02 Νοεμβρίου 2024

Αφιέρωμα Παζολίνι _Pier Paolo Pasolini, αιρετικός “από πάντα”

Σαν σήμερα 2 Νοεμβρίου 1975 ο Παζολίνι δολοφονήθηκε,  στην Όστια, έξω από τη Ρώμη, μακελειό που συνεχίζει ακόμη και σήμερα να προκαλεί ερωτηματικά, για το αν δολοφόνος ήταν πράγματι ο Πίνο Πελόζι, ένας εκπορνευόμενος 17χρονος, ή μια ομάδα νεοφασιστών. Ο Πελόζι, το 2005, απέσυρε την ομολογία του, ισχυριζόμενος ότι δεχόταν απειλές για τον ίδιο και την οικογένειά του, ώστε να μην αποκαλύψει τους πραγματικούς ενόχους. Άλλωστε, δεν ήταν λίγες οι αναφορές που υποστήριζαν ότι το έγκλημα διεπράχθη από ομάδα νεοφασιστών, που φώναζαν “θάνατο στο βρωμοκομμούνι”. Όπως ήταν αναμενόμενο οι έρευνες πάγωσαν λόγω έλλειψης στοιχείων και η υπόθεση παρέμεινε στη σφαίρα των θρυλικών μυστηρίων. Πάντως, η άγρια δολοφονία του Παζολίνι (γεννήθηκε στην Μπολόνια 5 Μαρτίου 1922 χρονιά που ανεβαίνει στην εξουσία ο Μουσολίνι) ακόμη και σήμερα μπορεί να αφυπνίσει συνειδήσεις, να αναδείξει το πραγματικό πρόσωπο του φασισμού και το πρόβλημα με όλους αυτούς που παραμένουν σιωπηλοί σ’ όλα αυτά τα φαινόμενα βαρβαρότητας.
Graffiti Roma "Una storia sbagliata"

Από τότε πέρασαν 49 χρόνια, μεσολάβησαν οι ανατροπές και η καπιταλιστική παλινόρθωση στην πρώην ΕΣΣΔ, ο κόσμος ήρθε τα πάνω κάτω, στην Ουκρανία μακελεύονται οι λαοί και παραμένει πάντα επίκαιρο εκείνο το “τον φασισμό βαθιά καταλαβέ τον δεν θα πεθάνει μόνος τσάκισέ τον”

Μπορεί μετά την πάροδο τόσων χρόνων από το θάνατό του να υπάρχουν ενστάσεις για το έργο του, επιμέρους επικρίσεις για κάποιες ταινίες του, αλλά το σίγουρο είναι ότι αποτελεί πρότυπο ιδεολόγου καλλιτέχνη _παίρνοντας υπόψη και την εποχή του, στην καρδιά του Compromesso storico (ιστορικός συμβιβασμός ) που έβαζε πάνω απ’ τη φήμη του την ιδεολογία του, την ελευθερία, τον αγώνα εναντίον του φασισμού, με οποιαδήποτε μορφή.

Η φιλμογραφία του Πιερ Πάολο Παζολίνι
με τα δικά του λόγια

Πάνε 6+ χρόνια από το αφιέρωμα “Πιερ Πάολο Παζολίνι: Ο Αιρετικός” της Ταινιοθήκης της Ελλάδος, διαβάστε αναλυτικά το πρόγραμμα εδώ, ένα μεγάλο, αναδρομικό κινηματογραφικό αφιέρωμα με τη συνδρομή του Ιταλικού Μορφωτικού Ινστιτούτου στην Αθήνα, την υποστήριξη του Ιstituto Luce Cinecittà (Ρώμη) και της Cineteca di Bologna. Οι προβολές πραγματοποιήθηκαν (τέλη Σεπτέμβρη 2018) στον θερινό κινηματογράφο Λαΐς περιλαμβάνοντας τη σχεδόν πλήρη φιλμογραφία του σκηνοθέτη (17 ταινίες) μέσα από νέες κόπιες των ταινιών του σε φιλμ 35mm, οι οποίες τυπώθηκαν από τη Luce Cinecittà και τη Cineteca di Bologna.

Ξανακοιτάμε τη φιλμογραφία του μέσα και από φωτογραφίες από τα γυρίσματα και τα λόγια του ίδιου του  Ιταλού δημιουργού , ,  από τον κατάλογο του αφιερώματος, με τον ίδιο τον Πιερ Πάολο Παζολίνι να ανατρέχει, αναπολώντας…

Ακατόνε (Accattone, 1961, 117')

Ο Ακατόνε, ένας ήρωας από το λούμπεν περιθώριο της Ρώμης, όσο κι αν προσπαθεί δεν μπορεί να ξεφύγει από το σκληρό πεπρωμένο του. Η σύντροφός του, Μανταλένα, εκδίδεται για χάρη του. Όταν η αστυνομία τη συλλαμβάνει και τη φυλακίζει, ο Ακατόνε ερωτεύεται τη Στέλλα, αλλά το όνειρό του να ζήσει μαζί της ως μικροαστός οικογενειάρχης διαψεύδεται οικτρά. Η Στέλλα καταλήγει κι αυτή στην πορνεία με προαγωγό τον Ακατόνε. Η Μανταλένα τον εκδικείται καταδίδοντάς τον στην αστυνομία ως μαστροπό και κλέφτη. Ζωές χωρίς ελπίδα φιλμαρισμένες αντικειμενικά σε ασπρόμαυρο, με την αυθεντικότητα του ντοκιμαντέρ και με την ευαισθησία της ποίησης του δρόμου.

«Στο "Ακατόνε", όπως και στα μυθιστορήματά μου, υπάρχει ένα ανακάτωμα των στιλ, πχ. η ιταλική γλώσσα ανακατεμένη με διαλέκτους. Στην ταινία υπάρχει ένα στυλ κινηματογράφησης και σ' αυτό το στυλ ένας κόσμος που του αντιλέγει. Πάντοτε υπάρχουν δύο κόσμοι που σμίγουν: ο δικός μου -ένας κόσμος πνευματικός, μυθικός, ποιητικός- και ο κόσμος των διαλέκτων. Οσον αφορά το οπτικό πεδίο, μου είναι αδύνατον να εμπνευστώ εικόνες, τοπία ή συνθέσεις σε οποιαδήποτε άλλη μορφή παρά μόνο μέσα από το πάθος μου για τη ζωγραφική του 14ου αιώνα, η οποία βάζει τον άνθρωπο στο κέντρο κάθε προοπτικής.»

Μάμα Ρόμα (Mamma Roma, 1962, 111')

Οι φίλοι της την αποκαλούν Μάμα Ρόμα. Είναι μια πόρνη με μεγάλη καρδιά, δυσαρεστημένη με τη ζωή που ζει. Ο προαγωγός της παντρεύεται και μετακομίζει σε άλλη πόλη. Τότε η Μάμα Ρόμα αποφασίζει να φέρει τον δεκαεξάχρονο γιο της από την επαρχία στη Ρώμη, μένει μαζί του σε μια μικροαστική γειτονιά και γίνεται μανάβισσα. Με κάθε τρόπο επιχειρεί να κρύψει το παρελθόν της από τον έφηβο. Oμως ο γιος, οκνηρός, ασθενικός και ταραγμένος, γλιστράει στο δρόμο της καταστροφής. Η σκηνοθεσία, που κατανοεί βαθιά την ταξική ασφυξία των ανθρώπων του περιθωρίου βρίσκει ένα μεγαλειώδες ισοδύναμο στη συγκλονιστική ερμηνεία της Άννα Μανιάνι.

«Oπως ο Ακατόνε, η Μάμα Ρόμα με τον δικό της ωμό και πρωτόγονο τρόπο έχει μια κάποια μορφή συνείδησης η οποία αναπτύσσεται σιγά σιγά. Στην πραγματικότητα έχει αυτό το θανατερό άγχος και αυτή την απλή, πρωτόγονη χαρά. Ομως έχει και κάτι από τον άλλο κόσμο, τον αστικό μας κόσμο, ένα μικροαστικό ιδανικό. Όταν παίρνει μαζί της τον γιο της στη Ρώμη, ξέρει ακριβώς τι θέλει, έχει ήδη μια ιδεολογία, προφανώς λανθασμένη και συγκεχυμένη, βγαλμένη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα περιοδικά, τις ταινίες, κάτι που ο Ακατόνε δεν το έχει.»

Το Τυρί
(La Ricotta, Ιταλία-Γαλλία, 1962-63, 35') |

Επεισόδιο της σπονδυλωτής ταινίας «Rogopag», σε σκηνοθεσία των Ρομπέρτο Ροσελίνι, Ζαν-Λικ Γκοντάρ, Πιερ Πάολο Παζολίνι, Ούγκο Γκρεγκορέτι

Ένα συνεργείο γυρίζει τα πάθη του Χριστού. Ο σκηνοθέτης, σαρκαστικός μαρξιστής διανοούμενος, προσπαθεί να σώσει το γύρισμα από το γλίστρημα στο χάος. Ο κομπάρσος Στράτσι, που ενσαρκώνει έναν ληστή, χρησιμοποιεί κάθε τέχνασμα για να κλέψει μερίδες από το φαγητό του συνεργείου για την οικογένειά του που λιμοκτονεί. Ομως πέφτει θύμα της βουλιμίας του και καταβροχθίζει μια θανάσιμη ποσότητα λευκού τυριού. Η αυτοαναφορική ταινία του Παζολίνι που μοιάζει να προοιωνίζεται το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, σατιρίζει ανελέητα το ιταλικό σινεμά, τις πολιτιστικές προκαταλήψεις και την τάση του προς την κακογουστιά. Θεωρήθηκε βλάσφημη και προκάλεσε ακόμα μία εμπλοκή του Παζολίνι με τη δικαιοσύνη.

«Είναι κάτι σαν μια ξαφνική ωρίμανση του κόσμου των δυο πρώτων ταινιών. Ταυτόχρονα ανοίγεται προς τις μελλοντικές ταινίες, προς το Uccelacci e uccellini, ακόμα και τις εντελώς πρόσφατες. Η μορφή του σκηνοθέτη λόγου χάρη, αυτού του διανοούμενου μανιερίστα, προϊδεάζει για έναν κάποιο μανιερισμό του Χοιροστασίου. Η ταινία βρίσκεται κατά κάποιο τρόπο ανάμεσα στις πρώτες, απλοϊκές, ενστικτώδεις εμπειρίες μου και σ' αυτό που έμελλε να κάνω αργότερα.»

Η Οργή του Παζολίνι
(La Rabbia di Pasolini, Ντοκιμαντέρ,  1963, 81')

Το αρχικό σχέδιο της ταινίας ήταν ένα δίπτυχο φιλμικό σχόλιο της δεκαετίας του 60 από δύο, αντιδιαμετρικά αντίθετους, Ιταλούς διανοούμενους: τον αριστερό Παζολίνι και τον φιλομοναρχικό δημοσιογράφο και καρτουνίστα Giovanni Guareschi. Παρά τις κάποιες συγκλίσεις ανάμεσα στις οπτικές των δύο σκηνοθετών, το δεύτερο μέρος κρίθηκε ενοχλητικά προκλητικό. Το 2008, ο Τζουζέπε Μπερτολούτσι αποκατέστησε και σχολίασε για την Ταινιοθήκη της Μπολόνια το πρώτο μέρος του Παζολίνι δημιουργώντας μιαν αυτόνομη ταινία μεγάλου μήκους. Ένα χειμαρρώδες, ταυτόχρονα επικό και λυρικό δοκίμιο για την επικαιρότητα, τις τραγωδίες της ανθρωπότητας, τους ήρωες και πρωταγωνιστές τους, τη φρίκη και την έκσταση των ιστορικών αλλαγών.

«Η "Οργή" είναι ένα ειλικρινές ιδεολογικό δοκίμιο σχετικά με τα γεγονότα των δέκα τελευταίων χρόνων. Αντλησα το περιεχόμενό της από επίκαιρα και ντοκιμαντέρ και το μοντάρισα με χρονολογική σειρά. Στέκεται σαν έμπρακτη διαμαρτυρία ενάντια στη μη πραγματικότητα του αστικού κόσμου, άρα και της ανευθυνότητάς του ενώπιον της Ιστορίας. Για να αποδείξει την ύπαρξη ενός κόσμου που αντίθετα με τον κόσμο των αστών, κατέχει μια βαθιά πραγματικότητα: εννοώ την πραγματικότητα ως αληθινή αγάπη για την παράδοση που μόνο η επανάσταση μπορεί να δώσει.»

