18 Απριλίου 2020

Άνοιξη και Λαμπρή: ζωή, έρωτας, ποίηση, ευτυχία, ψυχική ανάταση, ομορφάδα, λαϊκό γλέντι

Πάσχα«Πέρασμα», δηλαδή της ζωής, του ανθρώπου και της φύσης από τη βαρυχειμωνιάστην άνοιξη. Από τη θλίψη στην ελπίδα. Από τα πάθη που τυραννούν τη ζωή, στους πόθους που αναγεννούν τη ζωή.
Το Πάσχα, μακραίωνη λαμπρή γιορτή του λαού μας, ήταν και μένει μέγα σύμβολό του για πραγματική ανάσταση του τόπου μας. Λύτρωση του λαού από τα δεσμά της φανερής και κρυφής σκλαβιάς από ντόπιους και ξένους εκμεταλλευτές και “προστάτες“.

 
Γιώργος Βαρλάμος Αγριολούλουδα

 Χριστός Ανέ - Χριστός Ανέστη μάτια μου
 Χριστός Ανέστη μάτια μου κι έλα να φιληθούμε,
 έτσ' είναι μάτια μου, έτσ' είναι κι έλα να φιληθούμε
 πάρε και κλη - πάρε και κλήμα τ' αμπελιού
 πάρε και κλήμα τ' αμπελιού κι έλ' να στεφανωθούμε
 Εβγα να με δεις που ήρθα/ τ' άστρι μ' έφερε τη νύχτα.
 Ομορφη που 'ναι η Λαμπρή απ' όλες τσι σκολάδες,
 που βγάζουν την Ανάσταση μ' ολόχρυσες λαμπάδες
 Βιόλα μου και κατιφέ μου/ δε σ' αλησμονώ ποτέ μου...
 
(τραγούδι από το Μελί Ερυθραίας της Μικράς Ασίας).

Μέρα χαράς, η Κυριακή του Πάσχα γιορτάζεται με τραγούδια και χορούς, που ωστόσο σήμερα έχουν χάσει μεγάλο μέρος της τελετουργικής σημασίας τους, και από συλλογική εκδήλωση της κοινότητας εντάσσονται συνήθως στο στενότερο πλαίσιο του οικογενειακού γλεντιού.

Παλιότερα, η κοινότητα χόρευε μπροστά στην εκκλησία και συνοδευόταν από τραγούδια προσαρμοσμένα στην ιερότητα της στιγμής.
Τουλάχιστον τα δημοτικά, γιατί ο λαός έβρισκε τρόπους να εκφράζει τα πραγματικά του αισθήματα, ξεγελώντας το, κατά τα άλλα, άγρυπνο βλέμμα της κοινωνικής συμβατικότητας και της εκκλησιαστικής ηθικής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το παρακάτω τετράστιχο ενός τέτοιου θρησκευτικού τραγουδιού:
«Σήμερα είναι Λαμπρή
Χριστέ κι αληθινέ μου κι έλα να φιληθούμε
για την αγάπη του Χριστού
μα το Χριστό ανέστη, δε μας παρεξηγούνε».


Αν και το Πάσχα είναι ταυτισμένο με τη χριστιανική παράδοση, οι ρίζες των εθίμων που τελούνται αυτή την περίοδο έχουν μακρινή προέλευση:
Από τις αρχέγονες τελετουργίες που αποτυπώθηκαν στις μυθολογίες όλων των λαών και οι οποίες βασίζονται στην έννοια της «Ανάστασης», ως απόπειρας ερμηνείας των επαναλαμβανόμενων κύκλων της φύσης και της ζωής.
Με τις σχετικές τελετουργίες, ο άνθρωπος γιόρταζε την «αναγέννηση» της γης την άνοιξη και υμνούσε το φως του ήλιου, ενώ εκφραζόταν η ανάγκη για καλυτέρευση της ζωής του.
Σαφής αναφορά στην αρχέγονη αυτή λειτουργία αποτελεί η ελληνική λέξη Λαμπρή (με αρχαιοελληνικές ρίζες), η οποία εκφράζει εύστοχα τη λέξη Πάσχα (προέρχεται από το εβραϊκό «Πεσάχ»: διάβαση).
Όποια ονομασία και αν δώσει κανείς στην κορυφαία γιορτή του χριστιανικού κόσμου, ο συμβολισμός της είναι πάντα ο ίδιος:
Η νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο.
Η Σταύρωση εγκυμονεί την Ανάσταση, το πένθος τη χαρά…
Μήπως και ο συμβολισμός του θείου δράματος δε βασίζεται στο αρχετυπικό σχήμα μιας αντίφασης;
Ο θεός πεθαίνει, ενώ ο κόσμος ξαναγεννιέται και κηδεύεται μέσα στην οργιαστική ανθοφορία της φύσης…

Πάσχα της αγάπης Πάσχα
Πάσχα των αγγέλων
Ήλιος κι ανατέλλεις
Πάσχα μέγα Πάσχα
ήλιος φωτοδότης
των Ελλήνων Πάσχα
(Στίχοι: Γιώργος Θέμελης  <|>  Μουσική: Σταύρος Κουγιουμτζής) 

