Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κεφαλονιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κεφαλονιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

06 Δεκεμβρίου 2023

Μ’ ένα πλεούμενο σύννεφο θα σου στέλνω την έγνοια μου, κι εσύ το δειλινό να με θυμάσαι _Κουνάμε τα χέρια μας γι’ αποχαιρετισμό, και τ’ άλογό μου βιάζεται να ξεκινήσει.


Νικολί, Νικολί,
καπετάνιε ντερτιλί
…”
Νικολάκη _όπως την έλεγε ο Βαγγέλης

Αχ… τα μαλλιά σου ποιος χτενίζει;
Ποιος σε ξυπνάει τις Κυριακές; Ποιο χάδι σε κοιμίζει;
Ποιας γης τα κάλλη ζήλεψες;
Ποια μέθη σε παγίδεψε κι έμεινες μοναχή σου;

Φύσα αέρα δυνατά και μη φοβάσαι.
Κόντρα να `σαι να μου πνίγεις τη λαλιά.
Φύσα και γκρέμισε φωλιές, μη μας λυπάσαι.
Ήρθε ο καιρός μαζί να φύγουμε μακριά.

Μεγάλος μαχητής της ζωής και σαν Άνθρωπος με άλφα κεφαλαίο

Το ερώτημα ποιος γράφει την ιστορία είναι διαχρονικό και αποτελεί βαθύ φιλοσοφικό ζήτημα ... Η κυρίαρχη σήμερα αστική αντίληψη, είναι πως την ιστορία την φτιάχνουν οι μεγάλοι(άντρες -καμιά φορά και γυναίκες), ότι “η βούληση, οι ιδέες, η μεγαλοφυΐα των μεγάλων προσωπικοτήτων είναι που καθορίζουν τον ρου της ιστορίας”... Εμείς λέμε πως αυτή η αντίληψη της ιστορίας είναι εντελώς ψεύτικη, παρελκυστική, πολύ περισσότερο που, μας πλασάρονται σαν πρωταγωνιστές - διάφοροι «επώνυμοι», εντός και εκτός εισαγωγικών -εκείνο που ο λαός μας ονομάζει το «έλα να δεις»...

Ο Μπρεχτ γράφει στο «Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει»…

Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Οι βασιλιάδες κουβαλήσαν τ’ αγκωνάρια;
Kαι τη χιλιοκαταστρεμμένη Βαβυλώνα,
ποιος την ξανάχτισε τόσες φορές; ...

Τη νύχτα που το Σινικό Τείχος αποτελειώσαν,
πού πήγανε οι χτίστες; H μεγάλη Ρώμη
είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε;

και παρακάτω...

O νεαρός Αλέξανδρος υπόταξε τις Ινδίες. Μοναχός του;
O Καίσαρας νίκησε τους Γαλάτες. Δεν είχε ούτ’ ένα μάγειρα μαζί του;
Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας. Ποιος πλήρωσε τα έξοδα;

Επέλεξε αυτό το ρόλο _
δεν της το επέβαλαν και τον υπηρέτησε μέχρι τέλους

Ήταν πριν χρόνια, «προ Χριστού» όπως συνήθιζε να λέει ο πατέρας το πριν τη δικτατορία διάστημα, γύρω στο 1960 ή λίγο μετά, που καθιερώθηκε με «κοπτάτσια» στο σπίτι εβδομαδιαία «κολλεχτίβα» ... οι αποφάσεις θα ελαμβάνοντο δημοκρατικά και κατά πλειοψηφία και όλοι (ο πατέρας, η μάνα αλλά και εγώ 12-13 χρόνων τότε, ακόμη και η 7/χρονη Νίκη) είχαμε από μια ισοδύναμη ψήφο !!

Τζούλια η μάνα

Ξαναγυρνώντας στον Μπρεχτ, συχνά περνάει από το μυαλό μου εκείνο το
Υπάρχουν άνθρωποι που
αγωνίζονται για μια μέρα και είναι καλοί.
αγωνίζονται για ένα χρόνο και είναι καλύτεροι.
Υπάρχουν κι άλλοι που αγωνίζονται για πολλά χρόνια και είναι ακόμη πιο καλοί.
Μα, υπάρχουν κι αυτοί που αγωνίζονται όλη τους τη ζωή
Αυτοί είναι οι απαραίτητοι.

