06 Οκτωβρίου 2017

Ο άγνωστος —γνωστός Le Corbusier και η σύγχρονη πόλη

 


Λε Κορμπυζιέ (κατά κόσμον Charles-Édouard Jeanneret-Gris Σαρλ-Εντουάρ Ζανρέ-Γκρι) γεννήθηκε σαν σήμερα πριν 130 χρόνια (6-Οκτ-1887) και έχει κατοχυρώσει -στους μη παροικούντες την Ιερουσαλήμ το φαίνεσθαι μεταξύ λίαν καλώς και άριστα.
Ο αναμφισβήτητα μεγάλος επιστήμονας, βασικά αρχιτέκτονας / πολεοδόμος αλλά και ζωγράφος, συγγραφέας και «πιονιέρος» ‑σε μεγάλο βαθμό αυτοδίδακτος, που έβαλε τη σφραγίδα του στον σχεδιασμό των πόλεων και που με τις θεωρητικές του αντιλήψεις και το έργο του άσκησε σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, υπήρξε από πολλές πλευρές μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.

Το 1926, δημοσίευσε τα ‘’Πέντε Σημεία μιας Νέας Αρχιτεκτονικής’’ (Le Cinq Points d´une architecture nouvelle)

1. πιλοτή, 2. ελεύθερη όψη, 3. επιμήκη ανοίγματα στην όψη, 4. ελεύθερη κάτοψη και 5. roof garden.

Και που είναι το πρόβλημα;; τι το καλύτερο;; θα αναρωτηθεί κάποιος. Με μια πρώτη ματιά πουθενά, υπό έναν όρο: η γη να μην είναι εμπόρευμα, γιατί τότε όλα πάνε περίπατο! Κλείνεται η pilotis, το ένα κτίριο κολλάει στο άλλο και ελευθερία όψης & κάτοψης γιοκ, όσο για τα roof garden …
Μα αν έτσι είναι τα πράγματα, μήπως τελικά ο Le Corbusier υπήρξε ένας αιθεροβάμων
😜 κρυπτοκομμουνιστής;

Η σύγχρονη πόλη

Εξετάζοντας, από μαρξιστική σκοπιά, την πόλη ως χώρο όπου γίνονται οι περισσότερες κοινωνικές και οικονομικές διεργασίες σε κάθε συγκεκριμένο κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, εύκολα οδηγούμαστε στο να την εντάξουμε στο εποικοδόμημα.

Ειδικά σήμερα, που η (καπιταλιστική) παραγωγή έχει μετατοπίσει κατά πολύ το κέντρο βάρους της στη χρηματιστική οικονομία και όπου το κυρίαρχο κεφάλαιο δεν είναι ούτε απλά εμπορικό ούτε βιομηχανικό αλλά νέας μορφής χρηματοπιστωτικό, ο χώρος της πόλης και ακόμη περισσότερο η ίδια η πόλη ως πόλη, αποτελεί όχι απλά προνομιακό πεδίο επενδύσεων αλλά βασικό οικονομικό στοιχείο του συστήματος, που, έχοντας ξεπεράσει την απλή γαιοπρόσοδο, ανάγεται σε κεφαλαιώδους σημασίας οικονομική διεργασία, με επίκεντρο τη (συχνά βίαιη) αναπαραγωγή / ανασυγκρότηση του αστικού χώρου εν μέσω των γενικότερων ‑εθνικών και διεθνών, καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Έτσι η πόλη και η πολεοδόμηση (ο σχεδιασμός) ξεπερνάει πια την έννοια (να το πούμε σχηματικά) του «απλού εποικοδομήματος» με την «παραδοσιακή» του μορφή δηλ. των πολύμορφων κοινωνικών σχέσεων, ιδεών & θεσμών του οργανισμού που ονομάζουμε «κοινωνικο-οικονομικό σχηματισμό» και αποτελεί «έκφραση του κοινωνικοοικονομικού συστήματος στο χώρο» (ως βασικό οικονομικό και όχι μόνο στοιχείο του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος).

Τα CIAM & η Χάρτα της Αθήνας

Το Διεθνές Συνέδριο Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής (Congrès Internationaux d’Architecture Moderne) — [CIAM] — ιδρύθηκε το 1928 από σημαντικούς αρχιτέκτονες / μηχανικούς της εποχής: μεταξύ αυτών από την αρχή ο Le Corbusier ‑η αναφορά ειδικά σ’ αυτόν έχει τη σημασία της, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Το πανό εισόδου της Έκθεσης του 4ου CIAM στο κτήριο Αβέρωφ του Πολυτεχνείου

Στόχος η «διάδοση των αρχών του σύγχρονου / μοντέρνου κινήματος όλων των τομέων της (όπως το τοπίο, ο πολεοδομικός σχεδιασμός, ο βιομηχανικός σχεδιασμός κλπ) με σημείο αναφοράς στην “αρχιτεκτονική ως κοινωνικής τέχνη” και «επέζησε» σαν θεσμός για 30 χρόνια -(αυτο)διαλύθηκε το 1959.

Η οργάνωση άσκησε μεγάλη επιρροή, αφού ‑χειραγωγούμενη όπως ήταν φυσικό από το αστικό κατεστημένο της εποχής (μεταξύ άλλων και από το φασισμό / ναζισμό) «είδε» την αρχιτεκτονική, σαν αυτό που πραγματικά ήταν εν δυνάμει, δηλ σαν ένα ισχυρό οικονομικό και πολιτικό εργαλείο που «θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατάλληλα μέσω του σχεδιασμού των κτιρίων και κυρίως του πολεοδομικού σχεδιασμού».

