Ήταν τέτοιες μέρες του 67, θες να δούμε opera; με ρώτησε ο φίλος μου ο Ciro, τότε είχε ήδη καμιά 150αριά μπομπίνες με ηχογραφημένες όπερες… όπερα; _του απάντησα μπλιάχ!! Andiamo e vedrai _και πήγαμε κι ακούσαμε Carmen, κι από τότε η opera έγινε διαχρονική αγάπη. Αργότερα μπήκα σε πιο βαθιά νερά Wagner Βαλκυρίες κλπ Wagner Βαλκυρίες...
“Αποκάλυψη τώρα” | Apocalypse now
Εν αρχή ην όπερα ως μουσικό θεατρικό είδος, δλδ μουσική σύνθεση που περιλαμβάνει συγχρόνως και σκηνική δράση. Οι διάλογοι των ηθοποιών της όπερας αποδίδονται με τη μορφή τραγουδιού ενώ η θεατρική παράσταση εκτυλίσσεται παρουσία μουσικού συνόλου. Δεδομένου πως το αστικό κράτος ποτέ δεν ασχολήθηκε με τη μουσική παιδεία του λαού παραμένει ως ένα από τα πιο δημοφιλή μουσικά είδη μόνο στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Ο όρος όπερα είναι ο πληθυντικός του λατινικού opus που σημαίνει το έργο, δηλώνοντας έτσι την ενσωμάτωση στην όπερα πολλών καλλιτεχνικών ειδών όπως η μουσική, το θέατρο, ο χορός και η σκηνογραφία _ονομάζεται επίσης το θέατρο που φιλοξενεί τις παραστάσεις (στα καθ ημάς Λυρική Σκηνή). Αποδίδεται συχνά στα ελληνικά _λάθος ως μελόδραμα
Μουσική δομήΗ
ποίηση της (διάλογοι) που αναδεικνύουν την πλοκή, αποτελεί το αποκαλούμενο
λιμπρέτο (libretto), το οποίο ανάλογα με το είδος της μπορεί να είναι σοβαρό ή
περισσότερο κωμικό. Υπάρχει γενικά διχογνωμία σχετικά με το αν το λιμπρέτο ή η
μουσική είναι το σημαντικότερο στοιχείο σε μια όπερα. Η μουσική είναι τις
περισσότερες φορές συνεχής και έχει ως απώτερο στόχο τη δραματοποίηση των
δρώμενων στη σκηνή.
Φωνές
Διακρίνονται
καταρχήν σε ανδρικές και γυναικείες.
· Υψίφωνος _♀
· Μεσόφωνος _♀
· Κοντράλτο _♀
· Κόντρα-τενόρος _♂
· Τενόρος _♂
· Βαρύτονος _♂
· Βαθύφωνος _♂
Τύποι ανδρικών φωνών
· Βαθύφωνος ή μπάσσος (bass) - καλύπτει τις χαμηλότερες νότες
· Βαρύτονος (baritone) - καλύπτει τις ενδιάμεσες περιοχές
· Τενόρος (tenor) ή οξύφωνος - καλύπτει τις υψηλότερες νότες
·
Κόντρα-τενόρος (countertenor) - καλύπτει τις υψηλότερες νότες
που μπορεί να φτάσει ανδρική φωνή.
§ Επειδή υπάρχουν μόνο λίγοι
κοντρα-τενόροι παγκοσμίως,
συχνά οι ρόλοι τους ερμηνεύονται από γυναίκες
Γυναικείες
· Κοντράλτο (contralto) - καλύπτει τις χαμηλότερες νότες
· Μεσόφωνος ή μέτσο-σοπράνο (mezzo soprano) - καλύπτει τις ενδιάμεσες περιοχές
· Υψίφωνος ή σοπράνο (soprano) - καλύπτει τις υψηλότερες νότες
Στους παραπάνω τύπους μπορούν να υπάρχουν και φωνές που ανήκουν σε ενδιάμεσες κατηγορίες
Η παραδοσιακή αποτελείται από δύο είδη τραγουδιού για την αφήγηση της πλοκής του έργου: το ρετσιτατίβο, το μέρος του διαλόγου που κατά κύριο λόγο προάγει τη δράση και την άρια, όπου μέσω ενός μονολόγου αποκρυσταλλώνεται μια συναισθηματική κατάσταση. Αρκετές φορές έχουμε ντουέτα ή μεγαλύτερα ακόμα φωνητικά σύνολα, χωρίς να λείπουν -αν και είναι σπανιότερα- χορωδιακά μέρη. Η στερεότυπη δομή μιας πράξης της όπερας υπαγορεύει πως οι βασικοί ήρωες-χαρακτήρες πρέπει να έχουν μια άρια σε κάθε πράξη. Επιπλέον, αποφεύγονται δύο διαδοχικές άριες ίδιου χαρακτήρα ή για τον ίδιο τύπο φωνής, ενώ το ρεπερτόριο των πρωταγωνιστών περιλαμβάνει περισσότερες άριες από το ρεπερτόριο δευτερευόντων χαρακτήρων του έργου.
