24 Μαρτίου 2025

Θεόφιλος_ αυτός ο τρελός στο μυαλό και σοφός στα χέρια ζωγράφος της λαϊκής ρωμιοσύνης

 
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας φτωχός φουστανελάς που είχε τη μανία να ζωγραφίζει. Τον έλεγαν Θεόφιλο. Τα πινέλα του τα κουβαλούσε στο σελάχι του, εκεί που οι πρόγονοί του βάζαν τις πιστόλες και τα μαχαίρια τους. Τριγύριζε στα χωριά της Μυτιλήνης, τριγύριζε στα χωριά του Πηλίου και ζωγράφιζε. Ζωγράφιζε ό,τι του παράγγελναν, για να βγάλει το ψωμί του. Υπάρχουν στον Άνω Βόλο κάμαρες ολόκληρες ζωγραφισμένες από το χέρι του, καφενέδες στη Λέσβο, μπακάλικα και μαγαζιά σε διάφορα μέρη που δείχνουν το πέρασμά του ― αν σώζουνται ακόμη και δεν τα καταβρόχθισε η αστική καπιταλιστική ανάπτυξη. Ο κόσμος τον περιγελούσε. Του έκαναν μάλιστα και αστεία τόσο χοντρά, που κάποτε τον έριξαν κάτω από μιαν ανεμόσκαλα και του σπασαν ένα δυο κόκαλα, αυτός ωστόσο, δεν έπαυε να ζωγραφίζει σε ό,τι έβρισκε. Είδαμε στο Μουσείο του _στη Βαρειά, εκεί όπου γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά του χρόνια ο λαϊκός ζωγράφος, πίνακές του φτιαγμένους πάνω σε κάμποτο, σε πρόστυχο χαρτόνι, σε ότι εύρισκε. Ένα μουσείο που φυσικά δεν κατασκευάστηκε από το νυν και αεί αστικό μας κράτος, ούτε φυσικά συντηρείται από αυτό: για την ιστορία, πριν 60+ χρόνια ο Στρατής Ελευθεριάδης (Tériade) φημισμένος καλλιτεχνικός εκδότης στο Παρίσι _τότε με έξοδα του το δώρισε σε άριστη κατάσταση κτισμένο με μυτιληνιά πέτρα σε χρώμα ροδί, που ταιριάζει απόλυτα με τον απέραντο ελαιώνα που το περιβάλλει στο Δήμο της Μυτιλήνης μαζί με 86 πίνακες του Θεόφιλου, από την ιδιωτική του συλλογή. Αποτελείται από τέσσερις συνεχόμενες αίθουσες, μέσα στις οποίες υπάρχουν 86 ζωγραφικοί πίνακες του Θεόφιλου. Τα θέματα των πινάκων είναι παρμένα από την Ιστορία, Μυθολογία, Λαογραφία. Αναπαριστούν επίσης σκηνές από την καθημερινή ζωή, ενδυμασίες, τοπία κ.ά.

Ξαναγυρνώντας στον καλλιτέχνη και στους πίνακές του: τους σνόμπαραν αστοί και μικροαστοί και τους θαύμαζαν μόνο κάτι νέοι που τους έλεγαν ανισόρροπους οι ακαδημαϊκοί. Έτσι κυλούσε η ζωή του και πέθανε ο Θεόφιλος. Το επιμύθιο αυτής της ιστορίας είναι ότι «λαϊκή παιδεία δε σημαίνει μόνο να διδάξουμε το λαό αλλά και να διδαχτούμε από το λαό» _Γιώργος Σεφέρης, «Δοκιμές», εκδ. Ίκαρος.
«Άστεγος, περιπλανώμενος, παραμυθάς, αν και τραυλός. Έπαιζε ακορντεόν κι αυτοσχεδίαζε κλέφτικα τραγούδια. Βρώμικος, ψειριασμένος. Φουστανελοφορεμένος και με στολίδια, ολοχρονίς σαν Μεγαλέξανδρος. Καμιά γυναίκα δεν τον ήθελε. Οι μεγάλοι των φώναζαν αχμάκη (αφελής, κουτός, βραδύνους). Τα παιδιά τον πετροβολούσαν. Τύπος παράξενος, σαλός. Ένας «φτωχούλης του θεού», με σπάνια «προίκα» στην ψυχή και στο ζερβί του χέρι». Έτσι περιγράφουν οι μαρτυρίες τον μέγιστο λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο (Θεόφιλος Χατζημιχαήλ) που έφυγε από τη ζωή πρόωρα, άρρωστος και μόνος, στις 24 Μάρτη του 1934.

