1. Ηχογραφήθηκε ένας μεγάλος, λαϊκός ύμνος για τη Θεσσαλονίκη
Το εμβληματικό τραγούδι του Μανώλη Χιώτη και του Χρήστου Κολοκοτρώνη με τον Στέλιο Καζαντζίδη «Θεσσαλονίκη μου ποτέ δεν σ’απαρνιέμαι…»
Η συνεργασία
του Μανώλη Χιώτη με τον Στέλιο Καζαντζίδη ξεκίνησε το 1954 και ολοκληρώθηκε το
1963, αφήνοντας- αν έχω μετρήσει σωστά- τριάντα τρία τραγούδια σε μουσική του
Χιώτη, με ερμηνευτή τον Καζαντζίδη, αλλά και δεκάδες ηχογραφήσεις τραγουδιών
άλλων δημιουργών, όπου τραγουδούσε ο Καζαντζίδης και ο Χιώτης συμμετείχε σαν
εκτελεστής παίζοντας μπουζούκι.
Κομβικός, στη μετέπειτα πορεία του Καζαντζίδη, ήταν ο ρόλος του Χιώτη, όσον
αφορά τον τρόπο ερμηνείας του λαϊκού βάρδου, που στο ξεκίνημα της συνεργασίας
τους, ήταν εμφανώς επηρεασμένος από τον τρόπο του Πρόδρομου Τσαουσάκη και από
το κλίμα του ρεμπέτικου τραγουδιού γενικότερα. Ακούγοντας τη φωνή του
Καζαντζίδη σε τραγούδια όπως το «Για μπάνιο πάω» ή το «Ένας μάγκας στο
Βοτανικό» και συγκρίνοντάς την με τις ερμηνείες του στο «Η κοινωνία με
κατακρίνει» ή το «Βρε σαν τα χιόνια», γίνεται εύκολα αντιληπτό το ειδικό βάρος
της συνδρομής του Μανώλη Χιώτη.
Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, στις 16 Ιουνίου του 1956 ο Μανώλης Χιώτης με τον Στέλιο Καζαντζίδη, ηχογράφησαν ένα μελωδικό χασάπικο με στίχους του Χρήστου Κολοκοτρώνη, που έμελλε να γίνει ένα από τα δυο – τρία γνωστότερα τραγούδια που εξυμνούν τη «Θεσσαλονίκη». Από τότε μέχρι σήμερα, η Θεσσαλονίκη είναι πάντα η «μεγάλη φτωχομάνα»…
Στο «Θεσσαλονίκη μου», όπως ήταν ο τίτλος του τραγουδιού, δεύτερες φωνές έκαναν η Ζωή Νάχη, πρώτη σύζυγος του Μανώλη Χιώτη, ο οποίος έκανε επίσης φωνητικά και έπαιξε μπουζούκι, μαζί με τον Πάνο Πετσά στην κιθάρα, τον Μενέλαο Αϊδαλή στο πιάνο και τον Μάρκο Καράμπελα που έπαιξε ντραμς.
Η «Θεσσαλονίκη» κυκλοφόρησε σε δίσκο 78 στροφών Columbia (DG 7229), έχοντας στην άλλη πλευρά ένα ξεχωριστό ζεϊμπέκικο των ίδιων δημιουργών, που ηχογραφήθηκε την ίδια μέρα και πάλι με ερμηνευτή τον Καζαντζίδη, με τίτλο «Αν ήξερες ποιος είμαι εγώ». Ο δίσκος γραμμοφώνου κυκλοφόρησε και στη Μεγάλη Βρετανία από την Columbia με κωδικό DCG-404, έχοντας στην άλλη όψη το ίδιο τραγούδι.
Αργότερα, το τραγούδι κυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών extended play (Columbia SEGG-2520). Τον δίσκο συμπλήρωναν το «Αν ήξερες ποιος είμαι εγώ», στο οποίο αναφέρθηκα παραπάνω, το «Για κοίτα κόσμε ένα κορμί» του Βασίλη Τσιτσάνη με την Καίτη Γκρέυ και το περίφημο «Γράμμα» του Γιώργου Ζαμπέτα και του Γιώργου Μητσάκη με τον Μανώλη Καναρίδη, που ηχογραφήθηκαν λίγες μέρες πριν τη «Θεσσαλονίκη».
