31 Ιουλίου 2024

Αφιέρωμα στην φινέτσα και την απαράμιλλη γοητεία της ✨ Jeanne Moreau _Ζαν Μορό

Η Jeanne Moreau ­_Ζαν Μορό, η “σημαντικότερη ηθοποιός στον κόσμο” κατά τον Όρσον Γουέλς μπορεί να “έφυγε” Δευτέρα 31 Ιούλη του 2017 (89 ετών στο Παρίσι), αλλά είναι σίγουρο ότι για όσους αγαπάμε την Έβδομη Τέχνη, θα βρίσκεται για πάντα στην καρδιά και στη μνήμη μας. Γεννημένη 23-Ιαν-1928, κατάφερε _με το σπαθί της, να συνεργαστεί με μερικούς από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες όλων των εποχών. Η Γαλλίδα ηθοποιός, σκηνοθέτρια και σεναριογράφος, έγραψε τη δική της μοναδική και ανεξίτηλη ιστορία στην μεγάλη οθόνη. Ξεκίνησε την καριέρα της το 1947 στο θέατρο. Στην πλούσια φιλμογραφία της, η Γαλλίδα καλλιτέχνης, συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της πατρίδας της, όπως ο Φρανσουά Τρυφώ, ο Λουί Μαλ, ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, ο Ζακ Ντεμύ, ο Ροζέ Βαντίμ, ο Ζαν Ρενουάρ και πολλοί ακόμη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του αστείρευτου υποκριτικού ταλέντου της, αποτελεί το θρυλικό φιλμ του Λουί Μαλ: “Ασανσέρ για Δολοφόνους”.

Δείτε
Ζαν Μορό: η ακατανίκητη

 

Η ηθοποιός με την φινέτσα,
την βαθιά φωνή
και την απαράμιλλη γοητεία
που έγινε ίνδαλμα

Στα 65 χρόνια της καριέρας της, η μοιραία Μορό συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα ονόματα της εβδόμης τέχνης, γοήτευσε ακόμα και τους πιο δύσκολους σκηνοθέτες και κατέκτησε τόσο τη μεγάλη οθόνη όσο και τη σκηνή με τις ερμηνείες της.

Η Ζαν Μορό πέρασε μέρος της παιδικής της ηλικίας στο Βισί, πριν επιστρέψει για να εγκατασταθεί με την οικογένεια της στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου και τελείωσε το σχολείο. Ο πατέρας είχε ζυθοποιία και η Βρετανή μητέρα της ήταν χορεύτρια. Οι γονείς της χώρισαν όταν εκείνη ήταν έντεκα χρόνων. Η μητέρα της επέστρεψε στην Αγγλία μαζί με τη αδερφή της, όχι όμως και η Ζαν. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄40, στο κατεχόμενο από τους Γερμανούς Παρίσι, ο πατέρας της που διατηρούσε εστιατόριο ανέλαβε την φροντίδα της. Στα 15 της η νεαρή τότε Ζαν είδε μια παράσταση της «Αντιγόνης» του Ανούιγ και αποφάσισε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός.

Παρά την αντίθετη γνώμη του πατέρα της, εκείνη φοίτησε στο Conservatoire National d'Art Dramatique. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή το 1947 στο Avignon Theatre Festival κι έγινε βασικό στέλεχος της Κομεντί Φρανσαίζ – έναν από τους σημαντικούς θεατρικούς οργανισμούς της Γαλλίας- την περίοδο 1947-1951. Εκείνη την περίοδο ήταν η πιο νέα ηθοποιός του θιάσου.

Ήδη από τις πρώτες της εμφανίσεις κέρδισε κοινό και κριτικούς και σύντομα η φήμη της εξαπλώθηκε.
Στη συνέχεια, συνεργάστηκε με το Theatre National Populaire κι αργότερα συγκρότησε δικούς τους θιάσους, ερμηνεύοντας πολλούς κλασικούς ρόλους σε έργα των Σαίξπηρ, Μολιέρου, Μαριβώ, Ζωρζ Φεντώ, Ιβάν Τουργκένιεφ, Αντρέ Ζιντ, Ζαν Κοκτώ, Τζωρτζ Μπέρναρ Σω, Τένεσι Γουίλιαμς, Πέτερ Χάντκε, Χάινερ Μύλερ. Μεγάλοι σκηνοθέτες όπως ο Πήτερ Μπρουκ, ο Κλωντ Ρεζύ, ο Αντουάν Βιτέζ και ο Κλάους Μίκαελ Γκρύμπερ, εμπιστεύτηκαν το ταλέντο κι η Μορό ποτέ δεν τους απογοήτευσε. Στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες της συγκαταλέγονται ο ρόλος της Βέρα στο έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ «Ένας μήνας στην εξοχή» που έπαιξε σε ηλικία μόλις 19 χρόνων, ο ρόλος της Ελίζα Ντούλιτλ στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρ Σω «Πυγμαλίων» (1954), ο ρόλος της Μάγκι στο έργο του Τένεσι Γουίλιαμς « Η λυσσασμένη γάτα» (1957), ο ρόλος της Λούλου στο έργο του Φρανκ Βέντεκιντ «Λούλου «(1976), αλλά κι ο ρόλος της Τσερλίν στο έργο του Χέρμαν Μπροχ  «Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίν « (1986-1988), για το οποίο τιμήθηκε με βραβείο Μολιέρ Α' γυναικείου ρόλου το 1988.

