Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καπιταλισμός-βιβλίο-κέρδος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καπιταλισμός-βιβλίο-κέρδος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

10 Απριλίου 2023

Καπιταλιστική “ανάπτυξη” στα Πετράλωνα _μια κάποτε ανθρώπινη γειτονιά που καθημερινά καταβροχθίζει τα παιδιά της

(συνειρμικά)
Χτες βρεθήκαμε στη γνωστή μας πορτοκαλί γωνία της πλατείας Μερκούρη όπου και το βιβλιοπωλείο “Αμόνι” και μαθαίνουμε πως μετά από 22 χρόνια λειτουργίας, βρίσκεται κάτω από την απειλή να χάσει τον χώρο του.
Θυμηθήκαμε – αυθόρμητα τους λυγμούς του νέου αναγνώστη στο «τέλος της μικρής μας πόλης» του Δημήτρη Χατζή με την ταπείνωση του Σιούλα του Ταμπάκου, το μαγαζάκι της Κεντρικής Οδού (το πρωτότυπο _τσεχοσλοβάκικο του 1965 _Obchod na korze, σε σκηνοθεσία Έλμαρ Κλος και Γιαν Καντάρ), την ταινία του 2017 σε σκηνοθεσία και σενάριο της Isabel Coixet (The Bookshop _βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του 1978 της Penelope Fitzgerald), στην οποία ο πρωταγωνιστής επιχειρεί ενάντια σε θεούς και δαίμονες να ανοίξει ένα βιβλιοπωλείο στο Suffolk. Στον αντίποδα του –παραπάνω από μέτριου, γλυκανάλατου “έχετε μήνυμα στον υπολογιστή σας (1998 _You’ve Got Mail)”, που έγινε επιτυχία, βοηθούντων των πρωταγωνιστών Tom Hanks, Meg Ryan, Greg Kinnear κλπ.

Δείτε και
Ελευθερουδάκης: οι εργαζόμενοι πληρώνουν τη λαίλαπα της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης στο χώρο του βιβλίου


Θύμα της “τουριστικοποίησης” καταγγέλλει ότι κινδυνεύει να πέσει το ιστορικό βιβλιοπωλείο των Πετραλώνων… «Γιατί; Γιατί η γειτονιά μας έχει αλλάξει», αναφέρει to Αμόνι σε ανάρτησή του στο Facebook.
Δείτε όλη την ανάρτηση στο τέλος
Tουριστικοποίηση” το λέμε τώρα;

Ο Δημ. Χατζής στο πάντα επίκαιρο βιβλίο του “το τέλος της μικρής μας πόλης” πραγματεύεται έναν κόσμο κλειστό, υποθετικά αυτάρκη, όπου ο Σιούλας ο ταμπάκος γεννήθηκε, μεγάλωσε και δημιούργησε τη δική του οικογένεια, αρνούμενος να βιώσει τις εξελίξεις του τροχού της ιστορίας, καθώς «κάθε νεωτερισμός είταν ξιπασμός», αρνούμενος να αποδεχθεί πως ο μετασχηματισμός και η εκβιομηχάνιση της ελληνικής επαρχίας επηρέασε καταλυτικά το ισνάφι των ταμπάκων, φέρνοντας τον άνθρωπο αντιμέτωπο με τη μηχανή που κατεργαζόταν τα δέρματα και ευκολότερα και φθηνότερα.

Στην πόλη, διαγράφεται μονάχα η ζωγραφιά ενός τοπίου στα περίχωρα που αλλάζουν. Με την ταξική αντίθεση ανάμεσα στον κυρ Αντώνη τον Τσιάγαλο ευηπόληπτο πολίτη και στήριγμα της αστικής κοινωνίας και τον μπάρμπα Σπούργο, τον μιαρό ξένο, τον ολομόναχο.

Ο πρώτος απόλυτα ενταγμένος στο δικό του σύστημα αστικών αξιών, «με τη δραστήρια συμμετοχή του στις δημοτικές εκλογές και με τη θέση του επιτρόπου», ο άλλος διωγμένος από τον τόπο του, από τη δίνη –μεταφορικά, μιας εσωτερικής σύγκρουσης της οικογένειας για ζητήματα κληρονομικά, περιθωριοποιημένος όπου και να πάει, δεν μπορεί καν να διαχειριστεί τη διαφορά του από τις κοινωνικές ομάδες με τις οποίες έρχεται σε επαφή.
Και οι δύο χαρακτήρες νοικιάζουν από μία δημοτική παράγκα στα περίχωρα της «μικρής μας» πόλης. Ο ένας τη θεωρεί κεφάλαιο, ο άλλος απλά ένα τόπο ήρεμο για να γαληνέψει. Ο αστός θα προσπαθήσει και θα τα καταφέρει να διώξει τον ξένο, προσάπτοντάς του φονικά που δεν έκανε, με τον ίδιο τρόπο δηλαδή που έδιωχναν τον ταξικά παρείσακτο ήδη από την πρώτη αστική επανάσταση στο διάβα της ιστορίας.

Για διαφορετικούς λόγους κανένας από τους δύο δεν επιχειρεί να βελτιώσει τις δημοτικές καλύβες. Ο κυρ Αντώνης γιατί περιμένει τη δημιουργία ενός δρόμου που θα του φέρει πελατεία, ο μπάρμπα Σπούργος γιατί δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο για τη γαλήνη του. Όταν ο δρόμος έρχεται ο Σπούργος πρέπει να βγει από τη μέση χάριν της επιδίωξης του προσωπικού κέρδους του κυρ Αντώνη που τον «Σπούργο — στο χέρι τον είχε». Παρόλα αυτά ο ανταγωνισμός θα εμφανιστεί με τη μορφή νέων κεφαλαίων και καλοσχεδιασμένων επιχειρήσεων με αποτέλεσμα να μη χαρεί καθόλου ο κυρ Αντώνης για την πύρρεια νίκη του. Με τη βοήθεια δικηγόρων και της αστυνομίας, με τη βοήθεια δηλαδή του αστικού κράτους, ο Σπούργος απομακρύνεται και τη θέση του στον ανταγωνισμό του κυρ Αντώνη παίρνει το πραγματικό μαγαζί, ενώ ο ίδιος βρίσκεται σε ευθεία σύγκρουση με τις νεοτερικές εξελίξεις και την τουριστική αξιοποίηση του τόπου, σε ευθεία δηλαδή σύγκρουση με το κοινωνικό σύνολο. Θαμμένος στις παραδοσιακές αξίες του αρνείται και αυτός να δει ότι οι γυναίκες χορεύουν πλέον εδώ και καιρό στην αγκαλιά των ανδρών, αρνείται να δει στο βάθος πως ο μπάρμπα Σπούργος, ο ενάντιος, ήταν στην πραγματικότητα ο σύντροφος και συμπλήρωμά του. Είναι φυσικό, λοιπόν, να νιώσει την απέραντη μοναξιά του τάφου, όταν συνειδητοποιεί πως ο Σπούργος επέστρεψε μονάχα για να πεθάνει.