Και αναρωτιέμαι -μάλλον καταλήγω πως, οι χιλιάδες ανώνυμοι-ανώνυμες, «αφανείς» περήφανες Νίκες, της καθημερινότητας, αυτή η μήτρα της λαϊκής μας οικογένειας, είναι οι πιο απαραίτητες από τους απαραίτητους, μας είναι τελικά οι αναντικατάστατες γιατί οι τελευταίοι - επώνυμοι, όσο κι αν μας είναι πολύτιμοι μάλλον δύσκολα θα τα έβγαζαν πέρα χωρίς αυτές, χωρίς Νικολάκηδες...

Ένα τελευταίο -αν θέλετε και διευκρινιστικά …
Είναι οικογενειακό μας -που έχει να κάνει με ιδεολογικές αφετηρίες... να μην πιστεύουμε σε ταξίδια σε μια άλλη ζωή ...αυτός δυστυχώς είναι ένας δρόμος μοναχικός και αυτό _νομίζουμε δεν αλλάζει, όσο κι αν διακαώς θα το «επιθυμούσαμε» και θα έκανε κάποια πράγματα πιο απλά ...πιο βολικά -και σε ένα βαθμό επιλυμένα. Γιατί τότε η η Νίκη μας θα ήταν ήδη παρέα με τη μάνα και τον πατέρα με τόσους άλλους που «έφυγαν» πριν απ’ αυτή, με τους συναγωνιστές της και φίλους, με γείτονες, με όλους... αλλά «δεν»... Το μοναχικό ταξίδι μπορεί να μην είναι σαν το καταθλιπτικό του ιταλού ποιητή που ο πατέρας έχει βάλει κατά καιρούς σε χαρακτικά του
«Ognuno sta solo sul cuor della terra, trafitto da un raggio di sole: ed è subito sera» ... «όλοι μόνοι τους στην καρδιά της γης ...πέρασμα μιας ηλιαχτίδας και μετά πάλι βράδυ», ίσως ταιριάζει  περισσότερο η ρήση του φιλόσοφου της αέναης κίνησης και μεταβολής Ηράκλειτου «τα πάντα ρει, δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίης, αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μηδέποτε το αυτό μένειν»...

Από κει και πέρατο είπε  η  ίδια,  με  τον  τρόπο  που έζησε - παίζοντας το ρόλο -επαναλαμβάνω, που η ίδια αποφάσισε εκείνον του αφανή ήρωα,

Τοὺς Λαιστρυγόνας καὶ τοὺς Κύκλωπας, τὸν ἄγριο Ποσειδώνα
δὲν θὰ συναντήσεις, ἂν δὲν τοὺς κουβανεῖς μὲς στὴν ψυχή σου,

Αυστηρά λιτή -ποτέ δεν απόκτησε ούτε επώνυμα ρούχα, ούτε χρυσαφικά, περήφανη, αμετανόητα «ξεροκέφαλη» αλλά και πεισματάρα με ψηλά τον πήχη:  και αυτός ο τρόπος ζωής, θα αποτελεί για πάντα μια ακόμη παρακαταθήκη, με χρέος να διαφυλαχτεί ως είδος σε ανεπάρκεια.

Η Νίκη, που αν και αντικειμενικά -η στάση ζωής και η κοινωνική προσφορά της ακράδαντα το αποδείχνουν, υπήρξε πάντα _στον κοινωνικό μικρόκοσμο, εκ των πλέον εκλεκτών και επιφανών, αλλά επέλεξε το ρόλο του αεί στρατευμένου «άγνωστου στρατιώτη».

Έχασε τη μάχη με τον θάνατο, αφού προηγουμένως αναμετρήθηκε με τη ζωή _έγραψαν –εγώ προσθέτω σκληρά, πολύ σκληρά. Αν αυτουργός του ανθρώπινου δράματος είναι η ανάγκη και η ελευθερία, υπηρέτησε και τα δύο ως τέκνο της σιωπηλής μήνης με δωρική συνέπεια, επιλέγοντας τη λάμψη της ορμής που στάθηκε «από πάντα» για εκείνη πιο συναρπαστική από την ευφορία της απόλαυσης.

Γνήσιο τέκνο της ανάγκης -από πολύ νέα, από τότε που επί χούντας ήταν μαθήτρια στο γυμνάσιο κι «ώριμο τέκνο της οργής», παιδί της Νομικής και του Πολυτεχνείου πια, πάλεψε και κατάφερε να μείνει έτσι, ...αυθεντική και ατίθαση σε πείσμα της επώνυμης / κυριλάτης, συμβιβασμένης ρεφορμιστικής και κυβερνώσας (χτες και σήμερα) «γενιάς του Πολυτεχνείου».

