ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΣΤΟ ΛΑΟ, ΜΙΣΗΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΟΥ
ΑΗΤΟΣ, ΜΠΡΟΣΤΑΡΗΣ ΚΟΥΚΟΥΕΣ, ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΣ
ΑΗΤΟΣ, ΜΠΡΟΣΤΑΡΗΣ ΚΟΥΚΟΥΕΣ, ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΣ
ΕΤΣΙ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΟ ΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΑΣ
«Η ζωή μου συνδέεται με την Ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του... Δεκάδες
φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την
ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ' αυτές. Πάντοτε προτίμησα
το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
(Νίκος Μπελογιάννης, από την απολογία στην πρώτη
δίκη).
Τον
ξέρουνε τα ελάτια, τα πλατάνια,
ίδιος
μ' αυτά περήφανος, στητός
αχούν
απ' τη φωνή του τα ρουμάνια
μπρος
για τη νίκη, για το κόμμα εμπρός.
Ο
Μπελογιάννης ζει μες στην καρδιά μας.
Ο
Μπελογιάννης ζει πα στις κορφές.
Ο
Μπελογιάννης ζει κι είναι κοντά μας
στων
τραγουδιών τις λεύτερες στροφές.
Ζει σ'
όλους τους καιρούς, σ' όλους τους τόπους
το κάθε
σπίτι, σπίτι του δικό.
Ζει ο
Μπελογιάννης, ζει με τους ανθρώπους
που
χτίζουν έναν κόσμο σοσιαλιστικό.
Και στο
τραπέζι της χαράς της πρώτης
στης
νίκης της ειρήνης τη γιορτή
ο
Μπελογιάννης θάν' πανηγυριώτης
με
κόκκινο γαρούφαλο στ' αφτί.
Μ' ένα
γαρούφαλο άλικο δικό μας
σαν της
γλυκιάς μας άνοιξης δροσιά
πανώριο
ματωμένο κι ακριβό μας
απ' την
τρανή της γης λαοαπλωσιά.
Ο
Μπελογιάννης ζει άσβεστη δάδα.
Ο
Μπελογιάννης ζει μες στις καρδιές
στον
κόσμο ειρήνη, ειρήνη στην Ελλάδα
στο
μήνυμά του εμπρός κομμουνιστές.
(Δημήτρης Ραβάνης - Ρεντής)
Ήταν
σαν προχθές, 30 Μάρτη του 1952, που η αστική τάξη έδειξε όλον τον
αγριανθρωπισμό που συνοδεύει το βαθύ αντικομμουνισμό της. Εκτέλεσε τον
Μπελογιάννη. ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ
ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙ ΕΝΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΚΙΝΗΜΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ - ΤΟΤΕ - ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ
ΗΤΤΑ ΤΟΥ, ΠΑΡΕΜΕΝΕ ΟΡΘΟ ΚΙ ΑΣ ΗΤΑΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ. Ο ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΡΑΣΕ ΣΤΟ
ΠΑΝΘΕΟΝ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ, ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ.
Κι
είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του τότε Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, λίγο αργότερα, όταν
απευθυνόμενος στους ΕΠΟΝίτες και τις ΕΠΟΝίτισσες σημείωνε:
«Ο
Μπελογιάννης έζησε και πάλεψε σαν ένας σεμνός, δημιουργικός, αφανής αγωνιστής,
που πάντα όλα όσα είχε τα 'δινε, δίχως καμιά επιφύλαξη, χωρίς καμιά επίδειξη,
για το λαό, στο κίνημα. Γιομάτος φλόγα, όπως ήταν, κάηκε, αναλώθηκε ολόκληρος,
ως την τελευταία έκλαμψή του στον αγώνα, για τον αγώνα. Αν θέλουμε με δυο λόγια
να δώσουμε αυτό που ήταν ο Μπελογιάννης μπορούμε να πούμε: Στάθηκε σ' όλη την
αγωνιστική του ζωή
ΑΞΙΟΣ Κ Ο Υ Κ Ο Υ Ε Σ, Α Η Τ Ο Σ,Π Ρ Α Γ Μ Α Τ Ι Κ Ο Σ Μ Π Ο Λ Σ Ε Β Ι Κ Ο Σ,
Ο Δ Η Γ Η Τ Η Σ ΚΑΙ Μ Π Ρ Ο Σ Τ Α Ρ Η Σ (...)
