21 Ιουνίου 2024

"Μια ζωή μέσα στους δρόμους" - Οι ιστορίες πίσω από τα τραγούδια και άγνωστες μαρτυρίες για τον “άρχοντα”

Το διαθέσιμο έντυπο υλικό για τον Δημήτρη Μητροπάνο είναι _σε σχέση με το ανθρώπινο και μουσικό του εκτόπισμα δυσανάλογο, θα λέγαμε ελάχιστο. Μετά την πρώτη μονογραφία __σσ. “Δημήτρης” _2014, βιβλίο του Ευθύμη Φιλίππου, (σσ. βραβευμένου για την κινηματογραφική του συνεισφορά ως σεναριογράφος ταινιών του Λάνθιμου) και σχεδόν ταυτόχρονα _Δεκέμβρη 2014, ένα  64 σελίδων Δημήτρης Μητροπάνος / Χωρίς Επίλογο (CD Single + Βιβλίο) ISBN13_9789609635028 \ 5099973987727 CD + Book 12/2012 …ενόψει ενός νέου άλμπουμ που δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί... Ο Δημήτρης Μητροπάνος λίγες μέρες πριν τον αιφνίδιο θάνατό του είχε ξεκινήσει στο στούντιο τα πρώτα δοκιμαστικά για την ηχογράφηση του νέου του CD σε μουσική Μίνου Μάτσα. Τα τέσσερα τραγούδια που πρόλαβε να τραγουδήσει καθώς και το τραγούδι "Μια Νύχτα" που ερμήνευσε στην τηλεοπτική σειρά ΤΟ ΝΗΣΙ είναι τα τελευταία δείγματα μιας διαχρονικής πορείας. Παράλληλα ο Οδυσσέας Ιωάννου σε μια μικρή νουβέλα και με αφετηρία την ημέρα του αποχαιρετισμού 19 Απριλίου 2012, ξετυλίγει τη ζωή και την καριέρα ενός γνήσιου Έλληνα, ενός σπουδαίου καλλιτέχνη και ανθρώπου. -Minos-EMI-
Το παρακάτω κείμενο είναι ένα μικρό απόσπασμα από μια συζήτηση που ξεκίνησε στις 18 Απριλίου του 2012 και συμμετείχαν κάποιοι άνθρωποι που έζησαν κοντά του. Ο Βασίλης, ο Σπύρος, η Μυρσίνη, ο Δημήτρης, ο Βασίλης, η Λία, ο Μάκης, η Βένια, ο Γιάννης, ο Ηλίας και η Αναστασία. Στους χώρους που έγινε η συζήτηση υπήρχε πάντα κρύο νερό, μικροί πλαστικοί αναπτήρες και κρέας. Η παρούσα έκδοση δημιουργήθηκε για λογαριασμό της Minos EMI. (Από την έκδοση του Ευθύμη Φιλίππου)

"Μια ζωή μέσα στους δρόμους"

Με τον Δημήτρη Μητροπάνο
βαδίζαμε μαζί στον ίδιο δρόμο,
σταθερά και ακλόνητα
.

Ο ίδιος τίμησε με την παρουσία του εκδηλώσεις του Κόμματος και τα Φεστιβάλ της ΚΝΕ και του "Οδηγητή" όλα τα χρόνια.

Πηγαία λαϊκή φωνή, με μεγάλη, ουσιαστική κατάθεση στο ελληνικό τραγούδι, ο Δημήτρης Μητροπάνος, διήνυσε μια 45χρονη διαδρομή στο τραγούδι στεφανωμένη με επιτυχίες, από τότε που τυχαία τον άκουσε να τραγουδά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και μέσω εκείνου βρέθηκε στην «Κολούμπια». Έκτοτε ξεκινά μια πορεία στο ελληνικό τραγούδι, με διάρκεια και ερμηνείες-σταθμούς του λαϊκού και έντεχνου τραγουδιού που τον κατέταξαν στους λαϊκούς βάρδους.

Η φωνή του, ειδικά από τη δεκαετία του ’90 και μετά, έγινε ο μελωδικός «τόπος» όπου συναντήθηκε ένα ρεύμα του λαϊκού τραγουδιού με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και με τραγούδια των οποίων οι στίχοι και η μουσική διαφοροποιούνταν από τη θεματολογία του κλασικού λαϊκού τραγουδιού.

Σε αυτή τη «συνάντηση» η φωνή του διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο γιατί προσέλκυσε στιχουργούς και συνθέτες να γράψουν με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι μέχρι τότε, αλλά και μπόλιασε νέες μορφές στιχουργίας και σύνθεσης με τη δωρική λιτότητα του κλασικού λαϊκού τραγουδιού, το οποίο είχε επηρεάσει τον Μητροπάνο.