Τότε ήταν αλλιώς…

Όλα ήτανε αλλιώς. Ακόμα και η Άνοιξη ήτανε αλλιώς. Θες τα λουλούδια που μοσκοβολούσαν, τα φύλλα των δέντρων που ήτανε πιο πράσινα, τα παράθυρα των σπιτιών που ήτανε πιο μεγάλα και καταβρόχθιζαν το φως του ανοιξιάτικου ήλιου, χωρίς να χορταίνουν. Θες τα μαλλιά της Χρυσαυγής που ήτανε όπως το άχερο ξανθά και άστραφταν λες και ήταν φτιαγμένα από χρυσάφι. Κι έβγαινε και στην αυλή του σπιτιού της να ποτίσει τα γαρίφαλα της προσφυγιάς, που μύριζαν πικραμύγδαλο και μέντα μαζί, όπως μύριζαν και τα μάγουλα της Χρυσαυγής, που τα φίλησα ένα απόγεμα έξω από το γαλατάδικο του κυρ – Αιμίλιου. Του κυρ – Αιμίλιου, που μπαινόβγαινε στη φυλακή, γιατί ένα βράδυ τύφλα στο μεθύσι ανέβηκε στο ξύλινο μπαλκόνι του σπιτιού του. Κρέμασε μια κόκκινη σημαία με ένα χρυσαφί σφυροδρέπανο, κεντημένο στην επάνω γωνία και άρχισε να τραγουδάει «Avanti popolo bandiera rossa, bandiera rossa». Έτρεξαν οι γείτονες να τον σταματήσουν, τίποτα αυτός. Μέχρι που ήρθε ο χωροφύλακας, ο επονομαζόμενος και Τσαγανιάς, γιατί είχε στραβά πόδια, και τον κατέβασε με το ζόρι.

Από εκείνο το βράδυ τον χάσαμε τον Αιμίλιο. Το γαλατάδικο έκανε τρεις μήνες ν’ ανοίξει. Γι’ αυτό κι εγώ βρήκα την ευκαιρία εκείνο το απόγεμα να φιλήσω το αριστερό μάγουλο της Χρυσαυγής, με τη συμφωνία πως δε θα το πω σε κανένα. Εγώ πού να κρατηθώ όμως. Πρώτα πρώτα το είπα στο Στέλιο, που έπαιζε σέντερ μπακ στα τσικό του ΠΑΟΚ. Και που τη γυρόφερνε κι αυτός τη Χρυσαυγή για τον ίδιο σκοπό. Ύστερα το είπα στο Λάκη το Βουλγαρόπουλο, μπακαλόγατο στο μπακάλικο του Δημαρά. Και να μην τα πολυλογώ σε μια βδομάδα βούιζε όλη η γειτονιά. Εγώ καμάρωνα και φούσκωνα όλο ερωτική έπαρση, μέχρι που με στρίμωξε ένα βράδυ ο αδερφός της Χρυσαυγής έξω από το κλειστό γαλατάδικο του Αιμίλιου, μου τράβηξε ένα γερό περντάχι και μου φύγανε και τα «φουσκώματα» και οι ερωτικές επάρσεις. Γι’ αυτό σας λέω, ήτανε αλλιώς τότε η Άνοιξη. Το μόνο που σκέφτομαι καμιά φορά είναι πως εμείς αλλάξαμε και όχι η Άνοιξη. Αλλάξαμε και ξεχάσαμε πώς μυρίζουν τα γαρίφαλα. Ο Στέλιος δεν παίζει πια σέντερ μπακ και ο ΠΑΟΚ πάει από το κακό στο χειρότερο. Το μπακάλικο του Δημαρά έκλεισε. Άσπρισαν και τα χρυσαφένια μαλλιά της Χρυσαυγής, και τα μάγουλά της μυρίζουν τώρα φτηνή κολόνια.

Πέθανε κι ο Αιμίλιος, από πνευμονία στη Μακρόνησο και τον θάψανε η δικοί του στο χωριό ένα βροχερό βράδυ, κρυφά, τυλιγμένο σε μια κόκκινη σημαία με ένα χρυσαφένιο σφυροδρέπανο, κεντημένο στην επάνω γωνία. Λένε, μάλιστα, πως ο γιος του σιγοτραγούδησε πάνω από τον τάφο του, με σπασμένη φωνή «Avanti popolo bandiera rossa, bandiera rossa». Ανοίγω κι εγώ τον ηλεκτρονικό μου υπολογιστή και βλέπω μέσα από εκεί τη ζωή και την Άνοιξη, μην τύχει και να ξαναβρώ κάπου εκεί, ανάμεσα στους ψηφιακούς αναστεναγμούς και στα ηλεκτρονικά ραβασάκια έστω και ένα από εκείνα τα μοσχομύριστα και τα ερωτικά, τα πικραμυγδαλένια και τα χρυσαφιά που κάνανε την Άνοιξη.
Τη χαμένη μου, τη δική μου την Άνοιξη.
Μα δε βρίσκω τίποτα!. Και τότε κλείνω τα μάτια μου και σιγοψιθυρίζω «Avanti popolo bandiera rossa, bandiera rossa» [πηγή]


Παντού χορός και βλάστηση, χρώματα, μυρωδιές, κελαηδίσματα, έρωτας. Λαμπρή το λέει ο λαός μας το Πάσχα.
Λαμπρή γιορτή για μας η Ανάσταση του Χριστού και της φύσης, μέσα στο θεσπέσιο ανοιξιάτικο πανηγύρι, που γιορτάζεται με ντουφεκιές, αγκαλιάσματα, φιλήματα, ευχές, τραγούδια, χορούς και τρικούβερτο φαγοπότι.
Το ξεφάντωμα για το φαγοπότι, προετοιμάζεται από τα μέσα της Μεγαλοβδομάδας κι ο κάθε τόπος έχει τα έθιμά του στα γαστρονομικά κατασκευάσματα της Λαμπρής, για τα μέχρι τελικής πτώσης συμπόσια και ευωχίες.
Πανελλήνιο το έθιμο τη μεγάλη Πέμπτη ή Κοκκινοπέφτη να φτιάχνουμε και να ψήνουμε τις λαμπριάτικες κουλούρες, τα τσουρέκια και να βάφουνε τα κόκκινα αυγά το μεγάλο Σάββατο, πριν την τελετή της Ανάστασης, η νοικοκυρά να ασχολείται από νωρίς με ψωμιά, τυρόπιτες, χορτόπιτες, λαχανόπιτες, γαλατόπιτες, μυτζηθρόπιτες, γιαουρτόπιτες και 10άδες άλλες παραδοσιακές πίτες, όσο ο νοικοκύρης του σπιτιού ετοιμάζει το θρεφτάρι (τους παλιούς καιρούς, απαραίτητα αρσενικό, τον λαμπριώτη ή τον πασκάτη αμνό από το χασάπικο, σήμερα αγνώστου προέλευσης και …γένους τις περισσότερες φορές προσφορές της κοψοχρονιάς από το supermarket).
«Εκείνα» τα χρόνια τ’ άντερα, τα ετοιμάζαμε -τα διπλοτροπλογυρίζαμε με την κληματόβεργα από την προηγούμενη μέρα για το κοκορέτσι της Λαμπρής και τη μαγειρίτσα (και για τον πατσά σε κάποιες περιοχές) και ακόμα πιο πριν από τα δικά μας χρόνια με το αίμα του σφαγμένου αρνιού, κάνανε σταυρούς στις πόρτες του σπιτιού, στα παράθυρα και στο κούτελο των παιδιών για να φύγουνε τα βλαφτικά πνεύματα…

