16 Σεπτεμβρίου 2025

Πέθανε ο Robert Redford

Πέθανε, σε ηλικία 89 ετών, ο “μεγάλος” του κινηματογράφου Ρόμπερτ Ρέντφορντ, “στο σπίτι του, στη Γιούτα σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης” _ New York Times # Έχει κερδίσει δύο βραβεία Όσκαρ: Το πρώτο (1980) για τη σκηνοθεσία της ταινίας Συνηθισμένοι άνθρωποι (Ordinary People) και το δεύτερο (2002) για τη συνολική του προσφορά στο χώρο του κινηματογράφου.

Ο Ρέντφορντ γεννήθηκε στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνιας, το 1936. Ο πατέρας του ήταν, αρχικά, γαλατάς και, στη συνέχεια, λογιστής, ενώ η μητέρα του ήταν νοικοκυρά. Η καταγωγή των προγόνων του είναι βρετανική (Αγγλία και Σκωτία) και ιρλανδική, κάτι που εξηγεί, τα πυρόξανθα μαλλιά του, τα οποία είναι και το κύριο γνώρισμά του. Κατά τα σχολικά του χρόνια, ήταν συμμαθητής με το διάσημο παίκτη του μπέιζμπολ Ντον Ντιρσντέιλ. Λέγεται πως, όταν γύριζε από το σχολείο του στο σπίτι, σταματούσε έξω από τα στούντιο της Fox, για να παρακολουθήσει τους διάσημους ηθοποιούς της εποχής. Στην εφηβεία του, συνήθιζε να κάνει μικροκλοπές (τάσια αυτοκινήτων), ενώ κατανάλωνε πολύ αλκοόλ. Η συμπεριφορά του αυτή τον εμπόδισε να κερδίσει κάποια υποτροφία, ώστε να μπορέσει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ το 1975 _AP
Μόλις αποφοίτησε από το σχολείο, κέρδισε, τελικά, υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, χάρις στην ικανότητά του στον αθλητισμό και -κυρίως- στο μπέιζμπολ. Εκείνο το χρονικό διάστημα δούλευε ως σερβιτόρος σε ένα εστιατόριο-μπαρ. Έπειτα, ξεκίνησε να δουλεύει στις πετρελαιοπηγές της Καλιφόρνιας, ώστε να μαζέψει χρήματα, για να μπορέσει να κάνει ένα ταξίδι στην Ευρώπη.

Κατάφερε να μείνει στη Γηραιά Ήπειρο για ένα -περίπου- χρόνο. Τον περισσότερό του καιρό τον πέρασε στο Παρίσι, ενώ γράφτηκε και στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας. Όμως, οι κακές κριτικές των καθηγητών του, τον οδήγησαν στην επιστροφή του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αργότερα, μετέβη στο Μπρούκλιν, για να κάνει μαθήματα ζωγραφικής στο Ινστιτούτο Πρατ, κάτι που επηρέασε αρκετά τη ζωή του και τον ίδιο, αφού για μια περίοδο είχε αποκτήσει ένα αρκετά μποέμικο στυλ.

Στη συνέχεια, πήγε στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών της Νέας Υόρκης, μετά από παρότρυνση ενός φίλου του. Στην ακρόασή του, κατάφερε να εκπλήξει τους κριτές, οι οποίοι ανέφεραν πως: «διαθέτει μια φυσική άνεση στην έκφραση, ζωηρή φαντασία, ένα χάρισμα». Η επαφή του αυτή με την υποκριτική τον κέρδισε και τον έκανε να ασχοληθεί σοβαρά με το αντικείμενο.

Βραβεύσεις

Ως καλλιτέχνης

  • Βραβείο Όσκαρ για τη συνολική προσφορά του στον κινηματογράφο (2002)

Ως ηθοποιός:

  • Βραβείο Emmy β’ ανδρικού ρόλου για την τηλεοπτική σειρά Alcoa Premiere
  • Χρυσή Σφαίρα πιο πολλά υποσχόμενου ηθοποιού για την ταινία Inside Daisy Clover
  • Βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού για την ταινία Tell Them Willie Boy Is Here
  • Βραβείο BAFTA καλύτερου ηθοποιού για την ταινία Downhill Racer

Ως σκηνοθέτης:

  • Όσκαρ σκηνοθεσίας για την ταινία Ordinary People

Κινηματογραφικό ίνδαλμα
Με ταινίες που έγραψαν ιστορία

Ο Robert Redford το 2017_ Invision/AP

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ ξεκίνησε ως “χρυσό αγόρι” του Χόλιγουντ, αλλά η πορεία του απέδειξε ότι ήταν κάτι πολύ περισσότερο: ένας ηθοποιός με βάθος, ένας σκηνοθέτης με όραμα και ένας ακούραστος υπερασπιστής του ανεξάρτητου κινηματογράφου. Από τον Sundance Kid μέχρι το All the President’s Men και από το Όσκαρ σκηνοθεσίας για το Ordinary People μέχρι την ίδρυση του Sundance, ο Ρέντφορντ έγραψε τη δική του ιστορία στην έβδομη τέχνη. Δεν ήταν ποτέ απλώς ένας όμορφος και ματαιόδοξος πρωταγωνιστής της οθόνης. Ξεκίνησε με λαμπρά χαμόγελα και επιβλητική εμφάνιση στις ταινίες των ’60s, αλλά σύντομα απέδειξε ότι πίσω από τη σαγήνη κρύβεται βαθύτερη τέχνη: ρόλοι με πολιτικό βάθος, δύσκολα σκηνοθετικά εγχειρήματα και μια σταθερή δέσμευση στην ανεξάρτητη δημιουργία.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ απαντά σε ερωτήσεις
κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου
Ιαν-1996, στο Ινστιτούτο Σάντανς _AP

Από τις πρώτες του εμφανίσεις, ο Ρέντφορντ έγινε αντικείμενο θαυμασμού για το παρουσιαστικό του· αλλά η πορεία του δεν σταμάτησε εκεί. Μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να ξεπεράσει τη “φαντασμαγορία” του Hollywood και να αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα με επιλογές που συνδύαζαν ερμηνεία, πολιτική ευαισθησία και δημιουργική τόλμη.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Ρόμπερτ Ρέντφορντ ποζάρει
στην 53η ετήσια απονομή των βραβείων Όσκαρ στο Λος Άντζελες, Καλιφόρνια,31 Μαρτίου 1981.
Bραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας για την ταινία
“Ordinary People”, το σκηνοθετικό του ντεμπούτο _AP

Ιδρυτής του Sundance Institute και του διάσημου Φεστιβάλ Sundance, προάγοντας ανεξάρτητο σινεμά, ο Ρέντφορντ απέδειξε ότι το ταλέντο δεν είναι αρκετό· χρειάζεται και θέληση, όραμα και συνέχεια.

Από τις σημαντικότερες ταινίες του

Παρακάτω ακολουθούν μερικές από τις πιο εμβληματικές ταινίες του Ρόμπερτ Ρέντφορντ — ρόλοι και έργα που δεν απλώς τον κατέστησαν σταρ, αλλά καθόρισαν την πορεία του ως ηθοποιού και σκηνοθέτη

Barefoot in the Park _1967

Μια από τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες. Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Τζέιν Φόντα σε ζευγάρι νέων παντρεμένων· ξεκίνημα που έδειξε τη γοητεία του σε ελαφρά, ρομαντικά δράματα.

                  Butch Cassidy and the Sundance Kid _1969

Οδυνηρός και δυναμικός ρόλος στο πλευρό του Πολ Νιούμαν. Μία από τις πιο αγαπημένες western ταινίες· έδειξε το ταλέντο του για δράση, χιούμορ και χημεία με συμπρωταγωνιστές.

The Sting _1973

Μια ταινία-ορόσημο: συνδυασμός κλοπής, δόλου και κινηματογραφικής κομψότητας. Ο Ρέντφορντ απέδειξε ότι μπορεί να χειριστεί περίπλοκες αφηγήσεις με αιχμηρό χιούμορ και ένταση.

All the President’s Men _1976

Πολιτικό θρίλερ που τον καθιέρωσε ως ηθοποιό με κοινωνική ευθύνη. Η ταινία ενίσχυσε το κύρος του και συνδέθηκε με μια περίοδο όπου ο κινηματογράφος δεν φοβόταν την αλήθεια.

The Way We Were _1973

Ρομαντική ιστορία με έντονα συναισθηματικά στοιχεία, όπου ο Ρέντφορντ έδειξε ότι μπορεί να αγγίξει την καρδιά με λιγότερα δράματα και περισσότερο εσωτερικότητα.

Ordinary People _1980


Η πρώτη του μεγάλη σκηνοθετική επιτυχία. Κατέκτησε Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερου Σκηνοθέτη. Έδειξε ότι ο Ρέντφορντ δεν ήταν μόνο ερμηνευτής αλλά και δημιουργός με όραμα.

The Horse Whisperer _1998

Σκηνοθεσία και ερμηνεία σε ένα φιλμ που αναδεικνύει τη σχέση ανθρώπου – φύσης. Μία από τις πιο γνωστές του ταινίες ως σκηνοθέτη.

All Is Lost _2013

Πρωταγωνιστικό μονόλογο με ελάχιστο διάλογο· ο Ρέντφορντ παλεύει με τη φύση, με την κατάσταση, με τον χρόνο. Μια ερμηνεία που απέδειξε ακόμη και στο τέλος της καριέρας του πόση δύναμη έχει όταν αφήνει τα μεγάλα οπτικά εφέ πίσω.

Ο ηθοποιός-σκηνοθέτης Ρέντφορντ
σε προβολή το 1979 _Associated Press
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ άφησε πίσω του ένα κινηματογραφικό σώμα έργων που ισορροπεί ανάμεσα στη λάμψη και τη συνείδηση, ανάμεσα στην τέχνη και την ευθύνη. Από όμορφο αγόρι της οθόνης σε κινηματογραφικό ίνδαλμα, δεν άλλαξε απλώς μέσο έκφρασης — άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο η κινηματογραφική αφήγηση μπορεί να ενσωματώνει, να προβάλλει και να μεταμορφώνει την εποχή της.

