01 Δεκεμβρίου 2024

Κυκλοφορεί η ατζέντα της ΟΓΕ 2025 _Γυναίκα & Τέχνη

                           (εισαγωγικά)
Αγαπητή φίλη,
Ξεκινάμε τη φετινή περιπλάνησή μας στον τόπο και το χρόνο εστιάζοντας στο θέατρο, με τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που το διαμόρφωσαν και καθόρισαν την εξέλιξή του να βρίσκονται στο επίκεντρο της αναζήτησης μας. Όπως πάντα, το βλέμμα μας είναι στραμμένο στις γυναίκες και στην αποκάλυψη της κοινωνικής της θέσης μέσα από την τέχνη αλλά και στα πλαίσια της δημιουργίας και άσκησης της.

Δουλειά του θεάτρου, που του προσδίδει και το ιδιαίτερο κύρος του, είναι η ψυχαγωγία των ανθρώπων, ενώ η αφετηρία και η βάση του είναι «η ποίηση και η μαγεία...» __γιατί «...χωρίς αυτά δεν υπάρχει θέατρο» (Κάρολος Κουν).
«Τούτοι που έπαιζαν... όλοι ήταν πνεύματα και λιώσανε, γίναν αέρας, αέρας διάφανος... είμαστε απ' την ύλη που ναι φτιαγμένα τα όνειρα και τη ζωούλα μας την περιβάλει ολόγυρα ύπνος...». Έτσι περιγράφει ο Σαίξπηρ το τέλος του «ονείρου» μια θεατρική παράσταση, που το άρωμά της ξεθυμαίνει γρήγορα, είναι όμως τόσο μεθυστικό...

Από την αφιερωμένη στην όπερα ενότητα
🔸🔸🔸🔸🔸🔸

«Πρέπει να επιτρέψουμε στο θέατρο να μείνει κάτι το περιττό, που σημαίνει βέβαια ότι γι' αυτό το περιττό ζούμε...» λέει ο Μπρεχτ που, ταυτόχρονα, επισημαίνει ότι «Σ' αυτή την εποχή των αποφάσεων πρέπει ακόμη και η τέχνη ν' αποφασίσει... Μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους σε παραλήρημα, σε αυταπάτη και σε φαντασιώσεις, όπως και μπορεί να τους οδηγήσει στην πραγματικότητα. Μπορεί να μεγαλώσει την άγνοια, όπως μπορεί να μεγαλώσει και τη γνώση».
Γι΄ αυτό, με σύντροφο την τέχνη που πηγαίνει με το μέρος των πολλών, εναποθέτοντας τη μοίρα τους στα ίδια τους τα χέρια, βρισκόμαστε ανυποχώρητα στις επάλξεις του αγώνα, μαθαίνοντας από το χθες, παρεμβαίνοντας στο σήμερα, παλεύοντας συλλογικά για ένα καλύτερο αύριο...

Τα κείμενα ακολουθούν την ιστορική διαδρομή, όπως αποτυπώνονται στο βιβλίο της Phyllis Hartnoll “η ιστορία του θεάτρου”

σσ.
Υποκριτική, σκηνοθεσία, , αρχιτεκτονική και σχέδιο θεάτρου, η εκπληκτική εξέλιξη της δραματικής λογοτεχνίας - εδώ είναι μια ιστορία που αγκαλιάζει και πλούσια εικονογραφημένα, παγκόσμια σε εμβέλεια και που κυμαίνεται από την αρχαία αρχή του θεάτρου μέχρι τη συναρπαστική ποικιλία των μορφών που έχει ληφθεί στην εποχή μας. Η
Phyllis Hartnoll, η συγγραφέας του βιβλίου, ήταν συντάκτρια του Oxford Companion to the Theatre και γνωστή αυθεντία στην ιστορία του θεάτρου. Για αυτήν την τέταρτη έκδοση, ο Enoch Brater - ειδικός στο σύγχρονο και σύγχρονο δράμα, έχει αναθεωρήσει και επεκτείνει το τελευταίο κεφάλαιο. Ερευνά την περφόρμανς, το πολιτικό θέατρο, τα νέα είδη, τις ζωντανές εκπομπές και τα εξωφρενικά θεάματα, προβάλλοντας τη συνεχή και δυναμική εξέλιξη της σκηνικής παράστασης, από κλασικά που επινοήθηκαν εκ νέου έως πρωτοποριακά νέα έργα. (Από τον εκδότη) ISBN13 _9780500204092_ Εκδότης Thames & Hudson _ Σεπτ 2012 _ Αριθμός σελίδων 312 \ 22Χ15

Διθύραμβος,
που τον τραγουδούσαν
γύρω από τον βωμό
του Διονύσου.

0ι διθύραμβοι ερμηνεύονταν από ένα χορό πενήντα ανδρών (πέντε για καθεμιά από τις δέκα φυλές της Αττικής). Η απλή αυτή πράξη λατρείας μετεξελίχθηκε στην αρχαία τραγωδία, αλλά η πορεία της ως την τελική φάση δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια. Το σημαντικότερο για την ιστορία του θεάτρου ήταν η διεύρυνση στο περιεχόμενο του διθύραμβου, ώστε να περιλαμβάνει ιστορίες για τους ημίθεους και τους ήρωες (μυθολογικούς προγόνους των Ελλήνων και των συγγενικών λαών), ενώ αρχικά πραγματευόταν αποκλειστικά τη ζωή και τη λατρεία του Διονύσου. Η τιμή της πατρότητας του θεάτρου -παρότι πρόκειται για συλλογική δραστηριότητα- αποδόθηκε στον Θέσπι, αρχηγό ενός διθυραμβικού χορού, που έκανε το όνομά του συνώνυμο με την τέχνη της ερμηνείας (θέσπια τέχνη) και με την ονομασία του θεατρικού κοστουμιού (θέσπιος χιτών). Λέγεται ότι ο Θέσπις, ταξίδεψε από τη γενέτειρά του (Ικαρία), κουβαλώντας τις αποσκευές του πάνω σ' ένα κάρο, το πίσω μέρος και το πάτωμα του οποίου μπορούσαν να μετατρέπονται σε αυτοσχέδια σκηνή (Άρμα Θέσπιδος). Αποσπώντας τον εαυτό του από το σύνολο του χορού και ανοίγοντας διάλογο μαζί του, έγινε το πρώτο μη μυημένο πρόσωπο που τόλμησε να υποδυθεί θεό ή ήρωα. Ουσιαστικά, υπήρξε ο πρώτος «θιασάρχης» αλλά και ο πρώτος «ηθοποιός». Έφτασε, κάποτε, περιπλανώμενος από γιορτή σε γιορτή και στην Αθήνα και κέρδισε με την αξία του ένα βραβείο στις πρόσφατα καθιερωμένες γιορτές (τα Μεγάλα Διονύσια). 

Οι γυναίκες
στο αρχαίο ελληνικό δράμα

Οι καλές ή οι κακές πράξεις των ηρώων και ημίθεων που πρωταγωνιστούσαν στο αρχαίο δράμα, οι πόλεμοι, οι έχθρες, οι γάμοι και οι μοιχείες τους, τα πεπρωμένα των παιδιών τους, που τόσο συχνά πλήρωναν για τιε αμαρτίες των γονιών, αποτελούν ανεξάντλητη πηγή δραματικής έντασης διεγείροντας το συγκρουσιακό στοιχείο ανάμεσα στους ανθρώπους και τους θεούς, το καλό και το κακό, τα παιδιά και τους γονείς, το καθήκον και την ανθρώπινη φύση. Οι υποθέσεις των έργων ήταν ήδη πολύ γνωστές στο κοινό. Αποτελούσαν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς του, ενώ πολλές αναφέρονταν στους ομηρικούς χρόνους. Έτσι, το ενδιαφέρον του κοινού δεν στρεφόταν τόσο στην «υπόθεση», όσο στον τρόπο που είχε διαλέξει ο δραματουργός να την πραγματευτεί, στην ποιότητα των ερμηνειών και την επίδοση του χορού στην όρχηση.