Σε όλη του την κομματική ζωή και ιδιαίτερα ύστερα
απ' την υποχώρησή μας, ο Μπελογιάννης πάλεψε αμείλιχτα και αδιάλεχτα για την
κομματική γραμμή, για την ενότητα του κόμματος. Ήταν αδυσώπητος ενάντια στους
λιπόψυχους, στους λιποτάχτες, στους συνθηκολόγους, τους οπορτουνιστές, τους
πουλημένους "αντιηγετικούς", ενάντια σε όλους τους κρυφούς και
φανερούς εχθρούς του λαού και του κόμματος.
Μ' αυτούς ο Μπελογιάννης δεν είχε υποχωρήσεις, δε
γνώριζε συμβιβασμούς. Την αφοσίωσή του στο ΚΚΕ και στον αγώνα την έφτανε μέχρι
την ακρινή συνέπειά της, μέχρι την αυτοθυσία. Αυτό το 'δειξε στην πράξη. Εδωσε
τη ζωή του έτσι όπως έπρεπε, αφού πάλεψε, αντιμετώπισε, αποστόμωσε και
κατακουρέλιασε τους δήμιούς του, τους σφαγιαστές του λαού μας. Και με το
παράδειγμά του αυτό, τσαλαπάτησε όλα τα σκουλήκια και όλους τους φιλοτομαριστές
που σπάνε μπροστά στον εχθρό και ανταλλάσσουν το τομάρι τους με την προδοσία και
την αιώνια ατίμωση.
Τον Μπελογιάννη ακριβώς γιατί έπεσε παλικαρίσια θα τον τιμά ο λαός αιώνια (...). Τον Μπελογιάννη τον χαρακτήριζε ακόμα ο πιο γνήσιος προλεταριακός διεθνισμός. Ο Μπελογιάννης μαζί με όλο το κόμμα κρατούσε πάντα ανοιχτό μέτωπο στο σοβινισμό και το μεγαλοϊδεάτικο, μεγαλοελλαδίτικο εθνικισμό. Αγαπούσε με όλη του την ψυχή τη Σοβιετική Ενωση και ένα απ' τα πιο γλυκά όνειρά του ήταν να πάει να τη δει, να γνωρίσει τους ανθρώπους, τα έργα και τις καταχτήσεις της χώρας του Λένιν, του Στάλιν, του μπολσεβικισμού. Τέτοιος ήταν ο Μπελογιάννης. Σεμνό παλικάρι, οξύ πολιτικό μυαλό, άξιος οργανωτής, ικανός πολέμαρχος, αγαπητός στο λαό, μισητός στους εχθρούς του, μπροστάρης κουκουές, μπολσεβίκος αγωνιστής...».
Τον Μπελογιάννη ακριβώς γιατί έπεσε παλικαρίσια θα τον τιμά ο λαός αιώνια (...). Τον Μπελογιάννη τον χαρακτήριζε ακόμα ο πιο γνήσιος προλεταριακός διεθνισμός. Ο Μπελογιάννης μαζί με όλο το κόμμα κρατούσε πάντα ανοιχτό μέτωπο στο σοβινισμό και το μεγαλοϊδεάτικο, μεγαλοελλαδίτικο εθνικισμό. Αγαπούσε με όλη του την ψυχή τη Σοβιετική Ενωση και ένα απ' τα πιο γλυκά όνειρά του ήταν να πάει να τη δει, να γνωρίσει τους ανθρώπους, τα έργα και τις καταχτήσεις της χώρας του Λένιν, του Στάλιν, του μπολσεβικισμού. Τέτοιος ήταν ο Μπελογιάννης. Σεμνό παλικάρι, οξύ πολιτικό μυαλό, άξιος οργανωτής, ικανός πολέμαρχος, αγαπητός στο λαό, μισητός στους εχθρούς του, μπροστάρης κουκουές, μπολσεβίκος αγωνιστής...».
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ
Για να
μιλήσεις με γεγονότα για τον Μπελογιάννη, χρειάζονται βιβλία. Ας αρκεστούμε σ'
ένα σύντομο βιογραφικό. Γεννημένος το 1915
στην Αμαλιάδα, από μαθητής ακόμα του Γυμνασίου, οργανώνεται στην ΟΚΝΕ και παίρνει μέρος πρωτοστατώντας
σε δύο μαθητικές απεργίες και διώκεται για τη συμμετοχή του σε αγροτική
κινητοποίηση.
Το 1932 σε ηλικία 17 ετών εντάσσεται οργανωτικά στο ΚΚΕ σαν φοιτητής στη Νομική Σχολή του
Πανεπιστημίου της Αθήνας. Για την
πολιτική του δράση και ιδεολογία, θα διωχτεί το 1934 από το Πανεπιστήμιο.
