Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αντικομμουνισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αντικομμουνισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

24 Νοεμβρίου 2024

Thomas Mann‎‎· “Μαγικό Βουνό” _100 χρόνια

Το μαγικό βουνό (Der Zauberberg) είναι μυθιστόρημα του Τόμας Μαν, που εκδόθηκε για πρώτη φορά σαν σήμερα Νοέμβρη 1924 και θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα έργα της γερμανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.
Οικογένεια Μαν:
Κλάους, Έρικα, η μητέρα Κάτια, Μίκαελ,
Μόνικα, Ελίζαμπεθ και ο πατέρας
Την άνοιξη του 1912, ο Τόμας Μαν επισκέφθηκε ένα σανατόριο στο Νταβός της Ελβετίας, όπου νοσηλευόταν η σύζυγός του, Κάτια. Κατά την παραμονή του εκεί, είχε μια ιδέα. Τα χρόνια που ακολούθησαν, ο Μαν επεξεργάστηκε αυτή την ιδέα, παρατηρώντας παράλληλα την Ευρώπη να καταστρέφεται και να μετασχηματίζεται και, όταν κάπως τα πράγματα πήραν μια νέα μορφή, και όταν και ο ίδιος πήρε μια νέα μορφή, είχε πια έτοιμη την ιστορία του. Το Μαγικό βουνό εκδόθηκε τέτοιες μέρες πριν από 100 χρόνια. Η παλιά Ευρώπη πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο αποτυπώνεται μέσα από τους ανθρώπους που γνωρίζει στις ελβετικές Άλπεις ο πρωταγωνιστής, Χανς Κάστορπ, ο οποίος, ως γνωστόν, πήγε για τρεις εβδομάδες ως επισκέπτης σε ένα σανατόριο και έμεινε τελικά επτά χρόνια. Μερικές σημειώσεις:      

·       “Το Μαγικό βουνό, όπως και ο Οδυσσέας και το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, προσπαθεί να απαντήσει στο παλιό πρόβλημα του Χέγκελ: Πώς μπορεί κανείς να εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει την ολότητα του κόσμου στη σύγχρονη εποχή;” λέει ο καθηγητής και συγγραφέας Μόριτζ Μπάσλερ στο ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ The Magic Mountain – Thomas Mann’s Emblematic Novel − θα το βρείτε ελεύθερο στο Arte

·       “Το Μαγικό βουνό, όπως και ο Οδυσσέας και το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, προσπαθεί να απαντήσει στο παλιό πρόβλημα του Χέγκελ: Πώς μπορεί κανείς να εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει την ολότητα του κόσμου στη σύγχρονη εποχή;” λέει ο καθηγητής και συγγραφέας Μόριτζ Μπάσλερ στο ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ The Magic Mountain – Thomas Mann’s Emblematic Novel − θα το βρείτε ελεύθερο στο Arte

·       “Έχω μια σχέση αγάπης-μίσους με αυτό το βιβλίο. Το έχω διαβάσει πέντε ή έξι φορές από τότε που ήμουν έφηβη και κάθε φορά το διαβάζω διαφορετικά − μεγαλώνει με τον αναγνώστη”, είπε προ ημερών η νομπελίστρια Όλγκα Τοκάρτσουκ στον Guardian, αναφερόμενη στο Μαγικό βουνό – το καινούργιο της μυθιστόρημα, Εμπούσιον, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη, αποτελεί ένα «ξαναγράψιμο» του μυθιστορήματος του Μαν.

·       “Η ανάγκη για πολιτική ανασυγκρότηση […] είναι τόσο προφανής όσο και στην εποχή του Τόμας Μαν. Αλλά ο Μαν γνώριζε επίσης ότι, για να αντέξει την έλξη μας προς τον θάνατο, μια αξιοπρεπής κοινωνία χρειάζεται ένα θεμέλιο βαθύτερο από την πολιτική: την πεποίθηση ότι, κάπου ανάμεσα στην ύλη και τη θεότητα, εμείς οι άνθρωποι, φτιαγμένοι από νερό, πρωτεΐνες και αγάπη, μοιραζόμαστε ένα κοινό πεπρωμένο”. Ο βραβευμένος δημοσιογράφος και συγγραφέας Τζορτζ Πάκερ γράφει στο τρέχον τεύχος του Atlantic ένα εκτενές άρθρο με τίτλο «The Magic Mountain saved my life».

·        Βρήκα τσακισμένη μια σελίδα στο βιβλίο από κάποια παλιότερη ανάγνωση: “Ο χρόνος στην πραγματικότητα δεν έχει τομές, η αρχή ενός καινούργιου μήνα ή έτους δεν αναγγέλλεται ούτε από καταιγίδες ούτε από τρομπέτες – ακόμα και στην αρχή ενός καινούργιου αιώνα είμαστε μονάχα εμείς, οι άνθρωποι, που ρίχνουμε κανονιές και χτυπάμε τις καμπάνες”.