Εύλογα γεννιέται το ερώτημα για ποιο λόγο οι τραγικοί ποιητές στράφηκαν σε γυναικεία πρόσωπα, εμπνεύστηκαν από γυναικείες προσωπικότητες, δίνοντάς τους φωνή και οντότητα σε μια εποχή που η θέση τηε γυναίκας ήταν απαξιωμένη και η ίδια η γυναίκα ήταν σε μεγάλο βαθμό αποστασιοποιημένη από κάθε πλευρά της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της πόλης των Αθηνών.

Αντλώντας το υλικό των έργων τους από το έπος, οι ποιητές πήραν από αυτό και την τέχνη να πλάθουν πρόσωπα και εικόνες που μπορούσαν να συγκινήσουν. Το έπος αφηγείται, η τραγωδία παριστάνει. Επομένως, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι, αν η τελετή διαμόρφωσε το τραγικό είδος, η επίδραση του έπους ήταν εκείνη που ανέδειξε την τραγωδία σε λογοτεχνικό είδος.                         

Από την αφιερωμένη στην όπερα ενότητα

 🔸🔸🔸🔸🔸🔸

Οι ρόλοι
που δεν έπαιξαν στην κωμωδία ...

Οι γιορτές για τις οποίες γραφτήκαν όλα τα σωζόμενα αρχαία ελληνικά έργα (και πλήθος άλλων που δεν σώζονται) ήταν τα εν Άστει ή Μεγάλα Διονύσια. Πραγματοποιούνταν στην Αθήνα κάθε Απρίλη και τα παρακολουθούσαν όχι μόνο οι Αθηναίοι πολίτες και επίσημοι εκπρόσωποι από τις ομόσπονδες και συμμαχικές πολιτείες. Η συμμετοχή των πολιτών, είτε ως ενεργά μέλη είτε ως απλοί θεατές, ήταν αθρόα, αφορούσε όμως κυρίως στον ανδρικό πληθυσμό, εφόσον στους άνδρες αποδιδόταν η έννοια του όρου πολίτης.

Είναι γνωστό ότι δεν επιτρεπόταν στις γυναίκες να συμμετέχουν στο αρχαίο δράμα ως ηθοποιοί. Όλοι οι ρόλοι ερμηνεύονταν αποκλειστικά από άνδρες, εξάλλου το πιο σημαντικό στοιχείο στα κοστούμια ήταν η μάσκα, που λέγεται ότι ήταν επινόηση του Θέσπι. Κατασκευασμένη από λεπτό ξύλο, φελλό ή ήινό, έδινε τη δυνατότητα στους τρεις ηθοποιούς της τραγωδίας να παίζουν αρκετούς ρόλους ο καθένας. Η κάθε μάσκα -πάνω από 30 τύποι- δήλωνε όχι μονάχα την ηλικία, την κατάσταση και το φύλο του χαρακτήρα, αλλά και το κυρίαρχο συναίσθημα που τον κατείχε (τρόμος, οργή, μίσος, απελπισία)... Έτσι οι γυναίκες, ακόμα και στα έργα του Ευριπίδη, που συχνά αποτελούν μελέτες διανοητικών καταστάσεων με ιδιαίτερη έμφαση στα προβλήματα της γυναικείας ψυχολογίας, δεν εκπροσώπησαν ποτέ το φύλο τους επί σκηνής.

Όχι μόνο δεν έπαιζαν οι γυναίκες, αλλά στην πλειονότητά τους ούτε καν παρακολουθούσαν ως θεατές. Σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία, δεν αποκλείεται ένας περιορισμένος αριθμός γυναικών να παρευρισκόταν στο κοίλο. Ωστόσο, αν εξαιρέσουμε μία ιέρεια της θεάς Αθηνάς, ο θρόνος της οποίας σώζεται στην πρώτη σειρά των εδωλίων στο θέατρο του Διονύσου, η παρουσία τους αμφισβητείται. Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι άνδρες δεν πήγαιναν στο θέατρο συνοδεύοντας τις συζύγους τους, όπως γινόταν στην αρχαία Ρώμη. Αν κάποιες γυναίκες ήταν παρούσες, κάθονταν πίσω ή ίσως στα πλάγια του κοίλου, με την παρουσία τους να είναι σχεδόν περιθωριακή.

Οι γυναίκες στην κλασσική Αθήνα

Στη δουλοκτητική κοινωνία του 5ου πΧ.. αιώνα (τον λεγόμενο και «χρυσό» αιώνα του Περικλή), η θέση της Αθηναίας γυναίκας δεν είναι ζηλευτή. Μετά την ολοσχερή καταστροφή της Αθήνας από τους Πέρσες (480 πΧ.) και την αναγκαστική εγκατάλειψή της, η πόλη ανοικοδομείται. Καταφέρνει να ξεπεράσει κάθε προσδοκία και εξελίσσεται σε κέντρο πολιτισμού, όπου αναπτύσσονται οι τέχνες και τα γράμματα.

Στην καινούργια Αθήνα που λάμπει, οι «ευυπόληπτες» σύζυγοι των δουλοκτητών ζουν σε αξιοπρεπή αφάνεια. Απομονωμένες στον γυναικωνίτη, βγαίνουν μόνο για να πάρουν μέρος σε θρησκευτικές γιορτές, συνοδευόμενες από στενό συγγενή τους. Τα κορίτσια διδάσκονται κατ' οίκον από τη μητέρα τους και μαθαίνουν μόνο όσα χρειάζονται για να φροντίζουν, ως μελλοντικές σύζυγοι, το σπίτι και να επιβλέπουν τους δούλους. Η διαδικασία επιλογής συζύγου για τα κορίτσια (στα 14 με 15 χρόνια τους), μια κοινωνική και οικονομική σύμβαση ανάμεσα στον πατέρα ή τον κηδεμόνα και τον υποψήφιο σύζυγο, εξαρτά τη σύναψη του γάμου από τη θέση και την καταγωγή των πιθανών συζύγων. Σκοπός του γάμου: η απόκτηση νόμιμων αρσενικών κληρονόμων, για να διαχειριστούν την πατρική περιουσία και να εξασφαλίσουν την διαιώνιση του οίκου και τη λατρεία των προγόνων. Έτσι περιορισμένη και απομονωμένη έζησε στους κλασικούς χρόνους η Αθηναία σύζυγος του δουλοκτήτη, αφού οι κυριότερες αρετές που έπρεπε να έχει ήταν να περνά απαρατήρητη και να σιωπά.

Οπωσδήποτε, οι ελεύθερες γυναίκες των οικονομικά και κοινωνικά κατώτερων τάξεων ήταν, εκ των πραγμάτων, υποχρεωμένες να βγαίνουν. Δεν διέθεταν δούλους και συχνά αναγκάζονταν να εργάζονται εκτός σπιτιού, αν οι άνδρες τους δεν κατάφερναν να εξασφαλίσουν την επιβίωση της οικογένειας. Συνήθως κατέφευγαν στο επάγγελμα του μικροπωλητή (είτε προϊόντων που κατασκεύαζαν οι ίδιες είτε κηπευτικών που καλλιεργούσαν μόνες τους). Δεν έλειπαν και οι ταβερνιάρισσες, οι μαίες, οι υφάντριες.

Η «μεταμόρφωσή» της δεν μένει χωρίς συνέπειες, εφόσον ο θάνατος συχνά είναι η κατάδειξή της. 0 γυναικείος θάνατος, με τη μορφή τη αυτοθυσίας ή της αυτοκτονίας, δραματοποιεί και συμπυκνώνει όλες τις στιγμές μιας ιστορίας. Οι γυναίκες της τραγωδίας σφραγίζουν με πολύμορφη τραγικότητα τα έργα των ποιητών. Είτε εκφράζουν το κοινωνικά αποδεκτό και επιδοκιμαζόμενο πρότυπο είτε τις μοναχικές προσπάθειες κάποιων από αυτές να απαλλαγούν από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των επιταγών της δουλοκτητικής κοινωνίας που εξυπηρετείται από τον μονοδιάστατο κοινωνικό τους ρόλο.

