Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βενετία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βενετία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

10 Μαΐου 2025

Que c'est triste Venise: η "Γαληνοτάτη" και τα κανάλια της

Το 1956 _με ολίγη μυθοπλασία, ένα εξαιρετικό γεγονός έλαβε χώρα στη Βενετία, όταν τα διάσημα κανάλια της πόλης αποστραγγίστηκαν και καθαρίστηκαν για πρώτη φορά μετά από αιώνες. Αυτή η επιχείρηση ήταν γνωστή και ως "La Svolta di Popolazo" (κάτι σαν "Λαϊκή Επανάσταση"), όντας ένα τεράστιο αστικό έργο που στόχευε στη βελτίωση της υγιεινής και των υποδομών των ιστορικών υδάτινων οδών της Βενετίας. Με το πέρασμα των αιώνων, τα κανάλια της Βενετίας είχαν συσσωρεύσει στρώματα λάσπης, συντριμμιών και αποβλήτων, οδηγώντας σε ανθυγιεινές συνθήκες και θέτοντας σε κίνδυνο την αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης. Η απόφαση για την αποστράγγιση και τον καθαρισμό των καναλιών ελήφθη σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων, αποκατάστασης των υδάτινων οδών στην παλιά τους δόξα και διατήρησης της μοναδικής πολιτιστικής και ιστορικής ταυτότητας της Γαληνοτάτης. Η αποστράγγιση και ο καθαρισμός των καναλιών απαιτούσαν σχολαστικό σχεδιασμό, συντονισμό και χρονοβόρα εργασία από μια ομάδα μηχανικών, εργατών και εθελοντών. Νερό αντλούνταν από τα κανάλια, αποκαλύπτοντας τον λασπωμένο πυθμένα και τους κρυμμένους θησαυρούς κάτω από την επιφάνεια, όπως χαμένα αντικείμενα, βυθισμένα σκάφη και αιωνόβιες κατασκευές.


Καθώς τα κανάλια άδειαζαν, τα συνεργεία καθαρισμού άρχισαν να εργάζονται απομακρύνοντας τόνους ιζημάτων, υπολειμμάτων και σκουπιδιών που είχαν συσσωρευτεί με την πάροδο των ετών (σσ. δεν είναι γνωστό πού τα πήγαν…). Η διαδικασία περιελάμβανε βυθοκόρηση, τρίψιμο και εκσκαφή των καναλιών για την απομάκρυνση των στρωμάτων των υπολειμμάτων και την αποκατάσταση των υδάτινων οδών στο αρχικό τους _κατά το δυνατόν βάθος και καθαρότητα. Η αποστράγγιση και ο καθαρισμός των καναλιών το 1956 ήταν μια μνημειώδης προσπάθεια που τράβηξε την προσοχή και τον θαυμασμό των ντόπιων και των επισκεπτών. Το έργο βελτίωσε την υγιεινή και την αισθητική των καναλιών, αλλά τόνισε επίσης τη σημασία της διατήρησης της μοναδικής κληρονομιάς και των αρχιτεκτονικών θαυμάτων της Βενετίας για να τα απολαύσουν οι μελλοντικές γενιές. Μια φωτογραφία εποχής απαθανατίζει την επιχείρηση: άνδρες οπλισμένοι με φτυάρια και καρότσια, βυθισμένοι στη λάσπη, δουλεύουν με αποφασιστικότητα _σκληρή δουλειά και κοινοτικό πνεύμα.
                           Un’impresa mai tentata prima
            Βενετία… Que c'est triste Venice

18-Φεβ-2023
Όπως αναφέρει ο ιστότοπος meteoweb.eu ο ισχυρός αντικυκλώνας που σάρωνε τότε την Ευρώπη είχε αντίκτυπο και στη Βενετία, με την πολύ χαμηλή παλίρροια που είχε σαν αποτέλεσμα να κάνει την εμφάνισή του το φαινόμενο της άμπωτης, δηλαδή η απότομη πτώση της στάθμης της θάλασσας. Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο ιστότοπος, το φαινόμενο έφτασε  στο ανώτερο σημείο του _συγκεκριμένα η στάθμη της θάλασσας υποχώρησε στα -65 εκατοστά από το σημείο μηδέν της παλίρροιας. Το φαινόμενο δεν είναι ασυνήθιστο τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο καθώς το 69% από τις χαμηλές παλίρροιες συμβαίνει μεταξύ Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου. Η άμπωτη  δημιούργησε προβλήματα καθώς τα κανάλια είχαν μετατραπεί σε ρυάκια ή στερέψει με τις βάρκες και τις γόνδολες να μένουν αγκυροβολημένες εξαιτίας της ξηρασίας.  Ακόμα είχε σαν αποτέλεσμα τα αρχαία θεμέλια των κτιρίων να είναι ορατά ακόμη και κατά μήκος του Μεγάλου Καναλιού. Μάλιστα κάποια κανάλια είχαν στερέψει τόσο που ήταν αδύνατη η κίνηση ακόμα και των πλωτών ασθενοφόρων ή οποιαδήποτε βάρκας ή γόνδολας.

Ιστορικά οι περιπτώσεις _κατά τα τελευταία χρόνια, κατά τις οποίες η στάθμη της θάλασσας έμεινε κάτω από τα -50 εκατοστά ήταν το 2005 για 48 ώρες και άλλες δύο φορές στο 2002 και το 2007 για 28 ώρες, καθώς επίσης και το 2004 για 27.
Η Βενετία _Venezia‎‎, Venesia ή Venexia είναι χτισμένη πάνω σε ένα αρχιπέλαγος 117 νησιών σχηματισμένων από 177 κανάλια σε μια ρηχή λιμνοθάλασσα, που συνδέονται με 409 γέφυρες. Είναι πρωτεύουσα της Περιφέρειας του Βένετο και βρίσκεται στην ομώνυμη ελώδη λιμνοθάλασσα που απλώνεται κατά μήκος της ακτογραμμής μεταξύ των εκβολών των ποταμών Πάδου (Πο) και Πιάβε. Η Βενετία είναι φημισμένη για την ομορφιά της τοποθεσίας της, την αρχιτεκτονική της και τα έργα τέχνης της και ολόκληρη η πόλη είναι καταγεγραμμένη ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς, μαζί με τη λιμνοθάλασσά της. Το όνομα προέρχεται από τον αρχαίο λαό των Βένετων, που κατοίκησαν την περιοχή από τον 10ο αιώνα π.Χ. Η πόλη υπήρξε στην ιστορία πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Βενετίας, γνωστή ως «Γαληνοτάτη», «Βασίλισσα της Αδριατικής», «Πόλη του Νερού», «Πόλη των Μασκών», «Πόλη των Γεφυρών», «Επιπλέουσα Πόλη» και «Πόλη των Καναλιών» κλπ. Υπήρξε πολύ μεγάλη ναυτική δύναμη κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, ορμητήριο για τις Σταυροφορίες και τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου, καθώς και πολύ σημαντικό κέντρο εμπορίου (ιδιαίτερα μεταξιού, σιτηρών και μπαχαρικών) και τέχνης από τον 13ο μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα. Αυτό κατέστησε τη Βενετία πλούσια πόλη σε όλη την ιστορία της. Είναι επίσης γνωστή για τα αρκετά καλλιτεχνικά της κινήματα, ιδιαίτερα στην περίοδο της Αναγέννησης _διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της συμφωνικής μουσικής και της όπερας, ενώ αποτελεί γενέτειρα του Αντόνιο Βιβάλντι.
Μολονότι δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές, σχετικές με τους πρώτους αιώνες της Βενετίας, η παράδοση και οι υπάρχουσες μαρτυρίες έχουν κάνει αρκετούς ιστορικούς να συμφωνήσουν ότι ο αρχικός πληθυσμός της Βενετίας αποτελούνταν από πρόσφυγες από Ρωμαϊκές πόλεις κοντά, όπως Πάντοβα, Ακυληία, Τρεβίζο, Αλτίνο και Κονκόρντια (σημερινό Πόρτογκουάρο) και από την ανυπεράσπιστη ύπαιθρο που τρέπονταν σε φυγή από διαδοχικά κύματα εισβολών Γερμανών και Ούννων. Μερικές ύστερες Ρωμαϊκές πηγές αποκαλύπτουν την ύπαρξη ψαράδων στα νησιά της αρχικής ελώδους λιμνοθάλασσας _αναφέρονταν ως «κάτοικοι της λιμνοθάλασσας». Η παραδοσιακή ίδρυση ταυτοποιείται με την αφιέρωση της πρώτης εκκλησίας, του Σαν Τζάκομο στο νησάκι του Ριάλτο (Ριβοάλτο _Ψηλή Όχθη), που λέγεται ότι έγινε 25η  Μαρτίου του 421. Η τελευταία και μονιμότερη μετανάστευση στο βορρά της Ιταλικής Χερσονήσου ήταν εκείνη των Λομβαρδών το 568, αφήνοντας στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μια λεπτή λωρίδα ακτής στο σημερινό Βένετο, περιλαμβανομένης της Βενετίας.
           Canal Grando

