12 Μαρτίου 2025

H ΝΕΠ: Η Νέα Οικονομική Πολιτική του Λένιν και οι διαστρεβλωτές της ιστορίας

Σαν Σήμερα το 1921 ο Λένιν ανακοινώνει τη Νέα Οικονομική Πολιτική τονίζοντας ότι επρόκειτο για τακτικό βήμα και ότι δεν άλλαζε ο τελικός στόχος της μετάβασης προς τον σοσιαλισμό. Τα μέτρα _χωρίς αλλαγή στην οικονομική βάση συνεισέφεραν στον επισιτισμό των πόλεων στη βελτίωση της πρώιμης σοβιετικής βιομηχανίας και σε πολλά ακόμη. Μέσα σε λίγο χρόνο, η παραγωγή εκτοξεύτηκε και αν κάνουμε σύγκριση με τις καπιταλιστικές χώρες ήταν υποπολλαπλάσια

Βέβαια, αν ανατρέξουμε στην αστική ιστοριογραφία θα διαβάσουμε για το «λιμός του χειμώνα 1920-1921» που απέδειξε στην ηγεσία των μπολσεβίκων ότι η μετάβαση της Ρωσίας στον σοσιαλισμό διά του πολεμικού κομμουνισμού απέτυχε, για γενική δυσαρέσκεια του πληθυσμού, ειδικά σε περιοχές, όπου έλαβε μεγάλες διαστάσεις η δήμευση των αγροτικών προϊόντων, για επιτάξεις των αγροτικών προϊόντων με στόχο  την τροφοδοσία των πόλεων που δεν βελτίωσαν την κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα για απεργίες και διαδηλώσεις του πληθυσμού κατά των μπολσεβίκων, μέχρι και για ευκαιρίες επενδύσεων ξένου κεφαλαίου.

Η Νέα Οικονομική Πολιτική _γράφουν οι αστοί _βλ πχ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,  δέχθηκε εξαρχής τη σφοδρή κριτική τόσο της δεξιάς όσο και της αριστερής πτέρυγας του Κομμουνιστικού Κόμματος, μολονότι ο Λένιν ανακοίνωσε ότι επρόκειτο για τακτικό βήμα σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και ότι δεν άλλαζε ο τελικός στόχος, δηλαδή η μετάβαση προς τον σοσιαλισμό. Η αριστερή πτέρυγα του κόμματος έκανε λόγο για δεύτερη ταπείνωση έπειτα από την υπογραφή της Συνθήκης του Μπρεστ-Λιτοφσκ, δείχνοντας την ενόχλησή της γιατί αποκαταστάθηκε έστω και μερικώς η ιδιωτική ιδιοκτησία και η ελεύθερη αγορά. Από την άλλη, η δεξιά πτέρυγα ήγειρε τον κίνδυνο υιοθέτησης των θέσεων των μενσεβίκων, με τους οποίους οι μπολσεβίκοι είχαν συγκρουστεί ιδεολογικά στο παρελθόν. Για την αποφυγή μιας διάσπασης στο κόμμα, ο Λένιν πρότεινε στο ίδιο Συνέδριο την απαγόρευση της δημιουργίας φραξιονιστικών ομάδων εντός του ΚΚΡ (sic!!). Η αριστερή πτέρυγα έκανε λόγο για δεύτερη ταπείνωση, ενώ η δεξιά ήγειρε κίνδυνο υιοθέτησης θέσεων των μενσεβίκων __κλπ. κλπ.

🤔✨  Τροτσκισμός: αστικές προσεγγίσεις και πραγματικότητα

🤔✨ Η κολεκτιβοποίηση στην ΕΣΣΔ: κοινωνική συμμαχία και ταξική πάλη στη σοσιαλιστική οικοδόμηση
  ____________

Για τις νομοτέλειες
στη σοσιαλιστική οικονομία *

Μιλώντας για «ολόκληρη την επαναστατική μεταβατική περίοδο προς τον κομμουνισμό», θεωρούμε ότι πρέπει να βλέπουμε την ενότητά της, ανεξάρτητα από επιμέρους στάδια, φάσεις ανάπτυξης αυτού του περάσματος: Είτε είναι η πρώτη περίοδος που επιχειρείται η διαμόρφωση του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, ενώ συνυπάρχουν και άλλοι τρόποι παραγωγής ως κατάλοιπα ή ως συμπληρωματικοί, και με ανοχή ορισμένων καπιταλιστικών σχέσεων (πχ., περίοδος ΝΕΠ). Είτε είναι σε περίοδο που επιχειρείται η επέκταση και κυριαρχία του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής στη διαπάλη του με τις επιβιώσεις άλλων τρόπων παραγωγής, πχ., μικρή εμπορευματική παραγωγή ή ακόμα και μικρή συνεταιριστική παραγωγή, που υπάρχει κυρίως στην αγροτική οικονομία. Είτε είναι σε περίοδο που οι ανάγκες περάσματος από μια κατώτερη μορφή σοσιαλιστικών σχέσεων σε μια ανώτερη συνδυάζεται με γενικότερα προβλήματα συσχετισμού δυνάμεων στη διαπάλη του σοσιαλισμού - κομμουνισμού με το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η «αγνόηση» των νόμων που δρουν αντικειμενικά μπορεί να εκφραστεί είτε με τη λαθεμένη αντίληψη, την αυταπάτη, είτε τη συνειδητή επιλογή για «ριζικό μετασχηματισμό» των νόμων πάνω στη βάση της σχεδιασμένης οικονομίας. Ο Ι. Στάλιν σημειώνει:

«Λένε ότι η ανάγκη της ισόμετρης (αναλογικής) ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας της χώρας μας δίνει τη δυνατότητα στη σοβιετική εξουσία να εκμηδενίσει τους οικονομικούς νόμους που υπάρχουν και να δημιουργήσει καινούριους. Αυτό είναι ολότελα λάθος. Δεν επιτρέπεται να συγχέουμε τα χρονιάτικα και τα πεντάχρονα πλάνα μας με τον αντικειμενικό νόμο της ισόμετρης αναλογικής ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας. Ο νόμος της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας ξεπρόβαλε σαν αντίβαρο στο νόμο του ανταγωνισμού και της αναρχίας της παραγωγής που επικρατεί στον καπιταλισμό. Ξεπρόβαλε πάνω στη βάση της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, αφού προηγούμενα ο νόμος του ανταγωνισμού και της αναρχίας στην παραγωγή έπαψε να ισχύει. Μπήκε σ' ενέργεια, γιατί η σοσιαλιστική λαϊκή οικονομία μπορεί να λειτουργήσει μονάχα πάνω στη βάση του οικονομικού νόμου της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας. Αυτό σημαίνει ότι ο νόμος της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας δίνει τη δυνατότητα στα όργανά μας, που εκπονούν τα σχέδια, να σχεδιάζουν σωστά την κοινωνική παραγωγή.
Ομως, η δυνατότητα δεν πρέπει να συγχέεται με την πραγματικότητα. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Για να μετατραπεί η δυνατότητα αυτή σε πραγματικότητα, χρειάζεται να μελετήσουμε αυτόν τον οικονομικό νόμο, χρειάζεται να τον κατακτήσουμε, χρειάζεται να μάθουμε να τον εφαρμόζουμε με πλήρη κατανόηση, χρειάζεται να φτιάχνουμε τέτοια πλάνα, που να αντανακλούν πέρα για πέρα τις απαιτήσεις αυτού του νόμου. Δε θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα χρονιάτικα και πεντάχρονα πλάνα μας αντανακλούν πέρα για πέρα τις απαιτήσεις αυτού του οικονομικού νόμου».

Η εμπορευματική παραγωγή
και ο νόμος της αξίας στο σοσιαλισμό
κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού

Ο Ι. Στάλιν θέτει ένα ερώτημα, περισσότερο ρητορικά, για ένα πρόβλημα που έθεσε η ίδια η όξυνση της ταξικής πάλης στη Ρωσία και το απάντησε θεωρητικά και πρακτικά ο Λένιν.
«
Ομως, να ποιο είναι το πρόβλημα: Τι πρέπει να κάνουν το προλεταριάτο και το κόμμα του, αν υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες για την κατάληψη της εξουσίας και την ανατροπή του καπιταλισμού σε τούτη ή σ' εκείνη τη χώρα, ανάμεσα δε σ' αυτές και στη χώρα μας, όπου ο καπιταλισμός στη μεν βιομηχανία έχει συγκεντρώσει μέχρι τέτοιο βαθμό τα μέσα παραγωγής, ώστε είναι δυνατό αυτά να απαλλοτριωθούν και να γίνουν κτήμα της κοινωνίας, όπου, όμως, η αγροτική οικονομία, παρά την ανάπτυξη του καπιταλισμού, είναι σε τέτοιο βαθμό ακόμα κατακερματισμένη και μοιρασμένη ανάμεσα σε πολυάριθμους μικρούς και μεσαίους ιδιοκτήτες - παραγωγούς, ώστε να μην παρουσιάζεται δυνατότητα να μπαίνει ζήτημα για μια απαλλοτρίωση αυτών των κτημάτων των παραγωγών;».

          Και συνεχίζει:

Η απάντηση του Λένιν
μπορεί με λίγα λόγια να συνοψιστεί έτσι:

  • α) Να μην αφήνουμε να χάνονται ευνοϊκές συνθήκες για την κατάληψη της εξουσίας, το προλεταριάτο να παίρνει την εξουσία, δίχως να περιμένει μέχρι τη στιγμή, όπου ο καπιταλισμός θα έχει πετύχει να καταστρέψει τα πολυάριθμα εκατομμύρια των μικρών και μεσαίων ατομικών παραγωγών.
  • β) Να απαλλοτριώνουμε τα μέσα παραγωγής στη βιομηχανία και να τα παραδίνουμε σε κοινωνική ιδιοκτησία.
  • γ) Οσον αφορά τους μικρούς και μεσαίους ατομικούς παραγωγούς, να τους ενώνουμε βαθμιαία σε παραγωγικούς συνεταιρισμούς, δηλαδή σε μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις, τα κολχόζ.
  • δ) Να αναπτύσσουμε στο έπακρο τη βιομηχανία και να εισαγάγουμε στα κολχόζ την εκσυγχρονισμένη τεχνική βάση της μεγάλης παραγωγής, επιπλέον να μην τα απαλλοτριώνουμε, αλλά, αντίθετα, να τα εφοδιάζουμε εντατικά με τα καλύτερα τρακτέρ και άλλες μηχανές.
  • ε) Για την οικονομική σύνδεση της πόλης και του χωριού, της βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας, να διατηρήσουμε για ένα ορισμένο διάστημα την εμπορευματική παραγωγή (ανταλλαγή μέσω αγοράς και πώλησης), σαν τη μοναδικά παραδεκτή για τους αγρότες μορφή των οικονομικών δεσμών με την πόλη και να αναπτύξουμε όσο παίρνει το σοβιετικό εμπόριο, το κρατικό και το συνεταιριστικό - κολχόζνικο, εκτοπίζοντας από την κυκλοφορία των εμπορευμάτων όλους τους καπιταλιστές κάθε λογής.

Η ιστορία της σοσιαλιστικής μας οικοδόμησης αποδείχνει πως αυτός ο δρόμος ανάπτυξης, που χαράχτηκε από τον Λένιν, δικαιώθηκε πέρα για πέρα.

Και τα δύσκολα λύνουν οι μαθητές της ΕΣΣΔ
___________________________

Δε χωράει αμφιβολία ότι για όλες τις καπιταλιστικές χώρες, που έχουν μια περισσότερο ή λιγότερο πολυάριθμη τάξη μικρών και μεσαίων παραγωγών, αυτός ο δρόμος ανάπτυξης είναι ο μοναδικά δυνατός και σκόπιμος για τη νίκη του σοσιαλισμού».
Επομένως, όσο διατηρείται η εμπορευματική παραγωγή και ένα μέρος της κατανομής γίνεται ανάλογα με την «προσφερόμενη εργασία», διατηρείται σε λειτουργία και ο νόμος της αξίας.

Ο συγγραφέας του έργου επισημαίνει, κατά τη γνώμη μας σωστά, σε ποιους τομείς της παραγωγής έχει καταργηθεί η εμπορευματική παραγωγή: Στην παραγωγή μέσων παραγωγής, που χρησιμοποιούνται, τόσο στη βιομηχανία, όσο και στην αγροτική παραγωγή. Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και της γης - με την κρατική μορφή της κοινωνικής ιδιοκτησίας - εξασφαλίζει και την κατάργηση της μισθωτής εργασίας ως εμπόρευμα.

Εμπορευματική μορφή παίρνουν τα προϊόντα ατομικής κατανάλωσης, η ανταλλαγή προϊόντων παραγωγής ανάμεσα στους δυο τομείς της οικονομίας - τη βιομηχανία και την αγροτική οικονομία. Ταυτόχρονα, διατηρείται η εμπορευματική μορφή για τα μέσα παραγωγής και τα προϊόντα που μπαίνουν στο εξωτερικό εμπόριο. Ακριβώς αυτή η εμπορευματική μορφή των μέσων παραγωγής που γίνονται αντικείμενα εξωτερικού εμπορίου είναι που έκανε, τόσο τον Λένιν, όσο και τον Στάλιν να επιμένουν στο κρατικό μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου, ακόμη και στις συνθήκες της ΝΕΠ, δηλαδή σε συνθήκες ορισμένης ανοχής, ορισμένων παραχωρήσεων προς την καπιταλιστική παραγωγή.

