Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστούγεννα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστούγεννα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

26 Δεκεμβρίου 2022

Χριστούγεννα με τη σκέψη μας στραμμένη στον πόλεμο που αιματοκυλίζει την Ουκρανία

Η κατάσταση στο κομμουνιστικό κίνημα της Ιταλίας είναι παραπάνω από τραγική, με τον οπορτουνισμό να βασιλεύει στα έτσι κι αλλιώς περιθωριακά (απο)κόμματα…
Εξαίρεση κάποιοι πρωτοπόροι νέοι του Fronte della Gioventù Comunista (Κομμουνιστικού Μετώπου Νεολαίας – FGC)

Κάθε χρόνο –γράφουν σε πρόσφατη ανάρτηση στο FaceBook, θυμόμαστε τη «Χριστουγεννιάτικη εκεχειρία», όταν το 1914, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, σε όλη τη γραμμή του μετώπου, Βρετανοί και Γερμανοί στρατιώτες σταμάτησαν να πυροβολούν ο ένας τον άλλο και κατέληξαν να αγκαλιάζονται, να ανταλλάσσουν δώρα, να παίζουν ποδόσφαιρο στα χαρακώματα, εν μέσω της οργής των στρατιωτικών αρχηγών.

Φέτος θέλουμε να το θυμόμαστε με τη σκέψη μας στραμμένη στον  πόλεμο που αιματοκυλίζει την Ουκρανία και καταστρέφοντας το λαό της …χιλιάδες οικογένειες. Με το βλέμμα μας στην ουκρανική νεολαία που κινητοποιήθηκε από τον πιο μισητό και δειλό εθνικισμό, εργαλείο του ΝΑΤΟ, αλλά και …
Στους νεαρούς Ρώσους στρατιώτες που άρπαξαν από τις οικογένειές τους και σέρνοντάς τους να πεθάνουν σε έναν εγκληματικό πόλεμο που οδηγείται από τις φιλοδοξίες των εκμεταλλευτών τους. Δύο λαοί που έζησαν αδερφικά χρόνια και χρόνια, τώρα παρασύρονται στον πόλεμο από τα ιμπεριαλιστικά σχέδια των κυβερνήσεών τους.

ΕΙΡΗΝΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ,
ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ!
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑ ΣΥΝΘΗΜΑ
ΑΛΛΑ Η ΒΑΘΙΑ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗΣ!

Δείτε

·      Ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία | Διαγγέλματα Πούτιν

·      Τρελός ο Πούτιν; Η στρατιωτική | επιχειρησιακή πλευρά του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία

·      Ουκρανία: ένταση, κατηγόριες και διπλωματικές αντεγκλήσεις καθώς στήνεται το σκηνικό πολέμου

·      Ομιλία Πούτιν για την 9η του Μάη: Καπηλεύτηκε τη θυσία των λαών της ΕΣΣΔ για να "ξεπλύνει" τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία

·      Πραγματικότητα και περιθώριο του Πολέμου στην Ουκρανία

·      Ουκρανία | ΝΑΤΟ_ΗΠΑ_Ρωσία – με το δάχτυλο στη σκανδάλη

·      Αλήθειες και ψέματα για τις αιτίες και τα προσχήματα του πόλεμου στην Ουκρανία

·      ΟΥΚΡΑΝΙΑ: Συνεχίζονται πολεμικές προετοιμασίες και παζάρια

·      ΟΥΚΡΑΝΙΑ: πολεμικές προετοιμασίες ante portas με αλληλοκατηγορίες για στρατιωτική κλιμάκωση | “άσπροι”, “μαύροι”-“κόκκινοι”-“πολύχρωμοι” ιμπεριαλιστές και στη μέση οι λαοί

Άγιες νύχτες στον πόλεμο δεν υπάρχουν

Η γνωστή τοις πάσι Καλά Χριστούγεννα \ Joyeux Noël (2005), με Ντάιαν Κρούγκερ (απαστράπτουσα και μέγα κράχτη), Μπένο Φούρμαν, Γκογιόμ Κανέ, Ντάνιελ Μπρουλ, Γκάρι Λούις, Ντάνι Μπουν κά. έσπασε τα ταμεία.

