15 Απρίλη σήμερα Παγκόσμια Ημέρα Τέχνης _καθιερώθηκε το 2012 από τον Διεθνή Οργανισμό Τέχνης. και γιορτάζεται κάθε χρόνο εις ανάμνηση του σπουδαίου Λεονάρντο Ντα Βίντσι _”με σκοπό την ενθάρρυνση για την απόλαυση της τέχνης αλλά και την αναγνώριση της σημασίας της δημιουργικότητας σε διεθνές και πολυπολιτισμικό επίπεδο“. Από το 2019, η Παγκόσμια Ημέρα Τέχνης έχει τεθεί υπό την αιγίδα της UNESCO … αααα ααα_ κατακαημένη τέχνη
“Η τέχνη
ξεπλένει την ψυχή μας από την σκονισμένη καθημερινότητα”.
Πάμπλο Πικάσσο
Θα μπορούσαμε πολλά να πούμε με την ευκαιρία, για τη “γιαλατζή” τέχνη της αποχαύνωσης στον αντίποδα της στρατευμένης θα σταθούμε σε λίγα μέσα από την ποίηση του κομμουνιστή διανοούμενου Ναζίμ Χικμέτ και συγκεκριμένα τα “Ανθρώπινα τοπία της χώρας μου” _2 τόμοι που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις “Ατέχνως” και φυσικά γίνονται ανάρπαστα, όντας ο λόγος του τραγικά επίκαιρος
Ημέρα 🤔🗯️ ποίησης 🚀
![]() |
Κάπου στα χαλάσματα της Κωνσταντινούπολης__ από τη μεριά των κολασμένων που “δε βλέπει ο ήλιος” |
Λεπτομέρειες έκδοσης
Εκδότης: Εκδόσεις Ατέχνως _Νοέμβριος 2024
Μετάφραση εισαγωγή: Έλλη Κοτσαλίδου
Πρόλογος: Γιώργος Κεντρωτής
Εξώφυλλο: Πέτρος Φιλιππίδης
Αριθμός σελίδων α’ τομ.: 128
Αριθμός σελίδων β’ τομ.: 278
Διαστάσεις: 17Χ24
ISBN: 978-618-5685-46-1
Τιμή α’ τομ.: 13,35 (συμπεριλαμβάνει ΦΠΑ)
Τιμή β’ τομ.: 16,65 (συμπεριλαμβάνει ΦΠΑ)
Διάθεση – Διανομή:
Κεντρική διάθεση: Τσιγαρίδας
ΑΕ – 210.2717521
Συμμετρία ΑΕ: 21 1104 1900
Κεντρική διάθεση για την Κύπρο:
Βιβλιοπωλείο Περιδιάβαση (Τηλ:24 645646, 99545635)
Μπορείτε να το παραγγείλετε και να το παραλάβετε στο
χώρο που θα μας υποδείξετε.
Παραγγελίες είτε με email
EkdoseisAtexnos@gmail.com
μέσω του site ekdoseis–atexnos.gr τηλεφωνικά 6979795057
_________________
Έλλη Κοτσαλίδου. Παιδικά
χρόνια στο Κιλκίς του εμφυλίου με τραυματικές αναμνήσεις. Πανεπιστημιακές σπουδές
στο Ιστορικό Αρχαιολογικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και παράλληλα στο
Γαλλικό Ινστιτούτο σε τμήμα ειδικό προπαρασκευαστικό καθηγητών Γαλλικής.
Διορισμός στη Μέση Εκπαίδευση και στις θερινές διακοπές συμμετοχή σε
αρχαιολογικές ανασκαφές ως βοηθός του Σπ. Μαρινάτου.
Με υποτροφία του Γαλλικού Ινστιτούτου μεταπτυχιακές σπουδές στο τμήμα
Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου. Μεταπτυχιακή εργασία D.E.Α. με
τίτλο «Απεικόνιση του ζεύγους στην αττική αγγειογραφία της κλασσικής εποχής».
Διδασκαλία της Νέας Ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του
Στρασβούργου. Συνταξιοδότηση από τη Μέση με το βαθμό της δ/τριας Λυκείου.
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρά,
Ὅπως, νὰ ποῦμε, κάνει ὁ σκίουρος,
Δίχως ἀπ᾿ ὄξω ἢ ἀπὸ πέρα νὰ προσμένεις τίποτα.
Δὲ θά ῾χεις ἄλλο πάρεξ μονάχα νὰ ζεῖς.
·
Θυμάμαι... δεκαοχτώ χρονώ- νάμαι παιδί
βαθιά εκεί μέσα στην Ανατολή που πολεμάει
·
Ναζίμ Χικμέτ –Αφιέρωμα 🔴
Για να γενούνε τα σκοτάδια λάμψη 🔴
Αυτή η χρονιά, το χίλια εννιακόσια σαράντα ένα
Εκδόσεις Ατέχνως
Βιβλίο Πρώτο
Στο σταθμό του Χαϋντάρπασά, την άνοιξη του 41,
ώρα δεκαπέντε:
Πάνω στις σκάλες, ήλιος,
κούραση
και κίνηση.
Όρθιος πάνω
στις σκάλες, ένας άνδρας
σκέφτεται ένα σωρό πράγματα.
Αδύνατος, δειλός,
βλογιοκομμένος,
με μακριά σουβλερή μύτη
ο μαστρο – Γκαλίπ, γνωστός για τις παράξενες
σκέψεις του:
«Αν κάθε μέρα μπορούσα να τρώω τηγανίτες» σκεφτόταν
στα πέντε του,
«Αν πήγαινα σχολείο» σκεφτόταν
στα δέκα του.
«Αν μπορούσα να βγω πριν από τη βραδινή προσευχή από το μαχαιροποιείο του
πατέρα μου» σκεφτόταν
στα ένδεκα του χρόνια.
«Αν είχα
κίτρινα παπούτσια
και με κοίταζαν τα κορίτσια!» σκεφτόταν
στα δεκαπέντε του.
«Γιατί ο πατέρας μου έκλεισε το μαγαζί;
Το εργοστάσιο είναι τόσο διαφορετικό από το μαγαζί» σκεφτόταν
στα δεκάξι του.
Και συχνά
άνεργος,
ως τα πενήντα του, σκέφτηκε: «Κι αν δε βρω δουλειά»
Στα πενήντα ένα του, σκέφτηκε:
«Γέρασα, έζησα ένα χρόνο πάρα πάνω από τον πατέρα μου…»
Και τώρα, στα πενήντα δύο του, είναι άνεργος.
Και τη στιγμή αυτή, όρθιο πάνω στις σκάλες, τον έχει κυριεύσει
η πιο παράξενη ιδέα:
Σκέφτηκε.
Η μύτη τη του είναι μακριά, σουβλερή, πρόσωπό του, βλογιοκομμένο.
Μυρουδιά από ψάρι της θάλασσας,
κοριοί σ’ όλα τα καθίσματα,
Η άνοιξη φτάνει στο σταθμό του Χαϋντάρπασά.
Καλάθια και δισάκια
κατεβαίνουν τις
σκάλες,
ανεβαίνουν τις σκάλες __σταματούν πάνω στις σκάλες.
Δίπλα σ’ έναν αστυνομικό, ένα παιδί πέντε χρόνων, ίσως και λιγότερο-
κατεβαίνει τις σκάλες,
Δεν το έγραψαν ποτέ στο ληξιαρχείο, ονομάζεται Κεμάλ.
Ένα δισάκι ανεβαίνει τις σκάλες, δισάκι από κιλίμι κεντημένο.
Ο Κεμάλ που
κατεβαίνει τις σκάλες ολομόναχος
-χωρίς παπούτσια και πουκάμισο-
καταμεσής στο σύμπαν.
Δε θυμάται τίποτε, παρά μόνο την πείνα του, και, τελείως αόριστα,
μια γυναίκα, σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο.
Τα κεντήματα στο δισάκι που ανέβαινε τις σκάλες, κόκκινα,
μπλε και μαύρα,
Τα κεντημένα δισάκια άλλοτε
πήγαιναν καβάλα σ’ άλογο, σε μουλάρι ή σ’ αμάξι.
Τώρα πηγαίνουν με το τρένο.
Μια γυναίκα κατεβαίνει τις σκάλες: ντυμένη με
τσαρτσάφ,2
γεροδεμένη.
Η Αντβιγιέ
χανούμ:
Η μητέρα της από τον Καύκασο.
Ιλαρά το 1311.
Παντρεύτηκε το 1318, έπλυνε ρούχα, μαγείρευε, γέννησε παιδιά και ξέρει, ότι
όταν πεθάνει θα σκεπάσουν το φέρετρο της με ένα σάλι,
δανεισμένο από ένα μεγάλο τζαμί: ένας από τους γαμπρούς τους είναι ιμάμης.
Πάνω στη σκάλα, ο ήλιος,
ένας πράσινος μίσχος από κρεμμύδι, κι ένας άνδρας:
Ο δεκανέας Αχμέτ.
Πήγε στο Βαλκανικό πόλεμο.
Πήγε στο Μεγάλο πόλεμο.
Πήγε στον πόλεμο με τους Έλληνες.
Και τη μανία
του να λέει συνέχεια:
«Λίγη υπομονή ακόμη, φίλε μου, δε θα ναι και για πάντα!»
την ξέρουν όλοι.
Ένα κορίτσι ανέβαινε τις σκάλες:
εργάτρια σε πλεκτήριο, στη λεωφόρο Τοπχανέ, στο Γαλατά,
η Ατιφέτ δεκατριών ετών.
