05 Φεβρουαρίου 2023

Κομσομόλ | ΕΣΣΔ _Και χιόνια κι αγέρας κι αστέρια τη νύχτα, αλλά εμένα καρδιά μου μέλημα μόνο ένα: Η πατρίδα θα τα βγάλει πέρα;

Το χιόνι, από την ίδια τη φύση του έχει εμπνεύσει κάθε λογής καλλιτέχνες. Ανάλογα με τη χώρα τις παραδόσεις και τα βιώματα των λαών, το θέμα διαφέρει. Άλλο να ζεις στην Αθήνα που και μόνο το όνομα παραπέμπει σε γνωστές σκηνές απείρου κάλλους με το αστικό κράτος “πολιτικής προστασίας” Μητσο_Τσίπρα_&_Σια σε όλο το μεγαλείο του και άλλο στις Άνδεις, στο Μεξικό, στην Αφρική.

Άλλο στις στέπες της ΕΣΣΔ τον καιρό του πατριωτικού πολέμου, κι άλλο στην καπιταλιστική Ρωσία όπου κάποιοι Βαλερί _ οδοκαθαριστές της Μόσχας βλέπουν την "χιονονιφάδα" της άνοιξης να ξεπροβάλλει από το λιωμένο χιόνι λέγοντας: “Είναι η εποχή τους τώρα” … γι' αυτό τους λέμε έτσι”.
(σσ. Καθώς έρχεται η άνοιξη και το χιόνι λιώνει στην πρωτεύουσα της Ρωσίας, ειδικές υπηρεσίες αναλαμβάνουν το μακάβριο έργο να συλλέξουν τους χιλιάδες ανώνυμους άστεγους, τις πόρνες, τους μεθυσμένους και τους μετανάστες που ξεθάβονται νεκροί κάθε χρόνο από τους παγωμένους δρόμους και τα πάρκα της Μόσχας).

Καπιταλιστική Ρωσία
21ος αιώνας

Όσο θα μπορώ να περπατώ | Όσο μπορώ να βλέπω
Όσο μπορώ να αναπνέω | θα βαδίζω μπροστά!

Ήταν το μακρινό 1958, περίοδος μεγάλων οικονομικών και πολιτικών ανακατατάξεων στην κραταιά ακόμη ΕΣΣΔ, με την «αποσταλινοποίηση» στο φόρτε της

Ο κινηματογράφος διαγράφοντας την δική του ιστορική πορεία, βρισκόταν στα γυρίσματα της ταινίας του Fyodor Filippov По ту сторону” -"στην άλλη όχθη" και ζητήθηκε από τη –γεννημένη στο Στάλινγκραντ _ ήδη Βόλγογκραντ, συνθέτρια Alexandra Pakhmutova και τον ποιητή-στιχουργό Lev Oshanin να ασχοληθούν με τη μουσική επένδυση
Το σενάριο ήταν βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Βίκτορα Κιν (Ви́ктор Па́влович Кин) και μιλούσε για τους αγώνες και τις δυσκολίες της Σοβιετικής Κομουνιστικής Νεολαίας της θρυλικής Κομσομόλ κατά τη 10ετία του '20

Έτσι βγήκε το τραγούδι “Песня о тревожной молодости” (η ανήσυχη γενιά).  Εκτός από αυτό, η Pakhmutova έγραψε άλλα τέσσερα τραγούδια για την ταινία βασισμένα σε ποιήματα του Oshanin και σε πολλά συμφωνικά κομμάτια.
Το τραγούδι έγινε ανεπίσημος ύμνος του Υπουργείου Καταστάσεων Έκτακτης Ανάγκης της Ρωσίας το 1994 .