 

Το «Καλά Χριστούγεννα», μοιάζει σαν –δήθεν “σοβαρή”, που κατασκευαστικά δεν έχει πολλά πράγματα να ζηλέψει από άλλες παρόμοιες ταινίες _αμερικανιές. Είναι πλούσια και εντυπωσιακή, σχεδόν χορταίνεις κινηματογράφο! κλπ., όμως, η ταινία μπάζει ιδεολογικά από παντού
Και όχι μόνον μπάζει, αλλά, συνειδητά ή ασυνείδητα - συνειδητά κατά τη γνώμη μου - προσπαθεί να περάσει την κυρίαρχη ιδεολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκείνων των καιρών. Να μας πείσει, και αυτή, πως ενιαίος είναι ο πολιτισμός της Ευρώπης, ενιαία η θρησκεία της, ενιαίος και ο χώρος της. Εκείνο που μας χωρίζει είναι η στενοκεφαλιά μας και το ζαβό το ριζικό μας!


Οι ισχυρισμοί της ταινίας, αν απευθύνονται στο τότε Διευθυντήριο της ΕΕ, έχουν βάση! Παρόμοιες φωνές ακούστηκαν και κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, περίοδο, στη διάρκεια της οποίας αναφέρεται η ταινία. Και τότε κάποιοι προσπαθούσαν να πείσουν τους αντιμαχόμενους Ευρωπαίους, το τότε Διευθυντήριο δηλαδή, να σταματήσουν τον πόλεμο, γιατί, τελικά, θα καταστραφούν. Οι αντιπαλότητά τους θα τους αποδυναμώσει... Και ιστορικά, είχαν δίκαιο. Όλες οι αποικιοκρατικές δυνάμεις της εποχής, Γερμανία, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ρωσία, που ενεπλάκησαν στον πόλεμο, βγήκαν αποδυναμωμένες απ' αυτόν!

Η προτροπή του Κριστιάν Καριόν, είναι αέρας κοπανιστός, γιατί δε λαβαίνει υπόψη της τον ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, την επιθυμία της μιας χώρας να κυριαρχήσει πάνω στην άλλη, δε λαβαίνει υπόψη της την ίδια τη φύση του καπιταλισμού.

Η ταινία βασίζεται στο πραγματικό ιστορικό γεγονός, που αναφέρει και η ανάρτηση των συντρόφων: σε κάποια φάση του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, σε κάποιο σημείο του μετώπου, οι τρεις στρατοί που πολεμούν μεταξύ τους, οι Γερμανοί από τη μια μεριά και οι Γάλλοι και οι Βρετανοί από την άλλη, αποφασίζουν να σταματήσουν για μια στιγμή τον πόλεμο, για να γιορτάσουν ήσυχα, ο καθένας στο χαράκωμά του βέβαια, τα Χριστούγεννα.

Αφορμή γι' αυτό το ασυνήθιστο και παράξενο συμβάν, έδωσε μια άρια που ακούστηκε μέσα στην ησυχία της νύχτας από τα χαρακώματα των Γερμανών. Ένας τενόρος έψαλε το «άγια νύχτα»! Ο Κάιζερ Γουλιέλμος ο Β' χρησιμοποίησε το θρησκευτικό συναίσθημα, για να εμψυχώνει τους φαντάρους του. Τα Χριστούγεννα του 1914, και αυτό είναι ιστορικό γεγονός, έστειλε χιλιάδες χριστουγεννιάτικα δέντρα στο μέτωπο, για να μη λείψει το θρησκευτικό ντεκόρ από τους ξεπαγιασμένους στρατιώτες! Έστειλε, βέβαια και καλλιτέχνες. (Ποιος δε θυμάται τον Μποπ Χοπ, στο Βιετνάμ).

Τενόρος, λοιπόν! Σουρεαλιστική εικόνα! Τενόρος να εμψυχώνει! Αλλιώς, όμως, διάβασε την ιστορία ο Κριστιάν Καριόν! Η τέχνη, και η θρησκεία, λέει ο σκηνοθέτης, νίκησε την αγριότητα του πολέμου. Αυτό κατάλαβε αυτός! Με το άκουσμα της άριας οι τρεις αρχηγοί, κάτω από την πίεση των στρατιωτών, σύμφωνα με το Γάλλο δημιουργό, βγαίνουν από τα χαρακώματα και συμφωνούν σε ανακωχή, για τη γιορτή των Χριστουγέννων. Η θρησκεία ενώνει!

