Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δεκέμβρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δεκέμβρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

05 Δεκεμβρίου 2022

Ο Δεκέμβρης με τον δικό μας νου και ψυχή…

Αυτές τις μέρες του Δεκέμβρη –ο νους και η ψυχή μας πάει πίσω 78+χρόνια ξεκινώντας από τον Οκτώβρη 1944, όταν από την Καισαριανή, το Βύρωνα, το Κατσιπόδι ξεκινά μεγάλη διαδήλωση για να γιορτάσει την απελευθέρωση της Αθήνας και μια βροχή από σφαίρες και χειροβομβίδες την ανακόπτει καθώς οι δολοφόνοι συνεργάτες των Γερμανών πυροβολούν ενάντια στον άοπλο λαό από τα ξενοδοχεία της Ομόνοιας… και τελειώνοντας –τυπικά 29 Δεκέμβρη όταν «Οι στασιασταί ημύνθησαν μετά λύσσης γνωρίζοντες ότι η πτώσις της ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ θα εβάρυνε πολύ εις την εξέλιξιν του συνόλου του αγώνος των Αθηνών και κυρίως επί του ηθικού των»

Αυτά με τον δικό μας νου και ψυχή…

Και πιο πίσω στον Πέτρο να θυμάται πως πέθανε το τριζόνι του και εννιά χρονών, να  βιώνει κάθε μέρα, μαζί με τους γονείς του, τον παππού του και τη μεγαλύτερη αδελφή του, την Αντιγόνη, μέσα από έναν μεγάλο περίπατο – μια βόλτα στην Αθήνα της Κατοχής, τα δύσκολα εκείνα χρόνια της πείνας, των συσσιτίων, του φόβου, των διωγμών, αλλά και της ΕΑΜικής Αντίστασης και συνέχεια την εποποιία των αλύγιστων της ταξικής πάλης.

1940: ο εννιάχρονος Πέτρος είναι λυπημένος γιατί πέθανε το τριζόνι του. Η αδερφή του, Αντιγόνη, του δίνει ένα κουτί για να το θάψει. Δεν προλαβαίνει, όμως. Ξημερώνει 28η Οκτωβρίου και τον Πέτρο ξυπνούν οι σειρήνες του πολέμου. Η ζωή του ανατρέπεται. Το σχολείο κλείνει, ο θείος Αγγελος πάει στο μέτωπο, η μαμά του μετρά τα τρόφιμα... Ο Πέτρος ζει τη νίκη κατά των Ιταλών φασιστών, μετά την εισβολή των Γερμανών, την κατοχή και την πείνα. Με δυο φίλους του διαδηλώνει και γράφει συνθήματα στους τοίχους. Γνωρίζει τον αγωνιστή Αχιλλέα και την Δροσούλα και εντάσσεται κι αυτός στην Αντίσταση.

Ο Πέτρος είναι ένα παιδί της Κατοχής, είναι αληθινό παιδί, που έζησε και μεγάλωσε στα μαύρα εκείνα χρόνια. Και στην πραγματικότητα είναι πολλά παιδιά, δεν είναι μονάχα ένα, είναι παιδιά που, τώρα πια, έχουν γίνει παππούδες και γιαγιάδες, όσα από αυτά επέζησαν, δηλαδή, την εφιαλτική εκείνη εποχή που ο Πέτρος έκανε τον περίπατό του, όλα τα παιδιά που θα μπορούσαν να είναι ο Πέτρος…

Αυτά με τον δικό μας νου και ψυχή…

Από την άλλη κάποιοι –από τη σκοπιά τους, προβάλουν και ξαναπροβάλουν το editorial του περιοδικού «Το Τέταρτο», τ.3, Ιούλιος 1985 – Δια χειρός Μάνου Χατζιδάκι

«Τα παιδιά της γαλαρίας» είναι μια φημισμένη ταινία του Καρνέ. Τα δικά μας παιδιά της γαλαρίας είναι –λένε, κάπως διαφορετικά (…). Τα όνειρα σε τούτα τα παιδιά υπήρξαν κυρίαρχα, σημαντικά και διαψευσμένα.
Στον καιρό της Κατοχής τα μετέπειτα παιδιά της γαλαρίας ζούσαν απάνω στη σκηνή και παίζανε το ρόλο τους, τον όποιο ρόλο τους, έστω και τον πιο μικρό, με αυταπάρνηση, με το αίμα τους, με τη ζωή τους, χωρίς καιροσκοπισμό και ιδιοτέλεια, χωρίς προοπτική ανταλλάγματος. Μ’ ένα μονάχα στόχο, την επαλήθευση ενός επίμονου ονείρου. Και ήταν το όνειρο για μια ελεύθερη ζωή σχηματισμένη μακριά από απάνθρωπους νόμους, από ανάλγητους κρατικούς μηχανισμούς, από εξορίες και φυλακές και εκτελέσεις. Τίποτα δεν έγινε αλήθεια. 
Μετά τον πόλεμο κυβέρνησαν τον τόπο ξανά φθαρμένοι άνθρωποι, ανίκανοι να συλλάβουν έστω και στο ελάχιστο απ’ ότι γεννιόνταν κείνο τον καιρό κι αναρριγούσε ολόκληρο τον κόσμο.
Εάν μας λέγαν τότε μερικά από τα ονόματα που κυβερνήσανε κατόπιν ότι θα ξανάβγαιναν στην πολιτική σκηνή να διαφεντέψουνε τη χώρα μας, θα γελούσαμε δίχως τελειωμό με την καρδιά μας. Γιατί πιστέψαμε βαθιά μέσα μας πως όλα αυτά τα ονόματα ήσαν φαντάσματα του παρελθόντος, απόντα στα δύσκολα χρόνια που περνούσαμε, για πάντα απόντα από τον τόπο.
Κι όμως συνέβη αυτό. Ξανάρθανε τα φαντάσματα κι αρχίσαν να πλαστογραφούν γι’ άλλη μια φορά την ελληνική ιστορία. Και τα παιδιά που πολεμήσανε κι ονειρευτήκανε, γίναν παιδιά της γαλαρίας, όσα δεν διώχτηκαν και δεν εξαφανίστηκαν στις φυλακές και στα ξερά νησιά του Αιγαίου (κλπ...)