Ο μαστρο -Γκαλίπ ςοίταξε την Ατιφέτ:
«Αν είχα παντρευτεί
θα είχα μια εγγονούλα σαν κι αυτή…»
Σκέφτηκε.
«Θα δούλευε και θα με περιποιόταν»
Σκέφτηκε.
![]() |
Ο Ναζίμ Χικμέτ – του Αμπιντίν Ντινό έκδοση Ναζίμ Χικμέτ Οι ρομαντικοί Όμορφη που ’ναι η ζωή! - Θεμέλιο, 1976 |
Αλλά απότομα
θυμήθηκε τη Σεφκιγιέ,
Την κόρη της Εμινέ, είχε μάτια τόσο γαλανά.
Πέρυσι,
πριν ακόμη έρθουν τα έμμηνά της,
τη βίασαν σε μιαν αλάνα.
Καλάθια και δισάκια
κατεβαίνουν τις σκάλες, ανεβαίνουν τις σκάλες
σταματούν πάνω στις σκάλες.
Ο δεκανέας Αχμέτ (ήταν και πάλι στο στρατό)
έπιασε το κεντημένο δισάκι, του φίλησε το χέρι.
Το κεντημένο
δισάκι:
μπλούζα γαλάζια,
παντελόνι
και μαύρο κοντό παλτό
πάνινα παπούτσια
τσόχινο καπέλο,
γενειάδα,
σάλι από τη Λαχόρη,
χτυπώντας τον Αχμέτ στον ώμο, του λέει:
«Μη στενοχωριέσαι για ένα τόσο μικρό χρέος.
Την οικογένεια σου δε θα τη στενοχωρήσω,
Θα πληρώσεις λίγο περισσότερο τόκο, κι αυτό είναι όλο.»
Στον κόλπο του
Χαϋνταρπασά.
Οι γλάροι ανεβοκατεβαίνουν,
πάνω από ψοφίμια μες τη θάλασσα.
Δεν είναι καθόλου ευχάριστη
η ζωή των γλάρων…
Στο ρολόι του σταθμού,
είναι τρεις και πέντε.
![]() |
Nâzım Hikmet Назим Хикмет Новодевичье кладбище в Москве Νεκροταφείο Νοβοντέβιτσι Μόσχα "Ζει και βασιλεύει" και μετά την καπιταλιστική παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ |
Στα σιλό, εκεί κάτω, φορτώνουν σιτάρι
ένα πλοίο φορτηγό με ιταλική σημαία.
Το κεντημένο δισάκι άφησε τον δεκανέα,
μπαίνει στο σταθμό
Πάνω στις σκάλες, ήλιος,
κούραση
και κίνηση
και μία χρυσοκέφαλη
πεταλούδα νεκρή.
Χωρίς να
υπολογίζουν τα τεράστια ανθρώπινα πόδια πάνω
στις μακρινές και κάτασπρες πέτρες,
τα μυρμήγκια μεταφέρουν το πτώμα της πεταλούδας.
Η Αντβιγιέ χανούμ πλησίασε τον αστυνόμο, μίλησαν.
Χάιδεψε το μάγουλο του μικρού Κεμάλ, και όλοι μαζί
πήγαν στην αστυνομία. Κι αν ακόμη ποτέ πια
δεν ξαναδεί τη γυναίκα σκιά…
στο σκοτεινό δωμάτιο,
δεν είναι πια ολομόναχος
στη μέση του σύμπαντος.
Θα πλένει τα πιάτα,
θα κουβαλάει νερό,
και θα ι ζει πλάι στην Αντβιγιέ χανούμ.
Κατάδικοι
ανεβαίνουν τη σκάλα,
με γέλια και χωρατά:
άνδρες,
μια γυναίκα
και τέσσερις χωροφύλακες.
Οι άνδρες έχουν
χειροπέδες,
Η γυναίκα όχι,
Οι χωροοφύλακες ξιφολόγχη στις κάννες.
Πάνω στη σκάλα, ένα κίτρινο τριαντάφυλλο,
ένα πακέτο τσιγάρα,
ένα κομμάτι εφημερίδα.
Οι κατάδικοι
σταματούν, ο φύλακας Χασάν
σφίγγει το χέρι του δεκανέα Αχμέτ.
Ο χωροφύλακας Χαϋντάρ
μαζεύει το άδειο πακέτο,
το χώνει στην τσέπη του,
και η φυλακισμένη
φιλάει στα δύο μάγουλα
την Ατιφέτ που ρίχτηκε στο λαιμό της.
Ο Χαλίλ, με χειροπέδες στους καρπούς, έσκυψε,
κοίταξε το κομμάτι τις εφημερίδας, δίπλα στο κίτρινο
τριαντάφυλλο:
σε μια κολώνα, ένας στρατιώτης3,
στολή ακαθόριστη,
πρόσωπο αξύριστο...
___________
3 Περιγραφή κάποιας φωτογραφίας από τη πεταμένη εφημερίδα.
άσπρος επίδεσμος στο κεφάλι,
πάνω στον επίδεσμο αίμα.
Στη συνέχεια, αεροπλάνα
-όμοια με φτερωτούς καρχαρίες-
και από κάτω, λέξεις:
_
«Βομβαρδισμός με κάθετη έφοδο»
Και μετά, ένα λιμάνι:
μικροσκοπικό,
χάραξαν σ’ αυτό λευκούς κύκλους.
Ο Χαλίλ δε μπόρεσε να διαβάσει το όνομά του:
μια πετρελαιοκηλίδα είχε αραιώσει τη μελάνη.
Τρεις γυναίκες
Ανέβηκαν τρέχοντας τις σκάλες,
με τα μυτερά τους καπέλα
και παπούτσια με σόλα από φελλό.
Είναι ταξιδιώτισσες από τα περίχωρα.
Ο Σουλεϊμάν, με χειροπέδες στους καρπούς, τις είδε.
Θυμήθηκε μια νέα γυναίκα
και στοχεύοντας στο κίτρινο τριαντάφυλλο,
έφτυσε πάνω του.
Ο Φουάτ, με
χειροπέδες στους καρπούς,
φώναξε στο μάστρο-Γκαλίπ:
«Εσύ, σίγουρα σκέφτεσαι ακόμη παράξενα πράγματα!»
«Και βέβαια, παιδί μου, στο καλό και κουράγιο!»
«Καλή αντάμωση,
μα να σκεφτείς ότι, έτσι απλά, μόνο του,
τίποτε δεν αλλάζει στη ζωή!»
Ο Φουάτ,
δούλευε στο ναύσταθμο.
Χαϋντάρ
πασά: προάστιο της Κωνσταντινούπολης επί της ασιατικής ακτής.
Μεγάλος σιδηροδρομικός σταθμός, αφετηρία
όλων των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών της Ασιατικής Τουρκίας.
Ναζίμ Χικμέτ Ραν
Ανθρώπινα τοπία της χώρας μου
Α’ Τόμος
Εγκυκλοπαίδεια ανθρώπων επιφανών.
Η ιστορία του Σελίμ, γιου του Σαμπάν και το βιβλίο του.
Η Εποποιία του πολέμου της ανεξαρτησίας.
Μετάφραση – Εισαγωγή – Επιμέλεια: Έλλη Κοτσαλίδου
πρόλογος: Γιώργος Κεντρωτής
Εκδόσεις Ατέχνως 2024
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η μετατρεψιμότητα των κειμένων αντιμετωπίζεται από την
εποχή του Βίλχελμ φον Χούμπολτ μέχρι και τις ημέρες μας με πνεύμα κακόπιστο και
αρνητικό.
σσ. Friedrich Wilhelm Christian Karl Ferdinand von Humboldt _1767-1835 ήταν
φιλόσοφος, κρατικός λειτουργός, διπλωμάτης. Μνημονεύεται ιδιαίτερα ως
γλωσσολόγος με σημαντική προσφορά στη φιλοσοφία της γλώσσας και στη θεωρία της
εκπαίδευσης. Αναγνωρίζεται ως θεμελιωτής του Πρωσικού Εκπαιδευτικού Συστήματος,
το οποίο αποτελεί εκπαιδευτικό μοντέλο πολλών καπιταλιστικών χωρών
Εν πάση περιπτώσει, όμως, η μετάφραση είναι με κάποιον τρόπο δυνατή. Σε ό,τι
αφορά τη λογοτεχνία (ιδίως την ποίηση) και τη μεταφρασιμότητά της ακόμα και οι
μη αρνούμενοι καθόλου τη μεταφρασιμότητα των κειμένων προστίθενται στη χορεία
των αρνητών της!
- Αλλά η πραγματικότητα μάς διδάσκει πως υπάρχουν από αιώνων χιλιάδες μεταφράσεις λογοτεχνικών / ποιητικών κειμένων από και προς όλες τις γλώσσες. Ο μεταφραστικός μόχθος όρισε στην ιστορία των διαφόρων εθνικών γραμματειών το τι είναι όντως η μετάφραση και πόσο σημαντικό ρόλο παίζει στη διαμόρφωσή τους η δε μετάφραση των λεγομένων ιερών κειμένων, όπως της Αγίας Γραφής, αποτελεί κορυφαίο παράδειγμα και αντίλογο στα όσα πιστεύονται για τη μετάφραση. Γιατί είναι παγκοσμίως διαδεδομένο το στερεότυπο: «η μετάφραση δεν μπορεί να αντικαταστήσει το πρωτότυπο».