Το 1949 έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο στο φιλμ «Dernier amour». Ο φακός τη λάτρεψε και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα  πρωταγωνιστούσε σε εμπορικές ταινίες, ενώ έγινε και η βασική  εκπρόσωπος  του Νέου Γαλλικού Κύματος, καθώς συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως ο Φρανσουά Τρυφώ, ο Λουί Μαλ, ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και ο Ζαν Ρενουάρ, πρωταγωνιστώντας σε μια σειρά από ταινίες που πλέον θεωρούνται κλασικές: στο «Ζυλ και Τζιμ» (1962) του Τρυφώ, όπου ερμηνεύει, τον θρυλικό ρόλο της Κατρίν, της νεαρής χαρισματικής γυναίκας που εμπλέκεται σε ένα επικίνδυνο ερωτικό τρίγωνο με δύο επιστήθιους φίλους. Στο «Η νύφη φορούσε μαύρα» (1967), υποδύεται την Ζυλί Κολέρ, μια νεαρή γυναίκα που αποφασίζει να εκδικηθεί τους πέντε άντρες που ευθύνονται για τη δολοφονία του συζύγου της. Ακολουθεί η συνεργασία της με τον Μαλ στις ταινίες «Ασανσέρ για δολοφόνους» «Οι εραστές» (1958), και  το «Βίβα Μαρία» (1965), όπου  συμπρωταγωνιστεί με την μοιραία Μπριζίτ Μπαρντό, κερδίζοντας μάλιστα και το ΒAFTA.

Εκτός από ταινίες Γάλλων σκηνοθετών, η Μορό πρωταγωνίστησε σε έργα του Λουίς Μπουνιουέλ, («Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας», 1964,), του Μικελάντζελο Αντονιόνι («Η νύχτα», 1961), του Όρσον Γουέλς («Η δίκη», 1962, «Οι καμπάνες του μεσονυκτίου», 1966, «Αθάνατη ιστορία», 1968), του Ηλία Καζάν ( «Ο τελευταίος των μεγιστάνων», 1976, στον ρόλο μιας Γαλλίδας σταρ στο Χόλυγουντ της δεκαετίας του 1930), του Τζόζεφ Λόουζυ («Εύα», 1962, στον εμβληματικό ρόλο της Εύα, μιας πόρνης πολυτελείας που ταπεινώνει έναν νεαρό συγγραφέα σε μια Βενετία που αργοπεθαίνει, «Μίστερ Κλάιν», 1976, «Η πέστροφα», 1982), του Μάρτιν Ριτ («Η Γιοβάνκα και οι άλλες», 1960), του Βιμ Βέντερς («Μέχρι το τέλος του κόσμου», 1991) και του Μανοέλ Ντε Ολιβέιρα («Ο Γκέμπο και η σκιά του», 2012), ενώ είχε πρωταγωνιστήσει και στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Το μετέωρο βήμα του πελαργού», το 1991, στον ρόλο της Γαλλίδας συζύγου ενός εξαφανισμένου Έλληνα πολιτικό).

Φυσικά, το Χόλυγουντ δεν έμεινε ασυγκίνητο από την επιβλητική της παρουσία, όποτε κι εκεί πρωταγωνίστησε σε δεκάδες ταινίες, αν και ποτέ δεν κέρδισε το  Όσκαρ, παρόλο που όλοι θεωρούσαν ότι της άξιζε δικαιωματικά. Συνολικά έπαιξε σε πάνω από 150 ταινίες και απέσπασε πολλά βραβεία, μεταξύ και των οποίων της Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ των Καννών το 1960 για την ταινία «Seven Days... Seven Nights», αλλά και του «γαλλικού Όσκαρ», δηλαδή του βραβείου Σεζάρ για το φιλμ «The Old Lady Who Walked in the Sea» το 1992.