Εκ γενετής η λεγόμενη «αριστερά πτέρυγα» των CIAM είχε αποδεκατιστεί ‑ήδη από το 1930 αντικαταστάθηκε ο Hannes Mayer, ως κομμουνιστής, από τον Mies van der Rohe …τελικά οι Ναζί έκλεισαν το Bauhaus το 1933 και ο van der Rohe που δεν μπόρεσε να καταλάβει την θέση του προσωπικού αρχιτέκτονα του Φύρερ, πήρε μεταγραφή στις ΗΠΑ το 1937 υπηρετώντας την αμερικάνικη πολεοδομική φιλοσοφία. Όχι τυχαία οι Σοβιετικοί El Lissitzky , Nikolai Kolli και Moisei Ginzburg, μετά από ένα πρώτο «πειραματικό» διάστημα σταμάτησαν να συμμετέχουν.

Παράλληλα με την (κρυπτο)φασίζουσα από πολλές απόψεις αντίληψη του Le Corbusier, που πχ. διαστρέβλωσε (από το 1943 και μετά) την (πρωτοποριακή για την εποχή της) διατύπωση της «Χάρτας της Αθήνας» στο 4ο CIAM το 1933 (σσ. είχε προγραμματιστεί να γίνει στην Μόσχα, ο Χίτλερ είχε εμποδίσει την συμμετοχή των γερμανών αρχιτεκτόνων, αλλά υπήρξε μεγάλη αντίδραση από την Γερμανία και τελικά με την παρέμβαση του τότε Πρύτανη του Πολυτεχνείου Νίκου Κιτσίκη έγινε στην Αθήνα στο πλοίο, SS Patris II -«Πατρίς ΙΙ», που κατέπλευσε από τη Μασσαλία).

Ο τεχνοκράτης Le Corbusier, λάτρης της ατομικής ιδιοκτησίας και του ιδιωτικού αυτοκινήτου, θιασώτης της εκβιομηχάνισης και της μαζικά εκβιομηχανισμένης παραγωγής κατοικίας στυλ «πύργων», που έχει κατηγορηθεί για τις στενές σχέσεις του με τη φασιστική Ιταλία (βλ χειρόγραφη αίτηση συνεργασίας του με την εφημερίδα “Il Popolo d’ Italia” που διευθυνόταν από τον ίδιο τον Μουσολίνι) και την γερμανόφιλη Κυβέρνηση του Βισύ υπήρξε και εκφραστής της άποψης ότι ο Αρχιτέκτονας έχει απεριόριστες ικανότητες αλλά και δικαιώματα (βλ main d’architecte) ως «παντογνώστης» στο να καθορίζει το πώς θα ζει ο λαός, που περιφρονεί βαθύτατα ‑γνωστή η έμπνευσή του «πυραμίδα της elite», μια άποψη ‑πέρα από ελιτίστικη, καθαρά αντιδραστική η οποία όμως έχει περάσει στην αρχιτεκτονική παιδεία, ενώ οι απόψεις του έχουν χαρακτηριστεί από μελετητές του ως απολυταρχικές και ως νεοπλατωνικές.

Επίσης είχε το 1925 ρίξει το σύνθημα «η μεγάλη βιομηχανία να αναλάβει την ανοικοδόμηση» και όπως εμφαντικά σημειώνει ο Kopp, o Le Corbusier ήταν πάντα θερμός υποστηρικτής των τραστ και των μονοπωλίων (βλ και κριτική που του είχε γίνει από την L’Ηumanite για το σχέδιό του Plan Voisin το 1918 που έγινε κατά παραγγελία της ομώνυμης πολεμικής βιομηχανίας κατασκευής αεροπλάνων η οποία μετά τον Α. Παγκόσμιο Πόλεμο θέλησε να επενδύσει στην κατοικία όπου διέβλεπε μεγάλα κέρδη).
Με λυμένα τα χέρια και χωρίς την αριστερή θεωρητική κληρονομιά του Bauhaus παρά μόνο στον μορφολογικό τομέα, ο Le Corbusier, έλυνε και έδενε, έγινε ο αδιαφιλονίκητος μεταπολεμικός «αστέρας», το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και ακόμη σήμερα ο “αρχιτεκτονοκεντρισμός” του, που προέκυπτε εν πολλοίς και από την φασίζουσα ιδεολογία του, ταλαιπωρεί πολλές Αρχιτεκτονικές Σχολές.

Στο 4ο CIAM υπήρχαν και προοδευτικοί / αριστεροί και κομμουνιστές πολεοδόμοι και αρχιτέκτονες, όπως ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος, ο Σαπόρτα (ο Ισαάκ Σαπόρτα ήταν τότε μαζί με τον Αλ.Τάσσο, τον Κάρολο Κούν, τον Μέμο Μακρή, τον Αλέξανδρο Κορογιαννάκη και άλλους τεχνικούς και καλλιτέχνες, μέλη του ΚΚΕ) που αντιτάχθηκαν σθεναρά στην κυρίαρχη λογική, όπως και ‑αργότερα, ο Ι.Δεσποτόπουλος με τη «Χάρτα της Αθήνας ΙΙ» (που είχε εκδιωχθεί από το Πολυτεχνείο ως αριστερός το 1945 και εργαζόταν στην Σουηδία σε προγράμματα ανάπτυξης του Τρίτου Κόσμου)

Το Μοντέρνο Κίνημα, εν κατακλείδι υπήρξε γέννημα-θρέμμα πολλών διεργασιών στην Ευρώπη, της αμφισβήτησης του καπιταλιστικού συστήματος, της αμφισβήτησης του ακαδημαϊσμού στην πνευματική παραγωγή, της ανάγκης ύπαρξης μιας νέας Τέχνης, Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας που να ανταποκρίνονται στις κοινωνικές απαιτήσεις που έφεραν στο προσκήνιο της Ιστορίας την σοβιετική επανάσταση …στην Γερμανία θεωρήθηκε «μπολσεβικικό» και απορρίφθηκε ως «Εκφυλισμένη Τέχνη» (Εntartete Kunst).