Όταν περάσει, όμως, η «άγια νύχτα», οι φαντάροι δεν επιθυμούν να συνεχίσουν τον πόλεμο. Οι φαντάροι, βέβαια, όχι το Διευθυντήριο! Για τους φαντάρους όλες οι νύχτες είναι άγιες και δεν έχουν ανάγκη τη γέννηση του Χριστού για να τους θυμίσει το «επί γης ειρήνη»! Δε θέλουν να συνεχίσουν! Θέλουν να γυρίσουν πίσω, στις γυναίκες τους, στα παιδιά τους, στις ερωμένες τους, στις δουλειές τους.

Δημιουργείται, λοιπόν, πανικός. Και τα τρία αρχηγεία, κρατάνε το γεγονός μυστικό. Υποβαθμίζουν τη στάση! Δε θέλουν να υπάρξουν και άλλες τέτοιες περιπτώσεις. Ενεργούν τάχιστα. Παίρνουν από το συγκεκριμένο χαράκωμα τους φαντάρους, όλους τους φαντάρους, όλων των στρατών, και τους στέλνουν σε άλλα μέτωπα. Ο πόλεμος πρέπει, πάση θυσία, να συνεχιστεί. Τα συμφέροντα δεν είναι συναισθήματα. Είναι αριθμοί...

Είναι κρίμα που ένα τόσο σημαντικό θέμα, μια τόσο σημαντική στιγμή κατά τη διάρκεια ενός πολέμου, δε στάθηκε η αφορμή για το δημιουργό, να φτιάξει ένα βαθύ αντιπολεμικό έργο. Λέω βαθύ, γιατί επιφανειακά είναι αντιπολεμική η ταινία! Όμως, επειδή έχει σαθρά επιχειρήματα, δεν είναι αξιόπιστη. Ξεπέφτει στο μελό και στη θεοκρατική αντίληψη για την ειρήνη. Μια αντίληψη, η οποία, αφήνει αυτή την υπόθεση στη θέληση του «θεού» και όχι στην επιθυμία, και την ανάγκη, του ανθρώπου να μην πολεμάει το συνάνθρωπό του. Του ανθρώπου, που αυτός σκοτώνεται, τελικά.

Η ταινία είναι από τις ακριβότερες ευρωπαϊκές παραγωγές. Τα χρήματα που ξόδεψε έπιασαν τόπο. Στην αναπαράσταση της εποχής, στα ντεκόρ - χαρακώματα του μετώπου, στις μάχες, στην επιλογή των ηθοποιών και συντελεστών (Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο, Ρουμανία, Νορβηγία, Η.Π.Α., Ιαπωνία), δεν έχεις πολλά να παρατηρήσεις. Το ίδιο και για τη φωτογραφία, τη μουσική, το μοντάζ, τα εκρηκτικά και τα άλλα «εφέ». Όλα τα παραπάνω είναι και στις λεπτομέρειές τους πολύ προσεγμένα. Οι αντιρρήσεις που υπάρχουν, και υπάρχουν πολλές, βρίσκονται στο ιδεολογικό περιεχόμενο της ταινίας. Στην επιμονή του σκηνοθέτη να θεωρεί τον πόλεμο σαν αποκοτιά και όχι σαν συνειδητή πράξη επιβολής και κυριαρχίας.

Αυτή η ανιστόρητη επιμονή μικραίνει το καλλιτεχνικό έργο. Η θρησκεία είναι ταξική. Και χρησιμοποιείται σαν τέτοια. Και η γέννηση του Χριστού, επίσης. Ο σκηνοθέτης της ταινίας δείχνει να μη γνωρίζει ή κάνει πως δε γνωρίζει αυτή την αλήθεια. Και δείχνει την Εκκλησία πάσχουσα. Όμως, η Εκκλησία έλαβε ενεργό μέρος σε όλους αυτούς τους πολέμους και τους ευλόγησε! Παλιότερα, βέβαια, έκανε η ίδια πολέμους...

Αυτό που είχε καταλάβει καλά ο Κάιζερ Γουλιέλμος ο Β', δε δείχνει να το κατάλαβε ή κάνει πως δεν το κατάλαβε, ο Κριστιάν Καριόν. Είναι κρίμα γιατί, προσποιούμενος τον αθώο, αδικεί και τον εαυτό του και το καλλιτεχνικό έργο του.


