν μαεστρία και καθένας καυχιέται ότι έχει το δικό του μυστικό _μέχρι και κάποιοι που θεωρούν πατέντα τους τη συνταγή για τη ζύμη, γνωστή και στην “κουτσή Μαρία” και έχει εκφυλιστεί σε street food σουβλάκι με λιπαρά τυριά και διάφορες ξενόφερτες σος με μπαλσάμικα κλπ. Με τυρί και σουβλάκι, λέγεται τριπλέτα, επίσης υπάρχει με σύγκλινο ή πανσετάκι, ενώ από το μενού δεν λείπουν και πιο γλυκές “εμπνεύσεις”, με το ζυμάρι να γεμίζει μέλι ή πραλίνα.

Πάνε οι καιροί της “λιτότητας” με το ζυμάρι να ανοίγεται, να “τραβιέται” και να βυθίζεται με μεράκι, στο εκλεκτό ντόπιο ελαιόλαδο, βγαίνοντας τραγανό και αφράτο με τα τηγάνια να παίρνουν κάθε μέρα φωτιά και να μην υπάρχει ίχνος λαδίλας στο στόμα. Όπως και να έχει, όμως, εάν ο δρόμος σε βγάλει στη Μάνη, μην ξεχάσεις να τη δοκιμάσεις έστω και σαν street food (όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας, με καφέ, μπύρα τσίπουρο… και κυρίως με μπουζοπούλα (έτσι λένε την ντόπια γουρνοπούλα) Απόφυγε λιωμένες γραβιέρες, το χωριάτικο αυγό και η σφέλα, αν σου αρέσουν άστα στο πλάι.

Οι “τραβηχτές”, που πήραν το όνομα τους
από το άνοιγμα της ζύμης (πατάμε-ανοίγουμε-τραβάμε)

Ετοιμάζουμε την ζύμη _βλ. παρακάτω την “ξεκουράζουμε” όπως πάντα (όσο πιο πολύ τόσο πιο ελαστική θα γίνει…) και την αφήνουμε σε ζελατίνα, ώστε να τηγανίσουμε λίγες-λίγες τις τραβηχτές μας και μετά κατ’ ευθείαν στο τραπέζι με τα συμπληρωματικά της (μπορεί να μείνει στο ψυγείο μέχρι και 4-5 μέρες).

            ½ κιλό αλεύρι (όσο πάρει)

            Μαγιά

            Αλάτι

            Λίγη ζάχαρη

            1 κουταλιά σούπας ελαιόλαδο (προαιρετικά)

            250-300gr νερό χλιαρό

  • Η διαδικασία είναι ουσιαστικά σαν του ψωμιού (αφήστε τα ειδικά σκευάσματα, ένα “για όλες τις χρήσεις”, είναι αρκετό) με μαγιά φρέσκια (αφού να την ενεργοποιήσετε) ή ξερή (φακελάκι)
  • Ανακατεύουμε τα στερεά υλικά, διαλύουμε το αλάτι στο νερό και βάζουμε αλεύρι, ζάχαρη και μαγιά σε λεκανίτσα ή στο κάδο του μίξερ, με το εξάρτημα ζυμώματος (γάτζο) και προσθέτουμε την (προαιρετική) κουταλιά σούπας ελαιόλαδο.
  • Αν ζυμώνουμε με τα χέρια η ζύμη δεν πρέπει μεν να είναι πολύ σφιχτή, αλλά ούτε να κολλάει στα δάχτυλα. Το καταλαβαίνουμε αγγίζοντας -αν χρειαστεί προσθέτουμε λίγο αλεύρι. Την μεταφέρουμε στο παστόξυλο και ζυμώνουμε μέχρι να γίνει λεία και απαλή, χωρίς γρόμπους και τη βάζουμε σε ελαφρά λαδωμένη λεκανίτσα ή μπολ “κυλάμε” σκεπάζουμε και περιμένουμε 1-1½ ώρα –θα έχει 2πλασιαστεί μέχρι τότε και _αν θέλουμε να ξεκινήσουμε αμέσως…

    Με λαδωμένα χέρια την ξεφουσκώνουμε.
    Κόβουμε μικρά κομμάτια (μέγεθος μανταρινιού ή λίγο μεγαλύτερο αναλόγως).
    Με χέρια πάντα λαδωμένα πλάθουμε μπαλάκια και
    Τραβάμε απαλά και τεντώνουμε, πατάμε με τα δάχτυλα και επαναλαμβάνουμε
    έχρι να ανοίξει σε φύλλο οβάλ 2-2½ χιλιοστά.

Ζεσταίνουμε ελαιόλαδο σε μεσαίο τηγάνι
(πρέπει να καλύπτει την πίτα μέχρι τη μέση _όχι να κολυμπάει) και

·       Ρίχνουμε μια-μια (μέτρια \ δυνατή φωτιά, αν δούμε πως πάει να “αρπάξει”, τραβάμε από το μάτι)

·       Πιέζουμε ελαφρά την επιφάνεια αν χρειάζεται όπου φουσκώνει σαν μπαλόνι (τρυπάμε με πιρούνι).

·       Μετά από ~2λ (έχει ροδίσει πλέον και φουσκώσει) γυρίζουμε τούμπα και

·       Τηγανίζουμε για 1½λ από την άλλη πλευρά.