Εις μνήμη  Robert Redford _φωτο

Δεν ξέρουμε αν θα γίνετε κινηματογραφικά σοφότεροι από τα παρακάτω που αλιεύσαμε

  • Είναι Αγγλικής, Ιρλανδικής, Σκωτικής και Κορνουαλικής καταγωγής. Η πατρογονική γραμμή του Redford προέρχεται από το Μάντσεστερ του Λανκασάιρ της Αγγλίας. Η γιαγιά του από τον πατέρα του γεννήθηκε στην Αγγλία
  • Συχνά έκανε τα δικά του stunts σε σκηνές δράσης, αλλά φρόντιζε οι κασκαντέρ που προσλαμβάνονταν γι’ αυτό να πληρώνονται, ώστε να μην μένουν άνεργοι.
  • Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance, το  ονόμασε έτσι από τον χαρακτήρα του από την ταινία Οι δύο ληστές (1969).
  • Δεν του αρέσει να βλέπει τις δικές του ταινίες. Η μόνη ταινία στην οποία ήταν απόλυτα ικανοποιημένος με την ερμηνεία του ήταν το “Το κεντρί” (1973).

Προτάθηκε για τον ρόλο του Michael Corleone στην ταινία “Ο νονός” (1972).

  • 2002: Βραβεύτηκε με τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο του έργου του ως δημιουργός του Sundance, ένα γεγονός που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ανεξάρτητους και καινοτόμους κινηματογραφιστές σε όλο τον κόσμο.
  • Πατέρας της Shauna Redford (γεν. το 1960), του James (γεν. το1962) και της Amy (γεν. το1970), ενώ ο μεγαλύτερος γιος του, Σκοτ, γεννήθηκε το 1959 και πέθανε λίγο αργότερα από Sudden Infant Death Syndrome _ σσ.γνωστό και ως θάνατος της κούνιας, ορίζεται ως ο αιφνίδιος θάνατος βρέφους ηλικίας κάτω του ενός έτους, ο οποίος παραμένει ανεξήγητος ακόμη και μετά από λεπτομερή διερεύνηση (νεκροψία, έλεγχος συνθηκών και ιστορικού). Παρότι τα αίτια είναι άγνωστα, η πρηνής θέση ύπνου (μπρούμυτα), το κάπνισμα, η υπερθέρμανση, και η μη ασφαλής επιφάνεια ύπνου του βρέφους είναι γνωστοί παράγοντες κινδύνου.
  • Ο Redford ήταν pitcher στην ομάδα μπέιζμπολ του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, πριν χάσει την υποτροφία του λόγω ποτού.
  • Η ερμηνεία του ως Sundance Kid στην ταινία Οι δύο ληστές (1969) κατατάσσεται στην 20ή θέση στη λίστα με τους 100 Ήρωες και Κακούς του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου (μια κατάταξη που μοιράζεται με τον Πολ Νιούμαν, ο οποίος υποδύθηκε τον Μπουτς Κάσιντι).

_συμπτώσεις
Όπως και ο αγαπημένος του φίλος Πολ Νιούμαν και οι δύο είχαν πρωτότοκους γιους ονόματι Σκοτ, οι οποίοι απεβίωσαν πριν από τους πατέρες τους.

  • Η κόρη του, Shauna (Σόνα), ήταν σε σχέση με τον Sid Wells για τρία χρόνια μέχρι που δολοφονήθηκε το 1983. Ο ύποπτος, συγκάτοικος Thayne Smika, καταζητείται από το 1986 αλλά το πρώτο μεγάλο δικαστήριο δεν εξέδωσε κατηγορητήριο για φόνο, το οποίο πιστεύεται ότι ήταν αποτέλεσμα κακής διαγωγής του εισαγγελέα. Μετά από έρευνα για υπόθεση που δεν είχε ολοκληρωθεί, το 2010, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης για τη δολοφονία. Έχασε τον ρόλο του Ben Braddock στην ταινία “Ο πρωτάρης” (1967) επειδή ο σκηνοθέτης Mike Nichols δεν πίστευε ότι κανείς θα πίστευε ότι ο Redford θα είχε πρόβλημα να βρει “το κορίτσι”.
  • 1960: Ξόδεψε τα τελευταία του 500$ σε δύο στρέμματα γης στη Γιούτα, μια επένδυση που τελικά θα αυξανόταν σε 5.000 στρέμματα και θα γινόταν η έδρα του Ινστιτούτου Sundance. Ο Redford αγόρασε το Timp Haven (χιονοδρομικό κέντρο) το 1969 και άλλαξε το όνομα σε Sundance Ski Resort, το οποίο άρχισε να λειτουργεί σύμφωνα με τις φιλικές προς το περιβάλλον πολιτικές του. Το Sundance βρίσκεται στους πρόποδες του γραφικού όρους Timpanogos της Γιούτα και το 1981 ο Redford ίδρυσε το Ινστιτούτο Sundance και αργότερα το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance, το οποίο έγινε πολύ μεγάλο για το Sundance Ski Resort και μεταφέρθηκε κυρίως στο Park City της Γιούτα. Η ερμηνεία του ως Μπομπ Γούντγουορντ στην ταινία Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου (1976) κατατάσσεται στην 27η θέση στη λίστα με τους 100 Ήρωες και Κακούς του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου. Αυτή είναι μια κατάταξη που μοιράζεται με τον Ντάστιν Χόφμαν, ο οποίος υποδύθηκε τον Καρλ Μπερνστάιν.

Μαζί με τους Γουόρεν Μπίτι, Κλιντ Ίστγουντ, Μελ Γκίμπσον, Ρίτσαρντ Ατένμπορο και Κέβιν Κόστνερ, είναι ένας από τους έξι ανθρώπους που έχουν κερδίσει Όσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας, αν και είναι κυρίως γνωστοί ως ηθοποιοί. Εμφανίστηκε σε πέντε ταινίες που γράφτηκαν από τον Γουίλιαμ Γκόλντμαν: Οι δύο ληστές (1969), Το καυτό διαμάντι (1972), The Great Waldo Pepper (1975), Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου (1976) και η γέφυρα του Άρνεμ (1977).

  • Ήταν αρχικά συνδεδεμένος με την ετυμηγορία (1982), αλλά εγκατέλειψε πριν από την παραγωγή γιατί δεν ήθελε ο χαρακτήρας να είναι “τόσο χαμένος”. Ο σκηνοθέτης Sidney Lumet ήταν απογοητευμένος από τις απαιτήσεις του Redford να αλλάξει το σενάριο. Τον ρόλο του Φρανκ Γκάλβιν ανέλαβε ο φίλος του Πολ Νιούμαν, ο οποίος κέρδισε υποψηφιότητα για Όσκαρ.
  • Αφού ίδρυσε το Ινστιτούτο Κινηματογράφου Sundance στη Γιούτα για ανεξάρτητους κινηματογραφιστές το 1997 ανακοίνωσε τη δημιουργία των Sundance Cinemas, μιας επιχείρησης με μεγάλο διανομέα για τη δημιουργία αλυσίδας κινηματογράφων για την προβολή ανεξάρτητων ταινιών. Από το 2011, τουλάχιστον δύο είναι ανοιχτά.
  • Εμφανίστηκε σε 7 ταινίες που σκηνοθέτησε ο Sydney Pollack: This Property Is Condemned (1966), Τζερεμάια Τζόνσον (1972), Τα καλύτερά μας χρόνια (1973), Οι τρεις ημέρες του κόνδορα (1975), Ηλεκτρικός Καβαλάρης (1979), Πέρα από την Αφρική (1985) και Αβάνα (1990).

Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Όλα χάθηκαν (2013), ο Ρέντφορντ εμποτίστηκε τόσο συχνά από έναν τεράστιο σωλήνα νερού, που έπαθε μόλυνση στο αυτί του που τελικά του κόστισε το 60% της ακοής του.
Ήταν φίλοι ζωής με τον Σίντνεϊ Πόλακ, και οι δύο άνδρες, έχοντας κάνει το ντεμπούτο τους στον κινηματογράφο με την ταινία “War Hunt” (1962). Η πρώτη του δουλειά ως ηθοποιός, ωστόσο, ήταν ένα μικρό μέρος στη σειρά του Πέρι Μέισον “The Case of the Treacherous Toupee” (1960), όπως αποκάλυψε στον δημοσιογράφο Λι Κάουαν σεεκπομπή (Σεπτ 2018).

Μιλάει αρκετά καλά ισπανικά, έχοντας ζήσει στη νότια Ισπανία τη δεκαετία του ’50.

Ως καλεσμένος στην εκπομπή “Inside the Actors Studio”, ο Ρέντφορντ ομολόγησε στον παρουσιαστή ότι η αγαπημένη και η λιγότερο αγαπημένη του λέξη ήταν, αντίστοιχα, “Possible” και “Whatever” (Πιθανό και Ό,τι να ‘ναι _ας είναι, άστα να πάνε).

  • Σκηνοθέτησε 4 ηθοποιούς στις υποψήφιες για Όσκαρ ερμηνειών: Mary Tyler Moore, Judd Hirsch, Timothy Hutton και Paul Scofield. Ο Hutton κέρδισε για την ερμηνεία του στο Συνηθισμένοι άνθρωποι (1980).
  • Ο θησαυρός της Σιέρρα Μάντρε (1948) είναι η αγαπημένη του ταινία.
  • Κατά τη διάρκεια του τελευταίου του έτους στο γυμνάσιο Van Nuys, γνώρισε τη 15χρονη στη δεύτερη τάξη τότε Natalie Wood, η οποία ήταν ήδη σταρ. Δούλεψαν μετά μαζί στο Έρωτες που σβήνουν την αυγή (1965) και This Property Is Condemned (1966) και έγιναν καλοί φίλοι. Έπαιξε επίσης τον εαυτό της σε ένα καμέο στην ταινία του Ο υποψήφιος (1972). Τελικά έχασαν την επαφή και ο Ρέντφορντ δεν παρευρέθηκε στην κηδεία της στο γνωστό ύποπτο ατύχημα με σκάφος, σε ηλικία 43 ετών, το 1981.