- Παντού και πάντοτε το μεταγενέστερο και παράγωγο «μετάφρασμα» δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να αντικαταστήσει το αρχετυπικό «πρωτότυπο». Όσες Τζοκόντες και αν φτιαχτούν, αυτή του Λεονάρντο ντα Βίντσι είναι όντως αναντικατάστατη. Καμία αντικατάσταση δεν είναι δυνατή _νοητή, αντιθέτως, και υπαρκτή είναι η παράλληλη ύπαρξη πρωτοτύπου και μεταφρασμάτων του. Κανονικά δεν υπάρχουν «αντικαταστάσεις», αλλά μόνο «παραλληλίες» ή «υποκαταστάσεις» ή «προσαρμογές», παναπεί «αντικαταστάσεις κατά συνθήκην». Αν όμως αυτό το «κατά συνθήκην» το μεταφέρουμε στην πραγματικότητα της μετάφρασης, τότε θα αναγκαστούμε να παραδεχθούμε ότι με κάποιον συμβατικό τρόπο το πρωτότυπο αντικαταστάθηκε από το μετάφρασμα, και ας μην είναι κάτι τέτοιο δυνατόν να γίνει κανονικά.
- Πέραν τούτων, γενικώς ισχύει ο εξής κοινότοπος ορισμός: Μετάφραση είναι η επανέκφραση σε άλλη γλώσσα μιας ύλης που είναι ήδη ατρέπτως δεδομένη σε μία φυσική γλώσσα. Λυσιτελέστερος του ορισμού είναι ένας αφορισμός της μετάφρασης. Μετάφραση είναι έργον μεταφραστού. Στον αφορισμό τούτον συμπεριλαμβάνονται η διάσταση της διαδικασίας και η διάσταση του αποτελέσματος, και δη συναρτώμενες μέσα από την ενότητά τους με τον μεταφραστή: με αυτόν που παράγει τη μετάφραση… με αυτόν που εξ ήδη όντων ναι μεν δημιουργεί νέα όντα, αλλά τα δημιουργεί αλλού, άλλοτε και αλλιώς.
Χωρίς τον παραγωγό της μετάφραση εν γένει δεν υπάρχει. Αυτός φράζει, δλδ αυτός παίρνει τα σε έναν γλωσσικό κώδικα ήδη υπαρκτά και γνωστά πράγματα τα λέγει, και μάλιστα τα λέγει μετά, που σημαίνει: χρονικώς ύστερα και ως προς τρόπο αλλιώς. Το όλον συντελείται στην επικράτεια άλλης γλώσσας από αυτήν πρωτοτύπου. Στο κέντρο του μεταφραστικού γίγνεσθαι τοποθετείται ο κάθε μεταφραστής χωριστά – όχι γενικώς και απροσώπως ως το συλλογικό υποκείμενο «μεταταφραστής», που ούτως ή άλλως δεν υπάρχει!… Τη μετάφραση την ορίζει ο πάντα συγκεκριμένος ένας μεταφραστής που μετέρχεται τέχνη και επιστήμη σε διαλεκτική ενότητα.
Ψευτοδίλημμα είναι και τούτο: Η μετάφραση τι είναι – επιστήμη ή τέχνη; Η απάντηση με μια κουβέντα: η μετάφραση είναι είδος αυτού που οι αρχαίοι Έλληνες αι καλούσαν μήτις. Είναι, δηλαδή, πολύτροπος νόησις. Ο μητιόεις μεταφραστής είναι ο πολυτρόπως νοών… ένας Οδυσσέας που μοχθεί στους ωκεανούς των λόγων. Ο μεταφραστής με πανουργία πρέπει να νοήσει το λόγο του πρωτοτύπου κειμένου και πανουργία πρέπει να τον αρθρώσει στο μετάφρασμά του.
Είμαστε τυχεροί όσοι κρατάμε τούτο το βιβλίο. Τα
Ανθρώπινα Τοπία του Ναζίμ Χικμέτ μας τα προσφέρει το έμπειρο μεταφραστικό χέρι
της Έλλης Κοτσαλίδου, και την ευχαριστούμε για τη γενναία δωρεά της που είναι
μήτις πραγματική! Λογοτέχνης ποιητής ο Χικμέτ, μέγας δημιουργός, μιλάει
ελληνικά χάρη στην άοκνη προσπάθεια της μεταφράστριας. Το πόνημά της είναι
κέρδος για τη λογοτεχνία μας.
Γιώργος
Κεντρωτής Κέρκυρα, 12 Οκτωβρίου 2024
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα Ανθρώπινα Τοπία, το σημαντικότερο έργο του Ναζίμ Χικμέτ, παρουσιάζουν μια πρωτοτυπία στα όρια του παραδόξου. Αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει συνήθως, πρώτα δημοσιεύθηκαν οι μεταφράσεις τους , γνώρισαν παγκόσμια επιτυχία και πολύ αργότερα, όταν ο ποιητής είχε πια πεθάνει, τα Ανθρώπινα Τοπία είδαν το φως στη γλώσσα που γράφτηκαν. Έτσι, ο Ναζίμ Χικμέτ δεν είδε ποτέ τα Ανθρώπινα Τοπία δημοσιευμένα στην πατρίδα του. Στην Αυτοβιογραφία του διακρίνεται η βαθιά αλλά συγκρατημένη του πικρία:
- «Τα βιβλία μου έχουν βγει σε τριάντα ή σαράντα γλώσσες, μα είμαι απαγορευμένος στην Τουρκία, στη γλώσσα μου» Ναζίμ Χικμέτ, κορυφαίος ποιητής της τουρκικής λογοτεχνίας, από τις πιο ση-μαντικές μορφές της παγκόσμιας, ο βάρδος της ελευθερίας και της ειρήνης, όπως τον αποκαλεί ο Μαγιόπουλος, ήταν εγγονός πασά και γιος ανωτέρου κρατικού υπαλλήλου. Γεννήθηκε το 1902 στην Οθωμανική τότε Θεσσαλονίκη. Η μητέρα του, η Τζελίλ Χανίμ, ήταν ζωγράφος με μεγάλη καλλιέργεια. Ο Χικμέτ φοίτησε σε Σχολή Αξιωματικών Πολεμικού Ναυτικού, αλλά δεν ακολούθησε στρατιωτική καριέρα.
- Συμμετέχοντας στον απελευθερωτικό αγώνα της πατρίδας του, το Γενάρη του 1921, συναντιέται με Τούρκους Σπαρτακιστές φοιτητές που τον φέρνουν για πρώτη φορά σε επαφή με τη μαρξιστική φιλοσοφία. Προφανώς, ούτε ο νεαρός Ναζίμ ούτε οι Σπαρτακιστές φοιτητές γνώριζαν τότε ότι ο Μουσταφά Σουπχί, ιδρυτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας, είχε δολοφονηθεί μαζί με τους συντρόφους του από κεμαλικούς χωροφύλακες, στις 28 Γενάρη του 1921 . Το 1922 γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας και, όπως επιγραμματικά γράφει ο Γιώτης Νικολαΐδης, τίμησε αυτόν τον τίτλο μέχρι το θάνατό του με τη ζωή και το έργο του . Όπως διαβάζουμε στο γνωστό ποίημα «Τα δεκαεννιά μου χρόνια» , φοιτά στο Πανεπιστήμιο των Λαών της Ανατολής στη Μόσχα, την περίφημη ΚΟΥΤΒ. Επόμενο ήταν, με την επιστροφή του στην Τουρκία, τη λογοτεχνική και πολιτική του δραστηριότητα να ακολουθήσουν διώξεις και οι φυλακές να γίνουν η δεύτερή του κατοικία. Η τελευταία και πιο μακροχρόνια φυλάκισή του, κράτησε 13 χρόνια, από το 1937 έως το 1950. Αποφυλακίστηκε μετά από απεργία πείνας, γενική κατακραυγή, διαμαρτυρίες διανοουμένων, όπως ο Αραγκόν, ο Σαρτρ, ο Πικάσο, ο Νερούντα, με επικεφαλής τον Τζαρά και ύστερα από γενική αμνηστία που αποφάσισε να δώσει η κυβέρνηση Μεντερές.
- Στη διάρκεια της τελευταίας κράτησής του ξεκίνησε τα Ανθρώπινα Τοπία, που χαρακτηρίζονται επικό ποίημα με ιστορικό χαρακτήρα και αναφέρονται σε γεγονότα από το 1908 έως 1950. Θεωρώντας ο Χικμέτ ξεπερασμένες τις λογοτεχνικές φόρμες της εποχής του, προσπάθησε στα Ανθρώπινα Τοπία να δημιουργήσει ένα καινούριο είδος εισάγοντας νέα στοιχεία στη λογοτεχνία: καταργεί τα όρια μεταξύ στίχου και πεζού λόγου, ποίησης και ιστορίας, φαντασίας και πραγματικότητας, με στίχο ελεύθερο και αντισυμβατικό, σε κλιμακωτή διάταξη, δηλαδή διαδοχή στίχων διαφορετικού μήκους και αριθμού λέξεων χωρίς κανένα περιορισμό. Η οπτική εντύπωση, που δημιουργεί η ελεύθερη διάταξη των στίχων, πλουτίζει το λεκτικό μήνυμα και προσεγγίζει άμεσα τον αναγνώστη. Δεν πρέπει όμως να συσχετιστεί ο Χικμέτ με τα άλλα λογοτεχνικά ρεύματα της μοντέρνας ποίησης, καθώς ούτε την αυτόματη γραφή ακολουθεί ούτε την απόλυτη κυριαρχία του υποσυνείδητου αποδέχεται.