·       Κανονικά δεν πρέπει να έχουν ρουφήξει λάδι, πάντως τις παρατάσσουμε σε απορροφητικό χαρτί

·       Και ΚΑΛΗ ΟΡΕΞΗ


Αν θέλετε ένα πρωϊνό relax με τον \ την σύντροφό σας (μετά από –ευχόμαστε, μια ερωτική νύχτα), σηκωθείτε και ετοιμάστε 4-5 με μέλι και κανέλα ή με μέλι και τυρί (φρέσκια μυζήθρα), ή απλά με κανελοζάχαρη και λίγο πορτοκάλι ξύσμα _ όπως το συνηθίζουν και οι Κρητικοί

Κανελόριζα και άνθος της κανέλας, φούντα της, φούντα της μηλιάς.

Φούντα της μηλιάς στα μήλα φορτωμένη, τ’ άκουσα, τ’ άκουσα κι εγώ.
Τ’ άκουσα κι εγώ πάω να κόψω μήλα, μήλα δεν, μήλα δεν ηύρα.

Μήλα δεν ήβρα μόν’ τον καημό που πήρα, πέφτω σ’ α-, πέφτω σ’ αρρώστια.
Πέφτω σ’ αρρώστια σε κίνδυνο μεγάλο φέρτε το, φέρτε το γιατρό.

Φέρτε το  γιατρό τον πόνο μου να γιάνει, που με λά-, που με λάβωσε.
Που με λάβωσε μια κόρη από την Κρήτη, κόρη κρη-, κόρη κρητικιά.

Κόρη κρητικιά κόρη παπαδοπούλα, κόρη κρη-, κόρη κρητικιά.

Ακόμη και σκέτη ζύμη πάει με όλα _
από κει και πέρα φαντασία να υπάρχει

Όπως είπαμε η τραβηχτή Μάνης είναι ξεχωριστή παραδοσιακή λιχουδιά (κυρίως) με μπουζοπούλα… Τη δοκιμάσαμε στον Γερολιμένα και σε ένα "ασήμαντο" μαγαζί στην Καρδαμύλη _με ντόπιο τσίπουρο (πανδαισία)
Το εκλεκτό εδώδιμο –και έθιμο στη Μεσσηνία που έλκει από την περίοδο της Τουρκοκρατίας, γιατί η λαχταριστή γουρ(ου)νοπούλα δεν κινδύνευε να αρπαχθεί και να φαγωθεί από τους κατακτητές, όπως οποιοδήποτε άλλο σφαχτάρι, γιατί οι Τούρκοι –ως μουσουλμάνοι, δεν τρώγανε τα χοιρινά (μάλιστα ζούσαν –λένε ελεύθερες μέσα στην πόλη)

Αυτά κάποια άλλη στιγμή θα μιλήσουμε επιστημονικά, για το ρόλο της κληματόβεργας την αντίδραση Maillard (Λουί-Καμίλ Μαϊγιάρ _που κλείνει τα 112 χρόνια της) (Μαϊγιάρ) και πολλά ακόμη Να πούμε μόνο πως το σωστά ψημένο κρέας, ακόμη και το ψωμί, οι τηγανίτες, μπισκότα και αρτοσκευάσματα, ψημένα ζαχαρωτά και πολλά άλλα τρόφιμα ο καβουρδισμένος καφές κλπ οφείλουν όχι μόνο το χάρμα ουρανίσκου αλλά τη δελεαστική μυρωδιά τους σε μια σειρά αντιδράσεων που αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον Γάλλο χημικό Louis-Camille Maillard. Είναι η “μαγική” αντίδραση μεταξύ αμινοξέων και αναγωγικών σακχάρων που ροδίζει και νοστιμίζει το φαγητό, που την περιέγραψε για πρώτη φορά το 1912 ενώ εργαζόταν σε θέματα βιολογικής σύνθεσης των πρωτεϊνών.

15 Αυγούστου 2023

Στις ηρωίδες μάνες _θύματα των ιμπεριαλιστικών πολέμων των συρματοπλεγμάτων της αναγκαστικής προσφυγιάς, στις μάνες που θρηνούν παιδιά δοσμένα στο βωμό του κέρδους...

15Αύγουστος σήμερα, το “Πάσχα του καλοκαιριού”, με τα μεγάλα θρησκευτικά «μπαμ» (βλ Μαρξ θρησκεία=όπιο των λαών)  από Τήνο μέχρι Κεφαλονιά, με τα γνωστά καλότυχα «φιδάκια» της Παναγίας, από Πάρο μέχρι Κάρπαθο και Κουφονήσια ...Παναγία η Γουρλομάτα (Λέρος), Παναγία η Κουφή (Σαμοθράκη, θεραπεύει προβλήματα ακοής), Παναγία η Αρκουδιώτισσα (μαρμάρωσε μια αρκούδα πού πήγαινε να πιει το νερό των μοναχών), Παναγία η Αιματούσα (Κύπρος), Παναγία η Καβουριανή (Λέρος), Παναγία η Βλεφαριώτισσα (Αστυπάλαια), Παναγία η Καψοδεματούσα (τιμωρεί όσους εργάζονται την ημέρα της γιορτής της), Παναγία η Γερόντισσα (Ιερὰ Μονὴ Παντοκράτορος, Άγιον Όρος), Παναγία η Γκουμπελίδικη (Καστοριά), Παναγία η Κακοπερατού (Μαραθόκαμπος), Παναγία η Μισοσπορίτισσα (Κρήτη), Παναγία η Καλλιγού (Κεφαλονιά ; ), Παναγία η Κακαβιώτισσα (Λήμνος), Παναγία η Μαχαιρωμένη, Παναγία η Χελιδονού, Παναγία η Αρμενοκρατούσα (προστατεύει τις λεχώνες απὸ το «αρμένισμα», τον επιλόχειο πυρετό), Παναγία η Ξενοπούλα, Παναγία η Συνεμπάστρα (Κεφαλονιά), Παναγία η Ξεσκλαβώστρα, Παναγία η Απείρανδρη, Παναγία η Ταρτάνα (Καρπενήσι), Παναγία η Αχιβάδενα, Παναγία η Οικονόμισσα (Ιερὰ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, Άγιον Όρος), Παναγία η Τρουλωτή (Λέσβος), Παναγία η Τσαμπίκα (Ρόδος) Παναγιά η Πρεβεζάνα και καμιά 100ή ακόμη (Μαρξ θρησκεία=όπιο των λαών)
Χρόνια πολλά σε