Προς το τέλος του διηγήματος, χρόνια μετά, θα εκτελεστεί ο νέος δάσκαλος, γιατί έτσι επέβαλλε το ένστικτο αυτοσυντήρησης της κατεστημένης τάξης, ενώ δολοπλοκίες και άνομες συναλλαγές υπαγορεύουν την ανάγκη του τέλους αυτής της μορφής της κοινωνίας που νοσεί. Ωστόσο, αυτό το τέλος δεν είναι εύκολο να ’ρθει, γιατί κρέμεται η δαμόκλεια σπάθη μιας κοινωνικής επανάστασης, ακόμα και τότε όμως, οι αντιστάσεις μπορεί ν’ αποδειχτούν ισχυρότερες και η παλιά νοοτροπία πιο ανθεκτική απ’ ότι θα ήθελε κανείς. Ωστόσο, στην κατακλείδα του διηγήματος η αναφορά του συγγραφέα στα παιδιά που δεν πρόκειται ποτέ να παραιτηθούν, αφήνει ανοιχτή κάθε πιθανότητα στο μέλλον.

Και «η θεία η Αγγελική» ζει στην πόλη των Ιωαννίνων της περιόδου του Αλβανικού μετώπου, φτωχή ή ίδια με πενιχρό εισόδημα βρίσκεται, ωστόσο, σε αρμονική συνάφεια με τον κοινωνικό της περίγυρο, παίρνοντας και δίνοντας συναισθήματα, τρόφιμα, την έγνοια της για τον κόσμο, την τρυφερότητα, σε έναν «μαχαλά» όπου οι καλοί αλλά φτωχοί νοικοκυραίοι συνυπάρχουν με τους παλιούς αρχόντους, οι Χριστιανοί με τους «Οβραίους» στο παζάρι, οι κουδουνάδες, οι χαλκωματάδες και οι τσαρουχάδες στα στενά του παζαριού να παλεύουν περιθωριοποιημένοι πλέον ενάντια στη μηχανή που τους παίρνει το ψωμί.

Τραστ κατά βιβλιοπωλείων

Πάνε πάνω από 20 χρόνια που οι βιβλιοπώλες _μέσω του σωματείου και το περιοδικού τους εξέπεμψαν SOS για την απειλή κατά του βιβλίου από τα ανεξέλεγκτα σούπερ μάρκετ και τις παντοδύναμες αλυσίδες, αποζητώντας παρέμβαση των αρμόδιων υπουργείων για να σταματήσει ο αθέμιτος ανταγωνισμός από τα πολυεθνικά τραστ. Ανταγωνισμός κυνικός, που, με μαθηματική ακρίβεια αφ' ενός ωθεί στον οικονομικό αφανισμό χιλιάδων μικρών ελληνικών βιβλιοπωλείων και αφ' ετέρου στην εξόντωσή τους ως παραδοσιακών «εστιών» επικοινωνίας των δημιουργών με τους αναγνώστες και διακίνησης των ιδεών, δημιουργημάτων και επιτευγμάτων του πνεύματος και του πολιτισμού.
Ο λαός μας ξέρει καλά τον σπουδαίο διαπαιδαγωγητικό, μορφωτικό, εκπολιτιστικό ρόλο (από τα μεταπολεμικά χρόνια και μέχρι σήμερα) των «ταπεινών» βιβλιοπωλείων που δημιουργήθηκαν μετά στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας και των άλλων πόλεων.

Κι ενώ ο κλάδος των Ελλήνων εκδοτών και βιβλιοπωλών κατ' επανάληψη έχει υποβάλει σχετικά διαβήματα στους αρμόδιους υπουργούς (Οικονομικών, Ανάπτυξης, Παιδείας, Πολιτισμού), εκείνοι όχι μόνο κλείνουν αυτιά και μάτια, αφήνοντας να κλιμακώνεται ο ακήρυχτος διπλός «πόλεμος» που έχουν εξαπολύσει - τα εκδοτικά τραστ κατά των παραδοσιακών βιβλιοπωλείων και κατά του ποιοτικού βιβλίου _ελληνικού και παγκόσμιου, αλλά γίνονται και πρώτοι αβανταδόροι τραστ και κυκλωμάτων. Τα - παλιότερα και νεότερα - μικρά ελληνικά βιβλιοπωλεία που αγαπήσαμε, γιατί με το καλό βιβλίο μας «φώτιζαν» το νου και την καρδιά, κινδυνεύουν. Η διάσωση των παραδοσιακών ελληνικών βιβλιοπωλείων και του ποιοτικού - ελληνικού και ξένου - βιβλίου αφορά και μας τους αναγνώστες.
Είναι και δική μας υπόθεση. Και δική μας ευθύνη.

Ο καθένας
με τη στάση και το έργο του
διαλέγει μετερίζι και όχθη

Η καπιταλιστική οικονομία και παραγωγή είναι εχθρική απέναντι στην ανάπτυξη της τέχνης γενικά, της λογοτεχνίας ειδικότερα αλλά και στους ίδιους τους δημιουργούς που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ασφυκτιούν σε ένα εχθρικό περιβάλλον για δημιουργία.

Βασικό στοιχείο που αποδεικνύει αυτήν την εκτίμηση είναι η εμπορευματοποίηση. Η λογοτεχνική δημιουργία αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα το οποίο θα διατεθεί στον καταναλωτή αναγνώστη μέσω του μηχανισμού της αγοράς. Απαιτεί δηλαδή τον επενδυτή χρηματοδότη, ο οποίος με τα δικά του κριτήρια θα επιλέξει τι θα χρηματοδοτήσει, συνυπολογίζοντας την οικονομική αποδοτικότητα του εγχειρήματος.

Ο ανταγωνισμός και στον χώρο των εκδόσεων έχει ως αποτέλεσμα την ένταξη στο χώρο της παραγωγής και εμπορίας βιβλίου ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων που ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό τη συγκεκριμένη αγορά. Ο ρόλος του marketing μέσα από ένα ισχυρό δίκτυο προώθησης και διανομής, επιχειρείται να ελεγχθεί το τι παράγεται και τι διακινείται. Στα μεγάλα βιβλιοπωλεία, και όχι μόνο, πωλούνται θέσεις τοποθέτησης βιβλίων σε μια γνωστή λογική σούπερ μάρκετ. Η ακριβοπληρωμένη διαφήμιση επιδρά επίσης σημαντικά. Το ίδιο ισχύει με τη μαζική διακίνηση κατά βάση αντιδραστικών τίτλων ως ένθετα στις εφημερίδες. Ο ρόλος των ΜΚΔ είναι πέρα από ένας αντίπαλος του διαβάσματος ένα αξιόλογο πεδίο ελέγχου της συγκεκριμένης αγοράς. Παρά τις ιδιαιτερότητες στο χώρο του βιβλίου και την ύπαρξη ενός κοινού που διατηρεί καλή σχέση με το βιβλίο, η ούτως ή άλλως μικρή αγορά συνολικά πιέζεται, υπάρχουν έντονα τα σημάδια από τη λειτουργία του νόμου συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης με αποτέλεσμα μικρότεροι και μικροί εκδοτικοί οίκοι και βιβλιοπωλεία να πιέζονται και να κλείνουν.

