Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νόννα Μορντιούκοβα (Нонна Мордюкова). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νόννα Μορντιούκοβα (Нонна Мордюкова). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

06 Ιουλίου 2021

Οι αιώνιες αλήθειες μένουν άσβεστες: σκέψεις από τις ηρωικές μνήμες της «Νέας Φρουράς»

Σαν σήμερα 6-Ιούλη του 2008 έφυγε από τη ζωή μια από τις μεγαλύτερες ηθοποιούς της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και του κόσμου ολόκληρου, η Νόννα (Νοεμβρίνα) Μορντιούκοβα (Нонна Мордюкова).
Γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της Ουκρανίας, στις 25-Νοε-1925 σπούδασε υποκριτική στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Μόσχας και έκανε το ντεμπούτο της το 1948 στην ταινία «η Νέα Φρουρά», όπου ερμήνευσε το ρόλο ενός από τα βασικά μέλη της γνωστής από το ομώνυμο επικό μυθιστόρημα του Φαντέγιεφ (που έφυγε από τη ζωή –αυτοκτόνησε 13 Μάη 1956), αντιστασιακής οργάνωσης εφήβων στα χρόνια του πολέμου.

Τραγική φιγούρα

Ο Αλεξάντρ Φαντέγιεφ γεννήθηκε το 1901 και έγινε 17χρονος μέλος του ΚΚΡ (μπ) παίρνοντας μέρος στον Εμφύλιο Πόλεμο και στην εξέγερση της Κρονστάνδης. 
Το 1923 έγραψε τη νουβέλα «Ενάντια στο ρεύμα» ενώ έγινε πλατιά γνωστός με το μυθιστόρημα «Συντριβή» για τον παρτιζάνικο πόλεμο στην Άπω Ανατολή. Στον Εμφύλιο Πόλεμο αφιερώνει και το μυθιστόρημα «Ο τελευταίος από τους Ουντέγκε» και στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πόλεμου έγραψε άρθρα και χρονογραφήματα για τον ηρωικό αγώνα του σοβιετικού λαού. 
Μεταπολεμικά δημοσίευσε τη «Νέα Φρουρά» που του χάρισε μια από τις κορυφαίες θέσεις στη σοβιετική λογοτεχνία. Ο Φαντέγιεφ ξανάγραψε κάποια κομμάτια, έπειτα από κριτική που του ασκήθηκε στην Πράβντα το 1947, και κυκλοφόρησε με τη νέα της μορφή το 1951 (σσ. η αναθεώρηση δημοσιευμένων έργων, ήταν μια πρακτική που συνηθίζονταν την εποχή εκείνη).
Διετέλεσε μέλος της ΚΕ του ΚΚΡ(μπ) από το 1939, χρονιά που ανέλαβε για πρώτη φορά και ΓΓ της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων ως το 1944. Ακόμα, επισκέφθηκε την Ισπανία το 1937 κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, παίρνοντας μέρος στο 2ο συνέδριο «διεθνιστών συγγραφέων για την υπεράσπιση της κουλτούρας». Επίσης, διετέλεσε αντιπρόεδρος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης, βουλευτής του Ανώτατου Σοβιέτ ενώ τιμήθηκε στη χώρα του με 7 διακρίσεις –μεταξύ αυτών δύο παράσημα Στάλιν και Λένιν. Βιβλία του αποτέλεσαν σενάρια για ταινίες.

Στις αρχές της 10ετίας του 50 άρχισε να εκφράζει πιο συχνά τη δυσαρέσκειά του σχετικά με την πολιτική του Κόμματος στον καλλιτεχνικό τομέα, τάση που εκδηλώθηκε και από άλλους την εποχή εκείνη, συμφωνώντας όμως με τη γενική της κατεύθυνση και διατηρώντας τη θέση του.
Με το θάνατο του Στάλιν –πιστεύοντας ίσως ότι μπορεί να υπάρξει μια καλύτερη περίοδος για την τέχνη, ξεκίνησε εκθέσεις προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ, που –φυσικά αγνοήθηκαν, ενώ άρχισε να παραγκωνίζεται από την ηγεσία της Ένωσης Συγγραφέων και έτσι στις 13 Μαΐου 1956, περίπου δύο χρόνια μετά την απομάκρυνσή του από τη θέση του γραμματέα, αλκοολικός και καταθλιπτικός αυτοκτονεί, αφήνοντας σημείωμα που γράφει:

(Προς την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης)

Fadeev + Sholokhov  στην πρώτη γραμμή  М.А._Шолохов_и_А.А._Фадеев_на_передовой
Fadeev + Sholokhov  στην πρώτη γραμμή
Μου είναι αδύνατο να ζήσω άλλο αφού η τέχνη στην οποία έχω αφιερώσει τη ζωή μου έχει καταστραφεί από την αυτάρεσκη, αδαή ηγεσία των άσχετων του Κόμματος και δεν μπορεί να διορθωθεί πλέον.
Τα καλύτερα στελέχη της λογοτεχνίας- που αριθμούν πολύ περισσότερο από όσο θα μπορούσαν καν να φανταστούν οι τσαρικοί σατράπηδες- έχουν βιολογικά εξοντωθεί ή έχουν πεθάνει εξ’ αιτίας της εγκληματικής συνενοχής αυτής της εξουσίας. Οι καλύτεροι άνθρωποι της λογοτεχνίας πέθαναν σε μια αφύσικα νεαρή ηλικία, ενώ όλοι οι υπόλοιποι που ήταν ικανοί-ακόμη και στο μικρότερο βαθμό- να παράγουν αληθινά έργα αξίας πέθαναν πριν γίνουν 40-50 χρόνων.

