1940
Στις 3 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου ο Ιταλός πρέσβης Ε. Γκράτσι επιδίδει στον Έλληνα δικτάτορα Ι. Μεταξά τηλεγραφική διακοίνωση, με την οποία η φασιστική κυβέρνηση της Ιταλίας, που βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Βρετανία, απαιτούσε - ως «έμπρακτη» απόδειξη της ουδετερότητας της Ελλάδας - να της επιτραπεί να καταλάβει στρατιωτικά ορισμένες θέσεις στρατηγικής σημασίας επί ελληνικού εδάφους (δίχως να προσδιορίζει ποιες). Η επίδοση του τελεσίγραφου ήταν ουσιαστικά μια τυπική υπόθεση, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις της ιταλικής πλευράς ήταν εξωφρενικές, αόριστα διατυπωμένες, ενώ έδιναν περιθώριο μόλις 3 ωρών για την αποδοχή ή την απόρριψή τους. Η επίθεση ήταν προαποφασισμένη. Αυτό εξηγεί και την αντίδραση του Μεταξά, ο οποίος δεν έκανε τίποτε άλλο από το να αναγνωρίσει την κατάσταση: «Alors, c'estla guerre» (σ.σ. ώστε έχουμε πόλεμο)», ήταν η απάντηση που έδωσε στον Ιταλό πρέσβη. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος άρχιζε.
Θα παρουσιάσουμε ένα σύντομο χρονικό με βάση τις εκτιμήσεις του Δοκίμιου Ιστορίας του ΚΚΕ, παίρνοντας υπόψη πως απέναντι στον επερχόμενο πόλεμο, μια προβοκατόρικη –στημένη από τις μυστικές υπηρεσίες καθοδήγηση –Κεντρική Επιτροπή, αβαντάριζε στην κατεύθυνση που βόλευε το κράτος και την κυβέρνηση.
Ακόμα: Συγκροτούσε ένα «ΚΚΕ» που καθοδηγούσε η Ασφάλεια και ταυτόχρονα σκόρπιζε σύγχυση στους κομμουνιστές. Διέβαλλε τίμια στελέχη του ΚΚΕ και όξυνε τη χαφιεδοφοβία, ενώ κατάφερνε στο Κόμμα ένα πρωτοφανές στα χρονικά πολιτικό, οργανωτικό και ηθικό πλήγμα.
Στις 25 Γενάρη 1940, η «Παλιά ΚΕ», με ανακοίνωση στο Ριζοσπάστη[1] [2], κατήγγειλε την έκδοση του πλαστού «Ριζοσπάστη» και τα όργανα του Μανιαδάκη. Στις 20 Ιούλη 1940, η «Παλιά ΚΕ» δημοσίευσε «Έκκληση προς τα μέλη του Κόμματος και της Κομμουνιστικής Νεολαίας - Προς τους συμπαθούντες και όλους τους εχθρούς της δικτατορίας», με την οποία κατήγγειλε την κυβέρνηση Μεταξά ότι «σκαρώνει η ίδια ένα δικό της “KKE”».
Αρχίζει ο
ιταλοελληνικός πόλεμος.
Τα 3 γράμματα του Ν. Ζαχαρώδη
Ο ιταλοελληνικός πόλεμος δεν αιφνιδίασε κανέναν, ενώ η επικείμενη έναρξή του έγινε βεβαιότητα όταν, στις 15 Αυγούστου 1940, ιταλικό υποβρύχιο βύθισε στο λιμάνι της Τήνου το πολεμικό πλοίο «Έλλη», ενώ πραγματοποιούνταν και άλλες προκλήσεις από την πλευρά της ιταλικής κυβέρνησής. Εκείνο το διάστημα τέθηκε σε εφαρμογή περιορισμένη επιστράτευση,[3] ενώ στις 23 Αυγούστου 1940 επιστρατεύτηκαν οι έφεδροι της 8ης και 9ης Μεραρχίας.[4]
Τη βεβαιότητα για τον επερχόμενο πόλεμο ανάμεσα στο ιταλικό και το ελληνικό κράτος είχαν εκφράσει με σειρά τοποθετήσεις τους τόσο η ΚΔ όσο και το ΚΚΕ.