Και την ώρα του «Χριστός Ανέστη» άρχιζε ο «πόλεμος»: από το πουθενά -κάτω από τις κουλούρες, τα τσουρέκια και τα κόκκινα αυγά εμφανίζονταν τα βαρελότα, οι τρακατρούκες, τα χαλκούνια, οι κρεμύδες.
Ο ρουκετοπόλεμος στο Βροντάδο, οι μπαλωθιές στην Κρήτη, η Κεφαλονιά -ειδικά κατά Ληξούρι μεριά, όπου το «εναρκτήριο λάκτισμα» το δίνει ο ίδιος ο παπάς, τα διαβολόπαιδα που σκαρφίζονταν τα πιο απίθανα μέρη τοποθέτησης ρουκετοβόλων αλλά και των αυτοσχέδιων εκρηκτικών -από τα οποία ούτε το θυμιατό του παπά δεν την έχει γλυτώσει.

Κάθε τόπος της επαρχίας και μια ιστορία.
Αλλά και στο κλεινόν άστυ βρίσκαμε και κάναμε προτού πλημμυρίσει τσιμέντο… για να φύγουνε τα κακά πνεύματα, μαζί με αγκαλιές, φιλιά (φιλικά και ερωτικά), χωρατά και τσουγκρίσματα.
Και μετά το «άγιο φως» πορεύεται προς τα σπίτια με λαμπάδα ή φαναράκι, τα μπαμ-μπουμ λιγοστεύουν με τον καινούργιο σταυρός από τον καπνό πάνω από την πόρτα «για να μας φυλάει» σήμα κατατεθέν πως  γυρίσαμε και αρχίζει το πρώτο οικογενειακό φαγοπότι.
Οι άντρες -ή κάποιοι από αυτούς, θα κοιμηθούν μια δυο ώρες γιατί μετά θα ξεκινήσει το αβραμιαίο πασχαλιάτικο που έχει να κάνει με τον οβελία -σουβλιστό, ή γεμιστό με ρύζι, σταφίδες, καρύδια, αμύγδαλα και κουκουνάρια στο φούρνο και που συχνά παίρνει πανηγυρικό παλλαϊκό χαρακτήρα, με ομαδικά ψησίματα πολύ κρασί, ρακί και τσίπουρο, τραγούδια και χορό, καθώς παίζανε οι «ζυγιές» τα λαϊκά όργανα γνήσια δημοτικά, και αργότερα τα γραμμόφωνα, τα πικάπ, τα κασετόφωνα, τα cd …οι κονσόλες, τα mp3 -πλέον -ευτυχώς όχι πάντα, ανάμεικτα μιξοβάρβαρα και σκυλέ.
Στους στρατώνες οι πιο τυχεροί είναι με άδεια, οι υπόλοιποι βγαίναμε από το πρωί του Σαββάτου με τα ΡΕΟ εις άγραν κληματόβεργας (και κανα τόνο κάρβουνο για καβάτζα)

Η Μάνα του Χριστού

Πώς οι δρόμοι εβωδάνε με βάγια στρωμένοι,
ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρο μπαξέδες!
Η χαρά της γιορτής όλο και πιότερο αξαίνει
και μακριάθε βογγάει και μακριάθε ανεβαίνει.
Τη χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα το κύμα,
των αλλώνε τα μίση καιρό τήνε θρέφαν
κι αν η μάβρη σου κάκητα δίψαε το κρίμα,
να που βρήκε το θύμα της, άκακο θύμα!

Α! πώς είχα σα μάνα κ' εγώ λαχταρήσει
(είταν όνειρο κ' έμεινεν, άχνα και πάει)
σαν και τ' άλλα σου αδέλφια να σ' είχα γεννήσει
κι από δόξες αλάργα κι αλάργ' από μίση!

Ενα κόκκινο σπίτι σ' αβλή με πηγάδι...
και μια δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι...
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ,
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι.
Κι αμ' ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι,
με τα ρούχα γεμάτα ψιλό ροκανίδι,
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι
ν' ανασαίνει βαθιά τ' όλο κέρδον αγέρι.

Κι αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει
τον καλό σου τον ήσκιο, Πατέρα κι Αφέντη,
η ακριβή σου να βγάνει νερό να σου χύσει,
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν' αρχίσει.

Κι ο κατόχρονος θάνατος θα φτανε μέλι
και πολλή φύτρα θα φηνες τέκνα κι αγγόνια
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι,
τ' αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει.
Κατεβάζω στα μάτια τη μάβρην ομπόλια,
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει...

Ξεφαντώνουν τ' αηδόνια στα γύρο περβόλια,
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια.
Φέβγεις πάνου στην άνοιξη, γιε μου καλέ μου,
Ανοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν έχεις.
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη, γιέ μου,
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου!