Η εισαγωγή στην ποίηση κοινωνικών προβλημάτων χωρίς ρητορισμούς και μεγαλόστομες εκφράσεις, η ποικιλία και πρωτοτυπία των θεμάτων, η ευαισθησία με την οποία τα προσεγγίζει, οι συμβολισμοί του, οι εικόνες του με την απροσδόκητη και κινηματογραφική εναλλαγή τους εφαρμόζοντας στην ποίηση την πρωτοποριακή τεχνική του Αϊζενστάιν τού μοντάζ των ατραξιόν, η αγωνιστική στάση, η αισιοδοξία του, συγκινούν τον αναγνώστη σε όποια γλώσσα κι αν διατυπωθούν. Παρά τις εικονοκλαστικές αλλαγές του, οι στίχοι του είναι προσιτοί σ’ αυτούς που απευθύνονται και δεν έρχονται σε σύγκρουση με τη λαϊκή παράδοση. Το κείμενό του διανθίζουν δοξασίες, θρύλοι και παραμύθια στα οποία όμως δίνει διαφορετικό περιεχόμενο, κατορθώνοντας να συνδυάσει πρόοδο με παράδοση.
- Ο ποιητής από το κελί του περιγράφει τοπία, που ίσως δεν είχε δει ποτέ, με τόση αμεσότητα ώστε τα ζωηρά τους χρώματα, τα παιχνιδίσματα του νερού, η μυρωδιά του θυμαριού, οι νεραντζιές που μοσχοβολούν στη δροσιά της νύχτας, τα τραγούδια των γρύλων, τα χιονισμένα βουνά, να κινητοποιούν τις αισθήσεις του αναγνώστη. Συνέβαλαν βέβαια το ζωγραφικό του ταλέντο, η κινηματογραφική του εμπειρία, οι διηγήσεις των συγκρατουμένων του αλλά και η αγιάτρευτη νοσταλγία του φυλακισμένου. Δεν υστερεί σε σατιρική και χιουμοριστική δεινότητα, κυρίως όταν περιγράφει πλούσιους αστούς και τις γυναίκες τους ή αστυνομικούς με πολιτικά.
- Την εξαθλίωση της ζωής των αγροτών, την είχε γνωρίσει υπηρετώντας ως δάσκαλος στην πόλη Μπολού και αργότερα στη διάρκεια της μακροχρόνιας παραμονής του στις φυλακές. Η απόφαση να αφιερώσει το έργο του στους αγνοημένους της ιστορίας και να σταθεί στο πλάι τους, πηγάζει από τις τραυματικές του εμπειρίες και την απεριόριστη αγάπη του γι’ αυτούς. Όταν τους περιγράφει, βλογιοκομμένους, ξεδοντιασμένους, με άρρωστα μάτια και σώμα παραμορφωμένο, διαισθάνεται ο αναγνώστης την οργή του ποιητή για τις αιτίες που τους είχαν οδηγήσει στην κατάσταση αυτή.
- Την ιδέα του να ξεκινήσει ένα μεγάλο ποίημα τη διατυπώνει πρώτη φορά από τη φυλακή της Προύσας σ’ επιστολή του στον Κεμάλ Ταχίρ, φίλο του και συγγραφέα, κρατούμενο κι αυτόν σε άλλη φυλακή, με χρονολογία 10-2-1941 .
- Σε άλλη επιστολή , ο ποιητής συγκρίνει το έργο του με το ποίημα ενός Άγγλου ποιητή του 14ου αιώνα, William Langland, προδρόμου της αστικής δημοκρατικής επανάστασης. Στο ποίημα περιγράφεται μια πλατεία, που συμβολίζει την ανθρωπότητα, γεμάτη κόσμο με εναλλασσόμενους επισκέπτες. Μπαινοβγαίνουν φτωχοί αγρότες αλλά και καλοντυμένοι πλανόδιοι έμποροι, τροβαδούροι, δήθεν καλόγηροι, ταχυδακτυλουργοί, ψευτοπροσκυνητές κά. Ο Χικμέτ ενθουσιάζεται με το ποίημα που παρουσιάζει τους χωρικούς με άδεια κοιλιά και γυμνή πλάτη και το αποκαλεί Θεία Κωμωδία του Φτωχού. Η περιγραφή αυτή αντανακλά το ευρύτερο πλαίσιο σύλληψης, επεξεργασίας και τον απώτερο στόχο του ποιητή.
Η δομή των Ανθρώπινων Τοπίων είναι αποσπασματική, γιατί αποτελούνται από κομμάτια που έστελνε ο Χικμέτ σε φίλους του, χωρίς αντίγραφο. Όπως ο ίδιος λέει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Μοντ (Le Monde 28-12-1962) στη διάρκεια παραμονής του στο Παρίσι, πως ίσως χιλιάδες, ακόμη και δεκάδες χιλιάδες στίχοι το να έχουν καταστραφεί, κάποιοι μπορεί να βρεθούν στα συρτάρια των αρχείων της αστυνομίας ή σε ιδιωτικές συλλογές.
Το 1962, εκδόθηκε μεταφρασμένο στα γαλλικά από την Münewer Andaç μετά από συνεννόηση με τον Ναζίμ Χικμέτ, το ποίημα Αυτή τη χρονιά, το 1941, από τις Εκδόσεις Μασπερό. Το κείμενο των εκδόσεων Μασπερό, στηριζόταν σε τουρκικό πρωτότυπο από ιταλική δίγλωσση έκδοση του 1961, In qust’ anno 1941, Μιλάνο, 1961. (σσ. Münevver Andaç 1917–1997: μεταφράστρια τουρκικής λογοτεχνίας. Ήταν σύντροφος του Ναζίμ Χικμέτ και απέκτησε μαζί του έναν γιο τον Μεχμέτ. Μετάφρασε το έργο του στα γαλλικά, όπως έκανε και για πολλούς άλλους Τούρκους συγγραφείς. Ήταν επίσης υπεύθυνη για την εισαγωγή του Orhan Pamuk στον γαλλόφωνο κόσμο. Ο Pamuk έχει αναγνωρίσει το ρόλο της Andaç στη διάθεση του έργου του στα γαλλικά) .
Το 1973 από τις εκδόσεις Μασπερό εκδίδονται τα Ανθρώπινοί Τοπία που αποτελούνται από την Εγκυκλοπαίδεια Ανθρώπων Επιφανών, τον Σελίμ, γιο τοy Σαμπάν και το βιβλίο του, την Εποποιία του πολέμου της Ανεξαρτησίας και Αυτή τη χρονιά το 1941. Τα δύο πρώτα παρουσιάζονται πρώτη φορά στα ελληνικά από την παρούσα έκδοση.
- Τα Paysages Hymains de mon Pays Ανθρώπινα τοπία της χώρας μου _με πρόλογο του Abidine Dino, εκδόσεις Parangon 2002, στα οποία στηρίζεται η εργασία μας, είναι επανέκδοση των εκδόσεων Μασπερό και περιέχει το κύριο μέρος των Τοπίων. Στη Σοβιετική Ένωση, το 1962, μεταξύ των εκδηλώσεων για να τιμηθούν τα εξήντα χρόνια του ποιητή, έγινε και η έκδοση των Ανθρώπινων Τοπίων στη ρωσική, με επιμέλεια και πρόλογο του ίδιου του ποιητή. Η τουρκική έκδοση Αdam του 1995 και η επανέκδοσή της το 2008, αν και είναι πιο ολοκληρωμένη δεν περιέχει ούτε την Εγκυκλοπαίδεια, ούτε τον Σελίμ, γιο του Σαμπάν και το βιβλίο του. Η γαλλική μετάφραση και το τουρκικό κείμενο έχουν διαφορές σε λεπτομέρειες και στη δομή του κειμένου ώστε, σύμφωνα με τον Armand Ercadi (σσ. Βοηθός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Λουξεμβούργου), δεν αναφέρονται στο ίδιο ακριβώς πρωτότυπο. Δεν υπάρχει λοιπόν ένα πρωτότυπο κείμενο, αλλά δύο διαφορετικά, ένα στην τουρκική κι ένα στη γαλλική γλώσσα. Κάθε ένα από αυτά έχει και τη δική του ιδιαιτερότητα.
- Στη Γαλλία, η σύντροφος του Χικμέτ Münewer Andaç (Σόφια 1917- Μενεβέρ, χωριό της Προβηγκίας, Γαλλία, 1997), θεωρείται η μεταφράστρια που χάρη σ’ αυτήν το γαλλικό αναγνωστικό κοινό γνώρισε την ποίηση του Ναζίμ Χικμέτ και γενικά την τουρκική λογοτεχνία. Πολλοί κριτικοί, κάτοχοι και των δύο γλωσσών, υποστηρίζουν τι οι στίχοι του Χικμέτ στη γαλλική δεν υστερούν καθόλου από τους πρωτότυπους.