«Χρειάστηκε , όχι λίγες φορές, ν’ αντιμετωπίσει τη βαναυσότητα. Με το πρώτο σήμα κινδύνου, είχε το προσκλητήριό του έτοιμο. Κι ολάκερη τότε η παρακαταθήκη των Ηρώων και των αγωνιστών έμπαινε σε κίνηση, με τ’ αλόγατα, με τα δέντρα, με τα ποτάμια, έτοιμη ν’ απολογηθεί για λογαριασμό του. Ήταν άλλωστε η φύση και ο ήρωας, τα δυο μοναδικά πράγματα που καμιά δύναμη δεν μπορούσε να του αφαιρέσει» _«Όπως κι φανερή προσήλωσή στους ήρωες δεν είναι παρά η συμβολική ανάθεση των ελπίδων ενός ταπεινού που ζητά ν’ ακεραιωθεί μες στα αισθήματά του, προς τις δυνάμεις που ξεπερνούν τον άνθρωπο» Οδ. Ελύτης

Ο Γιάννης Τσαρούχης έγραφε πως ο Θεόφιλος «(…) κάθε 25η Μαρτίου, ντυνόταν με φουστανέλες και πήγαινε στο Βερχανέ του ελληνικού προξενείου». Ντυμένος με αυτά παρίστανε πατριωτικά και ηρωικά θέματα και μετά, μαζί με το «μπουλούκι» του, έβγαζε αναμνηστικές φωτογραφίες (κάποιες σώθηκαν στη Σμύρνη). «Δεν ξέρω την ιστορία όπως οι δάσκαλοι από τα βιβλία, την ξέρω όπως τη λέει ο τόπος και τα τραγούδια του. Η ιστορία είναι άνεμος που την καταλαβαίνεις όταν την ανασαίνεις» έλεγε ο Θεόφιλος.

ΘΕΟΦΙΛΟΣ
Αθάνατος λαϊκός ζωγράφος

Άστεγος, περιπλανώμενος, παραμυθάς, αν και τραυλός. Έπαιζε ακορντεόν κι αυτοσχεδίαζε κλέφτικα τραγούδια. Βρώμικος, ψειριασμένος. Φουστανελοφορεμένος και με στολίδια, ολοχρονίς σαν Μεγαλέξανδρος. Καμιά γυναίκα δεν τον ήθελε. Οι μεγάλοι των φώναζαν αχμάκη (αφελής, κουτός, βραδύνους). Τα παιδιά τον πετροβολούσαν. Τύπος παράξενος, σαλός. Ενας «φτωχούλης του θεού», με σπάνια «προίκα» στην ψυχή και στο ζερβί του χέρι. Ζωγράφιζε μικρομάγαζα και σπιτικά, για λίγη τροφή. Ετσι περιγράφουν οι μαρτυρίες τον - μετά θάνατο διεθνώς φημισμένο - λαϊκό ζωγράφο, τον οποίο οι καλλιτέχνες και διανοούμενοι της γενιάς του '30 θεωρούσαν «πατριάρχη τους» αναφορικά με την ελληνική πολιτιστική τους «ταυτότητα», Θεόφιλο Χατζημιχαήλ.

Περί αυτού και η μελέτη της ιστορικού της Μεθοδολογίας της Τέχνης, Άννας Χατζηγιαννάκη, που κυκλοφόρησε η εκδοτική «Κ. Αδάμ», εικονογραφημένη εξαιρετικά και πλουσιότατα, ανάλογα με τις εξεταζόμενες περιόδους του βίου και της ζωγραφικής, τις γνωστές από παλαιότερους μελετητές, αλλά και ελάχιστα γνωστές ή θολές πτυχές αυτού του δημιουργού - που έγινε ο συναρπαστικότερος «μύθος» της νεοελληνικής Λαϊκής Τέχνης.