Όταν ο Πάνος Γεραμάνης
έγραφε για τον Μητροπάνο

«Ξεχωριστή στο πρόγραμμα του Δημήτρη Μητροπάνου στο Ζοοm μία ενότητα τύπου... τζουκ μποξ» έγραφε ο Πάνος Γεραμάνης στα Νέα, τον Φεβρουάριο του 2002. Ο δημοσιογράφος είχε βρεθεί στις πρόβες του τρίωρου προγράμματος με 60 τραγούδια «σαν μια διαδρομή, από μεγάλες στιγμές του γνήσιου λαϊκού τραγουδιού, σε όλες του τις τάσεις» είχε γράψει τότε στο άρθρο του, που το τιτλοφορούσε «Στο τζουκ μποξ της καρδιάς».
Έλεγε, λοιπόν, ο Δημήτρης Μητροπάνος, όπως «κατέθετε» στο άρθρο του ο Π. Γεραμάνης:
«Και είναι τόσα τα τραγούδια, τόσα που θέλω να πω. Έτσι όπως ζωντανεύει η επιθυμία μου να τα ακούσω στα παιδικά μου χρόνια, ρίχνοντας το κέρμα μιας δραχμής κι αργότερα του τάληρου στα πραγματικά τζουκ μποξ στα καφενεία, τα σφαιριστήρια και τις λαϊκές ταβέρνες. Οι πολύ έντονες μνήμες μου από εκείνες τις εποχές, που ο κόσμος δεν είχε τη δυνατότητα να ακούει τους μεγάλους τραγουδιστές της προτίμησής του στα λαϊκά μαγαζιά κι έβρισκε τον τρόπο να ρίχνει τις δραχμές στα τζουκ μποξ και να απολαμβάνει τις λαϊκές επιτυχίες πίνοντας το ούζο ή το κρασί του με λίγο μεζέ. Όλα αυτά που έζησα, με συγκινούν και με τονώνουν κι έτσι βγάζω όλο μου τον εαυτό την ώρα που τραγουδώ αυτά τα αθάνατα τραγούδια».


Έντεκα χρόνια μετά το «τελευταίο ζεϊμπέκικο» του Δημήτρη Μητροπάνου, ένα νέο _σχετικά, βιβλίο για τον αείμνηστο ερμηνευτή, με την υπογραφή των δημοσιογράφων Θανάση Κάππου (απόφοιτος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών _έχει γράψει κυρίως ιστορικά και πολιτικά βιβλία… Αριστερά, πολιτική και ποδόσφαιρο, Τα περίπτερα της Αθήνας, ο κοινοβουλευτικός Κώστας Κάππος και η επανάσταση που έρχεται) _γιος του Κώστα _ μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και κοινοβουλευτικού του εκπρόσωπου μέχρι το 1989…) και Νίκου Μερτζάνη (εργάστηκε μεταξύ άλλων για 11 χρόνια στο ελεύθερο, αστυνομικό και πολιτικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα Απογευματινή, υπήρξε πολεμικός ανταποκριτής και αρχισυντάκτης στα δελτία ειδήσεων του ΑΝΤ1, ενώ διετέλεσε Γενικός Διευθυντής Ενημέρωσης της ΕΡΤ1).

Ένας στίχος που περιγράφει όσο κανένας άλλος τη σχέση του Δημήτρη Μητροπάνου με τον κόσμο. Μια σχέση αγάπης και λατρείας. Για σαράντα πέντε και πλέον χρόνια. Μέρες και νύχτες. «Αλίμονο», σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά! «Άκου, έχω φωνή». Η δύναμη των λέξεων που έγιναν στίχος. Τρεις λέξεις – μια ζωή. Σε συντροφεύουν κάθε στιγμή. Στα εύκολα, στα δύσκολα, και πιότερο σε εκείνα τα πιο δύσκολα που χρειάζεσαι κάτι για να πιαστείς. «Δεν θέλω πια να μάθω τι ζητάμε, φτάνει να μου χαρίσεις δυο φιλιά». Το έμβλημα των απανταχού ερωτευμένων. Η προσωποποίηση του μεγαλύτερου συναισθήματος στον κόσμο ανά τους αιώνες σε δεκατρείς λέξεις… Όσο γι’ αυτούς που μας μίλησαν για τον Μήτσο, τον δικό τους Μητροπάνο, ήταν άνθρωποι που κατάλαβαν το φτιασίδι και την προσπάθειά μας.

Όταν θες να μιλήσουμε για τον Μήτσο δεν χρειάζεται μέσο και πληθυντικός. Όπως εμείς. Όπως ο Μήτσος. Σπάνιες μαρτυρίες και σπονδυλωτές ιστορίες. Για τον πολιτικό και τον ποδοσφαιρικό Μητροπάνο. Για το “Μαρτινέγκο” και τη Νέα Φιλαδέλφεια, τα χρόνια τα δίσεκτα με τον Μίκη. Για τα “Πικροσάββατα” και εκείνη την παράξενη ιστορία με τη φωτογραφία ενός δωδεκάχρονου ψηλού παιδιού στη Ρουμανία. Άγνωστα γεγονότα, τα οποία συνοδεύουν εμβληματικά τραγούδια που ερμήνευσε ο Δημήτρης Μητροπάνος, όπως και οι συνεργασίες του με μεγάλα ονόματα του χώρου, αποκαλύπτονται συνολικά για πρώτη φορά. Μέσα από τις ιστορίες αυτές, ξεδιπλώνονται διάφορες πτυχές της ζωής του: η ανθρώπινη πλευρά του καλλιτέχνη, τα παιδικά του χρόνια, η οικογένειά του, οι φίλοι του και εκατοντάδες άγνωστοι που νιώθουν ευγνωμοσύνη γι’ αυτόν, οι πολιτικές του πεποιθήσεις, που αντικατοπτρίζονταν στη χρυσή αλυσίδα με το σφυροδρέπανο που φορούσε στο λαιμό, αλλά και η μεγάλη του αδυναμία: το ποδόσφαιρο και συγκεκριμένα ο Ολυμπιακός. Παιδικοί και αδελφικοί φίλοι του Δημήτρη Μητροπάνου, συνάδελφοι και συνεργάτες του, άνθρωποι που υπηρέτησαν τη θητεία τους μαζί του ή ήταν παρόντες σε σημαντικές στιγμές της ζωής του καταθέτουν για πρώτη φορά τις μαρτυρίες τους για το μεγαλύτερο ίσως και σίγουρα αξέχαστο Έλληνα λαϊκό ερμηνευτή.Τις σελίδες του συμπληρώνουν σπονδυλωτές ιστορίες και μοναδικά ντοκουμέντα από εφημερίδες και έντυπα μιας άλλης εποχής.