Η Εγκυκλοπαίδεια ανθρώπων επιφανών, προσχέδιό των Ανθρώπινων Τοπίων δεν έφθασε παρά στο ψηφίο Φ. Ίσως ο ποιητής να αποκαρδιώθηκε από την κριτική του Ταχίρ, όπως διαπιστώνεται από τα γράμματά του, όπου πότε πότε υπερασπιζόταν το έργο του και πότε αποδεχόταν με βαριά καρδιά την κριτική. «Θεωρείς την Εγκυκλοπαίδεια, γράφει ο Ναζίμ Χικμέτ στον Κεμάλ Ταχίρ, στις 7-5-1941, σαν συλλογή ποιημάτων, για μένα όμως είναι ένα ενιαίο ποίημα. Θα μπορούσα να πω ότι στην Εγκυκλοπαίδεια κάθε πρόσωπο αποτελεί στίχο του ίδιου ποιήματος. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις μου για τον στίχο και την ποίηση, το γεγονός ότι ένας ή άλλος στίχος βρίσκονται μαζί δεν αποτελεί πρόσθεση ή άθροισμα, αλλά μια αλγεβρική εξίσωση, πρόβλημα μαθηματικό, ένα αρχιτεκτόνημα όπου δημιουργούνται εσωτερικοί δεσμοί και το σύνολο του ποιήματος αποκτά νέα ποιότητα… Στην Εγκυκλοπαίδεια, τις πιο πολλές φορές, οι πρόσωπα, αν τα πάρεις ξεχωριστά, δεν υπάρχουν». Παρά την κριτική του Κεμάλ και την αποδοχή της από τον Χικμέτ που θεωρεί ανεπαρκές το ποιητικό της στοιχείο, η Εγκυκλοπαίδεια δεν υστερεί από άλλα έργα του. Η τελείως φαινομενική ουδετερότητα των περιγραφών του δεν μπορεί να καλύψει την κοινωνική κριτική που κυμαίνεται από την υποβόσκουσα σάτιρα ως τη σπαρακτική κραυγή διαμαρτυρίας. Η λακωνικότητα των περιγραφών αναδεικνύουν το συγκλονιστικό περιεχόμενο. Ιαν από την επιφάνεια μιας παγωμένης λίμνης να ξεσπά ένα ηφαίστειο.
Με τις λιγοστές
προτάσεις που αναφέρονται στη ζωή της Αντβιγιέ,
Παντρεύτηκε το1307.
Έπλενε ρούχα, μαγείρευε, γέννησε παιδιά
και με ευλάβεια έσβησε το 1931.
Σκέπασαν το φέρετρο μ΄ ένα σάλι που δανείστηκαν από το μεγάλο τζαμί,
Κατορθώνει ο ποιητής να αποδώσει την τραγικότητα της ζωής των γυναικών της εποχής (πρώτο μισό του 20ού αιώνα). Η αντίθεση ανάμεσα στον βαρύγδουπο τίτλο του πλοίου Μεγάλο Ιδανικό που δεν κατόρθωσε ωστόσο να εμποδίσει ούτε τη βύθισή του ούτε τον θάνατο του Ντουρσούν, που αγνοούνται ακόμα και τα στοιχεία της ταυτότητάς του, δημιουργεί εύστοχα και στοχευμένα ερωτηματικά για την αξία των συγκεκριμένων ιδανικών. Οι σύντομες επιγραφικές βιογραφίες του Εμίν από το Ικόνιο, του Εμίν από την Κιουτάχια, του Εμίν από το Ερζερούμ, που σκοτώθηκαν στη διάρκεια της μεγάλης επίθεσης, τονίζουν την αντίθεση με την ευκολία της ζωής αυτών που κατόρθωσαν να αποφύγουν τη στράτευση, να επωφεληθούν οικονομικά και κοινωνικά από τις δυστυχίες της χώρας τους, μεταπηδώντας από μία πολιτική παράταξη σε άλλη, ανάλογα με τις περιστάσεις, και να παρουσιάζονται μάλιστα ως εθνικοί ευεργέτες, π.χ. Μπουρχάν, Σελμά, αναδεικνύουν την υποκρισία και τον τυχοδιωκτισμό της αστικής τάξης. Με πολύ μικρές λεπτομέρειες ο ποιητής υπογραμμίζει την επίδραση των μεγάλων αλλαγών, διαζύγιο, αλφάβητο, γλώσσα, αλλά και την κατάσταση της εργατικής τάξης, το γυναικείο πρόβλημα, την καταπίεση, τις συγκλονιστικές μεταβολές των συνόρων της Τουρκίας που δημιούργησαν στρατιές προσφύγων, ζωντανεύει την ατμόσφαιρα της μεταβατικής εποχής των μεταρρυθμίσεων του Κεμάλ και οδηγεί στη διαπίστωση ότι εκτός από το νέο τρόπο χρονολόγησης, το λατινικό αλφάβητο και το φέσι που καταργήθηκε, στη διαβίωση των χωρικών δεν παρατηρείται καμιά ουσιαστική βελτίωση.
Β) Το δεύτερο μέρος, η ιστορία τον Σελίμ, γιου τον Σαμπάν και το βιβλίο του, ύμνος της σύντομης ζωής του ηρωικού εργάτη Σελίμ και θρήνος για τον τραγικό του θάνατο, αποτελείται από εννέα ποιήματα και παρουσιάζεται πρώτη φορά στα ελληνικά όπως και η Εγκυκλοπαίδεια. Η αξία των εργατικών χεριών και η επιδεξιότητά τους αποτελεί αγαπητό και επαναλαμβανόμενο θέμα στην ποίηση του Χικμέτ.
Από το γυαλί
που έβγαινε από τα δάχτυλά του,
Θα μπορούσατε
με τα μάτια κλειστά
να κάνετε έναν καθρέφτη.
Οι κοινωνικές ανησυχίες και προβληματισμοί του Σελίμ τον οδηγούν στη μελέτη της μαρξιστικής ιδεολογίας που με ποιητική πνοή ο Χικμέτ διατυπώνει τις φιλοσοφικές αρχές της. Με ένα κοσμογονικό ύμνο της Γης αναδεικνύει την ανάγκη αγάπης και σεβασμού της φύσης.
Εσύ, που είσαι
η Γη,
πρέπει να μάθουμε να σε αγαπάμε.
Η περιγραφή της ηλικιωμένης κυρίας Μεμπρουρέ με τα ταφταδένια ρούχα και τις δαντέλες της και των γυμνών παιδιών που πετούσαν στην αλάνα για την κατάκτηση του κόσμου, απεικονίζει ανάγλυφα τον κόσμο που φεύγει και το μέλλον που έρχεται. Στην ενότητα αυτή αντιμετωπίζονται θέματα που αφορούν κυρίως τους κατοίκους των πόλεων, όπως η ανεργία, το κλείσιμο των μαγαζιών κ.ά. Κύριος άξονας η ανάγκη συμμετοχής στον αγώνα σε συνδυασμό με την αξία της γνώσης και η αισιοδοξία για την τελική επιτυχία παρά το τραγικό τέλος του ήρωα.
Αν και στα Ανθρώπινα Τοπία, οι μορφές των χωρικών κυριαρχούν πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το πιο αγαπητό πρόσωπο στον ποιητή, είναι ο δεκατριάχρονος εργάτης, ο Κερίμ με το τετράδιο αριθμητικής στο χέρι, που σ’ αυτόν στηρίζει ο ποιητής τις ελπίδες του:
προχωρά, η
καρδιά μου,
ο άνθρωπος που φέρνει μαζί του τις πιο πολλές ελπίδες για τον εικοστό αιώνα
Γ) Η Εποποιία τον πολέμου της ανεξαρτησίας αποτελεί ύμνο της αντίστασης του τουρκικού λαού ενάντια στο διαμελισμό της Τουρκίας από την Αντάντ και που η νόμιμη ηγεσία του, ο Σουλτάνος Μωάμεθ ΣΤ, ή αλλιώς Μεχμέτ Βαχντεντίν, είχε αποδεχτεί και υπογράψει. Στις πολεμικές συγκρούσεις συμμετείχε και ο ελληνικός στρατός και ο επίσημος τουρκικός. Ο ηρωισμός παρουσιάζεται με πολλές μορφές ατομικές και μαζικές, όπως του μαύρου φιδιού που από φοβισμένο μεροκαματιάρη εξελίσσεται σε ήρωα και πολεμικό ηγέτη, η αποφασιστική στάση στο συνέδριο της Σίβας ενάντια στην προστασία που προσφερόταν από τους Αμερικανούς, η καθοριστική βοήθεια των γυναικών κ.ά.
Συναίσθημα
γνήσιου, ειλικρινούς και άδολου πατριωτισμού διακρίνει το συνολικό έργο του
Χικμέτ:
όπως κάθε κομμουνιστής είμαι και γνήσιος πατριώτης.
Στην Εποποιία όμως ο πατριωτισμός, ορισμένοι κριτικοί πιστεύουν ότι αγγίζει, κάποιες φορές, τα όρια του εθνικισμού και έρχεται σε αντίθεση με το υπόλοιπο έργο του Χικμέτ, όπου σε κάθε στίχο υπάρχει και κάποια έμμεση ή άμεση αιχμή για την πολιτική του Κεμάλ (ηγέτη του πολέμου), π.χ. τα έξι βέλη, έμβλημα του πολιτικού προγράμματος του Κεμάλ που στολίζουν τη γραβάτα του νεαρού μαστροπού Βεντάτ.
Και πράγματι η Εποποιία τον πολέμου της ανεξαρτησίας είναι ένα έργο ανεξάρτητο από τα Ανθρώπινα Τοπία, γράφτηκε το 1939, στη φυλακή της Κωνσταντινούπολης και δημοσιεύτηκε το 1965. Είχε προηγουμένως δημοσιευθεί σε συνέχειες σε εφημερίδα της Σμύρνης, το 1942. Ο Armand Erchadi μελετητής του Χικμέτ διακρίνει κάποια ειρωνική πρόθεση του ποιητή ή τουλάχιστον κριτική. Στην τουρκική δημοσίευση των Ανθρώπινων Τοπίων, η Εποποιία παρουσιάζεται σαν ένα ποίημα που διαβάζει το γκαρσόνι του βαγκόν-ρεστοράν στον αρχιμάγειρα, ενώ οι πλούσιοι επιβάτες συζητούν για τα κατορθώματα του Χίτλερ. Ο δε θαυμασμός που εκφράζεται σε ορισμένους στίχους για τον Κεμάλ, χωρίς βέβαια να κατονομάζεται, απηχεί μάλλον τα συναισθήματα των οπαδών του Κεμάλ και όχι του ίδιου του Χικμέτ.
