Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγ. Βαρβάρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αγ. Βαρβάρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

04 Δεκεμβρίου 2024

Το έθιμο της “Βαρβάρας”

           Καλημέρα σας
           Χρόνια πολλά σε Φίλες που γιορτάζουν 🌺🥀🌹

Θρακιώτικο έθιμο, είναι η “βαρβάρα” _την έκαναν (και την κάνουν ακόμη) προς τιμήν της Αγίας Βαρβάρας για να προστατεύει _λένε η Αγία τα παιδιά, από την ιλαρά. Ήθελαν να τη γλυκάνουν με τούτο το νόστιμο γλυκό. Τα παιδιά μόλις σηκώνονταν πρωί πρωί, έτρεχαν στο τραπέζι να φάνε τη β(Β)αρβάρα. Με ένα κουπάκι βαρβάρα πήγαιναν όλα τα παιδιά στο σχολείο. Έπρεπε να πάνε να μοιράσουν και στους δασκάλους τους… Τη γιορτάζανε με πολλή ευλάβεια. Από κανένα σπίτι δεν έλειπε ανήμερα στη γιορτή της. Το στάρι που χρησιμοποιούσαν ήταν ασπρόσταρο (σκληρό σιτάρι). Μισό στρέμμα ασπρόσταρο έσπερναν εκείνα τα χρόνια. Ίσα ίσα να το έχουνε που χρειαζόταν όλη τη χρονιά για την οικογένεια τους.

Με πολλή προσοχή οι νοικοκυρές ετοίμαζαν το καλοκαίρι το στάρι για αυτήν τη μέρα και για τις άλλες χρήσεις του. Βρέχανε το ασπρόσταρο και το στούμπιζαν στο μεγάλο ξύλινο γουδί! Γύριζαν το τσεκούρι ανάποδα και με το στυλιάρι του το χτυπούσαν για να φύγει η φλούδα του. Μετά το άπλωναν πάνω σε τραπεζομάντηλα για να φύγει εντελώς η υγρασία από το νερό που είχε απορροφήσει. Όταν στέγνωνε, το αποθήκευαν για τον χειμώνα μέσα σε πάνινα σακουλάκια.

Το σουσάμι επίσης ήταν καλλιέργεια του κάθε νοικοκυριού. Κοπιαστική καλλιέργεια, μα τα οφέλη του σουσαμιού στον οργανισμό πολλά. Το σουσάμι πλενόταν καλά και έμπαινε στο φούρνο να στεγνώσει και να ψηθεί. Το σουσάμι έπρεπε να στουμπιστεί σε μικρό γουδί με το γουδοχέρι. Μοσχοβολούσε το ψημένο σουσάμι και δίνει την δικιά του ξεχωριστή γεύση στην βαρβάρα. Άλλα υλικά που έβαζαν στην βαρβάρα ήταν: ζάχαρη ,καρύδια χοντροκομμένα ,σταφίδες και σύκα. Μερικές νοικοκυρές έβαζαν και κομμάτια κολοκύθας ή φέτες μήλου.Το σιτάρι το έβραζαν από την παραμονή της γιορτής.

Χαράματα έβαζαν την κατσαρόλα με το βρασμένο στάρι πάνω στην σόμπα. Όταν άρχιζε να κοχλάζει τότε έριχναν στην κατσαρόλα τις σταφίδες, τα σύκα, τη ζάχαρη, την κανέλα, τις φέτες του μήλου και της κολοκύθας. Όταν έβαζαν τη βαρβάρα στο πιάτα, πασπάλιζαν από πάνω τριμμένο καρύδι , σουσάμι και κανέλα.

Πρωί, πρωί οι νοικοκυρές θύμιαζαν τη βαρβάρα που είχαν ετοιμάσει και έβγαιναν να μοιράσουν στα σπίτια της γειτονιάς τους. Έδιναν το μπωλάκι στην άλλη νοικοκυρά, εκείνη το άδειαζε σε ένα δικό της πιάτο και γέμιζε το μπολ με την δικιά της βαρβάρα.Όλες προσπαθούσαν να βγουν πρώτες για το μοίρασμα. Όποια έβγαινε πρώτη ήταν κουσκούθκ (γρήγορη). Της καλής νοικοκυράς η βαρβάρα είναι άσπρη, έλεγαν οι παλαιότερες και καμαρώναν αν η δικιά τους ήταν από τις καλύτερες…. !!!

Το έθιμο της Βαρβάρας έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα και τα δείπνα της Εκάτης, και αργότερα προσαρμόστηκε από τον χριστιανισμό και τηρείται στη Θράκη μέχρι και σήμερα ως μέρος της λαϊκής λατρευτικής παράδοσης. Σύμφωνα με το έθιμο, η βαρβάρα ετοιμάζεται αποβραδίς και ανήμερα της Αγίας Βαρβάρας μοιράζεται ζεστή και αχνιστή στα γειτονικά σπίτια.

Υλικά

·     Σιτάρι αποφλοιωμένο (κατά προτίμηση “ασπρόσταρο”)

·     ξηροί καρποί της αρεσκείας μας

·     ζάχαρη ή γλυκαντικό της επιλογής μας

·     σταφίδες

·     ξερά σύκα ή άλλα αποξηραμένα φρούτα

·     ρόδι

·     κανέλλα

·     κύμινο

·        Μουλιάζουμε το σιτάρι σε νερό για 6-8 ώρες.

·        Αφού το ξεπλύνουμε καλά, το βράζουμε σε μπόλικο νερό, για 30-45’ μέχρι να σκάσει το σιτάρι και να χυλώσει. Ίσως χρειαστεί έξτρα νερό, κατά τη διάρκεια του βρασμού.

·        Ανακατεύουμε, ειδικά προς στο τέλος, για να μην μας κολλήσει στον πάτο της κατσαρόλας. Όσο ανακατεύουμε τόσο πιο πολύ χυλώνει το σιτάρι μας. (Θέλουμε να πετύχουμε μια υφή ελαφρώς πιο υδαρούς ριζότο).

