10 Φεβρουαρίου 2024

Εγώ ο Bertolt Brecht από τα μαύρα δάση, ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται για να ΄ρθουν

10 Φλεβάρη 1898, γεννήθηκε ο Γερμανός κομμουνιστής ποιητής και δραματουργός Bertolt Brecht (Μπέρτολτ Μπρεχτ) _έφυγε από τη ζωή στις 14-Αυγ-1956.

Δραματουργός και θεωρητικός της σκηνής, ένας από τους σκαπανείς του σύγχρονου θεάτρου με την καλλιτεχνική του δραστηριότητα και παραγωγή να συμβαδίζει πάντα με την αγωνιστική του παρουσία στις συνταρακτικές εξελίξεις της εποχής του. Το 1918, μετά την εμπειρία του στον πόλεμο, εντάχθηκε στο μαρξιστικό κίνημα και πήρε μέρος στην εργατική επανάσταση. Από τότε έθεσε όλη του την πνευματική δημιουργία στην υπηρεσία της εργατικής τάξης και του κινήματος για την απελευθέρωσή της.

Τα έργα του, εμπνευσμένα από τους αγώνες της εργατικής τάξης, μπαίνουν στο στόχαστρο των Ναζί (όπως και ο ίδιος) μετά την άνοδό τους στην εξουσία. Έτσι ο Μπρεχτ εγκαταλείπει την Γερμανία για σχεδόν 15 χρόνια. Επιστρέφει στη Λαοκρατική πια Δημοκρατία της Γερμανίας (DDR_ΓΛΔ) το 1949. Το 1950 εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας Τεχνών. Τιμήθηκε επίσης με το Εθνικό Βραβείο της ΓΛΔ το 1951 και το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1954.

Η επίδραση του Μπρεχτ στο παγκόσμιο μεταπολεμικό θέατρο στάθηκε τεράστια, καθώς οι επαναστατικές του θεωρίες βρήκαν ζωηρή απήχηση στους προοδευτικούς θεατρικούς κύκλους. Τα θεατρικά του έργα, παρά τα χρόνια που πέρασαν, διατηρούν την ποιητική τους εμβέλεια, έργα έξοχης δραματικής έμπνευσης και μορφής, γνήσιας αγωνίας για τη «μοίρα» του ανθρώπου και εξέγερσης για την πολλαπλή αλλοτρίωση και καταπίεσή του. Πέθανε το 1956.

Η ακατανίκητη επιγραφή

Zur Zeit des Weltkriegs
In einer Zelle des italienischen Gefängnisses San Carlo
Voll von verhafteten Soldaten, Betrunkenen und Dieben
Kratzte ein sozialistischer Soldat mit Kopierstift in die Wand:
          Hoch Lenin!

Την εποχή του παγκόσμιου πολέμου
Σ’ ένα κελί της ιταλικής φυλακής Σαν Κάρλο
Γεμάτο από κρατούμενους στρατιώτες, μεθυσμένους και κλέφτες
Έγραψε ένας σοσιαλιστής φαντάρος στον τοίχο απάνω με μολύβι:
          ΖΗΤΩ Ο ΛΕΝΙΝ!

Πολύ ψηλά στο μισοσκότεινο κελί, ίσα-ίσα να φαίνεται, μα
Με πελώρια γράμματα γραμμένο.
Μόλις το είδανε οι δεσμοφύλακες, στείλανε έναν μπογιατζή μ’ έναν κουβά ασβέστη
Κι αυτός με μια βούρτσα με μακρύ κοντάρι ασβέστωσε την απειλητική επιγραφή.
Μα μόνο της γραφής το χαρακτήρα, με τον ασβέστη του άλλαξε
Και τώρα έστεκε ψηλά μες στο κελί μ’ ασβέστη:
         ΖΗΤΩ Ο ΛΕΝΙΝ!

Και δεύτερος μπογιατζής έβαψε από πάνω την επιγραφή με μια μεγάλη βούρτσα
Έτσι που εξαφανίστηκε για ώρες, μα κατά το πρωί
Που στέγνωσε ο ασβέστης, ξεπρόβαλε από κάτω η επιγραφή ξανά:
         ΖΗΤΩ Ο ΛΕΝΙΝ!

Τότε στείλανε οι δεσμοφύλακες ενάντια στην επιγραφή έναν οικοδόμο
Με ένα μαχαίρι. Κι αυτός την έξυσε γράμμα προς γράμμα, για μια ώρα
Και όταν τελείωσε, φάνταζε μέσα στο κελί ψηλά, άχρωμη πλέον
Μα βαθιά μέσα στον τοίχο χαραγμένη, η ανίκητη επιγραφή:
        ΖΗΤΩ Ο ΛΕΝΙΝ!

Τώρα ρίξτε τον τοίχο! είπε ο φαντάρος.

Πολιτιστικές εκδηλώσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για τον Μπρεχτ
Διδασκόμενοι απ' την πραγματικότητα,
μπορούμε την πραγματικότητα ν' αλλάξουμε

14-Απρ-2016 | Ριζοσπάστης
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ | ΙΣΤΟΡΙΑ: "Μπέρτολντ Μπρεχτ  Για το προλεταριάτο"
Τα πρώτα κείμενα μέχρι τον υπότιτλο “Προλεταριάτο και εκμεταλλευση”, αναδημοσιεύονται από την έκδοση (1985) της “Σύγχρονης Εποχής”, Μπέρτολτ Μπρεχτ: Για την Τέχνη και την Πολιτική. Τα υπόλοιπα, από το Βιβλίο “Μπέρτολτ Μπρεχτ: Για τη Φιλοσοφία και το Μαρξισμό” των εκδόσεων “Στοχαστής”.

               Η ανισότητα του εισοδήματος

1. Ο Ζιντ είδε πολλές διαφορές στο εισόδημα. Δεν υπήρχε ισότητα στα εισοδήματα. Ηρθε στη χώρα την εποχή της οικοδόμησης που ισχύει η αρχή: «Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με την απόδοσή του». Η απόδοση μετριέται με την αξία, που έχει για την οικοδόμηση της παραγωγής. Οι μπολσεβίκοι θεωρούν αυτή την αρχή σαν εφαρμοστέα σε ένα μεταβατικό στάδιο. Υπολογίζουν στον ερχομό μιας εποχής, που θα ισχύει η αρχή: «Καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Βλέπουν την πρακτική εφαρμογή της πρώτης αρχής αναγκαία για τη δημιουργία μιας κατάστασης, που θα κάνει δυνατή και απαραίτητη την πρακτική εφαρμογή της δεύτερης αρχής. Το είδος της παραγωγής που οικοδομείται εδώ αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση της διαδικασίας μετατροπής της πρώτης αρχής στη δεύτερη. Αν επρόκειτο για μια παραγωγή, όπως την ξέρουμε στον καπιταλισμό, δηλαδή αναρχούμενη, κάτω από φραγμούς, σε στατική από μια άποψη κατάσταση, τότε ελάχιστες προοπτικές θα υπήρχαν για να διαδεχτεί την τωρινή εποχή μια άλλη, πολύ διαφορετική απ' αυτήν, τέτοια, που να μπορεί και να πρέπει να εφαρμοστεί σ' αυτήν η δεύτερη αρχή, η τόσο διαφορετική από την πρώτη. Αν η παραγωγή αυτή ήταν όπως στον καπιταλισμό, θα εξαρτιόμασταν από τις υποσχέσεις της άρχουσας τάξης για μελλοντικές νομοθετικές ρυθμίσεις. Ομως η παραγωγή, που οικοδομείται με βάση την εφαρμογή της πρώτης αρχής, παρόλο, που περιέχει ανισότητες στα εισοδήματα, δεν είναι αναρχούμενη, στατική, περιορισμένη. Είναι μια σοσιαλιστική παραγωγή, που αποβλέπει στην όσο γίνεται μεγαλύτερη αφθονία αγαθών και που δεν έχει κανέναν περιορισμό υπαγορευμένου από το κέρδος. Εδώ κι έναν αιώνα δημιουργήθηκε μια απέραντη σειρά από παρανοήσεις, εξαιτίας της ανικανότητας πολλών ανθρώπων να κατανοήσουν τον κομμουνισμό σαν μια διδασκαλία, που κατά πρώτο λόγο αφορά την παραγωγή. Καλοπροαίρετοι και συμπαθητικοί άνθρωποι, ξεκινώντας από το ολοφάνερο γεγονός της ελαττωματικότητας και της αδικίας του αστικού καταναλωτικού συστήματος, βλέπουν στον κομμουνισμό κατά κύριο λόγο ένα καινούργιο σύστημα κατανομής των αγαθών, το οποίο εγκρίνουν. Δεν έχουν, όμως, μελετήσει καθόλου στα σοβαρά το ζήτημα της παραγωγής, την τεράστια ελαττωματικότητα και αδικία της. Πολύ λίγο έχει γίνει κατανοητή η μεγάλη διδασκαλία των κλασικών του κομμουνισμού, οι οποίοι αναθέτουν στις παραγωγικές δυνάμεις τον αποφασιστικό επαναστατικό ρόλο απέναντι στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Αυτή η μεγάλη διδασκαλία έχει γίνει τόσο λίγο κατανοητή, ώστε να καταλογίζεται στον κομμουνισμό η διαρκής αποτυχία των λεγόμενων μεταρρυθμιστικών κινημάτων, που θέλησαν να μεταρρυθμίσουν μεμονωμένα τις παραγωγικές σχέσεις χωρίς να οδηγήσουν σε ρήξη τις παραγωγικές δυνάμεις και τα οποία είχαν επίδραση μονάχα στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή. Οποια θέση κι αν παίρνει κανείς απέναντι στο φαινόμενο της εισοδηματικής ανισότητας στη σημερινή Ρωσία, κανένας δεν το θεωρεί σαν μια κατάσταση, που θα ήταν ευχής έργο να διατηρηθεί για πάντα. Την ανισότητα στα εισοδήματα πρέπει κανείς να την κρίνει σαν κάτι αναγκαίο για την οικοδόμηση της παραγωγής σοσιαλιστικού τύπου. Και πρέπει κανείς να μάθει, αν αυτό το είδος παραγωγής επιτρέπει ή όχι την υποστήριξη της θέσης, ότι αυτές οι διαφορές εισοδήματος θα εξαφανιστούν μια μέρα. Οι επαναστάσεις δεν είναι νομικές πράξεις. Δεν μπορεί από τη μια μέρα στην άλλη να θεσπιστεί με διάταγμα, ότι από εδώ κι εμπρός πρέπει να ισχύσει ο σοσιαλισμός. Οικοδόμηση του σοσιαλισμού σημαίνει οικοδόμηση σοσιαλιστικής παραγωγής με όλα τα αναγκαία γι' αυτό ευέλικτα νομικά μέτρα και με μια ολόκληρη σειρά διαδοχικών φάσεων στις σχέσεις ιδιοκτησίας, που δημιουργεί η εξέλιξη αυτής της παραγωγής.

2. Σύμφωνα με το σχέδιο F ύστερα από την επανάσταση θα έπρεπε να γίνει ένα είδος προλεταριοποίησης των τεχνικών και των άλλων διανοούμενων. Από δω κι εμπρός, δηλαδή, θα έπρεπε να περιοριστεί η κατανάλωση από μέρους εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων, που μέχρι την επανάσταση απολάμβαναν περισσότερα καταναλωτικά αγαθά και να τους επιτραπεί βαθμιαία μια πιο πλούσια κατανάλωση, όταν θα συνέβαινε αυτό και με όλα τα άλλα στρώματα των εργαζομένων. Το σχέδιο αυτό δε λειτούργησε όμως. Εγιναν, βέβαια, μεγάλες μετατοπίσεις σε ό,τι άφορα το εισόδημα των διανοούμενων. Μέχρι πριν από λίγο, οι γιατροί πληρώνονταν σχετικά χαμηλά και οι δάσκαλοι εξακολουθούν - όπως μαθαίνω - να πληρώνονται σχετικά χαμηλά (αν και καλύτερα από τους ανειδίκευτους εργάτες). Οι τεχνικοί, όμως, έχουν διατηρήσει τουλάχιστον το προεπαναστατικό τους επίπεδο αποδοχών και συχνά το έχουν ξεπεράσει. Η απασχόληση, όμως, εκείνων, που κερδίζουν πολλά είναι τεράστια σε σύγκριση με άλλες χώρες. Σχεδόν πάντοτε δουλεύουν σε περισσότερες από μια θέσεις και αυτό συνυπολογίζεται στο εισόδημά τους. Γενικά, το βιοτικό επίπεδο, που αν κατεβεί κάτω από ένα ορισμένο όριο έχει σαν αποτέλεσμα να μην μπορεί ο εργαζόμενος να κάνει αποδοτικά τη δουλειά του, φαίνεται, ότι δεν είναι ένα μηχανικό μέγεθος ίδιο για όλους. Αυτή τη στιγμή δε μένουμε σε ηθικές κατηγορίες. Η απαίτηση του μηχανικού για ψηλό βιοτικό επίπεδο δε γίνεται δεκτή, αντίθετα είναι ο στόχος το ανέβασμα του βιοτικού επίπεδου του εργάτη. Το ζήτημα, όμως, είναι, ότι στη σφαίρα της παραγωγής τα πράγματα είναι έτσι, που για την άνοδο του βιοτικού επίπεδου του εργάτη απαιτείται αύξηση της παραγωγής, πράγμα, που σε ορισμένες περιπτώσεις δεν μπορεί να επιτευχθεί, αν κατέβει το βιοτικό επίπεδο του μηχανικού. Η αύξηση της παραγωγής δεν είναι κάτι το μηχανικό εξαρτώμενο απλά από ποσότητες αλλά κάτι, που απαιτεί μια ριζική αλλαγή στη διάρθρωση της παραγωγής, τέτοια, που όλο και να μειώνονται, μέχρι να εξαφανιστούν οι διαφορές της θέσης, π.χ., του εργάτη από του μηχανικού. Όταν γίνει αυτό, τότε δημιουργείται και για τον εργάτη η ίδια αναγκαιότητα ψηλού βιοτικού επιπέδου όπως για το μηχανικό, και μάλιστα από την πλευρά της παραγωγής.

3. Η μεταβολή του παλιού κόσμου στον καινούργιο δεν γίνεται έξω από τον κόσμο, όπως αναμένουν μερικοί κριτικοί. Οι τεχνικές γνώσεις, που χρειάζονται στο προλεταριάτο για να εκτελέσει μια γιγάντια αποστολή, δεν κυκλοφορούν ασώματες, αλλά, σαν να πούμε, με τη μορφή των τεχνικών. Απ' αυτούς δεν μπορούμε να πάρουμε τις γνώσεις και την τέχνη τους με κατάσχεση. Στην κατοχή αυτών των γνώσεων και αυτής της τέχνης φθάνουμε με την απασχόληση αυτών των ανθρώπων. Ισως να χρησιμοποιήσουν για πολύ καιρό τις γνώσεις και την τέχνη τους σα μέσα για την επίτευξη υψηλού βιοτικού επιπέδου. Αν διαπιστωθεί ότι το υψηλό βιοτικό τους επίπεδο προωθεί τις γνώσεις και τις τέχνες, θα πρέπει να παραμείνει τέτοιο για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμα. Τα μέσα, που χρησιμοποιούν οι μεμονωμένοι άνθρωποι για να επιτύχουν ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο είναι κάτι εντελώς διαφορετικό απ' αυτό, που ονομάζουμε κέρδος. Αλλά ο καπιταλισμός δε δημιούργησε μονάχα τα κέρδη, δημιούργησε και τη σύγχρονη παραγωγή. Η σοσιαλιστική επανάσταση καταργεί το κέρδος προς όφελος της παραγωγής, γιατί αυτή μπορεί τότε μονάχα να αυξηθεί, όταν καταργηθεί το κέρδος. Θα ήταν τελείως ανόητο να τη διακινδυνεύσουμε ή να την καταστρέψουμε με τη μηχανιστική μείωση του βιοτικού επιπέδου εκείνων των δυνάμεων, που είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση και την αλλαγή της μορφής της παραγωγής. Και για να γυρίσουμε στον Ζιντ. Θα τον επαινούσαμε κι αυτόν και τους ομοίους του, όπως θα τους άξιζε, αν εξηγούσαν στον εργάτη, που δουλεύει μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, ότι πρέπει να συγκρίνει το μεροκάματό του με όλες τις υποσχέσεις, που του δίνονται από την άρχουσα τάξη και τους βοηθούς της. Δεν υπάρχει πιο σοβαρή και πιο ειλικρινής συμβουλή απ' αυτήν. Καλύτερη συμβουλή απ' αυτήν δεν μπορούν να δώσουν στον εργάτη ούτε ο αστικός πασιφισμός ούτε οι αστικές θρησκείες - όσο έχουν ακόμα ηθικές φιλοδοξίες. Και δεν υπάρχουν χειρότεροι απολογητές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης από εκείνους που προσπαθούν να κερδίσουν τον εργάτη, μιλώντας του για την «ευτυχία που φέρνει η συναίσθηση πως αφιερώνεται σε μια μεγάλη υπόθεση», χωρίς να κουνάνε ούτε το δαχτυλάκι τους για να αποχτήσει ένα «γήινο» μεροκάματο, που θα τον ανακουφίσει από τις στερήσεις και τις ταλαιπωρίες του. Την αδυναμία τέτοιων απολογητών ο Ζιντ την καυτηριάζει, ωστόσο δεν τους θεωρεί κακούς απολογητές, αλλά απολογητές μιας κακής υπόθεσης. Κι αντί να δώσει στους εργάτες του καπιταλισμού τη συμβουλή να εξετάσουν το ζήτημα του μεροκάματού τους, τη δίνει στους εργάτες της Σοβιετικής Ενωσης. Πού βρίσκεται η γελοιότητα αυτής της προτίμησης;

4. Σ' αυτές τις φράσεις γίνεται λόγος για ελευθερία. Όπως φαίνεται, η ελευθερία είναι κάτι το πολύ γενικό, κάτι το απλό. Το τι είναι η ελευθερία το ξέρει, βέβαια, ο καθένας. Το ξέρει ο γιος, που κανονίζει ο πατέρας του τι θα σπουδάσει, το ξέρει η γυναίκα, που την παντρεύει ο πατέρας της χωρίς να τη ρωτήσει και την κρατάει φυλακισμένη ο άντρας της, το ξέρει ο εργάτης, που του αρπάζει ο αστυνομικός τις προκηρύξεις από το χέρι, το ξέρει ο συγγραφέας, που κουτσουρεύει ο αρχισυντάκτης το άρθρο του. Κάτι τόσο απλό, όσο είναι η ελευθερία, ήρθε να δει στη χώρα των Σοβιέτ ο γηραιός κύριος, ξεκινώντας από τη χώρα του, όπου κυριαρχούσε τόση ανελευθερία. Τα όσα είδε και άκουσε τον γέμισαν με έκπληξη και μάλιστα όχι ευχάριστη.