Το Μεγάλο Κανάλι ή Κανάλ Γκράντε (Canal Grande, στην τοπική διάλεκτο Canal Grando) είναι το πλατύτερο κανάλι της και μία από τις κυριότερες αρτηρίες της.Το δυτικό άκρο του καναλιού βρίσκεται στον σιδηροδρομικό σταθμό της Σάντα Λουτσία, ενώ το ανατολικό άκρο δίπλα στην Πλατεία του Αγίου Μάρκου. Η διαδρομή του έχει το σχήμα ενός μεγάλου αντίστροφου «S» που διέρχεται από το κέντρο της. Το μήκος του είναι 3,8 χιλιόμετρα, ενώ το πλάτος του κυμαίνεται κατά τόπους από 30 έως 90 μέτρα και το βάθος του είναι 5 μέτρα κατά μέσο όρο.

Οι πλευρές του καναλιού πλαισιώνονται με πάνω από 170 κτήρια, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται από τον 13ο μέχρι τον 18ο αιώνα και είναι δείγματα του πλούτου και της τέχνης που δημιούργησε η Βενετική _Γαληνοτάτη “Δημοκρατία”. Οι οικογένειες της Βενετίας ξόδευαν τεράστια ποσά προκειμένου να επιδείξουν τον πλούτο τους με τα ανάλογα μέγαρα (palazzι). Μεταξύ των αρχοντικών αυτών συγκαταλέγονται τα Παλάτσο Μπαρμπάρο, Κα Ρετσόνικο, Κα ντ' όρο, Παλάτσο Ντάριο, Κα Φόσκαρι, Παλάτσο Μπαρμπάριγκο το Παλάτσο Βενιέρ ντεϊ Λεόνι που στεγάζει τη Συλλογή Πέγκυ Γκούγκενχαϊμ και πολλά ακόμη. Σημαντικές εκκλησίες στη διαδρομή του καναλιού μεταξύ αυτών η βασιλική της Σάντα Μαρία ντελλα Σαλούτε (Παναγιά της Υγείας).Τα περισσότερα από τα μέγαρα δεν διαθέτουν πεζοδρόμιο μπροστά τους και έτσι μπορεί κάποιος να περάσει μπροστά από τις προσόψεις τους μόνο πάνω σε κάποιο πλεούμενο. Επειδή το μεγαλύτερο μέρος της κυκλοφορίας γίνεται κατά μήκος του καναλιού και όχι από τη μία όχθη του στην άλλη, μέχρι τον 19ο αιώνα υπήρχε μόνο μία γέφυρα πάνω από το Κανάλ Γκράντε: η Ριάλτο. Σήμερα υπάρχουν τρεις ακόμα γέφυρες: η Πόντε ντελι Σκάλτσι (=Γέφυρα των ξυπόλητων), η Γέφυρα της Ακαδημίας και η αμφιλεγόμενη Γέφυρα του Συντάγματος (2008), σχεδιασμένη από τον Σαντιάγο Καλατράβα.

Το Μεγάλο Κανάλι ακολουθεί πιθανότατα την κοίτη ενός αρχαίου ποταμού (ίσως εκβολικού κλάδου του Μπρέντα), που ξεχώριζε όταν η στάθμη των υδάτων ήταν χαμηλότερη, πριν τον σχηματισμό της Λιμνοθάλασσας της Βενετίας. Μετά την ίδρυση το αυξανόμενο εμπόριο βρήκε στο βαθύ Μεγάλο Κανάλι ένα ασφαλές και προσβάσιμο στα πλοία της εποχής λιμάνι. Το αποστραγγιστικό σύστημα αποκαλύπτει ότι η πόλη έγινε πιο συμπαγής με το πέρασμα των αιώνων: τότε ακόμα το Κανάλι ήταν πιο πλατύ και βρισκόταν ανάμεσα σε μικρά νησάκια που συνδέονταν με ξύλινα γεφύρια, ενώ η παλίρροια εκείνη την εποχή γινόταν πιο εμφανής.

           Η εποχή των “fondaco”

Κατά μήκος του καναλιού άρχισαν να κτίζονται όλο και περισσότερα φοντάκο (fondaco, από την αραβική λέξη για την αποθήκη), κτήρια που συνδύαζαν την αποθήκη του εμπόρου στο ισόγειο και την κατοικία του από επάνω. Μπροστά τους, στην όχθη του καναλιού, διαθέτουν ένα πρόθυρο (την curia), που διευκόλυνε την εκφόρτωση των πλεούμενων. Από αυτό ένας διάδρομος στο εσωτερικό με τα δωμάτια αποθηκεύσεως στα πλευρά του κατέληγε σε μια πίσω αυλή. Αντιστοίχως, στον πρώτο όροφο μια λότζα (τοξοστοιχία) στο μέγεθος του πρόθυρου φώτιζε το χολ στο οποίο είχαν τις πόρτες τους τα δωμάτια της κατοικίας του εμπόρου. Η πρόσοψη έτσι διαιρείται σε τρία μέρη: ένα «αεράτο» κεντρικό και δύο πιο συμπαγείς πλευρές. Υπάρχει και ένας χαμηλοτάβανος ημιόροφος με γραφεία ανάμεσα στο ισόγειο και τον πρώτο όροφο. Το fondaco διέθετε συχνά πλευρικούς αμυντικούς πύργους (torreselle), όπως το Φοντάκο ντεϊ Τούρκι (των Τούρκων _13ος  αιώνας, μεγάλη αποκατάσταση τον 19ο). Μαζί με το Φοντάκο ντεϊ Τεντέσκι (των Γερμανών) φανερώνουν το πλήθος των ξένων εμπόρων που ζούσαν στο Μεγάλο Κανάλι στη Βενετία όπου το κράτος τους έδινε αποθήκες και καταλύματα, ενώ ταυτοχρόνως έλεγχε την εμπορική τους δραστηριότητα.