Πρόκειται για ένα βιβλίο-ενθύμιο, που όποιος το έχει, θα έχει ένα ιστορικό τεκμήριο, ένα συλλεκτικά χαραγμένο σημείο αναφοράς για την Ελλάδα του 20ού αιώνα μέσα από πολιτικά, κοινωνικά και μουσικά χαρακτηριστικά» αναφέρει ο Θανάσης. Ένα σχολικό ντοκιμαντέρ αποτέλεσε την αφορμή για το βιβλίο που υπογράφουν από κοινού ο Θανάσης Κ. Κάππος και ο 17χρονος γιος του Κώστας. Μάλιστα, η συγκεκριμένη έκδοση δεν θα υπήρχε καν χωρίς το νεαρότερο Κάππο, αφού αυτός ήταν που συνάντησε -με άλλη αφορμή- το στενότερο φίλο του Δημήτρη Μητροπάνου. Το 2021, στην Τερψιθέα της Λάρισας, κάναμε μια συνάντηση με το γιο μου με τον Γεράσιμο Μπετσιμέα, έναν παλιό “Λαμπράκη”, έναν παλιό αριστερό, για ένα σχολικό ντοκιμαντέρ. Εκεί μας είπε “αν δεν γίνει τώρα βιβλίο, δεν θα γίνει ποτέ”. Μετά την παραίνεσή του, λέει ο γιος μου “ας το κάνουμε”» εξηγεί ο Θανάσης.

Από εκείνη τη συνάντηση και μέχρι να πάρει υπόσταση το βιβλίο, πέρασαν περισσότερα από δυόμισι χρόνια, αφού μέλημα του κ. Κάππου ήταν να ψάξει και να βρει ανθρώπους που δεν είχαν μιλήσει ποτέ για τον Δημήτρη Μητροπάνο. Γιώργος Κούδας, Βασίλης Κωνσταντίνου, Κώστας Αϊδινίου, Χρήστος Λεοντής, Ηλίας Γεράκης, Νίκος Μαραγκουδάκης, καθώς και η ξαδέλφη του Άλκη Αλκαίου Ιωάννα Ντίνου είναι μόνο κάποιοι που ζωντανεύουν με τις αφηγήσεις τους σκηνικά με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη, με πολλά από αυτά να έχουν κοινό παρονομαστή τη δοτικότητα και τη μεγαλοψυχία του καλλιτέχνη.

Ο Μαραγκουδάκης, που υπηρέτησε φαντάρος στην Κομοτηνή μαζί με τον Δημήτρη Μητροπάνου, αναφέρει ότι, όταν κατά τη διάρκεια της θητείας τους έβγαιναν με έξοδο μικρής διάρκειας, ο Δημήτρης τραγουδούσε σε ένα κέντρο λίγο έξω από την πόλη, τη “Γαϊδάρα”. Λοιπόν, από το μισό μπουκάλι ουίσκι που ήταν το μεροκάματό του, καημός του ήταν ποιον φαντάρο θα μπορέσει να πρωτοκεράσει _λέει χαρακτηριστικά.

Το στοιχείο αυτό του χαρακτήρα του αποδεικνύεται κι από άλλες διηγήσεις, που αναφέρουν -για παράδειγμα- πως ξεκινούσε με αρκετά χρήματα στην τσέπη από διάφορα μεροκάματα στη Θεσσαλονίκη, όπου κατά καιρούς τραγουδούσε σε διάφορα κέντρα, και έφτανε στην Αθήνα… χρεωμένος, διότι παντού σταματούσε και μοίραζε χιλιάρικα. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε πονέσει, είχε δυσκολευτεί κι έτσι βοηθούσε όποιον του ζητούσε, λέγοντας με συγκίνηση ότι δεν απογοητεύτηκε ούτε όταν διαπίστωσε πως κάποιος επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την καλοσύνη του. Ήταν ένα παλικάρι που τον προσέγγισε προσποιούμενο κινητικά προβλήματα κι ο Μητροπάνος ανέλαβε να πληρώσει τα πάντα γι’ αυτόν. Είχε όμως ένα χούι, ήθελε η νέα μέρα που θα χαράξει να τον βρει σε άλλο κέντρο από εκείνο που τραγουδούσε. Έτσι, ένα βράδυ, μετά το μαγαζί που δούλευε, πήγε κάπου αλλού με ένα φίλο και συνάντησε το εν λόγω άτομο να χορεύει ζεϊμπέκικο. “Αφού είναι καλά το παλικάρι, δεν πειράζει”, ήταν η επική ατάκα με την οποία αντιμετώπισε το συμβάν __

Στην ευτυχία, στη λύπη, στον πόνο, στον έρωτα, στον χωρισμό. Αγκαλιά, και μόνος! Ενας στίχος που περιγράφει όσο κανένας άλλος τη σχέση του Δημήτρη Μητροπάνου με τον κόσμο. Μια σχέση αγάπης και λατρείας. Για σαράντα πέντε και πλέον χρόνια. Μέρες και νύχτες. “Αλίμονο”, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά! “Ακου, έχω φωνή”. Η δύναμη των λέξεων που έγιναν στίχος. Τρεις λέξεις – μια ζωή. Με κρεμασμένο στο στήθος του από μια χρυσή αλυσίδα ένα μικρό σφυροδρέπανο αντί για το κλασικό σταυρουδάκι!

