Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημοκρατικός Στρατός ΔΣΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημοκρατικός Στρατός ΔΣΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

30 Αυγούστου 2025

ΔΣΕ: Η μάχη της Δημητσάνας

Η μάχη για την κατάληψη του τότε ισχυρότερου οχυρού στην Πελοπόννησο _αυτού της
Δημητσάνας, στις 30.08.1948 (σχέδιο επίθεσης είχε γίνει παράλληλα και για την Μεγαλόπολη, ενώ τα Καλάβρυτα είχαν ήδη χτυπηθεί και “χαθεί” στις 11.04.1948), αποτελεί την αρχή μιας σειράς ενεργειών του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου που σκόπευε στον εξαναγκασμό της αστικής κυβέρνησης να μεταφέρει όλο και περισσότερες στρατιωτικές μονάδες στην Πελοπόννησο, έτσι ώστε να μειωθεί η πίεση του ΔΣΕ στην βόρεια Ελλάδα, με εκκαθάριση της υπαίθρου και ταυτόχρονα στον εγκλωβισμό των κυβερνητικών δυνάμεων στα μεγάλα αστικά κέντρα της Πελοποννήσου. Τις ίδιες μέρες είχαμε την τρομερά αιματηρή και καθυστερημένη κατάληψη του Γράμμου από τον κυβερνητικό αστικό στρατό, μετά από επιτυχή ελιγμό του ΔΣΕ (20–21.08.1948) από τον Γράμμο στο Βίτσι_δείτε Μουργκάνα _ ο “Μικρός Γράμμος . Θυμίζουμε πως χρειάστηκε ένας ολόκληρος χρόνος _μέχρι τις 29 Αυγούστου του 1949, όταν το σύνολο των δυνάμεων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) περνούσε στις Λαϊκές Δημοκρατίες, έχοντας φέρει σε πολύ δύσκολη θέση την εξουσία της αστικής τάξης στη διάρκεια της τρίχρονης πάλης του_ δείτε Ριζοσπάστης λήξη της τρίχρονης ένοπλης ταξικής αναμέτρησης (1946 - 1949) και αναλυτικότερα Το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου

Περισσότερες πληροφορίες συνοπτικά για την πολιτική γενικά και την στρατιωτική κατάσταση στην βόρειο Ελλάδα το καλοκαίρι του 1948 μπορεί ο αναγνώστης να βρει στο βιβλίο: Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (Νίκου Κυρίτση εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2003).

Η εκλογή του στόχου “Δημητσάνα” αποφασίστηκε στην σύσκεψη αξιωματικών του ΔΣΕ Πελοποννήσου στο Βελιμάχι στις 25.08.1948, από την διοίκηση της 3ης Μεραρχίας του (μέραρχος Γκιουζέλης, πολιτικός επίτροπος Ρογκάκος). Πληροφορίες στα βιβλία τους οι δυο βασικοί συγγραφείς της ιστορίας του ΔΣΠ (Ταγματάρχης Αρίστος Καμαρινός και Ανθυπολοχαγός με καθήκοντα διοικητού λόχου Κώστας Παπακωνσταντίνου η Μπελάς). Υπέρ της εκλογής του στόχου από στρατιωτικής πλευράς συντέλεσε το γεγονός ότι η κωμόπολη βρισκόταν μακριά από τους χώρους στους οποίους είχαν στρατοπεδεύσει ισχυρές κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες μπορούσαν να κινηθούν για την υποστήριξη των αμυνόμενων (Τρίπολη, Λεβίδι, Βυτίνα, Μεγαλόπολη, κλπ). Οι δυνάμεις αυτές ήταν σχετικά εύκολο να εμποδιστούν σε μια γρήγορη προσπάθεια υποστήριξης των αμυνόμενων με την εγκατάσταση ενεδρών σε στρατηγικά σημεία της διαδρομής. Συμπερασματικά: Οι δυνάμεις του ΔΣΠ θα είχαν περισσότερο χρόνο στην διάθεση τους (περίπου 7 ώρες) να καταλάβουν την κωμόπολη, στόχο πλέον εφικτό από οποιονδήποτε άλλον.

Από αστική φυλλάδα της εποχής
Στον δρόμο για την Ζάτουνα είχε εγκατασταθεί διμοιρία του ΔΣΠ με διοικητή τον Μπελά για την ασφάλεια της αποστολής. Η επίθεση ορίστηκε τελικά για την 30.08.1948 ώρα 05:00. Από την μεριά του ΔΣΠ θα γίνονταν ως εξής: (Βλέπε σχεδιάγραμμα στο βιβλίο Κ. Παπακωνσταντίνου _Μπελάς): Η Νεκρή Μεραρχία 1η Έκδοση, σελ. 748-749).

·       _1. Στο οχυρό της Αγίας Παρασκευής ένας λόχος του 1ου τάγματος Ταϋγέτου (διοικητής Κ. Ξυδέας). Η επίθεση θα γινόταν αρχικά από μια διμοιρία λόγω στενότητας χώρου. Εφεδρεία Τάγμα Αρ. Καμαρινού.

·       _2. Στον δρόμο από την Στεμνίτσα ο λόχος του Π. Σουγλάκου του 1ου τάγματος Μαινάλου (διοικητής Δ. Γιανακούρος ή Πέρδικας). Η επίθεση θα γινόταν επίσης αρχικά από μια διμοιρία και αρχικά είχε προγραμματιστεί να χρησιμοποιηθεί το τάγμα Καμαρινού, αλλά ύστερα από επέμβαση του Πέρδικα στην ενημερωτική συζήτηση ανατέθηκε σε αυτόν ο τομέας.

·       _3. Κάτω από την πλατεία, από τα αμπέλια, προς το Κάστρο ο λόχος Μπελά (λόχος του 1ου  τάγματος Μαινάλου _Πέρδικα). Επίθεση με τρεις διμοιρίες.

·       _4. Ο 1ος λόχος (διοικητής Αρ. Βασιλόπουλος) του 1ου τάγματος Μαινάλου παρέμενε εφεδρεία.

·       _5. Ένας λόχος (διοικητής Πέτρος Οικονόμου) του 1ου τάγματος Ταϋγέτου παρέμενε εφεδρεία της 3ης Μεραρχίας.

·       _6. Ενέδρα στον δρόμο για την Βυτίνα θα έκανε ένας λόχος του τάγματος Κορινθίας (διοικητής Μανώλης Σταθάκης) και ένας λόχος του 2ου τάγματος αρχηγείου Μαινάλου (διοικητής Κ. Βρεττάκος).

·       _7. Ενέδρα στο γεφύρι του δρόμου από Μεγαλόπολη, Καρύταινα, Ατσίχολο θα έκανε μια διμοιρία του Αρχηγείου Μαινάλου και δυο ομάδες πολιτοφυλακής.

·       _8. Εγκατάσταση πολυβόλων, βλέπε σχεδιάγραμμα.

Για την άμυνα της πόλης είχαν παραταχθεί από κυβερνητικής πλευράς:

·       _1.Δυο λόχοι (1ος λόχος, διοικητής Αθ. Ανδρεόπουλος, 2ος λόχος Ανδρ. Ανδρικόπουλος ενός μηχανοκίνητου τάγματος χωροφυλακής. Η διοίκηση του τάγματος και οι δυο άλλοι λόχοι είχαν εγκατασταθεί στην Βυτίνα. Επιπλέον η υποδιοίκηση Χωροφυλακής με διοικητή τον υπομοίραρχο Χρ. Σεγκούνα.

·       __2. Περίπου 150 άνδρες των Μονάδων Αμύνης Υπαίθρου (ΜΑΥ-δες) (4).

·       Βασικά οχυρά άμυνας ήταν:

·       _1. Το περιμανδρωμένο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής με πολλά τσιμεντένια πολυβολεία και περίπου 50 χωροφύλακες κατά βάρδια (4).

·       _2. Το Κάστρο με 60 χωροφύλακες φρουρά, διέθετε όλμους, βαριά πολυβόλα και οπλοπολυβόλα. Εκεί βρισκόταν και η διοίκηση της διλοχίας.

·       _3. Στο κέντρο της πόλης, στην Πλατεία, δυο φυλάκια με πολυβολεία και στο καμπαναριό της εκκλησίας ένα πολυβολείο. Αυτά στήριζαν τα οχυρά και τις αποθήκες πυρομαχικών της Καλλιθέας.

·       _4. Τρία τεθωρακισμένα οχήματα (Κάριερς).

·       _5. Φυλάκια στις περιοχές Καραδήμα, Καλλιθέας και προφήτη Ηλία.

Το σχέδιο δράσης προέβλεπε αιφνιδιαστική (πληροφορία Μπελά) επίθεση εναντίον του οχυρού της Αγίας Παρασκευής και στην συνέχεια επίθεση από την μεριά του Γυμνασίου και των αμπελιών. Ο αιφνιδιασμός εκεί πέτυχε μερικά. Η επίθεση άρχισε την ώρα 4:55, πέντε λεπτά πριν τον καθορισμένο χρόνο διότι το φυλάκιο στον προφ. Ηλία εντόπισε μια ανιχνευτική ομάδα και χτύπησε συναγερμό.

Το βράδυ της 29ης Αυγούστου δόθηκε η διαταγή της αναχώρησης. Όλες οι δυνάμεις κινήθηκαν μέχρι το Ζυγοβιστινό βουνό μαζί. Εκεί χώρισαν. Τα τάγματα Ταϋγέτου κατευθύνθηκαν προς τον στόχο “Αγία Παρασκευή”, το τάγμα Πέρδικα πήρε τον δρόμο για την Κλίνιτσα και τα αμπέλια της Αιμυαλούς. Εκεί έφτασαν μια ώρα μετά τα μεσάνυχτα και περίμεναν μέχρι τις 05:00 η ώρα. Πολλοί αντάρτες κοιμήθηκαν. Αυτό το γεγονός έδωσε αργότερα την εντύπωση ότι  η επίθεση από την ανατολική (Καλλιθέα) και νοτιοανατολική (αμπέλια) πλευρά καθυστέρησε λόγω του ύπνου των ανταρτών. Στην πραγματικότητα αυτό ήταν προγραμματισμένο. Το τάγμα Πέρδικα έπρεπε να περιμένει απαρατήρητο μέχρι την έναρξη της μάχης ενάντια στην Αγία Παρασκευή, όπου η επίθεση πέτυχε τον σκοπό της γύρω στις 10:00. Το ύψωμα καταλήφθηκε με σχετικά λίγες απώλειες από πλευράς του ΔΣΠ. Ο Ξυδέας μετά την κατάληψη φοβούμενος μήπως οι κυβερνητικές δυνάμεις καταλάβουν εκ νέου το ύψωμα έστειλε εκεί  δυο λόχους να παραλάβουν και μεταφέρουν το πολύτιμο πολεμικό υλικό. Την στιγμή εκείνη δέχτηκαν επίθεση με βόμβες Ναπάλμ από δυο αεροπλάνα αλλά ο ΔΣΠ κράτησε το ύψωμα μέχρι που δόθηκε το σύνθημα της υποχώρησης. Όπως αναφέρει ο Ριζοσπάστης (3 Μάη 1998) … όταν οι αντάρτες του ΔΣΕ κατέλαβαν το ύψωμα της "Αγίας Παρασκευής" που δεσπόζει της πόλης και η πτώση της ήτανε ζήτημα χρόνου, τα αεροπλάνα έριξαν βροχή βόμβες "Ναπάλμ". Τα θύματα - αντάρτες - ήτανε πάρα πολλά. Μεταξύ αυτών οι διμοιρίτες Σιδερέας και Μανιάτης. Το αποτέλεσμα του βομβαρδισμού ήταν τρομακτικό. Όσοι χτυπήθηκαν καίγονταν σιγά - σιγά και μεταβάλλονταν σε μικρές μούμιες. Ο δε γύρω χώρος είχε μεταβληθεί σε αληθινή κόλαση.

