Όχι μόνο με λέξεις, αλλά και με έννοιες και με ιδέες... και με τη ζωή του την ίδια, περιπλανήθηκε στο αυτοσχέδιο όραμά του για τον κόσμο, για τον ΑΝΘΡΩΠΟ, για τη ζωή. Ο Νίκος Καρούζος, εκφραστής της απλότητας και της άκρας λιτότητας στην προσωπική του ζωή, συστηματικά αποφεύγοντας την «υποταγή» στις «μικροανάγκες βολής», αφού η σχέση του με την ύλη περιοριζόταν στα εντελώς απαραίτητα για τη διαβίωση, κατάφερε να παραμείνει αλώβητος, σαν πραγματικός «αντιστασιακός» του συστήματος μέχρι τα στερνά της ύπαρξής του. Φτωχός σαν ποιητής, πλούσιος σαν ψυχή, περήφανος σαν τη γενιά του, δε λύγισε μπροστά στο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε και όταν η πολιτεία τον έκρινε ως ποιητή β΄ κατηγορίας δίνοντάς του σύνταξη 55.000, κατά 5.000 μικρότερη από την πρώτη, ο αξιοπρεπής ποιητής δεν τη δέχτηκε. Το είχε άλλωστε προβλέψει από τα νεανικά του ποιήματα. «Μάταιος ο κόσμος αλλά πέρασμα». Και πέρασε από αυτό τον κόσμο μεταποιώντας την οδύνη σε ασυμβίβαστη ποιητική φωνή.
Συνυπάρχουμε συνοδυνόμενοι
Γέννημα, θρέμμα της Εθνικής Αντίστασης και της θυελλώδους μεταπολεμικής εποχής, άφησε πίσω του ένα μεγάλο καινοτόμο ποιητικό έργο και μια σεμνή αγωνιστική συνεισφορά στην υπόθεση της κοινωνικής προόδου.
«Είχα πάντα - είχε πει ο ίδιος, στο "Διαβάζω"- την κοινωνική διάσταση. Πώς θα μπορούσε να γινότανε κι αλλιώς; Είμαστε κοινωνία, είμαστε ιστορία. Συνυπάρχουμε, συνοδυνόμενοι».
Αλλά και η ποίησή του εκφράζει αυτή την κοινωνικότητα: «Κι αν χιονίζει στο πνεύμα/ Κι αν κρυώνουν οι μεγάλες ιδέες/ Ο κόσμος πρέπει να προχωρήσει»... και ταυτόχρονα «συνθηματογραφούσε» με μια αυθεντική δυναμική: «Οταν παιδέψεις τώρα δα μια πεταλούδα/ δεν το βλέπεις/ αλλά αργότερα κάπου/ θα πονέσει ο πολιτισμός».
Επάγγελμα: η ψυχή μου
Δεκατέσσερα χρόνια από τη μέρα
που ο θάνατος (28/9/1990), «βασιλέας των πραγμάτων» τον «ταξιδεύει στον
ουρανό», εκείνος επιμένει να «γυρίζει μόνος», με ελάχιστους να τον θυμούνται
πολύ περισσότερο να τον τιμούν. Τα «όνειρά» του δεν τον «έσωσαν» και δεν είναι
σίγουρο αν με την αγάπη «σήκωσε την απελπισία του». Είχε δίκιο «σα να μην
υπήρξαμε ποτέ κι όμως πονέσαμε απ' τα βάθη». Κι όμως, ήπιε και «της μοναξιάς το
ηδύποτο», διάβηκε «αγιάτρευτος μέσ' στ' όνειρό του», και σίγουρα «δε θα
μπορούσε δίχως θάνατο»... Αλλά μέσα από τη σιωπή που επιβάλλει ο θάνατος και
περισσότερο η λησμονιά που συνοδεύει το τέλος ενός ανθρώπου, εκείνος
«κατέγραψε» την «εκδίκηση» στη λησμονιά και την αδιαφορία, συστηνόμενος:
«Επάγγελμα: η ψυχή μου»... Όπως έλεγε ο Νικηφόρος Βρεττάκος «κατά
βάθος η ποίηση, είναι μι' ανθρώπινη καρδιά φορτωμένη όλο τον κόσμο».
