14 Νοεμβρίου 2025

Ζωή a la russe: Λαθροχειρίες αστών δημοσιογράφων

Καπιταλιστική Ρωσία = ΕΣΣΔ (γνωστή καραμέλα) γκουλάγκ, "αδιαφορία του σοβιετικού κράτους για την ανθρώπινη ζωή", "θύματα του Β΄ Παγκόσμιου που βαφτίστηκαν #ηρωισμός# ενώ οφείλονταν στην αμέλεια και αδιαφορία των διοικητών" … κλπ. η αστική "σωστή" πλευρά της ιστορίας (όπως λέμε ρώσικη σαλάτα).

Περί του μεγάλου Σοβιετικού σκηνοθέτη σεναριογράφου δάσκαλου δραματικής και ηθοποιού Σεργκέι Μπονταρτσούκ (1920-1994) ο λόγος. Γνωστού γιατί ασχολήθηκε μεταξύ άλλων με κινηματογραφικές διασκευές λογοτεχνικών έργων των Μιχαήλ Σόλοχοφ, Λέων Τολστόι Αντόν Τσέχωφ κά. Σκηνοθέτησε ταινίες σταθμούς του σοβιετικού σινεμά όπως το Πόλεμος και ειρήνη: Μέρος 1ο – 2ο 3ο 4ο (1965-1970 Voyna i mir, το αριστούργημα του Τολστόι) _τιμήθηκε με Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης Ταινίας “η Μοίρα Ενός Ανθρώπου” (Sudba cheloveka 1959), , Βατερλώ (1970 με Ροντ Στάιγκερ στον ρόλο του Ναπολέοντα, Κρίστοφερ Πάλμερ, Όρσον Γουέλς, Τζακ Χόκινς κ.ά), οι Κόκκινες Καμπάνες (1982) Sudba cheloveka (1959) Boris Godunov (1986) Tikhiy Don (ο ήρεμος Δον _2006) Boris Godunov (1986) Krasnye kolokola, film pervyy - Meksika v ogne (συμπαραγωγή Σοβιετικής Ένωσης, Ιταλίας και  Μεξικού 1982, ενδοσκοπώντας στην επανάσταση του Μεξικού και την μεγάλη Οκτωβριανή), η τιτανομαχία τού ποταμού Ντον (1975) κλπ. (κάπου 70 ταινίες), Επίσης έπαιξε σε 10άδες ως πρωταγωνιστής  
Στο Πόλεμος και ειρήνη, μέσα από την ιστορία πέντε οικογενειών της αριστοκρατίας αναδύεται το μωσαϊκό της τσαρικής Ρωσίας και με την παραστατική περιγραφή των μαχών και των συρράξεων, ο Τολστόι αφήνει να διαφανούν οι βαθύτερες σκέψεις του για έννοιες όπως ο πατριωτισμός, ο ανθρωπισμός και η ηθική και ο Μπονταρτσούκ το μεταφέρει πιστά στη μεγάλη οθόνη. Οι αποφάσεις των ηγετικών μορφών των στρατιωτικών εξελίξεων, όπως του Ναπολέοντα και του Κουτούζοφ, περνούν σε δεύτερη μοίρα για να αναδειχτεί η αξία της λαϊκής δύναμης και των ικανοτήτων των απλών ανθρώπων. Η ταινία γυρίζεται σε 4 μέρη. Το 1ο διαρκεί 147λ, το 2ο 100, το 3ο 84 και το 4ο 100’ _πραγματικό έπος. Ο κεντρικός πρωταγωνιστικός ρόλος, η πριγκίπισσα Νατάσα Ροστόβα, ερμηνεύτηκε από την Λουντμίλα Σαβέλιεβα, η οποία είχε πρόσφατα αποφοιτήσει από την φημισμένη Ακαδημία Ρωσικού Μπαλέτου Βαγκάνοβα _ Λουντμίλα Γκουρτσένκο, Αναστάζια Βερτινόσκαγια καθώς και άλλες ηθοποιοί επιθυμούσαν σφόδρα να ερμηνεύσουν τον ρόλο της Νατάσα Ροστόβα, όμως ο Μπονταρτσουκ επέλεξε τη νεαρή μπαλαρίνα, η οποία ερμηνεύει τον ρόλο της καριέρας της.

Γέννημα θρέμμα
της τέχνης του κινηματογράφου στην υπηρεσία
των λαών της ΕΣΣΔ

"Ο νέος κινηματογράφος δε συνέχισε μια παράδοση, αλλά έφερε μια καινούργια καλλιτεχνική προσέγγιση, μια έντονη εμπάθεια σε ό,τι ήταν μπαγιάτικο και απορριπτέο, μια ασυμφιλίωτη εχθρότητα σε σκύβαλα και εντυπωσιασμούς, μια σταθερή αποφασιστικότητα να κρατηθούν έξω από το σινεμά οι παλιές και τετριμμένες πρακτικές, καθ’ ολοκληρία ασύμβατες με την έκφραση της καινούργιας σκέψης, των καινούργιων ιδεών, των καινούργιων συναισθημάτων και καινούργιων λέξεων της νέας εποχής" __Σεργκέι Αϊζενστάιν "Από σήμερα, μαζί με την κατάλυση του τσαρικού καθεστώτος, καταργείται η ύπαρξη της Τέχνης στις αποθήκες και τα ντοκ του ανθρώπινου πνεύματος … Οι πίνακες να απλωθούν από σπίτι σε σπίτι, πάνω από τους δρόμους και τις πλατείες, σαν ουράνια τόξα από πολύτιμους λίθους, για να χαροποιούν και να εξευγενίζουν το βλέμμα του διαβάτη … Όλη η Τέχνη στο λαό!" _ Μαγιακόφσκι 1917

Η τέχνη του κινηματογράφου στην υπηρεσία των λαών της ΕΣΣΔ

Στις 27-Αυγ-1919 η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ρωσίας κρατικοποίησε - "επαναστικώ δικαίω", με ειδικό Διάταγμα τον τσαρικό κινηματόγραφο στη χώρα, μια τέχνη μέχρι τότε για τους λίγους "enfant gâté" ακριβή και αριστοκρατική. Με αυτό το μέτρο, με την κοινωνικοποίηση των δομών παραγωγής και διανομής, ο κινηματογράφος απελευθερώνεται από τις εμπορικές και κερδοσκοπικές εξαρτήσεις και διαμορφώνονται όλες οι απαραίτητες συνθήκες για την ανάπτυξή του. Στη Μόσχα ιδρύεται η πρώτη σχολή κινηματογράφου στον κόσμο.

Η νεαρή σοβιετική εξουσία αποδίδει στον κινηματογράφο τον χαρακτηρισμό "η πιο σημαντική απ’ όλες τις τέχνες". Στον κινηματογράφο συνενώνονται διαφορετικά είδη τέχνης και αντιμετωπίστηκε από τη σοβιετική εξουσία ως ένα ζωτικό εργαλείο της Επανάστασης στον αγώνα για τη διαπαιδαγώγηση του νέου ανθρώπου.Οι ιδιοκτήτες των κινηματογραφικών εταιρειών και της διανομής (οι περισσότεροι από αυτούς) εγκατέλειψαν τη χώρα, παίρνοντας μαζί πολύτιμο υλικό και εξοπλισμό.
Αλλά με ό,τι απέμεινε, η νεαρή ΕΣΣΔ έφτιαξε μια νέα κινηματογραφική τέχνη, αριστουργήματα της οποίας είναι ακόμη σήμερα το καμάρι του παγκοσμίου κινηματογράφου.