Η λογοτεχνία αυτό το Ιερό- δόθηκε για εξόντωση στους γραφειοκράτες και στα πιο οπισθοδρομικά στοιχεία του λαού, και, από τα υψηλότερα δικαιοδοτικά όργανα- όπως τη Διάσκεψη της Μόσχας και το 20ο Συνέδριο του Κόμματος, όταν ήρθε το νέο απατηλό σύνθημα  «Εμπρός!».
Η οδός μέσω της οποίας σκοπεύουν να διορθώσουν την κατάσταση προκαλεί αγανάκτηση. Συγκέντρωσαν μια ομάδα από αδαείς, με την εξαίρεση λίγων έντιμων ανθρώπων που βρήκαν τον εαυτό τους ακριβώς στην ίδια κατάσταση διωγμού και επομένως αδυνατούν να πουν την αλήθεια– και τα συμπεράσματά τους είναι βαθιά αντι-λενινιστικά γιατί προκύπτουν από γραφειοκρατικές συνήθειες, συνοδευμένες από την απειλή του ίδιου ροπάλου.

Με τι αίσθημα ελευθερίας και του ανοιχτού μυαλού η γενιά μου μπήκε με τα μπούνια στη λογοτεχνία την περίοδο που ζούσε ο Λένιν: τι απεριόριστη δύναμη υπήρχε στην ψυχή μας!, και τι όμορφα έργα δημιουργήσαμε και ακόμη θα μπορούσαμε να έχουμε δημιουργήσει!
Μετά το θάνατό του μας υποβίβασαν σε επίπεδο παιδιών, μας κατέστρεψαν, μας απείλησαν ιδεολογικά μιλώντας για «πνεύμα του Κόμματος». Και τώρα, που (ίσως;) μπορούσαν να διορθωθούν όλα, πρωτογονισμός και αμάθεια– μαζί με μια αισχρή δόση αυτοπεποίθησης- εκδηλώνονται από αυτούς ακριβώς που υποτίθεται ότι διορθώνουν τα πάντα. Η λογοτεχνία έχει τεθεί υπό τον έλεγχο ατάλαντων, μικροπρεπών, μνησίκακων ανθρώπων. Τα λίγα άτομα που έχουν διατηρήσει το ιερό φως στις ψυχές τους, βρίσκουν τον εαυτό τους στη θέση των παριών και-λόγω της ηλικίας τους- θα χαθούν σύντομα. Και δεν υπάρχει πλέον κανένα εσωτερικό ερέθισμα για να δημιουργήσουν…

Γεννημένος για σπουδαίο δημιουργικό έργο στο όνομα του Κομμουνισμού, συνδεόμενος με το Κόμμα μου για σχεδόν 60 χρόνια, με τους εργάτες και τους αγρότες, προικισμένος με ένα ασυνήθιστο ταλέντο, γέμισα με τις πιο ευγενείς σκέψεις και συναισθήματα, που μπορούν να γεννηθούν μόνο από τη ζωή του λαού, ενωμένου με τις εξαιρετικές ιδέες του Κομμουνισμού.
Αλλά μετατράπηκα σε άλογο που σύρει ένα κατεστραμμένο κάρο. Όλη μου τη ζωή σύρθηκα κάτω από το φορτίο πληκτικών, αδικαιολόγητων, αμέτρητων γραφειοκρατικών καθηκόντων, που ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να έχει φέρει εις πέρας. Και ακόμη και τώρα, όταν συνοψίζω τη ζωή μου, είναι ανυπόφορο να ανακαλώ το πλήθος από φωνές, επιπλήξεις, κηρύγματα και απλά ιδεολογικά ελαττώματα που έπεφταν βροχή πάνω μου, ένα άτομο στο οποίο οι άνθρωποί μας θα έπρεπε να είναι δικαιολογημένα περήφανοι λόγω της αυθεντικότητας και της πραγματικής σεμνότητας του βαθέως κομμουνιστικού μου ταλέντου. Η λογοτεχνία, ο πολυτιμότερος καρπός της νέας τάξης, έχει εξευτελιστεί, καταδιωχθεί και καταστραφεί. Η αυταρέσκεια των νεόπλουτων στα μεγάλα διδάγματα του Λένιν- ακόμη και όταν ορκίζονται πίστη σε αυτά- έχει οδηγήσει στην πλήρη δυσπιστία μου για αυτούς. Από αυτούς μπορούμε να περιμένουμε χειρότερα από ότι από τον σατράπη Στάλιν. Αυτός τουλάχιστον ήταν μορφωμένος, αυτοί όμως είναι αδαείς.

Η ζωή μου ως συγγραφέα χάνει κάθε νόημα, και αφήνω αύτη τη ζωή με μεγάλη χαρά, βλέποντάς το σαν μια απαλλαγή από αυτή τη θλιβερή ύπαρξη, που μικρότητα, ψέματα και συκοφαντία πέφτουν βροχή πάνω σου. Η τελευταία μου ελπίδα ήταν να πω όλα αυτά στους ανθρώπους που ηγούνται της κυβέρνησης, αλλά στο πέρασμα τριών χρόνων δεν μπόρεσαν καν να με δεχθούν, παρά τα αιτήματά μου.
           Ζητώ να θαφτώ δίπλα στη μητέρα μου.
           Α. Φαντέγιεφ, 13|V|56

