ΓιώργοςΛάνθιμος έντεκα υποψηφιότητες για το “Poor Things” και σ΄ανώτερα!!. Πριν πέντε χρόνια είχαμε τις δέκα για την “The Favourite”, όπου τελικά κέρδισε μία, για την ερμηνεία της η Ολίβια Κόλμαν, είχαν προηγηθεί “Κυνόδοντας”, “Ελάφι” “Αστακός” κλπ.
96 χρόνια Όσκαρ, με ότι έχει απομείνει πλέον από το θεσμό …το κόκκινο χαλί, οι γάμπες της τάδε και το βρακί της δείνα (που εν μέσω μπουνάτσας αποκαλύφθηκε μυστηριωδώς “κατά λάθος” _εν μέσω 100άδων φλας)
Λάνθιμος εναντίον “Οπενχάιμερ”;
Οψόμεθα!! Ποιος είναι φαβορί και ποιος αουτσάιντερ;
Ατομική ελευθερία με ολίγη “Metropolis”
Η αστική κριτική σε κάθε “Poor Things” εστιάζει –ειδικά όταν η καλλιτεχνική και τεχνική αρτιότητα είναι δοσμένη, σε μια κοινωνική ιστορία “κοστουμιών”: με την έννοια προέλευσης της λέξης από τα ιταλικά, που μόνο μεταφορικά είναι “ενδυμασία” _“κουστούμι”. Στην πραγματικότητα ο όρος έχει να κάνει με τον τρόπο σκέψης από κληρονομιά της παράδοσης, ενδεικτική της ηθικής προσωπικότητας του ατόμου (και επίσης της κοινότητας), των αρχών του, της συμπεριφοράς του, που κυριαρχεί στις πολιτικοκοινωνικές σχέσεις. Και ακόμη των χαρακτηριστικών ενός λαού ή μιας χώρας σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο.
Κάποιοι κουφιοκεφαλάκηδες είδαν
και ομοιότητες με την κορυφαία “Metropolis” του Φριτς Λανγκ, που παρουσιάζει μιαν
απλουστευτική αν όχι τρομακτική δυστροπία μιας ολοκληρωτικής κοινωνίας του
μέλλοντος, όπου ο παράδεισος των λίγων, των αστών, είναι η κόλαση των πολλών _της
εργατικής τάξης δλδ, μπαίνοντας στο τρυπάκι των προφανών παραλληλισμών του
Λάνθιμου. Είναι πασίγνωστο ότι η γερμανική επανάσταση του 1918 απέτυχε να
επαναστατικοποιήσει τη Γερμανία, ότι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της εποχής
αποδείχθηκε πανίσχυρο μόνο ως προς την αιματηρή καταστολή των επαναστατικών
δυνάμεων και τη δολοφονία των ηγετών τους, Ρόζα Λούξεμπουργκ και Καρλ
Λίμπκνεχτ (δείτε σχετικά “η Κόκκινη Rosa Luxemburg”). Βέβαια,
εξυπακούεται ότι αποδείχθηκε παντελώς ανίσχυρο να διαλύσει το στρατό, τους
μεγαλοϊδιοκτήτες γης και την πλουτοκρατία, και είναι πασίγνωστο ότι αυτές οι
παραδοσιακές συντηρητικές δυνάμεις
συνέχισαν να κυβερνούν στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης και “παρέδωσαν” την εξουσία
στους ναζί.
Η εικόνα της πόλης αυτής, με τη φουτουριστική αρχιτεκτονική της και τεχνολογία,
είναι εμπνευσμένη από τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης και
συγκεκριμενοποιείται από τα ειδικά εφέ που σύστησαν τον κανόνα και καταπλήσσουν
ακόμα και σήμερα. Η ταινία εντυπωσίασε το γερμανικό κοινό, οι Αμερικανοί βρήκαν
απόλαυση στην τεχνική της αρτιότητα, οι Βρετανοί παρέμειναν αμέτοχοι και οι
Γάλλοι αντίκριζαν μια ταινία που στα μάτια τους έμοιαζε μείγμα από Βάγκνερ και
Κρουπ.