Η ιστορία

Alexandra Pakhmutova
Στη μουσική του τραγουδιού ακούγονται οι απαντήσεις των αρχαίων χρόνων. Ήθελα να γράψω τις λέξεις με τέτοιο τρόπο ώστε να συνδυάζουν τους δρόμους του Εμφυλίου, τη διαδρομή των πρώτων πενταετών σχεδίων, την ηρωική πορεία του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου και έτσι, βαδίζοντας στο παρελθόν, θα φτάναμε στο σήμερα, θα ήταν τα λόγια της σημερινής Κομσομόλ, της σημερινής νεολαίας μας

—Ποιητής Λεβ Οσάνιν (σημείο γραφής της ποιότητας του σοβιετικού σινεμά)
Όπως θυμάται η Alexandra, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας, έφερα τους στίχους για το τραγούδι. Τότε μου έδειξε την τελειωμένη μουσική για την ταινία. Δύσκολα βρίσκονταν λέξεις να ταιριάζουν με τη μουσική _πέντε πρώτες ανεπιτυχείς προσπάθειες και φτου απ’ την αρχή χωρίς κοινότυπα και να! …η 17η δοκιμή τα κατάφερε.

Αναλύοντας τα μουσικά χαρακτηριστικά της σύνθεσης, η Ekaterina Dobrynina, ερευνήτρια του έργου της Pakhmutova, βρίσκει ομοιότητες με το αστικό λυρικό τραγούδι Там вдали, за рекой (Εκεί, πέρα ​​από το ποτάμι _βλ. στο τέλος του σημειώματος), δημοφιλές στη δεκαετία του '20. Σύμφωνα με τα λόγια του Σοβιετικού συνθέτη Ντμίτρι Καμπαλέφσκι, “Το τραγούδι της ανήσυχης γενιάς” σχεδιάζει “ένα είδος συλλογικού πορτρέτου της νεολαίας μας, τα καλύτερα χαρακτηριστικά του πολίτη της ΕΣΣΔ, ένα πορτρέτο ζωγραφικής με σαγηνευτικά, ρομαντικά χρώματα”.

Ο Ρώσος ποιητής Γιούρι Κουμπλανόβσκι θυμήθηκε ότι τη νύχτα της 4ης Οκτωβρίου 1993, “φωτιές έκαιγαν κοντά στο Σώμα των Σοβιέτ και στο φως της φλόγας τους κάποιος τραγούδησε σοβιετικά τραγούδια –μαζί και το χιονιού κι άνεμου και νυχτερινή πτήση των αστεριών

Το 2014στα πλαίσια της εκμετάλλευσης του ονόματος και των αγώνων της ΕΣΣΔ από την καπιταλιστική Ρωσία παρουσιάστηκε ως κεντρικό μοτίβο στην στρατιωτική πορεία κατά την Παρέλαση της Νίκης στην Κόκκινη Πλατεία.

Στον κινηματογράφο τέλος, υπάρχουν πάνω από 10 σύγχρονες ταινίες

Το τραγούδι της “ανήσυχης” (κόκκινης) νεολαίας

Η ανησυχία μας απλή.
Το μέλημά μας είναι:
Η πατρίδα θα ζήσει;
Και δεν υπάρχουν άλλες ανησυχίες!

Και χιόνι και αέρας
Και η νυχτερινή πτήση των αστεριών.
εμένα καρδιά μου

Αφήστε μας !!
Όλα μας απειλούν με καταστροφή
Αλλά η φιλία μου η αγάπη μου
Θα πεθάνει μόνο μαζί σου.

Όσο θα μπορώ να περπατώ
Όσο μπορώ να βλέπω
Όσο μπορώ να αναπνέω
θα βαδίζω μπροστά!

Και όπως στη ζωή όλων,
Αγάπη θα συναντήσεις μια φορά,
Μαζί σου, όπως είσαι, γενναία
Θα περάσει μέσα από την καταιγίδα.

Μη νομίζετε ότι όλα έχουν τραγουδηθεί
Ότι οι καταιγίδες έσβησαν.
Ετοιμαστείτε για έναν μεγάλο στόχο
Και η δόξα θα μας βρει!

Και χιόνι και αέρας
Και η νυχτερινή αστεροβροχή…
εμένα καρδιά μου…
(κι η απόσταση μικραίνει).
        1958

Η συνθέτρια Alexandra N. Pakhmutova γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 1929 κοντά στο Στάλινγκραντ, της Σοβιετική Ένωσης. Άρχισε να παίζει πιάνο και να συνθέτει μουσική από μικρή ηλικία. Αν και ο 2ος   Παγκόσμιος διέκοψε τις σπουδές της, μετακόμισε στη Μόσχα, όπου έγινε δεκτή στην κεντρική μουσική σχολή του Ωδείου της Μόσχας - το εκπαιδευτικό ίδρυμα που χάρισε στον κόσμο καταξιωμένους μουσικούς. Το 1953, αποφοίτησε και το 1956 ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό με επικεφαλής τον εξαιρετικό συνθέτη Vissarion Shebalin.

