«Στον χορό, τα όρια ανάμεσα στο σώμα και την ψυχή έχουν σβηστεί. Το σώμα κινείται πνευματικά και το πνεύμα σωματικά».
Koos van der Leeuw, Ολλανδός συγγραφέας (1893-1934)
Γράφει η \\ Εύη Κοντόρα Β' Αντιπρόεδρος της ΟΓΕ
O Ζορμπάς έμεινε με μισάνοιχτο στόμα∙ πολεμούσε να
καταλάβει, δεν τολμούσε να πιστέψει τόση ευτυχία. Άξαφνα μπήκε στο νόημα∙
χύθηκε απάνω μου, με άρπαξε από τον ώμο.
– Χορεύεις; με ρώτησε με λαχτάρα∙ χορεύεις;
-Όχι.
-Όχι ; !
Κρέμασε τα χέρια κατάπληχτος.
– Καλά, είπε σε λίγο τότε να χορέψω εγώ, αφεντικό. Στάσου
πιο πέρα, να μη σε αναποδογυρίσω. Χάι! Χάι!
Έδωκε ένα σάλτο, πετάχτηκε
έξω από την παράγκα, πέταξε τα παπούτσια του, το σακάκι, το γιλέκο, ανασήκωσε
τα πανταλόνια ως τα γόνατα, άρχισε να χορεύει. Το μούτρο του, μουντζαλωμένο
ακόμα από το κάρβουνο, ήταν κατασκότεινο∙ τα μάτια του γυάλιζαν κάτασπρα.
Χύθηκε στο χορό, χτυπούσε τα παλαμάκια, πηδούσε, στρουφογύριζε στον αγέρα, έπεφτε κάτω με λυγισμένα γόνατα κι αντιπηδούσε ανάερα καθιστός, σα λάστιχο. Άξαφνα τινάζουνταν πάλι αψηλά στον αγέρα, σα να το ’χε βάλει πείσμα να νικήσει τους μεγάλους νόμους, να κάνει φτερά και να φύγει. Ένιωθες μέσα στο σαρακοφαγωμένο αυτό ταγαριασμένο κορμί την ψυχή να μάχεται να συνεπάρει τη σάρκα και να χυθεί μαζί της, αστροβολίδα, μέσα στο σκοτάδι. Τίναζε η ψυχή το κορμί, μα αυτό έπεφτε, δε βαστούσε πολλή ώρα στον αγέρα, το ξανατίναζε, ανήλεη, λίγο τώρα πιο αψηλά, μα πάλι το έρμο ξανάπεφτε αγκομαχώντας.
Ο Ζορμπάς μάζευε τα φρύδια, το πρόσωπό του είχε πάρει ανησυχαστικιά σοβαρότητα∙ δε σκλήριζε πια ∙ με σφιγμένα τα δόντια ο Ζορμπάς μάχουνταν να φτάσει το αδύνατο.
-Ζορμπά, Ζορμπά, φώναζα ∙
φτάνει!
Φοβόμουν μην ξαφνικά από την τόση φόρα δε βαστάξει το γέρικο κορμί του και
σκορπίσει στον αγέρα θρύμματα.
Φώναζα, μα πού ν’ ακούσει ο Ζορμπάς τις φωνές του χωμάτου∙ το σπλάχνο του είχε
γίνει σαν τού πουλιού. […]
-Ζορμπά, Ζορμπά, φώναζα∙ φτάνει!
Ο Ζορμπάς κουκούβισε στο χώμα, λαχανιασμένος. Το πρόσωπό του έλαμπε ευτυχισμένο. Τα γκρίζα μαλλιά του είχαν κολλήσει στο κούτελό του κι ο ιδρώτας κουρνέλιαζε στα μάγουλά του και στο πηγούνι, ανακατεμένος με κάρβουνο.
Έσκυψα απάνω του ανήσυχος.
-Αλάφρωσα, είπε σε λίγο ∙
σα να μου πήραν αίμα. Τώρα μπορώ να μιλήσω.
Μπήκε μέσα στην παράγκα,
ανακάθισε μπροστά από το μαγκάλι, κι έλαμπε το πρόσωπό του.
– Τι σ’ έπιασε κι άρχισες
το χορό;
– Τι ήθελες να κάμω,
αφεντικό; Πλαντούσα από την πολλή χαρά μου ∙ έπρεπε να ξεσκάσω. Και πώς μπορεί
να ξεσκάσει ένας άνθρωπος; Με τα λόγια; Πφφ! […]
Με κοίταξε, μου ’κλεισε το μάτι:
– Γιατί δε γελάς; ρώτησε. Τι με κοιτάς έτσι; Τέτοιο είναι το σκαρί μου. Ένας διάολος είναι μέσα μου και φωνάζει, και κάνω ό,τι μου πει. Κάθε που πάω να πλαντάξω, μου φωνάζει: «Χόρεψε!» και χορεύω. Ξεπλαντάζω. Μια φορά που πέθανε το παιδί μου, ο Δημητράκης μου, στη Χαλκιδική, έτσι σηκώθηκα πάλι και χόρεψα. Οι συγγενείς κι οι φίλοι που με θωρούσαν να χορεύω μπροστά από το λείψανο, χύθηκαν να με πιάσουν. «Τρελάθηκε ο Ζορμπάς, φώναξαν, τρελάθηκε ο Ζορμπάς» Μα εγώ, τη στιγμή εκείνη, αν δε χόρευα, θα τρελαίνουμουν από τον πόνο. Γιατί ’ταν ο πρώτος μου γιός κι ήταν τριών χρόνων και δεν μπορούσα να βαστάξω το χαμό του. Κατάλαβες τι σου λέω, αφεντικό, ή μιλώ του αγέρα;
-Κατάλαβα, Ζορμπά, κατάλαβα ∙ δε μιλάς του αγέρα.