Τη δεκαετία του 1970 σκέφτηκε να θέσει υποψηφιότητα για έδρα της Γερουσίας των ΗΠΑ στην πολιτεία καταγωγής του, τη Γιούτα.

  • Ψηφίστηκε ως ο 30ός μεγαλύτερος Κινηματογραφικός Αστέρας όλων των εποχών από το Entertainment Weekly.
  • Η θέση #1 του κινηματογράφου Henri Langlois της Cinémathèque française στο Παρίσι φέρει μια πλάκα με το όνομά του (2019).
  • Του δόθηκε ένα καλάμι ψαρέματος αντί της συμφωνημένης πληρωμής των 75$ για την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση ως ηθοποιός, σε μια τηλεοπτική εκπομπή.
  • Απέρριψε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στο Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ. (1966), Ο πρωτάρης (1967), Το μωρό της Ρόζμαρι (1968), Ιστορία αγάπης (1970) και Η ώρα του τσακαλιού (1973).
  • Παντρεύτηκε την πολύχρονη φίλη του, την 51χρονη Sibylle Szaggars στη Γερμανία το 2009
  • Έλαβε ένα βραβειο του Γαλλικού Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων (ιππότης) για το έργο του μέσω του Ινστιτούτου Sundance.

1995: Επιλέχθηκε από το περιοδικό Empire ως ένας από τους 100 πιο σέξι αστέρες στην ιστορία του κινηματογράφου (#4).

  • Στη Γερμανία μοιράζεται τη φωνή του στη μεταγλώττιση με τον Patrick Stewart και τον Sir Anthony Hopkins.
  • Έχει εμφανιστεί σε τρεις ταινίες που έχουν επιλεγεί για το Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως “πολιτισμικά, ιστορικά ή αισθητικά” σημαντικές: Οι δύο ληστές (1969), Το κέντρο (1973) και Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου (1976).
  • 2005: Παραλήπτης των Τιμητικών Διακρίσεων του Κέντρου Κένεντι (άλλοι ήταν η Tina Turner, ο Tony Bennett, η Suzanne Farrell και η Julie Harris).
  • Ο Robert Young, ο οποίος ήταν σταρ της MGM τη δεκαετία του 1930 και πρωταγωνίστησε στις τηλεοπτικές σειρές “Father Knows Best” και “Marcus Welby MD”, ήταν ξάδερφος της μητέρας του.
  • Απόφοιτος της Αμερικανικής Ακαδημίας Δραματικών Τεχνών (AADA), Τάξη 1959.
  • Έχει εμφανιστεί σε τέσσερις ταινίες που έχουν προταθεί για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας: Οι δύο ληστές (1969), Το κεντρί (1973), Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου (1976) και Πέρα από την Αφρική (1985). Οι The Sting and Out of Africa κέρδισαν στην κατηγορία. Έχει σκηνοθετήσει επίσης δύο υποψηφίους για την καλύτερη ταινία: Συνηθισμένοι άνθρωποι (1980) και Quiz Show (1994), με τον πρώτο να κερδίζει στην κατηγορία.
  • Οι στίχοι του τραγουδιού του Μελ Τίλις “Coca Cola Cowboy” αναφέρονται σε “ένα χαμόγελο του Ίστγουντ και μαλλιά σαν του Ρόμπερτ Ρέντφορντ”.

Αφού οι προτάσεις του για τους Γουόρεν Μπίτι, Αλέν Ντελόν και Μπερτ Ρέινολντς να παίξουν τον ρόλο του Μάικλ Κορλεόνε στην ταινία Ο νονός (1972) απορρίφθηκαν από τον Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο επικεφαλής παραγωγής της Paramount, Ρόμπερτ Έβανς, πρότεινε τον Ρέντφορντ. Όταν ο Κόπολα δίστασε, προτιμώντας την πρώτη του επιλογή, τον βραβευμένο με Τόνι ηθοποιό του Μπρόντγουεϊ, Αλ Πατσίνο, ο Έβανς εξήγησε ότι ο Ρέντφορντ θα μπορούσε να ταιριάξει στον ρόλο, καθώς θα μπορούσε να θεωρηθεί “βορειοιταλός”. Ο Έβανς έχασε τον αγώνα, ο Πατσίνο επιλέχθηκε και γεννήθηκε ένα αστέρι.

Του απονεμήθηκε το Προεδρικό Μετάλλιο Ελευθερίας, το υψηλότερο πολιτικό βραβείο του έθνους, από τον Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, σε μια ζωντανή τηλεοπτική τελετή (2016), μαζί με είκοσι άλλους αποδέκτες, η μεγαλύτερη και τελευταία τελετή απονομής του Μεταλλίου της προεδρίας Ομπάμα (οι 21, με αλφαβητική σειρά, περιλάμβαναν: Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ, Ελουίζ Κόμπελ (μεταθανάτιο βραβείο που δόθηκε στον γιο της), Έλεν ΝτεΤζένερις, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Ρίτσαρντ Γκάργουιν, Μπιλ Γκέιτς, Μελίντα Γκέιτς, Φρανκ Γκέρι, Μάργκαρετ Χάμιλτον _ως Μάργκαρετ Χ. Χάμιλτον, Τομ Χανκς, Υποναύαρχος Γκρέις Χόπερ _μεταθανάτιο βραβείο που δόθηκε στην ανιψιά της, Μάικλ Τζόρνταν, Μάγια Λιν, Λορν Μάικλς, Νιούτον Μίνοου, Εντουάρντο Παντρόν _ως Εντουάρντο Παντρόν, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Νταϊάνα Ρος, Βιν Σκάλι, Μπρους Σπρίνγκστιν και Σίσελι Τάισον.)

  • Έχει κάνει 11 Ιστορικά δράματα, συμπεριλαμβανομένων Οι δύο ληστές (1969), Το κέντρο (1973), Ο καλύτερος (1984) και Πέρα από την Αφρική (1985).
  • Αυτός και ο συμπρωταγωνιστής του στη γέφυρα του Άρνεμ (1977) Laurence Olivier είναι οι μόνοι που έπαιξαν και σκηνοθέτησαν διαφορετικά Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας: (1) Ο Olivier τον Maximilian de Winter στο Ρεβέκκα (1940) και σκηνοθέτησε το Άμλετ (1948), στο οποίο έπαιξε επίσης τον πρωταγωνιστικό ρόλο και (2) Ο Redford έπαιξε τον Johnny Hooker στο Το κέντρο (1973) και τον Denys Finch Hatton στο Πέρα από την Αφρική (1985) και σκηνοθέτησε (1980).
  • Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ του πρόσφερε τον ομώνυμο ρόλο στο Μπάρρυ Λύντον (1975). Ο Ρέντφορντ αρνήθηκε και ο Κιούμπρικ έδωσε τον ρόλο στον Ράιαν Ο’ Νιλ.

Παππούς με πολλά εγγόνια …

  • Ένας από τους 100 πιο επιδραστικούς ανθρώπους στον κόσμο του περιοδικού Time (Απρ-2014).
  • Κατατάχθηκε #29 στη λίστα “Οι 100 κορυφαίοι αστέρες του κινηματογράφου όλων των εποχών” του περιοδικού Empire (UK).
  • Κατατάχθηκε #53 στα περιοδικά Empire 100 πιο σέξι αστέρες του κινηματογράφου όλων των εποχών.
  • Αναφέρεται στο θεματικό τραγούδι της τηλεοπτικής επιτυχίας της 10ετίας του 1980 The Fall Guy (1981).
  • Στις αρχές της 10ετίας 1970, η Paramount είχε σχέδια να ξαναγυρίσει την ταινία Κολασμένη αγάπη (1944) με τον Ρέντφορντ στον ρόλο του Φρεντ ΜακΜάρεϊ. Το έργο δεν ξεκίνησε ποτέ.
  • 2005: Το περιοδικό Premiere τον κατέταξε στην 17η  θέση σε μια λίστα με τους Μεγαλύτερους Αστέρες του Κινηματογράφου Όλων των Εποχών για την ταινία Stars in Our Constellation.
  • 1996: Βραβεύτηκε με το Αμερικανικό Εθνικό Μετάλλιο Τεχνών από το Εθνικό Ίδρυμα Τεχνών στην Ουάσινγκτον.
  • Υποψήφιος για το βραβείο Χρυσή Σφαίρα 2019 στην κατηγορία Καλύτερης Ερμηνείας σε Κινηματογραφική Ταινία – Μιούζικαλ ή Κωμωδία για τον ρόλο του ως Φόρεστ Τάκερ στο Ο κύριος & το όπλο (2018), αλλά έχασε από τον Κρίστιαν Μπέιλ για το Vice
  • Έχει εμφανιστεί σε επτά ταινίες που ασχολούνται με την μοιχεία σε κάποια μορφή: Τα καλύτερά μας χρόνια (1973), Ο μεγάλος Γκάτσμπυ (1974), Πέρα από την Αφρική (1985), Αβάνα (1990), Ανηθική πρόταση (1993), Ο γητευτής των αλόγων (1998), και Το ξέφωτο (2004).
  • Απέρριψε έναν ρόλο στο Bob & Carol & Ted & Alice (1969).

Το 2021 τιμήθηκε με μια ημέρα φιλμογραφίας του κατά τη διάρκεια του Turner Classic Movies Summer Under the Stars. Ο Ρέντφορντ και οι ταινίες του διακωμωδήθηκαν στο περιοδικό “Cracked” ως “Rolling with Redford”, το οποίο αναπαρήχθη στο μαζικής κυκλοφορίας χαρτόδετο “Half-Crackd” του Dell το 1974.

  • Ο αγαπημένος του χαρακτήρας που έχει υποδυθεί ποτέ ήταν ο Χάρι Λόγκαμπαου (“Sundance Kid”) στην αναγνωρισμένη ταινία Οι δύο ληστές (1969).
  • Ο γιος του, Τζέιμς, ήταν εκτελεστικός παραγωγός του ντοκιμαντέρ The kindness of Strangers.
  • Εξετάθηκε για τον ρόλο του Τζέιμς Μποντ στο Live and Let Die (1973).
  • Ήταν προγραμματισμένος για την ταινία The Legend of Bagger Vance, αλλά αντικαταστάθηκε από τον Μπραντ Πιτ.