Το 1936, χρονιά της στρατιωτικής του θητείας, καταδικάζεται σε τρίμηνη φυλάκιση, λόγω της αντιδικτατορικής του δράσης και το 1938 καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλακή και 2 χρόνια εξορία στην Ιο, για τη δράση του ενάντια στη μοναρχοφασιστική μεταξική δικτατορία.
Τα
επόμενα χρόνια, βρίσκουν τον Ν. Μπελογιάννη στα κάτεργα της Αίγινας και της Ακροναυπλίας.
Στο
διάστημα από το 1941 - '43 θα
μεταφερθεί δεσμώτης των Γερμανοϊταλών
στα στρατόπεδα συγκέντρωσης Κατούνας, Βόνιτσας και Κέρκυρας. Με τη
συνθηκολόγηση των Ιταλών, καταφέρνει και φεύγει για την Πάτρα από όπου για το
διάστημα 1943 - 1945 είναι καπετάνιος του 8ου Συντάγματος της 3ης
Μεραρχίας του ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο και αργότερα πολιτικός επίτροπος του
ΔΣΕ μέχρι το τέλος του Εμφυλίου. Ακολουθεί η προσφυγιά.
Το 1950, με την ιδιότητα του μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ, γυρίζει παράνομα στην Ελλάδα για να καθοδηγήσει τους αγώνες του λαού μας.
Συλλαμβάνεται το Δεκέμβρη και κλείνεται στην απομόνωση. Το 1951 στη «Δίκη
των 93» καταδικάζεται σε θάνατο με το γνωστό νόμο 509 και το 1952 στη «Δίκη των
29» καταδικάζεται για δεύτερη φορά σε θάνατο με την κατηγορία της κατασκοπίας.
Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Το ξημέρωμα της Κυριακής, 30 Μάρτη του 1952, ο Νίκος Μπελογιάννης και οι
σύντροφοί του Δ. Μπάτσης, Ν. Καλούμενος και Ηλίας Αργυριάδης στάθηκαν όρθιοι
στο Γουδί μπροστά στο απόσπασμα. Δεν ήθελαν να τους δέσουν τα μάτια, για να
φύγουν παίρνοντας μαζί τους το τελευταίο γι' αυτούς γλυκοχάραμα τ' αυγερινού
και την ανατολή του ήλιου της Ελλάδας και του κόσμου. Την ανατολή του μέλλοντος
της εργατικής τάξης, για την οποία έδωσαν τη ζωή τους.
Το ΕΓΚΛΗΜΑ ήταν προμελετημένο. Έμεινε στην Ιστορία της αστικής τάξης της
Ελλάδας αιώνιο μελανό στίγμα της αντιδραστικής της πορείας, αφού προχώρησε
σ' αυτήν την πολιτική δολοφονία για έναν και μόνο λόγο. Για να επιβάλει την αδίστακτη κυριαρχία της και το καθεστώς της άκρατης
εκμετάλλευσης των μονοπωλίων στη χώρα μας.
Και η
εκπλήρωση αυτού του σκοπού απαιτούσε το χτύπημα της ταξικής συνείδησης της
εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, με την επιδίωξη του αφανισμού της οργανωμένης πολιτικής πρωτοπορίας, του ΚΚΕ.
Η δολοφονία του Νίκου Μπελογιάννη είχε
αυτό το συμβολισμό, αυτό το σκοπό, αποδεικνύοντας και το εξής: Ότι η αστική τάξη, διεξάγοντας ταξική πάλη για
τα συμφέροντά της, δε λογαριάζει ούτε αυτήν την αγοραία ξετσίπωτη «τιμή» της
δημοκρατίας της, αφού το δικό της κράτος, αν χρειαστεί, αν η ίδια δεν μπορεί
«να τα βγάλει πέρα με άλλα μέσα», γίνεται στυγερός δολοφόνος του πολιτικού της
αντίπαλου, επιβεβαιώνοντας ότι ο δρόμος της αντίδρασης δε στρώνεται δίχως αίμα.