Καθώς, κλαίει, σαν της παίρνουν το τέκνο, η δαμάλα,
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια.
Στύλωσέ μου τα δυο σου τα μάτια μεγάλα:
τρέχουν αίμα τ' αστήθια, που βύζαξες γάλα.
Πώς αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας να μπεις!
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)
δεν ήξεραν ακόμα ούτε ποιο τ' όνομά σου!
Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη...

Δολερά ξεσηκώσανε τ' άγνωμα πλήθη
κι όσο η γήλιος να πέσει και νάρθει το δείλι,
το σταβρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ' οι φίλοι.
Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα,
σα ρωτήσανε: "Ποιος ο Χριστός;" τι πες "Να με"!

Αχ! δεν ξέρει, τι λέει το πικρό μου το στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ' έμαθ' ακόμα!

Κώστα Βάρναλη,
«Η Μάνα του Χριστού» –
Ποιητικά, Το φως που καίει – Σκλάβοι Πολιορκημένοι


Κατά τις 9.00-9.30 το πρωί οι τάβλες και οι σοφράδες, δίπλα στα οινοπνεύματα και στις σαλάτες, υπήρχε ήδη για μεζέ λίγο κοκορέτσι, μαζί με τις πέτσες του αρνιού και ξεκίναγαν τα τραγούδια κι οι χοροί -συνήθως από τους άντρες.
Στη Μακεδονία τον πρώτο χορό τον σέρνει η νοικοκυρά κι ο νοικοκύρης και οι γύρω τραγουδάνε:

«Σύρε το χορό πέρδικά μ’, σήμερις Λαμπρή,
γεια να σου χαρίζει πάντα κι όλα τα καλά.
Κέρνα κύρη τους λεβέντες, που την τραγουδούν,
και να φάνε και να πιούνε, δως τους να χαρούν».

Πάσχα Ελλήνων, Πάσχα

«Πάσχα το τερπνόν
Πάσχα Κυρίου, Πάσχα
Πάσχα πανσεβάσμιον ημίν ανέτειλεν
»
αναγγέλλει ο εκκλησιαστικός υμνωδός,

Αλλά και εμείς τραγουδάμε, έχοντας ένα αντιπροσωπευτικό τραγούδι, αντίστοιχο και ανάλογο με το «σήμερον τα ουράνια συναγάλλεται τη γη», όπου λέει:

«Σήμερα χριστός Ανέστη
και στους ουρανούς ευρέθη.
Σήμερα και οι παπάδες
λειτουργάν σαν δεσποτάδες.
Σήμερα και τα κορίτσια
στέκονται σαν κυπαρίσσια.
Σήμερα τα παλικάρια
στέκονται σαν τα βλαστάρια.
Σήμερα κι οι παντρεμένες
είναι λαμπροφορεμένες
…»

«Σήμερα όλοι λαμπροφορούν» ή…
«λαμπρατζενιάζουν», όπως λένε στην Κρήτη!!

«Ωραία πούναι τη Λαμπρή, που  δένουνε τις κούνιες!», μας λέει ένας Θερμιώτικος συρτός:
Μέσα στη κούνια κάθεται μια άσπρη περιστέρα
Κι ανοίγει τις φτερούγιες της για να μας κάνει αέρα.
Κουνήσου και λυγίσου να πέσουν τα άνθη σου
Να μαραθεί η καρδιά σου και το χειλάκι σου…

Από τα χρόνια της τουρκοκρατίας έρχονται και κάποια τραγούδια που τα χόρευαν ομαδικά τα «πασχαλιόημερα», χωρίς να αναφέρονται στη ίδια τη γιορτή του Πάσχα.
Στην Καλαμπάκα υπάρχουν πέντε – έξη που χορεύονται την «ασπροδευτέρα» ή «νιά Δευτέρα» και την «ασπροτρίτη» ή «νιά Τρίτη».

Στη δεύτερη Ανάσταση που γίνεται το απόγευμα της Κυριακής, δίνεται η ευκαιρία συμφιλιώσεων και αδελφικών ασπασμών.
Έθιμα εκεί είναι η λιτανεία των εικόνων και ο χορός. Στη Νάξο το λένε «Η ΄ύρα» (λείπει το ‘γ’  για να γίνει «γύρα»).


Στα χωριά της επαρχίας Φαναρίου (της σημερινής Ολυμπίας), μετά την ακολουθία της Αγάπης χορεύονται τα «Λαμπροκύριακα». Πρόκειται για πατροπαράδοτο έθιμο που συνδέεται με το εαρινό παλαιό του χορού της βροχής, η οποία  είναι… απαραίτητη τούτο τον καιρό. Κυκλώνουν την εκκλησία όλοι μαζί και χορεύουν, παρακαλώντας τον αναστάντα Χριστό να βρέξει για να «ψωμώσουν» τα στάρια, λέγοντας:

Μα ΄ρθαν τα Λαμπροκύριακα
Μα ΄ρθαν τα λαμπρογιόρτια.
Ας βρέξει ο Μάρτης δυό νερά
Κι ο Απρίλης πέντε – δέκα,
Να ιδείς τα κοντοκρίθαρα
Πώς καβαλάν τους φράχτες,

Να ιδείς και τις αρχόντισσες
Πώς τριπλοπροσκυνούνε…

Είναι να θαυμάζει κανείς το τι συντηρείται και ζει στα τραγούδια του λαού μας.
Στο παρακάτω ποιητικό κείμενο δίνουν το σύνθημα για την έναρξη του χορού της μεγάλης γιορτής, δυο «οφικκιάριοι»: Ο Πριμικύριος κι ο Οικονόμος. (Είναι τίτλοι και αξιώματα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οφύκκιο: Λατινικός όρος που σημαίνει τον εντεταλμένο και Οικονόμος από το νέμω τον Οίκο – αρχηγός του Οίκου. Πριμικύριοι ονομάζονταν στην επισκοπική Εκκλησία οι προκαθήμενοι).