“Οι ιδέες επιβιώνουν όταν παλεύεις γι' αυτές”

Ως προοδευτικός ιδεολόγος έλεγε: "Toleranz wird zu einem Verbrechen, wenn man dem Bösen mir ihr begegnet" _"Meinungen können nicht überleben, wenn man keine Chance hat, für sie zu kämpfen." “οι ιδέες δεν επιβιώνουν, αν δεν έχει κανείς την ευκαιρία να παλέψει γι' αυτές” και ότι “η ανοχή γίνεται έγκλημα, όταν εφαρμόζεται στο κακό”. "Είναι απίθανο να μπορέσεις να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα της ανεκτικότητας, μηχανικά. Απλώς υπενθύμισε στον εαυτό σου ότι η ανοχή γίνεται έγκλημα όταν στοχεύει στο κακό." - Το Μαγικό Βουνό, Έκτο Κεφάλαιο, τελευταία ενότητα: Ως στρατιώτης και με καλή συμπεριφορά. S. Fischer 1954, σελ. 731 _Vsop.de

Στο “Το Μαγικό Βουνό”, για το οποίο τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1929 - από τις πρώτες σελίδες – γεύεσαι την απόλαυση ενός κειμένου απαράμιλλης ομορφιάς, που μοιάζει με μουσικό κομμάτι, κάτι σαν μαγική συμφωνία, σαν ταξίδι μέσα σε ένα πολύτιμο, ολοζώντανο έργο τέχνης, που σου μιλά για τον εκφυλισμό των ιδεών στις παραμονές του Μεγάλου Πολέμου. (Οι ειδικοί το έχουν χαρακτηρίσει “παρακαταθήκη για το πολιτισμικό μέλλον αυτής της ηπείρου”). Ο Τόμας Μαν - το πολυσύνθετο έργο του οποίου σφράγισε τον 20ό αιώνα - πέθανε Αυγ-1955, στην Ελβετία, αφήνοντας στην παγκόσμια λογοτεχνική ζωή μια ανεκτίμητη καλλιτεχνική κληρονομιά. Έγραψε μερικά από τα αριστουργήματα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, ανάμεσά τους τα: “Δόκτωρ Φάουστους”, “Στοχασμοί Eνός Aπολιτικού”, “Τριστάν”, “Μπούντενμπρουκ”, “Η Λόττε στη Βαϊμάρη” κά.

Υπήρξε σφοδρός πολέμιος του ναζιστικού καθεστώτος και είχε καταγγείλει δημόσια τον εθνικοσοσιαλισμό. Πίστευε με πάθος στη δύναμη της εργατικής τάξης, ενθάρρυνε την αντίστασή της και υποστήριζε θερμά τη συνύπαρξη και την αλληλεγγύη των λαών. Ο γιος του πλούσιου εμπόρου, από το Λύμπεκ, που φοίτησε σε αυστηρά σχολεία και στα δεκαεννιά του, μέσα στα γραφεία μιας ασφαλιστικής εταιρείας στο Μόναχο, έγραψε κρυφά το πρώτο του διήγημα, έγινε αμέσως ο ήρωάς μου! Το χέρι του ήταν ένα από τα πρώτα που κράτησα σφιχτά, στο ταξίδι προς την ενηλικίωση. Με έκανε να νιώσω πως «την τέχνη και τη φαντασία τη χρειαζόμαστε για να μην διαλυθούμε». Οτι «ο πόλεμος είναι μια δειλή απόδραση από τα προβλήματα της ειρήνης». Οτι «τα πάντα είναι πολιτική» και ότι «κάθε αγάπη για την ανθρωπότητα είναι άμεσα συνδεδεμένη με το μέλλον».

Το χρονικό της παρακμής

Το 1942 βρίσκεται στην Αμερική, όπου δεν σταματά να καταγγέλλει τον χιτλερισμό. Εκεί γράφει ένα ασύλληπτης γοητείας χρονικό της παρακμής το “Ο Δόκτωρ Φάουστους”, όπου ανιχνεύει τις ρίζες της θεματικής του ναζισμού στη γερμανική πολιτιστική παράδοση και εντοπίζει σκοτεινούς δρόμους που οδηγούν στη βαρβαρότητα. Ο ήρωας του βιβλίου, όπως και ο γνωστός Δόκτωρ Φάουστ, συνεργάζεται με το Κακό, με στόχο να αξιοποιήσει τα ταλέντα του για να υλοποιήσει το αισθητικό του ιδεώδες. Υπογράφει λοιπόν συμβόλαιο με τον διάβολο, κερδίζοντας 24 χρόνια έμπνευσης και δόξας. Ο ήρωας όμως αγνοεί πως όποιος ξεπερνά τα ανθρώπινα μέτρα, όποιος πουλάει την ψυχή του στον Διάβολο, για πλούτη, δόξα ή νιάτα, καταδικάζεται να κυλήσει στην άβυσσο. Κάποιοι πιστεύουν πως “Ο Δόκτωρ Φάουστους” αποτελεί μια παράδοξη αυτοβιογραφία, που μας “συστήνει” τον συγγραφέα ειλικρινέστερα από τις κλασικές βιογραφίες του. Ισως πρόκειται και για ένα είδος ρέκβιεμ του Μαν, που πάλι με σύμμαχο τη μουσική αποχαιρετά τα νιάτα του. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι πως αυτός ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται τον παλμό της εποχής του και τον καταγράφει μοναδικά.