Έμαθε, ότι σ' αυτή τη χώρα, στη χώρα της ελευθερίας, επικρατούσαν παράξενες αντιλήψεις για την ελευθερία. Εδώ η ελευθερία δεν θεωρούνταν σαν κάτι αιώνια ίδιο δοσμένο, κάτι γενικό και απλό. Εμαθε κατά κάποιον τρόπο, ότι ο ίδιος, τέλος πάντων, είχε έρθει από μια χώρα της ελευθερίας. Γιατί του άνοιξαν τα βιβλία των κλασικών του κομμουνισμού - των κατακριτών της καταπίεσης - και του έδειξαν ότι χαρακτήριζαν, λόγου χάρη, τον εργάτη στις καπιταλιστικές χώρες σα βρισκόμενο σε κατάσταση ελευθερίας. Ωστόσο, έτσι σαφείς που ήταν πάντοτε στις εξηγήσεις τους, εξηγούσαν αμέσως, τι είδους ελευθερία εννοούσαν: ότι ο εργάτης είναι σ' αυτές τις χώρες ελεύθερος από τα μέσα παραγωγής. Και δεν το έλεγαν καθόλου ειρωνικά αυτό. Το έλεγαν τόσο λίγο ειρωνικά, ώστε, λόγου χάρη, απέτρεπαν τους εργάτες να αποχτήσουν το «σπιτάκι» τους, όπου αυτό τους ήταν μπορετό, για να διατηρηθεί έτσι αυτή η ελευθερία. Λοιπόν, αυτές ήταν ιδιόρρυθμες ιδέες. Ο διάσημος ταξιδιώτης δεν είχε σκοπό να παραδεχτεί ότι δεν ήξερε τι είναι ο πόθος για ελευθερία, αυτή η καθολική, αιώνια, απαραγνώριστη ορμή, που θα άξιζε να κινήσει το ενδιαφέρον ταξιδιωτών υψηλής κλάσης, ακριβώς επειδή είναι καθολική και αιώνια. [...]

1936
Το προλεταριάτο δε γεννήθηκε με άσπρο γιλέκο

Όσο γι' αυτήν την κουλτούρα, δεν είναι, παρά σαν τα λεκιασμένα ρετάλια, που ξεμένουν στα μεγάλα ξεπουλήματα, που όχι μονάχα ακολουθούν τις πτωχεύσεις, αλλά γίνονται και πριν απ' αυτές. Η κουλτούρα βρίσκεται σε φρικιαστική κατάσταση κι αν τυχόν υπέθετε κανείς ότι υπέστη βιασμό, σίγουρα βοήθησε και η ίδια σ' αυτό. Τώρα δέχεται επίθεση από τους εχθρούς μας. Αποτελεί αυτό λόγο για να την υπερασπιστούμε; Δεν υπερασπιζόμαστε όλα, όσα προσβάλλουν οι εχθροί μας. Ακόμα και ο φασισμός προσπαθεί να απαλλαγεί από μαζεμένες δυσκολίες γενικής μορφής και να ξεκαθαρίσει καταστάσεις, που έγιναν ρευστές (στη Γερμανία την πολιτική της εκκλησίας, μερικά μοναρχικά, αυτονομιστικά ρεύματα, τη συνθήκη των Βερσαλλιών, που επιβάλλει πολεμική αποζημίωση και απαγορεύει τη δημιουργία λαϊκού στρατού κ.λπ.). Με το ζήτημα της κουλτούρας τι γίνεται;

Ξέρουμε - ίσως όχι με αρκετή ακρίβεια και ίσως όχι αρκετά παθιασμένα, ούτε και σε όλη του την έκταση - ότι η αστική κουλτούρα στηρίζεται στην ιδιοκτησία, που σήμερα κυριαρχεί σαν ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Από την άλλη μεριά, ξέρουμε ότι σήμερα σε μερικές χώρες κατεδαφίζεται αυτή η κουλτούρα, γιατί δεν προσφέρει πια ό,τι απαιτούν απ' αυτήν: δηλαδή, την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας. Η κουλτούρα είναι, λοιπόν, κάτι το αντιφατικό, αφού μπορεί να έρθει σε τέτοια σύγκρουση με τις συνθήκες ατομικής ιδιοκτησίας, που για την προστασία τους ακριβώς δημιουργήθηκε κάποτε. Όχι μονάχα έμεινε πίσω, όχι μονάχα δεν εναρμονίζεται πια με το σκοπό της, όχι μονάχα την εγκαταλείπουν, αλλά την πολεμούν δραστήρια και με πολλές τυμπανοκρουσίες. Δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι παράλληλα με τις δοξολογίες, που έκανε υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας, έκανε στον καιρό της και αρκετή δουλειά για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Τώρα, λοιπόν, στριμωγμένη σε ένα άσχημο αδιέξοδο, πρέπει να δηλώσει με ποιους είναι. Απ' αυτήν πρέπει να θυσιαστεί ό,τι βρίσκεται αντιμέτωπο με τις παραγωγικές δυνάμεις. Μερικά θα τα αναλάβει μάλιστα ο φασισμός - ναι, ο φασισμός - και κανένας δε θα ξαναχτίσει ό,τι θα γκρεμιστεί. Όμως ό,τι απ' αυτήν αφορά και συμβάλλει στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, πρέπει να διασωθεί και την υπεράσπισή του πρέπει να την αναλάβουμε εμείς και μάλιστα ακριβώς εμείς και σε λίγον καιρό μόνο εμείς πια.

Η κουλτούρα αντικατοπτρίζει, φυσικά, τη σύγκρουση, στην οποία έφθασαν οι παραγωγικές δυνάμεις με τον τρόπο παραγωγής. Αυτή καθαυτή δεν αποτελεί τροχοπέδη, ενοχλητικό εμπόδιο, αντιδραστικά δεσμά. Η αποστολή της είναι να προστατεύει την ιδιοκτησία. Την προστατεύει όμως; Την προστατεύει πέρα για πέρα και δεν κάνει τίποτ' άλλο; Και οι σχέσεις παραγωγής απέβλεπαν στην οργάνωση της παραγωγής. Τι γίνεται όμως σήμερα μ' αυτό; Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αμφιβολία, ότι σήμερα αρκετοί πολιτιστικοί φορείς δημιουργούν όλο και πιο στενούς δεσμούς με το προλεταριάτο, την πιο ισχυρή και ορμητική μερίδα των παραγωγικών δυνάμεων. Η πολιτιστική δραστηριότητα του προλεταριάτου, η μάθησή του, η πνευματική του παραγωγή, δεν αναπτύσσονται έξω από την αστική κουλτούρα ή παράλληλα, δηλαδή αυστηρά χώρια απ' αυτήν. Εδώ υπάρχουν κοινά στοιχεία. Ακριβώς όπως πρέπει να επιμένουμε στο ότι ορισμένες συνήθειες, που ήταν στοιχεία κουλτούρας, τέλειωσαν το ρόλο τους και έγιναν πια στοιχεία υποκουλτούρας, έτσι υπάρχουν και άλλα στοιχεία, τα οποία εξακολουθούν να διατηρούνται και βρίσκονται «στριμωγμένα» και τα οποία πρέπει εμείς να υπερασπίσουμε. Η βάση της θέσης μας απέναντι στην κουλτούρα είναι η διαδικασία της απαλλοτρίωσης, όπως γίνεται με τα υλικά πράγματα. Η ανάληψη της κουλτούρας από τη μεριά μας έχει το χαρακτήρα μιας αποφασιστικής αλλαγής. Εδώ δε θ' αλλάξει μονάχα ο κτήτορας, αλλά και το κτήμα. Η σχετική διαδικασία είναι περίπλοκη. Λοιπόν, ποια πράγματα της κουλτούρας θα υπερασπιστούμε; Η απάντηση πρέπει να είναι: εκείνα τα στοιχεία, που πρέπει να καταργήσουν τις σχέσεις ιδιοκτησίας για να εξακολουθήσουν να υπάρχουν τα ίδια.

Για να γίνουμε περισσότερο κατανοητοί, πρέπει να παραθέσουμε εδώ με παραλλαγές ένα κομμάτι του Προυντόν, που το δέχτηκε και ο Λένιν.
Όταν η αστική τάξη δεν είναι πια ικανή να οργανώσει την κουλτούρα, όπως δεν είναι πια ικανή να οργανώσει την παραγωγή, όταν κανένας πια δεν ακούει τα παλιά ξόρκια, γιατί ο καθένας έχει κουφαθεί απ' τις κραυγές φρίκης των βιασμένων και πεινασμένων, όταν φιλειρηνικότητα σημαίνει αδυναμία και καλοσύνη, αυτοθυσία, όταν οι εργάτες, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού, δεν επιτρέπεται να λένε την αλήθεια και υποχρεώνονται ν' ακούνε το ψέμα, όταν το έθνος έχει γίνει αντικείμενο περιφρόνησης και η στρατιωτική θητεία γι' αυτό έγκλημα, όταν οι παιδαγωγοί έχουν γίνει βοηθοί νεκροθάφτη και η εκπαίδευση αφήνει πίσω της εκγυμνασμένους ή εκτελεσμένους, όταν οι δημόσιες υπηρεσίες προσφέρονται μονάχα με εκβιασμό κι ο εκβιασμός προσκρούει στη σωματική αδυναμία των εκβιαζόμενων, όταν η καθοδήγηση ωφελεί πια μονάχα τον καθοδηγητή και βλάπτει τον καθοδηγούμενο, με αποτέλεσμα να μην ωφελεί πια ούτε τον πρώτο, όταν η μουσική παιανίζει για τη μαζική ανθρωποκτονία, το μυθιστόρημα την εγκωμιάζει και η φιλοσοφία τη θεμελιώνει, όταν η διαφθορά δεν μπορεί πια να συγκαλυφθεί και η πάταξή της δεν μπορεί να φέρει πια καμιά ανακούφιση στην εξαθλίωση, όταν για τους εργάτες γίνεται τόσο μηδαμινή η διαφορά ανάμεσα στα κάτεργα και τα σπίτια, ώστε για να γίνουν τα πρώτα φοβερότερα χρειάζεται να καθιερωθούν βασανιστήρια, όταν οι αρετές πρέπει να ενισχύουν τους απάνω στην τακτοποίηση των εγκλημάτων τους, όταν η περιουσία του λαού υπηρετεί τον αφανισμό του λαού μέσω του πολέμου, όταν ο πόλεμος έχει γίνει το τελευταίο καταφύγιο της οικονομίας και δεν μπορεί πια να είναι νικηφόρος πόλεμος. [...]

Με άλλα λόγια: Όταν η κουλτούρα, που όλο και πιο πολύ καταρρέει, γεμίζει όλο και πιο πολύ από βρωμιές, γίνεται σχεδόν ένα σύστημα κηλίδων, μια χαβούζα, όπου μαζεύονται τα περιττώματα, όταν οι ιδεολόγοι είναι πάρα πολύ διεφθαρμένοι για να επιτεθούν στις σχέσεις ιδιοκτησίας, αλλά και πάρα πολύ διεφθαρμένοι για να τους υπερασπιστούν, έτσι, που να διώχνονται απ' τα αφεντικά τους εκείνοι, που είχαν τη διάθεση να τα υπηρετήσουν, αλλά δεν υπηρέτησαν καλά, όταν οι λέξεις και οι έννοιες δεν έχουν σχεδόν καμιά σχέση πια με τα πράγματα, τη δράση, τις συνθήκες που προσδιορίζουν, έτσι, που να μπορεί κανείς να αλλάζει αυτά τα τελευταία χωρίς ν' αλλάζει τις σχετικές μ' αυτά λέξεις ή να μπορεί ν' αλλάζει τις λέξεις αφήνοντας τα πράγματα, τις ενέργειες, τις συνθήκες στην παλιά τους κατάσταση, όταν ο πρόθυμος για δολοφονίες δεν μπορεί πια να έχει καμιά ελπίδα, ότι θα μείνει κι ο ίδιος ζωντανός, όταν η πνευματική δραστηριότητα περιορίζεται τόσο πολύ, ώστε να υποφέρει απ' αυτή την κατάσταση ως και η ίδια η διαδικασία της εκμετάλλευσης, όταν δεν μπορεί να δοθεί πια στους χαρακτήρες ο καιρός που τους χρειάζεται και για την απλή μεταστροφή τους, όταν η προδοσία δεν ωφελεί πια σε τίποτα, η ποταπότητα δε φέρνει πια κανένα κέρδος, η βλακεία δε συνιστάται για κανέναν, όταν η ακόρεστη αιμοβορία των παπάδων δεν επαρκεί πια και γι' αυτό πρέπει να διωχτούν, όταν δεν υπάρχει πια τίποτα για ξεμασκάρεμα, αφού η καταπίεση προχωρεί πια χωρίς τη μάσκα της δημοκρατίας, ο πόλεμος χωρίς τη μάσκα της ειρηνοφιλίας, η εκμετάλλευση χωρίς τη μάσκα της εκούσιας επιδοκιμασίας των εκμεταλλευόμενων, όταν η πιο ματωβαμμένη λογοκρισία ελέγχει την κάθε σκέψη, αλλά είναι περιττή, γιατί κανένας πια δεν κάνει σκέψεις, τότε το προλεταριάτο μπορεί να πάρει στα χέρια του την κουλτούρα στην ίδια κατάσταση, που θα πάρει και την παραγωγή: σε κατάσταση διάλυσης. Γιατί και την παραγωγή θα την πάρει στα χέρια του το προλεταριάτο μονάχα, όταν αυτή θα έχει υποβαθμιστεί, όταν εξαιτίας ενός πολέμου ή μιας κρίσης θα υπολειτουργεί και θα πρέπει το ίδιο το προλεταριάτο να συμμετέχει σ' αυτή την καταστροφή.

Όμως κανένας δεν μπορεί να περιμένει απ' αυτόν τον κληρονόμο να περισυλλέξει με τρόπο φιλήσυχο και φιλόπονο όλα εκείνα τα αγαθά, που άφησαν αδέσποτα στη θύελλα οι άλλοι. Τίποτα δεν περιέχει τόση αναίδεια όσο ο πονηρός διαχωρισμός των εννοιών πολιτισμός (Zivilisation) - καλλιέργεια (Kultur), που διδάσκεται στα ανώριμα ακόμα παιδιά του δημοτικού σχολείου. Σύμφωνα μ' αυτό το διαχωρισμό, το πρώτο - δηλαδή ο πολιτισμός - είναι κάτι πολύ ρηχό, αφορά τα απαραίτητα για τη ζωή, που έχουν σχέση με τη διοίκηση, τις υλικές ανέσεις, τη συγκοινωνία, το γενικό ρυθμό, τις υγειονομικές παροχές. Αντίθετα το δεύτερο - δηλ. η καλλιέργεια η κουλτούρα - είναι κάτι που αναπτύσσεται με πιο αργό ρυθμό, που είναι πιο οργανικό, που διδάσκεται πιο δύσκολα, που είναι πολύτιμο και περιττό, δηλ. πέρα από το απόλυτα απαραίτητο. Ακριβώς αυτή η τελευταία έννοια - η έννοια της περίσσειας - δείχνει ιδιαίτερα καθαρά, ότι πρόκειται για ένα και το αυτό πράγμα - που αφορά όμως δυο ειδών κοινωνικές τάξεις, οπότε είναι κάτι απερίγραπτα διαφορετικό. Και για τη μια από αυτές τις τάξεις η αφθονία είναι περιττή - αυτό είναι ολοφάνερο. Ενώ ορισμένες φυλές και ορισμένες κοινωνικές τάξεις μπορούν να εκπολιτιστούν πολύ εύκολα με μερικά κανόνια και μερικά κεφάλαια, δεν ακούστηκε ποτέ τίποτα για το αν αυτές οι φυλές και οι τάξεις μπορούν και να καλλιεργηθούν - σε ό,τι αφορά τις περισσότερο ή λιγότερο έγχρωμες φυλές, αυτές έχουν πράγματι κουλτούρα όταν βροντήξουν τα κανόνια. Μονάχος του ο υλικός πολιτισμός δεν επαρκεί πέρα για πέρα. Ομως για τις ορισμένες κοινωνικές τάξεις, το πράγμα είναι διαφορετικό: συνήθως τα κανόνια βροντούν, γιατί αυτές απειλούν την κουλτούρα.