Με τον δικό μας νου και ψυχή δεν πιστεύουμε σε αταξικούς απάνθρωπους νόμους, ανάλγητους κρατικούς μηχανισμούς & φαντάσματα που σβήνουν (τα ήδη μισοσβησμένα) τελευταία ίχνη του εμβληματικού μυθιστορήματος της Άλκης Ζέη.  

Επιθεώρηση Τέχνης- τ100_1963  (10ετία 1960)

·       Είμαι ο Νίκος.

·       Ποιος Νίκος;

·       Ο Γρηγόρης!

Τότε κατάλαβε η Λία και ξαφνιάστηκε. Πού τη θυμήθηκε τώρα δα ο Γρηγόρης!… Της μιλούσε αργά αργά, τονίζοντας τις λέξεις, όπως έκανε και τότε…
Η ιδέα ήτανε της Μαρίας, εξηγεί εκείνος, να μαζευτούμε σπίτι της όλη η παλιά συντροφιά… Κλείνουν είκοσι χρόνια.

Ύστερα η φωνή του γίνεται πιο βαθιά:
-Όσοι μείναμε…
-Θα προσπαθήσω, είπε μόνο η Λία.
Από την άλλη μεριά έφτασε σίγουρη η φωνή:
-Σε περιμένουμε, λοιπόν.

Η Λία κατέβασε το ακουστικό κι ύστερα άνοιξε την μπαλκονόπορτα. Έσυρε την πολυθρόνα κοντά στο μπαλκόνι και κάθισε με τον ήλιο κατάφατσα. Μία με μιάμιση. Αυτή η ώρα ήταν καταδικιά της. Η υπηρέτρια πάει να φέρει τη μικρή από το σχολείο κι ο Τάκης δε γυρίζει το μεσημέρι. Τότε μπορεί η Λία να κάθεται και να συλλογιέται. Κι είχε ένα σωρό πράγματα να συλλογιστεί. Πριν από λίγες μέρες έκλεισε τα τριάντα εφτά. Δεν είναι που γέρασε· ούτε μια άσπρη τρίχα δεν έχει. Ένιωσε μόνο, ξαφνικά, σαν να βαρέθηκε. Παρέες, εκδρομές, η συναυλία της εβδομάδας, πού και πού καμιά πρεμιέρα στο θέατρο… Δεκατέσσερα χρόνια τώρα, από τη μέρα που παντρεύτηκε… Το δίπλωμα της βρίσκεται κάπου καταχωνιασμένο, στο πατρικό της σπίτι. Για το νοικοκυριό, για το παιδί φροντίζει η μητέρα του Τάκη. Έτσι είχε ένα σωρό καιρό ελεύθερο. Βαρέθηκε… αυτό είναι. Μόνο ένα ταξίδι στο εξωτερικό θα την έσωζε. Καινούρια μέρη, καινούριοι άνθρωποι. Κάτι ν’ αλλάξει… Συλλογιότανε τη ζωή της με τον Τάκη -αγάπη υπάρχει, δεν μπορείς να πεις. Συλλογιότανε την κόρη της, που μόλις είχε πατήσει τα δεκατρία κι έκανε σκηνές να την αφήσουν να βάλει ψηλά τακούνια. Μόνο εκείνο το κορίτσι των δεκαεννιά χρονώ, τη Λία του ’42, ήταν που δε συλλογιότανε καθόλου. Θαρρείς και διάλεξε την ώρα ο Γρηγόρης -μία και μιάμιση- να τηλεφωνήσει.

Τώρα ο Γρηγόρης είναι πάλι έξω. -Ως πότε;
Αν τον είχε παντρεφτεί, θα γυρνούσε κι αυτή, σαν τη γυναίκα του Πέτρου, από σπίτι σε σπίτι, να ζητάει να πάει παιδιά περίπατο. Είχε έρθει και σε κείνη, μα ή Λία φοβήθηκε.

Ή πολυθρόνα πού κάθεται είναι ολοκόκκινη και μαλακιά. Του Τάκη του αρέσει, όταν μελετάει κανένα καινούργιο σχέδιό, να τη βλέπει αντίκρυ του, καθισμένη στην πολυθρόνα της. Εκείνη πλέκει, διαβάζει ή δεν κάνει τίποτα. Όταν τελειώσει ο Τάκης, πίνουν ουίσκι κι ακούνε Βιβάλντι. Άλλη είναι ή ζωή τής Λίας τώρα. Καλλίτερα νά μήν πάει αύριο. Τώρα πιά, τά παλιά πέρασαν... Ούτε θά προσέξουν πώς δεν πήγε... αν μαζευτούν πολλοί... Τότε, άμα δεν ερχόταν κα¬νείς, αγωνιούσαν. Πιάστηκε; Έπεσε σε μπλόκο; Τώρα, αν λείψει κάποιος, θα πούνε απλά: «Κάτι θα του τυχε» και δε θα ξαναμιλήσουν πια για την απουσία.

Κοντεύει μιάμιση. Λίγα λεπτά της μείνανε ακόμα της Λίας για να συλλογιέται. Δε θέλει τίποτα να θυμηθεί. ’Ίσως ήταν καλά, πού τόσον καιρό δε συλλογιόταν... Είπε να σκεφτεί το ταξίδι στη Νέα Υόρκη... Άραγε ο Κρίτωνας τραγουδά ακόμα μουρμουριστά, όλη ώρα, τζαζ;... Η Λία απόμεινε ασάλευτη στην πολυθρόνα της. θαρεί πώς κι αυτή ή ανάσα της σταμάτησε. Τη μούδιασε κάτι σαν πανικός. Δε πάει αύριο! Όχι! θα πάει στη Νέα Υόρκη, στο Παρίσι, στη Ρώμη!... Μα όταν γυρίσει;... θα πρέπει να βγει ξανά στους δρόμους της Αθήνας... θα περνά έξω από το Πανεπιστήμιο... θα κατεβαίνει στην οδό Ερμού... θα βρεθεί, πόσες φορές!, στην οδό Μαυροματαίων, σε κείνο το πεζοδρόμιο από τη μεριά του πάρκου! Η Αθήνα, όσο και να ΄λλαξε, έχει γωνιές πού έμειναν οι ίδιες, πού σε καλούν-και σου φωνάζουν: θυμάσαι! Κι αν ξεγελαστείς και θυμηθείς μια φορά...