Οι ανεκπλήρωτοι πόθοι,
ένας απατεώνας
και ο μαγικός Βισκόντι

Σε αυτοβιογραφικό του κείμενο, ο Μαν αναφέρει: “Με προορίζανε να αναλάβω τη φυτεία σιτηρών του πατέρα μου που, όταν ήμουν αγόρι ακόμα, έκλεινε τα εκατό της χρόνια. Σπούδασα στο τμήμα επιστημών του Katharineum στο Luebeck. Σιχαινόμουν το σχολείο και από την πρώτη έως την τελευταία τάξη απέτυχα να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις του, όπως άλλωστε και σε κάθε έξωθεν απαίτηση, εξαιτίας μιας εσωτερικής αντίστασης που με παρέλυε και την οποία, αργότερα, με μεγάλη δυσκολία, έμαθα να καταπολεμώ. Οποια μόρφωση διαθέτω την απέκτησα με έναν ελεύθερο και αυτοδιδακτικό τρόπο. Η επίσημη παιδεία απέτυχε να ενσταλάξει μέσα μου ακόμα και την πιο στοιχειώδη γνώση (...) Το μυθιστόρημά μου "Εξομολογήσεις του απατεώνα Φέλιξ Κρουλ" βασίζεται στην ιδέα μιας παρωδίας, αυτής του να παίρνεις ένα σοβαρό θέμα, μία αυτο-στιλιζαρισμένη, αυτοβιογραφική και αριστοκρατική εξομολόγηση τύπου Γκαίτε, και να την μεταφέρεις στη σφαίρα του χιούμορ και της παρανομίας. Το 1913 η εκδόθηκε η νουβέλα "Ο θάνατος στη Βενετία", η οποία, με εξαίρεση το Tonio Kroeger, θεωρείται ως το αξιολογότερό μου επίτευγμα στο είδος αυτό”.



Η νουβέλα αυτή, που είναι μια ιστορία για την ηδονή του τέλους, ενέπνευσε τον Λουκίνο Βισκόντι και δημιούργησε το 1971 την εμβληματική ομώνυμη ταινία (Θάνατος στη Βενετία _ Morte a Venezia), με τον Ντερκ Μπόγκαρτ στον ρόλο του μεσήλικα συγγραφέα Γκούσταφ Ασενμπαχ και τον 15χρονο Μπιόρν Αντρεσεν, με την μποτιτσελική ομορφιά, στον ρόλο του Τάτζιο, του αντικειμένου του πόθου του. Ένας χορός έρωτα και θανάτου σε μια πόλη που μαστιζόταν από επιδημία χολέρας. Ο Βισκόντι, όμως, εκτός από μαρξιστής, αντιστασιακός και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, ήταν και αριστοκράτης - απόγονος του Καρλομάγνου - οπότε πέτυχε να αποδώσει αριστουργηματικά στο σελιλόιντ την παρακμή της αριστοκρατίας.
                   Η "βλακεία" του αντικομμουνισμού

Οι ευαίσθητες κεραίες αυτού του ιδιοφυούς διανοούμενου, του κλασικού του μυθιστορήματος του 20ού αιώνα, που το εμπλούτισε με νέες ιδέες, «έπιασαν» από νωρίς αυτό που ερχόταν και το πολέμησε με όλες του τις δυνάμεις. Ηταν εντυπωσιακή η αίσθηση της ιστορικής και πολιτιστικής συνέχειας που διέθετε, γι' αυτό και διέβλεψε τη ναζιστική επέλαση πολύ πριν ξεσπάσει στην Ευρώπη, ένιωσε «τα προεόρτια του πνευματικού φασισμού» και κατήγγειλε τους ναζιστές ότι υπεξαιρούν τη «γερμανικότητα» από τους νόμιμους κληρονόμους της. Στα έργα του Μαν, του λάτρη του Βάγκνερ, που ξεκίνησε ως νατουραλιστής και κατέληξε σύντομα στον κριτικό ρεαλισμό, χαρτογραφείται με το χαρακτηριστικό υποδόριο χιούμορ του η σχέση του ατόμου με την κοινωνία, αλλά και η σύγκρουση του καλλιτέχνη με τις αστικές αξίες. «Ο αντικομμουνισμός - έλεγε - είναι η μεγαλύτερη βλακεία της εποχής μας». (Το 1930 μάλιστα δίνει στο Βερολίνο διάλεξη με τίτλο «Εκκληση προς την λογική», ζητώντας να συγκροτηθεί ένα κοινό μέτωπο καλλιεργημένων αστών και σοσιαλιστικής εργατικής τάξης ενάντια στη βαρβαρότητα του ναζισμού).

Τα χνάρια ενός ευσυνείδητου βίου

Το 1915, όταν γίνεται 40 χρονών, γράφει τους “Στοχασμούς ενός απολιτικού” κι εκεί μιλάει για τους δύο κόσμους της Ευρώπης, που πάντα θα συγκρούονται. Αυτόν που μετατρέπει τα πάντα σε εμπόρευμα και τον άλλον της ψυχής, του προορισμού. Ο Μαν, παραμονές του 21ου αιώνα, μας δείχνει τι αφήνουμε πίσω μας και μας προειδοποιεί γι' αυτό που πάμε να συναντήσουμε. Βέβαια οι Γερμανοί λένε πως έγραψε τους «Στοχασμούς» εναντίον του αδελφού του και διάσημου τότε συγγραφέα Χάινριχ Μαν, με τον οποίο είχε μακροχρόνια ένταση, αντιπάθεια και εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις για τη φιλοσοφία και την πολιτική.

Το έργο αυτό - δήλωνε ο ίδιος ο Τόμας Μαν - ήταν μια διαμαρτυρία εναντίον των ισοπεδωτικών τάσεων του ανατέλλοντος εκμηχανισμένου πολιτισμού, μια διαμαρτυρία εναντίον της ψυχικής ερήμωσης, της κυριαρχίας του χρήματος και της διαφθοράς του "πολιτικού ανδρός". Συνεπώς οι "Στοχασμοί" ήταν ένα κείμενο μάχης, ήταν ήδη η έκφραση μιας κρίσης - το προϊόν μιας καινούργιας κατάστασης που προέκυψε από τα εξόχως συνταρακτικά ιστορικά γεγονότα”. Οπως και να 'χει, πρόκειται για το σωστό βιβλίο για κάποιον που ψάχνει να μάθει όχι μόνο εκείνη την περιπετειώδη εποχή, αλλά και τον συγγραφέα, αρκεί βεβαίως να διαβαστεί με κριτική διάθεση.