Στον αντίποδα η ταινία του ανατρεπτικού \ κομουνιστή Francesco Rosi "Uomini contro" με Mark Frechette, Alain Cuny & Gian Maria Volontè

Η ταινία (1970) βασισμένη στο μυθιστόρημα του Emilio Lussu Un anno sull'Altipiano (ένα χρόνος στο ύψωμα), διαδραματίζεται στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, με ειρηνικό –αντικαπιταλιστικό (ενάντια στην εξουσία των αστών) αποτύπωμα, αναδεικνύοντας την τρέλα του πολέμου και περιγράφοντας αλύπητα το απροετοίμαστο και την αλαζονεία των Ιταλών στρατιωτικών διοικητών.

Ο σκηνοθέτης κυνηγήθηκε αλύπητα από το κράτος για «για περιφρόνηση του στρατού», αλλά αθωώθηκε στην προκαταρκτική έρευνα. Η ταινία μποϊκοτάρεται, απαγορεύεται η προβολή της με τη δικαιολογία ότι έφταναν απειλητικά τηλεφωνήματα. «Είχα την “τιμή” –σημειώνει ο Rosi, να γίνει το θέμα των συγκεντρώσεων, του –σσ. φασίστα επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών SIFAR, στρατηγού Ντε Λορέντζο, που αναπαράγονταν άφθονα μέσω της ιταλικής τηλεόρασης, ο οποίος εκείνη την εποχή σίγουρα δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να “διαφημίσει” μια ταινία με αυτόν τον τρόπο”.

Τοποθετημένο στο οροπέδιο του Asiago κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, γύρω στο 1916, η ταινία εστιάζει ιδιαίτερα στο Monte Fior, το οποίο, αρχικά σε ιταλικά χέρια, εγκαταλείπεται και αφήνεται στα χέρια του αυστριακού στρατού, γεγονός που το καθιστά ένα απόρθητο φρούριο. Εντοπίζει τις αντιξοότητες στην ανακατάληψη του βουνού, με υπεύθυνο τον νεαρός υπολοχαγός Sassu, πρώην παρεμβατικός φοιτητή που μετατέθηκε από το Trentino, αναφέροντας απευθείας στον υπολοχαγό Ottolenghi, έναν απογοητευμένο βετεράνο του πολέμου με ιδέες σοσιαλιστές, με βάση τις οποίες τις οποίες πολλές φορές θα αντιταχθεί στις άχρηστες ή αναίτια τιμωρητικές εντολές των ανωτέρων του, μέχρι να βρει τον θάνατό του κατά την πολλοστή, μάταιη επίθεση για την ανακατάληψη του Μόντε Φιόρ.

Ο Sassu, κατά τους μήνες της παραμονής του στο μέτωπο, είδε την ανετοιμότητα της Διοίκησης, την ανεπάρκεια του οπλισμού, τις απόπειρες εξέγερσης των στρατιωτών που, κουρασμένοι και εξουθενωμένοι από την παράταση των μαχών, ζητούσαν ανάπαυση και αλλαγή, με αποδεκατισμούς, εικασίες για την παραγωγή εξοπλισμού και το συνεχές δράμα στον πόλεμο χαρακωμάτων, μέχρι να επαναστατήσει ενάντια στην τρέλα του Ταγματάρχη Malchiodi, ο οποίος απειλεί να πυροβολεί έναν στρατιώτη ανά δέκα, θεωρώντας εξέγερση την άτακτη φυγή ανδρών που επιδιώκουν να φυλαχτούν από τις φίλιες βολές του ιταλικού πυροβολικού.
Μέχρι που, ο ταγματάρχης σκοτώνεται από τους στρατιώτες, που ενθαρρύνθηκαν από την άρνηση του
Sassu να εκτελέσει τη διαταγή, όχι πριν ζητήσει χάρη για τους στρατιώτες του «που έχουν ήδη αποδεκατιστεί στις μάχες».
Η απανθρωπιά της σύγκρουσης υπογραμμίζεται από τις γελοίες εντολές του στρατηγού, μεταξύ των οποίων η αποστολή μερικών στρατιωτών να δημιουργήσουν κενά στα εχθρικά συρματοπλέγματα, “προστατευμένοι” από μια πολύ βαριά και αναποτελεσματική σιδερένια πανοπλία –καρικατούρα, που θερίστηκαν αμέσως από πολυβόλα των αυστριακών.