Για την ελευθερία

Οι περισσότεροι εργάτες του πνεύματος (οι διανοούμενοι) που είναι υπέρ της επανάστασης, περιμένουν απ' αυτήν κατά κύριο λόγο την ελευθερία. Από τις επιπτώσεις του καπιταλιστικού συστήματος, αυτοί νιώθουν πιο ασφυκτική την έλλειψη ελευθερίας. Και αυτοί μπορούν πιο γρήγορα απ' όλους να κερδίσουν, αν τους αποδείξει κανείς, ότι οι ισχύουσες πολιτικές συνθήκες βάζουν τρομερούς φραγμούς στην ελεύθερη εξέλιξη της επιστήμης, σε κάθε ανθρώπινη έρευνα, σε κάθε ωφέλιμη πρακτική. Πολλοί εργάτες του πνεύματος καταλαβαίνουν τώρα ότι μια επανάσταση, που θα αποκαθιστούσε αμέσως την προσωπική πολιτική ελευθερία, θα ήταν κάτι το μεθυστικό, αλλά θα είχε πολύ μικρή διάρκεια. Έχουν ένα εύγλωττο παράδειγμα μπροστά τους. Η γερμανική επανάσταση του 1918 αποκατάστησε μερικές ελευθερίες. Επειδή, όμως, διατήρησε την παλιά οικονομική μορφή, δηλαδή το σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, οι ελευθερίες δεν μπόρεσαν να διατηρηθούν σε κανέναν τομέα, και μάλιστα η εξέλιξη των πραγμάτων οδήγησε σε μια μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά ανελευθερία σε όλους τους τομείς. Γιατί η πολιτική ελευθερία και κάθε άλλη ελευθερία εξαρτιώνται από την οικονομία.

Για τους καταπιεσμένους

Σύντροφοι,
Πριν να γίνουμε σοσιαλιστές, ήμασταν δυστυχισμένοι. Πριν να γνωρίσουμε την αλήθεια του μαρξισμού, γνωρίσαμε την αλήθεια της πείνας. Από κείνον τον καιρό της έσχατης και απελπιστικής αθλιότητας διατηρήσαμε ένα αίσθημα για όλους όσοι ζουν στην αθλιότητα και την απελπισία και οι κάθε λογής καταπιεσμένοι είναι οι μόνοι μη σοσιαλιστές, που σεβόμαστε. Σύντροφοι, οι φίλοι μας οι νέγροι δεν είναι σοσιαλιστές, είναι όμως δυστυχισμένοι. Αισθανόμαστε αδελφικά γι' αυτούς και τους ευχόμαστε να μπορέσουν, όπως εμείς, αφού γνώρισαν τη δυστυχία, να γίνουν στη συνέχεια σοσιαλιστές.

Πρέπει κανείς να πολεμάει την αδικία ακόμα και με φτωχά μέσα.
Τη χρονιά που ακολούθησε τον πόλεμο σκεφτόμουν, όπως και πολλοί άλλοι, ότι οργανώσεις όπως ο Σύνδεσμος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δεν είχαν καμιά αξία. Δεν πήγαινα τόσο μακριά όσο μερικοί άλλοι, που κατηγορούσαν αυτή την εταιρεία ότι βλάπτει, γιατί με τον τρόπο λειτουργίας της δημιουργεί ψευδαισθήσεις, πως θα μπορούσε πραγματικά να καταπολεμήσει την τρομερή και άσκοπη αθλιότητα, που πηγάζει από τη λαθεμένη δομή της παραγωγής και που επομένως μπορεί να εξαφανιστεί μονάχα με την πλήρη αλλαγή αυτής της διάρθρωσης της παραγωγής. Δεν ήθελα να τραβήξω τόσο μακριά, αλλά ταυτόχρονα δεν περίμενα τίποτα από αυτόν τον πασιφισμό, που χωρίς να έχει προοπτικές ν' αλλάξει κάτι στις γενεσιουργές αιτίες, επιχειρούσε χωρίς περιστροφές, και με τα πιο φτωχά μέσα - όπως με την άρνηση μεμονωμένων ατόμων να εκπληρώσουν τη στρατιωτική τους θητεία - να καταπολεμήσει τους πολέμους, που δεν είναι αιτίες, αλλά αποτελέσματα αιτιών. Οταν φασιστικοποιήθηκε μετά η Γερμανία, είδαμε να μπαίνουν στον αγώνα για την καταπολέμηση της αδικίας μικρές και μεγάλες οργανώσεις. Δεν πήγα τόσο μακριά όσο πολλοί άλλοι, που πίστευαν για πολύ καιρό, ότι οι μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις, που στόχευαν στην πλήρη ανατροπή της κοινωνικής δομής, θα έφερναν το ολοκληρωτικό γκρέμισμα. Αλλά έβλεπα κι εγώ την καρτερική και σημαντική δουλειά εκείνων των οργανώσεων, που συχνά υποτιμήθηκαν, όπως ο Σύνδεσμος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, οργανώσεων, που έσωσαν πραγματικά πολλούς ανθρώπους, που σταθερά κι ακούραστα κατάγγελναν την αδικία με τν αδύνατη φωνή τους και που αναπτέρωσαν το αγωνιστικό πνεύμα πολλών. Είδαμε, λοιπόν, ότι η αδικία πρέπει να καταπολεμηθεί όχι μονάχα με τον πιο οριστικό τρόπο, που περιλαμβάνει και την καταπολέμηση των γενεσιουργών αιτίων της, αλλά και με τον πιο γενικό τρόπο, δηλαδή με όλα τα μέσα ακόμα και με τα φτωχότερα. Χειρότερη από την αυταπάτη ότι οι συνέπειες της παράλογης αθλιότητας μπορούν να εξαλειφθούν χωρίς την εξάλειψη των αιτίων της, είναι η αυταπάτη, ότι αυτά τα αίτια μπορούν να καταπολεμηθούν απ' αυτές και με παραίτηση από τη χρησιμοποίηση των πιο μικρών και των πιο μηδαμινών μέσων. Εχω προσέξει, ότι πολλοί σταμάτησαν στη διαπίστωση των κακών αιτίων και ακριβώς αυτό τους εμπόδισε να πολεμήσουν ενάντια στις κακές συνέπειες.

Για την αλήθεια

1. Υπάρχει μία αλήθεια |Δηλαδή: Υπάρχει μόνο μία αλήθεια, όχι δύο ή περισσότερες, όσες είναι οι ομάδες των ενδιαφερόμενων.
2. Αυτή η αλήθεια δεν είναι μόνο μια ηθική κατηγορία
Δηλαδή: Δεν είναι μονάχα ζήτημα εσωτερικής διάθεσης (άρνηση δωροδοκίας, αγάπη για την αλήθεια, δικαιοσύνη κ.λπ.), αλλά είναι και ζήτημα δυνατότητας. Πρέπει να παραχθεί. Υπάρχουν, επομένως, τρόποι παραγωγής της αλήθειας.
3. Η ομολογία (και η εξεύρεση) της αλήθειας πρέπει να έχει ένα σκοπό.
Η αλήθεια είναι ο αντικατοπτρισμός στο νου των κινητήριων δυνάμεων της πραγματικότητας. Η εμφάνιση του ερωτήματος «ποια είναι η αλήθεια» πρέπει να θεωρείται απόδειξη του ότι έχει γίνει αναγκαία μια ενέργεια μέσα από πραγματικές καταστάσεις (αλλαγές της πραγματικότητας). Ακριβώς σε σχέση με την αναγκαία αυτή ενέργεια πρέπει να μπει το ερώτημα. Αντικείμενο της απάντησης πρέπει να είναι και να μείνουν όλες εκείνες οι καταστάσεις, που δημιούργησαν το ερώτημα.
4. Η αιτία που προκάλεσε το συλλογισμό και την ομολογία πρέπει να βρίσκει την τελείωσή της στην ομολογία και το συλλογισμό.
Για παράδειγμα: Όταν παρουσιάζεται το θέμα της ελευθερίας, πρέπει να διαπιστώνεται, ποια καταπιεστική κατάσταση δημιούργησε τον πόθο για ελευθερία, γιατί μια τέτοια διαπίστωση θα είναι καθοριστική για το είδος εκείνο ελευθερίας, που έγινε αναγκαίο. Και για ν' αλλάξει η κατάσταση, επομένως να κερδηθεί η ποθούμενη ελευθερία, πρέπει να χρησιμοποιηθούν ακριβώς εκείνες οι καταστάσεις, που δημιούργησαν την απαίτηση (ή τον πόθο) για ελευθερία.
5. Μια τέτοια μαρτυρία ή παρουσίαση της αλήθειας είναι τότε μονάχα αλήθεια, όταν επιτρέπει μια πρόβλεψη. Σ' αυτήν όμως την πρόβλεψη πρέπει εκείνος που κάνει τη μαρτυρία να είναι και δρων πρόσωπο. Πρέπει να συμπεριφέρεται σαν κάποιος, που η συμβολή του είναι απόλυτα αναγκαία για την πραγμάτωση των όσων πρόβλεψε.

💥  Προλεταριάτο και εκμετάλλευση

Δυσκολίες στην αντιπαράθεση

Στην αντιπαράθεση, οι μαρξιστές συναντάμε δυσκολίες γιατί οι αντιρρήσεις που πρέπει να προβάλλουμε στους ισχυρισμούς των ισχυρών μας αντιπάλων είναι αναγκαστικά διατυπωμένες με το αντίπαλο φραστικό και εννοιολογικό υλικό. Αυτό δυσκολεύει και τις δικές μας συζητήσεις. Γιατί, ενώ εδώ διαθέτουμε δικό μας, επιστημονικής σχεδόν ακρίβειας εννοιολογικό υλικό, αναγκαζόμαστε συχνά να δουλεύουμε με έννοιες ή επιχειρήματα παρμένα από την ιδεολογία που καταπολεμούμε. Το κάνουμε, ας πούμε, «εν γνώσει», μας - ωστόσο, ο αναγνώστης εύκολα μπορεί να παραπλανηθεί.

Για τον ερχομό ευλογημένων εποχών

Δεν θα έπρεπε η ανθρωπότητα, μπροστά στις τόσες μηχανές και τεχνικές προόδους που της ευκολύνουν τη ζωή, να νιώθει το ρόδινο φως, το δροσερό πρωινό αγέρι να σημαίνει τον ερχομό ευλογημένων εποχών; Γιατί, λοιπόν, είναι όλα τριγύρω τόσο γκρίζα, γιατί τούτη η κολασμένη θύελλα που σκοτώνει, καθώς λένε, και νεκρούς. Όταν η κυρίαρχη τάξη σαπίζει, τότε η σαπίλα κυριαρχεί.

Δουλεία

Στις μελλοντικές γενιές, η θανάσιμη εξάρτηση τεράστιων ανθρώπινων μαζών από μερικούς που εξουσιάζουν τα μεγάλα εργοστάσια, τα εργαλεία ολωνών, δεν θα μοιάζει λιγότερο παράξενη από ό,τι σε μας η δουλεία. Κι όχι λίγες προσπάθειες θα αφιερώνουν για να βρουν, πώς αυτή η (σχεδόν για όλους) ανυπόφορη κατάσταση μπόρεσε ωστόσο να διατηρηθεί τόσον καιρό.

Κακό καθεστώς

Τι νόημα έχει σε πόλεις σαν τις δικές μας να παραπονιέται κανείς για την κακή συμπεριφορά των ανθρώπων; Όταν σε μια χώρα η κτηνωδία, η εκμετάλλευση της άγνοιας, η αντικοινωνικότητα αποδίδει πολύ περισσότερο παρά μια ανθρώπινη συμπεριφορά, τότε το καθεστώς αυτής της χώρας είναι κακό.

Όταν σε μια χώρα οι έμποροι δημιουργούν την πείνα για να την εμπορευτούν, οι υπάλληλοι περιφρονούν το σύνταγμα, οι δικαστές εφαρμόζοντας τους νόμους δικαιώνουν το άδικο, οι δημοσιογράφοι αγοράζονται για να διαστρεβλώνουν, οι πολιτικοί προδίδουν τους οπαδούς τους, οι μηχανικοί πληρώνονται κι αποσιωπούν τις εφευρέσεις τους, οι γιατροί δίνουν στον άρρωστο ψευτοφάρμακα αντί για τα ακριβά, ο ένας κοιτάει να αρπάξει τη δουλειά του αλλουνού (ακόμα και όταν αυτή δεν τρέφει το δουλευτή της) - τότε, λίγο θες να μιλήσεις για απληστία των εμπόρων, αυθαιρεσία των υπαλλήλων, σαδισμό των δικαστών, ανευθυνότητα των δημοσιογράφων, διπροσωπία των πολιτικών, ανεντιμότητα των μηχανικών και των γιατρών, έλλειψη αλληλεγγύης όλων των ανθρώπων. Ολα αυτά τα ελαττώματα μπορεί να είναι πραγματικά. Η καταδίκη τους μπορεί να είναι δικαιολογημένη, αναγκαία μάλιστα. Ωστόσο, μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες: όταν κανείς, μιλώντας αποκλειστικά για αυτά, δίνει την εντύπωση πως τάχα φρικτά κι αγιάτρευτα ανθρώπινα ελαττώματα είναι που φταίνε για την άθλια κατάσταση μιας χώρας.

Καλλιέργεια καλών συνθηκών ζωής

Όταν καταλάβουμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων για την καλλιέργειά τους, θα προσανατολίζουμε τη διαπαιδαγώγηση, πριν από όλα, σε τέτοιες ιδιότητες, που να εξασφαλίζουν καλές συνθήκες ζωής. Σε ιδιότητες δηλαδή που καταστρέφουν καταστάσεις τέτοιες, όπου κι η πιο στοιχειώδης, πρωτόγονη ζωή μπορεί να αποσπαστεί μόνο με αδιάκοπο, ανήλεο αγώνα. Ποια πράγματα διαπαιδαγωγούν; Διαπαιδαγωγεί η πείνα κι ο τρόπος να κορεστεί. Διαπαιδαγωγεί το κρύο και ο τρόπος να βρεθούν στέγη και ρούχα. Διαπαιδαγωγεί ο τρόπος που οι άνθρωποι συμπεριφέρονται ο ένας στον άλλο, ο τρόπος που η ανάγκη τους κάνει να συμπεριφερθούν.

·       Διαπαιδαγωγούν οι καλές τέχνες τότε μονάχα, όταν δεν αδυνατίζουν τον αγώνα της ζωής.

·       Ώρα πολλή τον έβλεπαν να λάμνει. Μέχρι το τέλος

·       Πάλευε να κατακτήσει την ακτή. Ωσπου η πτώση του

·       Τον γκρέμισε. Γίνηκε

·       Εκείνο που φοβόταν. Τον εχθρό του

·       Δεν μπόρεσε να θανατώσει, κι ο ίδιος δεν έμεινε στη ζωή.

·       Στο συναγωνιστή του όμως

·       Άφησε τον εχθρό αδυνατισμένο.

·       Έτσι, η πείνα διαπαιδαγωγεί στην κλεψιά, κι η Βίβλος διαπαιδαγωγεί στην πείνα.

·       Οποιος έχει ανάγκη μια πατάτα σκύβει, γιατί έτσι θέλει το χώμα ή το αφεντικό.

Να λοιπόν, διαπαιδαγώγηση να σκύβεις. Στις κακοκυβερνημένες χώρες, κάθε αρετή δείχνει και μια αθλιότητα. Όπου βλέπεις κάποιον να αψηφά τον κίνδυνο, σκέψου: μπορεί το μηχάνημα να είναι απροφύλαχτο.

Για την εκμετάλλευση

Εκεί που ποτέ δεν χρειάζονται τον άνθρωπο ολόκληρο, παρά μονάχα τα χέρια ή τα αφτιά, πώς να μη βλέπεις τριγύρω όλο σακατεμένους, άλλους κουλούς, άλλους με κομμένα αφτιά, κι άλλους πάλι με τρία χέρια και πέντε αφτιά; Οπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση, γίνονται θύματά της και οι εκμεταλλευτές: αυτή είναι η μοναδική δυνατή μορφή ανθρώπινης επικοινωνίας. Οπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση, ο έρωτας θα παίρνει τη μορφή της εκμετάλλευσης, όπως και το μίσος. Τόσο η διδασκαλία, όσο κι η παρακολούθησή της θα φέρουν την σφραγίδα της εκμετάλλευσης. Οταν η εκμετάλλευση γίνεται αβάσταχτη για εκείνον που την υποφέρει, πεθαίνει αυτός - ή οι μάζες την ξεριζώνουν.