Νόννα (Νοεμβρίνα) Μορντιούκοβα

Ηρωικές ρομαντικές νότες, ηχούν με ιδιαίτερη δύναμη αναδεικνύοντας σεμνά τις πατριωτικές πράξεις της παράνομης κομσομόλικης οργάνωσης του Κρασνοντόν, εξυμνώντας τον αγώνα του σοβιετικού λαού κατά των Γερμανοφασιστών κατακτητών.
Στις μορφές του Ολέγκ Κοσεβόι, του Σεργκέι Τιουλένιν, της Λιούμπκα Σεφτόβα και άλλων μελών της οργάνωσης ενσαρκώθηκε το αγνό σοσιαλιστικό ιδανικό: θρίαμβος! -η 23χρονη ηθοποιός βραβεύτηκε με το βραβείο του Στάλιν

Ο ρόλος την στιγμάτισε, όπως και τους υπόλοιπους ηθοποιούς, αλλά δεν της άφησε περιθώρια: μέσα στα επόμενα χρόνια έπαιξε σε 62 ταινίες – μικρούς ή μεγάλους, αλλά πάντα αξέχαστους ρόλους, αμιγώς κωμικούς ή αμιγώς τραγικούς. Χωριατοπούλα, είχε εκείνη την ξεχωριστή ομορφιά, που φτιάχνει μόνο η φύση, η ύπαιθρος και η …λαϊκή τέχνη: δεν ήταν τυχαίο, ότι ο μεγάλος μαιτρ του σύγχρονου κινηματογράφου, Αλεξάντρ Ντοβζένκο, μόλις αντίκρισε τη νεαρή Νόννα είπε, ότι είδε αυτό το πρόσωπο στα σκυθικά αγγεία…
Πρωταγωνιστώντας σε κινηματογραφικές προσαρμογές κλασικών ταινιών για τον πόλεμο, δράματα και κωμωδίες και εντυπωσίασε πάντα το κοινό με την αμεσότητά της. «Ήρωάς μου είναι οι άνθρωποι», έλεγε.

Τιμήθηκε πάνω από μια φορά με το βραβείο «καλλιτέχνης του λαού της ΕΣΣΔ».
«Ζούσε για το σινεμά και μέχρι το τέλος της ζωής της ονειρευόταν καινούργιους ρόλους» είπε για τη μητέρα της η επίσης καλλιτέχνης κόρη της, Ναταλία Μορντιούκοβα.

Η ζωή της

Η Nonna Mordyukova γεννήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1925 στο ουκρανικό χωριό Konstantinovka και πέρασε την παιδική της ηλικία στο χωριό Glafirovka, της περιφέρειας Krasnodar όπου η μητέρα της - η Ιρίνα - ήταν πρόεδρος κολχόζ.  Ήταν εκείνη που έδωσε στο κορίτσι το ηχηρό και ασυνήθιστο όνομα Ноябрина (Νοεμβρίνα Noyabrina) και της ενστάλαξε την αγάπη για το θέατρο, τη μουσική και την τέχνη. «Ήμουν ακόμα μικρή, όταν κληρονόμησα το μουσικό αυτί μου, από τη μητέρα και τους γονείς της -η μαγική της βιόλα, όπως λένε, τρέλλενε τους πάντες», υπενθύμιζε η μελλοντική ηθοποιός.

Στην πρώιμη παιδική ηλικία, η Nonna μάθαινε ουκρανικά λαϊκά τραγούδια και ρωσικά ρομάντζα, ονειρευόταν μια καριέρα υποκριτικής, αλλά ως μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, είχε πολλά βάρη τις δουλειές του σπιτιού, φροντίζοντας τα μικρότερα αδέλφια και τις αδελφές της.
Τα παιδιά σπάνια είδαν τον πατέρα τους, Βίκτορ Μορντούκοφ, που ήταν στρατιωτικός και απουσίαζε για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η ευθύνη και η δέσμευση στο χαρακτήρα της μελλοντικής ηθοποιού συνδυάστηκαν με την ανεξαρτησία και την αυξημένη αίσθηση δικαιοσύνης, με επιχειρήματα, που αψηφούσαν τους δασκάλους και δεν φοβόταν να εκφράσει τη γνώμη της.
Ατίθαση όπως ήταν, θεωρούσε το σχολείο «αναγκαίο κακό» αλλά καταλάβαινε ότι χωρίς πτυχίο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δεν θα μπορούσε να εκπληρώσει το όνειρό της να σπουδάσει για να γίνει ηθοποιός. Επιπλέον, ο τότε διάσημος ηθοποιός Николай Мордвинов (Nikolai Mordvinov) την συμβούλεψε να τελειώσει οπωσδήποτε το σχολείο και να έρθει στη Μόσχα, να τον βρει για να την βοηθήσει να μπει σε σχολή θεάτρου.
Όταν είδε για πρώτη φορά στην ταινία «Богдан Хмельницкий» (Μποχντάν Κμέλντσκι ) "Bohdan Khmelnitsky" εντυπωσιάστηκε τόσο που έγραψε γράμμα στην πρωταγωνίστρια, ρωτώντας τι πρέπει να κάνει «για να γίνει σαν την Ορλόβα Λιουμπόφ (Любовь Петровна Орлова σσ. ρωσίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια κινηματογράφου και θεάτρου, η πρώτη μεγάλη αστέρας του σοβιετικού σινεμά)