Σε αυτή τη βάση, ο νόμος της αξίας στο σοσιαλισμό «δεν περιορίζεται στη σφαίρα της εμπορευματικής κυκλοφορίας. Επεκτείνεται, επίσης, στην παραγωγή. Είναι αλήθεια ότι ο νόμος της αξίας δεν παίζει ρυθμιστικό ρόλο στη σοσιαλιστική μας παραγωγή, παρ' όλα αυτά, όμως, επιδρά πάνω στην παραγωγή κι αυτό δεν μπορεί να μην το πάρει κανείς υπόψη του στη διεύθυνση της παραγωγής. Το γεγονός είναι ότι τα καταναλωτικά προϊόντα που είναι απαραίτητα για να αναπληρώσουν την εργατική δύναμη που ξοδεύεται στη διάρκεια της παραγωγής, παράγονται στη χώρα μας και πραγματοποιούνται σαν εμπορεύματα, που υπόκεινται στην ενέργεια του νόμου της αξίας. Κι εδώ ακριβώς γίνεται φανερή η επίδραση του νόμου της αξίας πάνω στην παραγωγή. Σε σχέση μ' αυτό, στις επιχειρήσεις έχουν πρακτική σημασία ζητήματα τέτοια, όπως είναι το ζήτημα του οικονομικού προϋπολογισμού και της αποδοτικότητας, το ζήτημα του κόστους της παραγωγής, το ζήτημα των τιμών κλπ. Για το λόγο αυτό, οι επιχειρήσεις μας δεν μπορούν να ενεργούν και δεν πρέπει να ενεργούν δίχως να παίρνουν υπόψη τους το νόμο της αξίας»...

Ορισμένα ζητήματα της θεωρίας
και της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης
για την υπεράσπιση του σοσιαλισμού
στο φως των δεδομένων
της μετέπειτα πολιτικής πρακτικής

Πρώτο: Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Στάλιν υπερασπίζεται την προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής, σε σχέση με την παραγωγή μέσων κατανάλωσης.

«Είναι φανερό ότι βαδίζοντας στα ίχνη αυτών των συντρόφων, θα μας χρειαζόταν να αρνηθούμε την προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής, για όφελος της παραγωγής μέσων κατανάλωσης. Και τι σημαίνει να αρνηθούμε την προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής; Σημαίνει να εκμηδενίσουμε τη δυνατότητα αδιάκοπης επέκτασης της λαϊκής μας οικονομίας, γιατί θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιούμε αδιάκοπη επέκταση της λαϊκής οικονομίας, δίχως να δίνουμε συγχρόνως προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής.

Οι σύντροφοι αυτοί ξεχνάνε ότι ο νόμος της αξίας μπορεί να είναι ρυθμιστής της παραγωγής μονάχα στον καπιταλισμό, όταν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όταν υπάρχει ανταγωνισμός, αναρχία στην παραγωγή, κρίσεις υπερπαραγωγής. Ξεχνούν ότι η σφαίρα ενέργειας του νόμου της αξίας είναι σ' εμάς περιορισμένη, επειδή υπάρχει κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, επειδή ενεργεί ο νόμος της ισόμετρης ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας, επομένως είναι περιορισμένη και από τα χρονιάτικα και πεντάχρονα πλάνα μας, είναι μια κατά προσέγγιση αντανάκλαση των απαιτήσεων του νόμου αυτού».

Το ζήτημα αυτό απασχόλησε και το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, το 1956, μετά το θάνατο του Στάλιν. Παρά τη διαπάλη που αναπτύχθηκε, έγινε κατορθωτό να κρατηθεί η προτεραιότητα στην παραγωγή μέσων παραγωγής. Επιλογή που δεν ερχόταν σε αντίθεση με την ανάγκη διεύρυνσης της παραγωγής μέσων κατανάλωσης, με την εξασφάλιση ολοένα και σε ευρύτερη κλίμακα της κοινωνικής ευημερίας. Επιλογή που συνειδητοποιούσε το ρόλο της διευρυμένης εφαρμογής των νεότατων τεχνολογικών επιτευγμάτων στην παραγωγή, σαν απαραίτητο όρο για την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και της κοινωνικής ευημερίας.

Η αντίληψη αυτή σταδιακά αποδυναμωνόταν κάτω και από την πίεση ορισμένων υπαρκτών ελλείψεων σε προϊόντα της ελαφράς βιομηχανίας και τη στεγαστική ανοικοδόμηση. Στο Σχέδιο της ΚΕ του ΚΚΣΕ για το 26ο Συνέδριο «Βασικές κατευθύνσεις για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΕΣΣΔ 1981 - 1985 - 1990» στον απολογισμό του 10ου πεντάχρονου πλάνου αναφέρεται: «Τα 4/5 του εθνικού εισοδήματος χρησιμοποιήθηκαν άμεσα στην κατανάλωση του πληθυσμού, στη στεγαστική και στην κοινωνικοπολιτική ανοικοδόμηση». Με δεδομένο ότι αναγνωριζόταν η ανάγκη της «επιτάχυνσης της επιστημονικοτεχνικής προόδου και το πέρασμα της οικονομίας στο δρόμο της εντατικής ανάπτυξης», φαίνεται ότι στην πράξη δεν εξασφαλίστηκαν οι ανάλογοι πόροι προς αυτήν την κατεύθυνση.

Δεύτερο: Σημαντικό ζήτημα θεωρητικού προβληματισμού και έκφρασης οικονομικής πολιτικής στο σοσιαλισμό αποτελεί το εξής: Πώς θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για την εμφάνιση ενός καθολικού παραγωγικού τομέα, που θα έχει δικαίωμα να διαθέτει ολόκληρη την παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων της χώρας. Πώς η εμπορευματική κυκλοφορία μαζί με τη «χρηματική οικονομία» θα εξαφανιστεί σαν στοιχείο άχρηστο της λαϊκής οικονομίας.
                                   _______________________________

Δείτε ακόμη _Ριζοσπάστης
Οι “λενινιστές” της συμφοράς, η ΝΕΠ και οι “μεταβατικές” κοινωνίες  _Του Βασίλη Όψιμου μέλους του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Ιωσήφ Στάλιν: Το όνομά του συνδέθηκε με τις λαμπρές σελίδες, αλλά και τις δύσκολες στιγμές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης

                          _______________________________


Ο Στάλιν το θέτει ως ζήτημα ειδικό,
που
απαιτεί ξεχωριστή εξέταση

«Με ποιον τρόπο θα δημιουργηθεί ο ένας ενιαίος τομέας, μέσω, άραγε, της απλής απορρόφησης του κολχόζνικου τομέα από τον κρατικό τομέα, πράγμα που είναι λίγο απίθανο (γιατί αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν απαλλοτρίωση των κολχόζ), είτε, άραγε, μέσω της δημιουργίας ενός ενιαίου δημόσιου οικονομικού οργάνου (όπου θα αντιπροσωπεύονται η κρατική βιομηχανία και τα κολχόζ) με τη δικαιοδοσία στην αρχή να υπολογίζει ολόκληρη την παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων της χώρας και με την πάροδο του χρόνου να καθορίζει, επίσης, και τη διάθεση της παραγωγής, της ανταλλαγής, ας πούμε, των προϊόντων - αυτό είναι ένα ζήτημα ειδικό που απαιτεί ξεχωριστή εξέταση».

Το ζήτημα αυτό δικαιολογημένα θα έπρεπε να αποτελέσει αντικείμενο θεωρητικής μελέτης, που θα καθόριζε και την ανάλογη πολιτική πρακτική στην κατεύθυνση της ανάπτυξης των προϋποθέσεων για την πορεία προς τον κομμουνισμό.

Ορισμένες θέσεις του Στάλιν
για κριτική προσέγγιση
στο φως
των αντεπαναστατικών ανατροπών

Πρώτο: Μια από τις θέσεις του Στάλιν, σχετικά με τη λειτουργία του νόμου της αξίας στο μακρόχρονο επαναστατικό μεταβατικό πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, νομίζουμε ότι χρειάζεται να συγκεντρώσει την κριτική μελέτη και διερεύνηση, στο φως των δεδομένων της ανάπτυξης της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ και της ανατροπής του σοσιαλιστικού συστήματος. Ο Στάλιν κριτικάροντας, κατά τη γνώμη μας σωστά, την άποψη ότι «η εμπορευματική παραγωγή πάντα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες πρέπει να οδηγεί, και υποχρεωτικά οδηγεί, στον καπιταλισμό», υποστηρίζει ότι «αυτό δεν είναι σωστό. Δε συμβαίνει ούτε πάντα, ούτε κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες». «Η εμπορευματική παραγωγή οδηγεί στον καπιταλισμό μονάχα, όταν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όταν η εργατική δύναμη προσφέρεται στην αγορά σαν εμπόρευμα, που ο καπιταλιστής μπορεί να το αγοράσει και να το εκμεταλλευτεί στην εξέλιξη της παραγωγής, όταν, επομένως, υπάρχει στη χώρα το σύστημα της εκμετάλλευσης των μισθωτών εργατών από τους καπιταλιστές».

Θα διακρίναμε, ίσως, κάποια υποτίμηση στη δυνατότητα να υπάρξει έστω περιορισμένης δράσης εμπορευματική παραγωγή στο σοσιαλισμό, να αναζωογονηθούν συνθήκες κερδοσκοπίας και διεκδίκησης ατομικής ιδιοκτησίας σε μέσα παραγωγής, επομένως και να διασαλευτεί η κατοχύρωση της κατάργησης της εκμετάλλευσης, με δεδομένο ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για πλήρη σοσιαλιστική ιδιοκτησία σε όλα τα μέσα παραγωγής.

Δεύτερο: Αξίζουν κριτικής μελέτης ορισμένες θέσεις του συγγραφέα σχετικά με το διεθνή συσχετισμό των δυνάμεων ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον καπιταλισμό, που κλίνουν, θα λέγαμε, προς μια υποτίμηση του δεύτερου.

Το «Σχέδιο Μάρσαλ» εμφανίζεται μάλλον ως όπλο άμυνας κι όχι επιθετικής στρατηγικής του διεθνούς ιμπεριαλισμού, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, για τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της διεθνούς καπιταλιστικής αγοράς. Μάλλον δεν ερμηνεύονται αντικειμενικά και οι λόγοι «αποκλεισμού» της ΕΣΣΔ, της Κίνας και των ευρωπαϊκών λαϊκοδημοκρατικών χωρών από το «Σχέδιο Μάρσαλ», παρ' όλο που σωστά εκτιμάται το αποτέλεσμα αυτού του «αποκλεισμού». «Αποκλεισμός», που ώθησε στην ανάγκη για αναπτυγμένους ρυθμούς ανόρθωσης στην ΕΣΣΔ και στη βοήθεια που έδινε προς τις ευρωπαϊκές λαϊκοδημοκρατικές χώρες.
Σαν συμπέρασμα, ίσως πρέπει να τονιστεί η ανάγκη διαμόρφωσης προϋποθέσεων επάρκειας του σοσιαλιστικού συστήματος, ώστε να μην εξαρτάται από εισαγωγές σημαντικών προϊόντων από την καπιταλιστική αγορά.

Ακόμη, διαφαίνεται μια υπερεκτίμηση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων σε εποχή έντασης της ταξικής πάλης ανάμεσα στα δύο συστήματα, το καπιταλιστικό και το σοσιαλιστικό. Μια υπερεκτίμηση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που οδηγεί σε υποτίμηση της διεθνούς στρατηγικής του ιμπεριαλισμού.

«Είναι δυνατόν ποτέ να υποθέσουμε ότι θα υπομένουν ατελείωτα τη σημερινή κατάσταση, όταν οι Αμερικανοί κάτω απ' το θόρυβο της "βοήθειας" σύμφωνα με τη γραμμή του "Σχεδίου Μάρσαλ" εισχωρούν βαθιά στην οικονομία της Αγγλίας και της Γαλλίας, προσπαθώντας να τις μετατρέψουν σε εξάρτημα της οικονομίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, όταν το αμερικάνικο κεφάλαιο αρπάζει τις πρώτες ύλες και τις αγορές κατανάλωσης στις αγγλογαλλικές αποικίες και προξενεί μ' αυτόν τον τρόπο καταστροφή στα υψηλά κέρδη των Αγγλογάλλων καπιταλιστών; Δε θα 'ταν πιο σωστό να πούμε ότι η καπιταλιστική Αγγλία, και αμέσως ύστερα απ' αυτήν η καπιταλιστική Γαλλία, θα βρεθούν τελικά αναγκασμένες ν' αποσπαστούν από το αγκάλιασμα των ΗΠΑ και να έρθουν σε σύγκρουση μαζί τους, για να εξασφαλίσουν μια ανεξάρτητη θέση και, φυσικά, υψηλά κέρδη;».

Λίγα χρόνια μετά το θάνατο του Ι. Στάλιν, στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, εκφράζεται καθαρά η λαθεμένη εκτίμηση του συσχετισμού των δυνάμεων στην καπιταλιστική Ευρώπη και συνδέεται με λαθεμένες αντιλήψεις για τις δυνατότητες χρησιμοποίησης των λαϊκών κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών για ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.