Αυτό ήταν και η ποίηση του Νίκου Καρούζου, «μια καρδιά φορτωμένη» τον πόνο και
τα όνειρα όλο του κόσμου. Στην περιπλάνησή της τούτη η καρδιά δεν ακίστηκε με
τις λέξεις, με ιδέες και έγνοια, με πλήρη επίγνωση του θρυμματισμού των
οραμάτων, αναζήτησε την ουσία της ύπαρξης, διακηρύσσοντας ταυτόχρονα την πίστη
του ότι «η Ιστορία φυσικά/ δε μας περιμένει/ στη στάση του τρόλεϊ»... και
εκτοξεύοντας έτσι βέλη στη στάση αδράνειας, παθητικότητας και βολέματος.
Το οπλοστάσιο του Καρούζου, δεν υπέκυψε στην ευκολία. Η πείνα και η δίψα του για ελευθερία ενδυνάμωνε τις αλήθειες για τη ζωή και την ποίηση. Η διάπυρη ύλη του πάθους, της οργής, της υπαρξιακής έκρηξης μεταβολίζεται σε μια «συνομιλία», που αποκτά νόημα με τον βαθύ ήχο με τον οποίο υπερασπίζεται αυτή τη «συνομιλία».
«Ενθύμια φρίκης»
Μπορεί ο ίδιος να έλεγε «Ποτέ στ' αλήθεια δεν το μαθα/ τι είναι τα ποιήματα/ Είναι πληγώματα/ είν' ομοιώματα/ φενάκη/ φρεναπάτη;/... Πολλοί τα βαλσαμώνουν ως μηνύματα./ Εγώ τα λέω ενθύμια φρίκης», όμως «συνομιλώντας» μέσα από την ποίησή του αναγνωρίζεις τον ποιητή που μοχθεί να μεταδώσει νοήματα, που πασχίζει, με τη «λεκτική αθανασία», «για μάτωμα πιο πέρα κι απ' το αίμα».
Βαθιά πάσχων ως πολίτης ο Νίκος Καρούζος, με μοναχή οπλοφορία το «στήθος» του, πάλεψε την «ακαμψία», μίσησε «την ορατή μυθολογία τους παπάδες/ τη λεκτική τους αθανασία/ τους χλοερούς τόπους ψαλτικής αναψύξεως/ τρομακτικά ψέματα/... ήρθε πολλές φορές αντιμέτωπος με το «θάνατο» στην ποίησή του, με την «εκθαμβωτική ασυνέπεια της ύλης», είκαζε «πως ο θάνατος θα έρθει όπως ο ύπνος,/ ο σκοτεινός θάλαμος όπου τραβά η ζωή, φωτογραφίες απ' το υποσυνείδητο», για να δώσει την τελευταία του μάχη «με το θάνατο μέσα μου πλέον ορατό/ - σχεδόν αδιανόητο -/ μεράκι που το 'χω να υπάρξω ακόμη!/ Φτερουγισμένος είμαι σήμερα στα ύψη/ στην πιο βλακώδη αστρογειτονιά μου πέρα./ Η τόση θεωρητική ωμότητα σε πανικού δροσούλα/ γιομάτη σωματικά γεγονότα./ Η ύλη δε με θέλει. Κι αφουγκράζομαι μόνος/ ουσιαστική τίγρη./ Πού πας με τόση ομορφιά;/ Στο βάθος θάνατος». (30/3/1989).