·        Καβουρδίζουμε λίγο αλεύρι στο αντικολλητικό τηγάνι (3 κ.σ. για 500g σιτάρι) μέχρι να χρυσίσει, όχι να καεί. Διαλύουμε το αλεύρι σε λίγο κρύο νερό, το προσθέτουμε στη σούπα του σιταριού και ανακατεύουμε. Σε αυτό το στάδιο, μπορούμε να προσθέσουμε μια πρέζα αλάτι και λίγες σταφίδες για να φουσκώσουν.

·        Η βάρβαρα μας είναι έτοιμη! Μεταφέρουμε την ποσότητα που θέλουμε σε μπολάκι και προσθέτουμε ζάχαρη κατά βούληση (εγώ προσθέτω περίπου 2 κ.γ.) και από πάνω κανέλλα, τριμμένο καρύδι ή αμύγδαλο, καβουρδισμένο σουσάμι, ρόδι, αποξηραμένα φρούτα όπως σύκα ή βερίκοκα. Το έθιμο θέλει να έχουμε σύνολο 7 υλικά. Το μαγικό μπαχαρικό: το κύμινο. Προσθέστε λίγο κύμινο και θα με θυμηθείτε.

Ο ασουρές (τουρκικά: Aşure) ή βαρβάρα είναι ένα γλυκό, γνωστό στους Τούρκους και ως το γλυκό του Νώε, το οποίο παραδοσιακά υπάρχει στην Ελλάδα και στην Τουρκία, αλλά είναι διαδεδομένο και στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Το γλυκό εμφανίζεται στην παράδοση τόσο των χριστιανών όσο και των μουσουλμάνων των περιοχών αυτών. Περιέχει ένα μείγμα από σπόρους, όσπρια, όπως φασόλια και ρεβίθια, σιτάρι, ξηρούς καρπούς και φρούτα και σερβίρεται ζεστό, [2] πασπαλισμένο με κανέλα και γαρνιρισμένο με ξηρούς καρπούς, ρόδι, σταφίδες κλπ.

Μουσουλμανικός Κόσμος

Οι μουσουλμάνοι το σερβίρουν τον πρώτο μήνα του Ισλαμικού ημερολογίου Μουχαρέμ και συγκεκριμένα στις 10 του μήνα όταν γιορτάζεται η Ημέρα του Ασουρέ (Τουρκικά: Aşure Günü).

86+ χρόνια μια Βαρβάρα δεν τα χάνει τον αγκίστρωσε τον πιάνει τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια!

 Ασουρές

 Υλικά

·      400gr σιτάρι
400gr ζάχαρη
150gr ξανθή σταφίδα
50gr μαύρη σταφίδα
150gr ξερά βερίκοκα
75gr καρύδια κομμένα στα τέσσερα
100gr σύκα ψιλοκομμένα
50gr φιστίκια Αιγίνης
50gr αμύγδαλα αποφλοιωμένα
50gr φουντούκια αποφλοιωμένα
50gr κουκουνάρια
1 ποτ. κόκκους ροδιού
ροδόνερο

Εκτέλεση

·        Βράζουμε το σιτάρι μέχρι να μαλακώσει και να χυλώσει.

·        Χαμηλώνουμε τη φωτιά και προσθέτουμε τη ζάχαρη, τα βερίκοκα κομμένα στα τέσσερα και τις σταφίδες.

·        Ανακατεύουμε με ξύλινη κουτάλα κατά διαστήματα, για να μην πίάσει ο πάτος της κατσαρόλας.

·        Αφήνουμε να πάρει αρκετές βράσεις, μέχρι να χυλώσει.

·        Ρίχνουμε τα καρύδια, τα φιστίκια, τα φουντούκια, τα αμύγδαλα, τα κουκουνάρια και τα σύκα.

·        Αφήνουμε να βράσουν για 5λ.

·        Αδειάζουμε τον ασουρέ σε βαθύ μπολ.

·        Όταν κρυώσει, γαρνίρουμε με κόκκους ροδιού και πασπαλίζουμε με ροδόνερο.

Από το βιβλίο: Σούλα Μπόζη,
Πολίτικη κουζίνα, παράδοση αιώνων,
εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2003.

__________________

Η Αγία Βαρβάρα ήταν ένα όμορφο κορίτσι που έζησε στην πόλη της Νικομήδειας στη Μικρά Ασία, επί Ρωμαίου Αυτοκράτορα Μαξιμιανού. Ο Διόσκορος ή Διόσορος, ο φανατικός εθνικός (ειδωλολάτρης) πατέρας της, την είχε κλεισμένη σε ένα πύργο προκειμένου να τη διαφυλάξει από μνηστήρες. Ωστόσο μυστικά προσηλυτίστηκε στον Χριστιανισμό. Ο πατέρας της διέταξε να χτιστεί για αυτή ένα λουτρό, ούτως ώστε να μην χρειάζεται να χρησιμοποιεί τα δημόσια λουτρά. Ενώ το σχέδιο για το λουτρό προέβλεπε αρχικά δύο παράθυρα, η Βαρβάρα εγκατέστησε άλλο ένα για να τιμήσει την Αγία Τριάδα εκμυστηρευόμενη τον λόγο στον πατέρα της.

Τότε ο πατέρας της, βλέποντας αυτή την αλλαγή, εξεμάνη και διέταξε να την παραδώσουν στον Ρωμαίο Έπαρχο κατά τους διωγμούς των Χριστιανών. Ο Έπαρχος θαυμάζοντας την ομορφιά της προσπάθησε στην αρχή να τη μεταπείσει, βλέποντας όμως ότι εκείνη ήταν ανένδοτη την υπέβαλε σε μαρτύρια, περισσότερο για να τη σώσει από την οργή του πατέρα της που ήθελε να φονευθεί. Τελικά ο Έπαρχος διέταξε τον αποκεφαλισμό της, και όρισε την ποινή να εκτελέσει ο ίδιος ο πατέρας της που ήταν και επιθυμία του.