Sergey ΕΣΣΔ και Sissy’s
Δημοσιογραφία και ζωή a la russe

Ο όρος Conspiracy theory (θεωρία συνωμοσίας) δεν είναι καινούργιος αλλά τελευταία "τέχει με χίλια" ως συγκάλυψη και παραπληροφόρηση του αναπόδεικτου, με μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης _που δυστυχώς βοηθούντων των ΜΚΔ βαίνει αυξανόμενο, υιοθετώντας φούμαρα αντί και τεκμηριωμένα φαινόμενα και γεγονότα στην πολιτική, στον πολιτισμό και σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Από κοντά τα αστικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σιγοντάρουν κανονικά.
Γνωστές οι ρήσεις "_Όµοιος οµοίω αεί πελάζει", "τα ομώνυμα έλκονται" κλπ. που πάνε γάντι στην κα. s_alonistiotou _αυτοπαρουσιαζόμενη ως πολιτικός επιστήμων και ερευνητική δημοσιογράφος, σχολιογράφος επικαιρότητας, columnist με μακρά εμπειρία στη δημιουργία και τη διεύθυνση περιοδικών εβδομαδιαίων και μηνιαίων σε ελληνικούς δημοσιογραφικούς οργανισμούς, με περιεχόμενο ευρύτερα πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό… Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη περιοδικό ΕΨΙΛΟΝ, εκδόσεις Χ.Κ Τεγόπουλος, παραγωγός σε ΩΧ FM, SKY, ANTENNA, Founder, Director στην εταιρεία JAJ Journalists about Journalism Editor in chief με αρθογραφία στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής (σσ. συνδρομητικής) …Find me on ___

Τον Οκτώβριο του 1970, στην παρακμή των επικών ταινιών, κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους το "Waterloo" του Σοβιετικού σκηνοθέτη Σεργκέι Μπονταρτσούκ – μια παραγωγή Ντίνο ντε Λαουρέντις Ο στρατιώτης κοιτάζει τον Βλαντιμίρ Πούτιν με ένα βλέμμα που ίσως να υποκρύπτει και κάποια απορία ή δυσπιστία… πιθανότατα αντιλαμβάνεται ότι και ο ίδιος αποτελεί μέρος του ντεκόρ της προπαγάνδας, το οποίο συμπληρώνουν η φωτογραφία με τον Κόκκινο Στρατό στο Ράιχσταγκ, η Θεοτόκος και η εικόνα του (αγιοποιημένου) Αλέξανδρου Νιέφσκι. Γράφει στην (συνδρομητική) ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ η Σίσσυ Αλωνιστιώτου.
Ένα κάστ μεγάλων ηθοποιών, μεταξύ των οποίων Κρίστοφερ Πλάμερ, ο Ροντ Στάιγκερ (στο ρόλο του Ναπολέοντα) και Ορσον Ουέλς δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την επιτυχία της ταινίας στα box office ανά τον κόσμο. Η σοβιετική συμμετοχή, ωστόσο, υπήρξε καθοριστική: εκτός από τον πιστό στις επιταγές του Κρεμλίνου σκηνοθέτη —ο οποίος αργότερα περιθωριοποιήθηκε επί Γκλασνόστ— η Μόσχα παρείχε αδιανόητους πόρους και ανθρώπινο δυναμικό για τη δημιουργία σκηνών που μόνο η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να αναπαραστήσει.

(…)
Εγκληματική αδιαφορία: Η θλιβερή αυτή επίδειξη κινηματογραφικού ρεαλισμού απλώς αντανάκλασε μια βαθύτερη αλήθεια: την ιστορική αδιαφορία του σοβιετικού (και μετασοβιετικού) κράτους για την ανθρώπινη ζωή. Δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί μια νοοτροπία που μέτρησε 20 εκατομμύρια νεκρούς στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο —θύματα που βαφτίστηκαν "ηρωισμός", ενώ οφείλονταν πρωτίστως στην αμέλεια και αδιαφορία των διοικητών—, εκατομμύρια φυλακισμένους στα γκουλάγκ και, εν προκειμένω, βασανισμένους ανθρώπους και ζώα στο όνομα μιας ταινίας.

Το έπος "Πόλεμος και Ειρήνη" του Σεργκέι Μπονταρτσούκ, που απευθύνεται σε μαζικό ακροατήριο, προβλήθηκε στην Ελλάδα στα τέλη του '60, σε εκδοχή 263 λεπτών. Είναι αναμφισβήτητα μια από τις κορυφαίες ταινίες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, με πρώτη κινηματογραφική μεταφορά το 1915, σε βωβή ταινία με πρωταγωνιστή τον Βλαντιμίρ Γκάρντιν, ιδρυτή και πρόεδρο της πρώτης κινηματογραφικής σχολής στον κόσμο, της φημισμένης VGIK της Μόσχας. Το 1956, ωστόσο, εμφανίζεται ένας, ιταλοαμερικάνικης παραγωγής, "Πόλεμος και Ειρήνη", 3,5 ωρών, σε σκηνοθεσία Κινγκ Βιντόρ, που το 1959 προβάλλεται στην ΕΣΣΔ με τεράστια επιτυχία. 31,5 εκατομμύρια Σοβιετικοί πολίτες είδαν το φιλμ, που αναφέρεται στην εισβολή του Ναπολέοντα στη Ρωσία το 1812, αρχίζει δε με τη μάχη του Αούστερλιτς και ολοκληρώνεται με την ήττα του Ναπολέοντα. Αυτό συνέβη 3 χρόνια πριν την 150ή επέτειο της εισβολής.

Η υπερπαραγωγή-ποταμός του Μπονταρτσούκ κατόρθωσε να μεταφέρει τον τεράστιο όγκο του μυθιστορήματος του Λ. Τολστόι στον κινηματογράφο, χωρίς στην πορεία να χάσει τον έλεγχο, επιστρέφοντας πάντα στην ουσία του θέματος, των ανθρώπων στη δίνη της ιστορίας, εξισορροπώντας το θεαματικό, το ανθρώπινο και το διανοητικό στοιχείο. Οι πραγματικοί πρωταγωνιστές, μέσα από την ιστορία 5 οικογενειών της αριστοκρατίας, δεν είναι ούτε ο Ναπολέων, ούτε ο αντίπαλος στρατηγός Κουτούζοφ, αλλά οι απλοί άνθρωποι, οι στρατιώτες και ο λαός, το μωσαϊκό της Ρωσίας και οι βαθύτερες σκέψεις του συγγραφέα πάνω στις έννοιες πατριωτισμός, ανθρωπισμός και ηθική. Η ταινία, που χωρίζεται σε 4 μέρη, γυριζόταν επί 5 χρόνια, με τεράστιο καστ (120.000 οι κομπάρσοι), με αυθεντικές στολές, ενώ κινητοποιήθηκε και ο Κόκκινος Στρατός για την ακριβή αναπαράσταση των μαχών. Με τους: Λουντμίλα Σαβελέβα, Βιατσεσλάβ Τικόνοβ, Σεργκέι Μπονταρτσούκ κ.ά. Παραγωγή: “Война и мир”, Σοβιετική Ένωση (1966)