Η Νίκη ΜΑΣ, που μου 'λεγε: «αδερφέ, ...εμείς λύνουμε ζητήματα γιατί έχουμε το πανίσχυρο εργαλείο που λέγεται διαλεκτικός υλισμός ...τη μαρξιστική αντίληψη και οπτική ερμηνείας της ζωής» αυτή η Νίκη -στο διάβα του χρόνου, μας λείπει όλο και πιο πολύ. Στιγμές - στιγμές ξεπροβάλει απ’ το πουθενά και πορεύεται  πλάι μας αυστηρά λιτή, περήφανη, αδέκαστη, «ξεροκέφαλη, πεισματάρα» και πάντα ασυμβίβαστη και ανυπότακτη:

, φεύγεις; Καληνύχτα. χι, δέ θρθω. Καληνύχτα.
γώ θά βγ σέ λίγο. Εχαριστ. πρέπει νά βγ π' ατό τό τσακισμένο σπίτι.
Πρέπει νά δ
λιγάκι πολιτεία, — χι, χι τό φεγγάρι —  τήν πολιτεία μέ τά ροζιασμένα χέρια της, τήν πολιτεία το μεροκάματου, τήν πολιτεία πού ρκίζεται στό ψωμί καί στή γροθιά της τήν πολιτεία πού λους μς ντέχει στή ράχη της, μέ τίς μικρότητές μας, τίς κακίες, τίς χτρες μας, μέ τίς φιλοδοξίες, τήν γνοιά μας καί τά γερατειά μας, — ν' κούσω τά μεγάλα βήματα τς πολιτείας, νά μήν κούω πιά τά βήματά σου μήτε τά βήματα το Θεο, μήτε καί τά δικά μου βήματα. ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ

Για τη Νίκη - Οι παλιοί της φίλοι

Μη, μην το πεις οι παλιά μας φίλη μην το πεις για πάντα εφύγε... Βλέπει πυρκαγιές πάνω από λιμάνια πάνω από σταθμούς κι είναι μαζί μας. Όταν ο κόσμος μας θα καίγεται όταν τα γεφύρια πίσω μας θα κόβονται αυτή θα είναι εκεί να μας θυμίζει τις μέρες τις παλιές. Έφυγε από κοντά μας, η Νίκη του αγώνα, που δεν πρόκανε να δει τον κόσμο ανάποδα __
Εμείς (και επιτρέψτε μας τον προσωπικό τόνο) δεν είμαστε κάτοχοι του «αριστερόμετρου».
Όχι γιατί δεν υπάρχει, αλλά αντιθέτως επειδή υπάρχει! Και επειδή ξέρουμε ότι είναι τέτοιο το μπόι αυτών (των χιλιάδων και χιλιάδων) που το κατασκεύασαν, που ούτε στο νυχάκι τους δεν θα μπορούσαμε να συγκριθούμε... επειδή λοιπόν –ακριβώς και ευτυχώς, υπάρχει το «αριστερόμετρο»...

Ξέρουμε πολλούς ανθρώπους που είναι γενναιόδωροι. Αλλά δεν είναι αριστεροί _πολύ περισσότερο κομμουνιστές. Ξέρουμε πολλούς που είναι τίμιοι. Αλλά δεν είναι αριστεροί, πολλούς ανθρώπους που είναι δίκαιοι. Αλλά δεν … Ξέρουμε πολλούς ανθρώπους ανιδιοτελείς, αλληλέγγυους προς το διπλανό τους, με την ντομπροσύνη που κουβαλούν οι λαϊκοί άνθρωποι, πολλοί από αυτούς σου «δίνουν το βρακί τους» αν βρεθείς στην ανάγκη. Αλλά δεν ... Ότι δεν είναι αριστεροί, δεν μειώνει σε τίποτα τα χαρακτηριστικά του αλτρουισμού που τους διακρίνει. Παρά μόνο σε ένα: Δεν προσδίδει σε αυτά τα χαρακτηριστικά την αναγκαία και ικανή συνθήκη, που θα τα μετέτρεπε σε πολιτικό μέγεθος και σε πολιτική δύναμη καταπολέμησης της ατιμίας, της εκμετάλλευσης, της αδικίας. Αριστερός δεν είναι ο δίκαιος, ο ανιδιοτελής, ο τίμιος, ο αλληλέγγυος απέναντι στα θύματα που αφήνει η πολιτική της καταστροφής και της λεηλασίας.