Η Νόννα δεν τα κατάφερε να φύγει για την πρωτεύουσα: το 1941, ο πόλεμος ξεκίνησε και η ήδη δύσκολη ζωή του χωριού έγινε ακόμη πιο δύσκολη: ο πατέρας πήγε στο μέτωπο, απ’ όπου γύρισε το 1943 έχοντας χάσει ένα πόδι στις μάχες και η μητέρα με τα παιδιά κυνηγιόντουσαν από τους γερμανούς φασίστες. Αρχές του 1944 η οικογένεια διαλύθηκε και η μητέρα πήρε τα παιδιά και έφυγε για το Ейск (Yeisk) όπου η Nonna αποφοίτησε από το λύκειο και από εδώ, λίγο μετά το τέλος του πολέμου, το 1945, ξεκίνησε να κατακτήσει την πρωτεύουσα, όπου έγινε δεκτή στο ВГИК (VGIK σσ. υπάρχει ακόμη σήμερα ως Ινστιτούτο Κινηματογραφίας Gerasimov, στη Μόσχα).
Στις εισαγωγικές εξετάσεις πήρε μόνο ένα 5άρι τελείως απροετοίμαστη: αντί –ως είθισται να απομνημονεύσει αποσπάσματα από έργα, έπαιξε αυτοσχέδιες σκηνές μπροστά από την επιτροπή, όπου οι πραγματικές ιστορίες από την παιδική ηλικία και φανταστικές λεπτομέρειες ήταν αλληλένδετες, παρ’ όλ’ αυτά εκτιμήθηκε σαν μελλοντικό ταλέντο.

Από τη «Νέα Φρουρά» στη «Μάνα»

Όταν η Nonna Mordyukova μπήκε στο δεύτερο έτος του VGIK, ο σκηνοθέτης Σεργκέι Γκεράσιμοφ την προσκάλεσε να πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Νέα Φρουρά» που έγινε θρύλος (οκτώ ηθοποιοί, συμπεριλαμβανομένης της Nonna, τιμήθηκαν με βραβείο Στάλιν).
Η ηθοποιός θυμόταν αργότερα: «Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Υπήρχαν πολλές φωτογραφίες, ταινίες, ρόλοι, αλλά η «Νέα Φρουρά» παρέμεινε ό,τι πιο αγαπητό, σαν αδερφή - ήταν το εισιτήριό μας για μια δημιουργική ζωή. Φυσικά, ήμασταν ακόμα "ψάρια" σαν καλλιτέχνες, δεν είχαμε αρκετό επαγγελματισμό, αλλά η ζωντανή ιστορία του πολέμου, που βλέπαμε με τα μάτια μας, η ατμόσφαιρα του Κρασνοντόν, όπου ζήσαμε για τέσσερις μήνες και όπου όλοι μας αγκάλιασαν και μας έβαλαν στην καρδιά τους - όλα αυτά δημιούργησαν μια τέτοια ατμόσφαιρα γύρω μας, που εξαφάνισε κάθε επίπλαστο»

Τα επόμενα χρόνια στον κινηματογράφο, το όνομα της εντυπωσιακά όμορφης γυναίκας - κοζάκου συνδέθηκε στενά από τους σκηνοθέτες με την Γιουλιάνα Γκρόμοβα (σσ. Ulyana Matveevna Gromova Ульяна Матвеевна Громова μέλος της Σοβιετικής αντίστασης της Ουκρανίας στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, που εκτελέστηκε στα 19 της χρόνια από τους Ναζί).
Οι σκηνοθέτες είδαν τη νεαρή ηθοποιό ως τραγική ηρωίδα, για σοβαρούς δραματικούς ρόλους αν -και η ίδια ήθελε να παίξει την «απλή σοβιετική γυναίκα». Τελικά, το 1955 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Μιχαήλ Σβάιτσερ (Mikhail Shvejtser) Чужая родня "Other People's Relatives". Μετά από αυτό, η καριέρα της απογειώθηκε.

Η Μορντιούκοβα ζήτησε να παίξει το κορίτσι Κοζάκο Aksinya στην ταινία ο ήρεμος Δον, αλλά ο Gerasimov δεν την προσκάλεσε. Ωστόσο, ακόμη και χωρίς αυτό, η ηθοποιός είχε πολλούς ρόλους που θυμόταν το κοινό: η έμπορος Domna Belotelova στο The Marriage of Balzaminov, η Klavdia Vavilova στο The Commissar, η διευθύντρια του σπιτιού στο The Diamond Hand, η Donya Trubnikova στην προεδρία, η Maria Konovalova στη Ρόντα ".
Αγαπήθηκε για την ειλικρίνεια και την αλήθεια της. «Είσαι η ελπίδα ολόκληρης της χώρας. Απλή όπως εμείς οι γυναίκες» της έγραψε το κοινό. Η ίδια η ηθοποιός στα απομνημονεύματά της είπε ότι προσπαθούσε πάντα να μην παίζει, αλλά να ζει τη μοίρα του χαρακτήρα της, προσθέτοντας πραγματικά συναισθήματα.

Τη δεκαετία του 1980, άρχισε να εμφανίζεται λιγότερο. Οι ανατροπές είχαν ξεκινήσει πριν το 89-91 και η εικόνα μιας απλής σοβιετικής γυναίκας της μαχήτριας άρχισε να αφήνει τις οθόνες.
Η τελευταία της δουλειά σε ταινία μεγάλου μήκους ήταν ο κύριος ρόλος στην ταινία "Μάνα" του Denis Evstigneev (σσ. δεν έχει σχέση –ούτε θα μπορούσε με τη θρυλική «Μάνα» του Γκόρκι, είναι το χρονικό μιας σοβιετικής οικογενειακής λαϊκής μπάντας που ιδρύθηκε από μια μητέρα έξι παιδιών).
Ο σεναριογράφος Arif Aliyev, είπε αργότερα ότι η ταινία δημιουργήθηκε ειδικά για την ίδια, μια δυναμική ηρωίδα στο επίκεντρο.