Μιαν άλλη πάλι φορά ήμουνα στη Ρουσία∙ γιατί πήγα κι εκεί πέρα ακόμα, πάλι για μεταλλεία ∙ για χαλκό, κοντά στο Νοβορωσίσκι. Είχα μάθει πέντ’ έξι ρούσικες λέξεις, όσες μου χρειάζουνταν στη δουλειά μου: «Όχι, ναι, ψωμί, νερό, σε αγαπώ, έλα, πόσο;» Μα να που έπιασα φιλίες μ’ ένα Ρούσο, φοβερό μπολσεβίκο. Στρωνόμαστε το λοιπόν κάθε βράδυ σε μιαν ταβέρνα στο λιμάνι και κατεβάζαμε κάμποσα καραφάκια βότκα. Ερχόμασταν στο κέφι. Κι ως ερχόμασταν στο κέφι, άνοιγε η καρδιά μας ∙ αυτός ήθελε να μου στορήσει, χαρτί και καλαμάρι, τα όσα είδε κι έπαθε στη ρούσικη Επανάσταση, κι εγώ πάλι να του ξεμυστηρευτώ το βίο και την πολιτεία μου ∙ μεθύσαμε, βλέπεις, κι είχαμε γίνει αδέρφια.
Με χερονομίες, τσάτρα πάτρα, συνεννοηθήκαμε ∙ αυτός θ’ άρχιζε πρώτος να μιλάει ∙ όταν πια δε θα καταλάβαινα, θα του φώναζα: «Στοπ!» ∙ θα σηκώνουνταν τότε να χορέψει ∙ να χορέψει ό,τι ήθελε να μου πει. Το ίδιο κι εγώ. Ό,τι δεν μπορούσαμε να πούμε με το στόμα, θα το λέγαμε με τα πόδια, με τα χέρια, με την κοιλιά ή με άγριες κραξιές: «Χάι-χάι! Χόπλα! Βίρα!» […]
Άργησα να κλείσω μάτι. Χαμένη η ζωή μου, συλλογίζουμουν ∙ να μπορούσα να ’πιανα ένα σφουγγάρι, να τα σβήσω όλα όσα διάβασα, όσα είδα κι άκουσα, να μπω στο σκολειό του Ζορμπά και ν’ αρχίσω τη μεγάλη, την αληθινή αλφαβήτα! Πόσο διαφορετικιά στράτα θα ’παιρνα! Θα γύμναζα τέλεια τις πέντε μου αίστησες, το δέρμα μου αλάκερο, να χαίρεται και να καταλαβαίνει, θα μάθαινα να τρέχω, να παλεύω, να κολυμπώ, να χιμώ καβάλα, να κάνω κουπί, να οδηγώ αυτοκίνητο, να ρίχνω τουφέκι, θα γέμιζα σάρκα την ψυχή μου ∙ θα γέμιζα ψυχή τη σάρκα μου ∙ θα φίλιωνα μέσα μου, επιτέλους, τους δυο προαιώνιους ετούτους οχτρούς …
Ανακαθιστός στο στρώμα μου, αναθίβανα τη ζωή μου που πήγαινε χαμένη. Από την ανοιχτή πόρτα διάκρινα θαμπά μέσα στην αστροφεγγιά το Ζορμπά να κάθεται κουκουβιστός σ’ ένα βράχο, σαν όρνιο νυχτερινό, και να κοιτάζει τη θάλασσα, και τον ζήλευα. «Αυτός βρήκε την αλήθεια, συλλογίζουμουν, αυτός είναι ο δρόμος!»
Νίκος
Καζαντζάκης,
Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, απόσπασμα
Η τέχνη του χορού
«Η πιο αληθινή έκφραση ενός λαού είναι στον χορό και τη μουσική τον. Τα σώματα δεν λένε ποτέ ψέματα» Agnes de Mille (Αμερικανίδα χορεύτρια και χορογράφος, 1905 -1993).
Χορός... μια έντονη και παθιασμένη μορφή τέχνης, πολύ πιθανόν παρούσα σε όλους τους ανθρώπινους πολιτισμούς. Έχει τις ρίζες της στο πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα. Στους χορούς απεικονίζονταν φυσικά φαινόμενα, σκηνές από το κυνήγι και τον πόλεμο, η εξέλιξη της διαδικασίας διαφόρων εργασιών κ.λπ. Διαδεδομένοι ήταν και οι θρησκευτικοί χοροί.
Ο χορός θεωρείται η πιο πρώιμη μορφή τέχνης. Ως εκ της δυσκολίας τεκμηρίωσής της, υπάρχουν ελάχιστα αρχεία χορευτικών κινήσεων. Ευτυχώς, οι καλλιτέχνες διαχρονικά έχουν απεικονίσει χορευτές σε τοίχους σπηλαίων, αγγεία, ταπισερί, μάρμαρο, περγαμηνή, καμβά και, πιο πρόσφατα, σε οθόνες υπολογιστών.