Είναι όλα αυτά αλλά – δυστυχώς - είναι και κάτι πιο σύνθετο. Αριστερός _και κομμουνιστής εν δυνάμει είναι κείνος, που η συνείδησή του, η ανθρωπιά του, έχει μετουσιωθεί σε πολιτική συνείδηση και που παλεύει πολιτικά, κοινωνικά, ταξικά για την «εγκαθίδρυση» της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης, της τιμιότητας στον κόσμο,  με τη σωστή πλευρά της ιστορίας. Που η συνεισφορά της πολιτικής του δράσης σ' αυτήν την υπόθεση δεν έρχεται από το «περίσσευμα» του ελεύθερου χρόνου του, ούτε συνιστά ένα γενικό ουμανιστικό πρόταγμα που του θολώνει τα μάτια για να μη βλέπει τα αίτια και τους υπαίτιους της τραγωδίας.

Υπάρχει πάντα η καθεστωτική “αριστερά”,  παράταξη της θωπείας, της κολακείας ή της διθυραμβολογίας για την «καλότητα» των ανθρώπων. Η ειδοποιός διαφορά της με μας _ και με τη Νίκη έγκειται στο ότι τα χαρακτηριστικά της καλοσύνης μετασχηματίζονται σ΄ εκείνη την αναγκαία και ικανή συνθήκη _καταλύτη που τα μετατρέπει σε πολιτικό μέγεθος και πολιτική δύναμη καταπολέμησης της ταξικής εκμετάλλευσης και βαρβαρότητας. Και εδώ βρίσκεται το «αριστερόμετρο» που συχνά το ξορκίζουν οι ομιλούντες αριστερά και πράττοντες δεξιά (βλ. Συριζα και σημερινά απολειφάδα του ) εφόσον θέλει να είναι δύναμη της κοινωνικής απελευθέρωσης και όχι μια ακόμα λωρίδα – η αριστερή λωρίδα – του ίδιου καθεστωτικού δρόμου, δεν μπορεί παρά να έχει πάντα ως πυξίδα ότι: «Η ιστορία όλων των ως τα τώρα κοινωνιών είναι ιστορία ταξικών αγώνων», όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου»... «Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με μια λέξη, καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονταν σε ακατάπαυστη αντίθεση μεταξύ τους, έκαναν αδιάκοπο αγώνα, πότε καλυμμένο, πότε ανοιχτό (...)». Εφόσον θέλεις να είσαι δύναμη της κοινωνικής απελευθέρωσης και όχι μια ακόμα λωρίδα – η αριστερή λωρίδα (αλλά τι σημασία έχει; ___) – του ίδιου καθεστωτικού δρόμου, δεν μπορεί παρά να τοποθετείσαι ξεκάθαρα απέναντι σε κάθε λογική που κουκουλώνει τις ταξικές αντιθέσεις και προωθεί τη λογική «και στον ληστή ψωμί και στον χωροφύλακα χαμπέρι». Νίκη του αγώνα, για αυτά πάλεψες με θέρμη και αταλάντευτα αυτά μας αφήνεις παρακαταθήκη, θα σε θυμόμαστε έτσι, με την κόκκινη σημαία μέσα σου... _έγραψανπαλιοί της φίλοι”.

Τέλος _υποσημείωση …
Ανάρτηση μόνο για σ.φους-σσες και πολύ φίλους-ες \ συναγωνιστές, συναγωνίστριες στη ζωή και στον αγώνα:  παρακαλώ δείτε την χωρίς τα συνήθη σχόλια με «λάβαρα» κλπ. γιατί δεν ταιριάζουν στην περίσταση

          ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ...