Το 1969 η «Θεσσαλονίκη» επανακυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών, αυτή τη φορά με την ετικέτα της His master’s voice (7PG-3858), έχοντας στην άλλη πλευρά ένα «Αλέγκρο» σόλο του Ζαμπέτα, από τα 1965. Συμπεριλήφθηκε επίσης σε δεκάδες συλλογές τραγουδιών του Καζαντζίδη και του Χιώτη…
Κι όπως είναι η μοίρα των μεγάλων τραγουδιών, η «Θεσσαλονίκη» γνώρισε στο πέρασμα των χρόνων πολλές επανεκτελέσεις από ερμηνευτές όπως ο Πάνος Γαβαλάς, το Τρίο Μπελκάντο, ο Σπύρος Ζαγοραίος με τη Ρία Κούρτη, ο Αξιώτης Κεχαγιάς με την Άννα Χρυσάφη, η Μαίρη Λίντα με τον Μανώλη Χιώτη (σε δυο εκτελέσεις), ο Νίκος Καλλέργης με τον Περικλή Βάγια, το συγκρότημα των Four Coins, η Μαρινέλλα με τα σεγόντα του Μάριου Κώστογλου, η Γλυκερία, ο Αγάθωνας και άλλοι…
2. Ο Στελάρας ήταν ένας από τους ενθουσιώδεις θεατές της Ινδικής ταινίας "Ο αλήτης της Βομβάης" και με τον τρόπο αυτό γνώρισε την "Μέριλιν Μονρόε" της Ανατολής, το ίνδαλμα εκατομμυρίων ανθρώπων, τη Μαντουμπάλα στα ινδικά σημαίνει «γλυκό κορίτσι»Υπήρξε η απόλυτη σταρ του Ινδικού σινεμά που την εποχή εκείνη έσπαγε τα ταμεία και στη χώρα μας. Ο Έλληνας τραγουδιστής στο απόγειο της δόξας του, σαγηνεύτηκε από τη μουσική του Ραβί Σανκάρ και σκέφτηκε να το μεταφέρει στα καθ' ημάς με την αγαλμάτινη φωνή του.
Οι στίχοι της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου παραπέμπουν σε ερωτικό δράμα στην πραγματικότητα όμως εκφράζουν τον πόνο της Παπαγιαννοπούλου που έχασε την κόρη της εκείνη τη χρονιά. Όσο για τη μουσική επιλήφθηκε ο Θόδωρος Δερβενιώτης που πρόσθεσε κουπλέ και εισαγωγή στο ινδικό ρεφρέν.
Η
"Μαντουμπάλα" σημείωσε δυσθεώρητες πωλήσεις, φτάνοντας στις 96.000 δίσκους και παραμένοντας στην πρώτη θέση για μια 10ετία. Η
εξωπραγματική επιτυχία της ωστόσο έχει και άγνωστες πτυχές. Ο Καζαντζίδης
διαφώνησε με την Κολούμπια αξιώνοντας μεγαλύτερα ποσοστά επί των πωλήσεων και
λίγα χρόνια αργότερα έκοψε τον ομφάλιο λώρο με την εταιρία. Την ίδια στιγμή οι
δημιουργοί του τραγουδιού ήρθαν σε προστριβή με τον τραγουδιστή καθώς τα ονόματά
τους δεν βρίσκονταν στο 45άρι δισκάκι.
Ο Καζαντζίδης είχε προηγουμένως δεχτεί την πρόταση της Κολούμπια να αναγράφεται
μόνο το δικό του όνομα έτσι ώστε με έμμεσο τρόπο να πάρει δικαιώματα ως
ερμηνευτής αλλά και ως μοναδικός δημιουργός. Η λαοφιλής "Μαντουμπάλα"
συνέχισε έτσι να προκαλεί σκάνδαλα και καβγάδες στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Για
την Ιστορία να αναφέρουμε ότι η πραγματική Μαντουμπάλα πέθανε νεότατη, το 1969,
σε ηλικία 36 ετών.
Το 1951 έκανε πρεμιέρα στον ινδικό κινηματογράφο, «Ο αλήτης της Βομβάης», μία ταινία που έγινε κλασική σε παραγωγή και σκηνοθεσία του Ρατζ Καπούρ, με πρωταγωνιστή τον ίδιο και τη διάσημη ηθοποιό Ναργκίς. Ήταν μία φιλόδοξη παραγωγή για την οποία επιστρατεύτηκαν οι σημαντικότεροι σεναριογράφοι, συνθέτες και τραγουδιστές. Μάλιστα, η ταινία καθιέρωσε στον ινδικό κινηματογράφο το ζευγάρι Ρατζ Καπούρ – Ναργκίς που θεωρείται μέχρι τις ημέρες μας το πιο δημοφιλές.
(για την
ιστορία)
1. κυκλοφόρησε τέτοιες μέρες πριν 63 χρόνια
2. Όταν η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου παρέδωσε τους στίχους στον Καζαντζίδη,
εκείνος προσπάθησε να προσαρμόσει τη μουσική, αλλά δεν ήταν τόσο εύκολη
υπόθεση. Έτσι, μαζί με τη Μαρινέλλα απευθύνθηκαν στον Θόδωρο Δερβενιώτη, ώστε
να το προσαρμόσει. Πράγματι, ο έμπειρος μαέστρος, μετά από ημέρες εντατικής δουλειάς,
παρέδωσε στον Καζαντζίδη τη Μαντουμπάλα.