Οι δημιουργοί, λογοτέχνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία ασφυκτιούν σε ένα εχθρικό περιβάλλον για δημιουργία. Έχει δυσκολέψει η σχέση τους με το κοινό. Εκατοντάδες αυτοχρηματοδοτούμενες αυτοεκδόσεις νέων δημιουργών δεν φτάνουν στο αναγνωστικό κοινό προκειμένου να κριθούν σ' αυτό το επίπεδο. Την ίδια στιγμή μεγάλη εκδοτική επιτυχία γνωρίζουν κυρίως χαμηλής ποιότητας παραγωγές, έντυπες σαπουνόπερες, εύπεπτοι και με αντιδραστικό περιεχόμενο τίτλοι.

Οι συγγραφείς καλούνται να "προσαρμοστούν" σε έργα που μπορούν με τη μορφή και το περιεχόμενό τους, να εκτιμηθούν από τους εκδότες εμπορικά προκειμένου να επιλεχτούν για έκδοση και στη συνέχεια να τύχουν ανάλογης προβολής και προώθησης.

Το σύστημα των πνευματικών, συγγραφικών, μεταφραστικών κ.λπ. δικαιωμάτων, που από τη μία αποτελεί στις σημερινές συνθήκες μια στοιχειώδη δυνατότητα διαπραγμάτευσης, ατομικής κυρίως, είναι στοιχείο χειραγώγησης και πίεσης της δημιουργίας. Ταυτόχρονα δημιουργεί την αυταπάτη της ιδιοκτησίας στους δημιουργούς που σε τελική ανάλυση όμως η αξία της κρίνεται από την αγορά και τους καπιταλιστές.

Σε αυτό το περιβάλλον βρίσκουν έδαφος τα ιδεολογήματα της τέχνης για την τέχνη, της υπερταξικότητας και ουδετερότητας της δημιουργίας, βρίσκουν έδαφος οι παμπάλαιες αντιδραστικές θεωρίες ότι η στρατευμένη τέχνη πνίγει τη δημιουργία.

Το ουσιαστικό είναι ότι ο καθένας με τη στάση και το έργο του διαλέγει μετερίζι και όχθη στην ταξική πάλη που καθορίζει την ιστορική εξέλιξη.

Το μαγαζάκι της Κεντρικής Οδού

2ος Παγκόσμιος και αρειανοποίηση των Ναζί στο Σλοβακικό Τμήμα της Τσεχοσλοβακίας.

Ο Άντον "Τόνο" Μπρτκό είναι ένας φτωχός ξυλουργός, που ζει με τη γυναίκα του, που δεν τον εκτιμά και τόσο. Ένα βράδυ, θα τους επισκεφτεί η αδελφή της με τον σύζυγό της, που είναι διοικητής στην πόλη και θα του δώσει την ιδιοκτησία ενός μαγαζιού που βρίσκεται στην Κεντρική Οδό, του οποίου η ιδιοκτήτρια ήταν μία ηλικιωμένη, σχεδόν κωφή, γυναίκα _ η Εβραία κυρία Λατμάνοβα.

Όταν ο Τόνο πήγε την επόμενη μέρα στο μαγαζί γνώρισε την καλοσυνάτη και αγαθή ιδιοκτήτρια, η οποία όμως δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε. Έτσι, ένα μέλος της αντίστασης, ο Κουχάρ, λέει στον Τόνο να μείνει κι αυτή στο μαγαζί και να της πουν ότι απλά θα τη βοηθούσε. Ο Τόνο δέχεται. Στην πορεία η καλοσύνη και η αφέλεια της ηλικιωμένης σκλαβώνουν τον Τόνο, ο οποίος αρχίζει και τη συμπαθεί _της φτιάχνει και όλα τα έπιπλα τα οποία ήταν ερείπια κλπ. μέχρι που φτάνει η ώρα που οι Αρχές θα μάζευαν του Εβραίους και θα τους στέλνανε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Ο Τόνο, που βρισκόταν σε αμηχανία γιατί δεν ήξερε τι να κάνει, αρχίζει και πίνει μες το μαγαζί, βλέποντας μπροστά από ένα μνημείο που μόλις φτιάχτηκε τους φασίστες _αρχές πλέον να συλλαμβάνουν τους Εβραίους. Όταν ξύπνησε η κυρία Λατμάνοβα, αρχικά νευρίασε που είδε μέρα Σαββάτου, ανοιχτό το μαγαζί και παρά τις προσπάθειες του Τόνο να της εξηγήσει τι γίνεται και να κρυφτεί οπωσδήποτε εκείνη δεν καταλάβαινε. Αργότερα, όμως και καθώς έπινε ο Τόνο, σκέφτηκε πως ο κουνιάδος του, του είχε δώσει το μαγαζί για να τον κατονομάσει ως φιλοεβραίο, που από ό,τι έμαθε, από τον Κουχάρ, είναι χειρότερο από το να είσαι Εβραίος (ο Κουχάρ επίσης πιάστηκε και βασανίστηκε) _έτσι, αποφασίζει να την παραδώσει.

Σημερινή άποψη του μαγαζιού, όπου γυρίστηκε μέρος της ταινίας.