Καθήκον και προδοσία

Tι λογής άνθρωποι είναι αυτοί, σε τι λογής στρώματα ανήκουν, που στην καλύτερη περίπτωση λένε για αυτούς: δίκαιος, αν και δικαστής. Προσπαθεί να γιατρέψει, αν και γιατρός. Καλούτσικα χτίζει, αν κι εργολάβος. Η οργάνωση που συνδέει τα πράγματα χωρίζει τους ανθρώπους. Από όλες τις μεταξύ τους σχέσεις απομένουν οι πιο φτωχές, οι «επαγγελματικές». Η ευθύνη, αντί να αποκτά πολλούς φορείς δεν έχει πια κανένα. Άνθρωποι που δουλεύουν σε διάφορα σημεία του ίδιου πράγματος μοιάζει να έχουν ολότελα διαφορετικά συμφέροντα. Προσπαθώντας να συντονίσουν τη δουλειά τους, πιστεύουν πως κάνουν το καθήκον τους. Ομως ο αρχιτέκτονας λέει: αν δεν πληρώσει αρκετά ο ιδιοκτήτης, δεν μπορώ να φτιάξω σπίτια της προκοπής. Κι ο γιατρός απαντά: χωρίς σπίτια της προκοπής, δεν μπορώ να γιατρέψω τους ανθρώπους. Κάνοντας λοιπόν όλοι το καθήκον τους και συντονίζοντας τη δουλειά τους, προδίδει καθένας τον εαυτό του, προδίδουν όλοι μαζί το σύνολο.

Είναι ανεύθυνο, να αθωώνει κανείς το δικαστή, λέγοντας πως «φταίει το σύστημα» κι όχι ο ίδιος σαν άτομο. Γιατί, αν ο δικαστής υποτάσσεται όχι στη συνείδησή του παρά στο σύστημα όταν αποφασίζει το άδικο, τότε τι λοιπόν κάνει ενάντια στο σύστημα;

Υπέρ των καταπιεσμένων

Σύντροφοι, πριν γίνουμε σοσιαλιστές, ήμασταν δυστυχισμένοι. Πριν γνωρίσουμε την αλήθεια του μαρξισμού, γνωρίσαμε την αλήθεια της πείνας. Από εκείνους τους καιρούς, της βαθιάς και απελπισμένης εξαθλίωσης, μας έμεινε η συμπάθεια για τους απόκληρους κι απελπισμένους. Και οι μόνοι μη - σοσιαλιστές που σεβόμαστε, είναι οι κάθε λογής καταπιεσμένοι. Σύντροφοι! Οι φίλοι μας οι νέγροι δεν είναι σοσιαλιστές. Είναι όμως δυστυχισμένοι. Η καρδιά μας είναι μαζί τους. Και τους ευχόμαστε, όπως και εμείς από δυστυχισμένοι να γίνουν σοσιαλιστές.

Χρησιμότητα της αλήθειας

Σήμερα που το κεφάλαιο, στον απεγνωσμένο του αγώνα, χρησιμοποιεί όλα τα τεράστια μέσα που διαθέτει για να παρουσιάσει σαν «αλήθεια» κάθε χρήσιμο για αυτό ισχυρισμό, η αλήθεια έγινε σε τέτοιο πια βαθμό εμπόρευμα, έγινε πράγμα τόσο περίπλοκο κι αμφισβητούμενο, τόσο εξαρτημένο από αγοραστή και πωλητή (κι αυτούς εξαρτημένους από πολλά), που το ερώτημα «ποια είναι η αλήθεια» δεν μπορεί πια να απαντηθεί χωρίς το ερώτημα: «ποιον εξυπηρετεί αυτή η αλήθεια;» Η αλήθεια έγινε αληθινό εργαλείο: δεν «υπάρχει» (και μάλιστα, όχι ανεξάρτητα από τους ανθρώπους), μα δημιουργείται κάθε φορά. Μέσο παραγωγής, ναι, μα δημιουργημένο!

Μπρος στην τεράστια χρησιμότητά της για τη σημερινή τάξη (αταξία) πραγμάτων, τι να σκεφτούμε για τη μεταφυσική σκοπιά; Να πώς την περιγράφει ο Ενγκελς (εφημερίδα «Νόυε Τσάιτ» 8/357): Η αιτία των οικονομικών κρίσεων πρέπει να ξεσκεπαστεί και τίποτε άλλο να μη μας υποχρέωνε να εγκαταλείψουμε τη μεταφυσική σκοπιά, θα έπρεπε οπωσδήποτε να το κάνουμε για να μπορέσουμε να καταλάβουμε τούτη την αιτία, τούτη τη βαθύτερη, αγιάτρευτη συνολική κρίση. Ετσι κι αλλιώς, η κρίση αυτή απαιτεί μια δράση, όπως και η ίδια αποτελεί δράση.

Οδηγημένοι από την υποψία, πως οι απόψεις μας σε τούτον τον εμπορευματικό κόσμο έχουν από καιρό γίνει και οι ίδιες εμπορεύματα (δεν μπορούσαν να μείνουν απλά προϊόντα), πρόκειται τώρα να ερευνήσουμε τις απόψεις αυτές και μάλιστα τον εμπορευματικό τους χαρακτήρα. Πολύ καιρό τώρα μιλούσαμε για «καινούργια αίσθηση ζωής», «μεταπολεμική κοσμοαντίληψη», «κοσμοθεωρία μιας νέας γενιάς», θεωρούσαμε το «καινούργιο» σαν δεδομένο, και δεν το εξετάζαμε. Είναι καιρός, να αναλύσουμε τώρα αυτά τα «δεδομένα». Πρέπει λοιπόν να αγνοηθεί ο συγγραφέας ή αναγνώστης που αποζητά το «συναρπαστικό» και, με τη γυμνή αναγκαιότητα σαν μόνο οδηγό, να χρησιμοποιηθούν μέθοδοι κριτικής τέτοιες, να οικοδομηθούν νέες απόψεις τέτοιες, που να καταξιώνονται από τη χρησιμότητά τους (το όπλο δεν χρειάζεται να είναι «συναρπαστικό» για εκείνον που το έχει ανάγκη). Μέτρο της χρησιμότητας αυτής πρέπει να είναι: η δύναμη μεταβολής του κοινωνικού κόσμου.

Επίδραση της αντεπανάστασης

1.Η επίδραση της αντεπανάστασης στις επαναστατικές ιδέες δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Κανένας υλιστής δεν θα περίμενε, πως οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές θέσεις του προλεταριάτου θα μπορούσαν να ανατραπούν τόσο βίαια, όπως τις ανέτρεψε ο φασισμός, και οι ιδέες των προλετάριων, οι ιδέες που δημιουργούνται από την κοινωνική τους θέση, θα έμεναν άθικτες. Βέβαια, ούτε ένας ακέραιος επαναστάτης δεν αποπροσανατολίστηκε με την επικράτηση του φασισμού - ούτε ένας όμως δεν άφησε και τις απόψεις του χωρίς επανεξέταση. Πιο ανεπηρέαστοι μπορεί να έμειναν εκείνοι που θεωρούσαν τον εαυτό τους οικοδόμο του κομμουνισμού, που περίμεναν τον κομμουνισμό σαν «επόμενο» κοινωνικό σχηματισμό και θεωρούσαν το προλεταριάτο σαν την τάξη που θα τον «πραγματοποιούσε». Είδαν το φασισμό - να λοιπόν που ο κομμουνισμός δεν ήταν «ο επόμενος» σχηματισμός! Το περίμεναν λοιπόν να έρθει. Από προφήτες του αύριο έγιναν, απλούστατα, του μεθαύριο. Εκείνοι όμως, που πρότειναν τον κομμουνισμό, απλούστατα, σαν λύση πολύ συγκεκριμένων προβλημάτων, και σκέφτονταν να τον εφαρμόσουν αξιοποιώντας υπαρκτές, πολύ συγκεκριμένες δυνατότητες, αναγκάστηκαν να βάλουν στον εαυτό τους το ερώτημα: μήπως παράβλεψαν ορισμένες άλλες διεξόδους; Μήπως δεν πρόσεξαν ορισμένες άλλες δυνατότητες; Μήπως λοιπόν απατήθηκαν στο ερώτημα, ποιες είναι οι βασικές δυνάμεις που κινούν τους λαούς;
2. Κάτω από την επίδραση της καταστροφής της 2ης Αυτοκρατορίας, ο Σορέλ χαρακτηρίζει «φάντασμα» τη Σοσιαλιστική ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης του Ζαν Ζωρές. Γι' αυτόν, η επανάσταση, ήταν πια κάτι ξεπερασμένο. Ολες οι έννοιές της έμοιαζαν παλιωμένες, σκονισμένες, άχρηστες. Θεσμοί σαν το γενικό εκλογικό δικαίωμα έμοιαζαν πια «παλιάς μόδας». Δεν χρειάζεται να θεωρήσουμε τον Χίτλερ σήμερα σαν εφαρμοστή των σοσιαλδημοκρατικών ιδανικών του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, για να παραδεχτούμε και εμείς, πως ορισμένα στοιχεία του πολιτικού μας λεξιλογίου είναι αφάνταστα ξεπερασμένα.

Δυο ειδών υποσχέσεις

Στον καπιταλισμό, ο εργάτης έχει πέρα για πέρα δίκιο, να μετρά το βδομαδιάτικο και να μην παίρνει στα σοβαρά τις υποσχέσεις που του δίνουνε για το μέλλον. Ξέρει, πως αυτά που θα πάρει στο τέλος της βδομάδας θα είναι όλο. Εξω από το μεροκάματο, δεν έχει τίποτα να περιμένει, ούτε που τον νοιάζει λοιπόν παραπέρα, το τι φτιάχνει με τη δουλειά του. Στον καπιταλισμό, αυτός ο τρόπος σκέψης είναι για τον εργάτη η αρχή κάθε λογικής σκέψης. (Μάλιστα, αυτή η σκέψη και καμιά άλλη είναι που τον κάνει αθεϊστή: και στη θρησκεία, πολύ λογικά, δεν βλέπει παρά κούφιες υποσχέσεις). Ο εργάτης δεν σκέφτεται έτσι όταν οικοδομεί τον σοσιαλισμό - και είναι τώρα η λογική του που δεν τον αφήνει να σκεφτεί έτσι. Ξέρει, πως τώρα πια από την παραγωγή δεν έχει να πάρει μόνο το μεροκάματο. Η φράση «κάλιο πέντε και στο χέρι» είναι αφάνταστα χρήσιμη για τον εργάτη στον καπιταλισμό, είναι η αρχή και η ουσία του υλισμού. Ομως ο κεφαλαιοκράτης, καθοδηγητής της παραγωγής και επίσης υλιστής, ξέρει πως π.χ. το εργοστάσιό του κάτω από ορισμένες συνθήκες (όταν απεργεί η αστυνομία) δεν είναι πια «εργοστάσιό του». Ξέρει, πως «το εργοστάσιό του» γίνεται παλιοσίδερα όταν οι εργάτες απεργούν. Ξέρει, πως αυτό που κατέχει (στο βαθμό που το κατέχει) είναι η εργατική δύναμη των εργατών. Στο σοσιαλισμό, ο εργάτης καθοδηγεί την παραγωγή και μάλιστα (πράγμα που πρέπει πάντα να τονίζεται) μια παραγωγή ολότελα διαφορετική, κι όχι μόνο με διαφορετική καθοδήγηση. Αν οι υποσχέσεις των φασιστών μοιάζουν με εκείνες των κομμουνιστών εργατών, είναι γιατί (αστείο, αλήθεια, που χρειάζεται να το ξαναπεί κανείς αυτό) υπάρχουν υποσχέσεις που κρατιούνται, και υποσχέσεις που δεν κρατιούνται.

Μάζα και επανάσταση

Αυτοί που περιγράφουν τις επαναστατικές διαδικασίες αφήνουν συχνά στο περιθώριο εκείνες τις εσωτερικές αναστολές, που διατηρούνται ή αναζωπυρώνονται μέσα στις μάζες και διευθύνονται ενάντια στην επανάσταση. Οι επαναστατικές περιγραφές δείχνουν, πως το μεγάλο κοινό συμφέρον αγκαλιάζει όλο και πιο πολύ τον πληθυσμό, καθώς η μάζα όλο και περισσότερο συνειδητοποιεί τα δικά της συμφέροντα, σαν μάζα. Ωστόσο, παραγνωρίζουν τις μικρές, αλλά πραγματικές συγκρούσεις συμφερόντων, που διατηρούνται ή πρωτοδημιουργούνται. Το λογικό μπαίνει επικεφαλής της επαναστατικής πορείας, σαν κινητήρια της δύναμη κι έτσι, είναι, δύσκολο να δει κανείς τις αναστολές αυτές σαν πραγματικές (ό,τι είναι «παράλογο» είναι και ανύπαρκτο). Καθένας όμως που έχει μελετήσει μια επαναστατική εξέγερση, γνωρίζει πόσες εσωτερικές δυσκολίες μια μάζα συναντά για να εξεγερθεί. Μόνο στην ανάγκη ρίχνεται ο άνθρωπος στο άγνωστο. Η μεγαλόπρεπη φράση «το προλεταριάτο δεν έχει να χάσει παρά τις αλυσίδες του» ισχύει σαν ιστορική προοπτική και για ολόκληρη την εργατική τάξη συνολικά. Ομως, η εσωτερική ιστορία μιας επανάστασης δεν βρίσκεται τάχα ακριβώς στο ότι το προλεταριάτο - οι προλετάριοι δηλαδή - αποφασίζουν να δράσουν σαν τάξη; Στη διαδικασία αυτή πολλά έχουν να χάσουν, και πολλά να ριψοκινδυνέψουν. Αξιοπρόσεκτο είναι, πως εδώ η ίδια η ζωή θεωρείται το πιο τελευταίο, το λιγότερο σημαντικό από όλα. Συχνά την βάζουν σε κίνδυνο πολύ πιο εύκολα, παρά ένα φτωχικό σπιτάκι. Όταν η άρχουσα τάξη κλονίζεται, συνήθως οι καταπιεζόμενοι κλονίζονται, στην αρχή, μαζί της. Οι θεσμοί κλονίζονται και καταρρέουν - κι οι καταπιεσμένοι δεν έχουν πάρει ακόμα την απόφαση, να αναλάβουν αυτοί την ηγεσία. Ενάντιά τους στέκει η θρησκεία, στέκει ο τρόπος ζωής τους, που έμαθαν με κόπο (πολλά του στοιχεία παρμένα από τον εχθρό, μερικά από τον αγώνα ενάντια στον εχθρό), ένα σύνθετο μείγμα συνήθειες και αξιώματα. Γι' αυτό, πρέπει η ίδια η εξέγερση να πάρει κάποιον επιχειρησιακό χαρακτήρα. Να γίνει μια οργανωμένη επιχείρηση, όπου οι μάζες θα αναγνωρίσουν στοιχεία της καθημερινής τους ζωής. Να γίνει λοιπόν λογική, για να τις αγκαλιάσει.

Εγώ ο Bertolt Brecht
είμαι από τα μαύρα δάση,
η μάνα μου στις πολιτείες
με κουβάλησε,
σαν ήμουνα ακόμα στην κοιλιά της,
και των δασών η παγωνιά
μέσα μου θα `ναι ως το θάνατό μου.

Έχω, έχω το σπίτι μου
στην πολιτεία της ασφάλτου,
φορτωμένος από την αρχή
με όλα τα μυστήρια του θανάτου
με εφημερίδες, με καπνό και με ρακή,
καχύποπτος και τεμπέλης
κι ευχαριστημένος στα στερνά.

Φέρομαι φιλικά στους ανθρώπους
φορώ καθώς το συνηθίζουν
ένα σκληρό καπέλο,
λέω, είναι ζώα που μυρίζουν τελείως ιδιόμορφα
και λέω πάλι,
δε βαριέσαι έχω κι εγώ την ίδια μυρουδιά.

Το πρωί στο γκρίζο χάραμα
τα έλατα κατουράνε,
και τα ζωύφιά τους τα πουλιά
αρχίζουν να φωνάζουν
Κείνη την ώρα αδειάζω το ποτήρι μου στην πόλη
πετάω τ’ αποτσίγαρό μου και ανήσυχος κοιμάμαι.

Απ’ αυτές τις πολιτείες
θα απομείνει εκείνος που διάβηκε από μέσα τους
ο άνεμος, δίνει χαρά το σπίτι σ’ αυτόν που τρώει,
τ’ αδειάζει.

Ξέρουμε ότι είμαστε περαστικοί
κι ότι ύστερα από μας
τίποτα τ’ αξιόλογο δε θα ‘ρθει.

Ελπίζω στους σεισμούς
που μέλλονται για να ‘ρθουν,
να μην αφήσω τη Βιρτζίνιά μου
απ’ την πίκρα να μου σβήσει.

Εγώ ο Bertolt Brecht
από τα μαύρα δάση,
ξερασμένος στις πολιτείες της ασφάλτου
μέσα στη μάνα μου σε πρώιμη εποχή.

Στρατηγέ, ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ.
Ξέρει να πετάει, ξέρει και να σκοτώνει.
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:
Ξέρει να σκέφτεται.
από το Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου
     —Μ. Μπρεχτ

 Τραγούδι για τη μητέρα μου

Τη μορφή της δεν τη θυμάμαι πια πώς ήταν πριν οι πόνοι της
αρχίσουν. Αποκαμωμένη, ανασήκωνε τα μαύρα τα μαλλιά της
απ’ το ξεσαρκωμένο μέτωπό της – το βλέπω ακόμα κείνο το
χέρι να σαλεύει.