Ο σκηνοθέτης το αποκαλεί «οικογενειακό χρονικό». Η Πολίνα, μητέρα έξι παιδιών, χάνει τον σύζυγό της, ο οποίος πήγε στη φυλακή για …κλοπή κάρβουνου και σκοτώθηκε όταν προσπάθησε να δραπετεύσει, μένει πίσω χωρίς καμία υποστήριξη.
Για να μπορέσει να επιβιώσει, ξεκινούν με τα παιδιά μια λαϊκή μπάντα, αλλά σύντομα καταλαβαίνει ότι η οικογένεια αξίζει καλύτερη μοίρα και παίρνει την απελπισμένη απόφαση να κλέψει ένα αεροπλάνο και να πάει στο εξωτερικό ...
15 χρόνια αργότερα, η Πολίνα αποφυλακίζεται και ανακαλύπτει ότι η μοίρα έχει διασκορπίσει τα παιδιά της σε όλη τη χώρα: το ένα στο στρατό, το άλλο ανθρακωρύχος στο Donbass, και ο μεγαλύτερος, ο Λυοντσίκ, που ήταν σε ψυχικό ίδρυμα, τώρα προσποιείται ότι είναι τρελός.
Η Πολίνα μαζεύει όλους τους γιους της για να ελευθερώσει τον μεγαλύτερο αδερφό τους από το ψυχιατρικό νοσοκομείο ...

Προσωπική ζωή

"Δύο αστέρια" - έτσι είπαν την ένωση της Μορντούκοβα και του συζύγου της - ηθοποιό Βιάτσσλαβ Τιχόνοφ. Σπούδασαν μαζί στο στούντιο του Μπόρις Μπίμπκοφ στο VGIK, και στη συνέχεια οι δύο τους έπαιξαν στη «Νέα Φρουρά». Το 1950, το ζευγάρι απόκτησε έναν γιο, τον Βλαντίμιρ (λίγο μετά τη γέννηση του παιδιού, παντρεύτηκαν).
Ο Βλαντίμιρ, που αγαπούσε τη μάνα του «πικρά και δυνατά» έγραψε περισσότερες από μία φορές, τη σχέση της με τον Βιάτσσλαβ με θλίψη: ήταν πολύ ανόμοιοι σε χαρακτήρα και συνήθειες – η μάνα  θορυβώδης και χαρούμενο «κορίτσι Kuban», αγαπούσε να τραγουδά και να μιλάει και ο πατέρας σεμνός και σιωπηλός, "ξερό ψωμί" - έγραψε για αυτόν η Mordyukova στα απομνημονεύματά της.
Ο γάμος τους διήρκεσε 13 χρόνια - κυρίως χάρη στις προσπάθειες της μητέρας της, η οποία υποστήριζε τον γαμπρό της και ήθελε τον εγγονό της να μεγαλώσει σε οικογένεια. Μετά τον Tikhonov, υπήρχαν αρκετοί άντρες στη ζωή της (που η ίδια παραδέχτηκε ότι ήταν ερωτική).
Το 1990, ο Βλαντιμίρ πέθανε. Η απώλεια του μοναδικού της παιδιού ήταν ένα βαρύ πλήγμα από το οποίο δεν μπόρεσε να ανακάμψει μέχρι το θάνατό της.
«Ο γιος ήταν ο μόνος άντρας που η Νόννα αγάπησε πιστά και πιστά όλη της τη ζωή, ανεξάρτητα από οτιδήποτε», είπε η μικρότερη αδερφή της, Ναταλία Μορντουκόβα-Κάταβα.

Παίζω έναν ρόλο όλη μου τη ζωή και ηρωίδα μου είναι οι άνθρωποι

Τα τελευταία χρόνια της σχεδόν δεν εμφανίστηκε σε ταινίες μεγάλου μήκους - μόνο σε ντοκιμαντέρ αφιερωμένα στην καριέρα της και στον σοβιετικό κινηματογράφο. Για αρκετά χρόνια η ηθοποιός ζούσε με τη μικρότερη αδερφή της.
Τα εγγόνια - Vasily και Vladimir - σπάνια την είδαν, υπέφερε από μοναξιά, λαχταρώντας μόνο το γιο της.
Το 2000, η ​​Nonna Mordyukova πρωταγωνίστησε στην ταινία ντοκιμαντέρ της Renata Litvinova «Нет смерти для меня», "Δεν υπάρχει θάνατος για μένα", αφιερωμένη σε διάσημους σοβιετικούς ηθοποιούς.
Σε αυτό, εξέφρασε την πίστη ολόκληρης της καριέρας της «Παίζω έναν ρόλο όλη μου τη ζωή, και η ηρωίδα μου είναι οι άνθρωποι»

Το 1997, η Nonna Mordyukova έγραψε ένα βιβλίο με απομνημονεύματα «Не плачь, казачка!» (μην κλαις κοζάκα). Σε ένα από τα τελευταία κεφάλαια γράφει: «Ωστόσο, κοιτάζοντας τον γαλάζιο ουρανό, αποφάσισα να αναλάβω δράση πρέπει!… Θα πάω διακοπές, θα είμαι στη φύση. Θα ζήσω και θα χαρώ ... Ευχαριστώ το κοινό που δεν με άφησε σε ηρεμία. Το κοινό είναι η ζωή μου»

Η Nonna Mordyukova θάφτηκε, σύμφωνα με την τελευταία της επιθυμία, στο νεκροταφείο Kuntsevo, δίπλα στο γιο της.