Η ταινία τελειώνει με τους Εβραίους να έχουν φύγει και φαινομενικά η κυρία Λατμάνοβα να έχει γλιτώσει. Όμως, το μαγαζί πλησίαζε ο μπατζανάκης του και καθώς πάλευε να την κρύψει για να μη τη δει, τη σκοτώνει κατά λάθος. Μόλις τη βλέπει νεκρή, κλείνει το μαγαζί και αυτοκτονεί (κρεμιέται). Μετά τους βλέπουμε και τους δυο σαν σε όνειρο να βγαίνουν καλοντυμένοι από το μαγαζί με τη συνοδεία φιλαρμονικής…

Διανομή

  • ·  Ζόζεφ Κρόνερ... ως Άντον "Τονο" Μπρτκο, ο πρωταγωνιστής που αναλαμβάνει την ιδιοκτησία ενός μαγαζιού μας ηλικιωμένης σχεδόν κωφής κυρίας.
  • ·  Ίντα Καμίνσκα... ως Ροζαλία Λατμάνοβα, η πρωταγωνίστρια και ιδιοκτήτρια του μαγαζιού.
  • ·  Χάνα Σλίβκοβα...ως Εβελίνα Μπρτκοβα, η σύζυγος του Τόνο
  • ·  Μάρτιν Χόλυ... ως Ιμρίχ Κουχάρ, μέλος της αντίστασης
  • ·  Φράντισεκ Ζβάρεκ... ως Μάρκους Κολότσκι, ο μπατζανάκης του Τόνο και διοικητής της πόλης
  • ·  Ελένα Πάποβα-Ζβαρίκοβα... ως Ρουζένα "Ροζίκα" Κόλκοτσκα, η αδελφή της Εβελίνα
  • ·  Άνταμ Ματγιέκα... ως Πίτι Μπάτσι, ο ντελάλης της πόλης
  • ·  Μάρτιν Γκρέγκορ... ως Κος Κατζ, ο μπαρμπέρης της πόλης
  • · Φράντισεκ Παπ... ως Κος Αντόριτς, γείτονας της Ροζαλία
  • ·  Γκίτα Μισούροβα... ως Κα Αντοριτσόβα, γειτόνισσα της Ροζαλία και σύζυγος του Αντόρτις.
  • ·  Εουτζέν Σενάι... ως ο Κος Μπλάου
  • ·  Λουίσα Γκρόσοβα... ως Κα Ελιάσοβα γειτόνισσα της Ροζαλία
  • ·  Γ. Μίτελμαν... ως Ντάνιελ "Ντάνκο" Ελίας, ο γιος της

Η ταινία _υποψήφια και στο Φεστιβάλ Καννών κέρδισε το 1965, Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης, επίσης, η Καμίνσκα, υπήρξε και υποψήφια για Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου. 

Δείτε και
Το βιβλιοπωλείο της κυρίας Γκριν


Η ανάρτηση του βιβλιοπωλείου "Αμόνι"

«Όταν ανοίξαμε η πλατεία ήταν για πολλά χρόνια μια μικρή άγνωστη πλατεία. Μετά όμως ήρθε η ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Ανάπτυξη σημαίνει να μετατραπούν οι γειτονιές μας χωρίς καμία συζήτηση και σχέδιο σε γειτονιές θελκτικές μόνο για τουρίστες. Στην περίπτωση μας ένα μαγαζί εστίασης να καταπιεί εμάς για να γίνει από 100τμ, 113τμ. Απ’ τον Οκτώβρη είμαστε σε διαπραγμάτευση για το συμβόλαιό μας που λήγει τον Ιούνη. Παλινωδίες, καμία καθαρή απάντηση -κάθε φορά που πλησιάζαμε σε μια συμφωνία ανέβαινε το ποσό στη λογική να αρπάξουμε όσα περισσότερα μπορούμε, να συρρικνωθεί ήδη το μικρό μεροκάματο στον βωμό του μεγαλύτερου ενοικίου- και τελικά καμία διάθεση συμφωνίας, αφού η απόφαση είναι ήδη ειλημμένη γιατί οι άλλοι δίνουν περισσότερα. Άρα το μικρό μας βιβλιοπωλείο να γκρεμιστεί! Προφανώς όλο αυτό μας στεναχωρεί κι όχι μόνο εμάς αλλά και όλο τον κόσμο της γειτονιάς και πολύ ευρύτερα πιστεύουμε αλλά είμαστε πολύ μακριά απ’ το να αισθανόμαστε ότι είμαστε οι αδύναμοι», αναφέρεται στην ανάρτηση.

«Στα 22 χρόνια λειτουργίας του, το βιβλιοπωλείο και η ομάδα του έχουν χαράξει ένα έργο τεράστιο σε σχέση με το μέγεθος του βιβλιοπωλείου. Στη γειτονιά μας έχουν έρθει συγγραφείς, ιστορικοί, καλλιτέχνες, παιδαγωγοί και άλλοι πολλοί δημιουργώντας μια εστία πολιτισμού».

«Για όλα αυτά ξεκινάμε μια καμπάνια να μην κλείσει το Αμόνι και θα το παλέψουμε με τη βοήθεια όλων! Θέλουμε νομική υποστήριξη, δημοσιοποίηση, αλληλεγγύη και να συμβάλλουμε στο δυνάμωμα του κινήματος που θα έχει λόγο για το τι γίνεται στη γειτονιά του. Έτσι κι αλλιώς, πιστεύουμε ότι χαμένη μάχη είναι αυτή που δεν δόθηκε!».

18 Μαρτίου 2023

Ελευθερουδάκης: οι εργαζόμενοι πληρώνουν τη λαίλαπα της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης στο χώρο του βιβλίου

Τις τελευταίες μέρες _συνέχεια προηγούμενων βολών (από το 2013 και μετά), είδαν το φως της δημοσιότητας διάφορα «ωραία» του αστικού τύπου για τον πρώην (~125 χρόνων _από το 1898) κραταιό όμιλο που «έγραψε Iστορία» _θυμίζουμε πως επρόκειτο για αλυσίδα 25-27 _άλλα δικά της και άλλα franchise βιβλιοπωλείων, από τα οποία έμεινε τύποις ανοιχτό ένα μόνο (Πανεπιστημίου). Την ίδια ώρα το “κλαδικό” σωματείο, έχει επιλέξει για δικούς του λόγους (;;) τον (συνήθως αδιέξοδο) “μοναχικό” δρόμο των “συλλογικοτήτων”, μακριά από το ταξικό οργανωμένο μαζικό κίνημα (ΠΑΜΕ).
Ας δούμε λοιπόν πως έχει η κατάσταση _Μύθοι και πραγματικότητα…

Η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα _
Από εργαζόμενος (μεγαλο)επιχειρηματίας

Το χτίσιμο της αλυσίδας:
Ο πρώτος Ελευθερουδάκης (Κωνσταντίνος), ξεκίνησε σαν υπάλληλος και στη συνέχεια (από το 1898) _σύνηθες την εποχή εκείνη συνεταίρος στο διεθνές βιβλιοπωλείο Beck & Barth επί της Μητροπόλεως, που έπειτα από 20 χρόνια πέρασε στα δικά του χέρια και το 1918 άνοιξε το πρώτο δικό του κατάστημα, με την επωνυμία «Ελευθερουδάκης», στην πλατεία Συντάγματος (Σταδίου & Καραγεώργη Σερβίας) εκδίδοντας την 24τομη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, λεξικό κλπ.