·       Η Αντιγόνη (Σοφοκλής) επιλέγει με αυτοθυσία να εναντιωθεί στην εξουσία του Κρέοντα (ο οποίος τη θεωρεί -όπως όλες τις γυναίκες- χωράφι για όργωμα!), υπερασπιζόμενη τους άγραφους θεϊκούς νόμους και την αφοσίωση στην οικογένεια.

·       Οι Δαναΐδες καταφεύγουν στο Αργος ως Ικέτιδες (Αισχύλος) για να αποφύγουν τον αιμομικτικό γάμο με τους εξαδέλφους τους, αρνούμενες να αποδεχτούν τα κυρίαρχα ήθη που επέβαλλαν στις γυναίκες συζεύξεις συμφέροντος, χωρίς τη θέλησή τους.

·       Η Μήδεια (Ευριπίδης), έστω και με την ακραία και ολέθρια πράξη της παιδοκτονίας, αμφισβητεί ευθέως τον μοναδικό τρόπο καταξίωσης των γυναικών στη δουλοκτητική κοινωνία της εποχής της -την «παραγωγή» αρσενικών παιδιών ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια της γενιάς και η μεταβίβαση της περιουσίας του δουλοκτήτη στα αδιαμφισβήτητα τέκνα του.


Το θέατρο στο Μεσαίωνα

Ένας “φοίνικας”
ξαναγεννιέται από τις στάχτες του

Σταδιακά, οι λαμπρές μέρες του αρχαίου ελληνικού δράματος πέρασαν.Κυριάρχησε η Νέα Κωμωδία, αλλά ο μόνος αξιόλογος συγγραφέας της εποχής ήταν ο Μένανδρος (περίπου 342 - 292 πΧ.). Σαφώς διαφορετικό από την Αρχαία, κατανοητό και εύπεπτο (έχοντας χάσει όλα τα ίχνη της θρησκευτικής καταγωγής του), ήταν το είδος με το οποίο ήρθαν σ' επαφή οι Ρωμαίοι όταν άρχισαν να επεκτείνουν την αυτοκρατορία τους προς τα νότια μέρη της Αρχαίας Ελλάδας. Το μετέφεραν στην Ιταλία (όπου υπέστη σημαντικές αλλαγές) κι έφτασε στην ακμή του με τα έργα του Πλούτου και του Τερέντιου.

Από τους πρώτους κιόλας αιώνες της καινούργιας εποχής, ρωμαϊκά θέατρα είχαν χτιστεί σε Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, ακόμη και στις αποικίες της Β. Αφρικής. Διέθεταν αυλαία, στέγαστρα για τους θεατές, οπωροπωλητές και, στις ζεστές μέρες …καταβρεχτήρες με αρωματισμένο νερό. Όλα αυτά δεν ήταν παρά ένα πολυτελές σάβανο που κάλυπτε μια τέχνη ψυχορραγούσα. Οι θεατρικές παραστάσεις διατήρησαν μέρος της αίγλης τους στη Δημοκρατική Ρώμη, μα στην περίοδο της Αυτοκρατορίας κατάντησαν μια σχεδόν χυδαία εκδήλωση προορισμένη για την ψυχαγωγία του όχλου. Έφτασε κι ο καιρός που απαγορεύτηκαν εντελώς, αφού από τη Ρώμη η φθορά προχώρησε και στο Βυζάντιο, όπου τραγωδία και κωμωδία ζουν πλέον μόνο στη σχολική αναγνωστική παράδοση.

Τέχνη και ιερατείο αρχίζουν ένα μεγάλο πόλεμό. Βιβλία καίγονται αι κτίρια γκρεμίζονται. Η εκκλησία επιτίθεται στο θέατρο με τις διάφορες απαγορεύσεις που θέτει κατά την Έκτη Οικουμενική Σύνοδο, απαγορεύοντας ακόμα και την απλή μετάβαση όχι μονά των κληρικών αλλά και των λαϊκών στα κοσμικά θέματα με την απειλή του αφορισμού.

Το λειτουργικό δράμα

Για μεγάλο χρονικό διάστημα ο θεατρικός ιστός φαίνεται να έχει κοπεί. Επειδή όμως σε όλη την ιστορία του θεάτρου πουθενά δεν υπάρχει συντριπτικό κάταγμα στην ακολουθία της εξέλιξης, ανάμεσα στην παρακμή μίας φόρμας στη θεατρική παρουσίαση και στην ακμή μιας άλλης διαφορετικής, πρέπει να υπάρχει κάποια σχέση - ένα, έστω υπόγειο, ρεύμα για να μεταφέρει τα βασικά στοιχεία της συγκεκριμένης θεατρικής τέχνης από τη μια εποχή στην άλλη.

Μετά την εξαφάνιση του κλασικού δράματος, ήρθε η εποχή του Λειτουργικού ή Εκκλησιαστικού της Δυτικής Ευρώπης. Το δράμα, τόσο αυστηρά απαγορευμένο στους χριστιανούς (μάλιστα από ανθρώπους σαν τον Αυγουστίνο που πριν προσχωρήσουν στη νέα πίστη το απολάμβαναν!), ξεπήδησε μέσα από τους κόλπους της ίδιας της χριστιανικής λατρείας. Όπως το αρχαίο ελληνικό δράμα προέκυψε από τη λατρεία του Διονύσου, το μεσαιωνικό λειτουργικό δράμα αναδύθηκε από τη χριστιανική λειτουργία (ιδιαίτερα της γιορτής του Πάσχα). Με διαδικασία αργή και καθόλου ομαλή -η Εκκλησία αλλού ήταν ριζοσπαστικότερη, αλλού συντηρητικότερη- προβάλλει ένα καθαρό πρότυπο σαφούς εξέλιξης από μια απλή λατρευτική πράξη σε τελετουργικό κλίμα προς μια πλήρη αναπαράσταση της ζωής του Χριστού (στα λατινικά και με χρήση ολόκληρου του εκκλησιαστικού χώρου).

Λειτουργικά έργα εμφανίστηκαν σε όλη την Ευρώπη –mystery plays (Αγγλία), mystères (Γαλλία), sacre rappresentazioni (Ιταλία), autos sacramentos (Ισπανία), geistspiele (γερμανόφωνες χώρες). Κι όπως ο διθύραμβος είχε διευρυνθεί με ιστορίες θεών και ηρώων, έτσι και το λειτουργικό δράμα συμπεριέλαβε προγενέστερες και μεταγενέστερες σκηνές από τη Βίβλο, βίους αγίων και μαρτύρων. Όταν προστέθηκαν περισσότερα περιστατικά, δόθηκε η άδεια, μαζί με τους ιερείς και τα παπαδοπαίδια για τους οποίους γράφτηκαν τα πρώτα έργα, να εμφανίζονται και μη εκκλησιαστικά πρόσωπα, ακόμα όμως όχι γυναίκες.

Το μεσαιωνικό έργο συνδύαζε τραγικά και κωμικά στοιχεία. Στους κωμικούς χαρακτήρες (που αποτελούν ίσως ένα συνδετικό κρίκο με το μακρινό παρελθόν του θεάτρου) συγκαταλέγονταν οι βοσκοί της Γέννησης, ο εξοργισμένος Ηρώδης, η γυναίκα του Νώε, αλλά και ο ίδιος ο Σατανάς με την ακολουθία του από διαβόλους!

Οι μεσαιωνικές γυναίκες στο Θέατρο

Αρκετά μοναστήρια αναδείχτηκαν σε φυτώρια καλλιτεχνικής δημιουργίας από γυναίκες που, σε κοσμικό περιβάλλον, θα μαράζωναν περιορισμένες στα στενά πλαίσια του ασφυκτικού γάμου της φεουδαρχικής κοινωνίας.