Ο Οδηγητής 💥 Ποιητής της εργατιάς 🎈 Κώστας Βάρναλης

Ήταν Δευτέρα 16 του Δεκέμβρη 1974, το απόγευμα, και το θέατρο “Αλίκη” είχε πλημμυρίσει μέσα κι έξω από κόσμο. Τόσος κόσμος που ήταν αδύνατο να χωρέσει ακόμη και σε άλλο χώρο με διπλάσια και τριπλάσια χωρητικότητα. Χρειαζόταν στάδιο, έγραψαν την άλλη μέρα οι εφημερίδες. Τούτος ο κόσμος είχε έρθει να τιμήσει έναν δικό του άνθρωπο, τον μπαρμπα-Κώστα. Έναν δικό του ποιητή, τον φιλόσοφο ποιητή της εργατικής τάξης Κώστα Βάρναλη. Ήταν μια εκδήλωση οργανωμένη από την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών προς τιμήν του αρχαιότερου μέλους της, διότι ο τιμώμενος Κώστας Βάρναλης είχε υπηρετήσει τις Τέχνες και τα Γράμματα όχι μόνο ως μεγάλος ποιητής αλλά και ως εξαίρετος δημοσιογράφος, του οποίου οι επιφυλλίδες από την ΠΡΩΙΑ, τον ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ και την προδικτατορική ΑΥΓΗ είχαν αφήσει εποχή.

Την εκδήλωση προλόγισε ο πρόεδρος της Ένωσης Σπύρος Γιαννάτος ενώ ο πρόεδρος του ΕΔΟΕΑΠ Γ. Καράτζας μίλησε για τον Βάρναλη- Δημοσιογράφο. Στη συνέχεια στο βήμα ανέβηκε ένας άλλος μεγάλος ποιητής, ο Νικηφόρος Βρεττάκος. Ο ομιλητής - όπως έγραψε την άλλη μέρα ο “Ριζοσπάστης”1- εξέτασε το έργο του Βάρναλη στο σύνολό του, αρχίζοντας από την εποχή που ξεκίνησε μαζί με τον Καζαντζάκη και τον Σικελιανό. «Ηταν - είπε - μια εποχή που παρουσίαζε μεγάλα κενά εξαιτίας της κρίσης των παλιών αξιών που στήριζαν ως τότε την πίστη του κόσμου. Ο Βάρναλης συντάχθηκε με τις νέες ιδέες που υπόσχονταν έναν αταξικό καλύτερο κόσμο παίρνοντας με την τέχνη του θέση μάχης απέναντι στο κοινωνικό κατεστημένο, το γιομάτο από αδικίες και αθλιότητες». Ο Βρεττάκος έκανε ευρεία αναφορά στη ζωή και στο έργο του Βάρναλη και κατέληξε λέγοντας: “Ο ποιητής σεβάστηκε τα εμπόδια που του έβαζε η συνείδησή του κι έμεινε στο χώρο του χρέους του, όπως έμειναν όλοι οι έντιμοι "προπηλακισθέντες και εμπτυσθέντες" και όχι μόνο τα σύμβολά του, ο Προμηθέας, ο Ιησούς και ο Σωκράτης”. Την εκδήλωση χαιρέτισαν ο Στέφανος Πεσματζόγλου, παλιός διευθυντής της εφημερίδας ΠΡΩΙΑ και πρώτος διευθυντής του Βάρναλη στη δημοσιογραφία, ο Γιώργης Βαλέτας και ο Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, ο λογοτέχνης Γιάννης Μαγκλής. Ποιήματα του Βάρναλη διάβασαν οι ηθοποιοί Ελένη Χατζηαργύρη και Μάνος Κατράκης.

Ξεχωριστή στιγμή στην εκδήλωση ήταν όταν ο Γιάννης Ρίτσος διάβασε ένα ποίημά του που είχε γράψει για τον Βάρναλη στα 1956, απ' αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων παρουσίας του τελευταίου στα ελληνικά γράμματα: “Ποιητή, σ' είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη. Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ' είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ' αυτί, για ν' αφουγκράζεσαι πίσω απ' τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μας έδειξες!

         Πλησιάζοντας στο τέλος...

Ο Βάρναλης δεν μπόρεσε να παραστεί στην εκδήλωση για λόγους υγείας. Το βράδυ της Τετάρτης 4 του Δεκέμβρη του 1974 εισήχθη επειγόντως στη Γενική Κλινική Αθηνών2 αλλά το πρωί της μέρας που θα γινόταν η εκδήλωση της ΕΣΗΕΑ πήρε εξιτήριο κι επέστρεψε σπίτι του, χωρίς όμως να είναι σε θέση να υποστεί την ταλαιπωρία που θα επέβαλλε η παρουσία του στην, τόσο τιμητική γι' αυτόν, βραδιά της Ένωσης Συντακτών. Όλα πάντως έδειχναν ότι είχε ξεφύγει τον κίνδυνο. Ήταν ευδιάθετος, ακμαίος κι όταν έφευγε από την κλινική ευχαρίστησε τις νοσοκόμες ζητώντας παράλληλα συγνώμη “που τις είχε κουράσει”. Μετά το τέλος της εκδήλωσης αντιπροσωπεία της ΕΣΗΕΑ τον επισκέφτηκε στο σπίτι του και του επέδωσε τιμητικό μετάλλιο ενώ λίγες στιγμές αργότερα ο ποιητής συζητούσε με οικείους του, που πήγαν στην εκδήλωση, για τις εντυπώσεις τους απ' αυτήν. Ο ίδιος εξέφρασε την ικανοποίησή του για το ποίημα του Ρίτσου αλλά και την εμπιστοσύνη που έτρεφε στο πρόσωπο του Βρεττάκου. “Το ποίημα του Ρίτσου ήταν πολύ καλό”, φέρεται να είπε. Κι όταν του ανέφεραν πως ο Βρεττάκος μίλησε πολύ καλά, απάντησε: “Το περίμενα”. Λίγο αργότερα ένιωσε αδιαθεσία και παρακάλεσε τη νοσοκόμα του κ. Γαρίτη και τον σύζυγο της θετής του κόρης Ελένης, να τον αφήσουν να ξεκουραστεί. “Είμαι πολύ κουρασμένος”, τους είπε. Μια ώρα αργότερα η νοσοκόμα τον βρήκε πεσμένο στο μπάνιο, χωρίς σφυγμό και κάθιδρο. Αμέσως κλήθηκε ο γιατρός Β. Σπανός που έφτασε λίγα λεπτά αργότερα και από την εξέταση διαπίστωσε εμφραγματική δύσπνοια με όλα τα σχετικά συμπτώματα. Στις 9.45 μ.μ. ο Βάρναλης εισήχθη και πάλι στη Γενική Κλινική Αθηνών, όπου παρά τις προσπάθειες των γιατρών η καρδιά του έπαψε να χτυπά στις 9.50 μ.μ. Ηταν πάνω από 90 ετών3. Στο πιο γνωστό και, ίσως, πιο σημαντικό από τα ποιητικά του έργα, στο “Φως που καίει”, ο Βάρναλης έχει έναν ποιητικό πρόλογο που αναφέρεται στη θάλασσα. Ίσως αυτό το ποίημα, με όλους τους συμβολισμούς και τα νοήματά του, να εκφράζει καλύτερα τον άνθρωπο Βάρναλη μπρος στη ζωή και μπρος στο θάνατο4: “Να σ' αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω, / απ' το βουνό ψηλά / στρωτήν και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω / απ' τα μαλάματά σου τα πολλά.

Να 'ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερ', όντας / μετ' άξαφνη νεροποντή / χυμάει μες απ' τα σύννεφα θαμπωτικά γελώντας / ήλιος χωρίς μαντύ. ___Να ταξιδέβουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι, / τ' ακρόγιαλα σα μεταξένιοι αχνοί / και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ' ένα καράβι / ν' ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί. ___Ξανανιωμένα απ' το λουτρό να ροβολάνε κάτου / την κόκκινη πλαγιά χορεφτικά / τα πέφκα, τα χρυσόπεφκα, κι ανθός του μαλαμάτου / να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικά.__ Κι αντάμα τους να σέρνουνε στο φωτεινό χορό τους / ως μέσα στο νερό / τα ερημικά χιονόσπιτα - κι αφτά μες τ' όνειρό τους / να τραγουδάνε, αξύπνητα καιρό.
Έτσι να στέκω θάλασσα παντοτινέ έρωτά μου, / με μάτια να σε χαίρομαι θολά / και να 'ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου, / πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά. ___Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα συ, / στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους / και να με πας πολύ απ' τη μάβρη τούτη Κόλαση, μακριά πολύ κι από τους μάβρους κολασμένους...».

Κώστας Βάρναλης: Ο κομμουνιστής ποιητής, πεζογράφος, κριτικός και δημοσιογράφος που στράτευσε το ταλέντο, την τέχνη και τη ζωή του στον αγώνα για τη μόρφωση του λαού και την απελευθέρωσή του από τα δεσμά της ταξικής σκλαβιάς, αφήνοντας πίσω του έργο τεράστιας αισθητικής και νοηματικής αξίας, άρρηκτα συνδεδεμένο με την αταλάντευτη στάση ζωής του, γεννήθηκε στον Πύργο (Μπουργκάς) της Βουλγαρίας στις 14 Φλεβάρη 1884 και έφυγε από τη ζωή 16 Δεκέμβρη 1974, σε ηλικία 90 χρόνων...
«Ποιητή, σ' είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη» - είχε γράψει γι αυτόν ο Γιάννης Ρίτσος, στα 1956, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων παρουσίας του στα ελληνικά Γράμματα. "Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ' είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ' αυτί, για ν' αφουγκράζεσαι πίσω απ' τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μάς έδειξες"!