Ερωτικές Συναντήσεις
(Comizi d' Amore, Ντοκιμαντέρ,  1964, 90')

Με τη στρατηγική του cinéma verité, ο Παζολίνι ερευνά τη σεξουαλικότητα στην Ιταλία της δεκαετίας του 60. Στις επίμονες ερωτήσεις του απαντούν αθώα παιδιά και θαμώνες των οίκων ανοχής, αστοί Δον Ζουάν και αθυρόστομοι προλετάριοι, άξεστοι αγρότες και καλλιεργημένοι διανοούμενοι, διάσημες γόησσες και νοικοκυρές διαζευγμένες από τον έρωτα. Ακόμα κι όταν εκφράζουν απόψεις εξωφρενικά αναχρονιστικές, η κάμερα καταγράφει με αγάπη τα πρόσωπά τους στη στιγμή της αλήθειας: όταν αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν ότι ο πολιτισμός έχει πολεμήσει τη ζωτικότερη ανάγκη του ανθρώπου με απαγορεύσεις, απαρνήσεις και νευρώσεις. Ή ότι, όπως θα έλεγε και ο ποιητής, "η ζωή δεν έχει λύση".

«Είναι μια μάχη ενάντια στα ‘τέρατα’: την άγνοια, τις εκτροπές της λογικής σε έναν τομέα όπου η ηθική και η επιστήμη της βιολογίας έχουν ήδη εξηγήσει πολλά πράγματα... Με δύο λόγια: ένας διάλογος ανάμεσα σε όσους ξέρουν και όσους δεν ξέρουν, διάλογος απλός, ανεπιτήδευτος και αδελφικός. Ελπίζοντας ότι στη διάρκειά του, όσα ο άνθρωπος μιας μέσης κουλτούρας έχει κατακτήσει κι εξασφαλίσει, θα περάσουν στον μέσο άνθρωπο που παραμένει χαμένος στις πιο απαρχαιωμένες, παράλογες και επικίνδυνες ιδέες.»

Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο
(Il Vangelo secondo Matteo, Ιταλία-Γαλλία, 1964, 137')

Μακράν η καλύτερη κινηματογράφηση του θείου δράματος από έναν άθεο σκηνοθέτη, η ταινία, απροσδόκητα πιστή στη δομή και το γράμμα του Ευαγγελίου, ακολουθεί την πορεία ενός ανατρεπτικού Χριστού, που ενσαρκώνεται από έναν Καταλανό φοιτητή με την ειλικρίνεια του ερασιτέχνη. Από τη γέννηση ως τη θυσία, με φόντο το νεορεαλιστικό σκηνικό της άγονης, φτωχής και ορεινής Νότιας Ιταλίας, πάνω σε έναν πυκνό ιστό παγκόσμιας θρησκευτικής, κλασικής και λαϊκής μουσικής, η εικόνα του κατά Παζολίνι, «γκραμσικού Ιησού για το λαό» καθαρίζεται από κάθε παραμόρφωση θρησκοληψίας. Παραδίδεται στους θεατές αχρονική, ανεξήγητη και άφθαρτη, σε όλη της την ιερότητα, ξεπερνώντας τις αντιρρήσεις ακόμα και του Βατικανού.

«Στο βάθος υπήρχε κάτι ακόμα πιο βίαιο που με ερέθιζε. Ήταν η φιγούρα του Χριστού, όπως την έβλεπε ο Ματθαίος... Ακολουθώντας τις 'στυλιστικές επιταχύνσεις' του Ματθαίου κατά γράμμα, τη βαρβαρική-πρακτική λειτουργικότητα της ιστορίας του, την κατάργηση της χρονολογικής αλληλουχίας, τις ελλείψεις και τα άλματα της ιστορίας που περιέχουν τις δυσανάλογες στάσεις της αφήγησης στα κηρύγματα (την εκπληκτική, ατέρμονη Επί του Ορους Ομιλία) στο τέλος η φιγούρα του Χριστού θα έπρεπε να έχει την καθαρή βία μιας αντίστασης. Οτιδήποτε ριζικά αντιφάσκει στη ζωή, όπως αυτή διαμορφώνεται για τον σύγχρονο άνθρωπο.»

Όρνια και Πουλάκια
(Uccellacci e Uccellini, 1965-66, 89')

Ένας κομψευόμενος μικροαστός οικογενειάρχης με τον απλοϊκό γιό του περιπλανώνται στους δρόμους, που από τα περίχωρα της Ρώμης οδηγούν στο πουθενά. Συναντούν γραφικούς χαρακτήρες, απειλητικούς γαιοκτήμονες, περιθωριακούς μπουλουκτσήδες, εξαθλιωμένους χωριάτες και πόρνες. Ο πιο απροσδόκητος συνοδοιπόρος είναι ένα κοράκι που μιλάει σαν αριστερός διανοούμενος πριν από τον θάνατο του Παλμίρο Τολιάτι. Το πουλί φλυαρεί για δυο φραγκισκανούς μοναχούς που προσπάθησαν να κηρύξουν την αγάπη στα γεράκια και τα σπουργίτια, για το νόημα της ζωής και του κόσμου κι εκνευρίζει τους περιπατητές. Στο τέλος της διαδρομής- ευανάγνωστης παραβολής για την κρίση της Αριστεράς- το κοράκι θα καταλήξει στο πιάτο.

«Η πιο τρωτή, ευαίσθητη και συγκρατημένη ταινία μου. Δεν μοιάζει ούτε με τις προηγούμενες, αλλά ούτε με καμιά άλλη. Δεν μιλάω για την πρωτοτυπία, αλλά για τον τύπο της: τον τύπο ενός μύθου με κρυμμένο νόημα. Είναι ένα παραμύθι, που όπως όλα τα παραμύθια αποτελείται από μια σειρά δοκιμασίες, τις οποίες πρέπει να ξεπεράσουν οι ήρωες. Εδώ όμως οι ήρωές μου δεν ανταμείβονται όταν τις ξεπερνούν: ούτε βασίλειο ούτε πριγκίπισσα, μόνο κι άλλες δοκιμασίες. Κανένας μύθος (και μιλάω κυριολεκτικά) δεν τέλειωσε ποτέ έτσι. Είναι κατά κάποιον τρόπο το αντίθετο από το Ευαγγέλιο, μια αληθινή αναστροφή.»

Ο Τοτό στο Τσίρκο
(Totò al Circo, Ιταλία, 1965-66, 8') |
Επεισόδιο του «Όρνια και Πουλάκια» που κόπηκε από την τελική κόπια

Ο κύριος Κουρνό, μια βιτριολική αναφορά του Παζολίνι στον κριτικό που κατακρεούργησε το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, είναι θηριοδαμαστής στο "Μεγάλο τσίρκο της Γαλλίας". Είναι ένα πρόσωπο συμπληρωματικά αντίθετο στον φραγκισκανό μοναχό Τσιτσίλο, που τον ερμηνεύει επίσης ο Τοτό στην αφήγηση του κορακιού στο Όρνια και πουλάκια. Ο Κουρνό προσπαθεί απεγνωσμένα αλλά μάταια να μάθει σε έναν πανέμορφο, επιβλητικό αετό να μιλάει. Όσα επιχειρήματα της λογικής κι αν επικαλεστεί, το αρπακτικό μένει πεισματικά σιωπηλό. Τελικά η σχέση αντιστρέφεται και ο Κουρνώ εγκαταλείπει το τσίρκο προσπαθώντας να μεταμορφωθεί σε πουλί. Άραγε μπορεί να πετάξει τόσο ωραία όσο ο αετός;

«Η φιγούρα του θηριοδαμαστή που είναι ανίκανος να καταλάβει την έννοια της 'άγριας σκέψης', αντιπροσωπεύει τον πεισματικό ρασιοναλισμό των Δυτικών διανοουμένων. Ο σιωπηλός και άγριος αετός αντιπροσωπεύει τον Τρίτο Κόσμο, που έχει την ικανότητα και να αντισταθεί στις σειρήνες ενός λαϊκού και αστικού εκσυγχρονισμού και να απελευθερώσει τη Δύση από το δεσποτισμό της Θεάς Λογικής και να την ευαισθητοποιήσει εκ νέου στο κάλεσμα του ιερού.»

Τι Πράγμα είναι τα Σύννεφα;
(Che cosa sono le nuvole? 1967, 22') |
Επεισόδιο της σπονδυλωτής ταινίας «Capriccio all' Italiana» σε σκηνοθεσία των Μάριο Μονιτσέλι, Πιερ Πάολο Παζολίνι, Μάουρο Μπολονίνι, Στένο, Πίνο Ζακ, Φράνκο Ρόσι

Σε ένα ανώνυμο, λαϊκό θέατρο παίζεται μια ψυχαναλυτική, φαρσική εκδοχή του Οθέλλου από ηθοποιούς- μαριονέτες. Όσο οι ηθοποιοί, ανίσχυροι στα χέρια του σκηνοθέτη που κινεί τα νήματά τους, δείχνουν να μην καταλαβαίνουν τους ρόλους τους, τόσο οι θεατές επεμβαίνουν στη δράση. Στη σκηνή του στραγγαλισμού της Δυσδαιμόνας από τον Οθέλλο, οι θεατές εξεγείρονται, ανεβαίνουν στη πάλκο και δίνουν ένα δικό τους τέλος στην τραγωδία, που συνεχίζεται έξω από τη φυλακή του θεάτρου και καταλήγει σε μιαν επιφώτιση: την ανακάλυψη της ομορφιάς της ζωής στα πρόθυρα του θανάτου.

«Για καιρό, σκεφτόμουν μια ταινία με πολλά χιουμοριστικά επεισόδια, ανόμοια σε διάρκεια. Θα ήθελα να λέγεται "Τι πράγμα είναι το σινεμά;" ή "Σερενάτα με Mαντολίνο". Ο Ντε Λαουρέντις μού έδωσε την ευκαιρία να κάνω δυο τέτοια επεισόδια. Πρώτα το "Η Γη Ιδωμένη από το Φεγγάρι" και ύστερα το "Τι Πράγμα είναι τα Σύννεφα;" Τι είδους ιδεολογία κρύβεται πίσω από αυτές τις φάρσες; Για να είμαι ειλικρινής μια όχι πολύ κωμική. Είναι η βασική ιδεολογία στο πικαρέσκο μυθιστόρημα. Και όπως σε όλες τις αφηγήσεις όπου η ζωτικότητα είναι το κέντρο, κρύβει μια βαθύτερη ιδεολογία, αυτή του θανάτου.»

Βασιλιάς Οιδίπους
(Edipo Re, Ιταλία-Μαρόκο, 1967, 104')

Ένας αυτοβιογραφικός, φροϋδικός πρόλογος στο χωριό Σατσίλε του 1920 κι ένας συμβολικός, μαρξιστικός επίλογος στη Μπολόνια του 1966. Ανάμεσά τους η μοιραία διαδρομή του Οιδίποδα προς την παγίδα των θεών, το τρίστρατο της πατροκτονίας, το κρεβάτι της αιμομειξίας και το σκοτάδι της τύφλωσης, κινηματογραφείται στα αχρονικά τοπία του Μαρόκου σαν ρεαλιστική παραίσθηση. Με αυτή την εικονογραφία, που ισορροπεί ανάμεσα στην αναγεννησιακή ζωγραφική και τον βορειοαφρικανικό, λαϊκό πολιτισμό, η αγριότητα του αρχαιοελληνικού μύθου ζωντανεύει με μιαν επείγουσα αμεσότητα. Και ο σκηνοθέτης προβάλλει το δικό του οιδιπόδειο στην τραγωδία του Σοφοκλή διατηρώντας τις αποστάσεις της κριτικής και της ποίησης από το δράμα.

«Ο κινηματογράφος είναι μια άπληστη συλλογή που γίνεται ταινία με μηχανικά μέσα. Αντίθετα η πραγματικότητα είναι νεκρή κι έχει περάσει στο παρελθόν όπου συνοψίζεται σε μια ιδέα. Επιχειρώντας μια τέτοια σύνθεση, από συνολικά 70.000 μέτρα υλικού, άφησα να ξεπηδήσει ελεύθερα-αν και με ασάφεια - η τραγωδία. Ο αισθητισμός και το χιούμορ, που περιέχονται, είναι σώματα μη αυθεντικά, επειδή είναι τυπικά στοιχεία του αστού διανοούμενου. Ταυτόχρονα όμως είναι στοιχεία αυθεντικά και πραγματικά, αφού προέρχονται από κάποιον που αφηγείται πράγματα από τα οποία πια τον χωρίζει μεγάλη απόσταση.»