ΥΓ. Sergey ΕΣΣΔ και Sissy’s \ Δημοσιογραφία και ζωή a la russe
Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι: Παραδέχεται πάντως η Sissy μας ότι (σσ.
copy-paste) “η ΕΣΣΔ, παρά τον ολοκληρωτισμό της, είχε τουλάχιστον ένα συνεκτικό αφήγημα: διεθνισμό, αποαποικιοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη. Η σημερινή Ρωσία δεν έχει τίποτα αντίστοιχο. Οι #παραδοσιακές αξίες# που επικαλείται είναι δάνεια από την αμερικανική Δεξιά, νοτισμένα με θεοκρατικό συντηρητισμό και πολιτισμική ανασφάλεια. Η #καταπολέμηση του ναζισμού# και των τρανς είναι ό,τι προσφέρεται για εσωτερική συνοχή. Δεν προτείνει έναν νέο κόσμο, αλλά έναν πόλεμο πληροφοριών
Βέβαια και εδώ να παρθεί υπόψη, πως η χώρα μας παρέα με τα συστημικά ΜΜΕ, στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο της Ουκρανίας είναι με ΝΑΤΟ-ΕΕ, δλδ με την Ουκρανία

Άμνετ 👉 Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου ✨ Θρίαμβος της Τζέσι Μπάκλεϊ

Τίτλοι τέλους για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου που θα επιστρέψει το 2026 (7-18 Οκτωβρίου), πάντα με φιλόδοξο πρόγραμμα για τους σινεφιλ, με την ταινία Hamnet να κερδίζει κατά κράτος (βραβείο κοινού για την Καλύτερη Μεγάλου Μήκους + 11 ακόμη!! & 5 υποψηφιότητες) καταγράφοντας η μεγαλύτερη προσέλευση που από ποτέ, όπως ανακοίνωσε το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου BFI. Πρόκειται για ένα συγκινητικό δράμα της Chloé Zhao, που παρουσιάστηκε από την σκηνοθέτη, με πρωταγωνιστές τους Jessie Buckley, Paul Mescal, Zac Wishart και τον Σπίλμπεργκ. Παράλληλα, το βραβείο κοινού για την Καλύτερη Βρετανική Ανακάλυψη απονεμήθηκε στο ντοκιμαντέρ του Yemi BamiroBlack Is Beautiful: The Kwame Brathwaite Story“. Το φιλμ, αφιερωμένο στη μνήμη του πρωτοπόρου αμερικανού φωτορεπόρτερ Kwame Brathwaite γνωστού για τη διάδοση της φράσης “Black is Beautiful” _το μαύρο είναι όμορφο, που τεκμηριώνει τη ζωή και τον πολιτισμό στο Χάρλεμ και την Αφρική, που συγκίνησε κοινό και κριτικούς.
          Hamnet

Πρόκειται _όπως ήδη αναφέραμε για φετινή ιστορική δραματική ταινία του, σε συν-μοντάζ και σκηνοθεσία της Chloé Zhao (συν-έγραψε το σενάριο με την Maggie O’Farrell), βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της O’Farrell (2020). Η ταινία ακολουθεί τη σχέση μεταξύ της Agnes και του William Shakespeare, και τον αντίκτυπο του τραγικού θανάτου του 11χρονου γιου τους Hamnet στη ζωή τους, οδηγώντας στη δημιουργία του ομώνυμου θεατρικού έργου από τον Shakespeare. Jessie Buckley και Paul Mescal ως Agnes και William, αντίστοιχα, μαζί με την Emily Watson και τον Joe Alwyn σε δευτερεύοντες ρόλους.

  • Το Hamnet έκανε την πρεμιέρα του στο 52ο  Φεστιβάλ Κινηματογράφου Telluride τον Αύγουστο, θα κυκλοφορήσει σε περιορισμένο αριθμό αιθουσών  στις ΗΠΑ τέλη Νοεμβρίου (και ευρύτερα 12-Δεκ) και στην Αγγλία το  2026 (9-Ιαν) Η ταινία έλαβε από διθυραμβικές ως πολύ θετικές κριτικές, όπου ξεχωρίζουν τις ερμηνείες των Buckley και Mescal, καθώς και τη σκηνοθεσία, το σενάριο, τη μουσική επένδυση, τη φωτογραφία και το μοντάζ.
  • Αφηγείται τη δυνατή ιστορία αγάπης και απώλειας που ενέπνευσαν τη δημιουργία του διαχρονικού αριστουργήματος Άμλετ του Σαίξπηρ. Μια θεατρική παραγωγή του μυθιστορήματος της Maggie O’Farrell ανακοινώθηκε το 2022, με τα δικαιώματα ταινίας να έχουν αποκτηθεί πριν και το 2023, η Κλόε Ζάο προσλήφθηκε για να σκηνοθετήσει την ταινία και θα έγραφε το σενάριο μαζί με την Maggie O’Farrell (μυθιστοριογράφος από τη Βόρεια Ιρλανδία _με το πρώτο της μυθιστόρημα, After You’d Gone, κέρδισε το βραβείο Betty Trask και μετά το The Hand That First Held Mine, το βραβείο Costa Novel Award του 2010 κά) Τον Μάιο, Μεσκάλ και Μπάκλεϊ ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για να πρωταγωνιστήσουν

Η κύρια κινηματογράφηση είχε αρχικά προγραμματιστεί να ξεκινήσει στο Λονδίνο στις (Ιουν-2024) ξεκίνησε στην Ουαλία (τέλη Ιουλίου 2024 και ολοκληρώθηκε 30-Σεπ) και σκηνές γυρίστηκαν επίσης στο Charterhouse (Λονδίνο). Οι Τζο Άλγουιν και Έμιλι Γουάτσον προστέθηκαν στο καστ τον Αύγουστο, με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ να συμμετέχει στην ταινία ως παραγωγός. Ο Λούκας Ζαλ είναι ο διευθυντής φωτογραφίας. Και ο Μαξ Ρίχτερ θα είναι ο συνθέτης της ταινίας.

Υποδοχή

Στον Imdb 8,2 |10, ιστότοπο Rotten Tomatoes, το 87% των κριτικών είναι θετικές, αναφέροντας: «Ραγίζοντας καρδιές και επουλώνοντάς τες μονομιάς, ο Hamnet κάνει εικασίες για την έμπνευση πίσω από το αριστούργημα του Σαίξπηρ με απτή συναισθηματική δύναμη χάρη στις εκπληκτικές ερμηνείες της Jessie Buckley και του Paul Mescal». Το Metacritic, το οποίο χρησιμοποιεί έναν σταθμισμένο μέσο όρο, απέδωσε στην ταινία βαθμολογία 92\100,  υποδεικνύοντας «καθολική αναγνώριση».