Στις αγιογραφίες εικονίζεται να κρατά άγιο ποτήριο, κλαδί φοίνικα ή σταυρό μαρτυρίου. Σε άλλες αγιογραφίες βρίσκεται ιστάμενη προ πύργου με τρία παράθυρα. Η Εκκλησία τιμά την Αγία Βαρβάρα κάθε χρόνο στις 4 Δεκεμβρίου. Την ημέρα εκείνη γιορτάζουν όσοι έχουν τα ονόματα Βαρβάρα, Ρούλα, Ρίτσα, Βαρβάρω, Βαρβαρούλα και Βαρβαρίτσα. Η Αγία Βαρβάρα είναι πολιούχος των πόλεων της Δράμας και του Ρεθύμνου. Η σύνδεση της Αγίας με κεραυνό συσχέτισε την επίκλησή της έναντι κεραυνού και φωτιάς. Έτσι η Αγία Βαρβάρα θεωρείται προστάτιδα αγία του Πυροβολικού καθώς επίσης των μεταλλωρύχων, των ανθρακωρύχων και των εργαζόμενων σε λατομεία, υπόγεια έργα, σήραγγες και ορυχεία. Επίσης είναι προστάτιδα των σταφιδεργατών στο Ηράκλειο Κρήτης. Παλαιότερα «Αγία Βαρβάρα» ονόμαζαν οι ναυτικοί τις πυριτιδαποθήκες και τους χώρους πυρομαχικών των πολεμικών πλοίων.


Η λέξη Βαρβάρα προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη βάρβαρος η οποία είναι ηχομιμητική της λέξης βαρβαρ που χρησιμοποιούνταν από τους αρχαίους έλληνες για να αποδώσουν το πως ηχούσαν οι άλλες γλώσσες σε αυτούς. Ίσως έχει της ρίζες της στην εβραϊκή λέξη barbarah που σημαίνει “τραυλός”.

04 Δεκεμβρίου 2022

86+ χρόνια μια Βαρβάρα δεν τα χάνει τον αγκίστρωσε τον πιάνει τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια!


Η Βαρβάρα κάθε βράδυ στη Γλυφάδα ξενυχτάει
και ψαρεύει τα λαβράκια, κεφαλόπουλα, μαυράκια
Το καλάμι της στο χέρι, κι όλη νύχτα στο καρτέρι
περιμένει να τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει

Ένας κέφαλος βαρβάτος, όμορφος και κοτσονάτος
της Βαρβάρας το τσιμπάει, το καλάμι της κουνάει
Μα η Βαρβάρα δεν τα χάνει τον αγκίστρωσε τον πιάνει
τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια

Κοίταξε μωρή Βαρβάρα, μη σου μείνει η λαχτάρα
τέτοιος κέφαλος με νύχι, δύσκολα να σου πετύχει
Βρε Βαρβάρα μη γλιστρήσει και στη θάλασσα βουτήξει
βάστα τον απ’ το κεφάλι μη σου φύγει πίσω πάλι

Στο καλάθι της τον βάζει κι από την χαρά φωνάζει
έχω τέχνη έχω χάρη ν’ αγκιστρώνω κάθε ψάρι
Για ένα κέφαλο θρεμένο όλη νύχτα περιμένω
που θα ‘ρθεί να μου τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει

Η ιστορία της δίωξης ενός ρεμπέτικου τραγουδιού από τη Μεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936. Πρόκειται για τη "Βαρβάρα", του Παναγιώτη Τούντα, η οποία ηχογραφήθηκε -μάλλον- αρχές του 1936, έγινε διάσημη αμέσως, τραγουδιόταν παντού και πουλούσε απίστευτα... Τραγούδησε ο Στελλάκης Περπινιάδης και έπαιξε η ορχήστρα του Γιουβάν Τσαούς.
Σύμφωνα με τις – έντονες – φήμες της εποχής το τραγούδι αναφερόταν στην κόρη του φασίστα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά,  Λουκία (Λουλού) Μεταξά – Μαντζούφα, διαβόητη επικεφαλής του γυναικείου τμήματος της «Εθνική Οργανώσεως Νεολαίας» – ΕΟΝ.
Το τραγούδι περιγράφει τον «έκλυτο» νυχτερινό βίο μιας κυρίας της «υψηλής» τάξης, προκαλεί πάταγο στη συντηρητική κοινωνία της εποχής και γνωρίζει εκτός των άλλων τεράστια εμπορική επιτυχία, πουλώντας δεκάδες χιλιάδες δίσκους. Οι αριστοτεχνικά δομημένοι με σεξουαλικά υπονοούμενα στίχοι του «διεγείρουν» τα όργανα του φασιστικού καθεστώτος που απαγορεύουν τη «Βαρβάρα» και εξαπολύουν πογκρόμ σε σπίτια και μαγαζιά κατάσχοντας και καταστρέφοντας χιλιάδες αντίτυπα και μοιράζοντας παντού πρόστιμα.
Ο Τούντας ως δημιουργός του τραγουδιού αλλά και υπεύθυνος ηχογραφήσεων της «Κολούμπια», σέρνεται σε δίκη που αποτελεί μεγάλο γεγονός και μονοπωλεί το ενδιαφέρον του κόσμου.