Έχει αφιερώσει την επαγγελματική της σταδιοδρομία σε διαφορετικά είδη. Έχει συνθέσει κομμάτια για τη συμφωνική ορχήστρα, μπαλέτα, μουσική για παιδιά (καντάτες, κομμάτια χορωδίας και πολλά τραγούδια) καθώς και μουσική για διάφορες ταινίες. Ο συνολικός αριθμός τους ξεπερνά τα τετρακόσια, συμπεριλαμβανομένου του Good-Bye Moscow (το αντίο των Αγώνων της 22ης Ολυμπιάδας στη Μόσχα, 1980). Η τέχνη της έγινε ανείπωτο μέρος της σοβιετικής και ρωσικής ιστορίας. Έχει λάβει πολλά βραβεία και διετέλεσε Γραμματέας της Ένωσης Συνθετών (ΕΣΣΔ και Ρωσικής) για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ το όνομά της δόθηκε στον πλανήτη # 1889, ο οποίος καταγράφηκε επίσημα στο Σινσινάτι των ΗΠΑ.

 

Στίχοι του τραγουδιού "Εκεί, πολύ πέρα απ΄το ποτάμι"

Εκεί, πέρα ​​από το ποτάμι,
φώτα ανάψαν,
Στον καθαρό ουρανό,
η αυγή κάηκε,

Εκατό νεαροί μαχητές
Από τα στρατεύματα του Μπουντιονόφσκ
στην αναγνώριση
Στα χωράφια κάλπασαν.

Οδηγούσαν για πολλή ώρα
Στη σιωπή της νύχτας Στην
πλατιά
ουκρανική στέπα,
Ξαφνικά στο βάθος, δίπλα στο ποτάμι
έλαμψαν οι Μπαγιονέτες –

Φάνηκαν οι αλυσίδες
της Λευκής Φρουράς .
Ξαφνικά, στο βάθος, δίπλα στο ποτάμι , έλαμψαν ξιφολόγχες -
Αυτές είναι οι αλυσίδες της Λευκής Φρουράς .

Και άφοβα το απόσπασμα καβάλησε εναντίον του εχθρού,
Αιματηρή μάχη ακολούθησε,
Και ο νεαρός κόκκινος αγωνιστής
τα έδωσε όλα…

Τα παραπάνω, λίγο-πολύ άγνωστα, σε αντίθεση με το “Tombe la neige (1963) του Ιταλο_Βέλγου (Salvatore) Adamo, που έχει κάνει το γύρο του κόσμου στην Ιταλία ως "Cade la neve", Γερμανία "Grau zieht der Nebel", Ισπανία "Cae la nieve" …Ιαπωνία "Yuki ga Furu" (雪が降る), ΕΣΣΔ Идёт снег, Πορτογαλία & Βραζιλία "Cai a neve", Αζερμπαιτζάν "Gar yaqir", Τουρκία "Her yerde kar var" …Βιετνάμ "Tuyết rơi" Αλβανία Bie Dëborë κλπ. κλπ

Το χιόνι πέφτει
Δεν θα έρθεις απόψε
Το χιόνι πέφτει
Και η καρδιά μου ντύνεται στα μαύρα

Αυτή η μεταξένια πομπή
Όλη με λευκά δάκρυα

Το πουλί στο κλαδί
Κλάψε το ξόρκι
Δεν θα έρθεις απόψε
με κάνει να κλαίω η απελπισία μου

Αλλά το χιόνι πέφτει
Απαθής βόλτα
Το χιόνι πέφτει

Δεν θα έρθεις απόψε
Το χιόνι πέφτει
Όλα είναι λευκά από την απελπισία
θλιβερή βεβαιότητα