Μέσω του χορού προβάλλονται οι σκέψεις και τα αισθήματα του ανθρώπου σε καλλιτεχνικές εικόνες, που αναβλύζουν από τη ρυθμικά οργανωμένη διαδοχή στις θέσεις που με καθορισμένο σύστημα παίρνει το ανθρώπινο σώμα. Στην πορεία της ανάπτυξής του ο χορός εξελισσόταν σε όλο και πιο σύνθετες φόρμες. Με όλο και μεγαλύτερη πληρότητα αντικαθρέφτιζε κάθε τι που είναι χαρακτηριστικό στον φυσικό περίγυρο. Σιγά σιγά πλουτιζόταν τόσο στο ιδεολογικό όσο και στο συγκινησιακό περιεχόμενό του.
Η τέχνη του χορού εξευγενίζει και εξυψώνει το ανθρώπινο σώμα ως την καλλιτεχνικά πλαστική τελειότητα. Στο χορό η συγκινησιακή πληρότητα και η εκφραστικότητα που έχει η διαδοχή της φόρμας και των ρυθμών, καθώς κινείται το σώμα, συνταιριάζονται με την πλαστική ομορφιά της εικόνας «άνθρωπος» και την αποκαλύπτουν.
Με
το πέρασμα του χρόνου πρόβαλαν και διαμορφώθηκαν αρκετά είδη χορού. Όλα αυτά
έχουν την πηγή της στον πιο παλιό - το λαϊκό χορό.
Ο
επαγγελματικός χορός είναι καλλιτεχνικό θέαμα -πηγή που προσφέρει αισθητική
συγκίνηση στο θεατή. Ωστόσο, αυτό δεν τον εμποδίζει να δίνει χαρά και στον
εκτελεστή της, άλλωστε και ο λαϊκός χορός μπορεί να είναι εξαίρετο καλλιτεχνικό
θέαμα.
Ο
λαϊκός και ο επαγγελματικός χορός δεν έχουν αποσπαστεί ολότελα ο ένας από τον
άλλο, γιατί η λαϊκή ερασιτεχνική χορευτική τέχνη συχνά φτάνει στο επίπεδο της
επαγγελματικής τεχνικής και ο επαγγελματικός χορός χρησιμοποιεί πολλά στοιχεία
από τον λαϊκό.
Το μπαλέτο, ως είδος τέχνης, είναι ανώτερη φόρμα χορού που συνδυάζει διάφορους χορούς με παντομίμα, ενώ υπάρχει δραματική πλοκή. Ως ανεξάρτητο είδος πρωτοεμφανίστηκε το 18° αιώνα και έπειτα πήρε πλατιά διάδοση. Το μπαλέτο, με την πολυσύνθετη δραματουργική αφήγησή του και με τις ευλύγιστες εναλλαγές στις χορευτικές φόρμες και τους ρυθμούς, διαθέτει σημαντικές δυνατότητες για να προβάλλει τα ανθρώπινα βιώματα, γι’ αυτό και έφτασε να γίνει ένα από τα πιο σημαντικά επιτεύγματα της χορογραφικής τέχνης.
Διάσημα είναι τα εικαστικά έργα του Edgar Degas (1834 - 1917) που έχουν απεικονίσει τον κόσμο του μπαλέτου, κυρίως τις χορεύτριες, σε πολλές φάσεις της προετοιμασίας αλλά και της σκηνικής τους παρουσίας.
Στον κινηματογράφο, η πιο ενδιαφέρουσα προσέγγιση παραμένει για πολλούς η δημιουργία «Τα κόκκινα παπούτσια» των Άρτσερ (Πάουελ και Πρέσμπεργκερ) που, χωρίς αμφιβολία, γύρισαν μια από τις ωραιότερες ταινίες που έγιναν ποτέ. Σημαντικό επίτευγμα του νεορομαντικού βρετανικού κινήματος, η συγκεκριμένη ταινία υπήρξε από τις πρώτες που προσέγγισαν τον κλασικό χορό σοβαρά και υπεύθυνα. Για το λόγο αυτό αντιμετωπίστηκε ιδιαίτερα θετικά μέχρι και από τους αυστηρότερους κριτικούς μπαλέτου. Οι ερμηνευτές είναι επαγγελματίες χορευτές με υποκριτικές ικανότητες και όχι ηθοποιοί με στοιχειώδεις ή επαρκείς γνώσεις χορού. Οι τέσσερις πρωταγωνιστικοί ρόλοι καλύπτονται από διάσημους χορευτές της εποχής, που προέρχονταν από εξίσου διάσημους θιάσους, όπως και το σύνολο των χορευτών.
Η ταινία βασίζεται σ’ ένα παραμύθι του Άντερσεν, στο οποίο τα κόκκινα παπούτσια υποχρεώνουν το κορίτσι που τα φορά να χορεύει μέχρι τελικής πτώσης. Για τον κινηματογράφο του 1948, το γύρισμα μιας δεκαπεντάλεπτης σκηνής μπαλέτου με 53 χορευτές ήταν εγχείρημα επαναστατικό.