Freiheit der Andersdenkenden | Freiheit ist immer die Freiheit der Andersdenkenden – Η ελευθερία είναι πάντα ελευθερία εκείνων που σκέφτονται διαφορετικά (...) |
Σήμερα η ιστορία ξαναγράφεται _και η 7η τέχνη παίρνει μέρος σε αυτό και μόνο κάποιοι (πολύ) λίγοι “με τη σωστή πλευρά της ιστορίας”. Το θέμα του Λάνθιμου έχει να κάνει _μεταξύ άλλων με το ρόλο της γυναίκας σήμερα, στην ταξική καπιταλιστική κοινωνία, της ανισοτιμίας, επιλέγοντας δύο “χωρίς ταυτότητα” (μια _η Bella _ιταλικά σημαίνει “η ωραία” _απελευθερωμένη φεμινίστρια και η "αριστερή _σοσιαλίστρια" φίλη της) που γίνονται πόρνες _σύνηθες. Σε ένα παράλληλο σύμπαν που σχέσεις παραγωγής δεν διακρίνονται, απλά διαφαίνεται η κοινωνική αδικία- μέσα από την καταθλιπτική εικόνα του οίκου ανοχής που ζουν… που τσαλαπατάει το “κάνω αυτό που θέλω” σε έναν κόσμο που δε λέει να αλλάξει (δείτε ΚΟΜΕΠ, “Ατομική Ελευθερία": Μύθος ή πραγματικότητα)
Η υπόθεση του Poor ThingsΠρωταγωνιστεί η μούσα
του Γιώργου Λάνθιμου (κάποιοι λένε, πως είναι και ερωμένη του) Έμμα Στόουν,
χαρακτηρισμένη ως “ακατάλληλη”, λόγω των πολλών γυμνών σκηνών που περιλαμβάνεi.
Η ιστορία αφορά την Bella Baxter (Έμμα Στόουν φυσικα), μία φουλ νυμφομανή
που ζει στη βικτοριανή εποχή. Η Bella θέλοντας να ξεφύγει από τον βίαιο σύζυγό
της, αυτοκτονεί. Ωστόσο επαναφέρεται στη ζωή από έναν εκκεντρικό επιστήμονα τον
Goodwin Baxter (Γουίλιαμ Νταφόε).
Για την επαναφέρει στη ζωή, ο Goodwin μεταμόσχευσε στο κρανίο της τον εγκέφαλο
ενός αγέννητου, αλλά ζωντανού εμβρύου που κυοφορούσε. Η υπόθεση, λοιπόν, αφορά
την ζωή ενός νηπίου, το οποίο βρίσκεται ξαφνικά στο σώμα μίας ενήλικης
γυναίκας. Το νήπιο-Bella μεγαλώνει άγαρμπα δίπλα στον Goodwin, ώσπου, κάποια
στιγμή τον εγκαταλείπει και βρίσκεται στο Παρίσι, ως μία ανεξάρτητη
σεξεργάτρια.
Εκεί ξεκινάει μια άλλη ιστορία, στην οποία το χιούμορ, η θλίψη αλλά και τα
σεξουαλικά μαθήματα κυριαρχούν.
Γιώργος Λάνθιμος – Έμμα Στόουν
Το Poor Things αποτελεί την τέταρτη ταινία στην οποία ο Γιώργος Λάνθιμος συνεργάζεται με την Έμμα, μάλιστα, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Cineuropa, αποκάλυψε ότι έχει σκηνοθετήσει μία ακόμα νέα ταινία, η οποία σηματοδοτεί την επιστροφή του στην Ελλάδα. Σε αυτό το έργο, στο οποίο δεν έχει γίνει ακόμα ούτε η αποκάλυψη του τίτλου, πρωταγωνιστεί… και πάλι η Έμμα Στόουν.
Βασίζεται τελικά το Poor Things σε βιβλίο; ΝΑΙ, στο ομώνυμο μυθιστόρημα, το οποίο έγραψε ο Alasdair Gray το 1992 και κέρδισε το βραβείο Whitbread και το Guardian Fiction Prize. Μάλιστα, είναι ενδεικτικό πως για να λάβει ο Γιώργος Λάνθιμος τα πνευματικά δικαιώματα, έχει αποκαλύψει ότι πήγε ο ίδιος στο σπίτι του Alasdair Gray στην Γλασκόβη και τα ζήτησε. Για τον συγγραφέα, ο Έλληνας σκηνοθέτης έχει επισημάνει ότι “ήταν ένας αξιαγάπητος άνδρας. Δυστυχώς, πέθανε λίγα μόλις χρόνια πριν δημιουργήσει την ταινία (το 2019), αλλά ήταν πολύ ξεχωριστός και γεμάτος ενέργεια”.
Τοποθετημένο στη Γλασκόβη και στα περίχωρά της, στην Αλεξάνδρεια και στο Παρίσι της δεκαετίας του 1880, το βιβλίο περιγράφει τις ερωτικές ζωές δύο γιατρών και μιας γυναίκας που ένας από τους δύο έχει δημιουργήσει. Περιέχει μερικούς ανίερους γάμους, αλλά σχεδόν καμία διαστροφή.
Φτωχά πράγματα ή καημένα πράγματα θα μεταφράζαμε στα ελληνικά τον τίτλο. Οι λέξεις παίζουν μεγάλο ρόλο και κάνουν τις δικές τους αναγωγές. Πολύ περισσότερο που έχουμε να κάνουμε με μια κοινωνία της βικτωριανής (ίσως) εποχής που μοιάζει πάρα πολύ με τη δική μας.