Περισσότερα δημόσια κτήρια ανεγείρονταν την ίδια περίοδο κατά μήκος του καναλιού στο Ριάλτο: μέγαρα για εμπορικές και τραπεζικές δραστηριότητες (Παλάτσο ντεϊ Καμερλένγκι και Παλάτσο ντεϊ Ντιέτσι Σάβι _ ξανακτίσθηκε μετά την πυρκαγιά του 1514), αλλά και το νομισματοκοπείο.

             Ο ενετο-βυζαντινός ρυθμός

Τα αγαθά έφθαναν μαζικά από την κατακτημένη πρώην Βυζαντινή Αυτοκρατορία, μαζί με λεηλατημένα γλυπτά, ζωφόρους, κίονες και κιονόκρανα για να διακοσμήσουν τα φοντάκο αρχοντικών οικογενειών. Η βυζαντινή τέχνη συγχωνεύθηκε έτσι με προγενέστερα στοιχεία, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ενετο-βυζαντινού αρχιτεκτονικού ρυθμού. Χαρακτηριστικά του ήταν οι μεγάλες τοξοστοιχίες (λότζες) με κυκλικές ή επιμηκυμένες αψίδες και η αφθονία των πολύχρωμων μαρμάρων. Κατά μήκος του Μεγάλου Καναλιού αυτά τα στοιχεία διατηρούνται καλά στα μέγαρα Κα Φαρσέττι και Κα Λορένταν (αμφότερα έδρες σήμερα του δήμου της Βενετίας), καθώς και στο Κα ντα Μόστο, όλα κτίσματα του 12ου ή του 13ου αιώνα. Εκείνη την εποχή το Ριάλτο είχε έντονη οικοδομική ανάπτυξη, η οποία διαμόρφωσε την εικόνα του καναλιού και των γύρω. Επειδή στη Βενετία τα οικοδομικά υλικά ήταν πολύτιμα, στις όποιες μετέπειτα επισκευές τα υπάρχοντα στοιχεία ξαναχρησιμοποιούνταν, συγχωνεύοντας τον ενετοβυζαντινό με τους νεότερους ρυθμούς (Κα Σαγκρέντο, Παλάτσο Μπέμπο). Η πολυχρωμία, οι τριμερείς προσόψεις, τα διάχυτα ανοίγματα και η κατανομή των δωματίων δημιούργησαν ένα ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό γούστο που συνεχίσθηκε και αργότερα. Η Δ΄ Σταυροφορία με τα λάφυρα από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης του 1204, καθώς και άλλες ιστορικές περιστάσεις, προσέδωσαν στη Βενετία μια ανατολική επίδραση στην εικόνα της μέχρι τα τέλη του 14ου αιώνα.

Ο ενετο-γοτθικός ρυθμός

Η γοτθική αρχιτεκτονική στη Βενετία εξαπλώθηκε με αρκετή καθυστέρηση, ως ένα φανταχτερό «gotico fiorito», αρχίζοντας με τη νότια πλευρά του Ανακτόρου των Δόγηδων. Η «καθετότητα» και ο φωτισμός του γοτθικού ρυθμού βρίσκονται και στα πρόθυρα και τις λότζες των κτηρίων φοντάκο: οι κίονες γίνονται λεπτότεροι και οι επιμήκεις αψίδες αντικαθίστανται από μυτερές ή σιγμοειδείς. Ανάμεσα στα μέγαρα του 15ου αιώνα στο κανάλι που έχουν ακόμη την αρχική τους γοτθική εμφάνιση είναι τα Κα ντ' όρο, Παλάτσο Μπερνάρντο α Σαν Πόλο, Κα Φόσκαρι (που σήμερα στεγάζει το Πανεπιστήμιο της Βενετίας), Παλάτσο Πιζάνι Μορέττα, Παλάτσι Μπαρμπάρο, Παλάτσο Καβάλλι-Φρανκέττι.

Η Αναγέννηση

Από τον 15ο αιώνα, αναγεννησιακά μοτίβα εμφανίζονται σε κτήρια όπως το Παλάτσο Ντάριο και το Παλάτσο Κορνέρ Σπινέλλι (το δεύτερο σχεδιάσθηκε από τον Μάουρο Κοντούσι, πρωτοπόρο του αναγεννησιακού ρυθμού στη Βενετία. Το Κα Βεντραμίν Καλλέργη, ένα άλλο από τα έργα του (σήμερα φιλοξενεί το καζίνο), αποκαλύπτει μια πλήρη μετάβαση: τα πολλά και μεγάλα παράθυρα με τα ανοικτόχρωμα μάρμαρα φέρουν κυκλικά τόξα και κίονες ανήκοντες στους τρεις κλασικούς ρυθμούς: κορινθιακό, ιωνικό ή δωρικό.Η κλασική αρχιτεκτονική είναι περισσότερο εμφανής στα έργα του Τζάκοπο Σανσοβίνο, που ήρθε στη Βενετία το 1527. Κατά μήκος του Μεγάλου Καναλιού σχεδίασε το Παλάτσο Κορνέρ ντελλα Κα Γκράντε και το Παλάτσο Ντολφίν Μάνιν, γνωστά για τη μεγαλοπρέπεια, την οριζόντια διαρρύθμιση των λευκών τους προσόψεων και την ανάπτυξη γύρω από μια κεντρική εσωτερική αυλή. Αναγεννησιακά κτήρια στο κανάλι είναι επίσης το Παλάτσο Παπαντόπολι και το Παλάτσο Γκριμάνι ντι Σαν Λούκα. Αρκετά μέγαρα αυτής της περιόδου είχαν προσόψεις διακοσμημένες με νωπογραφίες σημαντικών καλλιτεχνών, όπως του Ιλ Πορντενόνε, του Τιντορέττο και του Πάολο Βερονέζε, αλλά καμιά από αυτές δεν σώζεται σήμερα. Ιδιαιτέρως αξιομνημόνευτες ήταν οι νωπογραφίες των Βερονέζε και Ντζελόττι στο Κα Καππέλλο, στη διασταύρωση του Μεγάλου Καναλιού με το κανάλι Ρίο ντε Σαν Πόλο.