Στον τομέα Καλλιθέας ο Πέρδικας _βλ. αναλυτικό βιογραφικό στο τέλος, διέταζε την μια μετωπική επίθεση μετά την άλλη. Όλες οι προσπάθειες απέτυχαν με αποτέλεσμα ο λόχος Σουγλάκου να έχει μεγάλες απώλειες. Ο διοικητής του λόχου, ο επίτροπος και ένας διμοιρίτης ήταν τραυματισμένοι. Δυο άλλοι διμοιρίτες είχαν φονευθεί. Στην τελική φάση ανέλαβε την διοίκηση του λόχου ο επίτροπος του λόχου εφεδρείας Π. Κατριβάνος από τους Γαργαλιάνους. Στον τομέα του λόχου Μπελά η αντίσταση των αμυνόμενων βοηθούμενη από δυο πολυβόλα που βρίσκονταν στην πλατεία και στο καμπαναριό της εκκλησίας έκαναν θραύση. Τα μπαζούκας (ολμοβόλα) στα οποία ο ΔΣΕ στηριζόταν για την ανατίναξη των πολυβολείων δεν μπόρεσαν, λόγω απόστασης και κυρίως της μορφολογίας του εδάφους, να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά. Ο λόχος καθηλώθηκε μακριά από την κατοικημένη περιοχή χωρίς επιτυχία και όταν ο Σαρηγιάννης διέταξε υποχώρηση βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Το μέρος υποχώρησης είχε αποκλειστεί και βρισκόταν συνέχεια κάτω από τα πυρά των κυβερνητικών δυνάμεων. Αλλά κανείς αντάρτης δεν έδινε σημασία… Οι νεκροί, τραυματίες και αιχμάλωτοι αυτού του λόχου ανήλθαν στους 55 (αρχική δύναμη 88). Κατά τις 12:00 δόθηκε σύνθημα υποχώρησης. Ο χρόνος επίθεσης που είχε καθοριστεί και οι απώλειες των λόχων Σουγλάκου και Μπελά δεν επέτρεπαν παραπέρα προσπάθεια ολοκληρωτικής κατάληψης της κωμόπολης. Στο μεταξύ υπήρχαν πληροφορίες ότι ισχυρές κυβερνητικές δυνάμεις (ένα τάγμα της 72ης Ταξιαρχίας και μια Μοίρα Ορεινών Καταδρομών) πλησίαζαν την Δημητσάνα και βρίσκονταν ήδη βορειοδυτικά της Καρκαλούς και στο χωριό Χρυσοβίτσι, έτσι οι δυνάμεις αποχώρησαν προς το χωριό Μάρκου χωρίς να δεχτούν άλλη επίθεση. Οι απώλειες του ΔΣΠ σε νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους ανέρχονται γύρω στους 180. Αναλυτικά σύμφωνα με πληροφορίες οι νεκροί ανέρχονταν σε 117 με  24 αιχμάλωτους.

Ο διοικητής των τότε κυβερνητικών δυνάμεων στη Πελοπόννησο, υποστράτηγος Αλ. Τσιγγούνης, αναφέρει στο βιβλίο του “Ο Συμμοριτισμός στην Πελοπόννησο” μια διαφορετική εκδοχή όσον αφορά τα γεγονότα στο ύψωμα της Αγίας Παρασκευής ότι _δήθεν, η κατάληψη του οχυρού έγινε στις 9:30 το πρωί και αργότερα επανακαταλήφθηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις. Αυτό διαψεύδεται από όλες τις άλλες πηγές. Από πλευράς των κυβερνητικών δυνάμεων, σύμφωνα με τις πληροφορίες στο βιβλίο Τσιγγούνη, οι απώλειες ανέρχονται σε 11 νεκρούς και συνολικά 55 τραυματίες.

·        _1. Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας: Βασικοί σταθμοί του αγώνα. 2η Έκδοση, Ν. Κυρίτσης, “Σύγχρονη Εποχή”.

·        _2. Η νεκρή μεραρχία: (ΙΙΙ Μεραρχία ΔΣ Πελοποννήσου), 3η Έκδοση, “Αλφειός”, Κ. Παπακωνσταντίνου  (Μπελάς) σελ. 745-775 | σελ. 439-442.

·        _3. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο 1946-1949: Εκδόσεις “Σύγχρονη Εποχή”, 4η Έκδοση, Αρ. Καμαρινός σελ. 466-476.

·        _4. Ο Συμμοριτισμός στην Πελοπόννησο: Υποστράτηγου Αλ. Τσιγγούνη _ Βλέπε παραπομπή στο βιβλίο  του Αρ. Καμαρινού, σελ. 475 – 476

·        _5. Ο ΔΣΕ Πελοποννήσου: Γιάννης-Λέων Λέφας Δ.Φ. / Εκδόσεις: Αλφειός, Αθήνα 1998, σελ. 320 – 332

·        _6. Εφημερίδα Αλήθεια, 21ης Νοεμβρίου 1948. Σελ. 2

30 Αυγούστου 1948
Η μάχη της Δημητσάνας

Τη νύχτα της 29 Αυγούστου του 1948 αντάρτες και αντάρτισσες των Αρχηγείων Μαινάλου Ταϋγέτου και Αργολιδοκορινθίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας κινητοποιήθηκαν με στόχο την προσβολή της φρουράς της Δημητσάνας. Μέχρι τότε ο ΔΣΕ διατηρούσε την πρωτοβουλία των κινήσεων στην Πελοπόννησο και είχε καταγάγει σοβαρές νίκες εξουδετερώνοντας μια διλοχία Εθνοφρουράς το Μάρτιο στα Τρόπαια, τη διλοχία του Γαλανόπουλου στην περιοχή της Μεγαλόπολης, και ένα Τάγμα Εθνοφρουράς στα Καλάβρυτα, ενώ είχε προσβάλει με επιτυχία και άλλους στόχους, και έτσι η κυβέρνηση με τους Αμερικάνους που οργάνωναν εξόπλιζαν και εφοδίαζαν το στρατό είχαν μετατρέψει τη Δημητσάνα που αποτελούσε πλέον τη σημαντικότερη βάση κοντά στην Τρίπολη σε ένα τεράστιο φρούριο με οχυρώσεις σε βάθος, με κύρια σημεία το Κάστρο και την Αγία Παρασκευή, με πολυβολεία από μπετόν εξοπλισμένα με βαρείς όλμους που είχαν ακτίνα δράσης πέντε χιλιάδες μέτρα, με βαριά πολυβόλα Βίκερς, πολυβόλα οπλοπολυβόλα ατομικά αυτόματα και ντουφέκια.
Την οχύρωση συμπλήρωναν ακόμα δυο ισχυρά πολυβολεία – οχυρά προς την πλευρά της Καλλιθέας, ένα πάνω στη δημοσιά και άλλο ένα αρκετά ευρύχωρο ώστε να κινούνται πάνω από τριάντα υπερασπιστές εντός του λίγο πιο πάνω προς την Αγία Παρασκευή. Υπήρχε και άλλο ένα στην άλλη πλευρά της Δημητσάνας που έλεγχε τον δρόμο και τον τόπο προς την κατεύθυνση Ζάτουνας - Βυτίνας, κι ακόμα ένα πολυβολείο πάνω στην Αγία Κυριακή με ένα βαρύ πολυβόλο στο καμπαναριό που μπορούσε να ελέγχει την περιοχή σε μεγάλη ακτίνα. Επί πλέον δυο θωρακισμένα οχήματα κάριερς (κάριες τα λέγαμε στην πλάκα) εξοπλισμένα με μυδράλια που κινούνταν συνεχώς πάνω στο δρόμο από τη γέφυρα μέχρι το φυλάκιο της Καλλιθέας προκαλώντας διαβολεμένο θόρυβο με τα μοτέρ και τις ερπύστριες τους, και κατά τη διάρκεια της μάχης ιδιαίτερα προς την πλευρά της Καλλιθέας κάνανε μεγάλη ζημιά στους επιτιθέμενους. .
Τις οχυρώσεις επάνδρωναν μια διλοχία του μηχανοκίνητου Τάγματος χωροφυλακής που η διοίκησή του με την άλλη διλοχία στάθμευε στη Βυτίνα, καμιά πενηνταριά άνδρες της Υποδιοίκησης χωροφυλακής Δημητσάνας υπό τον υπομοίραρχο Σεγκουνά, και καμιά εκατοστή Χιτομάϋδες, σύνολο περίπου 350 – 400 ανδρών, ενώ όπλα έφερε και σημαντικός αριθμός κατοίκων της Δημητσάνας, πολλοί από τους οποίους κάθε βράδυ βρίσκονταν σε επιφυλακή ή ενίσχυαν τις φρουρές στα πολυβολεία, και σε πολλά σπίτια υπήρχαν σακούλια με χειροβομβίδες για να χρησιμοποιηθούν κατά τω ανταρτών σε περίπτωση που μπαίνανε στην πόλη και άρχιζαν οι οδομαχίες.  Κι ακόμα, οπλισμένοι ήσαν πολλοί Ηραιάτες που είτε το έπαιζαν ανταρτόπληκτοι και είχαν καταφύγει στη Δημητσάνα για να εξασφαλίσουν τον άρτο τον επιούσιο και το φαγητό για την οικογένειά τους από το καζάνι της χωροφυλακής (δύσκολοι οι καιροί τότε), είτε γιατί εξ αιτίας της συμπεριφοράς και των εγκλημάτων τους σε βάρος των αριστερών πολιτών δεν τους σήκωνε το κλίμα στα χωριά τους τώρα που η ύπαιθρος βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο του ΔΣΕ