Ένα λεπτό απόμεινε για να γίνει μιάμιση. Οι σκέψεις έρχονται τώρα μπερδεμένες στο μυαλό της Λίας, απανωτές... Έβγαλε τα παπούτσια της και προσπάθησε να βολευτεί, με τα πόδια διπλωμένα, πάνω στην πολυθρόνα.
Ο ήλιος πέφτει πάνω στις ασημιές αγκράφες των παπουτσιών της και τις κάνει να λαμποκοπάνε.

Η Λία θυμήθηκε το ’42, που φορούσε αρβυλάκια με λάστιχο αυτοκινήτου για σόλα και χοντρές καφετιές κάλτσες με ρίγες… Είχε λιακάδα σαν και σήμερα. Καθότανε στο προαύλιο του Πανεπιστημίου και λιαζότανε μ’ απλωμένα τα πόδια. Δίπλα της, δυο άλλα πόδια, με λουστρινένια προπολεμικά γοβάκια και κάτασπρες κάλτσες πλεγμένες με βελόνες. Ήτανε η Ματίλντε. Η Λία δεν μπορεί να θυμηθεί ξεκάθαρα τα πρόσωπα. Η Ματίλντε είχε μαύρα μαλλιά και φιλντισένιο πρόσωπο. Λεπτομέρειες της ξεφεύγουν. Τα πόδια όμως, παράξενο, σαν να τα ‘χει μπροστά της. Θυμάται ακόμα και τη μελανιά, που είχε στάξει από το στιλό του Κρίτωνα στην κάτασπρη κάλτσα της Ματίλντε.
-Να τη βράσεις με τσουένι και θα φύγει το μελάνι, συμβούλεψε η Γιάννα, που καθότανε στη ράχη του πάγκου και τα παπούτσια της άγγιζαν σχεδόν τη φούστα της Λίας, κάτι παιδικά, αγορίστικα παπούτσια με κορδόνια και χακί κάλτσες γκολφ.

Απλωμένα στον ήλιο και τα πόδια της Μαρίας, με καλοκαιρινά πέδιλα και χοντρές κάλτσες. Ο Κρίτωνας καμάρωνε για τα καινούρια του άρβυλα από την οδό Πανδρόσου.
Ύστερα είχαν έρθει αθόρυβα, να σταθούν πλάι στα δικά της, δυο πόδια με λαστιχένια παπούτσια του μπάσκετ και μάλλινες κάλτσες από αδρύ μαλλί. Οι κοπέλες τσίριξαν χαρούμενα.

-Γεια σου, Γρηγόρη!
Ο Γρηγόρης άπλωσε τα μακριά του χέρια, σαν νά ‘θελε να τις αγκαλιάσει όλες μαζί.
-Γεια σας, αγάπες μου, είπε και τράβηξε τη Γιάννα παράμερα.
“Κι όμως η φωνή του είναι ολότελα σαν και τότε”, συλλογίστηκε η Λία μετά το τηλεφώνημα.
—Έσβησα το κοτόπουλο με κρασί, μισάνοιξε την πόρτα ή μητέρα του Τάκη.
—Καλά, λέει μηχανικά ή Λία και κοιτάζει τις γόβες της.

Ολοκαίνουργιες, αφόρετες σχεδόν, στέκονται απάνω στο χαλί, Έτσι όπως τις πρωτόχε δει στη βιτρίνα. Τις κοιτάζει και προσπαθεί, με απόγνωση και πείσμα, να διώξει τη σκέψη, πώς δε θα μπορεί πια να. αγοράζει τέτοιες γόβες, με μαλακό πετσί σα γάντι, χωρίς να της έρχονται στο νου τ’ Αρβυλάκια της κατοχής, από την οδό Πανδρόσου, πού πάλιωνε γρήγορα ή βακέττα τους και σχιζόταν κ’ ύστερα έκανε πάνω ο τσαγκάρης χοντρά καφετιά γαζιά, πού σχημάτιζαν ροδίτσες…

Το έργο της Άλκης βέβαια αυτονομείται από τη μετέπειτα πολιτική της διαδρομή -ή μάλλον, για την ακρίβεια, αυτή η ίδια διάλεξε να αυτονομηθεί από το δικό της έργο, και τις ιδέες που εξέφραζε τον καιρό που έγραφε τον “περίπατο”. Αυτόν ακριβώς που εμείς κρατάμε ως διαχρονικά- χρυσή παρακαταθήκη, για την λογοτεχνία μας και όχι μόνο…

 

 

 

01 Δεκεμβρίου 2022

Σου γράφω πρώτη του Δεκέμβρη _είναι μεσάνυχτα βαθιά _κοιμάται ο κόσμος τώρα πια _ εδώ σαν πιάνει να φυσά _θυμίζει Μάρτη στον Περαία…

 

Ο δικός μου Δεκέμβρης είναι πάντα πολύχρωμος παγωμένος και υγρόςσε φόντο κόκκινο (γι αυτό θα μιλήσουμε ξεχωριστά στο τέλος), έχοντας κι αυτός –όπως όλοι οι μήνες τα τραγούδια του.

Καλό Μήνα!

Πρώτο και καλύτερο… Μάνος Ελευθερίου | Γιάννης Σπανός | Γιώργος Νταλάρας … Σου γράφω πρώτη του Δεκέμβρη \ είναι μεσάνυχτα βαθιά \ κοιμάται ο κόσμος τώρα πια…

— Σεπτέμβρης του 1978, «Οι Μάηδες, οι ήλιοι μου» το διπλό, πολυσυλλεκτικό άλμπουμ του Γιώργου Νταλάρα, για τα δέκα χρόνια του (τότε) στο τραγούδι [τώρα κλείνει 54+ (!)]. Τεράστια επιτυχία για την εποχή, 26 τραγούδια, τα περισσότερα πασίγνωστα ακόμα και σήμερα. Μεγάλα ονόματα στους συντελεστές: Στέλιος Βαμβακάρης,  Χρήστος Γκάρτζος, Μιχάλης Τερζής, Αντώνης Βαρδής, Γιάννης Σπανός (η μοναδική τους συνεργασία), Μίκης Θεοδωράκης (με το υπέροχο «Κόκκινο τριαντάφυλλο», γραμμένο για τον Αλ. Παναγούλη), Νίκος Λαβράνος, Γιώργος Γερασιμίδης στη μουσική· Λευτέρης Παπαδόπουλος, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Σώτια Τσώτου, Λάκης Τεάζης, Διονύσης Τζεφρώνης, Ανδρέας Αγγελάκης (το αγαπημένο «Κάτω απ’ την κληματαριά»), Μίκης Θεοδωράκης, Μάνος Ελευθερίου (με το «Πρώτη του Δεκέμβρη»), Γιώργος Καλατζόπουλος, Κώστας Κοφινιώτης, Στέλιος Βαμβακάρης στους στίχους.