Θεώρημα
(Teorema, 1968, 105')

Ένας φιλοσοφικός στοχασμός για την παντοδυναμία της σεξουαλικής απελευθέρωσης. Μυστηριώδης ξένος εισβάλλει στη βίλα μεγαλοαστικής οικογένειας και γίνεται εραστής όλων των μελών της. Μέσα από αυτή την επαφή η εσωστρεφής υπηρέτρια, ο εστέτ γιος, η εύθραυστη κόρη, η επιβλητική μητέρα και ο βιομήχανος πατέρας εκτροχιάζονται από κάθε βεβαιότητα. Οταν ο ξένος - άγγελος εξολοθρευτής- εξαφανίζεται όσο ανεξήγητα εμφανίστηκε, τα πρόσωπα φτάνουν στην άκρη της ύπαρξης, όπου ένας άλλος εαυτός αναδύεται από το ασυνείδητο. Η υπηρέτρια αγιάζει, ο γιος γίνεται ζωγράφος, η κόρη τρελαίνεται, η μητέρα καταλήγει σεξομανής, ο πατέρας απογυμνώνεται από την αστική του πανοπλία.

«Το "Θεώρημα" είναι έργο σκανδαλώδες, αλλά μόνο με την ιδεολογική έννοια. Δεν πρόκειται για παραβολή της έλευσης του Ιησού ανάμεσα στους ανθρώπους, δεν είναι ο Ιησούς που διεισδύει στον σύγχρονο κόσμο. Είναι ο Θεός, ο τρομερός Θεός της Δημιουργίας· ο Ιεχωβάς. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζω το ιερό δεν έχει αλλάξει από τότε που ήμουν παιδί. Το ιερό είναι αληθινό, είναι η μόνη ουσιαστική πραγματικότητα, αυτό που με απασχολεί. Η αστική καπιταλιστική κοινωνία κάνει το παν για να καταστείλει την παρουσία του ιερού στην καθημερινή ζωή. Τελικά όμως αυτό πάντα ξεπροβάλλει ορμητικά.»

_Παρένθεση_
Ο Ιρλανδός Brendan [Francis Aidan] Behan (σσ. 9-Φεβ 1923 | 20-Μαρτ-1964) πολυσχιδής ποιητής, διηγηματογράφος, συγγραφέας (+θεατρικός), μυθιστοριογράφος, σεναριογράφος που έγραψε στα αγγλικά και ιρλανδικά θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους Ιρλανδούς συγγραφείς όλων των εποχών.
Μεταξύ των έργων του το μονόπρακτο An Giall, που το 1958 σε μια loose αγγλική έκδοση του με τραγούδια, προσαρμόστηκε ως “The Hostage” (ο όμηρος) για το θέατρο, αναφορικά με τα γεγονότα που οδήγησαν στην εκτέλεση ενός 18χρονου μέλους του IRA σε φυλακή του Μπέλφαστ, κατηγορούμενου για τη δολοφονία ενός αστυνομικού της Βασιλικής Χωροφυλακή του Όλστερ (σσ. η περίφημη Royal Ulster Constabulary, πάνω από 8.500 τσιράκια των Άγγλων που διαλύθηκε το 2001)
Η δράση του έργου διαδραματίζεται σε ένα περίεργο «κακόφημο» σπίτι στην οδό Νέλσον του Δουβλίνου, που ανήκει σε έναν πρώην διοικητή του IRA. Όπως στο πρώτο θεατρικό του Behan (Quare Fellow -1954) το κοινό δεν βλέπει ποτέ τον πρωταγωνιστή, απλά διαισθάνεται την ύπαρξή του.
Ο όμηρος του τίτλου είναι ο Leslie Williams, ένας νεαρός και αθώος στρατιώτης του Cockney British Army (σσ. ένα από τα πολλά nicknames του Βρετανικού Στρατού), στα σύνορα με τη Βόρεια Ιρλανδία που κρατείται σε ένα είδος μπουρδέλου, με έναν ζωντανό αλλά απελπιστικά ανορθόδοξο συνδυασμό ιερόδουλων, επαναστατών του IRA κλπ. «τύπων» που κατοικούν εκεί.
Κατά τη διάρκεια της παράστασης, αναπτύσσεται μια ιστορία αγάπης μεταξύ Λέσλι και της Τερέζα, ενός νεαρού κοριτσιού, κατοίκου του σπιτιού. Και οι δύο είναι ορφανά ξένα στην πόλη και η Τερέζα υπόσχεται να μην τον ξεχάσει ποτέ.

Το έργο τελειώνει με την είδηση του απαγχονισμού στο Μπέλφαστ και την έφοδο των Gardaí (swat της εποχής) στον «οίκο ανοχής», η Λέσλι σκοτώνεται σε ένα καταιγισμό από σφαίρες και στο φινάλε το άψυχο κορμί της αιωρείται τραγουδώντας «The Bells of Hell Go Ting-a-ling-a-ling» (σσ. τραγούδι Βρετανών αεροπόρων από τον Α ‘Παγκόσμιο Πόλεμο -δημιουργήθηκε γύρω στο 1911).

Το φινάλε θυμίζει έντονα το “Θεώρημα” (Teorema – 1968) του Pasolini όπου στο σπίτι μιας μεγαλοαστικής οικογένειας ζουν ο εργοστασιάρχης πατέρας, η σύζυγος, η κόρη, ο γιος και η υπηρέτρια και μια μέρα έρχεται απρόσκλητος και χωρίς προφανή λόγο ένας νεαρός επισκέπτης.
Μένει μαζί τους για λίγο και φεύγει όπως ήρθε αφού συνευρίσκεται ερωτικά με όλα τα μέλη του σπιτιού και «τρελαίνει» τους πάντες, με εξαίρεση την υπηρέτρια (εργατική τάξη) που επιστρέφει στο χωριό της και «αγιάζει» σε ένα καρέ ανάληψης.


 Xοιροστάσιο
(
Porcile, Ιταλία-Γαλλία, 1969, 98')

Σε κάποια απροσδιόριστη αρχαϊκή εποχή, ένας ερημίτης στις πλαγιές της Αίτνας γίνεται ανθρωποφάγος, λήσταρχος, καταδικάζεται σε θάνατο και κατασπαράσσεται από ζώα. Στη Γερμανία του ‘60 ο διαφορετικός και απροσάρμοστος γιος ενός βιομηχάνου καταβροχθίζεται από γουρούνια πληρώνοντας τις σοδομιτικές του τάσεις. Το Χοιροστάσιο είναι η διπλή παράλληλη αφήγηση αυτών των δύο σκοτεινών παραβολών. Από τη μία καταγγελία μιας κοινωνίας κανιβαλικής απέναντι στα απείθαρχα παιδιά της, από την άλλη μαύρη ιδεολογική κωμωδία του αδιέξοδου, η ταινία καταλήγει σε ανησυχητικά ερωτηματικά για την παρακμή της μεταναζιστικής Ευρώπης. Εξού και η σχετική υποτίμηση της αξίας της στην εποχή της.

«Εκείνη την εποχή γερνούσα, μιας και είχα περάσει τα σαράντα, χάνοντας εντελώς τις ελπίδες μου, γιατί έβλεπα την Ιταλία να γίνεται χώρα ηλίθια και χωρίς μέλλον, γιατί έβλεπα την κρίση του Κομμουνιστικού Κόμματος, και μ' είχε καταλάβει κάτι σαν χιουμοριστική φρονιμάδα, που κατά βάθος με έσωσε. Όταν κάποιος βλέπει κομμάτια της ταινίας, μπορεί να τα βρει πνευματώδη ή διασκεδαστικά, αλλά στο σύνολό τους είναι παγερά. Η ιδέα της εναλλαγής των δύο ιστοριών είναι η αρχική ποιητική ιδέα που μ' ερέθισε και μ' έκανε να φτιάξω την ταινία· αυτή η σχέση ανάμεσα στα γεμάτα και στα κενά.»

Σημειώσεις για μια Αφρικανική Ορέστεια
Appunti per un'Orestiade Africana, Ντοκιμαντέρ, 1968-73, 73'

Στο ημερολόγιο του ρεπεράζ για το απραγματοποίητο σχέδιό του Μια Αφρικανική Ορέστεια, ο Παζολίνι στοχάζεται για τη διανομή των ρόλων, τις αναλογίες ανάμεσα στην Αφρική του ‘60 και την Αρχαία Ελλάδα στο πέρασμά της από τον αρχαϊκό πολιτισμό στη δημοκρατία. Ωστόσο, οι μαύροι φοιτητές του Πανεπιστημίου της Ρώμης, με τους οποίους συζητάει το σχέδιό του, δεν συμμερίζονται την ουτοπία ότι η αφρικανική ήπειρος θα βγει από την υπανάπτυξη με τον σοσιαλισμό. Ο Παζολίνι επιμένει. Στις εικόνες της σύγχρονης Αφρικής που γοητεύουν το βλέμμα του, αντιπαραθέτει στίχους του Αισχύλου συνθέτοντας μια ριζοσπαστική και συγκινητική ωδή στην αυγή της μετά-αποικιοκρατικής εποχής.

«Γύρισα τις "Σημειώσεις" την ίδια εποχή με τη "Μήδεια". Στη "Μήδεια" περιέγραψα έναν πολιτισμό στο έλεος των Ευμενίδων, των σκοτεινών, μυθικών δυνάμεων που αντιτίθενται στον σύγχρονο νέο-καπιταλιστικό κόσμο. Στις "Σημειώσεις" μου περνάμε από έναν βαρβαρικό κόσμο, που είναι ακόμα βορά των Ευμενίδων, σε έναν κόσμο που προχωρεί προς τον σοσιαλισμό. Στη "Μήδεια" ήμουν αντικειμενικός αφηγητής, στις "Σημειώσεις" ήμουν απόλυτα υποκειμενικός, ήμουν μέσα στο φιλμ, εξέφραζα τις επιλογές μου και την υποστήριξή μου για μια παράλογη Αφρική που επρόκειτο να πάρει τον δρόμο του σοσιαλισμού.»]

Μήδεια (Medea, Ιταλία-Γαλλία-Γερμανία, 1969, 110')

Το πιο ονειρικό μέρος του αρχαιοελληνικού τριπτύχου του Παζολίνι. Με φόντο τα τοπία της Καππαδοκίας όπου τοποθετείται η μυθική Κολχίδα, η ταινία παίρνει από τον Ευριπίδη μια οικογενειακή τραγωδία προδομένου έρωτα και αλληλοσπαραγμού και τη στήνει γύρω από την ιερατική, σχεδόν βουβή παρουσία της Μαρία Κάλλας, της θρυλικής ερμηνεύτριας του ρόλου στην όπερα του Κερουμπίνι. Οι ψυχολογικές συγκρούσεις του μύθου υποχωρούν μπροστά σε μιαν αλληγορία από-ιεροποίησης: η βαρβαρική μαγεία του παλιού αγροτικού κόσμου σαρώνεται από τον νέο πολιτισμό της λογικής. Η Μήδεια που στο βωμό του πάθους θυσιάζει πρώτα τον αδελφό και ύστερα τα παιδιά της είναι καταδικασμένη να αφανιστεί.

«Η Μήδεια είναι μια ιστορία για τη γέννηση της θρησκείας, που έχει ελάχιστη σχέση με τον Ευριπίδη και σχεδόν καθόλου διάλογο. Υπάρχουν δύο παράλληλες θρησκευτικές αγωγές: αυτή της Μήδειας, που είναι μια θρησκευτική αγωγή από την ανάποδη, κι αυτή που παίρνει ο Ιάσων από τον Κένταυρο, ο οποίος αρχικά του φανερώνεται ως θεός κι έπειτα γίνεται όλο και περισσότερο υλιστής φιλόσοφος. Γύρισα 70.000 μέτρα φιλμ στην Τουρκία και τη Συρία, γιατί υπολόγιζα ότι η ταινία θα έχει διπλάσια διάρκεια από τις άλλες -ίσως όχι ως χρόνος, αλλά με την έννοια των επεισοδίων, των περιστατικών, των χαρακτήρων.»