Ο Γιώργος Κονταλώνης
Έτσι, η δύναμη των υπερασπιστών του οχυρού Δημητσάνα ξεπερνούσε τους 600 άνδρες.
Τα τμήματα του ΔΣΕ για να εξασφαλίσουν την επιτυχία της επιχείρησης στήσανε ενέδρες σε διάφορα σημεία με σκοπό να εμποδίσουν τις ενισχύσεις των κυβερνητικών που ήταν βέβαιο ότι θα σπεύδανε από Τρίπολη, Βλαχοκερασιά, Πιάνα Λεβίδι Βυτίνα, αλλά και από Μεγαλόπολη Χρυσοβίτσι Στεμνίσα, και έτσι οι δυνάμεις που προσβάλανε τη Δημητσάνα ήσαν σχεδόν λιγότερες αριθμητικά από εκείνες των υπερασπιστών, κατά παράβαση των τότε κανόνων που όριζαν ότι οι δυνάμεις των επιτιθεμένων κατά οχυρών θέσεων πρέπει να είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με τους αμυνόμενους. Αλλά, αυτές ήσαν οι δυνατότητές τους. 
Σύμφωνα με το σχέδιο του Γενικού Επιτελείου του ΔΣΕ Πελοποννήσου η επιχείρηση θα άρχιζε στις 5 τα χαράματα της 30 Αυγούστου με προσβολή του οχυρού της Αγίας Παρασκευής, πέντε λεπτά όμως πριν από τις 5 καθώς οι αντάρτες πλησιάζουν το ύψωμα του Αγιολιά βορειότερα της Αγίας Παρασκευής που το θεωρούσαν αφύλαχτο γίνονται αντιληπτοί και το ντουφεκίδι ανάβει, ενώ παράλληλα χάνεται και το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού.
Φύσει και θέσει οχυρή η Δημητσάνα είναι απρόσβλητη από τα δυτικά που δεσπόζει το Κάστρο πάνω από τα απόκρημνα βράχια του Λούσιου, όπως επίσης και από τα βόρεια, γι αυτό και το σχέδιο επίθεσης έριχνε το βάρος στην επίθεση κατά των οχυρών της Αγίας Παρασκευής με ταυτόχρονη προσβολή των δυο οχυρών προς Γυμνάσιο – Καλλιθέα
Τα οχυρά της Αγίας Παρασκευής υπερασπίζουν 56 χωροφύλακες με βαριά όπλα, πολυβόλα Βίκερς και όλμους, οπλοπολυβόλα ατομικά αυτόματα ντουφέκια και χειροβομβίδες, ενώ λίγο πιο μπροστά από τις οχυρώσεις υπάρχει και μαντρότοιχος από ξερολιθιά ύψους 1 περίπου μέτρου που πρέπει να υπερπηδήσουν οι αντάρτες οι οποίοι υπολόγιζαν να ισοπεδώσουν τη μάντρα και τα πολυβολεία με τα μπαζούκας, αλλά δοκιμάζουν πικρή απογοήτευση καθώς διαπιστώνουν ότι τη νύχτα είναι πολύ δύσκολη η σκόπευση με αυτό το όπλο, και δεν έχουν βλήματα για να τα ρίχνουν στην τύχη. Επί πλέον για να σκοπεύσει ο χειριστής του όπλου πρέπει να στέκεται όρθιος, πράγμα που με τις χιλιάδες σφαίρες ανά λεπτό που πέφτουν κατά των επιτιθεμένων σημαίνει σίγουρο θάνατο. Έτσι, αποκλείεται από την αρχή η έφοδος των υπό τον Κονταλώνη επιτιθεμένων τμημάτων που καθηλώνονται, και το ίδιο περίπου συμβαίνει και με τα τμήματα του Πέρδικα που φθάνουν μπροστά στα πολυβολεία που βλέπουν προς την Καλλιθέα .όταν έχει αρχίσει η μάχη στην Αγία Παρασκευή και καθηλώνονται όχι μόνο από τους υπερασπιστές των πολυβολείων αλλά και από τα δυο θωρακισμένα που έχουν σπεύσει μπροστά στο πολυβολείο της δημοσιάς και σκορπίζουν το θάνατο. Ούτε και αυτά τα τμήματα μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα μπαζούκας κατά των πολυβολείων και των αρμάτων μάχης.
Με το φως της ημέρας τα πράγματα δυσκολεύουν για τα αντάρτικα τμήματα που πλέον δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τα πυρά των οχυρών που βρίσκονται μπροστά τους. Καθώς το μέτωπο είναι περιορισμένο από τη δημοσιά προς το Γυμνάσιο μέχρι το ύψωμα της Αγίας Παρασκευής, το οχυρό του Κάστρου με τους όλμους και τα βαριά πολυβόλα του καθώς και το πολυβολείο του καμπαναριού της Αγίας Κυριακής σαρώνουν όλη τη νότια πλευρά της πόλης, Μπολιάνα – Καλλιθέα μέχρι επάνω την Αγία Παρασκευή. Κι επί πλέον καθώς οι ώρες περνούν, πλακώνουν και δυο μαχητικά αεροπλάνα που με βόμβες ρουκέτες και πολυβολισμούς χτυπούν τα αντάρτικα τμήματα που επιτίθενται στην Αγία Παρασκευή, στην περιοχή προς Καλλιθέα, στο πολυβολείο της δημοσιάς αλλά και δυτικότερα προς την Πολιάνα.

Οι επιθέσεις στην Αγία Παρασκευή συνεχίζονται με πείσμα για να σπάσουν τα οχυρά, αλλά και χαμηλότερα στη δημοσιά ο Πέρδικας παρόλο που τα τμήματά του ματώνουν κι έχουν πολλές απώλειες επιμένει με συνεχείς επιθέσεις να γαντζωθεί στα πρώτα σπίτια, αλλά μια διμοιρία από 24 μαχητές που καταφέρνει να φθάσει ως εκεί αιχμαλωτίζεται.
Ο τόπος που είναι φρύγανο τέτοια εποχή από τις ξερές καλαμιές και τα υπολείμματα από το θερισμό ανάβει από τα πυρά που τον γαζώνουν, και πολλοί αντάρτες τσουρουφλίζονται στις θέσεις που καλύπτονται από τις φλεγόμενες καλαμιές.

Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση με τα εμφύλια πάθη εκείνη την εποχή οι υπερασπιστές της πόλης δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα τους.

Αξιόλογη δύναμη πυρός συγκροτούν και οι χίτες του Θανάση Ντοροβίτσα, οι χίτες από τα διάφορα χωριά της Ηραίας που έχουν γδύσει πολλά νοικοκυριά αριστερών οικογενειών και έχουν σηκώσει ολόκληρες προίκες κοριτσιών. Σκορπισμένοι μέσα στην πόλη πολεμάνε και τούτοι γιατί ξέρουν πως αν μπούνε οι αντάρτες θα πληρώσουνε για τα εγκλήματά τους.

Οι πολίτες πάλι που από την κρατική προπαγάνδα είναι πεπεισμένοι ότι τα στίφη των ανταρτών εκεί έξω έρχονται για να τους σφάξουν, να πάρουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους, να βιάσουν τις κόρες τις μανάδες τις αδελφές και τις γυναίκες τους, όσοι μπορούν να κρατήσουν όπλο πολεμάνε υπέρ βωμών και εστιών  όπως τους προτρέπει και ο παπά Βώβος  που με τον σταυρό στο στήθος του και ένα ντουφέκι στο χέρι περιέρχεται γειτονιές σπίτια και πολυβολεία και ευλογεί τον αγώνα τους.

 Το σπίτι της οικογένειας Κολοκούση σε ευθεία ντουφεκιού απέχει περίπου 200 μέτρα από το πολυβολείο της δημοσιάς, ο Τάκης όμως έχει προωθηθεί εκεί και μάχεται με τους χωροφύλακες. Σε κάποια από τις εφόδους των ανταρτών πετάγεται έξω από το πολυβολείο και πιάνεται στα χέρια, για να διαπιστώσει έκπληκτος ότι παλεύει με αντάρτισσα. Ο Κολοκούσης πέφτει εκεί πολυτραυματίας (αργότερα η μάνα του μας επιδεικνύει το παντελόνι του διάτρητο στη λεκάνη από θραύσματα χειροβομβίδας) και τη γλυτώνει στο νοσοκομείο, ενώ με τη λήξη της μάχης θα βρεθούν εκεί βαριά τραυματισμένες οι αντάρτισσες Δήμητρα Σαρλά από του Λώτι και Τασία Σαραντοπούλου από Τριφυλία που θα τις σφάξουν σαν αρνάδες οι νικητές για να, στα ελάχιστα δευτερόλεπτα ως που να πεθάνουν καθώς βλέπουν τα μαχαίρια να μπήγονται στο λαιμό τους, συνειδητοποιήσουν καλά ποιοι είναι οι νικητές, και θα μεταφέρουν τα κεφάλια τους μαζί και άλλων βαριά τραυματισμένων να τα επιδείξουν στην πόλη ως τρόπαια και να τα χλευάζουν.