Μόσχα, 1934.
Ο Κ. Βάρναλης με τον Δ. Γληνό και τον Θ. Κανονίδη,
στο Α’ Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων

Ο τιμημένος με το Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη (1959) Κώστας Βάρναλης , σε εκδήλωση στη Μόσχα, αναφερόμενος στην κατηγόρια ότι ανήκει στη «στρατευμένη Τέχνη», απάντησε με αυτά τα σταράτα λόγια:
"__το δόγμα "η Τέχνη δεν κάνει πολιτική" διαψεύδεται από τα πράγματα. Ο Αριστοφάνης, ο Ντάντες, ο Θερβάντες, ο Ζολά, ο Τολστόι κάνουνε πολιτική. Πολιτική κατά των "κακώς κειμένων".
Πολιτική έξω απ' τα δόντια. Ποιος μυθολόγος της εξωπολιτικής Τέχνης θα 'χει το κουράγιο να υποστηρίξει πως αυτοί οι ήλιοι του πνευματικού στερεώματος δεν είναι μέγιστοι δημιουργοί του λόγου; Να λοιπόν, μια απόδειξη πως η Τέχνη μπορεί να κάνει πολιτική, χωρίς να πάψει να 'ναι Τέχνη και μάλιστα τρισμεγάλη. Ζήτημα, λοιπόν, υπάρχει μόνο για το ποια πολιτική δίνει ζωή και δύναμη στην Τέχνη και την απλώνει στο χώρο και στο χρόνο και ποια πολιτική τη χαλάει, τη σκοτώνει και τη μεταβάλλει σε καπνό χωρίς φλόγα...".
"Μη χτυπάς τον αδερφό σου, τον αφέντη τον κουφό σου! Και στον ίδρο το δικό, γίνε συ τ’ αφεντικό. (…) «Άιντε θύμα άιντε ψώνιο | άιντε σύμβολο αιώνιο, αν ξυπνήσεις μονομιάς θα ’ρθει ανάποδα ο ντουνιάς. Koίτα οι άλλοι έχουν κινήσει, έχει η πλάση κοκκινίσει, άλλος ήλιος έχει βγει σ’ άλλη θάλασσα, άλλη γη"…

Το καράβι που μετέφερε εξόριστους στον Άη Στράτη.
Στην κάτω σειρά, με τον μπερέ ο Δ. Γληνός και με την τραγιάσκα ο Κ. Βάρναλης

Κώστας Βάρναλης ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

·        Μέρος πρώτο

·        Μέρος δεύτερο

·        Μέρος τρίτο

·        Πάρεργα

Ο Βάρναλης συντάχθηκε με τους πρωτοπόρους διανοούμενους, τους φοιτητές, τους εργάτες και η μαρξιστική ιδεολογία άνοιξε νέους ορίζοντες στην ποίησή του. Ο ποιητής πλαστουργός μιας «νιας ζωής» που με το όραμα και τον αγώνα μεταμορφώνει τις συνειδήσεις και τις διαπαιδαγωγεί. Συνήθως, ο λόγος περιστρέφεται γύρω από τον Βάρναλη ποιητή, ή και τον πεζογράφο. Όμως, πίσω από το λογοτέχνη βρίσκεται ο φιλόσοφος, ο στοχαστής αγωνιστής, ο οποίος από τη στιγμή που εγκαταλείπει τη διονυσιακή, την αισθησιακή τάση, δίνει στην ποίησή του αποκλειστικά κοινωνικό περιεχόμενο.
Θάλασσα! -Να σ’ αγναντεύω θάλασσα …

Η ποίηση από πάντα μου προκαλούσε θαυμασμό και απορία για την ικανότητα... των μυστών χωρίς περιφραστικές προτάσεις, επεξήγηση και ιδιαίτερη ανάλυση, διαλόγους και πολλές σελίδες να γράφουν του κόσμου την αλήθεια, τα συναισθήματα και τη σωστή πλευρά της Ιστορίας

Η ζωή και το έργο του - Περίοδος πρώτη

Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε το 1884 στον Πύργο της Βουλγαρίας, αν και σε ορισμένες πηγές ως έτος γέννησής του αναφέρεται το 1883 και αλλού το 18815. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Βάρνα, ήταν τσαγκάρης και λεγόταν Γιαννάκος. Η μάνα του καταγόταν από την Αχελώ (Αγχίαλο) και λεγόταν Αλίσαβα (Ελισάβετ). Για τον τόπο καταγωγής του ο Βάρναλης αναφέρει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία που φανερώνει τον εθνικιστικό μεγαλοϊδεατισμό της παπαρρηγοπούλειας ελληνικής διανόησης. Γεννήθηκα - γράφει6- στον Πύργο της Βουλγαρίας. Βουλγαρίας! Πώς να μη θυμηθώ το μακαρίτη Παύλο Καρολίδη7, καθηγητή της Ιστορίας στο ελληνικό Πανεπιστήμιο; Φοιτητής εγώ του έδωσα να μου υπογράψει τις αποδείξεις ακροάσεων για να δώσω τις γενικές μου εξετάσεις. Έγραψα σ' αυτές τις αποδείξεις: "Ο φοιτητής της φιλοσοφικής σχολής Βάρναλης Κωνσταντίνος του Ιωάννου, εκ Πύργου Βουλγαρίας κτλ.". Μόλις ο Καρολίδης διάβασε "εκ Πύργου Βουλγαρίας" μου έδωσε πίσω τις αποδείξεις χωρίς να τις υπογράψει. Και μ' ένα αγαθό και ειρωνικό μαζί χαμόγελο μου είπε: "Δεν είναι Πύργος της Βουλγαρίας!". Έτσι αναγκάστηκα να διορθώσω το σφάλμα μου και να γράψω "εκ Πύργου της Βορείου Θράκης". Αυτό το ασήμαντο επεισόδιο δείχνει τη νοοτροπία της γενιάς του 1905. Ένας σοφός καθηγητής της ιστορίας ήτανε τόσο σοβινιστής, που να θεωρεί τις λέξεις και τους τύπους ανώτερους από τις ιστορικές πραγματικότητες”.

Στα 1898 ο Βάρναλης τελείωσε την έβδομη τάξη της “Αστικής Σχολής Πύργου” και συνέχισε τις σπουδές του στα Ζαφείρια Διδασκαλεία της Φιλιππούπολης. “Αμα τελείωσα τα Ζαφείρια - γράφει ο ίδιος8- παιδί αμούστακο δεκαοχτώ χρονώ, διορίστηκα δάσκαλος στο σκολειό του Πύργου με μισθό 600 λέβια το χρόνο, ήγουν με 1,70 μεροκάματο!... Δεν πρόφτασα όμως να εξασκήσω τα υψηλά μου διδασκαλικά καθήκοντα. Και σ' αυτήν την περίσταση η Μοίρα μου με κυνήγησε. Ένα κυριακάτικο απομεσήμερο λαβαίνω κάποιο συστημένο γράμμα από την κοινότητα της Βάρνας γεμάτο σφραγίδες κι επισημότητες και με την αντρέσσα γραμμένην ελληνικά... Το ανοίγω και διαβάζω πως η κοινότητα της Βάρνας το θεωρούσε τιμή της, "ότι εν των τέκνων αυτής ηρίστευσεν εις εγκυκλίους σπουδάς του" και μου προτείνει να με στείλει να σπουδάσω εις το "Αθήνησι Πανεπιστήμιον" από το κληροδότημα του Βαρναίου Νικολάου Παρασκευά Φιλολογίαν ή ...Θεολογίαν. Μα γιατί η κοινότητα της Βάρνας με θεωρούσε "τέκνον" της. Επειδή ο πατέρας μου ήταν από τη Βάρνα. Το επίθετο Βάρναλης θα πει Βαρναίος. Δέχτηκα να σπουδάσω φιλολογία με την κρυφή χαρά πως θα επισκεπτόμουνα τη χώρα των ονείρων μου, την Ελλάδα. Τη χώρα του αρχαίου μεγαλείου, της Σοφίας, της Ομορφιάς και της Ελευθερίας!”.

Στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ο Βάρναλης θα γραφεί το 1903 και θα αποφοιτήσει το 1908. Από την ίδια σχολή ανακηρύχτηκε και διδάκτωρ. Στα 1909 πρωτοδιορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα και κατόπιν υπηρέτησε ως σχολάρχης στην Αργαλαστή, στα Μέγαρα και στην Κερατιά. Το 1912-13 με τους Βαλκανικούς Πολέμους επιστρατεύτηκε. Ο ίδιος περιγράφει με εξαιρετικό σαρκασμό την εποχή9: «Το Σεπτέμβριο του 1912 - γράφει - η ελληνική ζωή τραντάχτηκε από τα θεμέλιά της. Η ζωή της καθημερινής ρουτίνας με τις μικρομιζέριές της, με το πολιτικό κουτσομπολιό των εφημερίδων και της Βουλής, με το γλωσσικό και το σταφιδικό ζήτημα τινάχτηκε απάνω σοβαρή κι επίσημη και πήρε ορμές και πόζες ηρωικές. Η Ψωροκώσταινα πέταξε τα κουρέλια της και την ασκήμια των πρώιμων γηρατειών της και μεταμορφώθηκε ξαφνικά σε πολεμόχαρη Αθηνά νέα κι ωραία και... σοφή... Γενική επιστράτεψη ενάντια στους "προαιώνιους" εχθρούς». Το 1918 ο Βάρναλης έγινε καθηγητής του Α΄ Γυμνασίου Πειραιώς και τον ίδιο χρόνο πέτυχε υποτροφία για συνέχιση των σπουδών του στο Παρίσι.