Η ταινία πραγματεύεται υπαρκτά και θεμελιώδη ζητήματα που διέπουν τη σχέση τέχνης και ζωής, «υψηλής» και μικρής τέχνης και διαδικασίας της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Σημαντική θέση στον προβληματισμό της ταινίας κατέχει και η άποψη που διατυπώνεται από τον διευθυντή των Μπαλέτων Λέρμοντοφ, ότι τέχνη και ζωή είναι δύο, παράλληλης πορείας, αντιθετικοί πόλοι.
Φημολογείται ότι ο Τζιν Κέλι, θέλοντας να πείσει τους παραγωγούς της ταινίας «Ένας Αμερικανός στο Παρίσι» να συμπεριλάβουν σε αυτήν και σκηνές μπαλέτου, τους έδειξε πολλές φορές τα «Κόκκινα Παπούτσια».
«Οι μεγάλοι χορευτές
δεν είναι μεγάλοι εξαιτίας της τεχνικής τους. Είναι μεγάλοι εξαιτίας τον πάθους
τους».
Μάρθα Γκράχαμ, Αμερικανίδα χορογράφος, 1894-1991
Ο χορός απαιτεί αφοσίωση και πολλά χρόνια εκπαίδευσης. Το ταλέντο, η τεχνική και η εκφραστικότητα είναι αλήθεια ότι ξεχωρίζουν σε κάθε ερμηνεία ενός χορευτή ή μιας χορεύτριας πάνω στη σκηνή, όμως εκείνο το ιδιαίτερο συναίσθημα που διακατέχει τον καλλιτέχνη και τον κάνει να μεταμορφώνεται, «να βγαίνει από τον εαυτό του... πιο μεγάλος, πιο όμορφος, πιο δυναμικός»3 και που ο Λόρκα το αποκαλούσε duende (δαιμόνιο) είναι κάτι ασύλληπτα μοναδικό.
Agnes De Mille
«Δεν ζεις για να
χορεύεις, χορεύεις επειδή ζεις...», έλεγε ο Αντόνιο Εστέδε Ροδένας (γνωστός ως Αντόνιο Γκάδες,
1936-2004), χορευτής που ξεχώριζε για την ανανεωτική ματιά του στη χορογραφία
του φλαμένκο. «Πολλές φορές ξεχνάμε
ότι ο χορός δεν είναι μια άσκηση, αλλά μια πνευματική κατάσταση, που εκφράζεται
μέσα από την κίνηση. Γι ’ αυτό
η ομάδα μου είναι εντελώς ανθρώπινη. Υπάρχουν σ’ αυτήν άνθρωποι χοντροί,
λεπτοί, ψηλοί, χωρίς μαλλιά, με μεγάλα στήθη, χωρίς στήθη δεν είναι χορευτές που αντιπροσωπεύουν ανθρώπους, αλλά άνθρωποι που χορεύουν. Ο χορός δεν είναι απλά τα βήματα και η χορογραφία, αλλά αυτό που βρίσκεται ανάμεσα σε αυτά τα δύο.»
«Όταν αρχίζω να
χορεύω τα ξεχνάω όλα, είναι κάπως σαν να εξαφανίζομαι. Σα να καίει μια φωτιά
μέσα στο σώμα μου, νιώθω να πετάω σαν τα πουλιά, κάτι σαν ηλεκτρισμό...»
____Από
την ταινία του Stephen Daldry -2000,
Billy Elliot (ελλ. Γεννημένος χορευτής)
Ο μυθικός κόσμος του χορού αρκετά συχνά απεικονίστηκε, κινηματογραφήθηκε και έχει γίνει αντικείμενο λογοτεχνικών έργων με μια ρομαντική, λυρική, ακόμα και επική χροιά, ενώ τα υποκείμενά του (οι χορευτές και οι χορεύτριες) συνήθως καλύπτονται από ένα αδιαφανές πέπλο, που πίσω του κρύβει μια σκληρή πραγματικότητα. Οι επαγγελματίες χορευτές πρέπει να προπονούνται, να τρέφονται, να αναρρώνουν και να φροντίζουν το σώμα τους σα να έκαναν πρωταθλητισμό με σκοπό να πάρουν μέρος σε ολυμπιακούς αγώνες, αφού η καριέ- ρα τους εξαρτάται από το σώμα τους - τη δύναμη, την ευελιξία, την αντοχή και τις ικανότητές τους. Οφείλουν να παλεύουν διαρκώς με τις αλλαγές της διάθεσής τους, με την εξάντληση, με τις συνέπειες της αποτυχίας αλλά και της επιτυχίας τους...
«Πρέπει να αγαπάς τον
χορό για να τον υπομένεις. Δεν σου
δίνει τίποτα πίσω, ούτε χειρόγραφα να αποθηκεύσεις, ούτε πίνακες για να δείξεις στους τοίχους ή να κρεμάσεις σε μουσεία, ούτε ποιήματα που
μπορούν να τυπωθούν και να πουληθούν, τίποτε άλλο πέρα από εκείνη τη φευγαλέα στιγμή που
νιώθεις ζωντανός...»
Merce Cunningham, 1919-2009,
χορευτής και χορογράφος
σύγχρονου χορού
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ __Τα βήματα τον χορού
«Τα τρία πιο όμορφα θεάματα σ’ αυτόν τον κόσμο είναι ένα πλοίο με όλα τα πανιά του ανοιχτά, ένα άλογο που καλπάζει και μια γυναίκα που χορεύει...»