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Αγγλία, στη Λισαβόνα, στην Αλεξάνδρεια και στο Παρίσι στη δεκαετία του 1880 και περιγράφει τις διασταυρούμενες ερωτικές ζωές δύο γιατρών, μιας γυναίκας και ενός δικηγόρου, γόη και κατοπινού εραστή της κοπέλας (Μαρκ Ράφαλο). Ο γηραιότερος (Γουίλιαμ Νταφόε), παραμορφωμένος από τον χειρούργο πατέρα του και εμπειρότερος από τους δύο πειραματιζόμενους γιατρούς, ως νέος Φρανκενστάιν, έχει αναδημιουργήσει το νεκρό σώμα της, ζωντανεύοντάς το και καθιστώντας το όμορφο και ποθητό.
Επανερχόμενοι στα επίθετα “φτωχά” και “καημένα”. Όντως η γυναίκα είναι φτωχή, με την έννοια ότι η τύχη της κρίνεται από τον προστάτη της που κάθε φορά την αναλαμβάνει. Ο κάθε ένας από αυτούς θα παίξει το ρόλο του πατέρα. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι αυτός που παρουσιάζεται σαν πατέρας της δεν είναι παρά ο ανακατασκευαστής της ύπαρξής της. Ένας μικρός θεός. Άλλωστε το όνομά του, Γκόντγουιν, παραπέμπει στο θεό, μερικές φορές προφέρεται ακριβώς όπως ο θεός.
Tο “πράγματα”, η άλλη λέξη του τίτλου, μας μιλά για την εξουσία που δεν αφήνει περιθώρια ελευθερίας στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι ιδιοκτησία ενός άλλου ανθρώπου. Αυτός κανονίζει τη ζωή του, τις επιθυμίες και τα συναισθήματά του. Ανήκει σε αυτόν όπως ανήκουμε σε έναν αυστηρό εξουσιαστή θεό που -και αυτός- παίζει το ρόλο του πατέρα. Η αρχετυπική περσόνα του Πατέρα βρίσκεται πίσω από τη βία, σε κάθε έκφανσή της _και ταξική, σε κάθε στιγμή, σε κάθε άτομο που θέλει να την εξασκήσει. Όταν αυτός πεθάνει, οι μαθητευόμενοί του θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Και η ζωή συνεχίζεται..! Χωρίς σημαίες και ταμπούρλα!!
Αυτή η μακρινή εποχή είναι ακριβώς ίδια με τη δική μας. Η καταπίεση ανθρώπου προς άνθρωπο είναι ίδια και χειρότερη. Η βία έχει την ίδια ισχύ, αλλάζοντας μόνο μορφή. Ο Λάνθιμος μας βάζει σε αυτή την έννοια του εγκλεισμού που, σε αυτή την ταινία, αυτός δεν περιορίζεται σε ένα σπίτι αλλά επεκτείνεται σε όλη την κοινωνία. Πολύ περισσότερο, ο εγκλεισμός είναι μια κατάσταση που την έχουν συνηθίσει τα θύματά του και τη διαιωνίζουν.
Δημιούργημα ενός τερατώδους επιστήμονα, η Μπέλα Μπάξτερ της Έμα Στόουν είναι μια ζωηρή κοπέλα με μυαλό μωρού, και πιο συγκεκριμένα του δικού της αγέννητου εμβρύου που μπουσουλάει κοσμοπολίτικα και μαθαίνει εμπειρικά τη ζωή, εκστομίζοντας περίπου ό,τι της έρχεται στον αρχικά ταραγμένο και στη συναρπαστική πορεία ολοένα και σοφότερο νου της. Μέσα από το υπερρεαλιστικό ταξίδι μιας Μπάρμπι με όρεξη για σεξ και αλλεργία στον κομφορμισμό (μια Ωραία της Ημέρας με αναλυτικές διαθέσεις), ο Γιώργος Λάνθιμος σχολιάζει αριστουργηματικά την ηθική διγλωσσία και αναπτύσσει με χιούμορ και ενσυναίσθηση τη μεγάλη υπόθεση του να είσαι γυναίκα. Η Μπέλα είναι η δική του Τριστάνα, ο δημιουργός της, ως άλλος Ντον Λόπε/Φρανκενστάιν, ο Γουίλεμ Νταφόου (ο Γκόντγουιν ή σκέτο God) και, όπως με την ηρωίδα του Μπουνιουέλ, βρίσκει τη δική της φωνή στην περιπέτεια μιας ενηλικίωσης τόσο ανορθόδοξης όσο και ο αξέχαστος χορός της με τον καταπληκτικό, τόσο «απελπισμένα» εγωκεντρικό και αστείο, ιδανικό και ανάξιο εραστή Μαρκ Ράφαλο ως Ντάνκαν.