Δέσποινες _και πρώτ’ απ΄όλα στη γυναίκα μου,

Παναγιώτηδες, πρώτ’ απ΄όλα στον πατέρα που έφυγε πριν 3 χρόνια …Πάνους, Πανούσους, Παναγήδες, Πανάγους, Γιώτηδες, Τάκηδες, Πανίκους, Παναγιώτες, Γιώτες, Παναγιούλες, Γιούλες, Παναγούλες, Νάγιες

Μαρία, Μαργέτα, Μαριέττα, Μαργετίνα, Μάρω, Μαριώ, Μαριωρή, Μαρίκα, Μαριγώ, Μαριγούλα, Μαρούλα, Μαρίτσα, Μανιώ, Μαίρη, Μαρινίκη, Μιρέλλα, Μυρέλλα, Μάνια, Μάρα, Μαράκι, Μάριο

Δέσπω, Ντέπη, Πέπη, Ζέπω Γεσθημανή, Ιεσθημανή

Θεοτόκη, Θεοτοκία _ Μαριάντζελα -Μαρινέλα

Ελώνα, Ελλώνα, Ελόνα _ Ηλιοστάλακτη _Καθολική

Κρυστάλλω, Κρουστάλλω, Κρουστάλω, Κρυσταλία, Κρυσταλλία, Κρουσταλένια

Πρέσβεια, Πρεσβεία _Συμέλα, Σιμέλα, Σουμελά _και σ΄όσες-ους ξέχασα

                            Χρόνια πολλά στη μάνα...

Παναγιά μου, enter! _Παναγιά μου, cocial media! Με τόση Παναγιά στη συσκευασία προσφοράς των κυριακάτικων εφημερίδων και των πρόχειρων αφιερωμάτων στις ιστοσελίδες (όπου τα τελευταία χρόνια έχει υποχωρήσει κάπως ο τορπιλισμός της Ελλης) αναρωτιέται κανείς, αν υπάρχει εδώ και δεκαετίες συναίσθηση ότι ο Δεκαπενταύγουστος αφορά την κοίμηση της Θεοτόκου...
«
Το Δεκαπενταύγουστο κηδεύεται η μάνα που είδε το παιδί της να ξεπνοά βασανισμένο, ό,τι χειρότερο και πιο «αφύσικο» φυλάει η ζωή σε γονιό. Κι όμως ο ξορκισμός της οδύνης που συνεπάγεται η …κοίμηση της Θεοτόκου, δεν οδηγεί ούτε κατ’ ιδέα στην ταύτιση της τραγικής εικόνας της Παναγιάς με την μαντηλοφορεμένη μάνα — πρόσφυγα που βλέπει το παιδί της να πνίγεται περιτυλιγμένο το σάβανο ενός φθηνιάρικου σωσιβίου σε χρώμα σημαδούρας. Δεν γεμίζει Παναγιές η θάλασσα τώρα που πολλαπλασιάζονται ξανά οι ροές των προσφύγων και δεν φουρφούρισε στην καρδιά των χριστιανών ούτε μία απ’ τις χίλιες λέξεις που δήθεν συνοδεύουν τη μία εικόνα του μητρικού πόνου. Λες και χιλιάδες προσκυνητές της Σουμελά, της Τήνου, της Εκατονταπυλιανής βγάζουνε το μαγιό, πάνε στο παρακαλετό για ένα θαύμα κι έτσι μένει ακήδευτο το τραύμα των έργων των ανθρώπων που δεν μπορούν να πιουν σε χάπι ή σφηνάκι τη μάνα του άλλου».
                       
Λιάνα Κανέλλη \ Ριζοσπάστης Αυγ_2016 _διαβάστε όλο αξίζει τον κόπο

15-Αυγ-2023
Φεύγουν και οι τελευταίοι, με τις τσέπες λεηλατημένες

Όσοι από τους τελευταίους αδειούχους του Αυγούστου έχουν τη δυνατότητα, αποχωρούν αυτές τις μέρες προς τον τόπο διακοπών τους, με αφορμή την αργία του Δεκαπενταύγουστου. Σε κάθε περίπτωση, ειδικά για όσους θα ταξιδέψουν προς τα νησιά του Αιγαίου και έχουν κλείσει ή θα κλείσουν τα ακτοπλοϊκά τους εισιτήρια, το χέρι θα μπει βαθιά στην τσέπη, αφού θα ξοδευτεί σχεδόν ένας μισθός μόνο για το πηγαινέλα, την ίδια στιγμή που η ακρίβεια σε τρόφιμα και καύσιμα έχει εκτοξευτεί.