Ο τίτλος του
πρώτου ποιήματος «Αυτοί» καθορίζει τους φορείς της Εποποιίας
περιλαμβάνοντας το λαό στην ολότητά του με τις αρετές και τις αδυναμίες του. Οι
τελευταίοι του στίχοι,
Δεν είχαν τίποτε να χάσουν, τίποτε,
πέρα από
τις αλυσίδες τους.
ποιητική απόδοση πρότασης του κομμουνιστικού μανιφέστου, δεν αφήνουν καμιά
απορία σε ποιους απευθύνεται ο ποιητής.
Σε άλλη ενότητα, εξομοιώνοντας τους πρώην συμμάχους
της Τουρκίας (γερμανικές μπότες, τα μουστάκια του Γουλιέλμου) την τουρκική
αριστοκρατία (το σκυλολόι, οι δικοί μας) με τις ξένες εχθρικές δυνάμεις
(Άγγλοι, Γάλλοι, Αμερικανοί…) που όλοι μαζί κατασπαράζουν την Τουρκία, δίνει
στην πολεμική σύγκρουση ταξικό χαρακτήρα.
Με λυρικό ύφος και δυνατό συναίσθημα τονίζονται τα αβυσσαλέα χάσματα μεταξύ του
λαού της Κωνσταντινούπολης, που «ούρα καίγαν στις λάμπες τους» και των
πλούσιων αστών «τις ωραίες κυρίες, τους ωραίους κυρίους, τους πασάδες, τα
τούλια, τις γραβάτες και την ντελικάτη προφορά τους». Η περιγραφή των αστών
είναι πέρα για πέρα γελοιογραφική. Η προτροπή προς το τέλος του ποιήματος…
Καταργήστε τη
σκλαβιά του ανθρώπου από άνθρωπο.
Αυτό είναι το δικό μας παράγγελμα
με εξαιρετική σαφήνεια εκφράζει την πρόθεση του
ποιητή.
Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι σπάνια χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο και μόνο σε
στιγμές ψυχικής ανάτασης ή λυρικής έξαρσης, όπως όταν γράφει στην αγαπημένη
του.
Δ) Αυτήν τη χρονιά, το 1941, είναι ο τίτλος του
τέταρτου μέρους των Ανθρώπινων τοπίων. Από τον τίτλο μαντεύει κανείς ένα μέρος
τουλάχιστον των θεμάτων που θα θίγουν και που συνεχώς διευρύνονται. Η δράση
επικεντρώνεται γύρω από τρεις χώρους συγκέντρωσης πλήθους και αποτελεί ποιητική
επινόηση του Χικμέτ: Τον σταθμό του Χαϋντάρ πασά, στο πρώτο μέρος, στις φυλακές
στο δεύτερο και το νοσοκομείο στη στέπας το τρίτο. Οι αφηγήσεις των περιπετειών
και προβλημάτων των φιλοξενουμένων αντανακλούν την εικόνα της κοινωνίας της
εποχής. Βοηθητικό ρόλο στην εξάπλωση σε χώρο και χρόνο παίζουν η ανάγνωση μιας
σχισμένης εφημερίδας και δύο ραδιόφωνα, το ένα του ραδιοφωνομανή Τζεβντέτ μπέη
και το άλλο της φυλακής.
Ο αναγνώστης βρίσκεται σε αμηχανία και δυσκολεύεται να διατυπώσει το θαυμασμό
του και κάποιες σκέψεις σχετικά με τα Ανθρώπινα Τοπία αλλά περισσότερο για το
τρίτο αυτό μέρος. Χωρίς όρια η φαντασία του ποιητή πετά πάνω από ανοικτά τοπία,
πότε μαζί με τους πελαργούς πάνω από τη Μεσόγειο, πότε στην παγωμένη στέπα και
άλλοτε βυθίζεται στα τρίσβαθα του Ωκεανού. Δεν ξεφεύγει μόνο από τα σύνορα της
Τουρκίας, δεν περιορίζεται στην Ευρώπη, δεν αρκεί η υφήλιος, η μούσα του
αγκαλιάζει το ηλιακό σύστημα και ολόκληρο το σύμπαν:
Μια ζωή δίχως όρια,
δίχως σύνορα,
μια δύναμη εκατό χιλιάδων ίππων το
τετραγωνικό μέτρο, ούτε νύχτα,
ούτε πρωί,
ούτε ελπίδα,
ούτε αλίμονο,
ούτε ψηλά,
ούτε
χαμηλά,
αντλίες
αερίων
λευκών
που εκπέμπουν εξακόσια χιλιόμετρα την ώρα,
άτομα σε κατάσταση ιόντων,
είναι ο θάνατος
και η γέννηση πάλι,
και πάλι η ολοκλήρωση
με τομές
και άλματα,
χωρίς αρχή και τέλος,
που με μένα σχέση δεν έχει που υπήρχε πριν από μένα, και που θα υπάρχει και από
μένα μετά.
Ο χρονικός προσδιορισμός, αυτή τη χρονιά το 1941, η άνοιξη που έρχεται στο σταθ μό του Χαϋντάρ πασά και ο ακόμη ακριβέστερος προσδιορισμό της ώρας αποτελούν μόνο μια σταθερή βάση στην οποία η μούσα του ποιητή θα στηριχτεί για τα πετάγματά της.
α) Το τρένο, όπως και τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα, τα
υπόλοιπα μέσα μεταφορά και γενικά η σύγχρονη τεχνολογία, ήταν αγαπητό μοτίβο
στην ποίηση της εποχής Εξυπηρετούσε ιδιαίτερα τον Χικμέτ, καθώς ο διαχωρισμός
του σε θέσεις, αντίστοιχες με την κοινωνική δομή, διευκόλυνε την απεικόνισή της.
Από τις αφηγήσεις τω’ επιβατών, τις αναμνήσεις τους, την περιγραφή των τοπίων
που διασχίζει, τους διαλόγους, αναδεικνύονται όλες πτυχές της ζωής, ο πόλεμος,
ο έρωτας, οι σχέσεις των δύο φύλων, η θέση της γυναίκας, ο ηρωισμός, μορφές του
ηρωισμού, η ιδιοκτησία αφορμή και αιτία εγκλημάτων, η πορνεία με τις
διαφορετικές της όψεις, κατάλοιπα των περασμένων καιρών, π.χ. ο γέρος ευνούχος,
η πολιτική τοποθέτηση των διανοούμενων αντικείμενο οξύτατης σάτιρας και
σαρκασμού. Ο Χαλίλ – Χικμέτ με τις χειροπέδες του προσπαθώντας να γυρίσει τις
σελίδες του βιβλίου δίνει τη διαφορετική εικόνα διανοούμενου.
Στο σταθμό του Χαϋντάρ πασά…
Καλάθια και
δισάκια
κατεβαίνουν τις σκάλες, ανεβαίνουν τις σκάλες σταματούν πάνω στις σκάλες.
Ο δεκανέας Αχμέτ (ήταν και πάλι στο στρατό)
έπιανε το κεντημένο δισάκι, του φίλησε το χέρι
Το δισάκι, σύμβολο οικονομικής ιδιότητας, παίρνει
ανθρώπινη υπόσταση αναδεικνύοντας έτσι την ταύτιση του ανθρώπου, στο πλαίσιο
της συγκεκριμένης κοινωνίας, με την οικονομική του κατάσταση. Σε άλλες
περιπτώσεις (της γριάς Σαχεντέ) η προσκόλληση στην ιδιοκτησία είναι ικανή να
εξουδετερώσει κάθε ανθρώπινο συναίσθημα, ακόμη και τη μητρότητα. Νέα θέματα,
όπως η αγριότητα του πλήθους, όπου με μελανά χρώματα απεικονίζεται ο θάνατος
του δημοσιογράφου Αλή Κεμάλ, η φρικαλέα σκηνή των εξαθλιωμένων Μεμετζίκων, η
παρακμή της φεουδαρχίας (γκρεμισμένο σπίτι σαράντα δωματίων), η άνοδος της
αστικής τάξης, υπαινιγμός στην αισθητική της (βίλες από μπετόν), εμφανίζονται.
Ο ηρωισμός αντιμετωπίζεται με κάποιο σκεπτικισμό, το θέμα του πολέμου
επανέρχεται συχνά, χωρίς τις ηρωικές εξάρσεις της Εποποιίας. Η σκηνή του Μεμέτ
που κλέβει τα μακαρόνια του σκύλου, ή που:
Σπόρους βρόμης
ψάχνει στην κοπριά των αλόγων.
Θα πλύνει τη βρόμη στο ρυάκι.
Θα την ξεράνει στον ήλιο και θα τη φάει
απεικονίζει νατουραλιστικά την κατάσταση των
στρατιωτών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μεταξύ πολλών συνήθως θλιβερών και πότε πότε
διασκεδαστικών συζητήσεων γίνονται αναφορές στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και
διατυπώνονται φιλοναζιστικές απόψεις από κάποιους πλούσιους επιβάτες.