Όπως η Μπάρμπι γεννήθηκε από μια γυναίκα, διαμορφώθηκε από την πατριαρχία, προσγειώθηκε σε ένα σύμπαν ως πειραματικό παιχνίδι και βασικά δέκτης των επιθυμιών των άλλων και, στην ταινία της Γκρέτα Γκέργουιγκ, σε πείσμα της οριοθετημένης της αποστολής, δραπετεύει στον έξω κόσμο, μόνο και μόνο για να διαπιστώσει πως τα πράγματα δεν είναι ρόδινα και προστατευμένα, και τελικά να επιστρέψει στη βάση της και να αποτιμήσει τα συναισθήματα και τις γνώσεις της, έτσι και η Μπέλα απαντά στο ερώτημα πώς είναι να ξεκινά μια γυναίκα από το μηδέν.
Ηλεκτρισμένη από ενέργεια, νόστιμα αγενής και ριψοκίνδυνα φιλομαθής, η Μπέλα παραδίδει σεμινάριο σφοδρού ιδεαλισμού σε μια εποχή ήδη δηλητηριασμένη από τον κυνισμό.
Με μια μεγάλη διαφορά: η μυθιστορηματική ηρωίδα του Άλιστερ Γκρέι, που μετέφεραν στη μεγάλη οθόνη ο Γιώργος Λάνθιμος με τον σεναριογράφο Τόνι Μακναμάρα, στη δεύτερη συνεργασία τους μετά την Ευνοούμενη, έχει γεννητικά όργανα, υγιέστατα και ανήσυχα, και τα εξερευνά (δηλαδή τα δουλεύει ασταμάτητα, όπως λέει και η ίδια) με το πρώτο σκίρτημα της ετεροχρονισμένης εφηβείας της, ενώ η Μπάρμπι the movie σταμάτησε ακριβώς εκεί, με την επίσκεψη της πρώην κούκλας στον γυναικολόγο. Κυρίως αναπτύσσει αισθήματα κατά ριπάς, όπως διαπιστώνει στωικά στο κρεβάτι του πόνου ο ευεργέτης που ένωσε τα σπασμένα κομμάτια της.
Ο πατέρας και θεός της Μπέλα, ο χειρουργός Γκόντγουιν Μπάξτερ, τη βρήκε ξεψυχισμένη κάτω από μια γέφυρα και την ανέστησε με αντισυμβατικές μεθόδους, μεταμοσχεύοντας τον εγκέφαλο του αγέννητου, αλλά ζωντανού εμβρύου που κυοφορούσε στο κρανίο της. Οπότε, ένα νήπιο με το σώμα μιας γυναίκας συμπεριφέρεται με τρόπο σοκαριστικά αντίθετο στους καλούς τρόπους της βικτοριανής κοινωνίας του Λονδίνου και, βέβαια, οποιαδήποτε αποδεκτή ανατροφή.
Ο δημιουργός της είναι κι εκείνος ένα αλά Φρανκενστάιν τέρας του δικού του πατέρα, επιστήμονας, αλλά απόκληρος, βασανισμένος και περιθωριακός, φυσικός αγωγός του μακάβριου πειραματισμού και θιασώτης μιας ελεγχόμενης ιδιωτικότητας. Την παρακολουθεί να μεγαλώνει άγαρμπα, να μαθαίνει γρήγορα και ακατάστατα, και μελαγχολικά προαισθάνεται πως θα τον εγκαταλείψει σύντομα. (Δεν είναι όλες έτσι, η Φελίσιτι/Μάργκαρετ Κουόλι που την ακολουθεί αργεί να αυτονομηθεί).
Φαβορί για το χέρι της είναι ένας εκλεκτός φοιτητής του, καλοπροαίρετος και άκακος, αλλά outsider Καζανόβας, ο γεμάτος αυτοπεποίθηση Ντάνκαν (Μαρκ Ράφαλο), ο οποίος την παρασύρει σε μια ευρωπαϊκή οδύσσεια συβαριτικής καλοπέρασης και άφθονου σεξ. Όχι πως η Μπέλα δεν το(ν) θέλει. Αποχωρεί πρόωρα από το πατρικό της με τον ίδιο θόρυβο που προκαλεί το ενδιαφέρον στους ανύποπτους ξένους ή σε πιο «περπατημένους» συνεπιβάτες της (Χάνα Σιγκούλα, απολαυστική, και Τζέροντ Καρμάικλ) σε μια χαοτική κρουαζιέρα με ενδιάμεσο την αφύπνιση της συμπόνιας και της ταξικής συνείδησης στην παλιά Αλεξάνδρεια της ανέχειας που καταλήγει στο Παρίσι και σε ένα ξενοδοχείο-μπουρδέλο που διευθύνει η Σουάινι – την υποδύεται η πασιονάρια της shapeshifting σωματικής υποκριτικής Αικατερίνη Χατζηπατέρα (Κάθριν Χάντερ).