Ονορέ ντε Μπαλζάκ. Γάλλος συγγραφέας (1799-1850)
Συζητάμε με τέσσερις νέες γυναίκες, χορεύτριες, την Ελπίδα Ντινοπούλου, 24χρονών, και τις Μίρκα Παλαβού -Χέσπερ, Ραχήλ Ρυμενίδη, Ηλεκτρα Σούλιου, 20 ετών, που, χωρίς φόβο (αλλά με πολύ πάθος!), δέχτηκαν, με βάση την εμπειρία τους, να φωτίσουν ορισμένες πλευρές της τέχνης του χορού με την οποία ασχολούνται
Η Ελπίδα, είναι απόφοιτη της επαγγελματικής σχολής Ραλλού Μάνου και εργαζόμενη, η Ηλέκτρα, είναι σπουδάστρια στην επαγγελματική σχολή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η Μίρκα, σπουδάστρια στην επαγγελματική σχολή Ακτίνα και η Ραχήλ, σπουδάστρια Ιδιωτικής Σχολής Χορού. Τέσσερα διαφορετικά νέα κορίτσια με συγκλίνουσες διαδρομές.
Ποιο ήταν το σημείο
εκκίνησης για την καθεμιά σας;
Πώς συνέβη ν' ασχοληθείτε με τον χορό;
ΗΛΕΚΤΡΑ: Ξεκίνησα στην ηλικία των τεσσάρων. Αρχικά, το ζήτησα από τους γονείς μου, επειδή ένα κορίτσι στον παιδικό σταθμό έκανε αντίστοιχα μαθήματα. Ήμουν πολύ ντροπαλό παιδάκι κι εκείνοι σκάφτηκαν ότι ο χορός θα με βοηθούσε να γίνω πιο κοινωνική και εξωστρεφής και να αποκτήσω αυτοπεποίθηση. Με έγραψαν σε μία ιδιωτική σχολή στην περιοχή των Εξαρχείων. Όμως, στην ηλικία των 9, ήδη επιθυμούσα να συνεχίσω. Έδωσα εξετάσεις και πέρασα στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης. Σπούδασα στο φυτώριο μέχρι τα 18 μου και, ταυτόχρονα, φοίτησα στο Καλλιτεχνικό σχολείο Γέρακα (γυμνάσιο-λύκειο) στην κατεύθυνση χορού. Τώρα σπουδάζω στην επαγγελματική σχολή χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ύστερα από επίπονες εξετάσεις. Αλλά είμαι και φοιτήτρια του τμήματος θεατρολογίας (ΕΚΠΑ), με στόχο την καλύτερη και πιο εμπλουτισμένη εξυπηρέτηση της τέχνης που έχω διαλέξει, του χορού.
ΜΙΡΚΑ: Ξεκίνησα χορό αρκετά νωρίς, στα τέσσερα. Οι γονείς μου ήθελαν να με φέρουν σε επαφή με τον πολιτισμό και τον χορό από μικρή ηλικία. Με πήγαν σε μία ερασιτεχνική ιδιωτική σχολή κοντά στην περιοχή μας. Οι δημοτικές σχολές χορού είναι ελάχιστες και στον δικό μου δήμο δεν είχαμε. Τώρα σπουδάζω σε Ανώτερη Ιδιωτική Σχολή Χορού και, παράλληλα, στο Πολυτεχνείο, στο τμήμα χημικών μηχανικών.
ΡΑΧΗΛ: Η προσωπική μου εμπειρία ξεκίνησε σε σχετικά μεγάλη ηλικία, κοντά στα δεκατρία. Η επιλογή ήταν ξεκάθαρα δική μου - από μικρή είχα πάθος για την κίνηση. Δημόσιες σχολές χορού στον Βόλο δεν υπάρχουν, ξεκίνησα λοιπόν σε μια ιδιωτική. Από τότε κατάλαβα ότι ήθελα να ασχοληθώ με το επάγγελμά του χορού, αλλά το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον μου αμφισβητούσε αυτή την επιλογή, λόγω της ανασφάλειας που προκαλεί η επαγγελματική πορεία μιας χορεύτριας - πόσο μάλλον στην Ελλάδα (όπου δεν υπάρχει δημόσιο πανεπιστήμιο που να παρέχει πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης). Γι’ αυτό τον λόγο φοιτώ και στο τμήμα θεάτρου του ΑΠΘ.
ΕΛΠΙΔΑ: Ξεκίνησα τον κλασικό χορό στα τέσσερα και συνέχισα μέχρι τα οκτώ. Τότε διέκοψα και ξεκίνησα πάλι στα δεκαοκτώ με σύγχρονο και, στη συνέχεια, με μπαλέτο για χόμπι, επειδή ήθελα να επανασυνδεθώ με την αγαπημένη μου τέχνη. Από τη δασκάλα που είχα στην ερασιτεχνική ιδιωτική σχολή ενημερώθηκα ότι μπορώ να σπουδάσω και έτσι πήρα την απόφαση να ασχοληθώ αποκλειστικά με αυτό. Μετά από ένα χρόνο προετοιμασίας, πέρασα στην ανώτερη επαγγελματική σχολή χορού Μοραγεμου (πρώην Ραλλού Μάνου) από όπου αποφοίτησα τον προηγούμενο Ιούνιο.