Και παρ’ ότι είμαστε στο 1978, η λογοκρισία παρούσα: απαγορεύτηκε η μετάδοση από τα ΜΜΕ (την ΕΡΤ, δλδ, ραδιοφωνία και τηλεόραση) των επτά τραγουδιών με «πολιτικό στίχο», προφανώς ακόμα ενοχλούσαν.

Σου γράφω πρώτη του Δεκέμβρη
είναι μεσάνυχτα βαθιά
κοιμάται ο κόσμος τώρα πια
μ’ έναν καημό που να μη σε βρει

Σε λίγο αρχίζουν μεταθέσεις
κι ίσως με φέρουν προς τα κει
Παρασκευή με Κυριακή
θά `χω καινούργιες υποσχέσεις

Μια κάρτα στέλνω στην παρέα
τη λίμνη του Αλή Πασά
εδώ σαν πιάνει να φυσά
θυμίζει Μάρτη στον Περαία

Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου | Μουσική: Γιάννης Σπανός | Πρώτη εκτέλεση: Γιώργος Νταλάρας

Δεν υπάρχει τραγούδι του Μάνου Ελευθερίου που να μην σε γεμίζει εικόνες, σκηνικά, έτσι απλά χωρίς κανένα μέσο, απλά προφέροντας στα χείλη σου τους στίχους του.
“Σε βρήκα πάλι ξαφνικά | να πίνεις ούζο στου Λευτέρη | νύχτα δε θα έρθει σε άλλα μέρη να ´χεις δικά σου μυστικά...”

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΚΝΕ ☭ Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδος

— Ένας από τους πρώτους μελωδικούς Δεκέμβρηδες … «Μες το Δεκέμβρη πασχαλιά», βάζοντας χρώμα με ένα δισκάκι 45 στροφών μέσα στο χειμώνα, είναι του 1971 στα μαύρα χρόνια της φασιστικής χούντας –ήμουνα φοιτητής τότε και η πιτσιρίκα Δήμητρα Γαλάνη (Μαρία με τα κίτρινα) έμενε πάνω από το (πατρικό μου) σπίτι (στίχοι Γιάννη Χαρίση, μουσική Βασίλη Δημητρίου) 

— Το 1972 είναι ο ένας από τους τρεις δίσκους ... «12 μήνες», Λευτέρης Παπαδόπουλος και Βασίλης Κουμπής. Μεγάλη επιτυχία στον καιρό του, ακούγεται άνετα ακόμα. Εδώ, με τη Ρένα Κουμιώτη.

— 1983 και «Ο Άη Λαός». Ένας σπουδαίος δίσκος, από αυτούς που δεν εκτιμήθηκαν πολύ στην εποχή τους και παραμένουν γνωστοί σε μια μικρή μερίδα κοινού. Μιχάλης Μπουρμπούλης στους στίχους, Δημήτρης Λάγιος στη μουσική και Σωτηρία Μπέλλου στο τραγούδι. Είναι ο δίσκος με το υπέροχο «Θα με δικάσει ο κούκος και τ’ αηδόνι». Ένα από τα τραγούδια είναι το «Δεκέμβρης, γλυκοχάραμα».

— «Ναι στο ναι και Ναι στο όχι» έλεγε ο Μανώλης Ρασούλης το 1984, και μάζεψε σε ένα δίσκο 15 τραγούδια του – ο υπότιτλος του δίσκου, άλλωστε, είναι «Ο Ρασούλης τραγουδάει Ρασούλη». Οι στίχοι δικοί του, εκτός από το «Ένα πουλί θαλασσινό» που είναι του Βαγγέλη Γκούφα. Μουσικές επίσης κάποιες δικές του, μα και των Μάνου Λοΐζου, Βάσως Αλαγιάννη, Shankar Gaikishan, Νίκου Ξυδάκη,

Μάριου Στεφανόπουλου, Νίκου Ξυδάκη, Ανδρέα Μικρούτσικου, κι ένα παραδοσιακό. Τραγουδά σε όλα ο ίδιος, και μερικά έγιναν πολύ γνωστά αργότερα, όπως το «Αχ, Ελλάδα» και το «Εδώ, στη ρωγμή του χρόνου» που είπε μοναδικά ο Νίκος Παπάζογλου. Εδώ έχει ένα από τα τραγούδια με τα οποία ο ίδιος ορίζει την πολιτική του ταυτότητα –χωρίς κομματικές υπογραφές–, το «Δεκέμβρης του ’49». Δεν υπάρχει στο youtube, κι εγώ έτυχε να μην το έχω ψηφιακά. Θα το ανεβάσω όταν το βρω, όμως – γιατί θα το βρω. Το μόνο που υπάρχει είναι ένα «δείγμα» του, εδώ. Και φυσικά οι στίχοι:

Δεκέμβρης του ’49, μ’ αίμα κραγιόν στα χείλη,
η μοίρα, η θειά μου η γριά, ήρθε για ν’ αναγγείλει
πως όλα τα ‘καψε η φωτιά· όπλα, βουνά κι ανθρώπους
και με τη λέξη προσφυγιά τους πήρε σ’ άλλους τόπους.

Πες τους βρε καρδιά πατρίδα το τραγούδι σου
χάρισέ τους, γυρισμέ μου, το λουλούδι σου
φέρ’ τους πια να ξαποστάσουν μες την έννοια μου
στην πηγή να ξεδιψάσουν, την παραμυθένια μου.