ℹ️  Σχεδόν όλες οι αναρτήσεις που γίνονται κατά καιρούς στη χώρα μας –για να τονίσουν το ταλέντο της αναφέρουν «δεν είναι τυχαίο, ότι η Βρετανική εγκυκλοπαίδεια την συμπεριέλαβε στη λίστα των μεγαλύτερων ηθοποιών του 20ου αιώνα -από τις Ρωσίδες μόνο η μεγάλη ηθοποιός του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, η αστείρευτη Φαϊνα Ρανέφσκαγια είχε θέση σ’ αυτή τη λίστα»: αναρωτιόμαστε ποιος ο λόγος; Η Encyclopædia Britannica, δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα εκδοτικό μονοπώλιο, με ιδιοκτησιακό καθεστώς να έχει αλλάξει πολλές φορές, από τον σκωτσέζο εκδοτικό οίκο A & C Black, στον Οράτιο Έβερετ Χούπερ, τον Σίαρς Ρέμπακ και τον Γουίλιαμ Μπέντον μέχρι τον τωρινό (γνωστό ελβετό εκατομυριούχο ηθοποιός) Ζακί Σάφρα.
Όπως η «νέα ανάγνωση της ιστορίας» (στρατιωτική σειρά ονόμασαν τη νέα φρουρά) του 2015, ταινία 12 επεισοδίων …


40 χρόνια μετά

Ύστερα από 40 χρόνια οι μαθητές του Γκεράσιμοφ, Ρενίτα και Γιούρι Γκριγκόριεφ δημιούργησαν το κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ μεγάλης διαρκείας «Στα ίχνη της ταινίας "Νέα Φρουρά"».
Όταν στο Κρασνοντόν –μετά τις ανατροπές, το 1999 έγινε η προβολή της ταινίας μας –είπε η Ρενίτα, ένιωσα ένα αίσθημα συγκλονισμού, και να γιατί:
Είχαμε γυρίσει τα πάντα όπως είναι, γι' αυτό και τα πάντα που βλέπει ο θεατής, είναι φρικαλέα: και η τύχη των παιδιών, και τα βασανιστήρια που υποβλήθηκαν... Και μετά την παρουσίαση της ταινίας στο Κρασνοντόν με πλησίασαν δυο νεαρές κοπέλες και, κλαίγοντας, μια απ' αυτές είπε:
«Ξέρετε, υπήρξαν πιο ευτυχείς από μας». Αυτό με κατέπληξε. «Πώς πιο ευτυχείς;», ρώτησα.
«Να…, οι σχέσεις μεταξύ τους ήταν τόσο καταπληκτικές, που δε μοιάζουν με τις σημερινές... Έζησαν λίγο, αλλά έζησαν μια γεμάτη ζωή που εμείς χάνουμε τώρα».
Και αντιλαμβάνεστε, αφού οι σημερινοί συνομήλικοι ζηλεύουν αυτούς που χάθηκαν από έναν τέτοιο μαρτυρικό θάνατο, σημαίνει ότι δε χάθηκαν άδικα...

"Νέα Φρουρά"

Το 1941, μόλις οι γερμανοφασίστες κατακτητές είχαν καταλάβει την ουκρανική πόλη Κρασνοντόν, νεαροί πατριώτες συγκρότησαν την κομσομόλικη παράνομη οργάνωση "Νέα Φρουρά". Ο αγώνας της οργάνωσης αυτής αποτελεί μια από τις πιο ηρωικές και τραγικές σελίδες λαϊκού άθλου στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Αφού τους κατέδωσαν προδότες, 73 νεαροί Κομσομόλοι «Νεοφρουροί», ύστερα από άγρια βασανιστήρια στην Γκεστάπο, εκτελέστηκαν το 1943. Ήταν τότε που ο Φαντέγεφ, έγραψε πάνω στα νωπά ίχνη των γεγονότων το μυθιστόρημα "Νέα Φρουρά"και ο Γκεράσιμοφ γύρισε το 1948 την ομώνυμη ταινία. Το ύστερα από 40 χρόνια ντοκιμαντέρ «Ίχνη της "Νέα Φρουράς"» αφηγείται την ιστορία δημιουργίας της της παράνομης κομσομόλικης οργάνωσης και της περίφημης ταινίας.
Αφηγείται για τους υπαρκτούς Κομσομόλους ήρωες και τους ηθοποιούς που τους υποδύθηκαν στην κινηματογραφική ταινία, για την τύχη των συγγενών και φίλων των εκτελεσθέντων «Νεοφρουρών», συμπληρώνοντας το μυθιστόρημα του Φαντέγεφ και την ταινία του Γκεράσιμοφ με άγνωστες, παρμένες από την ίδια τη ζωή, λεπτομέρειες, τις οποίες δεν μπορούσε να επινοήσει ούτε και η πιο λεπτή φαντασία του καλλιτέχνη. Η ταινία της Ρενίτα και του Γιούρι Γκριγκόριεφ είναι ένα ανεκτίμητο ντοκουμέντο της σοβιετικής εποχής, που έφυγε, αλλά η ατμόσφαιρα, ο ηρωισμός και τα ιδανικά της, χάρη σ' αυτή την ταινία, έχουν εντυπωθεί και διατηρηθεί για τους απογόνους. Ωστόσο, είναι πολύτιμα και αναγκαία, πριν απ' όλα, για μας, τους συγχρόνους, ώστε να μην ξεχαστούν οι ηρωικοί αγώνες και οι θυσίες του σοβιετικού λαού.