«Αιωρούμαι μονάχος»
Ο Νίκος Καρούζος γεννήθηκε στο Ναύπλιο τον Ιούλη του 1925, από πατέρα δάσκαλο και κόρη παπά. Αρχισε σπουδές νομικών και πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας χωρίς να τις ολοκληρώσει. Ο πατέρας του ενταγμένος στο ΕΑΜ, πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και αργότερα υπέστη όλα τα δεινά της περιόδου. Ο ίδιος ΕΠΟΝίτης τον καιρό του αγώνα, γνώρισε από νωρίς τις εξορίες (Ικαρία, Μακρόνησο). Πρώτη παρουσία του στη λογοτεχνία το 1949, όταν δημοσίευσε ένα ποίημα στο περιοδικό «Ο Αιώνας μας». Ο ίδιος σε συνέντευξή του στο «Ρ» είχε πει ότι τα πρώτα του ποιήματα τα είχε στείλει στο περιοδικό της ΕΠΟΝ «Νέα Γενιά», το 1945. Η πρώτη του ποιητική συλλογή ήταν «Η επιστροφή του Χριστού» (1954) και ακολούθησαν «Νέες δοκιμές», «Είκοσι ποιήματα», «Διάλογοι», «Η Ελαφος των άστρων», «Πενθήματα», «Απόγονος της νύχτας», «Αντισεισμικός τάφος», «Ερυθρογράφος» κ.ά.
Για το έργο του «Νεολιθική νυχτωδία στην Κρονστάνδη», τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο το 1989. Επίσης το 1963 τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο των Δώδεκα, ενώ το 1972 μοιράστηκε με τον Μίλτο Σαχτούρη και τον Τάκη Βαρβιτσιώτη, το Εθνικό Βραβείο ποίησης.
Βέβαια όπως για τους περισσότερους ποιητές, ήταν περιπετειώδης ο τρόπος έκδοσης των βιβλίων του Νίκου Καρούζου. Για πολλά χρόνια, μέχρι τη δεκαετία του '70, τύπωνε με έξοδα δικά του τα βιβλία του. Στη συνέχεια, συνέβαλαν η Εγνατία, το Πολύπλανο, το Υψιλον, ο Εξάντας, ο Ακμων (μία σημαντική ανθολογία, στα 1981), η Γοργώ, η Εστία, ο Καστανιώτης, ο Μίμνερμος, και η Απόπειρα. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, οι εκδόσεις Ερατώ, προχώρησαν στην έκδοση των Απάντων του ποιητή, σε τόμους ανάλογα με τη δημιουργική του περίοδο. Εκδόθηκαν η Πρώτη Εποχή και η Δεύτερη Εποχή. Μετά το θάνατο του Νίκου Καρούζου, το έργο του εκδίδεται συγκεντρωμένο σε τόμους από τις εκδόσεις Ικαρος. Εχουν κυκλοφορήσει τα Ποιήματα A΄ και τα Ποιήματα B΄.
Ό,τι και να γράψεις για τον Νίκο Καρούζο, δύσκολο να κατακτήσεις με λέξεις τη φυσιογνωμία του ποιητή που μπήκε με σώμα και πνεύμα στις αγωνίες και τις ελπίδες των καιρών, τη φυσιογνωμία του Νίκου Καρούζου που με την ποίησή του - όπως έγραψε και ο Μ. Μουντές, «ενίσχυσε την αμυντική λειτουργία των ψυχών μας απέναντι στα καταιγιστικά συμπτώματα της καθημερινής κατακρήμνισης ονείρων και αξιών».
Το σίγουρο είναι πως ο Νίκος Καρούζος υπάρχει μαζί μας, γιατί εκείθε, πέρα από την ολόφωτη σιωπή της αιωνιότητας, μας θυμίζει ότι «σε μια κραυγή της νύχτας όλοι συνυπάρχουμε κι ανασαίνουμε τρόμο».
Ριζοσπάστης
της αξέχαστης συντρόφισσας και προσωπικής φίλης
Σοφίας ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Η συντρόφισσα μας Σοφία Αδαμίδου: Όταν νιώθεις δική σου την
πληγή του κόσμου γίνεσαι δυνατότερος από την ευθύνη και... αν κάποιες φορές
λυγίζεις είναι γιατί πρέπει να φτάσεις στον γκρεμό για να βγάλεις πάλι φτερά
για να πετάξεις!
Ο Νίκος Καρούζος (17 Ιουλίου 1926 _Ναύπλιο - 28 Σεπτεμβρίου 1990_Αθήνα) ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς παιδί της Κωνσταντίνας Πιτσάκη και του δάσκαλου στρατευμένου στο ΕΑΜ Δημήτρη Καρούζου, που κυνηγήθηκε μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, που συνέβαλαν στα πρώτα παιδικά χρόνια στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, όπως και ο “κόκκινος” ιερέας και δάσκαλος παππούς του από την πλευρά της μητέρας του που διέθετε πλούσια βιβλιοθήκη.