Στο σταυροδρόμι του καιρού, φανάρι χαλασμένο
το κόκκινο είναι του γυαλιού συνέχεια αναμμένο
κι εγώ περνώ, ξαναπερνώ, σαν κάτι να προσμένω
μα τ’ όνειρο το μακρινό παντού είναι σκοτωμένο.

— Στον δίσκο «Διόνυσος» του 1985, ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει στίχους και μουσική. Είναι ο πρώτος δίσκος του «Σείριου», της δισκογραφικής που ίδρυσε ο Μάνος Χατζιδάκις. Θεωρείται από τους καλύτερους του Μίκη, για μένα σίγουρα από τους πιο άρτιους. Υπέροχες μελωδίες και εξαιρετική ερμηνεία του Θανάση Μωραΐτη. Ο Μάνος γράφει στο ένθετο του δίσκου:

«Μόλις έμαθε ο Θεοδωράκης το καινούριο παιχνίδι μου, δεν έχασε καιρό, βάζει φτερά κι έρχεται να με βρει στο Σείριο – εκεί που, καθώς γνωρίζετε, «κατοικούν παιδιά» κι εγώ μαζί τους. Και μου ΄φερε τη Φαίδρα και τον Διόνυσό του. Πολύ χάρηκα την εμπιστοσύνη του. Και φρόντισα μαζί μ΄αυτόν, μέσα σε αρκετά μερόνυχτα εργασίας, ν΄αποκτήσουν τα πρόσωπα αυτά όλη την ερωτική έλξη που οφείλουν να έχουν, σαν κορυφαία έργα από την πιο πρόσφατη εργασία του.

Με τον Διόνυσο ο Μίκης Θεοδωράκης πραγματοποιεί κάτι που μόνο ένας αληθινός τεχνίτης της μουσικής μπορούσε να πραγματοποιήσει. Μια οικοδομημένη προέκταση του λαϊκού, μέσα στην περιοχή του προβληματισμένου έντεχνου τραγουδιού».

— Άλμα στο 1997, και «επιστροφή» στον «Δεκέμβρη του 1903». Ο Θάνος Μικρούτσικος σε έναν όχι πολύ γνωστό δίσκο με τίτλο «Ποίηση με μουσική», μελοποιεί Κ.Π. Καβάφη και Χριστόφορο Λιοντάκη.  Τραγουδά ο Κώστας Θωμαΐδης, για πρώτη φορά, το πιο μελοποιημένο ποίημα του Αλεξανδρινού ποιητή.

— Το ίδιο ποίημα τραγουδάει, σε δική του μουσική, κι ο Σωκράτης Μάλαμας, το 1998, στον δίσκο του «13000 μέρες». Προσωπικά βρίσκω πιο ταιριαστή τη δική του μελωδία.

— Το 2006 είναι το αγαπημένο μου «Καλαντάρι» του Ηλία Κατσούλη. Σε μουσικές και τραγούδι του Παντελή Θαλασσινού, ένα τραγούδια για κάθε μήνα. «Δόξα, Δεκέμβρη μήνα» για τον τελευταίο του χρόνου.

— Ακόμα μια μελοποίηση του Καβαφικού «Δεκέμβρη του 1903». Αυτή τη φορά από τον Δημήτρη Παπαδημητρίου, το 2006, στον δίσκο «Κ.Π.Καβάφης – που για Αλεξανδρινό γράφει Αλεξανδρινός». Τραγουδάει ο Αλκίνοος Ιωαννίδης.

— Στις «Χάρτινες Πόλεις» του, το 2010, ο Γιώργος Σταυρακάκης γράφει μια μπαλάντα με τίτλο «Δεκέμβρης» και σαφείς αναφορές στον Δεκέμβρη του 2008 και τα γεγονότα που σημάδεψαν εκείνες τις μέρες, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.

— 2011 και ο τρίτος δίσκος με «τραγούδια για τους μήνες». Του Ορφέα Περίδη, με τίτλο «Ονειροπόλων μόχθοι». Ο «Δεκέμβρης» του είναι σε στίχους του Ηλία Αναγνωστάκη.

— Οι Grain δημιουργήθηκαν το Φλεβάρη του 2005 κάπου στο λεκανοπέδιο. Κύριο και κοινό χαρακτηριστικό που τους ώθησε στο να φτιάξουν την μπάντα, ήταν η ανάγκη για ανεξάρτητη έκφραση, πέρα από τα πλαίσια του καθωπρεπισμού. Η αποξένωση της μεγαλούπολης. Ο φόβος των περαστικών. Καθώς και η αγάπη για συγκροτήματα όπως οι Joy Division, Metro Decay, Λευκή Συμφωνία, Nirvana, Mudhoney και γενικότερα μουσική των δεκαετιών 80 και 90. […] Οι Grain δεν είναι παιδιά του ωδείου. Είναι όλοι τους αυτοδίδαχτοι και όπως και οι ίδιοι λένε: Δεν έχει σημασία τι νότες ξέρεις, μα το τι σε πνίγει. […] Η μπάντα έχει επιλέξει τον ελληνικό στίχο, διότι ζει και δεν ζει στην ελληνική πραγματικότητα και θα ήταν άτοπο, να τραγουδά στην γλώσσα μιας άλλης χώρας την οποία δεν γνωρίζει και δεν ζει σε αυτή. Μέσα σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα της ζωής της η μπάντα έχει γνωρίσει συνεπιβάτες που σε αυτό το ταξίδι τους νιώθει σαν να βρίσκονται και οι ίδιοι μέσα στην μπάντα συντροφικά. Όλα φεύγουν κι όλα ξαναγυρνούν. Ο τροχός της ύπαρξης κυλά ασταμάτητα. Όλα πεθαίνουν κι όλα ανθίζουν και ο τροχός γυρνά για πάντα για το κάθε τι που περνάει και χάνεται. Για αυτό και όλα αξίζει να χαθούν. Έτσι διακήρυξε η τρέλα.

— Ακόμα μια μελοποίηση του «Δεκέμβρη του 1903» του Καβάφη. Από τον Χάρη Παπαδόπουλο, αυτή τη φορά, στον δίσκο «Τέσσερα τραγούδια του Καβάφη» το 2011. Τραγουδάει ο Βασίλης Λέκκας.