Το 1976 έκανε το σκηνοθετικό της ντεμπούτο με την ταινία «Lumiere».
Στη συνέχεια ακολούθησαν δυο ακόμα παραγωγές: τo «L’ adolescente» (1979) και το ντοκιμαντέρ για την Λίλιαν Γκις «Lillian Gish» (1983) στο οποίο εμφανίζεται κι ο θρύλος του βωβού κινηματογράφου. Όμως φαίνεται ότι αυτός ο δρόμος δεν την ικανοποιούσε, οπότε άφησε την καρέκλα του σκηνοθέτη και αφοσιώθηκε στην υποκριτική.

Πολυτάραχη και η προσωπική της ζωή. Παντρεύτηκε και χώρισε τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Ζαν Λουίς Ρισάρ,με τον οποίο απέκτησε και το γιο της, τον ζωγράφο Ζερόμ Ρισάρ- ο οποίος, μάλιστα, γεννήθηκε μια μέρα μετά από το γάμο των γονιών του-  αλλά και τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γουίλιαμ Φρίντκιν. Η ίδια, πάντως, όπως είχε δηλώσει δεν ήταν γεννημένη για το ρόλο της μητέρας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι είναι πιο καλή ως γιαγιά.

Ανάμεσα στους διάσημους με τους οποίους συνδέθηκε αισθηματικά είναι ο Αμερικανός ηθοποιός Λι Μάρβιν, ο τζαζίστας  Μάιλ Ντέιβις, ο Γάλλος σχεδιαστής μόδας Πιέρ Καρντέν,  ο Λουί Μαλ, ο Φρανσουά Τριφό, οι ηθοποιοί Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Ζαν Λουί Τρεντινιάν, ο ζεν πρεμιέ Θεόδωρος Ρουμπάνης και ο τραγουδοποιός Ζορζ Μουστακί, ενώ η Βανέσα Ρεντγκρέιβ την είχε κατηγορήσει ως υπαίτιο για τον χωρισμό της από τον Βρετανό σκηνοθέτη και σύζυγό της Τόνι Ρίτσαρντσον, που σκηνοθέτησε την Μορό στην ταινία «Mademoiselle».

Η ζωή που είχες είναι ένα τίποτα. Μόνο η ζωή που έχεις τώρα έχει σημασία». Μούσα των οραματιστών σκηνοθετών, ηγερία του σινεμά τέχνης, ασταμάτητη στην εξερεύνησή της για την ανθρώπινη αλήθεια, η Ζαν Μορό ζούσε με έμπνευση και ενέργεια για το παρόν, απεχθανόταν τις μελό αναδρομές στο παρελθόν, τις γενικές ερωτήσεις, την ανοησία γενικώς. Τα τελευταία χρόνια κάναμε το λάθος να προσπερνάμε την grande dame του γαλλικού σινεμά, από το κορυφαίο κουαρτέτο των Ντενέβ-Ατζανί-Ιπέρ-Μπινός. Ωστόσο, η Μορό ήταν η πρώτη που άνοιξε τους ορίζοντές της πέρα από τη στενή γαλλικότητα του Νέου Κύματος που την ανέδειξε κι έδωσε το παράδειγμα στους επόμενους − πολλές φορές αναρωτήθηκε πώς θα εξελισσόταν η καριέρα της αν μετακόμιζε λίγο βορειότερα από το Εξάγωνου, ακολουθώντας την αγγλική της πλευρά (η μητέρα της ήταν Βρετανίδα, χορεύτρια, από το Lancashire).

Η Μορό ήταν η πρώτη που άνοιξε τους ορίζοντές της πέρα από τη στενή γαλλικότητα του Νέου Κύματος που την ανέδειξε κι έδωσε το παράδειγμα στους επόμενους

Η πενταετία 1958-1963 ήταν καθοριστική για τη Μορό και μία από τις εντυπωσιακότερες σε ποιοτική συγκομιδή για οποιονδήποτε ηθοποιό στην ιστορία του κινηματογράφου. Έπαιξε στις δύο καλύτερες ταινίες του πρώιμου Λουί Μαλ, στο «Ασανσέρ για δολοφόνους» και στους «Εραστές», τη Ζιλιέτ ντε Μερτέιγ στις «Επικίνδυνες Σχέσεις» του Ροζέ Βαντίμ, την ασταθή, φονική Αν στο «Moderato Cantabile» του Πίτερ Μπρουκ, που της χάρισε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Καννών –το μοιράστηκε με τη Μελίνα Μερκούρη για το «Ποτέ την Κυριακή»−, τη Λίντια στη «Νύχτα» του Αντονιόνι, την Κατρίν στο «Ζιλ και Τζιμ» του Τριφό, την υπέροχη Εύα του Τζόζεφ Λόουζι, την Τζάκι Ντεμέτρ στο «Baie des Anges» του Ζακ Ντεμί αλλά και την αξέχαστη Σελεστίν, έναν από τους καλύτερους ρόλους της, στο κλασικό «Ημερολόγιο μιας καμαριέρας» του Μπουνιουέλ.