Η «Χάρτα της Αθήνας ΙΙ» του Ι.Δεσποτόπουλου

Ο Δε­σπο­τό­που­λος σε υπό κα­τα­σκευή
σχο­λι­κό κτί­ριο
Ακα­δη­μί­ας Πλά­τω­νος – Αθήνα (1932)
Κατέγραψε την συγκρότηση αλλά και το φιλοσοφικό και κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο καθώς και το ιστορικό πλαίσιο της πόλης μέσα από τέσσερεις βασικές ομάδες:

1) η «οικονομική συγκρότηση» (και εδώ φαίνεται η σημασία που δίνεται στην οικονομική βάση σύμφωνα με τα μαρξιστικά πλαίσια),

2) η «ομαδική ζωή» ως δεύτερο ιεραρχικά στοιχείο, που απεικονίζει την έμφαση που δίνονταν στον μεσοπόλεμο στον κοινωνικό και συλλογικό χαρακτήρα της κοινωνίας και της πόλης, δεν πρόκειται για την «αναψυχή» της Χάρτας αλλά για κάτι ευρύτερο, που υποδηλώνει και την σημασία του συλλογικού απέναντι στο ιδιωτικό και το ατομικό, και που αφορά την πολιτική ζωή, την πνευματική ζωή, και τέλος και την ψυχαγωγία, ως ένα μέρος της συλλογικής ζωής αλλά όχι το κυρίαρχο ιεραρχικά.

3) … «ο συν-οικισμός, το κατοικείν», θεώρηση της κατοικίας ως μιας συλλογικής πράξης μέσα στην πόλη όπου όχι απλά «κατοικούμε» αλλά «συν-κατοικούμε» (αργότερα ο Δεσποτόπουλος χαρακτήριζε τις σημερινές πόλεις «απέραντες αποθήκες εργατικών χεριών», «πολεοειδείς σχηματισμούς» ή και «μη πόλεις» ακριβώς επειδή έλλειπε ο συλλογικός χαρακτήρας των περιοχών κατοικίας και η κοινωνική συνοχή του πληθυσμού, αυτή που υπάρχει σε συγκεκριμένες φάσεις των κοινωνικών συστημάτων και στους προκαπιταλιστικούς χρόνους και στην πρώτη καπιταλιστική περίοδο.

4) Τέλος, η τέταρτη βασική ομάδα αφορά την ιδεολογική φυσιογνωμία της πόλης, η οποία εκφράζει την κοσμοθεωρία στην οποία είναι εντεταγμένη. Η ιδεολογική αυτή φυσιογνωμία, διακρίνεται στην ύπαρξη και την σημασία συγκεκριμένων λειτουργιών για κάθε εποχή, στα προεξάρχοντα στοιχεία, λειτουργικά και μορφολογικά, διακρίνεται στην κάτοψη ‑σχέδιο της πόλης, και ακόμη στην καθολική της μορφή: στην αρχαία πόλη κυριαρχεί η Αγορά ‑ο κατ’ εξοχήν πολιτικός και ταυτόχρονα και οικονομικός χώρος, στον Μεσαίωνα ο Καθεδρικός Ναός και η πλατεία του, σήμερα οι ουρανοξύστες των κτηρίων των πολυεθνικών και του χρηματιστικού κεφαλαίου.

Αξίζει να θυμίσουμε εδώ ότι η σχέση πόλης και κοσμοθεωρίας, είχε επισημανθεί από τον Δεσποτόπουλο στα «Τεχνικά Χρονικά» του 1933 με την ευκαιρία της διεξαγωγής του 4ου CIAM στην Αθήνα, όπου τονίζει ότι:  «…η πόλις έχει φυσιογνωμίαν  εξαρτωμένην εκ του χαρακτήρος των κατοίκων, του κλίματος και εκ των πολιτικο-οικονομικών και πνευματικών εκδηλώσεων του κυριαρχούντος κοινωνικού συστήματος…»

Στην εποχή της ανόδου της αστικής τάξης στον 19ο αιώνα, έχομε την έκφραση της αστικής δημοκρατίας με την πόλη να κυριαρχείται αφ’ ενός από τα Ανάκτορα το Κοινοβούλιο, τα Πανεπιστήμια, τα θέατρα και τις όπερες, τα Μουσεία και τις Ακαδημίες, αλλά παράλληλα τις εξαθλιωμένες εργατικές συνοικίες στις βιομηχανικές περιοχές. Η έντονη πλέον ταξική διάσταση της βιομηχανικής πόλης με τα πολυτελή κέντρα και τις βιομηχανικές περιοχές, στο Παρίσι, το Λονδίνο, το Βερολίνο, την Βιέννη, την Αθήνα του 19ου αιώνα, είναι ορατή και αναγνωρίσιμη ‑ακόμη σήμερα ιδεολογική τους φυσιογνωμία. Με την κυριαρχία του ατομικού επάνω στο συλλογικό, η ιδιωτική κατοικία, τα κτήρια των γραφείων, τα εμπορικά κέντρα, καταπνίγουν τα πάλαι ποτέ κυρίαρχα στοιχεία της εικόνας της πόλης και οι πόλεις κατασφραγίζονται από τα υπερυψηλά και ογκώδη κτήρια των γραφείων των πολυεθνικών, των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, των ασφαλιστικών οργανισμών και οι εμπορικές πολυκατοικίες και τα κτήρια γραφείων καταπνίγουν και εξαφανίζουν τα μεγαλοπρεπή νεοκλασικά δημόσια κτήρια (απτό παράδειγμα η τριλογίας των Χάνσεν στην Αθήνα σήμερα σε σχέση με τις γύρω πολυκατοικίες) με μια «εικόνα Μανχάταν» λίγο πολύ σε κάθε καπιταλιστική μεγαλούπολη, Λονδίνο, Παρίσι, Βερολίνο, Σιγκαπούρη, Πεκίνο, Χονγκ-Κογκ, Τόκιο, Αθήνα…