 

Ο Θεόφιλος γεννήθηκε, μάλλον, το 1867. Στα δεκαπέντε του έφυγε από το χωριό του, τη Βαρειά της Μυτιλήνης για τη Σμύρνη (όπου έζησε 15-18 χρόνια). Τριαντάχρονος περίπου, πήγε εθελοντής στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Πρωτότοκος γιος του τσαγκάρη Γαβριήλ Κεφάλα και της Πηνελόπης, κόρης του Μοσχονησιώτη αγιογράφου Κωνσταντίνου, που στο επίθετό του είχε το πρόθεμα «Χατζή». Ο Θεόφιλος, από παιδάκι, κλεινόταν στο υπόγειο του σπιτιού του και έλεγε δικά του τραγούδια. Κι από παιδάκι «κολλημένος» δίπλα στον παππού του (όπως ανέφερε ο αξέχαστος λαογράφος Κίτσος Μακρής, ο οποίος γνώρισε τον Θεόφιλο και διέσωσε πολλές τοιχογραφίες και άλλες ζωγραφιές του στο Πήλιο και το Βόλο) «μπογιάτιζε» συνεχώς. Παιδί ακόμα από το θείο του έμαθε την τέχνη της τοιχογραφίας. Κι όπως διηγιόταν ο Οδυσσέας Ελύτης, ο αγιογράφος παππούς τα βράδια έλεγε στον εγγονό του Θεόφιλο ιστορίες για τον Μεγαλέξανδρο, τον Εκτορα, τον Ερωτόκριτο. «Πάντα κλεισμένο στον εαυτό του, χωρίς να αποχτήσει μήτε φίλους, μήτε εχθρούς», τον θυμόταν ο ένας αδελφός του. «Ποτές του δε θύμωνε ούτε βλαστημούσε. Ούτε πήγαινε στην εκκλησιά, ούτε μεταλάβαινε», ο άλλος.

Δεκαπεντάχρονος στις Αποκριές ντύθηκε σαν ήρωας του '21. Δεν ξανάβγαλε ποτέ τη φουστανέλα. Το χωριό τον κορόιδευε κι έτσι έριξε μαύρη πέτρα πίσω του. Πήγε στη Σμύρνη. Εμεινε στο σπιτικό της καλόψυχης Μυτιληνιάς χήρας Πολυξένης Χιλιαδά και βοηθούσε στις δουλιές. Οταν είχε χρόνο, έβγαζε μεροκάματο με τη ζωγραφική. Σώθηκαν κάποιες «πηγές» για τη ζωγραφική του στη Σμύρνη, όμως δε σώθηκε κανένας πίνακας ή τοιχογραφία του. Θαύμαζαν τα χρώματά του, μα εκείνος ποτέ δεν αποκάλυψε πώς ακριβώς τα έφτιαχνε. Ο ίδιος έφτιαχνε και τις στολές, τους θώρακες, τα ξίφη, τις ασπίδες που φορούσε. Ο Γιάννης Τσαρούχης έγραφε πως ο Θεόφιλος «(...) κάθε 25η Μαρτίου, ντυνόταν με φουστανέλες και πήγαινε στο Βερχανέ του ελληνικού προξενείου». Ντυμένος με αυτά παρίστανε πατριωτικά και ηρωικά θέματα και μετά, μαζί με το «μπουλούκι» του, έβγαζε αναμνηστικές φωτογραφίες (κάποιες σώθηκαν στη Σμύρνη).