Το 1962 μεταφέρθηκε στην οδό Νίκης, όπου παρέμεινε για περισσότερα από 30 χρόνια, ενώ παράλληλα η Βιργινία Ελευθερουδάκη- Γκίνη, άνοιξε υποκατάστημα στον Πύργο Αθηνών, που εξελίχτηκε σε μεγάλη αλυσίδα (20+ καταστημάτων σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα) και το 1995 με θαλασσοδάνεια δημιουργήθηκε το πρώτου «τέρας» 8ώροφο βιβλιοπωλείου _super market στην Ελλάδα, επί της Πανεπιστημίου (2.300 μ2).

 

Υπέρογκες οι οφειλές
Απλήρωτοι οι εργαζόμενοι

Αυτοί που βρίσκονται ψηλά
θεωρούνε ταπεινό
να μιλάς για το φαΐ.
Ο λόγος; Έχουνε κιόλας φάει.

Μπέρτολτ Μπρεχτ

Μόνο έτσι μπορεί να απαντήσει κανείς στην ανακοίνωση της Ελευθερουδάκης ΑΕ, η οποία έτρεχε στο δρόμο των τραπεζικών χρηματοδοτήσεων και των επενδυτικών σχεδίων και έχασε την πνευματικότητα των ανθρώπων του μόχθου, των εργαζομένων της, των αναγνωστών που την εμπιστεύτηκαν και τη στήριξαν, όλων όσοι βλέπουν τις πραγματικές αξίες της ζωής, τη γνώση και τον αγώνα, και όχι τις φτηνές χρηματιστηριακές αξίες.

«Έξω από το κουτί» είναι η εταιρεία Ελευθερουδάκης, όπως γράφει στην ανακοίνωσή της.
Μέσα στο κουτί είναι οι απλήρωτοι εργαζόμενοί της που, παρά το γεγονός ότι έχουν δικαστικές αποφάσεις οι οποίες τους δικαιώνουν ακόμη και κατά της ίδιας της διευθύνουσας συμβούλου, αυτή καταστρώνει νέα επιχειρηματικά σχέδια με τις φίλιες και συγγενείς επιχειρήσεις της. Τί κι αν έταξε στην επιθεώρηση εργασίας ότι θα εξοφλήσει τους εργαζομένους, τί κι αν πρότεινε στο δικαστήριο για τη δήθεν εξυγίανση σταδιακή εξόφληση των δανείων; Ούτε ένα ευρώ δεν κατέβαλε.

Οι ιδιοκτήτες της εταιρείας δεν λένε κουβέντα για τα χρέη της (εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, δεδουλευμένα και αποζημιώσεις απόλυσης) προς αρκετούς εργαζομένους που απασχολούσε η εταιρεία τα προηγούμενα χρόνια και βρέθηκαν στο δρόμο. Δεν αναφέρει επίσης λέξη για τα χρέη προς τους προμηθευτές της, πολλοί από τους οποίους μετακυλίουν το πρόβλημα στους δικούς τους εργαζομένους αφήνοντάς τους απλήρωτους. Και το σημειώνουμε αυτό γιατί οι ιδιοκτήτες της εταιρείας δεν μοιράστηκαν τα κέρδη τους την εποχή των μεγάλων τζίρων, την «πενταετία 1995-2000 που ήταν η πιο φωτεινή περίοδος», όπως τονίζει η κ. Ελευθερουδάκη, αλλά δεν δίστασαν να απολύσουν, να μειώσουν μισθούς, να ελαστικοποιήσουν τις εργασιακές σχέσεις όταν τα χρήματα της πλασματικής ευμάρειας την εποχή της φούσκας χάθηκαν.

Όμως αυτός είναι νόμος για τους εργοδότες, για αυτούς μόνο ένας στόχος υπάρχει: να διασωθούν τα κέρδη τους, να γλιτώσει η «περιουσία τους». Οι εργαζόμενοι είναι οι αναλώσιμοι. Οι εργαζόμενοι, όση «καλή θέληση» κι αν έδειξαν, όσες υποχωρήσεις και αν έκαναν, τελικά στο δρόμο έμειναν, απλήρωτοι παρέμειναν.

Η ιδιοκτήτρια της εταιρείας σε συνέντευξή της δήλωσε ότι τους κόστισαν τα capital controls. Αν όμως θυμόμαστε καλά, η εταιρεία έκανε αίτηση υπαγωγής στον Πτωχευτικό Κώδικα στις 14/7/2014 καταθέτοντας και το αντίστοιχο Σχέδιο Εξυγίανσης, δηλαδή ένα χρόνο πριν την εφαρμογή των capital controls. Τότε, οι βασικοί πιστωτές, δηλαδή οι τράπεζες, αλλά και αρκετοί εκδότες-προμηθευτές συναίνεσαν στο σχέδιο. Ωστόσο, όταν συζητήθηκε το σχέδιο στο αρμόδιο δικαστήριο, η εταιρεία δεν προσκόμισε ως όφειλε τα απαραίτητα οικονομικά στοιχεία, έτσι το “σχέδιο εξυγίανσης” έμεινε στα χαρτιά.

Δύο χρόνια υποσχέσεις και ελπίδες για καταβολή των μισθών σε νέους ανθρώπους με αυξημένες ανάγκες. Και όταν το δικαστήριο που αποφάσιζε την υπαγωγή στο 99 ζήτησε πρόσθετα στοιχεία, καμία ανταπόκριση. Δεν πληρώνω, δεν συμμορφώνομαι με δικαστικές αποφάσεις, δεν προσκομίζω στοιχεία και συνεχίζω το επιχειρηματικό μου έργο με τις αξίες και τις μεθόδους που ποτίστηκαν από τα χρόνια της χρηματιστηριακής φούσκας. Ούτε ένα δάκρυ λοιπόν από την εταιρεία ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ για τη χαμένη τιμή του βιβλίου και της πνευματικότητας.

Να σημειώσουμε εδώ και ένα γενικότερο ζήτημα. Οι επιχειρήσεις, με την υπαγωγή τους στις διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα, αποκτούν μια ιδιότυπη ποινική και αστική ασυλία για τα χρέη τους προς το δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους εργαζομένους. Έτσι, οι βασικοί μέτοχοί τους κερδίζουν χρόνο για να οργανώσουν άλλα επιχειρηματικά σχέδια, να προστατεύσουν την προσωπική περιουσία τους και να ξεπλύνουν τις ευθύνες τους για τη χρεωκοπία των εταιρειών τους.

Στη συνέντευξή της η κ. Ελευθερουδάκη αναφέρει ότι «είμαστε έτοιμοι για το επόμενο βήμα, αλλά αρνούμαστε να το κάνουμε όσο δεν υπάρχει θετικό και σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον». Αναρωτιόμαστε αν αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν χρήματα και τα κρατούν για τα επόμενα επιχειρηματικά σχέδια, τη στιγμή που υπάρχουν ακόμα απλήρωτοι εργαζόμενοι.