Είχε πει: “Ολη αυτή η αναταραχή που προκάλεσε η επιτυχία δεν κατάφερε ποτέ να μετριάσει την απόλυτη συναίσθηση της σχετικότητας των ερήμων εντός μου, ούτε κατάφερε έστω και για ένα λεπτό να αμβλύνει την αιχμή της αυτοκριτικής μου. Μόνο το μέλλον θα κρίνει με σιγουριά την αξία και τη σημασία του έργου μου για τις ερχόμενες γενιές. Για μένα δεν είναι παρά τα χνάρια μιας ζωής που την έζησα συνειδητά, δηλαδή ευσυνείδητα”. Εμείς λοιπόν οι ερχόμενες γενιές τού χρωστάμε - ανάμεσα σε πολλά - ότι έψαξε τον ρόλο των μύθων του παρελθόντος που ελέγχουν τις επιλογές μας και μας μίλησε γι' αυτόν. Στον ακαταμάχητο κ. Μαν χρωστάμε επίσης το ότι έναν αιώνα πριν επεσήμαινε θέματα με ουσιαστικό αντίκρισμα στο σήμερα, θέματα που παραμένουν άκρως επίκαιρα, όπως η σημασία των κοινωνικών δικαιωμάτων, το μέλλον της Ευρώπης και το απεχθές πρόσωπο του φασισμού. Ο Αντρέ Ζιντ έλεγε πως ο Μαν ήταν “από τους ελάχιστους σύγχρονούς μας, τον οποίο μπορούμε να θαυμάζουμε ανεπιφύλακτα. Το έργο του είναι αψεγάδιαστο, το ίδιο και η ζωή του”.

Ο Μαν άρχισε τη συγγραφή του από το 1912, με σκοπό μια (βραχύτερη) παρουσίαση των εντυπώσεων και εμπειριών του από την επίσκεψη στη σύζυγό του, η οποία νοσηλευόταν σε σανατόριο στο Νταβός της Ελβετίας. Κατά την επίσκεψή του, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1912, ο Μαν γνώρισε και την ιατρική ομάδα του ιδρύματος, ενώ έζησε την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρά του. Τελικώς, αυτό απετέλεσε τη βάση μόνο για το πρώτο κεφάλαιο («Η άφιξη») του πολύ μεγαλύτερου τελικού ολοκληρωμένου έργου.

Η έναρξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου διέκοψε τη συγγραφή του βιβλίου. Ο πόλεμος και οι συνέπειές του οδήγησαν τον συγγραφέα στο να επανεξετάσει σε αυτό το έργο την ευρωπαϊκή αστική κοινωνία, καθώς και τις πηγές της εθελούσιας, διεστραμμένης καταστροφικότητας που δείχνει μέγα μέρος της πολιτισμένης ανθρωπότητας. Οδηγήθηκε επίσης σε εικασίες σχετικές με γενικότερα ζητήματα της στάσεως των ανθρώπων απέναντι στη ζωή, την υγεία, την ασθένεια και τη θνητότητά τους. Τελικώς, το Der Zauberberg κυκλοφόρησε σε δύο τόμους από τον εκδοτικό οίκο του Βερολίνου S. Fischer Verlag.

Η σύνθεση του Μαν είναι λεπτή, φιλόδοξη, αλλά κυρίως αμφίσημη. Από την αρχική του έκδοση μέχρι σήμερα, Το μαγικό βουνό έχει γίνει αντικείμενο ποικίλων κριτικών ερμηνειών και αποτιμήσεων. Γενικώς, θεωρείται ότι το έργο αναμιγνύει έναν προσεκτικό και ακριβή ρεαλισμό με βαθύτερους συμβολικούς τόνους. Εξαιτίας αυτής της πολυπλοκότητας, ο κάθε αναγνώστης είναι υποχρεωμένος να ζυγιάσει την αισθητική σημασία του πλέγματος των γεγονότων της αφηγήσεως, κάτι που δυσχεραίνει και η ειρωνεία του συγγραφέα. Αργότερα ο Μαν συνέκρινε το μυθιστόρημα με ένα συμφωνικό έργο ενορχηστρωμένο με έναν αριθμό διαφορετικών μουσικών θεμάτων, και ως παιγνιώδες σχόλιο για τα προβλήματα της ερμηνείας του, συνέστησε ότι όσοι επιθυμούν να το κατανοήσουν θα πρέπει να το διαβάσουν ολόκληρο δύο φορές.

Ελληνικές μεταφράσεις

·       Άρη Δικταίου: Εκδ. «Δίφρος», Αθήνα 1956, 448 σελ.