Ο ιταλοελληνικός πόλεμος αποτέλεσε συστατικό μέρος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Σε αυτόν τον πόλεμο, πέρα από τον ελληνικό και τον ιταλικό στρατό που εμπλέκονταν άμεσα στο πρώτο στάδιο της διεξαγωγής του, άμεσα επίσης συμμετείχαν και οι Γερμανία-Αγγλία, η πρώτη από τις 6 Απρίλη 1941 μαζί με την Ιταλία και η δεύτερη μαζί με την Ελλάδα από το Μάρτη του 1941.
Τα ξημερώματα της 28ης Οκτώβρη 1940, ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα επέδωσε στον I. Μεταξά το τελεσίγραφο του Μουσολίνι, με το οποίο ζητούσε να επιτρέψει στον ιταλικό στρατό να καταλάβει μέσα στο ελληνικό έδαφος διάφορες θέσεις στρατηγικής σημασίας. Ο Μεταξάς απέρριψετο τελεσίγραφο.
Στο μεταξύ η επίθεση της Ιταλίας
είχε αρχίσει πριν ακόμα λήξει η τρίωρη προθεσμία που όριζε αυτό.
Τις πρωινές ώρες της ίδιας μέρας, ο I. Μεταξάς απεύθυνε διάγγελμα όπου ανέφερε και τα εξής:
«Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν
της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της (..,) Απήντησα εις τον Ιταλόν
Πρέσβυ ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπο με τον οποίον
γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος (..)
Όλον το Έθνος ας
εγερθεί σύσσωμον.
Αγωνισθείτε διά την πατρίδα, τας γυναίκας και τα παιδιά σας και τας ιερός μας
παραδόσεις.
Νυν υπέρ πάντων ο αγών.» 7
Βέβαια, παρά το «εθνεγερτήριο» κάλεσμα, στα ηγετικά κλιμάκια της αστικής τάξης ήταν κυρίαρχη η άποψη ότι η αντίσταση του ελληνικού στρατού όφειλε να είναι σθεναρή, όχι όμως και η πεποίθηση ότι μπορούσε να είναι και νικηφόρα, εξαιτίας της συντριπτικής υπεροχής του αντιπάλου σε πολεμικά μέσα. Στο τελευταίο συνέβαλε πολύ και η στάση της Αγγλίας, η οποία δεν παραχωρούσε στην κυβέρνηση Μεταξά τον εξοπλισμό που εκείνη ζητούσε, κυρίως σε αεροπορικά μέσα.
Στο πνεύμα του πρωθυπουργικού διαγγέλματος κινούνταν και οι άλλοι αστοί πολιτικοί ηγέτες, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Σοφοκλής Βενιζέλος από την Αμερική όπου βρισκόταν, ο Γεώργιος Καρτάλης και ο Εμμανουήλ Τσουδερός.
Η απόφαση της αστικής τάξης να υπερασπίσει την ακεραιότητα του ελληνικού χώρου ήταν ομόθυμη. Επιβεβαιώνεται ότι καμία αστική τάξη δεν παραχωρεί κυριαρχικά της δικαιώματα, δηλαδή καμία αστική τάξη δε δέχεται το διαμελισμό της εσωτερικής της αγοράς και τον περιορισμό της εξουσίας της. Ακόμα ότι, σε περίπτωση που εξαναγκαστεί να τα αποδεχτεί (στρατιωτική κατοχή, απώλεια εδαφών μετά από πόλεμο κ.ά.), ποτέ δεν παραιτείται από την προσπάθεια επανάκτησής τους με οποιοδήποτε δυνατό μέσο. Αλλά και όταν η αστική τάξη παραχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα με τη θέλησή της (συμμετοχή σε διεθνείς καπιταλιστικούς Οργανισμούς), πάλι ο στόχος της είναι να διευρΰνειι τις διεθνείς συμμαχίες της, προκειμένου να θωρακίσει την εξουσία της, να διευρύνει την οικονομική και πολιτική επιρροή της.
Με ημερομηνία 31 Οκτώβρη 1940, ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης έγραψε το παρακάτω ανοιχτό γράμμα[5] [6] προς τον ελληνικό λαό:
«Προς το λαό της Ελλάδας.
Ο φασισμόςτου Μουσσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα,
δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει. Σήμερα
όλοι οι Έλληνες παλαίβουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία.
Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. Μα ένα έθνος που θέλει να ζήσει
πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες. Ο λαός της Ελλάδας
διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο
εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μουσσολίνι.
Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ
ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ
ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥΑΓΩΝΑ.
Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί
αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας
πρέπει να δύσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως
καμιά (η υπογράμμιση είναι του Δοκιμίου) επιφύλαξη. Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το
σημερινό του αγώνα πρέπει να είναι, και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της
δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και
από κάθε εκμετάλλευση (η υπογράμμιση είναι του
Δοκιμίου), μ’ έναν
πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό.
Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θα
’ναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν
στο πλευρό μας.
Αθήνα, 31 του Οκτώβρη 1940 - Νίκος Ζαχαρώδης,
Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ7]
Μαζί με το 1ο Γράμμα ο Ν. Ζαχαριάδης έγραψε το ακόλουθο κείμενο προς την κυβέρνηση Μεταξά:
«ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ σ. ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ. Μαζί με το ‘Ανοικτό Γράμμα” ο σ. Ζαχαρώδης έστειλε στον Μεταξά σημείωμα που περιλάμβανε προτάσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος σε μια βάση για κοινή λαϊκή - πατριωτική - εθνική πάλη κατά της φασιστικής επιδρομής. Ο Μεταξάς φυσικά δεν απάντησε, γιατί δεν έκανε λάίκό-εθνικό πόλεμο, μα πλουτοκρατικό - δυναστικό - ξενοκίνητο. Οι τέσσερις προτάσεις-όροι είνε οι εξής: 1. Το ΚΚΕ αναλαμβάνει τη γραμμή του “Ανοικτού Γράμματος” να την κρατήσει ως το τέλος του πολέμου. 2. Η κυβέρνηση δίνει γενική αμνηστία. 3. Ξαναβγαίνει ο Ριζοσπάστης. 4. Όποιο μέλος του ΚΚΕ διαφωνήσει με τη γραμμή του “Ανοικτού Γράμματος” θα διαγράφει απ’ το ΚΚΕ.»[8]
Το παραπάνω κείμενο απευθυνόταν «Προς τον κ. υφυπουργό Δ. Ασφαλείας», Αυτήν τη φράση αφαίρεσε ο Μανιαδάκης από το συγκεκριμένο κείμενο, και την επικόλλησε στο ανοικτό γράμμα του Ν. Ζαχαρώδη. Όπως έγραψε ο Ριζοσπάστης (28 Οκτώβρη 1945), «ο Μανιαδάκης πήρε την επικεφαλίδα αυτού του δεύτερου γράμματος (...) και την έβαλε σαν επικεφαλίδα στό “Ανοικτό Γράμμα”, θέλοντας έτσι να δείξει ότι και αυτό σ’ αυτόν το έστειλε ο σ. Ζαχαρώδης». Εδώ ακριβώς βρισκόταν η πλαστογραφία του 1ου ανοικτού γράμματος.
Εκτός από την παραπάνω, προηγήθηκε ακόμα μία πλαστογραφία, συντείνοντας περισσότερο στην ήδη υπάρχουσα σύγχυση που είχε δημιουργηθεί με τη συγκρότηση της χαφιεδικής «ΠΔ». Ένα μήνα πριν το 1ο γράμμα του Ν. Ζαχαρώδη, την 1 η Οκτώβρη 1940, κυκλοφόρησε το 9ο φύλλο του πλαστού Ριζοσπάστη, που δημοσίευε ως πρώτο κύριο θέμα του δήθεν γράμμα[9] του Ν. Ζαχαρώδη, το οποίο σημειωτέον έχει καταγγείλει ο Ζαχαρώδης ως πλαστό, σε επιστολή του που δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη στις 9 Ιούλη 1946.
Το κατασκευασμένο γράμμα οι Μανιαδάκης - «ΠΔ» διοχέτευσαν με τον πλαστό Ριζοσπάστη στα νησιά και στις φυλακές, όπου αναπαράχθηκε σε χειρό- γραφές εφημεριδούλες πολιτικών εξόριστων. ,Κι έτσι οι Ακροναυπλιώτες τοποθετήθηκαν αρχικά (29 Οκτώβρη 1940) σύμφωνα με τη θέση του πλαστού γράμματος, με υπόμνημα που έστειλαν προς τον Μεταξά.
Μετά από τη δημοσίευση του 1ου ανοιχτού γράμματος ακολούθησαν υπομνήματα που έστειλαν οι κρατούμενοι της Ακροναυπλίας με βάση αυτό. Το ίδιο και οι ομάδες εξόριστων, που επίσης ζήτησαν από την κυβέρνηση να σταλούν στο μέτωπο για να πολεμήσουν.