Ποια είναι, κατά τη
γνώμη σας
για τις μικρές ηλικίες τα οφέλη του χορού;
ΗΛΕΚΤΡΑ: Η αλήθεια είναι ότι ο χορός, όσον αφορά τα παιδιά, παρέχει πολλά περισσότερα από σωματικά οφέλη. Γι’ αυτό και πολλοί νέοι γονείς, μαμάδες κυρίως, τον επιλέγουν για τα παιδιά τους, τον εντάσσουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες. Ως μορφή τέχνης, ο χορός ωφελεί σημαντικό κατά το στάδιο της ανάπτυξης τα παιδιά, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικό.
ΕΛΠΙΔΑ: Ο χορός μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη της σωματικής διάπλασης και της ευκινησίας αφού είναι μια άσκηση που απαιτεί τη συμμετοχή σχεδόν όλων των μυών του σώματος. Μπορεί να Βελτιώσει τον συντονισμό, την ισορροπία και τη δύναμη. Ενισχύει τη δημιουργικότητα και τη μνήμη, προωθεί τη συνεργασία, την ομαδική δουλειά και την κοινωνικοποίηση. Είναι πολλοί οι λόγοι που οι γονείς τον επιλέγουν ως εξωσχολική δραστηριότητα αλλά τα παιδιά, μεγαλώνοντας, αρχίζουν να τον απολαμβάνουν ακόμη περισσότερο.
ΡΑΧΗΛ: Είναι επίσης μια μορφή ψυχαγωγίας που απαλύνει το στρες και ανεβάζει τη διάθεση, για αυτό και, στο ερασιτεχνικό κομμάτι του, είναι επιλογή και πολλών ενηλίκων. Προωθεί τον πιο ποιοτικό ύπνο, συμβάλλει στην τόνωση της αυτοεκτίμησης. Είναι πολλά τα είδη του χορού και κάθε ένα αποφέρει οφέλη. Παραδοσιακά, ένα από τα πιο γνωστά στιλ χορού για τα παιδιά είναι το μπαλέτο, συνήθως για τα κορίτσια, αλλά τα τελευταία χρόνια σπάει σιγά σιγά αυτό το στερεότυπο. Ιδανικά, θα έπρεπε γονείς και εκπαιδευτικοί να συμβάλλουν ώστε, από τον παιδικό σταθμό, το κάθε παιδί να επιλέξει το είδος χορού που του αρέσει.
ΜΙΡΚΑ: Είναι σημαντικό για τα παιδιά να έρχονται από πολύ νωρίς σε επαφή με τον χορό. Να τα Βοηθάμε να προχωρούν στο είδος που επιθυμούν. Μέσω αυτής της ενασχόλησης, τους μεταδίδονται οι αξίες της υπομονής και της επιμονής, δοκιμάζουν νέες δραστηριότητες, κοινωνικοποιούνται, κάνουν καινούργιους φίλους, Βιώνουν νέες εμπειρίες.
Πέρα από τα οφέλη του στα παιδιά, ο χορός αποτελεί μία από τις σημαντικότερες τέχνες. Ποιους δρόμους και τρόπους έκφρασης μπορεί να ακολουθήσει μια νέα κοπέλα μέσα από το χορό; Αν αποκαλυφθεί ένα ταλέντο και αποφασίσει να ασχοληθεί επαγγελματικά, τι προοπτικές υπάρχουν και τι δυσκολίες συναντά;
ΕΛΠΙΔΑ: Στα πρώτα χρόνια ερασιτεχνικής ενασχόλησης με τον κλασικό χορό (μπαλέτο) η μέση ελληνική οικογένεια αντιλαμβάνεται τη διαδικασία αυτή ως χόμπι, μια χρήσιμη ψυχαγωγικά άσκηση για το κορίτσι τους (και, συνήθως, όχι για τον γιο τους - αντίληψη που περνάει και στα παιδιά). Δυστυχώς, δεν υπάρχει σωστή και πλήρης ενημέρωση για τις σπουδές στο χορό, με αποτέλεσμα να έχει παγιωθεί σε μεγάλο βαθμό η αντίληψη ότι η ενασχόληση με τον κλασικό χορό μένει μόνο στο ερασιτεχνικό επίπεδο. Άλλωστε, ως μορφή τέχνης είναι προσβάσιμη κυρίως απ' την οικονομική ελίτ. Είναι ακριβή και απαιτητική η εκπαίδευση και δύσκολη η επαγγελματική πορεία, άρα είναι δυσπρόσιτη στην λαϊκή οικογένεια. Έτσι, βλέπουμε πολλές κοπέλες να σταματάνε τα μαθήματα χορού, ιδιαίτερα στα χρόνια του λυκείου. Όμως, όσο πιο ουσιαστικά και Βαθιά γνωρίζεσαι με τον χορό, αυτή η μορφή τέχνης μετατρέπεται σε αγάπη, μοιράζει χαρά και γίνεται ανάγκη, με αποτέλεσμα, όσο περνάει ο καιρός, να σκέφτεσαι ότι θέλεις να ασχοληθείς επαγγελματικά. Τότε απαιτείται πολύ μεγαλύτερη αφοσίωση, προσπάθεια, χρόνος. Αλλά το βασικότερο είναι πως τα έξοδα αυξάνονται σημαντικά, τόσο για τα μαθήματα, την ανώτερη εκπαίδευση, όσο και για τα "αναλώσιμα” (παπούτσια, ρούχα χορού κ.λπ ). Εννοείται πως, όταν καταφέρει μία χορεύτρια να μπει σε οποιαδήποτε ιδιωτική επαγγελματική σχολή χορού, οι σπουδές γίνονται ακόμα πιο σκληρές και δαπανηρές. Οι ώρες που περνάμε στη σχολή είναι κατά μέσο όρο 5-6 κάθε μέρα και τα δίδακτρα μπορούν να φτάσουν ακόμα και τα 350€ το μήνα.