Ιστορία
Το παλαιότερο ιστορικό έργο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως όπερα χρονολογείται στα 1597 και είναι η Δάφνη των Τζάκοπο Πέρι και Οτάβιο Ρινουτσίνι. Το έργο αυτό αποτέλεσε ουσιαστικά μια προσπάθεια μίμησης του κλασικού αρχαίου ελληνικού δράματος. Η Δάφνη δεν είχε διασωθεί. Ένα μεταγενέστερο έργο του Πέρι, η Ευρυδίκη, αποτελεί το παλαιότερο μουσικό κείμενο (παρτιτούρα) όπερας που διασώζεται έως σήμερα.
Σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη του είδους ήταν και η μονωδία. Το είδος αυτό αναπτύχθηκε από τους Ιταλούς συνθέτες στα τέλη του 16ου αιώνα. Η γέννηση της όπερας τοποθετείται γεωγραφικά στην Ιταλία, ωστόσο έγινε τόσο δημοφιλές είδος που σύντομα εξαπλώθηκε και στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, την Ισπανία και τη Ρωσία. Το 1637, στη Βενετία, κτίστηκε και το πρώτο θέατρο αποκλειστικά για παραστάσεις όπερας ενώ ακολούθησαν μόνο στην πόλη της Βενετίας επιπλέον 16 ανάλογα θέατρα, ενδεικτικό της απήχησης που είχε το είδος. Οι πρώτες όπερες χαρακτηρίζονταν ως dramma per musica, δηλάδή το δράμα μέσω μουσικής και τον 17ο ή 18ο αιώνα η πλοκή στις περισσότερες όπερες βασιζόταν στη μυθολογία ή σε ιστορικά γεγονότα. Η θεματολογία τους ήταν σοβαρή (opera seria) ή ακόμα και κωμική (opera buffa).
Μπαρόκ Όπερα
Η ανάπτυξη της μπαρόκ όπερας συντελέστηκε κυρίως στην Ιταλία (Ρώμη και Βενετία). Ένα από τα έργα που καθιέρωσαν την όπερα της Ρώμης ήταν το Sant'Alesio του Στέφανο Λάντι, στα 1632. Η παρουσία όμως του Κλάουντιο Μοντεβέρντι ήταν αυτή που βοήθησε την μπαρόκ όπερα να φθάσει στην ακμή της αλλά και να μετατραπεί από είδος ψυχαγωγίας της αριστοκρατίας της εποχής σε περισσότερο "λαϊκό" είδος ευρύτερης απήχησης. Το έργο Ορφέας του Μοντεβέρντι αποτελεί ίσως την παλαιότερη όπερα η οποία εκτελείται και σήμερα.