Χειμώνες είκοσι τη φοβερίσαν, τα βάσανά της δεν είχαν
σωσμό, κι ο θάνατος ντρεπόταν σαν τη ζύγωσε. Και τότε πέθανε,
και το κορμί της ήτανε σαν παιδιού κορμί.

Στο δάσος είχε μεγαλώσει.
Πέθανε ανάμεσα σε πρόσωπα που ‘χαν τραχύνει βλέποντάς
την τόσο καιρό να ξεψυχάει. Τη συγχωρέσαμε που έτσι
βασανίστηκε, μα κείνη είχε χαθεί ανάμεσα στα πρόσωπά μας, προτού
να σβήσει ολότελα.

Τόσοι και τόσοι μας αφήνουνε, χωρίς να τους κρατήσουμε.
Έχουμε πει το καθετί, τίποτα πια δεν έχει απομείνει ανάμεσα σε
μας κι εκείνους, σκληραίνουνε τα πρόσωπά μας σαν χωρίζουμε.
Κι όμως, το πιο σπουδαίο δεν το είπαμε, τόσο αναμασούσαμε τ’
ασήμαντα.

Ω, γιατί τα πιο σπουδαία να μην τα πούμε, ήτανε τόσο εύκολο,
και τώρα θα κολαστούμε για τη σιωπή μας. Εύκολες ήταν λέξεις,
σφίγγονταν πίσω από τα δόντια μας. Καθώς γελούσαμε έπεσαν,
και τώρα το λαιμό μας πνίγουν.

Το δείλι, χτες, πρωτομαγιά, πέθανε η μητέρα μου! Και δε
μπορώ, από τη γη να τήνε ξεριζώσω με τα νύχια μου!
_1920 - Μτφ Μάριου Πλωρίτη

 

Η ΤΑΦΟΠΕΤΡΑ
ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Ο άγνωστος στρατιώτης της επανάστασης έπεσε.
Σ' ένα όνειρο είδα την ταφόπετρά του.
Βρισκόταν σ' ένα βάλτο. Τη φτιάχνανε δυο βράχια.
Καμία επιγραφή δεν είχε. Μα η πέτρα
άρχισε να μιλά.

Αυτός που εδώ κείτεται, είπε, προέλασε
όχι για να καταχτήσει ξένη γη, μα
τη δική του. Τ' όνομά του
είναι άγνωστο, μα τα βιβλία της ιστορίας
γράφουνε τα ονόματα αυτών που τον νίκησαν.

Επειδή σαν άνθρωπος ήθελε να ζήσει
τον σφάξανε σαν άγριο θεριό.

Οι τελευταίες του λέξεις ήταν ένας ψίθυρος
γιατί βγαίνανε μέσα από λαρύγγι που στραγγαλιζόταν, μα
ο κρύος αέρας τις μετέφερε παντού
σε πολλούς ανθρώπους που παγώνανε.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΧΤΡΟΣ ΣΟΥ;

Τον πεινασμένο, που σ' άρπαξε
το τελευταίο ψωμί, σαν εχτρό τον αντιμετωπίζεις.
Μα τον κλέφτη, που δεν πείνασε ποτέ του
δεν ορμάς ν' αρπάξεις από το λαρύγγι.

Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Όταν η Γερμανία μέχρι τα δόντια εξοπλιστεί
θα της συμβεί μια σοβαρή αδικία
και ο τυμπανιστής θα κάνει τον πόλεμό του.

Κι εσείς τη Γερμανία θα υπερασπίσετε
σε ξένες χώρες, άγνωστες σε σας
κι ενάντια θα πολεμήσετε σ' ανθρώπους που όμοιοί σας είναι.

Ο τυμπανιστής θα φαφλατίζει περί απελευθέρωσης
μα χωρίς προηγούμενο μέσα στη χώρα η καταπίεση θα 'ναι.
Και μπορεί όλες τις μάχες να κερδίσει
εκτός από την τελευταία.

Σαν ο τυμπανιστής τον πόλεμό του χάσει
θα κερδίσει η Γερμανία τον δικό της πόλεμο.

        Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Είδα τον παλιό θεό του πολέμου να στέκει μέσα σ' ένα βάλτο ανάμεσα σε μια
χαράδρα κι ένα βράχινο τοίχο.
Βρωμούσε τζάμπα μπίρα και φορμόλη και σ' εφήβους έδειχνε τ' αρχίδια του,
γιατί τον είχαν ξανανιώσει κάποιοι προφεσόροι.
Διακήρυχνε με τη βραχνή
φωνή του λύκου τον έρωτά του για καθετί νεαρό.

Δίπλα του στεκόταν μια έγκυος γυναίκα κι έτρεμε.
Κι αδιάντροπα συνέχιζε το κήρυγμά του, όπου τον εαυτό του παρουσίαζε
σαν τον μεγάλο άνθρωπο της τάξης. Και περιέγραφε το πως παντού έβαζε
στους αχυρώνες τάξη αδειάζοντάς τους.

Η φωνή του πότε ήτανε δυνατή και πότε σιγανή, πάντα βραχνή όμως.

Με δυνατότερη φωνή μιλούσε για τις μεγάλες εποχές που θα 'ρθουν
και με τη σιγανότερη φωνή δίδασκε τις γυναίκες πώς να μαγειρεύουν
γλάρους και κοράκια.

Την ίδια ώρα η πλάτη του ανήσυχη ήταν κι όλο πίσω γυρνούσε να κοιτάξει,
λες και φοβόταν κάποια μαχαιριά.
Και κάθε πέντε λεπτά βεβαίωνε το κοινό του πως θα τους πάρει πολύ
λίγο από το χρόνο τους.

ΛΟΓΟΣ ΜΙΑΣ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΣ ΜΑΝΑΣ
ΣΤΟΥΣ ΓΙΟΥΣ ΤΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Τώρα που φεύγετε λοιπόν για να εκτελέσετε
των κυρίων σας το αιματοβαμμένο έργο - μπροστά σας
τα όπλα του εχτρού, πίσω σας
του αξιωματικού σας το πιστόλι - τούτα τα
λόγια μου να μην ξεχνάτε:

Των κυρίων σας η ήττα
δεν είναι ήττα δικιά σας. Έτσι και η νίκη τους
δεν είναι δική σας νίκη.

ΕΠΙΤΑΦΙΑ ΕΠΙΓΡΑΦΗ
ΑΠ' ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ

Πατέρα, άφησες να με πάρουνε στρατιώτη
Μάνα, εσύ δε μ' είχες κρύψει
Αδελφέ, μου 'δωσες λάθος συμβουλή
Αδελφή, δε με είχες ξυπνήσει!

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΒΓΑΖΕΙ ΚΑΚΟ ΟΝΟΜΑ

Όπως ακούω, στους καλύτερους κύκλους συζητιέται
πως ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος από ηθική άποψη
δε στάθηκε στο ύψος του Πρώτου. Η
Βέρμαχτ
οφείλει τη λύπη της να εκφράσει για τις μεθόδους που μ' αυτές
οι Ες-Ες διεξήγαγαν την εξολόθρευση ορισμένων λαών. Οι
καπιταλιστές του Ρουρ
λέγεται ότι καταγγέλλουν το ματοβαμμένο ανθρωποκυνηγητό
που γέμισε τα ορυχεία και τις φάμπρικές τους με σκλάβους - εργάτες, οι
διανοούμενοι
ακούω πως κατηγορούν τη ζήτηση σκλάβων – εργατών
απ' τη μεριά των
βιομηχάνων, καθώς επίσης και την άδικη μεταχείρισή τους. Οι ίδιοι οι
επίσκοποι
αποσυνδέουνε τον εαυτό τους απ' αυτό τον τρόπο διεξαγωγής πολέμου
εν συντομία κυριαρχεί
παντού τώρα η αίσθηση πως οι Ναζί δυστυχώς στην πατρίδα
κακές υπηρεσίες προσφέρανε και πως ο πόλεμος
αυτός καθαυτός φυσικός κι αναγκαίος, μ' αυτό τον
πάνω απ' όλα ακραία χωρίς φραγμούς και οπωσδήποτε απάνθρωπο
τρόπο, που αυτή τη φορά τον διεξήγαγαν, για κάμποσο καιρό
από 'δω και πέρα

Ατιμασμένος θα 'ναι.

          ΜΟΝΑΔΑ ΤΕΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΩΝ, ΧΑΙΡΟΜΑΙ

Μονάδα τεθωρακισμένων, χαίρομαι να βλέπω
να γράφεις και να κάνεις για την ειρήνη προπαγάνδα.
Και χαίρομαι που εσείς, γράφοντας
και κάνοντας για την ειρήνη προπαγάνδα, θωρακίζεστε.

Από το βιβλίο Μπ. Μπρεχτ «ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
μετάφραση Νάντιας Βαλαβάνη, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»

“Όποιος θέλει να πολεμήσει την ψευτιά και την αμάθεια και να γράψει την αλήθεια έχει να ξεπεράσει το λιγότερο πέντε δυσκολίες. Πρέπει να έχει το θάρρος να γράψει την αλήθεια παρόλο που παντού την καταπνίγουν, την εξυπνάδα να την αναγνωρίσει παρόλο που την σκεπάζουν παντού, την τέχνη να την κάνει ευκολομεταχείριστη σαν όπλο, την κρίση να διαλέξει εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θ’ αποκτήσει δύναμη,  την πονηριά να τη διαδώσει ανάμεσα τους.
Αυτές οι δυσκολίες είναι μεγάλες για εκείνους που γράφουν κάτω από το φασισμό, υπάρχουν όμως και γι’ αυτούς που τους κυνήγησαν ή που έφυγαν ακόμα και για όσους γράφουν σε χώρες της αστικής ελευθερίας”
_                           Εκδ. “Στοχαστής”, 2010

Εγώ ο Bertolt Brecht από τα μαύρα δάση, ελπίζω στους σεισμούς που μέλλονται για να ΄ρθουν

Το 1935 στο Παρίσι, στο Συνέδριο για την υπεράσπιση της Κουλτούρας, ο Μπρεχτ παρουσίασε αυτό το κείμενο που συμπυκνώνει το συγγραφικό του credo.

Ξέρουμε δα τι σκυλολόι αγωνίζεται
για να καταφέρει να υπερασπίσει την τιμή ενός λαού!

Όποιος θέλει να πολεμήσει σήμερα την ψευτιά και την αμάθεια και να γράφει την αλήθεια έχει να ξεπεράσει το λιγότερο πέντε δυσκολίες. Πρέπει να έχει το θάρρος να γράφει την αλήθεια, παρόλο που παντού την καταπνίγουν, την εξυπνάδα να την αναγνωρίσει, παρόλο που τη σκεπάζουν παντού, την τέχνη να την κάνει ευκολομεταχείριστη σαν όπλο, την κρίση να διαλέξει εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θα αποχτήσει δύναμη, την πονηριά να τη διαδώσει ανάμεσά τους. Αυτές οι δυσκολίες είναι μεγάλες για κείνους που γράφουν κάτω από τον φασισμό, υπάρχουν όμως και γι' αυτούς που τους κυνήγησαν ή που έφυγαν, ακόμα και για όσους γράφουν στις χώρες της αστικής ελευθερίας.

Μπέρτολντ Μπρεχτ:
Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια

Α:
Το θάρρος να γράψει κανείς την αλήθεια

Φαίνεται αυτονόητο πως αυτός που γράφει πρέπει να γράφει την αλήθεια, με την έννοια δηλαδή πως δεν πρέπει να την καταπνίγει ή να την αποσιωπά, και πως δεν πρέπει να γράφει τίποτα που δεν είναι αληθινό. ∆εν πρέπει να σκύβει στους ισχυρούς, δεν πρέπει να εξαπατά τους αδύναμους. Είναι, φυσικά, πολύ δύσκολο να μη σκύβεις στους ισχυρούς και είναι πολύ κερδοφόρο να εξαπατάς τους αδύναμους. Το να μην αρέσεις στους πλούσιους σημαίνει να παραιτείσαι από τον πλούτο.

Το να παραιτείσαι από την πληρωμή για καμωμένη δουλειά πάει να πει, σε ορισμένες συνθήκες, να θυσιάζεις τη δουλειά, και το να αποδιώχνεις τη φήμη ανάμεσα στους ισχυρούς σημαίνει συχνά να αποδιώχνεις κάθε φήμη. Όλα αυτά απαιτούν θάρρος.

Οι καιροί της πιο σκληρής καταπίεσης είναι τις πιο πολλές φορές καιροί όπου γίνεται πολύς λόγος για μεγάλα και υψηλά πράγματα. Χρειάζεται θάρρος για να μιλάς σε τέτοιους καιρούς για πράγματα τόσο χαμηλά και τόσο φτηνά, όπως το φαγητό και το σπίτι του εργαζόμενου, μέσα σε μια βοή από ξεφωνητά ότι το βασικό είναι το πνεύμα της θυσίας. Όταν φορτώνουν τους αγρότες με τιμές, χρειάζεται θάρρος να μιλάς για μηχανήματα και φτηνές ζωοτροφές που θα διευκόλυναν την τιμημένη δουλειά.

Όταν απ' όλους τους ραδιοσταθμούς ουρλιάζουν πως ο άνθρωπος χωρίς γνώση και μάθηση είναι καλύτερος από τον μορφωμένο, θέλει τότε θάρρος να ρωτήσεις: καλύτερος για ποιον; Όταν γίνεται λόγος για τέλειες και ατελείς φυλές, χρειάζεται θάρρος να ρωτήσεις αν η πείνα κι η αμάθεια κι ο πόλεμος δεν φέρνουν βαριές παραμορφώσεις. Και ξανά, θέλει θάρρος να πει κανείς την αλήθεια για τον εαυτό του, τον νικημένο.

Πολλοί καταδιωγμένοι χάνουν την ικανότητα να βλέπουν τα λάθη τους. Η καταδίωξη τούς φαίνεται η πιο μεγάλη αδικία. Αφού οι διώχτες που τους καταδιώκουν είναι οι κακοί, εκείνοι, οι καλοί, διώκονται για την αρετή τους.

Αυτή όμως η αρετή χτυπήθηκε, νικήθηκε κι εμποδίστηκε. Ήταν άρα μια αδύναμη αρετή, μια κακή, ανεπίτρεπτη, απαράδεχτη αρετή. Γιατί δεν μπορεί ποτέ να παραδεχτούμε στην αρετή την αδυναμία της, όπως στη βροχή την υγράδα της. Το να πεις πως οι καλοί δεν νικήθηκαν γιατί ήταν καλοί παρά γιατί ήταν ανήμποροι, αυτό χρειάζεται θάρρος.

  • Φυσικά, η αλήθεια πρέπει να γράφεται μέσα στον αγώνα με ψευτιά και δεν πρέπει να είναι κάτι το γενικό, το απρόσιτο και πολυσήμαντο. Γιατί από αυτήν ακριβώς τη γενική, απρόσιτη στόφα είναι καμωμένη η ψευτιά.
  • Όταν λένε για κάποιον πως είπε την αλήθεια, πάει να πει πως μερικοί ή πολλοί ή κάποιος είπαν κάτι άλλο, κάποιο ψέμα ή κάποια γενικότητα. Αυτός όμως είπε την αλήθεια, κάτι το πραχτικό, το πραγματικό, το αναντίρρητο, αυτό ακριβώς που έπρεπε να πει.

∆εν χρειάζεται πολύ θάρρος για να παραπονεθεί κανείς για την κακία του κόσμου γενικά και για τον θρίαμβο της ωμότητας και για να απειλεί με τον θρίαμβο του πνεύματος από ένα μέρος του κόσμου όπου του επιτρέπουν ακόμα να το κάνει αυτό.

Ορθώνονται τότε πολλοί σαν να ήταν κανόνια στραμμένα ενάντιά τους, ενώ τους κοιτάζουν μονάχα. Ξεφωνίζουν τις γενικές τους απαιτήσεις σε έναν κόσμο που αγαπά τους ακίνδυνους ανθρώπους. Απαιτούν μια καθολική δικαιοσύνη για την οποία δεν δούλεψαν ούτε στο ελάχιστο και μια γενική ελευθερία. Απαιτούν ένα κομμάτι από τη λεία που έχει τάχα κιόλας μοιραστεί από καιρό μαζί τους.

Αλήθεια, νομίζουν πως είναι μονάχα αυτό που ακούγεται όμορφα. Κι όταν η αλήθεια είναι κάτι με αριθμούς, κάτι το ξερό και χειροπιαστό, κάτι που για να το βρεις θέλει κόπο και μελέτη, αυτά για κείνους δεν είναι αλήθεια, δεν τους εκστασιάζει. Αυτοί έχουν το εξωτερικό παρουσιαστικό μονάχα των ανθρώπων που λένε την αλήθεια. Το τραγικό με αυτούς είναι: δεν ξέρουν ποια είναι η αλήθεια.