Στον αντίποδα
Αρχιτεκτονικές & πολεοδομικές θεωρίες στη νεαρή ΕΣΣΔ
Στην υπηρεσία του λαού — Όλα για τον άνθρωπο

Είναι κοινό μυστικό πως στον καπιταλισμό (του τότε και του τώρα –όχι τυχαία, πολλά από τα κτήρια που σχεδιάζονται κύριο στόχο έχουν να εντυπωσιάσουν με τις «γλυπτικές» δήθεν πρωτοποριακές μορφές τους, αδιαφορώντας όχι μόνο για τα ιδιαίτερα κοινωνικά και ιστορικά χαρακτηριστικά του τόπου ή του «τοπίου» που τα υποδέχεται, αλλά ακόμη και για την ίδια τη λειτουργία που αυτά θα έπρεπε να υπηρετούν, ανάγοντας σε άπαν τη μορφή ως αυταπόδεικτη αξία και προσπερνώντας τις ανάγκες και τα καθημερινά προβλήματα και ανάγκες του λαού εν ονόματι της «τέχνης» ή με άλλοθι την τέχνη.

Αντίθετα στη Σοβιετική Ένωση, από την πρώτη μέρα της επανάστασης του Οκτώβρη, ο έντονος θεωρητικός προβληματισμός σε όλα τα πεδία της κοινωνικής δραστηριότητας δεν θα μπορούσε –φυσικά, να αφήσει απ’ έξω την –υπό νέο πρίσμα «Τέχνη της επιστημονικής πολεοδομικής θεωρίας» με μπούσουλα, ότι στη νέα κοινωνία αντιστοιχεί η αναγκαιότητα για νέα αρχιτεκτονική μορφή μέσα από τις νέες (κοινωνικοποιημένες) λειτουργίες στην καθημερινή ζωή, άρα και στα κτήρια και την πόλη: οι θέσεις που είναι στο έπακρο πρωτοπόρες, διαμορφώνονται και παγιώνονται σε μια μακρόχρονη διαλεκτική εξέλιξη ακόμη και όταν μερικές φορές έδιναν –μέσα από μικροαστική αντίληψη, υπερβολική σημασία στο ρόλο του πολιτιστικού εποικοδομήματος ως προς την οικονομική βάση (πχ. η Proletcult που ιδρύθηκε στις παραμονές της Επανάστασης με επαναστατικορωμαντικές τάσεις πολλές φορές ανάγκασε τον Λένιν να την κατακρίνει κυρίως στο θέμα της “αυτονομίας” που ζητούσαν από το Κράτος και το Κόμμα, καθώς και για την μηδενιστική τους στάση στον πολιτισμό του παρελθόντος).

Πάντως είναι εμφανής η προσπάθεια αναζήτησης νέων μορφών που να ταιριάζουν στη νέα σοβιετική κοινωνία στην υπηρεσία του λαού: η πραγματικά σύγχρονη ‑για την εποχή της, αλλά από κάποιες πλευρές ακόμη σήμερα, αρχιτεκτονική κατεύθυνση που σε πολλά σημεία προηγείται χρονικά των δυτικοευρωπαϊκών κινημάτων αλλά και του Bauhaus, η αντίληψη με τις νέες μορφές και τα κτηριολογικά προγράμματα να βοηθήσουν στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας κλπ. Στο περιεχόμενο και τη λειτουργία του κτηρίου και της πόλης συνυπάρχουν η απλή λειτουργική αναδιάταξη με ευρύτερα (μερικές φορές ουτοπιστικά) προγράμματα που ‑κατά την άποψή τους- εντάσσονταν στα πλαίσια γένεσης της νέας κοινωνίας.

Το περίφημο σχέδιο Miljutin, για το Magnitogorsk, 1930 που βασίζεται στην ιδέα της γραμμική πόλης, και
η πρότασή του για το Στάλινγκραντ  
⬇️
Σχέδιο του Leonidov για το Magnitogorsk, 1929