Ο Λάνθιμος διύλισε την επιστημονικής φαντασίας ενηλικίωση μιας ξεχωριστής γυναίκας σε μπουνιουελική αισθηματική περιπέτεια εποχής, με σαφή και σοφιστικέ σχολιασμό στο metoo και την αίσθηση πως η μάχη των φύλων μπορεί να απεικονιστεί και να συζητηθεί πιο ελεύθερα, πιο σωματικά, πιο αστεία, και σίγουρα πιο δημιουργικά.
Ως σεξεργάτρια, εμπειρότερη και οικονομικά αυτάρκης, έχοντας πλέον πετάξει στα σκουπίδια εξάρτηση και τοξικότητα, αναλαμβάνει την ευθύνη του σώματος και τη συνείδηση της επιθυμίας με ταχύρρυθμα σεξουαλικά μαθήματα, που εναλλάσσουν το χιούμορ με τη θλίψη. Απενοχοποιεί το λαχανιασμένο χοροπήδημα και το γλεντάει, την ίδια ώρα που ο γελοία συντετριμμένος και απένταρος Ντάνκαν την αποκαλεί συνεχώς «βρομόμουνο», μη έχοντας μια πιο ψαγμένη προσβολή να εκστομίσει – εκείνη παραμένει ασυγκίνητη.
Η προοπτική συνεργασίας του Λάνθιμου με τη Στόουν στο συγκεκριμένο φιλμ κυοφορείται την τελευταία δεκαετία, και αυτό φαίνεται στην κινησιολογία της Μπέλα, αλλά κυρίως στην επεξεργασία των γνωσιακών φάσεων καθώς και στη λεπτότητα της υποδοχής και της ανταπόδοσης των αισθημάτων. Άλλοτε παραμορφωτικός καθρέφτης και συχνά ωρολογιακή βόμβα απρόσμενων αντιδράσεων, η άτσαλη ανθρώπινη κουρελού μεταμορφώνεται αβίαστα σε ένα πλάσμα μοντέρνο και αιχμηρό, μια αλλόκοτη Αλίκη στη χώρα των απανωτών εκπλήξεων για την ίδια και τους συνήθως άφωνους θεατές της. Στην αρχή προκαλεί, μετά παρατηρεί, και στο τέλος παρεμβαίνει.
Από το γοτθικό humoresque της έπαυλης-νεκροτομείου μέχρι την τεχνικολόρ φαντασία της παλιάς Ευρώπης, το οπτικό στυλ που τη συνοδεύει είναι πολυποίκιλο, ένας οργιώδης κήπος από ασπρόμαυρα και έγχρωμα κεφάλαια, ευρυγώνιους, fish eye και ακριβή κοντινά που ο Λάνθιμος δήλωσε πως προκύπτουν, εκτός από τη συνεχή αναζήτησή του για ένα εστέτ σινεμά, από τη λοξή και ανισόπεδη ματιά της. Η κάμερα του διευθυντή φωτογραφίας και συνεργάτη του στην Ευνοούμενη Ρόμπι Ράιαν ζουμάρει ανελέητα μέσα κι έξω, πλήρως εναρμονισμένη με την απρόοπτη περπατησιά της Μπέλα, όπως την αφήνει να ανασάνει και το πλήρως αφομοιωμένο μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη, του πιο σταθερού συνοδοιπόρου του σκηνοθέτη.
Η Χόλι Γουόντινγκτον έχει κάνει τρομερή δουλειά στα κοστούμια, μια συρραφή αυτού που επιτάσσει η εποχή και όσων θυμόταν να φορέσει το πανκ μυαλό της αιωνίως αυθόρμητης Μπέλα. Η καλλιτεχνική διεύθυνση θριαμβεύει με σκηνικά εξ ολοκλήρου κατασκευασμένα σε στούντιο και ψηφιακές προσθήκες ώστε να χωρέσουν τις γενναιόδωρες γωνίες λήψης, αλλά το show ανήκει στην Έμα Στόουν, σε μια ερμηνεία συγκινητική, καθηλωτική και διασκεδαστική, τόσο ανακουφιστικά απαλλαγμένη από τη σοβαροφάνεια που θα μπορούσε να υποβάλει το θέμα.