Το Δεκαήμερο (Il Decameron, Ιταλία-Γαλλία-Γερμανία, 1971, 111')

Στο πρώτο μέρος της Τριλογίας της ζωής, ο Παζολίνι εμπνέεται από ιστορίες του Βοκάκιου και τις οργανώνει σε ένα χαλαρό, αφηγηματικό πλαίσιο. Κινητήρια δύναμη της αφήγησης είναι ο έρωτας - η σαγήνη, η αποπλάνηση, ένας εκστατικός αισθησιασμός. Ο έρωτας άλλοτε οδηγεί στον όλεθρο ή τη χρεοκοπία, άλλοτε στα πλούτη και την αγιοσύνη και, όπως μαθαίνουμε από το τελευταίο επεισόδιο, στη μετά θάνατον ζωή δεν τιμωρείται τόσο αυστηρά όσο νομίζουμε. Επιπλέον Το Δεκαήμερο είναι μια μεγάλη τοιχογραφία του τέλους του Μεσαίωνα και της αρχής της Αναγέννησης, όπου ο ίδιος ο Παζολίνι παρουσιάζεται ερμηνεύοντας τον μεγάλο ζωγράφο της περιόδου: τον Τζιότο.

«Το νόημα του "Δεκαημέρου" είναι η οντολογία της πραγματικότητας, το γυμνό σύμβολο της οποίας είναι το σεξ. Πράγματι η Νάπολη, όπου έκανα τα περισσότερα γυρίσματα, είναι η πόλη της αθώας πραγματικότητας. Σήμερα η πραγματικότητα έχει γίνει παντού προβληματική. Σε όλες τις κοινωνικές ή ατομικές πραγματικότητες που μας περιβάλλουν, η κεντρική στιγμή αντιπροσωπεύεται από τη σύγκρουση ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο, την επανάσταση και τη συντήρηση... Αντίθετα στη Νάπολη σύγκρουση υπάρχει μόνο ως ανωτέρα βία... Ξεχώρισα τις αγαπημένες μου ιστορίες του Βοκάκιου ώσπου κατέληξα σε έντεκα ή μάλλον δεκαπέντε. Τελικά όμως θυσίασα τέσσερις για πρακτικούς λόγους.»

Οι Θρύλοι του Καντέρμπουρι (I Racconti di Canterbury, Ιταλία-Γαλλία, 1972, 123')


Μια μεγάλη τοιχογραφία της μεσαιωνικής Αγγλίας, όπου ιστορίες του Τσώσερ αναμιγνύονται με σκηνές από την ζωή του. Σε μια συνεχή αφηγηματική ροή, όπου συμβάλλουν η αυλική ποίηση και οι άσεμνες λαϊκές φυλλάδες, παρελαύνουν αγύρτες, απατεώνες, θαυματοποιοί, ακόλαστοι, αφελείς κερατάδες, δολοπλόκες συζύγοι ως και κολασμένοι-περιττώματα του Σατανά. Αντίθετα από το πρωτότυπο κάθε ιστορία δεν είναι η αφήγηση ενός διαφορετικού προσκυνητή αλλά του ίδιου του Τσώσερ, όπως τον ενσαρκώνει ο Παζολίνι. Βυθισμένος στην απόλαυση της γραφής επινοεί κωμωδίες και περιπέτειες γύρω από το ανθρώπινο σώμα, πάντα αθώο, όταν απελευθερώνει την αρχέγονη ζωτικότητα και τη σκοτεινή βία του.

«Οι "Θρύλοι του Καντέρμπουρι" γράφτηκαν σαράντα χρόνια μετά από το Δεκαήμερο, αλλά οι σχέσεις ανάμεσα στο ρεαλιστικό και το φανταστικό είναι σχεδόν όμοιες. Μόνο που ο Τσώσερ ήταν πολύ πιο χονδροειδής από τον Βοκάκιο. Από μιαν άλλη άποψη, ήταν πιο σύγχρονος, γιατί στην Αγγλία εκείνη την εποχή υπήρχε κιόλας μια μπουρζουαζία όπως αργότερα και στην Ισπανία του Θερβάντες. Υπάρχει ήδη μια αντίφαση, αφ' ενός η επική όψη και αφ' ετέρου η ειρωνεία και η αυτο-ειρωνεία (που είναι ουσιαστικά φαινόμενα των αστών και σημάδια μιας κακής συνείδησης).»

Χίλιες και Μία Νύχτες (Il Fiore delle Mille e una Notte, Ιταλία-Γαλλία, 1973-74, 129')

Από την πρωτότυπη αραβική συλλογή που εστιάζει περισσότερο στη σεξουαλικότητα, επιλέγονται δεκαπέντε ιστορίες και εντάσσονται σε μια σχεδόν ιλιγγιώδη, αφηγηματική σπείρα. Στην αφετηρία της ο Νουρεντίν ερωτεύεται τη σκλάβα Ζουμουρούντ, αλλά την αρπάζουν ληστές μέσα από τα χέρια του. Στην περιπετειώδη αναζήτησή της που ακολουθεί, υφαίνονται ιστορίες άλλων. Λίγο πριν παντρευτεί, ο Αζίζ σαγηνεύεται από τη μυστηριώδη Μπουρούντ, ο πρίγκιπας Σαζμάχ πασχίζει να σώσει την αγαπημένη του από έναν δαίμονα... Ο πραγματικός συνεκτικός ιστός της ταινίας είναι η καθαρή απόλαυση της αφήγησης. Η έκσταση της κινηματογράφησης που, περισσότερο από ποτέ, μιλάει τη γλώσσα των ονείρων.

«Τα ταξίδια στις "Χίλιες και Μία Νύχτες" προέρχονται πάντα από μια αρχική ανωμαλία του πεπρωμένου. Το πεπρωμένο είναι η κανονικότητα. Και ξαφνικά συμβαίνει το αναπάντεχο: το πεπρωμένο εκδηλώνεται με ανώμαλο τρόπο. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια μορφή εν μέρει μη καθιερωμένη. Η κανονικότητα διακόπτεται από την παρέμβαση του Θεού (ή του Πεπρωμένου που είναι ο μηχανισμός Του) και μόλις εμφανίζεται η πρώτη ανωμαλία, αμέσως μετά ακολουθεί μια άλλη κι έτσι μια ολόκληρη αλυσίδα δημιουργείται και οργανώνεται σε μιαν αφηγηματική μορφή που ακολουθεί το σχέδιο ενός ταξιδιού.»

Ανέκδοτα (Inediti, Ιταλία - Γαλλία, 1973-74, 19') |
Επεισόδια του «Χίλιες και μια Νύχτες» που κόπηκαν από την τελική κόπια

Η ίδια όσμωση του ρεαλισμού της καθημερινότητας με την απέραντη ελευθερία του ονείρου χαρακτηρίζει και τα επεισόδια που δεν κρατήθηκαν στο τελικό μοντάζ. Σε ένα από αυτά ο Νουρεντίν επιστρέφει από ολονύχτια οινοποσία με τους φίλους του, καβγαδίζει με τον πατέρα του και αναγκάζεται να εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία και να ακολουθήσει ένα καραβάνι εμπόρων στην έρημο. Σε ένα άλλο βλέπουμε μια μεγαλύτερη εκδοχή του τελικού επεισοδίου με την πριγκίπισσα Ντούνια.

«Αυτές οι ιστορίες συνδέονται με την οδύνη που αισθάνομαι από την απώλεια του παλιού κόσμου. Εδώ, ο κόσμος που ξεδιπλώνεται, είναι ένας κόσμος στον οποίον οι θεατές του καταναλωτικού σινεμά και της τηλεόρασης δεν είναι συνηθισμένοι. Το κύριο χαρακτηριστικό του κόσμου που ζωντανεύει σε αυτήν την ταινία είναι ότι φέρνει στην οθόνη μιαν άλλη πραγματικότητα: μια διαφορετική αντίληψη της θρησκευτικότητας, μια μυστικιστική και παράλογη διάσταση.»

Σαλό ή 120 Mέρες στα Σόδομα (Salò o le 120 giornate di Sodoma, Ιταλία-Γαλλία, 1975, 114')

Στην πιο θεαματική αντιστροφή τόνου από τη φωτεινή γιορτή της ζωής στη σκοτεινή κουλτούρα του θανάτου, ο Παζολίνι μεταφέρει το καταραμένο μυθιστόρημα του μαρκήσιου ντε Σαντ στη φασιστική δημοκρατία του Σαλό. Τέσσερις ακόλαστοι άρχοντες συγκεντρώνουν παρθένους νέους και νέες και τους υποβάλλουν σε ένα παγερά οργανωμένο, "θεατρικό" τελετουργικό σεξουαλικής υποδούλωσης, εξευτελισμού, βασανισμού και αφανισμού. Η εφιαλτική διαδικασία εξελίσσεται σε τέσσερα μέρη, ακολουθώντας το σχήμα της Θείας Κωμωδίας του Δάντη. Σκανδαλώδες, ακραία ριψοκίνδυνο και εντελώς αναφομοίωτο, το φιλμ με την ψυχρή λογική του προκαλεί τους θεατές και παραμένει ένα ενοχλητικό, σαδικό αντικείμενο, όπως έγραψε ο Ρολάν Μπαρτ.

«Με το "Σαλό" μιλώ γενικά στους πάντες, σε ένα άλλο εγώ και σε όλους όσοι, όπως κι εγώ, απεχθάνονται την Εξουσία για ό,τι κάνει στο ανθρώπινο σώμα: το περιορίζει σε απλό αντικείμενο και εκμηδενίζει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Η ταινία αντιτίθεται και στην αναρχία της Εξουσίας, αφού τίποτα δεν είναι πιο αναρχικό από την εξουσία. Υποκινούμενη από τις οικονομικές ανάγκες της που διαφεύγουν από την κοινή λογική, η Εξουσία κάνει ό,τι γουστάρει σε απόλυτη αυθαιρεσία. Ολοι μισούν την εξουσία στην οποία υπόκεινται, έτσι κι εγώ με ιδιαίτερη σφοδρότητα μισώ την εξουσία που με εξουσιάζει: την εξουσία του 1975.»

Pier Paolo Pasolini

Γράφει ο Παζολίνι στον Αιρετικό Εμπειρισμό:
Την εποχή εκείνη τα πήγαινα ακόμα καλά με τον πατέρα μου. Ήμουνα ιδιαίτερα πεισματάρης και καπριτσιόζος (δηλαδή νευρωτικός), αλλά κατά βάθος καλός. Με τη μητέρα μου (έγκυο αλλά δεν το θυμάμαι) ήμουνα, όπως και σ' όλη μου τη ζωή, δεμένος με μια παθιασμένη αγάπη χωρίς ελπίδα.

Είναι αλήθεια ότι μάνα και πατέρας απ' τη νηπιακή ηλικία επηρεάζουν διαμετρικά αντίθετα και με καθοριστικό τρόπο την ψυχοσύνθεση του παιδιού. Ο πατέρας διοικεί την οικογένεια με στρατιωτικό τρόπο. Τυραννικός κι αυταρχικός προκαλεί μόνο φόβο. "Γεμάτος πάθος, σεξουαλικότατος, βίαιος σαν χαρακτήρας" γράφει γι' αυτόν ο γιος του, "κατέληξε στη Λιβύη, χωρίς δεκάρα· έτσι άρχισε τη στρατιωτική καριέρα που τον καταπίεσε και τον παραμόρφωσε ψυχολογικά τόσο ώστε να τον σπρώξει στον έσχατο συντηρητισμό. Είχε ποντάρει τα πάντα πάνω στη φιλολογική μου καριέρα, από τότε που ήμουνα ακόμα παιδί, μιας και τα πρώτα μου ποιήματα τα έγραψα σε ηλικία εφτά χρονών. Είχε διαισθανθεί, ο κακομοίρης, αλλά δεν είχε προβλέψει τις ταπεινώσεις που θα συνόδευαν την επιτυχία μου". Αλλά το καθοριστικό πρόσωπο στη ζωή του είναι η γλυκύτατη μητέρα, μόνιμο αντικείμενο λατρείας, στην οποία θα αφιερώσει μερικούς απ' τους πιο δυνατούς του στίχους. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε, έστω κι απ' αυτές τις λίγες ενδείξεις, τα σημάδια ενός τεράστιου οιδιπόδειου συμπλέγματος, του οποίο ο Παζολίνι είχε μια σπάνια όσο και ακραία επίγνωση.