Με τη γαλάζια γραμμή των βουνών στα βορινά / και στην ανατολή μια νερένια λευκή καμπύλη,
Εδώ θα χωριστούμε.
Στο μακρύ ταξίδι μου μ' ένα πλεούμενο σύννεφο / εγώ θα σας στέλνω την έγνοια μου, κι εσείς Το δειλινό να με θυμάστε...
Κουνάμε τα χέρια μας γι' αποχαιρετισμό
__Ανεμολάμνοντας




 

 

 

24 Απριλίου 2022

Είδη σε ανεπάρκεια | υπό εξαφάνιση

 

Τέτοιες μέρες | Τότε ήτανε αλλιώς

(Γιώργου Χουρμουζιάδη)
Όλα ήτανε αλλιώς. Ακόμα και η Άνοιξη ήτανε αλλιώς.
Θες τα λουλούδια που μοσκοβολούσαν, τα φύλλα των δέντρων που ήτανε πιο πράσινα, τα παράθυρα των σπιτιών που ήτανε πιο μεγάλα και καταβρόχθιζαν το φως του ανοιξιάτικου ήλιου, χωρίς να χορταίνουν. Θες τα μαλλιά της Χρυσαυγής που ήτανε όπως το άχερο ξανθά και άστραφταν λες και ήταν φτιαγμένα από χρυσάφι.
Κι έβγαινε και στην αυλή του σπιτιού της η κυρά να ποτίσει τα γαρίφαλα της προσφυγιάς, που μύριζαν πικραμύγδαλο και μέντα μαζί, όπως μύριζαν και τα μάγουλα της Χρυσαυγής, που τα φίλησα ένα απόγεμα έξω από το γαλατάδικο του κυρ - Αιμίλιου. Του κυρ - Αιμίλιου, που μπαινόβγαινε στη φυλακή, γιατί ένα βράδυ τύφλα στο μεθύσι ανέβηκε στο ξύλινο μπαλκόνι του σπιτιού του. Κρέμασε μια κόκκινη σημαία με ένα χρυσαφί σφυροδρέπανο, κεντημένο στην επάνω γωνία και άρχισε να τραγουδάει «Avanti popolo bandiera rossa, bandiera rossa». Έτρεξαν οι γείτονες να τον σταματήσουν, τίποτα αυτός. Μέχρι που ήρθε ο χωροφύλακας, ο επονομαζόμενος και Τσαγανιάς, γιατί είχε στραβά πόδια, και τον κατέβασε με το ζόρι.

Από εκείνο το βράδυ τον χάσαμε τον Αιμίλιο. Το γαλατάδικο έκανε τρεις μήνες ν' ανοίξει. Γι' αυτό κι εγώ βρήκα την ευκαιρία εκείνο το απόγεμα να φιλήσω το αριστερό μάγουλο της Χρυσαυγής, με τη συμφωνία πως δε θα το πω σε κανένα. Εγώ πού να κρατηθώ όμως. Πρώτα πρώτα το είπα στο Στέλιο, που έπαιζε σέντερ μπακ στα τσικό του ΠΑΟΚ. Και που τη γυρόφερνε κι αυτός τη Χρυσαυγή για τον ίδιο σκοπό. Υστερα το είπα στο Λάκη το Βουλγαρόπουλο, μπακαλόγατο στο μπακάλικο του Δημαρά. Και να μην τα πολυλογώ σε μια βδομάδα βούιζε όλη η γειτονιά. Εγώ καμάρωνα και φούσκωνα όλο ερωτική έπαρση, μέχρι που με στρίμωξε ένα βράδυ ο αδερφός της Χρυσαυγής έξω από το κλειστό γαλατάδικο του Αιμίλιου, μου τράβηξε ένα γερό περντάχι και μου φύγανε και τα «φουσκώματα» και οι ερωτικές επάρσεις. Γι' αυτό σας λέω, ήτανε αλλιώς τότε η Ανοιξη. Το μόνο που σκέφτομαι καμιά φορά είναι πως εμείς αλλάξαμε και όχι η Ανοιξη. Αλλάξαμε και ξεχάσαμε πώς μυρίζουν τα γαρίφαλα. Ο Στέλιος δεν παίζει πια σέντερ μπακ και ο ΠΑΟΚ πάει από το κακό στο χειρότερο. Το μπακάλικο του Δημαρά έκλεισε. Ασπρισαν και τα χρυσαφένια μαλλιά της Χρυσαυγής, και τα μάγουλά της μυρίζουν τώρα φτηνή κολόνια.