·       Θόδωρου Παρασκευόπουλου _ Εκδ. «Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος», Αθήνα 1989, 2 τόμοι (484+532 σελ.), ISBN 978-960-208-109-9 και 978-960-208-110-5

·       Εκδ. «Εξάντας», Αθήνα 1995, 2 τόμοι (590+653 σελ.), ISBN 978-960-256-245-1 και 978-960-256-246-8

·        Εκδ. «Μεταίχμιο», πρόλογος Τίνα Μανδηλαρά, Αθήνα 2017, 944 σελ., ISBN 978-618-03-0961-4

 

Πληροφορίες
με αυστηρή επιλογή από το διαδίκτυο
+ (φυσικά) Ριζοσπάστης

18 Σεπτεμβρίου 2024

Η ένοχη “αμνησία” της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ για τον εμφύλιο

Μία από τις “Νο 1” αστική εφημερίδα, “αντικεμενική” _με τη δική της πλευρά της ιστορίας, δεν παύει ποτέ να εκπλήσσει (εμάς όχι, αναφερόμαστε στους “πρόθυμους” και διάφορους οπορτουνιστές). Ο γνωστός συνεργάτης της Νίκος Γκατζογιάννης (βλ: “Τι σόι αντάρτικο σκότωνε Ελληνες;”)  με ημερομηνία 15.09 και με τίτλο “ένοχη αμνησία για τους νεκρούς του Εμφυλίου” (μόνο για συνδρομητές)

Υπότιτλος _άσχετος με ημερομηνίες κλπ… “στις 29 Νοεμβρίου 2023 εγκαινιάστηκε το «Μνημείο των Αθανάτων του Eθνους” _Στις πλάκες αναγράφονται τα ονόματα των 121.692 Ελλήνων που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα. Οχι όμως των 15.628 Ελλήνων κυβερνητικών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον Εμφύλιο (σσ. 22 σχόλια)
Ο (γνωστός και μη εξαιρετέος) Νίκος Γκατζογιάννης ή Νικ Γκαίηζ, είναι ελληνοαμερικάνος συγγραφέας και δημοσιογράφος, που κατάγεται από το χωριό Λια της Μακεδονίας. Μεγάλωσε εκεί, με τον πατέρα του μετανάστη και μεγαλέμπορο στις ΗΠΑ, έως το 1948, όπου φυγαδεύτηκε από τη μητέρα του, στο κυβερνητικά κατεχόμενο κορμό της χώρας κι έπειτα στις ΗΠΑ, όπου σπούδασε δημοσιογραφία. Εργάστηκε για τους New York Times, των οποίων μάλιστα υπήρξε και πολεμικός ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή και επέστρεψε στην Ελλάδα μεσούσης της Χούντας

Παραθέτουμε το άρθρο_διαβάστε όσο αντέξετε τα “κονσερβοκούτια” του κυρίου αυτού, αλλά παρακαλούμε μη γελάσετε _το φασισμό βαθιά καταλαβέ τον, δεν θα πεθάνει μόνος τσάκισέ τον!

Στις 29 Νοεμβρίου 2023 εγκαινιάστηκε στο στρατόπεδο “Παπάγου” το μεγαλοπρεπές “Μνημείο των Αθανάτων του Eθνους” (σσ. δείτε Υπ.Εθ.Α)  Αποτελείται από έναν επιβλητικό βωμό, όπου καίει άσβεστη η αιώνια φλόγα, αφιερωμένη στη μνήμη των πεσόντων υπέρ της πατρίδας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Τον βωμό πλαισιώνουν σειρές επιτύμβιων πλακών που καταλήγουν στον 16μετρο ιστό που φέρει την ελληνική σημαία και δεσπόζει στην κορυφή του μνημείου. Στις επιτύμβιες πλάκες, που σύντομα θα μεταφερθούν στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στη Βάρη, αναγράφονται τα ονόματα των 121.692 Ελλήνων που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα τους σε εθνικές συγκρούσεις από το 1830 έως το 1974.

Ωστόσο, από τις πλάκες αυτές λείπουν τα ονόματα των 15.628 Ελλήνων κυβερνητικών στρατιωτών που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, από το 1945 έως το 1949. Το ίδιο το υπουργείο που τους κάλεσε να εκπληρώσουν το καθήκον τους, φαίνεται τώρα να επιδιώκει να διαγράψει τη θυσία τους από τη συλλογική μνήμη του ελληνικού έθνους.

Ποιους πολεμούσαν; όμως αυτοί οι άνδρες που έπεσαν στο πεδίο της μάχης; Κομμουνιστές αντάρτες που ήθελαν να εγκαθιδρύσουν μια σταλινική δικτατορία στη γενέτειρα της δημοκρατίας και ήταν έτοιμοι να παραχωρήσουν τη Μακεδονία στη Γιουγκοσλαβία, με αντάλλαγμα τη στήριξή της στην εξέγερσή τους.

Σαν Σήμερα: 29 Αυγούστου 1949 – Η λήξη του εμφυλίου πολέμου
Και για τι έδωσαν τη ζωή τους αυτοί οι άνδρες; Για να κρατήσουν το έθνος τους ελεύθερο και ενωμένο. Αυτοί οι νέοι δεν προσφέρθηκαν εθελοντικά να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Στρατολογήθηκαν από την κυβέρνηση για να υπερασπιστούν τη χώρα, και ανταποκρίθηκαν σε αυτό το κάλεσμα. Δεν έσπευσαν στη μάχη αναζητώντας δόξα, αλλά έδωσαν τη ζωή τους για να σώσουν την Ελλάδα από τη δικτατορία και τον διαμελισμό. Κέρδισαν επάξια μια τιμητική θέση σε κάθε κατάλογο «αθανάτων» που έκαναν την υπέρτατη θυσία για την πατρίδα τους.

Τι προδοσία είναι, λοιπόν, για αυτούς τους γενναίους νέους στρατιώτες και αξιωματικούς –15.628 συνολικά–, που ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία να ζήσουν τη ζωή τους, να διαγράφονται από τους τιμητικούς καταλόγους του ίδιου του υπουργείου που τους έστειλε στη μοίρα τους.