Τον 10ο μΧ. αιώνα, η διάσημη μοναχή του Γκάντερσχάιμ HroswitaRoswita), παίρνοντας τον Τερέντιο σαν υπόδειγμα, έγραψε δραματοποιημένους βίους αγίων, αν και μάλλον χωρίς να υπολογίζει στη σκηνική τους παρουσίαση. Η γερμανίδα μοναχή Χίλντεγκαρντ φον Μπίνγκεν (1098-1179) υπήρξε φιλόσοφος, συγγραφέας, αλλά και συνθέτης. Συνέθεσε 77 εκκλησιαστικούς ύμνους, ένα θρησκευτικό θεατρικό έργο με μουσική (Ordo Virtutum -Το παιχνίδι των αρετών _σσ. ένα αλληγορικό ηθικό έργο, ή ιερό μουσικό δράμα της, που συντέθηκε γύρω στο 1151, κατά την κατασκευή και μετεγκατάσταση του Αβαείου της στο Ρούπερτσμπεργκ), καθώς και τα παλαιοτέρα σωζόμενα ιντερλούδια. Με εξαιρετικά πρωτότυπους στίχους και μελωδίες, ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που κατά τον 12ο αιώνα συνέθεσε σε ελεύθερο στίχο. Η Katherine του Sutton, Βενεδικτίνα μοναχή και ηγουμένη του Barking, κατά τη διάρκεια της θητείας της, σκηνοθέτησε τρία τραγουδισμένα λατινικά λειτουργικά δράματα που παίχτηκαν στο Barking Abbey προς τα τέλη του 14ου αιώνα. Τα έργα είναι σημαντικά επειδή, εκτός των άλλων, παρουσιάζουν μοναχές που παίζουν ανδρικούς χαραχτήρες.

Οι γυναικείες παραγωγές που έγιναν αποκλειστικά ή εν μέρει σε ορισμένα μοναστήρια είναι ως σήμερα τομέας υπομελετημένος και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

Φαίνεται πως οι μεσαιωνικές γυναίκες δεν ήταν μόνο συγγραφείς αλλά και ηθοποιοί, σκηνοθέτες, ενδυματολόγοι. Τα μοναστήρια τους παρείχαν τον χώρο, ενώ μερικές φορές συνέβαλλαν και λαϊκές γυναίκες. Διερευνάται μάλιστα η συμμετοχή των γυναικών στο δράμα και έξω από τα μοναστήρια. Αν και υπάρχει μόνο ένα εξακριβωμένο παράδειγμα γυναικών που σχετίζονται με μια παραγωγή του Κόρπους Κρίστι (Αγγλία), άλλα αποσπασματικά στοιχεία υποδηλώνουν συμμετοχή τους σε μια σειρά δραματοποιημένων μορφών (βίοι αγίων, ιντερμέδια κ.α.).

 

Επαγγελματικό
και ερασιτεχνικό θέατρο

Τι κάνει το ερασιτεχνικό θέατρο να ξεχωρίζει από το επαγγελματικό;... Και τα δύο έχουν σκοπό να παίξουν μια ιστορία μπροστά σ' ένα κοινό και πάνω σε μια σκηνή. Και τα δύο χρειάζονται σκηνοθέτη. Ωστόσο, ο σκηνοθέτης του ερασιτεχνικού θιάσου, επαγγελματίας ή ερασιτέχνης, δεν έχει να κάνει μ' επαγγελματίες ηθοποιούς. Ο ερασιτέχνης ηθοποιός -όσο ταλαντούχος και αν είναι— μπορεί να μην διαθέτει ούτε κατάρτιση ούτε επαγγελματική πείρα, τουλάχιστον στην αρχή.

Μια άλλη μεγάλη διαφορά είναι ότι το ερασιτεχνικό θέατρο στηρίζεται πιο πολύ στην έννοια της ομάδας, παρά σε ένα εξειδικευμένο καστ. Άρα η καλλιτεχνική τελειότητα δεν είναι ο κυριότερος σκοπός, και σίγουρα δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ερασιτεχνικό θέατρο είναι κατώτερο από το επαγγελματικό! Είναι απλώς διαφορετικό, γιατί διαφορετικά είναι τα στοιχεία που το προσδιορίζουν. 

Ερασιτέχνες και επαγγελματίες

Το γεγονός ότι οι ερασιτέχνες ηθοποιοί ζουν καθημερινά την κοινωνική πραγματικότητα μπορεί να δώσει φυσικότητα και ζωντάνια στη σκηνική τους παρουσία. Από την άλλη μεριά, κάθε καινούργιος ερασιτέχνης κουβαλάει μαζί του «προβλήματα» (μπορεί να μην είναι ελεύθερος στις κινήσεις του, να μιλάει μονότονα ή να τραυλίζει κλπ). Αυτά όμως παραμένουν «προβλήματα» αν δεν ληφθούν υπόψη τα ειδικά πλεονεκτήματα του ερασιτεχνικού θεάτρου, αν γίνει ουρά του επαγγελματικού. Το σπουδαιότερο από τα πλεονεκτήματα του ερασιτεχνικού θεάτρου είναι ότι δίνει τη δυνατότητα στους ερασιτέχνες ηθοποιούς να αναπαραστήσουν επί σκηνής την κοινωνική πραγματικότητα όπως την βιώνουν οι ίδιοι. 

Ένα από τα προβλήματα που όχι σπάνια «μεταφυτεύονται» από το επαγγελματικό θέατρο στο ερασιτεχνικό, έχει να κάνει με την ατομική και την καλλιτεχνική ανάπτυξη του ηθοποιού. Η συνεχής προβολή του πάνω στη σκηνή, το γεγονός ότι «βρίσκεται πιο ψηλά» -με την πραγματική έννοια του όρου- καταλήγει συχνά στη δημιουργία αυτού που λέμε «σκηνική προσωπικότητα», που δεν ταυτίζεται με την πραγματική προσωπικότητα παρά μονάχα σε σπάνιες κι ιδιαίτερες περιπτώσεις, και η οποία τις περισσότερες φορές στηρίζεται σε μια μοναδική φιλοδοξία: να σφραγίσει κάθε κατάσταση με το προσωπικό της ταμπεραμέντο, ακόμα κι όταν πρόκειται για καταστάσεις που δεν έχουν τίποτα να κάνουν με το ταμπεραμέντο αυτό.

Είναι χωρίς νόημα η προσπάθεια ενός ερασιτεχνικού θιάσου να συναγωνιστεί το επαγγελματικό θέατρο. Εξάλλου, το ερασιτεχνικό θέατρο έχει κι ένα άλλο πλεονέκτημα που, ανάλογα με τις συνθήκες, μπορεί να χαθεί στο επαγγελματικό: είναι η χαρά, η ευχαρίστηση που αντλεί ένας ερασιτέχνης ηθοποιός κάνοντας θέατρο. Από κει και πέρα, η καλή ερασιτεχνική δουλειά έχει μια αξιοθαύμαστη παιδευτική δύναμη. Μπορεί να ανοίξει σε αυτούς που παίρνουν μέρος μια πόρτα για ν' αρχίσουν να συνειδητοποιούν πως αποτελούν ένα κομμάτι της κοινωνίας. Ότι είναι μια πραγματική συλλογική οντότητα. Να αποτελέσει μια ευκαιρία για τα μέλη να μπουν αβίαστα σε μια διαδικασία ουσιαστικής σκέψης πάνω σε κοινωνικά προβλήματα, γιατί τέτοιο είναι το περιεχόμενο της θεατρικής πράξης.

Είναι χρήσιμο το ερασιτεχνικό θέατρο;...