Ταυτόχρονα, πρόλαβε να δοκιμαστεί σε χολιγουντιανές παραγωγές, όπως το «Train» του Τζον Φρανκενχάιμερ και οι «Νικητές» του Καρλ Φόρμαν, αλλά και στη «Δίκη» του Όρσον Ουέλς, που της είχε αδυναμία, και αργότερα ξανασυνεργάστηκε μαζί της στις «Καμπάνες του Μεσονυχτίου».

Μυθικές ταινίες, ζαλιστικός απολογισμός για μια πορεία που δεν κόπασε αλλά επεκτάθηκε από μεγαλοπρεπείς εμφανίσεις, όπως αυτή στην «Αικατερίνη τη Μεγάλη» του Γκόρντον Φλέμινγκ, μέχρι το διασκεδαστικό «Βίβα Μαρία» με την Μπριζίτ Μπαρντό (ακόμη πιο αστείο ήταν που αμέσως μετά τους «Εραστές» ο γαλλικός Τύπος έσπευσε να τη βαφτίσει νέα Μπεμπέ!) αλλά και τον «Καβγατζή» του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ. Φυσικά, κράτησε τον κεντρικό ρόλο στο «Μετέωρο βήμα του πελαργού» του Θόδωρου Αγγελόπουλου και φημολογείται ότι εκείνη ήταν που «καθάρισε» τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών έδωσε τον Χρυσό Φοίνικα στο «Underground» του Κουστουρίτσα και όχι στο «Βλέμμα του Οδυσσέα» του Έλληνα σκηνοθέτη.

Ίσως ο καλύτερος ρόλος της την τελευταία περίοδο της μεστής καριέρας της ήταν της Μαργκερίτ Ντιράς (συγγραφέως του «Moderato Cantabile) στο πολύ ενδιαφέρον και παραγνωρισμένο «Cet amour-la» του Ζοζέ Νταγιάν. Αν κάποιος επιμένει να αναγνώσει την ψυχή της Ζαν Μορό, πέρα από τους πολυσχιδείς χαρακτήρες που υποδύθηκε, αρκεί να θυμηθεί δύο από τις βραχνές απαντήσεις της: «Ο πιο όμορφος άνθρωπος που έχω γνωρίσει; Κανένας διάσημος, σίγουρα. Απλοί άνθρωποι, μερικά παιδιά που γνώρισα ήταν όμορφα. Όχι όλα φυσικά. Κάποια ήταν χυδαία, ηλίθια, φριχτά». Και προς επίρρωση της απέχθειάς της για το φτηνό, γρήγορο συναίσθημα: «Ναι, όταν ήμουν ερωτευμένη, τη βίωσα την εμπειρία. Γιατί να αντισταθώ; Αλλά είναι σαν κολόνια. Δεν κρατάει».

Όλα όσα ήταν (και θα είναι για πάντα) η Ζαν Μορό

Κανένα φωτογραφικό άλμπουμ δεν θα μπορέσει ποτέ να το αποτυπώσει με ακρίβεια, αλλά αξίζει να προσπαθήσουμε_δείτε τις 50+ φωτο και τα video

Από τα πρώτα βήματά της μέχρι και την φαντασμαγορική της διαδρομή στην ιστορία του σινεμά, η Ζαν Μορό ήταν πρώτα icon, μετά ηθοποιός και λιγότερο σταρ - απλά και μόνο επειδή δεν είχε καμία ανάγκη να ξεχωρίσει. Ό,τι ακολουθεί είναι μόνο μια κλεφτή ματιά στη μαγεία της.

Αντίο στη Ζαν Μορό


Μούσα της nouvelle vague, πρωταγωνίστρια του Φρανσουά Τριφό, του Λουί Μαλ, του Μικελάντζελο Αντονιόνι, του Ορσον Ουέλς, του Τζόζεφ Λόουζι, του Μικελάντζελο Αντονιόνι, του Ζακ Ντεμί, του Τόνι Ρίτσαρντσον, του Λουί Μπουνιουέλ, του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, του Θόδωρου Αγγελόπουλου, του Βιμ Βέντερς, η Ζαν Μορό υπήρξε ηθοποιός μιας ξεχωριστής κλάσης και μεγαλείου. Grande dame του σινεμά (αν και η ίδια έλεγε πως «αν περάσεις τα 40 και δουλεύεις ακόμη στο σινεμά γίνεσαι αυτομάτως grande dame») η Μορό έπαιξε σε περισσότερες από εκατό ταινίες στην διάρκεια της καριέρας της, σκηνοθέτησε, τραγούδησε, ερωτεύθηκε μα κυρίως έζησε.
«Κάθε βράδυ κοιτάζω τι έκανα στην διάρκεια της μέρας και το εξετάζω από ηθική σκοπιά. Φέρθηκα στους ανθρώπους σωστά; Είπα την αλήθεια; Αλλά δεν κοιτάζω ποτέ πίσω, δεν σκέφτομαι πόσο πιο όμορφα ήταν όταν ήμουν 25 χρονών».