🎶🤗 Δείτε ανέκδοτα σπάνια ηχητικά, που δεν υπάρχουν στο YouTube



Μ' αυτήν την ετικέτα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά η "Βαρβάρα".
 Το όνομα του Γιουβάν Τσαούς δεν υπάρχει πάνω στην ετικέτα,
αν και στο σημείο 2:48 του τραγουδιού ο Στελλάκης τον χαιρετάει
 λέγοντάς του “Γεια σου Γιουβάν Τσαούς με την παρέα σου".
"Βαρβάρα" (Π. Τούντα), Στελλάκης Περπινιάδης, 1936
Ο Γιουβάν Τσαούς και διαφημιστικό της "Βαρβάρας"
Μεγάλη διαφήμιση έγινε στη "Βαρβάρα", αν και δεν την χρειαζόταν καθόλου...
Ανάρπαστο, λοιπόν, το τραγούδι τόσο εδώ όσο και στο Αμέρικα, όπου την ίδια χρονιά, 1936, το δισκογράφησε ο εκεί μεγάλος και τρανός στις γραμμοφωνήσεις, Τέτος Δημητριάδης. Αλλά εκεί δεν είχε ούτε δικτατορία, αλλά ούτε και Αναγκαστικό Νόμο 45/1936, για να το απαγορέψουν (ίσως θα μου πείτε όμως ότι στην Αμερική κυνηγούσαν τους μαύρους, οπότε το πράμμα ...πάει λέγοντας και καίγοντας).
Για ακούστε και την εκδοχή του Τέτου, αδελφού του πασίγνωστου γελοιογράφου Φωκίωνα Δημητριάδη.
Ο Στελλάκης, που δεν συμφωνεί με τις φήμες ότι το τραγούδι απαγορεύτηκε επειδή αναφερόταν στην κόρη του Μεταξά, θυμάται: «Μετά λίγον καιρό από τη δικτατορία Μεταξά, που έγινε το 1936, τραγούδησα τη «Βαρβάρα» του Παν. Τούντα, όπου στο δίσκο παίζει ο Γιοβάν Τσαούς και η παρέα του. Η δικτατορία θεώρησε το τραγούδι «άσεμνο» και «προκλητικό», γιατί είπαν ότι έχει ύποπτους στίχους και όχι ηθικούς. Λίγες μέρες μετά την κυκλοφορία του, το τραγούδι απαγορεύτηκε, άλλα είχε προλάβει να γίνει πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία και να τραγουδιέται σ’ όλη την Ελλάδα.
Η αστυνομία γύριζε και μάζευε τις «Βαρβάρες» από τα μαγαζιά και από τους πλανόδιους φωνογραφητζήδες. Έπαιρνε τους δίσκους, τους έσπαγε και έκανε μηνύσεις σ’ εκείνους που τους πούλαγαν. Δεκάδες χιλιάδες δίσκους της «Βαρβάρας» έσπασε η Ασφάλεια και έκανε αμέτρητες μηνύσεις σε καταστηματάρχες και φωνογραφητζήδες. Τ’ αποτέλεσμα ήτανε, να πάνε στο δικαστήριο κατηγορούμενοι, όλοι αυτοί που πούλαγαν δίσκους, με βασικούς κατηγορούμενους τον Θεμιστοκλή Λαμπρόπουλο (γιατί στην «ΚΟΛΟΥΜΠΙΑ» είχε γυριστεί το 45άρι), τον Παν. Τούντα, γιατί ήταν ο δημιουργός του τραγουδιού, και ο υπεύθυνος φωνογραφήσεων της εταιρείας και όλους, τους καταστηματάρχες.
"Βαρβάρα" (Π. Τούντα), Τέτος Δημητριάδης, ΗΠΑ, 1936
Το τραγούδι -σαφέστατα- δεν αναφέρεται σε επαγγελματία πόρνη, αφ' ενός μεν γιατί δεν έχει ποτέ γραφτεί ρεμπέτικο με τέτοιο  περιεχόμενο, αφ' ετέρου γιατί είναι πολύ καλά γνωστό ότι οι μάγκες σεβόντουσαν τις πόρνες! Πάντως, η "Βαρβάρα",  προκάλεσε μεγάλο σάλο και ...αυθόρμητη αναταραχή στις συνήθεις -διαχρονικώς- "κονσέρβες" (συντηρητικούς...) της κοινωνίας και οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες. Ο (κατά Βάρναλη) λαουτζίκος (όταν πεθαίνει βασιλιάς, μη χαίρεσαι λαουτζίκο \ μη λες πως θάν΄ καλύτερος ο νυν από τον τέως \ Πως θάναι το λυκόπουλο καλύτερο απ΄ τον λύκο … Τότε μονάχα να χαρείς: αν θάναι ο τελευταίος), βέβαια φχαριστιότανε με την ψυχή του τη δισκογραφική Βαρβάρα! Κι όταν αγόραζε το δίσκο της τον κράταγε αγκαλιά επιδεκτικά και τον (την) χάιδευε...
Ο Στελλάκης, που δεν συμφωνεί με τις φήμες ότι το τραγούδι απαγορεύτηκε επειδή αναφερόταν στην κόρη του Μεταξά, θυμάται: «Μετά λίγον καιρό από τη δικτατορία Μεταξά, που έγινε το 1936, τραγούδησα τη «Βαρβάρα» του Παν. Τούντα, όπου στο δίσκο παίζει ο Γιοβάν Τσαούς και η παρέα του. Η δικτατορία θεώρησε το τραγούδι «άσεμνο» και «προκλητικό», γιατί είπαν ότι έχει ύποπτους στίχους και όχι ηθικούς. Λίγες μέρες μετά την κυκλοφορία του, το τραγούδι απαγορεύτηκε, άλλα είχε προλάβει να γίνει πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία και να τραγουδιέται σ’ όλη την Ελλάδα.
Εδώ η Λουλού μετά του πατρός της..
Μελαμψές φυλές, κοντοπόδαρες...
...κράτος ασυστόλων και πεσμένων κώλων... 
Η Λουλού σε στιγμές ευτυχίας με την παρέα της
...  κι η Ελλάς χαμογελούσε