Γύρω στα τριάντα του, έφυγε απ' τη Σμύρνη. Περιπλανήθηκε, μέχρι που έφτασε στο Βόλο, όπου κατατάχθηκε εθελοντής στον πόλεμο. Οπως έγραφε ο ίδιος, «βρέθηκε στις μάχες του Βελεστίνου και του Δομοκού, μαζί με άλλους αντάρτες». Κάποια έργα του αντανακλούν τα βιώματά του από τον πόλεμο. Μετά το τέλος του πολέμου έμεινε στις Μηλιές του Πηλίου, κοντά στο Βόλο. Εκεί τον γνώρισε ο Κίτσος Μακρής, που επισήμανε: «Οταν αντιπαραβάλλει κανένας φωτογραφίες του Θεόφιλου με έργα του, αναρωτιέται αν ο ζωγράφος έπλασε τις ζωγραφιές ή εκείνες τον ζωγράφο». Ο Πηλιορείτης προστάτης του Γιάννης Κοντός, που του παράγγειλε να φτιάξει προσωπογραφίες σε χαρτόνι, συνόψισε με μια φράση την περίπτωση Θεόφιλος: «Αυτός ήταν τρελός στο μυαλό και σοφός στα χέρια».

Ο Θεόφιλος ψωμοζούσε ζωγραφίζοντας παραγκοκαφενέδες κι άλλα φτωχομάγαζα. Κυρίως, όσα πουλούσαν τροφές. Κάμποσες αστείες ιστορίες σώζονται για ζωγραφιές του σε μαγαζάκια. Αντλούμε μία από τη μελέτη της Α. Χατζηγιαννάκη. Σ' ένα φούρνο ζωγράφισε πολλά ψωμιά. Ο φούρναρης αστειεύτηκε ότι έτσι που ζωγράφισε τα ψωμιά θα πέσουν. «Μόνο τα αληθινά ψωμιά πέφτουν, τα ζωγραφισμένα στέκονται», ανταπάντησε ο Θεόφιλος. Η υπογράφουσα παραθέτει και μια άλλη ιστορία που της διηγήθηκε ο αλησμόνητος Κίτσος Μακρής. Σε ένα γαλακτοπωλείο ο ιδιοκτήτης τού ζήτησε να ζωγραφίσει στην πρόσοψη του μαγαζιού μια αγελάδα. Και για πληρωμή θα του 'δινε λίγο γάλα ή γιαούρτι. «Πώς θες να ζωγραφίσω τη γελάδα, λυτή ή δεμένη;», ρώτησε ο Θεόφιλος τον γαλατά. «Ποια η διαφορά;», απόρησε εκείνος. «Αν είναι δεμένη θα πίνω κάμποσες μέρες γάλα». Τσιγκούνικα ο μαγαζάτορας, είπε «να είναι λυτή». Ετσι τη ζωγράφισε. Όμως, την άλλη ή την παράλλη μέρα έβρεξε πολύ και σβήστηκε η ζωγραφιά. Ο μαγαζάτορας θύμωσε με τον Θεόφιλο που χάθηκε η ζωγραφιά, μα εκείνος ατάραχος απάντησε: «Δε φταίω εγώ. Εσύ την ήθελες λυτή!».

Εξηντάχρονος, γερασμένος πρόωρα, γύρισε στη Μυτιλήνη ο Θεόφιλος. Εκεί ανακάλυψε τη δημιουργία του Θεόφιλου, τη δικαίωσε, την προστάτεψε και την πρόβαλε στην Ευρώπη ο Τεριάντ (Στρατής Ελευθεριάδης), που τον έβλεπε, κρατώντας μπαστούνα, με σαράβαλα τσαρούχια, που σόλιαζε ο ίδιος, με πετρώματα στο σελάχι του για να φτιάχνει χρώματα, να γυρνά «από ταβέρνα σε ταβέρνα, από χωριό σε χωριό, παίζοντας φυσαρμόνικα» και «τ' αλαφρογάλανα μάτια του καθρέφτιζαν θησαυρούς από χρώματα ευγενικά». Από τις 22 του Μάρτη του 1934 δεν τον ξανάδε κανείς. Παραμονή της 25ης Μάρτη τον βρήκαν νεκρό στο σπίτι του. Δεν ξαναντύθηκε ποτέ ήρωας του '21... Ομως, πέρασε - πρώτιστος και μέγιστος - στο Πάνθεον της Νεοελληνικής Λαϊκής Τέχνης.