Το ενετικό μπαρόκ και ο νεοκλασικισμός

Το 1582 ο Αλεσσάντρο Βιττόρια άρχισε την ανέγερση του Παλάτσο Μπάλμπι (σήμερα στεγάζει την Περιφερειαρχία του Βένετο), στο οποίο είναι αναγνωρίσιμα στοιχεία της αρχιτεκτονικής μπαρόκ. Ο μεγαλύτερος αρχιτέκτονας του μπαρόκ στη Βενετία ήταν πάντως ο Μπαλντασάρε Λονγκένα, ο οποίος το 1631 άρχισε να κτίζει τη μεγαλόπρεπη βασιλική της Σάντα Μαρία ντελλα Σαλούτε, μια από τις ομορφότερες εκκλησιές της Βενετίας και εμβληματικό κτίσμα του καναλιού. Η κλασικιστική διαρρύθμιση της προσόψεως έχει πολλές διακοσμήσεις και αγάλματα, ενώ άλλα γλυπτά στεφανώνουν την περιφέρεια του μεγάλου τρούλου του ναού. Αργότερα ο Λονγκένα σχεδίασε δύο επίσης μεγαλόπρεπα μέγαρα, το Κα Πέζαρο και το Κα Ρετσόνικο (με πολλή λιθοξοΐα), καθώς και τον ναό της Σάντα Μαρία της Ναζαρέτ, γνωστότερο ως «Κιέζα ντελι Σκάλτσι» (= «Η Εκκλησιά των ξυπόλητων») εξαιτίας των μοναχών του Τάγματος των Ανυπόδητων Καρμηλιτών (O.C.D.), στο οποίο ανήκε και ανήκει. Για διάφορους λόγους ο Λονγκένα δεν είδε κάποιο από αυτά τα κτήρια ολοκληρωμένο, και επιπλέον τα σχέδια όλων εκτός της Σάντα Μαρία ντελλα Σαλούτε τροποποιήθηκαν μετά τον θάνατό του. Τα μοτίβα του επαναλήφθηκαν στις δύο παλαιότερες προσόψεις του Παλάτσο Λάμπια, που διαθέτει έναν περίφημο κύκλο νωπογραφιών του Τιέπολο.
Η «σχολή» του Λονγκένα γέννησε τους αρχιτέκτονες Ντομένικο Ρόσι (1657-1737, δεν πρέπει να συγχέεται με τον σύγχρονό του γλύπτη Ντομένικο ντεϊ Ρόσι), που σχεδίασε την πρόσοψη του ναού Σαν Στάε και το Παλάτσο Κορνέρ ντελλα Ρετζίνα στο Μεγάλο Κανάλι, και Τζόρτζο Μασάρι (Παλάτσο Γκράσι και ολοκλήρωση Κα Ρετσόνικο στο Μεγάλο Κανάλι).

Ο 16ος και ο 17ος αιώνας σημαδεύουν τις απαρχές της παρακμής της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, αλλά γνώρισαν την εντονότερη οικοδομική δραστηριότητα στο Μεγάλο Κανάλι. Αυτό ερμηνεύεται εν μέρει από τον αυξανόμενο αριθμό οικογενειών (όπως οι Λάμπια) που έγιναν αρχοντικές (πατρίκιοι) πληρώνοντας από ένα τεράστιο ποσό στο κράτος, που τότε _όπως πάντα, αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες. Μόλις αυτές οι οικογένειες κατέκτησαν το νέο τους «στάτους», ανήγειραν εντυπωσιακές κατοικίες πάνω στο Μεγάλο Κανάλι, κάτι που συχνά ωθούσε άλλες να ανακατασκευάσουν ή να ανακαινίσουν τις δικές τους.Τα νεοκλασικού ρυθμού κτίσματα κατά μήκος του καναλιού χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα. Στο πρώτο μισό του αιώνα αυτού ανεγέρθηκε ο ναός Σαν Σιμεόνε Πίκκολο, με το εντυπωσιακό του πρόθυρο κορινθιακού ρυθμού, τον κεντρικό του σχεδιασμό και έναν υψηλό θόλο επενδεδυμένο με χαλκό.

               Η νεότερη εποχή

Μετά την κατάλυση της Δημοκρατίας της Βενετίας το 1797, μεγάλο μέρος της ανεγέρσεως μεγαλόπρεπων κτηρίων στην πόλη αναβλήθηκε, όπως μάς δείχνουν τα ημιτελή Παλάτσο Βενιέρ ντε Λεόνι και ναός του Σαν Μαρκουόλα στο Μεγάλο Κανάλι. Οι οικογένειες των πατρικίων, στερημένες από τον κληρονομικό ρόλο τους στη διοίκηση και σε μερικές περιπτώσεις διωκόμενες από τις επαναστατικές δυνάμεις, ανεζήτησαν αλλού κατοικία. Αρκετά ιστορικά “παλάτσι” κατεδαφίσθηκαν, αλλά πολλά βρήκαν άλλες χρήσεις και σε μερικά αναπαλαιώσεις διέσωσαν την εμφάνισή τους του 18ου αιώνα. Στα τέλη του 20ού αιώνα τα περισσότερα από τα πλέον εξέχοντα μέγαρα είχαν περιέλθει πια στην ιδιοκτησία του δήμου, του ιταλικού κράτους ή ιδρυμάτων.

Κατά την εποχή του Ναπολεόντειου Βασιλείου της Ιταλίας, η κατάργηση των μοναστικών ταγμάτων στο έδαφος του βασιλείου άλλαξε χρήση στα ακίνητά τους. Το συγκρότημα της Σάντα Μαρία ντέλλα Καριτά πάνω στο Μεγάλο Κανάλι έγινε έτσι η γνωστή σήμερα Πινακοθήκη της Ακαδημίας, που φιλοξενεί τη σημαντικότερη συλλογή ενετικής ζωγραφικής. Το μοναστικό συγκρότημα της Σάντα Λουτσία (μερικώς σχεδιασμένο από τον Αντρέα Παλλάντιο) κατεδαφίσθηκε και στη θέση του κτίσθηκε ο ομώνυμος σιδηροδρομικός σταθμός. Με την ενσωμάτωση της Βενετίας στο Βασίλειο της ενοποιημένης πλέον Ιταλίας επανήλθε η ηρεμία στην πόλη και σημειώθηκαν κάποιες ανεγέρσεις κατά μήκος του Μεγάλου Καναλιού, με σεβασμό στην ιστορική του ομορφιά, συχνά αναπαραγωγές του νεογοτθικού ρυθμού, όπως η Ιχθυαγορά του Ριάλτο.

Εκδηλώσεις

Η Ιστορική λεμβοδρομία: Την πρώτη Κυριακή κάθε Σεπτεμβρίου λαμβάνει χώρα στο Μεγάλο Κανάλι η «Ιστορική Λεμβοδρομία» («Regata Storica»), ένας αγώνας μεταξύ ενετικών λέμβων που παρακολουθείται από χιλιάδες ανθρώπους. Του αγώνα προηγείται μια ιστορική παρέλαση πλεούμενων («Corteo Storico») σε ανάμνηση της αφίξεως στη Βενετία της τελευταίας Βασίλισσας της Κύπρου Αικατερίνης Κορνάρου μετά την κατάργηση του Βασιλείου το 1489: γονδολιέρηδες με στολές εποχής παρελαύνουν με χαρακτηριστικές λέμβους του 16ου αιώνα ακολουθώντας τον «Βουκένταυρο», το χρυσοποίκιλτο τελετουργικό πλοίο (γαλέρα) του Δόγη της Βενετίας.

Η εορτή της Παναγιάς της Υγείας: Στις 21 Νοεμβρίου κάθε χρόνο οι Βενετσιάνοι ευχαριστούν την Παρθένο Μαρία για τη λύτρωση της πόλεως από την επιδημία της πανούκλας του 1630-1638 προσκυνώντας στη Σάντα Μαρία ντελλα Σαλούτε _Παναγία της Υγείας. Οι προσκυνητές διασχίζουν το Μεγάλο Κανάλι πάνω σε μια προσωρινή πλωτή γέφυρα που στήνεται από το Κάμπο Σάντα Μαρία Τζομπενίγκο και μετά απολαμβάνουν το πανηγύρι και παραδοσιακά εδέσματα.