Ο φανατισμός και το μίσος όμως δεν εξαντλούνται μόνο στους ζωντανούς. Ο Λιάς Λιακόπουλος από του Ψάρι πατέρας 3 παιδιών παλιός ΕΛΑΣίτης βρίσκεται βαριά τραυματισμένος στη χαράδρα του Λούσιου με τη λήξη της μάχης και τον εκτελούν επί τόπου. Στο σημείο που συγκεντρώνουν τους νεκρούς αντάρτες για την ομαδική ταφή, ένας κοντοχωριανός Χίτης αναγνωρίζει το νεκρό Λιακόπουλο και αφού ρίχνει κάποιες κλωτσιές στο κουφάρι του (την ιστορία αυτή την συζητάνε ακόμα στη Λυσσαρέα), του φυτεύει δυο τρεις σφαίρες φωνάζοντας: «παλιοκερατά Κ…(το παρατσιοούκλ του Λιά), δεν σε βρήκα ζωντανό να σε σκοτώσω, σε σκοτώνω πεθαμένο)! 
Εφτά ώρες μετά την έναρξη της επιχείρησης γύρω στις 12 που είναι και ο επιτρεπόμενος χρόνος για τη διάρκειά της (ΩΧΕ), τα οχυρά της Αγίας Παρασκευής πέφτουν και όσοι χωροφύλακες είναι ακόμα ζωντανοί κουτρουβαλούν στα βράχια προς το εσωτερικό της πόλης, ενώ δυο λόχοι των ανταρτών απλώνονται στα εγκαταλειμμένα οχυρά και φορτώνονται βαριά όπλα και πυρομαχικά να τα βγάλουν από εκεί και να ανεφοδιαστούν τα τμήματα. Τα πυρά των υπερασπιστών από το Κάστρο και τα καμπαναριά χτυπούν συγκεντρωμένα το ύψωμα για να αναχαιτίσουν την προέλαση των ανταρτών μέσα στην πόλη, κι εκείνη τη στιγμή πλακώνει η αεροπορία με βόμβες ρουκέτες και πολυβολισμούς αλλά και με εμπρηστικές οβίδες και βόμβες ναπάλμ που ρίχνονται για πρώτη φορά στην Πελοπόννησο και ο τόπος λαμπαδιάζει. Σε δευτερόλεπτα σκοτώνονται οι μισοί τουλάχιστον αντάρτες έτσι όπως τους πετυχαίνουν φορτωμένους, 6 λαμπαδιάζουν από τις ναπάλμ, κι εκείνη τη στιγμή σκάνε στον ουρανό και οι δυο φωτοβολίδες που είναι το σύνθημα της άμεσης υποχώρησης λόγω εξάντλησης του ΩΧΕ, του ωφέλιμου χρόνου επιχείρησης.
.Αξιωματικοί και μαχητές που βλέπουν ότι αφού έπεσε η Αγία Παρασκευή σε λίγο η πόλη θα είναι δική τους, δεν μπορούν να πιστέψουν ότι πρέπει να την εγκαταλείψουν, κάποιοι πιστεύουν ότι κάποιο λάθος έχει γίνει, αλλά η διαταγή είναι αμετάκλητη και εγκαταλείπουν τη Δημητσάνα.
Τέλος, παρόλο που από πολλά χρόνια η πολιτεία έχει ξεκαθαρίσει ότι ο Εμφύλιος ήταν εσωτερική υπόθεση της χώρας και ότι πρέπουν τιμές και στις δυο παρατάξεις που συγκρούστηκαν, στον ομαδικό τάφο κάπου ανάμεσα Αη Γιώργη και Καλλιθέα (;)που βρίσκονται θαμμένοι οι 110 - 120 νεκροί του ΔΣΕ που δώσανε τη ζωή τους για Εθνική Ανεξαρτησία, Εθνική Αξιοπρέπεια, κοινωνική δικαιοσύνη και Δημοκρατία, δεν υπάρχει ένα λιτό μνημείο που να θυμίζει τη θυσία τους, ούτε καν το σημείο που είναι θαμμένοι.

Δημήτρης Γιαννακούρας - Πέρδικας

Σχετικά με τη δράση του Πέρδικα και την προσφορά του στο Δημοκρατικό Στρατό Πελοποννήσου, χρήσιμες πληροφορίες δίνει το σύντομο βιογραφικό του που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Αρίστου Καμαρινού, που προαναφέραμε.

Ο Δημήτρης Γιαννακούρας (αυτό ήταν πραγματικό του όνομα), γεννήθηκε το 1914 στο χωριό Βάγγου Αρκαδίας. Το ψευδώνυμο Πέρδικας το κληρονόμησε από τον πατέρα του, στον οποίο οι συγχωριανοί του είχαν «κολλήσει» αυτό το παρατσούκλι, από τα παιδικά του χρόνια, επειδή αρεσκόταν να κυνηγάει πέρδικες. Ο Πέρδικας τελείωσε δυο τάξεις του «Σχολαρχείου» (αντιστοιχεί στη ΣΤ' τάξη του Δημοτικού Σχολείου) και ασχολήθηκε με διάφορες εργασίες (αγρότης, κτηνοτρόφος, καρβουνιάρης, κ.ά.). Όταν οι Ιταλοί κήρυξαν τον πόλεμο στη χώρα μας, υπηρετούσε τη στρατιωτική θητεία του στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και πολέμησε τους Γερμανοφασίστες, όταν κι αυτοί εισέβαλαν στη χώρα μας, τον Απρίλη του 1941. Τον Αύγουστο του 1941 οργανώθηκε στην Αντιστασιακή Οργάνωση «Νέα Φιλική Εταιρεία» και το Νοέμβρη του 1941, μετά τη συγχώνευση της οργάνωσης αυτής με το ΕΑΜ, έγινε μέλος του. Στις αρχές του 1942 έγινε μέλος του ΚΚΕ, του οποίου στέλεχος καθοδηγητικό, στην Επαρχία Μεγαλόπολης, ήταν ο αδερφός του Κώστας. Ο Πέρδικας ήταν ανταρτοΕΠΟΝίτης, στο 11ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, όταν οι αντιΕΑΜίτες αντάρτες του ΕΣ (Ελληνικός Στρατός), με επικεφαλής το λοχαγό του προπολεμικού στρατού Τηλέμαχο Βρεττάκο, που καθοδηγούνταν από τους αξιωματικούς της Αγγλικής Αποστολής (είχαν πέσει με αλεξίπτωτα στις ορεινές περιοχές της Πελοποννήσου, με κύριο στρατηγικό σκοπό να διαλύσουν τον ΕΛΑΣ, ακόμα και ένοπλα, επειδή ήταν δημιούργημα του ΚΚΕ) και κατά τη διάρκεια της ύπαρξης του ΕΣ δεν έριξαν ούτε μια τουφεκιά κατά των κατακτητών, σκότωσαν με μπαμπεσιά τον αδελφό του Κώστα, απόφοιτο της Μέσης Εκπαίδευσης και τον γαμπρό του Νίκο Χρόνη.
Μετά από το γεγονός αυτό, ο Πέρδικας, πικραμένος από το αποτρόπαιο έγκλημα και αποφασισμένος να τιμωρήσει τους καθοδηγούμενους από τους Εγγλέζους εγκληματίες, έφυγε από το 11ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Έπειτα από λίγες βδομάδες, κατάφερε να ανακαλύψει έναν από τους δολοφόνους, τον αξιωματικό του προπολεμικού στρατού Θανάση Οικονομόπουλο (ήταν κρατούμενος του ΕΛΑΣ μετά την αιχμαλωσία του στην τελική σύγκρουση του ΕΛΑΣ με τον ΕΣ, που είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση της αντάρτικης αυτής οργάνωσης, του ΕΣ), ο οποίος ήταν Πρόεδρος του Στρατοδικείου που καταδίκασε σε θάνατο τον αδελφό του και το γαμπρό του. Αιφνιδιάζοντας τους φρουρούς του «κρατητηρίου» (ένα Εκκλησάκι στην περιοχή του χωριού Γερδίκι Μεσσηνίας) τον σκότωσε και αμέσως παρουσιάστηκε σε τμήμα του ΕΛΑΣ Μεσσηνίας.

Στο Μαίναλο με τον ΔΣΕ

Μετά την απελευθέρωση της χώρας μας, τη «Συμφωνία της Βάρκιζας» και την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ, ο Πέρδικας δεν παρέδωσε τον οπλισμό του και, με πρωτοβουλία του, κατέφυγε στο βουνό Μαίναλο, όπου έζησε σ' όλη τη διάρκεια του Μονόπλευρου Εμφυλίου, μαζί με άλλους καταδιωκόμενους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης (Γιάννης Πετρόπουλο ή Μαυρόγιαννη, Ηλία Γιαννακούρα, Π. Κυριακόπουλο ή Πιπίνο, Ηλία Μάνδρο, Κώστα Παναγόπουλο, κ.ά.). Στην περίοδο αυτή (Μάρτης 1945 - Ιούλης 1946), τα μέλη της ομάδας αυτής των καταδιωκόμενων, αντιμετώπιζαν φοβερές δυσκολίες, ζούσαν κυριολεκτικά σαν αγρίμια μέσα στο δάσος. Γι' αυτό, κάπου κάπου, παραβίαζαν την κομματική γραμμή της παθητικής αυτοάμυνας και, με πρωτοπόρο πάντοτε τον Πέρδικα, που επέμενε «να αντιμετωπίσουμε επιτέλους την τρομοκρατία της μοναρχοφασιστικής κυβέρνησης με αντιτρομοκρατία, γιατί αλλιώτικα θα μας σκοτώσουν όλους οι ταγματασφαλίτες», χτύπησαν ένοπλα τους Χιτοσυμμορίτες του χωριού Παλιομοίρη και μια ομάδα χωροφυλάκων στην περιοχή του χωριού Τρίλοφο Μεγαλόπολης.

Φωτογραφία, έξω από το αστυνομικό τμήμα Μεγαλόπολης
μπροστά στο νεκρό σώμα του Πέρδικα
Στη μέση ο μοίραρχος Χαραλαμπόπουλος
Για τη δράση τους αυτή, οι Πέρδικας, Μαυρόγιαννης, Πιπίνος και Μάνδρος επικηρύχθηκαν από τη μοναρχοφασιστική κυβέρνηση της Αθήνας με ποσά από 20 έως 25 εκατομμύρια δραχμές για τον καθένα. Το Μάρτη του 1947, η ομάδα αυτή των καταδιωκόμενων αγωνιστών - «Ομάδα Πέρδικα», που είχε πάρει μέρος στη μάχη της Σπάρτης (13/02/1947), αποτέλεσε τον πυρήνα της δημιουργίας του Αρχηγείου Μαινάλου του Δημοκρατικού Στρατού Πελοποννήσου, με στρατιωτικό διοικητή τον Μανώλη Σταθάκη, αντισυνταγματάρχη του ΔΣΕ. Το καλοκαίρι του 1947, ο Πέρδικας ήταν διοικητής λόχου. Το Φλεβάρη του 1948 ονομάστηκε ταγματάρχης του ΔΣΕ, με Διαταγή του Γενικού Αρχηγείου, και ανέλαβε διοικητής Τάγματος. Τον Οκτώβρη του 1948, ανέλαβε διοικητής του Αρχηγείου Μαινάλου.

Ο Πέρδικας συγκέντρωνε όλα τα χαρίσματα του λαϊκού στρατιωτικού ηγέτη. Τον διέκρινε επιθετικό πνεύμα, ήταν ψύχραιμος, αποφασιστικός, τολμηρός στις αποφάσεις του στη διάρκεια της μάχης , κατείχε άριστα την αντάρτικη τακτική και την εφάρμοζε με αριστοτεχνικό τρόπο στη διάρκεια της μάχης . Το κυριότερο, όμως, χάρισμά του ήταν η ικανότητά του να προσαρμόζεται εύκολα σε κάθε χώρο που θα βρισκόταν το τμήμα του, πραγματοποιώντας τους απαραίτητους ελιγμούς πάντοτε με επιτυχία, γιατί ήταν γνώστης της μορφολογίας του εδάφους όλων των ορεινών περιοχών της Πελοποννήσου, ιδιαίτερα του Ανατολικού και Δυτικού Μαινάλου.