- Το 1944, λίγο πριν το Δεκέμβρη ολοκληρώνει τις γυμνασιακές σπουδές στη γενέτειρά του και εντάσσεται στην ΕΠΟΝ Ναυπλίου στο Τμήμα διαφώτισης, το 1945 εισάγεται στη Νομική Σχολή και στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον Ιούνιο του 1946 γλιτώνει τη σύλληψη και εκτέλεσή από τους Χίτες... την επόμενη χρονιά εξορίζεται στην Ικαρία για πέντε μήνες, 1951 υπηρετεί τη θητεία του στη Μακρόνησο και το 1953 εξορίζεται πάλι στη Μακρόνησο. Μια ζωή άρρωστος _νοσηλεύτηκε και στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, χωρίς να υπογράψει δήλωση μετανοίας, για λόγους υγείας.
- Το 1955 παντρεύεται τη μετέπειτα συγγραφέα Μαρία Δαράκη με την οποία χωρίζει μετά από μερικούς μήνες, έχοντας χαράξει ήδη τη δική του ανηφορική κακοτράχαλη πορεία στη ζωή και στον αγώνα. Εγκαταλείπει τις σπουδές στη Νομική και την προοπτική να γίνει δικηγόρος και αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα και άλλα πεζά κείμενα σε διάφορα περιοδικά, όπως τα Αθηναϊκά Γράμματα, Επιθεώρηση Τέχνης, Νέα Εστία, Ευθύνη, Σύνορο και Διαγώνιος. Το 1961 βραβεύεται με το Β΄ Κρατικό Βραβείο ποίησης και το 1962 με Α΄ Βραβείο Ποίησης της Ομάδας των Δώδεκα. Το 1962 παντρεύεται, για δεύτερη φορά, με τη Μαίρη Μεϊμαράκη, με την οποία χωρίζει το 1980. Τον Μάιο του 1967 συλλαμβάνεται για δηλώσεις που έκανε σε βάρος του Παττακού.
- Το διάστημα 1983-1984 και το 1986 εργάζεται στο Γ΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ κάνοντας εκπομπές για τη λογοτεχνία. Το 1988 βραβεύεται με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο Ποίησης. Αντιμετωπίζει διάφορα προβλήματα υγείας (καρδιολογικά, διάγνωση καρκίνου). Νοσηλεύεται σε διάφορες κλινικές της Ελλάδας και του εξωτερικού (Φεβρουάριος-Μάρτιος του 1986 στο Σωτηρία, Μάρτιος του 1989 διάγνωση καρκίνου, Φεβρουάριος-Μάρτιος του 1990 στο Λονδίνο). Πεθαίνει στις 28 Σεπτεμβρίου του 1990 στο Νοσοκομείο Υγεία.
![]() |
στη Μαίρη (Μεϊμαράκη) |
Ποιητικό έργο
Παιδιόθεν ασχολείται με το διάβασμα ποίησης και τη συγγραφή. Το 1944-1945 πραγματοποιεί την πρώτη δημοσίευση ποιήματός του στο περιοδικό της ΕΠΟΝ Νέα Γενιά. Το 1949 δημοσιεύει το πρώτο του ποίημα με τίτλο Σίμων ο Κυρηναίος στο περιοδικό Ο Αιώνας μας, ενώ το 1953 την πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο Η επιστροφή του Χριστού. Η ποίηση του Καρούζου έχει χαρακτηρισθεί ως φιλοσοφική, θρησκευτική, μυστική, μα δεν είναι τόσο η μεταφυσική διάσταση που τη διακρίνει, αλλά «μια υπαρξιακή πλησμονή, που τον ωθεί πέρα από τα όρια του εγώ, προς τη συγχώνευση με το αισθητό σύμπαν».