Η κυβέρνηση Μεταξά αρνήθηκε, θέτοντας ως προϋπόθεση για να ικανοποιηθεί το αίτημά τους να υπογράψουν δήλωση μετάνοιας. Η στάση της ήταν καθαρά ταξική, με στόχο μακροπρόθεσμο και άμεσο. Η μαζική υπογραφή «δήλωσης μετανοίας» από περίπου 2.000 φυλακισμένους και εξόριστους θα γινόταν παντοτινό στίγματου Κόμματος. Θα αποτελούσε σύμβολο ιδεολογικής και πολιτικής υποταγής του στα αστικά κελεύσματα της ταξικής συνεργασίας, καθιστώντας μύθο την κατακτημένη με αίμα κοινή παραδοχή ότι το ΚΚΕ δε σκύβει το κεφάλι σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Με τη «δήλωση μετανοίας» επιδίωκε να καταστήσει τους κρατούμενους κομμουνιστές πολιτικά αφερέγγυους στο λαό και στο στρατό. Γιατί 2.000 στελέχη του ΚΚΕ, σκορπισμένα στο μέτωπο του πολέμου, μόνο ανησυχία θα προκαλούσαν στην κυβέρνηση Μεταξά. Συγκροτούσαν μια εκρηκτική και ανυπότακτη «μάζα» ανθρώπων με κύρος, που είχαν πρωτοστατήσει στους αγώνες της εργατικής τάξης και της αγροτιάς.
Η «Παλιά ΚΕ» χαρακτήρισε το γράμμα του Ν, Ζαχαρώδη πλαστό, ενώ ο πλαστός Ριζοσπάστης δημοσίευσε «Ανακοίνωση πάνω στο γράμμα του σ. Ζαχαρώδη» που έλεγε:
«Κάνουμε γνωστό σ’ όλα τα μέλη του ΚΚΕ και τους οπαδούς μας πως το ανοιχτό γράμμα που έστειλε ο σ. Ν. Ζαχαρώδης στην κυβέρνηση και που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες και δόθηκε από το ραδιοσταθμό Αθηνών και τον εγγλέζικο Τύπο είναι γνήσιο.. .»[10]
Η σύγχυση που δημιουργήθηκε στις γραμμές των κομμουνιστών κάι γενικότερα ήταν τεράστια.[11]
Το Μακεδονικό Γραφείο, που δεν είχε επαφή ούτε με την «Πα^Ιά ΚΕ», ούτε με την «ΠΔ» (κατά τον Βαγγέλη Βασβανά επηρεαζόταν από τη γραμμή της «Παλιάς ΚΕ»), αποφάσισε να ανατυπώσει το γράμμα «χωρίς τη φράση για “ανεπιφύλακτη υποστήριξη του Μεταξύ’’.. .»[12]
Για το ίδιο θέμα ο Θεόκλητος Κρόκος, μέλος του Μακεδονικού Γραφείου, έγραψε σε μεταγενέστερη έκθεσή του:
«Μας πλακώνει ο πόλεμος. Κάνουμε σύσκεψη στο Γραφείο, τι θα κάνουμε με τον πόλεμο. Βλέπαμε τον πόλεμο και σαν εθνικό και σαν ιμπεριαλιστικό. Δεν είχαμε ακόμα ξεκαθαρίσει τίποτα. Δώσαμε εντολή σε όλα τα μέλη του Κόμματος να πάνε στρατιώτες και τους δόθηκαν συνθήματα και παρασυνθήματα για να τους βρούμε.»[13]
Στις 26 Νοέμβρη 1940, ο Ν. Ζαχαρώδης έγραψε το 2ο ανοιχτό γράμμα, το οποίο έχει ως εξής:
«Προς το λαό της Ελλάδας.