Τα Poor Things δεν είναι ακριβώς τα Χαμένα Κορμιά της μετάφρασης της ελληνικής έκδοσης του μυθιστορήματος του 1993, εκτός κι αν υπονοούν τις μετέωρες ψυχές που τα κατοικούν, πέρα από την κλασική αγγλική έκφραση συγκατάβασης και υποτίμησης σε σχέση με τους «φτωχούληδες του Θεού» που κακόπεσαν και σέρνονται στο περιθώριο. Ηλεκτρισμένη από ενέργεια, νόστιμα αγενής και ριψοκίνδυνα φιλομαθής, η Μπέλα παραδίδει σεμινάριο σφοδρού ιδεαλισμού σε μια εποχή ήδη δηλητηριασμένη από τον κυνισμό. Οι αντιδράσεις της απέναντι στην αδικία και στην υποκρισία διορθώνουν την προκατάληψη για τα φύλα αφοπλιστικά, συγκρουσιακά, πολιτικά.
Είναι ένα άγγελος εξολοθρευτής, βεβαρυμένη από την παλιότερη ταυτότητα της γυναίκας που άφησε πίσω της αυτοκτονώντας (θα συνδεθεί με αυτήν στο φινάλε), αλλά εφοδιασμένη με το αποτελεσματικό υπερόπλο της ειλικρίνειας. Όπως η Στόουν βρήκε ανθρώπινο παλμό σε μια φεμινιστική συρραφή, έτσι κι ο Λάνθιμος κατανόησε τον κεντρικό άξονα της ταινίας και διύλισε την επιστημονικής φαντασίας ενηλικίωση μιας ξεχωριστής γυναίκας σε μπουνιουελική αισθηματική περιπέτεια εποχής, με σαφή και σοφιστικέ σχολιασμό στο me too και την αίσθηση πως η μάχη των φύλων μπορεί να απεικονιστεί και να συζητηθεί πιο ελεύθερα, πιο σωματικά, πιο αστεία, και σίγουρα πιο δημιουργικά. Το αν αυτή είναι η καλύτερη ταινία του σε μια αξιοζήλευτου επιπέδου συνολική φιλμογραφία είναι σχετικό. Σίγουρα ωστόσο είναι η πιο «μετριζέ», η τομή όπου όλα τα επιμέρους στοιχεία συμφύρονται ιδανικά στο όραμα και την υλοποίησή του
Έχει περάσει πλέον σε άλλο πλατό, φέρνει στα μέτρα του πολλά επίπεδα θεμάτων και τα απογειώνει, ενορχηστρώνει αρμονικά καστ και τεχνικούς συντελεστές, δυναμιτίζει προσδοκίες. Το αν αυτή είναι η καλύτερη ταινία του σε μια αξιοζήλευτου επιπέδου συνολική φιλμογραφία είναι σχετικό. Σίγουρα ωστόσο είναι η πιο «μετριζέ», η τομή όπου όλα τα επιμέρους στοιχεία συμφύρονται ιδανικά στο όραμα και την υλοποίησή του – η πρώτη, δε, με πρωτότυπη μουσική του Τζέρσκιν Φέντριξ που τονίζει την παραδοξότητα εξίσου με τις στιγμές της «επιφοίτησης».
Η μέχρι στιγμής ανταπόκριση στο Poor Things είναι υπερθετική. Στο Φεστιβάλ Βενετίας απέσπασε δίκαια τον Χρυσό Λέοντα, το σπουδαιότερο βραβείο μέχρι σήμερα στην καριέρα του Έλληνα σκηνοθέτη. Οι κριτικοί το έχουν εκθειάσει: στο National Board of Review και στο American Film Institute συγκαταλέχθηκε στις 10 καλύτερες της χρονιάς και η Έμα Στόουν τιμήθηκε από τις Ενώσεις του Λος Άντζελες, του Παλμ Σπρινγκς και του Σικάγο. Στις Χρυσές Σφαίρες η ταινία έχει ήδη 7 υποψηφιότητες και στα Critics’ Choice Awards 13, ακολουθώντας τις 18 της Barbie. Όσο για τα Όσκαρ, είναι σχεδόν σίγουρο το πλασάρισμά του σε τουλάχιστον 10 κατηγορίες, βεβαίως και στις κύριες, και αναμένει τη δυναμική και τον συσχετισμό του με τους θεωρητικούς του αντιπάλους, τον Οπενχάιμερ, τους Δολοφόνων του Ανθισμένου Φεγγαριού και την Barbie στην αντίστροφη μέτρηση του επόμενου τριμήνου.
Poor Things: το Χόλιγουντ σοκαρίστηκε με τις ερωτικές σκηνές της ταινίας _ Κάποιοι βρίσκουν την ταινία πολύ φεμινιστική και ιδανική να μιλήσει για τη γυναικεία σεξουαλικότητα χωρίς λογοκρισία, κάποιοι φαίνεται να πιστεύουν το εντελώς αντίθετο...