  • Η ερμηνεία Buckley ειδικότερα επαινέθηκε ευρέως. Ο David Fear του Rolling Stone εξέφρασε την άποψη ότι ο κόσμος «θα μιλάει για την ερμηνεία της Jessie Buckley για χρόνια».
  • Ο Tim Grierson της Screen Daily θεώρησε ότι ο ρόλος της Μεσκάλ ήταν παρόμοιος με την προηγούμενη δουλειά, αλλά «η τακτικά εξαιρετική Μπάκλεϊ είναι αποκαλυπτική ως ένα άγριο πλάσμα που βιώνει την ευφορία της μητρότητας καθώς και την ερωτική απογοήτευση της απώλειας».
  • Ο Johnny Oleksinski στην New York Post έγραψε ότι «είναι η Μπάκλεϊ που δίνει μια από αυτές τις σπάνιες στροφές που απλά απίστευτες. Ταλαντεύεται πέρα ​​δώθε από χυτοσίδηρο σε πορσελάνη. Η ηθοποιός είναι θυελλώδης, παιχνιδιάρικη, προσγειωμένη και αιθέρια».
  • Ο Peter de Debruge της Variety δήλωσε ότι η ταινία ήταν «τόσο συναισθηματικά ωμή που κατά καιρούς είναι σχεδόν βασανιστική» «με μια ηρωική ερμηνεία από την Τζέσι Μπάκλεϊ».
  • Η Bilge Ebiri της Vulture περιέγραψε την ταινία ως «καταστροφική, ίσως την πιο συναισθηματικά συγκλονιστική ταινία που έχω δει εδώ και χρόνια».
  • Η Angie Han της The Hollywood Reporter την συνόψισε ως «μια εξαιρετικά ερμηνευμένη που σπάει καρδιές», ενώ ο Pete Hammond του Deadline Hollywood έγραψε ότι το Hamnet, «με την ήσυχη αποφασιστικότητά του να πει πολλά για το πώς η τέχνη επηρεάζεται από τη ζωή, είναι διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο».
  • Ο David Ehrlich του IndieWire επιβεβαιώνει ότι με το Hamnet, «θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν πιο ταιριαστό φόρο τιμής στο πιο ευρέως ερμηνευμένο έργο του Σαίξπηρ». Σχετικά με τις ερμηνείες, σημειώνει ότι ο χαρακτήρας της Agnes δεν βασίζεται σε τροπάρια, αλλά «αγκυρώνεται από την αρχέγονη ωμότητα της εκπληκτικής ερμηνείας του Buckley». Ενώ για την ερμηνεία Mescal τη βρήκε «καθαρτικά υπερβατική, επειδή επιτέλους ανταμείβει αυτή την αναζήτηση… καθώς ο Will αρχίζει να αναζητά τον γιο του στο διάστημα μεταξύ ζωής και θανάτου».
  • Ο Richard Lawson στο The Guardian του έδωσε τέσσερα αστέρια, αποκαλώντας το «συγκινητική προσαρμογή του μυθιστορήματος της Maggie O’Farrell του 2020 με ένα συναρπαστικό, συγκινητικό τέλος»
  • Από μια λιγότερο θετική πλευρά, ο Kyle Smith της Wall Street Journal (εκτός από κριτικός μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος) το αποκάλεσε «ένα κατεξοχήν δόλωμα για τα Όσκαρ (θεωρητική βάση, μέγιστο κλάμα και συναισθηματική φόρτιση) αλλά μαστίζεται από πνευματικό αναχρονισμό».

Jessie Buckley

Η Τζέσι Μπάκλεϊ (γεννημένη 28-Δεκ-1989) είναι Ιρλανδή ηθοποιός και τραγουδίστρια. Οι διακρίσεις της περιλαμβάνουν βραβείο Laurence Olivier, καθώς και υποψηφιότητες για Όσκαρ και τρία βραβεία BAFTA. Ξεκίνησε την καριέρα της το 2008 ως διαγωνιζόμενη στο τηλεοπτικό talent show του BBC “I’d Do Anything”, στο οποίο κατέλαβε τη δεύτερη θέση. Απόφοιτος του RADA, οι πρώτες εμφανίσεις της στην οθόνη ήταν σε τηλεοπτικές σειρές του BBC, όπως το “War & Peace” (2016) και το “Taboo” (2017). Έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο παίζοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο “Beast” (2017) και την πρώτη της εμφάνιση στη μουσική ταινία “Wild Rose” (2018). Η ερμηνεία της ως επίδοξη τραγουδίστρια κάντρι μουσικής στο τελευταίο της χάρισε μια υποψηφιότητα για το βραβείο BAFTA Καλύτερης Ηθοποιού σε Πρωταγωνιστικό Ρόλο.
Η καριέρα της προχώρησε με πρωταγωνιστικούς ρόλους στις μίνι σειρές του HBO Chernobyl (2019), I’m Thinking of Ending Things (2020), στην τέταρτη σεζόν του Fargo (2020), The Lost Daughter (2021), Men (2022) και Women Talking (2022). Η ερμηνεία της στο The Lost Daughter της χάρισε υποψηφιότητες για το βραβείο BAFTA Καλύτερης Ηθοποιού σε Β’ Ρόλο και το Όσκαρ Καλύτερης Ηθοποιού και ως Sally Bowles σε μια αναβίωση του Cabaret στο θέατρο West End το 2021 το βραβείο Laurence Olivier Καλύτερης Ηθοποιού σε Μιούζικαλ. Το 2022, κυκλοφόρησε το άλμπουμ σε συνεργασία με τον Bernard Butler, For All Our Days That Tear the Heart, το οποίο ήταν στη βραχεία λίστα για το βραβείο Mercury 2022.

Το 2013, αποφοίτησε από τη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης και κατά τη διάρκεια της θερινής σεζόν του Shakespeare’s Globe, υποδύθηκε τη Miranda στην παράσταση The Tempest, και την τραγουδίστρια Arabella Hunt και την Kate στο Gabriel του Samuel Adamson. Μετά από μια επεισοδιακή εμφάνιση στη σειρά αστυνομικών δραμάτων Endeavour, υποδύθηκε τη Marya Bolkonskaya στη νέα δραματοποίηση του BBC, Πόλεμος και ειρήνη με πολλούς επαίνους για την ερμηνεία της. Κάνοντας το κινηματογραφικό της ντεμπούτο ως Μολ Χάντφορντ στο ψυχολογικό θρίλερ Beast (2017), έλαβε μεγάλη αναγνώριση και στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στο δράμα κάντρι μουσικής Wild Rose (2017), το οποίο της χάρισε την ευκαιρία να ερμηνεύσει μουσική από την ταινία στο Φεστιβάλ Γκλάστονμπερι. Το επίσημο soundtrack της ταινίας έφτασε στο νούμερο ένα στο UK Country Albums Chart. Η ταινία έλαβε θετικές κριτικές και η ερμηνεία της ανταμείφθηκε με υποψηφιότητα για Καλύτερη Ηθοποιό σε Πρωταγωνιστικό Ρόλο στα 73α Βραβεία Κινηματογράφου της Βρετανικής Ακαδημίας. Η Buckley εμφανίστηκε στη συνέχεια στο βιογραφικό δράμα Judy, βασισμένο στη ζωή της Judy Garland. Και το 2020, είχε τέσσερις κυκλοφορίες: Dolittle, σε σκηνοθεσία Stephen Gaghan, The Courier, σε σκηνοθεσία Dominic Cooke, Misbehaviour (σκηνοθ. Philippa Lowthorpe) και το σουρεαλιστικό ψυχολογικό θρίλερ I’m Thinking of Ending Things (σκηνοθ. Charlie Kaufman) Η ερμηνεία της στο τελευταίο επαινέθηκε πολύ και της χάρισε μια υποψηφιότητα για Καλύτερη Ηθοποιό στα 30ά Ετήσια Βραβεία Ανεξάρτητου Κινηματογράφου Gotham. Την ίδια χρονιά, ο Μπάκλεϊ είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην τέταρτη σεζόν της μαύρης κωμωδίας του FX, Fargo όπου υποδύθηκε τη νοσοκόμα Oraetta Mayflower