Προκλήσεις για το μέλλον

Τα ζητήματα θεωρίας που θίγει ο Ι. Στάλιν στο έργο του Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ αξίζει να μελετηθούν, σε σχέση με το πώς αναπτύσσεται η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη μέσα στο κόμμα, σε όλη τη μεταγενέστερη πορεία του, μέχρι και την επικράτηση της «περεστρόικα» και της αντεπαναστατικής ανατροπής. Η συγκριτική μελέτη της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης μπορεί να γίνει σε σχέση με την περίοδο της δεκαετίας του '60, με την περίοδο των προβληματισμών επί της ηγεσίας του Γ. Αντρόποφ και σε σχέση με την «περεστρόικα». Μπορεί ακόμη να μελετηθεί συγκριτικά και με την προγενέστερη περίοδο του τέλους της δεκαετίας του '20 - αρχών της δεκαετίας του '30.

Πιστεύουμε ότι τα συμπεράσματα θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας του επιστημονικού σοσιαλισμού - κομμουνισμού, ιδιαίτερα όσον αφορά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, σε διάφορα πεδία της θεωρίας στην Πολιτική Οικονομία του Σοσιαλισμού, στην ανάλυση των αντιθέσεων της επαναστατικής μεταβατικής κοινωνίας από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό και την ανάπτυξη της θεωρίας για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό, στη θεωρία για το κόμμα, για την επαναστατική εργατική εξουσία.

*Από τον πρόλογο στο βιβλίο του Στάλιν
«Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ»,
έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»

Δύο poster της ΝΕΠ χαρακτηριστικά της κουλτούρας

Η σοσιαλιστική οικοδόμηση
και τα κριτήρια κριτικής

Δίπλα στα ερείπια της διαλυμένης Σοβιετικής Ένωσης, μετά τις ανατροπές και την καπιταλιστική παλινόρθωση η κυρίαρχη ιδεολογία, προσπάθησε να παρουσιάσει τη διάλυσή της ως την παύση της ταξικής πάλης, την οριστική νίκη του κεφαλαιοκρατικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Φυσικά, δεν πρόκειται για κάποια καινοτόμα άποψη της αστικής τάξης, μιας σε όλα τα μέχρι σήμερα οικονομικοκοινωνικά συστήματα οι κυρίαρχες τάξεις προσπαθούσαν να προβάλλουν τις ιδέες τους ως καθολικές ιδέες, ως ιδέες ολόκληρης της κοινωνίας1 και το κοινωνικοοικονομικό τους σύστημα ως τον τελευταίο σταθμό στην πορεία της ανθρωπότητας. Η νίκη της αντεπανάστασης στις σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν άλλαξε τον προσανατολισμό της αστικής κριτικής του σοσιαλισμού. Η αστική τάξη απλά πρόσθεσε στη φαρέτρα της επιχειρήματα, όπως η ήττα του σοσιαλισμού λόγω της ίδιας του της ανεπάρκειας ή της σύγκρουσής του με τη φύση του ανθρώπου. Ταυτόχρονα, η αστική μεθοδολογία, όντας κυρίαρχη, επηρεάζει ακόμα και αυτούς που δε δέχονται τα αστικά επιχειρήματα.

Όμως, το γεγονός που δεν μπορεί να δικαιολογήσει η αστική τάξη είναι γιατί ασχολείται με μια ιστορία που θεωρεί τελειωμένη; Η απάντηση είναι απλή. Η αστική τάξη γνωρίζει καλά ότι η νίκη της αντεπανάστασης δε σήμανε τον επίλογο μιας ουτοπίας - όπως αρέσκεται να λέει - αλλά τον πρόλογο νέων νικηφόρων αγώνων της εργατικής τάξης. Κατά συνέπεια, η επίθεση στο σοσιαλισμό δεν είναι τίποτα άλλο από προσπάθεια προάσπισης του καπιταλισμού που σαπίζει. Οσο πιο καθαρά φαίνεται το δολοφονικό πρόσωπο του καπιταλισμού, τόσο περισσότερο θα μιλούν για τη δολοφονική φύση του σοσιαλισμού. Όσο περισσότεροι άνθρωποι προσεγγίζουν και πάλι την κομμουνιστική κοσμοθεωρία και τη βλέπουν ως τη μοναδική λύση για τις ανοιχτές πληγές της ανθρωπότητας, τόσο υποστηρίζουν ότι η αποδοχή του επιστημονικού σοσιαλισμού θα σημάνει μόνο δεινά2.

Ωστόσο, η εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά εκμεταλλευόμενα στρώματα δεν έχουν κανένα λόγο να υπαχθούν στα κριτήρια και τις προσδοκίες των εκμεταλλευτών τους. Αντίθετα, οφείλουν να φωνάξουν αντιστρέφοντας το πιραντελικό απόφθεγμα ότι δεν είναι έτσι αν έτσι νομίζετε και να ακολουθήσουν την προσταγή του Ενγκελς για μια επιστημονική αποτίμηση του σοσιαλισμού, απομακρυσμένη από τις επιδράσεις της αστικής κριτικής3. Σε αυτό το δρόμο δε χωρούν τα παραληρήματα του παρελθόντος περί προσωπολατρίας που οδηγούσαν στην κριτική μιας πρωτοφανέρωτης και κοσμοϊστορικής προσπάθειας για τη δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, μέσα από τις επιλογές ή τις ιδιοτροπίες ενός προσώπου4, ούτε και οι εξωραϊσμοί. Οφείλουμε να ακολουθήσουμε το δρόμο του Λένιν, ο οποίος από τη μια μεριά επέμενε να μιλά πάντα για την ταξική σημασία της Παρισινής Κομμούνας και να την ορίζει ως το πρότυπο για τη δικτατορία του προλεταριάτου και από την άλλη, όταν οι μενσεβίκοι απαίτησαν η μορφή του μελλοντικού εργατικού κράτους να είναι ίδια με τη μορφή της Κομμούνας ξεκαθάρισε ότι η Κομμούνα ήταν «μια κυβέρνηση που δεν πρέπει να είναι η δική μας»5, πιστεύοντας ότι ένα ιστορικό παράδειγμα - όσο σεβαστό και αν είναι - όταν δεν υποβάλλεται σε μια κριτική καταντά να κρύβει «τα καθήκοντα του μέλλοντος» και να αποτελεί μια «τρακατρούκα»6. Μόνο μια κριτική αυτού του τύπου επιμένει στην αναφορά των αδυναμιών, των ελλείψεων, ακόμα και των λαθών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όχι για να ισχυροποιήσει τη διαιώνιση της ταξικής εκμετάλλευσης, αλλά για να φανερώσει μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική.

Το ΚΚΕ πρώτο προχώρησε σε μια τέτοια κριτική της πορείας των σοσιαλιστικών χωρών (1995)7, παρά τα όσα λέγονται από αστούς και οπορτουνιστές και στην ίδια κατεύθυνση συνεχίζει και σήμερα. Με αυτό τον τρόπο θα εξετάσουμε μια σειρά από ζητήματα της «περιόδου» Στάλιν, που δείχνουν ότι η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο έγινε μέσα σε συνθήκες σκληρής ταξικής πάλης, αλλά και σκληρής διαπάλης με μια σειρά οπορτουνιστικά ρεύματα στο Κόμμα των Μπολσεβίκων, τα οποία νικήθηκαν και χρεοκόπησαν.

Η διαμάχη με την «Ενωμένη Αντιπολίτευση»8
και το υπόβαθρό της

Την περίοδο 1923-1927 αναπτύσσεται μια έντονη διαπάλη στους κόλπους του μπολσεβίκικου κόμματος αναφορικά με μια σειρά ζητήματα. Η αντιπαράθεση αυτή - όπως θα αποδεχτεί αργότερα και ο ίδιος ο Τρότσκι9 - δεν μπορεί να ιδωθεί ως αντιπαράθεση προσώπων για την ηγεσία του Κόμματος, όπως συνηθίζουν να λένε οι αστοί ιστορικοί. Είναι πολύ περισσότερο μια διαμάχη στην οποία αντανακλάται η ταξική πάλη μέσα στους κόλπους της νεαρής εργατικής εξουσίας. Τα κύρια ζητήματα στα οποία ο Τρότσκι διαφώνησε με την ακολουθούμενη πολιτική του Κόμματος αφορούσαν τη σύνδεση της επαναστατικής διαδικασίας στη Ρωσία με τη διεθνή επανάσταση, τη λειτουργία της εσωκομματικής δημοκρατίας και, τέλος, την ανάπτυξη της βιομηχανίας στη βάση της απομύζησης της αγροτιάς.

Για να εξετάσουμε ολοκληρωμένα αυτά τα ζητήματα, πρέπει να πάρουμε υπόψη μας μια σειρά από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες που καθόρισαν τα αντικειμενικά πλαίσια, μέσα στα οποία κινήθηκε η πολιτική του μπολσεβίκικου κόμματος. Η ήττα της γερμανικής, της φινλανδικής και της ουγγρικής επανάστασης οδήγησε το μπολσεβίκικο κόμμα στον αναπροσανατολισμό10 της πολιτικής σε σχέση με την παγκόσμια επανάσταση. Καλύτερος τρόπος προάσπισης της παγκόσμιας επανάστασης, όπως έλεγε ο Λένιν, ήταν η στερέωση της δικτατορίας του προλεταριάτου στη Σοβιετική Ενωση11. Η συνηγορία υπέρ του σοσιαλισμού σε μια χώρα δε σήμαινε την απώλεια του διεθνιστικού χαρακτήρα της εργατικής εξουσίας. Εξάλλου, το μπολσεβίκικο κόμμα συνέχισε να βοηθά τα κομμουνιστικά κόμματα ολόπλευρα και σε όλο τον κόσμο. Πάνω σε αυτή την εκτίμηση του διεθνούς συσχετισμού δύναμης και της ανάγκης εδραίωσης της εργατικής εξουσίας και με δεδομένες τις τεράστιες καταστροφές από τον παγκόσμιο και τον εμφύλιο πόλεμο υιοθετήθηκε η Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ). Η ΝΕΠ, επαναφέροντας την καπιταλιστική λειτουργία της οικονομίας, από τη μια πλευρά τόνωσε την οικονομία της δικτατορίας του προλεταριάτου και από την άλλη αναζωογονούσε τις κοινωνικοταξικές εκείνες δυνάμεις που είχαν συμφέρον από την επικράτηση της αντεπανάστασης12, αφού οι καπιταλιστές και οι κουλάκοι συνέχιζαν να απομυζούν κέρδη, αν και κάτω από τους αυστηρούς περιορισμούς της δικτατορίας του προλεταριάτου. Για αυτό το λόγο η ΝΕΠ χαρακτηρίστηκε ως μια απαραίτητη και προσωρινή υποχώρηση13.

Την ίδια περίοδο ο Τρότσκι συνεχίζει να επικαλείται τη διεθνή επανάσταση, μιας και για τον ίδιο μόνο μέσα στους κόλπους της είναι δυνατή η ολοκλήρωση του σοσιαλισμού14. Ωστόσο, η προώθηση της επανάστασης μέσα σε συνθήκες απουσίας της επαναστατικής κρίσης καταντά μια κενή φρασεολογία και υποτιμά το καθήκον της οικοδόμησης στα πλαίσια μιας χώρας. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα του ίδιου του Τρότσκι που ακολουθεί:

«Οι αντιδραστικές εποχές σαν τη δική μας όχι μόνο αποσυνθέτουν και εξασθενίζουν την εργατική τάξη και απομονώνουν την πρωτοπορία της, αλλά χαμηλώνουν το γενικό πολιτικό επίπεδο του κινήματος και ρίχνουν πίσω την πολιτική σκέψη σε στάδια από καιρό ξεπερασμένα. Σ' αυτές τις συνθήκες, το καθήκον της πρωτοπορίας, είναι, πάνω απ' όλα, να μην αφήσει τον εαυτό της να παρασυρθεί από το ποτάμι της οπισθοδρόμησης: πρέπει να κολυμπήσει ενάντια στο ρεύμα. Αν κάποιος δυσμενής συσχετισμός δυνάμεων την εμποδίσει να κρατήσει τις πολιτικές θέσεις που έχει κερδίσει, πρέπει τουλάχιστον να διατηρήσει τις ιδεολογικές της θέσεις, γιατί σ' αυτές εκφράζεται η ακριβοπληρωμένη εμπειρία του παρελθόντος. Οι ανόητοι θα θεωρήσουν αυτή την πολιτική "σεχταριστική". Στην πραγματικότητα, είναι ο μοναδικός τρόπος προετοιμασίας για μια νέα τεράστια εξόρμηση με την επερχόμενη ιστορική πλημμυρίδα»15.

Μπροστά στην επιδίωξη της διεθνούς επανάστασης, ο Τρότσκι βλέπει τη συγκυρία ως δυσμενή, υποτιμώντας την κοσμοϊστορική σημασία της ύπαρξης του πρώτου εργατικού κράτους. Ετσι και αλλιώς, στα όρια αυτής της λογικής το εργατικό κράτος περιγράφεται ως ένα από τα πολιτικά πόστα που πρέπει πιθανά να θυσιαστούν, προκειμένου να μείνουν ανόθευτες οι αρχές του κομμουνιστικού κινήματος. Η αντίφαση ανάμεσα στην επιδίωξη της διεθνούς επανάστασης και στην αδυναμία πραγμάτωσής της, μοιραία θα οδηγήσει τον Τρότσκι στον παραμερισμό της υπεράσπισης των πραγματικών κατακτήσεων στο όνομα του ιδανικού.