Αρχικά δεν υπήρχε ο βωβός κινηματογράφος, ούτε τα 45ντάρια και τα 33lp. Αρχικά υπήρχε η εργασία και μετά υπήρχε το κεφάλαιο και τα κέρδη του. Αυτό είναι το εμπόρευμα, η εργασία και οι άνθρωποι του μόχθου και όχι το περιτύλιγμα που βουλιάζουν και αναδύονται μέσα από τα οικονομικά στοιχεία που εμφανίζουν για να μπορούν να εκμεταλλεύονται πιο αποτελεσματικά την εργασία των ανθρώπων. Αλλά η Ελευθερουδάκης ΑΕ δεν μιλάει γι’ αυτό το εμπόρευμα. Μιλάει για τα νέα επιχειρηματικά σχέδια που όχι μόνο τα απεργάζεται αλλά μπορεί να τα έχει κιόλας υλοποιήσει. Φαίνεται ξεκάθαρα αυτό άλλωστε από την πρόσκληση στους συγγραφείς να εκδώσουν το βιβλίο τους, τους φορείς να φτιάξουν βιβλιοθήκες, τους επαγγελματίες για τα επαγγελματικά δώρα. Συγκεκριμένα πράγματα. Αθάνατη επιχειρηματικότητα! Με τα χρήματα των εργαζομένων, συστήνεις στο πρόσωπο άλλου, συνήθως συγγενούς προσώπου εταιρεία και, σιγά σιγά, στέλνεις τους απογοητευμένους και απλήρωτους πελάτες σου προς τα εκεί, αφού πρώτα έχουν διαγράψει τις απαιτήσεις τους.

Η ιδιοκτησία της εταιρείας Ελευθερουδάκης θέλει να κρύψει τις όποιες ευθύνες της, και τις όποιες λάθος επιλογές της πίσω από τη φλυαρία για τη «διεθνή κρίση», τις επιπτώσεις από την εξέλιξη της τεχνολογίας στο χώρο του βιβλίου και τις αλλαγές των καταναλωτικών συνηθειών. Ευθύνες και κακές επιλογές που έχουν να κάνουν με την υπερβολική διόγκωση της εταιρείας, την αδυναμία να προσαρμοστεί στις συνθήκες της κρίσης και στον εντεινόμενο ανταγωνισμό. Γιατί το μόνο που ήξεραν να κάνουν ήταν να περιορίζουν το εργατικό κόστος και να «φεσώνουν» τους προμηθευτές.

Δυστυχώς ο καθηγητής Ν. Χαριτάκης, σύζυγος της κ. Σ. Ελευθερουδάκη, έμπειρος οικονομολόγος, παλαιότερα Γενικός Γραμματέας Αποκρατικοποιήσεων στο Υπουργείο Βιομηχανίας, πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων, οικονομικός σύμβουλος του ΣΕΒ και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν κατάφερε να προφυλάξει την εταιρεία από τη φούσκα που δημιούργησε. Βέβαια, η Ελευθερουδάκης ΑΕ δεν ήταν η μόνη εταιρεία που ακολούθησε αντίστοιχη τακτική. Στον ίδιο δρόμο βάδισε και η Παπασωτηρίου ΑΕ, που επίσης χρωστά στους εργαζόμενους που απασχολούσε, ενώ έριξε ηχηρό «κανόνι» στην αγορά του βιβλίου.

Οι εργαζόμενοι στον κλάδο του βιβλίου είναι «θεατές στο ίδιο έργο» πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. (Θυμίζουμε τα «Ελληνικά Γράμματα», τον «Παπασωτηρίου», τον «Σάκκουλα», τον «Απόλλωνα», τον «Φλωρά» και τόσους άλλους…) Εταιρείες «κλείνουν», «πτωχεύουν», υπάγονται στην προπτωχευτική διαδικασία και υποβάλλουν σχέδια «εξυγίανσης». Οι εργοδότες έχουν κάνει τα «κουμάντα» τους, έχουν μεταγράψει τα βασικά περιουσιακά στοιχεία τους σε άλλα ονόματα ή νέες εταιρείες, έχουν φροντίσει να βάλουν σε «καλά χαρτιά» τα κέρδη τους. Η πρόσφατη περίπτωση των σουπερμάρκετ Μαρινόπουλος είναι χαρακτηριστική. Χωρίς βέβαια να ξεχνάμε ότι τα προηγούμενα χρόνια οι συναλλαγές των επιχειρήσεων με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (δάνεια, χορηγήσεις, παιχνίδια με τις μετοχές στο Χρηματιστήριο) υπήρξαν εργαλείο συσσώρευσης κεφαλαίου με αμοιβαίο όφελος για τους επιχειρηματίες και τους τραπεζίτες.

Μαζί με τους εργοδότες τεράστια είναι η ευθύνη και όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων χρόνων, μαζί και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που έχουν δημιουργήσει ένα νομικό πλαίσιο που επιτρέπει τις αυθαιρεσίες των εργοδοτών, τις κάθε είδους «εξυγιάνσεις» και «πτωχεύσεις» που προστατεύουν τα κέρδη τους, τις τράπεζες και όχι βέβαια τους εργαζομένους.

Το πρόβλημα δεν είναι νομικό. Αφορά στη φύση της εργοδοσίας και της αγοράς, στη λογική του κέρδους. Για τους εργοδότες είναι νόμος το «πρώτα το ξεζούμισμα» και μετά οι απολύσεις. Πάντα στο όνομα της κρίσης, με πρόσχημα το «δεν βγαίνουμε» κ.λπ. Και θα το ξανατονίσουμε: Τόσα χρόνια τα κέρδη από τον ιδρώτα και τη δουλειά μας δεν τα μοιραζόμασταν. Δεν θα μοιραστούμε τις ζημιές, δεν θα κάνουμε πλάτες στις «εξυγιάνσεις» και τη διευθέτηση των χρεών σας με το δικό μας μεροκάματο!

Για εμάς τους εργαζομένους, το «λουκέτο» στον Ελευθερουδάκη προσθέτει άλλη μια αράδα στο μακρύ κατάλογο αντεργατικών αυθαιρεσιών πολλών εταιρειών του κλάδου του βιβλίου και όχι μόνο. Οι εργαζόμενοι πληρώνουν τα σπασμένα της κρίσης και γίνονται όμηροι της εργοδοσίας, με καταστρατήγηση όλων των εργασιακών δικαιωμάτων τους, με απλήρωτη εργασία, πιέσεις και εκβιασμούς, ατομικές συμβάσεις, μειώσεις μισθών, εκ περιτροπής εργασία, σκύβοντας το κεφάλι μπροστά στη λαίλαπα της ανεργίας.