Και είναι ευνόητο γιατί κατά τους γιορτασμούς της Μέρας της Νίκης κανένα κανάλι της τηλεόρασης δεν έδειξε ούτε τη πρώτη «Νέα Φρουρά» (του Γκεράσιμοφ), ούτε το ντοκιμαντέρ των Γκριγκόριεφ, όπου τα ίδια τα κάδρα αποτελούν ιστορία, διότι πολλοί απ' αυτούς, που παρουσιάζουν, δεν ζούνε πλέον.
Δε ζει ο Γκεράσιμοφ, ούτε η Ταμάρα Μακάρεβα που είχε υποδυθεί τη μάνα του καθοδηγητή της κομσομόλικης παράνομης οργάνωσης, Ολέγκ Κοσεβόι, ούτε ο ηθοποιός Βολόντια Ιβάνοφ, δημιουργός της μορφής του Κοσεβόι στην οθόνη, ούτε το μέλος της «Φρουράς» Βάλια Μπορτς, ούτε... Καλύτερα να μην τους απαριθμήσουμε, πολύ μεγάλος είναι ο θλιβερός κατάλογος.

Γράφει η Ναντιέζντα Γκαριφουλίνα στο Ριζοσπάστη (24 Μάη 1998)
Η προβολή αυτής της ταινίας και η συνάντηση με τους δημιουργούς της έγινε πρόσφατα στη Μόσχα, στον Κεντρικό Οίκο των Καλλιτεχνών. Συνομιλήτριά μας είναι η κάτοχος του Κρατικού Βραβείου της ΕΣΣΔ, του Κρατικού Βραβείου «Α. Ντοβζένκο», βραβείων διεθνών και πανενωσιακών Φεστιβάλ, η σκηνοθέτρια Ρενίτα Γκριγκόριεβα (σς. πέθανε φέτος 19 Γενάρη).

Ο σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης Sergey Bondarchuk "παιδί" στη Νέα Φρουρά Molodaya gvardiya (1948)

Αγάπη για την πατρίδα

 Ρενίτα Αντρέγεβνα, δικαιωματικά μπορούμε να σας ονομάσουμε βάρδο της αγάπης για την πατρίδα. Η αγάπη αυτή διαπερνάει όλο και πιο συχνά το έργο σας. Ποια όμως είναι η πηγή του κύριου θέματός σας;

Συνέβη έτσι και θεωρώ ότι, φυσικά, αυτή είναι η τύχη που από τα παιδικά μου χρόνια η ζωή μου κύλησε υπό τη σκιά της "Νέας Φρουράς". Ακόμα όταν ήμουν μικρή μαθήτρια, άκουσα για το κατόρθωμά τους και με συγκλόνισε το ότι, όταν ορκίζονταν να αγωνιστούν κατά του φασισμού, υπέγραφαν με το αίμα τους. Το 1946 με μια μικρή ομάδα μαθητών της Μόσχας πήγα στις χειμερινές διακοπές στο Κρασνοντόν στο νωπό ακόμα τάφο των "Νεοφρουρών". Από το Βοροσίλοβγκραντ πήγαμε με κάρο. Ηταν χειμώνας και είχαμε ξεπαγιάσει. Είχε σκοτεινιάσει κιόλας όταν ανεβήκαμε στο χιονισμένο λοφίσκο. Πλησιάζοντας, είδαμε έναν σκύλο που καθόταν πάνω στον τάφο. Ηταν ο σκύλος του Σεργκέι Τιουλένιν, ο οποίος ακόμα από την ταφή των εκτελεσθέντων "Νεοφρουρών" δεν εγκατέλειπε αυτόν τον τάφο. Και αυτό το γεγονός με συγκλόνισε ως τα βάθη της ψυχής μου. Στεκόμασταν πολλή ώρα στον τάφο αυτό, σκοτείνιαζε, η συγκίνηση γέμιζε την καρδιά μας και, προφανώς, κάτι συνέβη μέσα μου, βγήκα μπροστά και είπα: "Ορκιζόμαστε ότι θα διατηρήσουμε ιερά τις μαχητικές παραδόσεις των "Νεοφρουρών". Ορκιζόμαστε πάνω από τον τάφο σας ότι, αν χρειαστεί για την πατρίδα, θα δώσουμε και μεις τη ζωή μας χωρίς στιγμή δισταγμού". Κάθε βήμα μου το μετράω με τις πράξεις των "Νεοφρουρών". Πρόσφατα, ένας δημοσιογράφος του λεγόμενου ελεύθερου Τύπου με ρώτησε; "Πόσο επίκαιρη είναι σήμερα η ταινία σας, πόσο επίκαιρο είναι το θέμα;". Θυμήθηκα τα λόγια του Σουκσίν, ο οποίος επαναλάμβανε συχνά ότι υπάρχουν αιώνιες αλήθειες που δεν μπορούν να παραχαραχτούν. Νομίζω ότι σ' αυτές τις αιώνιες αλήθειες θα ανήκει πάντα το κατόρθωμα των ανθρώπων μας - το τραγικό και μεγαλειώδες κατόρθωμα στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο. Ταξίδεψα πολύ συχνά στο Κρασνοντόν, συναντήθηκα με τους συγγενείς των νεκρών παράνομων νέων. Γίναμε φίλοι μα την Βάλια Μπορτς, που μόλις πρόσφατα πέθανε. Και είμαι πεπεισμένη ότι και το κατόρθωμα των "Νεοφρουρών" ανήκει στις αιώνιες αλήθειες για τις οποίες μιλούσε ο Σουκσίν.