Το 2021, πρωταγωνίστησε ως η νεότερη εκδοχή της Λήδα Καρούζο στο σκηνοθετικό ντεμπούτο της Μάγκι Τζίλενχαλ, The Lost Daughter, με την Ολίβια Κόλμαν να υποδύεται την μεγαλύτερη αντίστοιχη του χαρακτήρα. Η ταινία έλαβε επαίνους από τους κριτικούς. Ο Ty Burr (κριτικός κινηματογράφου για την Washington Post, αρθρογράφος και συγγραφέας _γράφει το ενημερωτικό δελτίο ταινιών και πολιτισμού “Ty Burr’s Watchlist”) ανέφερε ότι η Μπάκλεϊ ήταν μια «αποκάλυψη». Για την ερμηνεία της, κέρδισε ένα βραβείο Gotham Independent Film Award για εξαιρετική υποστηρικτική ερμηνεία και ήταν υποψήφια για βραβείο BAFTA για την καλύτερη ηθοποιό σε υποστηρικτικό ρόλο. Έλαβε επίσης την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ   καλύτερης ηθοποιού.

Ο οσκαρικός Eddie Redmayne (άγγλος ηθοποιός του κινηματογράφου και του θεάτρου, με σπουδές στην Ιστορία της Τέχνης) προσέγγισε την Μπάκλεϊ για να πρωταγωνιστήσει μαζί του, ως Σάλι Μπόουλς, σε μια αναβίωση του μιούζικαλ Cabaret. Η παραγωγή άνοιξε λαμβάνοντας διθυραμβικές κριτικές στο West End το 2021, κερδίζοντας το βραβείο Καλύτερης Μουσικής Αναβίωσης και το ίδιο βραβείο ως Καλύτερης Ηθοποιού στα Βραβεία Olivier του 2022.

Ο David Benedict, γράφοντας για το Variety, ανέφερε έπαιξε την Bowles «με εκπληκτική δυναμική σφοδρότητα» και ο Nick Curtis, κριτικός θεάτρου για την Evening Standard, την περιέγραψε ως «μια δύναμη συναισθημάτων».

  • Το 2022, Buckley και ο πρώην κιθαρίστας των Suede, Bernard Butler, κυκλοφόρησαν το “The Eagle & The Dove”, το κύριο single από το συνεργατικό τους άλμπουμ και επίσης  το “For All Our Days That Tear the Heart” που έκανε το ντεμπούτο του στο Νο. 23 στο UK Albums Chart και  ήταν στη βραχεία λίστα για το βραβείο Mercury του 2022 _νωρίτερα το 2021, συμμετείχε  με τους Frances McDormand, Rooney Mara, Claire Foy και Ben Whishaw στην κινηματογραφική μεταφορά του μπεστ σέλερ μυθιστορήματος της Miriam Toews, Women Talking.
  • Το 2022, πρωταγωνίστησε ως χήρα που ταξιδεύει για διακοπές σε ένα χωριό στην εξοχική ταινία τρόμου Men του Alex Garland, με τον Rory Kinnear _ταινία που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών στο τμήμα Σκηνοθετών. Την ίδια χρονιά, συνεργάστηκε με τους Colman, Luke Evans, Jonathan Pryce και Johnny Flynn στην ταινία Scrooge: A Christmas Carol, μια κινουμένων σχεδίων διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος του Charles Dickens.
  • Επανασυνδέθηκε με την Olivia Colman στην ταινία Wicked Little Letters, μια κωμωδία σε σκηνοθεσία Thea Sharrock. Την ίδια χρονιά, ανακοινώθηκε ότι θα αντικαθιστούσε την Carey Mulligan ως πρωταγωνίστρια στο αγγλόφωνο ντεμπούτο μεγάλου μήκους ταινίας του Christos Nikou, Fingernails. _και οι δύο ταινίες έκαναν πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο το 2023 _τέλος
  • Μάη του 2023, ανακοινώθηκε ότι θα πρωταγωνιστήσει στο Hamnet της Chloé Zhao.

12 Νοεμβρίου 2025

Στην Αθήνα φέτος η διεθνής γιορτή της όπερας

Ήταν τέτοιες μέρες του 67, θες να δούμε opera; με ρώτησε ο φίλος μου ο Ciro, τότε είχε ήδη καμιά 150αριά μπομπίνες με ηχογραφημένες όπερες… όπερα; _του απάντησα μπλιάχ!! Andiamo e vedrai _και πήγαμε κι ακούσαμε Carmen, κι από τότε η opera έγινε διαχρονική αγάπη. Αργότερα μπήκα σε πιο βαθιά νερά Wagner Βαλκυρίες κλπ
   Wagner Βαλκυρίες...

“Αποκάλυψη τώρα” | Apocalypse now

Εν αρχή ην όπερα ως μουσικό θεατρικό είδος, δλδ μουσική σύνθεση που περιλαμβάνει συγχρόνως και σκηνική δράση. Οι διάλογοι των ηθοποιών της όπερας αποδίδονται με τη μορφή τραγουδιού ενώ η θεατρική παράσταση εκτυλίσσεται παρουσία μουσικού συνόλου. Δεδομένου πως το αστικό κράτος ποτέ δεν ασχολήθηκε με τη μουσική παιδεία του λαού παραμένει ως ένα από τα πιο δημοφιλή μουσικά είδη μόνο στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Ο όρος όπερα είναι ο πληθυντικός του λατινικού opus που σημαίνει το έργο, δηλώνοντας έτσι την ενσωμάτωση στην όπερα πολλών καλλιτεχνικών ειδών όπως η μουσική, το θέατρο, ο χορός και η σκηνογραφία _ονομάζεται επίσης το θέατρο που φιλοξενεί τις παραστάσεις (στα καθ ημάς Λυρική Σκηνή). Αποδίδεται συχνά στα ελληνικά _λάθος ως μελόδραμα

         Μουσική δομή

Η ποίηση της (διάλογοι) που αναδεικνύουν την πλοκή, αποτελεί το αποκαλούμενο λιμπρέτο (libretto), το οποίο ανάλογα με το είδος της μπορεί να είναι σοβαρό ή περισσότερο κωμικό. Υπάρχει γενικά διχογνωμία σχετικά με το αν το λιμπρέτο ή η μουσική είναι το σημαντικότερο στοιχείο σε μια όπερα. Η μουσική είναι τις περισσότερες φορές συνεχής και έχει ως απώτερο στόχο τη δραματοποίηση των δρώμενων στη σκηνή.
               Φωνές
Διακρίνονται καταρχήν σε ανδρικές και γυναικείες.