Το να αγνοείται η θυσία τους, ακόμη και από μια αριστερή κυβέρνηση όπως του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠΑΣΟΚ, θα ήταν θλιβερό. Αλλά το να αγνοείται από μια υποτιθέμενη κεντροδεξιά κυβέρνηση όπως η Νέα Δημοκρατία, είναι ντροπή.

Γιατί, λοιπόν, τα ονόματα των κυβερνητικών δυνάμεων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου παραλείφθηκαν από το “Μνημείο των Αθανάτων του Έθνους” που δημιούργησε το ίδιο το υπουργείο που τους επιστράτευσε; Η απάντηση είναι προφανής: αν το υπουργείο συμπεριελάμβανε τους πεσόντες των κυβερνητικών δυνάμεων, θα αισθανόταν υποχρεωμένο να κάνει το ίδιο και για τους κομμουνιστές αντάρτες, γιατί και αυτοί ήταν Eλληνες, αλλιώς θα αντιμετώπιζε διαμαρτυρίες από την Αριστερά. Έτσι, για λόγους πολιτικής ορθότητας, το υπουργείο επέλεξε να μη συμπεριλάβει κανέναν από τους δύο.

(παρεμβολή)
🆘 Πεντάγωνο: Απομακρύνθηκε το Μνημείο Αθανάτων – Στη θέση του η ανάπλαση Βαρώτσου

Με τον τρόπο αυτόν όμως το υπουργείο προδίδει τον ίδιο τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε το μνημείο: να τιμήσει τις ένοπλες δυνάμεις που έδωσαν τη ζωή τους για να διαφυλάξουν την ελευθερία του έθνους, όπως αναφέρει ένα δελτίο του μνημείου. Οι κυβερνητικές δυνάμεις στον Εμφύλιο Πόλεμο θυσίασαν τη ζωή τους για να κάνουν ακριβώς αυτό, και το πέτυχαν, ενώ ο στόχος των κομμουνιστών ήταν να εγκαθιδρύσουν δικτατορία. Ευτυχώς απέτυχαν, αλλά προκάλεσαν ανείπωτη βία στον ελληνικό λαό (τουλάχιστον 157.000 νεκρούς), τεράστιες καταστροφές (800.000 άμαχοι εκτοπίστηκαν) και εθνικές στερήσεις (οδηγώντας τη χώρα σε 10ετή οπισθοδρόμηση στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση). Μια τέτοια κληρονομιά δεν είναι άξια να εξασφαλίσει στους αντάρτες μια θέση σε ένα ιερό μνημείο αφιερωμένο σε όσους θυσίασαν τη ζωή τους για την πατρίδα τους.

Οι έλληνες μισθοφόροι που πολέμησαν με τους Πέρσες στη μάχη του Μαραθώνα δεν αναπαύονται στον τάφο των ηρώων που πέθαναν υπερασπιζόμενοι την ελευθερία. Δεν τους άξιζε αυτή η τιμή, και ούτε οι κομμουνιστές αντάρτες αξίζουν αναγνώριση στο ίδιο μνημείο με τις κυβερνητικές δυνάμεις που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.

Όμως η επιθυμία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας να κατευνάσει την Αριστερά δεν περιορίζεται στην παράλειψη των ονομάτων τους, αλλά επεκτείνεται ακόμη και στους πεσόντες από άλλους πολέμους που αναφέρονται στο μνημείο του υπουργείου. Σε αντίθεση με τα μνημεία της Νορμανδίας και του Βιετνάμ, τα ονόματα των πεσόντων που αναγράφονται στο μνημείο του υπουργείου Εθνικής Άμυνας δεν συνοδεύονται από τον βαθμό και τα διακριτικά τους, προφανώς για να αποφευχθούν οι κατηγορίες περί ελιτισμού από την Αριστερά.

Στις 26 Ιουνίου, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας παραχώρησε συνέντευξη Τύπου, όπου ανακοίνωσε ότι το “Μνημείο των Αθανάτων του Εθνους” θα αντικατασταθεί από ένα νέο μνημείο σχεδιασμένο από τον γλύπτη Κωνσταντίνο Βαρώτσο και ότι οι πλάκες με τα ονόματα των 121.692 πεσόντων θα μεταφερθούν στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Ωστόσο, δεν αναφέρθηκε καθόλου στους 15.628 νεκρούς του Εμφυλίου που δεν συμπεριελήφθησαν στο μνημείο και η θυσία τους θα εξακολουθήσει να αγνοείται στη νέα του τοποθεσία. Ο κ. Δένδιας είχε προτείνει κάποτε την κατασκευή ενός αγάλματος του Χο Τσι Μινχ στη Μακεδονία, βασιζόμενος σε ατεκμηρίωτες αναφορές ότι ο ηγέτης του κομμουνιστικού Βιετνάμ ίσως πολέμησε εκεί για τους Γάλλους, κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Και όμως, ο υπουργός Άμυνας επιτρέπει την παράλειψη, από το μοναδικό μνημείο στην Ελλάδα που κατασκευάστηκε για να τιμήσει όλους τους “αθανάτους” του έθνους, 15.628 συμπατριωτών του που σκοτώθηκαν πολεμώντας για την ελευθερία κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.

Αυτοί οι νέοι δεν προσφέρθηκαν εθελοντικά να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Στρατολογήθηκαν από την κυβέρνηση για να υπερασπιστούν τη χώρα και ανταποκρίθηκαν σε αυτό το κάλεσμα.