Τούτη η μέρα σήμερα
πέφτει το χρόνο μια φορά.
Μοιάζεις που σέρνεις το χορό
σαν το πουλί στον Ουρανό.
Ο Πριμικύρης είπε ΄το..:
Γυναίκες – άντρες στο χορό.

Ακούστε το τι λέει ο νόμος
Θα χορέψει κι ο Οικονόμος!

Στα «νεότερα» της Θεσσαλίας:
Ηρθ΄η Λαμπρή κι η πασχαλιά
κι το Χριστός Ανέστη.
Μάνες στουλίζουν τα παιδιά
Κι πεθερές τις νύφες.

Στουλίζ΄ η χήρα και τον γιο τα
Να πά να μεταλάβει.
Τον ζήλεψε η γειτονιά,
τον ζήλεψε η χώρα.


Και από τα Καλάβρυτα δύο παραδοσιακά τραγούδια της «νιάς» εβδομάδας,

Τέτοια ώρα ήταν χτές,
τέτοια και παραπροχτές
που γινόνταν οι χοροί
διπλοτριπλογυριστοί.
Και στη μέση του χορού
σταυραητός καθότανε.
Στο Θεό ευχιότανε
και παρακαλιότανε:
Αναστημένε μου Χριστέ, άγιε και αληθινέ
Δός μου σήμερα φτερά
να χυθώ, να αρπάξω μια…

Σήμερα μέρα τ΄άϊ Γιωργιού,
σήμερα αλλάζει ο κόσμος.
Σήμερα στα Καλάβρυτα,
γίνεται πανηγύρι
Κι απ΄τα τραγούδια τα πολλά
και τα πολλά ντουφέκια,
λαβώσανε τη Γιανάκαινα
μες΄το δεξί της χέρι
και στο μικρό το δάχτυλο
πούχε την αρρεβώνα…

Στον Πύργο της Ηλείας χορεύουν και τραγουδούν:
Πυργιανός είν ο χορός
Πυργιανές χορεύουν μπρός
Και στη δίπλα του χορού
Πυργιανήν εφίλησα.
Κι ήταν ο άντρας της εκεί,
που της πήρα το φιλί…
Άντρα μου περίφανε
μή σου κακοφαίνεται.
Το φιλί δεν φαίνεται…!

Στην Κέρκυρα υπάρχει κάτι παράδοξο. Έχουμε ένα είδος «πασχαλινά κάλαντα»:
Απέρασ΄η σαρακοστή πούταν εφτά βδομάδες
Κι ήρθαμε να σας είπομε τόσες καλές γιορτάδες.
Απέρασ΄η σαρακοστή πούμαστε λυπημένοι.
Σήμερα γίνεται χαρά σ όλη την Οικουμένη.
Ανάσταση δοξάζουμε και το Θεό υμνούμε
Και το δεσπότη το Χριστό όλοι τον προσκυνούμε…

Στη Ρούμελη, ακούμε και τραγούδια του Αϊ Γιώργη. Όταν το Πάσχα πέσει πριν τη γιορτή του, γιορτάζεται κανονικά. Όταν όμως πέσει μετά το Πάσχα, τραγουδούν:

Τώρα Απρίλης κι Άνοιξη,
τώρα Χριστός Ανέστη
τώρα στολίζει ο θεός τη γη
με εννιά λογιώ λουλούδια.
Στολίζει εμένα η μάνα μου
με εννιά λογιώ αρμάτες.
Με έντυνε με στόλιζε
να πάω στο πανηγύρι.
Με στέλνει και στην εκκλησιά
τ΄αφέντη τ΄αϊ Γιώργη…

Στη Μακεδονία έχουν… προνοήσει  και για τους φυλακισμένους. Όχι μόνο για τους ελεύθερους. Να ένα λυπημένο τραγούδι της Λαμπρής:
Τίνος μανούλα θλίβεται, τίνος μανούλα κλαίει.
Του Ντούλα η μάνα θλίβεται, του Ντούλα η μάνα κλαίει.
Σήμερα Ντούλαμ΄πασχαλιά, σήμερα πανηγύρι.
Σήμερα αλλάζουν οι γαμπροί κι πεθερές τις νύφες
Και σύ Ντούλαμ΄στη φυλακή στα Λαρσινά μπουντρούμια…
Είναι βαριά τα σίδερα, βαριά βαλαντωμένα…

Έχουμε όμως και τα «ηρωικά», όπως είναι η «Αρκαδιανή», που ντύθηκε άνδρας, κλέφτης, για να πολεμήσει τους Τούρκους:

Ποιος είδε ψάρι στο βουνό και θάλασσα σπαρμένη
Ποιος είδε την Αρκαδιανή στα κλέφτικα ντυμένη.
Δώδεκα χρόνους έκανε η κόρη με τους κλέφτες.
Κανείς δεν την εγνώρισε πως ήταν κλεφτοπούλα…
Και μια Λαμπρή μια Κυριακή, μια  πίσημην ημέρα
Ρίχναν οι κλέφτες τα άρματα ρίχναν και το λιθάρι…
Το ρίχνουν τα κλεφτόπουλα, το πάν σαράντα χνάρια
Το ρίχνει κι η Αρκαδιανή, το πάει σαράντα πέντε…!

Και τέλος, ένα κρητικό τραγούδι της Λαμπρής:
Χριστός Ανέστη, κοπελιά
κι έλα να φιληθούμε.
Και βάστα ε στα χέρια σου
κλήμα, να βλογηθούμε…
(Όταν τα στέφανα τα φτιάχνανε από κλήματα…)

Και 10άδες, 100άδες μπορεί και 1000άδες τέτοια παραδοσιακά τραγούδια, σήμερα άγνωστα και ξεχασμένα.