Que c'est triste Venise

Το θρυλικό “Πόσο θλιμμένη είναι η Βενετία” στίχοι της Φρανσουάζ Ντορέν συνθεμένο και ερμηνευμένο από τον Σαρλ Αζναβούρ. Κυκλοφόρησε ως single 45 στροφών το 1964 και σημείωσε διεθνή επιτυχία, σε όλη την Ευρώπη, αλλά και στις λατινοαμερικάνικες χώρες χάρη στην ισπανική του εκδοχή, Venecia sin ti. _σσ. Η Françoise Andrée Renée Dorin Γαλλίδα ηθοποιός, κωμικός, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και τραγουδοποιός. Είχε μεγαλύτερη επιτυχία τη δεκαετία του 1970, έγραψε περίπου 30 θεατρικά έργα και περισσότερα από 25 βιβλία, καθώς επίσης έγραψε τραγούδια για διάφορους καλλιτέχνες)

Πόσο λυπημένη είναι η Βενετία
Στον καιρό που οι έρωτες παθαίνουν
Πόσο θλιμμένη είναι η Βενετία
Όταν δεν θα αγαπάμε πια ο ένας τον άλλον

Ακόμα ψάχνουμε για λέξεις
Αλλά η πλήξη τις παίρνει μακριά
Θα θέλαμε να κλάψουμε
Αλλά δεν μπορούμε πια

Πόσο λυπημένη είναι η Βενετία
Όταν οι βαρκαρόλες
Δεν εμφανίζονται τονίζοντας
Μόνο κούφιες σιωπές
Και η καρδιά σφίγγεται

Βλέποντας τις γόνδολες
Καταφύγιο ευτυχίας
Ερωτευμένα ζευγάρια

Πόσο λυπημένη είναι η Βενετία
Στον καιρό που οι έρωτες παθαίνουν
Πόσο θλιμμένη είναι η Βενετία
Όταν δεν θα αγαπάμε πια ο ένας τον άλλον

Μουσεία, εκκλησίες
Ανοίγουν τις πόρτες τους μάταια
Άχρηστη ομορφιά
Μπροστά στα απογοητευμένα μας μάτια

Πόσο θλιμμένη είναι η Βενετία
Βράδυ στη λιμνοθάλασσα
Όταν ψάχνεις για ένα χέρι βοήθειας
που δεν έρχεται
Και τι; … είμαστε ειρωνικοί
Πριν από το φως του φεγγαριού

Να προσπαθήσω να ξεχάσω
Αυτά που δεν λέμε ο καθένας στη αγάπη του
Αντίο σε όλα τα περιστέρια
Ποιοι μας συνοδεύουν τελικά;

Αποχαιρετιστήρια Γέφυρα των Στεναγμών
Αντίο χαμένα όνειρα
Η Βενετία είναι τόσο λυπημένη
Στον καιρό τους πεθαμένου έρωτα
Η Βενετία είναι τόσο λυπημένη
Όταν δεν θα αγαπάμε πια ο ένας τον άλλον

1.        Canal Grande, su treccani.it. URL consultato il 31 agosto 2023.

2.       Fantina Madricardo, Federica Foglini e Fabio Trincardi, High resolution multibeam and hydrodynamic datasets of tidal channels and inlets of the Venice Lagoon, in Scientific Reports -Nature, n. 170121, 5 settembre 2017, DOI:10.1038/sdata.2017.121. URL consultato l'11 ottobre 2019 (archiviato dall'url originale il 2 ottobre 2021)., pubblicata con licenza Creative Commons 4.0.

3.        Fondali della Laguna di Venezia: erosione e rifiuti, su cnr.it, 20 maggio 2019. URL consultato l'11 ottobre 2019 (archiviato dall'url originale l'11 ottobre 2019).

4.       Fondali scandagliati con il sonar in Canal Grande 600 pneumatici, su nuovavenezia.gelocal.it, 2-Φεβ 2019. archive.is.

5.     Pontili Actv e traghetti gondole aggiornati al 25 marzo 2018.

Βιβλιογραφία

·        Giulio Lorenzetti, Venezia e il suo estuario, Roma, Istituto Poligrafico dello Stato, 1963.

·        M. Brusegan, La grande guida dei monumenti di Venezia, Newton & Compton Ed., Roma, 2005, ISBN 88-541-0475-2.

·        E. e W. Eleodori, Il Canal Grande. Palazzi e Famiglie, Corbo e Fiore Editori, 2ª ed., Venezia, 2007, ISBN 88-7086-057-4.

·        Alvise Zorzi e P. Marton, I Palazzi Veneziani, Udine, Magnus, 1989, ISBN 88-7057-083-5.

·        Alberto Toso Fei, I segreti del Canal Grande. Misteri, aneddoti, curiosità, sulla più bella strada del mondo, Studio LT2, 2009.

·        Raffaella Russo, Palazzi di Venezia, Venezia, Arsenale Ed., 1998, ISBN 88-7743-185-7.

·        Umberto Franzoi e Mark Smith. Canal Grande, Venezia, Arsenale Ed., 1993, ISBN 88-7743-131-8.

·        Giuseppe Mazzariol (a cura di), I Palazzi del Canal Grande, Novara, Istituto Geografico De Agostini, 1989.

·        Gianjacopo Fontana. Venezia monumentale – I Palazzi, Venezia, Filippi Editore, 1967.

·        Andrea Fasolo e Mark Smith, Palazzi di Venezia, Venezia, Arsenale Ed., 2003, ISBN 88-7743-295-0.

·        Terisio Pignatti (a cura di), Le scuole di Venezia, Milano, Electa, 1981.

·        Silvia Gramigna, Annalisa Perissa, Scuole di Arti, Mestieri e Devozione a Venezia, Venezia, Arsenale Coop.

·        Giuseppe Tassini, Curiosità Veneziane, Venezia, Filippi Ed., 2001.

 

 

 

13 Ιανουαρίου 2024

Βενετία… Que c'est triste Venice

Το εργατικό κίνημα και οι μεταμορφώσεις της πόλης μεταξύ 19ου και 20ού αιώνα

Στη Βενετία με κατεξοχήν ιστορία πάντα αυτή της “Serenissima” (σσ. = πολύ ήσυχη _χωρίς κύμα: η Δημοκρατία της Βενετίας _ιταλικά: Repubblica di Venezia· βενετσιάνικα _Repùblega de Venèsia) ήταν  κυρίαρχο κράτος και μεγάλη ναυτική για 1.100 χρόνια από το 697 έως το 1797 _ Σαρακηνοί και Βενετσάνοι … πιάνουν και δένουν στο κατάρτι \ ελόγου μου τον καπετάν Γιάννη \ το παλικάρι τον αντάρτη \ τον άντρακλα τον πελαγίσιο, τραγουδούσε ο Μάνος (Σεβάχ ο θαλασσινός το 1970), ακόμη και οι ίδιοι οι κάτοικοι οδηγούνται στο να πιστεύουν, λίγο πολύ συνειδητά, ότι η πόλη τους “πάγωσε” στο 1797: Όλα αυτά φαίνεται να επιβεβαιώνονται από το εξωτερικό σχήμα του ιστορικού κέντρου, το οποίο με την πρώτη ματιά βρίσκεται σε ανοσία από τις ριζικές μεταμορφώσεις που βιώθηκαν τους δύο τελευταίους αιώνες σε “κανονικές” πόλεις. Όμως, προφανώς, ούτε η Βενετία παρέμεινε η ίδια: μια βαθιά μετάλλαξη, ειδικότερα, την επηρέασε μεταξύ των μέσων του δέκατου ένατου αιώνα και τη 10ετία του 1930. Ο καλύτερος τρόπος για να το συνειδητοποιήσετε αυτό είναι να ταξιδέψετε το δυτικό άκρο της, αυτό που βλέπει στην ηπειρωτική χώρα.