Καθοριστική υπήρξε η σχέση του «κατασκευασμένου» έργου του μοντέρνου κινήματος σχετικά με τον πραγματικό κτισμένο όγκο κατοικιών που αντιστοιχούν εκείνη την εποχή σε «κλασική» μορφή και δομή (ενδεικτικά, ενώ το 1923 κατασκευάστηκαν ~1.000.000 τμ. κατοικίας και το 1925 3.000.000, στην περίοδο 1925–1930 πάνω από 30, δηλαδή 6.000.000 το χρόνο). Να σημειώσουμε πως ‑σε μια πρώτη περίοδο, εφαρμόστηκαν και αναγκαστικές λύσεις (πχ. η «ελάχιστη κατοικία» μειώνοντας τα τμ. ανά άτομο, λόγω των οξυμένων προγραμμάτων στέγασης) και επίσης υπήρξαν και μηχανιστικοί πειραματισμοί (πχ. με ιδεολογικό κάλυμμα την «σοσιαλιστική συλλογική κατοίκηση» αφαιρώντας από κάθε διαμέρισμα κουζίνες και ελαχιστοποιώντας τον καθημερινό χώρο, δημιούργησαν το «συλλογικό σπίτι» με κοινά μαγειρεία, εστιατόρια και χώρους διημέρευσης σε κάθε συγκρότημα, λύση η οποία όπως ήταν φυσικό τελικά εγκαταλείφθηκε). Αλλά ακόμη και σε αυτές τις «ακραίες» περιπτώσεις, δημιουργήθηκαν με μεγάλη επιτυχία κτήρια με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα τα γνωστά συγκροτήματα κατοικιών, με αίθουσες εκδηλώσεων , πολιτισμού, εργατικές λέσχες, τοπικής άθλησης κλπ.

Η Σοβιετική Ένωση υπήρξε πρακτικά η πρώτη χώρα στον κόσμο που αντιμετώπισε το πρόβλημα της απ’ αρχής οικοδόμησης νέων πόλεων, αντίθετα με τη Δύση (που ‑αναγκαστικά, το βρήκε μπροστά της μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο…) Και μιλάμε για νέες πόλεις σε μαζική παραγωγή και όχι για τους μεμονωμένους βιομηχανικούς οικισμούς της Αγγλίας και Γερμανίας του 19ου αιώνα (Siemensstadt, Saltaire, Cadbury κα.)

Βέβαια ‑και αυτό είναι το κύριο, οι πόλεις στη Σοβιετική Ένωση, μελετήθηκαν και κτίστηκαν απ’ αρχής σε ελεύθερο έδαφος που ήταν λαϊκή ιδιοκτησία. Δημιουργήθηκαν σχεδιασμένα , δίπλα σε μεγάλες μονάδες παραγωγής (σαν βιομηχανικές δηλ.) κοντά σε νέα ορυχεία, φράγματα ή άλλα μεγάλα τεχνικά έργα ή σε καινούργιες βιομηχανικές συγκεντρώσεις. Οι εκτεταμένες συζητήσεις και ευρύτερες θεωρητικές αναζητήσεις ήταν στα πλαίσια την «νέας σοσιαλιστικής πόλης» με αρχές «νέας κοινωνίας» που θα ήταν αντίθετες με την παλιά καπιταλιστική πόλη, με στόχο και την απάλειψη της αντίθεσης πόλης — υπαίθρου κλπ

Συλλογική κατοικία (σπίτι-κοινότητα) M.Bartch & V.Vladimirov. Ελάχιστος ιδιωτικός χώρος και μέγιστος κοινωνικός, διατάξεις ορόφων που αργότερα αντέγραψε ο Le Corbusier στην Πολυκατοικία της Μασσαλίας.
Καθαρές γραμμές / σχέδια || με την μορφολογία του Bauhaus που αργότερα χρησιμοποίησε ο Mies van der Rohe

Δείτε «Φαινόμενο» (;) Bauhaus: μια ταξική θεώρηση

Πηγές:
Maurice Besset, Qui etait Le Corbusier Geneve 1968
Anatole Kopp: “Ville et révolution: Architecture et urbanisme soviétique des années vingt” & “Changer la vie, changer la ville: de la vie nouvelle aux problèmes urbains, U.R.S.S. 1917–1932”
ΤΕΕ — Τεχνικά Χρονικά (αρχείο)
Ειδικά για τα CIAM & τη Χάρτα της Αθήνας: μελέτες του (Oμότιμου καθηγητή ΕΜΠ) Γ. Σαρηγιάννη

 

29 Ιουλίου 2017

Ιστορία γραφών κι επιγραφών ή αλλιώς, “Ω κελλίον κελλίον”

Πριν χρόνια, κάπου στην Αμοργό (ανέμελα χρόνια, με το Στρατή και τη διαλυμένη και χωρίς φώτα βέσπα του) έξω από ένα συμπαθητικό σπιτάκι πετύχαμε εντοιχισμένο στο υπέρθυρο, ένα ακόμα μαρμαράκι, που έγραφε –το χιλιοειπωμένο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, «στο παρελθόν τινός σήμερον εμόν, ποτέ πλέον μηδενός».
Δεν έδωσα σημασία, μου φάνηκε αισθητικά «καλό», το σύνδεσα για μια ακόμη φορά με το ελληνικό ιδιοκτησιακό δαιμόνιο («ένα κεραμίδι στο κεφάλι» κλπ)
Πολύ αργότερα όταν ξανάπεσα πάνω του ‑στο «εμόν» κλπ», όχι πια στην Αμοργό αλλά κάπου στη Μάνη (μετά την Καρδαμύλη –κατά Λιμένι μεριά, πριν την Αρεόπολη), μια μάντρα αποκάλυπτε ότι αυτό το «εμόν» έχει μεγάλη ιστορία, σίγουρα πριν ο Ένγκελς γράψει το «η καταγωγή της Οικογένειας της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους» και ανάγεται μάλλον στον (ασκητικό;) βίο του παπαδαριού, εμπεριέχοντας και την έννοια της εστίας: ήδη σε ένα μοναστήρι της Πελοποννήσου, από εκείνα τα κρεμασμένα στο βράχο, υπάρχει από τον 16ο αιώνα μια επιγραφή του μοναχού Γεράσιμου Μπαρμπόπουλου «Σήμερον εμού, αύριον ετέρου, ουδέποτε τινός», ενώ μνημονεύεται ‑ακριβώς έτσι, από τον Σεραφείμ Ρίζο και πλάκα σε αρχοντικό στην Καππαδοκία του 1848 .