Ο Βάρναλης έκανε την πρώτη του εμφάνιση στα Ελληνικά Γράμματα με ποιήματα που δημοσίευσε στο περιοδικό ΝΟΥΜΑΣ του Δ. Ταγκόπουλου. Τα ίδια αυτά ποιήματα συμπληρωμένα τα περιέλαβε στην πρώτη του ποιητική συλλογή υπό τον γενικό τίτλο ΚΗΡΗΘΡΕΣ που κυκλοφόρησε το 1905. Βέβαια, πρώτη του ποιητική δουλιά ήταν οι ΠΥΘΜΕΝΕΣ, μια ποιητική συλλογή που εκδόθηκε μετά το θάνατό του, αφού προηγουμένως εντοπίστηκε στο Αρχείο του Κωστή Παλαμά10. Ο Βάρναλης είχε στείλει τους ΠΥΘΜΕΝΕΣ στον Παλαμά, ζητώντας απ' αυτόν την κριτική και τις συμβουλές του, επιθυμία στην οποία ο Παλαμάς ανταποκρίθηκε. Σ' ένα κείμενό του, γραμμένο στα χρόνια της κατοχής απ' αφορμή το θάνατο του Παλαμά, ο Βάρναλης περιγράφει ως εξής εκείνη την επαφή του με το μεγάλο δάσκαλο. “Του 'στειλα με το Ταχυδρομείο σ' ένα φάκελο χειρόγραφα ποιήματά μου και τον παρακαλούσα να μου πει τη γνώμη του. Καθαρογραμμένα, καλλιγραφημένα. Αυτό είτανε το μοναδικό τους προσόν. Ύστερα από μέρες πήρα μια "βραχεία". Μου έγραφε: "Φίλε... συνάδελφε!". Πωπώ! Πήγα να τρελαθώ απ' τη χαρά μου”11. Τις ΚΗΡΗΘΡΕΣ, την πρώτη δημοσιοποιημένη ποιητική συλλογή του Βάρναλη, την προλόγιζε ο ποιητής Στέφανος Μαρτζώκης, ένας ποιητής, που, όπως γράφει ο Μάρκος Αυγέρης, “οι νέοι τον εκτιμούσαν πολύ για τον αρμονικό στίχο του και τον θεωρούσαν σαν έναν από τους τελευταίους αντιπροσώπους της εφτανησιώτικης σχολής”12. Έγραφε ο Μαρτζώκης για τον Βάρναλη σ' εκείνον τον πρόλογο13: “Ο νέος, τον οποίον παρουσιάζω, ημπορώ να το πω με μεγάλη μου χαρά ότι είναι αληθινός ποιητής”.

Μετά τις ΚΗΡΗΘΡΕΣ ο Βάρναλης δημοσιεύει ποιήματα σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, στην ΗΓΗΣΩ, στα ΓΡΑΜΜΑΤΑ και στη ΝΕΑ ΖΩΗ της Αλεξάνδρειας, στο ΒΩΜΟ, στον ΠΥΡΣΟ, στο ΛΟΓΟ κ.α. Το 1919 δημοσίευσε στο περιοδικό ΜΑΥΡΟΣ ΓΑΤΟΣ το μεγάλο ποίημα Ο ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ, που ήταν αφιερωμένο στο Ν. Πολίτη. Με τον ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗ κλείνει η πρώτη περίοδος της ποιητικής διαδρομής του Βάρναλη. Μια περίοδος στην οποία ο ποιητής έδειξε το μεγάλο του ταλέντο, αλλά το έργο του κινείται στα κυρίαρχα ιδεολογικά μοτίβο, χωρίς συγκρούσεις με τις κατεστημένες αντιλήψεις. Ο αισθησιασμός, ο διονυσιασμός, η αρχαιολατρία, ακόμη και ο εθνικισμός είναι στοιχεία που σφραγίζουν το ποιητικό του έργο αυτής της περιόδου. Ο ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ όμως είναι το μεταίχμιο. “Αποτελεί τη σύντομη μετάβαση από την πρώτη περίοδο στη δεύτερη”, γράφει ο Μ. Μ. Παπαϊωάννου. Και προσθέτει: Ο "Προσκυνητής" είναι το ορόσημο, ο σταθμός. Το παλιό συνυπάρχει με το καινούργιο. Ολος ο "Προσκυνητής" είναι νέα ποιότητα στο έργο του Βάρναλη. Ο παλιός και έμπειρος τεχνίτης του στίχου παρατάει το μικρό ποίημα και καταπιάνεται με το έπος, το μεγάλο ποίημα το χωρισμένο σε άσματα. Το παράδειγμα του Παλαμά, του εθνικού ποιητή, μαζί ίσως και του Βαλαωρίτη, ακόμα και του Σολωμού του θρέφει τις φιλοδοξίες: Να εκφράσει το έθνος, την εποχή, να γίνει ο οδηγητής του__14.
Για το ίδιο θέμα ο Γιάννης Κορδάτος σημειώνει15: “Πολλοί χαρακτηρίζουν τον "Προσκυνητή" μεγαλόπνοο εθνικιστικότατο ποίημα. Σωστό είναι πως ο "Προσκυνητής"... έχει έντονη εθνικιστική νότα και ρητορικότητα, όχι όμως και σωβινισμό. Στο ποίημα υμνείται η Ελλάδα σε ολόκληρη την ιστορική της διαδρομή και σε όλες τις εκδηλώσεις της (ηρωισμός, διονυσιασμός, φύση, τέχνη, γυναίκες). Ο "Προσκυνητής" αποτελεί ορόσημο. Απαρχή της νέας ποιητικής δημιουργίας του Βάρναλη.

Περίοδος Δεύτερη - Ο επαναστάτης ποιητής

Ως κοινωνικός ποιητής ο Βάρναλης εμφανίζεται στα 1922 με το ΦΩΣ που ΚΑΙΕΙ. Είχαν μεσολαβήσει οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, το μακελειό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση που έδωσε τεράστια αναγεννητική δύναμη στους λαούς όλου του κόσμου, φλόγισε τις ψυχές και τα μυαλά των ανθρώπων. Την περίοδο δε που ο Ποιητής γράφει αυτό το εκπληκτικό ποιητικό έργο, η Ελλάδα βιώνει τη Μικρασιατική εκστρατεία που σε λίγο θα εξελιχθεί σε καταστροφή.
Η στροφή του Βάρναλη στην κοινωνική ποίηση γίνεται στο Παρίσι. Γράφει ο Αυγέρης16: Η μεταβολή ήταν απότομη, αληθινή μεταστροφή. Στη συνείδηση του Ποιητή άλλαξε ολότελα η αντίληψη του κόσμου. Από την αισθητική αρχαϊκή και διακοσμητική λογοτεχνία προσγειώνεται ξαφνικά στη σημερινή δραματική πραγματικότητα, αφήνει τους πολυσύχναστους παλιούς δρόμους, αλλάζει πορεία κι ακολουθεί αποφασιστικά τη νέα ανθρωπότητα, που έρχεται ν' αναγεννήσει τον τόπο. Τη συνείδηση του ποιητή από δω και πέρα θα τη γεμίσει το τρικυμισμένο πνεύμα του εικοστού αιώνα. Η μεταβολή έγινε όταν ο Ποιητής ήταν στο Παρίσι για μετεκπαίδευση. Εκεί όπως σ' όλη την Ευρώπη είχαν ξεσπάσει τα φιλειρηνικά και κοινωνικά νέα ρεύματα, τα συγχυσμένα αισθήματα της απογοήτευσης, της διαμαρτυρίας, το πνεύμα της επανάστασης”. Για το ίδιο θέμα ο Δημήτρης Γληνός έχει γράψει: “Η κρίσιμη στιγμή φυσικά από καιρό ετοιμαζότανε μέσα του. Από τον καιρό που έζησε τον βαλκανικό πόλεμο και τον εθνικό θρίαμβο. Μιαν ανταρσία, μιαν αντίθεση με τα καθιερωμένα είχε πάντα μέσα του. Τώρα, όμως, στο Παρίσι ήρθε σε αμεσότατη επαφή με τις μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις. Ο Ρομαίν Ρολλάν, ο Μπαρμπύς τον επηρεάζουνε. Ακούει την κριτική των αριστερών για το μεγάλο πόλεμο. Και πέρα στο βάθος του ορίζοντα ξεχωρίζει τις τεράστιες φλόγες της ρουσικής επανάστασης”17. Σε τέτοιες συνθήκες εξωτερικών ερεθισμάτων και εσωτερικής πνευματικής επανάστασης γράφτηκε το ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ.

"Σ' όλη τη ζωή του δασκάλου, του λογοτέχνη και
του δημοσιογράφου, ποτέ ούτε έκανα ούτε έγραψα
τίποτα παρά τη συνείδησή μου ή εναντίον του λαού,
εναντίον της ελευθερίας του και των δικαιωμάτων του"

__από το γράμμα του, το 1966,
στη βράβευσή του από τους δημοσιογράφους__

Δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική η πορεία του. Γνωρίζουμε πόσο συνεπής στάθηκε, στα ιδανικά του. Διώξεις, εξορία, άρνηση κάθε αναγνώρισης, λοιδορίες, ήταν το τίμημα της πίστης στα υψηλά ιδανικά της κομμουνιστικής ιδεολογίας.
Αυτός ήταν ο Βάρναλης, ο πιο ριζοσπαστικός ποιητής της νεότερης Ελλάδας. Ο σοφός πνευματικός δημιουργός, ένας γνήσιος κι αληθινός άνθρωπος, ο μπάρμπα - Κώστας, ο φίλος του λαού και των προλετάριων. Με την τέχνη του πολέμησε το κοινωνικό κατεστημένο, κατήγγειλε τις αδικίες, την ανισότητα και τις αθλιότητές του.

Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί/με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, | οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι

Έτσι να στέκω θάλασσα παντοτινέ έρωτά μου,
με μάτια να σε χαίρομαι θολά …

"Να σ' αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω,
απ' το βουνό ψηλά
στρωτήν και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω
απ' τα μαλάματά σου τα πολλά.

Να 'ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερ', όντας
μετ' άξαφνη νεροποντή
χυμάει μες απ' τα σύννεφα θαμπωτικά γελώντας
ήλιος χωρίς μαντύ.

Να ταξιδέβουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι,
τ' ακρόγιαλα σα μεταξένιοι αχνοί
και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ' ένα καράβι
ν' ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί.

Παίκτες του μπέιζμπολ στη παραλία, 1928 – Πάμπλο Πικάσο

Ξανανιωμένα απ' το λουτρό να ροβολάνε κάτου
την κόκκινη πλαγιά χορεφτικά
τα πέφκα, τα χρυσόπεφκα, κι ανθός του μαλαμάτου
να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικά.