Ολόκληρος ο λαός της Ελλάδας ξεσηκώθηκε σαν ένας άνθρωπος και χάλασε τα σχέδια του φασισμού. Με το αίμα του ο λαός εξασφάλισε τη λευτεριά και την ανεξαρτησία του. Έξω απ’ αυτά η Ελλάδα δεν έχει καμιά θέση στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ανάμεσα στην Αγγλία και Ιταλία-Γερμανία. Αφού ο λαός μας υπερασπίσει αποτελεσματικά την ανεξαρτησία και την εθνική λευτεριά του, σήμερα ένα μονάχα πράμα θέλει: Ειρήνη και ουδετερότητα με τούτους τους όρους: 1. Να ξανάρθουντα πράγματα όπως ήταν στις 28 Οχτώβρη 1940 δίχως καμιά εδαφική - οικονομική - πολιτική ζημιά σε βάρος της Ελλάδας. 2. Οι πολεμικές δυνάμεις της Αγγλίας να φύγουν όλες απ’ τα χώματα και τα νερά της Ελλάδας. Με βάση τους δύο αυτούς όρους να ζητήσουμε αμέσως απ’ την κυβέρνηση της ΕΣΣΔ να μεσολαβήσει για να γίνει ελληνοϊταλική ειρήνη. Αυτό είναι σήμερα το μοναδικό εθνικολαϊκό συμφέρον. Και η πράξη έχει αποδείξει ότι μόνον η ΕΣΣΔ σήμερα έδωσε την ειρήνη και ουδετερότητα της Γουγκοσλαβί- ας - Βουλγαρίας - Τουρκίας.
26 του Νοέμβρη 1940 Ν ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ.
Υ.Γ. Είμαστε υποχρεωμένοι να ζητήσουμε ειρήνη έντιμη και δίχως κυρώσεις και για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά τόσο τον εθνικό - αμυντικό – απελευθερωτικό χαρακτήρα του πολέμου που κάνουμε, όσο και ότι είμαστε ξένοι προς τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο που κάνουν οι πλουτοκρατικές μεγάλες δυνάμεις. Αν σήμερα δε δουλέψουμε για μια έντιμη ειρήνη, ο πόλεμος θα χάσει για μας τον εθνικό αμυντικό χαραχτήρα του, θα γίνει καταχτητικός και τότε θα έχει αντίθετο το λαό.»[14]
Όταν γράφτηκε το 2ο γράμμα, ο ελληνικός στρατός είχε διώξει τον ιταλικό από τα σύνορα και είχε περάσει στην επίθεση. Τα γεγονότα εξελίχτηκαν τελείως διαφορετικά απ’ ό,τι ίσως περίμεναν οι στρατιωτικοπολιτικές ηγεσίες και των δυο κρατών.
Από τις 14 Νοέμβρη ως τις 28 Δεκέμβρη 1940 ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την Κορυτσά, την Πρεμετή, τους Αγίους Σαράντα, το Δέλβινο, το Αργυρόκαστρο και έφτασε στη γραμμή Πόγραδετς - Κάμια - Σοΰχα - Γκόρα -Χειμάρα.
Το 2ο γράμματου Νίκου Ζαχαρώδη δεν είδετο φως της δημοσιότητας. Κρατήθηκε από τη Γενική Ασφάλεια, στην οποία το παρέδωσε η «Προσωρινή Διοίκηση».
Στις 15 Γενάρη 1941, ο Νίκος Ζαχαρώδης έδωσε στο φοιτητή Λιανόπουλο, κρατούμενο που τότε αποφυλακιζόταν, το 3ο ανοιχτό γράμμα του,[15] για να το παραδώσει στη Φοιτητική Οργάνωση του Κόμματος και της ΟΚΝΕ. Ο Λιανό- πουλος δεν υλοποίησε την εντολή του Ζαχαρώδη. Το γράμμα έφτασε πολύ αργότερα στην ΚΕ. Ο Ριζοσπάστης που εξέδιδε η «Παλιά ΚΕ», μη γνωρίζοντας το γεγονός, το κατήγγειλε ως πλαστό (17 Ιοΰνη 1941).
Στο 3ο γράμμα ο Νίκος Ζαχαρώδης κατήγγειλε ανοιχτά την «ΠΔ», που δεν είχε αντιληφθεί το ρόλο της για ένα διάστημα, αν και διατηρούσε επιφυλάξεις. Επίσης επαναλάμβανε αναλυτικά την ίδια θέση με το 2ο γράμμα για το χαρακτήρα του πολέμου και καλούσε το λαό και το στρατό ν’ ανατρέψουν την κυβέρνηση Μεταξά, να συναδελφωθούν στο μέτωπο με τους Ιταλούς στρατιώτες και η νέα κυβέρνηση ν’ απευθυνθεί για στήριξη στην ΕΣΣΔ.