Και μόνο η διαδικασία του ψαξίματος σχετικά με τα θεατρικά έργα που θα επιθυμούσαν να παίξουν τα μέλη μιας ερασιτεχνικής ομάδας μπορεί να φέρει τους συμμετέχοντες σε επαφή με τη λογοτεχνία. Να πάρουν μέρος σε συζητήσεις που θα οδηγήσουν στο άνοιγμα του πνευματικού ορίζοντά τους. Κάθε κοινωνική πρόοδος, όλες οι προσπάθειες των εργαζόμενων ανθρώπων να καλυτερέψουν τη ζωή τους, καθώς και η διαπίστωση της δυνατότητας της μεταβολής των πραγμάτων, όπως διατυπώνονται στα έργα τα οποία πρόκειται να αναπαραστήσουν, μπορούν να τους γεμίσουν με αισθήματα θριάμβου και εμπιστοσύνης στη δύναμη του ανθρώπου, τα οποία καλούνται να μεταδώσουν στο κοινό.

Όμως η κοινωνία δεν έχει κανένα «κοινό μεγάφωνο», όπως λέει ο Μπρεχτ, είναι χωρισμένη σε κοινωνικές ομάδες με αντίθετα συμφέροντα, δηλαδή σε τάξεις. Έτσι και οι θεατρικές απεικονίσεις δεν γίνεται παρά να έχουν πρόσημο. Το πρόσημο αυτό σημαδεύει κάθε θεατρική ερασιτεχνική ομάδα στους στόχους της να αναπαραστήσει επί σκηνής όσα συμβαίνουν ανάμεσα στους ανθρώπους. Χωρίς απόψεις και προθέσεις δεν μπορούμε να φτιάξουμε θεατρικές εικόνες. Χωρίς γνώση κανένας από τους συντελεστές της θεατρικής πράξης δεν μπορεί να δείξει τίποτα. Και στο ερασιτεχνικό θέατρο χρειάζεται οι συμμετέχοντες να κάνουν κτήμα τους τη γνώση της εποχής τους πάνω στην κοινωνική ζωή, και μάλιστα όχι απλά μαθαίνοντας γι' αυτήν μέσα από τα βιβλία ή τις διηγήσεις άλλων, αλλά και με δράση στους συλλογικούς αγώνες για να καλυτερέψουν την καθημερινότητά τους και για να αλλάξουν τα πράγματα για όλους.

Για τη διαμόρφωση του κειμένου έχουν χρησιμοποιηθεί αποσπάσματα από το «Μικρό Όργανο για το θέατρο» (Μπέρτολντ Μπρεχτ) και από το «Μικρό βοήθημα για το ερασιτεχνικό θέατρο» (Μάνφρεντ Βέκβερτ).

30 Νοεμβρίου 2024

Megalopolis 🎥 ὤδινεν ὄρος καί 🐭 ἔτεκεν ?¿

Η πρώτη ταινία του μεγάλου Francis Ford Coppola (των 5 Oscars, 56 βραβείων & 55 υποψηφιοτήτων) και μάλιστα εδώ και 13 χρόνια, πριν την πρεμιέρα της είχε διχάσει το σύμπαν __Τώρα τι να σου πω, τι να μου πεις κι εμένα \ Τα φέραμε από 'δω, τα φέραμε από 'κει \ Νύχτες δίχως όνομα...

Ήδη τον περασμένο Μάιο το "έργο ζωής" του -όπως κάποιοι το χαρακτηρίζουν-, το πολυαναμενόμενο Megalopolis, του οποίου την ιδέα είχε συλλάβει πίσω στο 1977 (!!), παραδόθηκε πλέον στο κοινό. Η ταινία, επάνω στην οποία ξεκίνησε να δουλεύει ενεργά από το 1983 και έπειτα, έκανε την πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ των Καννών (17 Μαΐου). Του πήρε μόλις 41 χρόνια. “Επιτέλους” (σσ. τα εισαγωγικά δικά μου) θα δούμε το magnum opus του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Μάλιστα ο ίδιος την έδειξε σε επίδοξους αγοραστές σε μια ιδιωτική προβολή στο Λος Αντζελες, με κάθε πιθανό διανομέα να είναι παρών σε αυτή. Φυσικό κι επόμενο λοιπόν όλα τα φεστιβάλ του καλοκαιριού που πέρασε να τη διεκδικούν… promotion!! Σύμφωνα με άρθρο του Deadline τα φεστιβάλ Καννών, Τορόντο και Βενετίας πολεμούσαν μεταξύ τους για το πιο θα κερδίσει την παγκόσμια πρεμιέρα του κινηματογραφικού έπους του Κόπολα. Τελικά όμως ο Τιερί Φρεμό και το Φεστιβάλ των Καννών κατάφεραν να βγουν πρώτοι κι έτσι το “Megalopolis” έκανε πρεμιέρα στην Κρουαζέτ στις 17 Μαΐου, διεκδικώντας μάλιστα και τον Χρυσό Φοίνικα (που ευτυχώς δεν κέρδισε)

Το φιλμ έχει καταφέρει να διχάσει τους κριτικούς, όμως ταυτόχρονα κέρδισε και ένα 7λεπτο χειροκρότημα στο τέλος της πρεμιέρας. Είναι όμως τελικά η ταινία που περιμέναμε από τον τεράστιο δημιουργό; Σε ό,τι μας αφορά απερίφραστα “Τόσα πολλά για ένα megaλο τίποτα”, όταν μάλιστα
πάμε σε συγκρίσεις με το Αποκάλυψη τώρα! το Η συνομιλία, Ο νονός, Ο νονός, μέρος 2ο, The Godfather Trilogy: 1901-1980 και τα πιο παλιά του Ιδιωτικός ντετέκτιβ Χάμετ, Κογιανισκάτσι, το ταξίδι των εικόνων, Καγκεμούσα, η σκιά του πολεμιστή, Το μαύρο άλογο, Χάρτινο φεγγάρι κλπ. κλπ. κλπ

                          Δείτε

·       “Αποκάλυψη τώρα” | Apocalypse now

·        77o Φεστιβάλ Καννών 🎥 νικητές και απεργιακά — (αντι)τρομοκρατικά παραλειπόμενα

Μεγαλόπολη

"Η Megalopolis είναι ένας ρωμαϊκός επικός μύθος που διαδραματίζεται σε μια φανταστική σύγχρονη Αμερική. Η πόλη της Νέας Ρώμης πρέπει να αλλάξει, προκαλώντας σύγκρουση μεταξύ του Cesar Catilina (Adam Driver), ενός ιδιοφυούς καλλιτέχνη που επιδιώκει να κάνει ένα άλμα σε ένα ουτοπικό, ιδεαλιστικό μέλλον, και του αντιπάλου του, του δημάρχου Franklyn Cicero (Giancarlo Esposito), ο οποίος παραμένει προσηλωμένος σε ένα οπισθοδρομικό status quo, διαιωνίζοντας την απληστία, τα ειδικά συμφέροντα και τον κομματικό πόλεμο. Ανάμεσά τους διχάζεται η κοσμική Julia Cicero (Nathalie Emmanuel), η κόρη του δημάρχου, της οποίας η αγάπη για τον Cesar δοκιμάζει την πίστη της, αναγκάζοντάς την να ανακαλύψει τι πραγματικά πιστεύει ότι αξίζει στην ανθρωπότητα".

Διχασμένοι οι κριτικοί: Το Megalopolis έχει ποσοστό αποδοχής 50% με 24 κριτικές στο Rotten Tomatoes αυτήν τη στιγμή, που σημαίνει ότι οι κριτικοί έχουν διχαστεί ακριβώς στη μέση. To metascore στο Metacritic είναι 56 με 14 κριτικές. Ο Damon Wise από το Deadline το χαιρέτισε ως ένα "τρελό σύγχρονο αριστούργημα", επαινώντας την τόλμη του και συγκρίνοντας τη χρήση του IMAX από τον Coppola με τη μαεστρία του Caravaggio στον καμβά. Παρά τον χαοτικό χαρακτήρα της, ο Wise τόνισε ότι η τόλμη της ταινίας είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της ιδιοφυΐας, προβλέποντας ότι θα εμπνεύσει αλλά και θα ξενίσει τους θεατές.