Ο Γιώργος Λάνθιμος (γεννημένος στην Αθήνα, επί χούντας _το 1973) είναι σκηνοθέτης (κινηματογράφου και δευτερευόντως θεάτρου βίντεο_κλιπάς _Promos, videodancer, μέλος της ομάδας που σχεδίασε έναρξη \ λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα_2004, διαφημιστής της Aegean Airlines κά _το προσωπικό του site εδώ.
Ξεκίνησε ως μπασκετμπολίστας του Παγκρατίου και σπουδές στη διοίκηση επιχειρήσεων τις οποίες εγκατέλειψε για τον κινηματογράφο Παρακολούθησε κινηματογραφική και τηλεοπτική σκηνοθεσία στη Σχολή Σταυράκου και από το 1995 έγινε διεθνής _αναλυτικά
·
2009: η ταινία του Κυνόδοντας κέρδισε το βραβείο
Ένα Κάποιο Βλέμμα (Prix Un Certain Regard) στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου
Καννών του 2009, και του 2011
§
ανακοινώθηκε πως ο Κυνόδοντας είναι υποψήφιος
για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας 2010.
· 2011: τιμήθηκε με το Βραβείο Osella καλύτερου Σεναρίου στο Φεστιβάλ της Βενετίας για την ταινία Άλπεις.
· 2015: Βραβείο Κριτών του Φεστιβάλ Καννών για την ταινία ο Αστακός
· 2018: με τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας, για την ταινία Η Ευνοούμενη.
§ Η συγκεκριμένη ταινία, προτάθηκε επίσης από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου για 10 Όσκαρ ανάμεσα στα οποία αυτό της καλύτερης ταινίας, καλύτερης σκηνοθεσίας για τον Έλληνα σκηνοθέτη, καλύτερου σεναρίου και καλύτερου πρώτου και δεύτερου γυναικείου ρόλου. Κέρδισε το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της Ολίβια Κόλμαν.
· 2023: κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας, για την ταινία Poor Things με πρωταγωνίστρια την Έμα Στόουν.
· 2024: το Poor Things, απέσπασε τη Χρυσή Σφαίρα για τη καλύτερη κωμωδία ή μιούζικαλ της χρονιάς.
Όσκαρ
2010 Κυνόδοντας_Καλύτερη Ξενόγλωσση Ταινία (Ελλάδα) _Υποψηφιότητα
2017 Ο Αστακός _Καλύτερο Πρωτότυπο Σενάριο _Υποψηφιότητα
2019 Η Ευνοούμενη _Καλύτερη Ταινία _Υποψηφιότητα +
Καλύτερη Σκηνοθεσία _Υποψηφιότητα
Φιλμογραφία
Κινηματογραφικές ταινίες
1995 Ο βιασμός της Χλόης (μικρού μήκους)
2001 Ο καλύτερός μου φίλος (σκηνοθεσία μαζί με τον Λάκη Λαζόπουλο)
2001 Uranisco Disco (μικρού μήκους)
2005 Κινέττα
2009 Κυνόδοντας
2011 Άλπεις
2015 Ο αστακός
2017 Ο θάνατος του ιερού ελαφιού
2018 Η ευνοούμενη
2019 Nimic (μικρού μήκους)
2022 Βληχή (μικρού μήκους)
2023 Poor Things
Θεατρικές παραστάσεις
2002 D.D.D του Δημήτρη Δημητριάδη, Θέατρο του Νότου (Αμόρε-Δοκιμές)
2004 Blaubart της Dea Loher, Θέατρο Πόρτα
2008 Natura morta in un fosso του Fausto Paravidino, Θέατρο του Νότου (Αμόρε)
2010 Πλατόνοφ του Αντόν Τσέχωφ, Εθνικό Θέατρο (Νέα Σκηνή "Νίκος Κούρκουλος")
Βίντεο κλιπ
ℹ️ Έχει σκηνοθετήσει τα βίντεο κλιπ για τα εξής τραγούδια:
Στην Πίσω Τσέπη Του Blue Jean - Κατερίνα Κυρμιζή (1996)
Η Παραμυθένια - Κατερίνα Κυρμιζή (1997)
Ένας φαντάρος σ' ένα τρένο - Χάρις Αλεξίου (1998)
Ασημένιος Κύκλος - Νίκος Γρηγοριάδης (1997)
Στα Ξαφνικά - Xaxakes (1997)
Το Τραγούδι Στον Αέρα - Καλλιόπη Βέττα (1997)
Δέκα Εντολές - Δέσποινα Βανδή (1997)
Μάταια - Μαντώ (1997)
Θέλεις Ή Δεν θέλεις - Σάκης Ρουβάς (1998)[25]
Υπήρχες Πάντα - Σάκης Ρουβάς (1998)
Δεν Έχει Σίδερα Η Καρδιά Σου - Σάκης Ρουβάς (1998)[26]
Η Καρδιά Μου - Σάκης Ρουβάς (1998)
Woman In White - Αλέξια (1999)
Άντεξα - Σάκης Ρουβάς (2000)[27]
Baby Asteroid - Leon of Athens (2014)
Identikit - Radiohead (2016) (Video Vignette)
Promos
ℹ️ Για τρεις παραστάσεις του Δημήτρη Παπαϊωάννου:
Δράκουλας (1997)
"Τραγούδι 99" - Ανθρώπινη Δίψα (1999)
For Ever (2001)
Διαφημίσεις
ℹ️ για την Aegean Airlines:
Έλληνες Στο Λονδίνο (2006)
Κρέας Ή Ψάρι (2006)
Παρίσι (2008)
Κάθε Επιβάτης Και Μία Ιστορία (2009)
Οι Ενοχλητικοί Διπλανοί (2011)
(αυτοπαρουσίαση
_μετάφραση δική μας από τα αγγλικά)
Ο Γιώργος Λάνθιμος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 23 Σεπτεμβρίου 1973.