📍      Original …πιο πηγαία, νομίζω, είναι η παρακάτω (1856)

📍  Σε αντίθεση με 10άδες άλλες …🤓 (πχ) «κάπου στην ανατολική Αττική»…

Η (επι)γραφή έγινε πιο γνωστή τότε …πριν κάποια χρόνια (12 για την ακρίβεια) με το Βατοπαίδι (μονή Βατοπεδίου) και τον Ευφραίμ με την μορφή «Ω κελλίον κελλίον, σήμερον εμού, αύριον ετέρου και μηδέποτέ  τινος» να μας λένε πως αυτοί είναι υπεράνω υλικών αγαθών… μάλιστα το blog τους (!!) «Αγιορείτικες Μνήμες» σημείωνε:
«Δεν έγινε ποτέ λόγος για την τεράστια περιουσία της Μονής, την αποκτηθείσα στη διάρκεια της υπερχιλιετούς ιστορίας της, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Όπως, επίσης, πόση από αυτή πήρε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ελληνικό κράτος αντί πινακίου φακής. Δεν είναι εύκολο, ούτε σωστό, να επιχειρείται από τους κοσμικούς η εξήγηση θεμάτων των μοναχών, γιατί η ζωή τους είναι εντελώς διαφορετική.
Συνεπώς, οι διάφοροι χαρακτηρισμοί που ακούγονται ή γράφονται είναι τουλάχιστον ατυχείς.
Έτσι, πχ. εμφανίζονται φιλοχρήματοι και ιδιοτελείς, γεγονός αναληθές.
Έχοντας δώσει τη μοναχική τους επαγγελία για υπακοή, ακτημοσύνη και γενετήσια εγκράτεια, τις οποίες, στη συντριπτική τους πλειονότητα, τηρούν απαρέγκλιτα, αγωνίζονται για τη διαφύλαξη της περιουσίας της Μονής, πιστεύοντας ότι “τα τω Θεώ άπαξ αφιερωθέντα, ανεκποίητα είναι δει, όπως στην ωραία επιγραφή κάποιου αθωνικού κελλιού αναγράφεται: “Ω κελλίον κελλίον, σήμερον εμού, αύριον ετέρου και μηδέποτέ τινος”»…

1. |> Προς άρση κάθε παρεξήγησης, τίποτε δεν έχουμε να χωρίσουμε με τους πραγματικούς ασκητές, μοναχούς –αν και διαφωνούμε με την επιλογή τους, γιατί οι μάχες δίνονται στην πραγματική ζωή και όχι στην αμφίβολη «μελλοντική»
Όμως, όπως είπε και ο Μαρξ, σε έναν «άκαρδο κόσμο» οι άνθρωποι δεν μπορούν παρά να αναζητήσουν παρηγοριά στον επέκεινα κόσμο.
Κάτω από τον ζυγό της καταπίεσης και δίχως να βλέπουν τρόπο να τον αποτινάξουν, οι άνθρωποι στενάζουν εκφράζοντας τη λαχτάρα τους να απελευθερωθούν, και ο στεναγμός τους αυτός είναι η θρησκεία.
Η θρησκεία, που προσφέρει προσωρινή ανακούφιση, όντας το «όπιο των λαών»…
Που εκμεταλλεύονται οι απανταχού –ανεξαρτήτως σε τι θεό πιστεύουν οι κρατικοί θεσμοί που ονομάζονται «εκκλησίες», «ισλάμ» ή όπως
2. |> Σχετικά με το Βα-το-πέ_[αί;]_δι: 2008, 1η Εξεταστική Επιτροπή  … «ούτε γάτα ούτε ζημιά» όλοι αθώοι — δημόσιοι λειτουργοί, ιδιώτες, πολιτικά και μη πρόσωπα + εκκλησία: «δεν προέκυψε από τη μακρά διαδικασία ούτε δόλος ούτε τέλεση αξιόποινης πράξης όπως απιστία, απάτη, ψευδορκία, ξέπλυμα μαύρου χρήματος» (απεφάνθη η –αστική, δικαιοσύνη)
Τελικά είναι ή δεν είναι σκάνδαλο το Βατοπέδι; Την απάντηση έδωσαν οι τότε και πρώην και «γενικώς» γαλαζο_ροζ_πράσινοι κυβερνώντες  που ως γνωστό αναγνωρίζουν και σήμερα τη νομική ισχύ στα χοτζέτια των πασάδων, στα χρυσόβουλα των βυζαντινών αυτοκρατόρων και στα φιρμάνια των σουλτάνων!
Εξ άλλου στα υποθηκοφυλακεία καταγράφονται 1.300.000 στρέμματα (αξίας πάνω από14 δις €) με λίμνες, βουνά και λαγκάδια, δάση και παραλίες ως «μοναστηριακή» και «εκκλησιαστική περιουσία»!