·       Υψίφωνος _♀

·       Μεσόφωνος _♀

·       Κοντράλτο _♀

·       Κόντρα-τενόρος _♂

·       Τενόρος _♂

·       Βαρύτονος _♂

·       Βαθύφωνος _♂

Τύποι ανδρικών φωνών

·       Βαθύφωνος ή μπάσσος (bass) - καλύπτει τις χαμηλότερες νότες

·       Βαρύτονος (baritone) - καλύπτει τις ενδιάμεσες περιοχές

·       Τενόρος (tenor) ή οξύφωνος - καλύπτει τις υψηλότερες νότες

·       Κόντρα-τενόρος (countertenor) - καλύπτει τις υψηλότερες νότες
που μπορεί να φτάσει ανδρική φωνή.

§       Επειδή υπάρχουν μόνο λίγοι κοντρα-τενόροι παγκοσμίως, 
συχνά οι ρόλοι τους ερμηνεύονται από γυναίκες

Γυναικείες

·       Κοντράλτο (contralto) - καλύπτει τις χαμηλότερες νότες

·       Μεσόφωνος ή μέτσο-σοπράνο (mezzo soprano) - καλύπτει τις ενδιάμεσες περιοχές

·       Υψίφωνος ή σοπράνο (soprano) - καλύπτει τις υψηλότερες νότες

Στους παραπάνω τύπους μπορούν να υπάρχουν και φωνές που ανήκουν σε ενδιάμεσες κατηγορίες

Η παραδοσιακή αποτελείται από δύο είδη τραγουδιού για την αφήγηση της πλοκής του έργου: το ρετσιτατίβο, το μέρος του διαλόγου που κατά κύριο λόγο προάγει τη δράση και την άρια, όπου μέσω ενός μονολόγου αποκρυσταλλώνεται μια συναισθηματική κατάσταση. Αρκετές φορές έχουμε ντουέτα ή μεγαλύτερα ακόμα φωνητικά σύνολα, χωρίς να λείπουν -αν και είναι σπανιότερα- χορωδιακά μέρη. Η στερεότυπη δομή μιας πράξης της όπερας υπαγορεύει πως οι βασικοί ήρωες-χαρακτήρες πρέπει να έχουν μια άρια σε κάθε πράξη. Επιπλέον, αποφεύγονται δύο διαδοχικές άριες ίδιου χαρακτήρα ή για τον ίδιο τύπο φωνής, ενώ το ρεπερτόριο των πρωταγωνιστών περιλαμβάνει περισσότερες άριες από το ρεπερτόριο δευτερευόντων χαρακτήρων του έργου.

Ιστορία

Το παλαιότερο ιστορικό έργο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως όπερα χρονολογείται στα 1597 και είναι η Δάφνη των Τζάκοπο Πέρι και Οτάβιο Ρινουτσίνι. Το έργο αυτό αποτέλεσε ουσιαστικά μια προσπάθεια μίμησης του κλασικού αρχαίου ελληνικού δράματος. Η Δάφνη δεν είχε διασωθεί. Ένα μεταγενέστερο έργο του Πέρι, η Ευρυδίκη, αποτελεί το παλαιότερο μουσικό κείμενο (παρτιτούρα) όπερας που διασώζεται έως σήμερα.

Σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη του είδους ήταν και η μονωδία. Το είδος αυτό αναπτύχθηκε από τους Ιταλούς συνθέτες στα τέλη του 16ου αιώνα. Η γέννηση της όπερας τοποθετείται γεωγραφικά στην Ιταλία, ωστόσο έγινε τόσο δημοφιλές είδος που σύντομα εξαπλώθηκε και στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, την Ισπανία και τη Ρωσία. Το 1637, στη Βενετία, κτίστηκε και το πρώτο θέατρο αποκλειστικά για παραστάσεις όπερας ενώ ακολούθησαν μόνο στην πόλη της Βενετίας επιπλέον 16 ανάλογα θέατρα, ενδεικτικό της απήχησης που είχε το είδος. Οι πρώτες όπερες χαρακτηρίζονταν ως dramma per musica, δηλάδή το δράμα μέσω μουσικής και τον 17ο ή 18ο αιώνα η πλοκή στις περισσότερες όπερες βασιζόταν στη μυθολογία ή σε ιστορικά γεγονότα. Η θεματολογία τους ήταν σοβαρή (opera seria) ή ακόμα και κωμική (opera buffa).

Μπαρόκ Όπερα

Η ανάπτυξη της μπαρόκ όπερας συντελέστηκε κυρίως στην Ιταλία (Ρώμη και Βενετία). Ένα από τα έργα που καθιέρωσαν την όπερα της Ρώμης ήταν το Sant'Alesio του Στέφανο Λάντι, στα 1632. Η παρουσία όμως του Κλάουντιο Μοντεβέρντι ήταν αυτή που βοήθησε την μπαρόκ όπερα να φθάσει στην ακμή της αλλά και να μετατραπεί από είδος ψυχαγωγίας της αριστοκρατίας της εποχής σε περισσότερο "λαϊκό" είδος ευρύτερης απήχησης. Το έργο Ορφέας του Μοντεβέρντι αποτελεί ίσως την παλαιότερη όπερα η οποία εκτελείται και σήμερα.

Η ανάπτυξη της ιταλικής σοβαρής όπερας ξεκίνησε με το έργο του ποιητή Apostolo Zeno (1688-1750) ο οποίος απέκλεισε τα κωμικά επεισόδια και αφαίρεσε από τα λιμπρέτι τις περιττές σκηνές δίνοντας έμφαση στον διδακτικό χαρακτήρα της όπερας. Οι χαρακτήρες των έργων σταδιακά άρχισαν να αποτελούν περισσότερο σύμβολα συγκεκριμένων ηθικών αξιών ή αρετών. Σημαντικό ρόλο στη σταθεροποίηση της μορφής της opera seria διαδραμάτισε και ο Pietro Trapassi (ή Metastasio), τα θέματα του οποίου στηρίζονταν πάνω σε μύθους της αρχαίας Ελλάδας και είχαν ως πρωταρχικό σκοπό την πνευματική και ηθική εξύψωση του ακροατή-θεατή. Μεταξύ των πράξεων μιας σοβαρής όπερας παρεμβαλλόταν συχνά και ένα σύντομο κωμικό ιντερλούδιο που αποσκοπούσε στη χαλάρωση των θεατών μέσω της σάτιρας ή της παρωδίας, μια μορφή διαλείμματος. Η πλοκή στα ιντερλούδια διέφερε συνήθως από αυτή της σοβαρής όπερας και σταδιακά αυτονομήθηκαν σχηματίζοντας έτσι ένα νέο είδος, το ιντερμέδιο (intermezzo), με σημαντική ανάπτυξη κυρίως στη Νάπολη την περίοδο 1710-1730.