Το κρύο και η απουσία
Αυτή η απεχθής σιωπή
λευκή μοναξιά
Δεν θα έρθεις απόψε

Αλλά το χιόνι πέφτει
Απαθής βόλτα
Αλλά το χιόνι πέφτει


 

 

 

 

03 Φεβρουαρίου 2023

Τζον Κασαβέτης ο πρωτοπόρος ανεξάρτητος & ριζοσπάστης auteur του σινεμά: “δεν φοβάμαι τίποτε και κανέναν”

Ο όρος Independent film (Ανεξάρτητος κινηματογράφος) είναι τόσο παλιός, όσο και η 7η Τέχνη: Το 1908, ιδρύθηκε η "Motion Picture Patents Company" ή "Καταπίστευμα Έντισον", η οποία ήταν ένα καρτέλ που είχε το μονοπώλιο στην παραγωγή και διανομή ταινιών που περιλάμβανε όλες τις μεγάλες κινηματογραφικές εταιρείες της εποχής (Edison, Biograph, Vitagraph, Essanay, Selig, Lubin, Kalem, American Star, American Pathé), τον κορυφαίο διανομέα (Τζορτζ Κλέιν) και τον μεγαλύτερο προμηθευτή ακατέργαστων φιλμ, την Eastman Kodak. Ορισμένοι κινηματογραφιστές που αρνήθηκαν να γίνουν μέλη στο καταπίστευμα χαρακτηρίστηκαν ως «ανεξάρτητοι».

Δαβίδ|Γολιάθ, απέναντι σε μεγαθήριαMetro-Goldwyn-Mayer, United Artists, Grand National, Paramount Pictures, Columbia, Republic Pictures, 20th Century Fox, Universal Studios, Monogram Pictures, Warner Bros, Producers Releasing Corporation, RKO Pictures κά μικρότερα μεγαθήρια στην Αμερική και αντίστοιχα στην Ευρώπη και ειδικά στην Αγγλία …BBC, Beaconsfield, Denham, Studios, Ealing, Elstree, FilmFour, Gainsborough Pictures & Gaumont-British, Hammer Films, Nettlefold Studios, Walton-on-Thames, Pinewood Studio, Shepperton Studios, Southall Studios,    Teddington _Twickenham _Welwyn Studios κλπ.
Με συνύπαρξη παραγωγών και δημιουργών να οδηγεί εκ των πραγμάτων
σε ακόμα πιο ασφυκτικό έλεγχο του κεφαλαίου, έλεγχο ιδεολογικό, πολιτικό και οικονομικό, σε σχέση με τους όρους που δημιουργεί διαχρονικά ο καλλιτέχνης, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, ηθοποιός κλπ. με γενικευμένη εμπορευματοποίηση της τέχνης σε όλες τις εκφράσεις της και ιδιαίτερα στον κινηματογράφο.
Για να φτάσουμε στις λεγόμενες συνδρομητικές διαδικτυακές κινηματογραφικές (τηλεοπτικές στην ουσία) υπηρεσίες, Netflix, Amazon Prime Video, Apple TV Plus, HBO GO, Qubit TV, Pluto TV κλπ. να λυμαίνονται τα πάντα –από τα κινηματογραφικά φεστιβάλ, μέχρι τις κινηματογραφικές αίθουσες.

Στον αντίποδα _πριν 104 χρόνια ο Ρωσικός κινηματογράφος έγινε ιδιοκτησία των λαών της ΕΣΣΔ