Η ανάπτυξη της ιταλικής σοβαρής όπερας ξεκίνησε με το έργο του ποιητή Apostolo Zeno (1688-1750) ο οποίος απέκλεισε τα κωμικά επεισόδια και αφαίρεσε από τα λιμπρέτι τις περιττές σκηνές δίνοντας έμφαση στον διδακτικό χαρακτήρα της όπερας. Οι χαρακτήρες των έργων σταδιακά άρχισαν να αποτελούν περισσότερο σύμβολα συγκεκριμένων ηθικών αξιών ή αρετών. Σημαντικό ρόλο στη σταθεροποίηση της μορφής της opera seria διαδραμάτισε και ο Pietro Trapassi (ή Metastasio), τα θέματα του οποίου στηρίζονταν πάνω σε μύθους της αρχαίας Ελλάδας και είχαν ως πρωταρχικό σκοπό την πνευματική και ηθική εξύψωση του ακροατή-θεατή. Μεταξύ των πράξεων μιας σοβαρής όπερας παρεμβαλλόταν συχνά και ένα σύντομο κωμικό ιντερλούδιο που αποσκοπούσε στη χαλάρωση των θεατών μέσω της σάτιρας ή της παρωδίας, μια μορφή διαλείμματος. Η πλοκή στα ιντερλούδια διέφερε συνήθως από αυτή της σοβαρής όπερας και σταδιακά αυτονομήθηκαν σχηματίζοντας έτσι ένα νέο είδος, το ιντερμέδιο (intermezzo), με σημαντική ανάπτυξη κυρίως στη Νάπολη την περίοδο 1710-1730.
Γαλλική όπεραΣε
αντιδιαστολή -- και ίσως ανταγωνισμό -- με την Ιταλική όπερα, αναπτύχθηκε μια
ξεχωριστή παράδοση Γαλλικής όπερας, με έργα γραμμένα στη γαλλική γλώσσα, της
οποίας ιδρυτής θεωρείται ο Ζαν Μπατίστ Λυλί. Η γέννηση της γαλλικής όπερας
χρονολογείται επισήμως στα 1669 με την ταυτόχρονη επανασύσταση της Βασιλικής
Ακαδημίας Μουσικής από τον Lully. Ως πρόδρομοι της αναφέρονται συχνά η γαλλική
τραγωδία, τα χορευτικά μπαλέτα στις βασιλικές αυλές αλλά και η ιταλική όπερα.
Οι όπερες του Lully αποτελούνταν από πέντε πράξεις και έναν πρόλογο ενώ
περιελάμβαναν και χορευτικά μέρη μπαλέτου. Η μουσική διαδραμάτιζε εξίσου
σημαντικό ρόλο με το κείμενο, το οποίο συχνά περιείχε θετικές αναφορές στη
βασιλική εξουσία. Οι μεταγενέστερες όπερες του Ζαν Φιλίπ Ραμώ δεν είχαν γενικά
μεγάλη απήχηση ενώ οι μικρές αποκλίσεις τους από την παράδοση του Lully
προκάλεσαν την αντίδραση αρκετών κριτικών της εποχής σε συνδυασμό και με την
άνοδο της ιταλικής όπερας μέσα στη Γαλλία. Η ανάμιξη της παραδοσιακής γαλλικής
όπερας του Lully με την ιταλική όπερα ή με άλλες επιρροές όπως το τραγούδι bel
canto οδήγησε τελικά στη δημιουργία της Grand Opera (Μεγάλη Όπερα), ένα από τα
πιο εκλεπτυσμένα οπερετικά είδη του 19ου αιώνα.