Εκτίμηση των 3 γραμμάτων
Ήταν πολύ σημαντικό ότι με το 1 ο γράμμα καλούνταν ο στρατός και ο λαός να πολεμήσουν ενάντια στον εισβολέα. Αυτό το γεγονός έχει καταγραφεί ως στάση που δείχνει το γνήσια πατριωτικό χαρακτήρα του ΚΚΕ.
Ταυτόχρονα στο 1ο γράμματου Νίκου Ζαχαρώδη ο πόλεμος χαρακτηριζόταν εθνικοαπελευθερωτικός και όχι ιμπεριαλιστικός και από τις δυο πλευρές. Αποτελούσε αντίφαση ότι ο σωστός στόχος που ετίθετο στο γράμμα, για «μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθέ ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, μ’ έναν πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό», συνυπήρχε με τη θέση «στον πόλεμο αυτό που διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά όλοι μάς πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις δίχως καμιά επιφύλαξη».
Αυτή η θέση αποτύπωνε το συσχετισμό δυνάμεων εκείνης της περιόδου, αλλά δε συνέβαλε στην αλλαγή του σε μια πορεία. Ο δίκαιος ή άδικος χαρακτήρας κάθε πολέμου δεν καθορίζεται από το ποιο κράτος επιτίθεται και ποιο αμύνεται. Και οι δύο αστικές τάξεις και οι κυβερνήσεις τους συγκρούονταν, όχι όμως για τα συμφέροντα των εργατικών τάξεων της Ελλάδας και της Ιταλίας. Η πρωτοπορία της εργατικής τάξης και σ’ εκείνες τις συνθήκες όφειλε να διαφωτίζει για τις ευθύνες της αστικής τάξης στον πόλεμο, να προετοιμάζει στην κατεύθυνση υπεράσπισης της δικής της πατρίδας και όχι στην κατεύθυνση της λεγάμενης «εθνικής ενότητας». Στον ιταλοελληνικό πόλεμο δεν υπήρξε και ούτε μπορούσε να υπάρξει ποτέ μια τέτοια ενότητα, γιατί αυτή είναι αντικειμενικά ανύπαρκτη σε κάθε ταξική κοινωνία.
Όντας ο ιταλοελληνικός πόλεμος συστατικό μέρος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, όπως προαναφέρθηκε, ξετυλίχτηκε στο εσωτερικό του και εξέφραζε την αντίθεση ανάμεσα στις δύο ιμπεριαλιστικές πλευρές που προκάλεσαν τη γενικότερη ανάφλεξη, με την Ελλάδα να βρίσκεται στο πλευρό του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Επομένως, ο χαρακτήρας του ιταλοελληνικού πολέμου δεν μπορεί ν’ αποσπαστεί από το γενικότερο πλαίσιο και ν’ αναλυθεί παρά και ενάντια σ’ αυτό.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης έθετε το σκεπτικό ότι ο πόλεμος που έκανε η κυβέρνηση Μεταξά βοηθούσε (εξ αντικειμένου και όχι ότι ήταν στις προθέσεις της) τη Σοβιετική Ένωση, ενώ την ίδια στιγμή και ο ελληνικός λαός είχε συμφέρον ν’ αντιμετωπίσει την ιταλική εισβολή.
Αυτή η διαπίστωση ήταν σωστή. Ο ελληνικός λαός ασφαλώς και έπρεπε ν’ αντιμετωπίσει την ιταλική επίθεση, τόσο για το δικό του συμφέρον όσο και για να συμβάλει στην αποδυνάμωση ενός από τους εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης, όπως ήταν και ο ιταλικός ιμπεριαλισμός.
Ωστόσο, εχθρός της ΕΣΣΔ και του ελληνικού λαού ήταν και η κυβέρνηση Μεταξά που βρισκόταν στο πλευρό της Αγγλίας, τις οποίες η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα επίσης έπρεπε ν’ αντιμετωπίσουν.