Κι αντάμα τους να σέρνουνε στο φωτεινό χορό τους
ως μέσα στο νερό
τα ερημικά χιονόσπιτα - κι αφτά μες τ' όνειρό τους
να τραγουδάνε, αξύπνητα καιρό.

Έτσι να στέκω θάλασσα παντοτινέ έρωτά μου,
με μάτια να σε χαίρομαι θολά
και να 'ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου,
πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά.

Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα συ,
στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους
και να με πας πολύ απ' τη μάβρη τούτη Κόλαση,
μακριά πολύ κι από τους μάβρους κολασμένους...".

🔥  Κώστας Βάρναλης βλ. Ριζοσπάστης
👊 2005 ~ Ο Οδηγητής Ποιητής της εργατιάς Κώστας Βάρναλης και
🎈🎈 Κ. Βάρναλης: Φως που πάντα καίει...

Τρέξιμο κατά μήκος της παραλίας, 1908 – Χουακίν Σορόλλα

"Φως που καίει"

Ο ίδιος ο Βάρναλης γράφει γι' αυτό του το έργο18: “Το "Φως που καίει" το έγραψα στην Αίγινα το καλοκαίρι του 1921. Ομως το διάγραμμα του έργου, την κατανομή του σε τρία μέρη, τα πρόσωπα του διαλόγου και των διαφόρων λυρικών κομματιών τα είχα συλλάβει όταν ακόμη ήμουνα στο Παρίσι. Εκεί μάλιστα έγραψα και τις πρώτες στροφές από το "Τραγούδι των Ωκαιανίδων"... Το έργο μου αυτό τυπώθηκε στην Αλεξάνδρεια από το Στέφανο Πάργα (έκδοση "Γραμμάτων") με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας στην αρχή του 1923. Ήτανε για την Ελλάδα η πρώτη επαναστατική κραυγή ενάντια στο τεράστιο έγκλημα του παγκόσμιου μακελειού”. ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΕΙ, όπως ήταν επόμενο, τάραξε τα λιμνάζοντα νερά στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής και προκάλεσε έντονες συζητήσεις. Ο Ξενόπουλος το χαρακτήρισε σταθμό στα Ελληνικά Γράμματα ενώ ο ίδιος ο ποιητής “Μάλλον αρχή”19 εννοώντας προφανώς ότι επρόκειτο για μια νέα δική του αρχή, αλλά και μια αρχή στην κοινωνική ποίηση του 20ού αιώνα. Ο Μ. Μ. Παπαϊωάννου μιλάει για αρχή “της σοσιαλιστικής μας λογοτεχνίας” που “είναι μέρος της νεοελληνικής μας λογοτεχνίας”, με αποτέλεσμα - κατά τη γνώμη του - το δίκαιο να βρίσκεται με τη γνώμη του Ξενόπουλου20. Για τον Κορδάτο με το ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ “ο Βάρναλης ξεσπαθώνει και βρίσκεται πρωτοπόρος στο προοδευτικό κίνημα”21.

Αντίθετα από τις παραπάνω κρίσεις, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ δεν έκανε καθόλου καλή εντύπωση στον Καζαντζάκη, αν και η πρώτη του επαφή με το έργο ήταν από τις βιβλιοκριτικές του ΝΟΥΜΑ. Σ' ένα γράμμα του προς την τότε σύζυγό του και μεγάλη λογοτέχνιδα Γαλάτεια, ο Ν. Καζαντζάκης έγραφε22: “Cherie, τώρα λαβαίνω τις εφημερίδες με το "Νουμά". Ξεφυλλίζοντας το "Νουμά" είδα μια κριτική για κάποιο "Τανάλια". Δεν τολμώ να πιστέψω πως είναι ο Βάρναλης. Θα 'ναι κανείς μαθητής καθυστερημένος του Παλαμά. Σκέψη, στίχος, ρητορεία - όλα Παλαμοφέρνουν. Αν πρόκειται για το Βάρναλη σε παρακαλώ θερμότατα στείλε μου το βιβλίο για να το διαβάσω με προσοχή. Θέλω ν' αλλάξω γνώμη. Αφήνω τη σκέψη του (πόσο είναι "σοσιαλιστικά" πίσω δε λέγεται), ο στίχος, η ποίηση, είναι ανάξια ρητορεία κι αφηρημένες έννοιες και κεφαλαία γράμματα”. Φυσικά ο Καζαντζάκης δεν είχε δίκιο, αλλά η γνώμη του, έστω και πρόχειρα διατυπωμένη, ως ιστορικό γεγονός έχει τη δική της ξεχωριστή βαρύτητα.

Το 1923, πάλι, ως Δήμος Τανάλιας, ο Βάρναλης εκδίδει, πάλι, στην Αλεξάνδρεια έναν τόμο με τρία διηγήματα και με τον τίτλο “ο λαός των Μουνούχων”. Το 1925 θα εκδώσει τη μελέτη «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» και το 1927 το ποιητικό έργο «Σκλάβοι πολιορκημένοι». Το ποιητικό του έργο μέσα σ' αυτήν την πενταετία 1922 - 1927, τόσο πολύ σφράγισε τη νεοελληνική γραμματεία που ήταν αδύνατο να το αγνοήσουν ακόμη και ακραιφνείς αντικομμουνιστές κριτικοί της λογοτεχνίας. Ένας τέτοιος, ο Ανδρέας Καραντώνης, που στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου έγραφε κάτι ανόητα θεατρικά με πρωταγωνιστές ηγέτες του ΚΚΕ και του ΔΣΕ, γράφει για το ποιητικό έργο του Βάρναλη στην προαναφερόμενη πενταετία23: “Μέσα σ' αυτή την πενταετία, δηλαδή ανάμεσα στα τριάντα οχτώ και σαράντα τρία χρόνια του, ο Βάρναλης διαμόρφωσε την εντελώς δική του προσωπικότητα σαν "πρωτότυπος" ή σαν "καινούριου τύπου" ποιητής. Με το απόθεμα αυτό πήρε μια κορυφαία θέση στη νεοελληνική ποιητική μας παράδοση. Κι αν δε θεωρήθηκε σαν ποιητής που "εγκαινιάζει μια νέα ποίηση", η ποίησή του εκτιμήθηκε σαν εμπλουτισμός της παράδοσης και πλούσια ενίσχυσή της με νέα θέματα, με νέες ιδέες”.

Όχι με λόγια, μ' έργα τ' Άδικο πολέμα!
Κι όχι μονάχος! Με τα πλήθη συνταιριάσου!
Τ' άδικο μ' αίμα θρέφεται! Πνίξε το με αίμα.
Κι άμα θα σπάσουν οι αλυσίδες τ' αδερφού
η λευτεριά η δικιά του θάναι λευτεριά σου,
κι ανάγκη πια δεν θα 'χεις κανενός Θεού!..
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή απ' την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, χίλιες θα σε σταυρώσουν.

 Το 1931 ο Βάρναλης εξέδωσε την “Αληθινή Απολογία του Σωκράτη”, για την οποία ο Παλαμάς τού έγραψε24: “Με τα γραμμένα σου μου φαίνεται, πως δύο κλίκες ζεσταίνεις, εκείνους, που θέλουνε να σε αφορίσουν, κ' εκείνους που ζητάνε να σε φιλήσουν. Είναι και μια τρίτη, που αισθάνεται και τα δύο διαβάζοντας σε, όσο κι αν τέτοιο αίσθημα μπερδεύει”. Το 1938 εκδόθηκαν οι “Ζωντανοί άνθρωποι”, το 1946 το “Ημερολόγιο της Πηνελόπης”, το 1956 οι “Διχτάτορες” και η επιλογή από το μέχρι τότε ποιητικό έργο υπό το γενικό τίτλο “Ποιητικά”. Το 1958 βγήκαν σε δύο τόμους τα «Αισθητικά - κριτικά» και το 1959 ο ποιητής βραβεύεται στη Μόσχα με το Βραβείο Λένιν για τους αγώνες και το έργο του υπέρ της Ειρήνης.Το 1965, ο ποιητής εξέδωσε την ποιητική του συλλογή “Ελεύθερος Κόσμος” και το 1972 το θεατρικό του “Ατταλος ο Γ΄”. Μετά το θάνατό του (1975) εκδόθηκε η τελευταία του ποιητική συλλογή, γραμμένη στα χρόνια της χούντας, με αντιδικτατορικά ποιήματα, ενώ το 1980 εκδόθηκαν για πρώτη φορά σε βιβλίο τα “Φιλολογικά Απομνημονεύματα” και το 1985 η πρώτη του ποιητική συλλογή με τον γενικό τίτλο “Πυθμένες”.

Παραλία, 1949 – Καρλ Κναθ


                               1959
. Ο Κώστας Βάρναλης, στη Μόσχα, κατά την απονομή του «Βραβείου Λένιν για την Ειρήνη»
 

Ο Βάρναλης υπήρξε κορυφαίος φιλόλογος από τους καλύτερους της εποχής του και έχει να παρουσιάσει ενδιαφέρον μεταφραστικό έργο. Συγκεκριμένα, μετέφρασε τις κωμωδίες του Αριστοφάνη: Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσες, Ιππείς, Ιππόλυτος, Λυσιστράτη, Πλούτος και Τρωαδίτισσες. Επίσης, έχει μεταφράσει Μολιέρο, Πούσκιν κ.ά. Ενα χαρακτηριστικό στην ποιητική δουλιά του Βάρναλη είναι ότι ποτέ δεν άφηνε τα ποιήματά του, όπως τα είχε φτιάξει αρχικά. Συνεχώς τα ξαναεπεξεργαζόταν με αποτέλεσμα οι επανεκδόσεις τους να παρουσιάζουν αρκετές διαφορές από τις εκδόσεις που είχαν προηγηθεί. Έτσι, αν κάποιος θέλει να μελετήσει τον Βάρναλη οφείλει να αναζητήσει το έργο του σε όλες του τις εκδόσεις δεδομένου ότι 31 χρόνια μετά το θάνατό του δεν έχει υπάρξει μια έκδοση των απάντων του και οι επανεκδόσεις των έργων του δε διακρίνονται από τη φιλολογική πληρότητα που απαιτείται.