Όψη του θεάτρου San Carlo της Napoli από την Gelleria
Ιταλία: η μεταρρύθμιση
Η δομή της σοβαρής όπερας θεωρήθηκε από αρκετούς Ιταλούς συνθέτες δύσκαμπτη και απόλυτη, γεγονός που τους οδήγησε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων με απώτερο σκοπό να γίνει η όπερα περισσότερο φυσική και ρεαλιστική. Πρώτα δείγματα τροποποιήσεων ήταν νέες μορφές άριας, η χρήση μεγαλύτερων φωνητικών συνόλων και η ενίσχυση του ρόλου της ορχήστρας. Οι σημαντικότεροι συνθέτες της μεταρρύθμισης στην όπερα ήταν οι Ιταλοί Νικολό Τζομμέλλι (1714-1774) και Τομμάζο Τραέτα (1727-1779). Είναι άξιο αναφοράς το γεγονός πως αυτοί οι συνθέτες είχαν εργαστεί και σε γαλλικές βασιλικές αυλές, με αποτέλεσμα οι όπερες τους να διακρίνονται από ένα κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, συνδυάζοντας τη γαλλική με την ιταλική όπερα. Τελικά, ο συνθέτης που καθιέρωσε ένα νέο τύπο όπερας αναμιγνύοντας τη γαλλική με την ιταλική οπερετική παράδοση ήταν ο Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ (1714-1787), γεννημένος στη Βαυαρία και βασιλικός συνθέτης στην αυλή της Βιέννης. Ο Γκλουκ απλοποίησε σημαντικά τη μουσική δομή της όπερας, πρόσθεσε την εισαγωγή ως αναπόσπαστο μέρος του δράματος, χρησιμοποίησε τη χορευτική μουσική της γαλλικής όπερας ενώ σε πολλές από τις δικές του όπερες συνέθεσε μεγάλες ενιαίες σκηνές με ανάμιξη ρετσιτατίβων και αριών. Σημαντικότερα έργα του θεωρούνται ο Ορφέας, το Ορφέας και Ευριδίκη, η Αρμίδα, η Ιφιγένεια εν Αυλίδι και η Ιφιγένεια εν Ταύροις. Η επιρροή του είναι εμφανής και σε μεταγενέστερες όπερες των Λουίτζι Κερουμπίνι (1760-1842), Γκασπάρο Σποντίνι (1774-1851) και Εκτόρ Μπερλιόζ (1803-1869).
Γερμανική όπερα
Στη Γερμανία παρατηρήθηκε η δημιουργία του αποκαλούμενου singspiel, ένα είδος γερμανικής κωμικής όπερας. Σημαντικότερο δείγμα αυτού του είδους αποτελεί κατά γενική ομολογία ο Μαγικός Αυλός (1791) του Μότσαρτ, που τοποθετείται πολύ υψηλά σε ολόκληρη τη γερμανική παράδοση και αποτέλεσε και τη βάση για την ανάπτυξη της γερμανικής ρομαντικής όπερας. Στις αρχές του 19ου αιώνα παρουσιάζεται η μοναδική όπερα του Μπετόβεν (Φιντέλιο) καθώς και οι όπερες των Καρλ Μαρία φον Βέμπερ και Χάινριχ Μάρσνερ, που περιέχουν στοιχεία του γερμανικού singspiel και μελοδράματος, ενώ αποτελούν σημαντικές επιρροές στα έργα του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Οι όπερες του Βάγκνερ στιγμάτισαν το είδος με το μεγαλειώδες ύφος τους και καινοτόμησαν ως προς την ανάμειξη του ρετσιτατίβο και της άριας, ταυτόχρονα με τη διαρκή συνοδεία της ορχήστρας δημιουργώντας την αίσθηση μιας διαρκούς μελωδίας που διακόπτεται σε κεντρικά σημεία της πλοκής.
Η όπερα τον 19ο αιώνα
Πέρα από τη ρομαντική όπερα της Γερμανίας, η ιταλική όπερα, στις αρχές του 19ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την παρουσία συνθετών όπως ο Τζουζέπε Βέρντι, ο Τζοακίνο Ροσσίνι, ο Γκαετάνο Ντονιτσέτι και ο Βιντσέντσο Μπελλίνι. Στην ιταλική όπερα της εποχής αυτής, οι άριες χωρίζονται συνήθως σε δύο μέρη, ένα μέρος αργού ρυθμού που διαδέχεται ένα γρήγορο ρυθμικά μουσικό τμήμα. Ανάμεσα στις σημαντικότερες όπερες αυτής της περιόδους ανήκουν ο Κουρέας της Σεβίλλης (1816), κωμική όπερα του Ροσσίνι, καθώς και αρκετές τραγωδίες του Ντονιτσέττι όπως η Lucia di Lammermoor (1835). Στο δεύτερο μισό του αιώνα κυριαρχεί η μορφή του συνθέτη Τζουζέπε Βέρντι με σημαντικές όπερες όπως το Rigoletto (1851), η Τραβιάτα και η Αΐντα. Η τραγική όπερα του Βέρντι Οθέλος (1887) και η κωμική όπερα του Φάλσταφ (1893) περιέχουν λιμπρέτι του Αρρίγκο Μπόιτο βασισμένα σε έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Στα τέλη του 19ου αιώνα, έκανε την εμφάνισή του και το στυλ όπερας Βερισμός που χαρακτηρίζεται ως ένα συναισθηματικό και ρεαλιστικό μελόδραμα. Το είδος αυτό υπηρέτησε μεταξύ άλλων και ο Τζιάκομο Πουτσίνι, ένας από τους σημαντικότερους διαδόχους του Βέρντι, ειδικότερα με τις όπερες La Boheme (1896) και Tosca (1900). Στη Γερμανία του 19ου αιώνα ξεχώρισε το έργο του Ρίχαρντ Βάγκνερ.