Β:
Η εξυπνάδα να αναγνωρίσει κανείς την αλήθεια

Μια κι είναι δύσκολο να γράψει κανείς την αλήθεια, αφού την καταπνίγουν παντού, στους πιο πολλούς φαίνεται ζήτημα πεποιθήσεων μονάχα το αν θα γραφτεί ή όχι. Πιστεύουν πως το μόνο που χρειάζεται είναι το κουράγιο.
Ξεχνούν τη δεύτερη δυσκολία, το
να βρεθεί η αλήθεια. Γιατί με κανέναν τρόπο δεν είναι εύκολο να τη βρει κανείς. Πρώτα-πρώτα, είναι κιόλας δύσκολο να βρει κανείς π ο ι α αλήθεια αξίζει να ειπωθεί.
Για παράδειγμα, τώρα, μπρος σε όλα τα μάτια, τα μεγάλα πολιτισμένα κράτη βουλιάζουν το ένα μετά το άλλο στην πιο τρομερή βαρβαρότητα. Κι ακόμα, είναι γνωστό πως ο εσωτερικός πόλεμος, που γίνεται με τα πιο τρομαχτικά μέσα, μπορεί από ώρα σε ώρα να μετατραπεί σε εξωτερικό, που μπορεί θαυμάσια να κάνει τον πλανήτη μας ένα γιγάντιο σωρό συντρίμμια. Αυτό είναι χωρίς αμφιβολία μια αλήθεια, υπάρχουν όμως φυσικά κι άλλες αλήθειες.

  • Για παράδειγμα, δεν είναι ψέμα το ότι οι καρέκλες έχουν πάτο και το ότι η βροχή πέφτει από πάνω προς τα κάτω. Πολλοί γράφουν τέτοιου είδους αλήθειες. Μοιάζουν με ζωγράφους που φιλοτεχνούν με νεκρές φύσεις τους τοίχους καραβιών που βουλιάζουν. Η πρώτη μας δυσκολία δεν υπάρχει γι' αυτούς κι έχουν, παρ' όλα αυτά, τη συνείδησή τους ήσυχη.
  • Ανεπηρέαστοι από τους ισχυρούς, χωρίς όμως και να τους επηρεάζουν και οι φωνές των κατατρεγμένων, ζωγραφίζουν τα τοπία τους.

Το παράλογο στον τρόπο που ενεργούν τους δημιουργεί έναν βαθύ πεσιμισμό που τον πουλάνε σε καλή τιμή και που θα έπρεπε στην πραγματικότητα να τον έχουν οι υπόλοιποι, που βλέπουν τέτοιους καλλιτέχνες και τέτοια ξεπουλήματα. Και δεν είναι εύκολο ούτε καν να διακρίνεις πως οι αλήθειες τους μοιάζουν με αυτές για τις καρέκλες ή τη βροχή, τις πιο πολλές φορές δείχνουν ολότελα διαφορετικές, δείχνουν γι' αλήθειες πάνω σε σημαντικά θέματα.
Γιατί η ουσία της καλλιτεχνικής διαμόρφωσης βρίσκεται ακριβώς στο ότι δίνει σημασία σε αυτό που διαμορφώνει. Χρειάζεται προσεχτική παρατήρηση για να διακρίνει κανείς πως το μόνο που λένε είναι “μια καρέκλα είναι μια καρέκλα” και “κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει τη βροχή να πέφτει προς τα κάτω”.

Αυτοί οι άνθρωποι δεν καταφέρνουν να βρουν την αλήθεια που αξίζει να γραφτεί. Άλλοι, πάλι, πραγματικά καταπιάνονται με τα πιο ζωντανά προβλήματα, δεν τρέμουν ούτε τους καταπιεστές ούτε τη φτώχεια και, παρ' όλα αυτά, δεν μπορούν να δουν την αλήθεια. Σε αυτούς λείπουν οι γνώσεις. Είναι γεμάτοι από παλιές προλήψεις, από φημισμένες, συχνά καλοδιατυπωμένες αρχαίες προκαταλήψεις.
Ο κόσμος είναι πολύ περίπλοκος γι' αυτούς, δεν ξέρουν τα γεγονότα και δεν διακρίνουν τους συσχετισμούς. Εκτός από τις πεποιθήσεις χρειάζονται και γνώσεις, που βρίσκονται, και μέθοδες, που μαθαίνονται. Για όλους όσους γράφουν σε αυτούς τους καιρούς των περιπλοκών και των μεγάλων αλλαγών χρειάζεται γνώση της ματεριαλιστικής διαλεκτικής, της οικονομίας και της Ιστορίας.

  • Μπορεί να την αποχτήσει κανείς από τα βιβλία ή με ζωντανή διδασκαλία, φτάνει να μη λείπει η απαραίτητη επιμέλεια. Μπορεί κανείς να ανακαλύψει πολλές αλήθειες με πιο απλό τρόπο, αποσπάσματα δηλαδή της αλήθειας ή δεδομένα που οδηγούν στην εύρεσή της. Αν θέλει κανείς να ερευνήσει, θα πρέπει να χρησιμοποιεί μια μέθοδο – μπορεί όμως κανείς να βρει κάτι και χωρίς μέθοδο, και χωρίς ακόμα να ψάξει.
  • Όμως με τέτοιο τυχαίο τρόπο δεν πετυχαίνει κανείς σχεδόν ποτέ μια τέτοια παρουσίαση της αλήθειας που να λέει στους ανθρώπους τι πρέπει να κάνουν. Αυτοί που μονάχα καταγράφουν μικρογεγονότα δεν είναι σε θέση να κάνουν τούτο τον κόσμο κατανοητό στους άλλους. Κι όμως, αυτός και κανένας άλλος είναι ο σκοπός της αλήθειας. Αυτοί οι άνθρωποι δεν εκπληρώνουν το καθήκον να γράφουν την αλήθεια.

Όταν είναι κανείς πρόθυμος να γράψει την αλήθεια και ταυτόχρονα ικανός να την αναγνωρίσει, μένουν ακόμα τρεις δυσκολίες.

Γ: Η τέχνη να κάνει κανείς την αλήθεια ευκολομεταχείριστη σαν όπλο

Η αλήθεια πρέπει να λέγεται για χάρη των πραχτικών της συνεπειών. Σαν παράδειγμα αλήθειας με καμιά ή με καμία σωστή πραχτική συνέπεια μπορεί να μας χρησιμέψει η πλατιά διαδεδομένη άποψη πως σε ορισμένες χώρες επικρατούν άσχημες συνθήκες που αιτία τους έχουν τη βαρβαρότητα.

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ο φασισμός είναι ένα κύμα βαρβαρότητας που ξέσπασε σε μερικές χώρες με τη δύναμη στοιχείου της φύσης.

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ο φασισμός είναι μια καινούργια, τρίτη δύναμη που στέκεται δίπλα στον καπιταλισμό και στον σοσιαλισμό (και πάνω από αυτούς). Όχι μονάχα το σοσιαλιστικό κίνημα αλλά και ο καπιταλισμός θα μπορούσε, και μετά τη γένεση του κινήματος αυτού, να συνεχίσει να υπάρχει και χωρίς τον φασισμό.

Η παραπάνω άποψη είναι βέβαια φασιστική, αποτελεί υποχώρηση μπροστά στον φασισμό. Ο φασισμός είναι μια ιστορική φάση όπου μπήκε τώρα ο καπιταλισμός κι έτσι είναι κάτι το καινούργιο και παλιό μαζί.

Ο καπιταλισμός στις φασιστικές χώρες υπάρχει πια μονάχα σαν φασισμός κι  ο φασισμός δεν μπορεί να πολεμηθεί παρά σαν καπιταλισμός στην πιο ωμή και καταπιεστική του μορφή, σαν ο πιο θρασύς και ο πιο δόλιος καπιταλισμός.

Πώς, λοιπόν, τώρα να πει κάποιος αντίπαλος του φασισμού την αλήθεια για τον φασισμό, όταν δεν θέλει να πει τίποτα για τον καπιταλισμό, που τον προκαλεί; Πώς να έχει η αλήθεια αυτή πραχτική σημασία;
Αυτοί που είναι αντίπαλοι του φασισμού χωρίς να είναι αντίπαλοι του καπιταλισμού, αυτοί που παραπονιόνται για τη βαρβαρότητα που αιτία τάχα έχει τη βαρβαρότητα την ίδια, μοιάζουν με ανθρώπους που θέλουν το μερτικό τους από το αρνί, χωρίς όμως να σφαχτεί το αρνί. Θέλουν να φάνε το κρέας, να μη δουν όμως τα αίματα.
Αυτοί θα ικανοποιηθούν αν ο χασάπης πλύνει τα χέρια του προτού φέρει το κρέας στο τραπέζι. ∆εν είναι κατά των σχέσεων ιδιοκτησίας που προκαλούν τη βαρβαρότητα, παρά μονάχα κατά της βαρβαρότητας, υψώνουν τη φωνή εναντίον της, κι αυτό το κάνουν από χώρες όπου κυριαρχούν οι ίδιες σχέσεις ιδιοκτησίας, όπου όμως οι χασάπηδες πλένουν ακόμα τα χέρια τους προτού φέρουν το κρέας στο τραπέζι.

Οι φωνακλάδικες διαμαρτυρίες κατά των βαρβαρικών μέτρων μπορεί να είναι αποτελεσματικές για λίγο καιρό, όσο δηλαδή οι ακροατές τους πιστεύουν πως στη δικιά τους χώρα δεν θα ήταν ποτέ δυνατό να παρθούν τέτοια μέτρα.
Ορισμένες χώρες είναι σε θέση να κρατήσουν τις σχέσεις ιδιοκτησίας τους με λιγότερο βίαια για την ώρα μέσα απ' ό,τι άλλες. Εκεί η δημοκρατία προσφέρει ακόμα τις υπηρεσίες για τις οποίες άλλες χώρες αναγκάζονται να καταφύγουν στη βία, δηλαδή την εξασφάλιση της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.

Το μονοπώλιο στα εργοστάσια, στα ορυχεία, στα τσιφλίκια δημιουργεί πάντα βάρβαρες καταστάσεις σε αυτές τις χώρες, είναι όμως λιγότερο ορατές. Η βαρβαρότητα γίνεται ορατή από τη στιγμή που το μονοπώλιο δεν μπορεί πια να προστατευτεί παρά μονάχα με την ανοιχτή βία.
Μερικές χώρες, που δεν το έχουν ακόμα αναγκαίο να παρατήσουν για χάρη των βάρβαρων μονοπωλίων μέχρι και τις τυπικές εγγυήσεις του κράτους δικαίου, όπως και απολαύσεις σαν την τέχνη, τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία, ακούνε με ιδιαίτερη ευχαρίστηση τους φιλοξενούμενούς τους να κατηγορούν την πατρίδα τους για την εγκατάλειψη τέτοιων αγαθών, μια κι ελπίζουν έτσι να βρουν πλεονεκτήματα για τους πολέμους που περιμένουν.
Να πει κανείς πως την αλήθεια τάχα τη βρήκαν όσοι φωνάζουν λόγου χάρη «λυσσασμένο αγώνα κατά της Γερμανίας, γιατί αυτή είναι τώρα η αληθινή πατρίδα του κακού, το παράρτημα της κόλασης, το κατάλυμα του Αντίχριστου»; Μάλλον θα πρέπει να πούμε πως πρόκειται για ανόητους, ανήξερους και βλαβερούς ανθρώπους.

Γιατί από αυτές τις φλυαρίες συμπέρασμα βγαίνει πως αυτή η χώρα πρέπει να σβήσει από τον χάρτη. Ολόκληρη, με όλους της τους ανθρώπους – τα αέρια δεν ξεδιαλέγουν τους υπαίτιους όταν σκοτώνουν.

Ο επιπόλαιος άνθρωπος που δεν ξέρει την αλήθεια εκφράζεται με γενικότητες, παχιά λόγια κι αοριστίες. Φλυαρεί για τους Γερμανούς, κλαψουρίζει για το κακό, κι εκείνος που τον ακούει, στην καλύτερη περίπτωση, δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει. Να αποφασίσει να πάψει να είναι Γερμανός; Θα εξαφανιστεί η κόλαση αν εκείνος είναι καλός;

Κι οι κουβέντες για τη βαρβαρότητα που αιτία έχει τάχα τη βαρβαρότητα τέτοιας λογής είναι. Λένε πως αιτία της βαρβαρότητας είναι η βαρβαρότητα κι η βαρβαρότητα πολεμιέται με την εξημέρωση των ηθών, που τη φέρνει η μόρφωση.

Όλα αυτά είναι γενικολογίες πέρα για πέρα, διατυπώσεις καμωμένες όχι για χάρη των πραχτικών συνεπειών, όπως θα έπρεπε κατά βάθος· είναι λόγια που δεν απευθύνονται σε κανέναν.
Τέτοιες αναλύσεις δείχνουν μόνο λίγους κρίκους απ' όλη την αλυσίδα των αιτίων και παρασταίνουν τις κινητήριες δυνάμεις σαν τάχα ακατανίκητες. Τέτοιες αναλύσεις είναι όλο σκοτάδι, σκοτάδι που κρύβει τις δυνάμεις εκείνες που ετοιμάζουν την καταστροφή.
Λιγάκι φως, και να που προβάλλουν άνθρωποι σαν αίτιοι των καταστροφών! Γιατί ζούμε σε μια εποχή που το μέλλον του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος.

Ο φασισμός δεν είναι καμιά φυσική καταστροφή που εξήγησή της να έχει τη φύση του ανθρώπου. Αλλά και στις φυσικές ακόμα καταστροφές υπάρχουν τρόποι παρουσίασης αντάξιοι του ανθρώπου· είναι αυτοί που κάνουν έκκληση στην αγωνιστική του δύναμη.

Μετά από έναν μεγάλο σεισμό που κατάστρεψε τη Γιοκοχάμα, έβλεπε κανείς σε πολλά αμερικάνικα περιοδικά φωτογραφίες εκτάσεων με ερείπια. Από κάτω έγραφε “Steel stood” (το ατσάλι κράτησε). Και πραγματικά, αυτός που στην πρώτη ματιά είχε δει μονάχα συντρίμμια, έβλεπε τώρα, με οξυμμένη την προσοχή από αυτά τα λόγια, πως μερικά μεγάλα κτίρια είχαν σταθεί. Από όλες τις περιγραφές ενός σεισμού, ασύγκριτα οι πιο σημαντικές είναι των μηχανικών, που υπολογίζουν τους κραδασμούς του εδάφους, τις ωθήσεις, τη θερμότητα που αναπτύσσεται και τα παρόμοια, και που οδηγούν με αυτό τον τρόπο σε κατασκευές που αντιστέκονται στον σεισμό.

Όποιος θέλει να περιγράψει τον φασισμό και τον πόλεμο, τις μεγάλες καταστροφές που δεν είναι φυσικές καταστροφές, πρέπει να πει μια πραχτική αλήθεια. Πρέπει να δείξει πως πρόκειται για καταστροφές που τις ετοιμάζουν ενάντια στις τεράστιες ανθρώπινες μάζες των εργαζομένων χωρίς δικά τους μέσα παραγωγής οι ιδιοκτήτες ακριβώς αυτών των μέσων παραγωγής.
Αν θέλει κανείς να γράψει με επιτυχία την αλήθεια για τις κακές συνθήκες πρέπει να τη γράψει έτσι που να διακρίνονται οι, όχι αναπόφευκτες, αιτίες τους. Μια και φτάνουν τα –όχι αναπόφευκτα– αίτια, μπορούν πια να πολεμηθούν οι κακές συνθήκες.

∆: Η κρίση να διαλέγει κανείς εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θα αποχτήσει δύναμη

Οι συνήθειες του εμπορίου του γραφτού λόγου, της αγοράς των περιγραφών και των απόψεων, συνήθειες με ηλικία αιώνων, αφαιρούσαν από τον συγγραφέα κάθε έγνοια για το γραφτό του. Έδιναν δηλαδή στον συγγραφέα την εντύπωση πως ο εκδότης που το αγοράζει, ο μεσάζοντας, διάδινε τάχα τα γραφτά του σε όλο τον κόσμο.

Σκεφτόταν: “εγώ μιλάω, κι όσοι θέλουν να με ακούσουν με ακούνε”. Στην πραγματικότητα, μιλούσε – κι όσοι είχαν να πληρώσουν, τον άκουγαν. Τα λόγια του δεν τα άκουγαν όλοι, κι αυτοί που άκουγαν δεν ήθελαν να τα ακούσουν όλα.
Πάνω σε αυτό έχουν ειπωθεί πολλά και πάλι όχι αρκετά. Εδώ θέλω μονάχα να τονίσω πως το “γράφω σε κάποιον” έγινε “γράφω”. Την αλήθεια όμως δεν μπορεί κανείς να τη γράψει· πρέπει να τη γράψει σε κάποιον που να έχει κάτι να την κάνει. Η γνώση της αλήθειας είναι μια διαδικασία κοινή σε αυτούς που γράφουν κι αυτούς που διαβάζουν. Για να γράψει κανείς σωστά πράγματα πρέπει να ξέρει να ακούει και πρέπει να ακούει σωστά πράγματα. Η αλήθεια πρέπει να λέγεται με περίσκεψη και να ακούγεται με περίσκεψη. Και για μας που γράφουμε έχει σημασία σε ποιον τη λέμε και ποιος μας τη λέει.