Όντας ο συσχετισμός δυνάμεων στην Ελλάδα σε βάρος του επαναστατικού εργατικού κινήματος, το σύνθημα «να ανατραπεί τώρα η κυβέρνηση Μεταξά» δεν ήταν ρεαλιστικό να τεθεί ως άμεσο πρακτικό καθήκον. Όμως, ήταν ρεαλιστικό και αναγκαίο να τεθεί ως κατεύθυνση και ως σύνθημα ζύμωσης στο λαό και στο στρατό, ως σύνθημα οργάνωσης της πάλης των πρωτοπόρων εργατών και στρατευμένων, που στις συνθήκες του πολέμου κατά του ιταλικού ιμπεριαλισμού μπορούσε να προετοιμάζει τον προσανατολισμό των εργατικών-λαϊκών μαζών για τις συνθήκες αποδυνάμωσης της εγχώριας και ξένης καπιταλιστικής εξουσίας. Ήταν απαραίτητο, με την αυτοτελή στάση του, να διαχωριστεί το ΚΚΕ από το σύνολο των αστικών δυνάμεων όσον αφορά το χαρακτήρα του πολέμου. Αυτό δε θα ερχόταν σε αντίφαση με το κάλεσμα να πολεμήσει ο λαός εναντίον του επιτιθέμενου.
Το θεμελιακό και σωστό στο 3ο γράμμα, όπως και στο 2ο, ήταν ότι όριζαν σαφώς πως ο ιταλοελληνικός πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός και από τις δυο πλευρές, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι όριζαν τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό λόγω της κατάκτησης αλβανικών εδαφών που επιχειρούσε η κυβέρνηση Με- ταξά. Σε αυτήν τη βάση, τα παραπάνω δύο γράμματα του Ν. Ζαχαρώδη ανα- δείκνυαν ότι:
1.Το συμφέρον του ελληνικού λαού για τη μελλοντική του υπόσταση συνέπιπτε με την πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης Μεταξά και για την προσέγγιση με τη Σοβιετική Ένωση, τη μόνη δύναμη που μπορούσε να εγγυηθεί την ειρήνη για τον ελληνικό λαό. Βεβαίως, για να προσέγγιζε η Ελλάδα τη Σοβιετική Ένωση -και μάλιστα στις συνθήκες του 1941- προϋπόθεση ήταν η ουσιαστική αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στην Ελλάδα, στην κατεύθυνση ανατροπής της αστικής εξουσίας, αφού όλες οι αστικές δυνάμεις στην Ελλάδα ήταν ταγμένες στο πλευρό της Μ. Βρετανίας. Τέτοιος συσχετισμός δυνάμεων δεν υπήρχε, ούτε έδινε κατεύθυνση το 3ο γράμμα για τη διαμόρφωσή του σε μια πορεία. Έθετε ως στόχο το «αντιφασιστικό, αντιπλουτοκρατικό λαϊκό καθεστώς» και «τη λαϊκή αντιφασιστική κυβέρνηση», στην οποία προφανώς χωρούσαν και αστικές πολιτικές δυνάμεις.
2.Αναδεικνυόταν και στο 2ο και στο 3ο γράμμα η διεθνιστική διάστασή της πάλης και αδελφοσύνης με το λαό της Αλβανίας και τους λαούς των άλλων βαλκανικών χωρών, η πάλη για έντιμη και άμεση ειρήνη χωρίς προσαρτήσεις. Αυτή η θέση δεν μπορούσε παρά να έχει θετική απήχηση και σε Ιταλούς στρα- τευμένους.
Είναι σαφής η ομοιότητα της θέσης της «Παλιάς ΚΕ» με το 2ο και 3ο γράμμα, ιδιαίτερα με το 3ο.
Μέσα στις συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί τότε στην Ελλάδα, ήταν παραπάνω από φανερή η αδυναμία του υποκειμενικού παράγοντα, και του Κόμματος, ν’ ασκήσει καθοριστική επίδραση στις εξελίξεις. Η θέση του Ν. Ζαχαρώδη, κυρίως όπως ήταν διατυπωμένη στο 3ο γράμμα, είχε μείνει στο σκοτάδι, όπως είχε μείνει και η θέση του 2ου γράμματος. Ταυτόχρονα η «Παλιά ΚΕ», χτυπημένη απ’ όλες τις πλευρές και με ελάχιστες δυνάμεις, ήταν αδύνατο πια να πράξει κάτι περισσότερο απ’όσα έκανε.
[1] Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τόμ. 4, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1975, σελ. 478.
[2] Ό.π., σελ. 492.
[3] Αλέξανδρος Παπάγος, Ο ελληνικός στρατός και η προς πόλεμον προπαρασκευή του: Από Αυγούστου 1923 μέχρι Οκτωβρίου 1940, εκδ. Πυρσός, Αθήνα, 1945, σελ. 275-289.