Τα πρώτα του ποιήματα γράφηκαν στο Σάτσιλε όπου ο Παζολίνι έβγαλε το δημοτικό σχολείο. Ύστερα ακολούθησαν άλλες μετακινήσεις: Κρεμόνα, Ρέτζο Εμίλια, όπου παρακολούθησε το γυμνάσιο και, τελικά, στην Μπολόνια το λύκειο Γκαλβάνι και κατόπιν το πανεπιστήμιο. "Ένα πανεπιστήμιο με δομή φασιστική", θα σχολιάσει αργότερα. "Εξαιρείται μόνο η προσωπικότητα του Λόνγκι που εκείνα τα χρόνια στην Μπολόνια πρόσφερε πολλά σε μένα και σε πολλούς άλλους, συνομήλικους και πιο μεγάλους από μένα"

·         Το 1942, ενώ ο πατέρας του βρίσκεται αιχμάλωτος στην Κένυα, ο Πιερ Πάολο με τη μητέρα του και τον αδερφό του καταφεύγουν στο σπίτι των Κολούσι στην Καζάρσα. Τα χρόνια εκείνα, με δικά του έξοδα, ο νεαρός Παζολίνι εκδίδει την ποιητική συλλογή Ποιήματα στην Καζάρσα, γραμμένα στη διάλεκτο του Φριούλι. Τον επόμενο χρόνο κάνει τη στρατιωτική του θητεία στο Λιβόρνο· λιποτακτεί μετά τις 8 Σεπτεμβρίου και ξαναγυρίζει στην Καζάρσα.

·         Το 1945 ο αδερφός του Γκουίντο δολοφονείται μαζί με άλλους συντρόφους του της αντάρτικης ομάδας Όζοπο, από Γιουγκοσλάβους αντάρτες. Τον θάνατο του Γκουίντο τον κάνει ακόμα τραγικό το γεγονός ότι σε μια πρώτη φάση κατορθώνει να ξεφύγει πληγωμένος, αλλά προδίνεται, μπλοκάρεται και τελικά σκοτώνεται. Στα έργα του Παζολίνι βρίσκουμε μνήμες, πόνο, οίκτο και πένθος για τον θάνατο εκείνο, ενώ ο θάνατος του παλικαριού είναι ένα από τα πιο αγαπημένα και πονεμένα του θέματα στο Τα Παιδιά της Ζωής και στο Μια Ζωή Γεμάτη Βία, τα δύο μυθιστορήματα που έγραψε σε ρομανέσκο.

·         Με το τέλος του πολέμου ο πατέρας γυρίζει στην Καζάρσα. Το χάσμα ασυνεννοησίας μεταξύ πατέρα απ' τη μια και μητέρας-γιου απ' την άλλη γίνεται ακόμα βαθύτερο. Την ίδια χρονιά ο Πιερ Πάολο παίρνει το δίπλωμα φιλολογίας απ' το πανεπιστήμιο της Μπολόνια με μια διατριβή πάνω στον Πάσκολι. Απ' το 1945 ως το 1949 διδάσκει στο γυμνάσιο του Βαλβασόνε, ενός μικρού χωριού κοντά στην Καζάρσα. Στις 18 Φεβρουαρίου 1945, ιδρύει με νεαρούς φοιτητές την Academiuta de lenga Furlana, μια μικρή ακαδημία σπουδών για τη γλώσσα και την κουλτούρα του Φριούλι. Η περίοδος του Φριούλι είχε σημαντική επίδραση στη ζωή του Παζολίνι ως διανοούμενου και ως ατόμου. Τα νεανικά αυτά χρόνια που έζησε στην αγαπημένη ατμόσφαιρα του χωριού, μελετώντας με πραγματικό ενδιαφέρον τις διάφορες εκδηλώσεις και εκφράσεις του αγροτικού κόσμου, θα τα μυθοποιήσει αργότερα (όπως θα μυθοποιήσει και τη νιότη του) και θα τα νιώσει αρχαϊκά, ιερά, αμόλυντα.


Αυτή την αρχαϊκή φρεσκάδα του κόσμου που έρχεται σε άμεση επαφή με τη φύση θα κάνει μοντέλο και σκοπό του και θα προσπαθήσει να τα μεταδώσει στους άλλους. Απ' τα βάθη των ημερών εκείνων από εκείνες τις ρίζες θα ξεκινήσει να ζωγραφίσει μια Ιταλία ταπεινή, πραγματική, καθημερινή, και στα τελευταία του πια γραπτά θα διαπιστώσει και θ' ανακοινώσει την εξαφάνιση της με τρόπο που συχνά θα ξεσηκώσει θύελλες αποδοκιμασίας και θα δημιουργήσει σκάνδαλο.

Στενά συνδεδεμένος με τον τρόπο που αυτός ένιωθε τον αγροτικό κόσμο είναι και ο τρόπος που παρατηρεί τον κόσμο του Προλεταριάτου των συνοικισμών της Ρώμης. Σε μια συνέντευξή που δίνει στη La Stampa την Πρωτοχρονιά του 1975 μιλάει γι' αυτούς ακριβώς τους συνοικισμούς. "Ήταν ένας κόσμος περιθωριακός και τρομερός στη σκληρότητά του, αλλά διατηρούσε ένα δικό του κώδικα τιμής και γλώσσας ο οποίος δεν αντικαταστάθηκε με τίποτα. Σήμερα τα παιδιά των συνοικισμών τρέχουν με μηχανές και βλέπουν τηλεόραση αλλά δεν ξέρουν να μιλάνε, μόλις που καταφέρνουν να τραυλίζουν πια. Είναι το βασικό πρόβλημα όλου του αγροτικού κόσμου ή τουλάχιστον της κεντρικής και νότιας Ιταλίας". Σε γενικές λοιπόν γραμμές η λογοτεχνική και πολιτιστική ένταξη του Παζολίνι διαμορφώθηκε στην Καζάρσα. Τα ποιήματα που έγραψε ανάμεσα στα 1943 και 1949 με το γενικό τίτλο Το αηδόνι της Καθολικής Εκκλησίας, φανερώνουν όλα αυτά και ταυτόχρονα την πολιτική και πολιτιστική εξέλιξη του νεαρού συγγραφέα. Την ίδια εκείνη περίοδο, μετά τους αγώνες των εργατών γης στο Φριούλι, γράφει την πρόζα Οι Μέρες του Αγαθού Ντε Γκάσπερι που αργότερα θα γίνει μυθιστόρημα και θα εκδοθεί το 1962 με τίτλο Το Όνειρο μιας Υπόθεσης.

Η φυγή στη Ρώμη

Τα χρόνια λοιπόν της Καζάρσα θα μείνουν αξέχαστα κι ανεπανάληπτα. Το ίδιο και η μετακίνηση ή η φυγή, όπως θα τη χαρακτηρίσει ο ίδιος, απ' τα μέρη εκείνα. Τις παραμονές των εκλογών του 1948 ένα αγόρι εξομολογείται στον παπά της Καζάρσα ότι είχε σεξουαλικές σχέσεις με τον Παζολίνι. Αυτόματα η ζωή του νεαρού καθηγητή γίνεται αδύνατη στο στενό περίγυρο του χωριού. Φεύγει με τη μητέρα του στη Ρώμη κι εκεί, ζει χρόνια πάρα πολύ δύσκολα. "Υπήρξα ένας απ' αυτούς τους άνεργους που καταλήγουν στην αυτοκτονία" θα πει αργότερα.

Στην αρχή έμενε στην Πιάτσα Κοσταγκούτι, μετά στο συνοικισμό Σαν Μάμολο, κοντά στις φυλακές Ρεμπίμπια. Ίσως αυτές οι αλλαγές διευθύνσεων για ένα άλλο συγγραφέα δε θα είχαν καμιά σημασία, αλλά αυτοί οι τόποι, αυτά τα ονόματα είναι πολύ γνωστά στους αναγνώστες του καθώς και η Βία Φοντανεϊάνα όπου πήγε να κατοικήσει αμέσως μόλις καλυτέρεψαν λίγο οι οικονομικές του συνθήκες.

Το 1954 εκδίδονται τα ποιήματα που είχε γράψει στο Φριούλι, σε μια συλλογή με τίτλο Η Πιο Ωραία Νιότη. Δύο χρόνια πριν είχε δημοσιευτεί μια σημαντική μελέτη του πάνω στην ποίηση με διάλεκτο του 19ου αιώνα, που είχε γράψει σε συνεργασία με τον Μάριο Ντ' Άρκο. Το 1955, ο Παζολίνι ιδρύει και δουλεύει μαζί με τους Ροβέρσι, Λεονέτι, Ρομάνο και Φορτίνι το φιλολογικό περιοδικό Οφιτσίνα (Officina) που παρά τη μικρή διάρκεια (κλείνει οριστικά το 1959 μετά από ένα άρθρο που έγραψε ο Παζολίνι εναντίον του Πάπα Πίου ΧΙΙ) παραμένει μια σπουδαία μαρτυρία μιας μερίδας Ιταλών διανοούμενων απέναντι σε προβλήματα που αντιμετωπίζoνταν απ' τους περισσότερους συντηρητικά και μονόπλευρα, χωρίς καμιά εναλλακτική λύση. Το δοκίμιο Πάθος και Ιδεολογία και τα λυρικά κομμάτια του Η Θρησκεία των Καιρών μου, που εκδίδονται αντίστοιχα το 1960 και 1961, παραμένουν η σημαντικότερη συμβολή του Παζολίνι στο Οφιτσίνα. Το 1955 εκδίδεται το μυθιστόρημα Τα Παιδιά της Ζωής, που υπήρξε η πρώτη του συγγραφική επιτυχία.

Φιλμογραφία

·         Ακατόνε (Accattone, 1961)

·         Μάμα Ρόμα (Mamma Roma, 1962)

·         Η Ρικότα, επεισόδιο απ' τη συλλογή RoGoPaG, (La ricotta, 1963)

·         La rabbia, 1963)

·         Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (Il vangelo secondo Matteo, 1964)

·         Πουλιά παλιόπουλα (Uccellacci e uccellini, 1966)

·         Οιδίπους (Edipo re, 1967)

·         Οι Μάγισσες (Le streghe — La Terra vista dalla Luna, 1967)

·         Θεώρημα (Teorema, 1968)

·         Χοιροστάσιο (Porcile, 1969)

·         Μήδεια (Medea, 1969)

·         Το Δεκάμερο (Il Decameron, 1971)

·         Οι Μύθοι του Καντέρμπουρι (I Racconti di Canterbury, 1972)

·         Χίλιες και Μία Νύχτες (Il fiore delle Mille e una Notte, 1974)

·         Σαλό ή 120 Μέρες στα Σόδομα (Salò o le 120 giornate di Sodoma, 1976)

Εργογραφία _Πεζογραφία

·         Τα Παιδιά της Ζωής (Ragazzi di vita, 1955) ― ελλην. μετάφρ. Β.Ηλιόπουλος ("Οδυσσέας")

·         Μια Βίαιη Ζωή (Una vita violenta, 1959)

·         Πετρέλαιο, ανολοκλήρωτο (Petrolio, 1992)

Ποίηση

·         Η Πιο Ωραία Νιότη (La meglio gioventù, 1954)

·         Οι Στάχτες του Γκράμσι (Le ceneri di Gramsci, 1957)

·         Το Αηδόνι της Καθολικής Εκκλησίας (L'usignolo della chiesa cattolica, 1958)

·         Η Θρησκεία των Καιρών μου (La religione del mio tempo, 1961)

·         Ποίηση σε Σχήμα Ρόδου (Poesia in forma di rosa, 1964)

·         Trasumanar e organizzar, 1971

·         Η Νέα Νιότη (La nuova gioventù, 1975)

Δοκίμια

·         Πάθος και Ιδεολογία (Passione e ideologia, 1960)

·         Ιταλικά Τραγούδια, Λαϊκή Ιταλική Ποίηση (Canzoniere italiano, poesia popolare italiana, 1960)

·         Αιρετικός Εμπειρισμός (Empirismo eretico, 1972)

·         Λουθηρανικά Γράμματα (Lettere luterane, 1976)

·         Η Όμορφη Σημαία (Le belle bandiere, 1977)

·         Περιγραφές περιγραφών (Descrizioni di descrizioni, 1979)

·         Το Χάος (Il caos, 1979)

·         Η Πορνογραφία Είναι Βαρετή (La pornografia è noiosa, 1979)

·         Κουρσάρικα Γραπτά (Scritti corsari, 1975)

·         Αλληλογραφία 1940-1954 Lettere (1940-1954), 1986)

Θέατρο

·         Όργιο (Orgia, 1968)

·         Χοιροστάσιο (Porcile, 1968)

·         Καλδερόν (Calderón, 1973)

·         Affabulazione 1977

·         Πυλάδης, (Pilade, 1977)

·         Κτήνος του Ύφους (Bestia da stile, 1977)


ℹ️   Με πληροφορίες _μεταξύ άλλων από:
sensesofcinema  _bbc __archive.org __zmag.org/  flix  
&
pierpaolopasolini.net/

Σικελία: Αραμπάδες με καρούλια 👀 κολοκύθες με μαρούλια 👀 βάσανα που΄χει η αγάπη

Το έθιμο και οι ρίζες της “κολοκύθας”, (υπερ)ατλαντικής κοπής _όπως λέγαμε στο στρατό “αμερικανικής κατασκευής και προελεύσεως”,  διέσχισε ωκεανούς και εισέβαλε στην Ευρώπη και στη χώρα μας. Με τη δική της ταυτότητα και πρακτικές, ακόμη και …στην Αφρική γιορτάζεται ως ημέρα των νεκρών με λατρείες, μιλώντας για ψυχές, πνεύματα ή υπερφυσικά όντα με γήινη εμφάνιση ή προσωρινά ζώων. Μάλιστα στη Νιγηρία, το φεστιβάλ “Awuru Odo” σηματοδοτεί την επιστροφή αγνοουμένων συγγενών και αγαπημένων προσώπων, με μουσική, χορό και μάσκες πριν ο νεκρός επιστρέψει στον κόσμο των πνευμάτων. Ευτυχώς _ουδέν κακό αμιγές καλού, δεν είναι πολύ δημοφιλείς ή αποδεκτές στην Αφρική, γιατί το να ντύνεσαι Δράκουλας και  Φρανκενστάιν ή να σκαλίζεις τρομακτικές κολοκύθες δεν είναι παραδοσιακός τρόπος τιμής των προγόνων.