Εκτός από την αποδοχή που είχε ως άνθρωπος, ξεσήκωνε τα πλήθη και ως καλλιτέχνης. Στο βιβλίο περιγράφονται, εκτός από εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα, και μοναδικές συναυλίες που πραγματοποιήθηκαν κατά καιρούς, στις οποίες συμμετείχε ο Μητροπάνος και αποθεωνόταν από το κοινό. Μια από αυτές, η μεγάλη συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο ιστορικό «Μαρτινέγκο» στην Κρήτη, στο πλαίσιο της μεγάλης του περιοδείας σε Ελλάδα και Κύπρο την περίοδο 1966-’67. Μια συναυλία στο κατώφλι της Χούντας, που εξελίχθηκε σε λαϊκό συλλαλητήριο και «μουσική εξέγερση», όπως περιγράφεται, με τη συμμετοχή της Μαρίας Φαραντούρη, της Ελένης Ροδά και του τότε νεαρού συνθέτη Χρήστου Λεοντή. Ο Μητροπάνος εκείνη τη βραδιά, αν και πρωτοεμφανιζόμενος κατάφερε να ξεσηκώσει τον κόσμο, που φώναζε ρυθμικά «σήκω, Νίκο, να τον δεις», απευθυνόμενος στον Νίκο Καζαντζάκη, που ο τάφος του βρίσκεται πολύ κοντά στο γήπεδο.

«Παιδί αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης και του ΔΣΕ που διώχθηκαν σκληρά από το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του, ο Δημήτρης Μητροπάνος αναγκάστηκε να βγει πολύ νωρίς στη βιοπάλη, αναζητώντας μεροκάματο. Έχοντας αυτά τα βιώματα τραγούδησε τις αγωνίες, τους αγώνες και τα βάσανα του λαού και κέρδισε ξεχωριστή θέση στην καρδιά του. Με τη δωρική φωνή και την ξεχωριστή ερμηνεία του πλούτισε το λαϊκό τραγούδι».
_Απόσπασμα από την ανακοίνωση του ΚΚΕ 
με την αναγγελία θανάτου του Δημήτρη Μητροπάνου

Από μικρός δούλευε τα καλοκαίρια για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια. Πρώτα ως σερβιτόρος στην ταβέρνα του θείου του και ύστερα σε ξυλουργεία. Μετά την Γ’ Γυμνασίου, το 1964, ήρθε στην Αθήνα να ζήσει με το θείο του στην οδό Αχαρνών. Προτού τελειώσει το Γυμνάσιο άρχισε να δουλεύει ως τραγουδιστής _τον φώναζαν από μικρό "βλαχάκι", λόγω και της καταγωγής του. Παράλληλα, οργανώθηκε στη Νεολαία Λαμπράκη, καθώς είχε ήδη πολιτικοποιηθεί από νωρίς, δεχόμενος μάλιστα απειλές ότι δε θα τον άφηναν να σπουδάσει λόγω των κομμουνιστικών του καταβολών.

Ολυμπιακάκιας αλλά …

Ένα άλλο γεγονός όπου έδωσε το “παρών”, μαζί με άλλους καλλιτέχνες, για να προσφέρει ήταν οι φιλανθρωπικές εκδηλώσεις που έγιναν για τους σεισμοπαθείς της Θεσσαλονίκης, μετά το σεισμό του ’78. Στο βιβλίο περιλαμβάνονται ντοκουμέντα για τις συναυλίες αυτές, ενώ συχνά παρατίθενται αποσπάσματα από την εφημερίδα «Μακεδονία» της εποχής. Σπάνια και άγνωστη στους περισσότερους είναι και η ιστορία όπου ο Δημήτρης Μητροπάνος τραγούδησε σε χορό του ΠΑΟΚ, αν και ο ίδιος ήταν _κατά δήλωσή του “άρρωστος” Ολυμπιακός. Ένας χορός που πραγματοποιήθηκε με αφορμή το Κύπελλο Ελλάδας, το οποίο κατακτούσε για δεύτερη φορά στην ιστορία του ο Δικέφαλος του Βορρά το ’74 και μάλιστα έπειτα από έναν τελικό κόντρα στον Ολυμπιακό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο χορό εκείνο ο Γιώργος Ζαμπέτας βγήκε με το μπουζούκι του, φορώντας σορτς και φανέλα από την επίσημη εμφάνιση της “ασπρόμαυρης” ομάδας.