β) Στίχοι με θέματα σχετικά με τη ζωή στη φυλακή, οι φυλακισμένοι, τα εγκλήματά
τους, οι συζητήσεις τους, η διαφθορά, η δωροδοκία, η χαρτοπαιξία, η άνιση
μεταχείριση των κρατουμένων, οι ξυλοδαρμοί, τα ναρκωτικά, η ελπίδα για
απόδραση, αποτελούν μέρος της δεύτερης ενότητας. Οι αφηγήσεις γίνονται πιο
περίπλοκες, πολυσύνθετες και αφορούν περιπτώσεις πιο εξειδικευμένες. Η ιστορία
της Νιγκιγιάρ ή του Χαμντί αποτελούν έξοχα ανεξάρτητα λυρικά ποιήματα. Τα
μαγαζιά-εργαστήρια της φυλακής προσφέρουν στον ποιητή την ευκαιρία να ασχοληθεί
με το αγαπημένο του θέμα, τη δεξιοτεχνία των ανθρώπινων χεριών. Με μεγάλη
ποικιλία εκφραστικών μέσων -π.χ. παρομοιάζει το ψαλίδι του ράφτη με πελαργό που
πετά αποδίδοντα συνάμα και την ταχύτητα των χεριών του- ζωντανεύει τους τεχνίτες,
τις κινήσει τους, τις συζητήσεις τους. Η ανάγνωση μιας παλιάς σχισμένης
εφημερίδας, αφορμή αναδρομής -τεχνική του ποιητή- στο παρελθόν, οδηγεί στην
εξιστόρηση παλιών γεγονότων, αλλά και στην τολμηρή αναφορά της σφαγής των
Αρμενίων στα Άδανα το 1909.
Με αιχμηρή αλλά και εύθυμη σατιρική διάθεση περιγράφει
τους γάμους της κόρη του κυβερνήτη στο σπίτι του λαού απεικονίζοντας
γελοιογραφικά την όλη τελετή και τους προσκεκλημένους, ανώτερα διοικητικά
στελέχη, δήμαρχος, περιφερειακό γραμματέας κά. (π.χ, νύφη: θηλυκός φασιανός,
πεθερά: διαμάντια και λίπη, γαμπρος: βήματα μετρημένα με διαβήτη, μπουφές:
σάρκες και υφάσματα). Για όλου και όλα φροντίζει ο Ρεφίκ Εφφίσιεντ, μέλος της
Νομαρχιακής Επιτροπής του κόμματος. Προσφιλής στόχος της σάτιρας του Χικμέτ
αυτοί που αναρριχήθηκαν σε αξιώματα κολακεύοντας τη νέα εξουσία.
Τελείως διαφορετικό είναι το ύφος του όταν ο Χαλίλ – Χικμέτ γράφει γράμμα στη
αγαπημένη του Αϊσέ, από τις ελάχιστες φορές που χρησιμοποιεί πρώτο πρόσωπο,
εκφράζοντας την αγάπη του και την ερωτική του επιθυμία με σπάνιους σε ομορφιά
κα αισθητική αξία ερωτικούς στίχους. Με τα κύματα του ραδιόφωνου του Ντζεβντε
Μπέη Τα Ανθρώπινα Τοπία απλώνονται στην Ευρώπη του 1941, Βερολίνο, Κίεβο
Λονδίνο, Βαρκελώνη, Μαδρίτη και αποκτούν διεθνιστικό περιεχόμενο. Στην ενότητα
αυτή, με τον Ντζεβντέτ μπέη στα τρίσβαθα του ωκεανού, σε ονειρικά θαλασσινά
τοπία, όπου κείτονται νεκροί ο Χανς Μύλλερ από το Μόναχο και ο Χάρρυ Τόμσον από
το Λίβερπουλ, ο Χικμέτ εμβαθύνει στα αίτια, στις συνέπειες και στον
ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του συγκεκριμένου πολέμου.
«Το μεγαλείο μιας εξαίσιας μελωδίας» πλημμυρίζει τον κήπο του Ντζεβντέτ μπέι που παρασύρεται από τα κύματά της. Η μελωδία έρχεται από τη Μόσχα και μίλι για τους αγώνες του Σοβιετικού λαού. Από το ραδιοφωνάκι της φυλακής οι φυλακισμένοι Χαλίλ, Μπετόβεν και ο ζωγράφος Μπαλαμπάν ακούν την ίδια μουσική. Τι βιολιά ρωτούν: «δεν έχουν απορρίψει την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο; οι φλογέρες συμπληρώνουν, τα κόντρα και τα μπάσα κατηγορούν τους βάρβαρου και δόλιους εχθρούς που προχωρούν στη Μόσχα και στο Λένινγκραντ. Η μελωδία τελειώνει με την επίκληση:
Σύντροφοι,
αδελφές,
στρατιώτες και ναύτες του στρατού και του στόλου μας, φίλοι, σε σας
απευθύνομαι,
θάνατος σε όσους θάνατο φέρνουν…
Το σπάνιο αυτό ποιητικό εύρημα, να περιβάλει τη βαρβαρότητα, τη σκληρότητα την απανθρωπιά του πολέμου με την εξαίσια μουσική μελωδία, ίσως ήθελε να τονίσει την αντίθεση μεταξύ των δύο πολιτισμών.
γ) η ανέχεια, οι δυσμενείς συνθήκες ζωής, η καθυστέρηση των αγροτών ζωντανεύουν δραματικά με την ιστορία του Ντουμελή και της γυναίκας του. Παράλληλα, προβάλλονται και αναλύονται κοινωνιολογικά τα ψυχικά αδιέξοδα του γιατρού Φαΐκ. Ο γιατρός, αν και με ιδιαίτερη φροντίδα προσέχει τους ασθενείς του, δεν μπορεί να παραμερίσει τα ταξικά του εμπόδια και να αγωνιστεί γι’ αυτούς. Την αυτοκτονία του γιατρού, διαδέχεται γέννηση. Βέβαια, αυτή η διαδοχή είναι συνηθισμένο θέμα τέχνη, μοναδική όμως είναι η περιγραφή της. Το βρεφικό κλάμα ακούγεται σαν θριαμβευτικός παιάνας, επινίκιο τραγούδι και αποτελεί ουσιαστικά το τέλος των ανθρώπινων Τοπίων της γαλλικής έκδοσης. Οι στίχοι που ακολουθούν, ανήκουν πλιότερα ποιήματα και προστέθηκαν όπως λέγεται από την Münewer Andaç, τελούν διακήρυξη των πιστεύω του ποιητή, εκφράζουν την αμείλικτη στάση ενάντια στο Ναζισμό:
από δω και
μπρος το μέλλον θα είναι μια κραυγή,
γυμνή και ανελέητη,
με τη δύναμη της γροθιάς θα ανυψώσουμε τη νίκη
και θα
ξεχάσουμε τη συγγνώμη…
την αγάπη του για τη ζωή, την ακλόνητη πίστη στην ιδεολογία του:
Στον πιο μεγάλο αγώνα
διάλεξα το στρατόπεδό μου, ανοιχτά
και χωρίς φόβο,
_________
Κεμάλ Ταχίρ, σελ. 84. Ο Χικμέτ γράφει στον φίλο του
Ταχίρ για ένα ποίημα που είχε γράψει το με το ίδιο περιεχόμενο.
_________
την αισιοδοξία, τις διεθνιστικές του απόψεις, την αγάπη για τη χώρα του, τον
πολιτισμό και το λαό της:
με άδεια κοιλιά
σχεδόν σκλάβοι, οι άνθρωποι της γης μου.
Με την ελπίδα ότι η ανάγνωση των ποιημάτων θα σας κάνει να αγαπήσετε Τα Ανθρώπινα Τοπία όσο και η μεταφράστρια. __ Έλλη Κοτσαλίδου
Παρά τον τίτλο τα κείμενα πολλές φορές μοιάζουν
περισσότερο με επιτύμβια επιγράμματα παρά εγκυκλοπαιδικά λήμματα.
Τ΄ Ανθρώπινα Τοπία μεταφράστηκαν στη Ρωσική γλώσσα το 1962 και προλογίστηκαν
από ίδιο τον ποιητή. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της Μουτλού Κονούκ, ο ποιητής
θεωρεί ότι κάθε ανθρώπινη ζωή παρουσιάζει ενδιαφέρον καταλήγει στα πολύ
μετριόφρονα συμπεράσματα, ότι θα ήταν ευχαριστημένος έαν οι αναδρομές παρελθόν
δεν προκαλούσαν πλήξη.
Α
Αμπντουϊλάχ
Από το χωριό Τσικλέτ, περίχωρα του Κιρτσεχίρ. Γεννήθηκε το 1940.
Γιος του Οσμάν και της Χατιτζέ.
Αμπντουρραχμάν
Από την ευγενή οικογένεια των Χταγκλιζαντέ,
1296-1940
Αντβιγιέ
Η μητρική της οικογένεια ήρθε από τον Καύκασο. Ο πατέρας της: πρόσφυγας από τα
Βαλκάνια,
το 1293.
Παντρεύτηκε το 1307.
Έπλενε ρούχα, μαγείρευε, γέννησε παιδιά
και με ευλάβεια έσβησε το 1931.
Σκέπασαν το φέρετρο μ ένα σάλι, που δανείστηκαν από το μεγάλο τζαμί,
(ένας από τους γαμπρούς τους ήταν ιμάμης).
Ατιφέτ
Γεννήθηκε το 1927, στο Σουλει’μανιγιέ,
συνοικία της Ιστανμπούλ, δούλευε σε μια καλτσοβιοτεχνία
(στην οδό Τοπχανέ, στο Γαλατά) δεκατριών ετών το 1940.
Οι Αμπαρτζή
(Παλιά οικογένεια από το Κασίμπασα, συνοικία της Πόλης).