— Τελευταία μας αναφορά στον μήνα, το τραγούδι «Έξη του Δεκέμβρη». Στίχοι και μουσική του Απόστολου Μπουλασίκη, τραγουδάει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, στον δίσκο «Δραπέτης· Μέρος 2, Της Αρμονίας Μετανάστης», το 2015. Και ασφαλώς αναφέρεται κι αυτό στην 6η Δεκέμβρη του 2008, που απ’ όσο φαίνεται θα μας στοιχειώνει για πολλά χρόνια ακόμα.

Στον πρώτο τους δίσκο, το 2011, με τίτλο «Εδέμ», έχουν κι αυτοί ένα τραγούδι με τίτλο «Νύχτες Δεκέμβρη», και επίσης σαφείς αναφορές στον Δεκέμβρη του ’08.

(με πληροφορίες και από τη “Μηχανή του Λόγου”)

ℹ️  Η φωτο κεφαλίδας είναι ένα “abstract” δύο Δεκέμβρηδων: του Τσαρούχη (τίτλος “Δεκέμβρης” και Bruce Crane – 1919 “Δεκέμβρης στα υψίπεδα”. 

Μία είναι η ουσία

Τον Δεκέμβρη του 1984 κυκλοφόρησε από τη Μinos ο «Εμφύλιος έρωτας» της Χαρούλας Αλεξίου, με οκτώ τραγούδια του Χρήστου Νικολόπουλου, πάνω σε στίχους των Πυθαγόρα, Μάνου Ελευθερίου, Λευτέρη Χαψιάδη, Γιάννη Πάριου, Χριστόφορου Μπαλαμπανίδη, δύο του Νίκου Τάτση με στίχους Ηλία Κατσούλη, αλλά και δυο δικές της δημιουργίες.

Η ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας ήταν του Χρήστου Νικολόπουλου και του Νίκου Τάτση στα δικά τους τραγούδια και του Θανάση Μπίκου στα τραγούδια της Χαρούλας

Έπαιξαν οι μουσικοί: Χρήστος Νικολόπουλος και Μάκης Μαυρόπουλος (μπουζούκι), Στέλιος Καρύδας, Κώστας Νικολόπουλος, Παναγιώτης Καλατζόπουλος, Νίκος Τάτσης, Θανάσης Μπίκος (κιθάρες), Νίκος Τσεσμελής (κοντραμπάσο), Τάκης Μπουρμάς (ηλεκτρικό μπάσο), Παντελής Δεσποτίδης (βιολί), Δημήτρης Ζουμπούλης (βιόλα), Πλούταρχος Ρεμπούτσικας (τσέλο), Χρήστος Αργυρόπουλος (όμποε), Φίλιππος Τσεμπερούλης, Στέφανος Στεφανόπουλος, Πάνος Δράκος (φλάουτο), Τάκης Σούκας, Χρήστος Ζερμπίνος (ακορντεόν), Λευτέρης Τζήμας (ντραμς), Δημήτρης Μαρινάκης, Άγγελος Κυριαζής (κρουστά).

Στο «Μία είναι η ουσία» έπαιξε ούτι ο Γιώργος Νταλάρας, ο οποίος έκανε τις δεύτερες φωνές σε τρία ακόμα τραγούδια. Η ηχογράφηση έγινε στο studio P.D.R στη Ριζούπολη και ο δίσκος «χρυσώθηκε», με περισσότερες από 50.000 πωλήσεις και έβγαλε αρκετές επιτυχίες με διαχρονικότερη όλων το «Μία είναι η ουσία» με στίχους του Λευτέρη Χαψιάδη.

Την ιστορία του «Μία είναι η ουσία» την αφηγήθηκε με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο ο Λευτέρης Χαψιάδης σε συνέντευξη που μου παραχώρησε στις 2 Νοεμβρίου 2016 στο πλαίσιο της εκπομπής «Εγώ, δεν έχω βγάλει το… ωδείο» στο Εθελοντικό Ραδιόφωνο του Δήμου Θεσσαλονίκης.

·      Τόλμησες να τα βάλεις και με τον Άγιο Πέτρο. Πες μου γι’ αυτό…

·      Στο τραγούδι «Μία είναι η ουσία δεν υπάρχει αθανασία», το οποίο γράφτηκε το 1984 από ένα γεγονός, Μ’έπιασε ένας φοβερός τσιγαρόβηχας που δεν σταματούσε και προσπαθούσα να γράψω κάποιο στίχο, πάνω σε μελωδία του Νικολόπουλου.

·      Σου είχε δώσει τη μελωδία…

·      Ναι, ήδη είχα μπει στον δίσκο του Νταλάρα (σ.σ.: «Ο τραγουδιστής») και μου λέει ο Νικολόπουλος «Κάνω δίσκο με τη Χαρούλα, θέλεις να σου βάλω κανένα τραγούδι;» Λέω «Τρελός είσαι; Είναι δυνατόν να μη θέλω;» Αλλά μου ’δωσε μελωδίες, ενώ στο πρώτο εγχείρημα ήταν πρώτα οι στίχοι. Και προσπαθώ, προσπαθώ, δεν μπορώ να γράψω τίποτα. Με πιέζει ο Νικολόπουλος. «Αν δεν προλάβεις να τα δώσουμε σε άλλον γιατί ήδη η Χαρούλα τραγουδάει».

·      Πρέπει να βγει ο δίσκος…

·      Και με πιάνει ένα βράδυ ένας φοβερός βήχας και δεν σταματάει με τίποτα. Και φωνάζει η γυναίκα μου απ’ την κουζίνα «Αμάν αυτό το τσιγάρο βρε, θα πεθάνεις!» Και δεν σταματούσε ο βήχας και με πιάνει μια αγωνία και λέω «Λες να πεθάνω;» Και ήδη έχω πιστέψει ότι θα πεθάνω, ότι αύριο θα πάω στον γιατρό και θα μου κάνουν εξετάσεις και θα δουν ότι έχω καρκίνο στον πνεύμονα, το’χω πιστέψει πια ότι θα πεθάνω, έρχονται δάκρυα στα μάτια μου, βλέπω τις σκηνές της κηδείας μου, να κλαίνε η μάνα μου και οι αδερφές μου και προσπαθώντας να παρηγορήσω τον εαυτό μου λέω «Μία είναι η ουσία, δεν υπάρχει αθανασία». Όλο το άλλο μετά ήτανε παιχνίδι.