  Τα «ιερά» φιλέτα της εκκλησίας στην Αττική

  • 200 στρέμματα στη Φασκομηλιά, στη Βάρκιζα
  • Οικόπεδο 3.047,06 τμ, το οποίο βρίσκεται δίπλα στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
  • 500 στρέμματα στη Μονή Πεντέλης
  • Μεγάλη έκταση στο Σχιστό
  • 83 στρέμματα στον Αστέρα Βουλιαγμένης
  • Οικόπεδο 11,5 στρεμμάτων (!!) στη Δεινοκράτους

  κελί (ορθογρ. απλοπ.) το [μσν. κελλί < ελνστ. κελλίον =«δωμάτιο» υποκορ. του κέλλα < λατ. cella] |> πολύ μικρός χώρος, περιορισμένος και απομονωμένος
|> 1. στις φυλακές, καθένα από τα πολύ μικρά δωμάτια στα οποία κλείνουν τους φυλακισμένους: Σκοτεινό / υγρό / ανήλιαγο ~. Tο ~ των μελλοθανάτων.
|> 2. στα μοναστήρια: α. καθένα από τα μικρά δωμάτια στα οποία μένουν οι μοναχοί: Γυμνό / ασκητικό ~. β. (πληθ.) ευρύχωρα μοναστικά οικοδομήματα που παραχωρούνται από τις μονές σε μια ομάδα δύο ή περισσότερων μοναχών, οι οποίοι ασχολούνται με γεωργικές εργασίες. || (περιπαιχτικά): Aποσυρθήκαμε στα κελιά μας, ο καθένας στο δωμάτιό του…

📌   Οι εξελίξεις ταχύτατες, ιδίως με το πρόσχημα της 1ης,2ης, νιοστής «Κρίσης»: Νόμοι περί Αιγιαλού, περί Δασών, φαστ-τρακ διαδικασίες, με το πέρασμα της Κρατικής Περιουσίας στους ιδιώτες κά –με αλώβητη (κράτος εν κράτει) την εκκλησιαστική περιουσία (βλ και το «ιερό» deal Τσίπρα-Ιερώνυμου, όπου –μεταξύ άλλων «το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι «απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της»)…

📌   Τα εκπονηθέντα Ρυθμιστικά Σχέδια για την Αθήνα (2011 του Σουφλιά και τα μεταγενέστερα –ως το 2021, δίνουν τεράστιες εκτάσεις και μάλιστα μέσα σε δάση ή σε παραλίες για την εγκατάσταση αστικών λειτουργιών (βιομηχανιών, γραφείων επιχειρήσεων, τραπεζών κλπ)
«Οι στρατηγικοί στόχοι του νέου ΡΣΑ εντάσσονται στο πλαίσιο της εθνικής και ευρωπαϊκής αναπτυξιακής και της χωρικής πολιτικής»,  με «ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και ενίσχυση του διεθνούς ρόλου της Αθήνας- Αττικής και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας + προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή» (βλ μεγάλος περίπατος…)

📌   Έτσι, δύο είναι οι βασικοί άξονες της πολιτικής (και όχι μόνο στην Πολεοδομία): πέρασμα όλων των δραστηριοτήτων στο Ιδιωτικό Κεφάλαιο και παράλληλα εισβολή του πολύ-πολύ μεγάλου Κεφαλαίου, πολυεθνικού πλέον, στην ελληνική οικονομία (σημείο γραφής το πρώην αεροδρόμιο και νυν  «Μητροπολιτικό» Πάρκο Ελληνικού — καραμπινάτο παράδειγμα ανάπτυξης για το κεφάλαιο)

                    Δείτε Ελληνικό
Μια ακόμη αντιλαϊκή mega_ανάπλαση

Ασύλληπτα κέρδη πριν καν ξεκινήσει το έργο - νέο θεσμικό πλαίσιο για τις επενδύσεις


Παράλληλα, (και για τους «νοικοκυραίους»!…) θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τις δεκάδες άθλιες διατάξεις αύξησης του Συντελεστή Εκμετάλλευσης, επάνω σε έναν πανάθλιο «Νέο Οικοδομικό Κανονισμό» — ΓΟΚ, που θυμίζουν καταστάσεις του ’50 όπου το ντουβάρι ήταν με την εντολή της Παγκόσμιας Τράπεζας το χαϊδεμένο παιδί της ελληνικής οικονομίας.

Αυτά –με στραμμένη τη ματιά στη ζοφερή εικόνα τις επόμενες δεκαετίες, αν δεν υπάρξει έντονη λαϊκή αντίδραση (που προς το παρόν δε φαίνεται.

💥  Αν και ‑από ιδεολογία κατά «κελλίων» κλπ. οι λαϊκοί μύθοι στους οποίους αναφερθήκαμε εισαγωγικά δείχνουν πιο κοντά στην πραγματικότητα, σε σχέση με όσα τελευταία (;;) –πάνε 3–4 χρόνια, είδαν το φως του διαδικτύου με τους γνωστούς τρόπους χιλιάδων –σε χρόνο dt, αναπαραγωγών μέσω ΜΚΔ & ΜΜΕ (μέχρι και τις τελευταίες μέρες)
Η φράση «σήμερον εμού, αύριο ετέρου και ουδέποτε τινός», που θέλει να πει «σήμερα δικό μου, αύριο κάποιου άλλου και ποτέ του ίδιου» κοσμεί το γείσο πολλών παλιών ελληνικών σπιτιών, για να μας θυμίζει τη ματαιότητα της κτητικότητας και τον πόνο που φορτώνουμε άδικα στην ψυχή μας
(sic!!) είναι μια φράση αποτρεπτική για κάθε μορφή κτητικότητας, ακόμη και στις συγκαλυμμένες εκφάνσεις της όπως στον έρωτα και στην αγάπη.