Πέθανε κι ο Αιμίλιος, από πνευμονία στη Μακρόνησο και τον θάψανε η δικοί του στο χωριό ένα βροχερό βράδυ, κρυφά, τυλιγμένο σε μια κόκκινη σημαία με ένα χρυσαφένιο σφυροδρέπανο, κεντημένο στην επάνω γωνία. Λένε, μάλιστα, πως ο γιος του σιγοτραγούδησε πάνω από τον τάφο του, με σπασμένη φωνή «Avanti popolo, bantiera rossa, bantiera rossa».
Ανοίγω κι εγώ τον ηλεκτρονικό μου υπολογιστή και βλέπω μέσα από εκεί τη ζωή και την Ανοιξη, μην τύχει και να ξαναβρώ κάπου εκεί, ανάμεσα στους ψηφιακούς αναστεναγμούς και στα ηλεκτρονικά ραβασάκια έστω και ένα από εκείνα τα μοσχομύριστα και τα ερωτικά, τα πικραμυγδαλένια και τα χρυσαφιά που κάνανε την Ανοιξη. Τη χαμένη μου, τη δική μου την Ανοιξη. Μα δε βρίσκω τίποτα!.
Και τότε κλείνω τα μάτια μου και σιγοψιθυρίζω «Avanti popolo, bandiera rossa, bandiera rossa»…

         

Είδη σε ανεπάρκεια

(συνειρμικά Αστραίος _Astraios)
Ο Αστραίος (που δεν υπάρχει πια –αλλά ζει η ψυχή του) δεν είναι το κτίριο που βρίσκεται στο Κάστρο, στο μπαλκόνι της Λειβαθούς με τα καταπληκτικά ηλιοβασιλέματα και τις εξαιρετικές βραδιές με το ολόγιομο φεγγάρι.
Ο Αστραίος δεν είναι ο εξαιρετικός πιανίστας Διονύσης Φραγκόπουλος που παίζει πιάνο και νομίζεις ότι ακούς ολόκληρη ορχήστρα.
Δεν είναι το υπέροχα τραγούδια μεγάλων μουσικών σε στίχους των καλλίτερων στιχουργών και ποιητών που μας ανεβάζουν, μας διαπαιδαγωγούν και μας παρηγορούν.
Ο Αστραίος εξακολουθεί να ΄ναι όλα αυτά μαζί σε ένα ενιαίο αδιάσπαστο σύνολο που μαζί με τους φίλους του και τους τακτικούς του επισκέπτες προσέφεραν στις «μικρές» κοινωνίες, εδώ και πολλά χρόνια, πολιτισμό. Υψηλής ποιότητας πολιτισμό. Πολιτισμό που κάνει αγωγή ψυχής, όχι διασκέδαση. 

(γράφει η καλή φίλη και συναγωνίστρια Ευανθία, που την ξέρω από «μωρό» -τότε που ο αδικοχαμένος Χάρης ζούσε ακόμη… και η ίδια ήταν στο ΚΚΕ)
Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι, πολλές φορές μετά από κοπιαστική εργασία 15 ή 18 ωρών, πήγαινα στον Αστραίο και έφευγα χωρίς ίχνος κούρασης. Παράλληλα λειτουργούσε σαν ένα ασφαλές μέρος για την πρώτη προσέγγιση με την εργασία, πολλών παιδιών μας, που πέρασαν από εκεί βγάζοντας το χαρτζιλίκι τους.
Πολιτισμό που η οργανωμένη πολιτεία δεν παρείχε ποτέ, ούτε τώρα στις σημερινές συνθήκες της μεγάλης κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και των μνημονίων που την ακολουθούν. Αυτή η κρίση που καταστρέφει όλη την μεσαία τάξη για να συνεχίσει την κερδοφορία του κεφαλαίου, καταστρέφει ακόμα και εκείνους που κατάφεραν μέχρι σήμερα να επιβιώσουν με μεγάλο κόστος.

Ο πολιτισμός αυτός περιλαμβάνει την ψυχή του καλλιτέχνη που καταθέτει κάθε βράδυ τραγουδώντας τραγούδια, που εκφράζουν τον ίδιο αλλά και αυτούς που καταλαβαίνουν αυτά τα τραγούδια και τραγουδάνε μαζί του, «όχι για να ξεχωρίσουν από τον κόσμο, αδελφέ μου, αλλά για να ενώσουν τον κόσμο» ,χωρίς να αλλάζει το πρόγραμμα με ένα πιο εύπεπτο ρεπερτόριο ώστε να έχει περισσότερους πελάτες..

Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκης, ο Μάνος Λοίζος, ο Σταύρος Ξαρχάκος,, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Τσιτσάνης, ο Βαμβακάρης, ο Καλδάρας, αλλά και ο Άσιμος, ο Τσακνής, ο Μαχαιρίτσας,, ο Παπάζογλου και οι λαϊκοί Κεφαλλονίτες δημιουργοί είναι μερικοί από τους μουσικούς έργα των οποίων τραγουδάει ο Διονύσης.
Ο Ρίτσος, ο Ελύτης, ο Γκάτσος, ο Βάρναλης , ο Λόρκα, ο Νερούντα, ο Καββαδίας, που εξαιρετικά ερμηνεύει, είναι μερικοί από τους ποιητές που εκφράζουν αυτόν τον πολιτισμό.

Τα εξαιρετικά αφιερώματα στην κλασική μουσική, την τζάζ, το ρεμπέτικο, την λατινοαμερικάνικη μουσική, την μουσική της ελληνόφωνης Ιταλίας, τα Δημοτικά, τις Καντάδες, αλλά και τις δικές του μουσικές δημιουργίες, που εκφράζουν την αγάπη του για την Κεφαλονιά , μας έφεραν κοντά στα διάφορα είδη μουσικής , και μέσα από την πολυπλοκότητα της ύπαρξης τους, γίναμε πλουσιότεροι. πνευματικά.
Αυτός ο πολιτισμός συνδυάζεται άριστα με μια στάση ζωής, που βάζει στο προσκήνιο τον αγώνα για πανανθρώπινες αξίες και ιδανικά όπως η Δημοκρατία, η Ειρήνη, η Αλληλεγγύη, η Αξιοπρέπεια και η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Οι αγώνες αυτοί πολλές φορές ήταν ντυμένοι μουσικά από τον Διονύση που έδινε έτσι το δικό του παρόν.
Όλα αυτά είναι ο Αστραίος, και όλα αυτά δεν μπορούν να χαθούν, όσο δεν χάνονται οι άνθρωποι που τα δημιουργούν. Πιστεύω πως η ανάγκη όσων ανθρώπων συγκινούνται ακόμα από αυτά ,και θέλουν να συνεχίσουν να ομορφαίνουν τη ζωή τους, δεν πρόκειται να εκλείψει, ιδιαίτερα στη σημερινή πολιτιστική ένδεια. Απλά αλλάζει μορφές.
Έτσι, ίσως ήλθε η στιγμή να υπερασπιστούμε το δικαίωμα μας για υψηλό πολιτισμό , και να οργανώσουμε σε άλλη βάση την ανάγκη της ψυχής μας, όπως οι εργαζόμενοι που εξακολουθούν να αγωνίζονται, στηριγμένοι στην αλληλεγγύη αντιπαλεύοντας το τέρας της ανεργίας.
Μέσα από αυτήν την προσπάθεια, μπορούμε να δώσουμε την δυνατότητα στον Διονύση να συνεχίσει να τραγουδάει τους καημούς μας και να μας συντροφεύει στους αγώνες μας για καλλίτερη ζωή.

Από το μπακάλικο του Λάκη στον Αστραίο του Διονύση

Για την τέχνη της καθημερινότητας
και την καθημερινότητα  της τέχνης
         (7-Οκτ-2014)

Η οικονομική κρίση του καπιταλισμού οδήγησε στην ανεργία και την εξαθλίωση χιλιάδες εργαζόμενους στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Παράλληλα, εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες αναγκάστηκαν ή να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους ή να συνεχίσουν να «λειτουργούν» όπως - όπως.

Στην μικρή μας πόλη δύο «μεγάλα» για την συμβολή τους στην τέχνη της καθημερινότητας και στην καθημερινότητα της τέχνης, ιστορικά μαγαζιά έβαλαν λουκέτο:
Το μπακάλικο του Λάκη του Χαραλαμπάτου μη αντέχοντας και την πίεση από τις μεγάλες αλυσίδες super-market και η Μουσική Σκηνή στο Κάστρο «Αστραίος», του Διονύση του Φραγκόπουλου.