         Γαλλική όπερα

Σε αντιδιαστολή -- και ίσως ανταγωνισμό -- με την Ιταλική όπερα, αναπτύχθηκε μια ξεχωριστή παράδοση Γαλλικής όπερας, με έργα γραμμένα στη γαλλική γλώσσα, της οποίας ιδρυτής θεωρείται ο Ζαν Μπατίστ Λυλί. Η γέννηση της γαλλικής όπερας χρονολογείται επισήμως στα 1669 με την ταυτόχρονη επανασύσταση της Βασιλικής Ακαδημίας Μουσικής από τον Lully. Ως πρόδρομοι της αναφέρονται συχνά η γαλλική τραγωδία, τα χορευτικά μπαλέτα στις βασιλικές αυλές αλλά και η ιταλική όπερα. Οι όπερες του Lully αποτελούνταν από πέντε πράξεις και έναν πρόλογο ενώ περιελάμβαναν και χορευτικά μέρη μπαλέτου. Η μουσική διαδραμάτιζε εξίσου σημαντικό ρόλο με το κείμενο, το οποίο συχνά περιείχε θετικές αναφορές στη βασιλική εξουσία. Οι μεταγενέστερες όπερες του Ζαν Φιλίπ Ραμώ δεν είχαν γενικά μεγάλη απήχηση ενώ οι μικρές αποκλίσεις τους από την παράδοση του Lully προκάλεσαν την αντίδραση αρκετών κριτικών της εποχής σε συνδυασμό και με την άνοδο της ιταλικής όπερας μέσα στη Γαλλία. Η ανάμιξη της παραδοσιακής γαλλικής όπερας του Lully με την ιταλική όπερα ή με άλλες επιρροές όπως το τραγούδι bel canto οδήγησε τελικά στη δημιουργία της Grand Opera (Μεγάλη Όπερα), ένα από τα πιο εκλεπτυσμένα οπερετικά είδη του 19ου αιώνα.

Όψη του θεάτρου San Carlo της Napoli από την Gelleria

Ιταλία: η μεταρρύθμιση

Η δομή της σοβαρής όπερας θεωρήθηκε από αρκετούς Ιταλούς συνθέτες δύσκαμπτη και απόλυτη, γεγονός που τους οδήγησε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων με απώτερο σκοπό να γίνει η όπερα περισσότερο φυσική και ρεαλιστική. Πρώτα δείγματα τροποποιήσεων ήταν νέες μορφές άριας, η χρήση μεγαλύτερων φωνητικών συνόλων και η ενίσχυση του ρόλου της ορχήστρας. Οι σημαντικότεροι συνθέτες της μεταρρύθμισης στην όπερα ήταν οι Ιταλοί Νικολό Τζομμέλλι (1714-1774) και Τομμάζο Τραέτα (1727-1779). Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός πως αυτοί οι συνθέτες είχαν εργαστεί και σε γαλλικές βασιλικές αυλές, με αποτέλεσμα οι όπερες τους να διακρίνονται από ένα κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, συνδυάζοντας τη γαλλική με την ιταλική όπερα. Τελικά, ο συνθέτης που καθιέρωσε ένα νέο τύπο όπερας αναμιγνύοντας τη γαλλική με την ιταλική οπερετική παράδοση ήταν ο Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ (1714-1787), γεννημένος στη Βαυαρία και βασιλικός συνθέτης στην αυλή της Βιέννης. Ο Γκλουκ απλοποίησε σημαντικά τη μουσική δομή της όπερας, πρόσθεσε την εισαγωγή ως αναπόσπαστο μέρος του δράματος, χρησιμοποίησε τη χορευτική μουσική της γαλλικής όπερας ενώ σε πολλές από τις δικές του όπερες συνέθεσε μεγάλες ενιαίες σκηνές με ανάμιξη ρετσιτατίβων και αριών. Σημαντικότερα έργα του θεωρούνται ο Ορφέας, το Ορφέας και Ευριδίκη, η Αρμίδα, η Ιφιγένεια εν Αυλίδι και η Ιφιγένεια εν Ταύροις. Η επιρροή του είναι εμφανής και σε μεταγενέστερες όπερες των Λουίτζι Κερουμπίνι (1760-1842), Γκασπάρο Σποντίνι (1774-1851) και Εκτόρ Μπερλιόζ (1803-1869).

Γερμανική όπερα

Στη Γερμανία παρατηρήθηκε η δημιουργία του αποκαλούμενου singspiel, ένα είδος γερμανικής κωμικής όπερας. Σημαντικότερο δείγμα αυτού του είδους αποτελεί κατά γενική ομολογία ο Μαγικός Αυλός (1791) του Μότσαρτ, που τοποθετείται πολύ υψηλά σε ολόκληρη τη γερμανική παράδοση και αποτέλεσε και τη βάση για την ανάπτυξη της γερμανικής ρομαντικής όπερας. Στις αρχές του 19ου αιώνα παρουσιάζεται η μοναδική όπερα του Μπετόβεν (Φιντέλιο) καθώς και οι όπερες των Καρλ Μαρία φον Βέμπερ και Χάινριχ Μάρσνερ, που περιέχουν στοιχεία του γερμανικού singspiel και μελοδράματος, ενώ αποτελούν σημαντικές επιρροές στα έργα του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Οι όπερες του Βάγκνερ στιγμάτισαν το είδος με το μεγαλειώδες ύφος τους και καινοτόμησαν ως προς την ανάμειξη του ρετσιτατίβο και της άριας, ταυτόχρονα με τη διαρκή συνοδεία της ορχήστρας δημιουργώντας την αίσθηση μιας διαρκούς μελωδίας που διακόπτεται σε κεντρικά σημεία της πλοκής.

Η όπερα τον 19ο αιώνα

Πέρα από τη ρομαντική όπερα της Γερμανίας, η ιταλική όπερα, στις αρχές του 19ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την παρουσία συνθετών όπως ο Τζουζέπε Βέρντι, ο Τζοακίνο Ροσσίνι, ο Γκαετάνο Ντονιτσέτι και ο Βιντσέντσο Μπελλίνι. Στην ιταλική όπερα της εποχής αυτής, οι άριες χωρίζονται συνήθως σε δύο μέρη, ένα μέρος αργού ρυθμού που διαδέχεται ένα γρήγορο ρυθμικά μουσικό τμήμα. Ανάμεσα στις σημαντικότερες όπερες αυτής της περιόδους ανήκουν ο Κουρέας της Σεβίλλης (1816), κωμική όπερα του Ροσσίνι, καθώς και αρκετές τραγωδίες του Ντονιτσέττι όπως η Lucia di Lammermoor (1835). Στο δεύτερο μισό του αιώνα κυριαρχεί η μορφή του συνθέτη Τζουζέπε Βέρντι με σημαντικές όπερες όπως το Rigoletto (1851), η Τραβιάτα και η Αΐντα. Η τραγική όπερα του Βέρντι Οθέλος (1887) και η κωμική όπερα του Φάλσταφ (1893) περιέχουν λιμπρέτι του Αρρίγκο Μπόιτο βασισμένα σε έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Στα τέλη του 19ου αιώνα, έκανε την εμφάνισή του και το στυλ όπερας Βερισμός που χαρακτηρίζεται ως ένα συναισθηματικό και ρεαλιστικό μελόδραμα. Το είδος αυτό υπηρέτησε μεταξύ άλλων και ο Τζιάκομο Πουτσίνι, ένας από τους σημαντικότερους διαδόχους του Βέρντι, ειδικότερα με τις όπερες La Boheme (1896) και Tosca (1900). Στη Γερμανία του 19ου αιώνα ξεχώρισε το έργο του Ρίχαρντ Βάγκνερ.