·     Ο Bilge Ebiri του Vulture περιέγραψε το Megalopolis ως την "πιο τρελή ταινία που έχει δει ποτέ", σημειώνοντας τους μοναδικούς της διαλόγους που συνδυάζουν σαιξπηρικές, οβιδιακές και λατινικές επιρροές. Ο Ebiri υπογράμμισε την ξεχωριστή λογική και το ρυθμό της ταινίας, που τη διακρίνει από τον συμβατικό κινηματογράφο.

§  Ο David Ehrlich του Indiewire εκτίμησε την "ανοησία" της ταινίας, κάνοντας λόγο για ένα "φανταχτερό, επικό και εντελώς μοναδικό" έργο 120 εκατομμυρίων δολαρίων. Το είδε ως έναν σύγχρονο μύθο για την πτώση της αρχαίας Ρώμης, προτρέποντας για τη διατήρηση του πολιτισμού και του κινηματογράφου.

·     Ο Joshua Rothkopf από τους Los Angeles Times εξήρε το φιλόδοξο εύρος της ταινίας, υποστηρίζοντας ότι ο υπερβολικός χαρακτήρας της δεν είναι ελάττωμα αλλά αρετή, καθιστώντας την κάθε άλλο παρά βαρετή.

§  Ο David Fear του Rolling Stone επανέλαβε αυτό το συναίσθημα, χαρακτηρίζοντας την ταινία "πραγματικά επική" και υποστηρίζοντας ότι θα έχει απήχηση στο κοινό που εκτιμά τις ταινίες με ουσία και ιστορικό βάθος.

·     Ο David Jenkins του Little White Lies προσχώρησε στη χορωδία της επιδοκιμασίας, δηλώνοντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: "Megalopolis rules".

§  Η βρετανική Daily Telegraph έδωσε στην ταινία τέσσερα αστέρια, περιγράφοντάς την ως ένα μείγμα του Succession και του Batman Forever, με εξαιρετικές ερμηνείες, ιδιαίτερα από την Aubrey Plaza.

Ωστόσο, δεν ήταν όλες οι κριτικές θετικές, το αντίθετο: ήταν αρνητικές σε % πάνω από 80%. Ο Guardian έδωσε στην ταινία δύο αστέρια, επικρίνοντάς την ως "μεγα-φλύαρη" και "μεγα-βαρετή". Ο Richard Lawson του Vanity Fair την έκρινε ως "passion project που πήγε τρομερά στραβά", ενώ ο Tim Grierson του Screen Daily την χαρακτήρισε "καταστροφή".
Όπως και να έχει πάντως, η ταινία έχει εξασφαλίσει συμφωνίες για την ευρωπαϊκή της διανομή, ενώ η κυκλοφορία της στις ΗΠΑ συνεχίζεται. Με σημαντική υποστήριξη, ο Coppola μπορεί να είναι σε καλό δρόμο για να γράψει ιστορία, αλλά ο τρίτος Χρυσός Φοίνικας “πέταξε”.

Θεαματική Καταστροφή;

Το “Megalopolis” του Φράνσις Φορντ Κόπολα κόστισε 120 εκατομ$ και χρειάστηκε 10ετίες για να φτιαχτεί. Το έπος στη μεγάλη οθόνη είναι σχεδόν τόσο μακρύ και συναρπαστικό;.Άξιζε τη φήμη και τα λεφτά του; Οι επικριτές λένε ότι είναι μια “θεαματική καταστροφή”. Το έργο έχει περάσει δεκαετίες σε εξέλιξη, με αστέρια όπως ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο και οι δύο κάποια στιγμή να ενδιαφέρονται να εμφανιστούν σε αυτό. Ο Κόπολα παρήγγειλε μάλιστα μια συμφωνία για την ταινία σχεδόν δύο δεκαετίες πριν γυριστεί ένα μόνο καρέ της. Μετά από πολλές λανθασμένες εκκινήσεις, ο Κόπολα άρχισε τελικά να γυρίζει τον μύθο του το 2022 με 120 εκατομ$ “αυτοχρηματοδότησης”.

Το “Megalopolis”» διαδραματίζεται σε μια φανταστική πόλη της Νέας Υόρκης και ακολουθεί έναν οραματιστή αρχιτέκτονα κλπ. με πρωταγωνιστές … __γνωστά πλέον αυτά
Δείτε
videos

Το σίγουρο  είναι πως έπος ή μη έχει βυθιστεί σε διαμάχες από τότε που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών μια και υπήρξαν ισχυρισμοί για ανάρμοστη συμπεριφορά στο πλατό του Κόπολα και ένα τρέιλερ της Lionsgate, που αποσύρθηκε αφού ανακαλύφθηκε ότι περιείχε κατασκευασμένα αποσπάσματα από κριτικούς. Η απάντηση των ειδικών δεν ήταν λιγότερο πολωτική +\- 50-50% στο Rotten Tomatoes, ενώ στο .imdb.com η βαθμολογία του κοινού είναι μόνο 4.9\10

Η ταινία είναι _ένας ρωμαϊκός μύθος —
αλλά η συνοχή της είναι προς συζήτηση

Με διάρκεια πάνω από δύο ώρες, ο Κόπολα μας χαρίζει πολλά αστέρια, οπτικά εφέ και μακρόσυρτους μονόλογους καθώς ο Σεζάρ του Driver προσπαθεί να οικοδομήσει μια σύγχρονη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αλλά αν όλα αυτά ισοδυναμούν με τίποτα _με φρου-φρου κι αρώματα εξαρτάται από το ποιον ρωτάτε.

“Όπως σχεδόν κάθε ιδέα που πετάει ο κύριος Κόπολα εδώ, φαίνεται να βγαίνει από το πουθενά και να μην οδηγεί στο τίποτα”, έγραψε ο Kyle Smith (Κάιλ Σμιθ) στη Wall Street Journal (σσ. εμφανίστηκε σε έντυπη μορφή με τον τίτλο "Μια θεαματική καταστροφή")

Ο κριτικός του Hollywood Reporter, David Rooney (Ντέιβιντ Ρούνεϊ), ήταν πιο φιλανθρωπικός, επαινώντας την προσπάθεια του Κόπολα να δημιουργήσει κάτι πιο προκλητικό από το τυπικό εισιτήριο υπερπαραγωγής. “Ο #μύθος# θα μπορούσε σχεδόν να είναι μια αλληγορία για την αναζήτηση ενός ονείρου στο οποίο ένας συγγραφέας μπορεί ακόμα να κάνει ένα μνημειώδες έπος χωρίς συμβιβασμούς σε ένα Χόλιγουντ που περιθωριοποιεί την τέχνη για να επικεντρωθεί αποκλειστικά στα οικονομικά”, έγραψε.

Αλλά, όπως σημείωσε ο κριτικός του Collider, Chase Hutchinson, το μήνυμα της ταινίας είναι δύσκολο να αναλυθεί όταν χάσκει σε τόσες πολλές κατευθύνσεις ταυτόχρονα. “Αυτή είναι μια ταινία που πηγαίνει για πλάτος πέρα από βάθος, φαινομενικά προσπαθεί να ασχοληθεί με τα πάντα για να καταλήξει να είναι ένα τίποτα”, έγραψε.

Η εκτέλεση του Κόπολα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις φιλοδοξίες του και οι κριτικοί διχάζονται σχετικά με τη χρήση οπτικών εφέ. Όντας γνωστός για τις μεγάλες ταλαντεύσεις και έχοντας διώξει πολλούς από αυτούς από το πάρκο στην ιστορική καριέρα του. Αλλά με τη “Μεγαλόπολη”, ορισμένοι κριτικοί ένιωσαν ότι χτυπήθηκαν κατακέφαλα, σε μια προσπάθεια χειραγώγησης.