Κι ακόμη κι αν είχε τόσα πολλά να θυμάται, η ίδια αντιπαθούσε την νοσταλγία περισσότερο απ΄οτιδήποτε. «Ποια είναι η αγαπημένη σου ταινία; Τι θυμάσαι από την καριέρα σου; Αηδίες. Η ζωή που έζησες στο παρελθόν δεν σημαίνει τίποτα. Η ζωή που ζεις τώρα είναι που έχει σημασία. Η νοσταλγία δεν χρησιμεύει σε τίποτα. Η νοσταλγία έχει νόημα μόνο όταν θες τα πράγματα να παραμείνουν ίδια. Ξέρω τόσους ανθρώπους που μένουν κολλημένοι στο ίδιο μέρος. Και σκέφτομαι, θεέ μου, δες τους! Είναι νεκροί πριν ακόμη πεθάνουν. Το να ζεις σημαίνει να παίρνεις ρίσκα».

Κάτι που μοιάζει να έκανε με κάθε της ρόλο, με κάθε μεταμόρφωση της στην οθόνη σε μια καριέρα που κράτησε ολόκληρες δεκαετίες και που θα παραμένει ζωντανή μέσα από τις ταινίες της. «Η ζωή που σου δίνεται είναι σαν ένα κομμάτι γης που πρέπει να καλλιεργήσεις» έλεγε η ίδια.

“Ελπίζω όταν τελειώσω το δικό μου κομμάτι γης να είναι ένας όμορφος κήπος”.

Ζαν Μορό
Δέκα ταινίες για την αιωνιότητα

Δεν προετοιμάζω ούτε προκαταβάλω οτιδήποτε. Είναι θέμα αρχής για μένα, να φτάνω σε μια ταινία σαν άγραφο χαρτί. Δεν μαθαίνω καν τα λόγια μου από πριν. Με αυτό τον τρόπο νιώθω ελεύθερη και καθαρή.

Οταν παίζω έναν ρόλο είμαι ταυτόχρονα δυο πλάσματα. Το ένα παρατηρεί την απόσταση ανάμεσα σε μένα και την κάμερα, προσέχοντας να σταθώ στα σωστά σημεία. Και υπάρχει ένα ακόμη που οδηγείται από μια εσωτερική φωτιά από έναν απολαυστικό φόβο. Το ένα μέρος μου ξέρει πόσο μακριά μπορεί να φτάσει και το άλλο αναρωτιέται αν η φωτιά που το καίει είναι αρκετά καυτή. Κι έτσι, ξαφνικά, όλα τυλίγονται στις φλόγες...

Ασανσέρ για Δολοφόνους του Λουί Μαλ (1958)

Αν και η καριέρα της μετρούσε ήδη αρκετές ταινίες, η Ζαν Μορό έλαμψε με την ένταση μιας συγκλονιστικής σταρ στην πρώτη της αυτή συνεργασία με τον Λουί Μαλ. Στο ύφος ενός φιλμ νουάρ αλλά με την ανάσα της νουβέλ βαγκ να το εμψυχώνει και την μουσική του Μάιλς Ντέιβις να δίνει τον τόνο, η Μορό υποδύεται συγκλονιστικά την γυναίκα που οργανώνει με τον εραστή της την δολοφονία του άντρα της και παραδίδει μια σπουδαία εκδοχή μιας απόλυτα δικής της φαμ φατάλ.

Οι Εραστές (1958) του Λουί Μαλ

Το φεστιβάλ Βενετίας αναγνώρισε την σπουδαία ερμηνεία της δίνοντάς της ένα βραβείο, οι Αμερικανοί σοκαρίστηκαν με την ελευθεριότητα μιας ταινίας που δίνει σε μια γυναίκα την άνεση να αγαπήσει και να απατήσει, ο Λουί Μαλ ερωτεύτηκε την πρωταγωνίστριά του και η Ζαν Μορό καθιερώθηκε ως ένα ερωτικό σύμβολο. Μοναδικά μαγνητική, η ίδια δεν έβλεπε τον εαυτό της ως μια όμορφη γυναίκα απλά έλεγε πως «οι σκηνοθέτες μου έβλεπαν πάνω μου την ανάκλαση της γυναίκας των ονείρων τους».