Όλα ξεκίνησαν γύρω στο 1840, με την κατασκευή της πρώτης γέφυρας πάνω από τη λιμνοθάλασσα, της σιδηροδρομικής: μετά από μια χιλιετία η Βενετία παύει να είναι νησί. Είναι απόδειξη ότι πλέον η πόλη κοιτάζει όλο και λιγότερο ανατολικά και προς τη θάλασσα (πηγή του αρχαίου μεγαλείου της) και όλο και περισσότερο προς τα δυτικά, προς την ηπειρωτική χώρα και την Ιταλία που θα ενοποιηθεί σύντομα και κατά συνέπεια, οι λιμενικές δραστηριότητες φεύγουν και από τη λεκάνη του S. Marco για δυτικότερα, στον νέο Ναυτικό Σταθμό της Ν. Μάρτας, και τις βιομηχανικές μονάδες που προκύπτουν στην πόλη και συγκεντρώνονται σε αυτήν την περιοχή, κοντά στις σιδηροδρομικές και θαλάσσιες συνδέσεις. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η νεωτερικότητα φτάνει στη Βενετία από πίσω, από τη δύση, από τη στεριά.

Εκείνα τα χρόνια γεννήθηκε και μια νέα “εργατική” Βενετία και ένα “εργατικό κίνημα _προλεταριάτο” -ας  χρησιμοποιήσουμε αυτούς τους –αδόκιμους όρους με την ευρεία έννοια – με όλες τις κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται, σε μια χώρα που βιώνει τα πρώτα “δημοκρατικά” (αστικά) ανοίγματα στην ιστορία της: από το 1912 επίσης ο πιο ταπεινός από τους απλούς ανθρώπους (άνδρας, φυσικά…) έχει δικαίωμα ψήφου για πρώτη φορά. Καθώς και περισσότερα στοιχεία “παραδοσιακά”, όπως οι arsenalotti και οι impiraresse (μαργαριτάρια + κορδόνια) του Castello, αυτή η νέα πραγματικότητα ενσαρκώνεται τώρα από τους λιμενεργάτες της Marittima, από τους καπνεργάτες, από τους εργάτες του βαμβακουργείου S. Marta, από τους εργάτες Giudecca. Οι εργαζόμενοι επιλέγουν τον πιο ανοιχτό χώρο ως αγαπημένο τους χώρο συνάντησης σημαντική περιοχή αυτού του τμήματος της πόλης, το campo S. Margherita, το οποίο θα χαρακτηριστεί έτσι ως “ κόκκινη γειτονιά” και φυσικά σοσιαλιστική. Η Σάντα Μαργκερίτα θα φτάσει να αυτοανακηρύσσεται αυτόνομη δημοκρατία: μια διασκεδαστική πρωτοβουλία που γεννήθηκε στις ταβέρνες, αλλά λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη από όσους ήθελαν να την βλέπουν πραγματικά ως επικίνδυνο άντρο: για τους φασίστες του 1921-22 θα είναι “Μπολσεβίκικη Δημοκρατία”, ένας από τους αγαπημένους στόχους των ομάδων κρούσης στην κοντινή Casa del Popolo Malcanton με 10άδες νεκρούς και τραυματίες (σσ. σπίτια του Λαού σοσιαλιστικά, στέκια αργότερα οι Ρεπουμπλικάνοι και οι Καθολικοί εξοπλίστηκαν επίσης με παρόμοιες δομές).

Ανάμεσα στα σταθερά χαρακτηριστικά της πόλης που προκύπτουν από αυτή τη διαδρομή, σημειώνουμε την τάση επαναχρησιμοποίησης υφιστάμενων κτιρίων για χρήσεις πολύ διαφορετικούς από τους αρχικούς: Οι εκκλησίες του εικοστού αιώνα γίνονται εργοστάσια ή Εργατικά Επιμελητήρια, ενώ τις τελευταίες 10ετίες του εικοστού αιώνα οι βιομηχανικές και παραγωγικές δομές θα μετατραπούν σε αίθουσες διδασκαλίας πανεπιστημιακά κτίρια, δημόσιες κατοικίες ή πολυτελή ξενοδοχεία.

Η εκκλησία του S. Girolamo, που χρησιμοποιήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα ως ατμόμυλος: το καμπαναριό χρησίμευε ως καμινάδα, το παλιό σφαγείο S. Giobbe έχει πλέον μετατραπεί σε πανεπιστημιακό κτίριο, σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της πόλης (διαδρομή S. Marco-Rialto). Στην ηπειρωτική χώρα, η περιοχή αυτή φιλοξένησε διάφορους οικισμούς παραγωγής από τον ύστερο Μεσαίωνα: Ο 19ος αιώνας αποφασίστηκε να συγκεντρωθούν πρώτα εδώ όλες οι δραστηριότητες σφαγής βοοειδών διάσπαρτα σε όλη την πόλη _αυτά τα ίδια χρόνια, καμία έκπληξη, κατασκευάστηκε η σιδηροδρομική γέφυρα translagunare, του οποίου το προγεφύρωμα βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση.

Περιοχή Saffa. Αυτή η περιοχή χρησιμοποιήθηκε επίσης για βιομηχανικές δραστηριότητες τον 19ο αιώνα εκεί βρίσκονταν ένα εργοστάσιο γυάλινων χαντρών και το εργοστάσιο σπίρτων Baschiera (αργότερα Saffa), η οποία έφτασε να απασχολεί 750 εργάτες, κυρίως γυναίκες. Η πρώην βιομηχανική περιοχή χρησιμοποιείται πλέον ως οικιστική γειτονιά.

Piazzale Roma. Στη δεκαετία του 1930 χτίστηκε δίπλα στη σιδηροδρομική γέφυρα, μια παράλληλη για αυτοκίνητα (αυτοκινητόδρομος κλειστός σήμερα): γεννήθηκε η Ponte Littorio, σήμερα η Ponte della Libertà, με συνακόλουθη κατασκευή μιας μεγάλης πλατείας parking για αυτοκίνητα – Piazzale Roma – μη δοκιμάσετε να βρείτε θέση, θα χάσετε όλη τη μέρα σας. Αυτές οι αστικές μεταμορφώσεις αναποδογύρισαν εντελώς την εμφάνιση αυτού του τμήματος της πόλης. Και μόνο το γεγονός ότι αυτό υπάρχει ακόμα και σήμερα _η μόνη περιοχή του ιστορικού κέντρου που διασχίζεται από αυτοκίνητα την καθιστά όχι πολύ “ενετική” και δύσκολο να αφομοιωθεί με την υπόλοιπη πόλη.

Καπνοβιομηχανία. Αυτή η εγκατάσταση, η "παλαιότερη" μεταξύ αυτών που περιλαμβάνονται στο δρομολόγιό μας, γεννήθηκε στα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα, ως περιθωριακό της πόλης για παραγωγικές δραστηριότητες που στοχεύουν κυρίως στην ηπειρωτική αγορά. Καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, οι βιομηχανικοί εργάτες, οι διάσημες tabacchine (σσ. γυναίκες πρωτοπόρες καπνοπώλες), θα γίνονταν ένα με την πόλη: πρωτότυπο μάχιμων εργατών και, ταυτόχρονα, γυναικών περήφανες και χειραφετημένες, θα απαθανατιστούν με τα μαύρα σάλια τους στους πίνακες του Guido Cadorin, του ζωγράφου φίλου του D'Annunzio, και στους στίχους του ποιητή Riccardo Selvatico.