·      Βγήκε από μόνο του…

·      Ναι. Και μάλιστα το πήγα το ίδιο βράδυ στο μαγαζί που έπαιζε μπουζούκι ο Νικολόπουλος και τραγουδούσε η Χαρούλα και μόλις με βλέπει μου λέει: «Το φτιαξες; Στείλ’το μου μ’ένα σερβιτόρο». Το δίνω σ’ένα σερβιτόρο, το βλέπει, μου κάνει με νόημα «Καταπληκτικό!». Φωνάζει τη Χαρούλα σε μία παύση και της λέει «Κοίτα». Η Χαρούλα κάνει κι αυτή έτσι και μετά πάνε στο καμαρίνι, το παίζουν και το τραγουδάει και γίνεται χαμός στο Stork, το τότε μαγαζί που τραγουδούσανε. Αυτό το τραγούδι είναι το οικόσημό μου. Δηλαδή το όνομα Λευτέρης Χαψιάδης μπορεί να μη λέει τίποτα σε πολλούς, αλλά όταν τους πεις ότι είναι ο στιχουργός του «Μία είναι η ουσία», το ξέρουν όλοι.

Μετά από χρόνια συναντάω κάποιον και μου λέει «Ρε φίλε εσύ έγραψες το “Μία είναι η ουσία δεν υπάρχει αθανασία;”» Του λέω «Ναι». «Πω, πω τι κλάμα έχω ρίξει μ’αυτό το τραγούδι» λέει. Αφελέστατα του λέω «Γιατί έχασες κανέναν δικό σου;» «Όχι. Είχα μια γκόμενα που τη λέγαν Αθανασία και με παράτησε». Ο καθένας με τον καημό του. Από κει πήρα αφορμή Θανάση ότι «Κάθε τραγούδι και καημός» (σ.σ. το τελευταίο βιβλίο του Λευτέρη Χαψιάδη). Δηλαδή ο καθένας με τον πόνο του. Μάλιστα, κυκλοφορεί και στο Internet και στο facebook, ότι είναι κάποια τραγούδια που σου’ρχεται να πας να πιάσεις τον στιχουργό και να τον ρωτήσεις «Ρε συ πού ξέρεις τη ζωή μου και την περιγράφεις;» Το΄ χεις διαβάσει;

·      Έτσι, έτσι είναι…

Ακούγεται το τραγούδι και συνεχίζεται ο διάλογος.

·      «Μία είναι η ουσία» βεβαίως του Χρήστου Νικολόπουλου και του Λευτέρη Χαψιάδη με τη Χαρούλα Αλεξίου από τον δίσκο «Εμφύλιος έρωτας» στα 1984, με σόλο ούτι;

·      Tον Γιώργο Νταλάρα!

·      Ο οποίος είχε πάει νύχτα και είπε στον ηχολήπτη «Βάλε να το ακούσω…»

·      «Βάλε να το ακούσω να παίξω» γιατί το αγάπησε πολύ αυτό το τραγούδι και το’πε αργότερα και πού; Στο Ηρώδειο!

·      Στη συναυλία με τα «Τραγούδια με ουσίες», προς το τέλος…

Στο video μπορείτε να ακούσετε το «Μία είναι η ουσία» μαζί με το ηχητικό απόσπασμα της ραδιοφωνικής συνέντευξης του Λευτέρη Χαψιάδη.

Η Ταξική σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944
(έκδοση της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ)

Επίλογος

Παρά Την ήττα στην ένοπλη ταξική σύγκρουση του Δεκέμβρη και την απαράδεκτη υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας η κατάσταση παρέμενε κρίσιμη και ρευστή, η αστική εξουσία δεν είχε σταθεροποιηθεί, ενώ το κύρος και η επιρροή του ΚΚΕ και του ΕΑΜικού κινήματος παρέμενε μεγάλη. Η μεγάλη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις του επόμενου διαστήματος και τ' αποτελέσματα στις αρχαιρεσίες των Εργατικών Κέντρων και ίων Ομοσπονδιών αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ακόμα, το 1946, ο Ριζοσπάστης και η Ελεύθερη Ελλάδα είχαν τη μεγαλύτερη πανελλαδική κυκλοφορία. Χαρακτηριστικό είναι ότι το πρώτο φύλλο του Ρίζου της Δευτέρας, τον Οκτώβρη του 1946, έγινε ανάρπαστο. Πουλήθηκαν 40.000 φύλλα στην Αθήνα και στον Πειραιά και 20.000 στις επαρχίες. Η κυκλοφορία του ξεπέρασε κατά 10.000 φύλλα την κυκλο­φορία όλων μαζί των άλλων εφημερίδων της Δευτέρας. Εντυπωσιακή ήταν επίσης η επιρροή του ΚΚΕ στη νεολαία, στο μαζικό κίνημα, στον αστικό στρατό.

Ήταν ξεκάθαρο ότι η αστική τάξη δεν είχε επιφέρει ακόμα την επιδιωκόμενη αλλαγή συσχετισμού προς όφελός της, παρά και την ορισμένη ανασυγκρότηση του αστικού κράτους που πέτυχαν μετά από το Δεκέμβρη και με τη βοήθεια των βρετανικών δυνά­μεων. Γι΄αυτόν το λόγο, επιδίωκε να ξεριζώσει από τη συνείδηση του ελληνικού λαού την όποια δυναμική ριζοσπαστισμού είχε διαμορφωθεί στα χρόνια της Κατοχής και του ΕΑΜικού αγώνα με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, όπως και του καθοριστικού ρόλου της ΕΣΣΔ στη νικηφόρα έκβαση του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Συνέχισαν τους διωγμούς κατά των κομμουνιστών και άλλων ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών -που ανάγκασαν χιλιάδες να βγουν στο βουνά και άλλους να επιλέξουν το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς (Μπούλκες)- ενσωμάτωσαν τους ταγματασφαλίτες και τους δωσίλογους στους ένοπλους και διοικητικούς μηχανισμούς του κράτους, δημιουργώντας τους όρους για την ανασύνταξη και ανασυγκρότηση του κράτους τους, όπως και τις προϋποθέσεις για την προετοιμασία μπροστά στη σύγκρουση για την ολοκληρωτική επικράτηση.