Η υπόθεση δεν έκλεισε. Δεν θα σταματήσουμε. Θα παλέψουμε μέχρι τέλους για την πλήρη καταβολή των μισθών και των αποζημιώσεων των συναδέλφων μας, αποκαλύπτοντας το σαθρό πεδίο λειτουργίας των επιχειρήσεων και απαλλαγής τους από τις υποχρεώσεις έναντι των εργαζομένων. Ζητούμε την άμεση καταβολή και εξόφληση των εργατικών απαιτήσεων και τη συμμόρφωση στις δικαστικές αποφάσεις.

Με συναδελφική αλληλεγγύη, οργάνωση και αντίσταση σε κάθε κατάστημα, κάθε γραφείο και αποθήκη, να διεκδικήσουμε όλοι μαζί όλα όσα μας χρωστάνε, να αγωνιστούμε για το μέλλον μας. Μαζί με το Σύλλογό μας και το εργατικό κίνημα έχουμε μεγαλύτερη δύναμη. Κανένας μόνος του στην κρίση. Στους αγώνες και τη συλλογικότητα η δική μας απάντηση και λύση!

Το ταξίδι στο μέλλον δεν περνάει από το πρόσφατο παρελθόν σας. Τα όνειρα και οι αγωνίες μιας ολόκληρης γενιάς θα γίνουν βιβλία, μουσική και ταινίες από τους δημιουργούς του κοινωνικού πλούτου και όχι από τους τεχνοκράτες και τους τραπεζίτες. Οι ανάγκες μας δεν πτωχεύουν, αλλά θα σας στοιχειώνουν μέχρι να βρουν δικαίωση.

2016 _Σύλλογος Υπαλλήλων
Βιβλίου–Χάρτου–Ψηφιακών Μέσων Αττικής
Λόντου 6, Εξάρχεια – Αθήνα sylyp_vivliou@yahoo.gr
bookworker.wordpress.com

ΥΓ: Η σκέψη μας και η στενοχώρια μας δεν αφορά στο κλείσιμο μιας «ιστορικής» βιτρίνας. Στρέφεται κυρίως στους συναδέλφους μας που έχουν χάσει τη δουλειά τους απολυμένοι από τα 450 βιβλιοπωλεία και εκδοτικούς οίκους που έχουν κλείσει στα χρόνια της κρίσης. Η ιστορική διαδρομή και προσφορά, μεγάλη πράγματι, του εκδοτικού οίκου Ελευθερουδάκης δεν έχει καμιά σχέση με τις επιχειρηματικές φούσκες που έκαναν οι ιδιοκτήτες της την τελευταία 20ετία. Ο τζίρος του βιβλίου πέφτει γιατί οι αναγνώστες δεν έχουν λεφτά για αγορές και το βιβλίο έχει καταντήσει είδος πολυτελείας. Το κράτος δεν στηρίζει πολιτικές διεύρυνσης του αναγνωστικού κοινού,  αλλά εφαρμόζει μέτρα της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ (κατάργηση ενιαίας τιμής, αύξηση ΦΠΑ κ.ά.) που πλήττουν το βιβλίο. Οι σχολικές βιβλιοθήκες, από τη δημιουργία των οποίων επωφελήθηκε ο Ελευθερουδάκης -και άλλοι- ως προμηθευτής τους, ουσιαστικά υπολειτουργούν. Στη ρίζα του κακού βρίσκονται οι πολιτικές λιτότητας και φτωχοποίησης του λαού, οι πολιτικές που εφαρμόζουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις μαζί με την ΕΕ και το ΔΝΤ για να ωφελείται το κεφάλαιο. Η ιδιοκτησία της Ελευθερουδάκης ΑΕ ξεχνά να το πει, αφού ο κ. καθηγητής είναι ένθερμος υποστηρικτής τους.

Καπιταλιστική κρίση

Όταν μπήκαμε και μεις στην οικονομική κρίση (2009-2010 _ Κατά 3,5% μειώθηκε το ΑΕΠ της Ελλάδας το β' τρίμηνο του 2010, με δραματικές συνέπειες για τα λαϊκά στρώματα αλλά και για εκδότες που έγιναν εν μία νυκτί βαστάζοι -προμηθευτές) η επιχείρηση, έχοντας περάσει στα χέρια της τρίτης γενιάς της οικογένειας, που ζούσε μέσα στον πλούτο βρέθηκε αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη κατάσταση (βγήκε πχ. στο σφυρί η οικογενειακή πολυκατοικία στο Ψυχικό).
Το 2008, έκανε τζίρο 24 εκατ.€, για να φτάσει το 2015 στις μόλις 500, με αποδεκατισμό του προσωπικού από 130 άτομα και πάνω από 150-200 συνεργάτες σε λιγότερους από 10 εργαζομένους, ενώ έτρεχαν δάνεια που ξεπερνούσαν τα 21 εκατ.€ και το 2014, επιχειρήθηκε η ένταξη στο άρθρο 106 του εργατοκτόνου Πτωχευτικού Κώδικα (το οποίο αντικατέστησε το άρθρο 99) και το 2018 έγινε προσπάθεια να βρεθεί λύση στο θέμα των χρεών μέσω του εργαλείου του εξωδικαστικού συμβιβασμού, με το σύνολο των οφειλών της να φτάνει τα 30 εκατ.€ (17 εκατ. αφορούσαν τραπεζικά δάνεια 13 οφειλές προς το Δημόσιο _ΦΠΑ και ΙΚΑ και κάτι “ψιλά” σε ιδιώτες πιστωτές).
Αλλά δεν βάζουν κάτω: με απλήρωτους τους εργαζόμενους ξεκινούν το e-shop books.gr, με τη Σοφίκα Ελευθερουδάκη -απόφοιτη της Γερμανικής Σχολής Αθηνών, εκπαιδευμένη σε μονοπωλιακούς ομίλους του Αμβούργου και της Νέας Υόρκης και τη Μαρίνα (γυναίκα του Τέρενς Κουίκ).
(σημείο γραφής)
Σε ένα κείμενό της (2016) στην «Εστία», η Κα Σοφίκα αναφέρθηκε στο πόσο πληγώθηκε προσωπικά τότε, αλλά δεν εξέφρασε στιγμή αίσθηση ευθύνης ή τύψεις για τη ζημία και αγωνία που είχε προκαλέσει στους εργαζόμενους αλλά και σε έναν ολόκληρο κλάδο.

Μεταξύ άλλων διατηρούσαν αρχοντικό _με οικόσημο, στις Σπέτσες (Κουνουπίτσα, γνωστό ως οικία Καστριώτη που  έχει κηρυχτεί διατηρητέο) που κατασχέθηκε για χρέη προς τη Eurobank, βγήκε σε απανωτούς πλειστηριασμούς και τελικά εκπλειστηριάστηκε το 2020 (αντί 1,68 εκατ.€)

Το ζήτημα των απλήρωτων πρώην εργαζομένων των βιβλιοπωλείων «Ελευθερουδάκης» επαναφέρει στο προσκήνιο ο Σύλλογος Υπαλλήλων Βιβλίου, Χάρτου & Ψηφιακών Μέσων Αττικής (ΣΥΒΧΨΑ), καθώς 10 χρόνια μετά και τα δεδουλευμένα δεν τους έχουν δοθεί, παρά το γεγονός ότι η εταιρεία εξακολουθεί να υφίσταται ως εκδοτικός οίκος, όπως καταγγέλλεται. 