Μύλος βαμβακιού. Άλλο ένα επιβλητικό βιομηχανικό εργοστάσιο, που χτίστηκε το  19ο αιώνα, δηλαδή ταυτόχρονα με τον κοντινό Ναυτικό Σταθμό. (σσ. στα αρχικά σχέδια θα απασχολούσε 3000 εργάτες στο τέλος, ήταν μόνο 900-1000, κυρίως γυναίκες). Σήμερα στεγάζει το πανεπιστήμιο (σχολή αρχιτεκτονικής IUAV).

Ναυτιλιακός Σταθμός (Stazione Marittim με θέα στο Mulino Stucky) Η κατασκευή του σταθμού (εγκαινιάστηκε το 1883) σηματοδοτεί μια εποχή καμπής στην ιστορία της πόλης: μεταφορά των λιμενικών δραστηριοτήτων από την παραδοσιακή τους θέση στο Ν. Marco στο δυτικό άκρο της πόλης, εκεί που είναι πιο εύκολες οι αποβάθρες συνδέεται με τον σιδηρόδρομο. Η Santa Marta _Σάντα Μάρτα, πρώην εκκλησία και νυν κέντρο εκθέσεων και εμπορίου και οι γύρω περιοχές έγιναν τότε η γειτονιά ναυτικών αχθοφόρων και βαστάζων. Κοιτάζοντας πέρα ​​από το κανάλι Giudecca, έχουμε από εδώ μια εξαιρετική θέα του Stucky, του μεγάλου μύλου που χτίστηκε – μεταξύ 800 και 900 – στο δυτικό άκρο του νησιού Giudecca, που εκείνη την εποχή ξεσήκωσε σκάνδαλο για την εμφάνιση του γοτθικού κάστρου, απολύτως ασυνήθιστο για τη Βενετία. Μετά η φωτιά πριν από λίγα χρόνια, και σήμερα _σημεία των καιρών, ο μύλος στεγάζει ένα πολυτελές ξενοδοχείο.

Campo S. Margherita, σήμερα η καρδιά του πανεπιστημίου της Βενετίας, το campo είναι η πλατεία κύριο αυτού του τμήματος της πόλης. Πριν από έναν αιώνα ήταν μια αγορά και αγαπημένος τόπος συνάντησης λιμενικοί, καπνοπωλεία και εργάτες καθώς και η έδρα μιας αποκαθαγιασμένης εκκλησία με σπασμένο καμπαναριό, του Επιμελητηρίου Εργασίας. Ήταν, εν ολίγοις, μια μικρή βενετσιάνικη “κόκκινη πλατεία”, συχνά επιλεγμένη για τo γιορτασμό της πρωτομαγιάς· αλλά, ταυτόχρονα, και ένας χώρος Βενετσιάνικος διάσημος για τις ταβέρνες και τα αποκριάτικα παρεΐστικα.

Rio Novo & “Casa del Popolo” στο Malcanton. Πίσω από το Campo S. Margherita άλλο ένα βαθύ σημάδι των μεταμορφώσεων της πόλης του εικοστού αιώνα: το ανασκαμμένο Ρίο Νόβο (νέο κανάλι) τη δεκαετία του 1930 για να συνδέσει το νεογέννητο Piazzale Roma με το Κανάλι πιο άμεσα. Όταν χτίστηκε, το ποτάμι δεν υπήρχε ακόμα – ένα φαινομενικά ανώνυμο κόκκινο σπίτι μας μεταφέρει πίσω, συνειρμικά στην πολιτική-συνδικαλιστική πάλη που αναφέρεται για τη S. Margherita: ήταν στην πραγματικότητα το “Λαϊκό Σπίτι”, που χτίστηκε την παραμονή του Πρώτου παγκόσμιοy πoλέμου για να φιλοξενήσει το Εργατικό Επιμελητήριο και άλλους θεσμούς του εργατικού κινήματος, και αντικείμενο αλλεπάλληλων επιθέσεων από φασιστικές ομάδες το 1920-22 (τότε ήταν “οχυρωμένο” με σάκους άμμου στα παράθυρα, ένοπλους φρουρούς στις στέγες και σειρήνα)

Que c'est triste Venice _θλιμένη η Βενετία … γράφηκε από την  Françoise Dorin 1η εκτέλεση Charles Aznavour (1964), ερμηνεύτηκε επίσης από Dyango, Les Compagnons de la chanson, Claude François, Gigliola Cinquetti, Gloria Lasso, Franco Simone, Antonio Prieto και μερικές 10άδες ακόμη καλλιτεχνών

Ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά στα γαλλικά και αργότερα στα ισπανικά (Venecia Sin Ti), γερμανικά (Venedig im Grau), αγγλικά (How Sad Venice Can Be) και το 1965 στα ιταλικά (Com'è triste Venezia).

Το τραγούδι γνώρισε διεθνή επιτυχία: το 1964-1965, ήταν στο νούμερο ένα στα charts του Billboard στη Γαλλία, στη Βραζιλία, στην ισπανική έκδοση από τον Juan Ramón το 1965, είχε κερδίσει το πρώτη θέση στο hit parade στην Αργεντινή και πέμπτη στη Χιλή. Ο Charles Aznavour _αρμενικής καταγωγής, καλλιτεχνικό όνομα του Chahnourh Varinag Aznavourian (γενν. στο Παρίσι, το 1924, πέθανε το 2018), υπήρξε τραγουδιστής-τραγουδοποιός, ηθοποιός και διπλωμάτης. Γνωστός με το παρατσούκλι Charles Aznavoice, αλλά και αποκαλούμενος “Frank Sinatra της Γαλλίας”, τραγουδούσε σε επτά γλώσσες και έχει εμφανιστεί σε όλον τον κόσμο

Ο επιπλοποιός που ήξερε πώς να το κάνει να πετάει.

Στο ληξιαρχείο ήταν εγγεγραμμένος ως Shahnourh Varinag Aznavourian, αλλά όλοι τον γνωρίζαμε με το καλλιτεχνικό του όνομα Charles Aznavour. Τραγουδιστής-τραγουδοποιός και ηθοποιός, ήταν ένας από τους πιο αγαπημένους chansonniers, ο πιο διάσημος κορωνογράφος πέρα ​​από τις Άλπεις: μια μοναδική φωνή, ο σημαιοφόρος του γαλλικού τραγουδιού στον κόσμο. Μας άφησε πριν από έξη χρόνια, την 1η Οκτωβρίου 2018, σε ηλικία 94 ετών, στο σπίτι του στο Μουριές, στη νότια Γαλλία.

Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1924 στο Παρίσι, όπου η αρμενικής καταγωγής οικογένειά του είχε μετακομίσει για να γλιτώσει από τη γενοκτονία που διέπραξαν οι Τούρκοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εναντίον του Αρμενικού λαού. Οι αρχές του ήταν δύσκολες. ήταν ελάχιστα αποδεκτός από τη γαλλική κοινωνία ακριβώς λόγω της αρμενικής καταγωγής του. Επιπλέον, ως παιδί είχε διαγνωστεί με παράλυση που έφραξε κάποιες φωνητικές χορδές και του έδωσε αυτό το χαρακτηριστικό, αναμφισβήτητο, ελαφρώς βραχνό αλλά υποβλητικό, και μερικές φορές ιστορικό, τραγουδιστικό βάδισμα, που του χάρισε το παρατσούκλι Aznavoice, αλλά που πολλοί στιγμάτισαν. Στην αρχή της καριέρας του, ένας κριτικός έγραψε για αυτόν: «Δεν τραγουδάει καλά, γράφει άσχημα τραγούδια και δεν είναι ωραίος». Ο Αζναβούρ απάντησε με ένα τραγούδι, το La critique, το οποίο, αφού φρόντισε να έχει μεγάλο και πρόθυμο κοινό δημοσιογράφων, το ερμήνευε σε κάθε πρεμιέρα.

Ήταν ο τραγουδιστής πατέρας του, Micha Aznavourian, και η ηθοποιός μητέρα του, Knar Baghdassarian, που τον έκαναν να εξοικειωθεί γρήγορα με τη σκηνή, ευνοώντας την εισαγωγή του στον θεατρικό κόσμο - όπου έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία μόλις εννέα ετών στο έργο Un bon petit diable - και αργότερα στο παριζιάνικο κινηματογραφικό σύμπαν. Το εκθαμβωτικό ξεκίνημα μιας καριέρας που θα τον οδηγήσει να τραγουδήσει σε εννέα διαφορετικές γλώσσες (συμπεριλαμβανομένης της ναπολιτάνικης διαλέκτου). Το 2004 του απονεμήθηκε το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής στη Γαλλία και το 2009 έγινε Πρέσβης της Αρμενίας στην Ελβετία. Έχει πουλήσει πάνω από τριακόσια εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως, λαμβάνοντας βραβεία και αναγνώριση παντού. Κατά τις περιοδείες του σε 94 χώρες μάγεψε εκατομμύρια θεατές και πήρε μέρος σε ογδόντα ταινίες (θυμόμαστε ιδιαίτερα τη Διαθήκη του Ορφέα του Ζαν Κοκτώ τον Πιανίστα του Φρανσουά Τρυφώ το Μάτια ερμητικά κλειστά, Το ταμπούρλο, Paris au mois d'août, Le passage du Rhin,  Adieu... Chérie και φυσικά το θρυλικό - 1961 Un taxi pour Tobrouk _ένα ταξί για το Τομπρούκ). Εβδομήντα χρόνια μιας ιδιαίτερα τιμημένης καριέρας τον έχουν κάνει σύμβολο της γαλλικής και αρμενικής κουλτούρας.

Aznavour στο στούντιο
τη δεκαετία του εβδομήντα

Ήταν η τυχερή συνάντησή του το 1946 με την Édith Piaf, η οποία τον καλωσόρισε και τον πήρε μαζί της, κάνοντάς τον γνωστό και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, και οι εμφανίσεις του στο Olympia τη δεκαετία του 1950 που τον καθιέρωσαν ως διεθνούς φήμης καλλιτέχνη. Από τότε η καριέρα του βρίσκεται σε ανοδική πορεία. Έκανε ντουέτο, μεταξύ άλλων, με τη Liza Minnelli, τη Céline Dion και τη Νάνα Μούσχουρη. Στη δεκαετία του 1960 προσγειώθηκε ευτυχώς στην Ιταλία, όπου έγινε γνωστός ως ερμηνευτής τραγουδιών όπως Com'è segrete Venezia, La Bohème, L'istrione, E io tra tra voi, με συνεργάτες όπως η Mina, η Iva Zanicchi (συνεργάστηκε σε ένα ολόκληρο LP), Ornella Vanoni, Franco Battiato, Renato Zero, Gino Paoli, Domenico Modugno, Massimo Ranieri, Enrico Ruggeri, Mia Martini και Gilda Giuliani.

Ήταν τραγούδια από το ρεπερτόριό του, μεταφρασμένα στα ιταλικά από τους καλύτερους, με τη συνεργασία των Giorgio Calabrese, Sergio Bardotti και Mogol στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα και αργότερα με τον Lorenzo Raggi. Προς τα τέλη του 1988 κυκλοφόρησε ένα ολόκληρο LP με τον Sergio Bardotti, με τίτλο Momenti Sì, Momenti no. Στις συνεντεύξεις που έδωσε, ο Αζναβούρ δεν ξέχασε ποτέ να αναφερθεί σε αυτές τις συνεργασίες και υπογράμμισε επίσης ότι ήταν τελειομανής, σχολαστικός -όπως είπε ο ίδιος- “με το μικρόφωνο από τη μια πλευρά και το λεξικό από την άλλη”, απαιτητικός και προσεκτικός ακόμα και με τους φαινομενικά ασήμαντο. Το να τον ικανοποιήσει στη μετάφραση των κειμένων του δεν ήταν ποτέ για κανέναν μια βόλτα στο πάρκο...

Ο Αζναβούρ

Είναι κυρίως τραγούδια αγάπης, μιας σπλαχνικής αγάπης που έχει φτάσει στα άκρα, μερικές φορές προδομένη, ειπωμένη επίσης στη γυμνή και συγκλονιστική της πραγματικότητα: χωρίς υπερκατασκευές, ταμπού, φρένα και μισά λόγια. Αυτά που λέγονται μιλάνε ανοιχτά για ομοφυλοφιλία. Η αγάπη αφηγείται με πληθωρική δύναμη, αλλά όχι λιγότερο τρυφερή, η βαθιά φωνή του Αζναβούρ, που δίνει σώμα στο συναίσθημα χωρίς να είναι ενοχλητικό.

Εκτός από εξαιρετικός καλλιτέχνης, ήταν και ένας εξαιρετικός άνθρωπος. Η δέσμευση για τη γη του, την Αρμενία, και η βοήθεια για τον λαό του δεν περιορίζονταν σε αφηρημένες παρεμβάσεις, συνθήματα ή εύκολες επεμβάσεις στo φαίνεσθαι. Ωστόσο, δεν έβλεπε τον τουρκικό λαό ως εχθρό: είχε πολλούς θαυμαστές στην Τουρκία, αλλά δήλωσε ότι οι μισές συγγνώμες του Ερντογάν για τη γενοκτονία των Αρμενίων δεν ήταν αρκετές. Και φοβόταν την είσοδο της χώρας στην Ε.Ε. Σε θρησκευτικό επίπεδο, έχει τονίσει αρκετές φορές ότι πιστεύει σε έναν Θεό μοναδικό και κοσμικό, και δεν έκανε καμία διάκριση μεταξύ των διαφόρων πεποιθήσεων, μεταξύ συναγωγών, τζαμιών, εκκλησιών.

Τον άκουσα να λέει για τον εαυτό του «Δεν είμαι σταρ. Τα αστέρια είναι σερπαντίνες, περνούν και δεν είναι πια εκεί. Είμαι επιπλοποιός που παραδίδει τη σμίλη του». Αυτή η δήλωση είναι αρκετή για να δώσει τις διαστάσεις του χαρακτήρα. Και για τη γενναιοδωρία του, που έλαμπε κάθε φορά που ανέφερε τους τέσσερις ή πέντε συγγραφείς που μετέφρασαν μερικά από τα τραγούδια του στα ιταλικά … “κάντε τη ζωή σας μια περιπέτεια, ξαφνιάστε τους άνδρες και τις γυναίκες γύρω σας. Με ταπεινοφροσύνη, ευγένεια, απλότητα. Σωστά, Charles.