Γιος Έλληνα μετανάστη στην Αμερική, ο Κασσαβέτης σπούδασε δραματική τέχνη και έπαιξε πρώτα στο θέατρο και κατόπιν στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο, ιδίως σε ταινίες των Ντον Σίγκελ και Μάρτιν Ριτ. Το 1959, πέρασε στη σκηνοθεσία, γυρίζοντας μαζί με τους φίλους του την ταινία Shadows _"Σκιές". Μια ταινία με πολύ χαμηλό κόστος, που, όμως, το 1960 κέρδισε το βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Βενετίας. Από τους ανεξάρτητους σκηνοθέτες του αμερικανικού κινηματογράφου, ο Κασσαβέτης μαζί και με τον επίσης ελληνικής καταγωγής _άγνωστο στους περισσότερους, Γκρέγκορι Μαρκόπουλο, εισήγαγαν το ψυχόδραμα στη "φιλμική" γλώσσα. Η σκηνοθεσία του Κασσαβέτη αποφεύγει τα εξωτερικά ντεκόρ και τα πρότυπα - ηθοποιούς και δημιουργεί εσωτερικούς χώρους, χωρίς τη λογική ύπαρξη του χρόνου. Επηρεασμένος από το θέατρο, ακολούθησε την εσωτερική ψυχική δραματουργία, εμμένοντας σε ένα σινεμά της αποκάλυψης και όχι της απλής και εύπεπτης γραμμικής σκηνοθεσίας. Οι ταινίες του κινούνται γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις. Σχέσεις, που περικλείουν τον έρωτα, τη φιλία, την εκδίκηση, την αγάπη. Συναισθηματικές καταστάσεις, που αντανακλούν στις σύγχρονες κοινωνίες. Ανθρώπινες σχέσεις και αναζήτηση των συναισθημάτων και της ύπαρξης, που πολλές φορές περνούν μέσα από νευρώσεις και ψυχώσεις και που αγγίζουν την τρέλα. Ο Κασσαβέτης δουλεύει πάντα αυτοσχεδιαστικά, με την ίδια ομάδα σπουδαίων ηθοποιών, όπως τους Peter Falk Πίτερ Φαλκ_Φωκ, Μπεν Γκαζάρα και Σέιμουρ Κάσελ, ενώ σε πολλές ταινίες παίζει και ο ίδιος. Πρωταγωνιστικό, όμως, ρόλο στο σκηνοθετικό του έργο έχει η γυναίκα του Gena Rowlands _Τζίνα Ρόουλαντς, η οποία έχει αποδώσει συγκλονιστικά πολλούς από τους ρόλους της.

Η «ματιά» του Κασσαβέτη

Το σύνολο των ταινιών του σπουδαίου σκηνοθέτη είναι μόνο δώδεκα _Ταινίες σπάνια προβεβλημένες στη χώρα μας

·        1959 ñ Shadows u Σκιές Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του, μια «χειροποίητη» παραγωγή που αποσπά το βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Βενετίας κι αναδεικνύεται σε ορόσημο του ανεξάρτητου αμερικανικού κινηματογράφου

·        1961 ñ Too Late Blues u Όταν ο πόθος προστάζει         

·        1963 ñ A Child is Waiting u Σε περιμένει το παιδί μας Μπαρτ Λάνκαστερ και Τζούντι Γκάρλαντ

·        1968 ñ Faces u Πρόσωπα (με τις πολλές συνεκδοχές της ανθρώπινης ψυχής, τις ερμητικά κλεισμένες επιθυμίες του ανθρώπου, που κάτω από πολλές μορφές αναζητούν την ουσία της ζωής. Είναι τα πολλά πρόσωπα της ζωής μας, που διεκδικούν την ισορροπία της ύπαρξής τους. Τα "Πρόσωπα", που στοίχισαν 200.000$ είναι η ιστορία της Μαρίας και του Ρίτσαρντ, που βλέπουν το γάμο τους να διαλύεται, μετά από δεκατέσσερα χρόνια κοινής ζωής. Τρομαγμένοι και οι δύο, γιατί η νιότη έχει περάσει και ανίκανοι για μια ουσιαστική επικοινωνία, ψάχνουν μακριά ο ένας από τον άλλο διεξόδους, για να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή τους. Στο βάθος, όμως, και οι δυο φοβούνται την οριστική ρήξη, που θα οδηγήσει στη διάλυση και στο τέλος της σχέσης τους. Εξαιρετικές ερμηνείες από τους Τζίνα Ρόουλαντς, Τζον Μάρλεϊ, Αν Κάρλιν και Σέιμουρ Κασέλ


·        1970 ñ Husbands u Σύζυγοι

·        1971 ñ Minnie & Moskowitz u Μίνι & Μόσκοβιτς

·        1974 ñ A Woman Under the Influence u Μια γυναίκα εξομολογείται      

·        1976 ñ The Killing of a Chinese Bookie u Η δολοφονία ενός Κινέζου πράκτορα στοιχημάτων

·        1977 ñ Opening Night u Νύχτα πρεμιέρας (με τη διεισδυτική του ματιά στην αμερικανική κοινωνία)

·        1980 ñ Gloria u Γκλόρια

·        1984 ñ Love Streams u Ερωτική θύελλα (μεταφορά στην οθόνη του ομώνυμου θεατρικού του έργου, που αποτελεί την πιο αυτοβιογραφική του ταινία και κινηματογραφική του διαθήκη).