Εργογραφία \ Ποιητικές συλλογές
· Σίμων ο Κυρηναίος, 1949
· Η επιστροφή του Χριστού, 1953
· Νέες δοκιμές, 1954
· Σημείο, 1955
· Είκοσι ποιήματα, 1955
· Διάλογοι, 1956
· Ποιήματα, 1961
· Η έλαφος των άστρων, 1962
· Ο υπνόσακος, Ζαρβάνος, 1964
· Πενθήματα, Αθήνα, 1969.
· Λευκοπλάστης για μικρές και μεγάλες αντινομίες, 1971
· Χορταριασμένα χάσματα, Εγνατία, 1974
· Απόγονος της νύχτας, Πολυπλάνο, 1978
· Δυνατότητες και χρήση της ομιλίας, Εγνατία, 1979, Ερατώ, 1986
· Ο ζήλος του μη-σχετικού με παροράματα, Πολυπλάνο, 1980
· Μονολεκτισμοί και ολιγόλεκτα, Εξάντας, 1980
· Φαρέτριον, Ύψιλον, 1981
· Αναμνηστική λήθη, Γοργώ, 1982
· Αντισεισμικός τάφος, Εστία, 1984
· Συντήρηση ανελκυστήρων, Καστανιώτης, 1986
· Νεολιθηκή νυχτωδία στην Κροστάνδη [Α΄ Κρατικό Βραβείο της Ποίησης το 1988], Απόπειρα, 1987
· Ερυθρογράφος, Απόπειρα, 1988
· Λογική μεγάλου σχήματος, Ερατώ, 1989
· Ευρέσεις από κυανό κοβάλτιο, Ίκαρος, 1991
· Θρίαμβος χρόνου, Απόπειρα, 1997
· Οιδίπους τυραννούμενος και άλλα ποιήματα ( φιλολογική επιμέλεια Μαρία Αρμυρά, Ίκαρος)
Μεταφράσεις
· Χόρχε Λουί Μπόρχες-Ο δημιουργός και άλλα κείμενα, Ύψιλον, 1980
Πεζά-δοκίμια
· Μεταφυσικές εντυπώσεις απ΄τη ζωη ως το θέατρο, Άψινθος, 1966
· Περί ζωγράφων, Galerie Titanium, 1988
· Πεζά κείμενα, Ίκαρος, 1997
Στις ποιητικές συλλογές από το 1956 και μετά ο Καρούζος _από τους πιο αξιόλογους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς εγκατέλειψε τις λακωνικές ποιητικές εκφράσεις και άνοιξε τον δρόμο στην αναλυτική έκφραση του πνεύματος με κύριους άξονες αναζητήσεων τον έρωτα, τον θάνατο και έναν μη επουράνιο θεό _βλ σχετική συνέντευξη στο τέλος ανάρτησης.
Πηγές
· «Αυτοί οι δύο άνθρωποι με μάθανε από τα τέσσερά κιόλας χρόνια χρόνια μου γράμματα.» Ελισάβετ Λαλουδάκη, «Νίκος Καρούζος (1926-1990) Χρονολόγιο», Διαβάζω, τ/χ. 393, (Φεβρουάριος 1999), σελ. 110.
· · Ελισάβετ Λαλουδάκη, «Νίκος Καρούζος (1926-1990) Χρονολόγιο», Διαβάζω τ/χ. 393, (Φεβρουάριος 1999), σελ. 111.
· · Ελισάβετ Λαλουδάκη, «Νίκος Καρούζος (1926-1990) Χρονολόγιο», Διαβάζω, τ/χ. 393, (Φεβρουάριος 1999), σελ. 112-113.
· «Δεκατεσσάρων ετών, θυμάμαι, είχα αρχίσει να γράφω ένα μυθιστόρημα,που αργότερα το παράτησα, γιατί διαπίστωσα ότι το έγραφα σε δεκαπεντασύλλαβους […] πρέπει να ήταν το 40 με 41. Θυμάμαι και τον τίτλο: Η γερμανική σκιά». Ελισάβετ Λαλουδάκη, «Νίκος Καρούζος (1926-1990) Χρονολόγιο», Διαβάζω, τ/χ. 393, (Φεβρουάριος 1999), σελ. 110.
· Δημοσθένης Κούρτοβικ, Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς. Ένας κριτικός οδηγός, Πατάκης, Αθήνα 1999 (β΄ εκδ.), σσ. 119-120.