Επιπλέον, αναφέρεται ότι ο Δημήτρης Μητροπάνος έπαιζε ποδόσφαιρο ως τερματοφύλακας ή ως επιτελικός χαφ. Μάλιστα, συμμετείχε ως παίκτης σε ένα φιλικό αγώνα για την ανακούφιση των σεισμοπαθών, που έγινε στο γήπεδο “Χαριλάου” μεταξύ καλλιτεχνών και αθλητικογράφων. Η σύνθεση των ομάδων, το τελικό σκορ και κάποιες φάσεις του αγώνα ζωντανεύουν σε ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου. Αναφέρονται ακόμα “τσακωμοί” και καζούρα που είχε με φίλους -συχνότερα καλλιτέχνες-, φιλάθλους άλλων ομάδων, ενώ διατηρούσε φιλίες με γνωστούς Έλληνες ποδοσφαιριστές - οι μαρτυρίες ορισμένων εξ αυτών περιλαμβάνονται στο βιβλίο.

Οι συναρπαστικές ιστορίες, με άγνωστες και σπάνιες πληροφορίες για τη ζωή του, βγαίνουν εκτός των ορίων των 120 σελίδων του βιβλίου, καταδεικνύοντας το μεγάλο ενδιαφέρον για τον Μητροπάνο, που παραμένει ολοζώντανο, αν κι έχουν περάσει 14 χρόνια από το θάνατό του.

Η φύση των βιβλίων του Θανάση, η διαφοροποίηση και η ιδιαιτερότητά τους είναι ότι δεν κυκλοφορούν στην αγορά, αλλά είναι _κατά κάποιον τρόπο “συλλεκτικά”_προσωπικά. Το συγκεκριμένο μετράει παραπάνω από μια εκδόσεις, πέρα από παρουσιάσεις και… “χέρι χέρι”, οδεύοντας ψηλότερα. Προσωπικά το συνιστούμε. Μπορείτε να το αποκτήσετε με ηλεκτρονική παραγγελία στις εκδόσεις “Αλήθεια” _ιδιοκτησίας, Θανάση Κ. Κάππου στη διεύθυνση alitheia.publications@gmail.com _ με έμβασμα 28€ στο GR47014011501150 02002034545

Με πληροφορίες και
από το facebook του Θανάση

19 Ιουνίου 2024

Στη Βίλμα _ Vilma Espín Guillois, που πάντα θα ξαναγεννιέται

Το κάλεσμα της ηρωίδας ήταν πάντα να παίρνουμε θέση _διεθνιστική, με τη σωστή πλευρά της ιστορίας, στο πλευρό της πατρίδας και της επανάστασης.

🇨🇺 Βίλμα (Λουσίλα) Εσπίν Γκουγιός
7- Απρίλη 1930 - 18 Ιουνίου 2007

Όταν τέτοια μέρα τον Ιούνη του 2007 όλη η χώρα _σαν μια οικογένεια, πήγε να συνοδεύσει τη Βίλμα στο Δεύτερο Μέτωπο, όπου θα ξεκινούσε η αιώνια μάχη, όλοι οι Κουβανοί έγιναν μάρτυρες μιας ιδιαίτερης στιγμής. Εκεί ακούστηκε η φωνή της, ένα τραγούδι αγάπης για τον Ραούλ, αλλά και τα νανουρίσματα που αφιέρωσε σε κάθε παιδί... Στη σιωπή εκείνων των βουνών, η εξαιρετικά εκλεπτυσμένη φωνή της γέμιζε τα κενά και κυλούσε από τα μάτια εκείνων που άξιζε το χέρι της και τις στοργές της. Η Temis Tasende, κόρη του μάρτυρα της Moncada José Luis Tasende (σσ. José Luis Tasende, αντάρτης του Κινήματος της 26ης Ιουλίου η Temis είναι βαφτιστήρα του Ραούλ Κάστρο), έδωσε την τεφροδόχο στον στρατηγό Raúl Castro Ruz για να την τοποθετήσει στο βράχο_μαυσωλείο. Εκεί οι αναστεναγμοί, η δύναμη, τα λουλούδια... Επειδή όμως η Βίλμα είναι από αυτές που πάντα (ξανα)γεννιούνται, ξεκίνησε μια καινούργια πορεία αντάρτισσας.

Από παράνομη με το τουφέκι
στη δημιουργία της Ομοσπονδίας Γυναικών Κούβας

Η Βίλμα συνεχίζει να είναι εκείνο το λεπτό κορίτσι, με τα μακριά μαλλιά, που γνώρισε την αγάπη στα βουνά, εν μέσω των κινδύνων που μοιραζόταν ήδη στο Δεύτερο Ανατολικό Μέτωπο Frank País. Αυτή η επιστολή του Ραούλ προς τον Comandante en Jefe Φιντέλ Κάστρο Ρουζ, στις 28 Απριλίου 1958, που αναλύει ζητήματα του πολέμου και της αποτυχίας της απεργίας της 9ης  Απριλίου, υποδηλώνει τον σεβασμό που ο αρχηγός των ανταρτών είχε ήδη εκφράσει προς την μαχήτρια ήδη από την πεδιάδα, για τον το θάρρος και τα κριτήριά της _εκείνης, την οποία πρώτα θαύμασε και μετά αγάπησε:

«Εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία να συζητήσω με την Déborah (ένα από τα ψευδώνυμα της παράνομης Vilma) το θέμα της γενικής απεργίας (σσ. αναφέρεται στη μεγάλη απεργία της 9ης Απριλίου 1958, με μάχες και νεκρούς σε όλη τη χώρα) και περισσότερο από όλα το πάντα λανθάνον πρόβλημα μεταξύ της εθνικής ηγεσίας και Sierra Maestra. Ξεκινάμε κάνοντας μια ειλικρινή αυτοκριτική, διεξοδικά και πλήρη, σε υψηλούς τόνους και με συντροφικότητα. Εκθέσαμε τα πιο χοντροκομμένα κριτήρια, πράγματα και αιτίες, αποδεχόμενος, όπως εγώ, πως πιστεύαμε ως δίκαια και αληθινά, τα λάθη που έγιναν. (…)