Συνθέτες _ενδεικτικά
§ Giuseppe Verdi
§ Wolfgang Amadeus Mozart
§ Vincenzo Bellini
§ Gaetano Donizetti
§ Jacques Offenbach
§ Georges Bizet
§ Hector Berlioz
§ Giacomo Puccini
§ Gioacchino Rossini
§ Modest Mussorgsky
§ Benedikt Smetana
§ Nikolai Rimsky-Korsakov
§ Daniel François Esprit Auber
§ Umberto Giordano
§ Pietro Mascagni
§ Richard Wagner
§ Richard Strauss
§ Ruggiero Leoncavallo
§ Charles Gounod
§ Modest Mussorgsky
§ Benedikt Smetana
§ Amilcar Ponchielli
§ Ambroise Thomas
§ Henri Febriès
§ Arrigo Boito
§ Victor Herbert
§ Gustave Charpentier
§ Engelbert Huberding
§ Hermano Wolf-Ferrari
§ Jacques Alevy
§ Jules Massenet
§ Ignaz Paderewski
§ Italo Montemezzi
§ Camille Saint-Saëns
§ Carl Maria von Weber
§ Carl von Goldmark
§ Clément-Philibert
§ Léo Delibes
§ Claude Debussy
§ Christoph Willibald Gluck
§ Luigi Ricci
§ Ludwig van Beethoven (έγραψε μόνο μια _Fidelio)
§ Paul Duca
§ Giacomo Meyerbeer
§ Federico Ricci
§ Ferdinand Erold
§ Franco Leoni
§ Friedrich von Flotow
Τα Διεθνή Βραβεία Όπερας είναι μια ετήσια τελετή απονομής βραβείων που τιμά την αριστεία στην όπερα σε όλο τον κόσμο. Ιδρύθηκαν το 2013 από τον Χάρι Χάιμαν, Βρετανό επιχειρηματία, “φιλάνθρωπο” και υποστηρικτή της όπερας, και τον Τζον Άλισον, Εκδότη του Opera Magazine, με στόχο να γιορτάσει την όπερα ως μορφή τέχνης διεθνώς.
Τα βραβεία απονέμονται σε περίπου 20 κατηγορίες κάθε χρόνο. Οι υποψηφιότητες για όλες τις κατηγορίες είναι ανοιχτές στο ευρύ κοινό, το οποίο υποβάλλει τις επιλογές του μέσω ηλεκτρονικής φόρμας. Οι μακροσκελείς λίστες που δημιουργούνται από αυτή τη διαδικασία εξετάζονται στη συνέχεια από μια επιτροπή (κριτικών όπερας) και διαχειριστών, οι οποίοι ανακοινώνουν τις βραχείες λίστες πριν από την τελετή. Οι νικητές καθορίζονται με μυστική ψηφοφορία, με εξαίρεση το Βραβείο Αναγνωστών του Opera Magazine, το οποίο αποφασίζεται με δημόσια ψηφοφορία. Τα εναρκτήρια διεθνή βραβεία όπερας πραγματοποιήθηκαν στο Λονδίνο το 2013. Το 2015, τα Βραβεία άλλαξαν από τη μορφή δείπνου σε θεατρική παράσταση, με παραστάσεις από προηγούμενους νικητές, φιναλίστ και άλλους εξέχοντες ερμηνευτές της όπερας. Οι τελετές του 2015 και του 2016 πραγματοποιήθηκαν στο Θέατρο Savoy στο Λονδίνο. Από το 2017 έως το 2019, η τελετή πραγματοποιήθηκε στο London Coliseum και στο Sadler's Wells, με την Orpheus Sinfonia ως την ορχήστρα των Βραβείων.