Και όσο περνούν τα χρόνια, τα δημοτικά τραγούδια που ακούγονται και χορεύονται τις ημέρες αυτές περιορίζονται στα τέσσερα πέντε πασίγνωστα (και σίγουρα αξιόλογα) όπως πχ. «στου Παπαλάμπρου την αυλή» ή «ένας αητός καθότανε» ή στην «Ιτιά» τη… λουλουδιασμένη!

Τα δημοτικά τραγούδια από διάφορες περιοχές της Ελλάδας μεταφέρονται από γενιά σε γενιά, τραγουδιούνται και χορεύονται κυρίως σε γλέντια. Περιγράφουν πραγματικές ιστορίες που μπορεί να είναι το χρονικό μιας χαράς, μιας λύπης, ή ενός ήρωα.
Γι αυτό πολλοί τα χαρακτηρίζουν «εφημερίδες της εποχής».
Η Κυριακή του Πάσχα είναι μια ημέρα που γιορτάζεται με δημοτικά τραγούδια. Η παράδοση ξεκίνησε πριν από πολλά χρόνια, όταν οι κάτοικοι κάθε χωριού, μετά την εκκλησία συγκεντρώνονταν στο χοροστάσι και γλεντούσαν χορεύοντας και τραγουδώντας.
Η κάθε περιοχή έχει τα δικά της τραγούδια, υπάρχουν όμως ορισμένα που συγκαταλέγονται στα τραγούδια της Πασχαλιάς και ακούγονται κάθε χρόνο στο πασχαλινό γλέντι της Κυριακής….

Τα Πασχαλιάτικα της Δόμνας

Η σημαντική αυτή δισκογραφική δουλειά είναι ίσως το καλύτερο κλειδί για να κατανοήσει κανείς το βαθύτερο νόημα της ελληνικής πασχαλιάς, αφού συγκεντρώνει πολλά έθιμα της συγκεκριμένης εποχής του χρόνου, μαζί με τα τραγούδια και τα μουσικά κομμάτια που τα συνοδεύουν.
Το πρώτο CD περιέχει -μεταξύ άλλων- τελετουργικά τραγούδια της Σαρακοστής & το μοιρολόι της Παναγιάς από εννέα διαφορετικές περιοχές, ενώ το δεύτερο τα τραγούδια και τους χορούς που ακολουθούν την Ανάσταση.

Μπορείτε να περιηγηθείτε λεπτομέρειες στη συνέχεια, ακούγοντας τα τραγούδια (απόσπασμα)

Τα Τελετουργικά

1. Περάσαν οι Αποκριές
Στερεά Ελλάδα <|>
2. Τώρα ’ν’ αγιά Σαρακοστή
Μικρά Ασία <|>
3. Η Βγενούλα
Κυκλάδες <|>
4. Σταύρι σταύρι βότανε
Θεσσαλία <|>
5. Ζαφείρης
Ήπειρος <|>
6. Ήρθ’ ου Λάζαρους
Μακεδονία <|>
7. Άσπρο τραντάφυλλο φορώ
Μακεδονία <|>
8. Γραμματικός η κάθουνταν
Μακεδονία <|>
9. Βάγιες μου, Βαγίτσες μου
Μακεδονία <|>
10. Πού ’σαι Λάζαρε
Στερεά Ελλάδα <|>
11. Μεγάλη Δευτέρα – μεγάλη μαχαίρα <|>
12. Ήχοι απο την ακολουθία της Σταύρωσης τη Μεγάλη Πέμπτη
13. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Κύπρος)
Κύπρος <|>
14. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Θράκη)
Θράκη <|>
15. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Μαρμαράς)
Προποντίδα <|>
16. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Φούρνοι Ικαρίας)
Ανατολικό Αιγαίο <|>
17. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Φούρνοι Ικαρίας)
Ανατολικό Αιγαίο <|>
18. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Pεΐς Ντερέ)
Μικρά Ασία <|>
19. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Πόντος)
Πόντος <|>
20. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Mπαϊντίρι Μικράς Ασίας)
Μικρά Ασία <|>
21. Το μοιρολόι της Παναγιάς (Μυτιλήνη)
Ανατολικό Αιγαίο <|>
22. Ήχοι απο την ακολουθία της Ανάστασης
23. Δόξα να ’χει πάσα ημέρα Επτάνησα <|>
24. Χριστός Ανέστη μάτια μου
Μικρά Ασία <|>
25. Σήμερα Δέσπω μ’ Πασχαλιά
Μακεδονία <|>
26. Άκουσ’ ισύ προυτουσυρτή
Μακεδονία <|>
27. Λέιλαλιμ
Καππαδοκία / Ικόνιο <|>
28. Μέσα στην κούνια κάθεται
Κυκλάδες <|>
29. Τα ρουσάλια
Στερεά Ελλάδα


Τα Χορευτικά

  • 1. Σήμερα Xριστός Aνέστη
    Πελοπόννησος <|>
  • 2. Κάτω στον κάμπο τον πλατύ
    Πελοπόννησος <|>
  • 3. Τώρα τις Πασχαλιόημιρις
    Θράκη <|>
  • 4. Μαρία πάει για πασχαλιές
    Θράκη <|>
  • 5. Συγκαθιστός
    Θράκη <|>
  • 6. Εφτά βδομάδες έκανα
    Μικρά Ασία <|>
  • 7. Πάλι ν-εβγήκαν στο χορό
    Μικρά Ασία <|>
  • 8. Μάη μου με τα λούλουδα
    Προποντίδα <|>
  • 9. Καρσιλαμάς
    Μικρά Ασία <|>
  • 10. Πασχαλιάτικα δίστιχα
    Πόντος <|>
  • 11. Απρίλ’ Aπρίλη μ’ δροσερέ
    Στερεά Ελλάδα <|>
  • 12. Τώρα είν’ ο Μάης κι η άνοιξη
    Στερεά Ελλάδα <|>
  • 13. Πανηγυράκι γίνεται
    Στερεά Ελλάδα <|>
  • 14. Πασχαλιάτικες μαντινάδες
    Κρήτη <|>
  • 15. Γιε μου γιατί δε λούζεσαι
    Ήπειρος <|>
  • 16. Σήμερα Γιώργη μ’ Πασχαλιά
    Ήπειρος <|>
  • 17. Σαν τη Mεγάλην Πασχαλιά
    Δωδεκάνησα <|>
  • 18. Το τραγούδι του Aϊ-Γιώργη
    Σποράδες <|>
  • 19. Όλοι πάνε στην εκκλησά
    Στερεά Ελλάδα <|>
  • 20. Τα μελιτζανιά
    Κυκλάδες <|>
  • 21. Ανήμιρα την Πασχαλιά
    Μακεδονία <|>
  • 22. Ώρα καλή σου Πασχαλιά
    Μακεδονία <|>