Διάσημη, λοιπόν, η "Βαρβάρα" και στο ...στόμα όλων, είχε πουλήσει πάνω από 90.000 δίσκους (ρεκόρ!) και προφανώς έτσι είχε μπει περισσότερο στο μάτι των σκοτεινών -και κυρίως των στερημένων- ψυχών, αυτών που συνήθως αποκαλούν τις μεγάλες χαρές της ζωής αμαρτίες... Ταυτόχρονα ξιφούλκησαν κι οι εντολολήπτριες φυλλάδες της εποχής  γράφοντας λίβελους εναντίον της "Βαρβάρας" (αλλά στο βάθος στρέφονταν γενικότερα εναντίον του ρεμπέτικου, ικανοποιώντας έτσι και τα ...παλικάρια του "ελαφρού"). Οπότε, στρώθηκε το χαλί για να παρέμβει άμεσα το διαβόητο "Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού". Και ίσα που είχε κλείσει μήνα στην εξουσία η δικτατορία, εκδόθηκε εγκύκλιος η οποία απαγόρευε την κυκλοφορία της "Βαρβάρας" και μάλιστα ποινικοποιούσε την πώληση, την ακρόαση, ακόμα και το τραγούδημά της. Ο Πέτρος Κυριακός, όταν έμαθε για την απαγόρευση, ήταν στη σκηνή στο θέατρο που έπαιζε και είπε στο κοινό Εγώ θα την πω κι ας το πιώ (Δηλαδή, εγώ θα την τραγουδήσω τη "Βαρβάρα" κι ας το πιώ το ρετσινόλαδο...). Ο Κυριακός ήταν παλικάρι και δε μασούσε... Μάλλον θα το ...ήπιε (με κάποιον τρόπο). Για την ιστορία, ο κομμουνιστοφάγος και πιστό "σκυλί" ανήμερο του Μεταξά, ο Κ. Μανιαδάκης, ήταν αυτός ο οποίος ...επινόησε το ρετσινόλαδον ως αποτελεσματικόν μέσον ανακρίσεως...
Χάρηκαν οι φυλλάδες, με την εγκύκλιο της απαγόρευσης και την ...προώθησαν!
Ξαμολήθηκαν, τα καρακόλια και έκαναν κατάσχεση σ' όλες τις "Βαρβάρες" που έβρισκαν. Έτσι, ένα χιουμοριστικό τραγουδάκι, η "Βαρβάρα" αποτελεί το "θύμα" των διώξεων, οι οποίες θα συντελούσαν -όπως πίστευαν- οι (α)χρηστοί εμπνευστές τους, για να προστατευτούν τα ήθη του λαού.
Στα τέλη Δεκεμβρίου του 1936, μάλιστα, παραπέμφθηκαν σε δίκη οι Λαμπροπουλαίοι (εκδότες του δίσκου, Κολούμπια είπαμε...), ο Τούντας (συνθέτης), ο Στελλάκης (τραγουδιστής) και 90 καταστηματάρχες που πουλούσαν την ...αμαρτωλή "Βαρβάρα". Οι εκδότες Λαμπροπουλαίοι απαλλάχτηκαν, γιατί είπαν ότι υπεύθυνος των δισκογραφικών εκδόσεων ήταν ο Τούντας. Ο ίδιος ο Τούντας πλήρωσε ένα βαρύτατο πρόστιμο, ενώ ο Στελλάκης πλήρωσε μεν μικρό πρόστιμο, αλλά δέχτηκε αυστηρή επίπληξη επειδή αν και ιεροψάλτης, ερμήνευσε ένα τέτοιο ανήθικο άσμα. Απολαύστε τώρα τον Στελλάκη να διηγείται τα της δίκης.
Ο Στελλάκης Περπινιάδης μιλάει για τη δίκη της "Βαρβάρας"
Θυμίζουμε πως τέτοιες μέρες του 1928, ο Ελ. Βενιζέλος κατέθεσε στη Βουλή το γνωστό νομοσχέδιο που είχε ως τίτλο τη φράση «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Αργότερα, όταν το νομοσχέδιο αυτό έγινε νόμος του κράτους πήρε τον αριθμό 4229/25-7-19294. Στην ιστορία όμως πέρασε με την ονομασία «Ιδιώνυμο», αφού αντιμετώπιζε τον κομμουνισμό ως «ειδικό αδίκημα» και προέβλεπε μια σειρά μέτρα για την καταστολή του με προφανή τελικό στόχο τη συντριβή κάθε κομμουνιστικής δράσης και φυσικά του κύριου φορέα αυτής της δράσης, του ΚΚΕ.
Αμέσως μετά τις καταδίκες -δεν είχε βγει καν η χρονιά- κυκλοφόρησε νέο τραγούδι ("η Μαρίκα η δασκάλα") το οποίο είχε την ίδια ακριβώς μελωδία  με αυτό της "Βαρβάρας", αλλά διαφορετικά στιχάκια. Τα νέα στιχάκια είχαν κι αυτά την ερωτική πονηράδα τους, όχι όμως σαν της "Βαρβάρας". Μάλιστα το νέο τραγούδι κυκλοφόρησε από την Κολούμπια με τον Στελλάκη και από την Οντεόν με τον Ρούκουνα (Μη χάσουν και οι Μάτσηδες...). Αμέσως απαγορεύτηκε κι αυτή η εκδοχή της "Βαρβάρας" από τους θλιβερούς κρετίνους, οπότε οι ...δράστες, αφού περίμεναν ένα χρόνο, κυκλοφόρησαν το 1938 νέα εκδοχή, το "Μανωλιός και Δημητρούλα", στην ίδια πάντα μελωδία και με ερμηνευτή τον Στελλάκη. Νέα απαγόρευση κι αυτού του τραγουδιού, για να αποδειχτεί για πολλοστή φορά ότι οι παντός είδους δυνάστες (πείτε εσείς "φασίστες" -κάθε χρώματος φυσικά-, δεν είμαστε "οπαδοί", έτσι;) έχουν μία καταπληκτική ευχέρεια στο να αυτοεξευτελίζονται ...τραγικά!
Μ' αυτό και με κείνο, φτάσαμε στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, οπότε η μελωδία της "Βαρβάρας" χρησιμοποιήθηκε για το αντιμουσολινικό τραγουδάκι "Άκου Ντούτσε μου τα νέα", το οποίο κυκλοφόρησε ακριβώς το 1940. Απολαύστε τώρα, αυτό τραγουδιστικό σίριαλ της δικτατορικής συφοράς.
Πρώτα, κυκλοφόρησε η "Μαρίκα η δασκάλα" με τον Στελλάκη
(Στην ουσία, η Βαρβάρα έγινε Μαρίκα...)
Η Μαρίκα η δασκάλα (Π. Τούντα), Στελλάκης Περπινιάδης, 1936
Η Μαρίκα η δασκάλα (Π. Τούντα), Κώστας Ρούκουνας, 1936
Όταν  η "Μαρίκα η δασκάλα" απαγορευόταν εδώ, τότε
ακριβώς, 1937, ηχογραφούνταν κυκλοφορούσε στο  Αμέρικα