Μια 4μελής οικογένεια που θέλει να ταξιδέψει στην οικονομική θέση για Σύρο με το αυτοκίνητό της, θα πρέπει να πληρώσει συνολικά 609 ευρώ με επιστροφή!
Από Πειραιά για Ικαρία μετ' επιστροφής, για το 8ωρο ταξίδι στο κατάστρωμα (βλ. πλαστική καρέκλα) μια 4μελής οικογένεια χωρίς αυτοκίνητο θα πρέπει να δώσει 468 ευρώ.
Για Σάμο, μια 4μελής οικογένεια για πηγαινέλα χωρίς αυτοκίνητο θα πρέπει να καταβάλει 565 ευρώ, ενώ με αυτοκίνητο, του οποίου το ναύλο έχει εκτιναχτεί στα 122,50 ευρώ, θα πρέπει να καταβάλει συνολικά 810 ευρώ!
Και για τα νησιά του Ιονίου, επίσης, το ταξίδι θα είναι παραπάνω από τσουχτερό. Χωρίς να υπολογίζουμε τη μετακίνηση οδικώς μέχρι τα λιμάνια αναχώρησης, έχουμε τα εξής:

Για να πάει στο νησί της Ιθάκης (λιμάνι Πισαετού) από την Πάτρα και να επιστρέψει στην πόλη, μια 4μελής οικογένεια με ΙΧ χρειάζεται να ξοδέψει κοντά 200 ευρώ με παιδιά 5 έως 7 ετών, ενώ αν αυτά είναι μεγαλύτερης ηλικίας το κόστος αγγίζει τα 230 ευρώ.
Για την Κεφαλονιά, το δρομολόγιο Πάτρα - Σάμη - Πάτρα, επίσης για τετραμελή οικογένεια με παιδιά 5 έως 7 ετών, αγγίζει τα 200 ευρώ, ενώ με τέσσερις ενήλικες εκτοξεύεται στα 230. Οσο για τη Ζάκυνθο, το ταξίδι από και προς το λιμάνι της Κυλλήνης για μια τετραμελή οικογένεια ενηλίκων με ΙΧ κοστίζει σχεδόν 177 ευρώ.

Απέναντι στο μάτωμα του λαϊκού εισοδήματος και την κοροϊδία κυβέρνησης - ακτοπλοϊκών εταιρειών, το ΚΚΕ απευθύνει κάλεσμα αγώνα στον λαό, στους ναυτεργάτες, σε όλους τους εργαζόμενους στη ναυτιλία, στους νησιώτες, διεκδικώντας:

Να μειωθούν τώρα όλα τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια και τα ναύλα (οχημάτων - εμπορευμάτων) κατά 50% για όλους, χωρίς να δοθούν νέες επιδοτήσεις και προνόμια στους εφοπλιστές.
Να επιστραφούν τα χρήματα σε όσους έχουν ήδη πληρώσει τα πανάκριβα εισιτήρια. Δωρεάν μετακινήσεις για ανέργους, φοιτητές και στρατευμένους, για ΑμεΑ, χρονίως πάσχοντες.
Μειωμένα εισιτήρια για συνταξιούχους, αναπληρωτές, πολύτεκνους κ.ά.
Εξασφάλιση συχνής σύνδεσης των νησιών με την ηπειρωτική χώρα και μεταξύ τους, με πλοία σύγχρονα και ασφαλή, με βελτίωση και διαμόρφωση σύγχρονων λιμενικών εγκαταστάσεων, αποκλειστικά δημόσιων.
Να διασφαλιστεί η δουλειά των ναυτεργατών, με αύξηση των μισθών, βελτίωση των συνθηκών εργασίας, κατοχυρωμένα με Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, Κοινωνική Ασφάλιση, συνδικαλιστική οργάνωση.
Να επανέλθει ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ για όλα τα νησιά, κατά 50%.

Οι πόνοι της Παναγιάς
(Κώστας Βάρναλης)

Μια λιόλουστη μέρα του χειμώνα η Παναγιά, στενεμένη από τους πόνους, αφήνει το σπιτικό της και βγαίνει στον κάμπο τρεκλίζοντας κι αγκομαχώντας.
Κάθεται χάμου στο πράσινο χορτάρι, που το φωτίζουνε δω κι εκεί άγριες βιολέτες, κυκλάμινα, κρόκοι· και σφίγγοντας την κοιλιά της με τα δυο της χέρια κλαίει και δέρνεται, κουνώντας τ’ άμαθο κορμί της δεξιά κι αριστερά, όπως οι μοιρολογίστρες της Ανατολής.

Σπιτάκι μου στανάχωρο, και κάμαρά μου χαμηλή!
Πόνοι μού σφάζουν το κορμί, μα την ψυχή μου πιο πολλοί.
Πήρα το δρόμο το δρομί στον κάμπο να καθίσω.
Αντρούλη μου, σα δε με βρεις με την καρδιά σου την καλή,
ο πόνος, που με κυνηγά, θενά με φέρει πίσω.