·        1986 ñ Big Trouble u «Μεγάλος μπελάς» με Πίτερ Φολκ και Άλαν Άρκιν πρώτη προβολή στην Ελλάδα 2008 +

·        Το τρίωρο ντοκιμαντέρ «A Constant Forge: The Life and Art of John Cassavetes» (2000)

In the cinema of John Cassavetes, it’s all about the faces
Στον κινηματογράφο του Τζον Κασσαβέτη, όλα έχουν να κάνουν με τα πρόσωπα
Martin Scorcese

Μην πιστεύεις την αλήθεια!  (συλλογικό εκδ. Κυψέλη, 2022 -αναδρομή στον κινηματογράφο του Τζον Κασαβέτη με κείμενα για τη ζωή και το έργο του ISBN: 978-618-85096-9-6)

  • Ο Τζον Κασαβέτης (1929 – 1989) αναγνωρίζεται καθολικά ως ο πρωτοπόρος του αμερικανικού ανεξάρτητου κινηματογράφου, μαζί με ορισμένους άλλους κινηματογραφιστές που έκαναν την εμφάνισή τους, με έδρα κυρίως τη Νέα Υόρκη, στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1950 (Τζόνας Μέκας, Σίρλεϊ Τζάκσον, Ρόμπερτ Φρανκ, Άλφρεντ Λέσλι κ.ά.). Σε διαλογική σχέση με ανάλογα ρεύματα που εμφανίστηκαν παράλληλα σε άλλες χώρες, όπως στην Αγγλία (το New Cinema των Τέρι Ρίτσαρντσον, Λίντσεϊ Άντερσον κλπ. ) και στη Γαλλία (nouvelle vague), οι «νέοι Αμερικανοί κινηματογραφιστές» επιδίωξαν να σπάσουν τη μονοκρατορία των μεγάλο στούντιο, να αντιπαραβάλλουν την «κάμερα στο χέρι» απέναντι στις πολυδάπανες παραγωγές, να εμπιστευθούν άγνωστους ηθοποιούς (Τζένα Ρόουλαντς, Μπεν Γκαζάρα, Σίμουρ Κάσελ στην περίπτωσή μας), όχι αναγκαστικά της Μεθόδου των Actor Studios, και τελικά, να αναδείξουν με τις ταινίες τους, όχι εντυπωσιακά γκρο πλαν και εντυπωσιακές σκηνές δράσης, αλλά τα νοήματα και τα συναισθήματα που εκφράζονται στα πρόσωπα των ηθοποιών∙ τελικά να εισάγουν έναν νέο, πρωτόφαντο ρεαλισμό στον αμερικανικό κινηματογράφο. Αναμέσά τους, ο Κασαβέτης στάθηκε αναντίρρητα ο κορυφαίος.

Τα κείμενα παρακολουθούν γραμμικά την σκηνοθετική πορεία του δημιουργού, από την πρώτη του ταινία, το θρυλικό πια Shadows (Σκιές, 1959) έως την προτελευταία του, το Love Streams (Ερωτική Θύελλα, 1984) – ο ίδιος ο Κασαβέτης είχε αποκηρύξει το τελευταίο του φιλμ Big Trouble του 1986. 