· Ελισάβετ Λαλουδάκη, «Νίκος Καρούζος (1926-1990) Χρονολόγιο», Διαβάζω, τχ. 393 (Φεβρουάριος 1999), σσ. 110-115.
· Νίκος Καρούζος, Διαβάζω, τχ. 393 (Φεβρουάριος 1999), σσ. 108-141.
· 🎥 ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ: Νίκος Καρούζος (Αρχείο της ΕΡΤ)
· 🎥 ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ: ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ (Αρχείο της ΕΡΤ)
· 🎥 ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ:ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ (Αρχείο της ΕΡΤ)
· Νίκος Καρούζος στον Πανδέκτη, του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Νίκος Καρούζος:
Ναι στο μοιρολόι, όχι στο κλαψούρισμα
Η σκέψη γεννά την
ηθική κι η ηθική δικαιούται
το όραμα της αταξικής κοινωνίας, έστω κι ως ουτοπία
Το τεύχος του «Ταχυδρόμου» που είχε κυκλοφορήσει στις 23 Οκτωβρίου 1986 περιελάμβανε μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Νίκος Καρούζος στο δημοσιογράφο Άρη Σκιαδόπουλο (1946-2021). Οι ακόλουθες ερωταποκρίσεις προέρχονται από τη συνέντευξη αυτήν:
— Μπορείτε ν’ αναφερθείτε σε κάποιους σταθμούς της διαδρομής σας, που σημάδεψαν το έργο σας;
Κατ’ αρχήν, εγώ είμαι άνθρωπος της Αριστεράς. Προέρχομαι απ’ αυτήν. Έχω τις εμπειρίες της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφύλιου. Πήγα εξορίες. Ήμουνα διαφωτιστής της ΕΠΟΝ στην πατρίδα μου, το Ναύπλιο. Κουβαλάω λοιπόν όλες τις εμπειρίες των νικών και της ήττας του λαϊκού κινήματος. Αυτό το αίσθημα της ήττας όμως δεν το μετέφερα στο έργο μου. Ίσως το μετέφερα με υπαινιχτικούς τρόπους, αλλά ποτέ με την έννοια των (λεγομένων) «ποιητών της ήττας». Διότι υπάρχει ένας τέτοιος χαρακτηρισμός για μια ομάδα μεταπολεμικών ποιητών.
— Είστε απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι χάθηκε η μάχη αλλά όχι ο πόλεμος;
Βέβαια, ηττήθηκε το λαϊκό κίνημα. Τώρα ξανανθίζει και αυτό είναι ευχάριστο. Τότε όμως ηττήθηκε ο λαός, αλλά αυτή η ομάδα των ποιητών της ήττας επεδόθη σ’ ένα κλαψούρισμα κι αυτό δεν ήταν ωραίο.
— Εννοείτε το μοιρολόι;
ΌΧΙ. Το μοιρολόι είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Άλλο είναι το κλαψούρισμα. Έπρεπε να βγει αλλιώς ο πόνος της συντριβής του λαϊκού κινήματος κι όχι σαν κλαψούρισμα. Εγώ πάντως δεν κλαψούρισα. Βυθίστηκα όμως πιο πολύ στις υπαρξιακές μου αγωνίες, χωρίς ούτε στιγμή να ξεχάσω την αναγκαιότητα της αλλαγής της κοινωνίας. Αυτό είναι το μεγάλο ζητούμενο. Θα πω τώρα κάτι βαρύ, αλλά θα το πω: αν το όραμα της αταξικής κοινωνίας είναι ουτοπία, τότε σκοτεινιάζουν απελπιστικά οι τύχες της ανθρωπότητας. Θα μου πεις: επιτρέπεται να ’χουμε ουτοπίες; ΝΑΙ, επειδή είμαστε τα όντα που διαθέτουμε τη σκέψη. Η σκέψη γεννά την ηθική κι η ηθική δικαιούται το όραμα της αταξικής κοινωνίας, έστω κι ως ουτοπία.