Λέγεται, πως ο Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα μόλις το άκουσαν, ενθουσιάστηκαν με
το αποτέλεσμα. Τον ίδιο ενθουσιασμό αισθάνθηκαν και οι ακροατές. Το τραγούδι σε
αριθμούς αποτέλεσε το απόλυτο σουξέ. Κυκλοφόρησε το 1959, έκανε το ρεκόρ των
100.000 δίσκων των 45 στροφών και για μία δεκαετία ήταν στην κορυφή.
Ακούστε το εδώ
...αγνώριστο -καλή ακρόαση
Με τη Φλέρυ Νταντωνάκη (Fleury) από το βινύλιο "The Isles of Greece"
που κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. το 1965 και ποτέ στην Ελλάδα
3. 😩 Υπάρχει –ακόμη σήμερα
έντονη αρνητική αναφορά για "ινδική επιρροή και εποχή του ελληνικού
τραγουδιού"👈 και, κυρίως, του Καζαντζίδη με
Μαντουμπάλες Ζιγκουάλες κλπ. «αραβογενή».
Στην πραγματικότητα πρόκειται για τραγούδια με εντελώς διαφορετικό γεωγραφικό
προσανατολισμό -τόσο θεματικά, όσο και μουσικά, με μόνο κοινό στοιχείο τους την
κατάληξη 👈 άλα_ala.
Singoalla ήταν ο σουηδικός τίτλος του μυθιστόρηματος Άνεμε Έρωτά μου του Σουηδού συγγραφέα Viktor Rydberg, που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1857 και στο οποίο, χρόνια αργότερα, το 1940 βασίστηκε η ομώνυμη όπερα του πιανίστα και συνθέτη Gunnar de Frumerie, ...
καθώς και η γαλλο-σουηδική ταινία Singoalla (1949) του Γάλλου σκηνοθέτη Christian-Jaque στην οποία πρωταγωνιστούσε η Viveca Lindfors Αν και Σουηδέζα, μελαχρινή, όπως αναφέρεται και στο τραγούδι …μελαχρινή ομορφιά μου, παντοτινή χαρά μου...
Ο ίδιος ο Καζαντζίδης έχει αναφερθεί και σε αυτό το θέμα: Το 1958-59 είδε την ταινία και του ήρθε η ιδέα του τραγουδιού. Τους στίχους τους έβαλε ο Νίκος Μουρκάκος κι επειδή το Σινγκοάλα δεν ήταν εύηχο άλλαξε σε Ζιγκουάλα.
Ίσως ο Καζαντζίδης να μη θυμόταν ή να μην γνώριζε ότι παλιότερα ο Μανώλης Χιώτης είχε συνθέσει ένα τραγούδι που όχι μόνο αναφερόταν σε αυτό το όνομα (Ζιγκουάλα) αλλά ήταν και τίτλος του. Το είχε τραγουδήσει η νεοεμφανιζόμενη, τότε, Ζωζώ Σαπουντζάκη, με κιθάρες που έπαιζαν Χιώτης + Γιάννης «Σπόρος» Σταματίου.Την ίδια εποχή το τραγούδησε στην Αμερική και η Ρένα Ντάλλια, με τον Γιάννη Τατασόπουλο. Και οι δυο Ζιγκουάλες, μουσικά, είχαν λατινική ρίζα.
Στην περίπτωση του τραγουδιού του Χιώτη αυτό ήταν σαφές, όμως, και το τραγούδι με τον Καζαντζίδη είχε αυτή την προοπτική, ή, αν προτιμάτε, μια περισσότερο τζίπσι-λάτιν προοπτική, που η νεότερη ζωντανή εκτέλεσή του με τον Νταλάρα (σε μαγικά νησιά), καθώς, και κάμποσες παλιές από διάφορα τρίο, την αναδεικνύουν, ίσως, περισσότερο.
Ζιγκουάλα μου γλυκιά,
Ζιγκουάλα ξελογιάστρα,
σαν μου ρίξεις μια ματιά
σβήνω όπως σβήνουν τ’ άστρα.
Έχεις δυο μάτια μαγικά,
γλυκά και μαύρα,
μου έχουν βάλει στην καρδιά
φωτιά και λαύρα.
Ζιγκουάλα, σ’ αγαπώ,
Ζιγκουάλα, σε λατρεύω,
της φωνής σου τον σκοπό
και τα χείλη σου γυρεύω.
Ζιγκουάλα ξελογιάστρα,
σαν μου ρίξεις μια ματιά
σβήνω όπως σβήνουν τ’ άστρα,
σβήνω όπως σβήνουν τ’ άστρα.