Έχει σκηνοθετήσει μια σειρά από χορευτικά βίντεο σε συνεργασία με Έλληνες χορογράφους, εκτός από τηλεοπτικές διαφημίσεις, μουσικά βίντεο, ταινίες μικρού μήκους, θεατρικές παραστάσεις και έχει φωτογραφίσει editorial και καμπάνιες επωνυμιών μόδας.
· Το Kinetta, η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, έπαιξε στα φεστιβάλ κινηματογράφου του Τορόντο και του Βερολίνου με την αναγνώριση των κριτικών.
· Το δεύτερο μεγάλου μήκους Dogtooth, κέρδισε το Βραβείο Un Certain Regard στο φεστιβάλ των Καννών το 2009, ακολουθούμενο από πολυάριθμα βραβεία σε φεστιβάλ παγκοσμίως. Ήταν υποψήφια για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 2011.
· Οι Άλπεις Alps κέρδισαν το Osella Καλύτερου Σεναρίου στο Φεστιβάλ Βενετίας το 2011 και Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ του Σίδνεϊ το 2012.
· Η πρώτη του αγγλόφωνη ταινία μεγάλου μήκους Ο Αστακός The Lobster παρουσιάστηκε Διαγωνιστικά στο 68ο Φεστιβάλ Καννών και κέρδισε το βραβείο της κριτικής επιτροπής. Κέρδισε επίσης το καλύτερο σενάριο και την καλύτερη ενδυματολογία στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου 2015. Το 2017 προτάθηκε για Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου. Ο Κόλιν Φάρελ ήταν υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα και Βραβείο Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου για την ερμηνεία του στην ταινία.
· Το “η δολοφονία ενός Ιερού Ελαφιού” The Killing of a Sacred Deer, η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία μου, έκανε πρεμιέρα στο Διαγωνιστικό στο 70ο Φεστιβάλ Καννών και κέρδισε το βραβείο καλύτερου σεναρίου. Ήταν υποψήφια για Καλύτερη Σκηνοθεσία, Καλύτερο Σενάριο και Καλύτερο Ηθοποιό (Κόλιν Φάρελ) στα Βραβεία της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
· Το Favourite, με τις Olivia Colman, Emma Stone και Rachel Weisz, έκανε πρεμιέρα το 2018 στο 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, όπου κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής - Silver Lion και η Olivia Colman κέρδισε το Copa Volpi - Βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας. Η Olivia Colman κέρδισε επίσης τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ηθοποιού σε Μιούζικαλ ή Κωμωδία. Η ταινία έλαβε ρεκόρ δέκα βραβείων BIFA και ήταν υποψήφια για δώδεκα BAFTA, κερδίζοντας επτά από αυτά. Ήταν επίσης υποψήφια για δέκα Όσκαρ, μεταξύ των οποίων Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, δύο υποψηφιότητες Β' Γυναικείου Ρόλου και Α' Γυναικείου Ρόλου, που κέρδισε η Olivia Colman.
· BLEAT, μια μικρού μήκους βουβή ταινία - με την Emma Stone και τον Damien Bonnard - που θα προβληθεί μόνο με μουσική ζωντανή ορχήστρα, έκανε πρεμιέρα τον Μάιο του 2022 στην Εθνική Λυρική Σκηνή και προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης 2023.
· POOR THINGS Η τελευταία μου ταινία, που κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ της Βενετίας 2023, τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας (μιούζικαλ ή κωμωδία) και Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας για την Έμα Στόουν μεταξύ πολλών άλλων βραβείων.
· Αυτή τη στιγμή σε post production η 8η ταινία μου Είδη Καλοσύνης _Kinds of Kindness.