Η Νύχτα του Μικελάντζελο Αντονιόνι (1961)

Σε αυτό το πορτρέτο της μονοτονίας του ζευγαριού και της σύγχρονης αποξένωσης, η Ζαν Μορό κατορθώνει να συλλάβει την απελπισία, την μοναξιά και την κενότητα του χαρακτήρα της, σε ένα φιλμ που μοιάζει τόσο λεπτεπίλεπτο μα και διαπεραστικό όσο και η ομορφιά της. Μια επίσκεψη σε έναν φίλο που πεθαίνει, ένα αμήχανο φλερτ, μια νυχτερινή βόλτα στο Μιλάνο, τόσα πολλά συναισθήματα σε ένα βλέμμα, σε ένα λύγισμα του κεφαλιού.

Ζιλ και Τζιμ του Φρανσουά Τριφό (1962)

Ορίζοντας την νουβέλ βαγκ κι ένα είδος γαλλικής γοητείας που δεν ξέρεις αν το σινεμά την κατέγραψε ή απλά την εφηύρε, η Ζαν Μορό υποδύεται εδώ την Κατρίν μια ανέμελη, ατίθαση, απρόβλεπτη, αυθόρμητη, σχεδόν μαγική γυναίκα. αποφασισμένη να ζήσει τη στιγμή και την παράτολμη σχέση της για δυο φίλους. Ο Φρανσουα Τριφό έγραψε για την πρωταγωνίστριά του: «η ποιότητά της σαν ηθοποιός αλλά και σαν γυναίκα έδωσε ζωή στην Κατρίν μπροστά στα μάτια μας, την έκανε πιστευτή, τρελή, παθιασμένη, κτητική, μα πάνω απ όλα αξιαγάπητη».

Το Λιμάνι των Αγγέλων του Ζακ Ντεμί (1963)

Για μια ακόμη φορά η Ζαν Μορό υποδύθηκε μια γυναίκα που δεν φοβήθηκε να αναμετρηθεί με την ζωή της και τις επιλογές της εγκαταλείποντας τον άντρα της και τα παιδιά της, αναζητώντας συγκινήσεις και χρήμα στα Καζίνο της Ριβιέρα. Μια γυναίκα που θα μπορούσε να μοιάζει φτηνή και επιφανειακή, μα που αποκτά χάρη στην ερμηνεία της, βάθος κι ένταση που ξεπερνούν τα ελαττώματά της.

ο Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας του Λουί Μπουνιουέλ (1964)

Η ηρωίδα της στην ταινία του Μπουνιουέλ έχει μια ματιά τόσο καυστική που μοιάζει να ανοίγει τρύπες στην ύπαρξη των αφεντικών, των συναδέλφων της, του ίδιου του κόσμου της πλούσιας βίλλας στην Νορμανδία του 30 όπου δουλεύει. Και η Ζαν Μορό βρίσκει τον τέλειο ρόλο για την παγερή ομορφιά της και το βαθύ διαπεραστικό βλέμα της. «Οταν περπατά, το πόδι της τρέμει λίγο στη φτέρνα, υποδηλώνοντας μια ένταση και μια αστάθεια», έγραφε για την Μορό ο Μπουνιουέλ στην αυτοβιογραφία του, αλλά σε αυτόν τον ρόλο, δεν «παραπατά» ούτε για μια στιγμή.

Η Νύφη Φορούσε Μαύρα του Φρανσουά Τριφό (1968)

Σε αυτό το χιτσκοκικό θρίλερ που εντυπωσίασε τον ίδιο τον Χίτσκοκ, η Ζαν Μορό είναι απλά άψογη και άψογα ντυμένη με υπέροχα κοστούμια του -κάποτε εραστή της- Πιερ Καρντέν, στον ρόλο μιας γυναίκας που θα πάρει εκδίκηση σκοτώνοντας τους υπεύθυνους για τον θάνατο του αγαπημένου της. Ο Τριφό την είχε συμβουλέψει να «παίξει τον ρόλο με τον τρόπο που μια ικανή εργάτρια θα έκανε την δουλειά της, με επιμονή και ξεροκεφαλιά» κι εκέινη απλά τον απογείωσε.

Ο Καυγατζής του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (1982)

Μυστηριώδης, εξωτική, επικίνδυνη, όμορφη, σαγηνευτική, σκοτεινή, σαρκική, ποθητή, απόμακρη, μοναδική, η μαντάμ στο μπαρ και μπορντέλο της ταινίας του Φασμπίντερ μοιάζει με την αντανάκλαση μιας αρχετυπικής φιγούρας, μα είναι απόλυτα ανθρώπινη και σπαρακτική όταν τραγουδά «Each Man Kills the Things He Loves» σημαδεύοντας για πάντα την οθόνη.

Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1991)

Μπορεί οι ηθοποιοί στο έργο του Αγγελόπουλου να μην έχουν πάντα την ευκαιρία να λάμψουν, αλλά σε αυτή εδώ την ταινία, περισσότερο απ’ όσο η Ζαν Μορό (κι ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι) έχουν ανάγκη το σινεμά του, είναι η ταινία του Αγγελόπουλου που χρειάζεται την δική τους παρουσία. Γιατι όπως κι ο Ιταλός πρωταγωνιστής του, έτσι και η Ζαν Μορό βρίσκεται πια σε μια στιγμή όπου ξέρει να παίζει ακόμη κι όταν απλά βρίσκεται εκεί, αφού η παρουσία της είναι από μόνη της ένας στιβαρός, πολύπλοκος χαρακτηρας.

Ο Χρόνος που Απομένει του Φρανσουά Οζόν (2012)

Η Ζαν Μορό μπορεί να είναι πια σε μια ηλικία που της επιτρέπει να παίξει μια γιαγιά, όμως στον ρόλο της γιαγιάς του ετοιμοθάνατου Ρομέν Ντουρίς, μπορεί τα χρόνια να έχουν περάσει όχι όμως πάνω από την ένταση και το βάθος της ερμηνείας της. Ο Φρανσουά Οζόν δηλώνει πως ήθελε πάντα να δουλέψει μαζί της και δεν χρειάζεται παρά να δεις μια μόνο σκηνή της για να καταλάβεις το γιατί: Οι στιγμές που η Μορό βρίσκεται στην οθόνη, η ποιότητα του αέρα στην οθόνη –και την αίθουσα- μοιάζει να αλλάζει. Όπως σχεδόν κάθε φορά που η εικόνα και η ενεργειά της γέμιζαν το πανί του σινεμά. 

Δεν είχε κανένα πρόβλημα με το σώμα της: έτσι εθεάθη πολλάκις  γυμνή πρώτη φορά στην ταινία της La reine Margot (1954) όταν ήταν 26 ετών και αργότερα 45 ετών (στην ταινία Je t'aime _1974), ακόμη και στα 70 της. “Χωρίς πασαλιπσατέρ” σημείωνε _ αλλιώς στα 26 αλλιώς  στα 45 ετών κι αλλιώς τώρα …

 Βραβεία

Έχει λάβει το βραβείο καλύτερης ηθοποιού στο φεστιβάλ των Καννών (από κοινού με τη Μελίνα Μερκούρη) για το Μοντεράτο Καντάμπιλε, το BAFTA καλύτερης ξένης ηθοποιού για το Βίβα Μαρία και το Σεζάρ Α' γυναικείου ρόλου για το La vieille qui marchait dans la mer. Για τη συνολική της προσφορά, έχει λάβει τον Τιμητικό Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας, το Τιμητικό BAFTA της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, την Τιμητική Χρυσή Άρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου και το Τιμητικό Σεζάρ_ Διετέλεσε Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών δύο φορές, το 1975 και το 1995, και Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Βερολίνου το 1983.

Φιλμογραφία

·      1949 Dernier amour

·      1950 Meurtres (Ο τρίτος αδελφός)

§  1950 Pigalle-Saint-Germain-des-Pres

·      1952 L'homme de ma vie

§  1952 Il est minuit, docteur Schweitzer

·      1953 Dortoir des grandes (Η κολασμένη του παρθεναγωγείου)

§  1953 Julietta (Τα καπρίτσια της Ζυλιέττας)

·      1954 Touchez pas au grisbi (Ας με κρίνει η κοινωνία)

§  1954 La reine Margot (Βασίλισσα Μαργκό)

§  1954 Secrets d' alcôve (Τα μυστικά της κρεββατοκάμαρας)

§  1954 Les intrigantes

·      1955 Les hommes en blanc (Το προσκέφαλο του πόνου)

§  1955 Gas-oil (Στον κλοιό των γκάνγκστερς)[24]

§  1955 M'sieur La Caille

·      1956 Le salaire du péché

·      1957 Jusqu'au dernier (Η σπείρα του ματωμένου κύκλου)

§  1957 Les louves (Οι λύκαινες)

·      1958 Échec au porteur

§  1958 L'étrange Monsieur Steve (Κολασμένοι ερασταί)

§  1958 Trois jours à vivre (Ο μελλοθάνατος)

§  1958 Ascenseur pour l'échafaud (Ασανσέρ για Δολοφόνους / Μια νύχτα του Σαββάτου)

§  1958 Le dos au mur (Ο δολοφόνος δεν είμαι εγώ)

§  1958 Les amants (Οι εραστές)

·      1959 Les liaisons dangereuses (Επικίνδυνες σχέσεις)

§  1959 Les 400 coups (Τα 400 χτυπήματα)

·      1960 Moderato cantabile (Έξι μέρες, επτά νύχτες)

§  1960 Le dialogue des Carmélites (Διάλογοι Καρμελιτισσών)

§  1960 Five Branded Women (Η Γιοβάνκα και οι άλλες)

·      1961 La notte (Η νύχτα)