Τα περιουσιακά στοιχεία που βγαίνουν στο «σφυρί» πηγαίνουν στις τράπεζες και όχι στους απλήρωτους πρώην εργαζομένους που βρέθηκαν στον δρόμο.
Όπως διαμηνύει οι εργαζόμενοι «μας ανήκουν τα δεδουλευμένα μας και θα τα πάρουμε. Θα επιμείνουμε μέχρι να νικήσουμε» δηλώνοντας την αποφασιστικότητά τους.

Νέα ανακοίνωση του ΣΥΒΧΨΑ

(Μάης 22)
«Το λουκέτο των βιβλιοπωλείων Ελευθερουδάκης πριν από μερικά χρόνια δεν ήταν το τέλος τους. Η εταιρεία εξακολουθεί να υφίσταται ως εκδοτικός οίκος. Σε λίγες μέρες μάλιστα, θα γίνει η δεύτερη δημοπρασία περιουσιακού στοιχείου τους με επισπεύδουσα ξανά μια τράπεζα. Παράλληλα, οι πρώην υπάλληλοι της εταιρείας εξακολουθούν να μην έχουν πάρει τα λεφτά τους, τα οποία δούλεψαν τόσα χρόνια… Οι άνθρωποι που δούλευαν τότε στον χώρο του βιβλίου, τον οποίο είχε φεσώσει ολοκληρωτικά και εκβιαστικά ο Ελευθερουδάκης, ήξεραν τι συνέβαινε.

Οι τότε υπάλληλοι των βιβλιοπωλείων τους άρχισαν να πληρώνονται με έναντι-ψίχουλα του μισθού τους από το 2011, γιατί «… βλέπετε, η κρίση φταίει, δεν φταίμε εμείς… βάλτε λίγη πλάτη…». Έβλεπαν αποσβολωμένοι τη διοίκηση να βάζει συχνά χέρι στα ταμεία των βιβλιοπωλείων για να πάει στο Κολωνάκι να φάει κατιτίς. Έβλεπαν το στοκ του βιβλιοπωλείου να πηγαίνει με υποτυπώδη δελτία αποστολής στο καινούριο βιβλιοπωλείο που άνοιξαν με άλλη επωνυμία  στο Κολωνάκι. Έβλεπαν τη διοίκηση να τους πετά 20ευρα στη μούρη «για να παν’ να πάρουν κανά πακέτο μακαρόνια», όταν πήγαιναν να ζητήσουν ευγενικά τον μισθό τους γιατί ήταν απλήρωτοι μήνες. Έβλεπαν ακραίες νεοφιλελεύθερες πρακτικές διεύθυνσης να οδηγούν εξόφθαλμα και θεμιτά την επιχείρηση στην πτώχευση.

Όταν η ευγένεια των «πληβείων» υπαλλήλων στέρεψε και έκαναν επίσχεση εργασίας για να ζήσουν τουλάχιστον από το επίδομα ανεργίας μέχρι να δικαιωθούν δικαστικά, η εταιρεία τους απέλυσε, πράξη παράνομη, χωρίς να τους δώσει τη νόμιμη αποζημίωσή τους, πράξη επίσης παράνομη.

Παρ’ όλα τα κροκοδείλια δάκρυα και τις υποσχέσεις της διοίκησης, παρ’ όλες τις δράσεις (διαμαρτυρίες, καμπάνιες) του Συλλόγου μας τότε και τις πάμπολλες δικαστικές νίκες των υπαλλήλων, μια δεκαετία σχεδόν μετά , το δίκαιο δεν έχει επικρατήσει ακόμα. Η πρώτη δημοπρασία της βίλας τους στις Σπέτσες, που έγινε πριν μερικούς μήνες, χρηματοδότησε αποκλειστικά τις τράπεζες. Η νέα δημοπρασία που θα γίνει στις 25 Μάη για τα σπίτια της οικογένειας στο Ψυχικό έχει ήδη προκαλέσει το ενδιαφέρον του οικονομικού Τύπου της χώρας που αδιαφορεί προκλητικά για τους απλήρωτους πρώην υπαλλήλους του Ελευθερουδάκη. 

Άνθρωποι του βιβλίου είμαστε. Ξέρουμε πολύ καλά πως υπολογίζουν στη σιωπή μας για την ολοκλήρωση και αυτού του επεισοδίου σε αυτό το δεκαετές σήριαλ. Βολεύει η σιωπή και η αμνησία για να ξαναφάνε ολοκληρωτικά οι τράπεζες τα δεδουλευμένα των ανθρώπων που δούλευαν στα βιβλιοπωλεία Ελευθερουδάκης. Για να ξαναεπικρατήσει το Κεφάλαιο του δικαίου. Όμως, σε πείσμα όλων, υπάρχουμε και εμείς, που θα συνεχίσουμε να επιμένουμε πως το δίκαιο είναι πάντα το δίκιο του εργάτη και να παλεύουμε για όσα μας κλέβουν.

Πρέπει να ξέρουν όλοι πως αυτά τα λεφτά δεν είναι καραμέλες, ούτε χαρτζιλίκι. Είναι λεφτά που έχουν δουλέψει άνθρωποι με οικογένειες, με παιδιά, με άρρωστους ανθρώπους οι οποίοι έφυγαν στην πορεία, με παιδιά που μεγαλώνουν σήμερα έχοντας στερηθεί τα βασικά. Δεν είναι κρίση οικονομική, αλλά ταξική.

Ως Σύλλογος Βιβλίου Χάρτου και Ψηφιακών Μέσων Αττικής, ως εργάτες και ως Άνθρωποι, απαιτούμε αυτοί, όπως και όλες οι εργάτριες και εργάτες που «λόγω της κρίσης τους» εξακολουθούν να ταλαιπωρούνται οικονομικά και ψυχολογικά τόσα χρόνια σε οικονομικές δικαστικές διαμάχες με τα αφεντικά τους όπως στα Metropolis, στην Ελευθεροτυπία κτλ., να δικαιωθούν σήμερα!

Δεν χαρίζουμε ευρώ στο στόμα του Καπιταλισμού. Μας ανήκουν τα δεδουλευμένα μας και θα τα πάρουμε. Θα επιμείνουμε μέχρι να νικήσουμε. Μέχρι να πνιγεί το Κεφάλαιο.

Ο Αγώνας συνεχίζεται! Άμεση δικαίωση των απλήρωτων υπαλλήλων του Ελευθερουδάκη!»