Το νεκρό σώμα του Πέρδικα, δεμένο πάνω σε μια πόρτα,
εκτίθεται σε δημόσια θέα στην πλατεία Άρεως της Τρίπολης
Στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, ο Πέρδικας πήρε μέρος σε πολλές μάχες (Σπάρτης, Δάρα, Διάλυση της διλοχίας Γαλανόπουλου, Τροπαίων, Καλαβρύτων, Λεχαινών, Ζαχάρως, Χαλανδρίτσας, Βλασίας, Πιάνας, κ.ά.), στις οποίες διακρίθηκε για την προσωπική του παλικαριά και τις διοικητικές του ικανότητες. Μετά τη μάχη της Δημητσάνας , ανέλαβε διοικητής των Ομάδων Ελεύθερων Σκοπευτών. Σκοτώθηκε σε ενέδρα χωροφυλάκων στις 16 Αυγούστου 1949, όταν πλησίασε σε μια γιάφκα, στην τοποθεσία «Συνέσοβα» του Μαινάλου και, αντί να συναντήσει εκεί τον ανθυπολοχαγό με τον οποίο είχε το «ραντεβού», έπεσε πάνω στους χωροφύλακες... Στον αγώνα του λαού μας για Λευτεριά, Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, για το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό έδωσαν τη ζωή τους και τα αδέλφια του Κώστας, Αλέξανδρος, Παναγιώτα και Γιαννούλα, καθώς και ο γαμπρός του Ν. Χρόνης.

Παναγιώτης Κουλουκάς ή Κουλουκάκος.
Από τα καλύτερα παλικάρια του Συγκροτήματος Ταϋγέτου. Στο βουνό ήταν γνωστός ως «λοχίας Κουλουκάκος». Κατά την επίθεση του τάγματος στο ύψωμα της Αγίας Παρασκευής, όρμησε στο οχυρό των χωροφυλάκων, έπιασε από την κάννη το πολυβόλο και το έσυρε έξω μαζί με τον χειριστή του. Αργότερα στον σταθμό επίδεσης πάνω στο ύψωμα χτυπήθηκε από εμπρηστική βόμβα της κυβερνητικής αεροπορίας. Πέθανε από τα εγκαύματα μια από τις επόμενες νύχτες και οι σύντροφοί του τον έθαψαν κάπου στην αρκαδική γη.

04 Ιουνίου 2024

“Βουλγάρα θα βγάλεις αίμα από...” - Αναμνήσεις της Κατίνας Μανιτάρα-Ζωργίου, μαχήτριας-αξιωματικού του ΔΣΕ, που χάσαμε σήμερα

🔻🔻
Αποχαιρετούμε με μεγάλη λύπη την σ.σσα Κατίνα Μανιτάρα.
🔴 Την αγωνίστρια της ΕΑΜικής Αντίστασης και μαχήτρια του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας που “έφυγε” χτες Τρίτη, πλήρης ημερών, από τη ζωή.

🔴Το σίδερο στο κεφάλι θα το πάρω μαζί μου στον τάφο.
Είναι το καλύτερο παράσημο από την αγωνιστική μου ζωή
και είναι μεγάλη τιμή για εμένα

                __Κατίνα”

Η σ.σσα γεννήθηκε στις 14 Μάρτη 1932 στο χωριό Μαλανδρίνο Φωκίδας, πρώτο από τα τέσσερα παιδιά μιας φτωχής εργατοαγροτικής οικογένειας, που “βγήκε ολόκληρη στο βουνό”. Η τριπλή φασιστική – ναζιστική κατοχή την βρήκε μαθήτρια του δημοτικού. Μικρό παιδί, στα 14 της χρόνια, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του βασανισμού του πατέρα της από παρακρατικούς και τον επόμενο χρόνο ξυλοκοπήθηκε και η ίδια άγρια για να μαρτυρήσει την τοποθεσία του πατέρα της.

Οργανώθηκε στα Αετόπουλα το 1942 και έδρασε στις περιοχές της Φωκίδας. Το 1947 πέρασε στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, στα ρουμελιώτικα τμήματα, τα οποία αποτελούνταν κατά περίπου 40% από γυναίκες μαχήτριες και στη συνέχεια υπάχθηκε στη 2η Μεραρχία του Κλιμακίου Γενικού Αρχηγείου Νοτίου Ελλάδας (ΚΓΑΝΕ). Αποφοίτησε από τη Σχολή Αξιωματικών του ΚΓΑΝΕ και αναδείχθηκε σε ανθυπολοχαγό του ΔΣΕ.

Συμμετείχε σε πλήθος μαχών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στη μάχη της Άμφισσας, το 1947, με τον θρυλικό καπετάν Διαμαντή, στη Ναυπακτία, όπου τραυματίστηκε στο κεφάλι από θραύσμα σφαίρας, το οποίο “κουβάλησε σε όλη της ζωή”, αλλά και στη μάχη της Καρδίτσας, το 1948, όπου τραυματίστηκε για δεύτερη φορά από θραύσμα όλμου στο πόδι. Πήρε μέρος στην κατάληψη του Καρπενησίου, την ανατίναξη της γέφυρας Κοράκου στον Αχελώο, καθώς και στην κατάληψη του Λιδωρικίου. Συμμετείχε σε όλες τις μάχες του αγώνα του ΔΣΕ έως το 1949, όταν με τις όσες δυνάμεις είχαν απομείνει στη 2η Μεραρχία συγκρούστηκαν με ασύγκριτα υπέρτερες δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού στη Φθιώτιδα, όπου σκοτώθηκε ο καπετάν Διαμαντής.
Το 1949 πιάστηκε, μεταφέρθηκε στη Λαμία όπου βασανίστηκε για να “υπογράψει δήλωση” χωρίς να λυγίσει. Καταδικάστηκε ως ανήλικη σε 3,5 χρόνια φυλακή και κρατήθηκε στις φυλακές Λαμίας, στο μεταγωγών Αθήνας, στις φυλακές Αβέρωφ και τέλος στις φυλακές ανηλίκων Καλλιθέας, έως την αποφυλάκισή της το 1953. Ακολούθησαν οι όλες οι βιοποριστικές ταλαιπωρίες της φτώχειας και της αναδουλειάς με τα οποία αντιμετώπισε το αστικό κράτος τους αγωνιστές της Αντίστασης και του ΔΣΕ, βγαίνοντας και πάλι αλύγιστη.

Η Κατίνα Μανιτάρα έζησε μια ζωή δοσμένη στους αγώνες για τα ιδανικά του ΚΚΕ, δίνοντας το “παρών”, με υπερηφάνεια αλλά και με σεμνότητα, στις κινητοποιήσεις και τις εκδηλώσεις του εργατικού κινήματος, του κινήματος των συνταξιούχων και ιδιαιτέρως στις προσπάθειες για την ανάδειξη της ιστορίας των μεγάλων λαϊκών αγώνων.

Υπήρξε δραστήριο μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και ΔΣΕ, στο παράρτημα του Βύρωνα και της Ένωσης Φίλων Μνήμης Καπετάν Διαμαντή. Το τελευταίο διάστημα φιλοξενήθηκε στο “Σπίτι του Αγωνιστή”.

Η κηδεία της θα γίνει την Πέμπτη 6-Ιούνη, στις 10.30 π.μ. στον Βύρωνα και θα είναι πολιτική ενώ την Παρασκευή θα πραγματοποιηθεί στη Ριτσώνα η τελετή καύσης κατά την επιθυμία της.

Η αγωνίστρια Κατίνα (Κατερίνα) Μανιτάρα, το Δημοτικό σχολείο, λόγω της τριπλής φασιστικής ιταλο-γερμανο-βουλγαρικής κατοχής, το έβγαλε σε δύο δόσεις.  Τα πρώτα της ακούσματα ήταν από τις ιστορίες του πατέρα της… Ο πόλεμος, η πείνα, η φτώχεια, η εκμετάλλευση στα 8 της χρόνια. Οι πρώτες επικίνδυνες αποστολές μηνυμάτων κάτω από τη μύτη των Ιταλών καραμπινιέρων, ήταν στην ηλικία των 10 ετών…
Στα 11, Αετόπουλο στη Φωκίδα. Στα 14, μάρτυρας στο βασανισμό του πατέρα της από τους παρακρατικούς. Στα 16, στη μάχη του Μακρύβαλτου της Άνω Χώρας (28/2/1948), ένα θραύσμα από ρουκέτα αεροπλάνου σφηνώνεται στο κεφάλι, πίσω από το δεξί της φρύδι, που τη συνοδεύει μέχρι σήμερα.

17χρονη ονομάζεται ανθυπολοχαγός του ΔΣΕ, απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών, στη μάχη της Καρδίτσας (12/12/1948), αποκτάει το δεύτερο τραύμα της στο πόδι, από θραύσμα βλήματος όλμου… το 2010 παρασημοφορήθηκε στη Ρωσία από τον ΓΓ (κάποιου) Ρωσικού Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος – Κόμματος Ρώσων Κομμουνιστών, για το συνολικό της έργο. Η Κατίνα Μανιτάρα-Ζωργίου συνέχισε μέχρι την τελευταία πνοή της να δίνει μαχητικά το «παρών» στους εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες.

Παρουσιάζουμε αποσπάσματα από το βιβλίο της «Κατίνα Μανιτάρα-Ζωργίου: Αετόπουλο, Μαχήτρια, Αξιωματικός του ΔΣΕ στη Ρούμελη» (Αθήνα 2015) _Στον πρόλογο του βιβλίου η ίδια σημειώνει:

«Το Μάη του 1947 εντάχθηκα στον ΔΣΕ. Ο πατέρας μας ήταν στα ΚΠ (Κέντρα Πληροφοριών) στις κεντρικές πληροφορίες του ΔΣ Ρούμελης. Η μάνα μας στην Άνω Μουσονίτσα στην Επιμελητεία του Αντάρτη, μαζί της και τα 3 ανήλικα αδέρφια μου. Όλη η οικογένεια στα βουνά. Όμως ήμασταν ελεύθεροι, μακριά από τα βασανιστήρια του φασισμού. Στα μέσα του Μάη 1949 είχαμε ξεμείνει από πυρομαχικά. Σε μια μάχη μαζί και κάποιοι από τη διμοιρία μου. Οι αντίπαλοι, μας φόρεσαν τα “βραχιόλια”, έκαναν διπλό, τριπλό κύκλο γύρω μας και εμείς αιχμάλωτοι στη μέση. Επιτόπου άρχισαν τις ανακρίσεις να μάθουν τη δύναμη των τμημάτων μας, κατεύθυνση και ονόματα των αξιωματικών μας. Όλοι μας τσιμουδιά. Δεν άνοιξε το στόμα του κανείς. Οι μοναρχοφασίστες άρχισαν τις σπρωξιές, ξυλιές, μπουνιές, κλωτσιές, βουρδουλιές, κοντακιές. Έσπασαν κεφάλια, έσπασαν χέρια, έσπασαν δόντια, άνοιξαν μύτες, έσπασαν πόδια. Φαίνεται πως είχα χάσει τις αισθήσεις μου, για ώρα;… για μέρες; Δεν ξέρω για πόσο… πραγματικά. Με πήγανε στη Λαμία, μου έβγαλαν τις χειροπέδες και με πέταξαν σαν τσουβάλι μέσα σ’ ένα δωμάτιο που ήταν γεμάτο γυναίκες. “Στρατόπεδο Λαμίας” τ’ ονόμαζαν. Οι κρατούμενες άρχισαν να με ρωτούν. Δεν μπορούσα να τους μιλήσω. Με νοήματα ζήτησα να βρέξω τα πρησμένα χείλη μου και να πλύνω το στόμα μου που ήταν γεμάτο αίματα. Δεν είχαν ούτε σταγόνα νερό. Τώρα ήρθαν οι χωροφύλακες πιο αγριεμένοι και μου ξανάβαλαν βραχιόλια και σέρνοντάς με από τα μαλλιά με πήγαν μακριά και με πέταξαν σε ένα άδειο δωμάτιο. Άρχισαν όλοι μαζί… «Βουλγάρα και θα κρίνεις και θα γράψεις…». Εννοούσαν ότι θα μαρτυρούσα για τους αντάρτες και θα υπέγραφα δήλωση μετάνοιας όπως την έλεγαν. Όλοι μαζί χτυπούσαν με ότι μπορούσε ο καθένας. Γροθιές, κλωτσιές, βουρδουλιές, με τον υποκόπανο του όπλου τους. Ένας με χτυπούσε με σίδερο και ούρλιαζε “εσύ αρχισυμμορίτισσα σκότωσες το μοναρδέρφι μου”. Εγώ κάτω ξάπλα και πατάγανε πάνω στο σώμα μου, στο κεφάλι, στα πόδια και χέρια, όπου έφτανε ο καθένας τους. Τα άρβυλά τους από κάτω είχαν πρόκες. Αργότερα με πέταξαν σ’ ένα πολύ μικρό χώρο στην απομόνωση που δεν είχε φως από πουθενά. Δεν ήξερα πότε είναι μέρα και πότε νύχτα. Τα βασανιστήρια συνέχισαν… “Βουλγάρα θα βγάλεις αίμα από…”, έλεγαν. Λόγια που ούτε γράφονται ούτε λέγονται. Τότε, από αυτούς το έμαθα ότι συζητούσαν μεταξύ τους, πως όλη η οικογένειά μου- όλοι κομμουνιστές – ο πατέρας και η μάνα ήταν στη Μακρόνησο. Τα πόδια μου ήταν πρησμένα, μουδιασμένα από το ξύλο και τα κρυοπαγήματα. Μου έκαναν φάλαγγα και στα πόδια. “Ληστοσυμμορίτισσα θα ξεράσεις το γάλα της μάνας σου”.

Αργότερα, με τον αναγκαστικό νόμο 509 με πέρασαν από δίκη στο έκτακτο στρατοδικείο Λαμίας. Με καταδίκασαν σε 3,5 χρόνια φυλακή σαν ανήλικη. Αμέσως με πήγαν στις φυλακές Λαμίας και σε λίγες μέρες στο μεταγωγών Αθήνας, και σε λίγο στις φυλακές Αβέρωφ. Μετά από λίγο καιρό με πήγαν και με άλλες ανήλικες στις φυλακές ανηλίκων Καλλιθέας.

Το 1953 αφέθηκα ελεύθερη. Έγινε ξανά δικαστήριο στην Άμφισσα, αναθεωρητικό τώρα πια. Έμεινα για λίγο στη θεία μου στο Παγκράτι, αδερφή του πατέρα μου. Πήγα στο χωριό μου υπό συνεχή παρακολούθηση. Το σπίτι μας είχε μόνο τα ντουβάρια. Τα τρία μικρότερα αδέρφια μου βολόδερναν για μια μπουκιά ψωμί. Οι χωροφύλακες ερχόντουσαν σπίτι και ζητούσαν πράγματα που δεν υπήρχαν. Δεν είχαμε να φάμε ούτε ψίχα ψωμί. Έπρεπε να δουλέψω. Πήγα στην Αστυνομία του Λιδωρικίου και γύρισα χωρίς χαρτί. Δεν με παίρνανε ούτε για υπηρέτρια για παράδειγμα. Χωρίς το χαρτί κοινωνικών φρονημάτων. Δανείστηκα ξανά για εισιτήρια και πήγα στην Ανώτερη Διοίκηση του νομού στην Άμφισσα και από εκεί γύρισα χωρίς το πολυπόθητο χαρτί κοινωνικών φρονημάτων. Δεν έβρισκα δουλειά πουθενά.

Χρόνια μετά η οικογένειά μου βρέθηκε πάλι μαζί. Ο ξενόδουλος φασισμός πατούσε παντού σε όλη την Ελλάδα. Ξεκλήρισε πολλές οικογένειες αγωνιστών. Αρκετά χρόνια μετά, με την ψήφιση του νόμου 1863/89 πέρασα από επιτροπή και μου αναγνώρισε 45% για το τραύμα στο κεφάλι και 10% για το πόδι. Θα έπαιρνα μια καλή αναπηρική σύνταξη. Η δεύτερη επιτροπή επί Μητσοτάκη τα απέρριψε όλα. Η απάντησή τους ήταν διάφορες δικαιολογίες που δεν ευσταθούσαν όπως μου είπαν αυτοί που ήξεραν. Και ας είχα κρατήσει αποδεικτικά στοιχεία. Παράδειγμα τις ακτινογραφίες από τις φυλακές Αβέρωφ και όχι μόνο.

Ακολουθούν αποσπάσματα από το βιβλίο:
Το III τάγμα της διαλυμένης 172 ταξιαρχίας συναντάει τη δεύτερη Μεραρχία με διοικητή τον ΔΙΑΜΑΝΤΗ

«…Μετά από ολόκληρους τρεις μήνες ξανασυναντηθήκαμε με τη 2η Μεραρχία. Η χαρά είναι μεγάλη για όλους μας που η Μεραρχία επέστρεψε από τη διείσδυση που είχε κάνει προς το Βάλτο. Νιώσαμε τόση χαρά όλοι μας που ήταν σαν να συναντήσαμε τη μάνα μας. Όταν ο Διαμαντής βρίσκεται πιο κοντά μας, στην περιοχή μας, νιώθουμε περισσότερη ασφάλεια. Μετά από τόσους μήνες η 2η Μεραρχία συμπορεύεται με το III (3°) τάγμα της διαλυμένης 172ης ταξιαρχίας. Όπως μας πληροφορούν, η 2η Μεραρχία πήρε εντολή από το ΚΓΑΝΕ να επιστρέφει με τα τμήματά της στο Ιστορικό τρίγωνο Γκιώνα – Οίτη – Βαρδούσια που είναι ο χώρος της. Πρέπει η Μεραρχία να εξαπλωθεί σ’ όλο το ρουμελιώτικο χώρο, για να χαλάσουν τα σχέδια του ΓΕΣ και να τους δείξει ότι ο ΔΣΕ δεν εκκαθαρίστηκε και κατέχει την πιο νευραλγική περιοχή της χώρας, που ελέγχει τις συγκοινωνίες προς την πρωτεύουσα. Όλα τα χωριά είναι τελείως έρημα. Τα τμήματα του ΔΣΕ είναι καταπονημένα και έχουν μεγάλες ελλείψεις γενικά σ’ όλα και προπαντός στα πιο κύρια, στην τροφή και στα πυρομαχικά. Πάλεψαν μήνες ολάκαιρους μέσα στους κλοιούς και στα κυνηγητά. Έδωσαν σκληρές και πολύνεκρες μάχες που κράτησαν ψηλά την τιμή του ΔΣΕ. Χάθηκαν πολλοί μαχητές, άνδρες και γυναίκες, το άνθος των τμημάτων, τα φλογερά νιάτα, και αρκετοί από τα τμήματα του ΚΓΑΝΕ.

Ξεκινήσαμε, λοιπόν, για την αγαπημένη μας Ρούμελη, που πάνω της πέρασε σαν θύελλα η «Χαραυγή» και σκόρπισε παντού τη μαύρη φρίκη. Ξεκληρίστηκαν ολόκληρες οικογένειες από τον άμαχο απλό λαό, που δεν τους έφταιξαν σε τίποτα. Γκρεμίστηκαν στους γκρεμούς της Γκιώνας άνθρωποι ηλικιωμένοι, άνδρες και γυναίκες. Μωρά παιδιά που ακόμα βύζαιναν στο στήθος της μάνας τους. Παιδιά 6, 8, 10 και 15 χρονών, άμαχος πληθυσμός. Ξεχωριστά οι ένοπλοι. Πορευόμαστε για τη Ρούμελη και προηγούνται τα ένοπλα τμήματα για να καλύπτουν την πορεία. Το δρομολόγιο μας είναι από πριν χαραγμένο. Περνάμε έξω από μερικά χωριά και διασχίζοντας πυκνά ρουμάνια βρισκόμαστε δυτικά του Καρπενησιού.

Η διάταξη των κυβερνητικών είναι πολύ πυκνή. Τα περάσματα είναι όλα κλειστά από το στρατό. Αρχίσαμε τις μάχες. Οι κυβερνητικοί δεν περίμεναν να είμαστε τόσα πολλά τμήματα και αιφνιδιάστηκαν. Στη διάρκεια της ημέρας ανατρέψαμε 4-5 λόχους τους. Μπροστά μας κρατάνε όλα τα υψώματα στη σειρά. Το ύψωμα στο Σταυρό, το κρατά μια δύναμη τμήματος πάνω από ένα λόχο στρατού. Και το Δεντρούλι είναι επίσης πιασμένο. Πρέπει να το καταλάβουμε, από δω είναι ο δρόμος για να περάσουμε προς τα Βαρδούσια. Εμποδιζόμαστε, γιατί ο στρατός κατέχει τη Σαράνταινα. Προσπαθούμε να καταλάβουμε το Δεντρούλι. Η κατάληψη αυτού του υψώματος καθυστέρησε πολύ. Τα στελέχη μας δεν περίμεναν να συναντήσουμε τόσες πολλές δυνάμεις στρατού. Δικά μας τμήματα κινούνται και ανεβαίνουν στο βουνό Χελιδόνα και με μάχη πέρασαν στο διπλανό βουνό Καλιακούδα.