Λόγω των ανυπέρβλητων εμποδίων, η ταινία γυρίστηκε στη Γιουγκοσλαβία, στο Centralni Filmski Studio Kosutnjak στο Βελιγράδι.

Δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς, λόγω των επιχειρημάτων, των σκηνικών και των θεμάτων, ομοιότητες ανάμεσα στην ταινία του Ρόζι και στο Paths of Glory _Σταυροί στο μέτωπο του Stanley Kubrick, που είχε προβλήματα στη Γαλλία και  προβλήθηκε μόνο στα μέσα της δεκαετίας του 1970.

 

 

 

 

 

20 Δεκεμβρίου 2022

  “Πνεύμα” Χριστουγέννων _μια ραψωδία του Μακρονησιού

«Μακρονήσι, σεμνό σκαπανέων σχολειό,
τιμημένε ναέ ανθρωπιάς μεγαλείου»

σσ. Το δίστιχο είναι από το προκλητικό σκοταδιστικό εμβατήριο «Μακρόνησος»,
σύμφωνα με τον ιστορικά ασυγχώρητο χαρακτηρισμό του κολαστηρίου της Μακρονήσου,
από τον Π. Κανελλόπουλο, ως «νέου Παρθενώνα».


«Από βραδύς οι χουγιάστρες1 είχαν πει:

📣  Τα συγκροτήματα αύριον, μετά το πρωινόν προσκλητήριον, εφ’ όσον ο καιρός επιτρέπει θα παρακολουθήσωσι την θείαν λειτουργίαν εις τον χώρον συγκεντρώσεων. Δεν θα λείψει κανείς.

Κατά τα μεσάνυχτα είχε σηκωθεί άγριος αγέρας. Οι ορθοστάτες έτριζαν καθώς φυσομανούσε σφυρίζοντας. Από στιγμή σε στιγμή περιμέναμε να τσακιστούν και να μας πλακώσει το τσαντίρι. Η θάλασσα μούγκριζε, σα βόδι που το σφάζουν. Έκανε πολύ κρύο όλη τη νύχτα, παγωνιά. Κι η φωτιά ήταν απαγορευμένη στα τσαντίρια, “προς πρόληψιν πυρκαγιών”, καθώς έλεγε η ημερήσια διαταγή του τάγματος. Μα και τι να κάψεις για να πυρωθείς; Άλλο από χλωρές ρίζες δε βρίσκεις στον καταραμένο τούτον τόπο.

Λαγοκοιμόμασταν ντυμένοι, κουλουριασμένοι, στριμωγμένοι ο ένας κοντά στον άλλον, για να ζεσταινόμαστε κάπως ο ένας απ’ τον άλλο. Όπως κάθε νύχτα δα που σηκωνόταν θυμωμένος ο αγέρας και σάρωνε με βία όλα τα πάντα πάνω στην παγωμένη γης. Πατικωμένα, μουχλιασμένα χόρτα, υγρά και γεμάτα ψύλλους, παράσταιναν τα στρώματα στα γιατάκια μας. Ως κι αυτά ακόμα ήταν ενάντιά μας. Τραβούσαν τη ζεστασιά απ’ το κορμί μας και την πήγαιναν στην παγωμένη γης. Κι αμολούσαν τους αμέτρητους ψύλλους να μας τσιμπάνε και να διώχνουν τον ύπνο που λαχταρούσαμε. Οξω από τον καταραμένο τούτον τόπο, για όλον τον κόσμο, η νύχτα χαρίζει τη γλυκιά ξεκούραση απ’ τους μόχτους της ημέρας. Κάποτε τη χάραζε και σε μας.

Ξαπλώνεις στο στρώμα σου και νιώθεις χίλια — μύρια μερμήγκια να γαργαλάνε γλυκά το κορμί σου και να φεύγουν απ’ τ’ ακρόνυχό σου. Μα τώρα δεν ήταν έτσι. Τώρα το μαρτύριο της νύχτας ήταν συνέχεια απ’ το μαρτύριο της ημέρας. Τούτα — δα τα μερμήγκια δε γαργαλούν μήτε φεύγουν. Τσιμπούν κι αλωνίζουν το κορμί.