Οι Σικελοί είχαν πάντα μια παθιασμένη ιστορία αγάπης με τον Θάνατο. Τώρα σκέφτομαι όλες τις κυριαρχίες που χρωμάτισαν αυτό το πανέμορφο νησί με κόκκινο… κόκκινο. Σκεφτόμαστε το ισπανικό δικαστήριο της Ιεράς Εξέτασης που χαροποίησε τα ηλιοβασιλέματα των ευγενών πριν από λίγο καιρό, σκέφτομαι την ανίκητη πανούκλα, νικητή μόνο για κάποιον Άγιο υπερήρωα, τους πολέμους των οικογενειών της μαφίας της 10ετίας του ’80-’90 _μπλεγμένους σε αξεχώριστο κουβάρι με τα υψηλά κλιμάκια του αστικού κράτους, τους ανελέητους σεισμούς και τις συγκλονιστικές εκρήξεις της μαμάς Αίτνα. Και μέσα σ΄αυτά τις … κολοκύθες!! Μην φοβάστε πολύ! Ανακαλύψτε την Κατάνια με πολύ διαφορετικό τρόπο και ρίξτε μια ματιά στο street _και όχι μόνο, food στην Κατάνια, της Μεσσίνα (εννοείται την ιταλική _καμιά σχέση με τους βου|ρ|κόλους της καταγωγής μου), το Παλέρμο, ακόμη και τα πιο μικρά χωριουδάκια της Sicilia!

Το νησί κατοικείται τουλάχιστον από το 12.000 π.Χ., το 750. οι Φοίνικες ίδρυσαν τρεις αποικίες και οι Έλληνες άλλες 12, οι δυο λαοί κυβέρνησαν το νησί μέχρι την εποχή που ξέσπασαν οι Σικελικοί και οι Καρχηδόνιοι Πόλεμοι. Όταν έπεσε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία τον 5ο αιώνα τη Σικελία κυβέρνησαν διαδοχικά στη διάρκεια του Μεσαίωνα Βάνδαλοι, Οστρογότθοι, η Βυζαντινή αυτοκρατορία και το Εμιράτο της Σικελίας, αφήνοντας ανεξίτηλο πολιτικό και πολιτιστικό αποτύπωμα

Ζωή και θάνατος

“Γλυκειὰ ἡ ζωή κι᾿ ὁ θάνατος μαυρίλα”.
Καθαρώτατον ἥλιο ἐπρομηνοῦσε
τῆς αὐγῆς τὸ δροσᾶτο ἀστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δὲν ἀπενοῦσε
τ᾿ οὐρανοῦ σὲ κανένα ἀπὸ τὰ μέρη·
καὶ ἀπὸ ῾κεῖ κινημένο ἀργοφυσοῦσε
τόσο γλυκὸ στὸ πρόσωπο τ᾿ ἀέρι,
ποὺ λὲς καὶ λέει μὲς τῆς καρδιᾶς τὰ φύλλα·
“γλυκειὰ ἡ ζωή κι᾿ ὁ θάνατος μαυρίλα”.
__“Ο Λάμπρος” από τα πιο γνωστά ποιήματα του Σολωμού__

Θυμάσαι; Η Τζουάνα είχε πεθάνει.
Συ κι εγώ πηγαίναμε, με τ’ αμάξι, στα βόρεια,
για το διαμέρισμα μπροστά στη θάλασσα,
κι ακούγαμε τη συμφωνία τούτη.
Ξεκινούσαμε για το ταξίδι
ένα πρωινό λουσμένο στο φως. Μες στη μουσική,
η μέρα ήτανε τοίχοι σκεπασμένοι με πάγο,
σκιές από περαστικούς με σάκους μισογεμάτους
κι έλκηθρα με πτώματα πάνω στη λίμνη.
Σαν αεροδιάδρομος στον ήλιο
έφευγε μπρος ο δρόμος και, πίσω απ’ τους ήχους,
απλωνόταν ο καπνός από τα ολμοβόλα
και το χνάρι απ’ τα τανκς στο χιόνι.
Ήταν ένα χρυσογάλανο πρωινό του Ιούλη
που καταύγαζε στης θάλασσας το κρύσταλλο.
Στο χαλκό και στις χορδές αντηχούσε
η δόξα, πάντοτε δεμένη στο παρελθόν,
που αρνείται, πάντοτε αρνείται, τη ζωή.
Τη νύχτα μονάχα ένας ψίθυρος έμενε
από τα κύματα κάτω απ’ τη στέγη.
Μέσα μας, πάλι, όπως και στη μουσική,
μαινόταν η θύελλα από χιόνι και σίδερο
που εξαπολύεται όταν γυρίζει φύλλο η ιστορία.
__Σοστακόβιτς, Συμφωνία “Λένινγκραντ”__

Ο καημός του θανάτου τόσο με πυρπόλησε
που η λάμψη μου επέστρεψε στον ήλιο.
Κείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια σύνταξη
της πέτρας και του αιθέρος.
Λοιπόν, αυτός που γύρευα είμαι.
Ω λινό καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο,
χειμώνα ελάχιστε.
Η ζωή καταβάλει τον οβολό του φύλλου της ελιάς
και στη νύχτα μέσα των αφρόνων μ’ ένα μικρό τριζόνι
κατοκυρώνει πάλι το νόμιμο του ανέλπιστου.
__Λακωνικόν Οδυσσέας Ελύτης__

Ας το πούμε έτσι… αν ο Θάνατος είχε πατρίδα, αυτή θα ήταν η Σικελία. Ίσως είναι ενδιαφέρον να μάθετε  ότι, πριν δημιουργηθούν τα δημόσια νεκροταφεία, οι Παλερμιτάνοι περνούσαν το πρωί της 2ας Νοεμβρίου στις κατακόμβες, τρώγοντας, πίνοντας και ζητωκραυγάζοντας με τους γονείς μιας μούμιας κρεμασμένους δίπλα. Ναι, η κυρία Θάνατος χαίρεται με τους Σικελούς όποτε μπορεί. Αλλά κάποτε, πρέπει να το παραδεχτούμε, δεν συμπεριφερθήκαμε καλά μαζί της. Μην ρωτήσετε την κυρία Θάνατο για τη Ροζαλία, το μικρό μουμιοποιημένο κοριτσάκι του Παλέρμο. Πάγωσε μπροστά στη ζεστή ομορφιά της Ροζαλία, πέφτοντας σε κατάθλιψη για χρόνια και χρόνια. Επέστρεψε σε φόρμα το 1939. Ας πάμε στο τώρα: οι Σικελοί έχουν τη δική τους γιορτή για το Halloween, που ονομάζεται Festa dei Morti (Ημέρα των Νεκρών) και είναι βασικά η μέρα που γιορτάζουμε τους νεκρούς μας με χαμόγελο. Η νύχτα μεταξύ 1ης και 2-Νοε είναι μια άυπνη νύχτα για τα παιδιά της Σικελίας, μια γλυκιά ανατριχιαστική νύχτα. Όταν το σπίτι, πλημμυρισμένο από το σκοτάδι, αποκτά το κενό της σιωπής, οι νεκροί συγγενείς μας (καλά… οι ψυχές τους) μπαίνουν κρυφά, φιλούν απαλά τα παιδιά στο μέτωπό τους και τους κρύβουν δώρα γύρω από το σπίτι. Όταν τα παιδιά σταματήσουν να προσποιούνται ότι κοιμούνται έχουν ήδη περάσει την ανατολή του ηλίου και είναι ώρα να ψάξουν για τα δώρα τους.

Τώρα, έχω μια ερώτηση για τους παππούδες μου _λέει ένα παιδάκι. Συνέχισε να κρύβεις τα δώρα μου πίσω από τις κουρτίνες… πώς δεν κατάλαβες ποτέ ότι τα έβρισκα τόσο εύκολα! Άντε! Δεν σε γνώρισα ποτέ και σε αγαπώ ακόμα, αλλά μπορώ με κάποιο τρόπο να μαντέψω ότι δεν ήσουν από τους απρόβλεπτους Σιτσιλιάνους

Ωχ …! Ωχ Ωχ Ωχ ! Σχεδόν ξεχάστηκε!
Φυσικά το φαγητό είναι μέρος αυτής της ιστορίας!

Την 1η Νοεμβρίου τα τραπέζια της Σικελίας στολίζονται με το λεγόμενο cannistru, ένα καλάθι γεμάτο ξηρούς καρπούς, σοκολάτες και μπισκοτοειδή, με την pupaccena (κουκλίτσα ζάχαρης). Λοιπόν, ναι, όπως όλες οι παραδόσεις και οι θρησκείες, ο συμβολισμός προέρχεται από τον κύκλο της μητέρας-γης. Το φθινόπωρο ξεκινά επίσημα, οι βροχές ταΐζουν το χώμα πριν έρθει ο σκληρός χειμώνας να μας κλειδώσει στο σπίτι. Τώρα είναι καιρός να γιορτάσουμε την αφθονία πριν να είναι πολύ αργά. Εδώ έρχεται το cannistru και οι καλύτερες ευχές του. 2 Νοεμβρίου, είναι η μέρα να φάτε άλλη μια εποχιακή σπεσιαλιτέ, τη μία και μοναδική Muffuletta. Η μουφουλέτα είναι ένα περιορισμένης έκδοσης σχήμα ψωμιού, που προορίζεται να καταναλωθεί με φρέσκο ​​ελαιόλαδο, αντζούγιες, ρίγανη και σκληρό τυρί caciocavallo! Τόσο πεντανόστιμο! Ω ναι, είναι επίσης η ημέρα για να πείτε ευχαριστώ και να επιστρέψετε την επίσκεψη. Τα λέμε στο νεκροταφείο! Μείνετε πεινασμένοι, μείνετε σταθεροί, μείνετε θανατηφόροι!