Όπως το έθεσε ο Peter Bradshaw του The Guardian, η ταινία είναι “ένα έργο πάθους χωρίς πάθος: μια φουσκωμένη, βαρετή και μπερδεμένα ρηχή ταινία γεμάτη αλήθειες από το γυμνάσιο για το μέλλον της ανθρωπότητας”. “Είναι ταυτόχρονα υπερκινητικό και άψυχο, γεμάτο με τρομερή ηθοποιία και χωρίς ενδιαφέρον, φθηνό έργο VFX που δεν επιτυγχάνει ούτε την υφή της αναλογικής πραγματικότητας ούτε μια πλήρως ριζική, ψηφιακή επανεφεύρεση της ύπαρξης”.

Η Manohla Dargis στους New York Times διαφώνησε ολόψυχα, ονομάζοντας την ταινία a Critic's Pick και αποκαλώντας την ως "παραίσθηση μιας ταινίας που ξεσπάει", όντας "υπέροχα εκεί έξω". Εκεί που ο Μπράντσοου επέκρινε τα οπτικά εφέ της ταινίας, η Ντάργκις επαίνεσε τις αξιομνημόνευτες εικόνες της.

“Η ομορφιά ορισμένων από τις εικόνες του είναι απίστευτη, όπως σε ένα σύντομο διάλειμμα που δείχνει ένα τεράστιο χλωμό χέρι που απλώνεται στην οθόνη από μια όχθη σύννεφων για να αρπάξει το φεγγάρι, μια εικόνα που θα μπορούσε να βγει από τον πρώιμο κινηματογράφο στην πιο πυρετώδη αδέσμευτος”, έγραψε η Ντάργκις, αποκαλώντας τα οπτικά στοιχεία της ταινίας “γοητευτικά”. Οι κριτικοί μπερδεύτηκαν από τη σκηνή όπου ένα πραγματικό μέλος του κοινού κάνει μια ερώτηση σε έναν Adam Driver στην οθόνη Μία από τις πιο μοναδικές πτυχές της ταινίας είναι αυτό που συμβαίνει στη μέση της: κάποιος από το κοινό —ένας πραγματικός, ζωντανός άνθρωπος— κάνει μια ερώτηση στον Σέζαρ του Driver. «Η οθόνη μαύρισε και κάποιος ανέβηκε στη σκηνή μπροστά της», έγραψε στην κριτική της η Esther Zuckerman του The Daily Beast, εξηγώντας πώς έγινε το κόλπο στις Κάννες.

"Για μια στιγμή, μπορούσες να νιώσεις ολόκληρο το θέατρο στην άκρη σαν να είχε πάει κάτι απελπιστικά στραβά. Ίσως υπήρχε κάποιο τεχνικό πρόβλημα; Ίσως θα έπρεπε να εκκενώσουμε; Αντίθετα, το άτομο έβγαλε ένα μικρόφωνο και "έπαιξε" τον ρόλο του ένας δημοσιογράφος που έκανε ερωτήσεις για τον χαρακτήρα του Άνταμ Ντράιβερ σε μια συνέντευξη Τύπου μετά από μια μεγάλη καταστροφή, ο Ντράιβερ, φυσικά, παρέμεινε στην οθόνη και όταν τελείωσε η απάντησή του, αυτός έφυγε από τη σκηνή και επέστρεψε στο δικό του κάθισμα στην πρώτη σειρά”.

Το αρχικό σχέδιο ήταν αυτή τη στιγμή να συμβεί ταυτόχρονα στις σκηνές σε όλο τον κόσμο… παιχνίδια promotion
"Φαντάζομαι!" είπε με ενθουσιασμό ο Κόπολα σε συνέντευξή του στην
The Telegraph. “Θα μπορούσατε να δείτε τη #Μεγαλόπολη# πέντε φορές την εβδομάδα έναρξης της και θα ήταν διαφορετική κάθε φορά! Θα ήταν το μέλλον των ταινιών και του αρχαίου θεάτρου!” (σσ. σώ…ωω..πα!!).

Η Amazon μάλιστα ανέλαβε να δημιουργήσει προσαρμοσμένο λογισμικό αναγνώρισης φωνής για να πετύχει τη στιγμή, αλλά αυτή η ομάδα απολύθηκε το 2022 (σσ. λόγω οικονομικών διεκδικήσεων και ο Μπέζος δεν αστειεύεται)

Ωστόσο, ορισμένες σκηνές θα συνεχίσουν να εκτελούν το όραμα του Κόπολα κάθε  Σαββατοκύριακο. Σύμφωνα με το Indiewire, 23 τοποθεσίες στη Βόρεια Αμερική θα παρουσιάζουν ένα άτομο στο κοινό που θα απευθύνεται στον Cesar σε αυτό που λέγεται "Megalopolis: The Ultimate Experience" _έλεος!! Αλλά ακόμα και όταν αποκαλύφθηκε το κόλπο στις Κάννες, ο Zuckerman μπερδεύτηκε με την επιλογή.

“Σε μια ταινία γεμάτη παράξενες και μπερδεμένες επιλογές, αυτό ήταν ίσως το πιο ανεξήγητο”, έγραψε. "Ποιο είναι το νόημα; Να αναπαριστά φαινομενικά τη ζωντανή ανθρωπότητα στην ταινία του για το μέλλον; Ή απλά είναι για κλωτσιές στον κώλο;"

Με τους κριτικούς διχασμένους, το «Megalopolis» προορίζεται να γίνει καλτ κλασικό

Το «Megalopolis» δεν θα σπάσει κανένα ρεκόρ εισιτηρίων, αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει αγαπητό σε μια μικρή, αφοσιωμένη ομάδα κινηματογραφόφιλων.

“Δεν μπορώ να πω ότι ήμουν πάντα κολλημένος κατά τη διάρκεια των δύο ωρών, αλλά πάντα ήμουν περίεργος για το πού θα πήγαινε μετά”, έγραψε ο Rooney του The Hollywood Reporter. "Είναι μια καλή ταινία; Όχι σε μεγάλο βαθμό. Αλλά δεν είναι από αυτές που μπορεί εύκολα να απορριφθεί."

“Στο τέλος, αυτό που έχει σημασία είναι η ταινία, μια αυθάδη, συχνά όμορφη, μερικές φορές θρομβωμένη, γυμνά προσωπική διαθήκη”, έγραψε η Dargis στους New York Times. “Είναι λίγο τρελό, αλλά οι ταινίες μας θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν περισσότερη τρέλα, περισσότερο πάθος, συναίσθημα και νεύρα”.

“Η #Μεγαλόπολη# είναι στριμωγμένη, ειλικρινής, με CGI και εντελώς μπερδεμένη», έγραψε ο Zuckerman του The Daily Beast. "Και όμως μπορείτε να φανταστείτε ένα γεμάτο θέατρο να φωνάζει μαζί με τον Jon Voight όπως λέει σε μια βασική σκηνή, "Τι σκέφτεσαι για αυτό το τρελό που πήρα;". 

Ο παλιός καλός Κόπολα όπως ο Laurence Fishburne (Apocalypse Now, Rumble Fish, Gardens of Stone) και η Talia Shire (οι ταινίες για τον Νονό, New York Stories) φαίνεται να ξέρουν καλύτερα τα πράγματα και λίγο πολύ να δραπετεύουν με την αξιοπρέπειά τους. Ακόμη και με την πρόγνωση ότι η δημιουργία ταινιών είναι μια πολύ επιβαρυντική δουλειά και ότι λίγοι σκηνοθέτες μπορούν να συνεχίσουν να την κάνουν αποτελεσματικά δεκαετία μετά τη δεκαετία, η Megalopolis είναι μια ζοφερή, αποθαρρυντική εμπειρία. Είναι απίστευτο να θυμόμαστε ότι ο Φράνσις Φορντ Κόπολα ήταν κάποτε ένας πραγματικός κινηματογραφικός τιτάνας που δημιουργούσε ανεξίτηλες εμπειρίες στον κινηματογράφο.