§  1961 Une femme est une femme (Η κυρία θέλει έρωτα)

·      1962 Eva (Εύα)

§  1962 Jules et Jim (Ζυλ και Τζιμ / Απολαύστε το κορμί μου)

§  1962 Le procès (Η δίκη)

·      1963 La baie des anges (Το λιμάνι των αγγέλων)

§  1963 Peau de banane (Καυτό πεζοδρόμιο)

§  1963 Le feu follet (Η φλόγα που τρεμοσβήνει)

§  1963 The Victors (Οι νικητές)

§  1964 Le journal d'une femme de chambre ([[Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας (ταινία 1964)|Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας)]]

§  1964 The Yellow Rolls-Royce (Η κίτρινη Ρολς-Ρόις)

§  1964 Mata Hari, agent H21 (Μάτα Χάρι, πράκτωρ Χ-21)

§  1964 The Train (Το τραίνο)

·      1965 Campanadas a medianoche (Οι καμπάνες του μεσονυχτίου / Φάλσταφ)

§  1965 Viva Maria! (Βίβα Μαρία)

·      1966 Mademoiselle (Φλογισμένη σάρκα)

·      1967 The Sailor from Gibraltar (Ο ναύτης του Γιβραλτάρ)

§  1967 Le plus vieux métier du monde (Το πιο παλιό επάγγελμα του κόσμου)

§  1967 La mariée était en noir (Η νύφη φορούσε μαύρα)

·      1968 Histoire immortelle (Αθάνατη ιστορία)

§  1968 Great Catherine (Μεγάλη Αικατερίνη)

·      1969 Le corps de Diane

§  1969 Le petit théâtre de Jean Renoir

·      1970 Monte Walsh (Μόντυ Γουώλς)

§  1970 Alex in Wonderland

·      1971 Comptes à rebours (Τώρα θα πληρώσεις, δολοφόνε!)

§  1971 L'humeur vagabonde

·      1972 Chère Louise (Παράνομη ευτυχία)

§  1972 Nathalie Granger

·      1973 Joanna Francesa

§  1974 Les valseuses (Ο χορός των διεφθαρμένων)

§  1974 La race des 'seigneurs' (Ο αριβίστας)

§  1974 Je t'aime

·      1975 Souvenirs d'en France (Αναμνήσεις από τη Γαλλία)

§  1975 Hu-Man

·      1976 Lumière (Φως)

§  1976 M. Klein (Ο Κύριος Κλάιν)

§  1976 The Last Tycoon (Ο Τελευταίος των Μεγιστάνων)

·      1981 Your Ticket Is No Longer Valid (Η αυτοκρατορία της ηδονής)

§  1981 Plein Sud (Ερωτικά καπρίτσια)

·      1982 Mille milliards de dollars

§  1982 Querelle (Ο καβγατζής)

§  1982 La truite (Η πέστροφα)

·      1986 Le paltoquet

§  1986 Sauve-toi, Lola

·      1987 Le miraculé

·      1988 La nuit de l'océan

·      1989 Jour apres jour

·      1990 Nikita (Νικίτα)

§  1990 Alberto Express

§  1990 La femme fardée (Η μακιγιαρισμένη γυναίκα)

·      1991 Anna Karamazoff

§  1991 Unitl the End of the World (Μέχρι το τέλος του κόσμου)

§  1991 Το μετέωρο βήμα του πελαργού

§  1991 La vieille qui marchait dans la mer

·      1992 L'amant (Ο εραστής)

§  1992 A demain

§  1992 Die Abwesenheit

·      1993 Map of the Human Heart (Περιπέτεια στον παγωμένο Βορρά)

§  1993 The Summer House (Όλα του γάμου δύσκολα)

§  1993 Je m'appelle Victor

·      1995 Les cent et une nuits

§  1995 Al di là delle nuvole (Πέρα από τα σύννεφα)

·      1996 The Proprietor (Η επιστροφή)

§  1996 I Love You, I Love You Not (Αγάπη μοναδική)

·      1997 Un amour de sorcière (Μαγικός έρωτας)

·      1998 Ever After (Παραμυθένιος έρωτας)

·      2000 Il manoscritto del principe

·      2001 Lisa

§  2001 Cet amour-là (Αυτή η αγάπη)

·      2005 Le temps qui reste (Ο χρόνος που απομένει)

·      2006 Roméo et Juliette

·      2007 Desengagement (Βίαιη απόσυρση)

·      2008 Plus tard tu comprendras

·      2009 Visage (Ένοχα πρόσωπα)

§  2009 Kérity, la maison des contes (Kérity, το σπίτι των παραμυθιών)

·      2012 Gebo et son ombre (Ο Γκέμπο και η σκιά του)

§  2012 Une Estonienne à Paris

·      2015 Le talent de mes amis