  • Στο εισαγωγικό κείμενο «Η Ιστορία πίσω από τον Μύθο, το Κίνημα πίσω από το Άτομο» ο Αχιλλέας Παπακωνσταντής εγγράφει το σινεμά του Κασαβέτη στα συμφραζόμενα της εποχής του, αναδεικνύοντας συγχρόνως την πρωτοτυπία του. Ακολουθεί το κείμενο για το Shadows, στο οποίο ο Αλέξανδρος Παπαγεωργίου εστιάζει στο ζήτημα της ταυτότητας (φυλετικής, σεξουαλικής κλπ.) στη Μεγάλη Πόλη που απασχολεί τον σκηνοθέτη, ενώ παράλληλα υπογραμμίζεται ο «υποχθόνιος μοντερνισμός» του. Ακολουθεί το κείμενο του Κώστα Γ. Καρδερίνη για την ταινία Too Late Blues (1961), ενώ ο ίδιος λίγο πιο κάτω ξανακούει τη μουσική στις ταινίες του σκηνοθέτη, όπου κυριαρχούν η jazz και γενικά οι αυτοσχεδιατικές φόρμες (Τσαρλς Μίνγκους, Μπένι Κάρτερ, Γιαν Άκερμαν, Μπούκερ Τ. Τζόουνς, Μπο Γιάρμπρο κ.ά.).

Ο αρχισυντάκτης Γιώργος Παπαδημητρίου γράφει για δύο ταινίες, το A Child Is Waiting (1963) και το περίφημο Faces (Πρόσωπα, 1968), για πολλούς την καλύτερη ταινία του Κασαβέτη: «Απότομο cut από τους τίτλους έναρξης της ταινίας μέσα στην ταινία στο πρόσωπο-χάρτη της Τζένα Ρόουλαντς [...] Πρώτα απ’ όλα, (το Faces) συνιστά έναν θρίαμβο του κασαβετιανού DIY σινεμά,όχι τόσο επειδή κόστισε ψίχουλα, αλλά κυρίως επειδή αποσυνθέτει και υπερπηδά την αναγκαιότητα και το θέσφατο της τεχνικής κατάρτισης». Αντίστοιχα, ο Ηλίας Δημόπουλος, στο κείμενό του για το Husbands (1970), υπογραμμίζει ότι οι Σύζυγοι (aka Μπεν Γκαζάρα, Πίτερ Φολκ, Τζον Κασαβέτης) «χτυπούν υπαρξιστικά στο ψαχνό, περπατώντας, κατά πως λένε, με τις μπότες τους πάνω στ’ αυγά της ανδρικής ψυχολογίας».

  • Έπεται το απολογιστικό «Τζον Κασαβέτης: Να είσαι ο εαυτός σου», στο οποίο ο Νίκος Οικονομίδης αξιολογεί την ενότητα ύφους και θεματικών που διέπει τις ταινίες του, θεωρώντας ότι αυτό εκφράζει και μια «ηθική στάση». Ο Σπύρος Θεωδορόπουλος χαιρετίζει τον άδολο ρομαντισμό που αποπνέει το περιθωριακό ζευγάρι των Minnie and Moskowitz (Μίνι και Μόσκοβιτς, 1971), με την Τζένα Ρόουλαντς και τον Σίμουρ Κέσελ, ενώ η Γκέλυ Μαδεμλή, στο κείμενό της «Unmastered: Για ένα σινεμά της επιθυμίας» ανατρέχει μεταξύ άλλων σε στίχους τραγουδιών noise συγκροτημάτων του underground (Fugazi, Savages, Sleater Kinney, Le Tigre) που αναφέρονται στον σκηνοθέτη. Ο Γιώργος Παπαδημητρίου επανέρχεται, επιχειρώντας μια ανατομία της ταινίας A Woman Under The Influence (Μια γυναίκα εξομολογείται, 1974), γράφοντας ότι ερχεται για να κουμπώσει στα Faces, Husbands και Minnie and Moskovitz, ως κορύφωση, ως «μια ατόφια, καθάρια και συγκινητική γυναικεία εξομολόγηση».  