Ω χώμα, που τραγουδιστά σε πίνει ο πέφκος ο βαθύς,
όσο που μπάρσαμο πικρό στα φύλλα του να σουρωθείς,
μέσα σου χώνομαι κι εγώ, τα σπλάχνα γλύκανέ μου.
Αχ, χάηδεψέ μου τα μαλλιά της κεφαλής μου της ξανθής,
πάρε τη σκέψη μου πολύ μακριά, πνοή του ανέμου!

Σαν καρδερίνα του Μαρτιού με τα φτερά τ’ αστραφτερά,
που σε βαθιά τριανταφυλλιά, πλάι σε τρεχάμενα νερά,
μ’ άχερα, λάσπη και μαλλί ζεστή φωλιά κρεμάει,
την κούνια σου, παιδάκι μου, με ξύλα φκιάνω εβωδερά
και βάνω προσκεφάλι σου τον ήλιο του Ανθομάη.

Ονείρατα, που γαλανά στο μισοξύπνι τ’ αυγινό
από τα μάτια τα γλαρά σαν τον αφρό, σαν τον αχνό
περνάτε μια και χάνεστε, σκήμα χωρίς και θώρι,
ελάτε κι άλλη μια φορά, πείτε μου να μην το ξεχνώ,
πως το παιδί, που καρτερώ, το πρώτο, θα ν’ αγόρι.
                   …

Κάνε ψαρά, πεζόβολο στ’ ακροθαλάσσι να πετάς·
κάνε σε κάδο τρυγητή γλυκά σταφύλια να πατάς·
κάνε γκαμήλες να ποτίζεις σ’ έρημο πηγάδι·
καν’ αναγνώστη στο Ναό να ψέλνεις και να θυμιατάς —
πού σ’ είδα, γνώριμη αστραψιά στου νου μου το σκοτάδι;

Είσουν ωραίος σαν άγγελος με δυο φτερούγες ανοιχτές,
η μια βυθούσε στ’ αύριο, η άλλη χανότανε στο χτες·
κάτι στο χέρι κράταγες, γιά φλάμπουρο γιά κρίνο
—χορός, που ζεστοκόπησε τις φλέβες μου τις τιναχτές!—
ό, τι ποθώ με πότισες κι ως αγιασμό το πίνω.

Μα γιατί μου ’δειξες, καλέ, δόξα πολλή για το παιδί;
Αχ, η καρδιά μου δε βαστά, το μέγα ψήλος ναν το δει!
Δεν τον αφήνω η Μάνα του μιαν πιθαμή να φύγει!
Μη μεγαλώσει μου ποτές κι όλα τα χρόνια, αβγή – βραδύ,
πάντα μωρό να σφίγγεται στου κόρφου μου τα ρίγη.

…………………………………………………………………..

Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποια κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις
Ξέρω πως θάχεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή και από κακό καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μάχητες, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος, όχι σκλάβος ή προδότης

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι,
κ’ υστέρα απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι να κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολιό με πλάκα και κοντύλι…

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σου χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μη την πεις.
Θεριά οι ανθρώποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!
- Ω! πώς βελαζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσιο…-
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!


Οι πόνοι της Παναγιάς — Ποίηση: Κώστας Βάρναλης, Μουσική: Λουκάς Θάνος, Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης.

Γιάννης Ρίτσος

Από Το Όνειρο Καλοκαιρινού Μεσημεριού

Όταν περνούσε η Παναγία σιωπηλή κάτου απ' τα δέντρα
κανένας δεν την άκουσε
Τα σκυλιά δε γαυγίσαν στις αυλόπορτες.
Μονάχα τα τριζόνια τη χαιρέτισαν,
κι ένα μεγάλο αστέρι χτύπησε
σε μια χορδή κάποιο άγνωστο τραγούδι
που τ' ακούσαν μόνο τα παιδιά στον ύπνο τους
και γύρισαν απ' τα' άλλο τους πλευρό χαμογελώντας.

Νικηφόρος Βρεττάκος
Η χαρά της Παναγιάς

Η Παναγιά χτενίζει τα χρυσά της μαλλιά
στο μικρό της παράθυρο
μια
θαλασσιά πεταλούδα πετά γύρω απ' τη μια της
πλεξούδα που κρέμεται.
Βασιλεύει ο ήλιος,
Ο Ιωσήφ ανεβαίνει πιο ψηλά να της κόψει
ένα κόκκινο άνθος.

Γεώργιος Δροσίνης

Το εικονοστάσι

Κυνηγημένο από το γέρακα
φτερούγισε να ξαποστάση
το περιστέρι το χιονόφτερο
στης Παναγιάς το εικονοστάσι.
Της Παναγιάς η όψη ρόδισε:
θυμάται εν' άλλο περιστέρι,
που του Θεού το πρώτο μήνυμα
στη Ναζαρέτ της είχε φέρει..