Κανείς δεν λέει να αναζωπυρώσουμε τις ιδεολογικές συγκρούσεις του παρελθόντος για να δηλητηριάσουμε τον σημερινό πολιτικό διάλογο, αλλά το να παραβλέπουμε τη θυσία χιλιάδων νέων Ελλήνων που πολέμησαν για την ελευθερία της πατρίδας τους αποτελεί προδοσία των θεμελιωδών αξιών που εμείς οι Έλληνες, ως ιδρυτές της δημοκρατίας, θα πρέπει να θεωρούμε πολύτιμες.

Το μνημείο του υπουργείου Εθνικής Άμυνας δεν είναι το μόνο μέρος όπου τα θύματα του Εμφυλίου Πολέμου στερούνται επίσημης αναγνώρισης. Στις 29 Σεπτεμβρίου, περίπου 40 άνδρες και γυναίκες θα συγκεντρωθούν γύρω από ένα μικρό, μαρμάρινο μνημείο σε έναν λόφο έξω από το χωριό Τσαμαντάς, στους πρόποδες της Μουργκάνας, η κορυφή της οποίας σηματοδοτεί τα σύνορα με την Αλβανία. Θα συναντηθούν εκεί για να τιμήσουν τη μνήμη 120 Ελλήνων στρατιωτών που πιάστηκαν αιχμάλωτοι και αργότερα εκτελέστηκαν από κομμουνιστές αντάρτες, την άνοιξη του 1948.

Τα θύματα ήταν Eλληνες στρατιώτες, έφηβοι και εικοσάρηδες, που επιστρατεύτηκαν για να υπερασπιστούν τη δημοκρατία, ενώ οι εκτελεστές τους ήταν αντάρτες αποφασισμένοι να την αντικαταστήσουν με μια δικτατορία. Ωστόσο, δεν θα υπάρξουν ούτε κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ούτε ομιλίες, ούτε δημοσιογράφοι, ούτε ποιητές για να τιμήσουν τη θυσία τους, όπως γίνεται κάθε χρόνο στη Μακρόνησο, όπου μνημονεύονται οι συμπαθούντες τους κομμουνιστές που φυλακίστηκαν εκεί κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.

Οι αιχμάλωτοι στρατιώτες δεν ήταν τα μόνα θύματα της κομμουνιστικής τρομοκρατίας που σάρωσε τα βουνά της Μουργκάνας το 1948. Σε όλα τα χωριά κατά μήκος των πλαγιών της Μουργκάνας, οι κομμουνιστές αντάρτες που τα κατέλαβαν εκτέλεσαν 5 έως 8 άτομα – απλούς άνδρες και γυναίκες που πάλευαν μια ζωή να επιβιώσουν στα σκληροτράχηλα αυτά εδάφη. Μια γυναίκα, η Oλγα Μπουρδούκη από το χωριό Κωστάνα, την οποία οι Γερμανοί είχαν στείλει στο Νταχάου, επέζησε από αυτή τη φρίκη και επέστρεψε στο χωριό της, για να καταλήξει να εκτελεστεί από τους συμπατριώτες της.

Η Ελλάδα έχει δημιουργήσει μια διαφορετική πραγματικότητα σε σχέση με άλλες χώρες, των οποίων οι δημοκρατίες έχουν δεχτεί ένοπλες επιθέσεις. Eχει επιλέξει να αγνοήσει, και προσπαθεί να ξεχάσει εντελώς, εκείνους που θυσίασαν τη ζωή τους για να διασφαλίσουν τη δημοκρατία κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, και αντ’ αυτού προσπαθεί να αναγνωρίσει και να τιμήσει εκείνους που προσπάθησαν να την καταστρέψουν.

Υπάρχει ένα μουσείο στην Αθήνα που παρουσιάζει τα δεινά όσων φυλακίστηκαν στη Μακρόνησο κατά τη διάρκεια του πολέμου. Πού είναι όμως το μουσείο για τα αμέτρητα θύματα της κομμουνιστικής τρομοκρατίας στα βουνά της Ηπείρου και της Μακεδονίας;
Κάθε χρόνο, στις 17 Νοεμβρίου, γίνονται στην Ελλάδα διαδηλώσεις κατά του στρατιωτικού καθεστώτος που κυβέρνησε τη χώρα από το 1967 έως το 1974. Κατανοώ τη διαρκή δυσαρέσκεια κατά της χούντας. Μάλιστα, έγραψα περισσότερα άρθρα κατά του καθεστώτος σε αμερικανικές εφημερίδες από οποιονδήποτε άλλο δημοσιογράφο στις Ηνωμένες Πολιτείες εκείνη την εποχή, γιατί πάντα πίστευα ότι ο λαός που γέννησε τη δημοκρατία θα πρέπει να αποστρέφεται κάθε μορφή δικτατορίας. Αλλά πού είναι οι διαδηλώσεις εναντίον εκείνων που πολέμησαν για να επιβάλουν μια σταλινική δικτατορία στην Ελλάδα και σκότωσαν χιλιάδες δικούς τους ανθρώπους στην πορεία;

Δίπλα στην αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα υπάρχει ένας δρόμος που φέρει το όνομα του Πέτρου Κόκκαλη, του κύριου υπεύθυνου, ως υπουργού της Κυβέρνησης του Βουνού, για το παιδομάζωμα που έφερε ανείπωτη δυστυχία σε πολλές οικογένειες. Η μητέρα μου, η Ελένη Γκατζογιάννη, εκτελέστηκε επειδή αψήφησε αυτή την πολιτική στέλνοντας τα παιδιά της εκτός της εμβέλειάς του. Υπάρχει κάποιος δρόμος στην Αθήνα που να φέρει το όνομά της;

Ωστόσο, δεν ζητώ αυτό από τον δήμαρχο της Αθήνας. Η Ελένη Γκατζογιάννη δεν χρειάζεται ούτε δρόμο, ούτε άγαλμα, ούτε μνημείο. Μνημείο είναι το βιβλίο που φέρει το όνομά της. Και αυτό αρκεί. Είναι ένα φορητό μνημείο που καταγράφει τη ζωή και το μαρτύριό της, καθώς και τον θάνατο και την καταστροφή που προκάλεσαν οι Ελληνες κομμουνιστές στη χώρα μας από το 1946 έως το 1949.