— Οι σημερινές αγωνίες του ποιητή ποιες είναι;
Μα όλη η Τέχνη δεν είναι παρά έκφραση της αγωνίας. Πρώτα πρώτα, το πώς θα ολοκληρώσεις το ποίημα είναι μια αγωνία. Πέρα όμως απ’ αυτή τη δημιουργική αγωνία είναι ένα σωρό άλλες, που σε συναρτούν με τον περίγυρο και την ιστορική πραγματικότητα. Ο Μπωντλαίρ έχει ένα θαυμάσιο ποίημα σχετικό με τον ποιητή: το «Αλμπατρός». Εκεί αναφέρεται στα μεγάλα πουλιά των θαλασσών, τα αλμπατρός, που οι ναυτικοί τα πιάνουν για να διασκεδάσουν. Αυτά τα πουλιά έχουν μεγάλα φτερά, που σέρνονται χάμω και δυσκολεύουν με κωμικό τρόπο το περπάτημά τους. Λέει λοιπόν ο Μπωντλαίρ ότι ο ποιητής είναι κάτι σαν αυτά τα αλμπατρός: «Εξόριστος μέσα στη γη, εν μέσω γιουχαϊσμάτων, τα γιγάντια φτερά του τον εμποδίζουν να περπατήσει».
— Ο ποιητής σήμερα έχει πέραση;
Έχω την ιδέα ότι σήμερα υπολογίζεται περισσότερο από άλλοτε. Όχι ότι παίζει μεγάλους ρόλους, τουλάχιστον στην καπιταλιστική κοινωνία. Υπολογίζεται πάντως περισσότερο απ’ όσο πριν από πενήντα ή εκατό χρόνια. Η σημερινή εποχή είναι περισσότερο ευλαβική προς τον ποιητή. Είναι όμως μέσα στη μοίρα του ποιητή να υποφέρει. Ο ποιητής μοιραία υποφέρει την ύπαρξη.
— Εσείς πρέπει να πλησιάζετε περισσότερο στον ορισμό του Μπωντλαίρ, μια και είστε εξόριστος σ’ αυτή τη μεγαλούπολη.
Εγώ δεν προγραμμάτισα να είμαι ποιητής. Έτσι ήμουνα κι έτσι είμαι. Γεννήθηκα θυσιασμένος. Αυτό ήμουνα, αυτό είμαι, κι αυτό το λένε «ποιητής». Από κει και πέρα δεν έχω απομακρυνθεί από τη ζωή. Απλώς μέσα σ’ αυτό το καπιταλιστικό σύστημα δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσω οικονομικά τη ζωή μου από την ποίηση.
— Τελευταία, φίλος σας σάς χαρακτήρισε από στήλη εφημερίδας «κοσμοκαλόγερο». Αν έτσι είναι, δεν νομίζετε ότι πέρασαν οι καιροί που οι ποιητές δημιουργούσαν ερήμην της ζωής;
Τη μερίδα του λέοντος από τη ζωή ενός ποιητή την έχει η μοναξιά. Δεν γίνεται αλλιώς δημιουργία. Πιστεύω όμως ότι οι αληθινοί ποιητές έχουν πολύ μεγάλη επίγνωση όλων των προβλημάτων της ζωής. Και, δίχως να ’ναι πολιτικοί, έχουν μεγάλη επίγνωση των πολιτικών προβλημάτων. Η πολιτική βγαίνει από το έργο τους. Ο πραγματικός ποιητής είναι και πραγματικός εκφραστής του λαϊκού πνεύματος.