Οδυσσέας Ελύτης

1. Τα ονόματα της Παναγίας

«Λίγο για μια στιγμή να παίξεις πάνω στην κιθάρα σου
Ε, ε, Χρυσομαλλούσα/ ε, ε, Χρυσοσκαλίτισσα
Να ξεπετιέται πάλι το βουνό με τ' άσπρο σπίτι στην πλαγιά
τ' άλογο με τα δύο φτερά/ και η άγρια φράουλα της θάλασσας
Λάμπουσα και Κανάλα μου και Παραπόρτιανή μου
θα δεις την πράσινη ψαρόβαρκα σκαμπανεβάζοντας να χάνεται
μέσα στ' αραποσίτια
τον Μήτσο με τις τρίχες και με τ' αλυσιδάκι στο λαιμό
Ε, Παναγιά Τα Μάγκανα/ ε, Παναγιά Τόσο Νερό
Να βλαστημάει και ν' ανεβάζει ανίδεος μες στα δίχτυα του
τέσσερα – πέντε αρχαία ελληνικά
το τέλλεσθε και το νηυσί, το μέλεα και το κρίναι σα
Καρυστιανή κι Ακλειδιανή/ Δαφνιώτισσα κι Αργιώτισσα
Που μια στιγμή τα παίζεις πάνω στην κιθάρα σου
κι απ' τ' αναμμένο πέλαγο αντικρύ σου ακούς
Έι, Κρουσταλλένια, έι Δροσιανή/ έι Παναγιά του Νίκους
Να σχίζεται στα δύο τ' ουρανού το καταπέτασμα
κι ένας παμπάλαιος έφηβος απαράλλαχτος εσύ
να κατεβαίνει- κοίτα:
Στα κύματα μ' ένα καμάκι ορθός και στους αφρούς να πλέει
Σπηλιώτισσα και Μερσινιά και Θαλασσίστρα μου έι!»

2. Άνεμος της Παναγίας

Σε μια παλάμη θάλασσας γεύτηκες τα πικρά χαλίκια

Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο

Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου

Βήμα χαμένο. Ή αν δεν ήτανε η καρδιά στη θέση της

Ήταν η θύμηση της γης με την ωραία γυναίκα

Η ευχή που λαχτάρησε μεσ’ απ’ τους κόρφους του βασιλικού

Να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας!

Ώρα της νύχτας! Κι ο βοριάς πλημμυρισμένος δάκρυα

Μόλις ερίγησε η καρδιά στο σφίξιμο της γης

Γυμνή κάτω από τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων

Γεύτηκες τα πικρά χαλίκια στους βυθούς του ονείρου

Την ώρα που τα σύννεφα λύσανε τα πανιά

Και δίχως ήμαρτον κανέν’ από την αμαρτία χαράχτηκε

Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη

Πριν από την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου

Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή

Εκατόφυλλη ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!

 

3. “Ο μικρός ναυτίλος”

 «Η Παναγία χαίρεται η Παναγία χαμογελά
το πέλαγο έτσι που κυλάει βαθιά πόσο της μοιάζει!…
Ετοιμασίες της Παναγίας/ που για να γιορτάσει ελπίζει
άσπρα πανιά και γαλανές σημαιούλες»

4. “Η Παναγία των Κοιμητηρίων”

Πέτρες επήρα και κλαδιά
τα φύτεψα στην αμμουδιά
Και μια ψυχή μελέτησα
το λόγο δεν αθέτησα
Με τον καιρό με τον καιρό
έγινε αλήθεια τ’ όνειρο
Οι πέτρες μεγαλώσανε
και τα κλαδιά φυτρώσανε
Τα κυπαρίσσια τα κελιά
σου τα ‘κανα παραγγελιά
Τις πόρτες τις αμπάρες σου
και τις οχτώ καμάρες σου
Στο μέρος το πιο δροσερό
έστησα το καμπαναριό
Και κύματα και κύματα
γύρω σου τ’ άσπρα μνήματα
Έλα Κυρά και Παναγιά
με τ’ αναμμένα σου κεριά
Δώσε το φως το δυνατό
στον Ήλιο και στο Θάνατο.

 

Νίκος Καρούζος “Ora Et Labora”

Βουρ στα ζωύφια λατινικά.
Παναγία θεοτόκε νοικοκυρά μου
μη μ’ αφήνεις ανυπεράσπιστο στα σκυλιά
με τόσες όμορφες εικόνες σου
σ’ αυτό το σκουπιδότοπο (στο ύψος Παρθενώνας).
Θα συνεχίσω την ποίηση μονάχα για πλάκα
θα την κάνω κουρμπάνι
στα γοερά μου πεύκα κρεμαντούλα
ενάντια στου χρόνου την εφεύρεση
δοξάζοντας το πληγωμένο μάλαμα: τη μοναξιά μου
στα νόστιμα ερέβη που με περιμένουν
εκείθε απ’ τα κωμικά σας έαρα
προς τα ερείπια του σύμπαντος μονήρη
προς του νερού την κρέμαση στα βάραθρα
– μιαν ασώματη ρητορεία.
Τι τα ‘θελε και τα ‘φερνε τα γράμματα
ο Δαναός στην Αργολίδα.
Μόνον αυτοί που τρέφουν όνειρα απολαμβάνουν
την πραγματικότητα.
___                                      (Νίκος Καρούζος, Τα ποιήματα, τ. Β’)

Κωστής Παλαμάς “Η Παναγιά στην κόλαση”

Το άρμα ξεκινάει, το σέρνουν/ πνεύματα χερουβικά,
λάμπει η Παναγιά στην Κόλαση./ ” Έλεος, Λιόκαλη Κυρά!”
Ω οι δαρμοί των κολασμένων/ μες στην αβυσσόθρεφτη φωτιά…
Κι έξαφνα γρικιέτ’ ένα παράπονο/ και περήφανα ξεσπά:
“Ειμ’ εγώ που λάτρεψα τον ήλιο, / γι’ αυτό μ’ άρπαξε και η Νύχτα;
Πες μου Λιόκαλη Κυρά!/ Της ζωής το φως που βύζαξα
μου ’γινε αγκαλιά της Κόλασης/ και φιλί του Σατανά;”.
                             (Κωστής Παλαμάς, Η ασάλευτη ζωή)

Κωνσταντίνος Καβάφης “Δέησις

Η θάλασσα στα βάθη της πήρ' έναν ναύτη-
Η μάνα του, ανήξερη, πιαίνει κι ανάφτει
Στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και ναν' καλοί οι καιροί-
Και όλο προς τον άνεμο στήνει τ' αυτί.
Αλλ' ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή
Η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θάλθει πια ο υιός που περιμένει.