Όσον αφορά την επίκληση της εσωκομματικής δημοκρατίας από τον Τρότσκι, δε θα μπορούσε να εκληφθεί ως τίποτα άλλο από την ανάγκη ενός ελιγμού μπροστά στους αρνητικούς συσχετισμούς που φανερώθηκαν μέσα στο Κόμμα. Ο Τρότσκι είχε καταδικάσει λίγα χρόνια πριν τη φραξιονιστική δραστηριότητα της «Εργατικής Αντιπολίτευσης» (1923)16,17. Την ίδια περίοδο, ο Τρότσκι, αναφορικά με το ζήτημα των συνδικάτων, είχε υποστηρίξει την υπαγωγή των σοβιέτ στον κρατικό μηχανισμό και στην ουσία απαιτούσε τη φίμωση της εργατικής τάξης μέσα στα πλαίσια της δικτατορίας του προλεταριάτου18. Ο Τρότσκι μέσα από αυτό το γεγονός δεν κρίνεται αναντίστοιχος μόνο σε σχέση με τις απαιτήσεις του προλεταριακού κόμματος νέου τύπου19, αλλά πολύ περισσότερο αναφορικά με τις ίδιες του τις πράξεις και τις διακηρύξεις.

Βέβαια, το σημαντικότερο ζήτημα της διαπάλης αφορά την αντιμετώπιση της ΝΕΠ. Η διαφωνία αυτή δεν μπορεί να κατανοηθεί ξεχωριστά από την κύρια αντίφαση της ΝΕΠ που ήδη αναφέραμε. Η ελεύθερη δραστηριότητα των κουλάκων και των καπιταλιστών κατέληγε στην εκ νέου ανάπτυξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των προασπιστών του και έκανε πιο έντονο τον κίνδυνο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Η προσπάθεια εκμετάλλευσης της παραπάνω αντίφασης, που προέκυψε από την εισαγωγή της ΝΕΠ προς όφελος της εργατικής εξουσίας, οδήγησε τον Λένιν να μιλήσει για την όλο και μεγαλύτερη ανάγκη μιας κομματικής πειθαρχίας, η οποία θα βοηθούσε το νεαρό εργατικό κράτος να ελέγξει τις οποιεσδήποτε αντεπαναστατικές δυνάμεις20. Εχοντας αυτά υπόψη, το δίπολο ελεύθερη ανάπτυξη των καπιταλιστικών δομών και ταυτόχρονα ενίσχυση της κομματικής πειθαρχίας δεν είναι ο γεννήτορας του γραφειοκρατικού εκφυλισμού (όπως υποστήριζε ο Τρότσκι), αλλά η απόπειρα οι αναγκαίες παραχωρήσεις να μην καταλήξουν σε μια συνολική οπισθοχώρηση.

Η «Ε.Α.» και ειδικότερα ο Τρότσκι είχαν μια σειρά διαφορετικές απόψεις για τη ΝΕΠ. Ο Τρότσκι θεωρεί έτσι και αλλιώς ότι η σοβιετική εξουσία δε θα μπορούσε να αποτελέσει μια δικτατορία του προλεταριάτου στο βαθμό που η εργατική τάξη είναι αναμεμειγμένη με την αγροτιά και τα μικροαστικά στοιχεία της πόλης. Ωστόσο, δεν προχωρά καθαρά στη διατύπωση αυτής της άποψης, αλλά μιλά για δύο φάσεις της ΝΕΠ. Η πρώτη τελειώνει με το θάνατο του Λένιν και η δεύτερη ακολουθεί. Με αυτό τον τρόπο ο Τρότσκι θα προσπαθήσει να δηλώσει ότι δε διαφωνεί με τον Λένιν, αλλά με τους επιγόνους του. Στο 12ο Συνέδριο (1923) το ζήτημα ήταν πια για τον ίδιο η δυνατότητα διάσωσης της εργατικής εξουσίας από τον κίνδυνο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης21. Στην κατεύθυνση αυτή υποστήριξε ότι χρειαζόταν μια προσπάθεια ταχείας εκβιομηχάνισης, το βάρος της οποίας θα σήκωνε η αγροτιά22.

Η αλήθεια είναι ότι το ζήτημα της εκβιομηχάνισης και οι πόροι που θα χρησιμοποιούνταν για μια τέτοια κίνηση ήταν το ζητούμενο για πολλά χρόνια στο εσωτερικό του μπολσεβίκικου κόμματος. Οι ξένες επενδύσεις δεν αρκούσαν για να καλύψουν το κενό από τη μακρόχρονη καθυστέρηση της βιομηχανικής και της αγροτικής ανάπτυξης. Η χρηματοδότηση όμως από τους πόρους της αγροτικής οικονομίας αποτελούσε ένα φαύλο κύκλο, αφού αν και η αγροτική οικονομία χρειαζόταν και η ίδια την ανάπτυξη της βιομηχανίας και τη χορήγηση σύγχρονου τεχνικού εξοπλισμού, ταυτόχρονα μια προσπάθεια μεγαλύτερης συνεισφοράς από τις δυνατότητές της θα οδηγούσε σε κίνδυνο την εργατοαγροτική συμμαχία.

Το γεγονός αυτό μπορεί να γίνει ευκολότερα κατανοητό αν δούμε τη σημασία που έχει η εργατοαγροτική συμμαχία για τη διάσωση της εργατικής εξουσίας. Το μπολσεβίκικο κόμμα είχε πολύ μικρές δυνάμεις στην ύπαιθρο, με αποτέλεσμα η επανάσταση να εκδηλωθεί εκεί με άλλες μορφές σε σχέση με τις πόλεις. Οι αγρότες επέβαλαν ντε φάκτο μετά την επανάσταση την πάγια διεκδίκησή τους για μοίρασμα της γης και οι μπολσεβίκοι συνηγόρησαν σε αυτή την εξέλιξη, κάνοντας πίσω από την πολιτική τους που μιλούσε για κοινωνικοποίηση της γης και υιοθετώντας το πρόγραμμα των εσέρων23. Αυτή η μετατόπιση συνέδραμε στη νίκη της επανάστασης αφού τράβηξε με το πλευρό της τους αγρότες. Τον καιρό του εμφυλίου πολέμου, όμως, η σοβιετική εξουσία θα προχωρήσει σε μια κατάσχεση της παραγωγής, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες των αστικών κέντρων και του Κόκκινου Στρατού. Η αναγκαστική αυτή κίνηση διατάραξε για μια ακόμα φορά τις σχέσεις της αγροτιάς με το μπολσεβίκικο κόμμα και μια αποκατάσταση της «ειρήνης» επήλθε στα πλαίσια της ΝΕΠ, στα όρια της οποίας επιτράπηκε η πώληση των πλεονασμάτων και δόθηκε η ευκαιρία να καλυφθούν οι άμεσες ανάγκες των αγροτικών νοικοκυριών. Σε αυτή την περίοδο το βάρος θα δοθεί στη σταδιακή προσχώρηση των αγροτών στους συνεταιρισμούς. Η άποψη της «Ε.Α.» αναγκαστικά οδηγούσε σε μια νέα διατάραξη της εργατοαγροτικής συμμαχίας (και μάλιστα σε μια περίοδο επάρκειας αγροτικών προϊόντων τόσο για τον πληθυσμό όσο και για τη βιομηχανία) και έτσι θα έφερνε σε κίνδυνο την ίδια τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Το συνολικό σκεπτικό του Τρότσκι θα μπορούσε αφαιρετικά να καταγραφεί ως εξής: Η παγκόσμια επανάσταση δεν ήρθε, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ολοκληρωθεί ο σοσιαλισμός. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η διάσωση του καθεστώτος εξαρτιόταν από τη βιομηχανική ανάπτυξη και την άνοδο των ποσοστών της εργατικής τάξης. Απάντηση σε αυτή την ανάγκη μπορούσε να είναι μόνο η υπαγωγή της αγροτιάς στη δικτατορία του προλεταριάτου. Αλλά αυτός ο τρόπος σκέψης λύνει διοικητικά ένα κοινωνικοταξικό πρόβλημα, λόγω της υποχώρησης μπροστά στις αντικειμενικές δυσκολίες. Ο Τρότσκι, ελλείψει των ευνοϊκών συνθηκών, προτάσσει μια άρνηση της αντικειμενικής πραγματικότητας και οδηγείται σε διοικητικές λύσεις που αν εφαρμόζονταν θα αποδυνάμωναν τη δικτατορία του προλεταριάτου, αν δεν την ανέτρεπαν.

Αν και πολλοί αστοί και οπορτουνιστές ιστοριογράφοι αποδέχονται το λανθασμένο των προτάσεων του Τρότσκι και της «Ε.Α.», θεωρούν ακραία τα μέτρα που χρησιμοποιήθηκαν απέναντί τους και επισημαίνουν ότι η παραμονή τους στο κόμμα δε θα αποτελούσε πρόβλημα για την εξέλιξη της Σοβιετικής Ενωσης24. Ας δούμε όμως τι λέει και ο ίδιος:

«Μετά την εμπειρία των τελευταίων λίγων χρόνων, θα ήταν παιδαριώδες να υποθέσουμε ότι η σταλινική γραφειοκρατία μπορεί να διωχτεί διαμέσου ενός συνεδρίου του Κόμματος ή των Σοβιέτ.(...) Η γραφειοκρατία μπορεί να εξαναγκαστεί να παραδώσει την εξουσία στα χέρια της προλεταριακής πρωτοπορίας μόνο με τη βία»25.

Η μόδα τον καιρό της ΝΕΠ

Η σύγκρουση με τον Μπουχάριν

Η εξέταση της σύγκρουσης με τον Μπουχάριν προϋποθέτει να εξετάζεται η ΝΕΠ ως πηγή αντιφάσεων. Η κύρια αντίφαση της ΝΕΠ είναι η προώθηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής με την ταυτόχρονη προσπάθεια η οικονομική ανάπτυξη να μην αμφισβητήσει την ουσία της σοσιαλιστικής επανάστασης. Την αντίφαση αυτή μπορούμε να την κατανοήσουμε μόνο στην εξέλιξή της σε σχέση με την έκβαση της ταξικής πάλης. Ξεκινώντας από αυτή την αφετηρία, είναι αναγκαίο να επισημάνουμε κάποια ζητήματα σε σχέση με τη σοσιαλιστική επανάσταση. Η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση μέσα στις συνθήκες που εκδηλώνεται και νικά δεν μπορεί να φέρει πλήρως και εξαρχής σε πέρας την οικονομική της αποστολή. Η προϋπάρχουσα οικονομική κατάσταση της Ρωσίας σε συνδυασμό με τις καταστροφές που προξένησαν ο Α΄ Παγκόσμιος και ο εμφύλιος πόλεμος δεν επιτρέπουν την άμεση καθιέρωση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής. Με αυτή την έννοια αν και το προλεταριάτο καταλαμβάνει την εξουσία, δεν υπάρχει μια ανάλογη πρόοδος και στο επίπεδο της οικονομίας26. Οι μπολσεβίκοι, ανιχνεύοντας την ταξική διάρθρωση της κοινωνίας, είναι αναγκασμένοι να μην προχωρήσουν ακόμα σε μια πλήρη εφαρμογή του οικονομικού τους προγράμματος. Υπ' αυτή την έννοια, στην αγροτική οικονομία ακολούθησαν το πρόγραμμα των εσέρων, προσπαθώντας να τραβήξουν με το μέρος τους την πολυπληθή φτωχή και μεσαία αγροτιά27. Το ίδιο θα συμβεί και στη βιομηχανική παραγωγή τόσο με την προώθηση των ξένων επενδύσεων, όσο και με τη λειτουργία της ΝΕΠ, η οποία θα επηρεάσει σαφώς και την αγροτική οικονομία.

Παρ' όλα αυτά οι επιβαλλόμενοι από τους κοινωνικοταξικούς συσχετισμούς ελιγμοί δεν είχαν σκοπό να αλλοιώσουν το σκοπό της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η επιδίωξη της εμβάθυνσης του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής και διοίκησης παρέμενε ο κεντρικός άξονας της πολιτικής των μπολσεβίκων, μιας και μακροπρόθεσμα η επιτυχία αυτού του στόχου θα έκρινε και την έκβαση της επανάστασης. Όμως, για την επιτυχία αυτού του στόχου οι μπολσεβίκοι δεν ακολούθησαν μία και μοναδική τακτική, αλλά μια σειρά από τακτικές, οι οποίες ήταν το αποτέλεσμα της εκτίμησης των αντιφάσεων της ΝΕΠ στην εξέλιξή τους και της προσπάθειας υπαγωγής της κάθε φορά ακολουθούμενης πολιτικής στην πάγια στρατηγική του μπολσεβίκικου κόμματος.

Η αναφορά όλων των παραπάνω δεδομένων είναι καθοριστική για να κατανοηθεί ότι οι συγκρούσεις του μπολσεβίκικου κόμματος αρχικά με τον Τρότσκι και την «Ενωμένη Αντιπολίτευση» και μετέπειτα με τους Μπουχάριν - Ρίκοφ - Τόμσκι εκδηλώνονται μέσα σε διαφορετικές συνθήκες. Η σημασία του παραπάνω ζητήματος είναι ιδιαίτερη αν αναλογιστούμε ότι μια πλειάδα από αστούς και οπορτουνιστές ιστοριογράφους υποστηρίζουν ότι ο Στάλιν υιοθέτησε εν τέλει την πολιτική της «Ε.Α.» και ειδικότερα τις θέσεις του Πρεομπραζένσκι28.