Το μπακάλικο του Λάκη, απομεινάρι μιας εποχής που το μπακάλικο της γειτονιάς είχε δεσπόζουσα θέση, σε μια κοινωνία που δεν είχε χάσει ακόμα τα αντανακλαστικά της και η τροφή το αυτονόητο νόημα της. Για πάνω από 60 χρόνια δεν ήταν απλώς ένας χώρος πώλησης τροφίμων, αντίθετα ήταν χώρος συνάντησης των ανθρώπων της γειτονιάς, μια μεγάλη αγκαλιά και μια μικρή βουλή. Μικρές χαρές, καθημερινές πίκρες, τα ασήμαντα-σημαντικά των ανθρώπων «συντονισμένα» στο ρυθμό ενός ανεπανάληπτα έντιμου δούναι-λαβείν.  Έντιμο γιατί ακόμα και σ΄αυτή την ίδια την εμπορική συναλλαγή, δέσποζε η σχέση των ανθρώπων. Χαρακτηριστικό ενός ελλείποντος πολιτισμού, προκατακλυσμιαίου, θαμμένου πια κάτω από τη πλημμυρίδα της κατανάλωσης των πολυεθνικών μεγαλομάγαζων. Το πρόσωπο με πρόσωπο, στο μαγαζί του Λάκη, δεν ακύρωνε το κόστος, μαγικά όμως αναδιατύπωνε το «κέρδος» εγγράφοντας στο κέντρο του εμπορικού διακυβεύματος και την  καλημέρα των ανθρώπων… Δια αυτής της καλημέρας το μοίρασμα! Και το μοίρασμα, φιλόξενη θέση για την ανάγκη! Γιατί η προσωπική σχέση γεννά την αυτονόητη αλληλεγγύη και οδηγεί σε αυθόρμητα προπλάσματα «ανταλλακτικότητας». Έννοιες που περισσότερο παρά ποτέ σήμερα επικαιροποιούνται  κάτω από την λαίλαπα της οικονομικής κρίσης ως εναλλακτικές μορφές εμπορίου.  

Ο «Αστραίος» που για 10ετίες φώτιζε με τις μουσικές του επιλογές την ένδεια της πνευματικής ζωής της πόλης μας, έριξε αυλαία.
Πώς να αντέξεις τούτη την απώλεια! Πώς να ξεχάσεις την ακαθόριστη εκείνη ευφροσύνη που γέμιζε την ύπαρξή μας τις ώρες της ψυχικής ανάτασης. Όταν τα αυτιά και η ψυχή μας γέμιζαν από τις μουσικές εκείνες επιλογές που αναγάγουν τον άνθρωπο και εναντιώνονται στην επιθυμία της κάθε εξουσίας, να μας μετατρέψει σε ασπόνδυλα μαλάκια μιας «νέας εποχής»! Εκείνη η  εξουσία η οποία νομίζει ότι μπορεί να ζει κανείς χωρίς ερωτηματικά.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από εκείνες τις νύχτες που φωτίζονταν από τη ζεστή φωνή του Διονύση! Αλλά και τ’ αφιερώματα σε μεγάλους Έλληνες ποιητές και μουσουργούς, που ο Διονύσης, όχι χωρίς κόστος ψυχικό και υλικό, άνοιγε τις πόρτες του «Αστραίου»  και της ψυχής μας. Υπενθυμίζοντάς μας ότι η ποιότητα ποιεί ήθος και μας ανεβάζει στα ύψη, για να αποκυλήσει το βάρος της καθημερινότητας που μας πλακώνει. Γιατί μόνο με το ονειρικό νεύμα της τέχνης,  γίνεται δυνατή για τον άνθρωπο η υπέρβαση της αδιέξοδης πραγματικότητας.

Επειδή η ολότητα του κόσμου δεν είναι νοητή χωρίς την κατάφαση, ας σκεφτούμε όλοι, και ο Λάκης και ο Διονύσης μαζί, τι είναι αυτό σήμερα που μπορεί να την διασώσει. Το σακί με το αλεύρι στο μπακάλικο του Λάκη, είναι ο απόλυτα αναγκαίος «φορέας» της και το αστέρι του Αστραίου είναι ο ενδεδειγμένος εντολέας της. Κι ας πράξουμε, αποφασιστικά τα δέοντα. Γιατί η  τέχνη της καθημερινότητας και η καθημερινότητα  της τέχνης αποτέλεσε και σταθερά θα αποτελεί το Ιόνιο καθήκον - δικαίωμά μας…

Νίκη Παπαγιάννη
Ελένη Χιόνη
Ζωγράφος Ζωγράφος
Τέση Λαζαράτου
Μάκης Χιόνης
Αφροδίτη Θεοπεφτάτου
Γιάννης Ψαρράς


Κι η Αργυρώ (Καπαρού), πριν γίνει διεθνής…
Τα πιο ωραία λαϊκά
σε σπίτια με μωσαϊκά
τα είχαμε χορέψει
γαλάζιο γύψο η οροφή
και τα τακούνια μου καρφί
κι από την πρώτη την στροφή,
το στόμα εγώ το `χα λατρέψει.