Σκεφτείτε το άνοιγμα του Apocalypse Now (1979), με το "The End" των Doors στο soundtrack και τα πλάνα του φαρμακωμένου προσώπου του Martin Sheen σε εκείνο το δωμάτιο του ξενοδοχείου, με επάλληλες εικόνες του ανεμιστήρα οροφής που γυρίζει και των ελικοπτέρων που πετούν. Μπορούμε ακόμα να το δούμε και να το ακούσουμε, έτσι δεν είναι; Να μυρίζουμε την καμένη σάρκα των παιδιών της ΛΔ του Βιετνάμ …

Σκεφτόμαστε τον θάνατο του άτυχου Fredo Corleone (John Cazale) στο The Godfather Part II (1974), έξω με το μικρό ψαροκάικο στη λίμνη το ηλιοβασίλεμα, μουρμουρίζοντας το τελευταίο του Χαίρε Μαρία προτού δολοφονηθεί από τον κολλητό του αδελφού του.;


Και μετά το Rumble Fish (1983) σε αστραφτερά ασπρόμαυρα και τα αγόρια της πισίνας να παρακολουθούν τον πρώην αρχηγό συμμορίας τον μοτοσυκλετιστή (Mickey Rourke) να παίζει ένα μοναχικό, κομψό παιχνίδι μπιλιάρδου, ένας από αυτούς σημειώνει ευλαβικά ότι είναι σαν “ένας πρίγκιπας . . . βασιλιάδες στην εξορία”.

Ίσως-ίσως την εισαγωγική σκηνή του Δράκουλα του Bram Stoker (1992), με τις φρικιαστικές μάχες σε μαύρη σιλουέτα ενάντια στον παραισθησιακό κόκκινο ουρανό γεμάτο με τον καπνό της μάχης και τις περιπλανώμενες λήψεις πάνω από αρχαίους χάρτες της Ανατολικής Ευρώπης. Και μετά η αναχώρηση του Ρουμάνου ιππότη Dracul (Gary Oldman), όταν πηγαίνει να πολεμήσει τους Τούρκους μετά από έναν παθιασμένο χωρισμό από την καταδικασμένη σύζυγό του, Elisabeta (Winona Ryder).

Λοιπόν, τώρα τσατίστηκα θα μπορούσα να συνεχίσω και να συνεχίζω.

Στη Megalopolis λοιπόν, μόλις περάσει το αρχικό (αρνητικό σοκ), αμφιβάλλω ότι θα θυμηθώ κάτι από αυτά, ακόμη και τα περίπλοκα μοντάζ των επάλληλων εικόνων, που ο Κόπολα έκανε πάντα όμορφα. Το πέπλο του ελέους θα τραβήξει όλη την άθλια εμπειρία, αφήνοντας μόνο τη μνήμη μεγάλων ταινιών του Κόπολα του παρελθόντος.    

Megalopolis \ Χρήστος Μήτσης

Το magnum opus του Κόπολα είναι μια υπερπαραγωγή με όραμα, σινεφίλ καρδιά και καταιγισμό ιδεών. Αλλά και με μια ασυγκράτητη, μεγαλομανή διάθεση να σχολιάσει διδακτικά τους πάντες και τα πάντα.

Επιθυμώντας να κλείσει τη λαμπρή καριέρα του με μια αξέχαστα θεαματική χειρονομία, η οποία κόστισε 120 εκατομμύρια δολάρια από την προσωπική του περιουσία, ο 85χρονος Φράνσις Φορντ Κόπολα κορυφώνει την κινηματογραφική διαδρομή του με μια εξωφρενικά φιλόδοξη ταινία, σε πλήρη συμφωνία με τον ήρωά της. Τον ασυμβίβαστο αρχιτέκτονα Σίζαρ Καταλίνα, ο οποίος οραματίζεται να επανασχεδιάσει πολεοδομικά τη Νέα Ρώμη, όπως ονομάζεται πλέον η Νέα Υόρκη. Οι μοντέρνες ιδέες του, όμως, τον φέρνουν σε διαρκή σύγκρουση με τον πραγματιστή δήμαρχό της Φράνκλιν Σίσερο. Στη σχέση τους θα εμπλακούν η κόρη του τελευταίου Τζούλια, ο δόλιος ανιψιός του Κλόντιο, μια σέξι τηλεπερσόνα και ο τραπεζίτης Χάμιλτον Κράσους ΙΙΙ, καθώς απανωτές συνωμοσίες και μια αναπάντεχη καταστροφή εξ ουρανού θα αλλάξουν τις ζωές όλων των κατοίκων της Μεγκαλόπολις.

Η πρώτη μεγάλη και αμεσότερη αλληγορία του φιλμ έχει να κάνει με το τέλος της αμερικανικής αυτοκρατορίας, η οποία παραλληλίζεται φωναχτά με εκείνη της Ρώμης. Πάνω της, ο Κόπολα φορτώνει αναφορές στην 11η Σεπτεμβρίου, τον Ντόναλντ Τραμπ, την οικολογία, τα μέσα ενημέρωσης και το μεταναστευτικό, ενώ σχολιάζει πολυεπίπεδα τη σχέση ζωής και τέχνης. Ένα από τα ευρήματά του είναι η ικανότητα των "μεγάλων αντρών" και των σπουδαίων καλλιτεχνικών έργων να σταματούν το χρόνο, κάτι που στο "Megalopolis" συμβαίνει... κυριολεκτικά, δίνοντάς του χαρακτήρα ονειρικής φαντασίας. Αν σε όλα αυτά προσθέσετε τον διάχυτο αυτοσαρκαστικό τόνο και τις ατέλειωτες κινηματογραφόφιλες παραπομπές (από το "Fountainhead" του Κινγκ Βίντορ ως τη "Μητρόπολη" και τον "Δόκτορα Μαμπούζε" του Φριτς Λανγκ), δικαίως θα αναρωτηθείτε: τι είδους ταινία έχουμε τελικά μπροστά μας;

Ο Κόπολα επένδυσε τη μισή –κυριολεκτικά– ζωή του σ’ αυτό το πρότζεκτ, κάτι το οποίο το βαραίνει από το πρώτο ως το τελευταίο πλάνο. Το "Megalopolis" αυτοπροσδιορίζεται ως "ένας μύθος" ("a fable"), ένα μετα-παραμύθι που τσαλαβουτά στην επιστημονική φαντασία, το κοινωνικοπολιτικό σχόλιο, τη σάτιρα, το μελόδραμα και την πρωτοποριακή αφήγηση (κρύβει ένα ιδιοφυές "στιγμιαίο" μπρεχτικό τρικ). Αναγνωρίζεις πάνω του στιγμές μεγαλείου, περίσσια τόλμη και ουσιαστική σκηνοθετική δεξιοτεχνία. Τίποτα απ’ όλα αυτά, όμως, δεν επικοινωνεί με τον... διπλανό του. Το φιλμ δεν έχει σχεδόν καμία συνοχή, κι ενώ βρίθει σοβαροφάνειας (τα φιλοσοφικά τσιτάτα πέφτουν βροχή), το σχεδόν παρωδιακό χιούμορ του το υποβαθμίζει συχνά στο επίπεδο της φάρσας. Φετιχοποιώντας τις εικόνες του, ο Κόπολα ξεχαρβαλώνει τη σεναριακή συνέχεια και αληθοφάνεια της πλοκής του και, όσο περνάει η ώρα, ο διδακτισμός του γίνεται απλοϊκότερος και εκνευριστικότερος. Ο Νονός του μοντέρνου αμερικανικού κινηματογράφου είναι βαθιά πεπεισμένος πως κάνει (ακόμα) "μεγάλο σινεμά" με κάθε έννοια, αν και τελικά αυτό αφορά πλέον μόνον τις προθέσεις του.