Την αλήθεια για τις κακές συνθήκες πρέπει να τη λέμε σε εκείνους που τις αντιμετωπίζουν στη χειρότερή τους όψη και από αυτούς πρέπει να τις πληροφορούμαστε. ∆εν πρέπει να μιλάει κανείς μονάχα σε ανθρώπους ορισμένων πεποιθήσεων, παρά σε εκείνους που θα τους ταίριαζαν αυτές οι πεποιθήσεις εξαιτίας της κατάστασής τους. Κι οι ακροατές σας αλλάζουν αδιάκοπα! Ακόμα κι οι δήμιοι μπορούν να ακούσουν όταν κοπούν οι πληρωμές για το κρέμασμα ή όταν ο κίνδυνος μεγαλώσει πολύ.

Οι αγρότες της Βαυαρίας ήταν αντίπαλοι κάθε ανατροπής, όταν τέλειωσε όμως ο πόλεμος κι όταν οι γιοι τους γύριζαν σπίτι και δεν έβρισκαν πια τόπο στα χωράφια, τότε μπορούσε κανείς να τους κερδίσει για την επανάσταση.
Γι' αυτούς που γράφουν έχει σημασία να πετύχουν τον σωστό τόνο της αλήθειας. Τις πιο πολλές φορές ακούει κανείς έναν πολύ μαλακό, πονεμένο τόνο, φωνή ανθρώπων που δεν μπορούν να βλάψουν ούτε μύγα. Όποιος ακούει αυτό τον τόνο και ζει μέσα στην εξαθλίωση βουλιάζει ακόμα βαθύτερα μέσα σε αυτήν.
Έτσι μιλάνε οι άνθρωποι που δεν είναι ίσως εχθροί, ποτέ όμως και συναγωνιστές. Η αλήθεια είναι κάτι το μαχητικό, πολεμάει όχι άπλα και μόνο την ψευτιά άλλα και ορισμένους ανθρώπους που τη διαδίνουν.

Ε: η πονηριά να διαδίδει κανείς
σε πολλούς την αλήθεια

Πολλοί, όντας περήφανοι που έχουν το θάρρος να λεν την αλήθεια, ευτυχισμένοι που τη βρήκαν, κουρασμένοι ίσως απ' τη δουλειά που χρειάζεται για να γίνει ευκολομεταχείριστη, μες στην ανυπόμονη αναμονή της παρέμβασης εκείνων που τα δικά τους συμφέροντα υπερασπίζονται, δεν νομίζουν απαραίτητο να χρησιμοποιήσουν τώρα πονηριά για τη διάδοση της αλήθειας. Έτσι, πολλές φορές η δουλειά τους χάνει κάθε αποτέλεσμα. Σε όλες τις εποχές, όταν η αλήθεια καταπνίγονταν και κρύβονταν, χρησιμοποιούσαν πονηριά για τη διάδοσή της. Ο Κομφούκιος παραχάραξε ένα παλιό, πατριωτικό ιστορικό χρονικό. Άλλαξε μονάχα ορισμένες λέξεις.

Εκεί που έλεγε “ο κυρίαρχος της Κουν έβαλε να θανατώσουν το φιλόσοφο Βαν γιατί είχε πει αυτό κι εκείνο”, ο Κομφούκιος έβαλε αντί “θανατώσουν” – “δολοφονήσουν”. Εκεί που έλεγε “ο τύραννος τάδε σκοτώθηκε σε μια απόπειρα εναντίον του”, ο Κομφούκιος έβαζε “εκτελέστηκε”. Έτσι άνοιξε ο Κομφούκιος τον δρόμο για μια καινούργια εκτίμηση της Ιστορίας.

Όποιος στις μέρες μας λέει  “πληθυσμός” αντί για  “λαός” και “γαιοϊδιοχτησία” αντί για  “γη” σταμάτησε κιόλας να υποστηρίζει πολλά απ' τα ψέματα. Βγάζει από τις λέξεις τον σάπιο τους μυστικισμό. Η λέξη «λαός» υπονοεί μια κάποια ενότητα και κοινά συμφέροντα και θα έπρεπε επομένως να λέγεται μονάχα όπου πρόκειται για πολλούς λαούς, μια και μονάχα εκεί, το πολύ-πολύ, μπορεί κανείς να φανταστεί κοινά συμφέροντα.
Ο πληθυσμός μιας χώρας έχει ποικίλα και μάλιστα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα κι αυτή είναι μια αλήθεια που την καταπνίγουν. Όμοια, όποιος λέει  “γη” και δίνει χαρά στην όσφρηση και στα μάτια μιλώντας για τη μυρωδιά της και για το χρώμα, αυτός υποστηρίζει τα ψέματα των εξουσιαστών γιατί το πρόβλημα δεν είναι η καρπεράδα της γης, ούτε η αγάπη του ανθρώπου για τη γη, ούτε η εργατικότητά του, παρά βασικά η τιμή του σταριού και η αξία της δουλειάς.
Εκείνοι που βγάζουν τα κέρδη από τη γη δεν είναι αυτοί που βγάζουν το στάρι κι η μυρωδιά που έχει το χώμα είναι άγνωστη στα χρηματιστήρια.

Αυτά έχουν άλλες μυρωδιές. Αντίθετα, η λέξη γαιοϊδιοχτησία είναι η σωστή· με αυτή δεν μπορεί κανείς να κοροϊδέψει τους άλλους τόσο εύκολα. Για τη λέξη  “πειθαρχία” θα έπρεπε κανείς, όπου κυριαρχεί η καταπίεση, να διαλέξει τη λέξη  “υπακοή”, γιατί η πειθαρχία μπορεί να υπάρχει και χωρίς τύραννο κι έτσι έχει πάνω της κάτι το πιο ευγενικό απ' ό,τι η υπακοή. Και πιο καλή από τη λέξη  “τιμή” είναι το “ανθρώπινη αξιοπρέπεια”. Με αυτήν τη λέξη το άτομο δεν εξαφανίζεται τόσο εύκολα.

Ξέρουμε δα τι σκυλολόι αγωνίζεται για να καταφέρει να υπερασπίσει την τιμή ενός λαού! Και πόσο σπάταλα μοιράζουν οι χορτάτοι τιμές σε αυτούς που τους χορταίνουν, πεινώντας οι ίδιοι. Η πονηριά του Κομφούκιου μπορεί και σήμερα να χρησιμοποιηθεί. Ο Κομφούκιος έβαζε στη θέση των αδικαιολόγητων κρίσεων πάνω σε εθνικά περιστατικά τις σωστές κρίσεις.
Ο Άγγλος Τόμας Μουρ περιέγραψε στην “Ουτοπία” του μια χώρα όπου επικρατούσαν δίκαιες συνθήκες – ήταν μια χώρα πολύ διαφορετική από τη χώρα όπου ζούσε, της έμοιαζε όμως πολύ, εκτός από το καθεστώς!

Ο Λένιν, κάτω απ' την απειλή της τσαρικής αστυνομίας, ήθελε να περιγράψει την εκμετάλλευση και την καταπίεση του νησιού Σαχαλίνη από τη ρωσική μπουρζουαζία. Έβαλε Ιαπωνία αντί Ρωσία και Κορέα αντί για Σαχαλίνη. Οι μέθοδες της γιαπωνέζικης μπουρζουαζίας θύμιζαν σε όλους τους αναγνώστες τις μέθοδες της ρώσικης στη Σαχαλίνη, αλλά η μπροσούρα δεν απαγορεύτηκε, μια κι η Ιαπωνία ήταν εχθρός της Ρωσίας.

Πολλά που δεν μπορούν να ειπωθούν στη Γερμανία για τη Γερμανία μπορούν να ειπωθούν για την Αυστρία.Υπάρχουν πολλές πονηριές για να ξεγελάσει κανείς το καχύποπτο κράτος.
Ο Βολτέρος πολέμησε την πίστη στα θαύματα που καλλιεργούσε η Εκκλησία με ένα λαμπρό ποίημα για την παρθένα της Ορλεάνης. Περιέγραψε τα θαύματα που θα έπρεπε σίγουρα να είχαν συμβεί για να μείνει η Ιωάννα παρθένα σε έναν στρατό, σε μιαν Αυλή και ανάμεσα σε καλόγερους.

Με την κομψότητα του ύφους του και με το να περιγράφει ερωτικές περιπέτειες από τη γεμάτη πολυτέλεια ζωή των κυρίαρχων τάξεων τις παράσυρε να απομονώσουν μια θρησκεία που τους έδινε τα μέσα γι' αυτήν τη χαλαρή ζωή. Και μάλιστα, δημιούργησε έτσι τη δυνατότητα να φτάσουν τα έργα του, από παράνομους δρόμους, σ' εκείνους που απευθύνονταν.

Οι Ισχυροί από τους αναγνώστες του προωθούσαν ή ανέχονταν τη διάδοση. Απομόνωναν έτσι την αστυνομία, που τους υπεράσπιζε τις απολαύσεις. Κι ο μεγάλος Λουκρήτιος τόνιζε ρητά πως για τη διάδοση του επικούρειου αθεϊσμού πολλά περιμένει από την όμορφα των στίχων του.

Πραγματικά, το υψηλό λογοτεχνικό επίπεδο μπορεί να χρησιμέψει σαν ασπίδα για ένα κείμενο. Συχνά όμως ξυπνάει και τις υποψίες. Τότε μπορεί κανείς να το χαμηλώσει επίτηδες. Αυτό γίνεται, για παράδειγμα, όταν κανείς με την περιφρονημένη μορφή του αστυνομικού μυθιστορήματος μπάζει λαθραία, σε ανύποπτα μέρη, περιγραφές κοινωνικών συνθηκών. Τέτοιες περιγραφές θα δικαίωναν, το δίχως άλλο, ένα αστυνομικό μυθιστόρημα.

Ο μεγάλος Σαίξπηρ χαμήλωσε το λογοτεχνικό επίπεδο για πολύ λιγότερο σοβαρούς λόγους, όταν έγραψε επίτηδες αδύνατο τον λόγο της μάνας του Κοριολανού, με τον οποίο αντιμετωπίζει τον γιο της που εκστρατεύει ενάντια στην πατρίδα.
Ο Σαίξπηρ ήθελε να δείξει πως ο Κοριολανός δεν εγκαταλείπει τα σχέδιά του για πραγματικούς λόγους ή από μια βαθιά συγκίνηση άλλα από μια κάποια αδράνεια που τον έσπρωχνε στις παλιές του συνήθειες. Στον Σαίξπηρ βλέπουμε κι ένα παράδειγμα αλήθειας που διαδίνεται με πονηριά στον λόγο του Αντώνιου για τον νεκρό του Καίσαρα. Ασταμάτητα τονίζει πως ο δολοφόνος του Καίσαρα, ο Βρούτος, είναι έντιμος άνθρωπος, περιγράφει όμως και την πράξη του, κι η περιγραφή της πράξης είναι πιο δυνατή από του δράστη· ο ρήτορας αφήνεται έτσι μοναχός του να τον νικήσουν τα γεγονότα – τους δίνει πιο πολλή ευφράδεια από όση στον εαυτό του.

Ένας Αιγύπτιος ποιητής που έζησε πριν από τέσσερις χιλιάδες χρόνια χρησιμοποίησε μια παρόμοια μέθοδο. Η μέχρι τότε κυρίαρχη τάξη υπεράσπισε με κόπο τη θέση της από τον μεγάλο της αντίπαλο, το τμήμα του πληθυσμού που μέχρι τότε την υπηρετούσε. Στο ποίημα που αναφέρουμε έρχεται στην αυλή του άρχοντα ένας σοφός και καλεί όλους σε αγώνα κατά του εσωτερικού εχθρού. Περιγράφει πολλή ώρα και διεξοδικά την αναταραχή που γεννήθηκε με την εξέγερση των κατώτερων στρωμάτων. Να ποια ήταν η περιγραφή:

Κι είναι έτσι: Οι μεγάλοι όλο παράπονα κι οι ταπεινοί όλο χαρά. Κάθε πόλη λέει: “Aς διώξουμε από δω τους δυνατούς”.

Κι είναι έτσι: Τα συρτάρια ανοίγουν, παίρνουν τους καταλόγους, οι κολίγοι γίνονται αφέντες.
Κι είναι έτσι: Ο γιος του φημισμένου πια δεν ξεχωρίζει το παιδί της κυράς γίνεται της σκλάβου της γιος.
Κι είναι έτσι: Τους αφέντες ζέψανε στο μαγγανοπήγαδο. Αυτοί που τη μέρα δεν είχαν αντικρίσει, βγήκανε στο φως.

Κι είναι έτσι: Τις εβένινες κάσες της θυσίας τις σύντριψαν το υπέροχο ξύλο σεστέμ το πελεκάνε για κρεβάτια.
Κοιτάτε, έπεσε η πρωτεύουσα μέσα σε μιαν ώρα.
Κοιτάτε, της χώρας οι φτωχοί γένηκαν πλούσιοι.
Κοιτάτε, ψωμί όποιος δεν είχε έχει τώρα αποθήκη κι αυτό που είναι μέσα ήταν το βιος ενός άλλου.

Κοιτάτε, είναι καλό στον άνθρωπο το φαγητό του.
Κοιτάτε, καλαμπόκι όποιος δεν είχε έχει τώρα αποθήκες καλαμποκόσπορο όποιος ζητιάνευε
μοιράζει τώρα μοναχός του.
Κοιτάτε, όποιος δυο βόδια δεν είχε κοπάδια έχει τώρα αυτός που του έλειπαν ζώα και το αλέτρι έχει τώρα κοπάδια από ζώα.

Κοιτάτε, εκείνος που κάμαρη δεν είχε να χτίσει έχει τώρα τέσσερις τοίχους.
Κοιτάτε, οι Σύμβουλοι στις αποθήκες γυρεύουν καταφύγιο αυτός που στον τοίχο να γείρει δε μπορούσε κρεβάτι έχει τώρα.
Κοιτάτε, αυτός που βάρκα δεν έφτιαχνε δικιά του καράβια έχει τώρα, και σαν ο ιδιοκτήτης τα
κοιτάξει, δικά του δεν είναι τώρα πια.

Κοιτάτε, ρούχα όσοι είχαν τώρα είναι κουρελήδες κι όποιος πριν ύφαινε γι' άλλον,
τώρα φοράει λεπτό λινό.
Ο πλούσιος νηστικός κοιμάται αυτός που πριν για ζητιανιά τον παρακάλαγε έχει και πίνει καλό κρασί.

Κοιτάτε, αυτός που τίποτα δεν ήξερε από άρπα έχει μια τώρα αυτός που μπρος του δεν τραγουδούσαν παινεύει τώρα τη μουσική.
Κοιτάτε, αυτός που από φτώχεια μονάχος κοιμόταν βρίσκει τώρα γυναίκα αυτή που στο νερό κοιτούσε το πρόσωπο, τώρα έχει καθρέφτη.
Κοιτάτε, οι μεγάλοι της χώρας γύρω τρέχουν χωρίς να έχουν δουλειά. Στους μεγάλους τίποτα δε λένε πια.

Ο παλιός αγγελιαφόρος στέλνει τώρα άλλον.
Κοιτάτε, πέντε σταλμένοι από τον κύριό τους. Λένε:
Ας πάρει τώρα ο καθένας τον δρόμο του, φτάσαμε.

Καταλαβαίνει κανείς πως μια τέτοια περιγραφή της αναταραχής θα πρέπει να την παρουσιάζει στους καταπιεζόμενους σαν πολύ επιθυμητή κατάσταση. Κι όμως, τον ποιητή δύσκολα μπορούν να τον πιάσουν. Καταδικάζει αυτές τις συνθήκες ρητά, όμως αδέξια.
Ο Τζόναθαν Σουίφτ πρότεινε σε μια μπροσούρα: για να οδηγηθεί η χώρα στην ευημερία να παστώσουν τα παιδιά των φτωχών και να τα πουλήσουν για κρέας. Παρουσίασε ακριβείς υπολογισμούς που απόδειχναν πως κανείς μπορεί να εξοικονομήσει πολλά αν δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα. Ο Σουίφτ παρίστανε τον κουτό. Υπεράσπισε έναν ορισμένο, μισητό του τρόπο σκέψης με πολλή φλόγα κι ευσυνειδησία σε ένα θέμα όπου ολόκληρη η προστυχιά του ερχόταν στο φως, ορατή στον καθένα. Ο καθένας θα μπορούσε να είναι πιο έξυπνος από τον Σουίφτ ή, τουλάχιστο, πιο ανθρωπινός, ιδιαίτερα εκείνος που μέχρι τότε δεν είχε ερευνήσει ορισμένες απόψεις τι συνέπειες έχουν.

Η προπαγάνδα για τη σκέψη, σε όποιον τομέα και να γίνεται, είναι χρήσιμη για την υπόθεση των καταπιεσμένων. Μια τέτοια προπαγάνδα είναι απόλυτα απαραίτητη. Κάτω από κυβερνήσεις που υπηρετούν την εκμετάλλευση, η σκέψη περνάει για ταπεινή ασχολία.
Ταπεινή ασχολία περνιέται αυτή που είναι χρήσιμη σε αυτούς που τους κρατάνε ταπεινούς. Ταπεινή λογίζεται η αδιάκοπη έγνοια για το φαγητό, η περιφρόνηση των διακρίσεων που κρεμάνε στους υπερασπιστές μιας χώρας όπου οι ίδιοι πεινούν, η αμφιβολία για τους ηγέτες που οδηγούν στην καταστροφή, η απέχθεια στη δουλειά που δεν δίνει ψωμί, η εναντίωση στον εξαναγκασμό σε παράλογες πράξεις, η αδιαφορία απέναντι στην οικογένεια που το ενδιαφέρον δεν της έκανε τίποτα πια.