Όμως, σε αντίθεση με παρόμοιες αναλύσεις ούτε οι συνθήκες της περιόδου ήταν ίδιες με την αντίστοιχη περίοδο της σύγκρουσης με τον Τρότσκι, ούτε η πολιτική του μπολσεβίκικου κόμματος ήταν ίδια με τις απόψεις της «Ε.Α.». Τη συγκεκριμένη περίοδο (1929) παρατηρείται για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά μια έλλειψη στη συγκέντρωση των σιτηρών στα πλαίσια της σοβιετικής οικονομίας. Αυτή η έλλειψη είναι σημαντική για την κατάσταση του πληθυσμού της πόλης, την τροφοδοσία του στρατού και την ανταπόκριση της σοσιαλιστικής εξουσίας σε έναν ενδεχόμενο πόλεμο. Παράλληλα, η απουσία ενός πλεονάσματος σιτηρών στις αποθήκες του κράτους όπως και συναλλάγματος στερούσε τη δικτατορία του προλεταριάτου από τη δυνατότητα ρύθμισης των τιμών μέσω της προώθησης αποθεμάτων, της εισαγωγής σιτηρών ή της προσωρινής διευθέτησης του ζητήματος για μια ακόμα χρονιά29.

Επίσης, η προωθούμενη πολιτική για την ανάπτυξη της βιομηχανίας και τη συγκέντρωση των σιτηρών δεν έχει σχέση με τη διοικητική οικονομική λύση της «Ε.Α.». Η άρνηση της υποχώρησης απέναντι στον κουλάκο δε σημαίνει και την υπαγωγή της αγροτιάς στη δικτατορία του προλεταριάτου30. Το μπολσεβίκικο κόμμα θα συνδέσει την πρότασή του για κολεκτιβοποίηση με μια σειρά πρωτοβουλιών στον οικονομικό τομέα και σε άλλες εκφάνσεις της ζωής της αγροτιάς. Ετσι, παράλληλα με τη βοήθεια τη σχετιζόμενη με τον τεχνικό εξοπλισμό της αγροτικής οικονομίας31, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι συντελείται μια ευρεία διαφωτιστική δραστηριότητα, γεγονός που έχει καταγραφεί ακόμα και από αστούς ερευνητές32. Ακόμα, το μπολσεβίκικο κόμμα θα πάρει πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, για την αποστολή πρωτοπόρων κομμουνιστών εργατών στην ύπαιθρο και, τέλος, για μια εκκαθάριση του κόμματος αντίστοιχη με αυτή που είχε προχωρήσει ο Λένιν στην περίοδο πριν από την εισαγωγή της Νέας Οικονομικής Πολιτικής33.

Βέβαια, δεν είναι λίγοι και οι ιστοριογράφοι που προστρέχουν να ενισχύσουν τις απόψεις του Μπουχάριν τονίζοντας ότι ο Λένιν είχε προτείνει τη σταδιακή ένταξη της αγροτικής οικονομίας στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή. Οι συγκεκριμένοι κάνουν πως ξεχνούν ότι αυτή δεν αποτελούσε μια πάγια θέση του Λένιν, μιας και ο ίδιος τόνιζε τους κινδύνους από την εισαγωγή της ΝΕΠ και δε δίσταζε να προχωρήσει ακόμα και στη βίαιη καταστολή των εξεγέρσεων που έθεταν σε κίνδυνο τη σοσιαλιστική εξουσία34. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η κίνηση της οικονομίας και της κοινωνίας απεχθάνεται τα κενά. Η μακρόχρονη απελευθέρωση των εμπορευματικών σχέσεων είχε αυξήσει την οικονομική δύναμη των κουλάκων. Η περιορισμένη παρέμβαση του κόμματος στην ύπαιθρο έκανε εύκολη τη σύμφυση των εκπροσώπων της νέας εξουσίας με τους παλιούς τσιφλικάδες, μιας και η διατήρηση της οικονομικής τους δύναμης τους επέτρεπε την εξαγορά κομματιών του κρατικού μηχανισμού και τη δυνατότητα να μπαίνουν σε ένα κερδοσκοπικό παιχνίδι ανεβάσματος των τιμών μέσω της δημιουργίας τεχνητών ελλείψεων. Η δραστηριότητα αυτή, αν και αναμενόμενη, γινόταν επικίνδυνη στο βαθμό που αμφισβητούσε τα θεμέλια της δικτατορίας του προλεταριάτου, προκαλώντας ελλείψεις στα αστικά κέντρα.

Συμπερασματικά, θα πρέπει να δούμε την προώθηση των έκτακτων μέτρων αρχικά και της κολεκτιβοποίησης στη συνέχεια σε αρμονία με τις κοινωνικοταξικές συνθήκες της σοβιετικής κοινωνίας εκείνη την περίοδο. Ο διττός ρόλος των αποφάσεων αυτών έγκειται στην προσπάθεια αντιμετώπισης των άμεσων αναγκών της σοβιετικής οικονομίας και στην προοπτική ανάπτυξης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, μέσω της συγκέντρωσης και εκμηχάνισης της αγροτικής παραγωγής και την ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας. Αντίθετα, η «ήπια» πρόταση για ανάπτυξη από τον Μπουχάριν35, σε συνθήκες σαμποταρίσματος της αγοράς σιτηρών και βασικών ελλείψεων καταναλωτικών αγαθών δε σήμαινε τίποτα άλλο από υποχώρηση μπροστά στις αξιώσεις των κουλάκων, οι οποίες σε αυτή την περίπτωση θα συνέχιζαν να αυξάνονται σε βαθμό αντίστοιχο με την κλιμάκωση της οικονομικής τους δύναμης.

Κλείνοντας θα πρέπει να δούμε και την προβολή αυτής της διαμάχης μέσα στα πλαίσια του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος που «παραλείπεται» από πολλούς ερευνητές της περιόδου. Το 6ο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς πήρε μια σειρά πολύ σημαντικών αποφάσεων. Το 1929 είναι η χρονιά του αμερικάνικου κραχ και στοιχείων κρίσης σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες36. Σε αντίθεση με μια ευρέως διαδεδομένη όσο και αναπόδεικτη επιχειρηματολογία περί «σταλινοποίησης» με σκοπό τα κομμουνιστικά κόμματα να γίνουν δορυφόροι της Σοβιετικής Ενωσης37, η διαφορά γραμμών έγκειται στο αν ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός έμπαινε σε περίοδο κρίσης. Η πλειοψηφία της Διεθνούς θεώρησε ότι μπροστά στα κομμουνιστικά κόμματα απλωνόταν μια νέα οικονομική κρίση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει και σε επαναστατική κρίση38. Ο Μπουχάριν συντασσόμενος με τα «δεξιά» στοιχεία και σε άλλα κόμματα της Διεθνούς θα αρνηθεί τον καινούριο προσανατολισμό της Διεθνούς και κατ' επέκταση θα αρνηθεί το διαχωρισμό από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα39. Με αυτό τον τρόπο ο Μπουχάριν αρνείται την όξυνση της ταξικής πάλης σε διεθνές επίπεδο και λόγω αυτής της εκτίμησης θεωρεί άνευ νοήματος μια προετοιμασία της σοβιετικής εξουσίας απέναντι και σε έναν ενδεχόμενο νέο ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ακόμα και σήμερα, πολλοί ιστοριογράφοι θεωρούν προσχηματικές τις εκτιμήσεις της Διεθνούς, παραβλέποντας την επέμβαση των Ιαπώνων στη Μαντζουρία (1931)40 και την ενδεχόμενη επέκταση του πολέμου στη Σοβιετική Ρωσία που αποδεικνύουν το αντίθετο.

Παραπομπές

1. Μαρξ Καρλ - Ενγκελς Φρίντριχ, «Η Γερμανική Ιδεολογία» (σ. 94), Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 1997.

2. Βλ. Δημητράκος Δημήτρης, «Η νέμεση της ιστορίας (Εισαγωγή στην ελληνική έκδοση)» στο «Η Μαύρη Βίβλος του Κομμουνισμού» (σ. 13), Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2001.

3. Ενγκελς Φρίντριχ, «Ο πόλεμος των χωρικών» (σ.35), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1991.

4. Βλ. ενδεικτικά Χρουστσόφ Νικίτα, «Η μυστική έκθεση στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ» (σ. 21), Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1989.

5. Λένιν Βλαντιμίρ, «Δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση», στο «Απαντα Λένιν», τ. 11 (σ. 70), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1987.

6. Ο.π. (σ. 69)

7. Υλικά της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης 15-16 Ιούλη 1995, «Εκτιμήσεις και προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη. Η αναγκαιότητα και η επικαιρότητα του σοσιαλισμού», Εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1996.

8. Η «Ενωμένη Αντιπολίτευση» αποτελεί μια φράξια που συγκροτήθηκε στα πλαίσια του μπολσεβίκικου κόμματος προσπαθώντας να αλλάξει την πολιτική του. Σε αυτή συμμετείχαν οι Τρότσκι, Κάμενεφ και Ζινόβιεφ, παρόλο που στο παρελθόν οι δύο τελευταίοι είχαν κατηγορήσει τον πρώτο ως επικίνδυνο για το κόμμα και είχαν προτείνει την απομάκρυνσή του από την Κεντρική Επιτροπή (Marie Jean-Jacques, «Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι Στάλιν» (σ. 285-287), Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 2002).

9. Τρότσκι Λέον, «Η παραμορφωμένη επανάσταση» (σ. 15), Εκδόσεις Σελίδες, Αθήνα 1989

10. Ακόμα και στα πρώτα χρόνια μετά τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση οι μπολσεβίκοι προσλάμβαναν την επανάσταση ως την αρχή μιας σειράς επαναστάσεων που αφενός θα ανέτρεπαν τον καπιταλισμό σε όλη την Ευρώπη και αφετέρου θα έδιναν λύση και στα φλέγοντα ζητήματα του πρώτου εργατικού κράτους. Βλ. ενδεικτικά Λένιν Βλαντιμίρ, «Απαντα Λένιν» τ. 36 (σ. 11), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1982.

11. Λένιν Βλαντιμίρ, «Απολογισμός της πολιτικής δράσης της ΚΕ του ΚΚΡ (μπ.) - Χ συνέδριο του ΚΚΡ (μπ.) στο «Απαντα Λένιν» τ. 43, (σ. 19), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983.

12. Λένιν Βλαντιμίρ, «Πολιτική έκθεση δράσης της ΚΕ του ΚΚΡ (μπ.) - ΧΙ συνέδριο του ΚΚΡ (μπ.)» στο «Απαντα Λένιν», τ. 45 (σ. 93-94), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1984.

13. Λένιν Βλαντιμίρ, «Εκθεση για την τακτική του ΚΚΡ - ΙΙΙ συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς» στο «Απαντα Λένιν», τ. 44 (σ. 48-49), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983 & «Πέντε χρόνια της ρώσικης επανάστασης και οι προοπτικές της παγκόσμιας επανάστασης - IV συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς» στο «Απαντα Λένιν» τ. 45 (σ. 279-280), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1984.

14. Τρότσκι Λέον, «Η διαρκής επανάσταση» (σ. 151-152), Εκδόσεις Εργατική Αλληλεγγύη, Αθήνα 1998.

15. Τρότσκι Λέον, «Σταλινισμός και μπολσεβικισμός» (σ. 1), Εκδόσεις Αλλαγή, Αθήνα 1985.

16. Βλ. Ελενστάιν Ζαν, «Η ιστορία του σταλινικού φαινομένου» (σ. 71-72), Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1980.

17. Η «Εργατική Αντιπολίτευση» με επικεφαλής την Κολοντάι και τον Σλιαπνίκοφ (μέλη της ΚΕ του Κόμματος) διαφωνούσε με τη χρησιμοποίηση των αστών ειδικών σε διοικητικές θέσεις και με τη μονοπρόσωπη διεύθυνση των εργοστασίων.

18. Στάλιν Ιωσήφ, «Οι διαφωνίες μας» στο «Άπαντα Στάλιν» τ. 5 (σ. 4-16), Εκδόσεις Γνώσεις, Αθήνα χ.χ.

19. Λένιν Βλαντιμίρ, «Ενα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1995 & Λένιν Βλαντιμίρ, «Τι να κάνουμε;», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2002.

20. Λένιν Βλαντιμίρ, «Χ συνέδριο του ΚΚΡ (μπ.)» στο «Απαντα» τ. 43, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983 & Λένιν Βλαντιμίρ. «ΧΙ συνέδριο του ΚΚΡ (μπ.)» στο «Απαντα Λένιν» τ. 44, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1984.

21. Τρότσκι Λέον, «Η παραμορφωμένη επανάσταση» (σ.18) ό.π.

22. Ο.π. (σ. 21)

23. Λένιν Βλαντιμίρ, «Οι εκλογές για τη συντακτική συνέλευση και η δικτατορία του προλεταριάτου» στο «Απαντα Λένιν» τ. 40 (σ. 13-14), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1982.

24. Βλ. Αρσιτς Ντραγκίνια, «Οι οικονομικές και κοινωνικές ρίζες του σταλινισμού», Εκδόσεις Ωκεανίς, Αθήνα 1975

25. Τρότσκι Λέον, «Η ταξική φύση της Σοβιετικής Ενωσης» (σ. 39-40), Εκδόσεις Αλλαγή, Αθήνα 1986.

26. Τη θέση αυτή θα εκφράσει και ο Ιωσήφ Στάλιν μιλώντας για αντίφαση ανάμεσα στην πολιτική πρόοδο της Σοβιετικής Ενωσης και την οικονομική της καθυστέρηση. Βλ. Στάλιν Ιωσήφ, «Η εκβιομηχάνιση της χώρας και η δεξιά παρέκκλιση του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ (Λόγος στην Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ στις 19 Νοέμβρη 1928)» στο «Απαντα Στάλιν» τ. 11 (σ. 283-285), Εκδόσεις Γνώσεις, Αθήνα χ.χ.