[4] Ιωάννης Μεταξάς, Το προσωπικό του ημερολόγιο, τόμ. Δ', εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 1960, σελ. 500.
Το ΚΚΕ πάντα έβαζε και βάζει τα συμφέροντα του Λαού πάνω απ’ όλα. Σήμερα η φασιστική Ιταλία και ο Άξονας Βερολίνου-Ρώμης έχουν ουσιαστικά αποφασίσει να καταργήσουν την ανεξαρτησία της Ελλάδας και περιμένουν την κατάλληλη γι’ αυτούς στιγμή για να δράσουν. Την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία μας μόνο δύο πράγματα μπορούν να την σώσουν. 1) Η πανελλαδική παλλαϊκή πανστρατιά με το λαό πραγματικό αφέντη στον τόπο του και στη δουλειά του. Αυτό απαιτεί αμείλιχτο χτύπημα των πλουτοκρατικών παρασίτων και των πραχτόρων του Άξονα και της Αγγλίας στην Ελλάδα. 2) Ολοκληρωτικό πολιτικό και οικονομικό προσανατολισμό προς τη Σοβιετική Ρωσία, τη μόνη μεγάλη δύναμη που υπερασπίζεται τους μικρούς λαούς και που μπορεί να μας εξασφαλίσει αποτελεσματικά. Η Ελλάδα πρέπει να δουλέψει με όλες τις δυνάμεις της για να πάρουν και οι άλλες βαλκανικές χώρες τον ίδιο προσανατολισμό. Το ΚΚΕ δεν αρνιέται σε κανέναν το δικαίωμα να ενδιαφέρεται για τον τόπο του, με τον όρο όμως τα έργα να ακολουθούν τα λόγια. Με βάση την πιο πάνω γραμμή, το ΚΚΕ, ξεχνώντας το παρελθόν, παίρνει τη θέση του στη γραμμή του πυράς για την εθνική ανεξαρτησία και ακεραιότητα κάτω απ’ τις διαταγές σας.
ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡ1ΑΔΗΣ,
Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ.»
[10] Ριζοσπάστης (ΠΔ), 8.11.1940 (Αρχείο της ΚΕτου ΚΚΕ, Έγγραφο
341005).
[11] Η «Παλιά ΚΕ» έπεσε
έξω που χαρακτήρισε πλαστό το 1ο γράμμα, όμως το κείμενο περιείχε στοιχεία που
μπορούσαν να οδηγήσουν κάθε καλόπιστο σε μια τέτοια εκτίμηση ή υποψία. «Δεν το πιστέψαμε από το περιεχόμενό του (εμείς παίρναμε άλλη πολιτική
γραμμή)», έγραψε η Σταματία Βιτσαρά (Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, Έγγραφο
457789, Έκθεση της Στ. Βιτσαρά-Κτιστάκη προς τον Ν. Ζαχαρώδη, 6.7.1946). Όμως
υπήρχαν και άλλα στοιχεία. Το πρώτο ήταν το που απευθυνόταν το γράμμα. Η «Παλιά
ΚΕ» δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ο Ζαχαρώδης θα έστελνε ποτέ γράμμα που δε θ’
απευθυνόταν «προς το λαό της Ελλάδας», αλλά θ’ απευθυνόταν
«προς τον υφυπουργό Δημόσιας Ασφάλειας». Αλλά δε γνώριζαν
την πλαστογραφία του Μανιαδάκη. Ένα δεύτερο στοιχείο ήταν ότι το γράμμα καλούσε
να μην έχει κανένας εργαζόμενος καμιά επιφύλαξη συμμετοχής στον πόλεμο που
διηύθυνε η κυβέρνηση Μεταξά, γεγονός που η «Παλιά ΚΕ» θεωρούσε επίσης
αδιανόητο. Και ακόμα, ότι δίπλα στην υπογραφή δεν αναγραφόταν η ιδιότητα του
Ζαχαρώδη ως Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, αλλά είχε τεθεί η ιδιότητα «Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ». Από την άλλη, εδραίωσε ακόμα
περισσότερο την πεποίθησή τους αυτή το γεγονός ότι η «ΠΔ» χαρακτήριζε το γράμμα
γνήσιο. Ως πλαστό θεώρησαν το 1ο γράμμα και μια σειρά εξόριστοι (Άι-Στράτης
κ.α.).
ν