Τα ξημερώματα, νύχτα ακόμα, η σάλπιγγα βάρεσε εγερτήριο. Τιναχτήκαμε μ’ ανακούφιση που θα διακοβότανε το νυχτερινό μαρτύριό μας. Σκουντουφλώντας ο ένας πάνω στον άλλο μέσα στο πηχτό σκοτάδι, συγκεντρωθήκαμε για το προσκλητήριο. Λες κι αυτό περίμενε ο αγέρας και μας ρίχνεται ουρλιάζοντας με μανία. Καθώς μας χτυπά από το δεξί πλευρό όλοι μας γέρνουμε κατά ‘κει.

Αρχινούν να ξεχωρίζουν οι όγκοι μας, στριμωγμένοι ο ένας κοντά στον άλλον.

- Μ’ αυτόν τον καιρό, λέει κάποιος, πιστεύω να μας πουν να γυρίσουμε στις σκηνές.

Είναι νεοφερμένος. Κανένας δεν τ’ αποκρίνεται, μα νιώθεις πως όλοι καγχάζουν με την ελπίδα του. Ξημέρωσε για καλά. Στο χαμηλό ουρανό σταχτόμαυρα σύννεφα κυνηγιούνται βιαστικά, σμίγουν, ξεχωρίζονται, κουρελιάζονται, ξαναγεννιούνται.

Θωρούμε τη θάλασσα, ίδια χολή, που την ξεσηκώνει ο έξαλλος αγέρας καλά και σώνει να καταπιεί τη γης.
Ακούραστα, σβέλτα, μεγάλα κοπαδιαστά κύματα καλπάζουν και σαλτάρουν με ανεξήγητη έχθρα πάνω στα βράχια, τόνα κοντά στ’ άλλο. Καθώς χτυπάνε πάνω τους, γίνονται άσπρος αφρός και διαλύονται εξευτελισμένα σ’ αμέτρητες σταλαγματιές.
Ακόμη ν’ αρχίσει η θεία λειτουργία. Ίσως δεν ξύπνησε ακόμα ο παπάς. Ίσως και να μη γίνει, καιρός πούναι…

Τ’ αγγελούδια2 ροβόλησαν. Με μια βεργούλα στο χέρι, με το γιακά της χλαίνης ανασηκωμένο και το κεφάλι χωμένο στους ώμους, πήραν μπάλα τα τσαντίρια, μη και δε συμμορφώθηκε κάποιος με τη διαταγή.

Όλοι μας έχουμε τα κεφάλια χωμένα στους ώμους και τα χέρια στις τσέπες, κολλητά στα παγίδια. Πονάν οι πλάτες μας, πονάν τα πλευρά μας, πονάν οι γοφοί μας. Πονά όλο μας το είναι. Ο Βασίλης 25 χρονώ παλικάρι, από τον Πειραιά, μελάνιασε. Από το σακάκι του λείπουν μεγάλα κομάτια και το πουκάμισό του είναι αγιάτρευτα ξεσκισμένο. Το παντελόνι του είναι δειγματολόγιο από λογής λογής μπαλώματα και κλωστές. Κάλτσες δεν έχει. Στο ένα πόδι του φορά μια αρβύλα και στ’ άλλο ένα σκαρπίνι. Και τα δυο ξεσολιασμένα. Για πάτους έβαλε χαρτόνια και τα έδεσε με σύρμα και σπάγγους. Τρέχουν οι μύτες απ’ το κρύο. Ο παππούς ο Χρήστος, 70 χρονώ, από τη Χαλκιδική είναι κουκουλωμένος με μια τριμμένη παλιοβελέτζα. Μα καθώς κάνει έτσι και παίρνει το μάτι του τον Βασίλη, την τραβά και τον σκεπάζει.

- Πάρτην, αγόρι μου, να μην πουντιάσεις. Υστερις τη δίνεις.
Μα ο Βασίλης δεν είχε κουράγιο να σηκώσει τα χέρια του για να κουκουλωθεί. Αν κουνηθεί και τα σηκώσει θα κρυώσει περισσότερο. Τον κουκουλώνουν άλλοι. Ο Βαγγέλης ο Μυτιληνιός, ψηλόλιγνος και ξερακιανός, σα νάχει μέσα του κάποιο ελατήριο, τουρτουρίζει κατακόρυφα! Εχει έλκος στο στομάχι και καλογέρους στα πισινά. Ρουφήχτηκαν πολύ τα μάγουλά του τώρα τελευταία. Λεμόνι η φάτσα του. Η παμπάλαια, τριμμένη χλαίνη του, από χακί του Λαναρά, δεν μπορεί να σταματήσει τον παγωμένο αγέρα απ’ έξω. Τον αφήνει και περνά λεύτερα μέσα για μέσα.