ΗΛΕΚΤΡΑ: Εγώ, για παράδειγμα, πιστεύω πως, εάν συνέχιζα σε μία ιδιωτική σχολή, μπορεί να είχα σταματήσει τον χορό λόγω αδυναμίας της οικογένειάς μου να πληρώνει τόσα χρόνια δίδακτρα, παρόλο που στηρίζουν την επιλογή μου να ακολουθήσω αυτό το δύσκολο και ταυτόχρονα μαγικό ταξίδι.
ΜΙΡΚΑ: Κι εγώ θα ήθελα να προσθέσω ότι, ναι μεν οι γονείς μου ήταν πάντα υποστηρικτικοί στο να κάνω χορό, αλλά με την προϋπόθεση να έχω και μια πανεπιστημιακή σχολή παράλληλα. Καταλαβαίνω την ανησυχία τους και η αλήθεια είναι πως, αν κάτι γίνει, θέλω να έχω μια «εναλλακτική» που να μπορώ να ακολουθήσω και να έχω επαγγελματική αποκατάσταση. ΕΛΠΙΔΑ: Είναι γεγονός αυτό. Παρόλο που έχω δουλέψει ως χορεύτρια (σε παιδικές χριστουγεννιάτικες παραστάσεις, στο χώρο του σύγχρονου χορού στην παράσταση «Poeticsofspace» των DieWolkeArtGroup, διδασκαλία μουσικοκινητικής αγωγής στο summer camp του νηπιαγωγείου της Ελληνογερμανικης Αγωγής), όπως πάρα πολλοί χορευτές, χρειάζεται να κάνω και δεύτερο επάγγελμα για να βιοποριστώ. Εργάζομαι ως ανιματέρ σε παιδικά πάρτι και εκδηλώσεις κι έχω μια μικρή επιχείρηση με χειροποίητα κοσμήματα. Εξάλλου, κατά καιρούς, κυρίως στη διάρκεια του πρώτου και δεύτερου έτους των σπουδών μου, δούλευα και στο χώρο των πωλήσεων, γιατί υπάρχουν πρόσθετα έξοδα (έξτρα σεμινάρια, διαγωνισμοί, παραστάσεις κ.λπ.). Αν και, θεωρητικά, δεν είναι υποχρεωτικά, βοηθάνε στο να υπάρξει περισσότερη εμπειρία στο αντικείμενο και να χτιστεί ένα πλουσιότερο βιογραφικό που θα στηρίξει την επαγγελματική εξέλιξη.
Επομένως, είναι ξεκάθαρο πως το ταλέντο και η προσπάθεια δεν είναι οι μοναδικές προϋποθέσεις για την επιτυχία. Το κοινωνικό περιβάλλον μπορεί να αναδείξει, να εμπλουτίσει ή, αντίστροφα, να αποδυναμώσει, να διαστρεβλώσει την όποια κλίση μπορεί να έχει ένας δυνάμει καλλιτέχνης, αφού η οικονομική κατάσταση της οικογένειας της φοιτήτριας χορού παίζει δυστυχώς κρίσιμο ρόλο. Ένας μεγάλος αριθμός φοιτητριών δουλεύει παράλληλα με τη σχολή, ώστε να αντεπεξέλθει στα έξοδα των σπουδών, πράγμα εξαντλητικό για το σώμα. Σωματικά και πνευματικά οι σπουδές είναι πολύ απαιτητικές. Το θετικό είναι πως υπάρχουν πλέον πολλοί τομείς που αφορούν την τέχνη αυτή. Εκτός από τα επαγγέλματα της χορεύτριας και της δασκάλας, υπάρχει η επιλογή να ασχοληθεί κανείς με τη χορογραφία, τη χοροθεραπεία, την επιμέλεια κίνησης στο θέατρο ή, ακόμα, και τη θεωρητική και ιστορική μελέτη του χορού. Και σε πολλούς ακόμα κλάδους που, όμως, απαιτούν και αυτοί περαιτέρω ιδιωτικές σπουδές.
Στο χορό η εκπαίδευση γίνεται σε
ατομικό, αλλά και σε ομαδικό επίπεδο.