Το 1938, η Βαρβάρα κι η Μαρίκα έγιναν Μανωλιός και Δημητρούλα

Μανωλιός και Δημητρούλα (Π. Τούντα), Στελλάκης Περπινιάδης, 1938



Άκου Ντούτσε μου τα νέα (Π. Τούντα), Στελλάκης Περπινιάδης, 1940
Η μουσική καταγωγή της μπορεί να προέρχεται από το παραδοσιακό τραγούδι της Λέσβου "Η θεια μ' η Αμιρσούδα", το οποίο έκανε πασίγνωστο η Σοφία Βέμπο όταν το φωνογράφησε το 1946. Θα έλεγα ότι τα 3/4 των μελωδιών της "Βαρβάρας" ταυτίζονται με αντίστοιχες της "Αμιρσούδας". Μπορεί…, αφού η "Αμιρσούδα" ηχογραφήθηκε δέκα χρόνια μετά τη "Βαρβάρα", οπότε καθόλου δεν αποκλείεται να συνέβη και το αντίστροφο... 
"Αμιρσούδα" και "Βαρβάρα"

Πάντως η μουσική της "Βαρβάρας-Αμιρσούδας" δεν είναι καθόλου πρωτότυπη και μοναδική, αφού τη βρίσκουμε και σε σκοπούς άλλων χωρών της περιοχής, όπως για παράδειγμα της Ρουμανίας και της Τουρκίας. Για ακούστε σας παρακαλώ το τουρκικό κομμάτι Romeli Honoru με τον Talip Özkanb και θα καταλάβετε. Μόνο μη μπερδευτείτε με τους ρυθμούς, που είναι 2/4 στα ελληνικά τραγούδια και 7/8 στο τουρκικό.

Rumeli Honoru, Talip Özkan


"Αμιρσούδα" και πάσης Λέσβου, με ρουμανοτουρκικές ...αγάπες

Η θεια μ' η Αμιρσούδα, Σοφία Βέμπο, 1946

Η ακόλαστη «Βαρβάρα» έπρεπε
να καταδικαστεί και να τιμωρηθεί, ώστε
να γίνει παράδειγμα προς αποφυγήν

Η δίκη έγινε στην Αθήνα και προκάλεσε πάταγο. Χιλιάδες κόσμος, από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ήρθαν για να παρακολουθήσουν τη δίκη. Επί το πλείστον, είχαν έρθει γυναίκες, της λεγόμενης αριστοκρατίας. Η ουρά του κόσμου που ήθελε να μπει στο δικαστήριο είχε φτάσει τα πολλά χιλιόμετρα, ενώ οι αστυφύλακες, που είχαν στείλει για να τηρήσουν την τάξη, ήταν περισσότεροι και από τον κόσμο που είχε έρθει για να παρακολουθήσει.

Εγώ κλήθηκα και παρουσιάστηκα να καταθέσω σαν ο πρώτος και βασικός μάρτυρας, επειδή ήμουνα ο εκτελεστής του τραγουδιού στο δίσκο. Εμένα με επέπληξε ο Εισαγγελέας, γιατί, είπε, έφτασα στο σημείο να τραγουδήσω ένα τόσο άσεμνο και προκλητικό για τα ήθη, τραγούδι. Δικαιολογήθηκα, δασκαλεμένος από το δικηγόρο, ότι ήμουν τραγουδιστής και μάλιστα με αποκλειστικό συμβόλαιο και ήμουν υποχρεωμένος να τραγουδήσω τα τραγούδια που μου έδινε η εταιρεία που με πλήρωνε. Είπα ακόμα ότι, κατά τη γνώμη μου, επειδή έχω τραγουδήσει αμέτρητα τραγούδια, οι στίχοι του τραγουδιού είναι σατιρικοί και όχι άσεμνοι. Τότε γύρισε ο Εισαγγελέας και μου είπε το θρυλικό: «Καταντήσαμε, όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες να έχουν κάτω από τη μασχάλη τους και από μια «Βαρβάρα»…» (Κώστα Χατζηδουλή, «Ρεμπέτικη Ιστορία 1», εκδ. Νεφέλη)

Η αναφορά του εισαγγελέα στα «ήθη» κάθε άλλο παρά τυχαία είναι. Η «πάταξη της ανηθικότητας» είχε γίνει «σημαία» από το φασιστικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική, καθώς η διαφθορά βασίλευε στους κόλπους του. «Η ΕΟΝ (Εθνική Οργάνωσις Νεολαίας) που δημιουργήθηκε απ’ τον Μεταξά σε μια προσπάθειά του να φασιστικοποιήσει τη νεολαία και να δημιουργήσει πολιτικά ερείσματα μέσα στο λαό, στην πραγματικότητα είχε γίνει ένα διαφθορείο των νέων που εντάσσονταν σ’ αυτήν με διάφορες υποσχέσεις, εκβιασμούς και πιέσεις» σημειώνει ο Νέαρχος Γεωργιάδης στο βιβλίο του «Ρεμπέτικο και πολιτική» (εκδ. Σύγχρονη Εποχή). Στο ίδιο: «Οι χωριατοπούλες που έρχονταν στην Αθήνα για να συμμετάσχουν στους εορτασμούς της 4ης Αυγούστου πέφτανε θύματα των αξιωματούχων της ΕΟΝ. Σημειώθηκαν μάλιστα και αυτοκτονίες των αποπλανημένων κοριτσιών. «Πολλοί από τους μεγάλους τιτλούχους της ΕΟΝ διατηρούσαν χαρέμια από ευνοούμενες!». Διεφθαρμένες «αμαζόνες» επικεφαλής των φαλαγγιτισσών ωθούσαν τα κορίτσια της ΕΟΝ στη διαστροφή. Η ίδια η κόρη του Μεταξά, Λουλού Μαντζούφα, διοικήτρια της ΕΟΝ, «αντάξια θυγατέρα του τρανού πατέρα κι Αρχηγού, Πρώτη Ελληνίς, λάμπουσα ακτίς, των Ελληνίδων η ελπίς», σε εγκύκλιό της προς τις φαλαγγίτισσες, το 1940, παραδέχεται κι αποκαλύπτει άθελά της τη διαφθορά που επικρατούσε ανάμεσα στις τάξεις τους: «Παρετηρήθη κατά τας τελευταίας ημέρας με τας νίκας του ηρωικού στρατού μας, ότι πολλά κορίτσια υπερέβησαν τα όρια όχι μόνον της καλής συμπεριφοράς, αλλά και αυτά της αξιοπρέπειας και της στοιχειώδους ηθικής. (…) Ουδέ πρέπει να νοηθεί ότι παράπτωμά τι διαπραττόμενον με παρεπιδημούντο ξένον δεν είναι τόσον κολάσιμον επειδή αυτός είναι ξένος και μίαν ημέραν θα εγκαταλείψει το πατρικόν έδαφος. Απ’ εναντίας: Έναντι των ξένων πρέπει να συμπεριφερόμεθα κοσμιώτερον, διότι ο σύμμαχός μας Άγγλος στρατιώτης αίφνης όστις γνωρίζει την Ελληνίδα γυναίκα υπό ελευθεριάζουσαν μορφήν, επανερχόμενος εις την πατρίδα του θα ομιλήσει περί αυτής με περιφρόνησιν, και η περιφρόνησις αυτή αντανακλά εις ολόκληρον το Έθνος, εις ολόκληρον την φυλήν.»