- Γιατί δεν αρχινούν καμιά φορά;
- Ισως έκαμε λάθος ο σαλπιχτής, στην ώρα…

Αυτές είναι οι τελευταίες κουβέντες “εις τον χώρον συγκεντρώσεων”. Δεν ακούγεται άλλο απ’ τα σφυρίγματα του λυσσασμένου αγέρα και τους αλαλαγμούς της θάλασσας. Τα σαγόνια χτυπάν, τα χείλια κοκαλιάζουν. Τα μάτια κλείνουν, οι μύτες τρέχουν, βελόνια κεντούν τα δάχτυλα στα πόδια. Κι ο αγέρας ανελέητος, μας δέρνει με μίσος και μανία, λες και του πατήσαμε τα οικόπεδα.

Βρε τι κατεβάζει τούτο το κανάλι της Αντρος! Πέρα, στο βάθος, ξαγναντεύουμε κατάλευκα τα χιονισμένα βουνά της Εύβοιας. Αγνάντια μας, το Λαύριο, ανίδεο σ’ ό,τι γίνεται δω, τούτη την ώρα. Η καμινάδα του πανύψηλη, στητή, φουμάρει συνέχεια, υπεροπτικά κι αδιάφορα. Για δες τον Σπύρο απ’ την Καρδίτσα με το κομμένο πόδι. Το ‘χασε στην Εθνική Αντίσταση, στην Καλεντίνη. Καθώς είναι κουκουλωμένος μ’ ένα παλιοτσούβαλο και πασκίζει να κρατηθεί στο ένα πόδι και στις δυο πατερίτσες φαντάζει απ’ αλάργα σα φωτογράφος στη μηχανή του — κάτι τέτοιο. Μια παράξενη νύστα μας μούδιασε το κορμί και τη σκέψη.

- “Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε, νυν και αεί.…”, ακούγεται η φωνή του παπά απ’ τη χουγιάστρα. Αρχισε η λειτουργία καμιά φορά.
- Ααμηήν… απαντούν οι ταιριασμένες φωνές της χορωδίας.

Καλά θάνε τώρα στην εκκλησία. Ζεστούτσικα. Ολοι οι πολυέλαιοι αναμένοι. Μοσχοβολά το λιβάνι. Ολοι φορούν τα γιορτινά τους. Οι ψαλτάδες ψέλνουν κεφάτοι. Οι γυναίκες συζητούν ψιθυριστά και κάνουν σούσουρο. Ο παπάς αγριεύει:

- Ευλογημένες χριστιανές σεβασθήτε τον οίκον του Θεού. Εσάς θ’ ακούμε ή τα ιερά γράμματα;

Το σούσουρο κόβεται μαχαιράτο και κυριαρχεί η ψαλμωδία του ψάλτη, που βγαίνει απ’ τη μύτη του. Μα σε λίγο το σούσουρο ξαναρχίζει ζωηρότερο.

Τα δάχτυλα στα πόδια ξύλιασαν. Καθώς σηκώνουμε τόνα πόδι και πατάμε τ’ άλλο, μοιάζουμε σα να χορεύουμε τον ποντιακό. Ολοι χορεύουμε. Το δεξί πλευρό μας είναι πάγος. Τ’ αυτιά μας τσούζουν. Κι ο αγέρας δεν έχει νισάφι. Φυσομανά δαιμονισμένα.

- “… και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία…” ψέλν’ η χουγιάστρα.

Ειρήνη… ειρήνη… Τι να γίνονται σήμερα στο σπίτι; Προχτές η Σμαρώ έγραψε πως το λάδι ξέπεσε η τιμή του και δεν ξέρει τι να κάμει, να το δώσει; Να μην το δώσει; Και το χρέος λέει, ανέβηκε και να πάω γρήγορα να ιδούμε τι θ’ απογίνουμε. Κι ο γιατρός βρήκε την Αναστασία πολύ αδύνατη. Πρέπει λέει να του κάνουμε ενέσεις στο παιδί, δυναμωτικές.