Πώς η διαδικασία αυτή (συγκεκριμένο πρόγραμμα και
σκληρή δουλειά με τη συνεργασία και εποπτεία της/του χοροδιδασκάλου]
διαμορφώνει τους χορευτές, ως επαγγελματίες και ως καλλιτέχνες γενικότερα;
ΗΛΕΚΤΡΑ: Τις περισσότερες φορές οι επαγγελματίες χορευτές ξεκινούν να παρακολουθούν μαθήματα χορού από πολύ μικρή ηλικία (4-5 ετών). Σε αυτή την περίπτωση ο/η δάσκαλος/α έχει μεγάλη ευθύνη, όχι μόνο να διδάξει την τέχνη του χορού στα παιδιά, αλλά να τους περάσει επίσης αξίες (π.χ. πειθαρχία, αλληλοσεβασμό, επιμονή, υπομονή), συμβάλλοντας έτσι στην κοινωνικοποίηση και την καλλιέργεια της προσωπικότητας τους. Είναι αναγκαίο να υπάρχει μεταξύ τους εμπιστοσύνη, μια ξεχωριστή σχέση, σπάνια πια στην εποχή της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης και της τέχνης, που υπονομεύεται συνεχώς. Οι μαθητές, πλέον, αντιμετωπίζονται ως πελάτες με αποτέλεσμα πολλές σχολές χορού να αναδεικνύουν μαθητές περισσότερο Βάσει οικονομικών κριτηρίων παρά ταλέντου. Έτσι, καλλιεργείται πολύ έντονα το κλίμα του ανταγωνισμού.
ΜΙΡΚΑ: Όπως σε όλες τις άλλες τέχνες, πρέπει μέσα από το χορό, ως επαγγελματίες και εργαζόμενες, να φωτίζουμε κοινωνικά προβλήματα και κοινωνικές αδικίες. 0 καλλιτέχνης και με το έργο του οφείλει να παίρνει θέση. Στοιχισμένη με τις αξίες του εκμεταλλευτικού συστήματος, η σύγχρονη τέχνη καλλιεργεί τον ατομικισμό και τον ανταγωνισμό. Η αποτυχία σου, επιτυχία μου.
Μήνες πριν, το σύνολο των καλλιτεχνικών σωματείων (και οι σπουδαστές χορού) αγωνίζονταν ενάντια στην υποβάθμιση των σπουδών τους. Διεκδικούσαν επαγγελματική αναγνώριση των πτυχίων τους, αξιοπρεπή εκπαίδευση, εργασία με δικαιώματα. Τι απαιτείται σήμερα ώστε ν' ανοίξει ο δρόμος για την εκπαιδευτική. καλλιτεχνική και επαγγελματική ολοκλήρωση των νέων ανθρώπων που θέλουν ν' ασχοληθούν με το χορό;
ΜΙΡΚΑ: Πράγματι, στην αρχή της χρονιάς σύσσωμη η χορευτική κοινότητα, σπουδαστές, δάσκαλοι, εργαζόμενοι, κινητοποιηθήκαμε, βγήκαμε στους δρόμους, διεκδικώντας αιτήματα για τις σπουδές και τη δουλειά που δικαιούμαστε. Για μια Εκπαίδευση που μας αξίζει, αλλά και για όρους αμοιβής και εργασίας που να μας επιτρέπουν να ζούμε από την άσκηση της Τέχνης μας κι όχι να την έχουμε σαν πάρεργο. Παλεύουμε για ένα δημόσιο πανεπιστήμιο παραστατικών τεχνών, με τμήματα χορού, θεάτρου κλπ. Με ενιαίο πρόγραμμα σπουδών, με καλά καταρτισμένο επιστημονικό δυναμικό και τον απαραίτητο εξοπλισμό, για να μπορούμε να σπουδάζουμε την τέχνη μας δωρεάν, ολοκληρωμένα και σε Βάθος. Η Ανώτατη Καλλιτεχνική Εκπαίδευση είναι αναγκαίο να απλώνεται από την προσχολική αγωγή μέχρι και την ολοκλήρωση 12χρονης υποχρεωτικής σχολικής εκπαίδευσης. Σε αυτό το πλαίσιο, οι νέοι άνθρωποι δεν θα χρειάζεται να χώνουν Βαθιά το χέρι στην τσέπη για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και η φοίτηση δεν θα είναι υπόθεση μόνο αυτών που μπορούν να εξασφαλίσουν τα αντίστοιχα δίδακτρα. Ακόμα, θέλουμε μια τέχνη που να φέρνει τον κόσμο κοντά, τέχνη με περιεχόμενο, που έχει κάτι να πει. Και καλλιτέχνες που να παίρνουν θέση στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, να γίνουμε αγωνιστές και αγωνίστριες της ζωής, της κοινωνίας, της τέχνης
ΕΛΠΙΔΑ: Ήρθε ξανά στο προσκήνιο το αίτημα όλων των σωματείων, και των καλλιτεχνικών, για Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας παντού! Ξέρουμε καλά ότι οι διεκδικήσεις μας, τα σύγχρονα δικαιώματα μας, και ως επαγγελματίες χορεύτριες, απαιτούν σύγκρουση με την εμπορευματοποί- ηση του Πολιτισμού και της Εκπαίδευσης, με την ΕΕ του πλαισίου Προσόντων και των διαβαθμισμένων πτυχίων, σύγκρουση με τους επιχειρηματικούς κολοσσούς, τον καθένα ξεχωριστά και όλους μαζί, στον χώρο των Τεχνών, στον τομέα του χορού. Απαιτείται να ανοίξει ο δρόμος για μια άλλη κοινωνία όπου οι Τέχνες, η εκπαίδευση, ο καλλιτέχνης, δεν θα συνθλίβονται στις Συμπληγάδες της κερδοφορίας των μεγαλοεπιχειρηματιών.