Αυτή από την πλευρά της, αφού πολέμησε παράνομη, στις 30 Νοεμβρίου 1956, ρισκάροντας τη ζωή της, προμηθεύοντας υλικά και όπλα και τα πάντα, ανεβοκατέβαινε αστραπή τη Σιέρα σε επαφές και συναντήσεις της Εθνικής Διεύθυνσης του Κινήματος της 26ης Ιουλίου, οδηγώντας _μάλλον κάνοντας να πετάει το αυτοκίνητο, με το μυαλό στραμμένο στον Frank País – επικεφαλής και φίλος–δολοφονημένος Ιούλη 1957, έχοντας πολλά ονόματα _όχι Βίλμα, αλλά Mónica, Déborah, Alicia και Mariela… βρήκε στα βουνά την ελευθερία που πήγαζε από τη μάχη με τους επικεφαλής του εχθρού, χωρίς κανένα φόβο. Γι' αυτό ένιωσε πολύ χαρούμενη όταν, οριστικά, έμεινε στο Δεύτερο Μέτωπο (σσ. γύρω από το Santiago de Cuba), σύμφωνα με την επιστολή προς τη Σίλια Σάντσεθ, που ήταν μαζί με τον Φιντέλ στη Σιέρα Μαέστρα, (σσ. στο Πρώτο Μέτωπο “Χοσέ Μαρτί”)

Αν μπορούσατε να δείτε τα πράγματα που πετύχαμε εδώ! Σ΄ αυτό το μέτωπο !! για να πιστέψετε όλα όσα έχουμε καταφέρει. Επί του παρόντος, οι Αγροτικοί Σύλλογοι πολλαπλασιάζονται και μια αληθινή Επανάσταση γίνεται εν πτήσει. Πώς πάνε οι προμήθειες; (…) Η εκπαίδευση εδώ οργανώνεται πολύ καλά τώρα, υπάρχει μεγάλος ενθουσιασμός μεταξύ των δασκάλων. (…) Πόσο θα ήθελα να το δεις αυτό! Πες όμως στον Φιντέλ να μην το σκέφτεται, αυτές τις στιγμές περισσότερο από ποτέ πρέπει να αποφύγουμε τους περιττούς κινδύνους για τον ίδιο και τον Ραούλ.

Για τη Βίλμα, η επαναστατημένη χώρα ήταν πάντα, πάνω απ' όλα _το άπαν, και αφιερώθηκε σε αυτήν μέχρι το θρίαμβο της 1ης Ιανουαρίου 1959 και στη συνέχεια ηγήθηκε μιας επαναστατικής διαδικασίας επικεφαλής της Ομοσπονδίας Κουβανών Γυναικών _ “Federación de Mujeres Cubanas-FMC” . Χάρη στη δουλειά της, συνοδευόμενη πάντα από μια ομάδα που μοιραζόταν τα ίδια όνειρα, κατάφερε να βοηθήσει τις γυναίκες στην Κούβα να αναπτύξουν στην τέχνη, τη μηχανική, τον αθλητισμό, το γραφείο, το σχολείο, την ύπαιθρο, την αγάπη της οικογένειας χωρίς να παραμελεί το κύριο την αγάπη για την πατρίδα patria o muerte, στον αγώνα να σπάσουν όλα τα εμπόδια...

Έτσι την έβλεπαν και την άκουγαν σε κάθε Συνέδριο της Ομοσπονδίας γυναικών _FMC στην ώθηση για μάχες αλφαβητισμού και για την έκτη και την ένατη τάξη, σε συναντήσεις συνεργασίας με την ANAP (σσ. Εθνική Ένωση Μικροκαλλιεργητών), γιατί οι κουβανέζες αγρότισσες _σαν γυναίκες, είναι απαραίτητες στους επαναστατικούς μετασχηματισμούς. Κι ακόμη τη δημιουργία και το τεράστιο γυναικείο έργο των εδρών στα πανεπιστήμια, των Οίκων Καθοδήγησης Γυναικών και Οικογένειας και των διεθνών συναντήσεων Mujeres Creadoras (η γυναίκα δημιουργός) στους αγώνες της για να εξαλείψουν τα σεξιστικά στερεότυπα και να επιτύχουν την κοινωνική ισότητα μέσα κι έξω από την οικογένεια, κέντρα ημερήσιας φροντίδας και εκπαίδευσης, για τα μικρά παιδιά. Την ανάπτυξη των γυναικών μακριά από τη βία και την κακοποίηση, τα δικαιώματά τους να είναι ευχαριστημένες με τις αποφάσεις τους· την καταπολέμηση του πολιτιστικού αποικισμού· τη διεθνιστική της κλίση και την υπεράσπιση της ιστορίας μας.