27. Βλ. Λένιν Βλαντιμίρ, «Οι εκλογές για τη συντακτική συνέλευση και η δικτατορία του προλεταριάτου» στο «Απαντα Λένιν» τ. 40 (σ. 13-14), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1982.

28. Βλ. ενδεικτικά Ellenstain Jean, «Η ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης» (σ. 291 - τ. 1), Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1980.

29. Στάλιν Ιωσήφ, «Η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ (4-12 Ιούλη)» στο «Απαντα Στάλιν» τ. 11 (σ. 201-206), Εκδόσεις Γνώσεις, Αθήνα χ.χ.

30. Στάλιν Ιωσήφ, «Η εκβιομηχάνιση της χώρας και η δεξιά παρέκκλιση του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ (Λόγος στην Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ στις 19 Νοέμβρη 1928)» στο «Απαντα Στάλιν» τ. 11 (σ. 317-320), Εκδόσεις Γνώσεις, Αθήνα χ.χ.

31. Βλ. Μάρτενς Λούντο, «Μια άλλη ματιά στον Στάλιν» (σ. 138-139), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1997.

32. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και όταν η προσέγγιση γίνεται από αντικομμουνιστική σκοπιά δε γίνεται να μην αναδειχτεί η προσφορά του σοσιαλισμού στην άνοδο του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου της εργατικής τάξης και όλου του λαού. Βλ. ενδεικτικά Youngblood Denise, «Movies for the masses», Cambridge University Press, Cambridge 1992.

33. Για την ανάγκη εκκαθάρισης του Κόμματος στα πλαίσια των νέων καθηκόντων που αναλάμβανε βλ. ενδεικτικά Λένιν Βλαντιμίρ, «Για την εκκαθάριση του κόμματος» στο «Απαντα Λένιν» τ. 44 (σ. 122-123), Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983.

34. Λένιν Βλαντιμίρ, «Χ συνέδριο του ΚΚΡ (μπ.)» στο «Απαντα Λένιν», τ. 43, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983.

35. Ο Μπουχάριν πίστευε ότι τα προβλήματα στις ελλείψεις σιτηρών θα έπρεπε να λυθούν με κρατικές παρεμβάσεις στα πλαίσια της εμπορευματικής παραγωγής και όχι με δεσμεύσεις σιτηρών και διώξεις των κουλάκων.

36. Για την κατάσταση που επικράτησε στο εσωτερικό των ΗΠΑ, αλλά και τις αντίστοιχες επιπτώσεις στην Ευρώπη, αξίζει να αναφερθούμε στις απόψεις ενός αστού οικονομολόγου και των φόβων που αυτός διατυπώνει και μάλιστα εκ των υστέρων. Βλ. ενδεικτικά Calbraith John Kenneth, «Το μεγάλο κραχ του 1929», Εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2000.

37. Ενδεικτικά βλ. McDermott Kevin-Agnew Jeremy, «The Comintern(A History of International Communism from Lenin to Stalin)» (p. 89), Macmillan Editions, London & Hampshire 1996.

38. Βλ. Στάλιν Ιωσήφ, «Η δεξιά παρέκκλιση στο ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ» στο «Απαντα Στάλιν» τ. 12 (σ. 26-27), Εκδόσεις Γνώσεις, Αθήνα χ.χ.

39. Βλ. Μπέτελεμ Σαρλ, Οι ταξικοί αγώνες στην ΕΣΣΔ» (σ. 382-385-τ. 2), Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2005.

40. Hobsbawm Eric, «Η εποχή των άκρων (1914-1991)» (σ. 190), Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1995.

 Για την κολεκτιβοποίηση γενικά

Έπειτα από την περιγραφή των συνθηκών κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η σύγκρουση με τον Μπουχάριν, αξίζει να δούμε γιατί και σήμερα στην κολεκτιβοποίηση, όπως και στην κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, συγκεντρώνει την κριτική της αστικής τάξης. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι απόψεις του Μπουχάριν χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα, ενώ μεγάλη αίγλη γνώρισαν στις παραμονές της διάλυσης της Σοβιετικής Ενωσης και στα πλαίσια δικαιολόγησης της περεστρόικα1.

Γενικά, αν απομακρυνθούμε από τις συνθήκες της περιόδου, με ευκολία θα διαπιστώσουμε ότι στο όνομα της κολεκτιβοποίησης η αστική τάξη προσπαθεί να ξορκίσει την αναγκαιότητα της κοινωνικοποίησης των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και τη δυνατότητα επιβίωσης του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής. Αυτός είναι ο λόγος που αντιπροτείνει ένα «σοσιαλισμό» χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής ή με άλλα λόγια ένα «σοσιαλισμό» που δε θα θίγει τα συμφέροντά της. Μια τέτοια χίμαιρα, που συνδυάζει την πολιτική ισότητα με την οικονομική ανισότητα, συνεχίζει να βρίσκεται σε όλα τα σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης προγράμματα, ενώ ο Μαρξ την είχε καταδικάσει ως αστικό ψέμα2.

Κάτω από τα δακρύβρεχτα κείμενα για τη μικρή ιδιοκτησία των αγροτών κρύβεται η προάσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας και γενικότερα της σύγχρονης εξουσίας των μονοπωλίων. Μπροστά σε αυτόν το στόχο δεν έχουν πρόβλημα να επιστρατεύσουν ακόμα και τον Λένιν, προκειμένου να τον εγκωμιάσουν ως εισηγητή της ΝΕΠ που δεν έφερνε σε κίνδυνο την ατομική ιδιοκτησία3. Δυστυχώς για αυτούς, ο Λένιν είχε προβλέψει το μεταθανάτιο ευνουχισμό της πολιτικής του σκέψης μιλώντας για την αντίστοιχη τύχη που επιφύλαξαν οι αστοί στον Μαρξ4.

Αυτό είναι το πρίσμα της κριτικής της αστικής τάξης. Αντίθετα, η εργατική τάξη πρέπει να αντικρίσει την κολεκτιβοποίηση μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας ενίσχυσης και εμβάθυνσης της δικτατορίας του προλεταριάτου. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά της Ρόζας Λούξεμπουργκ που τόνιζε την επόμενη της επανάστασης ότι δίχως την κολεκτιβοποίηση θα δημιουργηθούν τεράστιες δυσκολίες στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της γεωργίας5.

Αλλά, ακόμα και όταν αποδέχονται την κολεκτιβοποίηση, οι αστοί και οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι κτίζουν ένα δεύτερο τείχος άμυνας γύρω από την απαίτηση για μια μη βίαιη κολεκτιβοποίηση. Η αλήθεια είναι ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού ολοκλήρωσε πολλά από τα καθήκοντα που είχε να αντιμετωπίσει το εργατικό κράτος. Η ανάπτυξή του έχει ολοκληρωθεί σε τέτοιο βαθμό που καθιστά ανεπίκαιρη μια παρόμοια επανάληψη της κολεκτιβοποίησης όσο και μια σύγχρονη εφαρμογή της ΝΕΠ στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών. Ο Λένιν στην εποχή του είχε προβλέψει τις διαφορές που θα επέφερε στην πραγματοποίηση και την εδραίωση της επανάστασης μια παραπέρα καπιταλιστική ανάπτυξη, μέσω της σύγκρισης της Ρωσίας με περισσότερο καπιταλιστικά αναπτυγμένες χώρες της Δύσης6. Ωστόσο, δε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού εξαλείφει τη βία από τη δικτατορία του προλεταριάτου. Ανεξάρτητα από ευνοϊκότερους κοινωνικοταξικούς συσχετισμούς που έχει να αντιμετωπίσει η σύγχρονη εργατική τάξη και πέρα από την ικανότητα διαμόρφωσης κοινωνικών συμμαχιών μέσα από την προβολή των ιδεών της ως κυρίαρχων ιδεών ολόκληρης της κοινωνίας, το εργατικό κράτος συνεχίζει να υφίσταται ως όργανο καταπίεσης μιας τάξης ενάντια σε μια άλλη7. Το χρονικό εύρος της κατάπνιξης των κυρίαρχων τάξεων εξαρτάται από την κατάσταση που θα παραλάβει η δικτατορία του προλεταριάτου8.

Αξίζει να αναφερθούμε σε μια κριτική της κολεκτιβοποίησης και της κοινωνικοποίησης των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής που συχνά γίνεται στο όνομα του μαρξισμού. Πυρήνας της είναι ότι η εμβάθυνση του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής και διοίκησης δεν αποτελεί τίποτα άλλο από μια βουλησιαρχία των κομμουνιστών, αντίθετη με τους νόμους εξέλιξης της οικονομίας και της κοινωνίας. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο της «Καθημερινής» που ασκεί κριτική στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό:

«Διαπιστώνουν λοιπόν οι "ιδεολογικές επεξεργασίες" ότι μετά τον θάνατο του Στάλιν και της βούλησής του διακόπτεται η "οικοδόμηση του σοσιαλισμού". Θεωρεί ότι μέχρι τότε η "οικοδόμηση του σοσιαλισμού" υπήρξε "συνεπής", ότι ο Στάλιν και το σταλινικό κόμμα οργάνωσαν και διαμόρφωναν τις "σοσιαλιστικές κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις". Περίπλοκες και πολύχρονες διαδικασίες, όπως η διαμόρφωση νέων παραγωγικών σχέσεων, κυρίως σχέσεων ιδιοκτησίας, συναιρούνται, απλοποιούνται και ευτελίζονται σε μια σειρά κομματικών και κρατικών αποφάσεων»9.

Παραμερίζοντας την καταφυγή στο γνωστό απάγκιο της «προσωπολατρίας», οφείλουμε να μιλήσουμε για το σκληρό πυρήνα αυτής της κριτικής. Οι κομμουνιστές δεν αμφισβήτησαν ποτέ ότι το πλαίσιο της ταξικής πάλης διαμορφώνεται έξω από τη θέληση του ανθρώπου, από το συγκεκριμένο επίπεδο ωριμότητας της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και τη διαμόρφωση των αντίστοιχων σχέσεων παραγωγής. Ποτέ όμως οι κομμουνιστές δεν ισχυρίστηκαν ότι η εφαρμογή των γενικών τάσεων της κίνησης της οικονομίας και της κοινωνίας δεν περνούν μέσα από μια συγκεκριμένη δράση. Ποτέ δεν υποστήριξαν ότι εφόσον ο σοσιαλισμός - κομμουνισμός είναι μια νομοτέλεια, δεν έχουμε τίποτα άλλο να κάνουμε από να τον αναμένουμε με σταυρωμένα χέρια, όπως το διάσημο γουρούνι του Τζορτζ Οργουελ στη «Φάρμα των ζώων». Οι Μαρξ και Ενγκελς διασαφήνισαν ότι «η ιστορία της κάθε κοινωνίας ως τα σήμερα είναι η ιστορία των ταξικών αγώνων»10, απορρίπτοντας την παρουσίαση της εξέλιξης ως την ανέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων μέσα στα πλαίσια ενός παραγωγικού ή τεχνολογικού ντετερμινισμού.

Ειδικότερα μέσα στα πλαίσια της δικτατορίας του προλεταριάτου, της απαρχής «του βασιλείου της ελευθερίας», η συνειδητή δραστηριότητα όλο και ευρύτερων μαζών είναι αναγκαία για την εμβάθυνση του σοσιαλισμού, για να ανοίξει ο δρόμος για το πέρασμα από την προϊστορία στην ιστορία της ανθρωπότητας11. Σε αυτές τις συνθήκες, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είναι η προϋπόθεση, αλλά δεν ταυτίζεται από μόνη της με την ιστορική εξέλιξη και το σοσιαλισμό. Η πολιτική του κόμματος δεν μπορεί παρά να κατευθύνεται στην όλο και περισσότερο ενεργό συμμετοχή της μεγάλης μάζας του πληθυσμού σε κάθε πλευρά της πολιτικής ζωής και στην εμβάθυνση του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής και διοίκησης12.

Τα πεντάχρονα πλάνα και οι διωγμοί

Η εφαρμογή του πρώτου πεντάχρονου πλάνου ξεκίνησε την 1η Οκτωβρίου 1928 και με σκοπό να ολοκληρωθεί σε πέντε χρόνια. Μέχρι τότε, ο καπιταλιστικός σχεδιασμός αφορούσε το επίπεδο της επιχείρησης, αλλά άφηνε το σύνολο της οικονομίας να διέπεται από τους «τυφλούς» κανόνες της. Για πρώτη φορά η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας προσπαθεί να επέμβει συνειδητά σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Το 1929 η έναρξη της κολεκτιβοποίησης συναντά την αύξηση των εγκληματικών αντεπαναστατικών ενεργειών (9 φορές περισσότερες σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά13), η πλειοψηφία των οποίων θα στραφούν ενάντια στους απεσταλμένους στην ύπαιθρο κομμουνιστές βιομηχανικούς εργάτες, αλλά και σε όσους πρωτοστατούσαν στο κολεκτιβίστικο κίνημα14. Κυρίαρχη τάση στην αστική και οπορτουνιστική βιβλιογραφία αποτελεί η θέση ότι η πλειοψηφία των επιθέσεων αποτελούσε αντίδραση του συνόλου των αγροτών κατά της σοβιετικής εξουσίας. Η πραγματικότητα όμως δηλώνει το αντίθετο. Η ερευνήτρια Viola Lynne, παρότι αποδέχεται την άποψη του μαζικού διωγμού όλων των αγροτών, στην προσπάθειά της να τη στηρίξει πέφτει σε αντίφαση, μιας και ισχυρίζεται ότι πάνω από τις μισές εγκληματικές ενέργειες προέρχονταν από τους κουλάκους και ούτε το ένα τέταρτο από φτωχούς αγρότες15.