Αυτήν
την πάλη την έκανε η αστική τάξη στην
Ελλάδα με τους συμμάχους της Αμερικανούς ιμπεριαλιστές, τη συμβολή των
οποίων ζήτησε και την είχε αμέριστη, πριν ακόμη ξεκινήσει και τυπικά ο εμφύλιος
πόλεμος, τον οποίο και επέβαλε, προκειμένου να θεμελιώσει το δικό της καθεστώς,
ως δικτατορία του κεφαλαίου πάνω στο λαό. Άλλωστε, η αστική τάξη της Ελλάδας
«είδε το χάρο με τα μάτια της», αφού κινδύνευε να χάσει την ταξική μάχη στον
Εμφύλιο, χωρίς τους Αμερικανούς συμμάχους της. Και αυτό το «σύνδρομο» της έγινε
«δεύτερη συνείδηση», που επιδρούσε αποφασιστικά στην άσκηση της εξουσίας και
την επιβολή της κυριαρχίας της. Οι
απελευθερωτικές ιδέες της εργατικής τάξης και του λαού, βαθιά ριζωμένες από τον
αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη ναζιστική κατοχή, ήταν ζυμωμένες
με τις ιδέες της κοινωνικής απελευθέρωσης, αφού στον αγώνα αυτό δεν ηγήθηκε η
αστική τάξη, αλλά η εργατική τάξη, με πρωτοπορία της το ΚΚΕ. Αυτό ήταν που
έπρεπε «να βγει από τη μέση», αφού η ήττα στον Εμφύλιο δε στάθηκε αρκετή και
ικανή να το ξεριζώσει από το λαό, παρά την πολιτική προσφυγιά του βασικού όγκου
των δυνάμεών του, παρά τις φυλακές και τις εξορίες.
Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΚΕΣ
Η
σύλληψη του Ν. Μπελογιάννη έγινε στις 20 Δεκέμβρη του 1950, αλλά η Ασφάλεια την
έδωσε στη δημοσιότητα στις 5 Γενάρη 1951. Η πρώτη δίκη, στην οποία δικαζόταν
μαζί με άλλους κομμουνιστές, άρχισε, στο έκτακτο στρατοδικείο Αθηνών, στις 19
Οκτώβρη 1951 και ολοκληρώθηκε στις 16 Νοέμβρη 1951, με την κατηγορία ότι
παραβίασαν τον ΑΝ 509, το νόμο, δηλαδή, με τον οποίο βγήκε, και τυπικά,
παράνομο το ΚΚΕ το Δεκέμβρη του 1947.
Η δίκη,
λοιπόν, ήταν πολιτική και οι
κατηγορούμενοι δικάζονταν για τις ιδέες τους. Σ' αυτήν, ο Ν. Μπελογιάννης
και 11 ακόμη σύντροφοί του καταδικάστηκαν σε θάνατο. Αλλά δεν έφτανε στο
καθεστώς η «κατηγορία», για να εκτελέσουν την απόφαση.
Ήθελαν «κατηγορίες», που να
στοιχειοθετούν το άλλοθί τους, ότι οι
κομμουνιστές παλεύουν για «ξένα», «αντεθνικά» συμφέροντα. Αυτό τους
διευκόλυνε, όχι τόσο και μόνο για να δολοφονήσουν τον Κομμουνιστή ηγέτη, αλλά
για να «φυτέψουν» στη συνείδηση του λαού την πεποίθηση ότι η κομμουνιστική
ιδεολογία και πολιτική δράση επιδιώκει την υπονόμευση των συμφερόντων της
Ελλάδας, άρα και του λαού της.
Πίστευαν πως μ' αυτήν την προπαγάνδα θα ξεριζώσουν το ΚΚΕ από το νου και
την καρδιά του λαού.
Έτσι,
χρησιμοποίησαν την «υπόθεση των
ασυρμάτων», για να “στήσουν” τη δεύτερη δίκη του Ν. Μπελογιάννη και των
συντρόφων του, αυτή τη φορά στο τακτικό στρατοδικείο, με την κατηγορία της
διάπραξης του αδικήματος της κατασκοπίας σε βάρος της Ελλάδας. Η δεύτερη δίκη
άρχισε στις 15 Φλεβάρη και τελείωσε την 1η Μάρτη του 1952. Ο Μπελογιάννης και
άλλοι εφτά σύντροφοί του καταδικάστηκαν σε θάνατο. Η ποινή εκτελέστηκε, η
δολοφονία διαπράχτηκε, παρά το ότι προσέφυγαν στο Συμβούλιο Χαρίτων, η
κυβέρνηση Πλαστήρα και το Παλάτι δεν την έδωσαν, και παρά τη διεθνή κατακραυγή
για το έγκλημα από τα εκατομμύρια των επωνύμων και ανωνύμων που αγωνίστηκαν
στην Ελλάδα και στο εξωτερικό να τη ματαιώσουν.
Το ΚΚΕ γεννά
Μπελογιάννηδες