Ο αντίκτυπος κάθε αγώνα της Βίλμα έχει σήμερα αποτύπωμα σε κάθε νέο γυναικείο επίτευγμα στην επιστήμη, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό και την κουβανική οικογένεια. και επίσης στους χώρους που απομένουν να καλυφθούν ή που πρέπει να ανακάμψουμε στο εθνικό και διεθνές πλαίσιο που μας αναγκάζει, ξανά και ξανά, να πάμε στο άτομο, να το ακούσουμε και να το διαφυλάξουμε. Τα λόγια της Vilma, με την τρυφερότητα και τη σταθερότητά τους, παρόλο που ειπώθηκαν σε άλλη εποχή, ισχύουν απολύτως, ως μαθήματα που πρέπει να αναθεωρούνται ξανά και ξανά. Αυτά είπε, στις 26 Νοεμβρίου 1977:

«Υπάρχουν πολλά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν για τα οποία η κοινωνία απαιτεί τον κόπο σας, τον ενθουσιασμό και τη σοβαρή δουλειά σας. Πρέπει να εμβαθύνουμε τις γνώσεις μας για τις αλλαγές που έχουν συμβεί στην ατομική και κοινωνική ψυχολογία του λαού μας ως αποτέλεσμα της ενεργού συμμετοχής του στην επαναστατική διαδικασία, να εντοπίσουμε πόσα κατάλοιπα της καπιταλιστικής κοινωνίας χρειάζονται αγώνες για να εξαφανιστούν και να αναπτύξουμε μεθόδους για την καταπολέμησή τους, τη βελτίωση της κατανόησης και τη βελτιστοποίηση της ολοκληρωμένης εκπαίδευσης των νέων γενεών».

 

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο logo της Federación de Mujeres Cubanas _Ομοσπονδίας Κουβανών Γυναικών –της οποίας συνεχίζει να προεδρεύει με απόφαση ημών των Κουβανών επαναστατών– έχει το πρόσωπό της. Οι ιδέες της μας συνοδεύουν σε κάθε τομέα της γυναικείας καθημερινότητας και είναι επίσης αυτές που μεταδίδουν δύναμη για να αντιμετωπίσουμε περίπλοκες στιγμές.

Αυτές που πάντα
ξανα_γεννιούνται…

Όταν εορτάστηκε η 85η επέτειος της Βίλμα το 2015, η Ομοσπονδία των Γυναικών μας διοργάνωσε ένα μοναδικό αφιέρωμα: μια ομάδα _γυναικών από διαφορετικούς τομείς πέταξε, ξημερώματα της 7ης  Απριλίου, στο Σαντιάγο ντε Κούβα και από εκεί έφυγαν προς το Δεύτερο Μέτωπο. Αφού τοποθέτησαν λουλούδια, στάθηκαν, σε φόρο τιμής μπροστά στο Μαυσωλείο αυτού του ιστορικού τόπου, για να παρακολουθήσουν την παρουσίαση του βιβλίου Vilma Espín Guillois _El fuego de la Libertad -η φωτιά της λευτεριάς, μια συλλογή εγγράφων ηρωίδας.

Εκεί επαναστάτριες χιλίων μαχών, όπως η Yolanda Ferrer (σσ. Yolanda Ferrer Gómez
πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων του κουβανικού κοινοβουλίου) και η Carolina Aguilar (σσ. Καρολίνα Αγκιλάρ, δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στο Entre Ríos της Αργεντινής και ζει στην Κούβα από το 1959. Διαχρονικά στο πλευρό της Vilma Espín στην FMC, για χρόνια υπεύθυνη του Κέντρου Σπουδών
Γυναικών της FMC), τόνισαν τις αξίες εκείνου του νεαρού κοριτσιού, που αφιέρωσε τον αγώνα της στο να απελευθερώσει τα φτερά των γυναικών της Κούβας, ώστε να μπουν στη σωστή θέση _αυτή που αντιστοιχεί στην επαναστατική - σοσιαλιστική κοινωνία.

Οι σκέψεις της Βίλμα και το παράδειγμά της, όπως έγραψε ο Φιντέλ στους προβληματισμούς του μετά την είδηση του θανάτου της, είναι πιο απαραίτητο σήμερα από ποτέ, σε μια κοινωνία που διατηρεί υψηλές φιλοδοξίες για κοινωνική δικαιοσύνη. Γι' αυτό η σκέψη της Βίλμα πρέπει να μελετηθεί σε βάθος, για να συνεχιστεί η χειραφέτηση των Κουβανών γυναικών.

Το να γράφεις για τη Βίλμα είναι δύσκολο, γιατί οι γραμμές ενός κειμένου δεν μπορούν να την δείξουν σε όλες της τις διαστάσεις, όπως την γνώριζαν η οικογένειά της, οι φίλοι, τα αδέρφια της _οι συντρόφισσες και σύντροφοί της, στον αγώνα... Αλλά είναι καθήκον να το προσπαθήσεις, γιατί η Βίλμα δημιούργησε μια οικογένεια, έναν αγώνα _καθημερινής μάχης, μια χώρα, ένα πρόσωπο για τις γυναίκες της ηπείρου και του κόσμου. Ένας από τους σχολιασμούς της – που αναφέρεται στο βιβλίο El fuego de la Libertad _η φωτιά της λευτεριάς, χωρίς ημερομηνία, αν και όλα δείχνουν ότι γράφτηκε στις μέρες του αγώνα ενάντια στην τυραννία του Μπατίστα – είναι μια πολιτική διαθήκη που σηματοδοτεί για πάντα την απόφαση μιας γυναίκας στην επανάσταση.