Την άλλη μέρα πρωί-πρωί, οι εχθρικές δυνάμεις κινούνται για να μας κλείσουν το πέρασμα. Τα δικά μας τμήματα δεν το βάζουν κάτω και προσπαθούν. Εδώ είναι τμήματα του ΔΣΕ και πρέπει να φέρουμε αποτελέσματα και ριχνόμαστε στους κυβερνητικούς. Αυτό και έγινε. Μπροστά μας ξέρουμε ότι έχουμε συνεχόμενα υψώματα και τα κρατάει ο εχθρός. Χωρίς να καθυστερήσουμε, παρότι η μάχη είναι πολύ σκληρή, κάνουμε ορμητική επίθεση. Θυσιάζονται κορμιά για να βρεθούμε πάλι στο χώρο της Ρούμελης. Σχεδόν όλοι γνωρίζουμε τα ρουμελιώτικα βουνά σα να ’ναι το σπίτι μας. Η αεροπορία προσπαθεί να μας δείξει ότι δεν κάνει για τίποτα άλλο παρά μόνο για να ξερνάει καυτό σίδερο, σκορπώντας τη φωτιά παντού.

Τα τμήματα του ΔΣΕ γκρεμοτσακίζουν το φράχτη που εμποδίζει το πέρασμα μας και ο φράχτης είναι καυτό σίδερο που σκορπάει το θάνατο, που μας έρχεται από γης και αέρα. Επιτέλους, τα καταφέραμε. Οι δυνάμεις του εχθρού που ήταν αριστερά μας στο Σταυρό δεν αποκόπηκαν και, όταν άρχισε να νυχτώνει, μπήκαμε σε πορεία στο δρομολόγιο που ήταν κανονισμένο από πριν. Εδώ η παρουσία μας θα παίξει σπουδαίο ρόλο, για αντιπερισπασμό για τις μάχες που διεξάγονται στο Γράμμο – Βίτσι. Ανοίξαμε το φράχτη και προχωράμε. Είναι σαν μας άνοιξαν πόρτες. Έχουμε μπει στον Αύγουστο και την άλλη μέρα μας μοίρασαν κεράσια. Από τη μεγάλη πείνα μας όμως μερικοί τα τρώμε με τα κουκούτσια. Τότε όλοι μας αρχίσαμε και τα τρώγαμε με τα κουκούτσια, το στομάχι μας προσπαθούσαμε να το συνηθίσουμε να τρώει και πέτρες.»

3 Οκτώβρη 2016 στα 85 της χρόνια, δεν σταματά να αγωνίζεται και να παλεύει… αγέρωχη αλλά και “απειλητική” απέναντι  στα ΜΑΤ και στον “ψεκασμό” των συνταξιούχων με χημικά έξω από το Μέγαρο Μαξίμου 

Αποστολή για Άγραφα, Σεπτέμβρης 1948

«…Στα μέσα του Σεπτέμβρη 1948, τα τμήματα του ΔΣΕ στη Ρούμελη με τους συνεχείς κυκλωτικούς ελιγμούς, τις μάχες και τις συγκρούσεις που δίνουμε, βρεθήκαμε στην περιοχή της Οίτης. Ο στρατός προσπαθεί να μας βγάλει από τις θέσεις μας. Δεν μας έβγαλε ούτε μια φορά. Εμείς πεισματικά προσπαθούμε να κρατήσουμε τις θέσεις μας με νύχια και με δόντια. Αν έβγαζαν τα τμήματα μας από τις θέσεις μας η κατάσταση θα γινόταν πολύ δύσκολη για μας. Από πάνω μας τέσσερα «σπιτφάϊρ» κάνουν κύκλους και ρίχνουν ρουκέτες, πότε πέφτουν σε μας και πότε τους ξεφεύγουν και θρυμματίζονται στα βράχια και πετάγονται απάνω μας. Μερικοί χτυπηθήκαμε και από τα θραύσματα των βράχων, όχι όμως πολύ σοβαρά, και όπως φέρνουν κύκλους τα αεροπλάνα, ο βράχος σε καλύπτει από τη μια πλευρά, από την άλλη πλευρά είσαι χωρίς κάλυψη. Λιγόστευαν και τα πυρομαχικά μας. Η μέρα πήγαινε να βραδιάσει και η μάχη είχε κάπως κοπάσει.

Ένα με ενάμιση μήνα πριν οι διοικήσεις μας άλλαξαν. Μέραρχος στη 2η Μεραρχία ήταν ο Διαμαντής. Στην ταξιαρχία, άλλαξε ο ταξίαρχος, όπως άλλαξε και ο ταγματάρχης στο III τάγμα. Και ο λοχαγός άλλαξε. Τώρα έχω λοχαγό ξανά τον Παναγιώτη, του οποίου δεν θυμάμαι το επίθετο. Βραδιάζει και η μάχη σταμάτησε. Φαίνεται πως κουράστηκαν και τα αεροπλάνα, εξαφανίστηκαν και ο στρατός σταμάτησε να μας ρίχνει πυρά. Σε λίγο ήρθε ο σύνδεσμος από τη Διοίκηση της Μεραρχίας, μαζί ο ομαδάρχης μου, ο διμοιρίτης μου και ο λοχαγός μου που καλά – καλά δε με είχαν γνωρίσει ακόμα, γιατί, τότε μόλις είχαν έρθει κοντά. Μου λένε αυτοί που με γνώριζαν: «εσένα ψάχνουμε, τα πράγματά σου, το γυλιό σου, το όπλο σου και σε αποχαιρετάμε, μας φεύγεις». Και ο λοχαγός μου συνέχισε: «θα πας με το σύνδεσμο της μεραρχίας και σου ευχόμαστε όλο επιτυχίες όλο νίκες». Έτσι που τους είδα και τους τέσσερις, κόμπλαρα και δε ρώτησα: «Πού θα πάω;» Όσο για τις ευχές, τις λέγαμε σε κάθε αποστολή, μικρή μεγάλη, «καλή επιτυχία, καλή νίκη». Όταν με το σύνδεσμο προχωρήσαμε λίγο μέσα στο βουνό, συναντήσαμε και τον ταγματάρχη μου, τον οποίον δεν ήξερα πολύ καλά, γιατί ήταν λίγος ο καιρός που μας ήρθε. Και οι τρεις μας προχωρήσαμε. Ο σταθμός διοίκησης της μεραρχίας με το λόχο ασφαλείας ήταν πάνω στην Οίτη στη θέση Πάθαινα.

«Πού θα πάω»; Η περιέργεια μέσα μου ολάκερο θεριό. Αναρωτιόμουν τώρα σε ποιο τμήμα θα με αποσπάσουν. Όσο προχωράμε ο ταγματάρχης μιλούσε με το σύνδεσμο για διάφορα σχετικά θέματα που απασχολούσαν τον ΔΣΕ. Όταν φτάσαμε κοντά στο σταθμό διοίκησης, ο σύνδεσμος μου λέει: «συναγωνίστρια, εκεί θα πας, μαζί με τους άλλους». Μου έδειξε λίγα βήματα πιο πέρα, όπου ήταν μαζεμένοι καθιστοί και άλλοι συναγωνιστές και συναγωνίστριες.

Είχε νυχτώσει για τα καλά. Τους πλησίασα και προτού δω καλά – καλά να καταλάβω ποιοι είναι και από ποιο τμήμα, ακούω τη γνώριμη φωνή της Κούλας Μαστρογούλα που ήταν στο άλλο λόχο του III τάγματος: «Κατινάκι, έλα από δω να κάτσεις, ο βράχος είναι σαν σκαμνάκι». Πράγματι, πήγα κοντά στην Κούλα. Οι υπόλοιποι είχαν συζητήσει για τη σημερινή μάχη και έλεγε ο καθένας τη γνώμη του και τα συμπεράσματα του. Ήρθαν και άλλοι σε λίγο στη παρέα μας, μαζευτήκαμε κάμποσοι. Κάποιος από μας είπε: «είμαστε εντάξει, δεν περιμένουμε άλλους». Αυτός που είπε “δεν περιμένουμε άλλους” αργότερα έγινε διμοιρίτης στο τμήμα που σχηματίστηκε. Η διοίκηση της μεραρχίας ήταν λίγο πιο κει από μας. Αυτός που καθώς είπα έγινε διμοιρίτης στο καινούργιο τμήμα, πήγε προς το μέραρχο τον Διαμαντή, σε λίγο ήρθαν κοντά μας εκεί που καθόμασταν όλη η παρέα. Ο Μέραρχος, ο ταξίαρχος της 172 ταξιαρχίας και ο ταγματάρχης του III τάγματος μας χαιρέτησαν έναν έναν με τη σειρά. Ο μέραρχος μας είπε: «φεύγετε τώρα».

Ξεκινήσαμε, νομίζω ήμασταν στα μισά του Σεπτέμβρη του 1948, βαδίζαμε αρκετή ώρα, όταν μπροστά μας, κάπου μέσα στο δάσος, συναντήσαμε την 144 ταξιαρχία. Νομίζω τότε, διοικητής στην 144 ταξιαρχία, που ανήκει στη 2η μεραρχία, ήταν ο Γιώργος Αθανασίου. Με την 144 ταξιαρχία συμπορευόμαστε ως ένα σημείο, καθώς μας είπαν ότι το δρομολόγιο έχει χαραχθεί από πριν. Προχωράμε μέσα από την κοιλάδα του Σπερχειού. Περάσαμε τη δημοσιά που ενώνει Λαμία – Καρπενήσι και προχωρήσαμε προς τα υψώματα του χωριού Γιαννιτσού. Περάσαμε όλη τη μέρα μας μέσα στο δάσος και σαν βράδιασε, ξεκινήσαμε. Όλοι μας έχουμε πάρει αυστηρά μέτρα προφύλαξης και με πορεία συνεχή φτάσαμε στα υψώματα Κλειστό. Δε θυμάμαι που λημεριάζαμε για όλη την ημέρα και μόλις ερχόταν η νύχτα πάλι ξεκινάγαμε. Φτάσαμε στα υψώματα Μάρτσα, Τριφύλλα.

Εκεί θυμάμαι συναντήσαμε τον Παύλο Μπέικο. Εκεί χωρίσαμε σε τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις, ο Μπέικος έφυγε για τη βόρεια Ελλάδα στο Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ – πήγαινε με διάφορα τμήματα, αν θυμάμαι καλά, μαζί με τμήμα αμάχων, που το συνόδευε το μάχιμο τμήματα του ΔΣΕ. Από την 144 ταξιαρχία ήρθαν άτομα στο τμήμα μας, που ήδη είχαμε συγκροτήσει, και έτσι γίναμε περισσότεροι. Η 144 ταξιαρχία είχε άλλη αποστολή και εκεί χωρίσαμε. Μας ήρθαν άτομα και από την 1η Μεραρχία όπου διοικητής ήταν ο Γιώτης (Χαρίλαος Φλωράκης). Επίσης μας ήρθαν άτομα, συναγωνιστές και συναγωνίστριες, και από τα τμήματα του Ιππικού. Η πορεία μας συνεχίζεται. Τώρα όλοι μαζί από διάφορα τμήματα, όπως προείπα, αποτελέσαμε ένα Τάγμα, δύο Λόχους, είμαστε όλοι μαζί περίπου 130 άτομα.