Τι γίνεται όμως με τους χιλιάδες στρατιώτες και πολίτες που έχασαν τη ζωή τους για να σώσουν την Ελλάδα από το να γίνει άλλη μία σταλινική δικτατορία όπως οι βόρειοι γείτονές της; Ποιος τιμά τη θυσία τους; Κανένας από τους εκπροσώπους του ελληνικού κράτους, σίγουρα.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη σε τελετή στη Νορμανδία στις 6 Ιουνίου για να τιμήσει τους πεσόντες στη συμμαχική απόβαση, η οποία είχε ως στόχο την απελευθέρωση της Ευρώπης από τον ναζιστικό φασισμό το 1944, και δικαίως. Ποιος Έλληνας κυβερνητικός αξιωματούχος, πόσο μάλλον πρωθυπουργός, έχει πάει στον Γράμμο, στο Βίτσι ή στη Μουργκάνα για να τιμήσει τους συμπατριώτες του που έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας τους σταλινικούς στα βουνά της χώρας τους; Θυσίασαν τη ζωή τους για την υπεράσπιση της ελευθερίας, όπως ακριβώς και όσοι έπεσαν στην παραλία Ομάχα της Νορμανδίας. Δεν θα έπρεπε το ελληνικό κράτος να τιμήσει τη θυσία τους;

Η δικαιολογία για την έλλειψη αναγνώρισης όσων έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας την κομμουνιστική εξέγερση στην Ελλάδα είναι ότι δεν πρέπει να ανοίξουμε παλιές πληγές και να αναβιώσουμε τις εχθρότητες που μας χωρίζουν. Ο Ελί Βιζέλ αντιμετώπιζε παρόμοια επιχειρήματα από όσους ήθελαν να ξεχαστεί το Ολοκαύτωμα. Η απάντησή του είναι και η δική μου σε όσους θέλουν να ξεχάσουν την κομμουνιστική τρομοκρατία του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. “Εάν ξεχάσουμε, είμαστε ένοχοι, είμαστε συνένοχοι”, είπε στην ομιλία του κατά την παραλαβή του Νομπέλ Ειρήνης. “Δεν μπορέσαμε να αποτρέψουμε τον θάνατό τους την πρώτη φορά, αλλά εάν τους ξεχάσουμε, θα είναι σαν να τους σκοτώνουμε για δεύτερη φορά. Και αυτή τη φορά, η ευθύνη θα είναι δική μας”.

Νίκος Γκατζογιάννης \
Νικ Γκαίηζ _ έργα και ημέρες

Το 1983 έγραψε βιβλίο για τα γεγονότα της εκτέλεσης της μητέρας του με τον τίτλο "Ελένη". Το βιβλίο έτυχε διεθνούς αναγνώρισης, όμως στην Ελλάδα συνάντησε σκληρές αντιδράσεις _μέχρι που δεν δόθηκε άδεια για τα γυρίσματα της ταινίας. Το ΚΚΕ εξέδωσε επίσημη ανακοίνωση, με την οποία καλούσε το λαό να εναντιωθεί στην προβολή της και στην πρεμιέρα στους ελληνικούς κινηματογράφους (20-Μαρτ-1984), μέλη του Κόμματος, ΚΝίτες και άλλοι αριστεροί συγκεντρώθηκαν και διαδήλωσαν έξω από τους κινηματογράφους, μπλοκάροντας μηχανές προβολής κλπ. πράγμα που οδήγησε στη διακοπή της προβολής της στους _αρχικά στην επαρχία και μετά σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα.


Το γεγονός ότι [η ταινία] γυρίστηκε και ότι “λυτοί και δεμένοι” μπήκαν στο “χορό” της υποστήριξής της δείχνει ότι ήταν πολιτική απόφαση αντιδραστικών κέντρων να παιχτεί αυτή η ταινία στην Ελλάδα… Οι Αμερικανοί, όπως με τα Ράμπο και τα Ρόκι επιδιώκουν να φουντώσουν τον ψυχρό πόλεμο, έτσι και με την “Ελένη” προωθούν τον αντικομμουνισμό στην πιο χυδαία του μορφή. Η ΚΝΕ καλεί τους νέους αγωνιστές του σήμερα να αποκαλύψουν την πολιτική πρόκληση της “Ελένης” και να πουν όχι στην υποτέλεια των υποστηρικτών της. Η αντίθεση στην “Ελένη” της συμμορίας Ρίγκαν – Γκέιτζ είναι αγώνας ενάντια στους Αμερικανούς και τις πολιτιστικές βάσεις τους.

(στον αντίποδα)
Η "Ελένη" μεταφράστηκε σε είκοσι έξι γλώσσες, προτάθηκε για καλύτερη βιογραφία από την Εθνική Ένωση Βιβλιοκριτικών και έλαβε το βραβείο Heinemann ως το καλύτερο βιβλίο του 1984, από τη Βασιλική Λογοτεχνική Εταιρεία της Μεγάλης Βρετανίας κλπ.