Εισαγωγικό σημείωμα

Πάσχα των Ευαγγελίων και Λαμπρή των ποιητών.
Άνοιξη της ανθοφορίας και του λαμπρού φωτός, τότε που συντελείται η ανάσταση, η αναγέννηση – πιο συγκλονιστική απ’ την ίδια τη γέννηση, σε τούτους τους λαμπερούς μεσογειακούς τόπους όπου οι άνθρωποι επικίνδυνα ισορροπούν ανάμεσα στις χαρές της ζωής και στην επίγνωση της παντοδυναμίας του Χάρου.
<|>


«Έστησ’ ο έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη…»

Το εαρινό Πάσχα, «εορτή των εορτών και πανήγυρις των πανηγύρεων» για τους χριστιανούς της Ορθοδοξίας, κατέχει κεντρική θέση όχι μόνο στο εκκλησιαστικό αλλά και στο λαϊκό εορτολόγιο των Νεοελλήνων. Συμπίπτοντας χρονικά με την κορύφωση της άνοιξης, αποτελεί και το ίδιο κορύφωση του ανοιξιάτικου λατρευτικού κύκλου, προσλαμβάνοντας έναν ιδιαίτερο συμβολικό χαρακτήρα.
Οι γιορτές και οι τελετουργίες του κύκλου αυτού, πολυεπίπεδου και πολυσυλλεκτικού, συγχωνεύουν ποικίλα θρησκευτικά στοιχεία και λατρευτικές πρακτικές, που ανάγονται σε διάφορα πολιτισμικά στρώματα και διαφορετικό ιστορικό βάθος.
<|>


Οι χοροί

Ήρθαν τα Πασχαλόγιορτα, ήρθαν τα πανηγύρια
Τα χορευτικά δρώμενα του Καρναβαλιού δεν αποτελούν μόνο την κορύφωση του γλεντιού. Σηματοδοτούν παράλληλα την έναρξη της αποχής από τις διασκεδάσεις, μέχρι το Πάσχα. Σε πολλές περιοχές μετά τον εσπερινό, την Κυριακή της Τυροφάγου, ακολουθεί χορός γύρω ή μέσα στην εκκλησία, τον οποίο σέρνει ο παπάς του χωριού. Όπως λένε οι ντόπιοι, ο παπάς που «κλείνει το χορό τις Αποκριές για σαράντα μέρες, πρέπει να τον ξανανοίξει τη Λαμπρή».
<|>



Η άνοιξη –  το πέλαγος – ο Επιτάφιος –
το πρώτο χελιδόνι – 
ο ήλιος και η θάλασσα … η πρώτη Ανάσταση

Πάσχα, λοιπόν, σημαίνει “πέρασμα” και είναι από τις μεγαλύτερες γιορτές του Ιουδαϊσμού, που τότε έπεφτε στις 14 του μήνα Νισάν. Άνοιξη έγινε και η Έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Για μας τους Έλληνες το Πάσχα, μέχρι πρότινος, ήταν η περισυλλογή και όλα εκείνα τα “τότε”, μαζί και η “ιεροτελεστία… συλλογής εντοσθίων για τη μαγειρίτσα, το κοκορέτσι και το σπληνάντερο. Ήταν η σούβλα, το αρνάκι (και κατσίκι ή προβατίνα -το “χοντρό” που λέγαμε), το κόκκινο αυγό και το τσούγκρισμα. Ήταν ο «θόρυβος» (κατά περιοχές πραγματικός «πόλεμος»)  βεγγαλικών και  βαρελότων στη νεκρική σιωπή του χειμώνα, οι χαρούμενες κατακίτρινες μαργαρίτες και οι φλογερές παπαρούνες, που αντικαθιστούσαν τα μελαγχολικά, ρομαντικά κυκλάμινα. Ανάσταση και το ανθρώπινο το πάθος για ανάταση έντονο. Ακόμη, ήταν το φως της άνοιξης, τόσο δυνατό, που με ένα «βλέμμα» του χρωμάτιζε το σκούρο χρώμα που κυριαρχούσε τους χειμερινούς μήνες. Ήταν η νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο. Ήταν μέρες γιορτής, μέρες λαμπρής, μέρες στοργής. Τώρα τι είναι;


Πάσχα, σήμερα, που εξακολουθεί να είναι μια από τις μεγαλύτερες γιορτές της (ορθόδοξης -βασικά) Χριστιανοσύνης, αλλά και της εξαλλοσύνης και αλλοφροσύνης, …με,«πέρασμα»τα διόδια (κι ας έχουν περάσει τα τριώδια). Αν είναι να πας κάπου κοντά, τη βολεύεις … αν πρέπει να διαβείς το Ρουβίκωνα, το Ρίο, τη “gefyra” που λένε την έβαψες -δυο φορές και βάλε το κόστος του αρνιού. Τίποτε δε μας πτοεί, τίποτε δεν είναι ικανό να αναχαιτίσει τη διάθεσή μας για διαφυγή, για φυγή, για απόδραση, τίποτε δε μας χαλά την επιθυμία να το βάλουμε στα πόδια, αφήνοντας πίσω ακόμη και το Τσιπρέικο που μας άλλαξε τα φώτα και συνεχίζει απτόητο. Για κάποιους από μας -όλο και πιο λίγους όμως, η εξίσωση παραμένει κάπως έτσι… πέρασμα” +”άνοιξη= έξοδος!, καθόλου επική και λυρική, όπως εκείνη των Ισραηλιτών, αλλά μαρτυρική και μποτιλιαρισμένη.  Φορτώνουμε το γιωταχί και ξεκινάμε για το δικό μας, σύγχρονο Γολγοθά, στις πάλαι ποτέ Εθνικές και νυν ΠΑΘΕ