Μετά από αρκετά νυχτοήμερα πορείας, φτάσαμε στον προορισμό μας στην περιοχή Αγράφων, γύρω από το χωριό Τροβάτο. Ο Διοικητής της Σχολής, ο μόνιμος αξιωματικός του αστικού στρατού, της στρατιωτικής σχολής Ευελπίδων, Τάσος Πέτσας, ο υποδιοικητής, πολιτικός επίτροπος, δάσκαλος και δικηγόρος, υπεύθυνος δικαστικού στο Αρχηγείου Ρούμελης, Κωνσταντίνος (Τάκης) Καρκάνης, ο διοικητής του 1ου λόχου Βασίλης Τσερβελούδης, ο Πολιτικός Επίτροπος 1ου Λόχου Χαράλαμπος Πουρνάρας, ο διοικητής του 2ου λόχου, Γιώργος Καραμήχος – τον είχα λοχαγό.

Οργανωθήκαμε σε ομάδες και διμοιρίες όπως και σε λόχους. Άρχισαν τα μαθήματα, συγκεντρωθήκαμε μέσα σ’ ένα δάσος και οι δύο λόχοι καθίσαμε κάπως όλοι μας ημικύκλιο. Μας μίλησε ο διοικητής της σχολής, ότι τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, η 1η μεραρχία Θεσσαλίας, η 2η μεραρχία Ρούμελης και η Ταξιαρχία Ιππικού στη Νότια Ελλάδα είχαν αυξηθεί και το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ έκρινε σωστό να δώσει διαταγή στο ΚΓΑΝΕ να συγκροτήσει Σχολές για την στελέχωση αυτών των Τμημάτων. Η Α’ σειρά της Σχολής Αξιωματικών αποφοίτησε. Τα συμπεράσματα που βγήκαν από την Α’ σειρά της Σχολής κρίθηκαν σωστά και είχαν αποδώσει καλύτερα απ’ ότι περιμέναμε. Ελήφθη απόφαση να συγκροτηθεί και η Β’ σειρά της σχολής Αξιωματικών. «Έχουμε ανάγκη», μας είπε, «από ειδικευμένα στελέχη στρατιωτικά και πολιτικά. Θα είναι δύσκολο, γιατί η κατάσταση είναι αυτή που όλοι μας γνωρίζουμε. Τα μαθήματα θα γίνονται στο ύπαιθρο, όπως και σήμερα, εδώ δεν έχουμε ούτε στέγη να γίνονται μαθήματα κάτω από στεγασμένο χώρο, ούτε τραπέζια και καρέκλες, αλλά ούτε τετράδια και μολύβια. Στερούμαστε από σημαντικότερα πράγματα, όπως τα πολεμοφόδια, την τροφή την ένδυση και υπόδηση. Στη διάρκεια των μαθημάτων, αν δεν καταλάβετε κάτι, πρέπει να ρωτήσετε μετά το μάθημα το λοχαγό σας ή το διμοιρίτη σας. Θα σας εξηγήσουν». Μας μίλησε για τη κατάσταση στην Ελλάδα και για τη διεθνή κατάσταση. Για την Ελλάδα, ανάμεσα σε άλλα, μας είπε ότι η Αμερική πήρε στα χέρια της τον ελληνικό στρατό. Επίσης αναφέρθηκε στο ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, όπως και στον Τίτο.

Μας κάλεσε να αφοσιωθούμε στα μαθήματα και να γίνουμε σωστοί και καλοί αξιωματικοί. Τα μαθήματα άρχισαν με ασκήσεις πυκνής τάξης. Γράφω ό,τι θυμάμαι ανακατωμένα. Οι ασκήσεις πυκνής τάξης, εφαρμόζονταν σε μας, αλλά και σε απλούς μαχητές. Οι ασκήσεις αυτές εξασφαλίζουν πειθαρχία και συνοχή του τμήματος για να αποκτούμε, όπως στον οργανωμένο τακτικό στρατό, στρατιωτική πειθαρχία, σωστή παρουσίαση των τμημάτων σε κάθε μονάδα. Συγχρονισμός στις κινήσεις, ζωηρότητα και ακριβείς κινήσεις. Οι μελλοντικοί αξιωματικοί του ΔΣΕ να παρουσιάζουν με τρόπο άψογο τμήμα και γενικά να έχουν ζωηρότητα και ακρίβεια. Συνεχίσαμε με μαθήματα. Εκτίμηση αποστάσεων, πώς φαίνεται ο άνθρωπος στα 100-200-300 μέτρα. Την ακτίνα δράσης των όπλων, πιστόλι ατομικό όπλο, αυτόματο, οπλοπολυβόλο και τη χρήση του κλισιοσκοπίου, τη χρήση της χειροβομβίδας μίλς, τη διασπορά και το αποτέλεσμα σε τανκ και σε μπετόν αρμέ. Σε βαρύ πολυβόλο, σε βαρύ όλμο, σε πιατ, κλπ. Κινήσεις προς εχθρό, πότε να κάνουμε τα άλματα, τοπογραφία, σε στρατιωτική γλώσσα. Πρανές, αντιπρανές, παρυφή, αυχένας, πού, από πού, πώς και πότε, εν ώρα μάχης, παράταξη του τμήματος, επίθεση σε ύψωμα, σε κατοικημένο χώρο, καθορισμό δρόμου στο χάρτη. Ασκήσεις μάχης πάρα πολλές. Οργάνωση και διεύθυνση της μάχης, άμυνα, επίθεση, έφοδο σε ύψωμα και κατοικημένο χώρο. Να ετοιμάζουμε προχώρημα, πολυβολείο και χαρακώματα. Κριτική της μάχης, επιτυχίες και αδυναμίες, στρατιωτικός πολιτικός αντίχτυπος. Γενικά τη μορφολογία και ονοματολογία του εδάφους, σε στρατιωτική γλώσσα. Την επιθετική άμυνα και την αμυντική άμυνα. Από ποιο σημείο θα γινόταν η επίθεση την ώρα της μάχης. Τον αιφνιδιασμό, την τεχνική του ανταρτοπόλεμου και του τακτικού πολέμου. Οργανωμένη διείσδυση στα μετόπισθεν, κυκλωτική ενέργεια σε κάθε μορφή του αγώνα. Ελιγμός, να πετύχουμε κατά την προσπέλαση, ο αιφνιδιασμός, καλή ατομική και ομαδική οχύρωση, για να δεχθούμε την πυκνή χρήση εχθρικών πυρών. Να τοποθετούμε νάρκες και να ξέρουμε να τις εξουδετερώνουμε. Να γνωρίζουμε τη χρήση τουλάχιστον για όσα όπλα και μάρκες διέθετε ο ΔΣΕ. Να εξουδετερώνουμε ναρκοθετημένο συρματόπλεγμα. Να αντιμετωπίζουμε και πώς τα εχθρικά τανκ. Πότε και πώς χρησιμοποιούμε το πάντζερ, την αντιαρματική γροθιά. Συλλογή πληροφοριών και άλλα.

Είχαμε και άλλους ακόμα κατά καιρούς εκπαιδευτές, ο καθένας στον τομέα του. Επίσης ήταν και αρκετά τα πολιτικά μαθήματα. Σχεδόν όλη μέρα είχαμε μαθήματα και ασκήσεις. Το βράδυ σκοπιά και περιπολία και πάρα πολλά άλλα μαθήματα στρατιωτικά και πολιτικά. Ενδεικτικά όλα αυτά, έγραψα λίγα. Δεν πέρασε μια βδομάδα, διακόψαμε τα μαθήματα και πήγαμε για μάχη. Δώσαμε πολλές μάχες και μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η επιχείρηση στην πόλη της Καρδίτσας, η επιχείρηση στην πόλη του Καρπενησιού, η επιχείρηση στα Σίδερα, στη γέφυρα Αγρίνιου. Στον Αχελώο, στη γέφυρα Κοράκου και αλλού. Τα μαθήματα γίνονταν και στην πορεία, κατά τη λιγόλεπτη στάση.

Να αναφερθώ εδώ στις γυναίκες. Οι μαχήτριες του ΔΣΕ απόκτησαν μεγάλη πείρα στις μάχες, πολεμώντας ηρωικά στο πλευρό των ανδρών. Απ’ αυτές τις μαχήτριες στάλθηκαν στις σχολές Αξιωματικών και πλούτισαν τις στρατιωτικές τους γνώσεις. Η συνεισφορά τους τον αγώνα ήταν σημαντική, όπως και των ηρωικών μαχητών. Διακρίθηκαν και πολέμησαν με τέχνη και δεξιοτεχνία ως διοικητές διμοιριών, λόχων και ως πολιτικοί επίτροποι διμοιριών. Ονομάστηκαν, ανθυπολοχαγοί ΠΕ. Η συμμετοχή των γυναικών ήταν αισθητή. Η μαχήτρια έδωσε μεγάλη βοήθεια στο ανέβασμα του ηθικού, στην ψυχαγωγία. Τα στρατιωτικά μαθήματα ήταν και την ώρα της μάχης, στην πράξη. Γίνονταν συχνά συνελεύσεις, με κάθε ευκαιρία. Στην συνέλευση γινόταν κριτική και αυτοκριτική και διορθώναμε τα λάθη μας, γινόμασταν καλύτεροι. Επιπλέον κάναμε και πολιτικά μαθήματα. Ο πολιτικός επίτροπος και η κύρια αποστολή του ήταν να βοηθάει με την δουλειά του το έργο του διμοιρίτη, ώστε αυτός να μπορεί να’ χει στην διάθεσή του ένα καθ’ όλα αξιόμαχο τμήμα για να το οδηγεί στη νίκη. Με τη δουλειά του καθώς και με το ζωντανό του παράδειγμα, ανέπτυσσε τη σιδερένια στρατιωτική πειθαρχία. Ο πολιτικός επίτροπος ήταν ο άμεσος βοηθός του στρατιωτικού διοικητή σε όλα τα ζητήματα. Ιδιαίτερα ασχολιόταν με την απαραίτητη ιδεολογικοπολιτική και ηθική προετοιμασία του στρατιωτικού τμήματος, για τη συνειδητή πειθαρχία. Για την εφαρμογή στην πράξη τω διαταγών του στρατιωτικού διοικητή. Ταυτόχρονα ενδιαφερόταν για όλα τα ζητήματα που αφορούσαν τους μαχητές και τις μαχήτριες του τμήματός του, πχ. ζητήματα διατροφής, αναγκών ρουχισμού και υπόδησης, όπως και προσωπικών τους σχέσεων με την διοίκηση κι άλλα. Όφειλε ο ίδιος να είναι το παράδειγμα ηρωισμού και αυτοθυσίας.

Τη χάσαμε 4+1 μέρες, πριν τις ευρωεκλογές