Ριζοσπάστης 14 Οχτώβρη 2007
Ένθετη Έκδοση: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Αριστούλα Ελληνούδη

Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ (πραγματικό όνομα: Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας γεννήθηκε στη (στα;) Βαρειά Λέσβου το 1870 (;) κι εκεί άφησε την τελευταία του πνοή παραμονές του Ευαγγελισμού, πιθανότατα από τροφική δηλητηρίαση, στη Μυτιλήνη 22 ή 24 Μαρτίου 1934. Η ακριβής χρονολογία γέννησης του δεν είναι γνωστή, ωστόσο θεωρείται πως γεννήθηκε κατά το διάστημα 1867–1870 στη Βαρειά, ο πατέρας του, Γαβριήλ Κεφαλάς (ή Κεφάλας), ήταν τσαγκάρης ενώ η μητέρα του, Πηνελόπη Χατζημιχαήλ, ήταν κόρη αγιογράφου. Σε νεαρή ηλικία επέδειξε μέτριες σχολικές επιδόσεις, αλλά και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική, πάνω στην οποία απέκτησε βασικές γνώσεις δίπλα στον παππού του. Η ζωή του ήταν πολύ δύσκολη εξαιτίας του κόσμου που τον χλεύαζε, επειδή κυκλοφορούσε φορώντας την παραδοσιακή φουστανέλα. Σε ηλικία περίπου δεκαοκτώ εγκατέλειψε το οικογενειακό του περιβάλλον και εργάστηκε ως θυροφύλακας _«καβάσης», στο Ελληνικό Προξενείο της Σμύρνης. Εκεί έμεινε για μερικά χρόνια, πριν εγκατασταθεί στην πόλη του Βόλου, περίπου το 1897, αναζητώντας ευκαιριακές δουλειές και ζωγραφίζοντας σε σπίτια και μαγαζιά της περιοχής ενώ σήμερα σώζονται τοιχογραφίες που πραγματοποίησε εκεί. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Πήλιο. Προστάτης του εκείνη την περίοδο, στάθηκε ο κτηματίας Γιάννης Κοντός, για λογαριασμό του οποίου, ο Θεόφιλος πραγματοποίησε αρκετά έργα. Η οικία Κοντού αποτελεί σήμερα το Μουσείο Θεόφιλου. Εκτός από την ζωγραφική του δραστηριότητα, ο Θεόφιλος συμμετείχε στην διοργάνωση λαϊκών θεατρικών παραστάσεων στις εθνικές γιορτές και την περίοδο της Αποκριάς, όπου κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, άλλοτε ντυμένος σαν Μεγαλέξανδρος, με τους μαθητές σε παράταξη μακεδονικής φάλαγγας, και άλλοτε σαν ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, με εξοπλισμό και κουστού­μια που έφτιαχνε ο ίδιος.

Το 1927 επέστρεψε στη Μυτιλήνη. Εικάζεται πως αφορμή για την αναχώρηση του από τον Βόλο, ήταν ένα επεισόδιο σε ένα καφενείο, όταν κάποιος για να διασκεδάσει τους παρευρισκόμενους έριξε τον Θεόφιλο από μία σκάλα όπου ήταν ανεβασμένος και ζωγράφιζε. Στη Μυτιλήνη, παρά τις κοροϊδίες και τα πειράγματα του κόσμου, συνεχίζει να ζωγραφίζει, πραγματοποιώντας αρκετές τοιχογραφίες σε χωριά, έναντι ευτελούς αμοιβής, συνήθως για ένα πιάτο φαγητό και λίγο κρασί. Πολλά από τα έργα του αυτής της περιόδου έχουν χαθεί, είτε από φυσική φθορά είτε εξαιτίας καταστροφής τους από κατόχους τους, μια και ποτέ το επίσημο κράτος δεν ασχολήθηκε με αυτούς τους θησαυρούς, πιθανά γιατί δεν ήταν της υψηλής κοινωνίας. Στη Μυτιλήνη, τον συνάντησε ο τεχνοκριτικός και εκδότης Tériade _Στρατής Ελευθεριάδης, που αναφέραμε στον οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η διεθνής προβολή του, που ωστόσο σημειώθηκε μετά το θάνατό του. Τα έργα του υπέγραφε συνήθως χρησιμοποιώντας το επώνυμο της μητέρας του, ενώ το μοναδικό έργο που φέρει το κατά κόσμον όνομά του, έχει υπογραφή «Έργο Θεόφιλου Γαβριήλ Κεφαλά» και είναι μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο σκευοφυλάκιο του Ιερού Ναού Ταξιαρχών στις Μηλιές Πηλίου.