Η Inna Makarovath στη Νέα Φρουρά Molodaya gvardiya (1948)
Αμαυρώνουν την ιστορία

Είναι δεύτερη πλέον δεκαετία που οι υποκριτές, οι προδότες και οι συνεργοί του σημερινού καθεστώτος αμαυρώνουν την ιστορία μας, γκρεμίζουν τα μνημεία, ρίχνουν δηλητήριο συκοφαντίας στα ένδοξα ονόματα, που τα μιμούνταν και με το παράδειγμά τους μεγάλωναν και διαπαιδαγωγούνταν ολόκληρες γενεές Σοβιετικών ανθρώπων. Κανέναν δεν άφησαν, κανέναν δεν ξέχασαν αυτοί οι συκοφάντες. Ακόμα και κατά του νεαρού πιονιέρου Πάβλικ Μορόζοφ όρμησαν ολόκληρες στρατιές συκοφαντών. Ακόμα και ενάντια στην Ζόγια Κοσμοντεμιάνσκαγια, που βασάνισαν άγρια οι χιτλερικοί φασίστες, σήκωσαν το χέρι! Ακόμα και τη φωτεινή μνήμη των βασανισμένων και εκτελεσμένων από τους δημίους των Ες Ες νεαρούς πατριώτες της "Νέας Φρουράς" προσπάθησαν να τη βεβηλώσουν με τις βρώμικες, σιχαμερές επινοήσεις τους! Πώς εκλαμβάνετε όλα αυτά;

Θέλω ένα πράγμα να σας πω: Οσο θυμάμαι τον εαυτό μου, υπήρχαν συνεχείς επιθέσεις ενάντια στη "Νέα Φρουρά". Και μάλιστα σκέφτομαι: αυτά τα αγόρια και τα κορίτσια, που ήταν 73 και τα είχαν ρίξει όλα σε φρεάτιο ορυχείου, προφανώς αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για τις παγκόσμιες δυνάμεις του κακού, αφού επιτίθενται εναντίον τους τόσο πολλά ΜΜΕ, που αδιάκοπα, από χρόνο σε χρόνο εκτοξεύουν βρώμικες συκοφαντίες. Ορισμένοι λένε ότι ο Φαντέγεφ επινόησε το μύθο της "Νέας Φρουράς", ότι κατά παραγγελία του Στάλιν έγραψε το μυθιστόρημα και τίποτα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Αλλοι, ότι ήταν μια χούφτα παιδιών και τι λοιπόν έκαναν;.. Τίποτα δεν έκαναν! Απλώς απελευθέρωσαν από δυο στρατόπεδα τους αιχμαλώτους πολέμου, έσωσαν από το να οδηγηθούν με τη βία στη Γερμανία χιλιάδες κατοίκους του Κρασνοντόν, οι οποίοι τους θυμούνται και τους τιμούν μέχρι σήμερα.
Και απλούστατα, είχαν γράψει στις σχολικές εκθέσεις τους: «Αν χρειαστεί η πατρίδα, θα δώσω τη ζωή μου γι' αυτή». Αυτό έκαναν.
Πήγα στο Κρασνοντόν όταν ήταν ακόμα εμφανή τα ίχνη του πολέμου. Πήγα στο κτίριο εκείνης της φρικαλέας Γκεστάπο, της γερμανικής κατοχής στην πόλη και ένιωσα ένα τέτοιο αίσθημα ότι αυτό ήταν μόλις χτες, συνεχίζεται σήμερα και θα υπάρχει αύριο. Οταν περάσαμε το κατώφλι αυτού του κτιρίου, είδαμε τα ξύλινα κρεβάτια γεμάτα αίματα, στους τοίχους ήταν χαραγμένα τα τελευταία αποχαιρετιστήρια λόγια. Οι κάτοικοι του Κρασνοντόν αφηγούνταν ότι στη διάρκεια των ανακρίσεων και των βασανιστηρίων έπαιζε συνεχώς μουσική και όλοι ήξεραν τι συμβαίνει πίσω από τους τοίχους αυτού του τρομερού σπιτιού. Αναζητήσαμε την Αλεξάντρα Πάβλοβνα Πάβλοβα. Η γυναίκα αυτή, μόνη της ετοίμασε για την ταφή τα πτώματα όλων των εκτελεσμένων "Νεοφρουρών". Στην ταινία που γυρίσαμε αφηγείται πώς έβγαλαν από το φρεάτιο του ορυχείου τα πτώματά τους και πώς αυτή ετοίμασε για το τελευταίο ταξίδι αυτά τα αγόρια και κορίτσια.

Στο τέλος της ταινίας περνούν από μπροστά μας τα πρόσωπα των νεαρών Κομσομόλων της "Νέας Φρουράς". Μας κοιτάζουν από τη νεότητά τους, όχι, από την αιωνιότητα, λες και μας ρωτούν: «Γιατί δε διαφυλάξατε την Πατρίδα;».
Η Ρενίτα Γκριγκόριεβνα θεωρεί ότι τα πορτρέτα των ηρώων με τα οποία τελειώνει η ταινία μας δίνουν το δικαίωμα να ελπίζουμε: «Θα αποκτήσουμε μολοταύτα την αξιοπρέπειά μας, γιατί έχουμε ένα τέτοιο θεμέλιο που είναι αδύνατο να ξεχαστεί και να καταστραφεί».