Για τους παραπάνω λόγους, μπροστά στο λαό έμπαινε το δίλημμα «υποταγή ή ορ­γάνωση της πάλης και αντεπίθεση». Σε συνθήκες που υπήρχαν ακόμη έντονα στοιχεία επαναστατικής κατάστασης και παρά τις όποιες παλινωδίες ως προς την ανάγκη και το χρόνο γενίκευσης της ένοπλης πάλης, παρά την αρνητική στάση του Διεθνούς Κομμου­νιστικού Κινήματος απέναντι σε γενικευμένο ένοπλο αγώνα, καθώς και τη μη εξαγωγή σωστών συμπερασμάτων στο 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ για τη διαμόρφωση στρατηγικής με στόχο την εργατική εξουσία, το λαϊκό κίνημα, προς τιμήν του, με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, επέλεξε το δεύτερο δρόμο.

Ακολούθησε η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ), της κορυφαίας ταξικής σύγκρουσης στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα.

 

 


Το «Δεκέμβρης του 44 με μια μοτοσυκλέτα του ΕΛΑΣ» με τον Σαββόπουλο και την Πρωτοψάλτη, έχει τίτλο «Γεννήθηκα στη Σαλονίκη».

·       Ο Δεκέμβρης του Νταλάρα συναγωνίζεται στο youtube με τους Παντελή Θαλασσινό και Σωκράτη Μάλαμα. Και οι τρεις, με τον δικό του Δεκέμβρη ο καθένας, έχουν περισσότερα από 200.000 views.
Το ποίημα του Κ.Π.Καβάφη, Ο Δεκέμβρης του 1903, το έχουν μελοποιήσει 4 συνθέτες, με πρώτο τον Θάνο Μικρούτσικο.

·       1972 Δεκέμβρης Ρένα Κουμιώτη (Βασίλης Κουμπής - Λευτέρης Παπαδοπουλος)

·       1978 Πρώτη του Δεκέμβρη Γιώργος Νταλάρας (Γιάννης Σπανός - Μάνος Ελευθερίου)

·       1983 Δεκέμβρης Γλυκοχάραμα Σωτηρία Μπέλλου (Δημήτρης Λάγιος - Μιχάλης Μπουρμπούλης)

·       1983 Ο Δεκέμβρης του 1903 Κώστας Θωμαϊδης (Θάνος Μικρούτσικος - Κ.Π. Καβάφης)

·       1984 Δεκέμβρης του '49 Μανώλης Ρασούλης (Μανώλης Ρασούλης)

·       1985 Το Δεκέμβρη Θανάσης Μωραϊτης (Μίκης Θεοδωράκης)

·       1992 Πρώτη του Δεκέμβρη Πέτρος Γαϊτάνος (Γιάννης Σπανός - Μάνος Ελευθερίου)

·       1998 Ήταν Δεκέμβρης Ματθαίος Γιαννούλης (Ματθαίος Γιαννούλης - Ρένα Ψαρρά)

·       1998 Ο Δεκέμβρης του 1903 Σωκράτης Μάλαμας (Σωκράτης Μάλαμας - Κ.Π. Καβάφης)

·       2001 Πέντε Δεκέμβρη Βαλάντης (Βαλάντης - Βαγγέλης Κωνσταντινίδης)

·       2006 Δόξα Δεκέμβρη Μήνα Παντελής Θαλασσινός (Παντελής Θαλασσινός - Ηλίας Κατσούλης)

·       2006 Ο Δεκέμβρης του 1903 Αλκίνοος Ιωαννίδης (Δημήτρης Παπαδημητριου - Κ.Π. Καβάφης)

·       2008 Δεκέμβρης Κ. Βαμβούκος (Αγγελος Αρβανίτης)

·       2008 Δεκέμβριος του 1988 Γιώργος Αλκαίος (Γιώργος Αλκαίος)

·       2009 December Bohemian Lunicon (Lunicon)

·       2010 Δεκέμβρης Μάνος Παπαδάκης (Μάνος Παπαδάκης)

·       2010 Δεκέμβρης Μόρφω Τσαϊρέλη (Χάρις Τσεκούρα - Γιώργος Κορδελλάς)

·       2011 Δεκέμβριος Ορφέας Περίδης (Ορφέας Περίδης)

·       2011 Στιγμές του Δεκέμβρη Φοίβος Οικονομίδης (Φοίβος Οικονομίδης)

·       2012 Μέρες Δεκέμβρη μέρες χαράς Αντίδραση (Αντίδραση)

·       2015 Δεκέμβρης Νίκος Ζουρνής (Νίκος Ζουρνής - Φωτεινή Λαμπρίδη)

·       2015 Ο Δεκέμβρης του 1903 Βασίλης Λέκκας (Χάρης Παπαδόπουλος - Κ.Π. Καβάφης)

·       2017 Δεκέμβρης του '91 Βασίλης Ανδρικόπουλος (Βασίλης Ανδρικόπουλος)

·       2018 Ορμή του Δεκέμβρη Νατάσα Μωυσόγλου (Τάσος Σταβέρης - Βάσω Ρούσου)

·       2020 Η Εξέγερση του Δεκέμβρη Δημήτρης Λάμπος (Δημήτρης Λάμπος)


Η συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην αστική κυβέρνηση του 1944 αποτελεί απτό παράδειγμα γιο το πόσο ουτοπικός είναι ο ισχυρισμός ότι χάρη στη μαχητικότητα και τη συνέπεια του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι δυνατό μια τέτοια κυβέρνηση να ακολουθήσει φιλολαϊκό δρόμο ή σε κάθε περίπτωση να πάρει τουλάχιστον κάποια μέτρα υπέρ του λαού και να ανοίξει σιγά σιγά το δρόμο για έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό στην πάλη για το σοσιαλισμό.

Αντίθετα,  με αυτήν την ανεδαφική προσμονή, η πείρα και εκείνης της περιόδου διδάσκει ότι η συμμετοχή στις αστικές κυβερνήσεις, σε πείσμα των πιο καλών προθέσεων, γίνεται φραγμός στη λαϊκή πάλη και οδηγεί σε πισωγύρισμα με αρνητικές επιπτώσεις και για πολλά χρόνια

Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1939-1949