😎  Σε μερικές περιπτώσεις και με διανθίσματα τους είδους…
«Ένας βαθύπλουτος κύριος με περιουσία ανεκτίμητη κατείχε την πρώτη θέση στον κόσμο!
Από τον ουρανοξύστη του καθημερινά έλεγχε και διοικούσε τις στρατιές των εταιριών, ερχόταν καθημερινά σε επαφή με τους διευθυντές και προσωπάρχες, ήταν αυστηρός μα κάπου στο βάθος έκρυβε μια «καλή» πλευρά, του άρεσε να βοηθά όσους τον επαινούσαν για τον πλούτο του.
Στα χρόνια που πέρασαν καθιερώθηκε μια φορά τον χρόνο την ημέρα των «ευχών» να τον επισκέπτονται δέκα «επιφανείς» πολίτες με σκοπό να τον επαινούν, όποιος του έδινε τον καλύτερο (κατά την γνώμη του) έπαινο τον ζύγιζε και του έδινε τόσα χρήματα όσο ήταν το βάρος του.
Τελευταίος μπήκε ένα γέροντας σοφός, μπορώ να σου πω τον ωραιότερο έπαινο που άκουσες ποτέ στην ζωή σου και να φύγω από εδώ πλούσιος, δεν θα το κάνω, ήρθα να βάλω σε τάξη την σκέψη σου του είπε. Τον πήρε από το χέρι και τον πήγε στο μεγάλο κρυστάλλινο παράθυρο του ουρανοξύστη, τον γύρισε ανατολικά στα κοιμητήρια… βλέπεις εκεί του είπε, αυτή είναι «η τελευταία στάση» για όλους! όσα χρήματα και αν έχεις εκεί θα καταλήξεις μαζί με μένα που δεν έχω… τα χρήματα σήμερα είναι δικά σου αύριο κάποιου άλλου ποτέ δεν ανήκουν για πάντα σε κανέναν, «Σήμερον εμού, αύριον ετέρου ουδέποτε τινός».-
🆘  Ηθικό δίδαγμα: Όσο και αν το θέλουμε τίποτα δεν είναι για πάντα δικό μας.
(σσ _> «ματαιότης ματαιοτήτων», αλλά το χρήμα χρήματο δικό μου δικό μου και το δικό σου δικό μου που λέει ο λαός)

🆘  «Σήμερα δικό μου, αύριο κάποιου άλλου και ποτέ κάποιου…
Ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη υπήρξε το σύμβολο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αφού ο μεγαλοπρεπέστατος αυτός ναός, ένα αριστούργημα της μνημειακής αρχιτεκτονικής, χτίστηκε από τον Ιουστινιανό ‑και δύο αυτοκράτορες πριν από αυτόν- ακριβώς για αυτόν τον λόγο.
Δεν γνωρίζω αν μέσα στην ψυχή του ο Ιουστινιανός είχε τόση βαθιά πίστη στον Θεό ώστε να αφιερώσει στη σοφία Του ένα πραγματικό μνημείο.
Ξέρω, όμως, ότι είχε πίστη στην αυτοκρατορία που ήθελε να δημιουργήσει.
Έτσι, δαπανώντας πάρα πολλά χρήματα, έχτισε την Αγία Σοφία και ξεκίνησε τη reconquista, την ανασύσταση της αυτοκρατορίας
Στη συλλογική ελληνική μνήμη, αυτό το «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι» μας κάνει να σηκωνόμαστε από τον κατά τα άλλα πολύ αναπαυτικό μας καναπέ κάθε φορά που οι Τούρκοι συζητούν ή αποφασίζουν να κάνουν κάτι στον ιερό ναό — σύμβολο της ορθοδοξίας…

📍 «Μόνο για φίλους… ανοιχτά όλο το χρόνο»

Πάει καιρός (Κεφαλονιά 2014) –μάλλον το έφαγε η σκόνη του χρόνου, ίσως και η αστική γεοπρόσοδος (αντί επίλογου)
Ο Ρίτσος στην καταπληκτική του
Σονάτα του Σεληνόφωτος (γραμμένη πριν 64 χρόνια, το μακρινό 1956 -δείτε Γιάννης Ρίτσος, o πιο δικός μας Ξένος: από την Καντάτα στη Σονάτα, στα 3 κόκκινα γράμματα... ) προσεγγίζοντας την αλήθεια του άλλοτε και του τώρα, του εγγύς και του μακράν, του απώτατου και του τρέχοντος βλέπει σε τελευταία ανάλυση την προοπτική του μέλλοντος μέσα από τις «πέτρες» ενός «κόσμου του χθες».
Που σέβεται και διαφυλάττει ως κόριν οφθαλμού, που διδάσκεται απ’ αυτόν και έτσι πορεύεται…
Η ζωή ‑έτσι κι αλλιώς, συνεχίζεται αλλά πως;
Με «ροζιασμένα χέρια», της «πολιτείας το
μεροκάματου» πού λους μς ντέχει στή ράχη της»

, φεύγεις; Καληνύχτα. χι, δέ θρθω. Καληνύχτα.
γώ θά βγ σέ λίγο. Εχαριστ.
Πρέπει νά δ
λιγάκι πολιτεία, — χι, χι τό φεγγάρι —
τήν πολιτεία μέ τά ροζιασμένα χέρια της,
                  τήν πολιτεία το
μεροκάματου,
τήν πολιτεία πού
ρκίζεται στό ψωμί καί στή γροθιά της
τήν πολιτεία πού
λους μς ντέχει στή ράχη της
μέ τίς μικρότητές μας, τίς κακίες, τίς
χτρες μας,
μέ τίς φιλοδοξίες, τήν
γνοιά μας καί τά γερατειά μας, —
ν’
κούσω τά μεγάλα βήματα τς πολιτείας,
νά μήν
κούω πιά τά βήματά σου
μήτε τά βήματα το
Θεο, μήτε καί τά δικά μου βήματα.

                                                              Καληνύχτα