- “Σε προσκυνείν, τον ήλιον της δικαιοσύνης…” ψέλν’ η χουγιάστρα.

Δικαιοσύνη… Δικαιοσύνη για… Πώς μπορούμε να ζήσουμε δίχως δικαιοσύνη; Τα προχτές έφεραν και το Δημήτρη τον Ταρπάνη απ’ την Καρατζόβα κι ανταμώθηκε με το γιο του, τον Μεθόδη. Αυτός το ‘φερε και τα φρέσκα μαντάτα. Το δελτίο τροφίμων τόκοψαν κι ο δικηγόρος πήρε και τ’ άλλο το χωράφι. Η μάνα έπεσε στο κρεβάτι από κόλπο. Τον Θωμά το γαμπρό τους δεν τον εκτέλεσαν ακόμα. Μπορεί και να γλιτώσει. Τη Λενιώ τη στείλαν στο Τρίκερι…

Ο αγέρας λυσσομανά. Η παγωνιά περουνιάζει την καρδιά μας. Τα δάχτυλα στα πόδια μας ξύλιασαν και πονάν. Μάτια και μύτες τρέχουν συνέχεια. Το μισό κορμί μας, η δεξιά μπάντα, είναι κρούσταλλο, πάγος. Ισως να φέρουν εδώ και τη Ζαφειρούλα. Λένε πως θα τις φέρουν όλες τις γυναίκες από το Τρίκερι. Η Χρυσούλα έγραψε πως τα καπνά μένουν απούλητα και τι να κάνω, να το δώσω το βόδι; Οχι, λέει, πως το ‘χει ανάγκη. Από ψυχικό, λέει το θέλει, να μπορέσω λέει να στυλώσω τα παιδιά μας και να σου στείλω και σένα τίποτες…

- “Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών…”, λέει ήρεμα — ήρεμα και μαλακά η χουγιάστρα. “Βοήθειά σας, χρόνια πολλά…”

Η θεία λειτουργία τέλεψε. Ο καιρός επέτρεψε στα “συγκροτήματα” να την παρακολουθήσουν “εις τον χώρον των συγκεντρώσεων”.

- “Τα συγκροτήματα ελεύθερα”, ξαναλέει η χουγιάστρα, τραχιά και κοφτά. Ύστερα παίρνει το τραγουδάκι της μόδας. “Μ’ αυτό σου τον καινούργιο χορό”. Τρικλίζοντας κινάμε για τα τσαντίρια μας. Κάποιος κρύος γυρίζει κατά το πλήθος κι εύχεται φωναχτά;

- Χρόνια πολλά, συνάδελφοι… Και του χρόνου νάμαστε καλά!

Τι του πληρώνεις;

Η καμινάδα, φουμάρει υπεροπτική κι αδιάφορη. Ο αγέρας λυσσασμένος μας κυνηγά από κοντά. Πασκίζει να μας ξαπλώσει χάμω. Η θάλασσα αφρισμένη απ’ το κακό της, χιμά με μανία πάνω στα βράχια. Τα βράχια, που περήφανα κι ακλόνητα αψηφούν την ηλίθια οργή της».


  1. Χουγιάστρα = μεγάφωνο
  2. Τ’ αγγελούδια = οι αλφαμίτες

Από το Ριζοσπάτη
|> Δεκέμβρης 2006
Διηγηματικό αφιέρωμα στα 60 χρόνια του δημοκρατικού στρατού Ελλάδας
Λευτέρη Σκλάβου: «χριστουγεννιάτικη ραψωδία»

Βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα του διηγήματος δε βρήκαμε. Ίσως πρόκειται για ψευδώνυμο. Προφανώς επρόκειτο για μακρονησιώτη δεσμώτη. Το διήγημα περιλήφθηκε στη συλλογή «Πεζογράφοι της Αντίστασης» (εκδόσεις «Νέα Ελλάδα», 1952).

Οι φωτογραφίες είναι του σ.φου Γιώργη Φαρσακίδη
🎈  Δείτε | Ριζοσπάστης
Μια ζωή που ποτέ δεν θα 'θελα να αλλάξω
Ένας χρόνος χωρίς τον Γιώργη Φαρσακίδη