Έτσι και αλλιώς, ακόμα και η ευθεία αντιστοίχιση της διαστρωμάτωσης της αγροτιάς με τη συνειδητοποίηση των συμφερόντων της είναι λανθασμένη. Σε καμιά επανάσταση ως σήμερα η ταξική πάλη δε σημαίνει και έναν καθαρό διαχωρισμό των τάξεων, ενώ ο Μαρξ τόνιζε πάντα τη διαφορά ανάμεσα στην ύπαρξη μιας τάξης και στη συνειδητοποίηση των συμφερόντων της16. Οι κουλάκοι χρησιμοποίησαν την οικονομική τους δύναμη και το κύρος τους για να προσεταιριστούν τις μάζες των εκμεταλλευόμενων και να διατηρήσουν την κυριαρχία τους, όπως και όλες οι άλλες μειοψηφούσες εκμεταλλεύτριες τάξεις17. Η προσπάθειά τους βρήκε πρόσφορο έδαφος στη θρησκοληψία, στις ριζωμένες παραδόσεις και στο χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο των εκμεταλλευόμενων λαϊκών στρωμάτων.

Αυτό το χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο και τις αντεπαναστατικές ενέργειες κάποιων φτωχών και μεσαίων αγροτών εκμεταλλεύονται μια σειρά ιστοριογράφων για να πουν ότι εν τέλει είχε δίκιο ο Μπουχάριν και ότι χρειαζόταν μια ευρεία διαφωτιστική προσπάθεια πριν από την έναρξη της κολεκτιβοποίησης. Η θέση αυτή έχει πολλά τρωτά σημεία. Πρώτα απ' όλα, η κολεκτιβοποίηση συνοδεύτηκε από προσπάθεια για την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και ιδεολογικής διαπάλης στα πλαίσια της υπαίθρου. Είναι χαρακτηριστικό ότι αστοί ιστοριογράφοι καταγράφουν την υποτιμητική έννοια που προσέδιδε η σοβιετική προπαγάνδα στις εκμεταλλεύτριες τάξεις18 και την προσπάθεια να αποτραβηχτεί η νεολαία από τη μοιρολατρία, τη θρησκοληψία και τις ριζωμένες παραδόσεις που την κρατούσαν δέσμια της εκμετάλλευσης19. Την ίδια στιγμή η σοβιετική εξουσία προσπαθούσε να κτίσει σχολεία, να καταπολεμήσει τον αναλφαβητισμό και γενικά να εκπληρώσει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την άνοδο του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου. Ομως, η αλλαγή της συνείδησης του λαού δεν μπορούσε να έρθει ως αποτέλεσμα της αλλαγής των υλικών συνθηκών διαβίωσης, μιας και τα δύο αυτά καθήκοντα ήταν διαλεκτικά δεμένα με τον αγώνα για την κατάπνιξη των εκμεταλλευτριών τάξεων. Δεύτερον, αυτή η ταυτόχρονη προσπάθεια ανόδου του επιπέδου της φτωχής και της μεσαίας αγροτιάς γινόταν μέσα σε δύσκολες συνθήκες. Η πρωτόγνωρη αυτή προσπάθεια έπρεπε να συνδυαστεί με το καθήκον η Σοβιετική Ενωση να καλύψει μέσα σε δέκα χρόνια την απόσταση που κάλυψαν οι αναπτυγμένες καπιταλιστικές δυνάμεις μέσα σε 50-100 χρόνια20.

Η συνθετότητα του επιδιωκόμενου στόχου σε συνδυασμό με την κατάσταση του κομματικού και κρατικού δυναμικού, που σημαδευόταν από τις ελλείψεις της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούσε, ερμηνεύουν σε μεγάλο βαθμό τα λάθη και τις στρεβλώσεις της κολεκτιβοποίησης. Μια σειρά αποφάσεων του μπολσεβίκικου κόμματος και άρθρων του Στάλιν επισημαίνουν αυτά τα ζητήματα και κατακρίνουν τις διοικητικές αποφάσεις και τα γραφειοκρατικά διατάγματα21. Οι αστοί και οπορτουνιστές ιστοριογράφοι συνεχίζουν να βλέπουν αυτές τις αποφάσεις ως υποκριτικές, «λησμονώντας» πως παρόμοιες δυσκολίες συνάντησε και η αρχική προσπάθεια των μπολσεβίκων να διαμορφώσουν μια συμμαχία με τη μεσαία αγροτιά την επομένη της επανάστασης22.

Το καίριο σημείο για την αξιολόγηση αυτής της διαδικασίας είναι το ποιον εν τέλει ωφέλησε. Ο πρωτοπόρος του γαλλικού αναθεωρητισμού Jean Ellenstein, αν και ασκεί σφοδρή κριτική στην πολιτική της εργατικής εξουσίας γι' αυτή την περίοδο, παραδέχεται ότι η κολεκτιβοποίηση της γης, και γενικότερα η κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, οδήγησε σε οικονομική ανάπτυξη και μάλιστα με άμεσο αντίκρισμα στο βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Οι μισθοί αυξήθηκαν, οι τιμές έπεσαν και σε συνδυασμό με την άνοδο των προγραμμάτων κοινωνικών παροχών(δημιουργία καθολικού συστήματος υγείας και παιδείας, επιδόματα, φθηνή παροχή θέρμανσης, παροχή γευμάτων στα σχολεία και στους τόπους δουλειάς κλπ.) συνετέλεσαν σε μια εντυπωσιακή βελτίωση των συνθηκών ζωής23.

Οι διώξεις

Η δεκαετία του 1930 συνηθίζεται να αναφέρεται από πολλούς ιστοριογράφους ως η περίοδος του «μεγάλου τρόμου». Για να αποδείξουν αυτό το χαρακτηρισμό τους, αναφέρονται σε μια πληθώρα γεγονότων, όπως οι διώξεις αστών ειδικών και στρατιωτικών στελεχών και οι δίκες της Μόσχας.

Ενα από τα πρώτα προβλήματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η επανάσταση, στη διαδικασία στερέωσης της εξουσίας της, ήταν η έλλειψη ειδικών σε διάφορους τομείς της παραγωγής. Η ανάγκη της χρησιμοποίησης των αστών ειδικών έχει να κάνει άμεσα με την αντίστοιχη ανωριμότητα του προλεταριάτου να αναλάβει τη διοίκηση όλων των πλευρών της οικονομίας και της κοινωνίας την επομένη μιας προλεταριακής επανάστασης. Ο Λένιν τόνιζε ότι είναι ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα της μεταβατικής περιόδου από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό και πρόκρινε τη χρησιμοποίηση των αστών ειδικών μέχρι ολόκληρη η εργατική τάξη να κατοχυρώσει όχι νομικά, αλλά στην πράξη τη διοίκηση ολόκληρου του οικονομικοκοινωνικού σχηματισμού, δίχως να αρνείται τους κινδύνους αυτού του εγχειρήματος24. Οπως ήταν φυσικό, το σταδιακό δυνάμωμα της εργατικής εξουσίας μείωνε όλο και περισσότερο τις αρμοδιότητες των αστών ειδικών. Συνάμα, σταδιακά εξαλειφόταν η εκμεταλλευτική τάξη με την οποία σχετίζονταν. Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, οι αστοί ειδικοί χρησιμοποίησαν την ιδιαίτερη θέση τους στην παραγωγή, προκειμένου να θέσουν φραγμούς στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Προχώρησαν σε δολιοφθορές στην παραγωγή, οι οποίες διόλου τυχαία πραγματοποιήθηκαν την ίδια περίοδο που άρχισαν να εκδηλώνονται οι διώξεις των κουλάκων και των υπόλοιπων καπιταλιστών. Η αστική και οπορτουνιστική ιστοριογραφία συχνά αμφισβητεί την ύπαρξη τέτοιων ενεργειών, λέγοντας ότι σχεδιάστηκαν από την ίδια τη σοβιετική εξουσία με σκοπό τη δικαιολόγηση των αδυναμιών στην παραγωγή25. Ωστόσο, τα οικονομικά στοιχεία αυτής της περιόδου, με εξαίρεση δύο κακές σοδειές στην αγροτική οικονομία, δείχνουν μια μεγέθυνση όλων των άλλων τομέων της σοβιετικής οικονομίας και μάλιστα με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Μετά από το φανέρωμα αυτής της απάτης προκύπτει εύλογα το ερώτημα: Ποιο θα ήταν το όφελος της σοβιετικής εξουσίας να προχωρήσει σε διώξεις των αστών ειδικών και μάλιστα σε μια περίοδο που συνέχιζαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, αν αυτοί δεν προχωρούσαν πράγματι σε μια προσπάθεια αποδυνάμωσης της σοβιετικής εξουσίας;

Το μόνο που μπορούμε να προσθέσουμε εμείς είναι ότι υπάρχει μια αντίφαση ανάμεσα στις προσπάθειες καταστολής των αντισοσιαλιστικών ενεργειών των αστών ειδικών και της ταυτόχρονης εκχώρησης προνομίων σε αυτούς. Η συνθήκη αυτή μπορεί να είναι αναγκαστική σε μια φάση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αλλά το παράδοξο έγκειται στο γεγονός ότι εκτείνεται σε όλη τη διάρκεια ύπαρξης της Σοβιετικής Ενωσης, καταργώντας την αρχή για ορισμό του εισοδήματος με βάση το χρόνο εργασίας26 και ανανεώνοντας την αποκοπή ακόμα και των νέων Σοβιετικών ειδικών από την κοινωνική ολότητα.

Επίσης, μεγάλο φάσμα της αστικής και οπορτουνιστικής κριτικής της περιόδου καταλαμβάνουν και οι διώξεις στα πλαίσια του στρατεύματος, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι αυτές δυσχέραναν την άμυνα της Σοβιετικής Ενωσης στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αλήθεια είναι διαφορετική. Μέσα στα πλαίσια του Κόκκινου Στρατού δραστηριοποιούνταν ομάδες με στόχο την ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας. Η σύνδεση πολλών από αυτές τις ομάδες με τις επιδιώξεις της ναζιστικής Γερμανίας επιβεβαιώνεται από μια πληθώρα αστικών πηγών που εκτείνονται από τον Τσόρτσιλ ως την τσέχικη κυβέρνηση και τον Τοκάγιεφ27. Ακόμα όμως και στις περιπτώσεις εκείνες που αξιωματικοί του παλιού καθεστώτος ή καινούριοι που διακατέχονταν από εχθρότητα απέναντι στη σοβιετική εξουσία, δεν ήταν άμεσα αναμεμειγμένοι σε αντεπαναστατικές ενέργειες και πάλι είναι ένα ερώτημα το αν και κατά πόσο θα ήταν δυνατό να διατηρηθούν στις θέσεις τους σε μια κατάσταση προετοιμασίας πολέμου και σε μια χρονική περίοδο που ο επιδιωκόμενος πολιτικός στόχος ήταν η δυνατότητα άμεσης δράσης του στρατού.

Πέρα από την αστική κριτική που ασκείται στο ζήτημα του στρατού, χρειάζεται να δούμε και ποια θα πρέπει να είναι η αντιμετώπισή του μέσα στα πλαίσια της δικτατορίας του προλεταριάτου. Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι οι Μαρξ και Λένιν τόνιζαν τη σημασία μιας διαφορετικής λειτουργίας του στρατού μέσα στα πλαίσια της εργατικής εξουσίας, αντιπαρατάσσοντας στον αστικό στρατό τον ένοπλο λαό28. Από αυτή τη σκοπιά μιλώντας, στη Σοβιετική Ενωση ο θεσμός του πολιτικού επιτρόπου καταργήθηκε το 1927 για να επαναφερθεί το 193729 και γενικότερα υιοθετήθηκε ένας τεχνικός μη πολιτικός ρόλος του στρατού. Το αποτέλεσμα ήταν να κάνουν την εμφάνισή τους μέσα στα πλαίσια των μονίμων στρατιωτικών δείγματα αστικής νοοτροπίας, ενώ ο στρατός απομακρυνόταν όλο και περισσότερο από την τροφοδότρια δύναμή του, την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Αν προβάλλουμε αυτό το χαρακτηριστικό και στα υπόλοιπα σώματα ασφαλείας σε όλη την ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης, θα δούμε ακόμα περισσότερο τη σημασία του. Το ΚΚΕ σήμερα, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει μια ολόκληρη σειρά τέτοιων ζητημάτων, τονίζει τη σημασία του εργατικού ελέγχου του στρατού στα πλαίσια του σοσιαλισμού30.

Υπάρχει ένα ακόμα ζήτημα που κατέχει την κορυφή στις θέσεις της αστικής και της οπορτουνιστικής βιβλιογραφίας. Πρόκειται για τις δίκες της Μόσχας, που τις περισσότερες φορές παρουσιάζονται ως η κατάληξη του σχεδίου του Στάλιν για την εξόντωση των μπολσεβίκων ηγετών31. Μια τέτοια προσέγγιση σκοντάφτει σε μια σειρά από αντιφάσεις. Είναι κοινώς ομολογούμενο ότι η πολιτική γραμμή του Στάλιν ήταν κυρίαρχη από τις αρχές του '30. Παρ' όλα αυτά οι εσωκομματικοί αντίπαλοι όχι μόνο δεν εξοντώθηκαν, αλλά επανεντάχθηκαν στο κόμμα (με εξαίρεση τον Τρότσκι) πριν από το «συνέδριο των νικητών» (17ο Συνέδριο - 1934).