— Το πολιτιστικό μας παρόν είναι κάτι που σας αφορά. Σας απασχολεί κιόλας;
Σήμερα επικρατεί μεγάλος λαϊκισμός. Λόγου χάρη: λαϊκισμός είναι να λες «ο αγώνας τώρα δικαιώθηκε» ή ότι «φεύγουν οι βάσεις», ενώ ξέρεις ότι δεν πρόκειται να γίνει αυτό. Ή όταν κάνεις δέκα παροχές στο λαό και του φορτώνεις εκατό φορολογικά βάρη. Όπως λαϊκισμός στην κουλτούρα είναι να φιλολογείς υπέρ του λαού. Το κιτς της κάθε Τέχνης είναι ο λαϊκισμός στην κουλτούρα. Η εκτεταμένη εισβολή της αργκώ στη γλώσσα είναι λαϊκισμός. Εγώ, λυπάμαι να πω, αλλά έχω ακούσει φιλόλογους να λένε «τη βρίσκω», «μου άναψαν τα λαμπάκια». Δηλαδή, είναι γλώσσα αυτό; Ας βγουν έξω στα χωριά για ν’ ακούσουν τι λαμπικαρισμένη γλώσσα μιλούν οι αγρότες. Ας βγουν στις λαϊκές συνοικίες ν’ ακούσουν πώς μιλάνε οι εργάτες, αυτοί οι ευλαβικοί αγωνιστές του επιούσιου. Η Ελλάδα έχει πολύ καλούς ποιητές, αλλά έχει και λαϊκίστικους τύπους της κουλτούρας που κοροϊδεύουν τον κοσμάκη. Δηλαδή, τι πάει να πει «κυκλοφορώ κι οπλοφορώ»; Αυτό τι είναι; Λαϊκισμός. Κοροϊδεύει τον κοσμάκη και —κατά την έκφραση της αργκώ— τα κονομάει. Όταν όμως ο Τσιτσάνης έγραφε «συννεφιασμένη Κυριακή, μοιάζεις με την καρδιά μου», εξέφραζε το πραγματικό λαϊκό πνεύμα.
— Είστε αριστερός…
Είμαι …αναρχοκομμουνιστής. Άλλωστε, η αταξική κοινωνία στην οποία πιστεύω είναι α-κρατική κοινωνία.
— Ωστόσο, φίλοι σας παρατηρούν ότι κουβαλάτε μέσα σας το Θεό.
Με επαινείς και δεν ξέρω αν το αξίζω. Η αλήθεια πάντως είναι ότι μας κουβαλάει όλους ένας Θεός. Τι είναι ο Θεός; Είναι το αγαπητικό στοιχείο, που επιβάλλει την αγαπητική κοινωνία. Το ίδιο το Σύμπαν έχει αγαπητικές σχέσεις. Η παγκόσμια έλξη, οι τροχιές των άστρων δεν είναι αγαπητικά ενεργήματα; Το παν είναι αγαπητικό. Με τους ανθρώπους όμως έχει στραβώσει η δουλειά και τώρα πρέπει να την ξεστραβώσουμε. Θα μου πεις, γιατί στράβωσε η δουλειά; Γιατί ο άνθρωπος από ένα σημείο της προϊστορίας και πέρα είχε την τάση να γίνει ιδιοκτήτης. Έτσι περάσαμε στην εκμεταλλευτική νοοτροπία, την οποία πρέπει ν’ ανατρέψουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ℹ️ Η αντιγραφή και χρήση (αναδημοσίευση κλπ) αναρτήσεων στο σύνολό τους ή αποσπασματικά είναι ελεύθερη, με απλή αναφορά στην πηγή
ℹ️ Οι περισσότερες εικόνες που αναπαράγονται σε αυτόν τον ιστότοπο είναι πρωτότυπες ή μακέτες δικές μας.
Κάποιες που προέρχονται από το διαδίκτυο, αν δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο τις θεωρούμε δημόσιες χωρίς «δικαιώματα» ©®®
Αν υπάρχει πηγή την αναφέρουμε πάντα
Τυχόν «ιδιοκτήτες» φωτογραφιών ή θεμάτων μπορούν ανά πάσα στιγμή να επικοινωνήσουν μαζί μας για διευκρινήσεις με e-mail.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ
🔻 Είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα σχόλια που προσπαθούν να προσθέσουν κάτι στην πολιτική συζήτηση.
Αν σχολιάζετε σαν «Ανώνυμος» καλό είναι να χρησιμοποιείτε ένα διακριτικό όνομα, ψευδώνυμο, ή αρχικά
🔳 ΘΑ ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ:
Α) που δεν σέβονται την ταυτότητα και τον ιδεολογικό προσανατολισμό του blog
Β) με υβριστικό περιεχόμενο ή εμφανώς ερειστική διάθεση
Γ) εκτός θέματος ανάρτησης
Δ) με ασυνόδευτα link (spamming)
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά - όχι "Greeklings"