Ερωτευμένη με την Πατρίδα, την οικογένεια
την Επανάσταση _που είναι
🇨🇺  και δική μου και το Σοσιαλισμό μας
Με τον Fidel και τη Vilma για πάντα
στην
💕 καρδιά μου @Yolanda Ferrer Gómez
πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων
του κουβανικού κοινοβουλίου

«(…)
Και υπάρχει μια στιγμή που ανακαλύπτεις ότι πρέπει να πάρεις θέση, αν είσαι υπέρ της δικαιοσύνης, της ειρήνης, της προόδου της ανθρωπότητας _αν δεν ενεργείς υπέρ αυτών ενεργείς ενάντιά τους, ότι δεν υπάρχουν "ουδέτερες" θέσεις, η ευθύνη για ό,τι συμβαίνει στον κόσμο βαραίνει τον καθένα από μας...»

Το αιώνιο κάλεσμα της Βίλμα είναι, λοιπόν, να πάρουμε θέση για την Πατρίδα και για τις κατακτήσεις του έργου για το οποίο η γενιά της διακινδύνευσε τη ζωή της, αυτού που έχτισαν οι γονείς μας και πρέπει να υπερασπιστούμε πάση θυσία. Γι' αυτό η Βίλμα είναι από αυτές που αναγεννιούνται πάντα... και είναι τα φρέσκα λουλούδια και η στοργή του κόσμου που τη συνοδεύει εκεί, στο μέτωπο των ανταρτών που αγάπησε.
Μόνο το έργο της ζωής κάνει δυνατό ο θάνατος να μην είναι οριστικό αντίο, αλλά μάλλον μετάβαση. Όσοι έχουν κάνει δικά τους συλλογικά όνειρα και έχουν δουλέψει ακούραστα για το καλό των άλλων, δεν πεθαίνουν ποτέ, γιατί υπάρχουν ίχνη τόσο βαθιά που μπορούν να αντιμετωπίσουν τον χρόνο, χωρίς να φοβούνται ότι θα χάσουν τη μάχη ενάντια στον ανελέητο ρυθμό του.

Γι' αυτό είναι αδύνατο να μιλήσουμε για μία Βίλμα στο παρελθόν, να κάνουμε σαν να μην ήταν εκεί, σαν να μην υπήρξε. Γιατί η οντότητά της ήταν τόσο γόνιμη, τόσο χρωματισμένη με την ετερότητα, τόσο ανθρώπινη, τόσο επαναστατική, που δεν υπάρχει στιγμή που να μην τη βλέπουμε μπροστά στις καθημερινές εργασίες, στα συναισθήματα της Κουβανής γυναίκας, τις προκλήσεις, στα πιο πιεστικά προβλήματα της Πατρίδας.

Αυτό το κορίτσι, της πολύπλευρης νεότητας, που κάποτε αποφάσισε ότι την πορεία της ζωής της δεν θα την άλλαζε ποτέ, έχει αξία αν κατανοήσουμε τον καθοριστικό ρόλο της γυναίκας στην πλήρη ανάπτυξη κάθε δουλειάς. Ταυτόχρονα, την ανάγκη να μην είναι αυτή η ανάπτυξη ανεξάρτητη, από ένταξη, ισότητα, ευκαιρίες, μη διάκριση για λόγους φύλου, βελτίωσης και πολλά άλλα επιτεύγματα που έχουν στη ρίζα τους στην ακούραστης δουλειά της.

Η Vilma Espín Guillois, ιδρύτρια και ηγέτης της Ομοσπονδίας των Κουβανών Γυναικών, έκανε την οργάνωση πυλώνα ενότητας γύρω από την Επανάσταση και τους ηγέτες της, ιδιαίτερα τον Φιντέλ, που την έβλεπε πάντα ως στενή συνεργάτιδα και έκανε όνειρα δίπλα της.

Οφείλουμε πολλά στο ξεκάθαρο όραμα που τη συνόδευε πάντα, και της επέτρεπε να είναι η αρχιτέκτονας βαθιών μεταμορφώσεων, πρωτοφανών προγραμμάτων, αποτύπωσης της οπτικής του φύλου στις έννοιες της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ήταν η αρχιτέκτονας ακόμη και αυτού που δεν μπορούσε να δει να υλοποιείται, και στο οποίο στεκόμαστε σήμερα σε μεγάλο βαθμό χάρη σε αυτήν.

Γι' αυτό είναι ημέρα επικλήσεως, μνήμης, αφιερώματος, αλλά δεν είναι μέρα δακρύων. Και αν όλοι οι λόγοι που εξηγήθηκαν μέχρι τώρα δεν είναι αρκετοί για να το επιβεβαιώσουν, θα αρκεί να κλείσουμε τα μάτια μας για μια στιγμή, να τη φέρουμε στο νου και το άφθαρτο χαμόγελο μιας φωτισμένης γυναίκας θα μας κάνει να καταλάβουμε ότι η Βίλμα είναι ακόμα εδώ , με το πόδι της στον αναβολέα, κάνοντας Revolución(es) _επανάσταση-εις.

Με πληροφορίες
από την Granma 1-2 όργανο του ΚΚ Κούβας

Η Κούβα αποτίει φόρο τιμής στη Vilma Espín

Κάποια στατιστικά για τις γυναίκες της Κούβας:

·          4.400.000 (~ 80%) είναι συνδικαλισμένες και αποτελούν

·          53,22% του εργατικού δυναμικού στον κρατικό τομέα

·          49% των επιστημόνων, της τεχνολογίας και της καινοτομίας

·          53% του ερευνητικού προσωπικού (στοιχεία 2019), ενώ κατέχει το

·          68% των εδρών της Εθνοσυνέλευσης