 

Νίκος Καζαντζάκης “Ύμνος στην Παναγία”

- Παρθένα Μάνα, που σαν πνέμα επιάστη ο σπόρος
στο αφίλητο κορμί, κι' ο Λόγος εσαρκώθη
το αμόλευτο τρυγώντας σπλάχνο σου σα βρέφος!
Ω Δέσποινά μου Υποταγή, τον πόνο δέξου τον
και συ, σαν το σταυρό, και γείρε το κεφάλι
με υπομονή, κατά γης χαμογελώντας –
να μην πνιγεί, Κυρά, στα κλάματά σου ο κόσμος!
Εσύ 'σαι η κιβωτός, που σαν αυγό στην άβυσσο
λάμπεις και στου Θεού τη σκοτεινιά αρμενίζεις,
βαθιά τα σπέρματα όλα μέσα σου φρουρώντας,
Το πράσινο δρεπανωτό πατάς φεγγάρι,
κι όλες στα χέρια σου κρατώντας τις ελπίδες μας
στον άγριον ουρανό κατάφορτη ανεβαίνεις.
κι αχνογελώντας στέκεσαι δεξά στο γιό σου,
Εσύ 'σαι το ανθισμένο κλαρί στην άβυσσο
της δύναμής του. εσύ 'σαι ο στοχασμός ο πράος
μες στο φλεγόμενο καμίνι της οργής του.
Αναμεσός στης Ζωής το δέντρο και της γνώσης,
στον κήπο του Θεού συ φύτεψες, Κυρά μου,
το αφράτο, της Καλοσύνης δέντρο.
κι ως πότιζές το με το κλάμα, επήρε μπόι,
πετάει κλαριά, σκεπάζει τ' άλλα δέντρα, ανθίζει
ρίχνει καρπό, σαν την καλή ελιά, και φέγγει-
Κι ο Παντοδύναμος στον ίσκιο του αναπαύεται.
Κι η Δεύτερη φριχτή σαν έρθει Παρουσία
κι οι αρχάγγελοι άσπλαχνα τα ερίφια θα χωρίζουν
απ' τ' αρνιά, θα σκύψεις τότε εσύ στο γιό σου,
παρακλητικά, να μεσιτέψεις, Ελεούσα!
Τ' αδάμαστα μεμιάς θα του μερώσουν φρένα
Κι οι τάξες θα χαλάσουν οι διπλές, και δίκαιοι
θ' αγκαλιαστούν με αμαρτωλούς, κι αγνές παρθένες
με τις γυναίκες που πολύ στη γη αγάπησαν.
Νικάς τη Δικαιοσύνη Εσύ με την αγάπη.
κι όλοι μαζί θα σύρουμε χορό, και θα' σαι
στον κάβο του χορού, Κυρά, και θα χορεύεις
στον αβασίλευτο ήλιο του Θεού χαρούμενη
και ταπεινή πολύ, σαν την καρδιά του ανθρώπου!

Άγγελος Σικελιανός “Δεκαπενταύγουστος του 1940”

Ω, Εσύ των Ουρανών η πλατυτέρα,
που αγκάλιασες τα έθνη και τους λαούς,
των λαών και των εθνών η θεία Μητέρα,
π' όλους της γης ξεχείλισες τους ναούς.

Μάνα, π' αγνάντια μου είσαι ως θερισμένη
απ' αστάχυα χλωμότατη πλαγιά,
κ' είσαι κ' η Ελλάδα, κ' είσαι η Κοιμωμένη
με σταυρωτά τα χέρια Παναγιά

Μάνα, που ο νους Σου μοναχά το ξέρει
αν, αντίκρυ στην αγία Σου εντολή,
η καρδιά μου δεν είναι ως περιστέρι
αθώα, δοκιμασμένη και καλή.

δώσε την ώρα τούτη (κ' είναι τώρα
π' αγγίζουμε τον ύστερο βυθό
κι αργοσημαίνει η προαιώνια ώρα)
στην άγια εντολή Σου να σταθώ

ανύσταχτος, στην άκρη γινώμενος
αγρύπνια μιαν απέραντη ματιά,
σαν ο Ιησούς Χριστός Εσταυρωμένος,
σαν οι Άγιοι Παίδες μέσα στη φωτιά!

Κική Δημουλά

Το τοπίο ομαλά κυλάει απ’ τις γύρω κορφές
κι εκβάλλει στο παράθυρό μου.
Οι πιο ψηλές κορφές ων πεύκων εξέχουν
κι είναι σαν τα παιδιά που παίρνουνε στον ώμο
στις παρελάσεις για να βλέπουν:
Η Παναγιά η Ελευθερώτρια
τραβάει κουπί μέσα στην πάχνη,
κι η καμπάνα ξεχνάει να πει άφες αυτοίς.
Τα πουλιά ωραία σκορπίζονται
στην απλή των φτερών τους θρησκεία,
κι ο Υμηττός στο μισομπλέ μυστικισμό του
απωθεί την χωμένη στα πόδια του
Μαγδαληνή ομίχλη.