Ο Φίλιππος Χατζίκος ορθά εξετάζει τη σχέση του The Killing of A Chinese Bookie (Η δολοφονία ενός Κινέζου πράκτορα στοιχημάτων, 1976) με την παράδοση του φιλμ νουάρ, τονίζοντας ωστόσο ότι συνιστά μια λοξή και αντισυμβατική ματιά στο νουάρ. Από την άλλη, ο Γιάννης Βασιλείου, στο κείμενό του «Ο “άλλος” Τζον Κασαβέτης», ανατρέχει στους σημαντικότερους ρόλους του ως ηθοποιού στον κινηματογράφο (Edge of the City, Killers, The Dirty Dozen, Rosemary’s Baby, κλπ.) – κάτι που ο ίδιος ο Κασαβέτης, παρά τις έξοχες ερμηνείες του, έκανε συνήθως απρόθυμα, μόνο και μόνο για να χρηματοδοτεί τις δικές του ταινίες με τις αμοιβές του ως ηθοποιός. Ο Δημοσθένης Ξιφιλίνος αναλαμβάνει το Opening Night (Νύχτα Πρεμιέρας, 1978), μια ταινία που δεν κρύβει τις θεατρικές καταβολές του, καθώς ο Κασαβέτης κάνει ουσιαστικά θέατρο μέσα στον κινηματογράφο, με την Τζένα Ρόουλαντς στον ρόλο της ζωής της ως πρωταγωνίστρια στα πρόθυρα νευρικής κατάπτωσης, απόρροια τις πίεσης που ασκεί πάνω της «ο χρόνος που περνάει». Η Ρόουλαντς αποθεώνεται ξανά ως Gloria στο ομώνυμο ημι-γκανγκστερικό φιλμ του 1980, το οποίο ο Βασίλης Μόσχος στο σχετικό κείμενό του χαρακτηρίζει και ως μια τοιχογραφία της παρακμής στην οποία είχε περιπέσει η Νέα Υόρκη στα τέλη του ’70 και στις αρχές του ’80. Το προτελευταίο κείμενο του τόμου, γραμμένο από τον Γιώργο Παππά, αντιστοιχεί στην προτελευταία ταινία του Κασαβέτη, το προαναφερθέν Love Streams, το οποίο συμπληρώνει, αναφορικά με τη φιλοσοφία του Κασαβέτη, το κείμενο «Σχεδόν όχι νεκροί» του σκηνοθέτη Κωνσταντίνου Σαμαρά.

  • Συντιθέμενα, τα παραπάνω κείμενα κυκλώνουν το συνολικό έργο του Τζον Κασαβέτη, αναδεικνύοντας στο έπακρο τους θεματικούς προβληματισμούς και τις αισθητικές επιλογές του. Είναι γραμμένα με βαθιά γνώση (ως και σπουδή) αυτού του έργου και συνδυάζουν την αναλυτική ματιά του κριτικού με το μεράκι του σινεφίλ που έχει πραγματικά αγαπήσει τις ταινίες του.

Ένας από αυτούς που αγάπησαν πραγματικά τις ταινίες του Τζον Κασαβέτη είναι και ο Jim Jarmusch Τζιμ Τζάρμους. Απευθυνόμενος υποθετικά στον ομότεχνό του, σημειώνει στο κείμενο του οπισθοφύλλου:
«
Κάθε φορά που ετοιμάζομαι να δω μια ταινία σου, με κατακλύζει ένα ξεχωριστό συναίσθημα – μια τόσο ιδιαίτερη προσμονή [...] Είναι σαν να περιμένω μια κινηματογραφική επιφοίτηση [...] Δες όμως τι συμβαίνει: με το που ξεκινήσει η ταινία σου, βυθίζομαι στον κόσμο της, χάνομαι μια για πάντα. Και η προσδοκία της επιφοίτησης εξαφανίζεται. Με αφήνει εκεί, στο σκοτάδι, ολομόναχο. Οι άνθρωποι που βλέπω στο πανί κατοικούν κι αυτοί στον ίδιο κόσμο. Μοιάζουν κι αυτοί χαμένοι, τόσο μόνοι. Τους παρακολουθώ. Παρακολουθώ κάθε λεπτομέρεια στις κινήσεις, τις εκφράσεις και τις αντιδράσεις τους. Ακούω με προσοχή τι λέει ο καθένας, τον σπασμένο τόνο στη φωνή του ενός, την κατεργαριά που κρύβει ο άλλος στον ρυθμό της ομιλίας. Δεν σκέφτομαι πια τις ερμηνείες. Αγνοώ τους “διαλόγους”. Έχω ξεχάσει ότι υπάρχει κάμερα».