Οι ιστορικές πληροφορίες για το καρναβάλι της Σικελίας χρονολογούνται από το 1600 και αφορούσαν την πόλη του Παλέρμο και, καθώς περνούσαν τα χρόνια, όλο το νησί. Η περίσταση έπαιρνε όλο και μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια στην προετοιμασία διακοσμήσεων, κοστουμιών και μασκών και εξουσία πάνω στη συλλογική επιθυμία απόδρασης από τη ρουτίνα και από την καθημερινότητα. Παλιότερα είχαμε χορούς, όπως ο “χορός των σκλάβων” κατά τον οποίο οι συμμετέχοντες, μεταμφιεσμένοι σε σκλάβους, χόρευαν στους δημόσιους δρόμους υπό τον ήχο αρχαίων ανατολίτικών οργάνων όπως τα τύμπανα ή τα λεγόμενα “Balla-Virticchi” για το οποίο οι συμμετέχοντες ντύνονταν πυγμαίοι … Από τις πιο χαρακτηριστικές μάσκες της Μεσσήνης θυμόμαστε _ήμουν εκεί το 1972 αυτή των “Scacciuni” (Cattafi), της Αρκούδας (Saponara), “U Camiddu & omu sarbaggiu» (S. Stefano Medio) και από τις γυναικείες εκείνες των “Jardinara” (κηπουρών) και της “Varca”, των “briganti” και των “cavallacciu” (υπάρχουν 10άδες ακόμη, αλλά περνούν τα χρόνια και ασθενεί η μνήμη)… ανάμεσα στις άλλες παραδοσιακές εκείνες που χρησίμευαν ως παρωδία στους μεγάλους εκφραστές των ισχυρών κοινωνικών τάξεων της πόλης: έτσι έχουμε τις αμέτρητες αναπαραστάσεις των “Dutturi”, “Baruni” και “Abbati”, την παλιά μάσκα του “Vecchia di li fusa” που υπήρχε από την αρχαιότητα στην κομητεία Modica. Μεταμφίεση, με τη χρήση μιας τσακισμένης φούστας, ενός μανδύα που δένει στο λαιμό και ενός πέπλου που ξεκινά από το κεφάλι, το σύμβολο του επικείμενου θανάτου του Καρναβαλιού…

Γεύσεις Carnevale

Ακόμη και το γαστρονομικό μεγαλείο που συνδέεται με το Καρναβάλι αυτών των ημερών είναι άξιο σημάδι της αφθονίας της περίστασης:

δίκαιοι κι ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις \
αλλά με λύπη κιόλας κι ευσπλαχνία
\ γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι,
\ κι όταν είναι πτωχοί,
\ πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε…

Κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας “περιδρομιάζονται” σάλτσες κρέατος και περίτεχνα πιάτα, όπως “maccheroni al ragù” (σπιτικά ζυμαρικά που παρασκευάζονται με αλεύρι λίγα αυγά και καρυκευμένα,  ραγού χοιρινού με την πέτσα του και μπαχαρικά) το αρχαίο “minestrone del giovedì grasso” (της Καθαρής Πέμπτης) _περιλαμβάνει συνδυασμό “κλασικών” λαχανικών, όπως πατάτες, αποξηραμένα φασόλια με κέλυφος, κρεμμύδια, καρότα μαϊντανό κλπ, με χοιρινό λαρδί κομμένο σε κύβους), πλούσια επιδόρπια όπως η Pignolata Messinese, τα “Teste di Turco” (γλυκές τηγανίτες γεμιστές με κρέμα και προϊόντα σταφίδας στη Modica) και λιγότερα περίτεχνα όπως το Pignoccata (επιδόρπιο με αλεύρι, κρόκους αβγών, ζάχαρη και μια πρέζα αλάτι)· η ζύμη κόβεται σε κομμάτια και στη συνέχεια τηγανίζεται σε λαρδί, στραγγίζεται και διακοσμείται με μέλι πορτοκάλια και κανέλα) _ το γλυκό παίρνει αυτό το όνομα γιατί έχει κωνικό σχήμα _pigna Από τα πιο κλασικά πιάτα με βάση το κρέας θυμόμαστε επίσης Λουκάνικο, πατσά, Stigghiola, Messinesi Braciole και όλα τα πιο κλασικά χοιρινά αλλαντικά με βάση λαρδί.
Και τουλάχιστον 100 γλυκά…

Καρναβάλι στη Σικελία.
Ιστορία, παραδόσεις και γεύσεις που κάνουν το νησί
έναν τόπο για να γιορτάσετε
αυτό το διασκεδαστικό γεγονός

ΙΣΤΟΡΙΑ &
ιστορίες με αρκούδες

Οι πρώτες συγκεκριμένες ιστορικές πληροφορίες για τα καρναβάλια της Σικελίας _όπως αναφέραμε, χρονολογούνται από το 1600 και αφορούν την πόλη του Παλέρμο και, καθώς περνούσαν τα χρόνια, η περίσταση έπαιρνε όλο και μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια, πάντα με συγκεκριμένους χορούς στους δρόμους, συνήθως με μάσκες. Εκτός από αυτό το διάστημα (τέλη Οκτώβρη, αρχές Νοέμβρη) στο οποίο αναφερόμαστε, υπάρχει η μακρά περίοδος Καρναβαλιστική περίοδος _από Γενάρη, μέχρι, ακόμη και τέλη Μάρτη, σε μερικές περιοχές τα προεόρτια είναι Σεπτέμβρη, δλδ. μιλάμε για ένα ολόκληρο εξάμηνο με μικρά και μεγάλα καρναβάλια. Αν κάνετε μια αναζήτηση στις περιοχές που αναφέρονται θα δείτε πως εκτός από τις μεγάλες πόλεις, υπάρχουν χωριουδάκια στο πουθενά, ακόμη και με λίγες εκατοντάδες κατοίκους, με το τοπικό τους καρναβάλι

Παραδόσεις

Η τελευταία πτυχή που συνδέεται με το εν λόγω ξεφάντωμα αφορά ορισμένες αρχαίες παραδόσεις που, δυστυχώς, σήμερα δεν έχουν πλέον την ίδια δύναμη και γοητεία όπως στο παρελθόν. Μιλάμε, για παράδειγμα, για την αρχαία συνήθεια να λέμε αινίγματα στη διάλεκτο, συχνά με προφανή λάθη και γεμάτα διπλά νοήματα, που είχε μια πιο αφελή λύση από ό,τι φαινόταν. Αλλά σήμερα μόνο οι παλιότεροι γνωρίζουν τη γλώσσα. Το σχολείο των απασχολήσιμων, πέρασε κι από δω σαρώνοντας τα πάντα. Τα έθιμα, έθιμα σε όλο το νησί, αλλά κυρίως με πάρτι που τα περισσότερα διοργανώνονται από ιδιώτες, με σπόνσορες και περιεχόμενο “κινέζικο”.

Ξεκινώντας μια επισκόπηση των διαφόρων εκδηλώσεων που υπάρχουν σε όλο το νησί, μπορούμε πρώτα απ’ όλα να μιλήσουμε για τους εορτασμούς που πραγματοποιούνται στη Saponara (Μεσσίνα). Ανάμεσα στις ιδρυτικές στιγμές του φεστιβάλ υπάρχουν τα συνηθισμένα αλλά ως ένα βαθμό συναρπαστικά αλληγορικά άρματα με  αποκορύφωμα την Καθαρά Τρίτη (martedì grasso), όταν μικροί και μεγάλοι συμμετέχουν στην “Πομπή της Αρκούδας και της Πριγκιπικής Αυλής”. Η Αρκούδα είναι γιγαντιαία, στολισμένη με καμπάνες και καπέλα συγκρατείται με σχοινιά και ακολουθείται από τους “μπρογκνέ” και τους κορνοπαίκτες, το πριγκιπικό ζεύγος, το γελωτοποιό, τον γραφέας-σύμβουλος και την υπόλοιπη αυλή. Επιπλέον, όλη η πορεία εμπλουτίζεται χάρη στη συμμετοχή διαφόρων ομάδων και ατόμων ντυμένων με μάσκες. Στην (πεθαμένη) συλλογική μνήμη το γεγονός ανακαλεί ένα ιστορικό γεγονός: Ο πρίγκιπας Domenico Alliata της Villafranca και η σύζυγός του Vittoria Di Giovanni, βαρόνη της Saponara, βασίλεψαν τον 18ο αιώνα. Τότε μια θηριώδης αρκούδα εμφανίστηκε _λένε απειλώντας τον κόσμο και ο πρίγκιπας εγγυήθηκε τη σύλληψή της και προκειμένου να τους καθησυχάσει για την εγκυρότητά του ως άρχοντας και προστάτη της πόλης, έβαλε το θηρίο αλυσοδεμένο και το περιέφεραν στους δρόμους της πόλης. Το γεγονός σήμερα αποτελεί σατυρική και μπουρλέσκ μεταμφίεση που με τα χρόνια έγινε το επίκεντρο του καρναβαλιού και που χρησιμεύει επίσης για να ξορκίσει τους αρχαίους φόβους, βέβαια ο κόσμος βιώνει πλέον επιδερμικά αυτά τα σημαντικά πολιτικά κοινωνικά και πολιτιστικά γεγονότα που αντιπροσωπεύουν σημαντικές στιγμές της ιστορίας της πόλης.

Στο Palazzolo Acreide (Συρακούσες)  το Καρναβάλι γιορτάζεται για έξι συνεχόμενες ημέρες με παρελάσεις αλληγορικών αρμάτων, τη συμμετοχή τυπικών τοπικών μασκών όπως το “cuturri”, ξενύχτια και πλάκες, με εδέσματα της περιοχής: κυριαρχεί το “Cavatieddi” _είδος ζυμαρικών. καρυκευμένο με χοιρινή σάλτσα, το λουκάνικο και τα κρουτόν πέστροφας. Η γνώση της προέλευσης είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, όπως συμβαίνει με πολλές άλλες πόλεις του νησιού και έχει να κάνει με ιστορία αιώνων

Μια άλλη γιορτή του Καρναβαλιού λαμβάνει χώρα στην πόλη Termini Imerese (Palermo). Κι εδώ γίνεται παρέλαση αλληγορικών αρμάτων που αναπαριστούν διάφορους χαρακτήρες από τον κόσμο της πολιτικής και της ψυχαγωγίας, με χορούς και το κάψιμο των δύο μαριονετών του “nannu” και “nanna”, ένα γεγονός που σηματοδοτεί το τέλος του. Επόμενη ενδιαφέρουσα εκδήλωση, πάντα στο Palermo είναι το “Il Mastro di Campo”, μια παντομίμα που λαμβάνει χώρα στην κεντρική πλατεία και παίρνει μέρος όλη η πόλη και τα περίχωρα.