Ζωή Καρέλλη “H στενή πύλη”

Μακριά δεν είναι η εκκλησία, όπου
η θεοσεβής μητέρα μου πήγαινε τακτικά,
στη Γοργοεπήκοο ή την ελπιδοφόρο Δεξιά.

Παλιά κι άλλη εκκλησία, γλυκειά η Γρηγορήτρα
«η Παναγούδα» ως την αποκαλούσαν
η μάμμη, η προμάμμη, όλες γυναίκες
φιλόθρησκες, σεμνές και σοβαρές,
στέκονταν στα στασίδια και προσεύχονταν
τις κατανυκτικές τους επικλήσεις,
αγνές, συνεσταλμένες έψαλλαν
παρακλήσεις μικρές και τις μεγάλες
δεήσεις, αγιασμούς και ωραία τροπάρια,
στις αγρυπνίες ολονύκτιες κι άνοιγαν
τα κλεισμένα παρεκκλήσια για ευχαριστίες,
υπέρ υγείας αγαπημένων προσώπων,
όταν ασθενούσαν, και διάβαζαν ευχές.

Κι όταν υπέφεραν, προσέτρεχαν, επιμελώς,
εκοίταζαν και μάθαιναν τη σοβαρότητα
της μορφής Σου, Υπεραγία, «των θλιβόμενων η χαρά»,
διδάσκονταν την εγκαρτέρηση της έκφρασής Σου,
την οδυνηρή χαρά. Τώρα, Σεπτή, είναι
μεγάλη η επιβουλή και η ευλάβεια μικρή
κι η πίστη παίρνει άλλη δύναμη.

                     2002 _Δεκαπενταύγουστος
Κατακαλόκαιρο στην Αθήνα. Η ζέστη έχει φτάσει στο απροχώρητο, η καθημερινότητα κάνει τη ζωή να μοιάζει αβάσταχτη. Όλοι αναζητούν τη φυγή, ψάχνουν ένα θαύμα, κάτι που θα αλλάξει τη ζωή τους. Στο κέντρο της πόλης, μια τριώροφη πολυκατοικία. Τρία διαμερίσματα, τρεις παράλληλες ιστορίες. Τρεις διαφορετικές απόψεις της καθημερινής ζωής. Όλοι έχουν ένα κοινό, προσεύχονται για ένα «θαύμα» που θα αλλάξει τη ζωή τους.

Ένας 17χρονος διαρρήκτης εισβάλλει στα άδεια διαμερίσματά τους, μαθαίνει τη σκοτεινή πλευρά τους, τις κρυφές επιθυμίες τους, παραβιάζει τα μυστικά τους...

Με την «Άκρη της πόλης» του Κ. Γιάνναρη άρχισε να διακρίνεται η διαφορετικότητα, το ανήσυχο βλέμμα του, η οργισμένη του διάθεση να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά του ελληνικού κινηματογράφου.
Αφού τα καταφέρει, τώρα μεταμορφώνεται σε θαυματοποιό και ψάχνει να βρει τη χαμένη σημασία της πίστης και της ανάγκης για λύτρωση. Σκιαγραφεί χαρακτήρες με κρυφές επιθυμίες και ανεκπλήρωτους πόθους. Μια γυναίκα που θέλει να έχει ένα παιδί και δεν μπορεί. Μια μάνα, προσωποποίηση της απόλυτης θυσίας, ένας πατέρας στήριγμα της οικογένειας. Όλοι τόσο διαφορετικοί, αλλά και τόσο ίδιοι μεταξύ τους, ψάχνουν να βρουν την ελπίδα, να πιαστούν από κάπου για να βρουν τη λύτρωση.

Με τον «Δεκαπενταύγουστο» ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης βάζει τη σφραγίδα του σε μια από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες των τελευταίων χρόνων. Καταφέρνει να φτιάξει μια ταινία με τέλεια αισθητική, χωρίς να κουράζει και να φλυαρεί χωρίς λόγο. Είναι το ίδιο τρυφερός όσο είναι και σκληρός. Ετσι η ταινία του ισορροπεί αρμονικά ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο μεταφυσικό. Ισως γιατί τα θαύματα που μας συμβαίνουν στη ζωή μας, πολλές φορές έρχονται με έναν πολύ σκληρό τρόπο. Πώς μπορεί το «θείο» να ανατρέψει την καθημερινότητά μας και να μας φέρει σε μια αλλαγή πάνω σ' αυτά που πιστεύουμε.

Αν δεν υπάρχει ελπίδα και πίστη στο μικρό «θεό» που κρύβουμε όλοι μέσα μας, σίγουρα δεν μπορεί να υπάρξει και συνέχεια.

Ελληνική παραγωγή 2001.
Σενάριο - σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Γιάνναρης.
Πρωταγωνιστούν: Ελένη Καστάνη, Ακύλας Καραζήσης, Αμαλία Μουτούση, Αιμίλιος Χειλάκης, Θεοδώρα Τζήμου, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Κώστας Κοτσιανίδης, Στάθης Παπαδόπουλος.