Δύναμη ζωής

Ναι, οι περισσότεροι έφυγαν, αλλά πάντα θα μείνουν μερικοί, έτσι για να φυλάνε «Θερμοπύλες», ανάμεσά τους και εμείς, που, τελευταία, η απόφασή μας για (μη) μετακίνηση… είναι αμετακίνητη. Όσοι έχουμε αυλή, ταράτσα ή κάτι που μας επιτρέπει να αναβιώσουμε (τρόπος του λέγειν) αυτά που κάποτε ήταν τρόπος ζωής πάει καλά. Οι υπόλοιποι, ανατρέχουμε νοερά σε άλλους τόπους, που κι αυτοί μπορεί να έγιναν βορά της “εξέλιξης”. Το βιβλίο Γιορτές – έθιμα & τα τραγούδια τους γράφει κάπου: «Όταν χορεύει ο Θράκας, γίνεται πραγματικά ένθεος. Αλλοπαίρνεται. Πάει σε άλλους τόπους»”... Η Σαρακοστή, λοιπόν, που καθήλωσε τον Θράκα, που τον ανάγκασε να απομακρυνθεί από τη θεϊκή εκτόνωσή του, το χορό, πέρασε. Και έρχεται τώρα το Πάσχα και ξαναβρίσκει τον μελωδικό, ρυθμικό,  κινητικό και ευλύγιστο εαυτό του. Είναι Πάσχα!, χορεύει και τραγουδά κι αυτό του φτάνει. Δε γιορτάζει με ιδιαίτερο τρόπο, χορεύει, με τρόπο, διαφορετικό, ξεχωριστό. Πλέκει τη χαρά με τη θλίψη, υφαίνει, θα λέγαμε, τη μελαγχολία με την ευθυμία του και τις κάνει νότες, τις μεταμορφώνει σε κίνηση (με κάθε επιφύλαξη αν θα συμβούν αυτά φέτος, που μαζί με την παραδοσιακή “θράκα” από κληματόβεργα -είδος σε ανεπάρκεια πια μπορεί να μπήκαν στο χρονοντούλαπο και οι Θράκες του βιβλίου)


Η γυναίκα με τη Ρόκα

Στην Πιερία, στο Μοσχοπόταμο και σε πολλά γειτονικά χωριά, την Τρίτη του Πάσχα γίνεται ένα πανηγύρι με κεντρικές ηρωίδες τις γυναίκες. Πρόσωπα ευχάριστα, νεανικά ή κουρασμένα και ηλικιωμένα κυριαρχούν στη γιορτή. Νωρίς το απόγευμα, οι νέοι του χωριού συγκεντρώνονται στην πλατεία και χορεύουν με τους ήχους των οργάνων, χωρίς να λέγεται κανένα τραγούδι. Μετά αποχωρούν γιατί οι πιο ώριμοι καταφτάνουν και εκείνοι ζητούν, όπως είναι φυσικό, άλλωστε, κάτι συγκεκριμένο. Ένα τραγούδι: ένα τραγούδι που καλεί τις γυναίκες να εμφανίζονται διακριτικά, αμέσως μετά αποφασιστικά για να σπάσουν την ανδρική ομοιομορφία. Σε κάποια στιγμή εμφανίζεται μια σεβάσμια ηλικιωμένη που κρατά τη ρόκα με την τουλούπα από μπαμπάκι περασμένη επάνω της, τη ρόκα που έχουν φτιάξει νωρίτερα οι άνδρες του χωριού. Εκείνη, στητή σαν κυπαρίσσι, γερασμένη, αλλά αγέρωχη και ακούραστη περπατά ρυθμικά και τραγουδά: “Μι βλέπετε πιδάκια μου/ πώς γνέθω ιγώ τη Ρόκα; Σι βλέπουμε Μανούλα μου/ πως μας πονάς κι γνέθεις”. Σε λίγο, η Ρόκα θα φλογιστεί και οι άνδρες, τάχατες, φοβισμένοι θα το βάλουν στα πόδια και η “γυναίκα με τη Ρόκα” θα τους κυνηγήσει…

Πως να ΄ναι άραγε η αγέρωχη μάνα; Μοιάζει καθόλου με εκείνη τη γυναίκα με την κασόνα “ζαλίγκα“ του φωτογράφου της Αντίστασης Σπ. Μελετζή;

Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου,
σκύβω το κεφάλι στα μαρτύριά σου
και θαυμάζω λαέ μου τα έργα σου.
Ματώνεις τη σκέψη σου,
ματώνεις τα νύχια σου λαέ μου
για να βγάλεις τον άρτο τον επιούσιο.
(στιχουργός Μιχάλης Σταυρακάκης)

Ευχόμαστε: Χρόνια Πολλά- Γεροί και Δυνατοί

Χρόνια Πολλά με υγεία και δύναμη, με την ευχή ο λαός μας να βγει όρθιος και δυνατός απ’ αυτή την περιπέτεια, όρθιος και δυνατός για να ζήσει τη δική του Ανάσταση, που μπορεί να έρθει αν αποφασίσει να απαλλαγεί από το Γολγοθά ενός συστήματος, που έχει σε μόνιμη καραντίνα τη ζωή του, τα δικαιώματά του.