«Καταλαβαίνει κανείς, λοιπόν, την οργή της δικτατορίας εναντίον της καημένης της «Βαρβάρας» που είχε υπερβεί τα όρια της καλής συμπεριφοράς, της αξιοπρέπειας και της στοιχειώδους ηθικής, με τα σκανδαλιστικά ξενύχτια της στη Γλυφάδα· πολύ περισσότερο, μάλιστα, που ο λαός ήθελε να πιστεύει ότι η «Βαρβάρα» ήταν η ίδια η κόρη του δικτάτορα, κι έτρεχε «σαν τρελός να αγοράσει το δίσκο» κατά τη γραφική έκφραση του Στελλάκη Περπινιάδη» σημειώνει ο Νέαρχος Γεωργιάδης. Και συνεχίζει: «Το σατιρικό αυτό τραγούδι του Τούντα παρουσιάζει την Ελληνίδα γυναίκα και μάλιστα την θυγατέρα του τρανού πατέρα κι Αρχηγού υπό ελευθεριάζουσαν μορφήν, πράγμα που προσέβαλλε ολόκληρον το Έθνος, ολόκληρον την φυλήν. Τι θα έλεγε ο σύμμαχος Άγγλος στρατιώτης, οι Άγγλοι εκπαιδευτές και σύμβουλοι των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, και κυρίως τι θα έλεγε ο Άγγλος πρεσβευτής Ουότερλοου που ήταν έτοιμος να καταγγείλει στο Φόρεϊν Όφις τον Ιωάννη Μεταξά σαν μη λαοφιλή, και την κυβέρνησίν του σαν διεφθαρμένη; Η εντύπωση ότι ο κυβερνήτης δεν ήταν αγαπητός και δεν είχε λαϊκό έρεισμα δε θα παρακινούσε άραγε τους Βρετανούς προστάτες της Ελλάδας να τον αντικαταστήσουν με κάποιον άλλον, όπως, για παράδειγμα, το συνεπή αγγλόφιλο πρώην πρωθυπουργό Ανδρέα Μιχαλακόπουλο; Η ακόλαστη «Βαρβάρα» έπρεπε, λοιπόν, να καταδικαστεί και να τιμωρηθεί, ώστε να γίνει παράδειγμα προς αποφυγήν».

Η «Βαρβάρα» θα απαγορευτεί από το δικαστήριο της φασιστικής δικτατορίας και ο Παναγιώτης Τούντας θα καταδικαστεί με βαρύ χρηματικό πρόστιμο. Ο Στελλάκης θυμάται: «Ο Τούντας είχε φέρει ένα δικηγόρο από τον Πανελλήνιο Μουσικό Σύλλογο, ο οποίος προσπάθησε να εξηγήσει στο δικαστήριο, ότι δεν είναι άσεμνο και προκλητικό, το να πάει η κάθε Βαρβάρα με το καλάμι της και να περιμένει να τσιμπήσει ο κέφαλος. Το ψάρι λέγεται κέφαλος και δεν είναι προκλητικό, αν η Βαρβάρα τον κρατάει στα δυο της χέρια, και, από τη χαρά της, να λιγώνεται απ’ τα γέλια. Παρά τις προσπάθειες του δικηγόρου και τις καταθέσεις των μαρτύρων υπερασπίσεως (είχε έρθει και ο Φαλτάιτς, που εντυπωσίασε με την κατάθεση), καταδικάσθηκε ο Τούντας και αναγκάσθηκε να πληρώσει ο άνθρωπος και τις χρηματικές ποινές όλων των καταστηματαρχών και των φωνογραφητζήδων. Πήρε, μετά από συνεννόηση με το Λαμπρόπουλο, όλα τα βάρη απάνω του. Και έτσι αθωώθηκε ο Θεμιστοκλής και όλοι οι άλλοι».

Την επόμενη χρονιά, το 1937, θεσπίζεται με διαταγή του ίδιου του Μεταξά επιτροπή προληπτικής λογοκρισίας, που θα γίνει ορκισμένος εχθρός του ρεμπέτικου κι οτιδήποτε θυμίζει Σμύρνη και γενικότερα Ανατολή…

 

✨  Καθ' οδόν: Με την Βαρβάρα... 

Ο χριστιανισμός διαδίδεται αρχικά στις κατώτερες τάξεις και στις γυναίκες, ενώ προσκρούει στην απροθυμία των αντρών. Η προϋπόθεση της αυστηρής ασκητικής απωθεί τους άντρες. Αυτή η προϋπόθεση εκφράζει την αντίθεση του χριστιανισμού στον ειδωλολατρικό πολιτισμό όπου η σάρκα και ο έρωτας είναι θεοποιημένα από τους ειδωλολάτρες, η μυθολογία τους ανήθικη και η κοινωνία τους διεφθαρμένη.

Η Βαρβάρα έζησε στη Νικομήδεια, κόρη τοπικού ειδολωλάτρη άρχοντα. Ήταν προικισμένη με σπάνια ομορφιά. Επειδή η φήμη της εξαπλωνόταν, ο πατέρας της για να προστατέψει την αγνότητά της την έκλεισε σε έναν πύργο ώστε να μην τη βλέπει κανείς. Ετσι ένα από τα εμβλήματα της αγίας είναι ο πύργος (έργο του Jan va Eyck, «grisaille» σε ξύλο, τεχνική που χρησιμοποιήθηκε στην Αναγέννηση με τη χρήση 7 στρωμάτων χρώματος για να αποδώσει το γκρίζο χρώμα)

Οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία στο ποίμνιο. Δημιουργείται όμως ένα σοβαρό πρόβλημα εξαιτίας της δυσαναλογίας ανάμεσα στις γυναίκες που είναι πάρα πολλές και στους άντρες που είναι ελάχιστοι. Η εκκλησία απαγορεύει τους μεικτούς γάμους. Με ποιον θα παντρευτεί μια νέα χριστιανή; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό έδωσαν οι θεωρητικοί του χριστιανισμού. Ο Κυπριανός στα μέσα του 3ου αιώνα θα απαντήσει: «Με κανέναν αν δε βρει χριστιανό σύζυγο». Και ο Τερτυλλιάνος (155-240 μ.Χ.) γράφει: «Ο μεικτός γάμος χριστιανής με ειδωλολάτρη είναι το ίδιο φοβερό αμάρτημα με την αιμομιξία ή τη μοιχεία». Συμβουλεύει τις νέες των «καλών» οικογενειών να κάνουν κάποια παραχώρηση και, στην ανάγκη, να παντρεύονται έναν άντρα κατώτερης κοινωνικής τάξης φτάνει να είναι χριστιανός. Αυτό όμως είναι αδιανόητο για την υψηλή κοινωνία της Ρώμης και κάθε αστική τάξη. Και ο χριστιανισμός δεν έχει την πρόθεση να συγκρουστεί με την αριστοκρατία του. Αντίθετα κανακεύει τις αρχοντοπούλες που φαίνεται να έχουν σαφή επίγνωση των αναγκών και δικαιωμάτων τους. Γι' αυτό ο Πάπας Κάλλιστος στα τέλη του 3ουαιώνα θα επιτρέψει τούτο: Μια κοπέλα, ανώτερη κοινωνικά, που δεν μπορεί να παντρευτεί ένα άντρα κατώτερου κοινωνικού επιπέδου, γεγονός που θα τη μείωνε κοινωνικά και θα την έβγαζε από τη σειρά της, είχε το δικαίωμα να συζεί με έναν απελεύθερο χριστιανό, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να νομιμοποιήσει τη σχέση μαζί του με γάμο (πάνε περίπατο τόσο οι αντιλήψεις περί ηθικής όσο και αυτές περί ισότητας φτωχών και πλούσιων - κυρίαρχο το ζήτημα της ιδιοκτησίας - αυτό θα αποδειχτεί αργότερα όταν ο χριστιανισμός γίνεται επίσημη θρησκεία). Από αυτό το πρόβλημα της συμβίωσης προκύπτει και η καλλιέργεια της παρθενίας ως ιδανικού.


 

Giovanni Antonio Baltraffio (1467-1515). Eλαιογραφία. Εικονίζεται όρθια μπροστά από πύργο και να κρατά δισκοπότηρο. Επειδή η αγία είχε βίαιο θάνατο προστατεύει τους ανθρώπους από κάτι αντίστοιχο. Το δισκοπότηρο που κρατά αυτό ακριβώς δηλώνει: Κανείς δε θα πεθάνει αν πρώτα δε μεταλάβει

____________________

Κάποιες νέες, πολύφερνες νύφες αρνήθηκαν το γάμο με ειδωλολάτρες και η εκκλησία τις κατέταξε στη «χορεία των ένδοξων και σεμνών παρθένων που πλήρωσαν με το αίμα τους την πίστη τους» και τιμά τη μνήμη τους: Αικατερίνη, Βαρβάρα, Αναστασία, Ευγενία, Ευφροσύνη, Παρασκευή, Καλλιόπη, Κυριακή, Ξένη, Εμμελεία.

Βαρβάρα

Σύμφωνα με την παράδοση, η Αγία Βαρβάρα ήταν πολύ όμορφη. Επειδή όμως ο πατέρας την πίεζε να παντρευτεί έναν ειδωλολάτρη, αυτή παρακάλεσε το θεό και προσβλήθηκε από ευλογιά. Εχασε την ομορφιά της, απέκτησε όμως το χάρισμα να προστατεύει τα παιδιά από την ευλογιά. Αν συλλογιστεί κανείς το κακό που προξενούσε άλλοτε η ασθένεια αυτή στα παιδιά (αυλάκωνε και ασχήμιζε το πρόσωπό τους για όλη τους τη ζωή), θα καταλάβει τι είδους λατρείες απολάμβανε η αγία στο παρελθόν, όταν το εμβόλιο ήταν ακόμη άγνωστο. Αντικατέστησε, η Αγία Βαρβάρα, ως βοηθός του ανθρώπου, την Εκάτη. Τα έθιμα με τις προσφορές προς την Αγία Βαρβάρα ταιριάζουν με τα Εκάταια ή Εκάτης δείπνον προς τιμήν της Εκάτης.

Την Αγία Βαρβάρα ο ίδιος ο πατέρας της την αποκεφάλισε ως «πατρικαίς χερσί τω πατρικώ ξίφει την τελείωσιν δέχεται». Τη στιγμή όμως που ολοκλήρωσε το έγκλημά του, έπεσε νεκρός χτυπημένος από κεραυνό κατά θεία δίκη. Αυτόν τον τιμωρό κεραυνό συμβολίζουν τα πυρά του Πυροβολικού και γι' αυτό καθιερώθηκε προστάτιδά του σε ανατολή και δύση. Στην Ελλάδα καθιερώθηκε ως Προστάτις του όπλου αυτού το 1828 όπου στη σχετική γιορτή προσφέρθηκαν λουκουμάδες, επειδή έμοιαζαν με τα τότε σφαιρικά βλήματα των πυροβόλων. Από τότε έχει γίνει παράδοση να προσφέρονται λουκουμάδες.

Τέλος, δύο είναι οι ετυμολογικές εκδοχές ερμηνείας για την προέλευση του ονόματος Βαρβάρα: η σγουρομάλλα - από το σανσκριστικό barbaras. 'Η από το βαρ, βαρ (βάρβαρος) ήχος με τον οποίο απέδωσαν οι αρχαίοι Ελληνες το ακατανόητο άκουσμα από τις γλώσσες άλλων λαών. Η αρχική σημασία της λέξης βάρβαρος δήλωνε αυτόν που μιλά ακατανόητη γλώσσα. Με το χρόνο άρχισε να χαρακτηρίζει μειωτικά τους μη Ελληνες.


Το όνομα Βαρβάρα έχει ποσοστό εμφάνισης 0,56%
(σε δείγμα δώδεκα χιλιάδων γυναικείων ονομάτων).


Ριζοσπάστης Ηρακλής ΚΑΚΑΒΑΝΗΣ