Οι δίκες της Μόσχας μπορούν να ερμηνευθούν μόνο ενταγμένες μέσα στις συνθήκες στις οποίες διεξήχθησαν. Πρόκειται για μια εποχή προετοιμασίας της Σοβιετικής Ενωσης σε σχέση με τον επερχόμενο παγκόσμιο πόλεμο. Η σοβιετική εξουσία προσπαθεί να σταθεροποιηθεί στο εσωτερικό μέσα από όλο και πιο ευρείες κοινωνικές συμμαχίες που κατοχύρωνε το Σύνταγμα του 1936. Συνάμα, απαραίτητος παράγοντας ήταν η ενιαία δράση του κόμματος και του κράτους. Την ίδια εποχή ο Τρότσκι έχει περάσει στη θέση της ανατροπής της σοβιετικής ηγεσίας και οι οπαδοί του μετατοπίζονται από τη φραξιονιστική δραστηριότητα στο εσωτερικό των κομμουνιστικών κομμάτων και της Διεθνούς, στη δημιουργία αντιπολιτευόμενων κομμάτων. Επαφή με τον Τρότσκι φαίνεται να είχαν και οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ. Εξάλλου, αυτός είναι ο λόγος που ο Μπουχάριν θεωρούσε προδοτικές όλες τις παλιές ομάδες του κόμματος στις καινούριες συνθήκες32. Επομένως, ανεξάρτητα από τις υπερβολές στις διώξεις της περιόδου 1936-193833, η σοβιετική εξουσία στην ουσία απαντούσε στις αντικαθεστωτικές πράξεις, μιας και οι σκοποί των αντιφρονούντων και του γερμανικού ιμπεριαλισμού συνέκλιναν και μια αντεπαναστατική δραστηριότητα την περίοδο που η Σοβιετική Ένωση θα δεχόταν επίθεση θα μπορούσε να αποβεί καταστροφική.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονίσουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις του Συντάγματος του 1936 οδήγησαν στην αποσύνδεση της εκλογικής διαδικασίας από την παραγωγική μονάδα και την έκαναν να προσομοιάζει στον αστικό κοινοβουλευτισμό34.

Οξύνεται η ταξική πάλη στο σοσιαλισμό;

Το παραπάνω ερώτημα θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένα από τα πιο διαφιλονικούμενα για την «περίοδο Στάλιν». Καταρχήν, όταν μιλάμε για όξυνση της ταξικής πάλης, δε μιλάμε απλά και μόνο για τους παλιούς βιομήχανους και τους κουλάκους. Η προσπάθεια του πρώτου εργατικού κράτους, αν και εστιάζεται σε αυτούς, έχει να κάνει και με νέες προσπάθειες εκμετάλλευσης που γεννιούνται στο έδαφος της σοβιετικής εξουσίας. Οι νέπμεν, η αναβίωση του κουλάκου που μισθώνει εργασία στην ύπαιθρο, η παρουσία των αστών τεχνικών μέσα στα πλαίσια της δικτατορίας του προλεταριάτου, αλλά ακόμα και ένα κομμάτι της εργατικής τάξης και του μπολσεβίκικου κόμματος, το οποίο, καταλαμβάνοντας τα κρίσιμα πόστα του κρατικού μηχανισμού, αποκόβεται από τους σκοπούς του κόμματος και της εργατικής τάξης35, είναι κοινωνικές ομάδες που σε διαφορετικά σημεία εξέλιξης της ταξικής πάλης έρχονται αντικειμενικά σε σύγκρουση με την εργατική εξουσία και την προσπάθεια εμβάθυνσης των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής36. Διότι ο σοσιαλισμός δεν είναι τίποτα άλλο από την ατελή μορφή του κομμουνισμού, μέσα στα όρια του οποίου συνεχίζεται η ταξική διαπάλη. Η ιστορική επιβεβαίωση ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να παρουσιάσει πισωγυρίσματα, ακόμα και να χάσει, απέδειξε - με τον πιο τραγικό τρόπο - τη σύνδεσή του με την ταξική πάλη. Κατά συνέπεια, όταν μιλάμε για τη νίκη της δικτατορίας του προλεταριάτου οφείλουμε να μην αναφερόμαστε μόνο στην εξάλειψη των υπαρχουσών εκμεταλλευτριών τάξεων, αλλά πολύ περισσότερο(όπως επισημαίνει ο Λένιν) στη δημιουργία ενός τέτοιου πλαισίου που θα επιτρέπει την ύπαρξη και την αναπαραγωγή της σοβιετικής εξουσίας37. Τέλος, ένα ακόμα καθοριστικό στοιχείο για να προσδιορίσουμε το αν η ταξική πάλη οξύνεται έχει να κάνει και με την έκβαση της ταξικής πάλης σε διεθνές επίπεδο, η οποία μοιραία αντανακλάται και στο εσωτερικό της χώρας.

Βέβαια, δεν είναι λίγοι και αυτοί που υποστηρίζουν ότι η ταξική πάλη υπάρχει, αλλά δεν οξύνεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Χρουστσόφ, που υποστήριξε ότι η λενινιστική λογική της όξυνσης της ταξικής πάλης38 σταματά το 1920 (πριν από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου και του πολεμικού κομμουνισμού!!!), μιας και ο Λένιν έδωσε εντολή για παύση των εκτελέσεων39. Η αλήθεια είναι ότι το διάστημα που θα διαρκέσει η όξυνση της πάλης, τουλάχιστον με την εγχώρια αστική τάξη, εξαρτάται από την κατάσταση που θα παραλάβει η δικτατορία του προλεταριάτου.

Παραπομπές

1. Τσίπκο Αντρέι, «Οι πηγές του σταλινισμού», εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1989.

2. Μαρξ Καρλ, «Το εβραϊκό ζήτημα» (σελ. 73-74), εκδόσεις «Οδυσσέας», Αθήνα 1999.

3. Ενδεικτικά βλ. Davies Robert William, «Changing economic systems: an overview» (p. 8-10) στο «The Economic Transformation of the Soviet Union, 1913-1945», Cambridge University Press, Cambridge 1994.

4. Λένιν Βλαντιμίρ, «Κράτος και επανάσταση» (σελ. 5), στα «Απαντα» του Λένιν τ. 33, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1986.

5. Βλ. Λούξεμπουργκ Ρόζα, «Η ρωσική επανάσταση» (σελ. 54), εκδόσεις «Κοροντζή», Αθήνα 1978.

6. Λένιν Βλαντιμίρ, «Ο αριστερισμός, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», στα «Απαντα» του Λένιν, τ. 41 (σελ. 47-48), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983.

7. Ενγκελς Φρίντριχ, Πρόλογος του 1891 στο έργο του Καρλ Μαρξ: «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία» στο «Μαρξ - Ενγκελς: Διαλεχτά έργα» (Β΄, 576), εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Μόσχα 1951.

8. Βλ. ΚΕ του ΚΚΕ, «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό», εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 2008.

9. Εφημερίδα «Καθημερινή» 7/9/2008.

10. Βλ. Μαρξ Καρλ - Ενγκελς Φρίντριχ, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» (σελ. 18), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1994.

11. Βλ. Μαρξ Καρλ, «Η κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» (σελ. 24), εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1978.

12. Βλ. ΚΕ του ΚΚΕ, «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό» (σελ. 25), εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 2008.

13. Οι επιθέσεις πολιτικού χαρακτήρα θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα για κάποια χρόνια ακόμα. Μόνο έπειτα από τη χρονική περίοδο 1932-1933, μπορούμε να μιλήσουμε για μια πτώση των αριθμών.

14. Βλ. Lynne Viola, «Peasant Rebels under Stalin» (p. 102-111), Oxford University Press, New York & Oxford, 1996. Σ

15. Ο.π. (p. 113-114).

16. Ο διαχωρισμός αυτός έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία για τους αγρότες που δε θα μπορούσαν ποτέ να εφαρμόσουν μια αυτόνομη πολιτική.

17. Μαρξ Καρλ, «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848-1850» (σελ. 42-47), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2000. Εδώ περιγράφεται η κυριαρχία της αστικής τάξης στην επανάσταση του 1848, μέσα από τη χρησιμοποίηση της δύναμης του προλεταριάτου και των μικροαστών. Αδιαμφισβήτητα, όταν μιλάμε για τους μικρομεσαίους αγρότες που δεν μπορούν να καταρτίσουν ένα αυτόνομο σχέδιο για την εξουσία, το χαρακτηριστικό αυτό γίνεται ακόμα πιο έντονο.

18. Βλ. Fitzpatrick Sheila, «Ascribing the class: the construction of social identity in Soviet Russia», στο «Stalinism: New Directions» (p. 32), Routledge Editions, London & New York 2000.

19. Brown John, «I Saw for Myself» (p. 219-220), Sewlyn and Blount Editions, London n.d.

20. Στάλιν Ιωσήφ, «Τα καθήκοντα των οικονομικών στελεχών», στα «Απαντα» του Στάλιν, τ. 13, εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ, Μόσχα 1953.

21. Βλ. ενδεικτικά Στάλιν Ιωσήφ, «Ιλιγγος από τις επιτυχίες» (σελ. 222-223), στα «Απαντα» του Στάλιν, τ. 12, εκδόσεις Γνώσεις χ.χ.

22. Λένιν Βλαντιμίρ, «Το VIII συνέδριο του Κ.Κ.Ρ.(μπ.)», στα «Απαντα» του Λένιν, τ. 38 (σελ. 207), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1982.

23. Ellenstein Jean, «Η ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης» (σελ.314-318) τ. 1, εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1980.

24. Λένιν Βλαντιμίρ, «VII συνέδριο του Κ.Κ.Ρ.(μπ.)», στα «Απαντα» του Λένιν, τ. 38, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1982.

25. Βλ. ενδεικτικά Werth Nicolas, «Ενα κράτος εναντίον του λαού του» (σελ. 169-170) στο «Η μαύρη βίβλος του κομμουνισμού», εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2001.

26. Βλ. ΚΕ του ΚΚΕ, «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό» (σελ. 9-10), εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 2008.

27. Βλ. ενδεικτικά τις αναφορές σχετικά με την υπόθεση Τουχατσέφσκι στον Μάρτενς Λούντο, «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν» (σελ. 253-274), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1997.

28. Μαρξ Καρλ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία» (σελ. 620-621) στο «Μαρξ Καρλ - Ενγκελς Φρίντριχ: Διαλεχτά έργα», εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Μόσχα 1951 και Λένιν Βλαντιμίρ, «Κράτος και επανάσταση» (σελ. 35-40), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1975.

29. Μάρτενς Λούντο, «Μια άλλη ματιά στο Στάλιν» (σελ. 253), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1997.

30. ΚΕ του ΚΚΕ ο.π.

31. Μεντβέντεφ Ζόρες - Μεντβέντεφ Ρόι, «Ο άγνωστος Στάλιν», εκδόσεις «Καστανιώτης», Αθήνα 2004.

32. Μίκλος Κουν, «Μπουχάριν» (σελ. 349), εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1998.

33. ΚΕ του ΚΚΕ, «Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το Σοσιαλισμό» (σελ. 17), εκδόσεις ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 2008.

34. Ο.π. (σελ. 28-29).

35. Λένιν Βλαντιμίρ, «Κάλλιο λιγότερα αλλά καλύτερα» (σελ. 399-400), στα «Απαντα» του Λένιν, τ. 45, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1984.

36. Αναφορικά με τα στελέχη του κρατικού μηχανισμού είναι χαρακτηριστικός ο σκοπός για τον οποίο γίνονται και οι δύο εκκαθαρίσεις μέσα στα πλαίσια του κόμματος. Η πρώτη το 1921-1922 και η δεύτερη το 1929-1930.

37. Βλ. Λένιν Βλαντιμίρ, «Τα άμεσα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας» στα «Απαντα» του Λένιν, τ. 36 (σελ. 97), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1983.

38. Λένιν Βλαντιμίρ, «ΙΧ συνέδριο του Κ.Κ.Ρ.(μπ.)», στα «Απαντα» του Λένιν, τ. 40 (σελ. 244), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1982.

39. Χρουστσόφ Νικίτα, «Η "μυστική έκθεση" στο 20ό συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε.», εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 1989.

 

Του Κώστα Σκολαρίκου _Ριζοσπάστης
8 & 15 Φλεβάρη 2009

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ℹ️ Η αντιγραφή και χρήση (αναδημοσίευση κλπ) αναρτήσεων στο σύνολό τους ή αποσπασματικά είναι ελεύθερη, με απλή αναφορά στην πηγή

ℹ️ Οι περισσότερες εικόνες που αναπαράγονται σε αυτόν τον ιστότοπο είναι πρωτότυπες ή μακέτες δικές μας.
Κάποιες που προέρχονται από το διαδίκτυο, αν δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο τις θεωρούμε δημόσιες χωρίς «δικαιώματα» ©®®
Αν υπάρχει πηγή την αναφέρουμε πάντα

Τυχόν «ιδιοκτήτες» φωτογραφιών ή θεμάτων μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν μαζί μας για διευκρινήσεις με e-mail.


ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ

🔻 Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Αν σχολιάζετε σαν «Ανώνυμος» καλό είναι να χρησιμοποιείτε ένα διακριτικό όνομα, ψευδώνυμο, ή αρχικά

🔳 ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:

Α) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
Β) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Γ) εκτός θέματος ανάρτησης
Δ) με ασυνόδευτα link (spamming)

Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά - όχι "Greeklings"