Είπα: "Ξεφορτώσου
τον παλιό εαυτό σου
και ξαναγεννήσου
να 'σαι, όπως δεν είσουν
...

Και συ, Νόμε, των άνομων ασπίδα
σαν τη μαϊμού από κλώνο σ’ άλλον πήδα
κι απ’ την κορφή με την ουρά κρεμάσου,
να μη γλέπει ο Λαός τα πισινά σου
.
Κ. Βάρναλης _
Ελεύθερος Κόσμος_ Πρόλογος

Αντί επιλόγου

Αν και απ' όσα αναφέραμε είναι απολύτως σαφές, οφείλουμε να υπογραμμίζουμε ότι ο Βάρναλης υπήρξε κομμουνιστής με διαρκή προσφορά και συμμετοχή στους αγώνες της εργατικής τάξης. Το 1935, για παράδειγμα, για τη δράση του εξορίστηκε στον Αϊ-Στράτη και στη Μυτιλήνη25, ενώ πάντοτε υπήρξε στο στόχαστρο της στρατευμένης αστικής διανόησης και των ιδεολογικών μηχανισμών του καθεστώτος. Η εργατική τάξη με το κόμμα της, το ΚΚΕ, αντιμετώπιζαν τον ποιητή, στο μέτρο του δυνατού που επέτρεπαν οι εποχές, με ιδιαίτερη αγάπη και φροντίδα. Ανάμεσα στα άλλα αξίζει να αναφέρουμε τούτο: Μετά την απελευθέρωση, ο Βάρναλης δούλευε στον “Ριζοσπάστη” γεγονός που ναι με του εξασφάλιζε τα προς το ζην αλλά του δημιουργούσε εμπόδια και του στερούσε τον αναγκαίο χρόνο, για να αφιερωθεί στην καλλιτεχνική του δημιουργία. Το γεγονός αυτό υπέπεσε στην αντίληψη του Ν. Ζαχαριάδη και αντιμετωπίστηκε αμέσως. Ο Ζαχαριάδης - γράφει ο Β. Γεωργίου στις αναμνήσεις του – “εκτιμούσε αναμφισβήτητα την πνευματική δουλειά και δέχτηκε αμέσως την πρότασή μας να δοθεί στον Βάρναλη εξάμηνη πληρωμένη άδεια για να γράψει το "Ημερολόγιο της Πηνελόπης"”26.

Ας επιστρέψουμε, όμως, εκεί
απ' όπου ξεκινήσαμε,
στο θάνατο του μεγάλου ποιητή.

Όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του Βάρναλη βαθιά συγκίνηση πλημμύρισε τις καρδιές των απλών ανθρώπων, των διανοουμένων, ακόμη και των πολιτικών του αντιπάλων. Παρά το γεγονός ότι ο ποιητής έφυγε πλήρης ημερών, η απώλεια ήταν πραγματικά μεγάλη και δυσαναπλήρωτη. Τέτοιες μορφές δεν εμφανίζονται συχνά. “Ολη η Ελλάδα πενθεί τον κορυφαίο ποιητή της”, έγραφε ο «Ριζοσπάστης» στις 17/12/1974. Στο τηλεγράφημά της προς την σύζυγό του Δώρα Μοάτσου - Βάρναλη και την κόρη του Ελένη, η ΚΕ του ΚΚΕ έλεγε: “Εκφράζουμε τη βαθύτατη θλίψη μας και τα πιο ειλικρινή συλλυπητήρια μας για το χαμό του μεγάλου Βάρναλη. Με το αστραποβόλο ποιητικό έργο του και την ακλόνητη στάση του κατέκτησε επάξια τον τίτλο του Ποιητή του Λαού. Το έργο του θα μείνει αθάνατο”.

Ανακοινώσεις εξέδωσαν, επίσης, η ΕΣΗΕΑ, οι οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης, η ΚΝΕ και άλλες νεολαιίστικες οργανώσεις, η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, οργανώσεις της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών στρωμάτων, άνθρωποι της Τέχνης, των Επιστημών και των Γραμμάτων. Τη μέρα της κηδείας του και αργότερα, εκδηλώσεις αποχαιρετισμού οργανώθηκαν σε όλη τη χώρα αλλά και στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν Έλληνες. Η κηδεία του Βάρναλη έγινε από το Α΄ Νεκροταφείο στις 18 Δεκέμβρη 1974, στις 4.30 μ.μ. Έως την τελευταία του κατοικία τον συνόδεψε μια “ατέλειωτη πορεία λαού”, σύμφωνα με το πρωτοσέλιδο του “Ριζοσπάστη” της επόμενης μέρας. Εκεί η οικογένειά του, οι φίλοι του, κορυφαίοι λογοτέχνες, ο Γιάννης Ρίτσος, η ηγεσία του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Χαρίλαο Φλωράκη, εκπρόσωποι άλλων κομμάτων, πλήθος προσωπικοτήτων. Τα πρόσωπα, η συγκίνηση, οι επικήδειοι λόγοι, το αποχαιρετιστήριο ποίημα που διάβασε για τον εκλιπόντα ο Ρίτσος, η λαοθάλασσα, οι παρόντες κι ακόμη περισσότερο οι απόντες δεν άφηναν καμία αμφιβολία πως όλη η χώρα γονάτιζε ευλαβικά μπρος στο μεγάλο της νεκρό. Όμως, η μεγαλύτερη τιμή γι' αυτόν εκφράστηκε μ' ένα μόνο σύνθημα τη στιγμή που οι χιλιάδες του λαού φώναζαν: “Είσαι οδηγητής για μας Ποιητή της εργατιάς”. Όποιος έρχεται σ' επαφή με το έργο του μπορεί, χωρίς την παραμικρή δυσκολία, να αντιληφθεί πόση αλήθεια κρύβουν αυτές οι λίγες λέξεις.

Με πληροφορίες από τον Ριζοσπάστη

1. «Ριζοσπάστης» 17/12/1974

2. «Ριζοσπάστης» 6/12/1974

3. «Ριζοσπάστης» 17/12/1974

4. Κώστα Βάρναλη: «Ποιητικά», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 9 - 10

5. Στην τιμητική έκδοση για τα πενηντάχρονα του έργου του, που πρωτοκυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1957, ως έτος γέννησής του αναφέρεται το 1884. Στα Φιλολογικά του απομνημονεύματα οι επιμελητές της έκδοσης αναφέρουν ότι γεννήθηκε το 1883. Στο «Ατομικό Δελτίο Συντάκτου της ΕΣΗΕΑ ως έτος γεννήσεως αναφέρεται το 1881.

6. Κώστας Βάρναλης: «Φιλολογικά απομνημονεύματα», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 24 - 25

7. Ο Καρολίδης υπήρξε ο συνεχιστής της «Ιστορίας του Ελληνικού Εθνους» του Κ. Παπαρρηγόπουλου, ακραιφνής συντηρητικός και οπαδός των θεωριών περί προαιώνιας ύπαρξης του ελληνικού έθνους

8. Κώστας Βάρναλης: «Φιλολογικά απομνημονεύματα», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 56 - 57

9. Κώστας Βάρναλης, στο ίδιο, σελ. 169

10. Κώστα Βάρναλη: «ΠΥΘΜΕΝΕΣ», Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, 1985. Ο Βάρναλης είχε στείλει τους «ΠΥΘΜΕΝΕΣ» στον Παλαμά, ζητώντας απ' αυτόν την κριτική και τις συμβουλές του, επιθυμία στην οποία ο Παλαμάς ανταποκρίθηκε

11. Κώστα Βάρναλη: «Αισθητικά - Κριτικά», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, τόμος β', σελ. 158

12. Μάρκου Αυγέρη: «Κώστας Βάρναλης - Ο δάσκαλος του ποιητικού λόγου», ΑΥΓΗ 28/2/1954 και στη συλλογή του Μάρκου Αυγέρη «Κριτικά - Αισθητικά», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» σελ. 25

13. Κώστα Βάρναλη: «ΚΗΡΗΘΡΕΣ», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 11

14. Μ. Μ. Παπαϊωάννου: «Κώστας Βάρναλης - Μελέτες», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ., 20

15. Γιάννη Κορδάτου: «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΕΚΔΟΤΙΚΗ,. Αθήνα 1962, τόμος β΄, σελ. 476 - 477

16. Μάρκου Αυγέρη: «Κώστας Βάρναλης - Ο δάσκαλος του ποιητικού λόγου», ΑΥΓΗ 28/2/1954 και στη συλλογή του Μάρκου Αυγέρη «Κριτικά - Αισθητικά», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» σελ. 27

17. «Κώστας Βάρναλης - 10 Χρόνια από το θάνατό του», έκδοση του υπουργείου Πολιτισμού, σελ. 21

18. Κώστας Βάρναλης: «Φιλολογικά απομνημονεύματα», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 283 - 284

19. Κώστα Βάρναλη: «Το φως που καίει», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 8

20. Μ. Μ. Παπαϊωάννου, στο ίδιο, σελ. 32

21. Γ. Κορδάτου: στο ίδιο, σελ. 478

22. Νίκου Καζαντζάκη: «Επιστολές προς Γαλάτεια», εκδόσεις ΔΙΦΡΟΣ, σελ. 144

23. Ανδρέα Καραντώνη: «Νεοελληνική Λογοτεχνία - Φυσιογνωμίες», εκδόσεις «Παπαδήμα», τόμος Β΄, σελ. 205

24. Κ. Βάρναλη: «Πεζός λόγος», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 13

25. Για την εμπειρία του Βάρναλη στην εξορία βλέπε: Μπερτ Μπελτς: «Εξόριστοι στο Αιγαίο», εκδόσεις «Φιλίστωρ», σελ. 110 - 119

26. Βάσου Γεωργίου: «Η ζωή μου», Αθήνα 1992, σελ. 467