Τον Ιούνιο του 1961 εγκαινιάστηκε μεγάλη έκθεση με έργα του Θεόφιλου στο Μουσείο του Λούβρου. Ήταν ο θρίαμβος του φουστανελά που κάποτε τον έλεγαν «σοβατζή». Το κοσμοπολίτικο Παρίσι υποδέχθηκε τον Έλληνα αυτοδίδακτο καλλιτέχνη, τον «παρθένο μαθητή των αισθήσεων», ο οποίος, κατά τον Οδυσσέα Ελύτη «έδωσε έκφραση πλαστική στο αληθινό μας πρόσωπο». Ο «εν ξιφήρεις» φουστανελάς μπήκε στις αίθουσες του πιο λαμπρού μουσείου και οι Λουδοβίκοι συναντήθηκαν με τον Αντώνη Κατσαντώνη, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Μέγα Αλέξανδρο, την Αρετούσα. Έργα απλά, ελεύθερα, γεμάτα φως, σοφία και γλαφυρότητα, ενθουσίασαν τους επισκέπτες της έκθεσης «οι οποίοι εξεφράζοντο μετά θαυμασμού δια την πρωτοτυπίαν του ζωγράφου Θεόφιλου, που θεωρείται ως ο πρωτοπόρος της λαϊκής αυτής τεχνοτροπίας».

Πίνακες (επιλογή)

·        Ο Καπετάν Ανδρούτσος το 1795

·        Ο Μέγας Αλέξανδρος

·        Ο Ερωτόκριτος και Αρετούσα

·        Ο Κολοκοτρώνης παρατηρώντας

·        Η Ευδοκία

·        Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

·        Ο Θησέας

·        Αρτοποιείο

·        Ιχθυοπώλης

·        Αθανάσιος Διάκος

·        Η μονομαχία του Αχιλλέα

·        Η Αθηνά και η Άρτεμη

·        Η Άρτεμη, κυνηγώντας

·        Καραϊσκάκης κυνηγώντας τους Τούρκους

·        Ο θάνατος του Μπότσαρη

·        Λυρικοί

·        Ο ατρόμητος Κατσαντώνης

·        Ο Παύλος Μελάς

·        Ο Χρήστος Νταβέλης

·        «Η Ελλάς αναγεννάται και ο Φεραίος»,
στην πρόσοψη του Φούρνου του Βελέτζα, στην Άλλη Μεριά Μαγνησίας

·        Τοιχογραφία σε καφενείο της Μακρινίτσας,
γνωστή ως «ο Κατσαντώνης στα Τζουμέρκα»

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ℹ️ Η αντιγραφή και χρήση (αναδημοσίευση κλπ) αναρτήσεων στο σύνολό τους ή αποσπασματικά είναι ελεύθερη, με απλή αναφορά στην πηγή

ℹ️ Οι περισσότερες εικόνες που αναπαράγονται σε αυτόν τον ιστότοπο είναι πρωτότυπες ή μακέτες δικές μας.
Κάποιες που προέρχονται από το διαδίκτυο, αν δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο τις θεωρούμε δημόσιες χωρίς «δικαιώματα» ©®®
Αν υπάρχει πηγή την αναφέρουμε πάντα

Τυχόν «ιδιοκτήτες» φωτογραφιών ή θεμάτων μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν μαζί μας για διευκρινήσεις με e-mail.


ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ

🔻 Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Αν σχολιάζετε σαν «Ανώνυμος» καλό είναι να χρησιμοποιείτε ένα διακριτικό όνομα, ψευδώνυμο, ή αρχικά

🔳 ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:

Α) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
Β) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Γ) εκτός θέματος ανάρτησης
Δ) με ασυνόδευτα link (spamming)

Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά - όχι "Greeklings"