Το γεγονός έχει προέλευση με μαρτυρίες από τον 17ο αιώνα και περιλαμβάνει μια φιγούρα με το πρόσωπό του καλυμμένο από μια κόκκινη μάσκα που προσπαθεί να κατακτήσει την αγαπημένη του βασίλισσα στο κάστρο της. Για κάποιους, το γεγονός θυμίζει τον Bernardo Cabrera που, το 1412, ανέβηκε στο Palazzo Steri στο Παλέρμο για να κατακτήσει την Bianca di Navarra, τη βασίλισσα που αγαπούσε. Στην πραγματικότητα η σύγκριση παρουσιάζει ιστορικές ασυνέπειες γιατί στην πραγματικότητα η βασίλισσα δεν ανταπέδωσε στον έρωτά του. Αυτή η τραγικοκωμική παντομίμα περιλαμβάνει επίσης τη συμμετοχή εξήντα περίπου μορφών ντυμένων με κοστούμια που χρονολογούνται από τον 15ο αιώνα.
Με την πάροδο των αιώνων, δεδομένης της ηλικίας του γεγονότος, το γεγονός έχει υποστεί αλλαγές, όπως η παρέμβαση του “Garibaldi” και ορισμένων από τους άνδρες του ξεκινώντας από τις αρχές του 1900. Η συμμετοχή του ήρωα των δύο κόσμων και των ανδρών του ζει και βασιλεύει, με τους Γαριβαλδίνους να επιδίδονται σε μάχη με τους Σαρακηνούς φρουρούς του κάστρου. Άλλοι χαρακτηριστικοί χαρακτήρες αυτής της παντομίμας είναι οι σύμμαχοι του επικεφαλής (Mastro di Campo), ληστές και αντάρτες που εκπροσωπούνται από την ομάδα Forforio που θέλουν να ανατρέψουν την τάξη που εκπροσωπείται από την Αυλή του Βασιλιά και ο “Diavolo Pecoraio” (προβατένιος διάβολος), μια φιγούρα καλυμμένη με προβιές που αντιπροσωπεύει τον πραγματικό αντίπαλος του ήρωα της παντομίμας. Φυσικά στο τέλος της παντομίμας, όλα καλά σύμφωνα με την παράδοση των πιο όμορφων παραμυθιών, ο Mastro di Campo καταφέρνει να κατακτήσει την αγαπημένη του.
Το Καρναβάλι της Sciacca (Agrigento Αγκριτζέντο) είναι ίσως ένα από τα πιο γνωστά σε όλη τη Σικελία.
Σε αυτή την πόλη στις πλαγιές του Monte San Calogero, το Καρναβάλι, μετά από μερικά χρόνια παρακμής, έχει γίνει πραγματικός πόλος έλξης για ντόπιους και τουρίστες, καθώς και ευκαιρία διασκέδασης και συμμετοχής για όλους _μακριά από τη θλιβερή καθημερινότητα της λαϊκής οικογένεια, που από τις επόμενες μέρες θα είναι πάλι εκεί, με παλιά και νέα αδιέξοδα. Η μεταμφίεση και η πολυτέλεια των πλωτών το έχουν κάνει ατραξιόν και  από τα πιο διάσημα καρναβάλια στην Ιταλία.
Το γεγονός έχει προέλευση δύο αιώνων, όταν το φεστιβάλ ήταν μια ευκαιρία όχι μόνο να προετοιμαστούν και να στολιστούν αλληγορικά άρματα και να αφεθούν ελεύθεροι στη χαρά, αλλά και να επιδοθούν στις “αμαρτίες της λαιμαργίας” πίνοντας κρασί, me λουκάνικο, μακαρόνια με σάλτσα και κανόλι μερικότα.
Τα αλληγορικά άρματα που προετοιμάζονται εδώ έχουν υποστεί θετικές τεχνολογικές καινοτομίες, που περιλαμβάνουν τη συμμετοχή αρχιτεκτόνων, τεχνιτών κεραμικής και γλυπτών για να γίνουν έτσι εντυπωσιακές κατασκευές για τις σατιρικές αναπαραστάσεις χαρακτήρων της εποχής μας.
Οι εκδηλώσεις ξεκινούν στην πόλη την Καθαρά Πέμπτη (giovedì grasso) με την παράδοση των κλειδιών της πόλης της μάσκας «Peppe Nnappa». Οι κεντρικές στιγμές του γεγονότος συμβαίνουν με την παρέλαση των αλληγορικών πλωτών, μια εκδήλωση που ξεκινά το Σάββατο και τελειώνει την Τρίτη. Το απόγευμα της Τρίτης, μετά από μέρες αφιερωμένες στο τραγούδι και το χορό, όλες οι γιορτές τελειώνουν με το κάψιμο του πλωτήρα «Peppe Nnappa» που καίγεται μαζί με τις σφυρίχτρες και τα σφυρίγματα.
Επίσης η πόλη Bronte (Κατάνια), γνωστή για την τεράστια παραγωγή φιστικιών στην οποία είναι αφιερωμένο ένα διάσημο πλέον φεστιβάλ, γιορτάζει το Καρναβάλι. Καλοκαίρι 21 Σεπτέμβρη …Είσαστε έτοιμοι να ζήσετε υπέροχες διακοπές;  στη Via Gramsci, θα παρελάσουν μερικές από τις πιο όμορφες στολές του αγαπημένου μας Καρναβαλιού Carnevale di Misterbianco! Ενώ στο παρελθόν αυτή η εκδήλωση αφορούσε τους δρόμους, με τους “Laddatori” -τοπικές μάσκες που αντιπροσωπεύουν τις φτωχότερες τάξεις- πλέον περιλαμβάνει παρέλαση με άρματα.
Το Καρναβάλι του Misterbianco (Κατάνια) έχει αλλάξει σημαντικά με τα χρόνια, αλλά παρέμεινε πάντα βασικό στοιχείο ευκαιρίας για διασκέδαση  διάλειμμα από την καθημερινότητα. Ενώ παλαιότερα υπήρχε το έθιμο να στήνεται μια σκηνή από όπου ένα μουσικό συγκρότημα διασκέδαζε τους συμμετέχοντες στο πάρτι με εύθυμα και χορευτικά σκετς, παίζοντας παιχνίδια και κοιτάζοντας πονηρά  γυναίκες, καλομασκαρισμένες, να καλούν φίλους να χορέψουν και να τους προσφέρουν λιχουδιές, αυτή τη στιγμή περιλαμβάνουν τεράστια παρέλαση με πάνω από επτακόσιες μάσκες. Η προετοιμασία των κοστουμιών, που είναι επίσης εξαιρετικής κατασκευής, απαιτεί πολύμηνη διαδικασία και άφθονη χρήση εκλεκτών υλικών και αυτό συμβάλλει στο να γίνει η εκδήλωση αληθινή ναυαρχίδα της πόλης.

·     Το Καρναβάλι του Paternò (Κατάνια) έχει χάσει μέρος της παλιάς του λάμψης , αλλά εξακολουθεί να παραμένει ένα ευχάριστο γεγονός της πόλης, με παρέλαση αλληγορικών άρμάτων και και μασκοφόρους πολλή μουσική στους δρόμους όπως συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά χάθηκε η συνήθεια με τις γυναίκες _ντυμένες με μαύρες μανδύες και μάσκες να καλούν τους άνδρες να χορέψουν χωρίς _υποτίθεται να αναγνωρίζονται.

·     Το Καρναβάλι του Acireale (επίσης Κατάνια) έχει πολύ αρχαία προέλευση, η οποία, υποτίθεται, χρονολογείται από τη γιορτή του πολιούχου San Sebastiano (Αγίου Σεβαστιανού) που εγκαινιάστηκε τον 17ο αιώνα, σε πλήρη αραγωνική κυριαρχία, και η οποία σύντομα έγινε αφορμή για δημόσιο εορτασμό με παιχνίδια. , μασκαράδες και διάφορα σόου. Επιπλέον, το 1800 γίνονταν παρελάσεις με άρματα ευγενών από τα οποία οι ντόπιοι πλούσιοι πετούσαν λιχουδιές στον κόσμο.
Μόλις το 1929 το φεστιβάλ πήρε οργανωμένη μορφή και, όσο περνούσαν τα χρόνια, γινόταν όλο και πιο πολυτελές και επιβλητικό, τόσο που έγινε σχεδόν υποχρεωτικός σταθμός για όσους ήθελαν να περάσουν λίγες μέρες ευφορίας πριν την έλευση της Σαρακοστής. Κάθε χρόνο γίνεται παρέλαση με ανθισμένα αλληγορικά άρματα από παπιέ-μασέ, φολκλόρ και μασκοφόρους ομάδες, παραστάσεις τραγουδιστών και ματζορετών, παραστάσεις λαϊκών παιχνιδιών καθώς και η ενεργή συμμετοχή των κατοίκων της πόλης και πολλών τουριστών.

·     Το Καρναβάλι που γιορτάζεται στο Belpasso (Malupassu, Marpassu or Mappassu -Μπελπάσο _Κατάνια) περιλαμβάνει, εκτός από το συνηθισμένο διάλειμμα από την καθημερινότητα και την καθιέρωση μιας χαρούμενης στιγμής αναψυχής και καθαρής διασκέδασης, διάφορες και ξεχωριστές εορταστικές στιγμές. Ξεκινά με το ρεσιτάλ ποιητών της τοπικής διαλέκτου, συνεχίζει με την παραδοσιακή αλλά πάντα συναρπαστική παρέλαση μασκοφόρων ομάδων που αποτελούνται κυρίως από πολιτιστικούς συλλόγους και τελειώνει με όλη τη συμμετοχή όλων στην κεντρική πλατεία με καλή (;;) ζωντανή μουσική και ο χορός.

Φυσικά, η πρωτεύουσα της Σικελίας έχει και το δικό της καρναβάλι. Όπως και τα άλλα, το Καρναβάλι του Παλέρμο έχει επίσης ένα ένδοξο παρελθόν πίσω από  πομπές με μπαρόκ κοστούμια, αλληγορικές φιγούρες και κωμωδές που παίζονται στις πλατείες. Η μαγική στιγμή αυτού του γεγονότος φάνηκε το 1700 όταν στη γιορτή συμμετείχαν από ευγενείς μέχρι τους απλούς ανθρώπους. Όλοι οι δρόμοι της πόλης, ιδιαίτερα οι κεντρικοί, όπως το “Cassaro” και η “Strada Nuova” (σσ. μεγάλες κεντρικές αρτηρίες), ήταν το σκηνικό των εορτασμών και των λεγόμενων “Carrozzate”, δλδ οι παρελάσεις αρμάτων που φιλοξενούσαν τους τοπικούς ευγενείς (σσ. που ξαφνικά “αγάπησαν” τον απλό κόσμο και του πρόσφεραν πάρτι _οίνον και θεάματα). Για να μην αναφέρουμε τα θέατρα της πόλης, το αδιαμφισβήτητο βασίλειο των παιχνιδιών και των μεταμφιέσεων. Επί του παρόντος, ο εορτασμός του Καρναβαλιού του Παλέρμο μπορεί να γίνει κατανοητός ως ανάκτηση της μνήμης και των παραδόσεων, ακόμα κάποιων ντόπιων που έχουν κάνει την περίσταση διάσημη, καθώς και ως προβολή των αρχιτεκτονικών ομορφιών της πόλης, δεδομένου ότι η εκδήλωση λαμβάνει χώρα κατά μήκος των μεγάλων δρόμων.

·        Το Καρναβάλι του Corleone (Κορλεόνε – μικρό χωριό έξω από το Παλέρμο) έχει ως σύμβολο τη μάσκα του “Riavlicchio”, σύμβολο της αναγέννησης της γιορτής του Κορλεόνε που κάποτε θάφτηκε για λόγους δημόσιας τάξης και αναβίωσε πρόσφατα για τη λαϊκή ανάγκη διασκέδασηw και διάλειμμα με το θλιβερό και το μονότονο σήμερα Στο παρελθόν, το φεστιβάλ είχε πιο δημοφιλές άρωμα και είδε την παρουσία πολυάριθμων “Riavlicchi” που έτρεχαν αμαχητί σε αγέλες στους δρόμους της πόλης συνοδευόμενοι από το χτύπημα καμπάνων πριν από τον ήχο των κόρνων, με καβαλάρηδες στους δρόμους. Η τελευταία στιγμή της εκδήλωσης του Κορλεόνε περιλαμβάνει το κάψιμο του “Nannu”, της μαριονέτας που το αντιπροσωπεύει, του οποίου ο «θάνατος» σημαίνει το τέλος μιας εποχής και τη γέννηση μιας επόμενης. Πριν από το ικρίωμα, η Μαριονέτα διαβάζει τη διαθήκη του από το μπαλκόνι του Δημοτικού Μεγάρου, στη συνέχεια λαμβάνει ένα περιδέραιο λουκάνικου και παραδίδει ψυχήν στην πυρά.

·        Η Francavilla di Sicilia (χωριό κοντά στη Messina με  3.900 κατοίκους), που αναπτύχθηκε κοντά στα διάσημα και υποβλητικά φαράγγια Alcantara και περιβάλλεται από τον ποταμό San Paolo και τον Zaviani, διοργανώνει κάθε χρόνο, όπως και άλλες Καρναβάλι που διαρκεί μια ολόκληρη εβδομάδα. Το φεστιβάλ βλέπει χορούς και πανηγύρια με μουσική παρελάσεις αλληγορικών αρμάτων, την προσωποποίηση του Καρναβαλιού με τη μάσκα της “Sua Maestà” (Αυτής Μεγαλειότητας), αρχικά με μεγάλη παρέλαση και στη συνέχεια από το “Gran Corteo Funebre” (Κηδεία Μεγάλης Πομπής) που θα θάψει την ίδια τη μάσκα μαζί με την περίοδο της διασκέδασης. Το αληθινό σύμβολο του Καρναβαλιού Francavilla είναι ο συλλογικός χορός, τα βραβεία και οι σπόνσορες

·        Στη μικρή Novara di Sicilia (~1400 κατοίκων) περιλαμβάνει, εκτός από τους παραδοσιακούς εορτασμούς, και το τουρνουά των τοπικών μορφών τυριού maiorchino-pecorino, που λαμβάνεται μέσω συγκεκριμένων διαδικασιών παρασκευής και ωρίμανσης και παίρνει σχήμα παρόμοιο με αυτό της παρμεζάνας . Είναι ένα γεγονός με τέσσερις αιώνες ιστορίας πίσω του και περιλαμβάνει τη συμμετοχή διαφόρων που αποτελούνται από ομάδες που κυλούν τροχούς τυριού που ζυγίζουν πάνω από δώδεκα κιλά στους δρόμους της πόλης. Η εκδήλωση έχει ως φυσική κατάληξη ένα φεστιβάλ κατά το οποίο μπορεί να καταναλωθεί όχι μόνο το εν λόγω τυρί, αλλά και ρικότα και τούμα (σσ. tuma ή toma είναι στάδιο στην παραγωγή του Pecorino, πριν από το αλάτισμα και την ωρίμανση).

·        Ακόμη και το Chiaramonte Gulfi (ιταλική κωμόπολη της επαρχίας Ραγκούζα _RG, με 8.137 κατοίκους.) γιορτάζει επιτέλους το Καρναβάλι που περιλαμβάνει όχι μόνο τα μάτια αλλά και τον ουρανίσκο. Πέρα από τα άρματα έχουμε γευσιγνωσία και απονομή  βραβείων με φεστιβάλ λουκάνικων.

Τα λέμε στο επόμενο curtigghiu _περισσότερα εδώ