Έδωσε πολλούς διάσημους άνδρες στη χώρα:
1.Χασάν αφέντης της οικογένειας Αμπαρτζή, υπαξιωματικός στο ναυτικό (1281).
Ξαναπαντρεύτηκε το 1324
(αφού χώρισε τη γυναίκα του από πίστη στον έκπτωτο Σουλτάνο).Μπακάλης στη
συνοικία Κουλακσίζ (1327), πέθανε το Σεπτέμβριο του 1338 στην κουζίνα του,
ολομόναχος.
Στους δρόμους τα παιδιά
τραγουδούσαν πολεμικά εμβατήρια…
2. Σελίμ, της οικογένειας Αμπαρτζή, επιστάτης στο εργαστήριο του Ταβχάν (για επισκευές δεξαμενών πλοίων).
Είχε δύο γυναίκες
και μια αδυναμία για τα παλιά καλλιγραφικά γράμματα.
Το πρωί, όταν καλούσε για προσευχή,
η φωνή του έφθανε πολύ μακριά,
ως τα ξύλινα αλογάκια του Λούνα Παρκ.
_Όταν απαγόρευσαν τις προσευχές στην αραβική, πολύ του κακοφάνηκε και ποτέ δεν
κάλεσε πια σε προσευχή τους πιστούς.
Πέθανε 48 ετών από φυματίωση.
3. Φουάτ
(γιος του Σελίμ από τους Αμπαρτζή, γεννήθηκε το 1333.
Δούλευε στο Ναύσταθμο.
Στα 18 του πήγε φυλακή (επειδή διάβασε ένα βιβλίο με τρεις φίλους του και με
κατεβασμένες τις κουρτίνες).
Β (μπ)
Μπεντριγιέ
Κόρη του Φεβζή μπέη, τελωνειακού γραμματέα. Γεννήθηκε το 1935
Η καλλιγραφία κατείχε μεγάλη θέση στη Ισλαμική τέχνη μαζί με την μικρογραφία. Είχαν καλλιεργηθεί έξι είδη καλλιγραφικού αλφαβήτου: Το πιο διακοσμητικό ήταν το κουφικό (Κουφά, φιλολογικό κέντρο των Αράβων στη Μεσοποταμία) που εξέφραζε τη μεγαλοπρέπεια και την αντρική ρώμη, το νασκγια έναν απαλό, ομαλό με συνεχόμενες γραμμές ρυθμό, το Τουλούτ, ήταν συνδυασμός των δύο προηγουμένων, το Νασταλίκ χαρακτηρίζεται από μια φυσική και πολλές φορές αιθέρια κομψότητα. Η αντικατάσταση του αραβικού αλφαβήτου από το λατινικό είχε αρνητική επίδραση στην καλλιγραφία.
·
Στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων του Κεμάλ, οι προσευχές
έπαυσαν να λέγονται στην αραβική, αλλά στην τουρκική γλώσσα (1928).
σε πέντε βήματα από εκεί, στα δεξιά του,
τον είδε, «Αυτόν»
Οι στρατηγοί ήταν πίσω από «Αυτόν».
«Αυτός» τους ρώτησε την ώρα.
«Είναι τρεις…» είπαν οι στρατηγοί.
Έμοιαζε με ξανθό λύκο,
και τα γαλανά του μάτια σπινθηροβολούσαν.
Προχώρησε ως την όχθη του χειμάρρου, σταμάτησε, έσκυψε.
Εάν τον είχανε αφήσει, πηδώντας με τα λεπτά μακριά του πόδια, διασχίζοντας τη
νύχτα σα διάττοντας αστέρας, θα είχε πηδήσει από την κορυφή του Κοτζατεπέ
στην πεδιάδα του Αφιόν…
Από τις τρεις και τριάντα έως τις πέντε και τριάντα:
μερικοί από «αυτούς»
Είναι τρεις και τριάντα: στη γραμμή Χαλιμούρ Αϊβαλί,
η φρουρά κρατάει τις θέσεις της.
Ο δεκανέας Αλή, από τη Σμύρνη, ψάχνοντας με το βλέμμα, μες στη νύχτα, κοίταξε
τον ένα μετά τον άλλο, σα να έμελλε να μην τους ξαναδεί, τους άντρες του
αποσπάσματος.
______________
Προφανώς εννοεί τον Μουσταφά Κεμάλ.
Η παρομοίωση με λύκο είναι κολακευτική για τους Τούρκους. Άλλοι σχολιαστές όμως
έχουν διαφορετική γνώμη.
Στον Κοτζα Τεπέ κορυφή του Καλετζίκ Νταγ, βρισκόταν το παρατηρητήριο του
Τουρκικού επιτελείου (Μουσταφά Κεμάλ, Ισμέτ πασάς κ.ά.) και παρείχε ορατότητα
με διόπτρες έως το Ας Καραχισάρ.
_____________
Ο πρώτος δεξιά
ήταν ξανθός, ο δεύτερος μελαχρινός, ο τρίτος ήταν τραυλός, αλλά κανείς
από όλη τη συντροφιά,
δεν τον ξεπερνούσε στο τραγούδι.
Ο τέταρτος σίγουρα λαχταρούσε λίγο χυλό παραπάνω.
Ο πέμπτος θα σκότωνε το φονιά του θείου του, την βραδιά που θα γύριζε στο σπίτι,
μόλις τελείωνε το στρατιωτικό.
Ο έκτος
είχε πόδια απίστευτα μεγάλα.
Στο χωριό του, επειδή είχε δώσει
το χωράφι του και το μοναδικό του βόδι σε μια γριά μετανάστρια, του έκαναν
μήνυση τ’ αδέλφια του.
Και οι φίλοι του στο στρατό, επειδή έκανε βάρδια στη θέση φίλων τού έβγαλαν το
παρατσούκλι «ο Τρελός του Ερζερούμ».
Ο έβδομος ήταν ο Οσμάν, ο γιος του Μεμέτ, πληγώθηκε στα Δαρδανέλια, στο Ινονού,
στο Σαγγάριο και θα μπορούσε να πληγωθεί και πάλι,
χωρίς καν να ανοιγοκλείσει τα βλέφαρά του και συνεχίζοντας να στέκεται όρθιος.
Ο όγδοος, ο Ιμπραήμ,
δε θα είχε φοβηθεί και τόσο πολύ αν τα κάτασπρα του δόντια
δεν είχαν τόσο δυνατά χτυπήσει, αλλά ο δεκανέας Αλή, από τη Σμύρνη ξέρει καλά
ότι ο λαγός δε φεύγει επειδή φοβάται, αλλά φοβάται επειδή φεύγει.
Η ώρα είναι τέσσερεις:
Σ’ όλη την περιφέρεια Αγκιζγκαρά -Σουτλουντερέ, η δωδέκατη μεραρχία του πεζικού
με το βλέμμα στα σκοτάδια, μακριά, τα χέρια πολύ κοντά, πάνω στη σκανδάλη,
καθένας στο πόστο του.
Ο ιμάμης του τάγματος, ο μόνος άοπλος σ’ όλη την παράταξη,
ο άνθρωπος των νεκρών, μπήγει στη γη ένα κλωνάρι ιτιάς
προς την κατεύθυνση της Μέκκας, και με το κεφάλι σκυφτό,
τα χέρια σταυρωτά,
λέει την πρωινή προσευχή.
Η καρδιά του είναι γαλήνια, ο Παράδεισος είναι μια αιώνια ανάπαυση.
Η νικηθούν ή νικήσουν
θα προσφέρει με τα ίδια του τα χέρια στον παντοδύναμο Κύριο τους μάρτυρες που
θα έχουν πέσει στο πεδίο της μάχης.
Είναι τέσσερεις και σαράντα πέντε : στα περίχωρα του
Σαντικλί, χωριά.
Ο καβαλάρης με τα μαύρα μακριά μουστάκια στεκόταν κοντά στο άλογό του, κάτω από
ένα πλατάνι.
Το άλογο μαστίγωνε με την ουρά του το σκοτάδι,
αίματα στο γόνατο,
σάλια στο χαλινάρι.
Η τέταρτη ίλη του δεύτερου συντάγματος πεζικού με τ άλογά της, τα σπαθιά και
τους άνδρες της οσμίζεται τον αέρα.
Κάπου, στα χωριά λαλεί ένα πετεινάρι.
Ο καβαλάρης με τα μαύρα μακριά μουστάκια σκεπάζει με τα χέρια το πρόσωπό του…
Πέρα από τα βουνά, εκεί κάτω, απέναντι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ℹ️ Η αντιγραφή και χρήση (αναδημοσίευση κλπ) αναρτήσεων στο σύνολό τους ή αποσπασματικά είναι ελεύθερη, με απλή αναφορά στην πηγή
ℹ️ Οι περισσότερες εικόνες που αναπαράγονται σε αυτόν τον ιστότοπο είναι πρωτότυπες ή μακέτες δικές μας.
Κάποιες που προέρχονται από το διαδίκτυο, αν δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο τις θεωρούμε δημόσιες χωρίς «δικαιώματα» ©®®
Αν υπάρχει πηγή την αναφέρουμε πάντα
Τυχόν «ιδιοκτήτες» φωτογραφιών ή θεμάτων μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν μαζί μας για διευκρινήσεις με e-mail.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ
🔻 Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Αν σχολιάζετε σαν «Ανώνυμος» καλό είναι να χρησιμοποιείτε ένα διακριτικό όνομα, ψευδώνυμο, ή αρχικά
🔳 ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:
Α) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
Β) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Γ) εκτός θέματος ανάρτησης
Δ) με ασυνόδευτα link (spamming)
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά - όχι "Greeklings"