Τους πεινασμένους τους βρίζουν έκλυτους που δεν έχουν τίποτα να υπερασπίσουν, δειλούς που αμφιβάλλουν για τους καταπιεστές τους, τους βρίζουν πως δεν έχουν εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, πως θέλουν πληρωμή για τη δουλειά τους, τους λένε αρχιτεμπέληδες και τα παρόμοια. Κάτω από τέτοιες κυβερνήσεις η σκέψη γενικά λογίζεται ταπεινό πράγμα και πέφτει σε κατατρεγμό.
Πουθενά πια δεν διδάσκουν, κι όπου βλέπουν κάτι τέτοιο το καταδιώκουν. Παρ' όλα αυτά, πάντα υπάρχουν πεδία όπου μπορεί κανείς να μιλήσει ατιμώρητα για τα επιτεύγματα της σκέψης – είναι τα πεδία όπου οι δικτατορίες χρειάζονται τη σκέψη. Έτσι, μπορεί κανείς, για παράδειγμα, να αποδείξει τα επιτεύγματα της σκέψης στον τομέα της πολεμικής επιστήμης και της τεχνικής.
Και η παράταση των αποθεμάτων μαλλιού με μια καλύτερη οργάνωση ή με την εφεύρεση συνθετικών, κι αυτό χρειάζεται σκέψη. Το σκάρτεμα των μέσων διατροφής, η εκπαίδευση των νέων για τον πόλεμο, όλα αυτά χρειάζονται σκέψη: η σκέψη αυτή μπορεί να περιγραφεί. Μπορεί κανείς με πονηριά να αποφύγει τον έπαινο του πολέμου, του άσκεφτου σκοπού αυτής της σκέψης.

Έτσι, η σκέψη που ξεκινάει από το πρόβλημα πώς να κάνει κανείς έναν πόλεμο κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο μπορεί να οδηγήσει στο ερώτημα αν αυτός ο πόλεμος έχει νόημα και μπορεί να χρησιμοποιήσει για να λύσει το πρόβλημα του πώς αποφεύγεται με τον καλύτερο τρόπο ένας πόλεμος χωρίς νόημα.
Φυσικά, αυτό το ερώτημα δύσκολα μπορεί να αξιοποιηθεί, δηλαδή να διαμορφωθεί σε σκέψη που να επεμβαίνει στην πραγματικότητα; Μπορεί.

Για να συνεχίσει σε μια εποχή σαν τη δική μας να είναι δυνατή η καταπίεση που υπηρετεί την εκμετάλλευση της μιας (της μεγαλύτερης) μερίδας του πληθυσμού από την (μικρότερη) άλλη μερίδα χρειάζεται μια πέρα για πέρα συγκεκριμένη βασική στάση του πληθυσμού που πρέπει να απλώνεται σε όλα τα πεδία.

Μια ανακάλυψη στον τομέα της ζωολογίας, όπως του Άγγλου ∆αρβίνου, θα μπορούσε να αποβεί ξαφνικά επικίνδυνη για την εκμετάλλευση, παρ' όλα αυτά για ένα διάστημα μονάχα η Εκκλησία ασχολιόταν με αυτή, ενώ η αστυνομία δεν καταλάβαινε τίποτα.
Οι έρευνες των φυσικών οδήγησαν τα τελευταία χρόνια σε συμπεράσματα στον τομέα της λογικής που θα μπορούσαν να βάλουν σε κίνδυνο μια σειρά άρθρων πίστης χρήσιμων στην καταπίεση. Ο φιλόσοφος του πρωσικού κράτους Χέγκελ, στη διάρκεια δύσκολων αναζητήσεων στον τομέα της λογικής, έδωσε στους Μαρξ και Λένιν, τους κλασικούς της προλεταριακής επανάστασης, μέθοδες ανυπολόγιστης αξίας.
Η ανάπτυξη των επιστημών γίνεται σε αλληλεξάρτηση, ανισόμετρα όμως, και το κράτος δεν είναι σε θέση να τα επιβλέπει όλα. Οι μαχητές της αλήθειας μπορούν να διαλέγουν πεδία μάχης σχετικά αφύλαχτα. Όλα κρέμονται από το αν διδάσκεται ο σωστός τρόπος σκέψης, ένας τρόπος σκέψης που να ρωτάει όλα τα πράγματα κι όλες τις διαδικασίες για την προσωρινή τους και τη μεταλλάξιμη πλευρά.
Οι εξουσιαστές έχουν ισχυρή αποστροφή στις μεγάλες αλλαγές, θα ήθελαν όλα να μείνουν όπως είναι, τουλάχιστο για χίλια χρόνια. Το καλύτερο θα ήταν το φεγγάρι να έμενε ακίνητο κι ο ήλιος να μην προχωρούσε πια! Τότε κανέναν δεν θα τον έπιανε πείνα και δεν θα γύρευε να φάει για βράδυ. Όταν πυροβολήσουν θέλουν ο αντίπαλος να μην μπορεί πια να ρίξει, θέλουν ο δικός τους πυροβολισμός να είναι ο τελευταίος.
Ένας τρόπος παρατήρησης που τονίζει ιδιαίτερα το παροδικό είναι καλό μέσο για να δώσει κανείς κουράγιο στους καταπιεσμένους. Ακόμα, το ότι σε κάθε πράγμα και σε κάθε κατάσταση παρουσιάζεται κι αναπτύσσεται μια αντίφαση, κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να αντιπαραχτεί στους νικητές. Ένας τέτοιος τρόπος παρατήρησης (όπως η διαλεκτική, η διαδικασία για τη ροή των πραγμάτων) μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην έρευνα αντικειμένων που για ένα διάστημα ξεφεύγουν από την προσοχή των εξουσιαστών.
Μπορεί να τον εφαρμόσει κανείς στη βιολογία ή στη χημεία. Μπορεί όμως κανείς να τον εξασκήσει και περιγράφοντας την τύχη μιας οικογένειας, χωρίς να προκαλέσει πολύ την προσοχή. Η εξάρτηση κάθε πράγματος από πολλά αλλά που αδιάκοπα αλλάζουν είναι μια σκέψη επικίνδυνη για δικτατορίες και μπορεί να εμφανιστεί με διάφορους τρόπους χωρίς να δώσει λαβή στην αστυνομία.

Μια ολοκληρωμένη περιγραφή όλων των καταστάσεων και διαδικασιών που συναντά ένας άνθρωπος που ανοίγει ένα καπνοπωλείο μπορεί να αποτελέσει σκληρό χτύπημα στη δικτατορία.

Ο καθένας που σκέφτεται λίγο θα βρει το γιατί.

Οι κυβερνήσεις που οδηγούν τις μάζες των ανθρώπων στην εξαθλίωση πρέπει να αποφύγουν το να σκέφτονται οι εξαθλιωμένοι την κυβέρνηση. Μιλάνε πολύ για μοίρα. Αυτή, κι όχι οι ίδιοι, φταίει τάχα για την ανέχεια. Όποιος ερευνάει την αιτία της ανέχειας τον συλλαμβάνουν προτού φτάσει στην κυβέρνηση.

Είναι όμως δυνατό να αντιμετωπίσει κανείς γενικά τις φλυαρίες για τη μοίρα. Μπορεί κανείς να δείξει πως τη μοίρα του ανθρώπου τη φτιάχνουν άνθρωποι.

Αυτό πάλι μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Μπορεί, για παράδειγμα, να διηγηθεί κανείς την ιστορία ενός υποστατικού στην Ισλανδία· ολόκληρο το χωριό μιλάει για μια κατάρα εκεί. Μια αγρότισσα ρίχτηκε στο πηγάδι, ένας αγρότης κρεμάστηκε. Μια μέρα γίνεται ένας γάμος, ο γιος του αγρότη παντρεύεται με μια κοπέλα που φέρνει μερικά χωράφια προίκα. Η κατάρα εξαφανίζεται.

Το χωριό δεν έχει ομόφωνη γνώμη για την αιτία αυτής της αλλαγής προς το καλύτερο. Άλλοι την αποδίνουν στη χαρούμενη φύση του νεαρού αγρότη, άλλοι στα χωράφια που έφερε μαζί της η νεαρή αγρότισσα και που κάνουν το υποστατικό για πρώτη φορά βιώσιμο.
Αλλά και σε ένα ποίημα ακόμα που περιγράφει ένα τοπίο μπορεί κανείς κάτι να πετύχει, αν δηλαδή στη φύση ενσωματωθούν τα πράγματα τα καμωμένα από τον άνθρωπο. Χρειάζεται πονηριά για να διαδοθεί η αλήθεια.

Ανακεφαλαίωση

Η μεγάλη αλήθεια της εποχής μας (που δεν υπηρετεί κανείς με το να τη βρει μονάχα, που όμως χωρίς αυτή καμιά άλλη σημαντική αλήθεια δεν μπορεί να βρεθεί) είναι ότι η ήπειρός μας βουλιάζει στη βαρβαρότητα επειδή προσπαθούν να διατηρήσουν με τη βία τις σχέσεις ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Τι ωφελεί να γράψει κανείς κάτι θαρραλέο από όπου να βγαίνει πως η κατάσταση που βρισκόμαστε είναι βάρβαρη (που είναι αλήθεια), αν δεν φαίνεται ξεκάθαρα για ποιον λόγο φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση;

Πρέπει να πούμε ότι τα βασανιστήρια γίνονται γιατί πρέπει να διατηρηθούν οι σχέσεις ιδιοκτησίας. Φυσικά, λέγοντάς το αυτό χάνουμε πολλούς φίλους που είναι αντίθετοι στα βασανιστήρια γιατί πιστεύουν πως οι σχέσεις ιδιοκτησίας θα μπορούσαν να διατηρηθούν και χωρίς αυτά (που δεν είναι αλήθεια).

Πρέπει να πούμε την αλήθεια για τις βάρβαρες συνθήκες στη χώρα μας, για να μπορέσει να γίνει αυτό που θα τις εξαφανίσει, δηλαδή αυτό που θ' αλλάξει τις σχέσεις ιδιοκτησίας.
Πρέπει ακόμα να το πούμε σε εκείνους που υποφέρουν πιο πολύ από όλους κάτω από τις σημερινές σχέσεις ιδιοκτησίας, που έχουν το πιο δυνατό συμφέρον για την αλλαγή τους, στους εργάτες, και σε εκείνους που μπορούμε να οδηγήσουμε στους εργάτες σαν σύμμαχους, γιατί στην πραγματικότητα δεν έχουν ούτε κι εκείνοι ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όσο κι αν παίρνουν μερίδιο από τα κέρδη.

Και πρέπει, πέμπτο, να βαδίσουμε με πονηριά.

Κι όλες αυτές τις πέντε δυσκολίες πρέπει να τις ξεπερνάμε ταυτόχρονα, γιατί δεν μπορούμε να ερευνάμε την αλήθεια για τις βάρβαρες συνθήκες χωρίς να σκεφτόμαστε εκείνους που υποφέρουν κάτω απ' αυτές και καθώς, διώχνοντας κάθε πειρασμό δειλίας, γυρεύουμε τις αληθινές αιτίες με τη σκέψη μας στραμμένη σε εκείνους που είναι πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις τους πρέπει ταυτόχρονα να σκεφτόμαστε και το πώς θα τους δώσουμε την αλήθεια με τρόπο που να είναι στα χέρια τους όπλο, και με τόση πονηριά που η μετάδοση αυτή να μην μπορεί να ανακαλυφτεί και να εμποδιστεί από τον εχθρό.
Τέτοιες είναι, λοιπόν, οι απαίτησές μας, όταν ζητάμε από τους συγγραφείς να γράφουν την αλήθεια.

1935, Παρίσι, Συνέδριο για την υπεράσπιση της Κουλτούρας
______________________________

Τα κείμενα του μεγάλου Γερμανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Μπέρτολτ Μπρεχτ, που δημοσιεύονται στον παρόντα τόμο, φιλοδοξούν να φέρουν τον αναγνώστη κοντά στον άλλο Μπρεχτ, τον Μπρεχτ ως πολιτικό στοχαστή και στρατευμένο καλλιτέχνη, που γι' αυτόν η τέχνη και η πολιτική ήταν ενωμένες σαν τα δάχτυλα του ενός χεριού. Στην Ευρώπη της δεκαετίας του 1930 όπου τα ολοκληρωτικά καθεστώτα θα κερδίζουν μέρα με τη μέρα περισσότερο έδαφος ο Μπέρτολτ Μπρεχτ θα αναδειχθεί σε σφοδρό επικριτή του φασισμού. Ο Αδόλφος Χίτλερ με το που θα πάρει την εξουσία το 1933 θα κάψει όλα τα βιβλία του συγγραφέως σε μια προσπάθεια να φιμώσει την ισχυρή επιρροή που ήδη είχε αποκτήσει ο Μπρεχτ στις συνειδήσεις του γερμανικού αναγνωστικού κοινού.

Ο Μπρεχτ θα εξοριστεί από την Γερμανία αλλά θα συνεχίσει να γράφει και να μάχεται με την πένα του κατά του φασισμού. Κορυφαίο κείμενο της περιόδου αυτής, το ''Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια'', που και αποτελεί έναν υποδειγματικό οδηγό αντίστασης στην πάλη κατά του ολοκληρωτισμού. Λίγα χρόνια αργότερα, στο περίφημο θεατρικό του έργο ''Η ζωή του Γαλιλαίου'' θα γράψει μια φράση που ουσιαστικά αντιπροσωπεύει τον πυρήνα της ιδεολογίας του Μπρεχτ: «Η γνώση θα γίνει πάθος και η έρευνα έκσταση...».

Τα κείμενα της παρούσας έκδοσης σηματοδοτούν στο σύνολό τους ακριβώς αυτή την πεποίθηση-ιδέα του Μπρεχτ φωτίζοντας ολόπλευρα την δίψα του μεγάλου διανοούμενου, αγωνιστή και ανθρώπου για γνώση και χρήση της γνώσης αυτής, ώστε πρώτα να κατανοήσουμε και ύστερα να παλέψουμε για την αλλαγή της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας.

Οι εκδόσεις "Στοχαστής" δημοσίευσαν για πρώτη φορά, μεσούσης της δικτατορίας, το 1971 το ίδιο βιβλίο με τον τίτλο Πολιτικά Κείμενα. Το βιβλίο αυτό εγκαινίασε την σειρά των εκδόσεων "Σύγχρονη Σκέψη" που σήμερα απαριθμεί σχεδόν πενήντα βιβλία σύγχρονων διανοητών όπως ο Αντόνιο Γκράμσι, ο Καρλ Μαρξ, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο Λουίτζι Φεραγιόλι, ο Βάχακν Νταντριάν κ.ά. Το βιβλίο όμως αυτό εκτός των άλλων σηματοδοτεί την πορεία, την ιδεολογία και την φιλοσοφία των εκδόσεων "Στοχαστής" στην σταθερή τους παρουσία στα ελληνικά γράμματα εδώ και τέσσερις, περίπου, δεκαετίες. Σήμερα σχεδόν τριάντα πέντε χρόνια μετά η αναθεωρημένη αυτή έκδοση των κειμένων του Μπρεχτ πιστεύουμε πως έχει την ίδια αξία με τότε που για πρώτη φορά μεταφράστηκε στα Ελληνικά, καθώς ο πάντα επίκαιρος λόγος του Μπρεχτ συνεχίζει και θα συνεχίσει να αποτελεί όπλο ενάντια στον ολοκληρωτισμό και την στρέβλωση με μοναδικό του σύμμαχο τη γνώση.
__                  Από την παρουσίαση της έκδοσης

·        ISBN13  9789603031413

·        ISBN: 978-960-303-141-3

·        Εκδότης : ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ

·        Σειρά: ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ

·        Χρονολογία Έκδοσης _Μάιος 2010

·        Αριθμός σελίδων _80

·        Διαστάσεις _21Χ14

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ℹ️ Η αντιγραφή και χρήση (αναδημοσίευση κλπ) αναρτήσεων στο σύνολό τους ή αποσπασματικά είναι ελεύθερη, με απλή αναφορά στην πηγή

ℹ️ Οι περισσότερες εικόνες που αναπαράγονται σε αυτόν τον ιστότοπο είναι πρωτότυπες ή μακέτες δικές μας.
Κάποιες που προέρχονται από το διαδίκτυο, αν δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο τις θεωρούμε δημόσιες χωρίς «δικαιώματα» ©®®
Αν υπάρχει πηγή την αναφέρουμε πάντα

Τυχόν «ιδιοκτήτες» φωτογραφιών ή θεμάτων μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν μαζί μας για διευκρινήσεις με e-mail.


ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ

🔻 Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Αν σχολιάζετε σαν «Ανώνυμος» καλό είναι να χρησιμοποιείτε ένα διακριτικό όνομα, ψευδώνυμο, ή αρχικά

🔳 ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:

Α) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
Β) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Γ) εκτός θέματος ανάρτησης
Δ) με ασυνόδευτα link (spamming)

Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά - όχι "Greeklings"