               Συνθέτες _ενδεικτικά

§  Giuseppe Verdi

§  Wolfgang Amadeus Mozart

§  Vincenzo Bellini

§  Gaetano Donizetti

§  Jacques Offenbach

§  Georges Bizet

§  Hector Berlioz

§  Giacomo Puccini

§  Gioacchino Rossini

§  Modest Mussorgsky

§  Benedikt Smetana

§  Nikolai Rimsky-Korsakov

§  Daniel François Esprit Auber

§  Umberto Giordano

§  Pietro Mascagni

§  Richard Wagner

§  Richard Strauss

§  Ruggiero Leoncavallo

§  Charles Gounod

§  Modest Mussorgsky

§  Benedikt Smetana

§  Amilcar Ponchielli

§  Ambroise Thomas

§  Henri Febriès

§  Arrigo Boito

§  Victor Herbert

§  Gustave Charpentier

§  Engelbert Huberding

§  Hermano Wolf-Ferrari

§  Jacques Alevy

§  Jules Massenet

§  Ignaz Paderewski

§  Italo Montemezzi

§  Camille Saint-Saëns

§  Carl Maria von Weber

§  Carl von Goldmark

§  Clément-Philibert

§  Léo Delibes

§  Claude Debussy

§  Christoph Willibald Gluck

§  Luigi Ricci

§  Ludwig van Beethoven (έγραψε μόνο μια _Fidelio)

§  Paul Duca

§  Giacomo Meyerbeer

§  Federico Ricci

§  Ferdinand Erold

§  Franco Leoni

§  Friedrich von Flotow


Τα Διεθνή Βραβεία Όπερας είναι μια ετήσια τελετή απονομής βραβείων που τιμά την αριστεία στην όπερα σε όλο τον κόσμο. Ιδρύθηκαν το 2013 από τον Χάρι Χάιμαν, Βρετανό επιχειρηματία, “φιλάνθρωπο” και υποστηρικτή της όπερας, και τον Τζον Άλισον, Εκδότη του Opera Magazine, με στόχο να γιορτάσει την  όπερα ως μορφή τέχνης διεθνώς.
Τα βραβεία απονέμονται σε περίπου 20 κατηγορίες κάθε χρόνο. Οι υποψηφιότητες για όλες τις κατηγορίες είναι ανοιχτές στο ευρύ κοινό, το οποίο υποβάλλει τις επιλογές του μέσω ηλεκτρονικής φόρμας. Οι μακροσκελείς λίστες που δημιουργούνται από αυτή τη διαδικασία εξετάζονται στη συνέχεια από μια επιτροπή (κριτικών όπερας) και διαχειριστών, οι οποίοι ανακοινώνουν τις βραχείες λίστες πριν από την τελετή. Οι νικητές καθορίζονται με μυστική ψηφοφορία, με εξαίρεση το Βραβείο Αναγνωστών του Opera Magazine, το οποίο αποφασίζεται με δημόσια ψηφοφορία. Τα εναρκτήρια διεθνή βραβεία όπερας πραγματοποιήθηκαν στο Λονδίνο το 2013. Το 2015, τα Βραβεία άλλαξαν από τη μορφή δείπνου σε θεατρική παράσταση, με παραστάσεις από προηγούμενους νικητές, φιναλίστ και άλλους εξέχοντες ερμηνευτές της όπερας. Οι τελετές του 2015 και του 2016 πραγματοποιήθηκαν στο Θέατρο Savoy στο Λονδίνο. Από το 2017 έως το 2019, η τελετή πραγματοποιήθηκε στο London Coliseum και στο Sadler's Wells, με την Orpheus Sinfonia ως την ορχήστρα των Βραβείων.
Το 2022, η τελετή πραγματοποιήθηκε στο Teatro Real στη Μαδρίτη. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που η τελετή πραγματοποιήθηκε εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και η πρώτη με φυσική παρουσία από το 2019, λόγω της πανδημίας. Το 2023 στο Teatr Wielki, έδρα της Εθνικής Όπερας της Πολωνίας. Τα βραβεία συγκεντρώνουν χρήματα για ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα που απονέμει υποτροφίες σε επίδοξους καλλιτέχνες όπερας που έχουν οικονομική ανάγκη. Στους δικαιούχους περιλαμβάνονται τραγουδιστές, μαέστροι, συνοδοί, διευθυντές και σύνολα. Οι αιτήσεις γίνονται δεκτές ετησίως και είναι ανοιχτές σε καλλιτέχνες από οποιαδήποτε χώρα. Τα International Opera Awards φιλοξενούνται για πρώτη φορά στη χώρα μας, στην Εθνική Λυρική Σκηνή (όχι βέβαια για την πάλαι ποτέ στην Ακαδημίας αλλά στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος δείτε εδώ
Η τελετή θα παρουσιαστεί το BBC και την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής θα διευθύνει ο Κωνσταντίνος Τερζάκης ενώ θα συμμετέχουν σολίστ, πολυφωνικό σύνολο, η Χορωδία, το Μπαλέτο και η Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ. Το πρόγραμμα, αφιερωμένο στα έργα κορυφαίων ελλήνων δημιουργών, συνθέτει ένα εντυπωσιακό λυρικό πανόραμα: Συνθέσεις των Σπυρίδωνος Σαμάρα, Παύλου Καρρέρ, Θεόφραστου Σακελλαρίδη, Νίκου Σκαλκώτα, Μίκη Θεοδωράκη και του διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργου Κουμεντάκη θα ερμηνεύσουν οι διαπρεπείς μονωδοί Βασιλική Καραγιάννη, Μαρία Κοσοβίτσα, Δημήτρης Πλατανιάς και Γιάννης Χριστόπουλος.

Η τελετή κρύβει βεβαίως και εκπλήξεις που θα αποκαλυφθούν επί σκηνής καθώς σημαντικοί λυρικοί καλλιτέχνες της εποχής μας που είναι υποψήφιοι για τα μεγάλα βραβεία θα ερμηνεύσουν αποσπάσματα από διάσημες όπερες, μια θρυλική μορφή της λυρικής τέχνης θα ανέβει στη σκηνή για να βραβευτεί για το έργο της, ενώ, παράλληλα, την εκδήλωση θα τιμήσουν με την παρουσία τους και εκπρόσωποι των μεγαλύτερων λυρικών θεάτρων του πλανήτη. Ανάμεσα στις φετινές υποψηφιότητες ξεχωρίζει, η δική μας «Δύναμη του πεπρωμένου» του Βέρντι, σε σκηνοθεσία Ροδούλας Γαϊτάνου, που διεκδικεί το βραβείο «Νέας παραγωγής».