Το 2022, η τελετή πραγματοποιήθηκε στο Teatro Real στη Μαδρίτη. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που η τελετή πραγματοποιήθηκε εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και η πρώτη με φυσική παρουσία από το 2019, λόγω της πανδημίας. Το 2023 στο Teatr Wielki, έδρα της Εθνικής Όπερας της Πολωνίας. Τα βραβεία συγκεντρώνουν χρήματα για ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα που απονέμει υποτροφίες σε επίδοξους καλλιτέχνες όπερας που έχουν οικονομική ανάγκη. Στους δικαιούχους περιλαμβάνονται τραγουδιστές, μαέστροι, συνοδοί, διευθυντές και σύνολα. Οι αιτήσεις γίνονται δεκτές ετησίως και είναι ανοιχτές σε καλλιτέχνες από οποιαδήποτε χώρα. Τα International Opera Awards φιλοξενούνται για πρώτη φορά στη χώρα μας, στην Εθνική Λυρική Σκηνή (όχι βέβαια για την πάλαι ποτέ στην Ακαδημίας αλλά στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος δείτε εδώΗ τελετή θα παρουσιαστεί το BBC και την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής θα διευθύνει ο Κωνσταντίνος Τερζάκης ενώ θα συμμετέχουν σολίστ, πολυφωνικό σύνολο, η Χορωδία, το Μπαλέτο και η Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ. Το πρόγραμμα, αφιερωμένο στα έργα κορυφαίων ελλήνων δημιουργών, συνθέτει ένα εντυπωσιακό λυρικό πανόραμα: Συνθέσεις των Σπυρίδωνος Σαμάρα, Παύλου Καρρέρ, Θεόφραστου Σακελλαρίδη, Νίκου Σκαλκώτα, Μίκη Θεοδωράκη και του διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργου Κουμεντάκη θα ερμηνεύσουν οι διαπρεπείς μονωδοί Βασιλική Καραγιάννη, Μαρία Κοσοβίτσα, Δημήτρης Πλατανιάς και Γιάννης Χριστόπουλος.
Η τελετή κρύβει βεβαίως και εκπλήξεις που θα αποκαλυφθούν επί σκηνής καθώς σημαντικοί λυρικοί καλλιτέχνες της εποχής μας που είναι υποψήφιοι για τα μεγάλα βραβεία θα ερμηνεύσουν αποσπάσματα από διάσημες όπερες, μια θρυλική μορφή της λυρικής τέχνης θα ανέβει στη σκηνή για να βραβευτεί για το έργο της, ενώ, παράλληλα, την εκδήλωση θα τιμήσουν με την παρουσία τους και εκπρόσωποι των μεγαλύτερων λυρικών θεάτρων του πλανήτη. Ανάμεσα στις φετινές υποψηφιότητες ξεχωρίζει, η δική μας «Δύναμη του πεπρωμένου» του Βέρντι, σε σκηνοθεσία Ροδούλας Γαϊτάνου, που διεκδικεί το βραβείο «Νέας παραγωγής».







Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ℹ️ Η αντιγραφή και χρήση (αναδημοσίευση κλπ) αναρτήσεων στο σύνολό τους ή αποσπασματικά είναι ελεύθερη, με απλή αναφορά στην πηγή
ℹ️ Οι περισσότερες εικόνες που αναπαράγονται σε αυτόν τον ιστότοπο είναι πρωτότυπες ή μακέτες δικές μας.
Κάποιες που προέρχονται από το διαδίκτυο, αν δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο τις θεωρούμε δημόσιες χωρίς «δικαιώματα» ©®®
Αν υπάρχει πηγή την αναφέρουμε πάντα
Τυχόν «ιδιοκτήτες» φωτογραφιών ή θεμάτων μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν μαζί μας για διευκρινήσεις με e-mail.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ
🔻 Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Αν σχολιάζετε σαν «Ανώνυμος» καλό είναι να χρησιμοποιείτε ένα διακριτικό όνομα, ψευδώνυμο, ή αρχικά
🔳 ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:
Α) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
Β) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Γ) εκτός θέματος ανάρτησης
Δ) με ασυνόδευτα link (spamming)
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά - όχι "Greeklings"